Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας (Ευρατόμ)

Η συνθήκη Ευρατόμ, η οποία θεσπίστηκε αρχικά για τον συντονισμό των ερευνητικών προγραμμάτων των κρατών με στόχο την ειρηνική χρήση της πυρηνικής ενέργειας, συμβάλλει σήμερα στην από κοινού χρήση των γνώσεων, των υποδομών και των χρηματοδοτικών πόρων της πυρηνικής ενέργειας. Διασφαλίζει, επίσης, την ασφάλεια εφοδιασμού με ατομική ενέργεια στο πλαίσιο κεντρικού συστήματος ελέγχου.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Η ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ) τον Ιούλιο του 1952, αποτελεί το πρώτο σημαντικό επίτευγμα της υπερεθνικής Ευρώπης. Για πρώτη φορά, τα έξι κράτη μέλη εκχώρησαν, αν και σε ένα αναμφισβήτητα περιορισμένο τομέα, ένα μέρος των εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων τους υπέρ της Κοινότητας.

Τα όρια της πρώτης αυτής προσπάθειας ολοκλήρωσης έγιναν γρήγορα αισθητά με την αποτυχία της Ευρωπαϊκής Αμυντικής Κοινότητας (ΕΑΚ), το 1954.

Ενώ υπήρχε φόβος να μην τελεσφορήσει η προσπάθεια που αναλήφθηκε από την ΕΚΑΧ , η Διάσκεψη της Μεσσήνης, τον Ιούνιο του 1955, επεδίωξε να δώσει νέα ώθηση στην ευρωπαϊκή διαδικασία. Μετά τη διάσκεψη αυτή, ακολούθησε σειρά συνεδριάσεων σε επίπεδο υπουργών ή εμπειρογνωμόνων. Στις αρχές του έτους 1956, συγκροτήθηκε προπαρασκευαστική επιτροπή με αποστολή την κατάρτιση έκθεσης σχετικής με τη δημιουργία ευρωπαϊκής κοινής αγοράς. Η επιτροπή αυτή συνεδρίαζε στις Βρυξέλλες υπό την προεδρία του τότε Βέλγου υπουργού Εξωτερικών, P.H. Spaak. Τον Απρίλιο του 1956, η εν λόγω επιτροπή πρότεινε δύο σχέδια που αντιστοιχούσαν στις δύο επιλογές των κρατών:

Τον Μάρτιο του 1957, υπογράφηκαν στη Ρώμη οι γνωστές «συνθήκες της Ρώμης».

Η πρώτη ίδρυσε την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) και η δεύτερη την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας, περισσότερο γνωστή ως Ευρατόμ.

Δεδομένου ότι δεν σημειώθηκαν προβλήματα κατά τη διαδικασία κύρωσης αυτών των συνθηκών στα διάφορα κράτη μέλη, οι δύο αυτές συνθήκες τέθηκαν σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1958.

Το παρόν συνοπτικό δελτίο αφορά μόνο τη Συνθήκη Ευρατόμ

ΣΤΟΧΟΙ

Επιδιώκοντας να καταπολεμήσουν το γενικότερο έλλειμμα «παραδοσιακής» ενέργειας της δεκαετίας του ΄50, τα έξι ιδρυτικά κράτη (Γερμανία, Βέλγιο, Γαλλία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Κάτω Χώρες) αναζήτησαν στην πυρηνική ενέργεια το μέσο επίτευξης της ενεργειακής ανεξαρτησίας. Δεδομένου ότι το επενδυτικό κόστος της πυρηνικής ενέργειας υπερέβαινε τις δυνάμεις των μεμονωμένων κρατών μελών, τα ιδρυτικά κράτη συνένωσαν τις δυνάμεις τους και δημιούργησαν την Ευρατόμ.

Στόχος της συνθήκης είναι η συμβολή, γενικότερα, στη δημιουργία και στην ανάπτυξη ευρωπαϊκών πυρηνικών βιομηχανιών, ώστε όλα τα κράτη μέλη να μπορούν να επωφεληθούν από την ανάπτυξη της ατομικής ενέργειας και να εξασφαλιστεί η ασφάλεια εφοδιασμού. Παράλληλα, η συνθήκη εγγυάται υψηλό επίπεδο ασφάλειας για τον πληθυσμό και αποτρέπει τη χρησιμοποίηση για στρατιωτική χρήση των πυρηνικών υλικών που προορίζονται κυρίως για ειρηνικούς σκοπούς. Αξίζει να σημειωθεί ότι το πεδίο εφαρμογής της Ευρατόμ περιορίζεται στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας για μη στρατιωτική και ειρηνική χρήση.

Ειδικότερα, στο προοίμιο της συνθήκης, τα υπογράφοντα μέρη δηλώνουν:

« - έχοντας επίγνωση ότι η πυρηνική ενέργεια αποτελεί ουσιώδη πηγή βοήθειας για την ανάπτυξη και την ανανέωση της παραγωγής, καθώς και για την πρόοδο των έργων ειρήνης … - αποφασισμένοι να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις ανάπτυξης μιας ισχυρής πυρηνικής βιομηχανίας, που θα παρέχει εκτεταμένες πηγές ενέργειες, θα εκσυγχρονίζει την τεχνική και θα συμβάλλει με τις πολλαπλές άλλες εφαρμογές στην ευημερία των λαών τους, - ενδιαφερόμενοι να δημιουργήσουν συνθήκες ασφαλείας που αποκλείουν τους κινδύνους για τη ζωή και την υγεία των λαών, - επιθυμώντας να συνδέσουν άλλες χώρες στο έργο τους και να συνεργασθούν με τους διεθνείς οργανισμούς που ασχολούνται με την ειρηνική ανάπτυξη της ατομικής ενέργειας …»

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Στόχος της συνθήκης Ευρατόμ είναι η από κοινού χρησιμοποίηση του δυναμικού των πυρηνικών βιομηχανιών των κρατών μελών. Στο πλαίσιο αυτό, η συνθήκη εφαρμόζεται μόνο για ορισμένες οντότητες (τα κράτη μέλη, τα φυσικά πρόσωπα και τις επιχειρήσεις ή τους οργανισμούς δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου) που ασκούν το σύνολο ή μέρος των δραστηριοτήτων τους σε έναν τομέα που καλύπτεται από τη συνθήκη, δηλαδή: τα ειδικά σχάσιμα υλικά, τα αρχικά υλικά και τα μεταλλεύματα από τα οποία εξάγονται τα αρχικά υλικά.

ΔΟΜΗ

Η συνθήκη Ευρατόμ αποτελείται από το προοίμιο και 234 άρθρα τα οποία κατανέμονται σε έξι τίτλους. Το πλήθος των άρθρων διαμορφώθηκε σε 177 κατόπιν της υπογραφής, τον Δεκέμβριο 2007, της συνθήκης με την οποία τροποποιούνται η συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (συνθήκη ΕΕ) και η συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (συνθήκη ΕΚ).

Επίσης, η συνθήκη περιλαμβάνει πέντε παραρτήματα τα οποία αφορούν: τα πεδία έρευνας στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας που προβλέπονται στο άρθρο 4 της συνθήκης, τους βιομηχανικούς τομείς που προβλέπονται στο άρθρο 41 της συνθήκης, τα πλεονεκτήματα που δύνανται να παρασχεθούν στις κοινές επιχειρήσεις βάσει του άρθρου 48 της συνθήκης, τους πίνακες αγαθών και προϊόντων που υπάγονται στις διατάξεις του κεφαλαίου 9, περί της κοινής πυρηνικής αγοράς και το αρχικό πρόγραμμα ερευνών και εκπαίδευσης που προβλέπεται στο άρθρο 215 της συνθήκης.

Τέλος, στη συνθήκη προσαρτώνται δύο πρωτόκολλα. Πρόκειται για το πρωτόκολλο περί εφαρμογής της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας στα μη ευρωπαϊκά τμήματα του Βασιλείου των Κάτω Χωρών και το πρωτόκολλο περί του οργανισμού του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας.

ΑΠΟΣΤΟΛΗ

Σύμφωνα με τη συνθήκη, οι συγκεκριμένες αποστολές της Ευρατόμ είναι:

ΘΕΣΜΙΚΑ ΟΡΓΑΝΑ ΚΑΙ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ

Το θεσμικό πλαίσιο της συνθήκης Ευρατόμ είναι, σε γενικές γραμμές, παρεμφερές με αυτό της συνθήκης ΕΟΚ και βασίζεται στο ίδιο «θεσμικό τρίγωνο» (Συμβούλιο, Επιτροπή και Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο). Συνεπώς, η εκτέλεση των καθηκόντων που ανατίθενται στην Κοινότητα δεν διασφαλίζεται μόνο από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Επιτροπή και το Συμβούλιο, αλλά και από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και το Ελεγκτικό Συνέδριο. Κάθε θεσμικό όργανο ενεργεί εντός των ορίων των αρμοδιοτήτων που του ανατίθενται από τη συνθήκη. Το Συμβούλιο και η Επιτροπή επικουρούνται από μία Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή η οποία ασκεί συμβουλευτικό έργο.

Τα κοινοτικά θεσμικά όργανα είναι υπεύθυνα για την εφαρμογή της συνθήκης καθώς και για τους δύο οργανισμούς της Ευρατόμ: τον Οργανισμό Εφοδιασμού και τον Οργανισμό Ελέγχου Διασφαλίσεων (ο οποίος διενεργεί λογιστικούς και φυσικούς ελέγχους σε όλες τις πυρηνικές εγκαταστάσεις της Κοινότητας).

Μολονότι με τη συνθήκη Ευρατόμ δεν ανατίθενται στην Κοινότητα αυστηρές και αποκλειστικές αρμοδιότητες σε ορισμένους τομείς, είναι σημαντική η προστιθέμενη αξία για τα κράτη μέλη της. Όντως, με βάση τη συνθήκη, η Επιτροπή έχει εγκρίνει συστάσεις και αποφάσεις, οι οποίες παρότι δεν είναι δεσμευτικές, συνιστούν πρότυπα σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Εξάλλου, πρέπει να υπογραμμιστεί ότι άλλες κοινοτικές πολιτικές, όπως στα θέματα του περιβάλλοντος και της έρευνας, έχουν επίσης σημαντικό αντίκτυπο στον πυρηνικό τομέα.

Η προστιθέμενη αξία της Ευρατόμ και της ΕΕ είναι ιδιαίτερα εμφανής στο πλαίσιο της διεύρυνσης. Χάρη στη συνθήκη Ευρατόμ η ΕΕ διαθέτει εναρμονισμένη κοινοτική προσέγγιση στο θέμα της πυρηνικής ενέργειας την οποία οφείλουν να ακολουθούν οι υποψήφιες χώρες. Οι διευρύνσεις της ΕΕ στις ανατολικές χώρες εστιάστηκαν ιδιαίτερα στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας και, συγκεκριμένα, στα θέματα που αφορούν την πυρηνική ασφάλεια. Η πυρηνική ενέργεια συνιστά πράγματι σημαντική πηγή ενέργειας σε πολλές χώρες της Ανατολικής Ευρώπης (υποψήφιες ή νέα κράτη μέλη της ΕΕ). Αντίθετα, στις χώρες αυτές δεν είναι πάντοτε επαρκές το επίπεδο ασφάλειας των πυρηνικών σταθμών και της προστασίας του πληθυσμού και των εργαζομένων. Εν προκειμένω, η Επιτροπή επιδιώκει να βελτιώσει την κατάσταση μέσω του προγράμματος PHARE. Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, πολλά από τα Νέα Ανεξάρτητα Κράτη (ΝΑΚ) οφείλουν να ασχοληθούν με τα ίδια προβλήματα και, για τις περιπτώσεις αυτές, η Επιτροπή τούς παρέχει ομοίως βοήθεια.

Εξάλλου, με την πάροδο των ετών αναβαθμίστηκε η σημασία άλλων θεμάτων που συνδέονται με την πυρηνική ενέργεια, συγκεκριμένα η ασφάλεια λειτουργίας των πυρηνικών εγκαταστάσεων, η αποθήκευση ραδιενεργών αποβλήτων και η μη διάδοση των πυρηνικών όπλων (πυρηνικές διασφαλίσεις). Μολονότι κατ’ ουσίαν αρμόδια σε αυτούς τους τομείς είναι τα κράτη μέλη, σε διεθνές επίπεδο υπάρχει, σε κάποιο βαθμό, ενιαία αντιμετώπιση που οφείλεται σε σειρά συνθηκών, συμβάσεων και πρωτοβουλιών, με τις οποίες καθορίστηκε, ανάλογα με την περίπτωση, διεθνές καθεστώς που διέπει ορισμένες νευραλγικής σημασίας δραστηριότητες στον πυρηνικό τομέα (η σύμβαση σχετικά με την πυρηνική ασφάλεια).

ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΤΗΣ ΣΥΝΘΗΚΗΣ ΕΥΡΑΤΟΜ

Αντίθετα με τη συνθήκη ΕΚ, η συνθήκη Ευρατόμ δεν υπέστη ποτέ μεγάλες αλλαγές και εξακολουθεί να ισχύει. Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας δεν συγχωνεύθηκε με την Ευρωπαϊκή Ένωση και, παρά το γεγονός ότι και οι δύο έχουν κοινά θεσμικά όργανα, διατηρεί ξεχωριστή νομική προσωπικότητα. Η υπογραφείσα τον Δεκέμβριο 2007 συνθήκη με την οποία τροποποιούνται η συνθήκη ΕΕ και η συνθήκη ΕΚ μεταβάλλει ορισμένες διατάξεις της συνθήκης Ευρατόμ μέσω του «πρωτοκόλλου (αριθ. 12) για τη τροποποίηση της συνθήκης περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας». Οι τροποποιήσεις αυτές περιορίζονται σε προσαρμογές στους νέους κανόνες που θεσπίζει η τροποποιητική συνθήκη, ιδίως στον θεσμικό και χρηματοδοτικό τομέα.

Τον Μάρτιο 2007, η Επιτροπή διενήργησε απολογισμό και αξιολόγησε τις προοπτικές ως προς τη συνθήκη Ευρατόμ. Στο πλαίσιο αυτό, ο απολογισμός είναι εν γένει θετικός, ιδίως στον τομέα της έρευνας, της προστασίας της υγείας, του ελέγχου, της ειρηνικής χρήσης των πυρηνικών υλών και των διεθνών σχέσεων. Η ανάγκη κατοχύρωσης της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού και οι ανησυχίες που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή αναζωπυρώνουν ακόμη περισσότερο το ενδιαφέρον για την πυρηνική ενέργεια. Η εφαρμογή της συνθήκης Ευρατόμ οφείλει στο μέλλον να εξακολουθήσει να επικεντρώνεται στις διασφαλίσεις και την ασφάλεια των πυρηνικών υλών. Η ΕΚΑΕ (Ευρατόμ) θα πρέπει να συνεχίσει να συμβάλλει στην πλαισίωση της ανάπτυξης της πυρηνικής βιομηχανίας και να εγγυάται την τήρηση υψηλών προδιαγραφών σε θέματα ακτινοπροστασίας, διασφαλίσεων και ασφάλειας.

Παραπομπες

Συνθήκη

Έναρξη ισχύος

Προθεσμία για τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών

Επίσημη Εφημερίδα

Συνθήκη Ευρατόμ

25.03.1957

01.01.1958

-

See also

Ημερομηνία τελευταίας τροποποίησης: 19.10.2007