Στρατηγική σχετικά με την αλλαγή του κλίματος μέχρι το 2020 και μετέπειτα

Η Επιτροπή, αφού υπενθύμισε το κόστος και τα οφέλη από την αντιμετώπιση της αλλαγής του κλίματος, τάχθηκε υπέρ της λήψης σειράς μέτρων με στόχο να περιοριστεί σε 2°C η άνοδος των θερμοκρασιών στην επιφάνεια του πλανήτη. Ορισμένα από τα εν λόγω μέτρα εφαρμόζονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση (δεσμευτικοί στόχοι μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, έγκριση ενεργειακών μέτρων κλπ) ενώ άλλα είναι διεθνούς εμβέλειας (με χαρακτηριστικό παράδειγμα τη διαπραγμάτευση σχετικής διεθνούς συμφωνίας).

ΠΡΑΞΗ

Ανακοίνωση της Επιτροπής, της 10ης Ιανουαρίου 2007, με τίτλο: «Περιορισμός της αλλαγής του κλίματος του πλανήτη σε αύξηση της θερμοκρασίας κατά 2°C - Η πορεία προς το 2020 και μετέπειτα» [COM(2007) 2 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

ΣΥΝΟΨΗ

Από διάφορες επιστημονικές αποδείξεις προκύπτει ότι είναι ανάγκη να υπάρξει επειγόντως παρέμβαση ώστε να αντιμετωπιστεί η αλλαγή του κλίματος: από πρόσφατες μελέτες επιβεβαιώνεται η αλλαγή του κλίματος, ενώ από ορισμένες ενδείξεις προκύπτει ότι η εν λόγω εξέλιξη επιταχύνεται. Από τις εκπονηθείσες μελέτες επιπτώσεων έχουν αρχίσει να προκύπτουν συγκεκριμένα αριθμητικά δεδομένα όσον αφορά το κόστος που θα μπορούσε να έχει εν προκειμένω η αδράνεια ή η εξακολούθηση, απλώς και μόνο, της εφαρμογής των ήδη εγκεκριμένων πολιτικών.

Το 2005, η Επιτροπή έθεσε τις βάσεις της στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) για την αντιμετώπιση της αλλαγής του κλίματος. Με την παρούσα ανακοίνωση προτείνει πιο συγκεκριμένες ενέργειες για να περιοριστούν οι επιπτώσεις της αλλαγής του κλίματος και να μειωθούν οι πιθανότητες μείζονων και οριστικών διαταράξεων του κλίματος σε παγκόσμιο επίπεδο. Τα εν λόγω μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα αφορούν τόσο τις αναπτυγμένες (όπως η ΕΕ και οι άλλες βιομηχανικές χώρες) όσο και τις αναπτυσσόμενες χώρες.

Η ΕΕ και τα κράτη μέλη επιβεβαίωσαν το στόχο της ΕΕ περί περιορισμού της ανόδου της μέσης θερμοκρασίας στην επιφάνεια του πλανήτη σε 2°C συγκριτικά με την προβιομηχανική κατάσταση, δηλαδή σε επίπεδο πέραν του οποίου οι επιπτώσεις της αλλαγής του κλίματος αυξάνουν δραματικά. Από τις μελέτες προκύπτει ότι η σταθεροποίηση της συγκέντρωσης των αερίων θερμοκηπίου σε 450 ppmv (μέρη ανά εκατ. όγκου - ισοδυνάμου CO2) θα είχαν ως αποτέλεσμα να ανέλθει η πιθανότητα να επιτευχθεί ο στόχος των 2°C σε 50 % (ενώ η αντίστοιχη πιθανότητα ανέρχεται σε μία στις έξι σε περίπτωση που η συγκέντρωση έφθανε τα 550 ppmv και σε μία στις δεκάξι σε περίπτωση συγκεντρώσεων 650 ppmv).

Κόστος και οφέλη των μελλοντικών πολιτικών μας επιλογών

Από τις προσφάτως διεξαχθείσες έρευνες, ιδίως δε από την μελέτη PESETA - υπό την αιγίδα του Κοινού Κέντρου Ερευνών - ή την έκθεση Stern, προκύπτει ότι το κόστος θα είναι ιδιαίτερα βαρύ από οικονομική και κοινωνική σκοπιά σε περίπτωση που δεν αναληφθεί ικανοποιητική δράση για να αντιμετωπιστεί η αλλαγή του κλίματος. Η έκθεση Stern προβλέπει ότι το εν λόγω κόστος θα κυμαινόταν μεταξύ 5 και 20 % του παγκόσμιου ΑΕΠ.

Η αύξηση της θνησιμότητας και της οξύτητας των νοσημάτων λόγω των διακυμάνσεων των θερμοκρασιών, οι βλάβες που οφείλονται στην παρατηρούμενη αύξηση της συχνότητας των πλημμυρών και την άνοδο της στάθμης των θαλάσσιων υδάτων, η επιτάχυνση της απερήμωσης στις χώρες του νότου και η μείωση των αποθεμάτων γλυκών υδάτων υποδηλώνουν την ποικιλομορφία των αρνητικών επιπτώσεων που οφείλονται στην αλλαγή του κλίματος στους πληθυσμούς, στα οικοσυστήματα και στους πόρους, καθώς και στις υποδομές και στην ποιότητα ζωής. Η μελέτη PESETA αναφέρεται ιδιαίτερα στις παρατηρούμενες επιπτώσεις στην Ευρώπη όσον αφορά τη γεωργία, την υγεία του ανθρώπου, τον τουρισμό, τις λεκάνες απορροής και τις ακτές.

Σύμφωνα με την ανάλυση των επιπτώσεων που πραγματοποίησε η Επιτροπή, οι απαραίτητες επενδύσεις για τη διατήρηση της συγκέντρωσης των αερίων θερμοκηπίου σε 450 ppmv αντιπροσωπεύουν περίπου 0,5 % του παγκόσμιου ΑΕΠ για την περίοδο 2013-2030. Η αύξηση του παγκόσμιου ΑΕΠ θα μειωνόταν μόλις κατά 0,19 % ετησίως μέχρι το 2030, ήτοι κατά ένα ελάχιστο κλάσμα του αναμενόμενου ετήσιου ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ (2,8 %). Η Επιτροπή τονίζει εξάλλου ότι το συνολικώς απαιτούμενο κόστος εν γένει υπερεκτιμάται, διότι δεν λαμβάνονται υπόψη οι θετικές επιπτώσεις από την αντιμετώπιση της αλλαγής του κλίματος.

Από την ανάληψη της δέουσας δράσης στον τομέα της αλλαγής του κλίματος θα προέκυπταν όντως σημαντικά οφέλη και στον τομέα της αποφυγής των ζημιών. Για παράδειγμα η μείωση της χρήσης των ορυκτών ενεργειακών πόρων (ιδίως του πετρελαίου και του φυσικού αερίου) θα καταστήσει δυνατό τον περιορισμό των δαπανών λόγω εισαγωγής των εν λόγω πόρων και θα ενισχύσει ουσιαστικά την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού. Παράλληλα, η μείωση των εκπομπών CO2 θα συμβάλει στη βελτίωση της ποιότητας του αέρα, δημιουργώντας έτσι τεράστια κέρδη για την υγεία. Επιπλέον, από τις περισσότερες μελέτες προκύπτει ότι η πολιτική αντιμετώπισης της αλλαγής του κλίματος θα έχει θετικό αντίκτυπο στην απασχόληση, για παράδειγμα στον τομέα των ανανεώσιμων μορφών ενέργειας ή των τεχνολογιών αιχμής.

Οι θετικές επιπτώσεις που σχετίζονται με την καταπολέμηση της αλλαγής του κλίματος δεν θα περιοριστούν αποκλειστικά και μόνο εντός των ευρωπαϊκών συνόρων. Ανάλογα οφέλη αναμένεται να αποκομίσουν και άλλες χώρες, ιδίως όσον αφορά την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού και την ποιότητα του αέρα, εφόσον λάβουν παρεμφερή προς τα λαμβανόμενα στην Ευρώπη μέτρα.

Η αναλαμβανόμενη δράση σε επίπεδο ΕΕ

Η ΕΕ έχει ήδη αποδείξει, με τη δράση που έχει αναλάβει στο εσωτερικό της, ότι είναι δυνατό να μειωθούν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου δίχως να διακυβευθεί η οικονομική ανάπτυξη. Η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι υπάρχουν ακόμη μεγάλα περιθώρια μείωσης των εκπομπών και υπενθυμίζει τη δέσμευση της ΕΕ όσον αφορά τη συνέχιση και την εμβάθυνση των λαμβανόμενων μέτρων καθώς και τη λήψη νέων σχετικών μέτρων.

Η Επιτροπή προτείνει την εκ μέρους της ΕΕ έγκριση των στόχων μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου. Καλεί την ΕΕ να υιοθετήσει ως στόχο, στο πλαίσιο των διεθνών διαπραγματεύσεων, την κατά 30 % μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου στις αναπτυγμένες χώρες (ως προς τα επίπεδα του 1990) έως το 2020. Η ΕΕ, μέχρι να συναφθεί η διεθνής συμφωνία και υπό την επιφύλαξη των θέσεων που θα λάβει κατά τις διεθνείς διαπραγματεύσεις, επιβάλλεται να προβεί πάραυτα σε ρητή και ανεξάρτητη δέσμευση υπέρ της μείωσης των εσωτερικών της εκπομπών τουλάχιστον κατά 20 % μέχρι το 2020. Με τη σειρά τους εξάλλου, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Μαρτίου του 2007, τα κράτη μέλη δεσμεύθηκαν εις ότι αφορά την επίτευξη των εν λόγω στόχων»).

Σύμφωνα με τη στρατηγική ανάλυση της ενεργειακής πολιτικής της ΕΕ, η Επιτροπή συνιστά τη λήψη των κάτωθι ενεργειακών μέτρων:

Η Επιτροπή θεωρεί ότι επιβάλλεται να ενισχυθεί το κοινοτικό σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου (ΣΕΔΕ), μεταξύ άλλων λαμβάνοντας τα εξής μέτρα:

Για να μειωθούν οι εκπομπές του τομέα των μεταφορών, η Επιτροπή ζητεί από το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο να εγκρίνουν τις προτάσεις της σχετικά με τη συμπερίληψη των αεροπορικών μεταφορών στο ΣΕΔΕ καθώς και τις προτάσεις της σχετικά με τη φορολογία των τουριστικών οχημάτων, ανάλογα με τις εκπομπές CO2 που προκαλούν. Η μείωση των εκπομπών CO2 από τα αυτοκίνητα αντιμετωπίζεται επίσης ως ενδεχόμενο, πρωτίστως για να επιτευχθεί ο στόχος των 120 γραμμαρίων CO2 ανά χιλιόμετρο (g CO2/km). Η Επιτροπή υπογραμμίζει εξάλλου ότι είναι ανάγκη να ενισχυθούν οι ενέργειες που αναλαμβάνονται σε επίπεδο καταναλωτών και να μειωθούν οι εκπομπές από τις οδικές και τις θαλάσσιες μεταφορές εμπορευμάτων, ενισχύοντας παράλληλα τα βιοκαύσιμα.

Εξάλλου, η Επιτροπή υποστηρίζει τη μείωση των εκπομπών CO2 και σε άλλους τομείς, για παράδειγμα με τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων στα εμπορικά κτίρια και τις κατοικίες. Συστήνει επίσης τη μείωση και άλλων αερίων, ιδίως μέσω της εφαρμογής και της ενίσχυσης των μέτρων στον τομέα της γεωργίας και των δασών, και τάσσεται υπέρ της θέσπισης ορίων για τις εκπομπές μεθανίου από τους επιμέρους βιομηχανικούς κλάδους και τους κινητήρες αερίου, της συμπερίληψης των εν λόγω πηγών εκπομπής στο ΣΕΔΕ, της θέσπισης αυστηρότερων μέτρων όσον αφορά τα φθοριούχα αέρια θερμοκηπίου καθώς και της λήψης μέτρων για τα οξείδια του αζώτου από την καύση και τις μεγάλες εγκαταστάσεις.

Παράλληλα θεωρείται σημαντικό να ενεργοποιηθούν τάχιστα οι χρηματοδοτικοί πόροι που προορίζονται για την έρευνα σχετικά με το περιβάλλον, την ενέργεια και τις μεταφορές υπό το 7ο κοινοτικό πρόγραμμα-πλαίσιο και να αυξηθεί ο προϋπολογισμός υπέρ της έρευνας μετά το 2013, με στόχο την προαγωγή της ανάπτυξης των καθαρών τεχνολογιών και των γνώσεων στον τομέα της αλλαγής του κλίματος. Επιπλέον επιβάλλεται να εφαρμοστούν πλήρως τα σχέδια δράσης για την ενεργειακή τεχνολογία και τις οικοτεχνολογίες.

Πρέπει να υλοποιηθούν οι στρατηγικοί προσανατολισμοί για τη συνοχή που συμβάλλουν στην ανάπτυξη των αειφόρων συστημάτων μεταφορών και ενέργειας και προάγουν τις τεχνικές που σέβονται το περιβάλλον.

Διεθνής δράση

Μόνο η δράση σε παγκόσμιο επίπεδο θα επέτρεπε τη συγκράτηση της αλλαγής του κλίματος. Οι διεθνείς διαπραγματεύσεις θα πρέπει να ξεπεράσουν το στάδιο της ρητορικής και να οδηγήσουν στην ανάληψη συγκεκριμένων δεσμεύσεων.

Η Επιτροπή, ως εκ τούτου, θεωρεί ότι οι αναπτυγμένες χώρες θα πρέπει να δεσμευθούν ότι θα μειώσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά 30 % σε σχέση προς τα επίπεδα του 1990 μέχρι το 2020, στο πλαίσιο διεθνούς συστήματος για την περίοδο «μετά το 2012». Πρέπει να σημειωθεί ότι οι αναπτυγμένες χώρες διαθέτουν επίσης τις τεχνολογικές και τις οικονομικές δυνατότητες για να μειώσουν τις εκπομπές τους. Ως εκ τούτου καλούνται να επωμιστούν το μεγαλύτερο βάρος των προσπαθειών που θα πρέπει να καταβληθούν την επόμενη δεκαετία. Τα συστήματα εμπορίας των δικαιωμάτων εκπομπής θα αποτελέσουν καθοριστικής σημασίας μέσα που θα επιτρέψουν στις αναπτυγμένες χώρες να επιτύχουν τους εν λόγω στόχους με οικονομικά αποδοτικό τρόπο.

Η ανάπτυξη των οικονομιών και των εκπομπών στις αναπτυσσόμενες χώρες καθιστά απαραίτητο να αρχίσουν οι χώρες αυτές να περιορίζουν την αύξηση των εκπομπών τους το ταχύτερο δυνατό και να επιτύχουν τη σε απόλυτα μεγέθη μείωση των εν λόγω εκπομπών μετά το 2020, δεδομένου ότι από σήμερα μέχρι το 2020, οι εν λόγω χώρες θα ευθύνονται για ποσοστό μεγαλύτερο του 50 % των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.

Πολλές από τις αναπτυσσόμενες χώρες έχουν ήδη καταβάλει προσπάθειες που οδήγησαν σε ουσιαστικό περιορισμό της αύξησης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου, μέσω πολιτικών που αντιμετωπίζουν τον οικονομικό τους προβληματισμό, τα θέματα ασφαλείας ή τοπικές ανησυχίες σχετικά με το περιβάλλον. Στις αναπτυσσόμενες χώρες προσφέρονται πολλές εναλλακτικές δυνατότητες στρατηγικού χαρακτήρα, με οφέλη σημαντικότερα του κόστους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν η αποτελεσματικότερη αξιοποίηση της ενέργειας, η προαγωγή των ανανεώσιμων μορφών ενέργειας, η λήψη μέτρων σχετικά με την ποιότητα του αέρα και η ανάκτηση του εκλυόμενου μεθανίου στους χώρους υγειονομικής ταφής.

Οι κάτωθι άξονες πρέπει να αποτελέσουν τη βάση της ενίσχυσης των ενεργειών των εν λόγω χωρών:

Τέλος, η προς διαπραγμάτευση διεθνής συμφωνία θα πρέπει να λάβει υπόψη στοιχεία όπως η ενίσχυση της συνεργασίας σε θέματα έρευνας και τεχνολογικής ανάπτυξης, ο οριστικός τερματισμός της αποδάσωσης και η αποκατάσταση των δασικών εκτάσεων, η προσαρμογή στις αναπόφευκτες επιπτώσεις της αλλαγής του κλίματος καθώς και η σύναψη διεθνούς συμφωνίας για τα πρότυπα αποτελεσματικής αξιοποίησης της ενέργειας.

Πλαίσιο

Η παρούσα ανακοίνωση αποτελεί συνέχεια της ανακοίνωσης του 2005 με την οποία τέθηκαν οι βάσεις της μελλοντικής στρατηγικής αντιμετώπισης της αλλαγής του κλίματος. Τα προτεινόμενα μέτρα στην παρούσα στρατηγική συνδέονται άμεσα με το «ενεργειακό πακέτο» που δημοσίευσε η Επιτροπή τον Ιανουάριο του 2007 και το οποίο καθορίζει μια νέα ευρωπαϊκή πολιτική ενέργειας και συγκεκριμένους αριθμητικούς στόχους.

Σύμφωνα με τις επιστημονικές έρευνες, οι παρατηρούμενες συγκεντρώσεις CO2 και μεθανίου στην ατμόσφαιρα είναι οι υψηλότερες εδώ και 650.000 χρόνια, πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα να επιταχύνεται ραγδαία το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Για να σταθεροποιηθεί η άνοδος των θερμοκρασιών στην επιφάνεια του πλανήτη και να υπερβεί κατά μέγιστο όριο μόνο κατά 2°C τις αντίστοιχες τιμές της προβιομηχανικής περιόδου, θα πρέπει, μέχρι το 2050, οι συνολικές εκπομπές ανά την υφήλιο να έχουν μειωθεί περίπου κατά 50 % ως προς το 1990, εξέλιξη που προϋποθέτει μειώσεις της τάξης του 60 με 80 % μέχρι το 2050 εκ μέρους των αναπτυγμένων χωρών και τη σταδιακή αλλά σημαντικότατη συμμετοχή των αναπτυσσόμενων χωρών.

ΣΥΝΑΦΕΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

Ανακοίνωση της Επιτροπής της 9ης Μαρτίου 2010 με τίτλο «Διεθνής κλιματική πολιτική για το μετά την Κοπεγχάγη διάστημα: άμεσα μέτρα για τη αναζωογόνηση της παγκόσμιας δράσης για την αντιμετώπιση της αλλαγής του κλίματος» [COM(2010) 86 τελικό – Δεν έχει δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

Ανακοίνωση της Επιτροπής της 10ης Ιανουαρίου 2007 για μια ενεργειακή πολιτική για την Ευρώπη [COM(2007) 1 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

Η εν λόγω ανακοίνωση αποτελεί τον κύριο πυλώνα των μέτρων που παρουσίασε η Επιτροπή τον Ιανουάριο του 2007 («πακέτο ενέργεια»). Μετά την ανασκόπηση των παρατηρούμενων προκλήσεων όσον αφορά την ενέργεια στην Ευρώπη και ιδίως την αλλαγή του κλίματος και την ασφάλεια του εφοδιασμού της ΕΕ, η Επιτροπή αναφέρεται λεπτομερώς σε σειρά συνδεδεμένων δράσεων, μεταξύ άλλων δε στην εσωτερική αγορά ενέργειας, στην ασφάλεια του εφοδιασμού, στην αποτελεσματική αξιοποίησης της ενέργειας, στις ανανεώσιμες μορφές ενέργειας, στις ενεργειακές τεχνολογίες και ακόμη στη διεθνή ενεργειακή πολιτική.

Ημερομηνία τελευταίας τροποποίησης: 31.08.2011