Κατευθυντήριες γραμμές για τους κάθετους περιορισμούς

1) ΣΤΟΧΟΣ

Βοήθεια προς τις επιχειρήσεις να προβαίνουν οι ίδιες σε εκτίμηση των κάθετων συμφωνιών τους βάσει των κοινοτικών κανόνων ανταγωνισμού, παρέχοντας ένα αναλυτικό πλαίσιο για τους κάθετους περιορισμούς.

2) ΠΡΑΞΗ

Ανακοίνωση της Επιτροπής της 13ης Οκτωβρίου 2000: κατευθυντήριες γραμμές για τους κάθετους περιορισμούς [COM(2000/C 291/01). Επίσημη Εφημερίδα αριθ. C 291 της 13.10.2000].

3) ΣΥΝΟΨΗ

ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΚΑΘΕΤΩΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΩΝ

Οι κάθετοι περιορισμοί είναι συμφωνίες ή εναρμονισμένες πρακτικές που συνάπτονται μεταξύ δύο ή περισσοτέρων επιχειρήσεων. Για τους σκοπούς της συμφωνίας, κάθε επιχείρηση δραστηριοποιείται, σε διαφορετικό οικονομικό στάδιο, στους τομείς της παράδοσης, της αγοράς αγαθών που προορίζονται για τη μεταπώληση ή τη μεταποίηση ή την εμπορία υπηρεσιών. Η συμφωνία διέπει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες τα μέρη μπορούν να αγοράσουν, να πωλήσουν ή να μεταπωλήσουν ορισμένα αγαθά ή υπηρεσίες. Οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές αναλύουν τα κριτήρια αξιολόγησης των κάθετων συμφωνιών προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον επηρεάζουν τον ανταγωνισμό μεταξύ κρατών μελών.

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Οι παρούσες κατευθυντήριες γραμμές περιγράφουν τις κάθετες συμφωνίες που γενικά δεν εμπίπτουν στους όρους του άρθρου 81 παράγραφος 1: συμφωνίες ήσσονος σημασίας, συμφωνίες μεταξύ μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και επείγουσες συμβάσεις.

ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΚΑΤΑ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

Οι κατευθυντήριες γραμμές για τους κάθετους περιορισμούς περιγράφουν, επίσης, το γενικό πλαίσιο ανάλυσης και την πολιτική που προτίθεται να ακολουθήσει η Επιτροπή στον τομέα αυτό.

Ανάλυση των αρνητικών αποτελεσμάτων των κάθετων περιορισμών στην αγορά

Τα αρνητικά αποτελέσματα στην αγορά που ενδέχεται να προκληθούν από κάθετους περιορισμούς και στων οποίων την αποτροπή αποβλέπει η κοινοτική νομοθεσία ανταγωνισμού είναι τα εξής:

Ωστόσο, οι κάθετοι περιορισμοί παράγουν συχνά θετικά αποτελέσματα, μέσω, ιδίως, της προαγωγής του ανταγωνισμού σε επίπεδα άλλα πλην εκείνου των τιμών και της βελτιωμένης ποιότητας των υπηρεσιών. Κατά συνέπεια, η εφαρμογή ορισμένων κάθετων περιορισμών δικαιολογείται, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, όταν:

Μέθοδος ανάλυσης ενός κάθετου περιορισμού

Η αξιολόγηση ενός κάθετου περιορισμού περιλαμβάνει κατά κανόνα τα εξής τέσσερα στάδια:

Συνηθέστερες μορφές κάθετων περιορισμών

Οι συνηθέστερες μορφές κάθετων περιορισμών είναι οι ακόλουθες:

Όταν μια συμβατική ρήτρα υποχρεώνει ή αναγκάζει τον αγοραστή να προμηθεύεται το σύνολο σχεδόν των ποσοτήτων που χρειάζεται σε συγκεκριμένη αγορά από έναν μόνο προμηθευτή, πρόκειται για προώθηση συγκεκριμένου σήματος. Δεν σημαίνει ότι ο αγοραστής μπορεί να αγοράζει μόνο απευθείας από τον προμηθευτή, αλλά ότι ο αγοραστής δεν θα αγοράζει και δεν θα μεταπωλεί, ούτε θα ενσωματώνει ανταγωνιστικά αγαθά ή υπηρεσίες. Οι πιθανοί κίνδυνοι για τον ανταγωνισμό είναι ο αποκλεισμός από την αγορά ανταγωνιζόμενων προμηθευτών και δυνητικών προμηθευτών, η διευκόλυνση των αθέμιτων συμπράξεων μεταξύ προμηθευτών σε περίπτωση σωρευτικής χρήσης, καθώς και, στην περίπτωση που ο αγοραστής είναι λιανοπωλητής που πωλεί προς τελικούς καταναλωτές, η εξασθένηση του ανταγωνισμού μεταξύ σημάτων στο κάθε κατάστημα.

Στο πλαίσιο μιας συμφωνίας αποκλειστικής διανομής ο προμηθευτής συμφωνεί να πωλεί τα προϊόντα του μόνο σε ένα διανομέα για μεταπώληση σε συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή. Συγχρόνως, επιβάλλονται συνήθως περιορισμοί στο διανομέα όσον αφορά τις ενεργητικές πωλήσεις του σε άλλες περιοχές που έχουν παραχωρηθεί κατ' αποκλειστικότητα. Οι πιθανοί κίνδυνοι για τον ανταγωνισμό συνίστανται κυρίως στην άμβλυνση του ενδοσηματικού ανταγωνισμού και στο διαμερισμό της αγοράς, πράγμα που ενδέχεται ιδίως να διευκολύνει την άσκηση διακρίσεων ως προς τις τιμές. Όταν οι περισσότεροι ή όλοι οι προμηθευτές εφαρμόζουν αποκλειστική διανομή, αυτό μπορεί να διευκολύνει τις αθέμιτες συμπράξεις, τόσο σε επίπεδο προμηθευτών όσο και διανομέων.

Στο πλαίσιο μιας συμφωνία αποκλειστικής κατανομής της πελατείας, ο προμηθευτής συμφωνεί να πωλεί τα προϊόντα του μόνο σε ένα διανομέα για μεταπώληση σε συγκεκριμένη κατηγορία πελατών. Συγχρόνως, ο διανομέας υπόκειται συχνά σε περιορισμούς όσον αφορά τις ενεργητικές πωλήσεις του σε άλλες κατηγορίες πελατών που έχουν κατανεμηθεί σε αποκλειστική βάση. Οι πιθανοί κίνδυνοι σε επίπεδο ανταγωνισμού συνίστανται κυρίως στην άμβλυνση του ενδοσηματικού ανταγωνισμού και στο διαμερισμό της αγοράς, που μπορεί ιδίως να διευκολύνουν την άσκηση διακρίσεων ως προς τις τιμές. Όταν οι περισσότεροι ή όλοι οι προμηθευτές εφαρμόζουν συμφωνίες αποκλειστικής κατανομής της πελατείας, αυτό μπορεί να διευκολύνει αθέμιτες συμπράξεις, τόσο σε επίπεδο προμηθευτών όσο και διανομέων.

Οι συμφωνίες επιλεκτικής διανομής, όπως οι συμφωνίες αποκλειστικής διανομής, περιορίζουν αφενός τον αριθμό των εξουσιοδοτημένων διανομέων και αφετέρου τις δυνατότητες μεταπώλησης. Η διαφορά τους από την αποκλειστική διανομή έγκειται στο ότι ο περιορισμός του αριθμού των διανομέων δεν εξαρτάται από τον αριθμό των γεωγραφικών περιοχών, αλλά από κριτήρια επιλογής που συνδέονται καταρχήν με τη φύση του προϊόντος. Μία άλλη διαφορά από την αποκλειστική διανομή είναι ότι οι περιορισμοί όσον αφορά τη μεταπώληση δεν αφορούν τις ενεργητικές πωλήσεις σε μια γεωγραφική περιοχή, αλλά όλες τις πωλήσεις σε μη εξουσιοδοτημένους διανομείς, με αποτέλεσμα οι πιθανοί αγοραστές να είναι μόνο οι αναγνωρισμένοι λιανοπωλητές και οι τελικοί καταναλωτές. Η επιλεκτική διανομή χρησιμοποιείται σχεδόν πάντα για τη διανομή τελικών προϊόντων κάποιου συγκεκριμένου σήματος. Οι πιθανοί κίνδυνοι για τον ανταγωνισμό είναι ο περιορισμός του ενδοσηματικού ανταγωνισμού και, ιδίως στην περίπτωση σωρευτικού αποτελέσματος, ο αποκλεισμός ορισμένου είδους(ων) διανομέων και η διευκόλυνση της αθέμιτης σύμπραξης μεταξύ προμηθευτών ή αγοραστών.

Οι συμφωνίες δικαιόχρησης περιλαμβάνουν άδειες εκμετάλλευσης δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας που αφορούν πιο συγκεκριμένα εμπορικά σήματα ή διακριτικούς τίτλους και τεχνογνωσία για την χρήση και τη διανομή αγαθών ή υπηρεσιών. Πέρα από τις άδειες εκμετάλλευσης δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, ο δικαιοπάροχος παρέχει συνήθως στο δικαιοδόχο κατά τη διάρκεια ισχύος της συμφωνίας εμπορική ή τεχνική συνδρομή. Η άδεια και η συνδρομή είναι συστατικά στοιχεία της επιχειρηματικής μεθόδου που μεταβιβάζεται στον δικαιοδόχο. Ο δικαιοπάροχος εισπράττει εν γένει από το δικαιοδόχο αμοιβή για τη χρήση από τον τελευταίο της συγκεκριμένης επιχειρηματικής μεθόδου. Η δικαιόχρηση παρέχει στο δικαιοπάροχο τη δυνατότητα να δημιουργήσει με περιορισμένες επενδύσεις ένα ομοιόμορφο δίκτυο για τη διανομή των προϊόντων του.

Οι πιθανοί κίνδυνοι για τον ανταγωνισμό συνίστανται η πρόβλεψη για την επιχειρηματική μέθοδο και οι συμφωνίες δικαιόχρησης περιέχουν συνήθως ένα συνδυασμό διαφόρων κάθετων περιορισμών αναφορικά με τα προϊόντα που διανέμονται, πιο συγκεκριμένα συνδυασμό επιλεκτικής διανομής ή/και υποχρέωσης μη άσκησης ανταγωνισμού ή/και αποκλειστικής διανομής ή ηπιότερων μορφών της.

Η αποκλειστική διάθεση όπως ορίζεται στο άρθρο 1, στοιχείο γ) του κανονισμού απαλλαγής κατά κατηγορίες είναι η ακραία μορφή της περιορισμένης διανομής όσον αφορά το όριο για τον αριθμό των αγοραστών: στη συμφωνία προσδιορίζεται ότι υπάρχει ένας μόνο αγοραστής εντός της Κοινότητας στον οποίο ο προμηθευτής μπορεί να πωλεί ένα συγκεκριμένο τελικό προϊόν. Για τα ενδιάμεσα αγαθά ή τις υπηρεσίες, η αποκλειστική διάθεση σημαίνει ότι υπάρχει ένας μόνο αγοραστής εντός της Κοινότητας ή ότι υπάρχει ένας μόνο αγοραστής εντός της Κοινότητας για μια συγκεκριμένη χρήση. Για τα ενδιάμεσα αγαθά ή τις υπηρεσίες η αποκλειστική διάθεση αναφέρεται συνήθως ως βιομηχανική διάθεση. Ο βασικός κίνδυνος για τον ανταγωνισμό σε περίπτωση αποκλειστικής διάθεσης συνίσταται κυρίως στον αποκλεισμό των άλλων αγοραστών.

Δεσμευμένη πώληση υπάρχει όταν ο προμηθευτής εξαρτά την πώληση ενός προϊόντος από την αγορά ενός άλλου διαφορετικού προϊόντος από τον προμηθευτή ή από κάποιον που ορίζεται από τον προμηθευτή. Το πρώτο προϊόν αναφέρεται ως το δεσμεύουν προϊόν και το δεύτερο αναφέρεται ως το δεσμευμένο προϊόν. Εάν οι δεσμευμένες πωλήσεις δεν δικαιολογούνται αντικειμενικά λόγω της φύσης των προϊόντων ή των εμπορικών συνηθειών, οι πρακτικές αυτές μπορεί να συνιστούν κατάχρηση δεσπόζουσας θέσης. Από την άποψη του ανταγωνισμού, αυτό το είδος συμφωνίας βάσει της οποίας η πώληση ενός προϊόντος εξαρτάται από την αγορά ενός άλλου διαφορετικού προϊόντος, ενδέχεται να συνιστά παράβαση των κανόνων του ανταγωνισμού.

Η πρακτική συνεπάγεται στο να συνιστάται στον μεταπωλητή μια τιμή μεταπώλησης ή να ζητείται από το μεταπωλητή να τηρεί μια μέγιστη τιμή μεταπώλησης. Από πλευράς ανταγωνισμού, ο βασικός κίνδυνος όσον αφορά τις μέγιστες και τις συνιστώμενες τιμές μεταπώλησης είναι πρώτον ότι θα λειτουργήσουν ως σημείο εστίασης για τους μεταπωλητές και ως εκ τούτου να εφαρμόζονται από τους περισσότερους ή και από όλους τους μεταπωλητές. Ένας δεύτερος κίνδυνος για τον ανταγωνισμό είναι ότι οι μέγιστες ή συνιστώμενες τιμές μπορεί να διευκολύνουν τις αθέμιτες συμπράξεις μεταξύ των προμηθευτών.

4) μετρα εφαρμογης

5) μεταγενεστερες εργασιες

Ημερομηνία τελευταίας τροποποίησης: 21.02.2007