Εισαγωγή του ευρώ: τα κριτήρια σύγκλισης

Τα τέσσερα κριτήρια σύγκλισης περιγράφονται στο άρθρο 121, παράγραφος 1 της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα (ΣΕΚ). Πρόκειται για τέσσερα κριτήρια (σταθερότητα των τιμών, δημοσιονομική κατάσταση, συναλλαγματική ισοτιμία, μακροπρόθεσμα επιτόκια).

Σταθερότητα των τιμών. Η συνθήκη ορίζει: «Η επίτευξη υψηλού βαθμού σταθερότητας τιμών [...] καταδεικνύεται από ένα ποσοστό πληθωρισμού που προσεγγίζει το αντίστοιχο ποσοστό των τριών, το πολύ, κρατών μελών με τις καλύτερες επιδόσεις από άποψη σταθερότητας τιμών». Συγκεκριμένα, το ποσοστό πληθωρισμού ενός συγκεκριμένου κράτους μέλους δεν πρέπει να υπερβαίνει κατά ποσοστό μεγαλύτερο του 1,5% εκείνο των τριών κρατών μελών με τις καλύτερες επιδόσεις από άποψη σταθερότητας τιμών για το έτος που προηγείται εκείνου κατά το οποίο εξετάζεται η κατάσταση του εν λόγω κράτους μέλους.

Δημοσιονομική κατάσταση. Η συνθήκη ορίζει: «Η σταθερότητα των δημόσιων οικονομικών [...] καταδεικνύεται από την επίτευξη δημοσιονομικής κατάστασης χωρίς υπερβολικό δημοσιονομικό έλλειμμα ...» Στην πράξη, η Επιτροπή, κατά την εκπόνηση της ετήσιας σύστασής της στο Συμβούλιο των Υπουργών Οικονομικών, εξετάζει εάν τηρήθηκε η δημοσιονομική πειθαρχία. Για την εξέταση αυτή, η Επιτροπή βασίζεται σε δύο τιμές αναφοράς:

Συναλλαγματική ισοτιμία. Η συνθήκη προβλέπει: «Η τήρηση των κανονικών περιθωρίων διακύμανσης που προβλέπονται από το μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Συστήματος επί δύο τουλάχιστον χρόνια, χωρίς υποτίμηση έναντι του νομίσματος οποιουδήποτε άλλου κράτους μέλους». Το κράτος μέλος πρέπει να έχει συμμετάσχει ανελλιπώς στο μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών του Ευρωπαϊκού Νομισματικού Συστήματος κατά τα δύο έτη που προηγούνται της εξέτασης της κατάστασής του, χωρίς το νόμισμά του να έχει υποστεί σοβαρές πιέσεις. Εξάλλου, το κράτος μέλος δεν πρέπει να έχει υποτιμήσει το νόμισμά του (δηλαδή την κεντρική διμερή ισοτιμία του νομίσματός του σε σχέση με το νόμισμα άλλου κράτους μέλους) με δική του πρωτοβουλία κατά την ίδια αυτή περίοδο. Μετά το πέρασμα στο τρίτο στάδιο της ΟΝΕ το ευρωπαϊκό νομισματικό σύστημα αντικαταστάθηκε από τον νέο μηχανισμό συναλλαγματικών ισοτιμιών (ΜΣΙ II).

Μακροπρόθεσμα επιτόκια. Η συνθήκη ορίζει: «Ο σταθερός χαρακτήρας της επιτευχθείσας από το κράτος μέλος σύγκλισης [...] αντικατοπτρίζεται στα επίπεδα των μακροπρόθεσμων επιτοκίων». Στην πράξη, τα ονομαστικά μακροπρόθεσμα επιτόκια δεν πρέπει να υπερβαίνουν κατά ποσοστό μεγαλύτερο του 2% εκείνα των τριών κρατών μελών, το πολύ, με τις καλύτερες επιδόσεις από άποψη σταθερότητας τιμών (πρόκειται δηλαδή για τα ίδια κράτη με εκείνα που λαμβάνονται υπόψη για το κριτήριο της σταθερότητας των τιμών). Η περίοδος που λαμβάνεται υπόψη για την εξέταση του κριτηρίου αυτού είναι το έτος που προηγείται εκείνου κατά το οποίο εξετάζεται η κατάσταση του κράτους μέλους.

Προϋποθέσεις για την εισαγωγή του ευρώ

Κάθε κράτος μέλος οφείλει να τηρεί το σύνολο των κριτηρίων για να μπορέσει να συμμετάσχει στην τρίτη φάση της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (ΟΝΕ). Τα κριτήρια ορίστηκαν στο «Πρωτόκολλο σχετικά με τα κριτήρια σύγκλισης» και προβλέπονται στο άρθρο 121 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας. Αυτά τα κριτήρια απεικονίζουν το βαθμό οικονομικής σύγκλισης που πρέπει να επιτύχουν τα κράτη μέλη για να μπορούν να εισαγάγουν το ευρώ.

Σύμφωνα με το άρθρο 122 παράγραφος 2 της ΣΕΚ, η Επιτροπή και η ευρωπαϊκή κεντρική τράπεζα (ΕΚΤ) υποβάλλουν έκθεση στο Συμβούλιο, τουλάχιστον μία φορά κάθε δύο χρόνια, ή όποτε το ζητήσει κράτος μέλος με παρέκκλιση, σχετικά με την πρόοδο που σημειώθηκε στην εκπλήρωση των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά την επίτευξη της οικονομικής και νομισματικής ένωσης. Είναι οι λεγόμενες «εκθέσεις σύγκλισης» (EN).

H Δανία (esdeenfr) και το Ηνωμένο Βασίλειο (esdeenfr) πέτυχαν, κατά τη διάρκεια διαπραγματεύσεων, ρήτρες απαλλαγής σχετικά με τη συμμετοχή τους στο τρίτο στάδιο της ΟΝΕ..

Ημερομηνία τελευταίας τροποποίησης: 20.06.2006