Οι διασυνοριακές μεταφορές πιστώσεων

Η παρούσα οδηγία θεσπίζει τις ελάχιστες απαιτήσεις σχετικά με τη διαφάνεια των όρων και την εκτέλεση των διασυνοριακών μεταφορών πιστώσεων, ούτως ώστε οι πράξεις αυτές στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης να καταστούν ταχύτερες, πιο αξιόπιστες και λιγότερο δαπανηρές.

ΠΡΑΞΗ

Οδηγία 97/5/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Ιανουαρίου 1997 για τις διασυνοριακές μεταφορές πιστώσεων [Επίσημη Εφημερίδα L 43, 14.02.1997].

ΣΥΝΟΨΗ

Η παρούσα οδηγία έχει ως αντικείμενο τις διασυνοριακές μεταφορές πιστώσεων. Η νομοθεσία αυτού του τομέα διευρύνθηκε πρόσφατα με τον κανονισμό 2560/2001 (es de en fr) σχετικά με τις διασυνοριακές πληρωμές, δηλαδή τις διασυνοριακές μεταφορές πιστώσεων, τις πράξεις διασυνοριακών ηλεκτρονικών πληρωμών και τις διασυνοριακές επιταγές.

Πεδίο εφαρμογής

Η οδηγία 97/5/ΕΚ εφαρμόζεται επί των μεταφορών πιστώσεων που διεξάγονται στα νομίσματα των κρατών μελών και σε ευρώ, το ύψος των οποίων δεν υπερβαίνει τις 50 000 ευρώ.

Κατά την έννοια της οδηγίας, μία «διασυνοριακή μεταφορά πίστωσης» είναι πράξη πραγματοποιούμενη με πρωτοβουλία του εντολέα μέσω ιδρύματος ευρισκόμενου σε κράτος μέλος, με σκοπό να τεθεί στη διάθεση του δικαιούχου χρηματικό ποσό σε ένα ίδρυμα ευρισκόμενο σε άλλο κράτος μέλος.

Διαφάνεια των διασυνοριακών μεταφορών πιστώσεων

Τα ιδρύματα είναι υποχρεωμένα να θέτουν στη διάθεση των πελατών τους τις πληροφορίες σχετικά με τους όρους που ισχύουν για τις διασυνοριακές μεταφορές πιστώσεων. Οι πληροφορίες αυτές περιέχουν οπωσδήποτε:

Μετά την εκτέλεση ή την άφιξη μιας διασυνοριακής μεταφοράς πίστωσης, τα ιδρύματα είναι υποχρεωμένα να παρέχουν τις ακόλουθες πληροφορίες:

Εάν ο εντολέας έχει διευκρινίσει ότι τα έξοδα της διασυνοριακής μεταφοράς πίστωσης βαρύνουν τον δικαιούχο, το ίδρυμα του τελευταίου οφείλει να τον ενημερώσει σχετικά.

Ελάχιστες υποχρεώσεις των ιδρυμάτων

Το ίδρυμα υποχρεούται, εφόσον το ζητήσει ο πελάτης σε σχέση με διασυνοριακή μεταφορά πιστώσεως επακριβώς περιγραφόμενη, να δεσμευθεί ως προς:

Το ίδρυμα του εντολέα υποχρεούται να εκτελέσει τη διασυνοριακή μεταφορά πιστώσεως εντός της προθεσμίας που έχει συμφωνήσει με τον εντολέα. Ελλείψει προθεσμίας ή σε περίπτωση μη εκτέλεσης της μεταφοράς πιστώσεως εντός της συμφωνηθείσας προθεσμίας, εάν έως το τέλος της πέμπτης εργάσιμης για τις τράπεζες ημέρας μετά την ημερομηνία αποδοχής της εντολής διασυνοριακής μεταφοράς πιστώσεως το ποσό δεν έχει πιστωθεί στον λογαριασμό του ιδρύματος του δικαιούχου, το ίδρυμα του εντολέα τον αποζημιώνει.

Το ίδρυμα του δικαιούχου υποχρεούται να θέσει το ποσό της διασυνοριακής μεταφοράς πιστώσεως στη διάθεση του δικαιούχου εντός της προθεσμίας που έχει συμφωνήσει με αυτόν. Ελλείψει προθεσμίας ή σε περίπτωση μη τήρησης της συμφωνηθείσας προθεσμίας, εάν έως το τέλος της πρώτης εργάσιμης για τις τράπεζες ημέρας μετά την ημερομηνία κατά την οποία το ποσό πιστώθηκε στον λογαριασμό του ιδρύματος του δικαιούχου το ποσό εξακολουθεί να μην έχει πιστωθεί στον λογαριασμό του δικαιούχου, το ίδρυμα του δικαιούχου τον αποζημιώνει.

Δεν οφείλεται αποζημίωση εάν το ίδρυμα του εντολέα αποδείξει ότι η καθυστέρηση οφείλεται στον εντολέα. Το ίδιο ισχύει εάν το ίδρυμα του δικαιούχου αποδείξει ότι η καθυστέρηση οφείλεται στον δικαιούχο.

Το ίδρυμα του εντολέα, κάθε ενδιάμεσο ίδρυμα και το ίδρυμα του δικαιούχου υποχρεούνται, μετά την ημερομηνία αποδοχής της εντολής μεταφοράς πιστώσεως, να την εκτελέσουν για ολόκληρο το ποσό της, εκτός εάν ο εντολέας έχει ορίσει ότι τα σχετικά έξοδα βαρύνουν τον δικαιούχο.

Εάν το ίδρυμα του εντολέα ή ένα ενδιάμεσο ίδρυμα προέβη σε μείωση του ποσού της διασυνοριακής μεταφοράς πιστώσεως, το ίδρυμα του εντολέα υποχρεούται, εάν το ζητήσει ο εντολέας, να μεταφέρει το παρακρατηθέν ποσό, στο ακέραιο και ιδίοις εξόδοις, στον δικαιούχο, εκτός αν ο εντολέας ζητήσει να του πιστωθεί το εν λόγω ποσό.

Όταν η αθέτηση της υποχρέωσης εκτέλεσης της εντολής διασυνοριακής μεταφοράς πιστώσεως σύμφωνα με τις οδηγίες του εντολέα οφείλεται στο ίδρυμα του δικαιούχου, αυτό το τελευταίο υποχρεούται να καταβάλει στον δικαιούχο, ιδίοις εξόδοις, κάθε αδικαιολογήτως παρακρατηθέν ποσό.

Εάν κατόπιν εντολής διασυνοριακής μεταφοράς πιστώσεως που έχει γίνει αποδεκτή από το ίδρυμα του εντολέα το αντιστοιχούν ποσό δεν πιστωθεί στον λογαριασμό του ιδρύματος του δικαιούχου, το ίδρυμα του εντολέα υποχρεούται να τον πιστώσει με το ποσό της διασυνοριακής μεταφοράς πιστώσεως, με ανώτατο όριο τα 12 500 Ecu, προσαυξημένο κατά τον αναλογούντα τόκο, καθώς και κατά το ποσό των εξόδων της μεταφοράς πιστώσεως τα οποία έχει καταβάλει ο εντολέας.

Εάν η διασυνοριακή μεταφορά πιστώσεως δεν εκτελεσθεί από ένα ενδιάμεσο ίδρυμα το οποίο έχει επιλεγεί από το ίδρυμα του δικαιούχου, το τελευταίο αυτό ίδρυμα υποχρεούται να θέσει το ποσό στη διάθεση του δικαιούχου, με ανώτατο όριο τα 12 500 Ecu.

Εάν η διασυνοριακή μεταφορά πιστώσεως δεν εκτελεσθεί από ένα ενδιάμεσο ίδρυμα το οποίο έχει επιλεγεί από τον εντολέα ή εξαιτίας των εσφαλμένων ή ελλιπών οδηγιών του εντολέα προς το ίδρυμά του, αυτό το τελευταίο και τα άλλα ιδρύματα που έχουν εμπλακεί στην πράξη οφείλουν να καταβάλουν προσπάθεια για την καταβολή του ποσού της μεταφοράς πιστώσεως.

Τα ιδρύματα που συμμετέχουν στην εκτέλεση μιας εντολής διασυνοριακής μεταφοράς πιστώσεως μπορούν να επικαλεσθούν λόγους ανωτέρας βίας προκειμένου να αποδεσμευτούν από τις υποχρεώσεις που προβλέπουν οι διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

Πλαίσιο

Η παρούσα οδηγία αποτελεί συνέχεια της προόδου που επιτεύχθηκε κατά την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς και, εν όψει της υλοποίησης της οικονομικής και νομισματικής ένωσης, συμβάλλει στο να καταστήσει ταχύτερες, πιο αξιόπιστες και λιγότερο δαπανηρές τις διασυνοριακές μεταφορές πιστώσεων στο εσωτερικό της Κοινότητας. Γι' αυτόν τον σκοπό το έγγραφο θεσπίζει τις ελάχιστες απαιτήσεις σχετικά με τη διαφάνεια των όρων και την εκτέλεση των διασυνοριακών μεταφορών πιστώσεων. Ενώ η παρούσα οδηγία δεν αφορά παρά μόνο τις διασυνοριακές μεταφορές, ο κανονισμός 2560/2001 στοχεύει γενικότερα τις διασυνοριακές πληρωμές.

Παραπομπες

Πράξη

Έναρξη ισχύος

Προθεσμία για μεταφορά στο εθνικό δίκαιο των κρατών μελών

Επίσημη Εφημερίδα

Οδηγία 97/5/EΚ

14.02.1997

14.08.1999

Επίσημη Εφημερίδα L 43, 14.02.1997

ΣΥΝΑΦΕΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

Πληροφορίες που αφορούν τον εντολέα και συνοδεύουν τις μεταφορές πιστώσεων.

Πρόταση κανονισμού του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουλίου 2005, σχετικά με τις πληροφορίες που αφορούν τον εντολέα και συνοδεύουν τις μεταφορές πιστώσεων [COM(2005) 343 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

Η πρόταση ορίζει τους κανόνες που έχουν ως στόχο να θεσπίσουν την ιχνηλασιμότητα των μεταφορών πιστώσεων, κανόνες που οι πάροχοι υπηρεσιών πληρωμών που συμμετέχουν στη διαδικασία πληρωμών οφείλουν να τηρούν. Αυτή η πρόταση κανονισμού έχει ως στόχο να μεταφέρει την ειδική σύσταση VII για τις ηλεκτρονικές μεταφορές (SR VII) (EN) (FR) της ομάδας χρηματοοικονομικής δράσης για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες (FATF) (EN) (FR) στο κοινοτικό δίκαιο. Η FATF είναι ένας διακυβερνητικός οργανισμός που έχει ως στόχο τη χάραξη και την προώθηση, τόσο σε εθνικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, στρατηγικών καταπολέμησης τόσο της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες όσο και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

Σύμφωνα μ' αυτήν την πρόταση, ο πάροχος υπηρεσιών πληρωμών του εντολέα οφείλει να μεριμνά ώστε οι μεταφορές πιστώσεων να συνοδεύονται από πλήρεις, ακριβείς και χρήσιμες για τον εντολέα πληροφορίες. Όλοι οι πάροχοι υπηρεσιών του δικαιούχου οφείλουν να δηλώσουν τις ύποπτες πράξεις στην αρχή που είναι αρμόδια για την καταπολέμηση τόσο της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες όσο και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

Έκθεση αξιολόγησης

Έκθεση της Επιτροπής στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο της 29ης Νοεμβρίου 2002 σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 97/5/EΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της, 27ης Ιανουαρίου 1997, για τις διασυνοριακές μεταφορές πιστώσεων [COM/2002/0663 - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

Η έκθεση αυτή περιγράφει τις λεπτομέρειες εφαρμογής των διατάξεων της οδηγίας για τις διασυνοριακές πιστώσεις σε εθνικό επίπεδο, τόσο από την πλευρά μεταφοράς της στην εθνική νομοθεσία όσο και από πλευρά εφαρμογής στην πράξη των διατάξεων αυτών από τον τραπεζικό τομέα στα κράτη μέλη.

Από αυτή προκύπτει ότι:

- η οδηγία 97/5/EΚ μεταφέρθηκε με ικανοποιητικό τρόπο σε όλα τα κράτη μέλη. Ωστόσο εξακολουθούν να υπάρχουν ορισμένες συγκεκριμένες περιπτώσεις που δημιουργούν προβλήματα, π.χ. ορισμένα κράτη μέλη δεν έχουν πλήρως ενσωματώσει όλες τις απαιτήσεις της οδηγίας σχετικά με τις πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται εκ των προτέρων και εκ των υστέρων, ή δεν έχουν μεταφέρει κανονικά τις διατάξεις με τις οποίες υποχρεώνονται να εξασφαλίσουν πρόσφορες και επαρκείς διαδικασίες έγερσης αξίωσης και προσφυγής·

- κάθε άλλο παρά ικανοποιητική είναι η κατάσταση που επικρατεί στα επιμέρους κράτη μέλη στην πράξη όσον αφορά τις διασυνοριακές μεταφορές πιστώσεων. Ενώ οι προθεσμίες εκτέλεσης των μεταφορών είναι αποδεκτές, συνεχίζονται ορισμένα προβλήματα όπως ο διπλός καταλογισμός επιβαρύνσεων, η έλλειψη ενημέρωσης του πελάτη και η απροθυμία ορισμένων πιστωτικών ιδρυμάτων να καταβάλουν αποζημίωση για καθυστερημένες πληρωμές ή να προβούν σε επιστροφή των αδικαιολόγητων παρακρατήσεων ή πληρωμών που έχουν χαθεί.

Με πρότυπο μία από τις βελτιώσεις του κανονισμού για τις διασυνοριακές μεταφορές που θεσπίζει την αρχή της μη άσκησης διακρίσεων μεταξύ των μεταφορών πιστώσεων που γίνονται στο εσωτερικού ενός και του ιδίου κράτους μέλους και των μεταφορών πιστώσεων μεταξύ δύο διαφορετικών κρατών μελών, η έκθεση εξετάζει τις περαιτέρω αναγκαίες βελτιώσεις στον τομέα των διασυνοριακών μεταφορών πιστώσεων και υποβάλλει προτάσεις για την τροποποίηση της οδηγίας προκειμένου να βελτιωθεί η διεξαγωγή των διασυνοριακών μεταφορών πιστώσεων. Εξάλλου, με την προοπτική μιας συνεκτικότερης και πληρέστερης νομοθεσίας για τις πληρωμές, η έκθεση προτείνει να συγκεντρωθούν όλα τα νομοθετικά μέτρα που αφορούν τις πληρωμές μικρών ποσών στην εσωτερική αγορά, με απώτερο στόχο τη θέσπιση μιας ενιαίας νομοθετικής πράξης στον τομέα αυτό.

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, της 31ης Ιανουαρίου 2000, για τις λιανικές πληρωμές στην εσωτερική αγορά [COM (2000) 36 - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

Η εν λόγω ανακοίνωση τονίζει ότι είναι επιτακτική ανάγκη να συνδυασθεί η εισαγωγή του ευρώ με την παροχή αποτελεσματικών, ασφαλών και χαμηλού κόστους υπηρεσιών πληρωμής μικρών ποσών στην εσωτερική αγορά. Η Επιτροπή επιθυμεί να επέλθουν βελτιώσεις στις υποδομές μέσω των οποίων διεκπεραιώνονται οι πληρωμές αυτές, δεδομένου ότι σε αυτές υπάρχει σημαντική καθυστέρηση σε σχέση με τα εθνικά συστήματα ηλεκτρονικών εμβασμάτων. Ζητά επίσης να εξαλειφθεί η διαφορά μεταξύ των επιβαρύνσεων που επιβάλλονται στην εγχώρια και στη διασυνοριακή χρήση καρτών πληρωμής, και μεγαλύτερη διαφάνεια στις πληροφορίες που παρέχονται στους κατόχους αυτού του τύπου καρτών.

Ημερομηνία τελευταίας τροποποίησης: 22.11.2005