Τρίτη έκθεση σχετικά με την οικονομική και κοινωνική συνοχή: η κοινωνικοοικονομική κατάσταση της Ένωσης και επιρροή των εθνικών και ευρωπαϊκών πολιτικών

Με βάση τη συζήτηση που άρχισε σε ευρωπαϊκό επίπεδο το έτος 2001, η τρίτη έκθεση σχετικά με την οικονομική και κοινωνική συνοχή περιέχει συγκεκριμένες προτάσεις για το μέλλον της περιφερειακής πολιτικής μετά το έτος 2006. Η ανάλυσή της βασίζεται στην αξιολόγηση της επιρροής που έχουν στη συνοχή οι κοινοτικές και εθνικές πολιτικές. Επικαιροποιεί τα δεδομένα που είναι διαθέσιμα για την κοινωνικοοικονομική κατάσταση της Ένωσης.

ΠΡΑΞΗ

Ανακοίνωση της Επιτροπής - Τρίτη έκθεση σχετικά με την οικονομική και κοινωνική συνοχή [COM (2004) 107 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

ΣΥΝΟΨΗ

Η πολιτική για την οικονομική και κοινωνική συνοχή παράγει θετικά αποτελέσματα στις εδαφικές περιοχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αντιμετωπίζουν δυσκολία. Μεταξύ όμως των κρατών μελών και μεταξύ των περιφερειών εξακολουθούν να υφίστανται μεγάλες κοινωνικοοικονομικές ανισότητες. Οι αποκλίσεις αυτές από άποψη ευμάρειας και δυναμισμού οφείλονται σε διαρθρωτικού χαρακτήρα ελλείμματα όσον αφορά ορισμένους πρωταρχικής σημασίας παράγοντες ανταγωνιστικότητας όπως οι επενδύσεις και οι υλικές υποδομές, η καινοτομία και οι ανθρώπινοι πόροι. Συνεπώς τα κράτη μέλη και οι περιφέρειες έχουν ανάγκη στήριξης από κοινοτικές πολιτικές προκειμένου να ξεπεράσουν τα μειονεκτήματά τους, να αναπτύξουν τα συγκριτικά τους πλεονεκτήματα και να εξελιχθούν καλύτερα σε περιβάλλον συνεχώς ανταγωνιστικότερο.

Η διεύρυνση, την 1η Μαΐου, της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε 25 κράτη μέλη αντιπροσωπεύει χωρίς προηγούμενο πρόκληση για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ειδικότερα, εκθέτει σε κίνδυνο την υφιστάμενη σήμερα ισορροπία της περιφερειακής πολιτικής. Η τρίτη έκθεση σχετικά με την οικονομική και κοινωνική συνοχή περιέχει συγκεκριμένες προτάσεις για την περιφερειακή πολιτική μετά το έτος 2006. Η Επιτροπή βασίζει τις προτάσεις της στην κοινωνικοοικονομική κατάσταση της Ένωσης καθώς και στη μελέτη επιρροής της περιφερειακής πολιτικής, άλλων ευρωπαϊκών πολιτικών και εθνικών πολιτικών.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΉΣ ΕΝΩΣΗΣ

Η οικονομική μεγέθυνση

Από το έτος 1994 μειώνονται οι εισοδηματικές ανισότητες σε επίπεδο κρατών μελών και περιφερειών. Το ακαθάριστο εθνικό προϊόν (ΑΕΠ) και η παραγωγικότητα αυξάνουν ταχύτερα στις τέσσερις χώρες (Ισπανία, Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία) τις επιλέξιμες στο Ταμείο συνοχής σε σχέση με το υπόλοιπο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ιδιαίτερα υψηλή είναι η αύξηση στην Ισπανία και την Ιρλανδία και χαμηλότερη στην Πορτογαλία και την Ελλάδα. Παρόλα αυτά όμως εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές ανισότητες στο επίπεδο των κρατών. Στην Ελλάδα και την Πορτογαλία το ΑΕΠ κατά κεφαλή τοποθετείται ακόμη γύρω στο 70 % του μέσου κοινοτικού. Ένα πράγμα είναι πάντως βέβαιο, ότι η στήριξη από τα Διαρθρωτικά ταμεία τροφοδοτεί τη μεγέθυνση στις τέσσερις χώρες της συνοχής: 1,5 % στην Ισπανία, 2 % στην Ελλάδα, περίπου 3 % στην Ιρλανδία και πλέον του 4,5 % στην Πορτογαλία. Στην τελευταία δεκαετία οι εμπορικές συναλλαγές μεταξύ των νέων κρατών μελών και της υπόλοιπης Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν υπερδιπλασιαστεί. Κατά μέσο όρο περίπου το ένα τέταρτο των διαρθρωτικών δαπανών επιστρέφει στο υπόλοιπο της Ένωσης υπό τη μορφή εισαγωγών. Η πρώτη επωφελούμενη είναι η Γερμανία.

Σε επίπεδο υποκρατικό, στις περιφέρειες με καθυστέρηση ανάπτυξης τις επιλέξιμες στο Στόχο 1 έχει σημειωθεί ετήσια μεγέθυνση ύψους 3 %, έναντι ελαφρά άνω του 2 % για την Ένωση. Πάντως η διαδικασία κάλυψης της διαφοράς παρουσιάζει έντονες διακυμάνσεις μεταξύ περιφερειών. Εκτός από τις τέσσερις χώρες της συνοχής, η ασθενής μεγέθυνση σε εθνικό επίπεδο καθυστερεί τη μεγέθυνση στις περιφέρειες «Στόχου 1». Ενώ η αύξηση του ΑΕΠ των νέων γερμανικών ομόσπονδων κρατών είναι ίση προς τη μέση κοινοτική, η αντίστοιχη στις περιφέρειες του Mετζοτζιόρνο της Ιταλίας υπολείπεται. Αυτό ισχύει και για παλαιές βιομηχανικές περιφέρειες. Αν και εκτός του στόχου 1, στις βορειοανατολικές περιφέρειες της Αγγλίας, στις βόρειες περιφέρειες της Γερμανίας και στις εξαιρετικώς αραιοκατοικημένες περιφέρειες της βόρειας Σουηδίας το ετήσιο ΑΕΠ τους κατά κεφαλή αυξήθηκε βραδύτερα σε σχέση με το μέσο κοινοτικό από το έτος 1994.

Η απασχόληση και οι κοινωνική συνοχή

Οι περιφερειακές ανισότητες από άποψη απασχόλησης παραμένουν έντονες. Στις χώρες της συνοχής η απασχόληση κατά τη δεκαετία αυξήθηκε. Έντονα στην Ισπανία και στην Ιρλανδία, σε μικρότερο βαθμό στην Πορτογαλία και στην Ελλάδα. Στη νότιο Ιταλία, το έτος 2002 μόνο το 43 % των προσώπων σε ηλικία εργασίας κατείχαν κάποια θέση απασχόλησης. Στα δέκα νέα κράτη μέλη η οικονομική αναδιάρθρωση της γεωργίας και των παραδοσιακών βιομηχανικών κλάδων επιφέρει αύξηση της ανεργίας: 56 % των προσώπων σε ηλικία εργασίας κατέχουν θέση απασχόλησης έναντι 64 % στη σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση.

Το έτος 2000 περίπου 55 εκατομμύρια προσώπων ήσαν εκτεθειμένα στον κίνδυνο πενίας, δηλαδή το 15 % του ευρωπαϊκού πληθυσμού. Η πενία πλήττει ιδιαιτέρως τα ηλικιωμένα άτομα (άνω των 65 ετών) καθώς και τους ανύπανδρους γονείς, τους μακροχρόνια άνεργους, τις εθνοτικές μειονότητες και τα άτομα με αναπηρίες. Το ποσοστό είναι υψηλότερο στις χώρες του Νότου της Ευρώπης, στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Ιρλανδία. Είναι μεγαλύτερο από το μέσο κοινοτικό σε σημαντικό πλήθος νέων κρατών μελών.

Κατά τις προσεχείς δεκαετίες η προοδευτική γήρανση του πληθυσμού θα έχει ως αποτέλεσμα την προοδευτική μείωση του ενεργού πληθυσμού και σημαντικές επιπτώσεις στο δυναμικό μεγέθυνσης. Από τώρα μέχρι το έτος 2010 η μείωση αυτή θα γίνει μεγαλύτερη στη Γερμανία, στα τέσσερα κράτη μέλη του νότου καθώς και στα περισσότερα νέα κράτη μέλη. Το έτος 2025 κατά μέσο όρο θα υπάρχουν τρία πρόσωπα σε ηλικία εργασίας ανά ηλικιωμένο άτομο. Ενόψει αυτών των δημογραφικών προοπτικών, ως αναγκαία μέτρα εμφανίζονται οι συνεχής οικονομική μεγέθυνση, υψηλό ποσοστό απασχόλησης και μείωση εξόδων προς τη συνταξιοδότηση. Επίσης η μετανάστευση αναμένεται ότι ο θα αποτελέσει σημαντική συμπληρωματική πηγή εργατικού δυναμικού.

Η μείωση ανισοτήτων στους παράγοντες περιφερειακής ανταγωνιστικότητας

Η πρόκληση της πολιτικής για τη συνοχή συνίσταται σε επένδυση στους παράγοντες ανταγωνιστικότητας ώστε τα κράτη μέλη και οι περιφέρειες να υπερβούν τα διαρθρωτικά τους προβλήματα. Οι κύριοι παράγοντες ανταγωνιστικότητας που έχουν εντοπιστεί είναι:

ΕΠΙΡΡΟΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΙΘΕΜΕΝΗ ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Κατά την περίοδο 2000-2006 ο προϋπολογισμός της περιφερειακής πολιτικής ανήλθε σε 215 δισεκατομμύρια ευρώ. Τα ποσά που μεταφέρθηκαν στις περιοχές Στόχου 1 αντιπροσωπεύουν σημαντικό ποσοστό του πλούτου των χωρών της συνοχής. Φθάνουν το 0,9 % του εθνικού ΑΕΠ στην Ισπανία, πλέον του 2,5 % σ την Ελλάδα και την Πορτογαλία. Τα ποσά αυτά επενεργούν πραγματικά ως μοχλοί για τις δημόσιες επενδύσεις. Η εκτιμώμενη αύξηση των επενδύσεων ανέρχεται σε 3 % στην Ισπανία, σε 4 % στα νέα γερμανικά ομόσπονδα κράτη, σε 7 % στο ιταλικό Μετζοτζιόρνο και σε 8-9 % στην Ελλάδα και την Πορτογαλία. Στις περισσότερες περιπτώσεις η επίδραση αυτή ισχύει και για την ιδιωτική χρηματοδότηση, όπως δείχνουν τα αριθμητικά δεδομένα για την Αυστρία, τη Γερμανία, τις Κάτω Χώρες και το Βέλγιο. Η οικονομική προσπάθεια του ιδιωτικού τομέα πάντως παραμένει ασθενής στη Γαλλία, στο Ηνωμένο Βασίλειο, και στις χώρες της συνοχής. Επιπλέον, τη στήριξη των Διαρθρωτικών ταμείων συμπληρώνουν δάνεια της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΑ), ιδίως στις μεταφορές και το περιβάλλον. Από το έτος 2000 φθάνει τα 20 δισεκατομμύρια ευρώ ετησίως. Περισσότερα από το μισό διοχετεύεται στις περιφέρειες «Στόχου 1» ενώ 3 δισεκατομμύρια ευρώ στα νέα κράτη μέλη.

Κατά την περίοδο 1994-1999, 82 περιφέρειες των δώδεκα κρατών μελών έλαβαν ενίσχυση στο πλαίσιο του Στόχου 2. Ο στόχος αυτός στηρίζει τη μετάβαση περιοχών με έντονα φυσικά ή διαρθρωτικά μειονεκτήματα. Οι δαπάνες αφορούν κατά το ήμισυ τη μετατροπή για πρώην βιομηχανικές περιοχές και τις υπηρεσίες στις επιχειρήσεις. Σε μικρότερο βαθμό διατέθηκαν για την ανάπτυξη ανθρώπινων πόρων και την ενίσχυση υπέρ της EΤA. Η κοινοτική στήριξη έδωσε τη δυνατότητα δημιουργίας 700 000 θέσεων απασχόλησης, εκσυγχρονισμού 300 000 μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ) και μετατροπής 115 εκατομμυρίων μη βιώσιμων βιομηχανιών. Σε δέκα έτη η ανεργία μειώθηκε κάπως περισσότερο στις περιφέρειες Στόχου 2 σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση.

Πολλοί τομείς δραστηριότητας καθιστούν περίοπτη την προστιθέμενη αξία της περιφερειακής πολιτικής

Όσον αφορά τη γεωργία και την περιφερειακή ανάπτυξη, τα Διαρθρωτικά ταμεία διατήρησαν τις οικονομικές δραστηριότητες στην ύπαιθρο. Έδωσαν ώθηση στην οικονομική διαφοροποίηση αγροτικών ζωνών με τον αγροτουρισμό και την προστασία του περιβάλλοντος. Ο τομέας της αλιείας εμφανίζεται σε περιορισμένο πλήθος περιφερειών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα διαρθρωτικά μέτρα αποβλέπουν κυρίως στην τόνωση της οικονομικής μετατροπής.

Κατά την περίοδό 1994-1999 το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΤΑ) συνέβαλε στην ανάπτυξη ανθρώπινων πόρων στο ύψος του ενός τρίτου των επενδύσεων Διαρθρωτικών ταμείων. Οι παρεμβάσεις που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο του Στόχου 3 είχαν ως στόχο την ένταξη στην αγορά εργασίας των νέων, των μακροχρόνια ανέργων και άλλων κοινωνικών κατηγοριών που διέτρεχαν κίνδυνο αποκλεισμού. Επίσης προώθησαν την ισότητα ευκαιριών μεταξύ γυναικών και ανδρών. Τα πλέον γόνιμα μέτρα είναι τα μέτρα που συνδυάζουν τον προσανατολισμό, την εκπαίδευση και την παροχή βοήθειας για την αναζήτηση απασχόλησης. Επιπλέον, το ΕΚΤ διαθέτει χρήματα για την προσαρμογή συστημάτων απασχόλησης, της εκπαίδευσης και της κατάρτισης. Από το έτος 2000 χρηματοδοτεί με 60 δισεκατομμύρια ευρώ τα εθνικά σχέδια που απορρέουν από την ευρωπαϊκή στρατηγική για την απασχόληση (esdeenfr) (ΕΣΑ).

Η επιτυχία της συνεργασίας και της σύστασης δικτύων

Οι τέσσερις κοινοτικές πρωτοβουλίες επιτρέπουν τη δρομολόγηση καινοτομικών στρατηγικών περιφερειακής ανάπτυξης. Μέσω των στρατηγικών αυτών η συνεργασία μεταξύ των εδαφικών περιοχών και η σύσταση δικτύων αντιπροσωπεύουν σημαντική προστιθέμενη αξία της διαρθρωτικής πολιτικής:

Το 2001 έκαναν την εμφάνισή τους νέες πιλοτικές καινοτομικές δράσεις (esdeenfr). Οι δράσεις αυτές, προικοδοτημένες με 400 εκατομμύρια ευρώ, αυξάνουν την περιφερειακή ανταγωνιστικότητα χάρη στην καινοτομία, τη διάχυση τεχνολογιών και την προαγωγή της αειφόρου ανάπτυξης. Για τα προγράμματα αυτά έχουν ήδη υποβάλει υποψηφιότητα τρεις περιφέρειες στις τέσσερις.

Η διαχείριση Διαρθρωτικών Ταμείων προχωρεί με δυνατότητες βελτιώσεων

Η διαχείριση της περιφερειακής πολιτικής ακολουθεί τέσσερις γενικές αρχές:

Η βελτίωση της αποτελεσματικότητας των προγραμμάτων παραμένει μείζων πρόκληση. Επιτοπίως, οι παράγοντες επικρίνουν την καθυστέρηση που παρατηρείται στην έγκριση των κανόνων και η οποία προκαλεί πιέσεις στην απορρόφηση κονδυλίων. Έτσι εγκαίρως ολοκληρώθηκε μόνο το ένα τρίτο των έργων «Στόχου 1» ενώ ακόμη ένα τρίτο παρουσιάζει καθυστέρηση ενός έτους. Επίσης δύο τρίτα των έργων έχουν υπερβεί τον προϋπολογισμό τους. Με επιβολή απορρόφησης των κονδυλίων εντός των δύο ετών του προγραμματισμού τους, ο κανόνας "N+2" οδηγεί σε υψηλή πειθαρχία. Επιπλέον, η περίοδος 2001-2006 εισάγει οικονομικό κίνητρο υπό τη μορφή αποθεματικού επίδοσης ενδιαμέσως. Το κίνητρο αυτό συνιστά αντιστάθμιση στο 90 % των προγραμμάτων με βάση κριτήρια όπως το ποσοστό οικονομικής απορρόφησης και η υγιής διαχείριση.

Η παρακολούθηση αποτελεί ουσιαστική συνιστώσα του συστήματος εφαρμογής των Διαρθρωτικών ταμείων. Λόγω προβλημάτων στη συλλογή πληροφοριών δεν ήταν τόσο αποτελεσματική όσο προβλέφθηκε. Η αξιολόγηση προγραμμάτων πραγματοποιείται σε τρεις φάσεις. Πριν τη θέση τους σε εφαρμογή, ενδιαμέσως και στο τέλος της περιόδου. Μεγαλύτερη συμμετοχή όλων των παραγόντων θα δώσει τη δυνατότητα μεγαλύτερης ακρίβειας στις αναλύσεις.

ΕΠΙΡΡΟΗ ΑΛΛΩΝ ΚΟΙΝΟΤΙΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ

Αντιθέτως προς τη διαρθρωτική πολιτική, οι ακόλουθες κοινοτικές πολιτικές δεν έχουν ως κύριο στόχο την καταπολέμηση των περιφερειακών ανισοτήτων αλλά παρουσιάζουν έντονη επιρροή σε επίπεδο εδαφικό:

ΕΠΙΡΡΟΗ ΕΘΝΙΚΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ

Οι δημόσιες δαπάνες των κρατών μελών ανέρχονται κατά μέσο όρο στο 47 % του ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενώ ο προϋπολογισμός για την πολιτική συνοχής υπολείπεται του 0,4 %. Οι πολιτικές των κρατών μελών εξασφαλίζουν κυρίως στήριξη στο εισόδημα και τις βασικές υπηρεσίες: εκπαίδευση, ιατρικές φροντίδες, κοινωνική προστασία. Αντιθέτως, οι δημόσιες δαπάνες που διατίθενται για επενδύσεις στο ανθρώπινο και φυσικό κεφάλαιο αντιπροσωπεύουν κατά μέσο όρο μόνο ποσοστό ελάχιστα μεγαλύτερο από το 2 % του κοινοτικού ΑΕΠ. Είναι ακόμη χαμηλότερες στους τομείς της στήριξης στις επιχειρήσεις, της ανώτατης εκπαίδευσης, της καινοτομίας και της ΕΤΑ. Έτσι, σε σχέση με τα ποσά προϋπολογισμού που διατίθενται σε εθνικό επίπεδο για διαρθρωτικές δαπάνες, ο προϋπολογισμός της ευρωπαϊκής πολιτικής για τη συνοχή δεν φαίνεται πλέον χαμηλός και κυρίως εστιάζεται στις περιφέρειες που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη ενίσχυσης.

Στα κράτη μέλη η συμβολή των δημοσίων δαπανών για την εισοδηματική στήριξη είναι γενικά υψηλότερη στις λιγότερο εύπορες περιφέρειες, διότι εκεί το εισοδηματικό επίπεδο είναι γενικά χαμηλότερο. Αντιθέτως, τα δημόσια έσοδα είναι ανάλογα προς το εισόδημα, κυρίως λόγω του ότι στα κράτη μέλη το μεγαλύτερο μέρος των φόρων εισπράττονται σε κεντρικό επίπεδο επί του εισοδήματος και των δαπανών. Στη συνέχεια με μηχανισμούς αναδιανομής μειώνονται οι περιφερειακές ανισότητες όσον αφορά το εισόδημα. Η τρέχουσα τάση γενικώς συνίσταται στην ανάθεση της αρμοδιότητας δημοσίων υπηρεσιών στις περιφερειακές ή τοπικές αρχές χωρίς να συνοδεύεται από ανάλογη τάση όσον αφορά την είσπραξη των χρημάτων των αναγκαίων για τη χρηματοδότηση ορισμένων υπηρεσιών. Την κύρια εξαίρεση από την τάση αυτή αποτελεί η Ιταλία, όπου η περιφερειακή εξουσία είσπραξης φορολογίας δεν συνοδεύεται από ενίσχυση μεταφορών μεταξύ των περιφερειών.

21.Οι άμεσες ξένες επενδύσεις (ΑΞΕ) είναι δυνατό να παίξουν πρωταρχικό ρόλο στη μείωση των οικονομικών ανισοτήτων μεταξύ των περιφερειών. Αντιπροσωπεύουν όχι μόνο πηγή εισοδήματος αλλά ευνοούν και τη μεταφορά τεχνολογιών. Όμως οι ξένοι επενδυτές δεν προσανατολίζονται κατ' ανάγκη προς τις γεωγραφικές ζώνες όπου υπάρχουν μεγάλες ανάγκες. Αν εξαιρεθεί το Βερολίνο, μόνο το 2 % των ΑΞΕ στη Γερμανία πραγματοποιήθηκαν στα νέα ομόσπονδα κράτη ενώ το 4 % των ΑΞΕ στην Ιταλία ήσαν προς όφελος των περιφερειών του Μετζοτζιόρνο. Οι ξένες επενδύσεις συγκεντρώνονται κυρίως στις δυναμικές αστικές ζώνες. Στα νέα κράτη μέλη τους περισσότερους επενδυτές προσελκύουν οι πρωτεύουσες. Το έτος 2001 τα δύο τρίτα των ΑΞΕ στην Ουγγαρία πραγματοποιήθηκαν στη Βουδαπέστη. Το ίδιο συνέβη για την Πράγα στην Τσεχική Δημοκρατία καθώς και τη Μπρατισλάβα στη Σλοβακία.

Για περισσότερες πληροφορίες οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να ανατρέξουν στον ιστότοπο IINFOREGIO της γενικής διεύθυνσης «Περιφερειακή πολιτική»:

ΣΥΝΑΦΕΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

Δεύτερη ενδιάμεση έκθεση για την οικονομική και κοινωνική συνοχή [COM(2003) 34 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα]. Βλέπε το ειδικό δελτίο SCADPlus (esdeenfr).

Πρώτη ενδιάμεση έκθεση για την οικονομική και κοινωνική συνοχή [COM(2003) 46 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα]. Βλέπε το ειδικό δελτίο SCADPlus (esdeenfr).

«Ενότητα της Ευρώπης, αλληλεγγύη των λαών, διαφοροποίηση εδαφών» - Δεύτερη έκθεση για την οικονομική και κοινωνική συνοχή [COM(2001) 24 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα]. Βλέπε τα ειδικά δελτία SCADPlus: υφιστάμενη κατάσταση και απολογισμούς (esdeenfr), συμπεράσματα και συστάσεις (esdeenfr), 10 ερωτήματα προς συζήτηση.

Ημερομηνία τελευταίας τροποποίησης: 07.05.2007