Λεττονία

1) ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

Γνώμη της Επιτροπής COM (1997) 2005 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα

Έκθεση της Επιτροπής COM (1998) 704 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα

Έκθεση της Επιτροπής COM (1999) 506 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα

Έκθεση της Επιτροπής COM (2000) 706 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα

Έκθεση της Επιτροπής COM (2001) 700 τελικό - SEC (2001) 1749 - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα

Έκθεση της Επιτροπής COM (2002) 700 τελικό - SEC (2002) 1405 - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα

Συνθήκη προσχώρησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση [Επίσημη Εφημερίδα L 236 της 23.09.2003]

2) ΣΥΝΟΨΗ

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στη γνώμη που διατύπωσε τον Ιούλιο του 1997, επεσήμανε, σε γενικές γραμμές, σημαντικά κενά στη λεττονική νομοθεσία, θεσμική ένδεια, έλλειψη πόρων και έμπειρου προσωπικού. Ζήτησε λοιπόν από τη Λεττονία να καταβάλει σημαντικές και συνεχείς προσπάθειες στον νομοθετικό τομέα για την τήρηση μεσοπρόθεσμα των κανόνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) που ισχύουν στον συγκεκριμένο τομέα.

Η έκθεση του Νοεμβρίου 1998, καλεί την Λεττονία να συνεχίσει τη νομοθετική της μεταρρύθμιση και κυρίως να βελτιώσει το καθεστώς των δικαστών όπως επίσης να συνεχίσει προς την ίδια κατεύθυνση την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος. Τα νομοθετικά και εκτελεστικά μέτρα που τέθηκαν πρέπει να ολοκληρωθούν με την ενίσχυση της κατάρτισης των αστυνομικών σωμάτων. Γενικά, σημειώθηκε πρόοδος στο νομοθετικό και οργανωτικό πλαίσιο σε όλους τους τομείς αλλά θα πρέπει να διαπιστωθεί και πρακτική εφαρμογή στο λειτουργικό πλαίσιο. Αυτό είναι γεγονός όσον αφορά τον έλεγχο των συνόρων και την καταπολέμηση των ναρκωτικών και της τοξικομανίας που αποτελούν δύο μεσοπρόθεσμες προτεραιότητες των εταιρικών σχέσεων ενόψει της προσχώρησης.

Η έκθεση του Οκτωβρίου 1999, ήταν γενικά πιο θετική από τις δύο προηγούμενες εκθέσεις. Η Επιτροπή διαπίστωσε ότι η Λεττονία σημείωσε αλματώδη πρόοδο όσον αφορά την εναρμόνιση του κοινοτικού κεκτημένου σε όλους τους τομείς που συνδέονται με τη δικαιοσύνη και τις εσωτερικές υποθέσεις, ιδιαίτερα όσον αφορά τους ελέγχους στα σύνορα, τη μετανάστευση και το άσυλο. Αντίθετα, σημειώθηκε μικρότερη πρόοδος στον τομέα της αστυνομικής συνεργασίας, της καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος και των ναρκωτικών.

Στην έκθεση του Νοεμβρίου 2000, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι από την περασμένη έκθεση σημειώθηκαν σημαντικές πρόοδοι στον τομέα των θεωρήσεων εισόδου, της προστασίας των δεδομένων και της αστυνομικής συνεργασίας. Ωστόσο, για να εξασφαλιστεί η εναρμόνιση με το κεκτημένο απαιτούνται ακόμη σημαντικές προσπάθειες.

Στην έκθεση του Νοεμβρίου 2001, η Επιτροπή διαπίστωσε ότι σημειώθηκαν πρόοδοι στον τομέα της προστασίας των δεδομένων, των θεωρήσεων εισόδου και των συνοριακών ελέγχων. Ωστόσο, η Λεττονία πρέπει να συνεχίσει τις προσπάθειες που καταβάλλει όσον αφορά την καταπολέμηση της απάτης και της δωροδοκίας, τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, και την αστυνομική συνεργασία.

Στην έκθεση του Οκτωβρίου 2002, διαπιστώνεται ότι η Λεττονία σημείωσε σημαντικές προόδους, κυρίως όσον αφορά την νομοθετική εναρμόνιση. Επίσης, η χώρα συνέχισε να ενισχύει τις θεσμικές της ικανότητες. Τώρα πρέπει να συγκεντρώσει τις προσπάθειές της στην ενίσχυση των απαιτούμενων ικανοτήτων για την καθιέρωση και εφαρμογή αυτής της νομοθεσίας.

Η συνθήκη προσχώρησης υπογράφηκε στις 16 Απριλίου 2003 και η προσχώρηση πραγματοποιήθηκε την 1η Μαΐου 2004.

ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΚΕΚΤΗΜΕΝΟ

Ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων

Η αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής όλων των ευρωπαίων πολιτών προβλέπεται από το άρθρο 14 (πρώην άρθρο 7Α) της συνθήκης, καθώς και από τις διατάξεις που αφορούν την ευρωπαϊκή ιθαγένεια (άρθρο 18, πρώην άρθρο 8Α). Η συνθήκη του Μάαστριχ είχε τοποθετήσει ανάμεσα στα ζητήματα κοινού ενδιαφέροντος για τα κράτη μέλη την πολιτική ασύλου, τη διάβαση των εξωτερικών συνόρων της Ένωσης και την πολιτική μετανάστευσης. Η συνθήκη του Άμστερνταμ, η οποία άρχισε να ισχύει την 1η Μαΐου 1999, περιέλαβε τα εν λόγω ζητήματα στο πλαίσιο της συνθήκης ΕΚ (άρθρα 61 έως 69), προβλέποντας ωστόσο πενταετή μεταβατική περίοδο προτού οι κοινοτικές διαδικασίες εφαρμοστούν πλήρως. Απώτερο στόχο αποτελεί η δημιουργία ενός «χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης» χωρίς έλεγχο των προσώπων στα εσωτερικά σύνορα, ανεξάρτητα από την εθνικότητά τους.

Παράλληλα, πρέπει να εφαρμοστούν κοινοί κανόνες όσον αφορά τους ελέγχους στα εξωτερικά σύνορα της Ένωσης, τις θεωρήσεις, την πολιτική ασύλου και μετανάστευσης. Το σχέδιο δράσης του Συμβουλίου και της Επιτροπής της 3ης Δεκεμβρίου 1998 καθορίζει ένα χρονοδιάγραμμα των μέτρων που πρέπει να θεσπιστούν για την επίτευξη των ανωτέρω στόχων στην επόμενη πενταετία, ένα χρονοδιάγραμμα το οποίο προσδιορίστηκε τον Μάρτιο 2000.

Ορισμένα κράτη μέλη εφαρμόζουν ήδη τους κοινούς κανόνες στους εν λόγω τομείς μέσω των συμφωνιών του Σένγκεν, η πρώτη από τις οποίες υπογράφηκε το 1985. Αυτές οι διακυβερνητικές συμφωνίες εντάχθηκαν στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης μετά την έναρξη ισχύος της συνθήκης του Άμστερνταμ και αποτελούν πλέον μέρος του κοινοτικού κεκτημένου το οποίο πρέπει να υιοθετήσουν οι υποψήφιες χώρες.

Η Λεττονία εξέφρασε την επιθυμία να συμμορφωθεί με τις διατάξεις των συμφωνιών του Σένγκεν. Έχει ξεκινήσει τη σχετική προετοιμασία και ζήτησε τη συνδρομή των κρατών μελών σχετικά, ιδίως όσον αφορά την ενίσχυση των ελέγχων στα εξωτερικά σύνορα.

Πολιτική ασύλου

Η ευρωπαϊκή πολιτική ασύλου, που αποτελεί θέμα κοινού ενδιαφέροντος για τα κράτη μέλη μετά από την εφαρμογή της Συνθήκης του Μάαστριχ, βασίζεται ουσιαστικά σε μέσα χωρίς νομική ισχύ, όπως είναι, παραδείγματος χάριν, οι αποφάσεις του Λονδίνου του 1992 για τις εμφανώς αβάσιμες αιτήσεις παροχής ασύλου και η αρχή του «Host third countries», ή σε διεθνείς συμβάσεις, όπως είναι η Σύμβαση της Γενεύης του 1951, σχετικά με το καθεστώς των προσφύγων.

Στο πλαίσιο των συμφωνιών του Σένγκεν, τα κράτη μέλη υπέγραψαν στις 15 Ιουνίου 1990 τη Σύμβαση του Δουβλίνου, η οποία τέθηκε σε ισχύ την 1η Σεπτεμβρίου 1997, σχετικά με τον προσδιορισμό του κράτους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση αίτησης ασύλου, η οποία υποβάλλεται σε ένα από τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το εν λόγω ζήτημα δεν είχε ρυθμιστεί από τη Σύμβαση της Γενεύης. Στη συνέχεια εγκρίθηκαν διάφορα μέτρα εφαρμογής από την επιτροπή που συστάθηκε από τη σύμβαση αυτή.

Εκτός από το σχέδιο δράσης της 3ης Δεκεμβρίου 1998 της Επιτροπής και του Συμβουλίου, απαιτείται μια συνολική στρατηγική. Το Συμβούλιο δημιούργησε, συνεπώς, μια «task force» για το άσυλο και τη μετανάστευση προκειμένου να καλυφθεί η ανάγκη αυτή.

Πολιτική μετανάστευσης

Από τη συνθήκη του Μάαστριχ, η πολιτική μετανάστευσης είναι θέμα κοινού ενδιαφέροντος το οποίο εμπίπτει στο πεδίο της διακυβερνητικής συνεργασίας στον τομέα των εσωτερικών υποθέσεων, αλλά δεν υφίσταται ακόμη ως ευρωπαϊκή πολιτική. Προς το παρόν, δεν έχει θεσπιστεί ακόμη κανένας κανόνας όσον αφορά την είσοδο στο έδαφος και τη διαμονή των υπηκόων τρίτων χωρών. Εντούτοις, το σχέδιο δράσης της 3ης Δεκεμβρίου 1998 προβλέπει την έγκριση ειδικών μέτρων στον εν λόγω τομέα.

Δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις

Ελάχιστα μέτρα θεσπίστηκαν έχουν θεσπιστεί στον τομέα αυτόν, στον οποίο η ΕΕ μπορεί να ενεργήσει μετά από τη συνθήκη του Μάαστριχ. Το σημαντικότερο, μέχρι σήμερα, είναι η σύμβαση για την επίδοση και κοινοποίηση δικαστικών πράξεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις στην ΕΕ. Η σύμβαση αυτή μεταφέρθηκε με τη μορφή κοινοτικού κανονισμού τον Μάιο 2000. Τα κυριότερα μέσα που διευκολύνουν τη δικαστική συνεργασία σε αστικές υποθέσεις καταρτίστηκαν σε διεθνές επίπεδο (συμβάσεις των Βρυξελλών και της Ρώμης, για παράδειγμα).

Η θέσπιση νέων κανόνων προβλέπεται επίσης από το σχέδιο δράσης της 3ης Δεκεμβρίου 1998 του Συμβουλίου και της Επιτροπής.

Αστυνομική, τελωνειακή και δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις

Το κεκτημένο στους εν λόγω τομείς απορρέει κυρίως από το πλαίσιο συνεργασίας που έχει οριστεί στον τίτλο VI της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση ή « τρίτο πυλώνα ». Η συνθήκη του Άμστερνταμ τροποποίησε τις σχετικές δικαστικές διατάξεις. Στο εξής, ο τίτλος VI αφορά κυρίως την αστυνομική συνεργασία, την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, την καταπολέμηση της διακίνησης ναρκωτικών, την καταπολέμηση της διαφθοράς και της απάτης, τη δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις και την τελωνειακή συνεργασία. Διατηρεί τις ίδιες διακυβερνητικές διαδικασίες που θεσπίστηκαν με τη συνθήκη του Μάαστριχ το 1993.

Το κεκτημένο σε θέματα δικαιοσύνης και εσωτερικών υποθέσεων προϋποθέτει υψηλό βαθμό συγκεκριμένης συνεργασίας ανάμεσα στις διοικήσεις, καθώς και τη θέσπιση ρυθμίσεων και την πραγματική εφαρμογή τους. Για τον σκοπό αυτό, το πρώτο πρόγραμμα «Octopus» χρηματοδοτήθηκε από το 1996 έως το 1998 από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Συμβούλιο της Ευρώπης. Στόχος του «Octopus ΙΙ» (1999-2000) είναι να διευκολύνει την έγκριση νέων νομοθετικών και συνταγματικών μέτρων από τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης (PECO) καθώς και από ορισμένα νέα ανεξάρτητα κράτη, κατά το πρότυπο των κανόνων που ισχύουν στην ΕΕ, με την παροχή κατάρτισης και συνδρομής σε όλους τους αρμοδίους για την καταπολέμηση της διαφθοράς και του οργανωμένου εγκλήματος. Εξάλλου, υπογράφηκε σύμφωνο για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, στις 28 Μαΐου 1998, ανάμεσα στην ΕΕ και τις ΧΚΑΕ.

Στο εσωτερικό της Ένωσης, το σχέδιο δράσης του Συμβουλίου και της Επιτροπής της 3ης Δεκεμβρίου 1998 αναφέρει τα διάφορα μέτρα που θα πρέπει να εγκριθούν βραχυπρόθεσμα (εντός διετίας) και μεσοπρόθεσμα (εντός πενταετίας) για τη δημιουργία πραγματικού χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης. Μεταξύ αυτών, σημειώνεται η ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Αστυνομικής Υπηρεσίας (Europol), ιδίως η οργάνωση των σχέσεων ανάμεσα στην υπηρεσία και τις δικαστικές αρχές των κρατών μελών, η ένταξη του κεκτημένου του Σένγκεν σε θέματα αστυνομικής και τελωνειακής συνεργασίας και η οργάνωση της συλλογής και της αποθήκευσης των αναγκαίων πληροφοριών όσον αφορά τη διασυνοριακή εγκληματικότητα.

Ευρωπαϊκή συμφωνία σύνδεσης και Λευκό Βιβλίο για τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και την εσωτερική αγορά

Η ευρωπαϊκή συμφωνία σύνδεσης με τη Λεττονία περιλαμβάνει διατάξεις για συνεργασία στον τομέα της καταπολέμησης της τοξικομανίας και της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες («ξέπλυμα χρήματος»).

Το Λευκό Βιβλίο για τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης και την εσωτερική αγορά δεν ασχολείται άμεσα με τον τρίτο πυλώνα, αναφέρεται όμως σε ζητήματα όπως το «ξέπλυμα χρήματος» και η ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων, τα οποία συνδέονται στενά με τον προβληματισμό σχετικά με τον τομέα της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

Τον Ιανουάριο 2001, άρχισε να λειτουργεί η εθνική επιθεώρηση για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που είχε ιδρυθεί τον Μάρτιο 2000. Επίσης, τον Σεπτέμβριο 2001, τέθηκε σε ισχύ η σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης του 1981 για την προστασία των προσώπων από την αυτόματη επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ωστόσο, πρέπει να καταβληθούν κι άλλες προσπάθειες για την εναρμόνιση με το κεκτημένο Europol και Σένγκεν. Όσον αφορά την πολιτική των θεωρήσεων, η λεττονική νομοθεσία συμφωνεί σε μεγάλο βαθμό με το κοινοτικό κεκτημένο. Το 2000, η Λεττονία υπέγραψε πολλές διμερείς συμφωνίες σχετικά με τα καθεστώτα χωρίς θεώρηση εισόδου με το Ισραήλ, την Ιαπωνία και την Κύπρο. Όσον αφορά τις διοικητικές δυνατότητες, από τον Ιανουάριο 2001, λειτουργεί ένα ενιαίο ηλεκτρονικό σύστημα επεξεργασίας των θεωρήσεων εισόδου (UVIS) το οποίο μπορούν να συμβουλεύονται οι διπλωματικές προξενικές αρχές που βρίσκονται στο εξωτερικό.

Συνάφθηκαν συμφωνίες απαλλαγής από την υποχρέωση έκδοσης θεώρησης με το Μονακό, τον Παναμά και τη Ρουμανία.

Στον τομέα του ελέγχου των εξωτερικών συνόρων, σημειώθηκαν πρόοδοι χάρη στην εφαρμογή προγράμματος για την ανάπτυξη της εθνικής συνοριακής φρουράς για την περίοδο 2001-2005. Το πρόγραμμα προβλέπει την έκδοση νομοθετικών κειμένων, την ανάπτυξη των μέσων υποδομής και των διοικητικών δυνατοτήτων. Έτσι, τον Απρίλιο 2002, ιδρύθηκε ανώτατη σχολή συνοριακής φρουράς. Τον Μάιο 2001, εγκρίθηκε πρόγραμμα δράσης με σκοπό την εναρμόνιση του κεκτημένου Σένγκεν κυρίως όσον αφορά το SIS (σύστημα πληροφόρησης Σένγκεν). Η χώρα συνεχίζει την προετοιμασία της για την μελλοντική συμμετοχή της στο σύστημα πληροφόρησης (SIS II). Για την καθιέρωση ενός συστήματος ολοκληρωμένης διαχείρισης των συνόρων, υπογράφθηκαν αρκετές συμφωνίες μεταξύ των διαφόρων σχετικών οργάνων. Οι αρμοδιότητες της εθνικής συνοριακής φρουράς επεκτάθηκαν στο σύνολο των συνόρων.

Μολονότι βελτιώθηκε η αποτελεσματικότητα των συνοριακών ελέγχων, κυρίως στην πράσινη συνοριακή γραμμή, οι προσπάθειες που πρέπει να καταβληθούν στον τομέα αυτό εξακολουθούν να αποτελούν προτεραιότητα.

Τον Μάιο 2001, η Λεττονία εξέδωσε νέο νόμο σχετικά με τη διαδικασία χορήγησης και καταχώρησης αδειών παραμονής, πράγμα το οποίο διευκόλυνε σημαντικά την απλούστευση των διαδικασιών. Επίσης, δημιουργήθηκε υπηρεσία μετανάστευσης στο πλαίσιο της συνοριακής φρουράς για την καταπολέμηση της λαθρομετανάστευσης. Υπογράφηκαν συμφωνίες επανεισδοχής με πολλές χώρες (Αυστρία, Μπενελούξ, Κροατία, Δανία, Εσθονία, Φινλανδία, Γερμανία, Ελλάδα, Ισλανδία, Ιταλία, Ρωσία κ.λπ.).

Ο νόμος για την καθιέρωση του νέου συστήματος διαβατηρίων εκδόθηκε τον Μάιο 2002.

Στον τομέα του ασύλου, η νομοθεσία της Λεττονίας είναι σε μεγάλο βαθμό σύμφωνη με το κοινοτικό κεκτημένο. Τον Μάρτιο 2002, εκδόθηκε ο νόμος για το δικαίωμα ασύλου, σκοπός του οποίου είναι να καλύψει τα κενά της προηγούμενη ς νομοθεσίας όσον αφορά το καθεστώς των προσφύγων και τη χορήγηση σε αυτούς προσωρινής προστασίας ή άλλων μορφών επικουρικής προστασίας. Επίσης, στις αρχές του 2002, εξορθολογίστηκε η θεσμική δομή με σκοπό την επιτάχυνση των διοικητικών διαδικασιών. Συγχρόνως, η Λεττονία οργάνωσε σεμινάρια κατάρτισης για την ενίσχυση των διοικητικών δυνατοτήτων στον τομέα αυτό.

Όσον αφορά την αστυνομική συνεργασία και την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος, η χώρα σημείωσε προόδους στον τομέα του οργανωμένου εγκλήματος και της παράνομης διακίνησης καθώς και στην ενίσχυση της διοικητικής ικανότητας της αστυνομίας. Η Λεττονία κύρωσε τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας (που οργανώθηκε στο Παλέρμο (esdeenfr), το 2000). Ωστόσο, η Λεττονία πρέπει να τροποποιήσει εκ νέου την ποινική της νομοθεσία για να την εναρμονίσει με τις διατάξεις της σύμβασης αυτής. Επίσης, ξεκίνησε διαβουλεύσεις με σκοπό τη σύναψη συμφωνίας συνεργασίας με την Europol. Ένας ειδικός απεσταλμένος του υπουργείου Εσωτερικών βρίσκεται στη Χάγη από τον Απρίλιο 2002, για να αναλάβει τον ρόλο του αξιωματικού συνδέσμου μετά τη σύναψη της συμφωνίας. Επίσης, υπογράφηκαν συμφωνίες αστυνομικής συνεργασίας με το Βέλγιο, τις Κάτω Χώρες, τη Σουηδία, τη Γεωργία, τη Ρωσική Ομοσπονδία και τη Σλοβακία. Τον Ιούνιο 2002, υπογράφηκε διακυβερνητική συμφωνία συνεργασίας στον τομέα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας, του οργανωμένου εγκλήματος και της διακίνησης ναρκωτικών μεταξύ της Λεττονίας και του Ουζμπεκιστάν. Επιπλέον, η Λεττονία υπέγραψε τη διεθνή σύμβαση για την καταστολή της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας (1999) τον Δεκέμβριο 2001.

Ο εκσυγχρονισμός της διοικητικής ικανότητας και των μέσων υποδομής αποσκοπεί κυρίως στη βελτίωση της διεθνούς αστυνομικής συνεργασίας και στην καταπολέμηση των νέων μορφών εγκληματικότητας (εγκληματικότητα στον τομέα της πληροφορικής, εμπορία ανθρώπων, παιδική πορνογραφία). Τον Μάιο 2001, δημιουργήθηκε ειδική μονάδα για την καταπολέμηση της εγκληματικότητας στον τομέα της πληροφορικής).

Τον Δεκέμβριο 2000, η Λεττονία κύρωσε την ποινική σύμβαση για τη διαφθορά του Συμβουλίου της Ευρώπης του 1999. Επίσης, τον Μάιο 2001, εξέδωσε νέο πρόγραμμα δράσης για την πρόληψη της διαφθοράς του οποίου η εφαρμογή συνεχίστηκε. Κατ' εφαρμογή του νόμου για την ίδρυση της υπηρεσίας για την καταπολέμηση της δωροδοκίας, τον Ιούλιο του 2002, η Λεττονία επεξεργάζεται τη δημιουργία μιας υπηρεσίας για την πρόληψη και την καταπολέμηση της δωροδοκίας. Με σκοπό την πλήρη συνεργασία της με την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία για την Καταπολέμηση της Απάτης (OLAF) κατά την προσχώρησή της, η χώρα συνεχίζει τις προετοιμασίες της. Ωστόσο, η Λεττονία πρέπει να ενισχύσει τις προετοιμασίες της που συνδέονται με την κύρωση της σύμβασης του 1995 σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΚ). Τον Ιούνιο 2001, τροποποιήθηκε ο ποινικός νόμος με σκοπό την αύξηση της ποινικής ευθύνης των ατόμων που πωλούν ναρκωτικές και ψυχοτρόπες ουσίες σε ανηλίκους. Άλλες τροποποιήσεις αφορούν την ποινική ευθύνη σε περίπτωση αγοράς, αποθήκευσης μικρών ποσοτήτων ναρκωτικών και ψυχοτρόπων ουσιών καθώς και την κατανάλωσή τους χωρίς ιατρική συνταγή. Η ταξιαρχία για την καταπολέμηση των ναρκωτικών συνεχίζει να οργανώνει μαθήματα κατάρτισης για τους αστυνομικούς, τους τελωνειακούς υπαλλήλους και τους δικαστές που ασχολούνται με προβλήματα στον τομέα των ναρκωτικών. Επίσης, η Λεττονία συνεχίζει να δομεί την εθνική της στρατηγική για την πρόληψη και την καταπολέμηση της κατανάλωσης ναρκωτικών, για την περίοδο 1999-2003. Με σκοπό τη συμμετοχή της χώρας στο Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας (ΕΚΠΝΤ) και στο Ευρωπαϊκό δίκτυο πληροφοριών για τα ναρκωτικά και την τοξικομανία (REITOX), τίθεται σε εφαρμογή το απαιτούμενο νομικό πλαίσιο για τη θέσπιση του εθνικού ειδικευμένου κέντρου.

Η νομοθετική εναρμόνιση στον τομέα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες δεν ολοκληρώθηκε και η εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου πρέπει να βελτιωθεί. Ο κατάλογος των παραβάσεων επεκτάθηκε και περιλαμβάνει σήμερα τη φοροδιαφυγή. Επίσης, η μονάδα χρηματοοικονομικών πληροφοριών πρέπει να ενημερώνεται για κάθε επικίνδυνη πράξη που συνδέεται με την νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Η μονάδα διαθέτει 13 υπαλλήλους και υλικό πληροφορικής που καθιστά δυνατή τη διενέργεια ερευνών. Ωστόσο, η μονάδα δεν έχει καμία εξουσία διεξαγωγής ερευνών και σε περίπτωση αμφιβολίας υποβάλλει έκθεση μόνο στο κοινοβούλιο (κατόπιν αιτήσεώς του).

Τον Ιούνιο 2002, εγκρίθηκαν οι τροποποιήσεις του νόμου σχετικά με την πρόληψη της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Μεταξύ άλλων, προβλέπεται το πάγωμα των χρηματοδοτικών πράξεων που συνδέονται με την τρομοκρατία.

Η διοικητική ικανότητα ενισχύθηκε χάρη στη δημιουργία εξειδικευμένων τμημάτων όσον αφορά τα θέμα που συνδέονται με τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στο πλαίσιο της υπηρεσίας δίωξης του οικονομικού εγκλήματος και της οικονομικής αστυνομικής υπηρεσίας φορολογικών θεμάτων.

Στον τομέα της τελωνειακής συνεργασίας, η Λεττονία προετοιμάζει την προσχώρησή της στη σύμβαση της Νάπολης ΙΙ (esdeenfr) (παροχή αμοιβαίας συνδρομής και συνεργασία μεταξύ των τελωνιακών διοικητικών υπηρεσιών). Επίσης, συνάφθηκαν συμφωνίες συνεργασίες με 14 χώρες.

Όσον αφορά την ανάπτυξη της διεθνούς δικαστικής συνεργασίας, τον Ιανουάριο του 2001, δημιουργήθηκε ένα τμήμα δικαστικής συνεργασίας στο πλαίσιο του υπουργείου δικαιοσύνης. Η εναρμόνιση της λεττονικής νομοθεσίας με το κοινοτικό κεκτημένο σημείωσε σημαντικές προόδους. Οι τροποποιήσεις που έγιναν στον ποινικό κώδικα στους τομείς της έκδοσης και της μεταφοράς καταδικασθέντων προσώπων τέθηκαν σε ισχύ, τον Ιούνιο 2002. Επιπλέον, η σύμβαση της Χάγης του 1980 σχετικά με τα αστικά θέματα της διεθνούς απαγωγής παιδιών τέθηκε σε ισχύ, τον Φεβρουάριο 2002. Η σύμβαση του 1980 σχετικά με την αναγνώριση και την εκτέλεση των αποφάσεων στον τομέα της φύλαξης των παιδιών κυρώθηκε και τέθηκε σε ισχύ τον Αύγουστο 2002.

Καταρτίστηκε εγχειρίδιο σχετικά με τη διεθνή νομική συνεργασία καθώς και σχέδιο δράσης.

Η Λεττονία κύρωσε το σύνολο των νομικών μέσων για τα ανθρώπινα δικαιώματα που αποτελούν μέρος του κεκτημένου της ΕΕ στον τομέα της δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων.

Ημερομηνία τελευταίας τροποποίησης: 09.12.2002