Λιθουανία

1) ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ

Γνώμη της Επιτροπής [COM(97) 2007 τελικό- Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα]

Έκθεση της Επιτροπής [COM(98) 706 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα]

Έκθεση της Επιτροπής [COM(99) 507 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα]

Έκθεση της Επιτροπής [COM(2000) 707 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα]

Έκθεση της Επιτροπής COM(2001)700 τελικό - SEC (2001) 1750 - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα]

Έκθεση της Επιτροπής [COM(2002) 700 τελικό - SEC(2002) 1406 - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα]

Έκθεση της Επιτροπής [COM(2003) 675 τελικό - SEC(2003) 1204 - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα]

Συνθήκη προσχώρησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση [Επίσημη Εφημερίδα L 236 της 23.09.2003]

2) ΣΥΝΟΨΗ

Στη γνώμη της του Ιουλίου 1997, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έκρινε ότι η πλήρης μεταφορά του περιβαλλοντικού κεκτημένου στη Λιθουανία θα μπορούσε να επιτευχθεί μεσοπρόθεσμα. Ωστόσο, διαπίστωνε επίσης ότι η ουσιαστική συμμόρφωση προς ορισμένα νομοθετικές πράξεις (σχετικά π.χ. με το πόσιμο νερό, ορισμένες πλευρές της διαχείρισης των αποβλήτων και την ατμοσφαιρική ρύπανση) θα είναι δυνατή μόνον μακροπρόθεσμα και θα απαιτηθεί σημαντική αύξηση των περιβαλλοντικών επενδύσεων, καθώς και μείζονες διοικητικές προσπάθειες.

Στην έκθεση του Νοεμβρίου 1998 διαπιστώθηκε ότι η Λιθουανία είχε επιτελέσει σημαντική πρόοδο στην υλοποίηση των βραχυπρόθεσμων προτεραιοτήτων της εταιρικής σχέσης για την προσχώρηση, ειδικότερα όσον αφορούσε τη μεταφορά της νομοθεσίας. Εν τούτοις, χρειάζονταν ακόμη προσπάθειες στους τομείς της βιομηχανικής ρύπανσης, της ατμόσφαιρας, των υδάτων και της ακτινοπροστασίας. Η Λιθουανία έπρεπε επίσης να επικεντρώσει τις προσπάθειές της στην ενίσχυση της υποδομής ελέγχου της ατμόσφαιρας και των υδάτων, καθώς και στην ενίσχυση της δυναμικότητας σε τοπικό επίπεδο. Παρέμεναν ακόμη απαραίτητες μείζονες προσπάθειες για την εξασφάλιση της χρηματοδότησης των απαιτουμένων επενδύσεων, σε στενή συνεργασία με τους διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς.

Στην έκθεση του Οκτωβρίου 1999, τονιζόταν ότι η Λιθουανία τήρησε, εν γένει, τους κανόνες της εταιρικής σχέσης για την προσχώρηση στον τομέα αυτόν. Το επίπεδο, όμως, συμμόρφωσης προς την κοινοτική νομοθεσία παρουσίαζε έντονη διαφοροποίηση από τομέα σε τομέα. Η Λιθουανία έπρεπε να επικεντρώσει τις προσπάθειές της στη θέσπιση των προγραμμάτων που εγκρίθηκαν, τόσο όσον αφορά τη μεταφορά τους, όσο και την υλοποίησή τους. Επιβαλλόταν, επίσης, αναδιοργάνωση των διοικητικών δομών που είναι επιφορτισμένες με το θέμα του περιβάλλοντος.

Στην έκθεση του Νοεμβρίου του 2000 αναφερόταν ότι η Λιθουανία συνέχιζε να σημειώνει πρόοδο όσον αφορά στη μεταφορά της σχετικής νομοθεσίας στο εσωτερικό δίκαιο. Η εφαρμογή εξακολουθούσε να παραμένει πρόβλημα στους τομείς που χρειάζονταν πολλές επενδύσεις. Οι εν λόγω επενδύσεις ήταν απαραίτητες στον τομέα του ύδατος, των αποβλήτων και όσον αφορά την οδηγία IPPC για την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης.

Στην έκθεση του Νοεμβρίου του 2001 υπογραμμίζονται οι προσπάθειες της Λιθουανίας στο θέμα της έγκρισης νομοθεσίας σε διαφορετικούς τομείς. Το επίπεδο ευθυγράμμισης είναι πολύ καλό και η εφαρμογή του κεκτημένου αποτελεί επομένως πρόκληση, ιδίως στους τομείς των υδάτων και των αποβλήτων.

Στην έκθεση του Οκτωβρίου του 2002 υπογραμμιζόταν ότι είχε σημειωθεί πρόοδος ως προς την ευθυγράμμιση και είχαν θεσπιστεί διάφορα μέτρα για να ενισχυθεί η διοικητική ικανότητα. Το επίπεδο μεταφοράς του κεκτημένου ήταν υψηλό, αλλά η εφαρμογή του δεν ήταν ακόμη απολύτως ικανοποιητική.

Η έκθεση του Νοεμβρίου του 2003 αναφέρει ότι η Λιθουανία σέβεται, ως επί το πλείστον, τις δεσμεύσεις που είχε αναλάβει στον τομέα του περιβάλλοντος κατά τις διαπραγματεύσεις για την προσχώρηση (που ολοκληρώθηκαν το Δεκέμβριο του 2002). Θεωρείται ότι η χώρα θα μπορέσει να θέσει σε εφαρμογή το μεγαλύτερο μέρος του κοινοτικού κεκτημένου την 1η Μαΐου 2004, ημερομηνία κατά την οποία προσχωρεί στην Ένωση.

Η συνθήκη προσχώρησης υπογράφηκε στις 16 Απριλίου 2003 και η προσχώρηση πραγματοποιήθηκε την 1η Μαΐου 2004.

ΚΟΙΝΟΤΙΚΟ ΚΕΚΤΗΜΕΝΟ

Η περιβαλλοντική πολιτική της Κοινότητας, όπως προκύπτει από τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, αποσκοπεί στην αειφόρο ανάπτυξη, με βάση την ενσωμάτωση της πολιτικής του περιβάλλοντος στις κοινοτικές τομεακές πολιτικές, στα προληπτικά μέτρα, στην αρχή ο ρυπαίνων πληρώνει, στην αντιμετώπιση των οικολογικών καταστροφών στην πηγή τους και στον καταμερισμό των ευθυνών. Το κοινοτικό κεκτημένο περιλαμβάνει περίπου διακόσιες νομοθετικές πράξεις που καλύπτουν ευρύ φάσμα θεμάτων, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται η ρύπανση των υδάτων και της ατμόσφαιρας, η διαχείριση των αποβλήτων και των χημικών προϊόντων, η βιοτεχνολογία, η ακτινοπροστασία και η προστασία της φύσης. Τα κράτη μέλη είναι υποχρεωμένα να εξασφαλίζουν την διεξαγωγή της εκτίμησης περιβαλλοντικών επιπτώσεων πριν από τη χορήγηση άδειας για την εκτέλεση ορισμένων δημόσιων ή ιδιωτικών έργων.

Η ευρωπαϊκή συμφωνία καθορίζει ότι η πολιτική της οικονομικής ανάπτυξης της Λιθουανίας πρέπει να διέπεται από την αρχή της αειφόρου ανάπτυξης και να ενσωματώνει πλήρως την περιβαλλοντική θεώρηση.

Στη Λευκή Βίβλο σχετικά με τις χώρες της Κεντροανατολικής Ευρώπης και την εσωτερική αγορά (1995) καλύπτεται μικρό μόνον μέρος του περιβαλλοντικού κεκτημένου, και συγκεκριμένα η νομοθεσία για τα προϊόντα σε άμεση σχέση με την ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων.

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ

Η οριζόντια νομοθεσία, μεταφέρθηκε και είναι σύμφωνη προς το κοινοτικό κεκτημένο, εξαιρουμένων των διατάξεων σχετικά με τη στρατηγική αξιολόγηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον. Οι εν λόγω διατάξεις θα πρέπει να εγκριθούν το αργότερο έως τον Ιούλιο του 2004.

Η Λιθουανία θέσπισε τη νομική και οργανωτική δομή της προστασίας των πολιτών και των συστημάτων βοήθειας. Η κυβέρνηση έχει προβλέψει σχέδιο προστασίας του πληθυσμού σε περίπτωση πυρηνικού ατυχήματος στον σταθμό παραγωγής της περιοχής Ignalina. Η Λιθουανία κύρωσε τη Σύμβαση του Αarhus τον Ιούλιο του 2001. Δημοσιεύθηκε ένα εγχειρίδιο σχετικά με τις απαιτήσεις της αξιολόγησης των επιπτώσεων στο περιβάλλον. Ο νόμος πλαίσιο για την προστασία του περιβάλλοντος τροποποιήθηκε και τέθηκε σε ισχύ το 2002. Εγκρίθηκε πρόγραμμα διαχείρισης πληροφοριών για την κατάρτιση εκθέσεων για το περιβάλλον.

Η νομοθεσία για θέματα ύδατος εγκρίθηκε και είναι σύμφωνη προς το κοινοτικό κεκτημένο, εκτός των πλέον προσφάτων διατάξεων για το νερό. Οι διατάξεις αυτές αναμένεται να έχουν εγκριθεί πριν από την ημερομηνία προσχώρησης. Τον Ιούλιο του 2001 εγκρίθηκε νόμος για το πόσιμο νερό. Εντούτοις, ο έλεγχος της ποιότητας του ποσίμου ύδατος θα πρέπει να ενισχυθεί ενώ παράλληλα πρέπει να αναβαθμιστεί και το διοικητικό δυναμικό που αφιερώνεται στον εν λόγω έλεγχο. Τα προγράμματα σχετικά με τις επικίνδυνες ουσίες επιβάλλεται να ολοκληρωθούν. Εγκρίθηκε διάταγμα σχετικά με την προστασία των υδάτων από τη νιτρορρύπανση. Το αυτό ισχύει και για το πρόγραμμα δράσης που αποσκοπεί στη μείωση της περιεκτικότητας του ποσίμου ύδατος σε φθόριο. Εντούτοις, το πρόβλημα του φθορίου εξακολουθεί να εκκρεμεί. Εγκρίθηκε μεταβατική περίοδος μέχρι το Δεκέμβριο του 2001 για τα αστικά λύματα.

Σε ό,τι αφορά τη διαχείριση των αποβλήτων, η μεταφορά της κοινοτικής νομοθεσίας ολοκληρώθηκε. Τα λιθουανικά πρότυπα είναι σύμφωνα προς το κοινοτικό κεκτημένο, εξαιρουμένων των εκτός χρήσεως οχημάτων και των PCB/PCT. Οι διατάξεις αυτές αναμένεται ότι θα έχουν μεταφερθεί στην εθνική νομοθεσία πριν από την προσχώρηση. Η εκτέλεση θα πρέπει να βελτιωθεί, ενισχύοντας τις αρχές και τις εποπτικές δομές, ιδίως σε επίπεδο περιφερειακό και τοπικό. Επιβάλλεται να διατυπωθούν προγράμματα διαχείρισης των αποβλήτων καθώς και μηχανισμοί επιτήρησης της μεταφοράς των αποβλήτων πριν από την 1η Μαΐου 2004. Το αυτό ισχύει και για το σύστημα χορήγησης αδειών και ακύρωσης των αδειών κυκλοφορίας των οχημάτων εκτός χρήσης. Η συγκρότηση μηχανισμών συλλογής των αποβλήτων καθώς και εγκαταστάσεων για την αξιοποίηση και την εξάλειψη των αποβλήτων θα πρέπει να συνεχισθεί. Ιδιαίτερη σημασία επιβάλλεται να αποδοθεί στη διαχείριση των επικινδύνων αποβλήτων. Προβλέπεται μεταβατική περίοδος έως το Δεκέμβριο του 2006 για τα απόβλητα συσκευασιών.

Στον τομέα της βιομηχανικής ρύπανσης ολοκληρώθηκε η μεταφορά στην εθνική νομοθεσία η οποία είναι πλέον σύμφωνη προς το κοινοτικό κεκτημένο, εξαιρουμένων των διατάξεων για τις μεγάλες θερμικές μονάδες, τα εθνικά ανώτατα όρια εκπομπής και τους κινδύνους για μείζονα ατυχήματα. Οι διατάξεις αυτές επιβάλλεται να μεταφερθούν πριν την 1η Μαΐου 2004. Πρέπει να εξακολουθήσουν να εκδίδονται οι άδειες για τις εγκαταστάσεις που υπόκεινται στους κανόνες σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης. Κρίνεται απαραίτητο να ενισχυθεί περαιτέρω το διοικητικό δυναμικό των αρχών που χορηγούν τις ενιαίες άδειες για τις εν λόγω εγκαταστάσεις. Προβλέπεται μεταβατική περίοδος μέχρι το 2015 για ορισμένες μεγάλες θερμικές εγκαταστάσεις.

Για την προστασία του αέρα, η σχετική νομοθεσία έχει ήδη εγκριθεί και ανταποκρίνεται προς το κοινοτικό κεκτημένο. Εντούτοις, πριν από την προσχώρηση της Λιθουανίας στην Ένωση θα έπρεπε να αναθεωρηθεί ο κατάλογος των σημείων στα οποία παρατηρείται υπέρβαση των σχετικών ορίων. Όσον αφορά το δυναμικό επιτήρηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης αξίζει να σημειωθεί ότι εγκρίθηκε τον Απρίλιο του 2002 κατάλογος των ειδών εξοπλισμού καθώς και αντίστοιχο επενδυτικό πρόγραμμα. Πρέπει να βελτιωθεί εντούτοις ο έλεγχος της ποιότητας του αέρα. Εγκαταστάθηκαν συστήματα εκτίμησης των εκπομπών των ιδιωτικής χρήσεως οχημάτων στις πόλεις. Εγκρίθηκε μεταβατική περίοδος για ορισμένες μονάδες έως το Δεκέμβριο του 2007 όσον αφορά τις εκπομπές πτητικών οργανικών ενώσεων συνεπεία της αποθήκευσης και της διανομής βενζίνης.

Όσον αφορά τα χημικά προϊόντα και τους γενετικώς τροποποιημένους οργανισμούς (ΓΤΟ), ολοκληρώθηκε η μεταφορά στο εθνικό δίκαιο. Η εγκριθείσα νομοθεσία ανταποκρίνεται στο κοινοτικό κεκτημένο εκτός των διατάξεων που αφορούν τον έλεγχο των βιοκτόνων. Επιβάλλεται να συνεχισθεί ο συντονισμός μεταξύ των αρμόδιων οργανισμών στον εν λόγω τομέα.

Η Λιθουανία τηρεί πλήρως τις ευρωπαϊκές απαιτήσεις για τα ζώα των εργαστηρίων.

Όσον αφορά την προστασία της φύσης, η νομοθεσία έχει ήδη εγκριθεί και ανταποκρίνεται στο κοινοτικό κεκτημένο. Οι διατάξεις σχετικά με τις οδηγίες για τους «οικοτόπους» (οικολογικά ενδιαιτήματα) και τα «πτηνά» αποτελούν εξαίρεση. Θα πρέπει να οριστικοποιηθούν οι κατάλογοι των περιοχών που έχουν προταθεί ως κοινοτικής προστασίας καθώς και των ζωνών ειδικής προστασίας. Επιβάλλεται να ενισχυθεί περαιτέρω το διοικητικό δυναμικό σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο. Η Λιθουανία επικύρωσε τη σύμβαση για το Διεθνές Εμπόριο Απειλούμενων Ειδών Άγριας Πανίδας και Χλωρίδας (CITES). Εγκρίθηκε διάταγμα για την εξαγωγή, την εισαγωγή, την επανεισαγωγή και το εμπόριο των αγρίων ζώων.

Σε θέματα προστασίας από τις ακτινοβολίες και πυρηνικής ασφάλειας, η νομοθεσία έχει ήδη θεσπιστεί και ανταποκρίνεται προς το κοινοτικό κεκτημένο. Τον Ιανουάριο του 1999, η Seimas (το λιθουανικό κοινοβούλιο) ενέκρινε νόμο σχετικά με την ασφάλεια για θέματα ακτινοβολιών και το Μάιο του 1999, νόμο σχετικά με τη διαχείριση των πυρηνικών αποβλήτων. Αρμόδια για την ασφαλή αποθήκευση των εν λόγω αποβλήτων θα είναι ειδική υπηρεσία. Επικυρώθηκε συμφωνία μεταξύ των χωρών της Βόρειας Θάλασσας και της Βαλτικής για ανταλλαγή στοιχείων σχετικά με την παρακολούθηση της ακτινοβολίας.

Στον τομέα της καταπολέμησης του θορύβου, η μεταφορά στο εθνικό δίκαιο εκτελείται όπως προβλεπόταν και η αντίστοιχη νομοθεσία ανταποκρίνεται προς το κοινοτικό κεκτημένο, εξαιρουμένων των προσφάτων διατάξεων σχετικά με τον περιβάλλοντα θόρυβο. Οι διατάξεις αυτές θα πρέπει να εγκριθούν το αργότερο τον Ιούλιο του 2004.

Βελτιώθηκε η διοικητική ικανότητα του Υπουργείου Περιβάλλοντος. Καταρτίστηκαν και εφαρμόστηκαν επιμορφωτικά προγράμματα για τους επιθεωρητές και το τοπικό προσωπικό.

Το κόστος της εφαρμογής του περιβαλλοντικού κεκτημένου υπολογίζεται σε περίπου 1 δισεκατομμύριο ευρώ.

Η Λιθουανία συμμετέχει στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος και στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Πληροφοριών και Παρατηρήσεων σχετικά με το Περιβάλλον.

Οι διαπραγματεύσεις σχετικά με αυτό το κεφάλαιο έχουν παύσει.

Ημερομηνία τελευταίας τροποποίησης: 12.02.2004