Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας

 

ΣΥΝΟΨΗ ΤΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ:

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1920/2006 για το Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας

ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΣΚΟΠΟΣ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ;

Ο κανονισμός αναθεωρεί και καταργεί τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 302/93, ο οποίος αρχικά θέσπισε το Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας (ΕΚΠΝΤ).

Διευρύνει τον ρόλο του Κέντρου στην παρακολούθηση ζητημάτων όπως νέες τάσεις στη χρήση ναρκωτικών, ειδικά χρήση πολλαπλών ναρκωτικών ουσιών (όπου παράνομα ναρκωτικά λαμβάνονται σε συνδυασμό με νόμιμα ναρκωτικά ή φάρμακα).

Ο κανονισμός τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕE) 2017/2101 όσον αφορά την ανταλλαγή πληροφοριών, το σύστημα έγκαιρης προειδοποίησης και τη διαδικασία εκτίμηση επικινδυνότητας για τις νέες ψυχοδραστικές ουσίες* (ΝΨΟ).

ΒΑΣΙΚΑ ΣΗΜΕΙΑ

Το Κέντρο:

Οι κύριοι στόχοι του είναι:

Τομείς προτεραιότητας

Το Κέντρο επικεντρώνεται:

Δίκτυο Reitox

Το ΕΚΠΝΤ, για να επιτύχει τη βασική αποστολή του παροχής ορθών και συγκρίσιμων πληροφοριών για τα ναρκωτικά, έχει αναπτύξει εργαλείο για τη συλλογή εθνικών δεδομένων με εναρμονισμένο τρόπο μέσω του δικτύου Reitox.

Το Reitox συνδέει τα εθνικά συστήματα πληροφοριών για τα ναρκωτικά και είναι το βασικό μέσο με το οποίο το ΕΚΠΝΤ ανταλλάσσει στοιχεία και μεθοδολογικές πληροφορίες για τα ναρκωτικά και την τοξικομανία στην ΕΕ.

Τα στοιχεία που συλλέγονται μέσω του δικτύου Reitox χρησιμοποιούνται επίσης για τα ακόλουθα:

Το δίκτυο απαρτίζεται από ένα σημείο επαφής για κάθε χώρα της ΕΕ που συμμετέχει στο ΕΚΠΝΤ καθώς και από σημείο επαφής για την Επιτροπή.

Ενισχυμένη επιτήρηση και διαδικασία εκτίμησης επικινδυνότητας

Ο κανονισμός (ΕE) 2017/2101 απαιτεί από τις χώρες της ΕΕ να διασφαλίσουν ότι τα εθνικά σημεία επαφής τους και οι εθνικές μονάδες της Ευρωπόλ θα παρέχουν στο κέντρο πληροφορίες που συλλέγουν για τις ΝΨΟ.

Το ΕΚΠΝΤ σε στενή συνεργασία με την Ευρωπόλ συλλέγει, παραβάλει, αναλύει και αξιολογεί τις πληροφορίες και τις στέλνει γρήγορα στα εθνικά σημεία επαφής, στις εθνικές μονάδες της Ευρωπόλ και στην Επιτροπή. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται η λήψη πληροφοριών από όλα τα μέρη όσο πιο γρήγορα γίνεται με σκοπό την έγκαιρη προειδοποίηση και επίσης μπορεί το Κέντρο να σχεδιάσει την αρχική έκθεση για κάποια ΝΨΟ, όταν υπάρχει ανησυχία ότι η ουσία ενδέχεται να αποτελέσει κίνδυνο για την υγεία και την κοινωνία σε όλη την ΕΕ.

Εντός δύο εβδομάδων μετά τη λήψη της αρχικής έκθεσης η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από το Κέντρο να αξιολογήσει τους πιθανούς κινδύνους που ενέχει η ΝΨΟ και να προετοιμάσει έκθεση εκτίμησης επικινδυνότητας. Το Κέντρο πρέπει να υποβάλει την έκθεση εκτίμησης επικινδυνότητας εντός 6 εβδομάδων από το αίτημα της Επιτροπής. Με βάση τη διαδικασία εκτίμησης επικινδυνότητας η Επιτροπή αποφασίζει αν η εν λόγω ΝΨΟ θα πρέπει να περιληφθεί στον ορισμό των «ναρκωτικών» σε συνδυασμό με τη διαδικασία υπό την Απόφαση-πλαίσιο του Συμβουλίου 2004/757/ΔΕΥΕγκλήματα και εφαρμοστέες ποινές — Διακίνηση ναρκωτικών.

Οργάνωση και λειτουργία

Το κέντρο, που είναι μία από τις αποκεντρωμένες διευθύνσεις της ΕΕ, ιδρύθηκε το 1993 στη Λισαβόνα (Πορτογαλία) και αποτελεί Συμβούλιο Διαχείρισης υποβοηθούμενο από:

Το κέντρο συνδέεται στενά με τα εθνικά σημεία επαφής του δικτύου Reitox και με άλλες οργανώσεις-εταίρους. Το κέντρο εκτελεί τα καθήκοντά του σύμφωνα με τη στρατηγική του η οποία καθορίζει τους βασικούς στόχους του έργου του για συγκεκριμένη περίοδο. Η στρατηγική του που βρίσκεται σε εξέλιξη μέχρι το 2025 και το πρόγραμμα εργασίας για την περίοδο 2018-2020 επιδιώκουν και τα δύο να συμβάλλουν στην ασφαλέστερη και υγιέστερη Ευρώπη. Το πρόγραμμα επικεντρώνεται:

Το Κέντρο αναβαθμίζει επίσης την υποστήριξη του για το Ευρωπαϊκό σχέδιο ερευνών στα σχολεία για το αλκοόλ και άλλα ναρκωτικά και σε χρονικό διάστημα 3 ετών στόχο έχει να:

ΑΠΟ ΠΟΤΕ ΕΦΑΡΜΟΖΕΤΑΙ Ο ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ;

Εφαρμόζεται από τις 16 Ιανουαρίου 2007. Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1920/2006 αναθεώρησε και αντικατέστησε τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 302/93 (και τις μεταγενέστερες τροποποιήσεις του).

ΓΕΝΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

Για περισσότερες πληροφορίες, ανατρέξτε στα εξής:

ΒΑΣΙΚΟΙ ΟΡΟΙ

Ψυχοδραστικές ουσίες: ουσία σε καθαρή μορφή ή σε παρασκεύασμα που δεν καλύπτεται από την ενιαία σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών περί ναρκωτικών του 1961, όπως τροποποιήθηκε από το πρωτόκολλο του 1972, ή από τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών περί ψυχοτρόπων ουσιών του 1971, αλλά μπορεί να συνιστά κινδύνους για την υγεία ή την κοινωνία παρόμοιους με εκείνους που ενέχουν οι ουσίες οι οποίες καλύπτονται από τις εν λόγω συμβάσεις. Πρόκειται για ουσίες που επηρεάζουν το μυαλό κατά την κατανάλωση τους.

ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1920/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, στις12 Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας (αναδιατύπωση) (ΕΕ L 376, 27.12.2006, σ. 1-13)

Οι διαδοχικές τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1920/2006 έχουν ενσωματωθεί στο αρχικό κείμενο. Αυτή η ενοποιημένη έκδοση έχει μόνο αξία τεκμηρίωσης.

ΣΥΝΑΦΗ ΚΕΙΜΕΝΑ

Απόφαση-πλαίσιο 2004/757/ΔΕΥ του Συμβουλίου, στις 25 Οκτωβρίου 2004, για τη θέσπιση ελάχιστων διατάξεων σχετικά με τα στοιχεία της αντικειμενικής υπόστασης των εγκλημάτων και τις ποινές που ισχύουν στο πεδίο της παράνομης διακίνησης ναρκωτικών (ΕΕ L 335 της 11.11.2004, σ. 8-11)

Βλέπε ενοποιημένη απόδοση

τελευταία ενημέρωση 11.01.2019