Βελτιστοποίηση της εφαρμογής της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενημερώνει τους πολίτες για τα θεμελιώδη δικαιώματά τους όσον αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία. Σκοπός της είναι να τους επιτρέψει να ασκήσουν αυτά τα δικαιώματα κατά τρόπο αποτελεσματικό και να δημιουργηθεί μια ευρωπαϊκή αγορά εργασίας.

ΠΡΑΞΗ

Ανακοίνωση της Επιτροπής της 11ης Δεκεμβρίου 2002 με τίτλο «Ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων: πλήρης αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων και των δυνατοτήτων» [COM(2002) 694 τελικό - Δεν έχει δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα].

ΣΥΝΟΨΗ

Η άσκηση του δικαιώματος της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων * στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία αποτελεί θεμελιώδη ελευθερία που κατοχυρώνεται από το κοινοτικό δίκαιο, είναι ένα μέσο συμμετοχής των πολιτών στη δημιουργία μιας πραγματικής ευρωπαϊκής αγοράς εργασίας.

Ωστόσο, υπάρχουν πρακτικά, διοικητικά και νομικά εμπόδια που παρεμποδίζουν την πλήρη αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων και των δυνατοτήτων της γεωγραφικής κινητικότητας από τους εργαζόμενους.

Η Επιτροπή παρουσιάζει τη σημερινή κατάσταση του κοινοτικού δικαίου στον τομέα της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων, με σκοπό την αποσαφήνιση του τεχνικού και πολύπλοκου νομοθετικού της πλαισίου καθώς και της τεράστιας νομολογίας του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Εντοπίζει τις δυσκολίες που αντιμετωπίστηκαν επανειλημμένα σε τέσσερις τομείς, οι οποίοι, παρόλο που είναι ξεχωριστοί, συνδέονται σε μεγάλο βαθμό μεταξύ τους.

Ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων

Κάθε υπήκοος ενός κράτους μέλους έχει το δικαίωμα να εργάζεται σε ένα άλλο κράτος μέλος.

Το κοινοτικό δίκαιο σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων εφαρμόζεται όταν ένας Ευρωπαίος πολίτης ασκεί το δικαίωμά του στην κινητικότητα, ακόμη και στην περίπτωση που επιστρέφει στο κράτος μέλος καταγωγής του αφού άσκησε το δικαίωμά του στην ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων.

Τα μέλη της οικογένειας * ενός πολίτη της ΕΕ, όποια και αν είναι η ιθαγένειά τους, δηλαδή συμπεριλαμβανομένων των υπηκόων τρίτων χωρών, έχουν το δικαίωμα να διαμένουν με τον διακινούμενο εργαζόμενο. Εξάλλου, τα παιδιά των διακινούμενων εργαζομένων, όποια και αν είναι η ιθαγένειά τους, έχουν δικαίωμα για εκπαίδευση στο κράτος μέλος υποδοχής.

Το δικαίωμα διαμονής συνδέεται άρρηκτα με την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων. Σύμφωνα με το ισχύον κοινοτικό δίκαιο, τα κράτη μέλη υποχρεούνται να χορηγούν στους διακινούμενους εργαζόμενους άδεια διαμονής, με απλή επίδειξη του δελτίου ταυτότητας ή του διαβατηρίου και της απόδειξης απασχόλησης. Η απόκτηση της άδειας διαμονής δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αποτελεί προϋπόθεση για την πρόσβαση στην απασχόληση για έναν Ευρωπαίο πολίτη.

Από την κοινοτική αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων λόγω ιθαγένειας προκύπτει ότι ένας διακινούμενος εργαζόμενος πρέπει να τύχει ίσης μεταχείρισης με τους ημεδαπούς εργαζόμενους όσον αφορά κυρίως την πρόσβαση στην απασχόληση, τους όρους απασχόλησης και εργασίας, τα κοινωνικά και φορολογικά πλεονεκτήματα.

Μερικές φορές οι γλωσσικές απαιτήσεις μπορεί να αποτελούν προϋπόθεση για την πρόσβαση σε μια θέση εργασίας όταν είναι εύλογες και χρήσιμες. Επιπλέον, ενώ δικαιολογείται η απαίτηση υψηλού επιπέδου γλωσσικών δεξιοτήτων για ορισμένες θέσεις εργασίας, η απαίτηση η συγκεκριμένη γλώσσα να είναι η μητρική γλώσσα δεν είναι αποδεκτή.

Σύμφωνα με το σύστημα αναγνώρισης των επαγγελματικών προσόντων, ένας υπήκοος κάποιου κράτους μέλους που έχει όλα τα προσόντα μπορεί να ασκήσει ένα νομοθετικά κατοχυρωμένο επάγγελμα * σε ένα άλλο κράτος μέλος. Ανάλογα με τον τομέα δραστηριότητας και την κατάρτιση, η αναγνώριση θα είναι είτε αυτόματη είτε θα απαιτείται προηγούμενη πρακτική άσκηση προσαρμογής ή δοκιμασία επάρκειας.

Κοινωνική ασφάλιση

Για να εξασφαλιστεί η ευκολότερη άσκηση του δικαιώματος στην ελεύθερη κυκλοφορία, είναι σημαντικό να μη θίγονται τα δικαιώματα στην κοινωνική ασφάλιση των διακινούμενων εργαζομένων που είναι υπήκοοι κάποιου κράτους μέλους.

Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 προβλέπει ένα σύστημα συντονισμού των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης. Στον κανονισμό αυτό ορίζονται κοινοί κανόνες ούτως ώστε η εφαρμογή των διαφόρων εθνικών συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης να μην προκαλεί ζημία στα πρόσωπα που ασκούν το δικαίωμά τους στην ελεύθερη κυκλοφορία. Σκοπός του κοινοτικού δικαίου δεν ήταν η εναρμόνιση του τομέα της κοινωνικής ασφάλισης και τα κράτη μέλη διατηρούν συνεπώς τις αρμοδιότητές τους όσον αφορά την οργάνωση των συστημάτων τους κοινωνικής ασφάλισης.

Γενικά, οι παροχές κοινωνικής ασφάλισης καταβάλλονται ανεξάρτητα από το κράτος μέλος στο οποίο κατοικεί ο δικαιούχος. Υπάρχει μια εξαίρεση στην αρχή αυτή για τις ειδικές παροχές χωρίς συνεισφορά. Οι παροχές αυτές καταβάλλονται μόνο στο κράτος μέλος το οποίο τις προβλέπει. Κατά συνέπεια, δεν είναι δυνατή η εξαγωγή τους, αλλά ένας διακινούμενος Ευρωπαίος πολίτης θα μπορεί να δικαιούται εκείνες που χορηγούνται από το κράτος μέλος στο οποίο μετέβη. Για να ανταποκριθεί στους όρους της μη εξαγωγιμότητας, μια παροχή πρέπει να έχει ειδικό χαρακτήρα και να είναι χωρίς συνεισφορά. Το Δικαστήριο διευκρίνισε ότι μια παροχή θεωρείται ειδική όταν συνδέεται στενά με το κοινωνικό περιβάλλον του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους (παροχές για την πρόληψη της φτώχειας και για την προστασία των ατόμων με αναπηρία).

Επίσης, ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 καθορίζει τους όρους πρόσβασης των προσώπων στην υγειονομική περίθαλψη όταν διακινούνται στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι υπήκοοι των κρατών μελών έχουν δικαίωμα -ανάλογα με την κατάσταση του προσώπου και/ή το είδος της διαμονής- σε άμεσα αναγκαία περίθαλψη, σε περίθαλψη που καθίσταται αναγκαία ή σε όλες τις παροχές ασθένειας σε είδος, σε ένα κράτος μέλος άλλο από το κράτος της ασφάλισης ασθένειας, σαν να ήταν ασφαλισμένοι εκεί, αλλά με έξοδα του φορέα ασφάλισης. Όταν ένας ασθενής μεταβαίνει σε ένα άλλο κράτος μέλος ειδικά για την παροχή θεραπείας, το κόστος της θεραπείας αυτής θα καλυφθεί από το κράτος μέλος στο οποίο ο ενδιαφερόμενος είναι ασφαλισμένος σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 μόνο υπό την προϋπόθεση ότι χορηγήθηκε σε αυτόν προηγούμενη έγκριση. Ωστόσο, το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι, βάσει άλλων θεμελιωδών ελευθεριών, όπως η ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων και η ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, μια τέτοια προηγούμενη έγκριση μπορεί να αποτελέσει εμπόδιο σε αυτές τις θεμελιώδεις ελευθερίες εάν δεν δικαιολογηθεί. Συνεπώς, υπό ορισμένες προϋποθέσεις οι ασθενείς μπορούν να ζητούν την επιστροφή των ιατρικών δαπανών για την περίθαλψη που έλαβαν σε άλλο κράτος μέλος ακόμη και χωρίς προηγούμενη έγκριση.

Τέλος, η ισχύουσα νομοθεσία περί κοινωνικής ασφάλισης καθορίζεται βάσει δύο βασικών αρχών: ένα πρόσωπο υπάγεται στη νομοθεσία ενός μόνο κράτους μέλους σε κάθε δεδομένη στιγμή και υπάγεται συνήθως στη νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο ασκεί επαγγελματική δραστηριότητα.

Εντούτοις, ο πολύπλοκος χαρακτήρας του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1408/71 καθιστά δύσκολη τη χρήση του και για το λόγο αυτό είναι υπό αναθεώρηση.

Μεθοριακοί εργαζόμενοι

Επειδή διακινούνται μεταξύ δύο κρατών μελών, οι μεθοριακοί εργαζόμενοι * αντιμετωπίζουν συχνά πρακτικά προβλήματα, τόσο όσον αφορά την κοινωνική ασφάλιση και τα κοινωνικά πλεονεκτήματα όσο και τη φορολογία εισοδήματος και τη στιγμή της συνταξιοδότησης. Κατ' αρχήν, οι μεθοριακοί εργαζόμενοι λαμβάνουν όλες τις παροχές που χορηγούνται στους διακινούμενους εργαζόμενους στο εσωτερικό του κράτους μέλους απασχόλησης, αλλά ορισμένα κράτη μέλη επιβάλλουν ακόμη προϋποθέσεις όσον αφορά την κατοικία για την παροχή κοινωνικών πλεονεκτημάτων. Έχουν πρόσβαση στα επιδόματα ανεργίας του κράτους κατοικίας και όχι του κράτους απασχόλησης. Μπορούν να επιλέξουν το κράτος στο οποίο επιθυμούν να λάβουν περίθαλψη, αλλά όταν συνταξιοδοτούνται αυτό το δικαίωμα επιλογής μεταξύ του κράτους απασχόλησης και του κράτους κατοικίας δεν υφίσταται πλέον.

Ιστορικό

Τα βασικά νομικά κείμενα για την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων χρονολογούνται από τη δεκαετία του 1960 και, στη συνέχεια, συμπληρώθηκαν με πολυάριθμες εργασίες των κοινοτικών θεσμικών οργάνων, ιδίως τη σημαντική νομολογία του Δικαστηρίου.

Λέξεις-κλειδιά της πράξης

ΣΥΝΑΦΕΙΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

Οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών των οικογενειών τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 1612/68 και την κατάργηση των οδηγιών 64/221/ΕΟΚ, 68/360/ΕΟΚ, 72/194/ΕΟΚ, 73/148/ΕΟΚ, 75/34/ΕΟΚ, 75/35/ΕΟΚ, 90/364/ΕΟΚ, 90/365/ΕΟΚ και 93/96/ΕΟΚ [Επίσημη Εφημερίδα L 158 της 30.4.2004].

Η οδηγία αυτή επιλύει εν μέρει ορισμένα από τα προβλήματα που αναφέρονται στην παρούσα ανακοίνωση. Καθιστά σαφέστερο το τεχνικό και πολύπλοκο νομοθετικό πλαίσιο σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων, συγκεντρώνοντας σε μία ενιαία νομοθετική πράξη διατάξεις διάσπαρτες σε πολλές οδηγίες. Προσδιορίζει επίσης με μεγαλύτερη ακρίβεια το καθεστώς των μελών της οικογένειας του πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και απλοποιεί τις διατυπώσεις για την άσκηση του δικαιώματος διαμονής.

Ημερομηνία τελευταίας τροποποίησης: 04.02.2011