Ευρωπαϊκός χώρος έρευνας και πολιτικής του διαστήματος

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η συνθήκη της Λισσαβόνας ενισχύει τη δράση της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) στον τομέα της έρευνας. Θέτει ως στόχο τη δημιουργία ενός πραγματικού ευρωπαϊκού χώρου έρευνας. Επιπλέον, η συνθήκη της Λισσαβόνας δημιουργεί νομική βάση που επιτρέπει στην ΕΕ να ασκεί ευρωπαϊκή πολιτική διαστήματος.

Ο τομέας της έρευνας κατέχει εξέχουσα σημασία εντός της ΕΕ. Βρίσκονταν ήδη στο επίκεντρο της στρατηγικής της Λισσαβόνας (2000). Η νέα στρατηγική Ευρώπη 2020 υιοθετεί την ίδια κατεύθυνση και θέτει ως στόχο να καταστήσει την ΕΕ μία έξυπνη οικονομία, βασιζόμενη στην ανάπτυξη της γνώσης και της καινοτομίας. Η έρευνα και η τεχνολογική ανάπτυξη αποτελούν βασικούς τομείς για την επίτευξη αυτού του στόχου.

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΧΩΡΟΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

Η συνθήκη της Λισσαβόνας προβλέπει νομική βάση για τη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού χώρου έρευνας. Ένας τέτοιος χώρος πρέπει ιδίως να επιτρέπει την ελεύθερη κυκλοφορία των ερευνητών, της επιστημονικής και τεχνολογικής γνώσης. Για το σκοπό αυτό, η ΕΕ ενθαρρύνει την άρση των νομικών και φορολογικών φραγμών που εμποδίζουν τη συνεργασία στον τομέα της έρευνας.

Η συνθήκη της Λισσαβόνας επιτρέπει εξάλλου στο Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο να λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για την υλοποίηση του ευρωπαϊκού χώρου έρευνας. Τα δύο θεσμικά όργανα εγκρίνουν τα μέτρα αυτά σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία.

Έτσι, το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο πρέπει να θεσπίσουν πολυετές πρόγραμμα-πλαίσιο, χάρη στο οποίο χρηματοδοτείται το σύνολο των ευρωπαϊκών σχεδίων στον τομέα της έρευνας. Αυτό το πρόγραμμα πλαίσιο εγκρίνεται σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία. Το ύψος του προϋπολογισμού τού 7ου προγράμματος-πλαισίου (2007-2013) ανέρχεται σε 50,5 δις ευρώ, πιστοποιώντας έτσι τη σημασία που αποδίδεται στην έρευνα εντός της ΕΕ. Εξάλλου, πρόκειται για το πιο σημαντικό διεθνές ερευνητικό πρόγραμμα στον κόσμο.

Τέλος, ο τομέας της έρευνας αποτελεί αντικείμενο ιδιαίτερης κατανομής αρμοδιοτήτων μεταξύ της ΕΕ και των κρατών μελών. Πράγματι, σύμφωνα με το άρθρο 4 της συνθήκης για τη λειτουργία της ΕΕ, η ΕΕ και τα κράτη μέλη διαθέτουν συντρέχουσες αρμοδιότητες στον τομέα της έρευνας και του διαστήματος. Ωστόσο, και αντίθετα προς τον κανόνα αρχής που διέπει τις συντρέχουσες αρμοδιότητες, το γεγονός ότι η ΕΕ ασκεί την αρμοδιότητά της δεν περιορίζει καθόλου τις αρμοδιότητες των κρατών μελών, τα οποία μπορούν συνεπώς να παρεμβαίνουν και αυτά από τη μεριά τους.

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΗΜΑΤΟΣ

Η συνθήκη της Λισσαβόνας προβλέπει νέο άρθρο που επιτρέπει τη χάραξη ευρωπαϊκής πολιτικής διαστήματος (άρθρο 189 της συνθήκης για τη λειτουργία της ΕΕ). Η πολιτική διαστήματος έχει κυρίως ως στόχο να προωθήσει την επιστημονική και τεχνική πρόοδο και την βιομηχανική ανταγωνιστικότητα.

Έτσι, η ευρωπαϊκή πολιτική διαστήματος περιλαμβάνει δραστηριότητες έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης, εξερεύνησης και χρησιμοποίησης του διαστήματος. Το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορούν να θεσπίσουν διαστημικό πρόγραμμα, το οποίο συμπεριλαμβάνει τα μέτρα που έχουν αναληφθεί σύμφωνα με τη συνήθη νομική διαδικασία.

Εξάλλου, η ευρωπαϊκή πολιτική διαστήματος συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με τις δραστηριότητες του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος . Προς υπενθύμιση, ο εν λόγω οργανισμός είναι ένας διεθνής οργανισμός τελείως ανεξάρτητος από την ΕΕ. Η αποστολή του είναι κυρίως να θεσπίζει και να διεξάγει κοινά προγράμματα προκειμένου να αναπτύξει τη συνεργασία μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών στον τομέα του διαστήματος.

Έτσι, η συνθήκη της Λισσαβόνας καθιερώνει τη συνεργασία μεταξύ ΕΕ και Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος. Η συνεργασία αυτή στηρίζεται σε συμφωνία-πλαίσιο, η οποία τέθηκε σε ισχύ το Μάιο του 2004. Η εν λόγω συμφωνία-πλαίσιο οδήγησε κυρίως στη δημιουργία ενός Συμβουλίου Διαστήματος, όπου συνέρχονται οι αντιπρόσωποι του Συμβουλίου της ΕΕ και του Συμβουλίου του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Διαστήματος.

Ημερομηνία τελευταίας τροποποίησης: 12.05.2010