Απασχόληση

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Αρχικά, οι πολιτικές και οι εξουσίες της Ευρωπαϊκής Κοινότητας δεν περιλαμβάνονταν στην ημερήσια διάταξη της διακυβερνητικής διάσκεψης του 1996. Ωστόσο, η απογοήτευση που προκάλεσε η έλλειψη αναφοράς στην απασχόληση από τη συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (1992) και η πρωτοβουλία που ανέλαβε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στο Έσεν (9 και 10 Δεκεμβρίου 1994) με σκοπό την καταπολέμηση της της ανεργίας, προέτρεψαν τα κράτη μέλη να θέσουν τα θέματα αυτά μεταξύ των προτεραιοτήτων της διακυβερνητικής διάσκεψης, η οποία πρόκειται να επανεξετάσει τη συνθήκη του Μάαστριχτ ώστε να δοθεί μια απάντηση σε έναν από τους σπουδαιότερους προβληματισμούς των πολιτών τους.

Μετά από επίπονες διαπραγματεύσεις, λόγω των διαφορετικών συνθηκών και των εθνικών πολιτικών για την απασχόληση, προέκυψε τελικά συμφωνία σχετικά με την προτεραιότητα των εθνικών πολιτικών και την απόρριψη των μεγάλων δαπανηρών προγραμμάτων. Καρπός των διαπραγματεύσεων αυτών υπήρξε η προσθήκη του νέου κεφαλαίου ειδικά για την απασχόληση στην ιδρυτική συνθήκη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.

Ένας νέος στόχος για την Ευρωπαϊκή Ένωση

Η προώθηση της απασχόλησης εμφανίζεται στους στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και αποτελεί "ζήτημα κοινού ενδιαφέροντος" για τα κράτη μέλη (άρθρο 2 της ιδρυτικής συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας). Ο νέος στόχος που τίθεται είναι η επίτευξη "υψηλού επιπέδου απασχόλησης" χωρίς να αποδυναμωθεί η ανταγωνιστικότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (άρθρο B της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση - νέα αρίθμηση του άρθρου 2 μόλις τεθεί σε ισχύ η Συνθήκη του Άμστερνταμ) .

Με σκοπό την επίτευξη αυτού του στόχου, ανατίθεται μια νέα αρμοδιότητα στην Ένωση, συμπληρωματική της αρμοδιότητας των κρατών μελών, η οποία αποβλέπει στο "συντονισμό της στρατηγικής" για την απασχόληση. Το στοιχείο κλειδί της στρατηγικής αυτής αποτελούν οι κοινές κατευθυντήριες γραμμές, οι οποίες ορίζονται με πρότυπο τις κατευθυντήριες γραμμές που εγκρίθηκαν στη διάρκεια του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στο Έσεν.

Ο νέος τίτλος VIΙΙ (άρθρα 125 έως 130) της ιδρυτικής συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας προσδιορίζει αυτούς τους στόχους και τα μέσα για την επίτευξη τους. Προβλέπει επίσης τη σύσταση μιας Επιτροπής Απασχόλησης.

Η ρητή αναφορά που γίνεται στη συνθήκη για την απασχόληση θεσμοποιεί τις πρωτοβουλίες που ανέλαβαν τα κράτη μέλη σε διάφορα Ευρωπαϊκά Συμβούλια, καθώς και τις πρωτοβουλίες που ενέκρινε η Ευρωπαϊκή Επιτροπήπριν από δύο χρόνια. Επιπλέον, συμβαδίζοντας με τις διατάξεις που αφορούν την Οικονομική και Νομισματική Ένωση, αποκαθιστά την ισορροπία προσθέτοντας στις μακροοικονομικές διατάξεις, μέτρα τα οποία ανταποκρίνονται στις προσδοκίες των ευρωπαίων πολιτών σχετικά με την καταπολέμηση της ανεργίας. Μάλιστα, ένα από τα ουσιαστικά σημεία του νέου αυτού τίτλου αποτελεί το γεγονός ότι πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο αντίκτυπος που έχει στην απασχόληση ο καθορισμός και η εφαρμογή κάθε κοινοτικής πολιτικής και ενέργειας.

Πρόωρη εφαρμογή

Στη διάρκεια του Συμβουλίου στο Άμστερνταμ στις 16 και 17 Ιουνίου 1997, τα κράτη μέλη αποφάσισαν την πρόωρη εφαρμογή των νέων διατάξεων που αφορούν την απασχόληση και περιέχονται στη συνθήκη του Άμστερνταμ. Από την 1η Οκτωβρίου 1997, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει προτείνει κατευθυντήριες γραμμές για τις πολιτικές απασχόλησης που ακολούθησαν τα κράτη μέλη κατά το 1998.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ

Κατά τη διακυβερνητική διάσκεψη σχετικά με την Οικονομική και Νομισματική Ένωση (1992), συζητήθηκε το ενδεχόμενο να περιληφθεί η απασχόληση στα κριτήρια σύγκλισης στα οποία θα έπρεπε να ανταποκρίνονται τα κράτη μέλη προκειμένου να ενταχθούν στο ενιαίο νόμισμα. Η ιδέα αυτή απορρίφθηκε από τις περισσότερες κυβερνήσεις οι οποίες ήθελαν να διατηρήσουν τα προνόμιά τους στον τομέα της πολιτικής για την απασχόληση. Στη διάρκεια συζητήσεων που πραγματοποιήθηκαν σε εθνικό επίπεδο πριν από την επικύρωση της συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η έλλειψη οποιασδήποτε αναφοράς στην απασχόληση από τη νέα συνθήκη επικρίθηκε σοβαρά από την κοινή γνώμη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση φάνηκε να ασχολείται ελάχιστα με τα προβλήματα της ανεργίας και της απασχόλησης, τη στιγμή που η εφαρμογή της μελλοντικής Οικονομική και Νομισματική Ένωση επέβαλε δύσκολες κοινωνικές επιλογές στα κράτη μέλη, τα οποία ήταν υποχρεωμένα να περιορίσουν τα ελλείμματα του προϋπολογισμού τους.

Το προκαταρκτικό στάδιο στο Έσεν

Το 1994, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στο Έσεν (9 και 10 Δεκεμβρίου) όρισε, για πρώτη φορά σε ευρωπαϊκό επίπεδο, βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες γραμμές ενεργειών σχετικά με την απασχόληση. Επιβεβαιώνοντας το γεγονός ότι αποτελεί προτεραιότητα για την Ευρωπαϊκή Ένωση ο αγώνας κατά της ανεργίας, τα συμπεράσματα αυτής της συνάντησης κορυφής υπογραμμίζουν τα διαρθρωτικά αίτια μεγάλου ποσοστού της ευρωπαϊκής ανεργίας και τον κρίσιμο ρόλο του υπεύθυνου διαλόγου μεταξύ των κοινωνικών εταίρων και του πολιτικού κόσμου για την επίλυση του προβλήματος.

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο είχε ορίσει επίσης πέντε άξονες προτεραιοτήτων για τις πολιτικές των κρατών μελών όσον αφορά την απασχόληση:

Οι συστάσεις αυτές εφαρμόστηκαν στα κράτη μέλη με τη μορφή πολυετών προγραμμάτων. Κάθε χρόνο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συντάσσει έκθεση σχετικά με την πορεία της απασχόλησης και τις πολιτικές που ακολουθούν τα κράτη μέλη, τις οποίες και αξιολογεί με βάση τις καθορισμένες προτεραιότητες.

Το σύμφωνο εμπιστοσύνης

Τον Ιούνιο του 1996, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ξεκίνησε μία "Ενέργεια για την απασχόληση στην Ευρώπη" Ένα σύμφωνο εμπιστοσύνης" με σκοπό να κινητοποιήσει όλους τους ενδιαφερόμενους παράγοντες σε κοινοτικό, εθνικό και τοπικό επίπεδο, να αξιοποιήσει το ευρωπαϊκό πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα που είναι δυνατόν να έχουν οι ενέργειες και να ενσωματώσει την καταπολέμηση της της ανεργίας στις μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες κοινωνικές προοπτικές. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στο Δουβλίνο (13-14 Δεκεμβρίου 1996) υποδέχτηκε θετικά αυτήν την πρωτοβουλία υπέρ της δέσμευσης όλων των οικονομικών και κοινωνικών παραγόντων και ζήτησε την ταχεία εφαρμογή των προγραμμάτων για τα τοπικά σύμφωνα απασχόλησης (80 από τα σύμφωνα αυτά υπογράφηκαν τον Ιούνιο του 1997).

Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ξεκινήσει πολλές ενέργειες για την απασχόληση χάρη στα διαρθρωτικά ταμεία και στο Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο. Περιλαμβάνοντας την απασχόληση μεταξύ των κοινοτικών πολιτικών, καθώς και στην ημερήσια διάταξη όλων των Ευρωπαϊκών Συμβουλίων, η Συνθήκη του Άμστερνταμ επιτρέπει την ανάπτυξη κοινοτικών πρωτοβουλιών όσον αφορά την απασχόληση καθώς και τη δημιουργία μιας συνεκτικής ευρωπαϊκής πολιτικής.

ΜΙΑ ΝΕΑ ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Αυτός ο νέος τίτλος VIII θέτει σε εφαρμογή μια συντονισμένη στρατηγική για την απασχόληση με σκοπό να προωθήσει την εξειδίκευση και την ικανότητα προσαρμογής του εργατικού δυναμικού, καθώς και αγορές εργασίας ικανές να αντιδρούν ταχύτατα στις οικονομικές αλλαγές.

Κοινές κατευθυντήριες γραμμές

Κατ' αρχάς, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο υιοθετεί συμπεράσματα σχετικά με την κατάσταση της απασχόλησης στην Κοινότητα, με βάση την ετήσια έκθεση που συντάσσει το Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η Επιτροπή.

Κάθε χρόνο, τα συμπεράσματα αυτά προσφέρουν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τη δυνατότητα να προτείνει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την πολιτική για την απασχόληση, σύμφωνα με το γενικό οικονομικό προσανατολισμό, ο οποίος καθορίζεται στο πλαίσιο της Νομισματικής Ένωσης (άρθρο 99, πρώην άρθρο 103). Μετά τη γνωμοδότηση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, της Επιτροπής Περιφερειώνκαι της Επιτροπής Απασχόλησης, το Συμβούλιο εγκρίνει τις κατευθυντήριες αυτές γραμμές με ειδική πλειοψηφία. Η προσέγγιση αυτή βασίζεται στο πρότυπο της διαδικασίας σύγκλισης των εθνικών οικονομικών πολιτικών. Οι κοινές κατευθυντήριες γραμμές δεν εναρμονίζουν τις εθνικές διατάξεις. Ωστόσο, έχουν έμμεση επίδραση στην πολιτική των κρατών μελών.

Βέβαια, τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους τους κοινούς αυτούς στόχους, κατά τον καθορισμό της πολιτικής τους για την απασχόληση. Το Συμβούλιο εξετάζει στη συνέχεια τις ετήσιες εκθέσεις που υποβάλλουν τα κράτη μέλη σε αυτόν τον τομέα και εάν το κρίνει απαραίτητο, μπορεί να απευθύνει σύσταση - με πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής - σε κάποιο κράτος μέλος. Η σύσταση αυτή εγκρίνεται στη συνέχεια με ειδική πλειοψηφία από το Συμβούλιο.

Η διάταξη αυτή είναι παρόμοια με εκείνη που προβλέπεται για την οικονομική πολιτική. Όσον αφορά όμως, την πολιτική για την απασχόληση, δεν επιβάλλονται κυρώσεις στα κράτη μέλη τα οποία δεν σέβονται τις συστάσεις του Συμβουλίου. Εξάλλου, στη συνθήκη δεν αναφέρεται ότι οι συστάσεις αυτές πρέπει να δημοσιεύονται.

Τέλος, αντίθετα με τις καθιερωμένες διατάξεις για την Οικονομική και Νομισματική Ένωση, ο τίτλος VIII δεν ορίζει μακροοικονομικούς στόχους οι οποίοι θα πρέπει να επιτευχθούν, σύμφωνα με τα οικονομικά κριτήρια σύγκλισης. Ορισμένα κράτη μέλη δεν ήθελαν να περιληφθούν στη συνθήκη δεσμευτικοί στόχοι, θεωρώντας ότι η εφαρμογή μιας συντονισμένης στρατηγικής αποτελούσε ήδη πολύ σημαντικό βήμα.

Κίνητρα

Ενέργειες ενθάρρυνσης είναι δυνατόν να καθορίζονται από το Συμβούλιο, με ειδική πλειοψηφία και σύμφωνα με τη διαδικασία συναπόφασηςμε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Σκοπός τους είναι "να ενθαρρύνουν τη συνεργασία των κρατών μελών και να υποστηρίξουν τις ενέργειές τους στον τομέα της απασχόλησης μέσω πρωτοβουλιών που αποβλέπουν στην ανάπτυξη των ανταλλαγών πληροφοριών και καλύτερων πρακτικών, παρέχοντας συγκριτικές αναλύσεις και συμβουλές καθώς και προωθώντας τις καινοτόμες προσεγγίσεις και αξιολογώντας τις εμπειρίες, προσφεύγοντας κυρίως στα δοκιμαστικά προγράμματα". "Δεν επιφέρουν την εναρμόνιση των νομοθετικών και ρυθμιστικών διατάξεων των κρατών μελών". Ωστόσο, η συντονισμένη στρατηγική για την απασχόληση πρέπει να έχει έμμεση επίδραση στις διατάξεις αυτές.

Δύο δηλώσεις περιγράφουν τα κίνητρα αυτά:

Η ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ

Η Επιτροπή Απασχόλησης και Αγοράς Εργασίας δημιουργήθηκε το Δεκέμβριο του 1996. Οι αρμοδιότητές της είναι περιορισμένες. Σε αντικατάσταση, το νέο άρθρο 130 της ιδρυτικής συνθήκης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας προβλέπει ότι το Συμβούλιο συγκροτεί επιτροπή με την ονομασία Επιτροπή Απασχόλησης, σύμφωνα με το πρότυπο της Νομισματικής Επιτροπής η οποία έχει συσταθεί από την Οικονομική και Νομισματική Ένωση.

Η συμβουλευτική αυτή επιτροπή ενθαρρύνει το συντονισμό των εθνικών πολιτικών για την απασχόληση και την αγορά εργασίας. Παρακολουθεί την πορεία των πολιτικών αυτών στα κράτη μέλη και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, διατυπώνει γνωμοδοτήσεις μετά από απαίτηση του Συμβουλίου, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ή κατόπιν δικής της πρωτοβουλίας και συμμετέχει στην προπαρασκευής των αποφάσεων του Συμβουλίου.

Όπως η προηγούμενη Επιτροπή Απασχόλησης και Αγοράς Εργασίας, θα αποτελείται από δύο εκπροσώπους κάθε κράτους μέλους και της Επιτροπής. Συμβουλεύει τους κοινωνικούς εταίρους..

See also

Για περισσότερες λεπτομέρειες: