Συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-151/04 και C-152/04

Ποινικές δίκες

κατά

Claude Nadin κ.λπ.

(αιτήσεις του tribunal de police de Neufchâteau

για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως)

«Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων και ελεύθερη παροχή υπηρεσιών — Έννοια του εργαζομένου — Προϋπόθεση περί σχέσεως εξαρτήσεως — Αυτοκίνητο όχημα — Διάθεσή του στον εργαζόμενο εκ μέρους του εργοδότη — Όχημα που έχει ταξινομηθεί στο εξωτερικό — Εργοδότης εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος — Ταξινόμηση και φορολόγηση του αυτοκίνητου οχήματος»

Προτάσεις του γενικού εισαγγελέα F. G. Jacobs της 26ης Μαΐου 2005 

Απόφαση του Δικαστηρίου (πρώτο τμήμα) της 15ης Δεκεμβρίου 2005 

Περίληψη της αποφάσεως

Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων — Ελευθερία εγκαταστάσεως — Περιορισμοί — Κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους επιβάλλουσα σε μη μισθωτό εργαζόμενο που κατοικεί στο κράτος αυτό την υποχρέωση ταξινομήσεως οχήματος που τίθεται στη διάθεσή του από τον εγκατεστημένο σε άλλο κράτος μέλος εργοδότη του — Δεν επιτρέπεται — Δικαιολόγηση — Δεν χωρεί

(Άρθρο 43 EΚ)

Το άρθρο 43 ΕΚ απαγορεύει κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους επιβάλλουσα σε μη μισθωτό εργαζόμενο που κατοικεί στο κράτος αυτό την υποχρέωση ταξινομήσεως εταιρικού οχήματος που τίθεται στη διάθεσή του από την εδρεύουσα σε άλλο κράτος μέλος εταιρία που τον απασχολεί, όταν το όχημα αυτό δεν προορίζεται να χρησιμοποιηθεί κατά τρόπο μόνιμο κυρίως εντός του πρώτου κράτους μέλους ούτε χρησιμοποιείται πράγματι κατ’ αυτόν τον τρόπο.

Λόγοι αναγόμενοι στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, στην πρόληψη των καταχρήσεων, στην αξιόπιστη εντόπιση των κυρίων των οχημάτων, στην οδική ασφάλεια ή ακόμη και στην περιβαλλοντική πολιτική δεν μπορούν να δικαιολογήσουν την επιβολή μιας τέτοιας υποχρεώσεως ταξινομήσεως.

(βλ. σκέψεις 44-45, 48-49, 52, 55 και διατακτ.)




ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (πρώτο τμήμα)

της 15ης Δεκεμβρίου 2005 (*)

«Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων και ελεύθερη παροχή υπηρεσιών – Έννοια του εργαζομένου – Προϋπόθεση περί σχέσεως εξαρτήσεως – Αυτοκίνητο όχημα – Διάθεσή του στον εργαζόμενο εκ μέρους του εργοδότη – Όχημα που έχει ταξινομηθεί στο εξωτερικό – Εργοδότης εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος – Ταξινόμηση και φορολόγηση του αυτοκίνητου οχήματος»

Στις συνεκδικαζόμενες υποθέσεις C-151/04 και C-152/04,

με αντικείμενο αιτήσεις εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 234 ΕΚ, τις οποίες υπέβαλε το tribunal de police de Neufchâteau (Βέλγιο) με αποφάσεις της 16ης Ιανουαρίου 2004 που περιήλθαν στο Δικαστήριο στις 25 Μαρτίου 2004, στο πλαίσιο των ποινικών δικών κατά

Claude Nadin,

Nadin-Lux SA (C-151/04)

και

Jean-Pascal Durré (C-152/04),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (πρώτο τμήμα),

συγκείμενο από τους P. Jann, πρόεδρο τμήματος, K. Schiemann, N. Colneric (εισηγήτρια), J. N. Cunha Rodrigues και E. Levits, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: F. G. Jacobs

γραμματέας: K. Sztranc, υπάλληλος διοικήσεως,

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία και κατόπιν της επ’ ακροατηρίου συζητήσεως της 24ης Φεβρουαρίου 2005,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

–       η J.-P. Durré, εκπροσωπούμενη από τον J.-F. Cartuyvels, avocat,

–       η Βελγική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την E. Dominkovits, επικουρούμενη από τον B. van de Walle de Ghelcke, avocat,

–       η Φινλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τις T. Pynnä και A. Guimaraes-Purokoski,

–       η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου, εκπροσωπούμενη από τις C. White και K. Manji, επικουρούμενες από την P. Whipple, barrister,

–       η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τους D. Martin και N. B. Rasmussen,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 26ης Μαΐου 2005,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1       Οι αιτήσεις εκδόσεως προδικαστικής αποφάσεως αφορούν την ερμηνεία των άρθρων 10 EΚ, 39 ΕΚ, 43 EΚ και 49 EΚ.

2       Οι εν λόγω αιτήσεις υποβλήθηκαν στο πλαίσιο δύο ποινικών διαδικασιών κατά των C. Nadin και J.-P. Durré, αμφοτέρων κατοίκων Βελγίου, σχετικά με παράβαση της βελγικής κανονιστικής ρυθμίσεως που καθιστά υποχρεωτική την ταξινόμηση στο Βέλγιο των εταιρικών οχημάτων τα οποία έχουν θέσει στη διάθεσή τους οι εδρεύουσες σε άλλο κράτος μέλος εταιρίες που τους απασχολούν.

 Το νομικό πλαίσιο

 Η κοινοτική κανονιστική ρύθμιση

3       Το άρθρο 10 EΚ ορίζει:

«Τα κράτη μέλη λαμβάνουν κάθε γενικό ή ειδικό μέτρο κατάλληλο να εξασφαλίσει την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παρούσα Συνθήκη ή προκύπτουν από πράξεις των οργάνων της Κοινότητας. Διευκολύνουν την Κοινότητα στην εκτέλεση της αποστολής της.

Απέχουν από κάθε μέτρο που δύναται να θέσει σε κίνδυνο την πραγματοποίηση των σκοπών της παρούσας Συνθήκης.»

4       Το άρθρο 39 EΚ ορίζει:

«1.      Εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων εντός της Κοινότητας.

2.      Η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων συνεπάγεται την κατάργηση κάθε διακρίσεως λόγω ιθαγενείας μεταξύ των εργαζομένων των κρατών μελών, όσον αφορά την απασχόληση, την αμοιβή και τους άλλους όρους εργασίας.

3.      Με την επιφύλαξη των περιορισμών που δικαιολογούνται για λόγους δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας και δημοσίας υγείας, η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων περιλαμβάνει το δικαίωμά τους:

α)      να αποδέχονται κάθε πραγματική προσφορά εργασίας,

β)      να διακινούνται ελεύθερα για τον σκοπό αυτόν εντός της επικρατείας των κρατών μελών,

γ)      να διαμένουν σε ένα από τα κράτη μέλη με τον σκοπό να ασκούν εκεί ορισμένη εργασία σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που διέπουν την απασχόληση των εργαζομένων υπηκόων αυτού του κράτους μέλους,

δ)      να παραμένουν στην επικράτεια ενός κράτους μέλους και μετά την άσκηση σ’ αυτό ορισμένης εργασίας, κατά τους όρους που θα αποτελέσουν αντικείμενο κανονισμών εφαρμογής που θα εκδώσει η Επιτροπή.

Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται προκειμένου περί απασχολήσεως στη δημόσια διοίκηση.»

5       Το άρθρο 43 EΚ ορίζει:

«Στο πλαίσιο των κατωτέρω διατάξεων, οι περιορισμοί της ελευθερίας εγκαταστάσεως των υπηκόων ενός κράτους μέλους στην επικράτεια ενός άλλου κράτους μέλους απαγορεύονται. Η απαγόρευση αυτή εκτείνεται επίσης στους περιορισμούς για την ίδρυση πρακτορείων, υποκαταστημάτων ή θυγατρικών εταιρειών από τους υπηκόους ενός κράτους μέλους που είναι εγκατεστημένοι στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους.

Η ελευθερία εγκαταστάσεως περιλαμβάνει την ανάληψη και την άσκηση μη μισθωτών δραστηριοτήτων, καθώς και τη σύσταση και τη διαχείριση επιχειρήσεων, και ιδίως εταιρειών κατά την έννοια του άρθρου 48, παράγραφος 2, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που ορίζονται από τη νομοθεσία της χώρας εγκαταστάσεως για τους δικούς της υπηκόους, με την επιφύλαξη των διατάξεων του κεφαλαίου της παρούσας Συνθήκης που αναφέρονται στην κυκλοφορία κεφαλαίων.»

6       Το άρθρο 49, πρώτο εδάφιο, EΚ ορίζει:

«Στο πλαίσιο των κατωτέρω διατάξεων, οι περιορισμοί της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών στο εσωτερικό της Κοινότητας απαγορεύονται όσον αφορά τους υπηκόους των κρατών μελών που είναι εγκατεστημένοι σε κράτος της Κοινότητας άλλο από εκείνο του αποδέκτου της παροχής.»

 Η εθνική κανονιστική ρύθμιση

7       Το άρθρο 1 του βασιλικού διατάγματος της 20ής Ιουλίου 2001, περί της ταξινομήσεως των οχημάτων (Moniteur belge της 8ης Αυγούστου 2001, σ. 27031), ορίζει:

«Για την εφαρμογή του παρόντος βασιλικού διατάγματος:

[…]

27°      ως μόνιμη εγκατάσταση νοείται :

–       η διαρκής και υλική εγκατάσταση στην οποία ένα νομικό πρόσωπο έχει την εταιρική του έδρα ή την κύρια διοικητική του έδρα ή ο τόπος στον οποίο ένα ή περισσότερα από τα όργανά του συνέρχονται και λαμβάνουν τις αποφάσεις τους ή ο τόπος στον οποίο το νομικό πρόσωπο ασκεί μια εκ των οικονομικών του δραστηριοτήτων ή δραστηριότητα που άπτεται του εταιρικού του αντικειμένου ή ο τόπος στον οποίο το νομικό αυτό πρόσωπο εκπροσωπείται από ένα ή πλείονα φυσικά πρόσωπα ενεργούντα επ’ ονόματί του ή για λογαριασμό του.»

8       Το άρθρο 3 του εν λόγω βασιλικού διατάγματος ορίζει:

«§ 1. Τα άτομα που κατοικούν στο Βέλγιο καταχωρίζουν τα οχήματα που πρόκειται να θέσουν σε κυκλοφορία στο Βέλγιο στο μητρώο οχημάτων του άρθρου 6, ακόμη και αν τα οχήματα αυτά έχουν ήδη ταξινομηθεί στην αλλοδαπή.

Κάτοικοι Βελγίου θεωρούνται όσοι πληρούν μία εκ των ακολούθων προϋποθέσεων:

a)      είναι εγγεγραμμένοι στο δημοτολόγιο δήμου του Βελγίου·

b)      είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο βελγικού εμπορικού ή βιοτεχνικού επιμελητηρίου ως φυσικά ή νομικά πρόσωπα·

c)      είναι νομικά πρόσωπα μη καταχωρισμένα στο μητρώο βελγικού εμπορικού ή βιοτεχνικού επιμελητηρίου τα οποία έχουν συσταθεί δυνάμει του διεθνούς, αλλοδαπού ή εθνικού δικαίου και έχουν μόνιμη εγκατάσταση στο Βέλγιο, όπου γίνεται εκμετάλλευση ή χρήση του οχήματος.

§ 2.      Εντούτοις, η ταξινόμηση στο Βέλγιο οχημάτων ταξινομημένων στην αλλοδαπή τα οποία έχουν τεθεί σε κυκλοφορία από άτομα της παραγράφου 1 δεν είναι υποχρεωτική για:

[…]

2°      το όχημα το οποίο χρησιμοποιεί φυσικό πρόσωπο για την άσκηση της επαγγελματικής του δραστηριότητας και το οποίο έχει ταξινομηθεί στην αλλοδαπή επ’ ονόματι αλλοδαπού κυρίου με τον οποίο το πρόσωπο αυτό συνδέεται με σύμβαση εργασίας· το όχημα πρέπει να φέρει βεβαίωση χορηγούμενη από την αρμόδια για τον ΦΠΑ υπηρεσία [στο εξής: βεβαίωση ΦΠΑ]· ο υπουργός οικονομικών καθορίζει τους λεπτομερείς όρους χρήσεως του οχήματος».

9       Το άρθρο 14 της εγκυκλίου 1/2000 της βελγικής φορολογικής υπηρεσίας, της 3ης Μαΐου 2000, με τίτλο «Χρήση οχημάτων εντός του Βελγίου – Διατάξεις περί των όρων κυκλοφορίας οχημάτων ταξινομημένων στην αλλοδαπή», ορίζει τα εξής:

«Οι παρούσες διατάξεις αφορούν τα οχήματα με κινητήρα τα οποία ως οχήματα επιχειρήσεως δεν ανταποκρίνονται στον ορισμό που διατυπώνεται ανωτέρω (no 12). Πρόκειται, μεταξύ άλλων, για αυτοκίνητα, αυτοκίνητα μικτής κατασκευής, μικρά λεωφορεία, οχήματα παντός εδάφους κ.λπ.

Οσάκις τα οχήματα αυτά χρησιμοποιούνται από φυσικά πρόσωπα που κατοικούν στο Βέλγιο για επαγγελματικές ανάγκες κατ’ εντολή του εγκατεστημένου σε άλλο κράτος μέλος εργοδότη τους, εφαρμόζονται, βάσει του άρθρου 12bis, εδάφιο 2, 7° του Code de la T.V.A. (κώδικα περί ΦΠΑ), οι διατάξεις περί χορηγήσεως άδειας κυκλοφορίας με αλλοδαπές πινακίδες, καθό μέτρο θα εφαρμοζόταν το καθεστώς προσωρινής εισαγωγής με πλήρη απαλλαγή από τους εισαγωγικούς δασμούς, αν το όχημα αυτό είχε εισαχθεί στο Βέλγιο από τρίτη χώρα. Επιτρέπεται, εξάλλου, η ιδιωτική χρήση του οχήματος αυτού από τον εργαζόμενο που κατοικεί στο Βέλγιο, εφόσον η χρήση αυτή έχει δευτερεύοντα και περιστασιακό σε σχέση με την επαγγελματική χρήση χαρακτήρα και προβλέπεται από τη σύμβαση εργασίας.

Τα οχήματα αυτά μπορούν να υπαχθούν στο ειδικό καθεστώς προσωρινής εισαγωγής και, ipso facto, στο καθεστώς περί χορηγήσεως άδειας κυκλοφορίας με αλλοδαπές πινακίδες μόνον εφόσον πληρούνται οι όροι του άρθρου 15.»

10     Το άρθρο 15 της εγκυκλίου αυτής απαριθμεί τους όρους που πρέπει να πληρούνται προκειμένου να μπορεί ένα όχημα να υπαχθεί στο καθεστώς προσωρινής εισαγωγής και ορίζει, μεταξύ άλλων, τα εξής:

«[…]

b)      κύριος του οχήματος πρέπει να είναι ο εργοδότης. Για τα μισθωμένα οχήματα ή τα οχήματα που έχουν παραχωρηθεί βάσει συμβάσεως χρηματοδοτικής μισθώσεως εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 9·

[…]

f)      Ο dirigeant [διευθυντικό στέλεχος] (gérant [διαχειριστής] ή administrateur [διοικητικό στέλεχος] της εταιρίας) μπορεί να επικαλεσθεί το ειδικό καθεστώς μόνο καθόσον διατηρεί την ιδιότητα του υπαλλήλου και, συνεπώς, μόνον εφόσον αποδεικνύει ότι υφίσταται πραγματική εξάρτησή του από την εταιρία. Προκειμένου να θωρηθεί ότι υφίσταται εξάρτηση πρέπει ο dirigeant να αποδεικνύει ότι υπάγεται στην εξουσία άλλου εντεταλμένου προσώπου ή οργάνου της εταιρίας (διοικητικό συμβούλιο, διοικούσα επιτροπή, συμβούλιο διαχειρίσεως, […]), το οποίο κατέχει θέση εξουσίας επί της οποίας ο ίδιος δεν δύναται να ασκεί καμία καθοριστική επιρροή. Υπό την έννοια αυτή, αποκλείεται παντελώς η υπαγωγή στο ειδικό αυτό καθεστώς των εκμεταλλευόμενων μονοπρόσωπη εταιρία, των ιδρυτικών μελών ή των κύριων μετόχων εταιρίας.»

11     Το άρθρο 9, πρώτη περίοδος, της εν λόγω εγκυκλίου ορίζει:

«Οσάκις μισθωμένο όχημα ή όχημα που έχει παραχωρηθεί βάσει συμβάσεως χρηματοδοτικής μισθώσεως τίθεται από αλλοδαπό εργοδότη στη διάθεση εργαζομένου ο οποίος είναι κάτοικος Βελγίου και μπορεί να επικαλεστεί το ειδικό καθεστώς των άρθρων 14 και 15, ο εργαζόμενος αυτός έχει τη δυνατότητα να ζητήσει βεβαίωση υπό τις οριζόμενες στα εν λόγω άρθρα προϋποθέσεις και υπό τον όρο τηρήσεως των προβλεπόμενων διατυπώσεων.»

12     Στο Βέλγιο, στο πλαίσιο της ταξινομήσεως των αυτοκινήτων οχημάτων, επιβάλλονται διάφοροι φόροι. Μεταξύ άλλων, επιβάλλεται φόρος για τη θέση του οχήματος σε κυκλοφορία δυνάμει του άρθρου 94, πρώτο εδάφιο, σημείο 1, του code des taxes assimilées aux impôts sur les revenus (κώδικα περί των εξομοιούμενων με τον φόρο εισοδήματος φόρων, στο εξής: CTA).

13     Η διάταξη αυτή ορίζει τα εξής:

«Καθιερώνεται υπέρ του Κράτους φόρος εξομοιούμενος με τον φόρο εισοδήματος, ο οποίος επιβάλλεται:

1°       επί των αυτοκινήτων, των αυτοκινήτων μικτής κατασκευής, των μικρών λεωφορείων και των μοτοσυκλετών, όπως τα οχήματα αυτά προσδιορίζονται στην κανονιστική ρύθμιση περί ταξινομήσεως μηχανοκίνητων οχημάτων και ρυμουλκούμενων, καθόσον τα οχήματα αυτά φέρουν ή πρέπει να φέρουν πινακίδα άλλη πλην της αναγράφουσας «για δοκιμή» ή «για πώληση» ή της προσωρινής πινακίδας (πλην της διεθνούς πινακίδας), η οποία χορηγείται στο πλαίσιο της κανονιστικής αυτής ρυθμίσεως.»

14     Το άρθρο 99, παράγραφος 1, του CTA ορίζει συναφώς τα εξής:

«Τεκμαίρεται ότι τα οχήματα του άρθρου 94, παράγραφος 1, χρησιμοποιούνται στο δημόσιο οδικό δίκτυο του Βελγίου από του χρονικού σημείου κατά το οποίο καταχωρίστηκαν ή έπρεπε να καταχωριστούν στο μητρώο του Γραφείου οδικής κυκλοφορίας».

15     Το άρθρο 21 του CTA, το οποίο καθορίζει τον φόρο κυκλοφορίας για τα αυτοκίνητα οχήματα, ορίζει:

«Ο φόρος βαρύνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο δηλώνεται ή πρέπει να δηλώνεται στο πιστοποιητικό ταξινομήσεως, για το χρονικό διάστημα κατά το οποίο το όχημα είναι ή πρέπει να είναι καταχωρισμένο επ’ ονόματι του προσώπου αυτού στο μητρώο της Διευθύνσεως ταξινομήσεως των οχημάτων.

Ως οχήματα υπό την έννοια του εδαφίου 1 νοούνται τα αυτοκίνητα, τα αυτοκίνητα μικτής κατασκευής, τα βραδυκίνητα αυτοκίνητα μικτής κατασκευής, τα μικρά λεωφορεία, τα ασθενοφόρα, οι μοτοσυκλέτες, τα μηχανοκίνητα τρίτροχα, τα μηχανοκίνητα τετράτροχα, τα μικρά φορτηγά, τα βραδυκίνητα μικρά φορτηγά, οι ρυμούλκες πλωτών μέσων, τα τροχόσπιτα, τα ρυμουλκούμενα ή ημιρυμουλκούμενα μέγιστης εγκεκριμένης μάζας 3 500 kg».

 Οι διαφορές των κυριών δικών και το προδικαστικό ερώτημα

 Υπόθεση C-151/04

16     Ο C. Nadin, Βέλγος υπήκοος, κατοικεί στο Βέλγιο, αλλά εργάζεται στο Λουξεμβούργο ως administrateur délégué της εταιρίας Nadin-Lux SA.

17     Στις 21 Μαρτίου 2002, στο πλαίσιο ελέγχου που διενήργησαν στο Βέλγιο οι τελωνειακές και φορολογικές υπηρεσίες, διαπιστώθηκε ότι ο C. Nadin οδηγούσε όχημα ταξινομημένο στο Μεγάλο Δουκάτο του Λουξεμβούργου, το οποίο ανήκε στην εδρεύουσα στο Λουξεμβούργο εταιρία Crédit Lease SA.

18     Κατά την ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου ποινική διαδικασία, ο C. Nadin δήλωσε ότι το όχημα είχε αγοράσει η εταιρία Nadin-Lux SA, ότι ο ίδιος είχε υπογράψει το δελτίο παραγγελίας και ότι το ποσό του τιμήματος είχε καταβληθεί από την εταιρία Crédit Lease SA. Ο C. Nadin δήλωσε, επίσης, ότι είχε συνάψει σύμβαση μισθώσεως διάρκειας περίπου 42 μηνών, η οποία είχε αρχίσει να ισχύει τον Ιανουάριο του 2000.

19     Από τα στοιχεία του συνημμένου στην απόφαση περί παραπομπής φακέλου προκύπτει ότι C. Nadin υπέβαλε αίτηση για τη χορήγηση βεβαιώσεως ΦΠΑ, η οποία, όμως, απορρίφθηκε για τον λόγο ότι αυτός ασκούσε καθήκοντα administrateur délégué στην εταιρία που τον απασχολεί.

20     Στον C. Nadin προσάπτεται ότι, στις 21 Μαρτίου 2002, χρησιμοποίησε για την άσκηση της επαγγελματικής του δραστηριότητας όχημα το οποίο είχε ταξινομηθεί στο εξωτερικό επ’ ονόματι αλλοδαπού κυρίου, με τον οποίο ο C. Nadin συνδέεται με σύμβαση εργασίας, χωρίς να φέρει μεθ’ εαυτού τη σχετική βεβαίωση ΦΠΑ.

21     Ο C. Nadin υποστηρίζει ότι πρέπει να θεωρηθεί κοινοτικός εργαζόμενος.

 Υπόθεση C-152/04

22     O J.-P. Durré, Βέλγος υπήκοος, κατοικεί στο Βέλγιο, αλλά εργάζεται στο Λουξεμβούργο για την εταιρία Delisalade SA.

23     Στις 15 Μαρτίου 2002, στο πλαίσιο ελέγχου που διενήργησαν στο Βέλγιο οι τελωνειακές και φορολογικές υπηρεσίες, διαπιστώθηκε ότι ο J.-P. Durré οδηγούσε όχημα που είχε ταξινομηθεί στο Λουξεμβούργο επ’ ονόματι της Delisalade SA.

24     Κατά τον έλεγχο αυτό, ο J.-P. Durré επέδειξε βεβαίωση του εργοδότη του, σχετική με τη χρήση του οχήματος, η υποχρέωση κατοχής της οποίας επιβάλλεται από τον οργανισμό κοινωνικών ασφαλίσεων του Λουξεμβούργου. Η σύμβαση εργασίας μεταξύ του J.-P. Durré και του εργοδότη του προβλέπει ότι ο εργοδότης θέτει όχημα στη διάθεση του εργαζομένου και ότι ο εργαζόμενος μπορεί να χρησιμοποιεί επικουρικώς το όχημα αυτό για τις προσωπικές του ανάγκες. Ο J.-P. Durré δεν είχε στην κατοχή του τη βεβαίωση ΦΠΑ.

25      Η Delisalade SA, η οποία, αρχικώς, ήταν μονοπρόσωπη εταιρία περιορισμένης ευθύνης συσταθείσα από τον J.-P. Durré, μετατράπηκε το 1997 σε ανώνυμη εταιρία, της οποίας J.-P. Durré είναι μειοψηφών εταίρος και administrateur.

26     Στον J.-P. Durré προσάπτεται ότι, στις 15 Μαρτίου 2002, δεν είχε ταξινομήσει, καίτοι κάτοικος Βελγίου, όχημα το οποίο θα έθετε σε κυκλοφορία στο Βέλγιο, έστω και αν το όχημα αυτό είχε ήδη ταξινομηθεί στο εξωτερικό.

27     Ο J.-P. Durré υποστηρίζει, ομοίως, ότι πρέπει να θεωρηθεί κοινοτικός εργαζόμενος.

28     Υπό τις συνθήκες αυτές, το tribunal de police de Neufchâteau αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία στις δύο υποθέσεις και να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Προσκρούει στα άρθρα 10, 39, 43, και 49 της Συνθήκης ΕΟΚ η εκ μέρους κράτους μέλους λήψη μέτρου με το οποίο επιβάλλεται σε εργαζόμενο που κατοικεί στο έδαφός του η υποχρέωση να ταξινομήσει ένα όχημα στο κράτος αυτό, μολονότι το όχημα αυτό ανήκει στον εργοδότη του, εταιρία εδρεύουσα σε άλλο κράτος μέλος με την οποία ο εργαζόμενος αυτός συνδέεται με σύμβαση εργασίας, έχοντας, ωστόσο, παράλληλα την ιδιότητα του μετόχου, του administrateur, του εντεταλμένου με την καθημερινή διαχείριση συμβούλου ή ανάλογη ιδιότητα;».

 Επί του προδικαστικού ερωτήματος

29     Το αιτούν δικαστήριο ερωτά, κατ’ ουσίαν, αν προσκρούει στα άρθρα 10 ΕΚ, 39 ΕΚ, 43 ΕΚ, και 49 ΕΚ η επιβολή σε κάτοικο κράτους μέλους της υποχρεώσεως να ταξινομήσει στο κράτος αυτό όχημα το οποίο έθεσε στη διάθεσή του η εδρεύουσα σε άλλο κράτος μέλος εταιρία που τον απασχολεί, οσάκις ο εργαζόμενος, ο οποίος συνδέεται με την εταιρία με σύμβαση εργασίας, είναι παράλληλα μέτοχος ή administrateur ή gérant της εταιρίας αυτής.

 Επί της ιδιότητας του εργαζομένου ως μισθωτού ή μη

30     Ενώ οι μισθωτοί εργαζόμενοι εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 39 EΚ, οι μη μισθωτοί εργαζόμενοι διέπονται από το άρθρο 43 EΚ.

31     Δεδομένου ότι το ουσιώδες χαρακτηριστικό μιας σχέσεως εργασίας κατά την έννοια του άρθρου 39 ΕΚ είναι το γεγονός ότι ένα πρόσωπο παρέχει, κατά τη διάρκεια ορισμένου χρόνου, σε άλλο πρόσωπο και υπό τις οδηγίες του, υπηρεσίες για τις οποίες λαμβάνει αμοιβή, πρέπει να χαρακτηρίζεται ως μη μισθωτή δραστηριότητα, κατά την έννοια του άρθρου 43 ΕΚ της Συνθήκης, η δραστηριότητα που δεν ασκείται στο πλαίσιο σχέσεως εξαρτήσεως (βλ. απόφαση της 20ής Νοεμβρίου 2001, C-268/99, Jany κ.λπ., Συλλογή 2001, σ. Ι-8615, σκέψεις 34, και την εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

32     Δεν απόκειται στο Δικαστήριο να καθορίσει εάν, στις διαφορές των κυρίων δικών, υφίσταται ή όχι σχέση εξαρτήσεως.

33     Δεδομένου ότι η επίμαχη εθνική κανονιστική ρύθμιση επιτρέπει, χωρίς να επιβάλλει υποχρέωση ταξινομήσεως, σε μισθωτό εργαζόμενο που κατοικεί στο Βέλγιο να κυκλοφορεί εντός της βελγικής επικράτειας με όχημα εταιρίας το οποίο έθεσε στη διάθεσή του ο εγκατεστημένος σε άλλο κράτος μέλος εργοδότης του, πρέπει να εξετασθεί αν ο αποκλεισμός της δυνατότητας αυτής για τους μη μισθωτούς εργαζομένους είναι αντίθετος προς το άρθρο 43 EΚ.

 Επί της υπάρξεως περιορισμών στην ελεύθερη κυκλοφορία των μη μισθωτών εργαζομένων

34     Το σύνολο των διατάξεων της Συνθήκης που αφορούν την ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων σκοπεί στη διευκόλυνση της ασκήσεως, εκ μέρους των κοινοτικών υπηκόων, επαγγελματικών δραστηριοτήτων πάσης φύσεως εντός του συνόλου της Κοινότητας και απαγορεύει τα μέτρα που θα μπορούσαν να αποβούν δυσμενή για τους εν λόγω υπηκόους όταν αυτοί επιθυμούν να ασκήσουν οικονομική δραστηριότητα εντός άλλου κράτους μέλους (βλ. απόφαση της 15ης Σεπτεμβρίου 1995, C-464/02, Επιτροπή κατά Δανίας, που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στη Συλλογή, σκέψη 34, και την εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

35     Επομένως, διατάξεις οι οποίες εμποδίζουν ή αποθαρρύνουν υπήκοο κράτους μέλους να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του προκειμένου να ασκήσει το δικαίωμά του ελεύθερης κυκλοφορίας συνιστούν προσκόμματα στην άσκηση αυτής της ελευθερίας, έστω και αν εφαρμόζονται ανεξαρτήτως της ιθαγένειας των οικείων εργαζομένων (απόφαση της 15ης Δεκεμβρίου 1995, C-415/93, Bosman, Συλλογή 1995, σ. Ι-4921, σκέψη 96, και προμνημονευθείσα απόφαση Επιτροπή κατά Δανίας, σκέψη 35).

36     Στο πλαίσιο υποθέσεως που αφορούσε την υποχρέωση ταξινομήσεως στη Δανία εταιρικού οχήματος το οποίο εταιρία εδρεύουσα σε άλλο κράτος μέλος είχε θέτει στη διάθεση μισθωτών εργαζομένων που κατοικούσαν στη Δανία, το Δικαστήριο έκρινε ότι πρόκειται για περιορισμό στην ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων (βλ. προμνημονευθείσα απόφαση Επιτροπής κατά Δανίας, σκέψεις 46 και 52). Είναι αδιαμφισβήτητο ότι μια υποχρέωση ταξινομήσεως όπως αυτή των υποθέσεων των κυρίων δικών συνιστά, ομοίως, περιορισμό στην ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων, καθόσον επιβάλλεται στους μη μισθωτούς εργαζομένους.

37     Πράγματι, μια τέτοια υποχρέωση εμποδίζει την πρόσβαση των κατοίκων του Βελγίου στις θέσεις εργασίας μη μισθωτών εργαζομένων των λοιπών κρατών μελών και, συνεπώς, δύναται να αποθαρρύνει τα πρόσωπα αυτά να ασκήσουν το δικαίωμά τους ελεύθερης κυκλοφορίας.

38     Εν αντιθέσει προς ό, τι υποστηρίζει η Βελγική Κυβέρνηση, το γεγονός ότι η εδρεύουσα σε άλλο κράτος μέλος εταιρία μπορεί να ταξινoμήσει το εταιρικό όχημα επ’ ονόματί της στο Βέλγιο, χωρίς να έχει εκεί μόνιμη εγκατάσταση, προκειμένου να αποφύγει την επιβολή της υποχρεώσεως αυτής στον ίδιο τον dirigeant, δεν αναιρεί τον χαρακτήρα της υποχρεώσεως ταξινομήσεως ως περιορισμού στην ελεύθερη κυκλοφορία.

39     Ένα τέτοιο μέτρο θα μπορούσε να γίνει δεκτό μόνον αν αποτελούσε ένα εκ των κατ’ εξαίρεση επιτρεπόμενων μέτρων που προβλέπει ρητώς το άρθρο 46, παράγραφος 1, ΕΚ ή αν επιδίωκε θεμιτό σκοπό σύμφωνο με τη Συνθήκη και δικαιολογούνταν από επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος. Ακόμη, όμως, και σε μια τέτοια περίπτωση, η εφαρμογή του μέτρου αυτού θα έπρεπε να είναι κατάλληλη να εξασφαλίσει την επίτευξη του συγκεκριμένου σκοπού και να μην υπερβαίνει το αναγκαίο για την επίτευξή του μέτρο (βλ., κατ’ αναλογίαν, μεταξύ άλλων, προμνημονευθείσα απόφαση Επιτροπή κατά Δανίας, σκέψη 53, και την εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

 Επί της δικαιολογήσεως του περιορισμού της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων

40     Οι εθνικές νομοθεσίες περί φορολογήσεως των αυτοκινήτων οχημάτων δεν έχουν εναρμονιστεί, πλην ορισμένων εξαιρέσεων που δεν αφορούν την υπό κρίση υπόθεση. Τα κράτη μέλη είναι, επομένως, ελεύθερα να ασκούν τη φορολογική τους αρμοδιότητα στον τομέα αυτό, υπό τον όρο της τηρήσεως των κανόνων του κοινοτικού δικαίου (απόφαση της 21ης Μαρτίου 2002, C-451/99, Cura Anlagen, Συλλογή 2002, σ. Ι-3193, σκέψη 40).

41     Από τις σκέψεις 75 έως 78 της προμνημονευθείσας αποφάσεως Επιτροπή κατά Δανίας προκύπτει ότι ένα κράτος μέλος μπορεί να επιβάλλει φόρο κατά την ταξινόμηση εταιρικού οχήματος που τίθεται στη διάθεση εργαζομένου που κατοικεί στο κράτος αυτό από εταιρία εδρεύουσα σε άλλο κράτος μέλος, όταν το όχημα αυτό προορίζεται να χρησιμοποιηθεί κυρίως εντός του πρώτου κράτους μέλους κατά τρόπο μόνιμο ή όταν χρησιμοποιείται πράγματι κατ’ αυτόν τον τρόπο.

42     Απόκειται στον εθνικό δικαστή να κρίνει αν, εν προκειμένω, οι εργαζόμενοι χρησιμοποίησαν κατ’ αυτόν τον τρόπο τα τεθέντα στη διάθεσή τους οχήματα.

43     Εάν δεν συντρέχει τέτοια περίπτωση, η αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των προσώπων απαγορεύει την επιβολή υποχρεώσεως ταξινομήσεως, όπως αυτή των υποθέσεων των κυρίων δικών, τα δε επιχειρήματα που προβλήθηκαν στο πλαίσιο των υπό κρίση υποθέσεων, ιδίως από τη Βελγική Κυβέρνηση, δεν μπορούν να δικαιολογήσουν την επιβολή μιας τέτοιας υποχρεώσεως.

44     Καταρχάς, από τις σκέψεις 80 και 81 της προμνημονευθείσας αποφάσεως Επιτροπή κατά Δανίας προκύπτει ότι, εάν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις για τις οποίες γίνεται λόγος στη σκέψη 39 της παρούσας αποφάσεως, ο σκοπός καταπολεμήσεως της φοροδιαφυγής δεν μπορεί να δικαιολογήσει την επιβολή φόρου και, συνεπώς, την επιβολή υποχρεώσεως ταξινομήσεως σε περιπτώσεις όπως αυτές των υποθέσεων των κυρίων δικών.

45     Όσον αφορά την πρόληψη καταχρήσεων, από τη νομολογία και, ιδίως, από την απόφαση της 9ης Μαρτίου 1999, C-212/97, Centros (Συλλογή 1999, σ. Ι-1459, σκέψη 24), προκύπτει ότι κάθε κράτος μέλος δικαιούται να λαμβάνει μέτρα προκειμένου να αποτρέπει, αφενός, την απόπειρα ορισμένων υπηκόων του να αποφεύγουν, καταχρώμενοι τις ευχέρειες που παρέχονται δυνάμει της Συνθήκης, την υπαγωγή τους στην εθνική νομοθεσία και, αφετέρου, την επίκληση, εκ μέρους των πολιτών, των κοινοτικών κανόνων κατά τρόπο καταχρηστικό ή δόλιο.

46     Το γεγονός, ωστόσο, ότι ένας μη μισθωτός εργαζόμενος που κατοικεί στο Βέλγιο χρησιμοποιεί εντός του κράτους αυτού εταιρικό αυτοκίνητο το οποίο έθεσε στη διάθεση του η εδρεύουσα σε άλλο κράτος μέλος εταιρία που τον απασχολεί δεν μπορεί να αποτελέσει γενικό τεκμήριο καταχρήσεως (βλ., υπό την έννοια αυτή, προμνημονευθείσα απόφαση Επιτροπή κατά Δανίας, σκέψη 67).

47     Εξάλλου, το Δικαστήριο έχει κρίνει ότι τα άρθρα 39 EΚ και 43 ΕΚ παρέχουν την ίδια έννομη προστασία (απόφαση της 5ης Φεβρουαρίου 1991, C-363/89, Roux, Συλλογή 1991, σ. I-273, σκέψη 23).

48     Όσον αφορά το επιχείρημα περί ανάγκης εξακριβώσεως στοιχείων, επιβάλλεται η διαπίστωση ότι η επιβολή της υποχρεώσεως ταξινομήσεως οχημάτων που ανήκουν σε εδρεύουσες σε άλλο κράτος μέλος εταιρίες, προκειμένου να εξασφαλισθεί η αξιόπιστη εντόπιση των κυρίων αυτών των οχημάτων, υπερβαίνει το αναγκαίο για την επίτευξη του σκοπού αυτού μέτρο. Πράγματι, δεδομένου ότι όλα τα κράτη μέλη διαθέτουν σύστημα ταξινομήσεως των οχημάτων, η εντόπιση του κυρίου ενός οχήματος είναι εφικτή, ανεξαρτήτως του κράτους μέλους στο οποίο έχει ταξινομηθεί το όχημα αυτό.

49     Όσον αφορά το επιχείρημα περί οδικής ασφάλειας, πρέπει να επισημανθεί ότι η οδική ασφάλεια αποτελεί βεβαίως επιτακτικό λόγο γενικού συμφέροντος δυνάμενο να δικαιολογήσει περιορισμό στην ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων (βλ. προμνημονευθείσα απόφαση C‑451/99, Cura Anlagen, σκέψη 59).

50     Εφόσον, όμως, ένα όχημα έχει υποβληθεί σε τεχνικό έλεγχο εντός ενός κράτους μέλους, η αρχή της ισοδυναμίας και της αμοιβαίας αναγνωρίσεως, την οποία καθιερώνει το άρθρο 3, παράγραφος 2, της οδηγίας 96/96/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1996, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με τον τεχνικό έλεγχο των μηχανοκίνητων οχημάτων και των ρυμουλκουμένων τους (ΕΕ 1997, L 46, σ. 1), επιτάσσει την αναγνώριση, εκ μέρους όλων των κρατών μελών, του πιστοποιητικού που χορηγείται για τον σκοπό αυτό, χωρίς αυτό να εμποδίζει τα κράτη μέλη να επιβάλλουν πρόσθετους ελέγχους ενόψει της ταξινομήσεως του οχήματος στο έδαφός τους, εφόσον τα στοιχεία στην εξακρίβωση των οποίων σκοπούν οι έλεγχοι αυτοί δεν αποδεικνύονται από το εν λόγω πιστοποιητικό (προμνημονευθείσα απόφαση Cura Anlagen, σκέψη 62).

51     Μολονότι το Δικαστήριο έχει αναγνωρίσει στα κράτη μέλη τη δυνατότητα να προβλέπουν πρόσθετους ελέγχους για την ταξινόμηση οχημάτων στο έδαφός τους, εφόσον τα στοιχεία στην εξακρίβωση των οποίων σκοπούν οι έλεγχοι αυτοί δεν αποδεικνύονται από πιστοποιητικό τεχνικού ελέγχου, δεν προκύπτει από την επίμαχη βελγική κανονιστική ρύθμιση ότι η επιβολή της υποχρεώσεως ταξινομήσεως επιδιώκει αυτόν τον αναγόμενο σε λόγους οδικής ασφάλειας σκοπό.

52     Όσον αφορά το επιχείρημα περί περιβαλλοντικής πολιτικής, από τη σκέψη 68 της προμνημονευθείσας αποφάσεως Cura Anlagen προκύπτει ότι ένας φόρος καταναλώσεως όπως αυτός της υποθέσεως επί της οποίας εκδόθηκε η εν λόγω απόφαση μπορεί να έχει ως σκοπό γενικού συμφέροντος την αποθάρρυνση της αγοράς ή της κατοχής οχημάτων με μεγάλη κατανάλωση καυσίμων. Εντούτοις, αφενός, η Κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου δεν εξηγεί με ποιον τρόπο μια υποχρέωση ταξινομήσεως όπως αυτή των υποθέσεων των κυρίων δικών συμβάλλει στην προστασία του περιβάλλοντος και, αφετέρου, η Βελγική Κυβέρνηση επιχειρεί, κατ’ ουσίαν, να δικαιολογήσει την επιβολή της υποχρεώσεως ταξινομήσεως εταιρικού οχήματος επικαλούμενη φορολογικούς λόγους.

53     Εφόσον ένα εταιρικό όχημα δεν χρησιμοποιείται υπό τους αναφερόμενους στη σκέψη 41 της παρούσας αποφάσεως όρους, η επίμαχη υποχρέωση ταξινομήσεως δεν δικαιολογείται ούτε στην περίπτωση κατά την οποία ο μη μισθωτός εργαζόμενος μπορεί να χρησιμοποιεί επικουρικώς το εταιρικό όχημα για προσωπικές του ανάγκες (βλ. προμνημονευθείσα απόφαση Επιτροπή κατά Δανίας, σκέψη 51).

54     Υπό τις συνθήκες αυτές παρέλκει η εξέταση των άρθρων 10 EΚ και 49 EΚ.

55     Κατόπιν των ανωτέρω εκτιμήσεων, στο υποβληθέν ερώτημα πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 43 ΕΚ απαγορεύει εθνική κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους, όπως αυτή των υποθέσεων των κυρίων δικών, επιβάλλουσα σε μη μισθωτό εργαζόμενο που κατοικεί στο κράτος αυτό την υποχρέωση ταξινομήσεως εταιρικού οχήματος που τίθεται στη διάθεσή του από την εδρεύουσα σε άλλο κράτος μέλος εταιρία που τον απασχολεί, όταν το όχημα αυτό δεν προορίζεται να χρησιμοποιηθεί κατά τρόπο μόνιμο κυρίως εντός του πρώτου κράτους μέλους ούτε χρησιμοποιείται πράγματι κατ’ αυτόν τον τρόπο.

 Επί των δικαστικών εξόδων

56     Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (πρώτο τμήμα) αποφαίνεται:

Το άρθρο 43 ΕΚ απαγορεύει εθνική κανονιστική ρύθμιση κράτους μέλους, όπως αυτή των υποθέσεων των κυρίων δικών, επιβάλλουσα σε μη μισθωτό εργαζόμενο που κατοικεί στο κράτος αυτό την υποχρέωση ταξινομήσεως εταιρικού οχήματος που τίθεται στη διάθεσή του από την εδρεύουσα σε άλλο κράτος μέλος εταιρία που τον απασχολεί, όταν το εταιρικό αυτό όχημα δεν προορίζεται να χρησιμοποιηθεί κατά τρόπο μόνιμο κυρίως εντός του πρώτου κράτους μέλους ούτε χρησιμοποιείται πράγματι κατ’ αυτόν τον τρόπο.

(υπογραφές)


* Γλώσσα διαδικασίας: η γαλλική.