61994J0238

Απόφαση του Δικαστηρίου της 26ης Μαρτίου 1996. - José García e.a. κατά Mutuelle de prévoyance sociale d'Aquitaine e.a.. - Αίτηση για την έκδοση προδικαστικής αποφάσεως: Tribunal des affaires de sécurité sociale de Tarn-et-Garonne - Γαλλία. - Πρωτασφάλιση εκτός της ασφάλειας ζωής - Οδηγία 92/49/ΕΟΚ του Συμβουλίου - Πεδίο εφαρμογής. - Υπόθεση C-238/94.

Συλλογή της Νομολογίας του Δικαστηρίου 1996 σελίδα I-01673


Περίληψη
Διάδικοι
Σκεπτικό της απόφασης
Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα
Διατακτικό

Λέξεις κλειδιά


++++

Ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων * Ελευθερία εγκαταστάσεως * Ελεύθερη παροχή υπηρεσιών * Πρωτασφάλιση εκτός της ασφάλειας ζωής * Οδηγία 92/49 * Πεδίο εφαρμογής * Ασφαλίσεις που περιλαμβάνονται σε εκ του νόμου προβλεπόμενο σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως * Εξαιρούνται

(Οδηγία 92/49 του Συμβουλίου, άρθρο 2 PAR 2)

Περίληψη


Το άρθρο 2, παράγραφος 2, της οδηγίας 92/49, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την πρωτασφάλιση, εκτός της ασφάλειας ζωής, και για την τροποποίηση των οδηγιών 73/239 και 88/357, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι τα συστήματα κοινωνικής ασφαλίσεως, όπως είναι τα εκ του νόμου προβλεπόμενα συστήματα κοινωνικής ασφαλίσεως στη Γαλλία, στα οποία εμπίπτουν η ασφάλιση ασθενείας και μητρότητας των μη μισθωτών εργαζομένων που ασκούν μη γεωργικά επαγγέλματα, η ασφάλιση γήρατος των ασχολουμένων με τη βιοτεχνία και η ασφάλιση γήρατος των ασχολουμένων με τη βιομηχανία και το εμπόριο, εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 92/49. Συγκεκριμένα, η διάταξη αυτή ορίζει σαφώς ότι εξαιρεί από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας όχι μόνον τους οργανισμούς κοινωνικής ασφαλίσεως αλλά και τις συναφείς ασφαλίσεις και τις πράξεις που διενεργούν οι εν λόγω οργανισμοί. Επιπλέον, τα κράτη μέλη έχουν διατηρήσει την αρμοδιότητά τους να διαρρυθμίζουν τα συστήματά τους κοινωνικής ασφαλίσεως και να οργανώνουν επομένως συστήματα υποχρεωτικής ασφαλίσεως τα οποία στηρίζονται στην αρχή της αλληλεγγύης και των οποίων η επιβίωση θα ήταν αδύνατη αν η οδηγία, η οποία συνεπάγεται την κατάργηση της υποχρεώσεως υπαγωγής, είχε εφαρμογή σ' αυτά.

Διάδικοι


Στην υπόθεση C-238/94,

που έχει ως αντικείμενο αίτηση του tribunal des affaires de securite sociale du Tarn-et-Garonne (Γαλλία) προς το Δικαστήριο, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ, με την οποία ζητείται, στο πλαίσιο των διαφορών που εκκρεμούν ενώπιον του αιτούντος δικαστηρίου μεταξύ

Jose Garcia κ.λπ.

και

Mutuelle de prevoyance sociale d' Aquitaine κ.λπ.,

η έκδοση προδικαστικής αποφάσεως ως προς την ερμηνεία του άρθρου 2, παράγραφος 2, της οδηγίας 92/49/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την πρωτασφάλιση, εκτός της ασφάλειας ζωής, και για την τροποποίηση των οδηγιών 73/239/ΕΟΚ και 88/357/ΕΟΚ (τρίτη οδηγία για την πρωτασφάλιση εκτός της ασφάλειας ζωής) (EE L 228, σ. 1),

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

συγκείμενο από τους G. C. Rodriguez Iglesias, Πρόεδρο, D. A. O. Edward, J.-P. Puissochet και G. Hirsch, προέδρους τμήματος, F. A. Schockweiler, J. C. Moitinho de Almeida (εισηγητή), P. J. G. Kapteyn, C. Gulmann, J. L. Murray, P. Jann και H. Ragnemalm, δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: G. Tesauro

γραμματέας: D. Louterman-Hubeau, κύρια υπάλληλος διοικήσεως,

λαμβάνοντας υπόψη τις γραπτές παρατηρήσεις που κατέθεσαν:

* ο Garcia κ.λπ., εκπροσωπούμενοι από τον Richard Marcou, δικηγόρο Μontpellier,

* το Mutuelle de prevoyance sociale d' Aquitaine κ.λπ., εκπροσωπούμενα από τον Regis Waquet, δικηγόρο Hauts-de-Seine,

* η Γαλλική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από την Edwige Belliard, αναπληρώτρια διευθύντρια της διευθύνσεως νομικών υποθέσεων του Υπουργείου Εξωτερικών, και τον Claude Chavance, γραμματέα εξωτερικών υποθέσεων στο ίδιο υπουργείο,

* η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τους Ernst Roeder, Ministerialrat στο ομοσπονδιακό Υπουργείο Οικονομίας, και Bernd Kloke, Oberregierungsrat στο ίδιο υπουργείο,

* η Ισπανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον Alberto Jose Navarro Gonzalez, γενικό διευθυντή νομικού και θεσμικού συντονισμού επί κοινοτικών υποθέσεων, και την Gloria Calvo Diaz, abogado del Estado, του ισπανικού Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,

* η Ολλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον καθηγητή J. G. Lammers, αναπληρωτή νομικό σύμβουλο στο Υπουργείο Εξωτερικών,

* η Φινλανδική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον Ora Meres-Wuori, προϊστάμενο τμήματος που ασκεί προσωρινά τα καθήκοντα διευθυντή της νομικής υπηρεσίας του Υπουργείου Εξωτερικών,

* η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, εκπροσωπούμενη από τον Δημήτριο Γκουλούση, νομικό σύμβουλο,

έχοντας υπόψη την έκθεση ακροατηρίου,

αφού άκουσε τις προφορικές παρατηρήσεις των Jose Garcia κ.λπ., εκπροσωπουμένων από τον Laurence Fourrier, δικηγόρο Μontpellier, του Mutuelle de prevoyance sociale d' Aquitaine κ.λπ., εκπροσωπουμένων από τον Regis Waquet, της Γαλλικής Κυβερνήσεως, εκπροσωπουμένης από τον Claude Chavance, της Ισπανικής Κυβερνήσεως, εκπροσωπουμένης από την Gloria Calvo Diaz, της Φινλανδικής Κυβερνήσεως, εκπροσωπουμένης από την Tuula Pynnae, σύμβουλο επί νομοθετικών θεμάτων, προϊσταμένη του αρμόδιου για το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων τμήματος της νομικής υπηρεσίας, και της Επιτροπής, εκπροσωπουμένης από τον Δημήτριο Γκουλούση, κατά τη συνεδρίαση της 6ης Φεβρουαρίου 1996,

αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα που ανέπτυξε τις προτάσεις του κατά τη συνεδρίαση της 29ης Φεβρουαρίου 1996,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

Σκεπτικό της απόφασης


1 Με απόφαση της 7ης Ιουνίου 1994, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 22 Αυγούστου 1994, το tribunal des affaires de securite sociale du Tarn-et-Garonne υπέβαλε, δυνάμει του άρθρου 177 της Συνθήκης ΕΚ, ένα προδικαστικό ερώτημα ως προς την ερμηνεία του άρθρου 2, παράγραφος 2, της οδηγίας 92/49/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την πρωτασφάλιση, εκτός της ασφάλειας ζωής, και για την τροποποίηση των οδηγιών 73/239/ΕΟΚ και 88/357/ΕΟΚ (τρίτη οδηγία για την πρωτασφάλιση εκτός της ασφάλειας ζωής) (EE L 228, σ. 1).

2 Το ερώτημα αυτό ανέκυψε στο πλαίσιο ορισμένων διαδικασιών ανακοπής κατ' ενταλμάτων επιδοθέντων από διάφορα ταμεία κοινωνικής ασφαλίσεως στους αιτούντες της κύριας δίκης σχετικά με την είσπραξη εισφορών που δεν είχαν καταβληθεί.

3 Τα επίμαχα συστήματα κοινωνικής ασφαλίσεως είναι το σύστημα ασφαλίσεως ασθενείας και μητρότητας των μη μισθωτών εργαζομένων που ασκούν μη γεωργικά επαγγέλματα, το σύστημα ασφαλίσεως γήρατος των ασχολουμένων με τη βιοτεχνία και το σύστημα ασφαλίσεως γήρατος των ασχολουμένων με τη βιομηχανία και το εμπόριο.

4 Οι αιτούντες της κύριας δίκης υποστηρίζουν ότι το μονοπώλιο που θεσπίζει η γαλλική νομοθεσία στο πεδίο των κοινωνικών ασφαλίσεων είναι ασυμβίβαστο προς την κοινοτική νομοθεσία και, συγκεκριμένα, προς την οδηγία 92/49.

5 Το αιτούν δικαστήριο διαπιστώνει ότι, σύμφωνα με το άρθρο 2, παράγραφος 2, της οδηγίας 92/49, η οδηγία αυτή "δεν εφαρμόζεται ούτε στις ασφαλίσεις και πράξεις ούτε στις επιχειρήσεις και οργανισμούς που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 73/239/ΕΟΚ ούτε στους οργανισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 4 της εν λόγω οδηγίας". Σύμφωνα όμως με το άρθρο 2, παράγραφος 1, στοιχείο δ', της πρώτης οδηγίας 73/239/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 24ης Ιουλίου 1973, περί συντονισμού των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την ανάληψη δραστηριότητας πρωτασφαλίσεως, εκτός της ασφαλίσεως ζωής, και την άσκηση αυτής (ΕΕ ειδ. έκδ. 06/001, σ. 157), η οδηγία αυτή δεν αφορά "τις ασφαλίσεις που περιλαμβάνονται σε εκ του νόμου προβλεπόμενο σύστημα κοινωνικών ασφαλίσεων".

6 Ωστόσο, το αιτούν δικαστήριο διερωτάται μήπως, εν όψει ορισμένων αιτιολογικών σκέψεων της οδηγίας 92/49, το άρθρο 2, παράγραφος 2, της οδηγίας αυτής πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι αναφέρεται μόνο στις δομές των συστημάτων κοινωνικής ασφαλίσεως, οπότε το περιεχόμενο των εν λόγω συστημάτων, δηλαδή η κάλυψη των επίμαχων κινδύνων (γήρατος, ασθενείας και αναπηρίας), εξακολουθεί να υπάγεται στην οδηγία και, επομένως, εξαιρείται από το μονοπώλιο που θεσπίζει η γαλλική νομοθεσία.

7 Συναφώς, το εθνικό δικαστήριο παραπέμπει στην πρώτη, την τρίτη, τη δέκατη, τη δέκατη πέμπτη, την εικοστή, την εικοστή δεύτερη και την εικοστή τρίτη αιτιολογική σκέψη, οι οποίες προβλέπουν αντιστοίχως τα ακόλουθα:

"[Εκτιμώντας (...)]

(1) ότι είναι αναγκαίο να ολοκληρωθεί η εσωτερική αγορά στον τομέα της πρωτασφάλισης εκτός της ασφάλειας ζωής, τόσο όσον αφορά την ελευθερία εγκατάστασης όσο και την ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, προκειμένου να διευκολυνθεί η κάλυψη των κινδύνων στο εσωτερικό της Κοινότητας από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις που έχουν την έδρα στο έδαφός της

(3) ότι η οδηγία 88/357/ΕΟΚ αποτελεί, κατά συνέπεια, σημαντικό στάδιο της διαδικασίας προσέγγισης των εθνικών αγορών στο πλαίσιο της ενιαίας αγοράς, που πρέπει να συμπληρωθεί με άλλα κοινοτικά μέσα προκειμένου να μπορούν όλοι οι αντισυμβαλλόμενοι, ανεξάρτητα από την ιδιότητα και τη σημασία τους ή τη φύση του καλυπτόμενου κινδύνου, να προσφεύγουν σε οποιονδήποτε ασφαλιστή που έχει την έδρα του στην Κοινότητα και ασκεί τις δραστηριότητές του είτε υπό καθεστώς εγκατάστασης είτε υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, εξασφαλίζοντάς τους συγχρόνως επαρκή προστασία

(10) ότι η εσωτερική αγορά περιλαμβάνει έναν χώρο χωρίς εσωτερικά σύνορα και συνεπάγεται τη δυνατότητα πρόσβασης στο σύνολο των ασφαλιστικών δραστηριοτήτων, εκτός της ασφάλισης ζωής, σε όλη την Κοινότητα και, κατά συνέπεια, τη δυνατότητα για κάθε ασφαλιστή που έχει λάβει την προβλεπόμενη άδεια να καλύπτει οποιονδήποτε από τους κινδύνους που αναφέρονται στο παράρτημα της οδηγίας 73/239/ΕΟΚ ότι, για τον σκοπό αυτό, είναι απαραίτητη η κατάργηση όλων των μονοπωλίων που έχουν παραχωρήσει μερικά κράτη μέλη σε ορισμένους οργανισμούς όσον αφορά την κάλυψη συγκεκριμένων κινδύνων

(15) ότι, μέχρι να εκδοθεί οδηγία για τις επενδυτικές υπηρεσίες που να εναρμονίζει, μεταξύ άλλων, τον ορισμό της έννοιας της ρυθμιζόμενης αγοράς, είναι αναγκαίο, για τις ανάγκες της παρούσας οδηγίας και με την επιφύλαξη αυτής της μελλοντικής εναρμόνισης, να δοθεί ένας προσωρινός ορισμός αυτής της έννοιας, τον οποίο θα αντικαταστήσει ο ορισμός που θα αποτελέσει αντικείμενο κοινοτικής εναρμόνισης και ο οποίος θα αποδίδει στο κράτος μέλος προελεύσεως της αγοράς τις σχετικές ευθύνες που αποδίδονται προσωρινά, με την παρούσα οδηγία, στο κράτος μέλος προελεύσεως της ασφαλιστικής επιχείρησης

(20) ότι τα κράτη μέλη πρέπει να είναι σε θέση να εξασφαλίζουν ότι τα ασφαλιστικά προϊόντα και τα συμβατικά έγγραφα που χρησιμοποιούνται για την κάλυψη κινδύνων που βρίσκονται στο έδαφός τους, είτε υπό καθεστώς εγκατάστασης είτε υπό καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, είναι σύμφωνα με τις ισχύουσες νομικές διατάξεις περί προστασίας του γενικού συμφέροντος ότι τα εφαρμοζόμενα συστήματα ελέγχου πρέπει να είναι προσαρμοσμένα στις απαιτήσεις της εσωτερικής αγοράς, χωρίς, ωστόσο, να είναι δυνατό να αποτελούν προϋπόθεση για την άσκηση της ασφαλιστικής δραστηριότητας ότι, στο πλαίσιο αυτό, δεν δικαιολογείται η εφαρμογή συστημάτων προηγούμενης έγκρισης των όρων ασφάλισης ότι θα πρέπει, κατά συνέπεια, να προβλεφθούν άλλα συστήματα ανταποκρινόμενα καλύτερα στις απαιτήσεις της εσωτερικής αγοράς, τα οποία θα επιτρέπουν σε κάθε κράτος μέλος να εγγυάται την επαρκή προστασία των αντισυμβαλλομένων

(22) ότι, σε ορισμένα κράτη μέλη, η ιδιωτική ή η προαιρετική ασφάλιση ασθενείας αντικαθιστά, εν μέρει ή πλήρως, την κάλυψη ασθενείας που παρέχεται από τα καθεστώτα κοινωνικής ασφάλισης

(23) ότι η φύση και οι κοινωνικές συνέπειες των ασφαλιστικών συμβάσεων ασθενείας δικαιολογούν την απαίτηση από τις αρχές του κράτους μέλους όπου βρίσκεται ο κίνδυνος της συστηματικής κοινοποίησης των γενικών και ειδικών όρων των συμβάσεων, προκειμένου να επαληθεύουν ότι οι συμβάσεις αυτές αντικαθιστούν εν μέρει ή πλήρως την κάλυψη ασθενείας που παρέχει το καθεστώς κοινωνικής ασφάλισης ότι η επαλήθευση αυτή δεν πρέπει να αποτελεί προϋπόθεση για την εμπορία των προϊόντων ότι η ιδιαίτερη φύση της ασφάλειας ασθενείας, όταν αντικαθιστά εν μέρει ή πλήρως την κάλυψη ασθενείας που παρέχεται από το καθεστώς κοινωνικής ασφάλισης, τη διακρίνει από τους άλλους κλάδους ασφάλειας ζημιών και ασφάλειας ζωής, στο μέτρο που είναι αναγκαίο να εξασφαλίζεται στους αντισυμβαλλομένους πραγματική πρόσβαση σε ασφάλεια ασθενείας, ιδιωτική ή προαιρετική, ανεξάρτητα από την ηλικία τους και την κατάσταση της υγείας τους".

8 Υπ' αυτές τις συνθήκες, το αιτούν δικαστήριο αποφάσισε να αναστείλει τη διαδικασία, προκειμένου να υποβάλει στο Δικαστήριο το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

"Αφορούν οι διατάξεις του άρθρου 2, παράγραφος 2, της οδηγίας [92/49/ΕΟΚ] των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, της 18ης Ιουνίου 1992, εν μέρει ή εξ ολοκλήρου, τα ζητήματα ακριβώς επί των οποίων εφαρμόζεται το εκ του νόμου προβλεπόμενο σύστημα κοινωνικής ασφαλίσεως στη Γαλλία;"

9 Επιβάλλεται η διαπίστωση ότι από κανένα στοιχείο δεν μπορεί να συναχθεί ότι το άρθρο 2, παράγραφος 2, της οδηγίας 92/49 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η κάλυψη των κινδύνων τους οποίους αφορούν τα επίμαχα στη διαφορά της κύριας δίκης συστήματα κοινωνικής ασφαλίσεως εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας.

10 Πράγματι, η διάταξη αυτή ορίζει σαφώς ότι εξαιρεί από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας όχι μόνον τους οργανισμούς κοινωνικής ασφαλίσεως ("επιχειρήσεις και οργανισμούς"), αλλά και τις συναφείς ασφαλίσεις και τις πράξεις που διενεργούν οι εν λόγω οργανισμοί.

11 Εν όψει της σαφούς και ακριβούς διατυπώσεως του άρθρου 2, παράγραφος 2, παρέλκει η εξέταση των αιτιολογικών σκέψεων της οδηγίας 92/49, προκειμένου να προσδιοριστεί ο σκοπός ή το περιεχόμενο της διατάξεως αυτής.

12 Εν πάση περιπτώσει, ειδικά όσον αφορά τη δέκατη, την εικοστή δεύτερη και την εικοστή τρίτη αιτιολογική σκέψη, πρέπει να τονιστεί, αφενός, ότι η κατάργηση των μονοπωλίων που αναφέρεται στην πρώτη από τις εν λόγω αιτιολογικές σκέψεις αφορά μόνον τα μονοπώλια των οποίων οι δραστηριότητες υπάγονται στην οδηγία 92/49 και τα οποία αποτελούν επιχειρήσεις υπό την έννοια των άρθρων 85, 86 και 90 της Συνθήκης ΕΚ και, αφετέρου, ότι στα κράτη μέλη εξακολουθούν να υφίστανται δύο συστήματα ασφαλίσεως ασθενείας, από τα οποία το ένα, στο οποίο αναφέρονται η εικοστή δεύτερη και η εικοστή τρίτη αιτιολογική σκέψη, είναι ιδιωτικό, ενώ το άλλο, δεδομένου ότι έχει τα χαρακτηριστικά συστήματος κοινωνικής ασφαλίσεως, εξαιρείται από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας.

13 Άλλωστε, όπως τόνισε ο γενικός εισαγγελέας στην παράγραφο 9 των προτάσεών του, η οδηγία 92/49, η οποία στηρίζεται στα άρθρα 57, παράγραφος 2, και 66 της Συνθήκης ΕΟΚ, δεν ήταν δυνατό να ρυθμίζει τον τομέα της κοινωνικής ασφαλίσεως, ο οποίος εμπίπτει σε άλλες διατάξεις του κοινοτικού δικαίου.

14 Τέλος, όπως υπογράμμισε το Δικαστήριο, με την απόφαση της 17ης Φεβρουαρίου 1993 στις συνεκδικασθείσες υποθέσεις C-159/91 και C-160/91, Poucet και Pistre (Συλλογή 1993, σ. Ι-637, σκέψη 13), τα συστήματα κοινωνικής ασφαλίσεως τα οποία, όπως τα επίμαχα στις υποθέσεις της κύριας δίκης, στηρίζονται στην αρχή της αλληλεγγύης, προϋποθέτουν ότι η υπαγωγή στα συστήματα αυτά είναι υποχρεωτική, ώστε να διασφαλίζεται η εφαρμογή της αρχής της αλληλεγγύης, καθώς και η οικονομική ισορροπία των εν λόγω συστημάτων. Μια ερμηνεία του άρθρου 2, παράγραφος 2, της οδηγίας 92/49 υπό την έννοια που του προσδίδει το εθνικό δικαστήριο θα κατέληγε στην κατάργηση της υποχρεώσεως υπαγωγής και, συνεπώς, θα καθιστούσε αδύνατη την επιβίωση των επίμαχων συστημάτων.

15 Όπως όμως έχει επίσης τονίσει το Δικαστήριο, τα κράτη μέλη διατηρούν την εξουσία τους να διαρρυθμίζουν τα συστήματά τους κοινωνικής ασφαλίσεως (βλ. προαναφερθείσα απόφαση Poucet και Pistre, σκέψη 6, και απόφαση της 7ης Φεβρουαρίου 1984 στην υπόθεση 238/82, Duphar κ.λπ., Συλλογή 1984, σ. 523, σκέψη 16).

16 Επομένως, στο εθνικό δικαστήριο πρέπει να δοθεί η απάντηση ότι το άρθρο 2, παράγραφος 2, της οδηγίας 92/49 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι συστήματα κοινωνικής ασφαλίσεως, όπως τα επίμαχα στις υποθέσεις της κύριας δίκης, εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 92/49.

Απόφαση για τα δικαστικά έξοδα


Επί των δικαστικών εξόδων

17 Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν η Γαλλική, η Γερμανική, η Ισπανική, η Ολλανδική και η Φινλανδική Κυβέρνηση καθώς και η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι οποίες κατέθεσαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, δεν αποδίδονται. Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ' αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων.

Διατακτικό


Για τους λόγους αυτούς,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ,

κρίνοντας επί του ερωτήματος που του υπέβαλε με απόφαση της 7ης Ιουνίου 1994 το tribunal des affaires de securite sociale du Tarn-et-Garonne, αποφαίνεται:

Το άρθρο 2, παράγραφος 2, της οδηγίας 92/49/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων που αφορούν την πρωτασφάλιση, εκτός της ασφάλειας ζωής, και για την τροποποίηση των οδηγιών 73/239/ΕΟΚ και 88/357/ΕΟΚ (τρίτη οδηγία για την πρωτασφάλιση εκτός της ασφάλειας ζωής), πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι συστήματα κοινωνικής ασφαλίσεως, όπως τα επίμαχα στις υποθέσεις της κύριας δίκης, εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 92/49.