Βρυξέλλες, 17.10.2018

COM(2018) 694 final

2018/0359(NLE)

Πρόταση

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της συμφωνίας προστασίας των επενδύσεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ, αφετέρου


ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης

Οι δυναμικά αναπτυσσόμενες οικονομίες της Νοτιοανατολικής Ασίας, με πάνω από 600 εκατομμύρια καταναλωτές και μια ταχέως αυξανόμενη μεσαία τάξη, είναι βασικές αγορές για τους εξαγωγείς και τους επενδυτές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με συνολικά 227,3 δισ. EUR σε εμπορικές συναλλαγές στον τομέα των εμπορευμάτων (το 2017) και 77 δισ. EUR σε εμπορικές συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών (το 2016), ο Σύνδεσμος Κρατών της Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN), λαμβανόμενος ως σύνολο, είναι ο τρίτος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της ΕΕ εκτός Ευρώπης, μετά τις ΗΠΑ και την Κίνα. Ταυτόχρονα, συνολικό απόθεμα άμεσων ξένων επενδύσεων ύψους 263 δισ. EUR (το 2016) στον ASEAN καθιστά την ΕΕ τον πρώτο άμεσο ξένο επενδυτή στον ASEAN, ενώ ο ASEAN ως σύνολο είναι με τη σειρά του ο δεύτερος μεγαλύτερος άμεσος ξένος επενδυτής από την Ασία στην ΕΕ —με συνολικό απόθεμα άμεσων ξένων επενδύσεων ύψους 116 δισ. EUR (το 2016).

Το Βιετνάμ είναι πλέον ο δεύτερος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της ΕΕ στον ASEAN, με πρώτη τη Σινγκαπούρη και τρίτη τη Μαλαισία, και με την αξία των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ της ΕΕ και του Βιετνάμ να ανέρχεται στο ποσό των 47,6 δισ. EUR το 2017. Το Βιετνάμ είναι μία από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες χώρες στον ASEAN, με μέσο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ περίπου 6 % την τελευταία δεκαετία, ο οποίος προβλέπεται ότι θα διατηρηθεί στο μέλλον. Το Βιετνάμ είναι μια δυναμική οικονομία με περισσότερους από 90 εκατομμύρια κατοίκους, με την ταχύτερα αυξανόμενη μεσαία τάξη στον ASEAN και με νέο σε ηλικία και δυναμικό εργατικό δυναμικό. Λόγω του υψηλού ποσοστού γραμματισμού και των επιπέδων εκπαίδευσης, των σχετικά χαμηλών μισθών, της καλής συνδεσιμότητας και της κεντρικής τοποθεσίας στον ASEAN, ολοένα και περισσότεροι ξένοι επενδυτές επιλέγουν το Βιετνάμ ως κόμβο για την εξυπηρέτηση της περιοχής του Μεκόνγκ και πέραν αυτής.

Στις 23 Απριλίου 2007 το Συμβούλιο εξουσιοδότησε την Επιτροπή να αρχίσει διαπραγματεύσεις για τη σύναψη διαπεριφερειακής συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών (ΣΕΣ) με χώρες του ASEAN. Παρότι κατέστη σαφές ότι ο στόχος ήταν η διαπραγμάτευση διαπεριφερειακής ΣΕΣ, η εξουσιοδότηση προέβλεπε, ωστόσο, τη δυνατότητα διμερών διαπραγματεύσεων σε περίπτωση που δεν θα καθίστατο δυνατό να επιτευχθεί συμφωνία διαπραγμάτευσης από κοινού με μια ομάδα χωρών του ASEAN. Υπό το πρίσμα των δυσχερειών που ανέκυψαν κατά τις διαπεριφερειακές διαπραγματεύσεις, αμφότερες οι πλευρές αναγνώρισαν ότι είχαν φτάσει σε αδιέξοδο και συμφώνησαν την παύση των διαπραγματεύσεων.

Στις 22 Δεκεμβρίου 2009 το Συμβούλιο συμφώνησε καταρχήν να ξεκινήσουν διμερείς διαπραγματεύσεις με μεμονωμένες χώρες του ASEAN, με βάση τις οδηγίες έγκρισης και διαπραγμάτευσης του 2007, διατηρώντας ταυτόχρονα τον στρατηγικό στόχο μιας διαπεριφερειακής συμφωνίας. Το Συμβούλιο εξουσιοδότησε επίσης την Επιτροπή να ξεκινήσει διμερείς διαπραγματεύσεις πρώτα με τη Σινγκαπούρη, ως πρώτο βήμα προς τον στόχο της έγκαιρης έναρξης των εν λόγω διαπραγματεύσεων με άλλες οικείες χώρες του ASEAN. Έκτοτε, η ΕΕ έχει ξεκινήσει διμερείς διαπραγματεύσεις ΣΕΣ με τη Μαλαισία (2010), το Βιετνάμ (2012), την Ταϊλάνδη (2013), τις Φιλιππίνες (2015) και την Ινδονησία (2016).

Στις 15 Οκτωβρίου 2013, με βάση μια νέα αρμοδιότητα που ανατίθεται στην ΕΕ δυνάμει της Συνθήκης της Λισαβόνας, το Συμβούλιο εξουσιοδότησε την Επιτροπή να επεκτείνει τις εν εξελίξει διμερείς διαπραγματεύσεις με χώρες του ASEAN ώστε να καλύπτουν επίσης την προστασία των επενδύσεων.

Με βάση τις οδηγίες διαπραγμάτευσης που εξέδωσε το Συμβούλιο το 2007, και οι οποίες συμπληρώθηκαν τον Οκτώβριο του 2013 προκειμένου να συμπεριλάβουν την προστασία των επενδύσεων, η Επιτροπή διαπραγματεύθηκε με το Βιετνάμ μια φιλόδοξη και ολοκληρωμένη ΣΕΣ και μια συμφωνία προστασίας των επενδύσεων (ΣΠΕ), με στόχο τη δημιουργία νέων ευκαιριών και ασφάλειας δικαίου για την ανάπτυξη του εμπορίου και των επενδύσεων μεταξύ των δύο εταίρων. Τα αναθεωρημένα, μετά τον νομικό τους έλεγχο, κείμενα των δύο ανωτέρω συμφωνιών δημοσιοποιήθηκαν και διατίθενται στον ακόλουθο σύνδεσμο:

http://ec.europa.eu/trade/policy/countries-and-regions/countries/vietnam/

Η Επιτροπή υποβάλλει τις ακόλουθες προτάσεις αποφάσεων του Συμβουλίου:

πρόταση απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ·

πρόταση απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με τη σύναψη της συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ·

πρόταση απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της συμφωνίας προστασίας των επενδύσεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ, αφετέρου· και

πρόταση απόφασης του Συμβουλίου σχετικά με τη σύναψη της συμφωνίας προστασίας των επενδύσεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ, αφετέρου.

Προηγουμένως, η Επιτροπή είχε υποβάλει πρόταση για οριζόντιο κανονισμό διασφάλισης που θα έχει εφαρμογή, μεταξύ άλλων συμφωνιών, στη ΣΕΣ ΕΕ-Βιετνάμ.

Η επισυναπτόμενη πρόταση απόφασης του Συμβουλίου αποτελεί τη νομική πράξη που επιτρέπει την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της συμφωνίας προστασίας των επενδύσεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ, αφετέρου.

Συνέπεια με τις ισχύουσες διατάξεις στον τομέα πολιτικής

Πριν από τις διαπραγματεύσεις της ΣΕΣ και της ΣΠΕ είχε προηγηθεί η διαπραγμάτευση, εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης, συμφωνίας εταιρικής σχέσης και συνεργασίας (ΣΕΣΣ) μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ, η οποία άρχισε να ισχύει τον Οκτώβριο του 2016. Η ΣΕΣΣ παρέχει το νομικό πλαίσιο για την περαιτέρω ανάπτυξη της ήδη μακροχρόνιας και ισχυρής εταιρικής σχέσης μεταξύ της ΕΕ και του Βιετνάμ, σε ευρύ φάσμα τομέων, όπως είναι μεταξύ άλλων ο πολιτικός διάλογος, το εμπόριο, η ενέργεια, οι μεταφορές, τα ανθρώπινα δικαιώματα, η εκπαίδευση, η επιστήμη και η τεχνολογία, η δικαιοσύνη, το άσυλο και η μετανάστευση.

Η μακροχρόνια εμπορική και οικονομική σχέση μεταξύ ΕΕ και Βιετνάμ έχει μέχρι στιγμής αναπτυχθεί εν τη απουσία ειδικού νομικού πλαισίου. Η ΣΕΣ και η ΣΠΕ που αποτέλεσαν αντικείμενο διαπραγμάτευσης θα είναι ειδικές συμφωνίες οι οποίες θα εφαρμόζουν τις εμπορικές και επενδυτικές διατάξεις της ΣΕΣΣ και θα αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των συνολικών διμερών σχέσεων μεταξύ της ΕΕ και του Βιετνάμ.

Από την ημερομηνία της έναρξης ισχύος της, η ΣΠΕ ΕΕ-Βιετνάμ θα αντικαταστήσει τις διμερείς επενδυτικές συμφωνίες μεταξύ του Βιετνάμ και των κρατών μελών της ΕΕ οι οποίες παρατίθενται στο παράρτημα 6 (κατάλογος επενδυτικών συμφωνιών) της ΣΠΕ.

Συνέπεια με άλλες πολιτικές της Ένωσης

Η ΣΕΣ και η ΣΠΕ ΕΕ-Βιετνάμ είναι απολύτως συνεπείς με τις πολιτικές της Ένωσης και δεν θα απαιτηθεί από την ΕΕ να τροποποιήσει τους κανόνες, τους κανονισμούς ή τα πρότυπά της σε κανέναν ρυθμιζόμενο τομέα. Επιπλέον, όπως και σε όλες τις άλλες εμπορικές και επενδυτικές συμφωνίες που έχει διαπραγματευθεί η Επιτροπή, η ΣΕΣ και η ΣΠΕ ΕΕ-Βιετνάμ διασφαλίζουν πλήρως τις δημόσιες υπηρεσίες και εξασφαλίζουν ότι το δικαίωμα των κυβερνήσεων να θεσπίζουν ρυθμίσεις με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον διαφυλάσσεται πλήρως από τις συμφωνίες και αποτελεί βασική υποκείμενη αρχή τους.

2.ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ, ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑ

Νομική βάση

Κατόπιν της γνωμοδότησης 2/15 του Δικαστηρίου της ΕΕ, και με βάση τις μετέπειτα ευρείες συζητήσεις μεταξύ των οργάνων της ΕΕ σχετικά με την αρχιτεκτονική των εμπορικών και επενδυτικών συμφωνιών, η Επιτροπή παρουσιάζει το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων με το Βιετνάμ υπό μορφή δύο αυτόνομων συμφωνιών: μιας ΣΕΣ και μιας ΣΠΕ, όπως ήταν και το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων μεταξύ της ΕΕ και της Σινγκαπούρης.

Βάσει της γνωμοδότησης 2/15 και λαμβανομένου υπόψη ότι το περιεχόμενο της ΣΕΣ ΕΕ-Βιετνάμ είναι κατ’ ουσίαν το ίδιο με το περιεχόμενο της ΣΕΣ ΕΕ-Σινγκαπούρης, όλοι οι τομείς που καλύπτονται από τη ΣΕΣ ΕΕ-Βιετνάμ εμπίπτουν στην αρμοδιότητα της ΕΕ και, ειδικότερα, στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 91, του άρθρου 100 παράγραφος 2 και του άρθρου 207 της ΣΛΕΕ. Ομοίως, όλες οι ουσιαστικές διατάξεις για την προστασία των επενδύσεων στο πλαίσιο της ΣΠΕ ΕΕ-Βιετνάμ, στον βαθμό που αυτές εφαρμόζονται στις άμεσες ξένες επενδύσεις, καλύπτονται από το άρθρο 207 της ΣΛΕΕ.

Ως αποτέλεσμα, η ΣΕΣ ΕΕ-Βιετνάμ θα υπογραφεί από την Ένωση σύμφωνα με απόφαση του Συμβουλίου βάσει του άρθρου 218 παράγραφος 5 της ΣΛΕΕ και θα συναφθεί από την Ένωση σύμφωνα με απόφαση του Συμβουλίου βάσει του άρθρου 218 παράγραφος 6 της ΣΛΕΕ, κατόπιν της συγκατάθεσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Η ΣΠΕ ΕΕ-Βιετνάμ θα υπογραφεί από την Ένωση σύμφωνα με απόφαση του Συμβουλίου βάσει του άρθρου 218 παράγραφος 5 της ΣΛΕΕ και θα συναφθεί από την Ένωση σύμφωνα με απόφαση του Συμβουλίου βάσει του άρθρου 218 παράγραφος 6 της ΣΛΕΕ, κατόπιν συγκατάθεσης του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και κύρωσης από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις αντίστοιχες εσωτερικές διαδικασίες τους.

Επικουρικότητα (σε περίπτωση μη αποκλειστικής αρμοδιότητας)

Όπως επιβεβαιώθηκε με τη γνωμοδότηση 2/15 σχετικά με τη ΣΕΣ ΕΕ-Σινγκαπούρης και κατ’ αναλογία προς αυτή, η ΣΕΣ ΕΕ-Βιετνάμ όπως παρουσιάστηκε στο Συμβούλιο δεν καλύπτει θέματα που δεν εμπίπτουν στην αποκλειστική αρμοδιότητα της ΕΕ.

Όσον αφορά τη ΣΠΕ, το Δικαστήριο επιβεβαίωσε ότι, σύμφωνα με το άρθρο 207 της ΣΛΕΕ, η ΕΕ έχει αποκλειστική αρμοδιότητα όσον αφορά όλες τις ουσιαστικές διατάξεις για την προστασία των επενδύσεων, στον βαθμό που αυτές εφαρμόζονται στις άμεσες ξένες επενδύσεις. Το Δικαστήριο επιβεβαίωσε περαιτέρω την αποκλειστική αρμοδιότητα της ΕΕ όσον αφορά τον μηχανισμό επίλυσης διακρατικών διαφορών σε σχέση με την προστασία των επενδύσεων. Τέλος, το Δικαστήριο έκρινε ότι η ΕΕ έχει συντρέχουσα αρμοδιότητα όσον αφορά τις μη άμεσες επενδύσεις και την επίλυση διαφορών επενδυτή-κράτους (που αντικαταστάθηκε αργότερα από το Σύστημα Επενδυτικών Δικαστηρίων στο πλαίσιο της ΣΠΕ), όπου τα κράτη μέλη ενεργούν ως εναγόμενοι 1 .

Τα στοιχεία αυτά δεν μπορούν να διαχωριστούν κατά συνεκτικό τρόπο από τις ουσιαστικές διατάξεις ή την επίλυση διακρατικών διαφορών και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στις συμφωνίες σε επίπεδο ΕΕ.

Αναλογικότητα

Η παρούσα πρόταση συνάδει με το όραμα της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» και συμβάλλει στην επίτευξη των εμπορικών και αναπτυξιακών στόχων της Ένωσης.

Επιλογή της νομικής πράξης

Η παρούσα πρόταση συνάδει με το άρθρο 218 της ΣΛΕΕ, το οποίο προβλέπει την έκδοση αποφάσεων του Συμβουλίου σχετικά με διεθνείς συμφωνίες. Δεν υπάρχει άλλη νομική πράξη που θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την επίτευξη του στόχου που επιδιώκεται με την παρούσα πρόταση.

3.ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΩΝ ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΕΩΝ, ΤΩΝ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΩΝ ΜΕ ΤΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΚΤΙΜΗΣΕΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ

Εκ των υστέρων αξιολογήσεις / έλεγχοι καταλληλότητας της ισχύουσας νομοθεσίας

Αφότου ολοκληρώθηκαν οι διαπραγματεύσεις με το Βιετνάμ, μια ομάδα της οποίας ηγείτο η μονάδα του επικεφαλής οικονομολόγου της ΓΔ Εμπορίου εκπόνησε μελέτη για τα οικονομικά οφέλη που αναμένονται από τη συμφωνία.

Η ανάλυση προβλέπει ότι η κατάργηση των διμερών δασμών και των φόρων κατά την εξαγωγή σε συνδυασμό με τη μείωση των μη δασμολογικών φραγμών που επηρεάζουν τις διασυνοριακές συναλλαγές σε εμπορεύματα και υπηρεσίες θα τονώσει σημαντικά τις διμερείς εμπορικές συναλλαγές. Οι εξαγωγές της ΕΕ προς το Βιετνάμ εκτιμάται ότι θα σημειώσουν αύξηση που θα υπερβεί τα 8 δισ. EUR έως το 2035, ενώ οι εξαγωγές του Βιετνάμ προς την ΕΕ αναμένεται ότι θα αυξηθούν κατά 15 δισ. EUR. Τα ποσά αυτά αντιπροσωπεύουν σε σχετικούς όρους αύξηση των εξαγωγών της ΕΕ προς το Βιετνάμ κατά σχεδόν 29 % και των εξαγωγών του Βιετνάμ προς την ΕΕ κατά σχεδόν 18 %.

Με βάση την οικονομική μοντελοποίηση που πραγματοποιήθηκε, εκτιμάται επίσης ότι το εθνικό εισόδημα της ΕΕ θα μπορούσε να αυξηθεί κατά περισσότερο από 1,9 δισ. EUR έως το 2035 ως αποτέλεσμα της ΣΕΣ, ενώ το εθνικό εισόδημα του Βιετνάμ θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 6 δισ. EUR την ίδια περίοδο. Η σημαντική διαφορά στα αναμενόμενα οφέλη είναι αποτέλεσμα της μεγάλης διαφοράς στη σχετική σημασία της ΕΕ και του Βιετνάμ ως εξαγωγικών προορισμών αντιστοίχως.

Τα αποτελέσματα της ποσοτικής ανάλυσης που παρουσιάζονται ανωτέρω θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι υποτιμούν τον πραγματικό οικονομικό αντίκτυπο της συμφωνίας, καθώς δεν λαμβάνουν υπόψη τα προβλέψιμα οφέλη που συνδέονται με την ενίσχυση της προστασίας και της επιβολής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας ή την ελευθέρωση των άμεσων ξένων επενδύσεων (ΑΞΕ) στους τομείς της μεταποίησης και των δημοσίων συμβάσεων. Επιπλέον, οι συνέργειες που μπορούν να προκύψουν στις παγκόσμιες αλυσίδες εφοδιασμού από τη ΣΕΣ ΕΕ-Βιετνάμ, ιδίως στο ευρύτερο πλαίσιο μιας συνεχούς προσπάθειας για περαιτέρω ενίσχυση της οικονομικής σχέσης της ΕΕ με την περιφέρεια του ASEAN, δεν κατέστη δυνατό να συμπεριληφθούν στη μοντελοποίηση, αλλά θα μπορούσε να αναμένεται ότι θα είναι σημαντικές.

Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη

Πριν από την έναρξη των διμερών διαπραγματεύσεων με το Βιετνάμ, διενεργήθηκε από εξωτερικό ανάδοχο εκτίμηση των επιπτώσεων για τη βιωσιμότητα του εμπορίου (TSIA) στο πλαίσιο της ΣΕΣ μεταξύ της ΕΕ και του ASEAN 2 , με σκοπό να μελετηθεί ο πιθανός οικονομικός, κοινωνικός και περιβαλλοντικός αντίκτυπος μιας στενότερης οικονομικής εταιρικής σχέσης μεταξύ των δύο περιφερειών.

Στο πλαίσιο της εκπόνησης της TSIA, ο ανάδοχος ζήτησε τη γνώμη εσωτερικών και εξωτερικών εμπειρογνωμόνων, διοργάνωσε δημόσιες διαβουλεύσεις στις Βρυξέλλες και στην Μπανγκόκ, και πραγματοποίησε διμερείς συναντήσεις και συνεντεύξεις με την κοινωνία των πολιτών στην ΕΕ και στις χώρες του ASEAN. Οι διαβουλεύσεις στο πλαίσιο της TSIA παρείχαν μια πλατφόρμα για τη συμμετοχή των βασικών ενδιαφερομένων και της κοινωνίας των πολιτών στον διάλογο για την εμπορική πολιτική σε σχέση με τη Νοτιοανατολική Ασία.

Τόσο η έκθεση TSIA όσο και οι διαβουλεύσεις που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο της εκπόνησής της παρείχαν στην Επιτροπή πολύτιμα στοιχεία για όλες τις διμερείς εμπορικές και επενδυτικές διαπραγματεύσεις που ξεκίνησαν έκτοτε με μεμονωμένες χώρες του ASEAN.

Επιπλέον, τον Ιούνιο του 2012, η Επιτροπή πραγματοποίησε δημόσια διαβούλευση σχετικά με τη μελλοντική διμερή συμφωνία με το Βιετνάμ, η οποία περιλάμβανε ερωτηματολόγιο που καταρτίστηκε με σκοπό να συγκεντρωθούν από τους ενδιαφερομένους στοιχεία τα οποία αργότερα βοήθησαν την Επιτροπή να θέσει προτεραιότητες και να λάβει αποφάσεις καθ’ όλη τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων. Ελήφθησαν 62 απαντήσεις, εκ των οποίων 43 προέρχονταν από ομοσπονδίες και ενώσεις κλάδων παραγωγής, 16 από μεμονωμένες επιχειρήσεις και τρεις από κράτη μέλη. Οι απαντήσεις κάλυπταν ευρύ φάσμα τομέων, συμπεριλαμβανομένων των γεωργικών ειδών διατροφής, των ΤΠΕ, της κλωστοϋφαντουργίας, των υπηρεσιών, των φαρμακευτικών προϊόντων, των χημικών προϊόντων, των μετάλλων, της πράσινης ενέργειας, της αυτοκινητοβιομηχανίας, των μηχανημάτων και του χάρτου από ξύλο. Μετά τη γραπτή διαβούλευση, ακολούθησαν συναντήσεις με επιλεγμένους συμμετέχοντες στο ερωτηματολόγιο οι οποίοι κρίθηκε ότι αντιπροσωπεύουν τους πλέον ευαίσθητους τομείς για τις διαπραγματεύσεις με το Βιετνάμ (κλωστοϋφαντουργία, οινοπνευματώδη ποτά, φαρμακευτικά προϊόντα, αυτοκινητοβιομηχανία και ΤΠΕ).

Τον Μάιο του 2015 πραγματοποιήθηκε συζήτηση στρογγυλής τραπέζης με ενδιαφερόμενους από τους τομείς των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της βιώσιμης ανάπτυξης στο πλαίσιο των διμερών σχέσεων μεταξύ της ΕΕ και του Βιετνάμ 3 . Στη συνέχεια, η Επιτροπή εκπόνησε ειδική ανάλυση 4 των πιθανών επιπτώσεων της ΣΕΣ στα ανθρώπινα δικαιώματα και τη βιώσιμη ανάπτυξη.

Πριν και κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων, τα κράτη μέλη της ΕΕ ενημερώνονταν τακτικά και ζητήθηκε η γνώμη τους προφορικά και γραπτά σχετικά με τις διάφορες πτυχές της διαπραγμάτευσης μέσω της επιτροπής του Συμβουλίου για την εμπορική πολιτική. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενημερωνόταν επίσης τακτικά και ζητούνταν η γνώμη του μέσω της Επιτροπής Διεθνούς Εμπορίου (INTA) και, ειδικότερα, της ομάδας παρακολούθησης της ΣΕΣ ΕΕ-Βιετνάμ. Τα κείμενα που προέκυπταν σταδιακά από τις διαπραγματεύσεις κοινοποιούνταν καθ’ όλη τη διαδικασία και στα δύο θεσμικά όργανα.

Συλλογή και χρήση εμπειρογνωσίας

Διενεργήθηκε εκτίμηση επιπτώσεων για τη βιωσιμότητα του εμπορίου στο πλαίσιο της ΣΕΣ μεταξύ της ΕΕ και του ASEAN από τον εξωτερικό ανάδοχο «Ecorys».

Εκτίμηση επιπτώσεων

Η TSIA, η οποία διενεργήθηκε από εξωτερικό ανάδοχο και ολοκληρώθηκε το 2009, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μια φιλόδοξη ΣΕΣ ΕΕ-ASEAN θα έχει σημαντικό θετικό αντίκτυπο (όσον αφορά το ΑΕΠ, τα έσοδα, το εμπόριο και την απασχόληση) τόσο για την ΕΕ όσο και για το Βιετνάμ. Οι επιπτώσεις στο εθνικό εισόδημα για τη μεν ΕΕ υπολογίστηκαν σε 13 δισ. EUR, για το δε Βιετνάμ σε 7,6 δισ. EUR.

Καταλληλότητα και απλούστευση του κανονιστικού πλαισίου

Η ΣΕΣ και η ΣΠΕ ΕΕ-Βιετνάμ δεν υπόκεινται σε διαδικασίες REFIT. Ωστόσο, περιέχουν ορισμένες διατάξεις οι οποίες θα απλουστεύσουν τις εμπορικές και επενδυτικές διαδικασίες, θα μειώσουν τις δαπάνες που σχετίζονται με τις εξαγωγές και τις επενδύσεις και, ως εκ τούτου, θα παρέχουν τη δυνατότητα σε περισσότερες μικρές επιχειρήσεις να δραστηριοποιούνται και στις δύο αγορές. Τα αναμενόμενα οφέλη περιλαμβάνουν τα εξής: λιγότερο επαχθείς τεχνικούς κανόνες, απαιτήσεις συμμόρφωσης, τελωνειακές διαδικασίες και κανόνες καταγωγής, την προστασία δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας ή τη μείωση του κόστους των προσφυγών στο πλαίσιο του Συστήματος Επενδυτικών Δικαστηρίων για προσφεύγοντες-ΜΜΕ.

Θεμελιώδη δικαιώματα

Η πρόταση δεν έχει αντίκτυπο στην προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ένωση.

4.ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ

Η ΣΕΣ ΕΕ-Βιετνάμ θα έχει δημοσιονομικό αντίκτυπο στον προϋπολογισμό της ΕΕ από την πλευρά των εσόδων. Εκτιμάται ότι οι διαφυγόντες δασμοί ενδέχεται να ανέλθουν στο ποσό του 1,7 δισ. EUR κατά την πλήρη εφαρμογή της συμφωνίας. Η εκτίμηση βασίζεται στις μέσες εισαγωγές που προβλέπονται για το 2035 στην περίπτωση απουσίας συμφωνίας και αντιπροσωπεύει τις ετήσιες απώλειες εσόδων που προκύπτουν από την κατάργηση των δασμών της ΕΕ στις εισαγωγές καταγωγής Βιετνάμ.

Η ΣΠΕ ΕΕ-Βιετνάμ αναμένεται να έχει δημοσιονομικό αντίκτυπο στον προϋπολογισμό της ΕΕ από την πλευρά των δαπανών. Θα πρόκειται για την τρίτη συμφωνία της ΕΕ (μετά τη Συνολική Οικονομική και Εμπορική Συμφωνία ΕΕ-Καναδά και τη ΣΠΕ ΕΕ-Σινγκαπούρης) που θα περιλαμβάνει το Σύστημα Επενδυτικών Δικαστηρίων (ICS) για την επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και κρατών. Προβλέπεται ποσό 700 000 EUR πρόσθετων ετήσιων δαπανών από το 2019 και έπειτα (υπό την επιφύλαξη της έναρξης ισχύος της συμφωνίας) για τη χρηματοδότηση της μόνιμης δομής που περιλαμβάνει ένα πρωτοβάθμιο δικαστήριο και ένα εφετείο. Συγχρόνως, η συμφωνία προβλέπει τη χρήση διοικητικών πόρων της γραμμής του προϋπολογισμού XX 01 01 01 (Δαπάνες σχετικές με υπαλλήλους και έκτακτο προσωπικό που εργάζεται στις υπηρεσίες του οργάνου), δεδομένου ότι εκτιμάται ότι ένας υπάλληλος διοίκησης, σε ισοδύναμο πλήρους απασχόλησης, θα διατεθεί για την εκτέλεση των καθηκόντων που συνεπάγεται η εφαρμογή της συμφωνίας. Τα ανωτέρω επισημαίνονται στο νομοθετικό δημοσιονομικό δελτίο και τελούν υπό τους όρους που αναφέρονται σ’ αυτό.

5.ΛΟΙΠΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ

Σχέδια εφαρμογής και ρυθμίσεις παρακολούθησης, αξιολόγησης και υποβολής εκθέσεων

Η ΣΕΣ και η ΣΠΕ ΕΕ-Βιετνάμ περιλαμβάνουν θεσμικές διατάξεις που θεσπίζουν μια δομή των εκτελεστικών φορέων η οποία θα παρακολουθεί διαρκώς την εφαρμογή, τη λειτουργία και τον αντίκτυπο των συμφωνιών. Καθώς οι συμφωνίες αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της συνολικής διμερούς σχέσης ανάμεσα στην ΕΕ και το Βιετνάμ, όπως διέπεται από τη ΣΕΣΣ, οι προαναφερθείσες δομές θα συνιστούν τμήμα κοινού θεσμικού πλαισίου με τη ΣΕΣΣ.

Το θεσμικό κεφάλαιο της ΣΕΣ προβλέπει τη σύσταση επιτροπής εμπορίου, η οποία έχει ως κύριο καθήκον να επιβλέπει και διευκολύνει την υλοποίηση και την εφαρμογή της συμφωνίας. Η επιτροπή εμπορίου απαρτίζεται από εκπροσώπους της ΕΕ και του Βιετνάμ που συνέρχονται σε ετήσια βάση ή κατόπιν αιτήματος ενός εξ αυτών. Η επιτροπή εμπορίου θα είναι υπεύθυνη για την επίβλεψη του έργου όλων των εξειδικευμένων επιτροπών και ομάδων εργασίας που συγκροτούνται δυνάμει της συμφωνίας (επιτροπή εμπορικών συναλλαγών στον τομέα των εμπορευμάτων· επιτροπή τελωνείων· επιτροπή υγειονομικών και φυτοϋγειονομικών μέτρων· επιτροπή επενδύσεων, εμπορικών συναλλαγών στον τομέα των υπηρεσιών, ηλεκτρονικού εμπορίου και δημοσίων συμβάσεων· επιτροπή εμπορίου και βιώσιμης ανάπτυξης· ομάδα εργασίας για τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας, συμπεριλαμβανομένων των γεωγραφικών ενδείξεων· και ομάδα εργασίας για τα μηχανοκίνητα οχήματα και ανταλλακτικά).

Η επιτροπή εμπορίου έχει επίσης το καθήκον να επικοινωνεί με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων του ιδιωτικού τομέα και της κοινωνίας των πολιτών, σχετικά με τη λειτουργία και την εφαρμογή της συμφωνίας. Στη συμφωνία, αμφότερες οι πλευρές αναγνωρίζουν τη σημασία της διαφάνειας και του ανοικτού χαρακτήρα και δεσμεύονται να λάβουν υπόψη τις απόψεις του κοινού, ώστε να αξιοποιήσουν ένα ευρύ φάσμα προοπτικών στην εφαρμογή της συμφωνίας.

Το θεσμικό κεφάλαιο της ΣΠΕ προβλέπει τη σύσταση επιτροπής η οποία έχει ως κύριο καθήκον να επιβλέπει και να διευκολύνει την υλοποίηση και την εφαρμογή της συμφωνίας. Μεταξύ άλλων καθηκόντων, η επιτροπή δύναται, με την επιφύλαξη της ολοκλήρωσης των εκατέρωθεν αντίστοιχων νομικών απαιτήσεων και διαδικασιών, να αποφασίζει τον διορισμό των μελών των διεθνών επενδυτικών δικαστηρίων, να καθορίζει τις μηνιαίες αμοιβές τους και να εγκρίνει δεσμευτικές ερμηνείες της συμφωνίας.

Όπως τονίζεται στην ανακοίνωση «Εμπόριο για όλους», η Επιτροπή αφιερώνει αυξανόμενους πόρους στην αποτελεσματική εφαρμογή και επιβολή εμπορικών και επενδυτικών συμφωνιών. Το 2017 η Επιτροπή δημοσίευσε την πρώτη ετήσια έκθεση εφαρμογής των ΣΕΣ. Ο κύριος σκοπός της έκθεσης είναι να παρουσιάσει μια αντικειμενική εικόνα για την εφαρμογή των ΣΕΣ της ΕΕ, επισημαίνοντας την πρόοδο που έχει σημειωθεί και τις ελλείψεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν. Ο στόχος είναι να χρησιμεύσει η έκθεση ως βάση για ανοικτό διάλογο και συνεργασία με τα κράτη μέλη, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την κοινωνία των πολιτών γενικότερα σχετικά με τη λειτουργία των ΣΕΣ και την εφαρμογή τους. Ως ετήσια διαδικασία, η δημοσίευση της έκθεσης θα καταστήσει δυνατή την τακτική παρακολούθηση των εξελίξεων, καταγράφοντας επίσης πώς αντιμετωπίστηκαν ζητήματα προτεραιότητας που προσδιορίστηκαν. Η έκθεση θα καλύπτει τη ΣΕΣ ΕΕ-Βιετνάμ από την έναρξη ισχύος της.

Εφαρμογή στην ΕΕ

Για να διασφαλιστεί η εφαρμογή της Συμφωνίας θα πρέπει να υλοποιηθούν ορισμένες ενέργειες. Οι ενέργειες αυτές θα υλοποιηθούν εγκαίρως για την εφαρμογή της Συμφωνίας. Συγκεκριμένα, πρόκειται για την έκδοση ενός εκτελεστικού κανονισμού της Επιτροπής για το άνοιγμα των δασμολογικών ποσοστώσεων σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τη συμφωνία, ο οποίος θα εκδοθεί βάσει του άρθρου 58 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα.

Επεξηγηματικά έγγραφα (για οδηγίες)

Άνευ αντικειμένου

Αναλυτική επεξήγηση των επιμέρους διατάξεων της πρότασης

Κατά τη διαπραγμάτευση της ΣΕΣ ΕΕ-Βιετνάμ, η Επιτροπή επιδίωξε δύο κύριους στόχους: πρώτον, να παράσχει τους βέλτιστους δυνατούς όρους πρόσβασης για τους φορείς εκμετάλλευσης της ΕΕ στην αγορά του Βιετνάμ· και, δεύτερον, να ορίσει ένα πολύτιμο δεύτερο σημείο αναφοράς (μετά τις συμφωνίες με τη Σινγκαπούρη) για τις υπόλοιπες διαπραγματεύσεις της ΕΕ στην εν λόγω περιφέρεια.

Αμφότεροι οι στόχοι έχουν επιτευχθεί πλήρως: η συμφωνία βαίνει πέρα από τις υφιστάμενες υποχρεώσεις του ΠΟΕ σε πολλούς τομείς, όπως οι υπηρεσίες, οι δημόσιες συμβάσεις, οι μη δασμολογικοί φραγμοί και η προστασία της διανοητικής ιδιοκτησίας, περιλαμβανομένων των γεωγραφικών ενδείξεων (ΓΕ). Σε όλους αυτούς τους τομείς το Βιετνάμ συμφώνησε επίσης σε νέες υποχρεώσεις, οι οποίες υπερβαίνουν σε σημαντικό βαθμό τις υποχρεώσεις του Βιετνάμ στο πλαίσιο άλλων συμφωνιών, συμπεριλαμβανομένης της συνολικής και προοδευτικής συμφωνίας για την εταιρική σχέση των χωρών του Ειρηνικού (CPTPP).

Σύμφωνα με τους στόχους που ορίζονται από τις οδηγίες για τις διαπραγματεύσεις, η Επιτροπή διασφάλισε:

(1)τη συνολική ελευθέρωση των αγορών υπηρεσιών και επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων οριζόντιων κανόνων για τη χορήγηση αδειών και την αμοιβαία αναγνώριση διπλωμάτων, και τομεακών κανόνων που αποσκοπούν στην εξασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού για τις επιχειρήσεις της ΕΕ·

(2)νέες ευκαιρίες διαγωνισμών για προσφέροντες από την ΕΕ στο Βιετνάμ, το οποίο δεν είναι μέλος της συμφωνίας του ΠΟΕ για τις δημόσιες συμβάσεις·

(3)την άρση των τεχνικών και κανονιστικών εμπορικών φραγμών στις εμπορικές συναλλαγές στον τομέα των εμπορευμάτων, όπως είναι η επανάληψη των δοκιμών, ιδίως με την προώθηση της χρήσης τεχνικών και κανονιστικών προτύπων που είναι οικεία στην ΕΕ στους τομείς των μηχανοκίνητων οχημάτων, των φαρμακευτικών και ιατροτεχνολογικών προϊόντων, καθώς και των «πράσινων» τεχνολογιών·

(4)βάσει διεθνών προτύπων, ένα πιο ευνοϊκό για το εμπόριο καθεστώς όσον αφορά την έγκριση των ευρωπαϊκών εξαγωγών τροφίμων στο Βιετνάμ·

(5)τη δέσμευση του Βιετνάμ να μειώσει ή να καταργήσει τους δασμούς του στις εισαγωγές από την ΕΕ, καθώς και τη λιγότερο δαπανηρή πρόσβαση των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων και καταναλωτών σε προϊόντα καταγωγής Βιετνάμ·

(6)υψηλό επίπεδο προστασίας των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, μεταξύ άλλων όσον αφορά την επιβολή αυτών των δικαιωμάτων, και στα σύνορα· επίπεδο προστασίας TRIPs-plus για τις ΓΕ της ΕΕ·

(7)ένα ολοκληρωμένο κεφάλαιο για το εμπόριο και τη βιώσιμη ανάπτυξη, το οποίο έχει ως στόχο να διασφαλίσει ότι το εμπόριο στηρίζει τα εργασιακά δικαιώματα, την προστασία του περιβάλλοντος και την κοινωνική ανάπτυξη και προωθεί τη βιώσιμη διαχείριση των δασών και της αλιείας. Περιλαμβάνει υποχρεώσεις σχετικά με την αποτελεσματική εφαρμογή διεθνών προτύπων και τις προσπάθειες για την κύρωση ορισμένων διεθνών συμφωνιών. Το κεφάλαιο καθορίζει επίσης τον τρόπο με τον οποίο οι κοινωνικοί εταίροι και η κοινωνία των πολιτών θα συμμετέχουν στην υλοποίηση και την παρακολούθησή του· και

(8)μηχανισμούς γρήγορης επίλυσης διαφορών μέσω διαιτησίας από επιτροπή ή με τη βοήθεια διαμεσολαβητή.

Η ΣΠΕ ΕΕ-Βιετνάμ θα εξασφαλίσει υψηλό επίπεδο προστασίας των επενδύσεων, με παράλληλη διασφάλιση των δικαιωμάτων της ΕΕ και του Βιετνάμ να θεσπίζουν κανονιστικές ρυθμίσεις και να επιδιώκουν θεμιτούς στόχους δημόσιας πολιτικής, όπως η προστασία της δημόσιας υγείας, της ασφάλειας και του περιβάλλοντος.

Η συμφωνία περιλαμβάνει όλες τις καινοτομίες της νέας προσέγγισης της ΕΕ όσον αφορά την προστασία των επενδύσεων και τους μηχανισμούς επιβολής της που δεν περιλαμβάνονται στις 21 υφιστάμενες διμερείς επενδυτικές συμφωνίες μεταξύ του Βιετνάμ και κρατών μελών της ΕΕ. Πρόκειται για ένα πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό της ΣΠΕ, που αντικαθιστά και, συνεπώς, βελτιώνει τις 21 υφιστάμενες διμερείς επενδυτικές συμφωνίες.

Σύμφωνα με τους στόχους που ορίζονται από τις οδηγίες για τις διαπραγματεύσεις, η Επιτροπή εξασφάλισε ότι οι επενδυτές της ΕΕ και οι επενδύσεις τους στο Βιετνάμ θα τυγχάνουν δίκαιης και ισότιμης μεταχείρισης και δεν θα υφίστανται διακρίσεις σε σύγκριση με επενδύσεις από το Βιετνάμ που βρίσκονται σε παρόμοιες καταστάσεις. Ταυτόχρονα, η ΣΠΕ προστατεύει τους επενδυτές της ΕΕ και τις επενδύσεις τους στο Βιετνάμ από απαλλοτρίωση, εκτός αν πρόκειται για δημόσιους σκοπούς, σύμφωνα με τη δέουσα διαδικασία, κατά τρόπο που δεν εισάγει διακρίσεις και με καταβολή άμεσης, αρμόζουσας και ουσιαστικής αποζημίωσης σύμφωνα με την εύλογη αγοραία αξία της απαλλοτριωθείσας επένδυσης.

Επίσης, σύμφωνα με τις οδηγίες διαπραγμάτευσης, η ΣΠΕ την οποία διαπραγματεύθηκε η Επιτροπή θα προσφέρει στους επενδυτές την επιλογή ενός σύγχρονου και μεταρρυθμισμένου μηχανισμού επίλυσης επενδυτικών διαφορών. Το σύστημα αυτό εξασφαλίζει ότι τηρούνται οι κανόνες προστασίας των επενδύσεων και αποσκοπεί στην επίτευξη ισορροπίας μεταξύ της προστασίας των επενδυτών με διαφανή τρόπο και της διαφύλαξης του δικαιώματος του κράτους να θεσπίζει κανονιστικές ρυθμίσεις με γνώμονα την επιδίωξη στόχων δημόσιας πολιτικής. Η συμφωνία προβλέπει τη σύσταση μόνιμου διεθνούς και πλήρως ανεξάρτητου συστήματος επίλυσης διαφορών, που θα αποτελείται από μόνιμο πρωτοβάθμιο δικαστήριο και εφετείο, τα οποία θα επιλύουν τις διαφορές κατά τρόπο διαφανή και αμερόληπτο.

Η Επιτροπή έχει επίγνωση της ισορροπίας που πρέπει να επιτευχθεί ανάμεσα στην προώθηση της μεταρρυθμισμένης πολιτικής της ΕΕ για τις επενδύσεις και στις ευαισθησίες των κρατών μελών της ΕΕ όσον αφορά την ενδεχόμενη άσκηση συντρέχουσας αρμοδιότητας σχετικά με τα θέματα αυτά. Ως εκ τούτου, η Επιτροπή δεν έχει υποβάλει πρόταση για την προσωρινή εφαρμογή της συμφωνίας προστασίας των επενδύσεων. Ωστόσο, εάν τα κράτη μέλη επιθυμούν να δουν μια πρόταση για την προσωρινή εφαρμογή της συμφωνίας προστασίας των επενδύσεων, η Επιτροπή είναι έτοιμη να υποβάλει μια τέτοια πρόταση.

2018/0359 (NLE)

Πρόταση

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

σχετικά με την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της συμφωνίας προστασίας των επενδύσεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ, αφετέρου

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 207 παράγραφος 4 πρώτο εδάφιο, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 5,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)Στις 23 Απριλίου 2007 το Συμβούλιο εξουσιοδότησε την Επιτροπή να διαπραγματευτεί συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών (ΣΕΣ) με τις χώρες του Συνδέσμου Κρατών της Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN). Η εν λόγω εξουσιοδότηση προέβλεπε τη δυνατότητα διμερών διαπραγματεύσεων.

(2)Στις 22 Δεκεμβρίου 2009 το Συμβούλιο εξουσιοδότησε την Επιτροπή να διεξαγάγει διμερείς διαπραγματεύσεις ΣΕΣ με μεμονωμένες χώρες του ASEAN. Τον Ιούνιο του 2012 η Επιτροπή ξεκίνησε διμερείς διαπραγματεύσεις για τη σύναψη ΣΕΣ με το Βιετνάμ, οι οποίες επρόκειτο να διεξαχθούν σύμφωνα με τις υφιστάμενες οδηγίες για τις διαπραγματεύσεις.

(3)Στις 15 Οκτωβρίου 2013 το Συμβούλιο εξουσιοδότησε την Επιτροπή να επεκτείνει τις εν εξελίξει διμερείς διαπραγματεύσεις με χώρες του ASEAN, ώστε να καλύπτουν επίσης την προστασία των επενδύσεων.

(4)Οι διαπραγματεύσεις για τη σύναψη συμφωνίας προστασίας των επενδύσεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ, αφετέρου, (εφεξής «Συμφωνία») έχουν ολοκληρωθεί.

(5)Επομένως, η Συμφωνία θα πρέπει να υπογραφεί εξ ονόματος της Ένωσης, με την επιφύλαξη μεταγενέστερης σύναψής της,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Η υπογραφή της συμφωνίας προστασίας των επενδύσεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ, αφετέρου, (εφεξής «Συμφωνία») εγκρίνεται εξ ονόματος της Ένωσης, με την επιφύλαξη της σύναψης της συμφωνίας.

Άρθρο 2

Η Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου καταρτίζει την πράξη εξουσιοδότησης του/των προσώπου/-ων που θα ορίσει ο διαπραγματευτής της Συμφωνίας για την υπογραφή της εξ ονόματος της Ένωσης, με την επιφύλαξη της σύναψης της Συμφωνίας.

Άρθρο 3

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει από την ημέρα της έκδοσής της.

Βρυξέλλες,

   Για το Συμβούλιο

   Ο Πρόεδρος

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

1.    ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

   1.1.    Τίτλος της πρότασης/πρωτοβουλίας

   1.2.    Σχετικοί τομείς πολιτικής στη δομή ΔΒΔ/ΠΒΔ

   1.3.    Χαρακτήρας της πρότασης/πρωτοβουλίας

   1.4.    Στόχοι

   1.5.    Αιτιολόγηση της πρότασης/πρωτοβουλίας

   1.6.    Διάρκεια και δημοσιονομικές επιπτώσεις

   1.7.    Προβλεπόμενοι τρόποι διαχείρισης

2.    ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

   2.1.    Κανόνες παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων

   2.2.    Σύστημα διαχείρισης και ελέγχου

   2.3.    Μέτρα για την πρόληψη περιπτώσεων απάτης και παρατυπίας

3.    ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

3.1.    Τομείς του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμές δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται

   3.2.    Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις δαπάνες 

   3.2.1.    Συνοπτική παρουσίαση των εκτιμώμενων επιπτώσεων στις δαπάνες

   3.2.2.    Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις επιχειρησιακές πιστώσεις

   3.2.3.    Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις πιστώσεις διοικητικού χαρακτήρα

   3.2.4.    Συμβατότητα με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο

   3.2.5.    Συμμετοχή τρίτων στη χρηματοδότηση

   3.3.    Εκτιμώμενες επιπτώσεις στα έσοδα

ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΟ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

1.ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

1.1.Τίτλος της πρότασης/πρωτοβουλίας

Συμφωνία προστασίας των επενδύσεων ΕΕ-Βιετνάμ

1.2.Σχετικοί τομείς πολιτικής στη δομή ΔΒΔ/ΠΒΔ 5  

20.02 – Εμπορική πολιτική

1.3.Χαρακτήρας της πρότασης/πρωτοβουλίας

☑ Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά νέα δράση

Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά νέα δράση μετά από πιλοτικό έργο / προπαρασκευαστική δράση 6  

◻ Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά την παράταση υφιστάμενης δράσης

◻ Η πρόταση/πρωτοβουλία αφορά δράση επαναπροσανατολισμένη προς νέα δράση

1.4.Στόχοι

1.4.1.Πολυετείς στρατηγικοί στόχοι της Επιτροπής τους οποίους αφορά η πρόταση/πρωτοβουλία

Η πρόταση μπορεί να ενταχθεί στην πρώτη από τις δέκα προτεραιότητες Juncker — Απασχόληση, ανάπτυξη και επενδύσεις.

1.4.2.Ειδικοί στόχοι και δραστηριότητες ΔΒΔ/ΠΒΔ

Ειδικός στόχος αριθ.

1

Σχετικές δραστηριότητες ΔΒΔ/ΠΒΔ

20.02 – Εμπορική πολιτική

1.4.3.Αναμενόμενα αποτελέσματα και επιπτώσεις

Να προσδιοριστούν τα αποτελέσματα που θα πρέπει να έχει η πρόταση/πρωτοβουλία όσον αφορά τους στοχοθετημένους δικαιούχους / τις στοχοθετημένες ομάδες.

Ο στόχος της συμφωνίας προστασίας των επενδύσεων (ΣΠΕ) ΕΕ-Βιετνάμ είναι να βελτιωθεί το επενδυτικό κλίμα μεταξύ της ΕΕ και του Βιετνάμ. Η συμφωνία θα αποφέρει οφέλη στους Ευρωπαίους επενδυτές, διασφαλίζοντας υψηλό επίπεδο προστασίας για τις επενδύσεις τους στο Βιετνάμ και παράλληλα διαφυλάσσοντας τα δικαιώματα της ΕΕ να θεσπίζει κανονιστικές ρυθμίσεις και να επιδιώκει θεμιτούς στόχους δημόσιας πολιτικής, όπως η προστασία της δημόσιας υγείας, της ασφάλειας και του περιβάλλοντος.

Η συμφωνία θεσπίζει ένα Σύστημα Επενδυτικών Δικαστηρίων (ICS), που έχει σχεδιαστεί ώστε να ανταποκρίνεται στις υψηλές προσδοκίες των πολιτών και της βιομηχανίας για ένα πιο δίκαιο, πιο διαφανές και θεσμοθετημένο σύστημα επίλυσης επενδυτικών διαφορών. Οι διατάξεις της ΣΠΕ ΕΕ-Βιετνάμ που έχουν αντίκτυπο στον προϋπολογισμό της ΕΕ αφορούν ακριβώς τα έξοδα δημιουργίας και λειτουργίας του ICS.

1.4.4.Δείκτες αποτελεσμάτων και επιπτώσεων

Να προσδιοριστούν οι δείκτες για την παρακολούθηση της υλοποίησης της πρότασης/πρωτοβουλίας.

Η ΣΠΕ προσφέρει ασφάλεια δικαίου και προβλεψιμότητα, που αναμένεται να βοηθήσουν την ΕΕ και το Βιετνάμ να προσελκύσουν και να διατηρήσουν επενδύσεις για τη στήριξη της οικονομίας τους.

1.5.Αιτιολόγηση της πρότασης/πρωτοβουλίας

1.5.1.Βραχυπρόθεσμη ή μακροπρόθεσμη κάλυψη αναγκών

Διατήρηση ή βελτίωση του επιπέδου των επενδυτικών ροών μεταξύ της ΕΕ και του Βιετνάμ.

1.5.2.Προστιθέμενη αξία της ενωσιακής παρέμβασης

Το 2016 το συνολικό απόθεμα ΑΞΕ της ΕΕ στο Βιετνάμ ανερχόταν σε 8,3 δισ. EUR. Ως ένας από τους μεγαλύτερους ξένους επενδυτές στη χώρα, η ΕΕ θα επωφεληθεί από τη βελτίωση του επενδυτικού κλίματος που θα παράσχει η ΣΠΕ. Η συμφωνία περιλαμβάνει περαιτέρω όλες τις καινοτομίες της νέας προσέγγισης της ΕΕ όσον αφορά την προστασία των επενδύσεων και τους μηχανισμούς επιβολής της που δεν περιλαμβάνονται στις 21 υφιστάμενες διμερείς επενδυτικές συμφωνίες μεταξύ του Βιετνάμ και κρατών μελών της ΕΕ τις οποίες θα αντικαταστήσει η ΣΠΕ.

1.5.3.Διδάγματα από ανάλογες εμπειρίες του παρελθόντος

Άνευ αντικειμένου

1.5.4.Συμβατότητα και ενδεχόμενη συνέργεια με άλλα κατάλληλα μέσα

Άνευ αντικειμένου

1.6.Διάρκεια και δημοσιονομικές επιπτώσεις

◻ Πρόταση/πρωτοβουλία περιορισμένης διάρκειας

   Πρόταση/πρωτοβουλία με ισχύ από [ΗΗ/MM]ΕΕΕΕ έως [ΗΗ/MM]ΕΕΕΕ

   Δημοσιονομικές επιπτώσεις από το ΕΕΕΕ έως το ΕΕΕΕ

☑ Πρόταση/πρωτοβουλία απεριόριστης διάρκειας

Περίοδος σταδιακής εφαρμογής από το 2019 (υπό την επιφύλαξη της επικύρωσης από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο).

και στη συνέχεια πλήρης εφαρμογή.

1.7.Προβλεπόμενοι τρόποι διαχείρισης 7  

◻ Άμεση διαχείριση από την Επιτροπή

◻ από τις υπηρεσίες της, συμπεριλαμβανομένου του προσωπικού της στις αντιπροσωπείες της Ένωσης

   από τους εκτελεστικούς οργανισμούς

◻ Επιμερισμένη διαχείριση με τα κράτη μέλη

☑ Έμμεση διαχείριση με ανάθεση καθηκόντων εκτέλεσης του προϋπολογισμού:

◻ σε τρίτες χώρες ή οργανισμούς που αυτές έχουν ορίσει

☑ σε διεθνείς οργανισμούς και στις οργανώσεις τους (να προσδιοριστούν)

◻ στην ΕΤΕπ και στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων

◻ στους οργανισμούς που αναφέρονται στα άρθρα 208 και 209 του δημοσιονομικού κανονισμού

◻ σε οργανισμούς δημοσίου δικαίου

◻ σε οργανισμούς που διέπονται από ιδιωτικό δίκαιο και έχουν αποστολή δημόσιας υπηρεσίας, στον βαθμό που παρέχουν επαρκείς οικονομικές εγγυήσεις

◻ σε οργανισμούς που διέπονται από το ιδιωτικό δίκαιο κράτους μέλους, στους οποίους έχει ανατεθεί η εκτέλεση σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και οι οποίοι παρέχουν επαρκείς οικονομικές εγγυήσεις

◻ σε πρόσωπα επιφορτισμένα με την εκτέλεση συγκεκριμένων δράσεων στην ΚΕΠΠΑ βάσει του τίτλου V της ΣΕΕ και τα οποία προσδιορίζονται στην αντίστοιχη βασική πράξη.

Αν αναφέρονται περισσότεροι του ενός τρόποι διαχείρισης, να διευκρινιστούν στο τμήμα «Παρατηρήσεις».

Παρατηρήσεις

Όσον αφορά τη δημοσιονομική αντιμετώπιση του ICS στη ΣΠΕ ΕΕ-Βιετνάμ, θα χορηγηθεί συνεισφορά σε «υφιστάμενη δομή» [συγκεκριμένα, το Διεθνές Κέντρο για τον Διακανονισμό Διαφορών από Επενδύσεις («ICSID»)], ώστε αυτή να διανείμει τις πάγιες αμοιβές στους δικαστές που απαρτίζουν το Σύστημα Επενδυτικών Δικαστηρίων. Αμοιβές για τη διαχείριση υπόθεσης θα καταστούν καταβλητέες μόνο σε περίπτωση που ανακύψει διαφορά, άλλως, οι υπηρεσίες γραμματειακής υποστήριξης του ICSID παρέχονται δωρεάν.

2.ΜΕΤΡΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ

2.1.Κανόνες παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων

Να προσδιοριστούν η συχνότητα και οι όροι.

Σύμφωνα με τις διατάξεις της συμφωνίας-πλαισίου με τον οικείο οργανισμό.

2.2.Σύστημα διαχείρισης και ελέγχου

2.2.1.Κίνδυνοι που έχουν εντοπιστεί

Σύμφωνα με τις διατάξεις της συμφωνίας-πλαισίου με τον οικείο οργανισμό.

2.2.2.Πληροφορίες σχετικά με το σύστημα εσωτερικού ελέγχου που έχει δημιουργηθεί

Σύμφωνα με τις διατάξεις της συμφωνίας-πλαισίου με τον οικείο οργανισμό. Ιδίως, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες επαλήθευσης.

2.2.3.Εκτιμώμενο κόστος και όφελος των ελέγχων και αξιολόγηση του εκτιμώμενου επιπέδου κινδύνου σφάλματος

Δεδομένων των εκτιμώμενων δημοσιονομικών επιπτώσεων, δεν μπορεί να προσδιοριστεί οποιοδήποτε ουσιαστικό ποσοτικοποιήσιμο κόστος ή όφελος. Η συνεισφορά θα ενταχθεί στο συνολικό σύστημα ελέγχου της ΓΔ Εμπορίου.

2.3.Μέτρα για την πρόληψη περιπτώσεων απάτης και παρατυπίας

Να προσδιοριστούν τα ισχύοντα ή τα προβλεπόμενα μέτρα πρόληψης και προστασίας.

Σύμφωνα με τις διατάξεις της συμφωνίας-πλαισίου με τον οικείο οργανισμό. Επιπλέον, εφαρμόζεται η στρατηγική της ΓΔ Εμπορίου για την καταπολέμηση της απάτης, η οποία περιλαμβάνει ειδικό κεφάλαιο σχετικά με τη δημοσιονομική διαχείριση.

3.ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΕΣ ΔΗΜΟΣΙΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ/ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

3.1Τομείς του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμές δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται

Υφιστάμενες γραμμές του προϋπολογισμού

Κατά σειρά τομέων του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμών του προϋπολογισμού

Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Γραμμή του προϋπολογισμού

Είδος
δαπάνης

Συμμετοχή

Αριθμός
4

ΔΠ/ΜΔΠ 8 .

χωρών ΕΖΕΣ 9

υποψηφίων για ένταξη χωρών 10

τρίτων χωρών

κατά την έννοια του άρθρου 21 παράγραφος 2 στοιχείο β) του δημοσιονομικού κανονισμού

20.0201

ΔΠ

ΟΧΙ

ΟΧΙ

ΟΧΙ

ΟΧΙ

Νέες γραμμές του προϋπολογισμού, των οποίων έχει ζητηθεί η δημιουργία

Κατά σειρά τομέων του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου και γραμμών του προϋπολογισμού.

Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Γραμμή του προϋπολογισμού

Είδος
δαπάνης

Συμμετοχή

Αριθμός
Άνευ αντικειμένου

ΔΠ/ΜΔΠ

χωρών ΕΖΕΣ

υποψηφίων για ένταξη χωρών

τρίτων χωρών

κατά την έννοια του άρθρου 21 παράγραφος 2 στοιχείο β) του δημοσιονομικού κανονισμού

Άνευ αντικειμένου

ΝΑΙ/ΟΧΙ

ΝΑΙ/ΟΧΙ

ΝΑΙ/ΟΧΙ

ΝΑΙ/ΟΧΙ

3.2.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις δαπάνες

3.2.1.Συνοπτική παρουσίαση των εκτιμώμενων επιπτώσεων στις δαπάνες

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού
πλαισίου

Αριθμός

4

ΓΔ: TRADE

Έτος
2019

Έτος
2020

Έτος
2021

Έτος
2022

Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

ΣΥΝΟΛΟ

• Επιχειρησιακές πιστώσεις

Αριθμός γραμμής του προϋπολογισμού 20.0201

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1)

0,700

0,700

0,700

0,700

2,800

Πληρωμές

(2)

0,700

0,700

0,700

0,700

2,800

Αριθμός γραμμής του προϋπολογισμού

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(1α)

-

-

-

-

Πληρωμές

(2α)

-

-

-

-

Πιστώσεις διοικητικού χαρακτήρα χρηματοδοτούμενες από το κονδύλιο ειδικών προγραμμάτων 11  

0

0

0

0

Αριθμός γραμμής του προϋπολογισμού

(3)

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων
για τη ΓΔ TRADE

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=1+1α +3

0,700

0,700

0,700

0,700

2,800

Πληρωμές

=2+2α

+3

0,700

0,700

0,700

0,700

2,800






ΣΥΝΟΛΟ επιχειρησιακών πιστώσεων

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(4)

0,700

0,700

0,700

0,700

2,800

Πληρωμές

(5)

0,700

0,700

0,700

0,700

2,800

• ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα χρηματοδοτούμενων από το κονδύλιο ειδικών προγραμμάτων

(6)

0

0

0

0

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων
του ΤΟΜΕΑ 4

του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=4+ 6

0,700

0,700

0,700

0,700

2,800

Πληρωμές

=5+ 6

0,700

0,700

0,700

0,700

2,800

Αν η πρόταση/πρωτοβουλία επηρεάζει περισσότερους του ενός τομείς:

• ΣΥΝΟΛΟ επιχειρησιακών πιστώσεων

Αναλήψεις υποχρεώσεων

(4)

Πληρωμές

(5)

• ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα χρηματοδοτούμενων από το κονδύλιο ειδικών προγραμμάτων

(6)

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων
των ΤΟΜΕΩΝ 1 έως 4

του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

(Ποσό αναφοράς)

Αναλήψεις υποχρεώσεων

=4+ 6

Πληρωμές

=5+ 6




Τομέας του πολυετούς δημοσιονομικού
πλαισίου

5

«Διοικητικές δαπάνες»

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

Έτος
2019

Έτος
2020

Έτος
2021

Έτος
2022

Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

ΣΥΝΟΛΟ

ΓΔ: TRADE

• Ανθρώπινοι πόροι

0,143

0,143

0,143

0,143

0,572

• Άλλες διοικητικές δαπάνες

0

0

0

0

ΣΥΝΟΛΟ ΓΔ TRADE

Πιστώσεις

0,143

0,143

0,143

0,143

0,572

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων
του ΤΟΜΕΑ 5

του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

(Σύνολο αναλήψεων υποχρεώσεων = Σύνολο πληρωμών)

0,143

0,143

0,143

0,143

0,572

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

Έτος
2019

Έτος
2020

Έτος
2021

Έτος
2022

Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

ΣΥΝΟΛΟ

ΣΥΝΟΛΟ πιστώσεων
των ΤΟΜΕΩΝ 1 έως 5

του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Αναλήψεις υποχρεώσεων

0,843

0,843

0,843

0,843

3,372

Πληρωμές

0,843

0,843

0,843

0,843

3,372

3.2.2.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις επιχειρησιακές πιστώσεις

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση επιχειρησιακών πιστώσεων

   Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση επιχειρησιακών πιστώσεων, όπως εξηγείται κατωτέρω:

Πιστώσεις ανάληψης υποχρεώσεων σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

Να προσδιοριστούν οι στόχοι και τα αποτελέσματα

Έτος
2019

Έτος
2020

Έτος
2021

Έτος
2022

Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

ΣΥΝΟΛΟ

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

Είδος 12

Μέσο κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Αριθ.

Κόστος

Συνολικός αριθ.

Συνολικό κόστος

ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ αριθ. 1 13 ...

Λειτουργία του Συστήματος Επενδυτικών Δικαστηρίων

- Αποτέλεσμα

Γραμματεία

1

0,700

0,700

0,700

0,700

2,800

- Αποτέλεσμα

Υπόθεση(-εις)

-

π.υ.

π.υ.

π.υ.

- Αποτέλεσμα

Μερικό σύνολο για τον ειδικό στόχο αριθ. 1

0,700

0,700

0,700

0,700

2,800

ΕΙΔΙΚΟΣ ΣΤΟΧΟΣ αριθ. 2 ...

- Αποτέλεσμα

Μερικό σύνολο για τον ειδικό στόχο αριθ. 2

ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ

0,700

0,700

0,700

0,700

2,800

3.2.3.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στις πιστώσεις διοικητικού χαρακτήρα

3.2.3.1.Συνοπτική παρουσίαση

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα

   Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση πιστώσεων διοικητικού χαρακτήρα, όπως εξηγείται κατωτέρω:

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

Έτος
2019

Έτος
2020

Έτος
2021

Έτος
2022

Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

ΣΥΝΟΛΟ

ΤΟΜΕΑΣ 5
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Ανθρώπινοι πόροι

0,143

0,143

0,143

0,143

0,572

Άλλες διοικητικές δαπάνες

0

0

0

0

Μερικό σύνολο του ΤΟΜΕΑ 5
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Εκτός του ΤΟΜΕΑ 5 14
του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

Ανθρώπινοι πόροι

Άλλες δαπάνες
διοικητικού χαρακτήρα

Μερικό σύνολο
εκτός του ΤΟΜΕΑ 5

του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου

ΣΥΝΟΛΟ

0,143

0,143

0,143

0,143

0,572

Οι απαιτούμενες πιστώσεις για ανθρώπινους πόρους και άλλες δαπάνες διοικητικού χαρακτήρα θα καλυφθούν από τις πιστώσεις της ΓΔ που έχουν ήδη διατεθεί για τη διαχείριση της δράσης και/ή έχουν ανακατανεμηθεί στο εσωτερικό της ΓΔ και οι οποίες θα συμπληρωθούν, κατά περίπτωση, με πρόσθετα κονδύλια που ενδέχεται να χορηγηθούν στην αρμόδια για τη διαχείριση ΓΔ στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας κατανομής και λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων δημοσιονομικών περιορισμών.

3.2.3.2.Εκτιμώμενες ανάγκες σε ανθρώπινους πόρους

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση ανθρώπινων πόρων

   Η πρόταση/πρωτοβουλία συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση ανθρώπινων πόρων, όπως εξηγείται κατωτέρω:

Εκτίμηση η οποία πρέπει να εκφράζεται σε μονάδες ισοδυνάμων πλήρους απασχόλησης

Έτος
2019

Έτος
2020

Έτος 2021

Έτος 2022

Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

• Θέσεις απασχόλησης του πίνακα προσωπικού (θέσεις μόνιμων και έκτακτων υπαλλήλων)

XX 01 01 01 (στην έδρα και στις αντιπροσωπείες της Επιτροπής)

1

1

1

1

XX 01 01 02 (στις αντιπροσωπείες της ΕΕ)

XX 01 05 01 (έμμεση έρευνα)

10 01 05 01 (άμεση έρευνα)

Εξωτερικό προσωπικό (σε μονάδα ισοδυνάμου πλήρους απασχόλησης: ΙΠΑ) 15

XX 01 02 01 (AC, END, INT από το συνολικό κονδύλιο)

XX 01 02 02 (AC, AL, END, INT και JED στις αντιπροσωπείες)

XX 01 04 yy 16

- στην έδρα

- στις αντιπροσωπείες της ΕΕ

XX 01 05 02 (AC, END, INT - Έμμεση έρευνα)

10 01 05 02 (AC, END, INT - Άμεση έρευνα)

Άλλες γραμμές του προϋπολογισμού (να προσδιοριστούν)

ΣΥΝΟΛΟ

1

1

1

1

XX είναι ο σχετικός τομέας πολιτικής ή ο σχετικός τίτλος του προϋπολογισμού.

Οι ανάγκες σε ανθρώπινους πόρους θα καλυφθούν από το προσωπικό της ΓΔ που έχει ήδη διατεθεί για τη διαχείριση της δράσης και/ή έχει ανακατανεμηθεί στο εσωτερικό της ΓΔ και το οποίο θα συμπληρωθεί, εάν χρειαστεί, από πρόσθετους πόρους που μπορεί να διατεθούν στην αρμόδια για τη διαχείριση ΓΔ στο πλαίσιο της ετήσιας διαδικασίας κατανομής και λαμβανομένων υπόψη των υφιστάμενων δημοσιονομικών περιορισμών.

Περιγραφή των προς εκτέλεση καθηκόντων:

Μόνιμοι και έκτακτοι υπάλληλοι

Παρακολούθηση της λειτουργίας του Συστήματος Επενδυτικών Δικαστηρίων / Χειρισμός υποθέσεων

Εξωτερικό προσωπικό

3.2.4.Συμβατότητα με το ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο

   Η πρόταση/πρωτοβουλία είναι συμβατή με τον ισχύον πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο.

   Η πρόταση/πρωτοβουλία απαιτεί αναπρογραμματισμό του σχετικού τομέα του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου.

   Η πρόταση/πρωτοβουλία απαιτεί τη χρησιμοποίηση του μέσου ευελιξίας ή την αναθεώρηση του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου.

3.2.5.Συμμετοχή τρίτων στη χρηματοδότηση

Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν προβλέπει συγχρηματοδότηση από τρίτους.

Η πρόταση/πρωτοβουλία προβλέπει τη συγχρηματοδότηση που εκτιμάται παρακάτω:

Πιστώσεις σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

Έτος
2019

Έτος
2020

Έτος
2021

Έτος
2022

Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

Σύνολο

Προσδιορισμός του φορέα συγχρηματοδότησης: Κυβέρνηση της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ

0,700

0,700

0,700

0,700

2,800

ΣΥΝΟΛΟ συγχρηματοδοτούμενων πιστώσεων

0,700

0,700

0,700

0,700

2,800



3.3.Εκτιμώμενες επιπτώσεις στα έσοδα

   Η πρόταση/πρωτοβουλία δεν έχει δημοσιονομικές επιπτώσεις στα έσοδα.

   Η πρόταση/πρωτοβουλία έχει τις δημοσιονομικές επιπτώσεις που περιγράφονται κατωτέρω:

   στους ιδίους πόρους

   στα διάφορα έσοδα

σε εκατ. EUR (με τρία δεκαδικά ψηφία)

Γραμμή εσόδων του προϋπολογισμού:

Διαθέσιμες πιστώσεις για το τρέχον οικονομικό έτος (B2016)

Επιπτώσεις της πρότασης/πρωτοβουλίας 17

Έτος
N

Έτος
N+1

Έτος
N+2

Έτος
N+3

Να εγγραφούν όσα έτη απαιτούνται, ώστε να εμφανίζεται η διάρκεια των επιπτώσεων (βλ. σημείο 1.6)

Άρθρο ………….

……………

Ως προς τα διάφορα έσοδα «για ειδικό προορισμό», να προσδιοριστούν οι γραμμές δαπανών του προϋπολογισμού που επηρεάζονται.

[…]

Να προσδιοριστεί η μέθοδος υπολογισμού των επιπτώσεων στα έσοδα.

[…]

(1)    Βλ. τη διευκρίνιση στην απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην υπόθεση C-600/14, Γερμανία κατά Συμβουλίου (απόφαση της 5ης Δεκεμβρίου 2017), σκέψη 69.
(2)     http://trade.ec.europa.eu/doclib/html/145989.htm  
(3)     http://trade.ec.europa.eu/doclib/events/index.cfm?id=1288  
(4)     http://trade.ec.europa.eu/doclib/docs/2016/february/tradoc_154236.pdf
(5)    ΔΒΔ: διαχείριση βάσει δραστηριοτήτων· ΠΒΔ: προϋπολογισμός βάσει δραστηριοτήτων.
(6)    Όπως αναφέρεται στο άρθρο 54 παράγραφος 2 στοιχείο α) ή β) του δημοσιονομικού κανονισμού.
(7)    Οι λεπτομέρειες σχετικά με τους τρόπους διαχείρισης και οι παραπομπές στον δημοσιονομικό κανονισμό είναι διαθέσιμες στον δικτυακό τόπο BudgWeb: http://www.cc.cec/budg/man/budgmanag/budgmanag_en.html
(8)    ΔΠ = Διαχωριζόμενες πιστώσεις / ΜΔΠ = Μη διαχωριζόμενες πιστώσεις.
(9)    ΕΖΕΣ: Ευρωπαϊκή Ζώνη Ελεύθερων Συναλλαγών.
(10)    Υποψήφιες χώρες και, κατά περίπτωση, δυνάμει υποψήφιες για ένταξη χώρες των Δυτικών Βαλκανίων.
(11)    Τεχνική και/ή διοικητική βοήθεια και δαπάνες στήριξης της εφαρμογής προγραμμάτων και/ή δράσεων της ΕΕ (πρώην γραμμές «BA»), έμμεση έρευνα, άμεση έρευνα.
(12)    Τα αποτελέσματα είναι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που θα παρασχεθούν (π.χ.: αριθμός ανταλλαγών φοιτητών που θα χρηματοδοτηθούν, αριθμός χλμ. οδών που θα κατασκευαστούν κ.λπ.).
(13)    Όπως περιγράφεται στο σημείο 1.4.2. «Ειδικοί στόχοι…».
(14)    Τεχνική και/ή διοικητική βοήθεια και δαπάνες στήριξης της εφαρμογής προγραμμάτων και/ή δράσεων της ΕΕ (πρώην γραμμές «BA»), έμμεση έρευνα, άμεση έρευνα.
(15)    AC = Συμβασιούχος υπάλληλος· AL = Τοπικός υπάλληλος· END = Αποσπασμένος εθνικός εμπειρογνώμονας· INT = Προσωρινό προσωπικό· JED = Νέος εμπειρογνώμονας σε αντιπροσωπεία.
(16)    Επιμέρους ανώτατο όριο εξωτερικού προσωπικού που καλύπτεται από επιχειρησιακές πιστώσεις (πρώην γραμμές «BA»).
(17)    Όσον αφορά τους παραδοσιακούς ιδίους πόρους (δασμούς, εισφορές ζάχαρης), τα αναγραφόμενα ποσά πρέπει να είναι καθαρά ποσά, δηλ. τα ακαθάριστα ποσά μετά την αφαίρεση του 25 % για έξοδα είσπραξης.

Βρυξέλλες, 17.10.2018

COM(2018) 694 final

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

της

πρότασης απόφασης του Συμβουλίου

σχετικά με την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της συμφωνίας προστασίας των επενδύσεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ, αφετέρου


ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ
ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ

ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ, ΑΦΕΝΟΣ,

ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΒΙΕΤΝΑΜ,

ΑΦΕΤΕΡΟΥ

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ,

που εφεξής καλείται «η Ένωση»,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΟΥ ΒΕΛΓΙΟΥ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑΣ,

Η ΤΣΕΧΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΔΑΝΙΑΣ,

Η ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΑΣ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΕΣΘΟΝΙΑΣ,

Η ΙΡΛΑΝΔΙΑ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΚΡΟΑΤΙΑΣ,

Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΑΣ,

Η ΓΑΛΛΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

Η ΙΤΑΛΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

Η ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,


Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΛΕΤΟΝΙΑΣ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΛΙΘΟΥΑΝΙΑΣ,

ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΔΟΥΚΑΤΟ ΤΟΥ ΛΟΥΞΕΜΒΟΥΡΓΟΥ,

Η ΟΥΓΓΑΡΙΑ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΜΑΛΤΑΣ,

ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΩΝ ΚΑΤΩ ΧΩΡΩΝ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΑΥΣΤΡΙΑΣ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΩΝΙΑΣ,

Η ΠΟΡΤΟΓΑΛΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

Η ΡΟΥΜΑΝΙΑ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΣΛΟΒΕΝΙΑΣ,

Η ΣΛΟΒΑΚΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

Η ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΗΣ ΦΙΝΛΑΝΔΙΑΣ,


ΤΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΣΟΥΗΔΙΑΣ και

ΤΟ ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΒΡΕΤΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΑΣ ΙΡΛΑΝΔΙΑΣ,

αφενός, που εφεξής καλούνται από κοινού «το Μέρος ΕΕ», και

Η ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΤΟΥ ΒΙΕΤΝΑΜ,

αφετέρου, που εφεξής καλείται «Βιετνάμ»,

και που εφεξής καλούνται από κοινού «τα Μέρη»,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ τη μακροχρόνια και ισχυρή εταιρική τους σχέση, η οποία βασίζεται στις κοινές αρχές και αξίες που αντικατοπτρίζονται στη συμφωνία-πλαίσιο συνολικής εταιρικής σχέσης και συνεργασίας μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ, αφετέρου, που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις 27 Ιουνίου 2012 (εφεξής: «συμφωνία εταιρικής σχέσης και συνεργασίας»), και τις σημαντικές οικονομικές, εμπορικές και επενδυτικές σχέσεις τους, όπως αυτές αντικατοπτρίζονται, μεταξύ άλλων, στη συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ, που υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις ηη/μμ/εεεε (εφεξής: «συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών»)·

ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ να ενισχύσουν περαιτέρω την οικονομική σχέση τους, στο πλαίσιο και συνεκτικά προς τις συνολικές τους σχέσεις, και με την πεποίθηση ότι η παρούσα Συμφωνία θα διαμορφώσει ένα νέο κλίμα για την ανάπτυξη των επενδύσεων μεταξύ των Μερών·


ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ ότι η παρούσα Συμφωνία θα συμπληρώσει και θα προαγάγει τις προσπάθειες περιφερειακής οικονομικής ολοκλήρωσης·

ΑΠΟΦΑΣΙΣΜΕΝΑ να ενισχύσουν τις οικονομικές, εμπορικές και επενδυτικές σχέσεις τους σύμφωνα με τον στόχο της αειφόρου ανάπτυξης, ως προς τις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές του διαστάσεις, και να προωθήσουν τις επενδύσεις βάσει της παρούσας Συμφωνίας με τρόπο που συνάδει με υψηλά επίπεδα προστασίας του περιβάλλοντος και της εργασίας και τα σχετικά διεθνώς αναγνωρισμένα πρότυπα και συμφωνίες·

ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ να βελτιώσουν το βιοτικό επίπεδο, να προωθήσουν την οικονομική ανάπτυξη και τη σταθερότητα, να δημιουργήσουν νέες ευκαιρίες απασχόλησης και να βελτιώσουν τη γενική ευημερία και, για τον σκοπό αυτόν, επαναβεβαιώνοντας τη δέσμευσή τους για την προώθηση των επενδύσεων·

ΕΠΑΝΕΠΙΒΕΒΑΙΩΝΟΝΤΑΣ τις δεσμεύσεις που ανέλαβαν στη συμφωνία ελεύθερων συναλλαγών όσον αφορά τις αρχές της αειφόρου ανάπτυξης·

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ τη σημασία της διαφάνειας, όπως αυτή αποτυπώνεται στις δεσμεύσεις που ανέλαβαν στο πλαίσιο της συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών·

ΕΠΑΝΕΠΙΒΕΒΑΙΩΝΟΝΤΑΣ τη δέσμευσή τους στον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, που υπογράφηκε στο Σαν Φρανσίσκο στις 26 Ιουνίου 1945, και έχοντας υπόψη τις αρχές που διατυπώνονται στην Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, που εκδόθηκε από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στις 10 Δεκεμβρίου 1948·


ΒΑΣΙΖΟΜΕΝΑ στα αντίστοιχα δικαιώματα και υποχρεώσεις τους δυνάμει της Συμφωνίας του Μαρακές για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, που υπογράφηκε στο Μαρακές στις 15 Απριλίου 1994 (εφεξής: «η συμφωνία ΠΟΕ»), καθώς και δυνάμει άλλων πολυμερών, περιφερειακών και διμερών συμφωνιών και ρυθμίσεων στις οποίες είναι συμβαλλόμενα μέρη και, ιδίως, της συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών·

ΕΠΙΘΥΜΩΝΤΑΣ να προωθήσουν την ανταγωνιστικότητα των εταιρειών τους, παρέχοντάς τους ένα προβλέψιμο νομικό πλαίσιο για τις επενδυτικές τους σχέσεις,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ ΤΑ ΑΚΟΛΟΥΘΑ:


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΟΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

ΑΡΘΡΟ 1.1

Στόχος

Στόχος της παρούσας Συμφωνίας είναι να ενισχύσει τις επενδυτικές σχέσεις μεταξύ των Μερών, σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας.

ΑΡΘΡΟ 1.2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)    «φυσικό πρόσωπο Μέρους»: στην περίπτωση του Μέρους ΕΕ, υπήκοος ενός από τα κράτη μέλη της Ένωσης σύμφωνα με τις εσωτερικές νομοθετικές 1 και κανονιστικές του διατάξεις και, στην περίπτωση του Βιετνάμ, υπήκοος του Βιετνάμ σύμφωνα με τις εσωτερικές νομοθετικές και κανονιστικές του διατάξεις·


β)    «νομικό πρόσωπο»: κάθε νομική οντότητα που έχει δεόντως συσταθεί ή άλλως οργανωθεί βάσει του οικείου εφαρμοστέου δικαίου, κερδοσκοπικού ή μη χαρακτήρα, είτε ανήκει στον ιδιωτικό είτε στον δημόσιο τομέα, συμπεριλαμβανομένων των εταιρειών, των οικονομικών συνασπισμών μεγάλων επιχειρήσεων, των προσωπικών εταιρειών, των κοινών επιχειρήσεων, των ατομικών επιχειρήσεων και των ενώσεων·

γ)    «νομικό πρόσωπο Μέρους»: νομικό πρόσωπο του Μέρους ΕΕ ή νομικό πρόσωπο του Βιετνάμ, που έχει συσταθεί σύμφωνα με τις εσωτερικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις κράτους μέλους της Ένωσης ή του Βιετνάμ, αντίστοιχα, και ασκεί ουσιαστικές επιχειρηματικές δραστηριότητες 2 στο έδαφος της Ένωσης ή του Βιετνάμ, αντίστοιχα·

ένα νομικό πρόσωπο:

i)    «ανήκει» σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα ενός από τα Μέρη, αν πάνω από το 50 % του εταιρικού κεφαλαίου του ανήκει κατά πραγματική κυριότητα σε πρόσωπα του Μέρους ΕΕ ή του Βιετνάμ, αντίστοιχα· ή


ii)    «ελέγχεται» από φυσικά ή νομικά πρόσωπα ενός από τα Μέρη, αν πρόσωπα του Μέρους ΕΕ ή του Βιετνάμ, αντίστοιχα, έχουν το δικαίωμα να ορίζουν την πλειοψηφία των διαχειριστών του ή άλλως να διευθύνουν νομίμως τις δραστηριότητές του·

δ)    «υπηρεσίες που παρέχονται και δραστηριότητες που ασκούνται κατά την άσκηση κρατικής εξουσίας»: υπηρεσίες που παρέχονται ή δραστηριότητες που ασκούνται ούτε σε εμπορική βάση ούτε σε ανταγωνισμό με έναν ή περισσότερους οικονομικούς φορείς·

ε)    ο όρος «οικονομικές δραστηριότητες» περιλαμβάνει τις δραστηριότητες βιομηχανικού, εμπορικού και επαγγελματικού χαρακτήρα, καθώς και τις δραστηριότητες βιοτεχνών, αλλά όχι τις υπηρεσίες που παρέχονται ή τις δραστηριότητες που ασκούνται κατά την άσκηση κρατικής εξουσίας·

στ)    «πράξη»: σε σχέση με επένδυση, η διεξαγωγή, η διαχείριση, η συντήρηση, η χρήση, η εκμετάλλευση, η πώληση ή η άλλου είδους διάθεση της επένδυσης 3 ·

ζ)    «μέτρα που θεσπίζονται ή διατηρούνται σε ισχύ από ένα Μέρος»: μέτρα που λαμβάνονται από:

i)    κεντρικές, περιφερειακές ή τοπικές διοικήσεις και αρχές· και

ii)    μη κυβερνητικούς φορείς κατά την άσκηση αρμοδιοτήτων που μεταβιβάζονται από κεντρικές, περιφερειακές ή τοπικές διοικήσεις ή αρχές·


η)    «επένδυση»: κάθε περιουσιακό στοιχείο που, άμεσα ή έμμεσα, ανήκει σε ή ελέγχεται από επενδυτή ενός Μέρους στο έδαφος 4 του άλλου Μέρους και το οποίο έχει τα χαρακτηριστικά επένδυσης, στα οποία συμπεριλαμβάνονται χαρακτηριστικά όπως η δέσμευση κεφαλαίων ή άλλων πόρων, η προσδοκία κέρδους ή ωφέλειας, η ανάληψη κινδύνου και καθορισμένη διάρκεια· στις μορφές που μπορεί να λάβει μια επένδυση περιλαμβάνονται οι εξής:

i)    ενσώματα ή άυλα, κινητά ή ακίνητα περιουσιακά στοιχεία, καθώς και οποιαδήποτε άλλα περιουσιακά δικαιώματα, όπως μισθώσεις, υποθήκες, βάρη και ενέχυρα·

ii)    επιχείρηση 5 , καθώς επίσης μετοχές, μερίδια και άλλες μορφές συμμετοχής στο εταιρικό κεφάλαιο μιας επιχείρησης, καθώς και τα δικαιώματα που απορρέουν από αυτά·

iii)    ομόλογα, ομολογίες χρέους, δάνεια και άλλοι χρεωστικοί τίτλοι, καθώς και τα δικαιώματα που απορρέουν από αυτά·

iv)    συμβάσεις επί παραδόσει τελειωμένου έργου, κατασκευής, διαχείρισης, παραγωγής, παραχώρησης, καταμερισμού των εσόδων, και άλλες παρόμοιες συμβάσεις·


v)    χρηματικές απαιτήσεις ή απαιτήσεις επί άλλων περιουσιακών στοιχείων ή για την εκτέλεση συμβατικής υποχρέωσης η οποία έχει οικονομική αξία 6 · και

vi)    δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας 7 και υπεραξία·

οι αποδόσεις που επενδύονται θεωρούνται επενδύσεις υπό την προϋπόθεση ότι έχουν τα χαρακτηριστικά επένδυσης και ότι τυχόν τροποποίηση της μορφής με την οποία επενδύονται ή επανεπενδύονται τα περιουσιακά στοιχεία δεν επηρεάζει τον χαρακτηρισμό τους ως επενδύσεων, εφόσον διατηρούν τα χαρακτηριστικά επένδυσης·


θ)    «επενδυτής Μέρους»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο Μέρους το οποίο έχει πραγματοποιήσει επένδυση στο έδαφος του άλλου Μέρους·

ι)    «αποδόσεις»: όλα τα ποσά που αποδίδονται ή προκύπτουν από επένδυση ή επανεπένδυση, στα οποία περιλαμβάνονται τα κέρδη, τα μερίσματα, η κεφαλαιακή υπεραξία, τα δικαιώματα εκμετάλλευσης, οι τόκοι, οι πληρωμές που συνδέονται με δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας, οι πληρωμές σε είδος και κάθε άλλο νόμιμο εισόδημα·

ια)    «μέτρο»: κάθε μέτρο που λαμβάνεται από ένα Μέρος υπό μορφή νόμου, κανονισμού, κανόνα, διαδικασίας, απόφασης, διοικητικής πράξης ή υπό οποιαδήποτε άλλη μορφή·

ιβ)    «πρόσωπο»: φυσικό ή νομικό πρόσωπο·

ιγ)    «τρίτη χώρα»: χώρα ή έδαφος εκτός του πεδίου εδαφικής εφαρμογής της παρούσας Συμφωνίας, όπως ορίζεται στο άρθρο 4.22 (Εδαφική εφαρμογή)·

ιδ)    «Μέρος ΕΕ»: η Ένωση ή τα κράτη μέλη της, ή η Ένωση και τα κράτη μέλη της, εντός των αντίστοιχων πεδίων αρμοδιότητάς τους, όπως ορίζεται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και στη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης·

ιε)    «Μέρος»: το Μέρος ΕΕ ή το Βιετνάμ·


ιστ)    «εσωτερικό»: όσον αφορά τη νομοθεσία, το δίκαιο ή τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις για την Ένωση και τα κράτη μέλη της 8 και για το Βιετνάμ, αντίστοιχα, η νομοθεσία, το δίκαιο ή οι νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις σε κεντρικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο· και

ιζ)    «καλυπτόμενη επένδυση»: επένδυση από επενδυτή ενός Μέρους στο έδαφος του άλλου Μέρους, η οποία υφίσταται κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Συμφωνίας ή πραγματοποιείται ή αποκτάται μετά από αυτήν και η οποία έγινε σύμφωνα με τις εφαρμοστέες νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις του άλλου Μέρους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ

ΑΡΘΡΟ 2.1

Πεδίο εφαρμογής

1.    Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται:

α)    στις καλυπτόμενες επενδύσεις, και

β)    στους επενδυτές ενός Μέρους όσον αφορά τη λειτουργία της καλυπτόμενης επένδυσής τους.


2.    Τα άρθρα 2.3 (Εθνική μεταχείριση) και 2.4 (Μεταχείριση του μάλλον ευνοουμένου κράτους) δεν εφαρμόζονται όσον αφορά τα εξής:

α)    οπτικοακουστικές υπηρεσίες·

β)    εξόρυξη, παραγωγή και επεξεργασία 9 πυρηνικών υλικών·

γ)    παραγωγή ή εμπόριο όπλων, πυρομαχικών και πολεμικού υλικού·

δ)    εθνικές θαλάσσιες ενδομεταφορές (καμποτάζ) 10 ·

ε)    εσωτερικές και διεθνείς υπηρεσίες αεροπορικών μεταφορών, είτε τακτικές είτε μη τακτικές, και υπηρεσίες που συνδέονται άμεσα με την άσκηση των δικαιωμάτων κυκλοφορίας, με εξαίρεση:

i)    τις υπηρεσίες επισκευής και συντήρησης αεροσκαφών κατά τις οποίες ένα αεροσκάφος αποσύρεται από τη γραμμή·


ii)    την πώληση και την εμπορία υπηρεσιών αεροπορικών μεταφορών·

iii)    τις υπηρεσίες που αφορούν ηλεκτρονικά συστήματα κρατήσεων·

iv)    τις υπηρεσίες εδάφους· και

v)    τις υπηρεσίες εκμετάλλευσης αερολιμένα·

και

στ)    υπηρεσίες που παρέχονται και δραστηριότητες που ασκούνται κατά την άσκηση κρατικής εξουσίας.

3.    Τα άρθρα 2.3 (Εθνική μεταχείριση) και 2.4 (Μεταχείριση του μάλλον ευνοουμένου κράτους) δεν εφαρμόζονται όσον αφορά τις επιδοτήσεις που χορηγούνται από τα Μέρη 11 .

4.    Το παρόν κεφάλαιο δεν εφαρμόζεται στα αντίστοιχα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης των Μερών ή στις δραστηριότητες που ασκούνται στο έδαφος καθενός από τα Μέρη και οι οποίες συνδέονται, έστω και περιστασιακά, με την άσκηση επίσημης εξουσίας.


5.    Το παρόν κεφάλαιο δεν εφαρμόζεται σε μέτρα που αφορούν φυσικά πρόσωπα τα οποία επιζητούν πρόσβαση στην αγορά εργασίας ενός Μέρους, ούτε εφαρμόζεται σε μέτρα που αφορούν την ιθαγένεια, τη διαμονή ή την απασχόληση σε μόνιμη βάση.

6.    Με εξαίρεση τα άρθρα 2.1 (Πεδίο εφαρμογής), 2.2 (Επενδυτικά και ρυθμιστικά μέτρα και στόχοι) και 2.5 (Μεταχείριση των επενδύσεων) έως 2.9 (Υποκατάσταση), καμία διάταξη της παρούσας Συμφωνίας δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως περιορίζουσα τις υποχρεώσεις που υπέχουν τα Μέρη βάσει του κεφαλαίου 9 (Δημόσιες συμβάσεις) της συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών ή ως επιβάλλουσα οποιαδήποτε πρόσθετη υποχρέωση όσον αφορά τις δημόσιες συμβάσεις. Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι τα σχετικά με τις δημόσιες συμβάσεις μέτρα που συνάδουν με το κεφάλαιο 9 (Δημόσιες συμβάσεις) της συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών δεν θεωρείται ότι παραβιάζουν τα άρθρα 2.1 (Πεδίο εφαρμογής), 2.2 (Επενδυτικά και ρυθμιστικά μέτρα και στόχοι) και 2.5 (Μεταχείριση των επενδύσεων) έως 2.9 (Υποκατάσταση).

ΑΡΘΡΟ 2.2

Επενδυτικά και ρυθμιστικά μέτρα και στόχοι

1.    Τα Μέρη επιβεβαιώνουν εκ νέου το δικαίωμά τους να θεσπίζουν στο έδαφός τους ρυθμίσεις που αποσκοπούν στην επίτευξη θεμιτών στόχων πολιτικής, όπως η προστασία της δημόσιας υγείας, της ασφάλειας, του περιβάλλοντος ή των χρηστών ηθών, η κοινωνική προστασία ή η προστασία των καταναλωτών ή η προώθηση και προστασία της πολιτιστικής πολυμορφίας.


2.    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι το κεφάλαιο αυτό δεν είναι δυνατόν να ερμηνεύεται ως δέσμευση ενός Μέρους ότι δεν θα μεταβάλει το νομικό και κανονιστικό του πλαίσιο, μεταξύ άλλων με τρόπο που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη λειτουργία των επενδύσεων ή τις προσδοκίες κερδοφορίας του επενδυτή.

3.    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών και με την επιφύλαξη της παραγράφου 4, διευκρινίζεται ότι τυχόν απόφαση ενός Μέρους να μην εκδώσει, ανανεώσει ή διατηρήσει επιδότηση ή επιχορήγηση δεν συνιστά παράβαση του παρόντος κεφαλαίου στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α)    όταν δεν υπάρχει συγκεκριμένη δέσμευση προς επενδυτή του άλλου Μέρους ή προς καλυπτόμενη επένδυση βάσει νόμου ή σύμβασης για έκδοση, ανανέωση ή διατήρηση της εν λόγω επιδότησης ή επιχορήγησης· ή

β)    σύμφωνα με όρους ή προϋποθέσεις που συνδέονται με την έκδοση, ανανέωση ή διατήρηση της επιδότησης ή της επιχορήγησης.

4.    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι καμία διάταξη του παρόντος κεφαλαίου δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως απαγορεύουσα σε Μέρος να διακόψει τη χορήγηση επιδότησης 12 ή να ζητήσει την επιστροφή της ούτε ως επιβάλλουσα στο εν λόγω Μέρος την υποχρέωση να αποζημιώσει τον σχετικό επενδυτή, όταν η εν λόγω ενέργεια έχει διαταχθεί από μία από τις αρμόδιες αρχές του που περιλαμβάνονται στο παράρτημα 1 (Αρμόδιες αρχές).


ΑΡΘΡΟ 2.3

Εθνική μεταχείριση

1.    Κάθε Μέρος παρέχει στους επενδυτές του άλλου Μέρους και στις καλυπτόμενες επενδύσεις, σε ό,τι αφορά τη λειτουργία των καλυπτόμενων επενδύσεων, μεταχείριση όχι λιγότερο ευνοϊκή από αυτήν που παρέχει, σε παρόμοιες καταστάσεις, στους δικούς του επενδυτές και τις επενδύσεις τους.

2.    Παρά την παράγραφο 1 και, στην περίπτωση του Βιετνάμ με την επιφύλαξη του παραρτήματος 2 (Απαλλαγή του Βιετνάμ όσον αφορά την εθνική μεταχείριση), ένα Μέρος μπορεί να θεσπίζει ή να διατηρεί κάθε μέτρο που αφορά τη λειτουργία καλυπτόμενης επένδυσης, υπό την προϋπόθεση ότι το εν λόγω μέτρο δεν παραβιάζει τις υποχρεώσεις που ορίζονται στο παράρτημα 8-Α (Πίνακας συγκεκριμένων υποχρεώσεων της Ένωσης) ή το παράρτημα 8-B (Πίνακας συγκεκριμένων υποχρεώσεων του Βιετνάμ) της συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών, αντίστοιχα, όταν το μέτρο αυτό είναι:

α)    μέτρο που θεσπίζεται κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας Συμφωνίας ή πριν από αυτήν·

β)    μέτρο που αναφέρεται στο στοιχείο α) και το οποίο συνεχίζεται, αντικαθίσταται ή τροποποιείται μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Συμφωνίας, υπό την προϋπόθεση ότι το μέτρο είναι εξίσου σύμφωνο με την παράγραφο 1 μετά τη συνέχιση, την αντικατάσταση ή την τροποποίησή του με το μέτρο όπως ίσχυε πριν από τη συνέχιση, την αντικατάσταση ή την τροποποίησή του·


γ)    μέτρο που δεν εμπίπτει στα στοιχεία α) ή β), υπό την προϋπόθεση ότι δεν εφαρμόζεται σε σχέση με επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν στο έδαφος του Μέρους πριν από την έναρξη ισχύος του εν λόγω μέτρου ή ότι δεν εφαρμόζεται κατά τρόπο που να προκαλεί απώλειες ή ζημίες 13 στις επενδύσεις αυτές.

ΑΡΘΡΟ 2.4

Μεταχείριση του μάλλον ευνοουμένου κράτους

1.    Κάθε Μέρος παρέχει στους επενδυτές του άλλου Μέρους και στις καλυπτόμενες επενδύσεις, σε ό,τι αφορά τη λειτουργία των καλυπτόμενων επενδύσεων, μεταχείριση όχι λιγότερο ευνοϊκή από αυτήν που παρέχει, σε παρόμοιες καταστάσεις, στους επενδυτές τρίτης χώρας και στις επενδύσεις τους.

2.    Η παράγραφος 1 δεν εφαρμόζεται στους ακόλουθους τομείς:

α)    υπηρεσίες επικοινωνιών, εκτός από τις ταχυδρομικές υπηρεσίες και τις υπηρεσίες τηλεπικοινωνιών·

β)    ψυχαγωγικές, πολιτιστικές και αθλητικές υπηρεσίες·


γ)    αλιεία και υδατοκαλλιέργεια·

δ)    δασοκομία και θήρα· και

ε)    εξόρυξη, συμπεριλαμβανομένου του πετρελαίου και του φυσικού αερίου.

3.    Η παράγραφος 1 δεν είναι δυνατόν να ερμηνευθεί ως επιβάλλουσα σε Μέρος την υποχρέωση να επεκτείνει σε επενδυτές του άλλου Μέρους ή σε καλυπτόμενες επενδύσεις το όφελος οποιασδήποτε μεταχείρισης που παρέχεται με διμερή, περιφερειακή ή διεθνή συμφωνία που τέθηκε σε ισχύ πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Συμφωνίας.

4.    Η παράγραφος 1 δεν είναι δυνατόν να ερμηνευθεί ως επιβάλλουσα σε Μέρος την υποχρέωση να επεκτείνει σε επενδυτές του άλλου Μέρους ή σε καλυπτόμενες επενδύσεις το όφελος:

α)    οποιασδήποτε μεταχείρισης που παρέχεται με διμερή, περιφερειακή ή πολυμερή συμφωνία η οποία περιλαμβάνει υποχρεώσεις για ουσιαστική κατάργηση όλων των φραγμών στις επενδύσεις μεταξύ των μερών ή επιβάλλει την προσέγγιση των νομοθεσιών των μερών σε έναν ή περισσότερους οικονομικούς τομείς 14 ·

β)    οποιασδήποτε μεταχείρισης που απορρέει από διεθνή συμφωνία για την αποφυγή της διπλής φορολογίας ή από άλλη διεθνή συμφωνία ή ρύθμιση που αφορά, εν όλω ή κυρίως, τη φορολογία· ή


γ)    οποιασδήποτε μεταχείρισης που απορρέει από μέτρα τα οποία προβλέπουν την αναγνώριση προσόντων, αδειών ή μέτρων προληπτικής εποπτείας, σύμφωνα με το άρθρο VII της Γενικής συμφωνίας για τις συναλλαγές στον τομέα των υπηρεσιών 15 ή το παράρτημά της για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες.

5.    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι ο όρος «μεταχείριση» που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεν περιλαμβάνει διαδικασίες ή μηχανισμούς επίλυσης διαφορών, όπως εκείνοι που περιλαμβάνονται στο τμήμα Β (Επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών), που προβλέπονται σε άλλες διμερείς, περιφερειακές ή διεθνείς συμφωνίες. Οι ουσιαστικές υποχρεώσεις που καθορίζονται σε τέτοιου είδους συμφωνίες δεν συνιστούν από μόνες τους «μεταχείριση» και, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη κατά την αξιολόγηση τυχόν παραβίασης του παρόντος άρθρου. Μέτρα που λαμβάνονται από ένα Μέρος σύμφωνα με τις εν λόγω ουσιαστικές υποχρεώσεις θεωρούνται «μεταχείριση».

6.    Το παρόν άρθρο ερμηνεύεται σύμφωνα με την αρχή ejusdem generis 16 .


ΑΡΘΡΟ 2.5

Μεταχείριση των επενδύσεων

1.    Κάθε Μέρος επιφυλάσσει δίκαιη και ισότιμη μεταχείριση και παρέχει πλήρη προστασία και ασφάλεια στους επενδυτές του άλλου Μέρους και στις καλυπτόμενες επενδύσεις σύμφωνα με τις παραγράφους 2 έως 7 και το παράρτημα 3 (Μνημόνιο σχετικά με τη μεταχείριση των επενδύσεων).

2.    Ένα Μέρος παραβιάζει την υποχρέωση της δίκαιης και ισότιμης μεταχείρισης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 όταν ένα μέτρο ή μια σειρά μέτρων συνιστά:

α)    αρνησιδικία σε αστικές, ποινικές ή διοικητικές διαδικασίες·

β)    θεμελιώδη παραβίαση της προσήκουσας διαδικασίας σε δικαστικές και διοικητικές διαδικασίες·

γ)    πρόδηλη αυθαιρεσία·

δ)    στοχοθετημένη διάκριση για προδήλως παράνομους λόγους, όπως το φύλο, η φυλή ή οι θρησκευτικές πεποιθήσεις·

ε)    καταχρηστική μεταχείριση, όπως καταναγκασμό, κατάχρηση εξουσίας ή παρόμοια κακόπιστη συμπεριφορά· ή

στ)    παραβίαση οποιωνδήποτε άλλων στοιχείων της υποχρέωσης για δίκαιη και ισότιμη μεταχείριση που θεσπίζουν τα Μέρη σύμφωνα με την παράγραφο 3.


3.    Μεταχείριση που δεν μνημονεύεται στην παράγραφο 2 μπορεί να συνιστά παραβίαση της υποχρέωσης δίκαιης και ισότιμης μεταχείρισης αν τα Μέρη έχουν προβεί σε σχετική συμφωνία σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στο άρθρο 4.3 (Τροποποιήσεις).

4.    Κατά την εφαρμογή των παραγράφων 1 έως 3, το όργανο επίλυσης διαφορών στο πλαίσιο του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών) μπορεί να λάβει υπόψη το κατά πόσον ένα Μέρος προέβη σε συγκεκριμένο διάβημα προς επενδυτή του άλλου Μέρους για να τον παρακινήσει να πραγματοποιήσει καλυπτόμενη επένδυση, διάβημα το οποίο δημιούργησε θεμιτή προσδοκία και στο οποίο στηρίχθηκε ο επενδυτής όταν αποφάσισε να πραγματοποιήσει ή να διατηρήσει την καλυπτόμενη επένδυση, αλλά το οποίο στη συνέχεια δεν τηρήθηκε από το Μέρος.

5.    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι ο όρος «πλήρης προστασία και ασφάλεια» που αναφέρεται στην παράγραφο 1 αφορά τις υποχρεώσεις ενός Μέρους να ενεργεί όπως είναι ευλόγως αναγκαίο για την προστασία της φυσικής ασφάλειας των επενδυτών και των καλυπτόμενων επενδύσεων.

6.    Αν ένα Μέρος έχει συνάψει έγγραφη συμφωνία με επενδυτές του άλλου Μέρους ή καλυπτόμενες επενδύσεις, συμφωνία η οποία πληροί όλους τους ακόλουθους όρους, το εν λόγω Μέρος δεν παραβιάζει τη συμφωνία αυτή με την άσκηση κρατικής εξουσίας. Οι όροι είναι οι εξής:

α)    Η έγγραφη συμφωνία συνάπτεται και παράγει αποτελέσματα μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Συμφωνίας 17 ·


β)    ο επενδυτής βασίζεται στην έγγραφη συμφωνία όταν αποφασίζει να πραγματοποιήσει ή να διατηρήσει την καλυπτόμενη επένδυση πέραν της ίδιας της έγγραφης συμφωνίας και η παραβίαση προκαλεί συγκεκριμένη ζημία στην εν λόγω επένδυση·

γ)    η έγγραφη συμφωνία 18 δημιουργεί ανταλλαγή δικαιωμάτων και υποχρεώσεων σε σχέση με την εν λόγω επένδυση, που δεσμεύουν αμφότερα τα μέρη· και

δ)    η έγγραφη συμφωνία δεν περιέχει ρήτρα για την επίλυση των διαφορών μεταξύ των μερών της εν λόγω συμφωνίας μέσω διεθνούς διαιτησίας.

7.    Η παραβίαση άλλης διάταξης της παρούσας Συμφωνίας ή χωριστής διεθνούς συμφωνίας δεν αποδεικνύει ότι υπήρξε παραβίαση του παρόντος άρθρου.

ΑΡΘΡΟ 2.6

Αποζημίωση για απώλειες

1.    Στους επενδυτές ενός Μέρους των οποίων οι καλυπτόμενες επενδύσεις υφίστανται απώλειες λόγω πολέμου ή άλλης ένοπλης σύγκρουσης, επανάστασης, κατάστασης εθνικής έκτακτης ανάγκης, εξέγερσης, στάσης ή ταραχών στο έδαφος του άλλου Μέρους παρέχεται από το εν λόγω άλλο Μέρος, όσον αφορά την αποκατάσταση, την αποζημίωση, την αντιστάθμιση ή την άλλου είδους διευθέτηση, μεταχείριση όχι λιγότερο ευνοϊκή από αυτήν που παρέχεται από το εν λόγω άλλο Μέρος στους δικούς του επενδυτές ή στους επενδυτές τρίτης χώρας.


2.    Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, στους επενδυτές ενός Μέρους οι οποίοι, σε οποιαδήποτε από τις καταστάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, υφίστανται απώλειες στο έδαφος του άλλου Μέρους παρέχεται άμεση, επαρκής και αποτελεσματική αποκατάσταση ή αποζημίωση από το άλλο Μέρος, αν οι εν λόγω απώλειες προκύπτουν από:

α)    επίταξη καλυπτόμενης επένδυσης ή μέρους αυτής από τις ένοπλες δυνάμεις ή τις αρχές του άλλου Μέρους· ή

β)    καταστροφή καλυπτόμενης επένδυσης ή μέρους αυτής από τις ένοπλες δυνάμεις ή τις αρχές του άλλου Μέρους,

η οποία δεν ήταν αναγκαία λόγω της κατάστασης.

ΑΡΘΡΟ 2.7

Απαλλοτρίωση

1.    Κανένα Μέρος δεν προβαίνει σε εθνικοποίηση ή απαλλοτρίωση των καλυπτόμενων επενδύσεων επενδυτών του άλλου Μέρους, είτε άμεσα είτε έμμεσα μέσω μέτρων ισοδύναμου αποτελέσματος με εθνικοποίηση ή απαλλοτρίωση (εφεξής: «απαλλοτρίωση»), εκτός αν αυτό γίνεται:

α)    για σκοπό δημόσιου συμφέροντος·

β)    σύμφωνα με τη δέουσα νομική διαδικασία·


γ)    χωρίς διακρίσεις· και

δ)    με καταβολή άμεσης, επαρκούς και αποτελεσματικής αποζημίωσης.

2.    Η αποζημίωση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 ισούται με τη δίκαιη αγοραία αξία που είχε η καλυπτόμενη επένδυση αμέσως πριν από τον χρόνο κατά τον οποίο η απαλλοτρίωση ή η επικείμενη απαλλοτρίωση κατέστη δημοσίως γνωστή, ανάλογα με το ποια ημερομηνία είναι προγενέστερη, με την προσθήκη τόκων με εύλογο επιτόκιο καθοριζόμενο σε εμπορική βάση, από την ημερομηνία απαλλοτρίωσης έως την ημερομηνία καταβολής. Η εν λόγω αποζημίωση μπορεί να εισπραχθεί αποτελεσματικά και να μεταφερθεί ελεύθερα σύμφωνα με το άρθρο 2.8 (Μεταφορά) και καταβάλλεται δίχως καθυστέρηση.

3.    Παρά τις παραγράφους 1 και 2, αν το Βιετνάμ είναι το Μέρος που πραγματοποιεί την απαλλοτρίωση, κάθε μέτρο άμεσης απαλλοτρίωσης που αφορά γη πρέπει:

α)    να αφορά σκοπό που συνάδει με τις εφαρμοστέες εσωτερικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις 19 · και

β)    να συνοδεύεται από την καταβολή αποζημίωσης ίσης με την αγοραία αξία, αναγνωρίζοντας παράλληλα τις εφαρμοστέες εσωτερικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις.

4.    Η έκδοση υποχρεωτικών αδειών σε σχέση με δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας δεν συνιστά απαλλοτρίωση κατά την έννοια της παραγράφου 1, στον βαθμό που η εν λόγω έκδοση συνάδει με τη συμφωνία για τις εμπορικές πτυχές των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, η οποία περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1Γ της συμφωνίας ΠΟΕ (εφεξής: «συμφωνία TRIPS»).


5.    Επενδυτής που θίγεται από απαλλοτρίωση έχει το δικαίωμα, βάσει του δικαίου του Μέρους που πραγματοποιεί την απαλλοτρίωση, για ταχεία επανεξέταση της αξίωσής του και της αποτίμησης της επένδυσής του από δικαστική ή άλλη ανεξάρτητη αρχή του εν λόγω Μέρους.

6.    Το παρόν άρθρο ερμηνεύεται σύμφωνα με το παράρτημα 4 (Μνημόνιο περί απαλλοτριώσεως).

ΑΡΘΡΟ 2.8

Μεταφορά

Κάθε Μέρος επιτρέπει την πραγματοποίηση όλων των μεταφορών που σχετίζονται με καλυπτόμενες επενδύσεις χωρίς περιορισμό ή καθυστέρηση, σε ελεύθερα μετατρέψιμο νόμισμα και στην αγοραία συναλλαγματική ισοτιμία που ισχύει κατά την ημερομηνία μεταφοράς. Στις μεταφορές αυτές περιλαμβάνονται:

α)    εισφορές σε κεφάλαιο, όπως κύριοι και πρόσθετοι πόροι με σκοπό τη διατήρηση, την ανάπτυξη ή την αύξηση της επένδυσης·

β)    κέρδη, μερίσματα, κεφαλαιακή υπεραξία και άλλες αποδόσεις, έσοδα από την πώληση του συνόλου ή μέρους της επένδυσης ή από τη μερική ή πλήρη ρευστοποίηση της επένδυσης·

γ)    πληρωμές τόκων, δικαιώματα εκμετάλλευσης, έξοδα διαχείρισης, δαπάνες τεχνικής βοήθειας και άλλες δαπάνες·


δ)    πληρωμές που πραγματοποιούνται βάσει σύμβασης που έχει συναφθεί από τον επενδυτή ή την καλυπτόμενη επένδυση, συμπεριλαμβανομένων των πληρωμών που πραγματοποιούνται σύμφωνα με δανειακή σύμβαση·

ε)    αποδοχές και άλλες αμοιβές προσωπικού που απασχολείται από το εξωτερικό και εργάζεται σε σχέση με την επένδυση·

στ)    πληρωμές που πραγματοποιούνται σύμφωνα με τα άρθρα 2.6 (Αποζημίωση για απώλειες) και 2.7 (Απαλλοτρίωση)· και

ζ)    πληρωμές αποζημιώσεων βάσει διαιτητικής απόφασης που έχει εκδοθεί σύμφωνα με το τμήμα Β (Επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών).

ΑΡΘΡΟ 2.9

Υποκατάσταση

Αν ένα Μέρος ή οργανισμός του καταβάλει πληρωμή στο πλαίσιο υποχρέωσης αποζημίωσης, εγγύησης ή ασφαλιστικής σύμβασης που έχει συνάψει σε σχέση με επένδυση που έχει πραγματοποιηθεί από επενδυτή του στο έδαφος του άλλου Μέρους, το άλλο Μέρος αναγνωρίζει την υποκατάσταση ή τη μεταφορά κάθε δικαιώματος ή τίτλου ή την εκχώρηση κάθε απαίτησης σε σχέση με την εν λόγω επένδυση. Το Μέρος ή ο οργανισμός έχουν το δικαίωμα να ασκήσουν το από υποκατάσταση ή εκχώρηση δικαίωμα ή απαίτηση στον ίδιο βαθμό με το αρχικό δικαίωμα ή απαίτηση του επενδυτή. Τα εν λόγω δικαιώματα μπορούν να ασκηθούν από το Μέρος ή από οργανισμό του, ή και από τον επενδυτή αλλά μόνο αν το επιτρέψουν το Μέρος ή ο οργανισμός.


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΤΜΗΜΑ Α

ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΜΕΡΩΝ

ΥΠΟΤΜΗΜΑ 1

ΣΤΟΧΟΣ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

ΑΡΘΡΟ 3.1

Στόχος

Στόχος του παρόντος κεφαλαίου είναι η θέσπιση αποτελεσματικού και αποδοτικού μηχανισμού για την αποφυγή και επίλυση κάθε διαφοράς μεταξύ των Μερών η οποία αφορά την ερμηνεία και την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας, με σκοπό την εξεύρεση αμοιβαία αποδεκτής λύσης.


ΑΡΘΡΟ 3.2

Πεδίο εφαρμογής

Το παρόν κεφάλαιο εφαρμόζεται σε σχέση με την αποφυγή και επίλυση κάθε διαφοράς μεταξύ των Μερών σχετικής με την ερμηνεία ή την εφαρμογή των διατάξεων της παρούσας Συμφωνίας, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στην παρούσα Συμφωνία.

ΥΠΟΤΜΗΜΑ 2

ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ ΚΑΙ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗ

ΑΡΘΡΟ 3.3

Διαβουλεύσεις

1.    Τα Μέρη επιδιώκουν την επίλυση κάθε διαφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 3.2 (Πεδίο εφαρμογής) μέσω διαβουλεύσεων που διεξάγονται καλή τη πίστει και με στόχο την επίτευξη αμοιβαία αποδεκτής λύσης.

2.    Κάθε Μέρος επιδιώκει διαβουλεύσεις με την υποβολή έγγραφου αιτήματος στο άλλο Μέρος, με κοινοποίηση αντιγράφου στην επιτροπή που συνιστάται σύμφωνα με το άρθρο 4.1 (Επιτροπή), στο οποίο προσδιορίζονται το επίμαχο μέτρο και οι σχετικές διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας.


3.    Οι διαβουλεύσεις πραγματοποιούνται εντός 30 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος που αναφέρεται στην παράγραφο 2 και διεξάγονται στο έδαφος του Μέρους στο οποίο απευθύνεται το σχετικό αίτημα, εκτός αν τα Μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά. Οι διαβουλεύσεις θεωρείται ότι έχουν ολοκληρωθεί εντός 45 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος, εκτός αν αμφότερα τα Μέρη συμφωνήσουν τη συνέχιση των διαβουλεύσεων. Οι διαβουλεύσεις, και ιδίως όλες οι πληροφορίες που γνωστοποιούνται και οι θέσεις που υποστηρίζονται από τα Μέρη, έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα και δεν θίγουν τα δικαιώματα κανενός εκ των Μερών σε περαιτέρω διαδικασίες.

4.    Διαβουλεύσεις για επείγοντα ζητήματα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν αλλοιώσιμα εμπορεύματα, εποχικά εμπορεύματα ή εποχικές υπηρεσίες, πραγματοποιούνται εντός 15 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος που αναφέρεται στην παράγραφο 2. Οι διαβουλεύσεις θεωρείται ότι έχουν ολοκληρωθεί εντός 20 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος, εκτός αν αμφότερα τα Μέρη συμφωνήσουν τη συνέχιση των διαβουλεύσεων.

5.    Το Μέρος που υπέβαλε αίτημα διενέργειας διαβουλεύσεων μπορεί να προσφύγει στο άρθρο 3.5 (Έναρξη της διαδικασίας διαιτησίας), αν:

α)    το άλλο Μέρος δεν απαντήσει στο αίτημα διενέργειας διαβουλεύσεων εντός 15 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του·

β)    οι διαβουλεύσεις δεν πραγματοποιηθούν εντός των προθεσμιών που ορίζονται στην παράγραφο 3 ή 4·

γ)    τα Μέρη συμφωνήσουν να μην προβούν σε διαβουλεύσεις· ή

δ)    οι διαβουλεύσεις ολοκληρωθούν χωρίς να επιτευχθεί αμοιβαία αποδεκτή λύση.


6.    Κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων, τα Μέρη παρέχουν επαρκή στοιχεία ως προς τα πραγματικά περιστατικά, ούτως ώστε να είναι δυνατή η εξέταση του τρόπου με τον οποίο το επίμαχο μέτρο θα μπορούσε να επηρεάσει τη λειτουργία και την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας.

ΑΡΘΡΟ 3.4

Μηχανισμός διαμεσολάβησης

Τα Μέρη μπορούν ανά πάσα στιγμή να συμφωνήσουν την έναρξη διαδικασίας διαμεσολάβησης σύμφωνα με το παράρτημα 9 (Μηχανισμός διαμεσολάβησης) σε σχέση με κάθε μέτρο το οποίο επηρεάζει δυσμενώς τις επενδύσεις μεταξύ των Μερών.

ΥΠΟΤΜΗΜΑ 3

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΔΙΑΦΟΡΩΝ

ΑΡΘΡΟ 3.5

Έναρξη της διαδικασίας διαιτησίας

1.    Αν τα Μέρη δεν κατορθώσουν να επιλύσουν τη διαφορά με τη διενέργεια διαβουλεύσεων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 3.3 (Διαβουλεύσεις), το Μέρος που υπέβαλε το αίτημα διενέργειας διαβουλεύσεων μπορεί να ζητήσει τη σύσταση ειδικής ομάδας διαιτησίας.


2.    Το αίτημα για τη σύσταση ειδικής ομάδας διαιτησίας υποβάλλεται εγγράφως στο άλλο Μέρος, με κοινοποίηση στην επιτροπή. Το καταγγέλλον Μέρος προσδιορίζει στο αίτημά του το επίμαχο μέτρο και εξηγεί τους λόγους για τους οποίους το εν λόγω μέτρο δεν συνάδει με τις διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας, ούτως ώστε να εκτίθεται με σαφήνεια η νομική βάση της καταγγελίας.

ΑΡΘΡΟ 3.6

Εντολή της ειδικής ομάδας διαιτησίας

Αν τα Μέρη δεν συμφωνήσουν διαφορετικά εντός 10 ημερών από την ημερομηνία επιλογής των διαιτητών, η εντολή της ειδικής ομάδας διαιτησίας είναι η εξής:

«Να εξετάσει, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών διατάξεων της παρούσας Συμφωνίας τις οποίες επικαλούνται τα Μέρη, το ζήτημα που αναφέρεται στο αίτημα για τη σύσταση ειδικής ομάδας διαιτησίας σύμφωνα με το άρθρο 3.5 (Έναρξη της διαδικασίας διαιτησίας), να αποφανθεί για τη συμβατότητα του επίμαχου μέτρου με τις διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 3.2 (Πεδίο εφαρμογής) και να αναφέρει στην έκθεσή της τα πορίσματά της ως προς τα πραγματικά περιστατικά, τη δυνατότητα εφαρμογής των σχετικών διατάξεων και το βασικό σκεπτικό των τυχόν πορισμάτων και συστάσεών της, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 3.10 (Ενδιάμεση έκθεση) και 3.11 (Τελική έκθεση).».


ΑΡΘΡΟ 3.7

Σύσταση της ειδικής ομάδας διαιτησίας

1.    Η ειδική ομάδα διαιτησίας απαρτίζεται από τρεις διαιτητές.

2.    Εντός 10 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία το Μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία παραλαμβάνει το αίτημα για σύσταση ειδικής ομάδας διαιτησίας, τα Μέρη διαβουλεύονται προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία για τη σύνθεση της ειδικής ομάδας διαιτησίας.

3.    Αν τα Μέρη δεν συμφωνήσουν ως προς τη σύνθεση της ειδικής ομάδας διαιτησίας εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 2, κάθε Μέρος, εντός 10 ημερών από τη λήξη της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 2, μπορεί να διορίσει διαιτητή από τον υποκατάλογο του εν λόγω Μέρους ο οποίος καταρτίζεται βάσει του άρθρου 3.23 (Κατάλογος διαιτητών). Αν ένα από τα Μέρη δεν διορίσει διαιτητή από τον υποκατάλογό του, ο διαιτητής επιλέγεται με κλήρωση, κατόπιν αιτήματος του άλλου Μέρους, από τον πρόεδρο της επιτροπής ή από τον αναπληρωτή του, από τον υποκατάλογο του εν λόγω Μέρους ο οποίος καταρτίζεται βάσει του άρθρου 3.23 (Κατάλογος διαιτητών).

4.    Αν τα Μέρη δεν συμφωνήσουν ως προς τον πρόεδρο της ειδικής ομάδας διαιτησίας εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 2, ο πρόεδρος της επιτροπής ή ο αναπληρωτής του επιλέγει με κλήρωση, κατόπιν αιτήματος ενός εκ των Μερών, τον πρόεδρο της ειδικής ομάδας διαιτησίας από τον υποκατάλογο των προέδρων που καταρτίζεται βάσει του άρθρου 3.23 (Κατάλογος διαιτητών).

5.    Ο πρόεδρος της επιτροπής ή ο αναπληρωτής του επιλέγει τους διαιτητές εντός πέντε ημερών από την υποβολή του αιτήματος που αναφέρεται στην παράγραφο 3 ή 4.


6.    Ως ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας λογίζεται η ημερομηνία κατά την οποία οι τρεις επιλεγέντες διαιτητές κοινοποίησαν στα Μέρη την αποδοχή του διορισμού τους σύμφωνα με το παράρτημα 7 (Κανονισμός διαδικασίας).

7.    Αν κάποιος ή κάποιοι από τους καταλόγους που προβλέπονται στο άρθρο 3.23 (Κατάλογος διαιτητών) δεν έχει/-ουν καταρτιστεί ή δεν περιέχει/-ουν αρκετά ονόματα κατά τη στιγμή που υποβάλλεται το αίτημα σύμφωνα με την παράγραφο 3 ή 4, οι διαιτητές επιλέγονται με κλήρωση μεταξύ των ατόμων που έχουν προταθεί επίσημα από αμφότερα τα Μέρη ή από ένα Μέρος αν μόνο το ένα Μέρος έχει υποβάλει πρόταση.

ΑΡΘΡΟ 3.8

Διαδικασίες επίλυσης διαφορών στο πλαίσιο της ειδικής ομάδας διαιτησίας

1.    Οι κανόνες και οι διαδικασίες που καθορίζονται στο παρόν άρθρο και στα παραρτήματα 7 (Κανονισμός διαδικασίας) και 8 (Κώδικας δεοντολογίας για τους διαιτητές και τους διαμεσολαβητές) διέπουν τις διαδικασίες επίλυσης διαφορών στο πλαίσιο ειδικής ομάδας διαιτησίας.

2.    Τα Μέρη, αν δεν συμφωνήσουν διαφορετικά, συνεδριάζουν με την ειδική ομάδα διαιτησίας εντός 10 ημερών από τη σύστασή της, προκειμένου να καθοριστούν όλα τα ζητήματα που τα Μέρη ή η ειδική ομάδα διαιτησίας κρίνουν κατάλληλα, όπως το χρονοδιάγραμμα της διαδικασίας και η αμοιβή και τα έξοδα των διαιτητών, σύμφωνα με το παράρτημα 7 (Κανονισμός διαδικασίας). Οι διαιτητές και οι εκπρόσωποι των Μερών μπορούν να συμμετάσχουν στην εν λόγω συνεδρίαση μέσω τηλεφώνου ή τηλεδιάσκεψης.


3.    Ο τόπος διεξαγωγής της ακρόασης καθορίζεται με αμοιβαία συναίνεση των Μερών. Αν τα Μέρη δεν συμφωνήσουν σχετικά με τον τόπο διεξαγωγής της ακρόασης, αυτή διεξάγεται στις Βρυξέλλες, αν το καταγγέλλον Μέρος είναι το Βιετνάμ, και στο Ανόι, αν το καταγγέλλον Μέρος είναι η ΕΕ.

4.    Οι ακροάσεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας είναι δημόσιες, εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στο παράρτημα 7 (Κανονισμός διαδικασίας).

5.    Σύμφωνα με το παράρτημα 7 (Κανονισμός διαδικασίας), παρέχεται στα Μέρη η δυνατότητα να παρίστανται σε κάθε είδους παρουσιάσεις, δηλώσεις, επιχειρήματα ή αντεπιχειρήματα που υποβάλλονται κατά τη διαδικασία. Όλες οι πληροφορίες ή έγγραφα υπομνήματα που υποβάλλονται στην ειδική ομάδα διαιτησίας από κάποιο Μέρος, συμπεριλαμβανομένων των τυχόν παρατηρήσεων επί του περιγραφικού μέρους της ενδιάμεσης έκθεσης, των απαντήσεων σε ερωτήσεις που υποβάλλονται από την ειδική ομάδα διαιτησίας και των παρατηρήσεων που υποβάλλονται από ένα Μέρος στις εν λόγω απαντήσεις, τίθενται στη διάθεση του άλλου Μέρους.

6.    Εκτός αν τα Μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά εντός τριών ημερών από την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας, η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να λάβει, σύμφωνα με το παράρτημα 7 (Κανονισμός διαδικασίας), μη ζητηθέντα έγγραφα υπομνήματα (υπομνήματα φιλικού χαρακτήρα) από φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στο έδαφος ενός Μέρους.

7.    Για τις εσωτερικές διασκέψεις της, η ειδική ομάδα διαιτησίας συνέρχεται κεκλεισμένων των θυρών με τη συμμετοχή μόνο των διαιτητών. Η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να επιτρέψει στους βοηθούς των διαιτητών να παρίστανται στις διασκέψεις της. Οι διασκέψεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας και τα έγγραφα που υποβάλλονται σ’ αυτήν έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα.


ΑΡΘΡΟ 3.9

Προκαταρκτική απόφαση σχετικά με τον χαρακτήρα του επείγοντος

Αν το ζητήσει ένα από τα Μέρη, η ειδική ομάδα διαιτησίας εκδίδει προκαταρκτική απόφαση εντός 10 ημερών από τη σύστασή της σχετικά με το αν κρίνει τη συγκεκριμένη υπόθεση ως επείγουσα.

ΑΡΘΡΟ 3.10

Ενδιάμεση έκθεση

1.    Το αργότερο 90 ημέρες από την ημερομηνία σύστασής της, η ειδική ομάδα διαιτησίας κοινοποιεί στα Μέρη ενδιάμεση έκθεση στην οποία παρατίθενται τα πορίσματά της ως προς τα πραγματικά περιστατικά, η δυνατότητα εφαρμογής των σχετικών διατάξεων και το βασικό σκεπτικό των τυχόν πορισμάτων και συστάσεών της. Αν ο πρόεδρος της ειδικής ομάδας διαιτησίας κρίνει ότι η προθεσμία αυτή δεν μπορεί να τηρηθεί, ενημερώνει εγγράφως τα Μέρη και την επιτροπή, αναφέροντας τους λόγους της καθυστέρησης και την ημερομηνία κατά την οποία η ειδική ομάδα διαιτησίας σκοπεύει να εκδώσει την ενδιάμεση έκθεσή της. Η ειδική ομάδα διαιτησίας δεν εκδίδει σε καμία περίπτωση την ενδιάμεση έκθεση πέραν των 120 ημερών από την ημερομηνία σύστασής της.

2.    Ένα Μέρος μπορεί να ζητήσει εγγράφως από την ειδική ομάδα διαιτησίας, συνυποβάλλοντας σχετικές παρατηρήσεις, να επανεξετάσει συγκεκριμένες πτυχές της ενδιάμεσης έκθεσης εντός 14 ημερών από την κοινοποίησή της.


3.    Σε επείγουσες περιπτώσεις, όπως στην περίπτωση αλλοιώσιμων (ευπαθών) ή εποχικών εμπορευμάτων ή υπηρεσιών, η ειδική ομάδα διαιτησίας καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να εκδώσει την ενδιάμεση έκθεσή της εντός 45 ημερών και, σε κάθε περίπτωση, το αργότερο εντός 60 ημερών από την ημερομηνία σύστασής της. Ένα Μέρος μπορεί να ζητήσει εγγράφως από την ειδική ομάδα διαιτησίας, συνυποβάλλοντας σχετικές παρατηρήσεις, να επανεξετάσει συγκεκριμένες πτυχές της ενδιάμεσης έκθεσης εντός επτά ημερών από την κοινοποίησή της.

4.    Αφού εξετάσει τα τυχόν έγγραφα αιτήματα των Μερών σχετικά με την ενδιάμεση έκθεση, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών παρατηρήσεων, η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να τροποποιήσει την έκθεσή της και να προβεί σε οποιαδήποτε περαιτέρω εξέταση κρίνει σκόπιμη.

ΑΡΘΡΟ 3.11

Τελική έκθεση

1.    Εντός προθεσμίας 120 ημερών από την ημερομηνία σύστασής της, η ειδική ομάδα διαιτησίας διαβιβάζει στα Μέρη και στην επιτροπή την τελική της έκθεση. Αν ο πρόεδρος της ειδικής ομάδας διαιτησίας κρίνει ότι η προθεσμία αυτή δεν μπορεί να τηρηθεί, ενημερώνει εγγράφως τα Μέρη και την επιτροπή, αναφέροντας τους λόγους της καθυστέρησης και την ημερομηνία κατά την οποία η ειδική ομάδα διαιτησίας σκοπεύει να εκδώσει την τελική έκθεσή της. Η ειδική ομάδα διαιτησίας δεν εκδίδει σε καμία περίπτωση την τελική έκθεση πέραν των 150 ημερών από την ημερομηνία σύστασής της.


2.    Σε επείγουσες περιπτώσεις, όπως στην περίπτωση αλλοιώσιμων (ευπαθών) ή εποχικών εμπορευμάτων ή υπηρεσιών, η ειδική ομάδα διαιτησίας καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να κοινοποιήσει την τελική έκθεσή της εντός 60 ημερών από την ημερομηνία σύστασής της. Η ειδική ομάδα διαιτησίας δεν εκδίδει σε καμία περίπτωση την τελική έκθεση πέραν των 75 ημερών από την ημερομηνία σύστασής της.

3.    Η τελική έκθεση περιλαμβάνει επαρκή εξέταση των επιχειρημάτων που προβλήθηκαν κατά το στάδιο της ενδιάμεσης επανεξέτασης και παρέχει σαφείς απαντήσεις στις παρατηρήσεις των Μερών.

ΑΡΘΡΟ 3.12

Συμμόρφωση με την τελική έκθεση

Το Μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία λαμβάνει κάθε αναγκαίο μέτρο για την άμεση και καλή τη πίστει συμμόρφωση με την τελική έκθεση της ειδικής ομάδας διαιτησίας.

ΑΡΘΡΟ 3.13

Εύλογο χρονικό διάστημα για τη συμμόρφωση

1.    Αν δεν είναι εφικτή η άμεση συμμόρφωση, τα Μέρη καταβάλλουν προσπάθεια ώστε να συμφωνήσουν αμοιβαία το χρονικό διάστημα για τη συμμόρφωση με την τελική έκθεση. Στην περίπτωση αυτή, και το αργότερο εντός 30 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της τελικής έκθεσης, το Μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία κοινοποιεί στο καταγγέλλον Μέρος και στην επιτροπή το χρονικό διάστημα που θα χρειαστεί για να συμμορφωθεί (εφεξής: «εύλογο χρονικό διάστημα»).


2.    Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των Μερών όσον αφορά το εύλογο χρονικό διάστημα που απαιτείται για τη συμμόρφωση με την τελική έκθεση, το καταγγέλλον Μέρος, εντός 20 ημερών από την παραλαβή της κοινοποίησης σύμφωνα με την παράγραφο 1 από το Μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία, ζητεί εγγράφως από την ειδική ομάδα διαιτησίας που συνιστάται σύμφωνα με το άρθρο 3.7 (Σύσταση της ειδικής ομάδας διαιτησίας) (εφεξής: «αρχική ειδική ομάδα διαιτησίας») να προσδιορίσει τη διάρκεια του εύλογου χρονικού διαστήματος. Το εν λόγω αίτημα κοινοποιείται στο Μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία και στην επιτροπή.

3.    Η ειδική ομάδα διαιτησίας κοινοποιεί στα Μέρη και στην επιτροπή την απόφασή της σχετικά με το εύλογο χρονικό διάστημα εντός 20 ημερών από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος που αναφέρεται στην παράγραφο 2.

4.    Το Μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία ενημερώνει εγγράφως το καταγγέλλον Μέρος σχετικά με την πρόοδο που έχει σημειώσει όσον αφορά τη συμμόρφωση με την τελική έκθεση τουλάχιστον 30 ημέρες πριν από την εκπνοή του εύλογου χρονικού διαστήματος.

5.    Τα Μέρη μπορούν να συμφωνήσουν να παρατείνουν το εύλογο χρονικό διάστημα.

ΑΡΘΡΟ 3.14

Επανεξέταση μέτρων που λαμβάνονται προς συμμόρφωση με την τελική έκθεση

1.    Πριν από τη λήξη του εύλογου χρονικού διαστήματος, το Μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία κοινοποιεί στο καταγγέλλον Μέρος και στην επιτροπή κάθε μέτρο που έχει λάβει με σκοπό τη συμμόρφωσή του με την τελική έκθεση.


2.    Σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των Μερών όσον αφορά την ύπαρξη ή τη συνέπεια μέτρου που έχει ληφθεί για τη συμμόρφωση με τις διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 3.2. (Πεδίο εφαρμογής) και κοινοποιηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1, το καταγγέλλον Μέρος μπορεί να ζητήσει εγγράφως από την αρχική ειδική ομάδα διαιτησίας να αποφανθεί σχετικά με το ζήτημα. Το εν λόγω αίτημα κοινοποιείται στο Μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία και στην επιτροπή. Το καταγγέλλον Μέρος προσδιορίζει στο αίτημά του το συγκεκριμένο επίμαχο μέτρο και εξηγεί τους λόγους για τους οποίους το εν λόγω μέτρο δεν συνάδει με τις διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 3.2 (Πεδίο εφαρμογής) κατά τρόπο αρκούντως αναλυτικό ώστε να παρουσιάζεται με σαφήνεια η νομική βάση της καταγγελίας.

3. Η ειδική ομάδα διαιτησίας κοινοποιεί στα Μέρη και στην επιτροπή την απόφασή της εντός 45 ημερών από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος που αναφέρεται στην παράγραφο 2.

ΑΡΘΡΟ 3.15

Προσωρινά μέτρα αποκατάστασης σε περίπτωση μη συμμόρφωσης

1.    Αν το Μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία δεν κοινοποιήσει στο καταγγέλλον Μέρος και στην επιτροπή τα μέτρα που έλαβε για να συμμορφωθεί με την τελική έκθεση της ειδικής ομάδας διαιτησίας πριν από τη λήξη του εύλογου χρονικού διαστήματος, ή αν η ειδική ομάδα διαιτησίας αποφανθεί ότι δεν έχουν ληφθεί μέτρα συμμόρφωσης ή ότι τα μέτρα που έχουν κοινοποιηθεί βάσει της παραγράφου 1 του άρθρου 3.14 (Επανεξέταση μέτρων που λαμβάνονται προς συμμόρφωση με την τελική έκθεση) δεν συνάδουν με τις υποχρεώσεις που υπέχει το εν λόγω Μέρος δυνάμει των διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 3.2 (Πεδίο εφαρμογής), το Μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία υποβάλλει προσφορά για αντιστάθμιση, αν το ζητήσει το καταγγέλλον Μέρος και κατόπιν διαβουλεύσεων με το εν λόγω Μέρος.


2.    Αν το καταγγέλλον Μέρος αποφασίσει να μη ζητήσει προσφορά για αντιστάθμιση ή, σε περίπτωση υποβολής τέτοιου αιτήματος, αν δεν επιτευχθεί συμφωνία για την αντιστάθμιση εντός 30 ημερών από τη λήξη του εύλογου χρονικού διαστήματος ή από την έκδοση της απόφασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας βάσει του άρθρου 3.14 (Επανεξέταση μέτρων που λαμβάνονται προς συμμόρφωση με την τελική έκθεση) η οποία αποφαίνεται ότι δεν έχουν ληφθεί μέτρα συμμόρφωσης ή ότι τα μέτρα που έχουν ληφθεί δεν συνάδουν με τις διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 3.2 (Πεδίο εφαρμογής), το καταγγέλλον Μέρος έχει το δικαίωμα, κατόπιν σχετικής κοινοποίησης στο άλλο Μέρος και στην επιτροπή, να λάβει κατάλληλα μέτρα στο πλαίσιο των προτιμησιακών εμπορικών και επενδυτικών υποχρεώσεων που ισχύουν μεταξύ των Μερών, τα οποία έχουν αποτέλεσμα ισοδύναμο με την ολική ή μερική αναίρεση των οφελών που προκάλεσε η παραβίαση. Τα μέτρα αυτά προσδιορίζονται στη σχετική κοινοποίηση. Το καταγγέλλον Μέρος μπορεί να εφαρμόσει τα μέτρα ανά πάσα στιγμή μετά την παρέλευση 10 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της κοινοποίησης από το Μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία, εκτός αν το Μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία ζητήσει διαδικασία διαιτησίας βάσει της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.

3.    Αν το Μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία θεωρεί ότι τα μέτρα που έλαβε το καταγγέλλον Μέρος δεν είναι ισοδύναμα με την ολική ή μερική αναίρεση των οφελών που προκάλεσε η παραβίαση, μπορεί να ζητήσει εγγράφως από την αρχική ειδική ομάδα διαιτησίας να αποφανθεί σχετικά με το ζήτημα. Το αίτημα αυτό κοινοποιείται στο καταγγέλλον Μέρος και στην επιτροπή πριν από τη λήξη της χρονικής περιόδου των 10 ημερών που αναφέρεται στην παράγραφο 2. Η αρχική ειδική ομάδα διαιτησίας κοινοποιεί στα Μέρη και στην επιτροπή την απόφασή της σχετικά με τα μέτρα που έλαβε το καταγγέλλον Μέρος εντός 30 ημερών από την ημερομηνία υποβολής του σχετικού αιτήματος. Οι υποχρεώσεις δεν αναστέλλονται έως ότου η αρχική ειδική ομάδα διαιτησίας κοινοποιήσει την απόφασή της, και κάθε αναστολή είναι συνεπής προς την απόφαση αυτή.


4.    Τα μέτρα που προβλέπονται στο παρόν άρθρο είναι προσωρινά και δεν εφαρμόζονται έπειτα από:

α)    την επίτευξη αμοιβαία αποδεκτής λύσης από τα Μέρη σύμφωνα με το άρθρο 3.19 (Αμοιβαία αποδεκτή λύση)·

β)    την επίτευξη συμφωνίας από τα Μέρη ότι το μέτρο που κοινοποιήθηκε βάσει της παραγράφου 1 του άρθρου 3.14 (Επανεξέταση μέτρων που λαμβάνονται προς συμμόρφωση με την τελική έκθεση) επιτυγχάνει τη συμμόρφωση του Μέρους κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία με τις διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 3.2 (Πεδίο εφαρμογής)·

γ)    την απόσυρση ή τροποποίηση των μέτρων που κρίθηκε ότι δεν συνάδουν με τις διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 3.2 (Πεδίο εφαρμογής) ούτως ώστε να επέλθει η συμμόρφωσή τους με τις εν λόγω διατάξεις, σύμφωνα με απόφαση που λήφθηκε βάσει της παραγράφου 3 του άρθρου 3.14 (Επανεξέταση μέτρων που λαμβάνονται προς συμμόρφωση με την τελική έκθεση).


ΑΡΘΡΟ 3.16

Επανεξέταση μέτρων συμμόρφωσης που λαμβάνονται μετά τη λήψη
προσωρινών μέτρων αποκατάστασης λόγω μη συμμόρφωσης

1.    Το Μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία κοινοποιεί στο καταγγέλλον Μέρος και στην επιτροπή κάθε μέτρο που έλαβε για να συμμορφωθεί με την έκθεση της ειδικής ομάδας διαιτησίας μετά τα μέτρα που εφάρμοσε το καταγγέλλον Μέρος ή μετά την εφαρμογή αντιστάθμισης, ανάλογα με την περίπτωση. Με εξαίρεση τις περιπτώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2, το καταγγέλλον Μέρος τερματίζει τα μέτρα που έχουν ληφθεί σύμφωνα με το άρθρο 3.15 (Προσωρινά μέτρα αποκατάστασης σε περίπτωση μη συμμόρφωσης) εντός 30 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της κοινοποίησης. Αν έχει εφαρμοστεί αντιστάθμιση, και εξαιρουμένων των περιπτώσεων της παραγράφου 2, το Μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία μπορεί να ζητήσει τον τερματισμό της εφαρμογής της εν λόγω αντιστάθμισης εντός 30 ημερών από την κοινοποίησή του ότι έχει συμμορφωθεί με την έκθεση της ειδικής ομάδας διαιτησίας.

2.    Αν τα Μέρη δεν συμφωνήσουν σχετικά με το κατά πόσον το μέτρο που κοινοποιήθηκε επιτυγχάνει τη συμμόρφωση του Μέρους κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία με τις διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 3.2 (Πεδίο εφαρμογής) εντός 30 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της κοινοποίησης, το καταγγέλλον Μέρος μπορεί να ζητήσει εγγράφως από την αρχική ειδική ομάδα διαιτησίας να αποφανθεί σχετικά με το ζήτημα. Το εν λόγω αίτημα κοινοποιείται στο Μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία και στην επιτροπή.


3.    Η απόφαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας κοινοποιείται στα Μέρη και στην επιτροπή εντός 45 ημερών από την υποβολή του αιτήματος. Αν η ειδική ομάδα διαιτησίας αποφασίσει ότι το μέτρο που κοινοποιήθηκε συνάδει με τις διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 3.2 (Πεδίο εφαρμογής), τα μέτρα που αναφέρονται στο άρθρο 3.15 (Προσωρινά μέτρα αποκατάστασης σε περίπτωση μη συμμόρφωσης) ή η αντιστάθμιση, ανάλογα με την περίπτωση, τερματίζονται. Αν συντρέχει σχετική περίπτωση, το επίπεδο αναστολής των υποχρεώσεων ή της αντιστάθμισης προσαρμόζεται αναλόγως βάσει της απόφασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας.

ΑΡΘΡΟ 3.17

Αντικατάσταση διαιτητών

Αν, κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διαιτησίας, η αρχική ειδική ομάδα διαιτησίας ή ορισμένα από τα μέλη της δεν είναι σε θέση να συμμετάσχουν ή αποσυρθούν ή πρέπει να αντικατασταθούν επειδή δεν πληρούν τις απαιτήσεις του κώδικα δεοντολογίας που ορίζονται στο παράρτημα 8 (Κώδικας δεοντολογίας για τους διαιτητές και τους διαμεσολαβητές), εφαρμόζεται η διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 3.7 (Σύσταση της ειδικής ομάδας διαιτησίας). Η προθεσμία για την κοινοποίηση των εκθέσεων και των αποφάσεων, ανάλογα με την περίπτωση, παρατείνεται κατά 20 ημέρες.


ΑΡΘΡΟ 3.18

Αναστολή και λήξη της διαδικασίας διαιτησίας

1.    Κατόπιν αιτήματος και των δύο Μερών, η ειδική ομάδα διαιτησίας αναστέλλει ανά πάσα στιγμή τις εργασίες της για χρονικό διάστημα που συμφωνείται από τα Μέρη και το οποίο δεν μπορεί να υπερβαίνει τους 12 διαδοχικούς μήνες. Επαναλαμβάνει τις εργασίες της πριν από τη λήξη της εν λόγω περιόδου αναστολής κατόπιν έγγραφου αιτήματος και των δύο Μερών. Τα Μέρη ενημερώνουν την επιτροπή σχετικά. Η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί επίσης να επαναλάβει τις εργασίες της κατά τη λήξη της περιόδου αναστολής κατόπιν έγγραφου αιτήματος οποιουδήποτε Μέρους. Το αιτούν Μέρος ενημερώνει σχετικά την επιτροπή και το άλλο Μέρος. Αν κανένα Μέρος δεν ζητήσει την επανάληψη των εργασιών της ειδικής ομάδας διαιτησίας κατά τη λήξη της περιόδου αναστολής, η εξουσία της ειδικής ομάδας διαιτησίας καταργείται και η διαδικασία περατώνεται. Σε περίπτωση αναστολής των εργασιών της ειδικής ομάδας διαιτησίας, τα χρονικά διαστήματα που καθορίζονται στις σχετικές διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου παρατείνονται για χρονικό διάστημα ίσης διάρκειας με την περίοδο αναστολής των εργασιών. Η αναστολή και η περάτωση των εργασιών της ειδικής ομάδας διαιτησίας δεν θίγουν τα δικαιώματα οποιουδήποτε εκ των Μερών στο πλαίσιο άλλης διαδικασίας, με την επιφύλαξη του άρθρου 3.24 (Επιλογή δικαστηρίου).

2.    Τα Μέρη μπορούν να συμφωνήσουν την περάτωση της διαδικασίας της ειδικής ομάδας διαιτησίας υποβάλλοντας από κοινού σχετική κοινοποίηση προς τον πρόεδρο της ειδικής ομάδας διαιτησίας και την επιτροπή ανά πάσα στιγμή πριν από την έκδοση της τελικής έκθεσης της ειδικής ομάδας διαιτησίας.


ΑΡΘΡΟ 3.19

Αμοιβαία αποδεκτή λύση

Τα Μέρη μπορούν ανά πάσα στιγμή να καταλήξουν σε αμοιβαία αποδεκτή λύση για διαφορά που διέπεται από το παρόν κεφάλαιο. Κοινοποιούν από κοινού την εν λόγω λύση στην επιτροπή και στον πρόεδρο της ειδικής ομάδας διαιτησίας, κατά περίπτωση. Αν για τη συγκεκριμένη λύση απαιτείται έγκριση σύμφωνα με τις σχετικές εσωτερικές διαδικασίες οποιουδήποτε εκ των Μερών, στην εν λόγω κοινοποίηση αναφέρεται η απαίτηση αυτή και η διαδικασία επίλυσης διαφορών αναστέλλεται. Αν δεν απαιτείται σχετική έγκριση ή αν κοινοποιηθεί η ολοκλήρωση των σχετικών εσωτερικών διαδικασιών, η διαδικασία επίλυσης διαφορών περατώνεται.

ΑΡΘΡΟ 3.20

Πληροφορίες και τεχνικές συμβουλές

Η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί, κατόπιν αιτήματος ενός εκ των Μερών ή με δική της πρωτοβουλία, να ζητεί την παροχή των πληροφοριών τις οποίες κρίνει απαραίτητες για τη διαδικασία της ειδικής ομάδας διαιτησίας από οποιαδήποτε πηγή, συμπεριλαμβανομένων των Μερών που εμπλέκονται στη διαφορά. Η ειδική ομάδα διαιτησίας έχει επίσης το δικαίωμα να ζητεί τη γνώμη πραγματογνωμόνων, αν το κρίνει σκόπιμο. Πριν από την επιλογή των πραγματογνωμόνων, η ειδική ομάδα διαιτησίας προβαίνει σε διαβούλευση με τα Μέρη. Όλες οι πληροφορίες που λαμβάνονται δυνάμει του παρόντος άρθρου γνωστοποιούνται και υποβάλλονται στα Μέρη προς διατύπωση παρατηρήσεων εντός της προθεσμίας που ορίζεται από την ειδική ομάδα διαιτησίας.


ΑΡΘΡΟ 3.21

Κανόνες ερμηνείας

Η ειδική ομάδα διαιτησίας ερμηνεύει τις διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 3.2 (Πεδίο εφαρμογής) σύμφωνα με τους συνήθεις κανόνες ερμηνείας του δημόσιου διεθνούς δικαίου, συμπεριλαμβανομένων των κωδικοποιημένων διατάξεων της Σύμβασης της Βιέννης περί του δικαίου των συνθηκών, που υπογράφηκε στη Βιέννη στις 23 Μαΐου 1969 (εφεξής: «σύμβαση της Βιέννης»). Η ειδική ομάδα διαιτησίας λαμβάνει επίσης υπόψη τις σχετικές ερμηνείες που περιέχονται στις εκθέσεις των ειδικών ομάδων και του δευτεροβάθμιου δικαιοδοτικού οργάνου και οι οποίες έχουν εγκριθεί από το όργανο επίλυσης διαφορών βάσει του παραρτήματος 2 της συμφωνίας ΠΟΕ (στο εξής «ΟΕΔ»). Οι εκθέσεις και οι αποφάσεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας δεν είναι δυνατόν να αυξάνουν ή να μειώνουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των Μερών που προβλέπονται στην παρούσα Συμφωνία.

ΑΡΘΡΟ 3.22

Αποφάσεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας

1.    Η ειδική ομάδα διαιτησίας καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να λαμβάνει κάθε απόφαση με συναίνεση. Ωστόσο, αν δεν είναι δυνατόν να ληφθεί απόφαση με συναίνεση, η απόφαση για το θέμα λαμβάνεται με πλειοψηφία. Οι γνώμες των μειοψηφούντων διαιτητών δεν δημοσιοποιούνται σε καμία περίπτωση.


2.    Οι εκθέσεις και οι αποφάσεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας γίνονται αποδεκτές από τα Μέρη ανεπιφύλακτα. Δεν δημιουργούν δικαιώματα ή υποχρεώσεις για φυσικά ή νομικά πρόσωπα. Στις εκθέσεις και τις αποφάσεις αναφέρονται τα πορίσματα ως προς τα πραγματικά περιστατικά, η δυνατότητα εφαρμογής των σχετικών διατάξεων που αναφέρονται στο άρθρο 3.2 (Πεδίο εφαρμογής) και το βασικό σκεπτικό των τυχόν πορισμάτων και συμπερασμάτων. Η επιτροπή δημοσιοποιεί στο σύνολό τους τις εκθέσεις και τις αποφάσεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας εντός 10 ημερών από την έκδοσή τους, εκτός αν αποφασίσει να μην το πράξει προκειμένου να προστατευτούν πληροφορίες εμπιστευτικού χαρακτήρα.

ΥΠΟΤΜΗΜΑ 4

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΑΡΘΡΟ 3.23

Κατάλογος διαιτητών

1.    Το αργότερο εντός έξι μηνών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Συμφωνίας, η επιτροπή καταρτίζει κατάλογο τουλάχιστον 15 ατόμων τα οποία είναι πρόθυμα και ικανά να εκτελέσουν χρέη διαιτητή. Ο κατάλογος περιλαμβάνει τρεις υποκαταλόγους:

α)    έναν υποκατάλογο για το Βιετνάμ·

β)    έναν υποκατάλογο για την Ένωση και τα κράτη μέλη της· και


γ)    έναν υποκατάλογο ατόμων που δεν είναι υπήκοοι κανενός Μέρους και δεν έχουν μόνιμη κατοικία σε κανένα από τα Μέρη, τα οποία θα εκτελούν χρέη προέδρου της ειδικής ομάδας διαιτησίας.

2.    Κάθε υποκατάλογος περιλαμβάνει τουλάχιστον πέντε άτομα. Η επιτροπή μεριμνά ώστε ο κατάλογος να περιλαμβάνει πάντοτε τον εν λόγω ελάχιστο αριθμό ατόμων.

3.    Οι διαιτητές διαθέτουν αποδεδειγμένη εμπειρογνωμοσύνη και πείρα στους τομείς του δικαίου και του διεθνούς εμπορίου. Είναι ανεξάρτητοι, εκτελούν τα καθήκοντά τους σε ατομική βάση, δεν λαμβάνουν οδηγίες από κανέναν οργανισμό ή κυβέρνηση, ούτε συνδέονται με την κυβέρνηση οποιουδήποτε από τα Μέρη, και συμμορφώνονται με τον κώδικα δεοντολογίας του παραρτήματος 8 (Κώδικας δεοντολογίας για τους διαιτητές και τους διαμεσολαβητές).

4.    Η επιτροπή μπορεί να καταρτίσει συμπληρωματικό κατάλογο 10 ατόμων με αποδεδειγμένη εμπειρογνωμοσύνη και πείρα σε ειδικούς τομείς που καλύπτονται από την παρούσα Συμφωνία. Με την επιφύλαξη της συμφωνίας των Μερών, ο εν λόγω συμπληρωματικός κατάλογος χρησιμοποιείται για τη σύνθεση της ειδικής ομάδας διαιτησίας σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 3.7 (Σύσταση της ειδικής ομάδας διαιτησίας).

ΑΡΘΡΟ 3.24

Επιλογή δικαστηρίου

1.    Η προσφυγή στη διαδικασία επίλυσης διαφορών βάσει του παρόντος κεφαλαίου δεν θίγει τις τυχόν ενέργειες που αναλαμβάνονται στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, συμπεριλαμβανομένων των ενεργειών για την επίλυση διαφορών, ή στο πλαίσιο άλλης διεθνούς συμφωνίας στην οποία και τα δύο Μέρη είναι συμβαλλόμενα μέρη.


2.    Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, τα Μέρη δεν επιδιώκουν, για συγκεκριμένο μέτρο, αποκατάσταση της παραβίασης ουσιαστικά ισοδύναμης υποχρέωσης στο πλαίσιο της παρούσας Συμφωνίας και στο πλαίσιο της συμφωνίας ΠΟΕ ή στο πλαίσιο οποιασδήποτε άλλης διεθνούς συμφωνίας στην οποία και τα δύο Μέρη είναι συμβαλλόμενα μέρη στα σχετικά δικαστήρια. Αν έχει κινηθεί διαδικασία επίλυσης διαφορών, το Μέρος δεν προβάλλει αξίωση για αποκατάσταση της παραβίασης της ουσιαστικά ισοδύναμης υποχρέωσης βάσει της άλλης συμφωνίας στο άλλο δικαστήριο, εκτός αν το δικαστήριο που επιλέχθηκε πρώτο δεν καταλήξει, για διαδικαστικούς ή δικαιοδοτικούς λόγους, σε πόρισμα όσον αφορά την αξίωση για αποκατάσταση της εν λόγω παραβίασης υποχρέωσης.

3.    Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου:

α)    θεωρείται ότι οι διαδικασίες επίλυσης διαφορών στο πλαίσιο της συμφωνίας ΠΟΕ κινούνται με αίτημα ενός εκ των Μερών για τη σύσταση ειδικής ομάδας δυνάμει του άρθρου 6 του μνημονίου συμφωνίας σχετικά με τους κανόνες και τις διαδικασίες που διέπουν την επίλυση διαφορών·

β)    θεωρείται ότι οι διαδικασίες επίλυσης διαφορών στο πλαίσιο του παρόντος κεφαλαίου κινούνται με αίτημα ενός εκ των Μερών για τη σύσταση ειδικής ομάδας διαιτησίας βάσει της παραγράφου 1 του άρθρου 3.5 (Έναρξη της διαδικασίας διαιτησίας)·

γ)    θεωρείται ότι οι διαδικασίες επίλυσης διαφορών στο πλαίσιο οποιασδήποτε άλλης συμφωνίας κινούνται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της εν λόγω συμφωνίας.

4.    Καμία διάταξη της παρούσας Συμφωνίας δεν εμποδίζει ένα Μέρος να εφαρμόσει την αναστολή υποχρεώσεων που εγκρίνεται από το ΟΕΔ. Δεν μπορεί να γίνει επίκληση ούτε της συμφωνίας ΠΟΕ ούτε της συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών με σκοπό να εμποδιστεί ένα Μέρος να λάβει τα κατάλληλα μέτρα δυνάμει του άρθρου 3.15 (Προσωρινά μέτρα αποκατάστασης σε περίπτωση μη συμμόρφωσης).


ΑΡΘΡΟ 3.25

Προθεσμίες

1.    Όλες οι προθεσμίες που προβλέπονται στο παρόν τμήμα, συμπεριλαμβανομένων των προθεσμιών κοινοποίησης των εκθέσεων και αποφάσεών τους από τις ειδικές ομάδες διαιτησίας, υπολογίζονται σε ημερολογιακές ημέρες από την ημέρα που έπεται της πράξης ή του γεγονότος στο οποίο αναφέρονται, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά.

2.    Κάθε προθεσμία που αναφέρεται στο παρόν τμήμα μπορεί να τροποποιείται με αμοιβαία συμφωνία των Μερών της διαφοράς. Η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί ανά πάσα στιγμή να προτείνει στα Μέρη την τροποποίηση οποιασδήποτε από τις προθεσμίες που αναφέρονται στο παρόν τμήμα, αιτιολογώντας την πρότασή της.

ΑΡΘΡΟ 3.26

Επανεξέταση και τροποποίηση

Η επιτροπή μπορεί να επανεξετάσει και να αποφασίσει να τροποποιήσει τα παραρτήματα 7 (Κανονισμός διαδικασίας), 8 (Κώδικας δεοντολογίας για τους διαιτητές και τους διαμεσολαβητές) και 9 (Μηχανισμός διαμεσολάβησης).


ΤΜΗΜΑ Β

Επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και Μερών

ΥΠΟΤΜΗΜΑ 1

Πεδίο εφαρμογής και ορισμοί

ΑΡΘΡΟ 3.27

Πεδίο εφαρμογής

1.    Το παρόν τμήμα εφαρμόζεται σε διαφορά ανάμεσα, αφενός, σε προσφεύγοντα ενός Μέρους και, αφετέρου, στο άλλο Μέρος σχετικά με κάθε μέτρο 20 που εικάζεται ότι παραβιάζει τις διατάξεις του κεφαλαίου 2 (Προστασία των επενδύσεων) και το οποίο εικάζεται ότι προκαλεί απώλεια ή ζημία στον προσφεύγοντα ή, αν η προσφυγή ασκείται για λογαριασμό τοπικά εγκατεστημένης εταιρείας που ανήκει στον προσφεύγοντα ή ελέγχεται από αυτόν, στην τοπικά εγκατεστημένη εταιρεία.

2.    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι ένας επενδυτής δεν μπορεί να ασκήσει προσφυγή βάσει του παρόντος τμήματος αν η επένδυσή του έχει πραγματοποιηθεί μέσω εξαπάτησης, απόκρυψης, διαφθοράς ή συμπεριφοράς που ισοδυναμεί με κατάχρηση διαδικασίας.


3.    Το δικαστήριο και το εφετείο που συνιστώνται δυνάμει των άρθρων 3.38 (Δικαστήριο) και 3.39 (Εφετείο), αντίστοιχα, δεν μπορούν να εκδικάσουν προσφυγές που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος άρθρου.

4.    Προσφυγή που αφορά την αναδιάρθρωση χρέους ενός Μέρους αντιμετωπίζεται σύμφωνα με το παρόν τμήμα και το παράρτημα 5 (Δημόσιο χρέος).

ΑΡΘΡΟ 3.28

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος τμήματος ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά:

α)    «διαδικασία»: διαδικασία ενώπιον του δικαστηρίου ή του εφετείου βάσει του παρόντος τμήματος·

β)    «διάδικα μέρη»: ο προσφεύγων και ο καθού·

γ)    «προσφεύγων ενός Μέρους»:

i)    επενδυτής ενός Μέρους, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) του άρθρου 2.1 (Πεδίο εφαρμογής), που ενεργεί για δικό του λογαριασμό·


ii)    επενδυτής ενός Μέρους, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) του άρθρου 2.1 (Πεδίο εφαρμογής), που ενεργεί για λογαριασμό τοπικά εγκατεστημένης εταιρείας που ανήκει στον εν λόγω επενδυτή ή ελέγχεται από αυτόν· προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι προσφυγή που ασκείται βάσει του παρόντος σημείου θεωρείται ότι αφορά διαφορά μεταξύ συμβαλλόμενου κράτους και υπηκόου άλλου συμβαλλόμενου κράτους για τους σκοπούς του άρθρου 25 παράγραφος 1 της σύμβασης ICSID·

δ)    «σύμβαση ICSID»: η σύμβαση για τη ρύθμιση των σχετιζομένων προς τις επενδύσεις διαφορών μεταξύ κρατών και υπηκόων άλλων κρατών, η οποία υπογράφηκε στην Ουάσινγκτον στις 18 Μαρτίου 1965·

ε)    «μη διάδικο Μέρος»: το Βιετνάμ, όταν καθού είναι η Ένωση, ή κράτος μέλος της Ένωσης ή η Ένωση, όταν καθού είναι το Βιετνάμ·

στ)    «καθού»: είτε το Βιετνάμ είτε, στην περίπτωση του Μέρους ΕΕ, η Ένωση ή το οικείο κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 3.32 (Κοινοποίηση πρόθεσης για υποβολή προσφυγής)·

ζ)    «τοπικά εγκατεστημένη εταιρεία»: νομικό πρόσωπο που είναι εγκατεστημένο στο έδαφος ενός Μέρους και το οποίο ανήκει σε επενδυτή του άλλου Μέρους και ελέγχεται από αυτόν·

η)    «σύμβαση της Νέας Υόρκης του 1958»: η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για την αναγνώριση και την εκτέλεση των αλλοδαπών διαιτητικών αποφάσεων, η οποία υπογράφηκε στη Νέα Υόρκη στις 10 Ιουνίου 1958·


θ)    «χρηματοδότηση από τρίτο μέρος»: κάθε χρηματοδότηση που παρέχεται από φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο δεν είναι διάδικο μέρος, αλλά το οποίο συνάπτει συμφωνία με διάδικο μέρος με σκοπό τη χρηματοδότηση μέρους ή του συνόλου του κόστους της διαδικασίας, με αντάλλαγμα αμοιβή που εξαρτάται από την έκβαση της διαφοράς, ή κάθε χρηματοδότηση που παρέχεται από φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο δεν είναι διάδικο μέρος με τη μορφή δωρεάς ή επιχορήγησης·

ι)    «UNCITRAL»: η επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για το διεθνές εμπορικό δίκαιο· και

ια)    «κανόνες της UNCITRAL περί διαφάνειας»: οι κανόνες της UNCITRAL σχετικά με τη διαφάνεια στη διαιτητική επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και κρατών βάσει συνθήκης.

ΥΠΟΤΜΗΜΑ 2

ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΗ ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΕΙΣ

ΑΡΘΡΟ 3.29

Φιλική επίλυση

Κάθε διαφορά θα πρέπει, στο μέτρο του δυνατού, να επιλύεται με φιλικό διακανονισμό μέσω διαπραγματεύσεων ή διαμεσολάβησης και, αν είναι δυνατόν, πριν από την υποβολή αιτήματος διενέργειας διαβουλεύσεων σύμφωνα με το άρθρο 3.30 (Διαβουλεύσεις). Ο εν λόγω διακανονισμός μπορεί να συμφωνηθεί ανά πάσα στιγμή, ακόμη και μετά την έναρξη διαδικασίας βάσει του παρόντος τμήματος.


ΑΡΘΡΟ 3.30

Διαβουλεύσεις

1.    Αν μια διαφορά δεν μπορεί να επιλυθεί φιλικά όπως προβλέπεται στο άρθρο 3.29 (Φιλική επίλυση), ο προσφεύγων Μέρους που επικαλείται παράβαση των διατάξεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 3.27 (Πεδίο εφαρμογής) μπορεί να υποβάλει στο άλλο Μέρος αίτημα για τη διενέργεια διαβουλεύσεων. Το αίτημα περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:

α)    το όνομα και τη διεύθυνση του προσφεύγοντος και, αν το εν λόγω αίτημα υποβάλλεται για λογαριασμό τοπικά εγκατεστημένης εταιρείας, την επωνυμία, τη διεύθυνση και τον τόπο σύστασης της τοπικά εγκατεστημένης εταιρείας·

β)    τις αναφερόμενες στην παράγραφο 1 του άρθρου 3.27 (Πεδίο εφαρμογής) διατάξεις για τις οποίες υποστηρίζεται ότι έχουν παραβιαστεί·

γ)    τη νομική και πραγματική βάση της προσφυγής, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων για τα οποία υποστηρίζεται ότι παραβιάζουν τις διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 3.27 (Πεδίο εφαρμογής)·

δ)    τα ζητούμενα μέτρα αποκατάστασης και το εκτιμώμενο ποσό της ζητούμενης αποζημίωσης· και

ε)    στοιχεία που αποδεικνύουν ότι ο προσφεύγων είναι επενδυτής του άλλου Μέρους και ότι του ανήκει η, ή ελέγχει την, καλυπτόμενη επένδυση, συμπεριλαμβανομένης, αν συντρέχει περίπτωση, της τοπικά εγκατεστημένης εταιρείας, για την οποία υποβλήθηκε αίτημα διενέργειας διαβουλεύσεων.


Αν το αίτημα διενέργειας διαβουλεύσεων υποβάλλεται από περισσότερους από έναν προσφεύγοντες ή για λογαριασμό περισσότερων από μίας τοπικά εγκατεστημένων εταιρειών, οι πληροφορίες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο α) και στην παράγραφο 1 στοιχείο ε) υποβάλλονται για κάθε προσφεύγοντα ή τοπικά εγκατεστημένη εταιρεία, ανάλογα με την περίπτωση.

2.    Το αίτημα διενέργειας διαβουλεύσεων υποβάλλεται:

α)    εντός τριών ετών από την ημερομηνία κατά την οποία ο προσφεύγων ή, αν συντρέχει περίπτωση, η τοπικά εγκατεστημένη εταιρεία έλαβε γνώση ή έπρεπε να έχει λάβει γνώση για πρώτη φορά του μέτρου για το οποίο υποστηρίζεται ότι παραβιάζει τις διατάξεις του κεφαλαίου 2 (Προστασία των επενδύσεων) καθώς και γνώση των απωλειών και των ζημιών που προκλήθηκαν από το μέτρο:

i)    στον προσφεύγοντα, για απαιτήσεις που προβάλλονται από επενδυτή ο οποίος ενεργεί για δικό του λογαριασμό· ή

ii)    στην τοπικά εγκατεστημένη εταιρεία, για απαιτήσεις που προβάλλονται από επενδυτή ο οποίος ενεργεί για λογαριασμό τοπικά εγκατεστημένης εταιρείας· ή

β)    εντός δύο ετών από την ημερομηνία κατά την οποία ο προσφεύγων ή, αν συντρέχει περίπτωση, η τοπικά εγκατεστημένη εταιρεία έπαυσε να διεκδικεί τις απαιτήσεις ή έπαυσε τις διαδικασίες ενώπιον δικαστηρίου βάσει του εσωτερικού δικαίου και, σε κάθε περίπτωση, το αργότερο εντός επτά ετών από την ημερομηνία κατά την οποία ο προσφεύγων έλαβε ή έπρεπε να έχει λάβει για πρώτη φορά γνώση του μέτρου για το οποίο υποστηρίζεται ότι παραβιάζει τις διατάξεις του κεφαλαίου 2 (Προστασία των επενδύσεων) καθώς και γνώση των απωλειών και των ζημιών που προκλήθηκαν από το μέτρο:

i)    στον προσφεύγοντα, για απαιτήσεις που προβάλλονται από επενδυτή ο οποίος ενεργεί για δικό του λογαριασμό· ή


ii)    στην τοπικά εγκατεστημένη εταιρεία, για απαιτήσεις που προβάλλονται από επενδυτή ο οποίος ενεργεί για λογαριασμό τοπικά εγκατεστημένης εταιρείας 21 .

3.    Εκτός αν τα διάδικα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά, οι διαβουλεύσεις λαμβάνουν χώρα:

α)    στο Ανόι, αν οι διαβουλεύσεις αφορούν μέτρα του Βιετνάμ·

β)    στις Βρυξέλλες, αν οι διαβουλεύσεις αφορούν μέτρα της Ένωσης· ή

γ)    στην πρωτεύουσα του οικείου κράτους μέλους της Ένωσης, αν το αίτημα διενέργειας διαβουλεύσεων αφορά αποκλειστικά μέτρα του εν λόγω κράτους μέλους.

Οι διαβουλεύσεις είναι επίσης δυνατόν να διεξαχθούν με τηλεδιάσκεψη ή με άλλα μέσα, ιδίως αν εμπλέκεται μικρή ή μεσαία επιχείρηση.

4.    Οι διαβουλεύσεις πραγματοποιούνται εντός 60 ημερών από την υποβολή του σχετικού αιτήματος, εκτός αν τα διάδικα μέρη συμφωνήσουν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.

5.    Αν ο προσφεύγων δεν υποβάλει προσφυγή σύμφωνα με το άρθρο 3.33 (Υποβολή προσφυγής) εντός 18 μηνών από την υποβολή του αιτήματος διενέργειας διαβουλεύσεων, ο προσφεύγων θεωρείται ότι έχει παραιτηθεί από τη διαδικασία στο πλαίσιο του παρόντος τμήματος και δεν μπορεί να υποβάλει προσφυγή βάσει του παρόντος τμήματος. Η προθεσμία αυτή μπορεί να παραταθεί με συμφωνία μεταξύ των μερών που συμμετέχουν στις διαβουλεύσεις.


6.    Οι προθεσμίες που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 5 δεν καθιστούν απαράδεκτη μια προσφυγή όταν ο προσφεύγων μπορεί να αποδείξει ότι η μη υποβολή αιτήματος για διαβουλεύσεις ή η μη υποβολή προσφυγής οφείλεται σε αδυναμία του προσφεύγοντος να ενεργήσει λόγω ενεργειών που πραγματοποίησε σκοπίμως το οικείο Μέρος, υπό την προϋπόθεση ότι ο προσφεύγων ενεργεί αμέσως μόλις είναι ευλόγως σε θέση να ενεργήσει.

7.    Σε περίπτωση που το αίτημα διενέργειας διαβουλεύσεων αφορά εικαζόμενη παράβαση της συμφωνίας από την Ένωση ή από κράτος μέλος της Ένωσης, αποστέλλεται στην Ένωση. Αν προσδιορίζονται μέτρα κράτους μέλους της Ένωσης, το αίτημα αποστέλλεται επίσης στο οικείο κράτος μέλος.

ΑΡΘΡΟ 3.31

Διαμεσολάβηση

1.    Τα διάδικα μέρη μπορούν ανά πάσα στιγμή να συμφωνήσουν να προσφύγουν σε διαμεσολάβηση.

2.    Η προσφυγή σε διαμεσολάβηση είναι προαιρετική και δεν θίγει τη νομική θέση των διάδικων μερών.

3.    Η προσφυγή σε διαμεσολάβηση μπορεί να διέπεται από τους κανόνες που ορίζονται στο παράρτημα 10 (Μηχανισμός διαμεσολάβησης για την επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και Μερών). Όλες οι προθεσμίες που αναφέρονται στο παράρτημα 10 (Μηχανισμός διαμεσολάβησης για την επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και Μερών) μπορούν να τροποποιούνται με αμοιβαία συμφωνία των διάδικων μερών.


4.    Ο διαμεσολαβητής διορίζεται με συμφωνία των διάδικων μερών. Ο εν λόγω διορισμός μπορεί να περιλαμβάνει την επιλογή διαμεσολαβητή μεταξύ των μελών του δικαστηρίου, τα οποία διορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3.38 (Δικαστήριο), ή μεταξύ των μελών του εφετείου, τα οποία διορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 3.39 (Εφετείο). Τα διάδικα μέρη μπορούν επίσης να ζητήσουν από τον πρόεδρο του δικαστηρίου να επιλέξει διαμεσολαβητή μεταξύ των μελών του δικαστηρίου που δεν είναι υπήκοοι ούτε κράτους μέλους της Ένωσης ούτε του Βιετνάμ.

5.    Αν τα διάδικα μέρη συμφωνήσουν να προσφύγουν σε διαμεσολάβηση, οι προθεσμίες που καθορίζονται στις παραγράφους 2 και 5 του άρθρου 3.30 (Διαβουλεύσεις), στην παράγραφο 6 του άρθρου 3.53 (Προσωρινή απόφαση) και στην παράγραφο 5 του άρθρου 3.54 (Διαδικασία έφεσης) αναστέλλονται για το διάστημα μεταξύ της ημερομηνίας κατά την οποία συμφωνήθηκε η προσφυγή σε διαμεσολάβηση και της ημερομηνίας κατά την οποία οποιοδήποτε διάδικο μέρος αποφασίσει να τερματίσει τη διαμεσολάβηση, με επιστολή στον διαμεσολαβητή και στο άλλο διάδικο μέρος. Κατόπιν αιτήματος αμφότερων των διάδικων μερών, αν έχει συγκροτηθεί τμήμα του δικαστηρίου σύμφωνα με το άρθρο 3.38 (Δικαστήριο), το τμήμα αναστέλλει τη διαδικασία ενώπιόν του έως την ημερομηνία κατά την οποία οποιοδήποτε διάδικο μέρος αποφασίσει να τερματίσει τη διαμεσολάβηση, με επιστολή στον διαμεσολαβητή και στο άλλο διάδικο μέρος.


ΥΠΟΤΜΗΜΑ 3

ΥΠΟΒΟΛΗ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ

ΑΡΘΡΟ 3.32

Κοινοποίηση πρόθεσης για υποβολή προσφυγής

1.    Αν η διαφορά δεν μπορέσει να διευθετηθεί εντός 90 ημερών από την υποβολή του αιτήματος διενέργειας διαβουλεύσεων, ο προσφεύγων μπορεί να κοινοποιήσει πρόθεσή του να υποβάλει προσφυγή, δηλώνοντας εγγράφως την πρόθεσή του να υποβάλει τη διαφορά σε διαδικασία επίλυσης διαφορών βάσει του παρόντος τμήματος και παρέχοντας τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)    το όνομα και τη διεύθυνση του προσφεύγοντος και, αν το εν λόγω αίτημα υποβάλλεται για λογαριασμό τοπικά εγκατεστημένης εταιρείας, την επωνυμία, τη διεύθυνση και τον τόπο σύστασης της τοπικά εγκατεστημένης εταιρείας·

β)    τις αναφερόμενες στην παράγραφο 1 του άρθρου 3.27 (Πεδίο εφαρμογής) διατάξεις για τις οποίες υποστηρίζεται ότι έχουν παραβιαστεί·

γ)    τη νομική και πραγματική βάση της προσφυγής, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων για τα οποία υποστηρίζεται ότι παραβιάζουν τις διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 3.27 (Πεδίο εφαρμογής)· και


δ)    τα ζητούμενα μέτρα αποκατάστασης και το εκτιμώμενο ποσό της ζητούμενης αποζημίωσης.

Η κοινοποίηση πρόθεσης για υποβολή προσφυγής αποστέλλεται στην Ένωση ή στο Βιετνάμ, ανάλογα με την περίπτωση. Αν προσδιορίζεται μέτρο κράτους μέλους της Ένωσης, αποστέλλεται επίσης στο οικείο κράτος μέλος.

2.    Όταν έχει αποσταλεί στην Ένωση κοινοποίηση πρόθεσης για υποβολή προσφυγής, η Ένωση προσδιορίζει τον καθού και, αφού προβεί στον εν λόγω προσδιορισμό, ενημερώνει τον προσφεύγοντα, εντός 60 ημερών από την παραλαβή της κοινοποίησης πρόθεσης για υποβολή προσφυγής, για το αν καθού είναι η Ένωση ή κράτος μέλος της Ένωσης.

3.    Σε περίπτωση που ο προσφεύγων δεν έχει ενημερωθεί για τον προσδιορισμό του καθού εντός 60 ημερών από την παραλαβή της κοινοποίησης πρόθεσης για υποβολή προσφυγής:

α)    αν τα μέτρα που προσδιορίζονται στην κοινοποίηση είναι αποκλειστικά μέτρα κράτους μέλους της Ένωσης, καθού είναι το εν λόγω κράτος μέλος·

β)    αν τα μέτρα που προσδιορίζονται στην κοινοποίηση περιλαμβάνουν μέτρα της Ένωσης, καθού είναι η Ένωση.

4.    Ο προσφεύγων μπορεί να υποβάλει προσφυγή σύμφωνα με το άρθρο 3.33 (Υποβολή προσφυγής) στη βάση του προσδιορισμού που αναφέρεται στην παράγραφο 2 ή, αν δεν έχει κοινοποιηθεί στον προσφεύγοντα τέτοιος προσδιορισμός εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο 2, σύμφωνα με την παράγραφο 3.


5.    Αν, βάσει προσδιορισμού κατά την παράγραφο 2, καθού είναι είτε η Ένωση είτε κράτος μέλος της, ούτε η Ένωση ούτε το οικείο κράτος μέλος μπορεί να επικαλεστεί απαράδεκτο της προσφυγής ή έλλειψη δικαιοδοσίας του δικαστηρίου ή άλλως να ισχυριστεί ότι η προσφυγή ή η απόφαση είναι αβάσιμη ή άκυρη για τον λόγο ότι καθού έπρεπε να είναι η Ένωση αντί του κράτους μέλους ή αντιστρόφως.

6.    Το δικαστήριο και το εφετείο δεσμεύονται από τον προσδιορισμό που γίνεται σύμφωνα με την παράγραφο 2.

7.    Καμία διάταξη της παρούσας Συμφωνίας ή των εφαρμοστέων κανόνων σχετικά με την επίλυση διαφορών δεν εμποδίζει την ανταλλαγή μεταξύ της Ένωσης και του οικείου κράτους μέλους όλων των πληροφοριών που αφορούν μια διαφορά.

ΑΡΘΡΟ 3.33

Υποβολή προσφυγής

1.    Αν η διαφορά δεν μπορέσει να διευθετηθεί εντός έξι μηνών από την υποβολή του αιτήματος διενέργειας διαβουλεύσεων και έχουν παρέλθει τουλάχιστον τρεις μήνες από την υποβολή της κοινοποίησης πρόθεσης για υποβολή προσφυγής σύμφωνα με το άρθρο 3.32 (Κοινοποίηση πρόθεσης για υποβολή προσφυγής), ο προσφεύγων μπορεί, υπό την προϋπόθεση ότι εκπληρώνει τις απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 3.35 (Διαδικαστικές και άλλες απαιτήσεις για την υποβολή προσφυγής), να υποβάλει προσφυγή στο δικαστήριο που συνιστάται βάσει του άρθρου 3.38 (Δικαστήριο).


2.    Προσφυγή μπορεί να υποβληθεί στο δικαστήριο βάσει ενός από τα ακόλουθα σύνολα κανόνων περί επίλυσης διαφορών:

α)    της σύμβασης ICSID·

β)    των κανόνων σχετικά με τον πρόσθετο μηχανισμό για τη διαχείριση διαδικασιών (εφεξής: «κανόνες ICSID για τον πρόσθετο μηχανισμό») από τη Γραμματεία του Διεθνούς Κέντρου Διακανονισμού Διαφορών από Επενδύσεις (εφεξής: «Γραμματεία του ICSID»), όταν δεν πληρούνται οι όροι για τη διαδικασία σύμφωνα με το στοιχείο α)·

γ)    των κανόνων διαιτησίας της UNCITRAL· ή

δ)    οποιωνδήποτε άλλων κανόνων, κατόπιν συμφωνίας των διάδικων μερών. Σε περίπτωση που ο προσφεύγων προτείνει συγκεκριμένο σύνολο κανόνων περί επίλυσης διαφορών και αν, εντός 30 ημερών από την παραλαβή της πρότασης, τα διάδικα μέρη δεν έχουν συμφωνήσει εγγράφως επί τέτοιων κανόνων ή ο καθού δεν έχει απαντήσει στον προσφεύγοντα, ο προσφεύγων μπορεί να υποβάλει προσφυγή βάσει των κανόνων που προβλέπονται στα στοιχεία α), β) ή γ).

3.    Όλες οι απαιτήσεις που προσδιορίζονται από τον προσφεύγοντα στην προσφυγή του σύμφωνα με το παρόν άρθρο πρέπει να βασίζονται σε μέτρα που προσδιορίζονται στο αίτημά του διενέργειας διαβουλεύσεων σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο γ) του άρθρου 3.30 (Διαβουλεύσεις).

4.    Οι κανόνες περί επίλυσης διαφορών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των κανόνων που ορίζονται στο παρόν τμήμα, όπως συμπληρώνονται από οποιουσδήποτε κανόνες έχουν ενδεχομένως θεσπιστεί από την επιτροπή, το δικαστήριο ή το εφετείο.


5.    Προσφυγή θεωρείται υποβληθείσα σύμφωνα με το παρόν άρθρο όταν ο προσφεύγων έχει κινήσει διαδικασία σύμφωνα με τους εφαρμοστέους κανόνες περί επίλυσης διαφορών.

6.    Προσφυγές που υποβάλλονται στο όνομα ομάδας αποτελούμενης από περισσότερους μη προσδιοριζόμενους προσφεύγοντες ή που υποβάλλονται από αντιπρόσωπο ο οποίος προτίθεται να διεξαγάγει τη διαδικασία προς το συμφέρον περισσότερων προσδιοριζόμενων ή μη προσφευγόντων οι οποίοι εκχωρούν την εξουσία λήψης όλων των αποφάσεων σχετικά με τη διαδικασία για λογαριασμό τους δεν είναι παραδεκτές.

ΑΡΘΡΟ 3.34

Άλλες προσφυγές

1.    Προσφεύγων δεν υποβάλλει προσφυγή στο δικαστήριο αν ο προσφεύγων διατηρεί εκκρεμή προσφυγή ενώπιον οποιουδήποτε άλλου εθνικού ή διεθνούς δικαστηρίου για το ίδιο μέτρο με αυτό για το οποίο υποστηρίζεται ότι δεν συνάδει με τις διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 3.27 (Πεδίο εφαρμογής) και για την ίδια απώλεια ή ζημία, εκτός αν ο προσφεύγων αποσύρει την εν λόγω εκκρεμή προσφυγή.

2.    Προσφεύγων που ενεργεί για δικό του λογαριασμό δεν υποβάλλει προσφυγή στο δικαστήριο αν οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο, άμεσα ή έμμεσα, διατηρεί δικαίωμα κυριότητας στον προσφεύγοντα ή ελέγχεται από αυτόν διατηρεί εκκρεμή προσφυγή ενώπιον του δικαστηρίου ή ενώπιον οποιουδήποτε άλλου εθνικού ή διεθνούς δικαστηρίου για το ίδιο μέτρο με αυτό για το οποίο υποστηρίζεται ότι δεν συνάδει με τις διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του άρθρου 3.27 (Πεδίο εφαρμογής) και για την ίδια απώλεια ή ζημία, εκτός αν το πρόσωπο αυτό αποσύρει την εν λόγω εκκρεμή προσφυγή.


3.    Προσφεύγων που ενεργεί για λογαριασμό τοπικά εγκατεστημένης εταιρείας δεν υποβάλλει προσφυγή στο δικαστήριο αν οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο, άμεσα ή έμμεσα, διατηρεί δικαίωμα κυριότητας στην τοπικά εγκατεστημένη εταιρεία ή ελέγχεται από αυτήν διατηρεί εκκρεμή προσφυγή ενώπιον του δικαστηρίου ή ενώπιον οποιουδήποτε άλλου εθνικού ή διεθνούς δικαστηρίου για το ίδιο μέτρο με αυτό για το οποίο υποστηρίζεται ότι παραβιάζει τις διατάξεις του κεφαλαίου 2 (Προστασία των επενδύσεων) και για την ίδια απώλεια ή ζημία, εκτός αν το πρόσωπο αυτό αποσύρει την εν λόγω εκκρεμή προσφυγή.

4.    Πριν από την υποβολή προσφυγής, ο προσφεύγων υποβάλλει:

α)    αποδείξεις για το ότι ο ίδιος και, αν συντρέχει περίπτωση σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3, κάθε πρόσωπο το οποίο, άμεσα ή έμμεσα, διατηρεί δικαίωμα κυριότητας στον προσφεύγοντα ή στην τοπικά εγκατεστημένη εταιρεία ή ελέγχεται από τον προσφεύγοντα ή την τοπικά εγκατεστημένη εταιρεία έχει αποσύρει κάθε εκκρεμή προσφυγή που αναφέρεται στην παράγραφο 1, 2 ή 3· και

β)    παραίτηση από το δικαίωμα του ιδίου και, αν συντρέχει περίπτωση, από το δικαίωμα της τοπικά εγκατεστημένης εταιρείας να υποβάλει οποιαδήποτε προσφυγή που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

5.    Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται σε συνδυασμό με το παράρτημα 12 (Συντρέχουσες διαδικασίες).

6.    Η παραίτηση που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 4 στοιχείο β) παύει να ισχύει αν η προσφυγή απορριφθεί λόγω μη εκπλήρωσης των απαιτήσεων ιθαγένειας για την υποβολή προσφυγής βάσει της παρούσας Συμφωνίας.


7.    Οι παράγραφοι 1 έως 4, συμπεριλαμβανομένου του παραρτήματος 12 (Συντρέχουσες διαδικασίες), δεν εφαρμόζονται στις περιπτώσεις άσκησης προσφυγής ενώπιον εθνικού δικαστηρίου η οποία έχει ως μοναδικό σκοπό την επιδίωξη προσωρινής έννομης προστασίας μέσω αναγνωριστικής απόφασης ή απόφασης που διατάζει την επιχείρηση ή παράλειψη πράξης, και η οποία προσφυγή δεν περιλαμβάνει την καταβολή χρηματικής αποζημίωσης.

8.    Όταν υποβάλλονται προσφυγές τόσο βάσει του παρόντος τμήματος όσο και βάσει του τμήματος Α (Επίλυση διαφορών μεταξύ των Μερών), ή τόσο βάσει του παρόντος τμήματος όσο και βάσει άλλης διεθνούς συμφωνίας, σχετικά με την ίδια μεταχείριση με αυτήν για την οποία υποστηρίζεται ότι δεν συνάδει με τις διατάξεις του κεφαλαίου 2 (Προστασία των επενδύσεων), τμήμα του δικαστηρίου που συγκροτείται βάσει του παρόντος τμήματος λαμβάνει υπόψη στη διαταγή ή απόφασή του, το συντομότερο δυνατόν αφού ακούσει τα διάδικα μέρη, τη διαδικασία βάσει του τμήματος Α (Επίλυση διαφορών μεταξύ των Μερών) ή βάσει της άλλης διεθνούς συμφωνίας. Προς τον σκοπό αυτό, μπορεί επίσης, αν το κρίνει αναγκαίο, να αναστείλει την ενώπιόν του διαδικασία. Το δικαστήριο, όταν ενεργεί κατ’ εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, τηρεί την παράγραφο 6 του άρθρου 3.53 (Προσωρινή απόφαση).

ΑΡΘΡΟ 3.35

Διαδικαστικές και άλλες απαιτήσεις για την υποβολή προσφυγής

1.    Προσφυγή μπορεί να υποβληθεί στο δικαστήριο βάσει του παρόντος τμήματος μόνο αν:

α)    η προσφυγή συνοδεύεται από την έγγραφη συγκατάθεση του προσφεύγοντος για την επίλυση της διαφοράς από το δικαστήριο σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζονται στο παρόν τμήμα και τον καθορισμό από τον προσφεύγοντα ενός από τα σύνολα κανόνων περί επίλυσης διαφορών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του άρθρου 3.33 (Υποβολή προσφυγής) ως τους εφαρμοστέους για την επίλυση της διαφοράς κανόνες·


β)    έχουν παρέλθει τουλάχιστον έξι μήνες από την υποβολή του αιτήματος διενέργειας διαβουλεύσεων βάσει του άρθρου 3.30 (Διαβουλεύσεις) και έχουν παρέλθει τουλάχιστον τρεις μήνες από την υποβολή της κοινοποίησης πρόθεσης για υποβολή προσφυγής βάσει του άρθρου 3.32 (Κοινοποίηση πρόθεσης για υποβολή προσφυγής)·

γ)    το αίτημα διενέργειας διαβουλεύσεων και η κοινοποίηση πρόθεσης για υποβολή προσφυγής πληρούν τις απαιτήσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 του άρθρου 3.30 (Διαβουλεύσεις) και στην παράγραφο 1 του άρθρου 3.32 (Κοινοποίηση πρόθεσης για υποβολή προσφυγής), αντίστοιχα·

δ)    η νομική και η πραγματική βάση της διαφοράς αποτέλεσαν το αντικείμενο προηγούμενων διαβουλεύσεων σύμφωνα με το άρθρο 3.30 (Διαβουλεύσεις)·

ε)    όλες οι απαιτήσεις που προσδιορίζονται στην προσφυγή στο δικαστήριο η οποία υποβλήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 3.33 (Υποβολή προσφυγής) βασίζονται σε μέτρο ή μέτρα που προσδιορίζονται στην κοινοποίηση πρόθεσης για υποβολή προσφυγής η οποία κοινοποιήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 3.32 (Κοινοποίηση πρόθεσης για υποβολή προσφυγής)·

στ)    πληρούνται οι όροι που προβλέπονται στο άρθρο 3.34 (Άλλες προσφυγές).

2.    Το παρόν άρθρο δεν θίγει άλλες προϋποθέσεις δικαιοδοσίας που απορρέουν από τους σχετικούς κανόνες περί επίλυσης διαφορών.


ΑΡΘΡΟ 3.36

Συγκατάθεση

1.    Ο καθού συγκατατίθεται στην υποβολή προσφυγής βάσει του παρόντος τμήματος.

2.    Ο καθού παρέχει τη συγκατάθεσή του σύμφωνα με τις διαδικασίες που προβλέπονται στο παρόν τμήμα κατά τον χρόνο της υποβολής προσφυγής σύμφωνα με το άρθρο 3.33 (Υποβολή προσφυγής).

3.    Η συγκατάθεση βάσει των παραγράφων 1 και 2 επιβάλλει ότι:

α)    τα διάδικα μέρη απέχουν από την εκτέλεση απόφασης που έχει εκδοθεί βάσει του παρόντος τμήματος πριν η απόφαση αυτή καταστεί οριστική σύμφωνα με το άρθρο 3.55 (Οριστική απόφαση)· και

β)    τα διάδικα μέρη δεν επιδιώκουν να εφεσιβάλουν, να αναιρεσιβάλουν, να πετύχουν την εξαφάνιση, την ακύρωση ή την αναθεώρηση ή να κινήσουν οποιαδήποτε άλλη παρόμοια διαδικασία ενώπιον διεθνούς ή εθνικού δικαστηρίου σε σχέση με απόφαση βάσει του παρόντος τμήματος 22 .

4.    Η συγκατάθεση βάσει των παραγράφων 1 και 2 θεωρείται ότι πληροί τις απαιτήσεις:

α)    του άρθρου 25 της σύμβασης ICSID και των κανόνων ICSID για τον πρόσθετο μηχανισμό για έγγραφη συγκατάθεση των διάδικων μερών· και

β)    του άρθρου II της σύμβασης της Νέας Υόρκης του 1958 για έγγραφη συμφωνία.


ΑΡΘΡΟ 3.37

Χρηματοδότηση από τρίτο μέρος

1.    Σε περίπτωση χρηματοδότησης από τρίτο μέρος, το διάδικο μέρος που επωφελείται από αυτήν κοινοποιεί στο άλλο διάδικο μέρος και στο τμήμα του δικαστηρίου ή, αν δεν έχει συγκροτηθεί το τμήμα του δικαστηρίου, στον πρόεδρο του δικαστηρίου την ύπαρξη και τη φύση της χρηματοδοτικής ρύθμισης, καθώς και το όνομα και τη διεύθυνση του τρίτου χρηματοδότη.

2.    Η εν λόγω κοινοποίηση πραγματοποιείται κατά τον χρόνο υποβολής της προσφυγής ή, αν η συμφωνία χρηματοδότησης συναφθεί ή η δωρεά ή η επιχορήγηση πραγματοποιηθεί μετά την υποβολή της προσφυγής, αμέσως μόλις συναφθεί η συμφωνία ή πραγματοποιηθεί η δωρεά ή η επιχορήγηση.

3.    Κατά την εφαρμογή του άρθρου 3.48 (Εγγυοδοσία για τα έξοδα), το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη αν υπάρχει χρηματοδότηση από τρίτο μέρος. Κατά τη λήψη της απόφασής του σχετικά με τα έξοδα της διαδικασίας σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 3.53 (Προσωρινή απόφαση), το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη κατά πόσον έχουν τηρηθεί οι απαιτήσεις που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2 του παρόντος άρθρου.


ΥΠΟΤΜΗΜΑ 4

ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΑΡΘΡΟ 3.38

Δικαστήριο

1.    Συνιστάται δικαστήριο για την εκδίκαση των προσφυγών που υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 3.33 (Υποβολή προσφυγής).

2.    Σύμφωνα με την παράγραφο 5 στοιχείο α) του άρθρου 4.1 (Επιτροπή), η επιτροπή διορίζει, με την έναρξη ισχύος της παρούσας Συμφωνίας, εννέα μέλη του δικαστηρίου. Τρία από τα μέλη είναι υπήκοοι κράτους μέλους της Ένωσης, τρία είναι υπήκοοι του Βιετνάμ και τρία είναι υπήκοοι τρίτων χωρών 23 .

3.    Η επιτροπή μπορεί να αποφασίσει την αύξηση ή τη μείωση του αριθμού των μελών του δικαστηρίου κατά πολλαπλάσια του τρία. Οι πρόσθετοι διορισμοί πραγματοποιούνται με βάση τις διατάξεις της παραγράφου 2.


4.    Τα μέλη του δικαστηρίου διαθέτουν τα προσόντα που απαιτούνται στη χώρα τους για την άσκηση δικαστικών καθηκόντων ή είναι νομικοί αναγνωρισμένου κύρους. Διαθέτουν αποδεδειγμένη εμπειρογνωμοσύνη στο δημόσιο διεθνές δίκαιο. Είναι επιθυμητό να διαθέτουν εμπειρογνωμοσύνη, ιδίως, στο διεθνές δίκαιο των επενδύσεων, στο διεθνές εμπορικό δίκαιο και στην επίλυση διαφορών από διεθνείς επενδυτικές ή εμπορικές συμφωνίες.

5.    Τα μέλη του δικαστηρίου διορίζονται για τετραετή θητεία, η οποία μπορεί να ανανεωθεί μία φορά. Ωστόσο, η θητεία πέντε εκ των εννέα προσώπων που θα διοριστούν αμέσως μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Συμφωνίας, τα οποία θα επιλεγούν με κλήρωση, θα είναι εξαετής. Οι θέσεις πληρούνται όταν κενώνονται. Πρόσωπο που διορίζεται για να αντικαταστήσει μέλος του οποίου η θητεία δεν έχει λήξει παραμένει στη θέση του μέχρι τη λήξη της θητείας του προκατόχου του. Πρόσωπο το οποίο ασκεί καθήκοντα σε τμήμα του δικαστηρίου κατά τη λήξη της θητείας του μπορεί, με την άδεια του προέδρου του δικαστηρίου, να εξακολουθήσει να ασκεί τα καθήκοντά του στο εν λόγω τμήμα έως ότου περατωθούν οι διαδικασίες του τμήματος και, μόνο για τον σκοπό αυτόν, θεωρείται ότι εξακολουθεί να αποτελεί μέλος του δικαστηρίου.

6.    Το δικαστήριο εκδικάζει υποθέσεις σε τμήματα που αποτελούνται από τρία μέλη, εκ των οποίων ένα είναι υπήκοος κράτους μέλους της Ένωσης, ένα είναι υπήκοος του Βιετνάμ και ένα είναι υπήκοος τρίτης χώρας. Την προεδρία του τμήματος ασκεί το μέλος που είναι υπήκοος τρίτης χώρας.

7.    Εντός 90 ημερών από την υποβολή προσφυγής σύμφωνα με το άρθρο 3.33 (Υποβολή προσφυγής), ο πρόεδρος του δικαστηρίου διορίζει εκ περιτροπής τα μέλη που απαρτίζουν το τμήμα του δικαστηρίου το οποίο θα εκδικάσει την υπόθεση, διασφαλίζοντας ότι η σύνθεση των τμημάτων είναι τυχαία και απρόβλεπτη και ότι παρέχονται παράλληλα ίσες ευκαιρίες σε όλα τα μέλη του δικαστηρίου για να ασκήσουν καθήκοντα.


8.    Ο πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος του δικαστηρίου είναι υπεύθυνοι για τα οργανωτικά ζητήματα, διορίζονται για διετή θητεία και επιλέγονται με κλήρωση μεταξύ των μελών που είναι υπήκοοι τρίτων χωρών. Ασκούν καθήκοντα εκ περιτροπής, με σειρά που καθορίζεται με κλήρωση που διενεργούν οι συμπρόεδροι της επιτροπής ή οι αντίστοιχοι εκπρόσωποί τους. Ο αντιπρόεδρος αντικαθιστά τον πρόεδρο όταν ο τελευταίος δεν είναι διαθέσιμος.

9.    Παρά την παράγραφο 6, τα διάδικα μέρη μπορούν να συμφωνήσουν ότι υπόθεση θα εκδικαστεί από ένα μόνο μέλος που είναι υπήκοος τρίτης χώρας και το οποίο επιλέγεται από τον πρόεδρο του δικαστηρίου. Ο καθού εξετάζει με θετικό πνεύμα τυχόν τέτοιο αίτημα του προσφεύγοντος, ιδίως αν ο προσφεύγων είναι μικρή ή μεσαία επιχείρηση ή αν η αντιστάθμιση ή αποζημίωση που ζητείται είναι σχετικά χαμηλή. Το εν λόγω αίτημα διατυπώνεται ταυτόχρονα με την υποβολή της προσφυγής σύμφωνα με το άρθρο 3.33 (Υποβολή προσφυγής).

10.    Το δικαστήριο μπορεί να καταρτίζει τον εσωτερικό κανονισμό του. Ο εσωτερικός κανονισμός συνάδει με τους εφαρμοστέους κανόνες επίλυσης διαφορών και τις διατάξεις του παρόντος τμήματος. Αν το δικαστήριο το αποφασίσει, ο πρόεδρος του δικαστηρίου καταρτίζει σχέδιο εσωτερικού κανονισμού σε διαβούλευση με τα λοιπά μέλη του δικαστηρίου και υποβάλλει το σχέδιο εσωτερικού κανονισμού στην επιτροπή. Το σχέδιο εσωτερικού κανονισμού εγκρίνεται από την επιτροπή. Αν το σχέδιο εσωτερικού κανονισμού δεν εγκριθεί από την επιτροπή εντός τριών μηνών από την υποβολή του, ο πρόεδρος του δικαστηρίου προβαίνει στις αναγκαίες αναθεωρήσεις του σχεδίου εσωτερικού κανονισμού, λαμβάνοντας υπόψη τις απόψεις που διατύπωσαν τα Μέρη. Στη συνέχεια, ο πρόεδρος του δικαστηρίου υποβάλλει το αναθεωρημένο σχέδιο εσωτερικού κανονισμού στην επιτροπή. Το αναθεωρημένο σχέδιο εσωτερικού κανονισμού θεωρείται ότι έχει εγκριθεί εκτός αν η επιτροπή αποφασίσει να απορρίψει το αναθεωρημένο σχέδιο εσωτερικού κανονισμού εντός τριών μηνών από την υποβολή του.


11.    Αν προκύψει διαδικαστικό ζήτημα που δεν καλύπτεται από τις διατάξεις του παρόντος τμήματος, τους συμπληρωματικούς κανόνες που τυχόν έχει θεσπίσει η επιτροπή ή τον εσωτερικό κανονισμό που έχει θεσπιστεί σύμφωνα με την παράγραφο 10, το οικείο τμήμα του δικαστηρίου μπορεί να υιοθετήσει κατάλληλη διαδικασία συμβατή με τις εν λόγω διατάξεις.

12.    Το τμήμα του δικαστηρίου καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να λαμβάνει κάθε απόφαση με συναίνεση. Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατόν να ληφθεί απόφαση με συναίνεση, το τμήμα του δικαστηρίου λαμβάνει την απόφασή του με πλειοψηφία όλων των μελών του. Οι απόψεις που έχουν διατυπώσει τα επιμέρους μέλη τμήματος του δικαστηρίου είναι ανώνυμες.

13.    Τα μέλη είναι διαθέσιμα ανά πάσα στιγμή και κατόπιν βραχείας προειδοποίησης, και παρακολουθούν τις εξελίξεις σχετικά με τις δραστηριότητες επίλυσης διαφορών στο πλαίσιο της παρούσας Συμφωνίας.

14.    Προκειμένου να εξασφαλίζεται η διαθεσιμότητά τους, τα μέλη λαμβάνουν πάγια μηνιαία αμοιβή, η οποία καθορίζεται με απόφαση της επιτροπής. Επιπλέον, ο πρόεδρος του δικαστηρίου και, όταν συντρέχει περίπτωση, ο αντιπρόεδρος του δικαστηρίου, λαμβάνουν ημερήσια αμοιβή ίση με την αμοιβή που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 16 του άρθρου 3.39 (Εφετείο) για κάθε ημέρα εργασίας τους κατά την οποία άσκησαν τα καθήκοντα του προέδρου του δικαστηρίου σύμφωνα με το παρόν τμήμα.

15.    Η πάγια αμοιβή και η ημερήσια αμοιβή που αναφέρονται στην παράγραφο 14 καταβάλλονται από αμφότερα τα Μέρη, λαμβανομένου υπόψη του αντίστοιχου επιπέδου ανάπτυξής τους, σε λογαριασμό που διαχειρίζεται η Γραμματεία του ICSID. Σε περίπτωση που ένα Μέρος δεν καταβάλει την πάγια αμοιβή ή την ημερήσια αμοιβή, το άλλο Μέρος μπορεί να επιλέξει να την καταβάλει το ίδιο. Κάθε τέτοια καθυστερούμενη οφειλή παραμένει πληρωτέα, με τον αντίστοιχο τόκο.


16.    Εκτός αν η επιτροπή λάβει απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 17, το ποσό των λοιπών αμοιβών και των δαπανών των μελών τμήματος του δικαστηρίου είναι αυτό που καθορίζεται σύμφωνα με τον κανονισμό 14 παράγραφος 1 των διοικητικών και οικονομικών κανονισμών της σύμβασης ICSID οι οποίοι ισχύουν κατά την ημερομηνία υποβολής της προσφυγής, και επιμερίζεται από το δικαστήριο μεταξύ των διάδικων μερών σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 3.53 (Προσωρινή απόφαση).

17.    Με απόφαση της επιτροπής, η πάγια αμοιβή, η ημερήσια αμοιβή και οι λοιπές αμοιβές και δαπάνες μπορούν να μετατραπούν μονίμως σε τακτικό μισθό. Σε μια τέτοια περίπτωση, τα μέλη του δικαστηρίου εργάζονται με καθεστώς πλήρους απασχόλησης και δεν επιτρέπεται να ασκούν οποιαδήποτε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα, αμειβόμενη ή μη, εκτός αν ο πρόεδρος του δικαστηρίου το επιτρέψει κατ’ εξαίρεση. Η επιτροπή καθορίζει την αμοιβή τους και τα συναφή οργανωτικά ζητήματα.

18.    Η Γραμματεία του ICSID ενεργεί ως γραμματεία του δικαστηρίου και του παρέχει την κατάλληλη υποστήριξη. Οι δαπάνες για την εν λόγω υποστήριξη επιμερίζονται από το δικαστήριο μεταξύ των διάδικων μερών σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 3.53 (Προσωρινή απόφαση).

ΑΡΘΡΟ 3.39

Εφετείο

1.    Συνιστάται μόνιμο εφετείο για την εκδίκαση των εφέσεων κατά των αποφάσεων που εκδίδει το δικαστήριο.


2.    Το εφετείο απαρτίζεται από έξι μέλη, εκ των οποίων δύο είναι υπήκοοι κράτους μέλους της Ένωσης, δύο είναι υπήκοοι του Βιετνάμ και δύο είναι υπήκοοι τρίτων χωρών.

3.    Σύμφωνα με την παράγραφο 5 στοιχείο α) του άρθρου 4.1 (Επιτροπή), η επιτροπή διορίζει, με την έναρξη ισχύος της παρούσας Συμφωνίας, τα έξι μέλη του εφετείου 24 .

4.    Η επιτροπή μπορεί να αποφασίσει την αύξηση ή τη μείωση του αριθμού των μελών του εφετείου κατά πολλαπλάσια του τρία. Οι πρόσθετοι διορισμοί πραγματοποιούνται με βάση τις διατάξεις των παραγράφων 2 και 3.

5.    Τα μέλη του εφετείου διορίζονται για τετραετή θητεία, η οποία μπορεί να ανανεωθεί μία φορά. Ωστόσο, η θητεία τριών εκ των έξι προσώπων που θα διοριστούν αμέσως μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Συμφωνίας, τα οποία θα επιλεγούν με κλήρωση, θα είναι εξαετής. Οι θέσεις πληρούνται όταν κενώνονται. Πρόσωπο που διορίζεται για να αντικαταστήσει μέλος του οποίου η θητεία δεν έχει λήξει παραμένει στη θέση του μέχρι τη λήξη της θητείας του προκατόχου του.


6.    Το εφετείο διαθέτει πρόεδρο και αντιπρόεδρο, οι οποίοι επιλέγονται με κλήρωση μεταξύ των μελών που είναι υπήκοοι τρίτων χωρών, για διετή θητεία. Ασκούν καθήκοντα εκ περιτροπής, με σειρά που καθορίζεται με κλήρωση από τον πρόεδρο της επιτροπής. Ο αντιπρόεδρος αντικαθιστά τον πρόεδρο όταν ο τελευταίος δεν είναι διαθέσιμος.

7.    Τα μέλη του εφετείου διαθέτουν αποδεδειγμένη εμπειρογνωμοσύνη στο δημόσιο διεθνές δίκαιο, καθώς και τα προσόντα που απαιτούνται στη χώρα τους για τον διορισμό στα ανώτατα δικαστικά αξιώματα ή είναι νομικοί αναγνωρισμένου κύρους. Είναι επιθυμητό να διαθέτουν εμπειρογνωμοσύνη στο διεθνές δίκαιο των επενδύσεων, στο διεθνές εμπορικό δίκαιο και στην επίλυση διαφορών από διεθνείς επενδυτικές ή εμπορικές συμφωνίες.

8.    Το εφετείο εκδικάζει εφέσεις σε τμήματα που αποτελούνται από τρία μέλη, εκ των οποίων ένα είναι υπήκοος κράτους μέλους της Ένωσης, ένα είναι υπήκοος του Βιετνάμ και ένα είναι υπήκοος τρίτης χώρας. Την προεδρία του τμήματος ασκεί το μέλος που είναι υπήκοος τρίτης χώρας.

9.    Η σύνθεση του τμήματος που εξετάζει κάθε έφεση καθορίζεται σε κάθε υπόθεση από τον πρόεδρο του εφετείου εκ περιτροπής, κατά τρόπο που να διασφαλίζει ότι η σύνθεση κάθε τμήματος είναι τυχαία και απρόβλεπτη και να παρέχει παράλληλα ίσες ευκαιρίες σε όλα τα μέλη του εφετείου για να ασκήσουν καθήκοντα. Πρόσωπο το οποίο ασκεί καθήκοντα σε τμήμα του εφετείου κατά τη λήξη της θητείας του μπορεί, με την άδεια του προέδρου του εφετείου, να εξακολουθήσει να ασκεί τα καθήκοντά του στο εν λόγω τμήμα έως ότου περατωθούν οι διαδικασίες του τμήματος και, μόνο για τον σκοπό αυτόν, θεωρείται ότι εξακολουθεί να αποτελεί μέλος του εφετείου.


10.    Το εφετείο καταρτίζει τον εσωτερικό κανονισμό του. Ο εσωτερικός κανονισμός συνάδει με τις διατάξεις του παρόντος τμήματος και τις οδηγίες που περιλαμβάνονται στο παράρτημα 13 (Εσωτερικός κανονισμός του εφετείου). Ο πρόεδρος του εφετείου καταρτίζει σχέδιο εσωτερικού κανονισμού σε διαβούλευση με τα λοιπά μέλη του εφετείου και υποβάλλει το σχέδιο εσωτερικού κανονισμού στην επιτροπή εντός ενός έτους από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Συμφωνίας. Το σχέδιο εσωτερικού κανονισμού εγκρίνεται από την επιτροπή. Αν το σχέδιο εσωτερικού κανονισμού δεν εγκριθεί από την επιτροπή εντός τριών μηνών από την υποβολή του, ο πρόεδρος του εφετείου προβαίνει στις αναγκαίες αναθεωρήσεις του σχεδίου εσωτερικού κανονισμού, λαμβάνοντας υπόψη τις απόψεις που διατύπωσαν τα Μέρη. Στη συνέχεια, ο πρόεδρος του εφετείου υποβάλλει το αναθεωρημένο σχέδιο εσωτερικού κανονισμού στην επιτροπή. Το αναθεωρημένο σχέδιο εσωτερικού κανονισμού θεωρείται ότι έχει εγκριθεί εκτός αν η επιτροπή αποφασίσει να απορρίψει το αναθεωρημένο σχέδιο εσωτερικού κανονισμού εντός τριών μηνών από την υποβολή του.

11.    Αν προκύψει διαδικαστικό ζήτημα που δεν καλύπτεται από τις διατάξεις του παρόντος τμήματος, τους συμπληρωματικούς κανόνες που τυχόν έχει θεσπίσει η επιτροπή ή τον εσωτερικό κανονισμό που έχει θεσπιστεί σύμφωνα με την παράγραφο 10, το οικείο τμήμα του εφετείου μπορεί να υιοθετήσει κατάλληλη διαδικασία συμβατή με τις εν λόγω διατάξεις.

12.    Το τμήμα του εφετείου καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να λαμβάνει κάθε απόφαση με συναίνεση. Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατόν να ληφθεί απόφαση με συναίνεση, το τμήμα του εφετείου λαμβάνει την απόφασή του με πλειοψηφία όλων των μελών του. Οι απόψεις που έχουν διατυπώσει τα επιμέρους μέλη τμήματος του εφετείου είναι ανώνυμες.

13.    Τα μέλη του εφετείου είναι διαθέσιμα ανά πάσα στιγμή και κατόπιν βραχείας προειδοποίησης, και παρακολουθούν τις εξελίξεις σχετικά με τις λοιπές δραστηριότητες επίλυσης διαφορών στο πλαίσιο της παρούσας Συμφωνίας.


14.    Τα μέλη του εφετείου λαμβάνουν πάγια μηνιαία αμοιβή, η οποία καθορίζεται με απόφαση της επιτροπής. Επιπλέον, ο πρόεδρος του εφετείου και, όταν συντρέχει περίπτωση, ο αντιπρόεδρος του εφετείου, λαμβάνουν ημερήσια αμοιβή ίση με την αμοιβή που καθορίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 16 για κάθε ημέρα εργασίας τους κατά την οποία άσκησαν τα καθήκοντα του προέδρου του εφετείου σύμφωνα με το παρόν τμήμα.

15.    Η πάγια αμοιβή και η ημερήσια αμοιβή που αναφέρονται στην παράγραφο 14 καταβάλλονται από αμφότερα τα Μέρη, λαμβανομένου υπόψη του αντίστοιχου επιπέδου ανάπτυξής τους, σε λογαριασμό που διαχειρίζεται η Γραμματεία του ICSID. Σε περίπτωση που ένα Μέρος δεν καταβάλει την πάγια αμοιβή ή την ημερήσια αμοιβή, το άλλο Μέρος μπορεί να επιλέξει να την καταβάλει το ίδιο. Κάθε τέτοια καθυστερούμενη οφειλή παραμένει πληρωτέα, με τον αντίστοιχο τόκο.

16.    Μόλις η παρούσα Συμφωνία τεθεί σε ισχύ, η επιτροπή εκδίδει απόφαση με την οποία καθορίζεται το ύψος των λοιπών αμοιβών και των δαπανών των μελών των τμημάτων του εφετείου. Οι εν λόγω αμοιβές και δαπάνες επιμερίζονται από το δικαστήριο ή, όταν συντρέχει περίπτωση, το εφετείο μεταξύ των διάδικων μερών σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 3.53 (Προσωρινή απόφαση).

17.    Με απόφαση της επιτροπής, η πάγια αμοιβή, η ημερήσια αμοιβή και οι λοιπές αμοιβές και δαπάνες μπορούν να μετατραπούν μονίμως σε τακτικό μισθό. Σε μια τέτοια περίπτωση, τα μέλη του εφετείου εργάζονται με καθεστώς πλήρους απασχόλησης και δεν επιτρέπεται να ασκούν οποιαδήποτε άλλη επαγγελματική δραστηριότητα, αμειβόμενη ή μη, εκτός αν ο πρόεδρος του εφετείου το επιτρέψει κατ’ εξαίρεση. Η επιτροπή καθορίζει την αμοιβή τους και τα συναφή οργανωτικά ζητήματα.


18.    Η Γραμματεία του ICSID ενεργεί ως γραμματεία του εφετείου και του παρέχει την κατάλληλη υποστήριξη. Οι δαπάνες για την εν λόγω υποστήριξη επιμερίζονται από το εφετείο μεταξύ των διάδικων μερών σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 3.53 (Προσωρινή απόφαση).

ΑΡΘΡΟ 3.40

Δεοντολογία

1.    Τα μέλη του δικαστηρίου και του εφετείου επιλέγονται μεταξύ προσώπων των οποίων η ανεξαρτησία είναι πέραν πάσης αμφιβολίας. Δεν συνδέονται με καμία κυβέρνηση 25 . Δεν λαμβάνουν οδηγίες από οποιαδήποτε κυβέρνηση ή οργανισμό σχετικά με ζητήματα που συνδέονται με τη διαφορά. Δεν συμμετέχουν στην εξέταση διαφορών που θα ήταν δυνατόν να προκαλέσουν, άμεσα ή έμμεσα, σύγκρουση συμφερόντων. Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους συμμορφώνονται με το παράρτημα 11 (Κώδικας δεοντολογίας για τα μέλη του δικαστηρίου, τα μέλη του εφετείου και τους διαμεσολαβητές). Επιπλέον, μετά τον διορισμό τους, δεν ενεργούν ως συνήγοροι ή ως διορισμένοι από μέρος πραγματογνώμονες ή μάρτυρες σε οποιαδήποτε εκκρεμή ή νέα διαφορά με αντικείμενο την προστασία επένδυσης βάσει της παρούσας ή οποιασδήποτε άλλης συμφωνίας ή βάσει εσωτερικών νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων.


2.    Αν ένα διάδικο μέρος θεωρεί ότι ορισμένο μέλος τελεί σε κατάσταση σύγκρουσης συμφερόντων, αποστέλλει στον πρόεδρο του δικαστηρίου ή του εφετείου, ανάλογα με την περίπτωση, δήλωση αμφισβήτησης του διορισμού του εν λόγω μέλους. Η δήλωση αμφισβήτησης αποστέλλεται εντός 15 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία κοινοποιήθηκε στο διάδικο μέρος η σύνθεση του τμήματος του δικαστηρίου ή του εφετείου, ή εντός 15 ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία το εν λόγω διάδικο μέρος έλαβε γνώση των σχετικών πραγματικών περιστατικών, αν δεν ήταν ευλόγως δυνατό να τα γνωρίζει κατά τον χρόνο της κοινοποίησης της σύνθεσης του τμήματος. Στη δήλωση αναφέρονται οι λόγοι της αμφισβήτησης.

3.    Αν, εντός 15 ημερών από την ημερομηνία της δήλωσης αμφισβήτησης, το αμφισβητούμενο μέλος δεν παραιτηθεί από το σχετικό τμήμα, ο πρόεδρος του δικαστηρίου ή ο πρόεδρος του εφετείου, ανάλογα με την περίπτωση, αφού ακούσει τα διάδικα μέρη και αφού δώσει στο μέλος την ευκαιρία να υποβάλει τις τυχόν παρατηρήσεις του, εκδίδει απόφαση, εντός 45 ημερών από την παραλαβή της δήλωσης αμφισβήτησης, και ενημερώνει αμέσως τα διάδικα μέρη και τα λοιπά μέλη του τμήματος.

4.    Τυχόν αμφισβήτηση του διορισμού του προέδρου του δικαστηρίου σε τμήμα κρίνεται από τον πρόεδρο του εφετείου και αντιστρόφως.

5.    Κατόπιν αιτιολογημένης σύστασης του προέδρου του εφετείου ή βάσει κοινής πρωτοβουλίας τους, τα Μέρη μπορούν, μέσω απόφασης της επιτροπής, να αποφασίσουν την παύση μέλους του δικαστηρίου ή του εφετείου, αν η συμπεριφορά του εν λόγω μέλους δεν συνάδει με τις υποχρεώσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 και είναι ασύμβατη με τη συνέχιση της θητείας του στο δικαστήριο ή στο εφετείο. Αν τέτοια συμπεριφορά καταλογίζεται στον πρόεδρο του εφετείου, η αιτιολογημένη σύσταση υποβάλλεται από τον πρόεδρο του δικαστηρίου. Για την πλήρωση των κενών θέσεων που τυχόν θα προκύψουν κατ’ εφαρμογή της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται αναλογικά η παράγραφος 2 του άρθρου 3.38 (Δικαστήριο) και η παράγραφος 3 του άρθρου 3.39 (Εφετείο).


ΑΡΘΡΟ 3.41

Πολυμερείς μηχανισμοί επίλυσης διαφορών

Τα Μέρη προσέρχονται σε διαπραγματεύσεις για τη σύναψη διεθνούς συμφωνίας η οποία θα προβλέπει τη σύσταση πολυμερούς επενδυτικού δικαστηρίου σε συνδυασμό με, ή χωριστά από, πολυμερή δευτεροβάθμιο μηχανισμό και η οποία θα εφαρμόζεται για την επίλυση διαφορών στο πλαίσιο της παρούσας Συμφωνίας. Κατόπιν τούτου, τα Μέρη μπορούν να συμφωνήσουν τη μη εφαρμογή των σχετικών μερών του παρόντος τμήματος. Η επιτροπή μπορεί να εκδώσει απόφαση που να καθορίζει τις τυχόν αναγκαίες μεταβατικές ρυθμίσεις.

ΥΠΟΤΜΗΜΑ 5

ΔΙΕΞΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

ΑΡΘΡΟ 3.42

Εφαρμοστέο δίκαιο και κανόνες ερμηνείας

1.    Το δικαστήριο και το εφετείο αποφασίζουν κατά πόσον τα μέτρα που αποτελούν το αντικείμενο της προσφυγής παραβιάζουν τις διατάξεις του κεφαλαίου 2 (Προστασία των επενδύσεων), όπως υποστηρίζει ο προσφεύγων.


2.    Για την έκδοση των αποφάσεών τους, το δικαστήριο και το εφετείο εφαρμόζουν τις διατάξεις του κεφαλαίου 2 (Προστασία των επενδύσεων) και τις λοιπές διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας, ανάλογα με την περίπτωση, καθώς και τους άλλους κανόνες και αρχές του διεθνούς δικαίου που εφαρμόζονται μεταξύ των Μερών, και λαμβάνουν υπόψη, ως πραγματικό περιστατικό, κάθε σχετική εσωτερική νομοθετική διάταξη του διάδικου Μέρους.

3.    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι το δικαστήριο και το εφετείο δεσμεύονται από την ερμηνεία που δίνεται στο εσωτερικό δίκαιο από τα δικαστήρια ή τις αρχές που είναι αρμόδια να ερμηνεύουν το σχετικό εσωτερικό δίκαιο, ενώ οποιαδήποτε ερμηνεία δίνεται στο σχετικό εσωτερικό δίκαιο από το δικαστήριο και το εφετείο δεν δεσμεύει τα δικαστήρια και τις αρχές οποιουδήποτε Μέρους. Το δικαστήριο και το εφετείο δεν διαθέτουν τη δικαιοδοσία να κρίνουν τη νομιμότητα μέτρου, για το οποίο υποστηρίζεται ότι παραβιάζει την παρούσα Συμφωνία, βάσει των εσωτερικών νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων του διάδικου Μέρους.

4.    Το δικαστήριο και το εφετείο ερμηνεύουν την παρούσα Συμφωνία σύμφωνα με τους συνήθεις κανόνες ερμηνείας του δημόσιου διεθνούς δικαίου, συμπεριλαμβανομένων των κωδικοποιημένων διατάξεων της Σύμβασης της Βιέννης περί του δικαίου των συνθηκών, που υπογράφηκε στη Βιέννη στις 23 Μαΐου 1969.

5.    Όταν προκύπτουν σοβαρές αμφιβολίες όσον αφορά ζητήματα ερμηνείας που ενδέχεται να επηρεάσουν θέματα σχετικά με το παρόν τμήμα, η επιτροπή μπορεί να εκδίδει ερμηνείες των διατάξεων της παρούσας Συμφωνίας. Κάθε τέτοια ερμηνεία δεσμεύει το δικαστήριο και το εφετείο. Η επιτροπή μπορεί να αποφασίσει ότι ορισμένη ερμηνεία αποκτά δεσμευτική ισχύ από συγκεκριμένη ημερομηνία και εφεξής.


ΑΡΘΡΟ 3.43

Αποφυγή καταστρατηγήσεων

Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι το δικαστήριο κηρύσσει εαυτό αναρμόδιο όταν η διαφορά είχε προκύψει ή μπορούσε με υψηλό βαθμό ασφάλειας να προβλεφθεί ήδη κατά τον χρόνο κατά τον οποίο ο προσφεύγων απέκτησε την κυριότητα ή τον έλεγχο της επένδυσης που αποτελεί το αντικείμενο της διαφοράς, και το δικαστήριο διαπιστώνει, βάσει των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης, ότι ο προσφεύγων απέκτησε την κυριότητα ή τον έλεγχο της επένδυσης με κύριο σκοπό την υποβολή της προσφυγής βάσει του παρόντος τμήματος. Η δυνατότητα του δικαστηρίου να κηρύξει εαυτό αναρμόδιο υπό τις περιστάσεις αυτές δεν θίγει τη δυνατότητά του να κάνει δεκτές άλλες ενστάσεις περί έλλειψης δικαιοδοσίας του.

ΑΡΘΡΟ 3.44

Προκαταρκτικές ενστάσεις

1.    Ο καθού μπορεί να υποβάλει την ένσταση ότι προσφυγή στερείται προδήλως νομικής αξίας, το αργότερο 30 ημέρες μετά τη συγκρότηση του τμήματος του δικαστηρίου σύμφωνα με την παράγραφο 7 του άρθρου 3.38 (Δικαστήριο), και σε κάθε περίπτωση πριν από την πρώτη συνεδρίαση του τμήματος του δικαστηρίου, ή εντός 30 ημερών αφότου ο καθού έλαβε γνώση των πραγματικών περιστατικών επί των οποίων στηρίζεται η ένσταση.


2.    Ο καθού διευκρινίζει με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ακρίβεια τη βάση της ένστασης.

3.    Το δικαστήριο, αφού δώσει στα διάδικα μέρη την ευκαιρία να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με την ένσταση, εκδίδει, κατά την πρώτη συνεδρίαση του τμήματος του δικαστηρίου ή αμέσως μετά, αιτιολογημένη απόφαση ή αιτιολογημένη προσωρινή απόφαση επί της ένστασης. Αν η ένσταση παραληφθεί μετά την πρώτη συνεδρίαση του τμήματος του δικαστηρίου, το δικαστήριο εκδίδει την εν λόγω απόφαση ή προσωρινή απόφαση το συντομότερο δυνατόν, και το αργότερο εντός 120 ημερών από την υποβολή της ένστασης. Για την έκδοση της απόφασής του, το δικαστήριο στηρίζεται στην υπόθεση ότι τα προβαλλόμενα πραγματικά περιστατικά είναι αληθή, ενώ μπορεί επίσης να λάβει υπόψη οποιαδήποτε σχετικά πραγματικά περιστατικά που δεν αμφισβητούνται.

4.    Η απόφαση του δικαστηρίου δεν θίγει το δικαίωμα διάδικου μέρους να υποβάλει ένσταση, σύμφωνα με το άρθρο 3.45 (Νομικά αβάσιμες προσφυγές) ή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, όσον αφορά τη νομική βασιμότητα προσφυγής ούτε τη δυνατότητα του δικαστηρίου να εξετάσει άλλες ενστάσεις ως προκαταρκτικό ζήτημα. Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι στις εν λόγω ενστάσεις μπορεί να περιλαμβάνεται η ένσταση ότι η διαφορά ή οποιαδήποτε παρεπόμενη απαίτηση δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία του δικαστηρίου ή, για άλλους λόγους, δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα του δικαστηρίου.


ΑΡΘΡΟ 3.45

Νομικά αβάσιμες προσφυγές

1.    Χωρίς να θίγεται η δυνατότητα του δικαστηρίου να εξετάσει άλλες ενστάσεις ως προκαταρκτικό ζήτημα, όπως τυχόν ένσταση ότι η διαφορά ή οποιαδήποτε παρεπόμενη απαίτηση δεν εμπίπτει στη δικαιοδοσία του δικαστηρίου ή, για άλλους λόγους, δεν εμπίπτει στην αρμοδιότητα του δικαστηρίου, και χωρίς να θίγεται το δικαίωμα του καθού να εγείρει οποιεσδήποτε τέτοιες ενστάσεις σε εύθετο χρόνο, το δικαστήριο εξετάζει ως προκαταρκτικό ζήτημα κάθε τυχόν ένσταση του καθού ότι, εκ του νόμου, προσφυγή ή οποιοδήποτε μέρος προσφυγής που έχει υποβληθεί βάσει του παρόντος τμήματος δεν αποτελεί προσφυγή επί της οποίας μπορεί να εκδοθεί απόφαση υπέρ του προσφεύγοντος βάσει του άρθρου 3.53 (Προσωρινή απόφαση), ακόμη και αν υποτεθεί ότι τα προβαλλόμενα πραγματικά περιστατικά είναι αληθή. Το δικαστήριο μπορεί επίσης να λάβει υπόψη οποιαδήποτε σχετικά πραγματικά περιστατικά που δεν αμφισβητούνται.

2.    Η ένσταση της παραγράφου 1 υποβάλλεται στο δικαστήριο το συντομότερο δυνατόν μετά τη συγκρότηση του τμήματος του δικαστηρίου, και σε καμία περίπτωση μετά την ημερομηνία που ορίζει το δικαστήριο για την υποβολή του απαντητικού υπομνήματος ή του υπομνήματος αντίκρουσης από τον καθού ή, σε περίπτωση τροποποίησης της προσφυγής, μετά την ημερομηνία που ορίζει το δικαστήριο για την υποβολή της απάντησης του καθού στην τροποποίηση. Η εν λόγω ένσταση δεν υποβάλλεται ενόσω εκκρεμεί διαδικασία βάσει του άρθρου 3.44 (Προκαταρκτικές ενστάσεις), εκτός αν το δικαστήριο χορηγήσει άδεια υποβολής ένστασης βάσει του παρόντος άρθρου, αφού λάβει δεόντως υπόψη τις περιστάσεις της υπόθεσης.


3.    Μετά την παραλαβή ένστασης βάσει της παραγράφου 1 και εκτός αν κρίνει ότι η ένσταση είναι προδήλως αβάσιμη, το δικαστήριο αναστέλλει κάθε διαδικασία επί της ουσίας, καταρτίζει χρονοδιάγραμμα για την εξέταση της ένστασης το οποίο συνάδει με το χρονοδιάγραμμα που τυχόν έχει καταρτίσει για την εξέταση άλλων προκαταρκτικών ζητημάτων και εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση ή αιτιολογημένη προσωρινή απόφαση επί της ένστασης.

ΑΡΘΡΟ 3.46

Διαφάνεια της διαδικασίας

1.    Οι κανόνες της UNCITRAL περί διαφάνειας εφαρμόζονται στην επίλυση διαφορών βάσει του παρόντος τμήματος, με την επιφύλαξη των παραγράφων 2 έως 8.

2.    Το αίτημα διενέργειας διαβουλεύσεων βάσει του άρθρου 3.30 (Διαβουλεύσεις), η κοινοποίηση πρόθεσης για υποβολή προσφυγής βάσει της παραγράφου 1 του άρθρου 3.32 (Κοινοποίηση πρόθεσης για υποβολή προσφυγής), ο προσδιορισμός βάσει της παραγράφου 2 του άρθρου 3.32 (Κοινοποίηση πρόθεσης για υποβολή προσφυγής), η δήλωση αμφισβήτησης και η απόφαση επί της εν λόγω αμφισβήτησης βάσει του άρθρου 3.40 (Δεοντολογία), και το αίτημα συνεκδίκασης βάσει του άρθρου 3.59 (Συνεκδίκαση) περιλαμβάνονται στον κατάλογο εγγράφων που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 των κανόνων της UNCITRAL περί διαφάνειας.


3.    Με την επιφύλαξη του άρθρου 7 των κανόνων της UNCITRAL περί διαφάνειας, το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει, αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε προσώπου και κατόπιν διαβούλευσης με τα διάδικα μέρη, αν και με ποιον τρόπο θα καταστήσει διαθέσιμα οποιαδήποτε άλλα έγγραφα που έχουν υποβληθεί στο δικαστήριο ή έχουν εκδοθεί από αυτό και τα οποία δεν εμπίπτουν στο άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2 των κανόνων της UNCITRAL περί διαφάνειας. Στα εν λόγω έγγραφα μπορεί να περιλαμβάνονται αποδεικτικά στοιχεία, αν συμφωνεί ο καθού.

4.    Παρά το άρθρο 2 των κανόνων της UNCITRAL περί διαφάνειας, η Ένωση ή το Βιετνάμ, ανάλογα με την περίπτωση, μετά την παραλαβή των σχετικών εγγράφων σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, διαβιβάζει αμέσως τα εν λόγω έγγραφα στο μη διάδικο Μέρος και τα καθιστά δημοσίως διαθέσιμα, με την επιφύλαξη της απάλειψης εμπιστευτικών ή προστατευόμενων πληροφοριών 26 .

5.    Τα έγγραφα που αναφέρονται στις παραγράφους 2, 3 και 4 μπορούν να καθίστανται δημοσίως διαθέσιμα μέσω κοινοποίησης στο αποθετήριο που αναφέρεται στους κανόνες της UNCITRAL περί διαφάνειας ή με άλλο τρόπο.

6.    Το αργότερο τρία έτη μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Συμφωνίας, η επιτροπή επανεξετάζει τη λειτουργία της παραγράφου 3. Κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε Μέρους, η επιτροπή μπορεί να εκδώσει απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 5 στοιχείο γ) του άρθρου 4.1 (Επιτροπή) που να ορίζει ότι εφαρμόζεται το άρθρο 3 παράγραφος 3 των κανόνων της UNCITRAL περί διαφάνειας αντί της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου.


7.    Με την επιφύλαξη τυχόν απόφασης του δικαστηρίου επί ένστασης σχετικά με τον χαρακτηρισμό πληροφοριών για τις οποίες υποστηρίζεται ότι αποτελούν εμπιστευτικές ή προστατευόμενες πληροφορίες, ούτε τα διάδικα μέρη ούτε το δικαστήριο δεν αποκαλύπτουν σε μη διάδικο Μέρος ή στο κοινό οποιεσδήποτε προστατευόμενες πληροφορίες τις οποίες το διάδικο μέρος που τις παρείχε σαφώς χαρακτηρίζει ως προστατευόμενες 27 .

8.    Διάδικο μέρος μπορεί να κοινοποιεί σε άλλα πρόσωπα που σχετίζονται με τη διαδικασία, συμπεριλαμβανομένων των μαρτύρων και των πραγματογνωμόνων, τα πλήρη έγγραφα τα οποία θεωρεί αναγκαία στο πλαίσιο της διαδικασίας βάσει του παρόντος τμήματος. Ωστόσο, το διάδικο μέρος διασφαλίζει ότι τα εν λόγω πρόσωπα προστατεύουν τις εμπιστευτικές ή προστατευόμενες πληροφορίες που περιέχονται στα έγγραφα αυτά.


ΑΡΘΡΟ 3.47

Αποφάσεις ασφαλιστικών μέτρων

Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει ασφαλιστικά μέτρα προστασίας για τη διατήρηση των δικαιωμάτων διάδικου μέρους ή τη διασφάλιση της πλήρους αποτελεσματικότητας της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου, συμπεριλαμβανομένης της έκδοσης διαταγής για τη διατήρηση αποδεικτικών στοιχείων που βρίσκονται στην κατοχή ή τον έλεγχο διάδικου μέρους ή για την προστασία της δικαιοδοσίας του δικαστηρίου. Το δικαστήριο δεν μπορεί να διατάξει την κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων ούτε να εμποδίσει την εφαρμογή της μεταχείρισης για την οποία υποστηρίζεται ότι συνιστά παραβίαση. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, στις διαταγές περιλαμβάνονται και οι συστάσεις.

ΑΡΘΡΟ 3.48

Εγγυοδοσία για τα έξοδα

1.    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι το δικαστήριο μπορεί, κατόπιν αίτησης, να διατάξει τον προσφεύγοντα να καταβάλει εγγύηση για το σύνολο ή μέρος των εξόδων, αν πιθανολογείται ευλόγως ότι ο προσφεύγων κινδυνεύει να μην είναι σε θέση να συμμορφωθεί προς τυχόν απόφαση για τα δικαστικά έξοδα που θα είναι σε βάρος του προσφεύγοντος.

2.    Αν η εγγύηση για τα έξοδα δεν καταβληθεί ολοσχερώς εντός 30 ημερών από τη σχετική διάταξη του δικαστηρίου ή εντός της άλλης προθεσμίας που τυχόν θα ορίσει συναφώς το δικαστήριο, το δικαστήριο ενημερώνει σχετικά τα διάδικα μέρη. Το δικαστήριο μπορεί να διατάξει την αναστολή ή την περάτωση της διαδικασίας.


ΑΡΘΡΟ 3.49

Ματαίωση

Αν ο προσφεύγων, μετά την υποβολή προσφυγής βάσει του παρόντος τμήματος, δεν προβεί σε περαιτέρω ενέργειες στο πλαίσιο της διαδικασίας για 180 συναπτές ημέρες ή για το χρονικό διάστημα που τυχόν συμφωνήσουν τα διάδικα μέρη, θεωρείται ότι έχει αποσύρει την προσφυγή του και ότι έχει ματαιώσει τη διαδικασία. Το δικαστήριο, κατόπιν αιτήματος του καθού και ύστερα από κοινοποίηση στα διάδικα μέρη, εκδίδει διάταξη με την οποία διαπιστώνεται η ματαίωση της διαδικασίας και απόφαση σχετικά με τα έξοδα. Μετά την έκδοση της εν λόγω διάταξης, η εξουσία του δικαστηρίου παύει. Κατόπιν τούτου, ο προσφεύγων δεν μπορεί να υποβάλει προσφυγή με το ίδιο αντικείμενο.

ΑΡΘΡΟ 3.50

Γλώσσα της διαδικασίας

1.    Τα διάδικα μέρη συμφωνούν τη γλώσσα που θα χρησιμοποιηθεί στη διαδικασία.


2.    Αν τα διάδικα μέρη δεν έχουν καταλήξει σε συμφωνία κατά την παράγραφο 1 εντός 30 ημερών από τη συγκρότηση του τμήματος του δικαστηρίου σύμφωνα με την παράγραφο 7 του άρθρου 3.38 (Δικαστήριο), το δικαστήριο καθορίζει τη γλώσσα που θα χρησιμοποιηθεί στη διαδικασία. Το δικαστήριο προβαίνει στον καθορισμό του κατόπιν διαβούλευσης με τα διάδικα μέρη, και με σκοπό να διασφαλίσει την οικονομική αποδοτικότητα της διαδικασίας και να αποφύγει το ενδεχόμενο να προκαλέσει ο καθορισμός του περιττή δαπάνη πόρων των διάδικων μερών και του δικαστηρίου 28 .

ΑΡΘΡΟ 3.51

Το μη διάδικο Μέρος

1.    Ο καθού, εντός 30 ημερών από την παραλαβή των εγγράφων που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) ή αμέσως μετά την επίλυση τυχόν διαφοράς σχετικά με εμπιστευτικές ή προστατευόμενες πληροφορίες, παρέχει στο μη διάδικο Μέρος:

α)    το αίτημα διενέργειας διαβουλεύσεων που αναφέρεται στο άρθρο 3.30 (Διαβουλεύσεις), την κοινοποίηση πρόθεσης για υποβολή προσφυγής βάσει της παραγράφου 1 του άρθρου 3.32 (Κοινοποίηση πρόθεσης για υποβολή προσφυγής), τον προσδιορισμό βάσει της παραγράφου 2 του άρθρου 3.32 (Κοινοποίηση πρόθεσης για υποβολή προσφυγής) και την προσφυγή που αναφέρεται στο άρθρο 3.33 (Υποβολή προσφυγής)· και


β)    κατόπιν αιτήματος, τα τυχόν έγγραφα που κατέστησαν δημοσίως διαθέσιμα σύμφωνα με το άρθρο 3.46 (Διαφάνεια της διαδικασίας).

2.    Το μη διάδικο Μέρος δικαιούται να παρίσταται στις ακροαματικές διαδικασίες που διεξάγονται βάσει του παρόντος τμήματος και να αναπτύσσει προφορικά παρατηρήσεις σχετικά με την ερμηνεία της παρούσας Συμφωνίας.

ΑΡΘΡΟ 3.52

Εκθέσεις πραγματογνωμόνων

Το δικαστήριο, κατόπιν αιτήματος διάδικου μέρους ή, ύστερα από διαβούλευση με τα διάδικα μέρη, αυτεπαγγέλτως, μπορεί να αναθέτει σε έναν ή περισσότερους πραγματογνώμονες την εκπόνηση έγγραφης έκθεσης επί οποιουδήποτε πραγματικού ζητήματος σχετιζόμενου με θέματα περιβάλλοντος, υγείας, ασφάλειας ή άλλα θέματα τα οποία έχουν εγερθεί από διάδικο μέρος στο πλαίσιο της διαδικασίας.

ΑΡΘΡΟ 3.53

Προσωρινή απόφαση

1.    Αν το δικαστήριο καταλήξει στο συμπέρασμα ότι επίδικο μέτρο παραβιάζει οποιαδήποτε από τις διατάξεις του κεφαλαίου 2 (Προστασία των επενδύσεων), μπορεί, στη βάση αιτήματος του προσφεύγοντος και αφού ακούσει τα διάδικα μέρη, να επιδικάσει, χωριστά ή συνδυαστικά, μόνο:

α)    χρηματική αποζημίωση και τους τυχόν αναλογούντες τόκους· και


β)    επιστροφή περιουσιακών στοιχείων, περίπτωση κατά την οποία η απόφαση ορίζει ότι ο καθού μπορεί, αντί της επιστροφής, να καταβάλει χρηματική αποζημίωση και τους τυχόν αναλογούντες τόκους, προσδιοριζόμενη κατά τρόπο που συνάδει με τις σχετικές διατάξεις του κεφαλαίου 2 (Προστασία των επενδύσεων).

Αν η προσφυγή έχει υποβληθεί για λογαριασμό τοπικά εγκατεστημένης εταιρείας, η απόφαση βάσει της παρούσας παραγράφου ορίζει ότι:

α)    η χρηματική αποζημίωση και οι τυχόν αναλογούντες τόκοι καταβάλλονται στην τοπικά εγκατεστημένη εταιρεία· και

β)    κάθε τυχόν επιστροφή πραγματοποιείται προς την τοπικά εγκατεστημένη εταιρεία.

Το δικαστήριο δεν μπορεί να διατάξει την κατάργηση της οικείας μεταχείρισης.

2.    Η χρηματική αποζημίωση δεν υπερβαίνει τη ζημία που υπέστη ο προσφεύγων ή, αν συντρέχει περίπτωση, η τοπικά εγκατεστημένη εταιρεία του ως αποτέλεσμα της παραβίασης διατάξεων του κεφαλαίου 2 (Προστασία των επενδύσεων) μειωμένη κατά το ποσό κάθε τυχόν προηγούμενης αποζημίωσης ή αντιστάθμισης που έχει ήδη παράσχει το οικείο Μέρος. Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι, όταν επενδυτής υποβάλλει προσφυγή για δικό του λογαριασμό, ο επενδυτής μπορεί να ανακτήσει μόνο την απώλεια ή ζημία που ο επενδυτής έχει υποστεί σε σχέση με την καλυπτόμενη επένδυση του εν λόγω επενδυτή.

3.    Το δικαστήριο δεν μπορεί να επιδικάσει αποζημίωση με χαρακτήρα ποινής.


4.    Το δικαστήριο καταδικάζει το ηττηθέν διάδικο μέρος στην καταβολή των εξόδων της διαδικασίας 29 . Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, το δικαστήριο μπορεί να επιμερίσει τα έξοδα μεταξύ των διάδικων μερών, αν κρίνει ότι ο επιμερισμός ενδείκνυται με βάση τις περιστάσεις της υπόθεσης. Τα λοιπά εύλογα έξοδα, συμπεριλαμβανομένων των εύλογων εξόδων νομικής εκπροσώπησης και αρωγής, βαρύνουν το ηττηθέν διάδικο μέρος, εκτός αν το δικαστήριο κρίνει ότι ο επιμερισμός αυτός δεν δικαιολογείται με βάση τις περιστάσεις της υπόθεσης. Αν η προσφυγή γίνει εν μέρει μόνο δεκτή, τα έξοδα επιμερίζονται αναλογικά προς τα κεφάλαια ή την έκταση κατά τα οποία έγινε δεκτή η προσφυγή. Το εφετείο αποφαίνεται επί των εξόδων σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

5.    Η επιτροπή μπορεί να θεσπίζει συμπληρωματικούς κανόνες για τις αμοιβές, προς τον σκοπό του καθορισμού των ανώτατων ποσών εξόδων νομικής εκπροσώπησης και αρωγής που μπορούν να επιβάλλονται σε συγκεκριμένες κατηγορίες ηττηθέντων διάδικων μερών. Οι εν λόγω συμπληρωματικοί κανόνες λαμβάνουν υπόψη τους οικονομικούς πόρους των προσφευγόντων που αποτελούν φυσικό πρόσωπο ή μικρή ή μεσαία επιχείρηση. Η επιτροπή επιδιώκει να θεσπίσει τέτοιους συμπληρωματικούς κανόνες το αργότερο εντός ενός έτους από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Συμφωνίας.

6.    Το δικαστήριο εκδίδει προσωρινή απόφαση εντός 18 μηνών από την ημερομηνία υποβολής της προσφυγής. Αν η προθεσμία αυτή δεν είναι δυνατόν να τηρηθεί, το δικαστήριο εκδίδει σχετική διαπιστωτική απόφαση, η οποία αναφέρει τους λόγους της καθυστέρησης.


ΑΡΘΡΟ 3.54

Διαδικασία έφεσης

1.    Κάθε διάδικο μέρος μπορεί να εφεσιβάλει την προσωρινή απόφαση ενώπιον του εφετείου εντός 90 ημερών από την έκδοσή της. Οι λόγοι έφεσης είναι οι εξής:

α)    το δικαστήριο έσφαλε κατά την ερμηνεία ή την εφαρμογή της εφαρμοστέας νομοθεσίας·

β)    το δικαστήριο έσφαλε προδήλως κατά την εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών, συμπεριλαμβανομένης της εκτίμησης του σχετικού εσωτερικού δικαίου· ή

γ)    οι λόγοι που προβλέπονται στο άρθρο 52 της σύμβασης ICSID, στον βαθμό που δεν καλύπτονται από τα στοιχεία α) και β).

2.    Το εφετείο απορρίπτει την έφεση αν την κρίνει αβάσιμη. Μπορεί επίσης να απορρίψει την έφεση με συνοπτική διαδικασία, όταν είναι σαφές ότι η έφεση είναι προδήλως αβάσιμη.

3.    Αν το εφετείο κρίνει την έφεση βάσιμη, η απόφαση του εφετείου τροποποιεί ή ανατρέπει τις νομικές αξιολογήσεις και τα συμπεράσματα της προσωρινής απόφασης, εν μέρει ή στο σύνολό τους. Η απόφαση του εφετείου παραθέτει επακριβώς τον τρόπο με τον οποίο έχει τροποποιήσει ή ανατρέψει τις σχετικές αξιολογήσεις και τα συμπεράσματα του δικαστηρίου.


4.    Αν το επιτρέπουν τα πραγματικά περιστατικά που διαπιστώθηκαν από το δικαστήριο, το εφετείο εφαρμόζει τις δικές του νομικές αξιολογήσεις και συμπεράσματα στα εν λόγω πραγματικά περιστατικά και εκδίδει οριστική απόφαση. Αν αυτό δεν είναι δυνατόν, αναπέμπει την υπόθεση στο δικαστήριο.

5.    Κατά γενικό κανόνα, η διαδικασία της έφεσης δεν υπερβαίνει σε διάρκεια τις 180 ημέρες, υπολογιζόμενες από την ημερομηνία κατά την οποία διάδικο μέρος κοινοποίησε επισήμως την απόφασή του να ασκήσει έφεση έως την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης του εφετείου. Όταν το εφετείο θεωρεί ότι δεν μπορεί να εκδώσει την απόφασή του εντός 180 ημερών, ενημερώνει εγγράφως τα διάδικα μέρη σχετικά με τους λόγους της καθυστέρησης, αναφέροντας το διάστημα εντός του οποίου εκτιμά ότι θα εκδώσει την απόφασή του. Πλην αν το επιβάλλουν εξαιρετικές περιστάσεις, η διάρκεια της διαδικασίας δεν υπερβαίνει σε καμία περίπτωση τις 270 ημέρες.

6.    Διάδικο μέρος που ασκεί έφεση καταβάλλει εγγύηση, η οποία καλύπτει τα έξοδα της έφεσης καθώς και ένα εύλογο ποσό που καθορίζεται από το εφετείο βάσει των περιστάσεων της υπόθεσης.

7.    Τα άρθρα 3.37 (Χρηματοδότηση από τρίτο μέρος), 3.46 (Διαφάνεια της διαδικασίας), 3.47 (Αποφάσεις ασφαλιστικών μέτρων), 3.49 (Ματαίωση), 3.51 (Το μη διάδικο Μέρος), 3.53 (Προσωρινή απόφαση) και 3.56 (Αποζημίωση ή άλλη μορφή αποκατάστασης) εφαρμόζονται αναλογικά στη διαδικασία της έφεσης.


ΑΡΘΡΟ 3.55

Οριστική απόφαση

1.    Προσωρινή απόφαση που έχει εκδοθεί σύμφωνα με το παρόν τμήμα καθίσταται οριστική αν κανένα διάδικο μέρος δεν ασκήσει έφεση κατά της προσωρινής απόφασης σύμφωνα με την παράγραφο 1 του άρθρου 3.54 (Διαδικασία έφεσης).

2.    Αν ασκηθεί έφεση κατά προσωρινής απόφασης και το εφετείο απορρίψει την έφεση σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 3.54 (Διαδικασία έφεσης), η προσωρινή απόφαση καθίσταται οριστική κατά την ημερομηνία της απόρριψης της έφεσης από το εφετείο.

3.    Αν ασκηθεί έφεση κατά προσωρινής απόφασης και το εφετείο εκδώσει οριστική απόφαση, η προσωρινή απόφαση, όπως τροποποιήθηκε ή ανατράπηκε από το εφετείο, καθίσταται οριστική κατά την ημερομηνία της έκδοσης της οριστικής απόφασης του εφετείου.

4.    Αν ασκηθεί έφεση κατά προσωρινής απόφασης και το εφετείο τροποποιήσει ή ανατρέψει τις νομικές αξιολογήσεις και τα συμπεράσματα της προσωρινής απόφασης και αναπέμψει την υπόθεση στο δικαστήριο, το δικαστήριο, αφού ακούσει τα διάδικα μέρη αν χρειάζεται, αναθεωρεί την προσωρινή απόφασή του κατά τρόπο ώστε να αντικατοπτρίζει τις αξιολογήσεις και τα συμπεράσματα του εφετείου. Το δικαστήριο δεσμεύεται από τις αξιολογήσεις στις οποίες προέβη το εφετείο. Το δικαστήριο επιδιώκει να εκδώσει την αναθεωρημένη απόφασή του εντός 90 ημερών από τη λήψη της απόφασης του εφετείου. Η αναθεωρημένη προσωρινή απόφαση καθίσταται οριστική 90 ημέρες μετά την έκδοσή της.


5.    Για τους σκοπούς του παρόντος τμήματος, ο όρος «οριστική απόφαση» συμπεριλαμβάνει τις οριστικές αποφάσεις του εφετείου που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 3.54 (Διαδικασία έφεσης).

ΑΡΘΡΟ 3.56

Αποζημίωση ή άλλη μορφή αποκατάστασης

Το δικαστήριο δεν κάνει δεκτό ως έγκυρο μέσο άμυνας, ανταπαίτηση, ένσταση συμψηφισμού ή παρόμοιο ισχυρισμό το γεγονός ότι ο επενδυτής έχει λάβει ή θα λάβει, βάσει σύμβασης ασφάλισης ή εγγύησης, αποζημίωση ή άλλη μορφή αποκατάστασης για το σύνολο ή μέρος της αποζημίωσης που αξιώνει στο πλαίσιο διαφοράς που έχει κινηθεί σύμφωνα με το παρόν τμήμα.

ΑΡΘΡΟ 3.57

Εκτέλεση οριστικών αποφάσεων

1.    Οι οριστικές αποφάσεις που εκδίδονται βάσει του παρόντος τμήματος:

α)    είναι δεσμευτικές μεταξύ των διάδικων μερών και όσον αφορά τη συγκεκριμένη υπόθεση· και

β)    δεν υπόκεινται σε έφεση, αναίρεση, εξαφάνιση, ακύρωση ή οποιοδήποτε άλλο ένδικο μέσο.


2.    Κάθε Μέρος αναγνωρίζει κάθε οριστική απόφαση που έχει εκδοθεί σύμφωνα με το παρόν τμήμα ως δεσμευτική και εκτελεί τη χρηματική υποχρέωση εντός του εδάφους του ως εάν να επρόκειτο για αμετάκλητη απόφαση δικαστηρίου του εν λόγω Μέρους.

3.    Παρά τις παραγράφους 1 και 2, κατά τη διάρκεια του διαστήματος που αναφέρεται στην παράγραφο 4, η αναγνώριση και η εκτέλεση οριστικής απόφασης σε διαφορά στην οποία καθού είναι το Βιετνάμ διεξάγονται σύμφωνα με τη σύμβαση της Νέας Υόρκης του 1958. Κατά τη διάρκεια του εν λόγω διαστήματος, η παράγραφος 1 στοιχείο β) του παρόντος άρθρου και η παράγραφος 3 στοιχείο β) του άρθρου 3.36 (Συγκατάθεση) δεν εφαρμόζονται σε διαφορές στις οποίες καθού είναι το Βιετνάμ.

4.    Όσον αφορά τις οριστικές αποφάσεις στις οποίες καθού είναι το Βιετνάμ, η παράγραφος 1 στοιχείο β) και η παράγραφος 2 εφαρμόζονται μετά την παρέλευση πέντε ετών από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Συμφωνίας ή του μεγαλύτερου χρονικού διαστήματος που τυχόν θα καθορίσει η επιτροπή, αν το δικαιολογούν οι συνθήκες.

5.    Η εκτέλεση της απόφασης διέπεται από τη νομοθεσία περί εκτέλεσης των δικαστικών ή διαιτητικών αποφάσεων η οποία ισχύει στον τόπο στον οποίο επιδιώκεται η εκτέλεση.

6.    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι το άρθρο 4.14 (Απουσία άμεσου αποτελέσματος) δεν εμποδίζει την αναγνώριση, εκτέλεση και επιβολή των αποφάσεων που εκδίδονται σύμφωνα με το παρόν τμήμα.

7.    Για τους σκοπούς του άρθρου 1 της σύμβασης της Νέας Υόρκης του 1958, οι οριστικές αποφάσεις που εκδίδονται σύμφωνα με το παρόν τμήμα θεωρούνται διαιτητικές αποφάσεις που συνδέονται με απαιτήσεις οι οποίες απορρέουν από εμπορική σχέση ή συναλλαγή.


8.    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών και με την επιφύλαξη της παραγράφου 1 στοιχείο β), διευκρινίζεται ότι, αν έχει υποβληθεί προσφυγή για την επίλυση διαφοράς σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο α) του άρθρου 3.33 (Υποβολή προσφυγής), οριστική απόφαση που έχει εκδοθεί σύμφωνα με το παρόν τμήμα θεωρείται ότι αποτελεί διαιτητική απόφαση βάσει του τμήματος 6 του κεφαλαίου IV της σύμβασης ICSID.

ΑΡΘΡΟ 3.58

Ρόλος των Μερών της Συμφωνίας

1.    Τα Μέρη δεν παρέχουν διπλωματική προστασία ούτε εγείρουν αξιώσεις σε διεθνές επίπεδο σε σχέση με διαφορά που έχει υποβληθεί σε διαδικασία επίλυσης βάσει του παρόντος τμήματος, εκτός αν το άλλο Μέρος δεν έχει τηρήσει την απόφαση που εκδόθηκε σχετικά με την εν λόγω διαφορά και δεν έχει συμμορφωθεί με αυτήν. Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, η διπλωματική προστασία δεν συμπεριλαμβάνει τις άτυπες διπλωματικές επαφές που πραγματοποιούνται με αποκλειστικό σκοπό τη διευκόλυνση της διευθέτησης της διαφοράς.

2.    Η παράγραφος 1 δεν αποκλείει τη δυνατότητα επίλυσης της διαφοράς βάσει του τμήματος Α (Επίλυση διαφορών μεταξύ των Μερών) σε σχέση με μέτρο γενικής εφαρμογής, αν το εν λόγω μέτρο υποστηρίζεται ότι παραβίασε την παρούσα Συμφωνία και έχει κινηθεί για αυτό διαδικασία επίλυσης διαφοράς σε σχέση με συγκεκριμένη επένδυση σύμφωνα με το άρθρο 3.33 (Υποβολή προσφυγής). Η διάταξη αυτή δεν θίγει τις διατάξεις του άρθρου 3.51 (Το μη διάδικο Μέρος) ή του άρθρου 5 των κανόνων της UNCITRAL περί διαφάνειας.


ΑΡΘΡΟ 3.59

Συνεκδίκαση

1.    Στην περίπτωση που δύο ή περισσότερες προσφυγές οι οποίες έχουν υποβληθεί βάσει του παρόντος τμήματος εγείρουν ένα κοινό νομικό ή πραγματικό ζήτημα και απορρέουν από τα ίδια γεγονότα και περιστάσεις, ο καθού μπορεί να υποβάλει στον πρόεδρο του δικαστηρίου αίτημα συνεκδίκασης των εν λόγω προσφυγών ή μέρους αυτών. Το αίτημα παραθέτει:

α)    τα ονόματα και τις διευθύνσεις των διάδικων μερών στις προσφυγές των οποίων ζητείται η συνεκδίκαση·

β)    την έκταση της ζητούμενης συνεκδίκασης· και

γ)    τους λόγους του αιτήματος.

Ο καθού κοινοποιεί το αίτημα σε κάθε προσφεύγοντα σε προσφυγή της οποίας τη συνεκδίκαση ζητεί ο καθού.

2.    Αν όλα τα διάδικα μέρη στις προσφυγές των οποίων ζητείται η συνεκδίκαση συμφωνούν στη συνεκδίκαση των προσφυγών, τα διάδικα μέρη υποβάλλουν κοινό αίτημα στον πρόεδρο του δικαστηρίου σύμφωνα με την παράγραφο 1. Ο πρόεδρος του δικαστηρίου, μετά την παραλαβή του εν λόγω κοινού αιτήματος, συγκροτεί νέο τμήμα του δικαστηρίου σύμφωνα με το άρθρο 3.38 (Δικαστήριο) (εφεξής: «τμήμα συνεκδίκασης»), το οποίο έχει δικαιοδοσία επί του συνόλου ή μέρους των προσφυγών τις οποίες αφορά το κοινό αίτημα συνεκδίκασης.


3.    Αν τα διάδικα μέρη που αναφέρονται στην παράγραφο 2 δεν έχουν καταλήξει σε συμφωνία σχετικά με τη συνεκδίκαση εντός 30 ημερών από την παραλαβή του αιτήματος συνεκδίκασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 από τον προσφεύγοντα που το παρέλαβε τελευταίος, ο πρόεδρος του δικαστηρίου συγκροτεί τμήμα συνεκδίκασης σύμφωνα με το άρθρο 3.38 (Δικαστήριο). Το τμήμα συνεκδίκασης ασκεί δικαιοδοσία επί του συνόλου ή μέρους των προσφυγών αν, αφού λάβει υπόψη τις απόψεις των διάδικων μερών, κρίνει ότι αυτό θα συμβάλει στη δίκαιη και αποδοτική εκδίκαση των προσφυγών, λαμβανομένου υπόψη και του στόχου έκδοσης συνεπών μεταξύ τους αποφάσεων.

4.    Το τμήμα συνεκδίκασης διεξάγει την ενώπιόν του διαδικασία σύμφωνα με τους κανόνες περί επίλυσης διαφορών που οι προσφεύγοντες έχουν επιλέξει με συμφωνία τους μεταξύ των αναφερόμενων στην παράγραφο 2 του άρθρου 3.33 (Υποβολή προσφυγής).

5.    Αν οι προσφεύγοντες δεν έχουν συμφωνήσει επί των κανόνων περί επίλυσης διαφορών εντός 30 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του αιτήματος συνεκδίκασης από τον προσφεύγοντα που το παρέλαβε τελευταίος, το τμήμα συνεκδίκασης διεξάγει την ενώπιόν του διαδικασία σύμφωνα με τους κανόνες διαιτησίας της UNCITRAL.

6.    Τα τμήματα του δικαστηρίου που έχουν συγκροτηθεί βάσει του άρθρου 3.38 (Δικαστήριο) απεκδύονται τη δικαιοδοσία τους επί των προσφυγών ή των μερών αυτών επί των οποίων η δικαιοδοσία έχει περιέλθει στο τμήμα συνεκδίκασης και οι διαδικασίες ενώπιον των εν λόγω τμημάτων αναστέλλονται ή αναβάλλονται, ανάλογα με την περίπτωση. Η απόφαση του τμήματος συνεκδίκασης σχετικά με τα μέρη των προσφυγών για τα οποία η δικαιοδοσία έχει περιέλθει στο τμήμα συνεκδίκασης δεσμεύει τα τμήματα που διαθέτουν δικαιοδοσία επί του υπολοίπου των προσφυγών, από την ημερομηνία κατά την οποία η εν λόγω απόφαση καθίσταται οριστική σύμφωνα με το άρθρο 3.55 (Οριστική απόφαση).


7.    Προσφεύγων μπορεί να αποσύρει την προσφυγή του ή το μέρος αυτής που υπόκειται σε συνεκδίκαση από τη διαδικασία επίλυσης διαφορών βάσει του παρόντος άρθρου, και, στην περίπτωση αυτή, η εν λόγω προσφυγή ή το μέρος της δεν μπορεί να επανυποβληθεί βάσει του άρθρου 3.33 (Υποβολή προσφυγής).

8.    Κατόπιν αιτήματος του καθού, το τμήμα συνεκδίκασης, στην ίδια βάση και με τα ίδια αποτελέσματα που ορίζονται στις παραγράφους 3 και 6, μπορεί να αποφασίσει αν θα ασκήσει δικαιοδοσία επί του συνόλου ή μέρους προσφυγής που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 1 και η οποία έχει υποβληθεί μετά την έναρξη της διαδικασίας συνεκδίκασης.

9.    Κατόπιν αιτήματος ενός από τους προσφεύγοντες, το τμήμα συνεκδίκασης μπορεί να λάβει κατάλληλα μέτρα προκειμένου να διαφυλάξει τον εμπιστευτικό χαρακτήρα προστατευόμενων πληροφοριών του εν λόγω προσφεύγοντος έναντι των λοιπών προσφευγόντων. Τα μέτρα αυτά μπορούν να περιλαμβάνουν τη χορήγηση στους λοιπούς προσφεύγοντες εκδόσεων των εγγράφων που περιέχουν προστατευόμενες πληροφορίες με διαγραμμένες τις εν λόγω πληροφορίες ή ρυθμίσεις για τη διεξαγωγή τμημάτων της ακροαματικής διαδικασίας κεκλεισμένων των θυρών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4

ΘΕΣΜΙΚΕΣ, ΓΕΝΙΚΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΑΡΘΡΟ 4.1

Επιτροπή

1.    Τα Μέρη συνιστούν επιτροπή απαρτιζόμενη από εκπροσώπους του Μέρους ΕΕ και εκπροσώπους του Βιετνάμ.


2.    Η επιτροπή συνεδριάζει μία φορά ετησίως, εκτός αν η επιτροπή αποφασίσει διαφορετικά ή, σε περίπτωση επείγοντος, το ζητήσει οποιοδήποτε Μέρος. Οι συνεδριάσεις της επιτροπής διεξάγονται εναλλάξ στην Ένωση και στο Βιετνάμ, εκτός αν τα Μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά. Την προεδρία της επιτροπής ασκούν από κοινού ο υπουργός Σχεδιασμού και Επενδύσεων του Βιετνάμ και το αρμόδιο για το εμπόριο μέλος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ή οι αντίστοιχοι εκπρόσωποί τους. Η επιτροπή συμφωνεί το χρονοδιάγραμμα των συνεδριάσεών της και ορίζει την ημερήσια διάταξή τους.

3.    Η επιτροπή:

α)    διασφαλίζει την καλή λειτουργία της παρούσας Συμφωνίας·

β)    επιβλέπει και διευκολύνει την υλοποίηση και την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας και προάγει τους γενικούς της στόχους·

γ)    εξετάζει ζητήματα σχετικά με το παρόν κεφάλαιο τα οποία της έχει παραπέμψει Μέρος·

δ)    εξετάζει τα προβλήματα που τυχόν ανακύπτουν κατά την εφαρμογή του τμήματος Β (Επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών)·

ε)    εξετάζει δυνητικές βελτιώσεις του τμήματος Β (Επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών), ιδίως με βάση τις εμπειρίες και τις εξελίξεις σε άλλα διεθνή φόρουμ·


στ)    κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε Μέρους, εξετάζει την εφαρμογή οποιασδήποτε αμοιβαία αποδεκτής λύσης σε διαφορά στο πλαίσιο του τμήματος Β (Επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών)·

ζ)    εξετάζει τα σχέδια εσωτερικών κανονισμών που έχουν καταρτίσει ο πρόεδρος του δικαστηρίου ή ο πρόεδρος του εφετείου σύμφωνα με την παράγραφο 10 του άρθρου 3.38 (Δικαστήριο) και την παράγραφο 10 του άρθρου 3.39 (Εφετείο)·

η)    με την επιφύλαξη των διατάξεων του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών), επιδιώκει την επίλυση των προβλημάτων που τυχόν έχουν προκύψει στους τομείς που καλύπτονται από την παρούσα Συμφωνία και την επίλυση των διαφορών που τυχόν έχουν προκύψει σχετικά με την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας· και

θ)    εξετάζει κάθε άλλο ζήτημα ενδιαφέροντος που αφορά τομείς οι οποίοι καλύπτονται από την παρούσα Συμφωνία.

4.    Η επιτροπή μπορεί, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας:

α)    να επικοινωνεί σχετικά με θέματα που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας Συμφωνίας με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, συμπεριλαμβανομένων του ιδιωτικού τομέα, των κοινωνικών εταίρων και των οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών·

β)    να εξετάζει και να προτείνει στα Μέρη τροποποιήσεις της παρούσας Συμφωνίας ή, στις περιπτώσεις που προβλέπονται ειδικά στην παρούσα Συμφωνία, να τροποποιεί με απόφασή της διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας·


γ)    να εκδίδει ερμηνείες των διατάξεων της παρούσας Συμφωνίας, μεταξύ άλλων σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 3.42 (Εφαρμοστέο δίκαιο και κανόνες ερμηνείας), οι οποίες είναι δεσμευτικές για τα Μέρη και όλα τα όργανα που συνιστώνται βάσει της παρούσας Συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένων των ειδικών ομάδων διαιτησίας που αναφέρονται στο τμήμα Α (Επίλυση διαφορών μεταξύ των Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών) και των δικαστηρίων που συνιστώνται βάσει του τμήματος Β (Επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών)·

δ)    να εκδίδει αποφάσεις ή να διατυπώνει συστάσεις κατά τα προβλεπόμενα στην παρούσα Συμφωνία·

ε)    να θεσπίζει τον εσωτερικό της κανονισμό·

στ)    να προβαίνει σε κάθε άλλη ενέργεια κατά την άσκηση των καθηκόντων της που είναι σύμφωνη με την παρούσα Συμφωνία.

5.    Η επιτροπή μπορεί, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας και μετά την εκπλήρωση των αντίστοιχων νομικών απαιτήσεων και διαδικασιών των Μερών:

α)    να εκδίδει αποφάσεις για τον διορισμό των μελών του δικαστηρίου και των μελών του εφετείου σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 3.38 (Δικαστήριο) και την παράγραφο 3 του άρθρου 3.39 (Εφετείο)· για την αύξηση ή τη μείωση του αριθμού των μελών του δικαστηρίου και των μελών του εφετείου σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 3.38 (Δικαστήριο) και την παράγραφο 4 του άρθρου 3.39 (Εφετείο)· και για την παύση μέλους του δικαστηρίου ή του εφετείου σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 3.40 (Δεοντολογία)·


β)    να θεσπίζει και στη συνέχεια να τροποποιεί κανόνες για τη συμπλήρωση των εφαρμοστέων κανόνων περί επίλυσης διαφορών όπως προβλέπεται στην παράγραφο 4 του άρθρου 3.33 (Υποβολή προσφυγής)· οι εν λόγω κανόνες και οι τροποποιήσεις τους είναι δεσμευτικοί για το δικαστήριο και το εφετείο·

γ)    να εκδώσει απόφαση που θα ορίζει ότι εφαρμόζεται το άρθρο 3 παράγραφος 3 των κανόνων της UNCITRAL περί διαφάνειας αντί της παραγράφου 3 του άρθρου 3.46 (Διαφάνεια της διαδικασίας)·

δ)    να καθορίζει το ποσό της πάγιας αμοιβής που αναφέρεται στην παράγραφο 14 του άρθρου 3.38 (Δικαστήριο) και την παράγραφο 14 του άρθρου 3.39 (Εφετείο), καθώς και των λοιπών αμοιβών και των δαπανών των μελών των τμημάτων του εφετείου και των προέδρων του δικαστηρίου και του εφετείου σύμφωνα με τις παραγράφους 14 και 16 του άρθρου 3.38 (Δικαστήριο) και τις παραγράφους 14 και 16 του άρθρου 3.39 (Εφετείο)·

ε)    να μετατρέψει την πάγια αμοιβή και τις λοιπές αμοιβές και δαπάνες των μελών του δικαστηρίου και του εφετείου σε τακτικό μισθό σύμφωνα με την παράγραφο 17 του άρθρου 3.38 (Δικαστήριο) και την παράγραφο 17 του άρθρου 3.39 (Εφετείο)·

στ)    να εγκρίνει ή να απορρίπτει τα σχέδια εσωτερικού κανονισμού του δικαστηρίου ή του εφετείου σύμφωνα με την παράγραφο 10 του άρθρου 3.38 (Δικαστήριο) και την παράγραφο 10 του άρθρου 3.39 (Εφετείο)·

ζ)    να εκδώσει απόφαση που να καθορίζει τις τυχόν αναγκαίες μεταβατικές ρυθμίσεις σύμφωνα με το άρθρο 3.41 (Πολυμερείς μηχανισμοί επίλυσης διαφορών)· και


η)    να θεσπίζει συμπληρωματικούς κανόνες για τις αμοιβές σύμφωνα με την παράγραφο 5 του άρθρου 3.53 (Προσωρινή απόφαση).

ΑΡΘΡΟ 4.2

Διαδικασία λήψης αποφάσεων της επιτροπής

1.    Στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παρούσα Συμφωνία, η επιτροπή έχει την εξουσία να λαμβάνει αποφάσεις προς τον σκοπό της επίτευξης των στόχων της παρούσας Συμφωνίας. Οι λαμβανόμενες αποφάσεις είναι δεσμευτικές για τα Μέρη, τα οποία λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή τους.

2.    Η επιτροπή μπορεί να διατυπώνει κατάλληλες συστάσεις προς τα Μέρη.

3.    Όλες οι αποφάσεις και οι συστάσεις της επιτροπής εγκρίνονται με κοινή συναίνεση.

ΑΡΘΡΟ 4.3

Τροποποιήσεις

1.    Τα Μέρη μπορούν να επιφέρουν τροποποιήσεις στην παρούσα Συμφωνία. Τροποποίηση τίθεται σε ισχύ αφού τα Μέρη ανταλλάξουν έγγραφες κοινοποιήσεις με τις οποίες βεβαιώνουν ότι έχουν ολοκληρώσει τις αντίστοιχες εφαρμοστέες νομικές διαδικασίες τους, όπως προβλέπεται στο άρθρο 4.9 (Έναρξη ισχύος).


2.    Παρά την παράγραφο 1, στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παρούσα Συμφωνία, τα Μέρη μπορούν, ενεργούντα στο πλαίσιο της επιτροπής, να επιφέρουν τροποποιήσεις στην παρούσα Συμφωνία με απόφαση της επιτροπής. Η διάταξη αυτή ισχύει με την επιφύλαξη της ολοκλήρωσης των εφαρμοστέων νομικών διαδικασιών κάθε Μέρους.

ΑΡΘΡΟ 4.4

Φορολογία

1.    Καμία διάταξη της παρούσας Συμφωνίας δεν επηρεάζει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις είτε της Ένωσης ή οποιουδήποτε κράτους μέλους της είτε του Βιετνάμ βάσει οποιασδήποτε φορολογικής σύμβασης μεταξύ οποιουδήποτε κράτους μέλους της Ένωσης και του Βιετνάμ. Σε περίπτωση οποιασδήποτε ασυμφωνίας ανάμεσα στην παρούσα Συμφωνία και οποιαδήποτε φορολογική σύμβαση, η εν λόγω φορολογική σύμβαση υπερισχύει στον βαθμό που υφίσταται η ασυμφωνία.

2.    Καμία διάταξη της παρούσας Συμφωνίας δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως απαγορεύουσα στα Μέρη να μεταχειρίζονται, κατά την εφαρμογή των σχετικών διατάξεων της φορολογικής τους νομοθεσίας, διαφορετικά φορολογουμένους που δεν βρίσκονται στην ίδια κατάσταση, ιδίως όσον αφορά τον τόπο διαμονής τους ή τον τόπο όπου έχουν επενδύσει τα κεφάλαιά τους.

3.    Καμία διάταξη της παρούσας Συμφωνίας δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως απαγορεύουσα τη θέσπιση ή την εφαρμογή οποιουδήποτε μέτρου που στοχεύει στην πρόληψη της φοροαποφυγής ή της φοροδιαφυγής σύμφωνα με τις φορολογικές διατάξεις σύμβασης για την αποφυγή της διπλής φορολόγησης, άλλης φορολογικής ρύθμισης ή της εσωτερικής φορολογικής νομοθεσίας.


ΑΡΘΡΟ 4.5

Μέτρα προληπτικής εποπτείας

1.    Καμία διάταξη της παρούσας Συμφωνίας δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως απαγορεύουσα σε Μέρος τη θέσπιση ή τη διατήρηση μέτρων που επιδιώκουν σκοπούς προληπτικής εποπτείας, όπως:

α)    την προστασία των επενδυτών, των καταθετών, των κατόχων ασφαλιστήριων συμβολαίων ή των προσώπων έναντι των οποίων πάροχος χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών υπέχει καθήκον καταπιστευματοδόχου· ή

β)    τη διαφύλαξη της ακεραιότητας και της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος Μέρους.

2.    Τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δεν είναι περισσότερο επαχθή από όσο απαιτείται για την επίτευξη του σκοπού τους.

3.    Καμία διάταξη της παρούσας Συμφωνίας δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως επιβάλλουσα σε Μέρος την υποχρέωση να γνωστοποιεί πληροφορίες σχετικά με τις υποθέσεις και τους λογαριασμούς μεμονωμένων καταναλωτών ή οποιεσδήποτε εμπιστευτικές ή ιδιόκτητες πληροφορίες που κατέχουν δημόσιοι φορείς.


ΑΡΘΡΟ 4.6

Γενικές εξαιρέσεις

Υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω μέτρα δεν εφαρμόζονται κατά τρόπο ώστε να συνιστούν μέσο αυθαίρετης ή αδικαιολόγητης διακριτικής μεταχείρισης μεταξύ χωρών στις οποίες επικρατούν παρόμοιες συνθήκες ή συγκαλυμμένο περιορισμό των καλυπτόμενων επενδύσεων, καμία διάταξη των άρθρων 2.3 (Εθνική μεταχείριση) και 2.4 (Μεταχείριση του μάλλον ευνοουμένου κράτους) δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως απαγορεύουσα σε οποιοδήποτε Μέρος τη θέσπιση ή την εφαρμογή μέτρων τα οποία:

α)    είναι αναγκαία για την προστασία της δημόσιας ασφάλειας ή των χρηστών ηθών ή για την τήρηση της δημόσιας τάξης·

β)    είναι αναγκαία για την προστασία της ζωής ή της υγείας των ανθρώπων, των ζώων ή των φυτών·

γ)    αφορούν τη διατήρηση εξαντλήσιμων φυσικών πόρων, αν τα εν λόγω μέτρα εφαρμόζονται σε συνδυασμό με περιορισμούς επί των εγχώριων επενδυτών ή επί της εγχώριας προσφοράς ή κατανάλωσης υπηρεσιών·

δ)    είναι αναγκαία για την προστασία εθνικών θησαυρών με καλλιτεχνική, ιστορική ή αρχαιολογική αξία·


ε)    είναι αναγκαία για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης με νομοθετικές ή κανονιστικές διατάξεις οι οποίες δεν είναι ασύμβατες με τα άρθρα 2.3 (Εθνική μεταχείριση) και 2.4 (Μεταχείριση του μάλλον ευνοουμένου κράτους), συμπεριλαμβανομένων αυτών που αφορούν:

i)    την πρόληψη παραπλανητικών πρακτικών και πρακτικών που συνιστούν απάτη ή την αντιμετώπιση των συνεπειών της αθέτησης συμβάσεων·

ii)    την προστασία της ιδιωτικής ζωής των φυσικών προσώπων σε σχέση με την επεξεργασία και τη διάδοση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, και την προστασία του εμπιστευτικού χαρακτήρα ατομικών στοιχείων και λογαριασμών· ή

iii)    την ασφάλεια·

ή


στ)    δεν συνάδουν με την παράγραφο 1 του άρθρου 2.3 (Εθνική μεταχείριση), υπό την προϋπόθεση ότι η διαφορά στη μεταχείριση αποσκοπεί στη διασφάλιση της δίκαιης ή της αποτελεσματικής επιβολής ή είσπραξης άμεσων φόρων όσον αφορά οικονομικές δραστηριότητες ή επενδυτές του άλλου Μέρους 30 .


ΑΡΘΡΟ 4.7

Ειδικές εξαιρέσεις

Καμία διάταξη του κεφαλαίου 2 (Προστασία των επενδύσεων) δεν εφαρμόζεται στα μη εισάγοντα διακρίσεις μέτρα γενικής εφαρμογής που λαμβάνονται από οποιονδήποτε δημόσιο φορέα που ασκεί νομισματική πολιτική ή συναλλαγματική πολιτική. Το παρόν άρθρο δεν θίγει τις υποχρεώσεις των Μερών βάσει του άρθρου 2.8 (Μεταφορά).

ΑΡΘΡΟ 4.8

Εξαιρέσεις για λόγους ασφάλειας

Καμία διάταξη της παρούσας Συμφωνίας δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως:

α)    επιβάλλουσα σε Μέρος την υποχρέωση να παράσχει οποιαδήποτε πληροφορία της οποίας την αποκάλυψη θεωρεί ως αντιβαίνουσα στα θεμελιώδη συμφέροντα ασφαλείας του·

β)    απαγορεύουσα σε Μέρος τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου το οποίο θεωρεί απαραίτητο για την προστασία των θεμελιωδών συμφερόντων ασφαλείας του και το οποίο:

i)    συνδέεται με την παραγωγή ή το εμπόριο όπλων, πυρομαχικών και πολεμικών υλικών, και σχετίζεται με τη διακίνηση άλλων εμπορευμάτων και υλών και με οικονομικές δραστηριότητες που πραγματοποιούνται άμεσα ή έμμεσα με σκοπό τον εφοδιασμό στρατιωτικών εγκαταστάσεων·


ii)    σχετίζεται με την παροχή υπηρεσιών που αποσκοπούν άμεσα ή έμμεσα στον εφοδιασμό στρατιωτικών εγκαταστάσεων·

iii)    σχετίζεται με σχάσιμα ή συντήξιμα υλικά ή τα υλικά από τα οποία αυτά παράγονται· ή

iv)    λαμβάνεται σε καιρό πολέμου ή άλλης έκτακτης κατάστασης στις διεθνείς σχέσεις·

γ)    απαγορεύουσα σε Μέρος τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου το οποίο λαμβάνεται σε εκπλήρωση των υποχρεώσεων του εν λόγω Μέρους που απορρέουν από τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, που υπογράφηκε στο Σαν Φρανσίσκο στις 26 Ιουνίου 1945, με σκοπό τη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας.

ΑΡΘΡΟ 4.9

Εφαρμογή νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων

Καμία διάταξη του άρθρου 2.8 (Μεταφορά) δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως απαγορεύουσα σε Μέρος να εφαρμόζει, με τρόπο δίκαιο, που δεν εισάγει διακρίσεις και που δεν συνιστά συγκαλυμμένο περιορισμό των επενδύσεων, τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις του σχετικά με:

α)    την πτώχευση, την αφερεγγυότητα, την ανάκαμψη και την εξυγίανση των τραπεζών, την προστασία των δικαιωμάτων των πιστωτών ή την προληπτική εποπτεία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων·


β)    την έκδοση, την εμπορία ή τη διαπραγμάτευση χρηματοπιστωτικών μέσων·

γ)    τη χρηματοοικονομική πληροφόρηση ή την τήρηση αρχείων μεταφορών, όταν αυτό είναι αναγκαίο για τη διευκόλυνση των αρχών επιβολής του νόμου ή των χρηματοπιστωτικών ρυθμιστικών αρχών·

δ)    τις εγκληματικές ή αξιόποινες πράξεις, τις παραπλανητικές πρακτικές ή τις πρακτικές που συνιστούν απάτη·

ε)    τη διασφάλιση της εφαρμογής αποφάσεων που εκδίδονται στο πλαίσιο διαδικασιών επίλυσης διαφορών· ή

στ)    προγράμματα κοινωνικής ασφάλισης, κρατικά συνταξιοδοτικά προγράμματα ή υποχρεωτικά προγράμματα αποταμίευσης.

ΑΡΘΡΟ 4.10

Προσωρινά μέτρα διασφάλισης

Σε εξαιρετικές περιστάσεις σοβαρών δυσχερειών για τη λειτουργία της οικονομικής και νομισματικής ένωσης της Ένωσης ή, στην περίπτωση του Βιετνάμ, για τη λειτουργία της νομισματικής και συναλλαγματικής πολιτικής, ή απειλής τέτοιων δυσχερειών, το οικείο Μέρος μπορεί να λαμβάνει μέτρα διασφάλισης σε σχέση με τις μεταφορές, υπό την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω μέτρα είναι απολύτως αναγκαία και δεν υπερβαίνουν σε διάρκεια το ένα έτος.


ΑΡΘΡΟ 4.11

Περιορισμοί σε περίπτωση δυσχερειών ως προς το ισοζύγιο πληρωμών ή την εξωτερική χρηματοδότηση

1.    Αν ένα Μέρος αντιμετωπίζει σοβαρές δυσχέρειες ως προς το ισοζύγιο πληρωμών ή την εξωτερική χρηματοδότησή του, ή απειλή τέτοιων δυσχερειών, μπορεί να θεσπίζει ή να διατηρεί μέτρα διασφάλισης σε σχέση με τις μεταφορές τα οποία:

α)    δεν εισάγουν διακρίσεις σε σύγκριση με τρίτες χώρες σε παρεμφερείς καταστάσεις·

β)    δεν υπερβαίνουν το μέτρο που είναι αναγκαίο για την αποκατάσταση των δυσχερειών ως προς το ισοζύγιο πληρωμών ή την εξωτερική χρηματοδότηση·

γ)    συνάδουν, κατά περίπτωση, με τα άρθρα της Συμφωνίας του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου·

δ)    δεν επιφέρουν αδικαιολόγητη βλάβη στα εμπορικά, οικονομικά και χρηματοπιστωτικά συμφέροντα του άλλου Μέρους· και

ε)    είναι προσωρινά και καταργούνται σταδιακά καθόσον βελτιώνεται η κατάσταση.

2.    Μέρος που έχει θεσπίσει ή διατηρήσει μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 τα κοινοποιεί αμέσως στο άλλο Μέρος και υποβάλλει, το συντομότερο δυνατόν, χρονοδιάγραμμα για την κατάργησή τους.


3.    Σε περίπτωση θέσπισης ή διατήρησης περιορισμών βάσει της παραγράφου 1, πραγματοποιούνται αμέσως διαβουλεύσεις στο πλαίσιο της επιτροπής, εκτός αν πραγματοποιούνται διαβουλεύσεις στο πλαίσιο άλλων φόρουμ. Κατά τις διαβουλεύσεις αξιολογούνται οι δυσχέρειες ως προς το ισοζύγιο πληρωμών ή την εξωτερική χρηματοδότηση που οδήγησαν στη λήψη των σχετικών μέτρων, λαμβανομένων υπόψη, μεταξύ άλλων, παραγόντων όπως οι ακόλουθοι:

α)    η φύση και η έκταση των δυσχερειών·

β)    το εξωτερικό οικονομικό και εμπορικό περιβάλλον· ή

γ)    τα εναλλακτικά διορθωτικά μέτρα που τυχόν είναι δυνατόν να ληφθούν.

Κατά τις διαβουλεύσεις εξετάζεται η συμμόρφωση των περιοριστικών μέτρων με τις διατάξεις της παραγράφου 1. Όλα τα σχετικά πορίσματα στατιστικής ή πραγματολογικής φύσης που παρουσιάζονται από το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο γίνονται δεκτά και τα συμπεράσματα λαμβάνουν υπόψη την αξιολόγηση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την κατάσταση του ισοζυγίου πληρωμών και της εξωτερικής χρηματοδότησης του οικείου Μέρους.


ΑΡΘΡΟ 4.12

Κοινοποίηση πληροφοριών

1.    Καμία διάταξη της παρούσας Συμφωνίας δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως επιβάλλουσα σε Μέρος την υποχρέωση να κοινοποιήσει εμπιστευτικές πληροφορίες των οποίων η κοινοποίηση θα δυσχέραινε την επιβολή του νόμου ή θα αντέβαινε άλλως στο δημόσιο συμφέρον, ή θα έθιγε τα εύλογα εμπορικά συμφέροντα συγκεκριμένων επιχειρήσεων, δημόσιων ή ιδιωτικών, με την εξαίρεση της περίπτωσης που ειδική ομάδα διαιτησίας ζητεί εμπιστευτικές πληροφορίες στο πλαίσιο διαδικασίας επίλυσης διαφορών βάσει του τμήματος Α (Επίλυση διαφορών μεταξύ των Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών). Στις περιπτώσεις αυτές, η ειδική ομάδα διασφαλίζει την πλήρη προστασία του εμπιστευτικού χαρακτήρα των πληροφοριών.

2.    Όταν Μέρος υποβάλλει στην επιτροπή πληροφορίες οι οποίες θεωρούνται εμπιστευτικές σύμφωνα με τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις του, το άλλο Μέρος μεταχειρίζεται τις εν λόγω πληροφορίες ως εμπιστευτικές, εκτός αν το Μέρος που τις υπέβαλε συμφωνήσει διαφορετικά.

ΑΡΘΡΟ 4.13

Έναρξη ισχύος

1.    Η παρούσα Συμφωνία εγκρίνεται από τα Μέρη σύμφωνα με τις αντίστοιχες εφαρμοστέες νομικές διαδικασίες τους.


2.    Η παρούσα Συμφωνία αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα μετά την ημερομηνία κατά την οποία τα Μέρη θα έχουν κοινοποιήσει το ένα στο άλλο την ολοκλήρωση των εφαρμοστέων νομικών διαδικασιών τους για την έναρξη ισχύος της παρούσας Συμφωνίας. Τα Μέρη μπορούν να συμφωνήσουν άλλη ημερομηνία έναρξης της ισχύος.

3.    Οι κοινοποιήσεις αποστέλλονται στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στο Υπουργείο Εξωτερικών του Βιετνάμ.

4.    Η παρούσα Συμφωνία μπορεί να τεθεί σε προσωρινή εφαρμογή με συμφωνία των Μερών. Στην περίπτωση αυτή, η Συμφωνία εφαρμόζεται από την πρώτη ημέρα του μήνα μετά την ημερομηνία κατά την οποία η Ένωση και το Βιετνάμ θα έχουν κοινοποιήσει αμοιβαία την ολοκλήρωση των εφαρμοστέων νομικών διαδικασιών τους για την προσωρινή εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας. Τα Μέρη μπορούν να συμφωνήσουν άλλη ημερομηνία έναρξης της εφαρμογής.

5.    Σε περίπτωση που δεν είναι δυνατή η προσωρινή εφαρμογή ορισμένων διατάξεων της παρούσας Συμφωνίας, το Μέρος το οποίο δεν μπορεί να προβεί στην εν λόγω προσωρινή εφαρμογή κοινοποιεί στο άλλο Μέρος τις διατάξεις των οποίων η προσωρινή εφαρμογή δεν είναι δυνατή. Παρά την παράγραφο 4, υπό την προϋπόθεση ότι το άλλο Μέρος έχει ολοκληρώσει τις εφαρμοστέες νομικές διαδικασίες για την προσωρινή εφαρμογή και δεν έχει αντιταχθεί στην προσωρινή εφαρμογή εντός 10 ημερών από την κοινοποίηση της αδυναμίας προσωρινής εφαρμογής ορισμένων διατάξεων, οι διατάξεις της παρούσας Συμφωνίας οι οποίες δεν περιλαμβάνονται στην κοινοποίηση εφαρμόζονται προσωρινά από την πρώτη ημέρα του μήνα μετά την κοινοποίηση.

6.    Κάθε Μέρος μπορεί να καταγγείλει την προσωρινή εφαρμογή με έγγραφη κοινοποίηση στο άλλο Μέρος. Η εν λόγω καταγγελία παράγει αποτελέσματα την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα μετά την κοινοποίηση.


7.    Σε περίπτωση προσωρινής εφαρμογής της παρούσας Συμφωνίας ή ορισμένων διατάξεων αυτής, η φράση «έναρξη ισχύος της παρούσας Συμφωνίας» σημαίνει την ημερομηνία προσωρινής εφαρμογής. Η επιτροπή και τα λοιπά όργανα που συνιστώνται βάσει της παρούσας Συμφωνίας μπορούν να ασκούν τα καθήκοντά τους κατά την προσωρινή εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας. Οι αποφάσεις που τυχόν θα εκδοθούν στο πλαίσιο της άσκησης αυτών των καθηκόντων θα παύσουν να ισχύουν μόνο αν η προσωρινή εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας καταγγελθεί και η παρούσα Συμφωνία δεν τεθεί σε ισχύ.

ΑΡΘΡΟ 4.14

Διάρκεια ισχύος

1.    Η παρούσα Συμφωνία είναι αόριστης διάρκειας.

2.    Η Ένωση ή το Βιετνάμ μπορεί να κοινοποιήσει εγγράφως στο άλλο Μέρος την επιθυμία της/του να καταγγείλει την παρούσα Συμφωνία. Η εν λόγω καταγγελία παράγει αποτελέσματα με το πέρας του έκτου μήνα μετά την κοινοποίηση.


ΑΡΘΡΟ 4.15

Καταγγελία

Σε περίπτωση καταγγελίας της παρούσας Συμφωνίας σύμφωνα με το άρθρο 4.10 (Διάρκεια ισχύος), οι διατάξεις του κεφαλαίου 1 (Στόχοι και γενικοί ορισμοί), των άρθρων 2.1 (Πεδίο εφαρμογής), 2.2 (Επενδυτικά και ρυθμιστικά μέτρα και στόχοι) και 2.5 (Μεταχείριση των επενδύσεων) έως 2.9 (Υποκατάσταση), οι σχετικές διατάξεις του κεφαλαίου 4 και οι διατάξεις του τμήματος B (Επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και Μερών) θα εξακολουθήσουν να ισχύουν για περαιτέρω διάστημα 15 ετών από την ημερομηνία της καταγγελίας όσον αφορά τις επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν πριν από την ημερομηνία καταγγελίας της παρούσας Συμφωνίας, εκτός αν τα Μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά. Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται αν η προσωρινή εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας καταγγελθεί και η παρούσα Συμφωνία δεν τεθεί σε ισχύ.

ΑΡΘΡΟ 4.16

Εκπλήρωση υποχρεώσεων

1.    Τα Μέρη λαμβάνουν όλα τα γενικά ή ειδικά μέτρα που απαιτούνται για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους βάσει της παρούσας Συμφωνίας. Τα Μέρη διασφαλίζουν την επίτευξη των στόχων της παρούσας Συμφωνίας.


2.    Αν ένα Μέρος θεωρεί ότι το άλλο Μέρος έχει διαπράξει ουσιώδη παραβίαση της συμφωνίας εταιρικής σχέσης και συνεργασίας, μπορεί να λάβει κατάλληλα μέτρα σε σχέση με την παρούσα Συμφωνία σύμφωνα με το άρθρο 57 της συμφωνίας εταιρικής σχέσης και συνεργασίας.

ΑΡΘΡΟ 4.17

Πρόσωπα που ασκούν κρατικές αρμοδιότητες κατ’ εξουσιοδότηση

Εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στην παρούσα Συμφωνία, κάθε Μέρος διασφαλίζει ότι κάθε πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένων των κρατικών επιχειρήσεων, των επιχειρήσεων στις οποίες έχουν χορηγηθεί ειδικά δικαιώματα ή προνόμια και των ορισθέντων μονοπωλίων, στο οποίο έχουν ανατεθεί από Μέρος ρυθμιστικές, διοικητικές ή άλλες κρατικές αρμοδιότητες σε οποιοδήποτε επίπεδο διακυβέρνησης, όπως προβλέπεται από την εσωτερική νομοθεσία του εν λόγω Μέρους, ενεργεί κατά την άσκηση των εν λόγω αρμοδιοτήτων με τρόπο που συνάδει με τις υποχρεώσεις του οικείου Μέρους που καθορίζονται βάσει της παρούσας Συμφωνίας.

ΑΡΘΡΟ 4.18

Απουσία άμεσου αποτελέσματος

Καμία διάταξη της παρούσας Συμφωνίας δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως απονέμουσα δικαιώματα ή επιβάλλουσα υποχρεώσεις σε πρόσωπα, πλην εκείνων που δημιουργούνται μεταξύ των Μερών βάσει του δημόσιου διεθνούς δικαίου. Το Βιετνάμ μπορεί να ορίζει διαφορετικά βάσει του εσωτερικού του δικαίου.


ΑΡΘΡΟ 4.19

Παραρτήματα

Τα παραρτήματα της παρούσας Συμφωνίας αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της.

ΑΡΘΡΟ 4.20

Σχέσεις με άλλες συμφωνίες

1.    Εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στην παρούσα Συμφωνία, η παρούσα Συμφωνία δεν υπερισχύει των προηγούμενων συμφωνιών μεταξύ της Ένωσης ή των κρατών μελών της και του Βιετνάμ ούτε τις καταργεί.

2.    Η παρούσα Συμφωνία αποτελεί τμήμα των συνολικών σχέσεων μεταξύ της Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και του Βιετνάμ, αφετέρου, όπως προβλέπεται στη συμφωνία εταιρικής σχέσης και συνεργασίας, και συνιστά τμήμα του κοινού θεσμικού πλαισίου.

3.    Καμία διάταξη της παρούσας Συμφωνίας δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως επιβάλλουσα σε Μέρος την υποχρέωση να ενεργεί κατά τρόπο ασύμβατο με τις υποχρεώσεις του βάσει της συμφωνίας του Μαρακές για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, η οποία υπογράφηκε στο Μαρακές στις 15 Απριλίου 1994.


4.    Με την έναρξη ισχύος της παρούσας Συμφωνίας, οι συμφωνίες μεταξύ κρατών μελών της Ένωσης και του Βιετνάμ που παρατίθενται στο παράρτημα 6 (Κατάλογος επενδυτικών συμφωνιών), συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων που απορρέουν από αυτές, παύουν να ισχύουν και αντικαθίστανται από την παρούσα Συμφωνία και υποτάσσονται σε αυτήν 31 .

5.    Σε περίπτωση προσωρινής εφαρμογής σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 4.13 (Έναρξη ισχύος), η εφαρμογή των διατάξεων των συμφωνιών που παρατίθενται στο παράρτημα 6 (Κατάλογος επενδυτικών συμφωνιών), καθώς και των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων που απορρέουν από αυτές, αναστέλλεται από την ημερομηνία της προσωρινής εφαρμογής 32 . Σε περίπτωση που η προσωρινή εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας καταγγελθεί και η παρούσα Συμφωνία δεν τεθεί σε ισχύ, η αναστολή θα παύσει και οι συμφωνίες που παρατίθενται στο παράρτημα 6 (Κατάλογος επενδυτικών συμφωνιών) θα τεθούν εκ νέου σε ισχύ 33 .

6.    Παρά τις παραγράφους 4 και 5, μπορεί να υποβληθεί προσφυγή βάσει συμφωνίας από τις παρατιθέμενες στο παράρτημα 6 (Κατάλογος επενδυτικών συμφωνιών), σύμφωνα με τους κανόνες και τις διαδικασίες που προβλέπονται στη συμφωνία αυτή, υπό τις εξής προϋποθέσεις:

α)    η προσφυγή αφορά εικαζόμενη παραβίαση της εν λόγω συμφωνίας η οποία έλαβε χώρα πριν από την ημερομηνία αναστολής της εφαρμογής της συμφωνίας σύμφωνα με την παράγραφο 5 ή, αν η εφαρμογή της συμφωνίας δεν έχει ανασταλεί σύμφωνα με την παράγραφο 5, πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Συμφωνίας· και


β)    δεν έχουν παρέλθει περισσότερα από τρία έτη από την ημερομηνία αναστολής της εφαρμογής της συμφωνίας σύμφωνα με την παράγραφο 5 ή, αν η εφαρμογή της συμφωνίας δεν έχει ανασταλεί σύμφωνα με την παράγραφο 5, από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Συμφωνίας έως την ημερομηνία υποβολής της προσφυγής.

7.    Παρά τις παραγράφους 4 και 5, αν η προσωρινή εφαρμογή της παρούσας Συμφωνίας καταγγελθεί και η παρούσα Συμφωνία δεν τεθεί σε ισχύ, μπορεί να υποβληθεί προσφυγή βάσει της παρούσας Συμφωνίας, σύμφωνα με τους κανόνες και τις διαδικασίες που προβλέπονται στην παρούσα Συμφωνία, υπό τις εξής προϋποθέσεις:

α)    η προσφυγή αφορά εικαζόμενη παραβίαση της παρούσας Συμφωνίας η οποία έλαβε χώρα κατά το διάστημα της προσωρινής εφαρμογής της παρούσας Συμφωνίας· και

β)    δεν έχουν παρέλθει περισσότερα από τρία έτη από την ημερομηνία καταγγελίας της προσωρινής εφαρμογής έως την ημερομηνία υποβολής της προσφυγής.

8.    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι καμία προσφυγή δεν μπορεί να υποβληθεί βάσει της παρούσας Συμφωνίας και σύμφωνα με τους κανόνες και τις διαδικασίες που καθορίζονται σε αυτήν, αν η προσφυγή αφορά εικαζόμενη παραβίαση της παρούσας Συμφωνίας η οποία έλαβε χώρα πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Συμφωνίας ή, σε περίπτωση προσωρινής εφαρμογής της παρούσας Συμφωνίας, πριν από την ημερομηνία της προσωρινής εφαρμογής.

9.    Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, δεν εφαρμόζεται ο ορισμός της «έναρξης ισχύος της παρούσας Συμφωνίας» που προβλέπεται στην παράγραφο 7 του άρθρου 4.13 (Έναρξη ισχύος).


ΑΡΘΡΟ 4.21

Μελλοντικές προσχωρήσεις στην Ένωση

1.    Η Ένωση ενημερώνει το Βιετνάμ για κάθε αίτημα τρίτης χώρας να προσχωρήσει στην Ένωση.

2.    Κατά τις διαπραγματεύσεις μεταξύ της Ένωσης και της υποψήφιας χώρας που ζητεί να προσχωρήσει στην Ένωση, η Ένωση καταβάλλει προσπάθεια:

α)    να παρέχει, κατόπιν αιτήματος του Βιετνάμ και στο μέτρο του δυνατού, πληροφορίες σχετικά με οποιοδήποτε ζήτημα το οποίο καλύπτεται από την παρούσα Συμφωνία· και

β)    να λαμβάνει υπόψη τις ανησυχίες που εκφράζει το Βιετνάμ.

3.    Η Ένωση ενημερώνει το Βιετνάμ για την έναρξη ισχύος κάθε προσχώρησης στην Ένωση.

4.    Η επιτροπή εξετάζει, σε επαρκή χρόνο πριν από την ημερομηνία προσχώρησης τρίτης χώρας στην Ένωση, τα αποτελέσματα που μπορεί να έχει η προσχώρηση στην παρούσα Συμφωνία.


5.    Κάθε νέο κράτος μέλος της Ένωσης προσχωρεί στην παρούσα Συμφωνία από την ημερομηνία της προσχώρησής του στην Ένωση, μέσω σχετικής ρήτρας που περιλαμβάνεται στην πράξη προσχώρησης στην Ένωση. Αν η πράξη προσχώρησης στην Ένωση δεν προβλέπει την αυτόματη προσχώρηση του κράτους μέλους της Ένωσης στην παρούσα Συμφωνία, το οικείο κράτος μέλος της Ένωσης προσχωρεί στην παρούσα Συμφωνία μέσω της κατάθεσης πράξης προσχώρησης στην παρούσα Συμφωνία στον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου της Ένωσης και στο Υπουργείο Εξωτερικών του Βιετνάμ ή στους αντίστοιχους διαδόχους τους. Τα Μέρη μπορούν, μέσω απόφασης της επιτροπής, να θεσπίζουν τυχόν αναγκαίες προσαρμογές ή μεταβατικές ρυθμίσεις.

ΑΡΘΡΟ 4.22

Εδαφική εφαρμογή

Η παρούσα Συμφωνία εφαρμόζεται:

α)    όσον αφορά το Μέρος ΕΕ, στα εδάφη στα οποία εφαρμόζονται η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και η Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και υπό τους όρους που προβλέπονται στις εν λόγω Συνθήκες· και

β)    όσον αφορά το Βιετνάμ, στο έδαφός του.

Οι αναφορές στην παρούσα Συμφωνία στον όρο «έδαφος» νοούνται με την έννοια αυτή, εκτός αν ρητά ορίζεται διαφορετικά.


ΑΡΘΡΟ 4.23

Αυθεντικά κείμενα

Η παρούσα Συμφωνία συντάσσεται σε δύο αντίτυπα στην αγγλική, τη βουλγαρική, τη γαλλική, τη γερμανική, τη δανική, την ελληνική, την εσθονική, την ισπανική, την ιταλική, την κροατική, τη λετονική, τη λιθουανική, τη μαλτέζικη, την ολλανδική, την ουγγρική, την πολωνική, την πορτογαλική, τη ρουμανική, τη σλοβακική, τη σλοβενική, τη σουηδική, την τσεχική, τη φινλανδική και τη βιετναμέζικη γλώσσα, και όλα τα εν λόγω κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.

(1)    Ο όρος «φυσικό πρόσωπο» περιλαμβάνει τα φυσικά πρόσωπα που διαμένουν μόνιμα στη Λετονία και τα οποία δεν είναι πολίτες της Λετονίας ή άλλου κράτους αλλά, δυνάμει των νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων της Λετονίας, δικαιούνται διαβατήριο μη πολίτη (διαβατήριο αλλοδαπού).
(2)    Σύμφωνα με την από μέρους της κοινοποίηση της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (WT/REG39/1), η Ένωση και τα κράτη μέλη της θεωρούν ότι η έννοια της «ουσιαστικής και διαρκούς σχέσης» με την οικονομία της Ένωσης, που κατοχυρώνεται στο άρθρο 54 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι ισοδύναμη με την έννοια των «ουσιαστικών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων». Συνακόλουθα, για νομικό πρόσωπο που έχει συσταθεί σύμφωνα με τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις του Βιετνάμ και το οποίο έχει μόνο την καταστατική έδρα ή την κεντρική διοίκησή του στο έδαφος του Βιετνάμ, η Ένωση και τα κράτη μέλη της εφαρμόζουν τα οφέλη της παρούσας Συμφωνίας μόνο αν το εν λόγω νομικό πρόσωπο έχει ουσιαστική και διαρκή σχέση με την οικονομία του Βιετνάμ.
(3)    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι η έννοια αυτή δεν περιλαμβάνει ενέργειες που λαμβάνουν χώρα τη στιγμή της ολοκλήρωσης ή πριν από την ολοκλήρωση των διαδικασιών που απαιτούνται για την πραγματοποίηση των σχετικών επενδύσεων σύμφωνα με τις εφαρμοστέες νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις.
(4)    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι το έδαφος ενός Μέρους περιλαμβάνει την αποκλειστική οικονομική ζώνη και την υφαλοκρηπίδα του, όπως προβλέπεται στη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το δίκαιο της θάλασσας, η οποία υπογράφηκε στο Montego Bay στις 10 Δεκεμβρίου 1982 (εφεξής: «UNCLOS»).
(5)    Για τους σκοπούς του ορισμού της «επένδυσης», η «επιχείρηση» δεν περιλαμβάνει τα γραφεία αντιπροσωπείας. Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι το γεγονός ότι ένα γραφείο αντιπροσωπείας είναι εγκατεστημένο στο έδαφος ενός Μέρους δεν σημαίνει αφεαυτού ότι υπάρχει επένδυση.
(6)    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι οι χρηματικές απαιτήσεις δεν περιλαμβάνουν χρηματικές απαιτήσεις που προκύπτουν αποκλειστικά από εμπορικές συμβάσεις για την πώληση αγαθών ή υπηρεσιών από φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στο έδαφος ενός Μέρους σε φυσικό ή νομικό πρόσωπο εγκατεστημένο στο έδαφος του άλλου Μέρους, ή τη χρηματοδότηση της εν λόγω σύμβασης εκτός από δάνειο που καλύπτεται από το σημείο iii) ή οποιαδήποτε άλλη σχετική διαταγή, δικαστική απόφαση ή διαιτητική απόφαση.
(7)    Για τους σκοπούς της παρούσας Συμφωνίας, τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας αφορούν τουλάχιστον όλες οι κατηγορίες διανοητικής ιδιοκτησίας που αναφέρονται στα τμήματα 1 έως 7 του μέρους ΙΙ της συμφωνίας TRIPS, και συγκεκριμένα:α)    δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας (δικαιώματα δημιουργού) και συγγενικά δικαιώματα·β)    εμπορικά σήματα·γ)    γεωγραφικές ενδείξεις·δ)    βιομηχανικά σχέδια και υποδείγματα·ε)    δικαιώματα ευρεσιτεχνίας·στ)    διατάξεις (τοπογραφίες) ολοκληρωμένων κυκλωμάτων·ζ)    προστασία μη αποκαλυφθεισών πληροφοριών· καιη)    φυτικές ποικιλίες.
(8)    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι οι εσωτερικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις των κρατών μελών της Ένωσης περιλαμβάνουν τις νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις της Ένωσης.
(9)    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι η επεξεργασία πυρηνικών υλικών περιλαμβάνει όλες τις δραστηριότητες που περιέχονται στη Διεθνή πρότυπη ταξινόμηση όλων των κλάδων οικονομικής δραστηριότητας, η οποία καταρτίζεται από τη Στατιστική Υπηρεσία των Ηνωμένων Εθνών, Statistical Papers, σειρά M, αριθ. 4, ISIC REV 3.1.2002 κωδικός 2330.
(10)    Με την επιφύλαξη του πεδίου δραστηριοτήτων που συνιστούν ενδομεταφορές βάσει των σχετικών εσωτερικών νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων, οι εθνικές θαλάσσιες ενδομεταφορές βάσει του παρόντος υποτμήματος καλύπτουν τη μεταφορά επιβατών ή αγαθών μεταξύ ενός λιμένα ή σημείου κράτους μέλους της Ένωσης ή του Βιετνάμ και άλλου λιμένα ή σημείου του ίδιου κράτους μέλους ή του Βιετνάμ, περιλαμβανομένης της υφαλοκρηπίδας του, όπως προβλέπεται στην UNCLOS, καθώς και τις μεταφορές που έχουν αφετηρία και προορισμό τον ίδιο λιμένα ή το ίδιο σημείο που βρίσκεται σε κράτος μέλος της Ένωσης ή στο Βιετνάμ.
(11)    Στην περίπτωση του Μέρους ΕΕ, στις «επιδοτήσεις» περιλαμβάνονται οι «κρατικές ενισχύσεις», όπως αυτές ορίζονται στο ενωσιακό δίκαιο. Για το Βιετνάμ, η έννοια της «επιδότησης» περιλαμβάνει την παροχή επενδυτικών κινήτρων και επενδυτικής συνδρομής, όπως συνδρομή στις εγκαταστάσεις παραγωγής, κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού και δραστηριότητες ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας, όπως συνδρομή σε θέματα τεχνολογίας, έρευνας και ανάπτυξης, νομική υποστήριξη, πληροφορίες για την αγορά και σχετική προώθηση.
(12)    Στην περίπτωση του Μέρους ΕΕ, η έννοια της «επιδότησης» περιλαμβάνει τις «κρατικές ενισχύσεις», όπως αυτές ορίζονται στο ενωσιακό δίκαιο. Για το Βιετνάμ, η έννοια της «επιδότησης» περιλαμβάνει την παροχή επενδυτικών κινήτρων και επενδυτικής συνδρομής, όπως συνδρομή στις εγκαταστάσεις παραγωγής, κατάρτιση του ανθρώπινου δυναμικού και δραστηριότητες ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας, όπως συνδρομή σε θέματα τεχνολογίας, έρευνας και ανάπτυξης, νομική υποστήριξη, πληροφορίες για την αγορά και σχετική προώθηση.
(13)    Για τους σκοπούς του παρόντος στοιχείου, τα Μέρη συμφωνούν ότι αν ένα Μέρος έχει προβλέψει εύλογη μεταβατική περίοδο για την εφαρμογή ενός μέτρου ή αν το εν λόγω Μέρος έχει κάνει οποιαδήποτε άλλη προσπάθεια να αντιμετωπίσει τις συνέπειες του μέτρου στις επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του, αυτοί οι παράγοντες λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό του αν το μέτρο προκαλεί απώλειες ή ζημίες στις επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν πριν από την έναρξη ισχύος του μέτρου.
(14)    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι η Οικονομική Κοινότητα του ASEAN εμπίπτει στην έννοια της περιφερειακής συμφωνίας του παρόντος στοιχείου.
(15)    Που περιλαμβάνεται στο παράρτημα 1β της συμφωνίας του Μαρακές για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, η οποία υπογράφηκε στο Μαρακές στις 15 Απριλίου 1994.
(16)    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι η παρούσα παράγραφος δεν μπορεί να ερμηνευθεί ως απαγορεύουσα την ερμηνεία άλλων διατάξεων της παρούσας Συμφωνίας, ανάλογα με την περίπτωση, σύμφωνα με την αρχή ejusdem generis.
(17)    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι ως έγγραφη συμφωνία που συνάπτεται και παράγει αποτελέσματα μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Συμφωνίας δεν νοείται η ανανέωση ή παράταση συμφωνίας σύμφωνα με τις διατάξεις της αρχικής συμφωνίας και με τους ίδιους ή ουσιωδώς τους ίδιους όρους με την αρχική συμφωνία, που έχει συναφθεί και τεθεί σε ισχύ πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Συμφωνίας.
(18)    Ο όρος «έγγραφη συμφωνία» σημαίνει συμφωνία την οποία συνάπτει εγγράφως ένα Μέρος με επενδυτή του άλλου Μέρους ή την επένδυσή του και η οποία αποτέλεσε αντικείμενο διαπραγμάτευσης και εκτελείται από αμφότερα τα μέρη, είτε εμπεριέχεται σε μία μόνο πράξη είτε εμπεριέχεται σε περισσότερες πράξεις.
(19)    Οι εφαρμοστέες εσωτερικές νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις είναι ο νόμος αριθ. 45/2013/QH13 του Βιετνάμ περί γης και το διάταγμα αριθ. 44/2014/ND-CP για τη ρύθμιση των τιμών γης, όπως ισχύουν κατά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Συμφωνίας.
(20)    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι ο όρος «μέτρο» μπορεί να περιλαμβάνει και παραλείψεις.
(21)    Η παράγραφος 2 στοιχείο β) δεν εφαρμόζεται όταν εφαρμόζεται το παράρτημα 12 (Συντρέχουσες διαδικασίες).
(22)    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι το παρόν στοιχείο εφαρμόζεται σε συνδυασμό με το άρθρο 3.57 (Εκτέλεση οριστικών αποφάσεων).
(23)    Αντί να προτείνει τον διορισμό τριών μελών που έχουν την ιθαγένειά του, κάθε Μέρος μπορεί να προτείνει τον διορισμό έως τριών μελών που έχουν άλλη ιθαγένεια. Στην περίπτωση αυτή, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, τα εν λόγω μέλη θεωρούνται υπήκοοι του Μέρους που πρότεινε τον διορισμό τους.
(24)    Αντί να προτείνει τον διορισμό δύο μελών που έχουν την ιθαγένεια ή την υπηκοότητά του, κάθε Μέρος μπορεί να προτείνει τον διορισμό έως δύο μελών που έχουν άλλη ιθαγένεια ή υπηκοότητα. Στην περίπτωση αυτή, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, τα εν λόγω μέλη θεωρούνται υπήκοοι ή πολίτες του Μέρους που πρότεινε τον διορισμό τους.
(25)    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι το γεγονός ότι ένα πρόσωπο εισπράττει εισόδημα από κυβέρνηση, ότι απασχολούνταν στο παρελθόν από κυβέρνηση ή ότι έχει οικογενειακή σχέση με πρόσωπο που εισπράττει εισόδημα από κυβέρνηση δεν καθιστά από μόνο του το εν λόγω πρόσωπο μη επιλέξιμο.
(26)    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι στις εμπιστευτικές ή προστατευόμενες πληροφορίες κατά την έννοια του άρθρου 7 παράγραφος 2 των κανόνων της UNCITRAL περί διαφάνειας περιλαμβάνονται οι διαβαθμισμένες κρατικές πληροφορίες.
(27)    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι, αν διάδικο μέρος που υπέβαλε πληροφορίες αποφασίσει να ανακαλέσει το σύνολο ή μέρη του υπομνήματός του που περιείχαν τις εν λόγω πληροφορίες σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 4 των κανόνων της UNCITRAL περί διαφάνειας, το άλλο διάδικο μέρος επανυποβάλλει, όποτε είναι αναγκαίο, πλήρη έγγραφα και έγγραφα με διαγραμμένες τις ευαίσθητες πληροφορίες από τα οποία είτε έχουν αφαιρεθεί οι πληροφορίες που ανακλήθηκαν από το διάδικο μέρος που πρώτο τις υπέβαλε είτε επαναχαρακτηρίζονται οι πληροφορίες σύμφωνα με τον χαρακτηρισμό τους από το διάδικο μέρος που πρώτο τις υπέβαλε.
(28)    Όσον αφορά την οικονομική αποδοτικότητα της διαδικασίας, το δικαστήριο θα πρέπει να συνεκτιμά το κόστος που θα συνεπαχθεί για τα διάδικα μέρη και το δικαστήριο η επεξεργασία της νομολογίας και της νομικής θεωρίας που πιθανώς θα υποβάλουν τα διάδικα μέρη.
(29)    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι ο όρος «έξοδα της διαδικασίας» συμπεριλαμβάνει α) τα εύλογα έξοδα για τη λήψη των συμβουλών πραγματογνωμόνων και της άλλης συνδρομής που το δικαστήριο κρίνει αναγκαία, και β) τα εύλογα έξοδα ταξιδίου και τα λοιπά έξοδα μαρτύρων, στον βαθμό που τα εν λόγω έξοδα έχουν εγκριθεί από το δικαστήριο.
(30)    Τα μέτρα που αποσκοπούν στη διασφάλιση της δίκαιης ή της αποτελεσματικής επιβολής ή είσπραξης άμεσων φόρων περιλαμβάνουν μέτρα τα οποία λαμβάνονται από Μέρος στο πλαίσιο του φορολογικού του συστήματος και τα οποία:i)    εφαρμόζονται σε επενδυτές και παρόχους υπηρεσιών που δεν έχουν μόνιμη κατοικία σε αυτό, κατ’ αναγνώριση του γεγονότος ότι η φορολογική υποχρέωση των μη μόνιμων κατοίκων καθορίζεται βάσει της φορολογητέας ύλης που προέρχεται από το έδαφος του εν λόγω Μέρους ή βρίσκεται σε αυτό·ii)    εφαρμόζονται σε μη μόνιμους κατοίκους προκειμένου να διασφαλίζεται η επιβολή ή η είσπραξη φόρων στο έδαφος του εν λόγω Μέρους·iii)    εφαρμόζονται σε μόνιμους ή μη μόνιμους κατοίκους προκειμένου να αποτρέπεται η φοροαποφυγή ή η φοροδιαφυγή, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων συμμόρφωσης·iv)    εφαρμόζονται σε καταναλωτές υπηρεσιών οι οποίες παρέχονται στο έδαφος ή από το έδαφος του άλλου Μέρους προκειμένου να διασφαλίζεται η επιβολή ή η είσπραξη φόρων που βαρύνουν τους εν λόγω καταναλωτές και που απορρέουν από πηγές που βρίσκονται στο έδαφος του εν λόγω Μέρους·v)    προβλέπουν διαφορετική μεταχείριση των επενδυτών και των παρόχων υπηρεσιών που υπόκεινται σε φορολόγηση της παγκόσμιας φορολογητέας ύλης τους από τους λοιπούς επενδυτές και παρόχους υπηρεσιών, κατ’ αναγνώριση της διαφοράς που υφίσταται μεταξύ τους ως προς τη φύση της φορολογικής βάσης· ήvi)    καθορίζουν, χορηγούν ή διανέμουν τα εισοδήματα, τα κέρδη, τις ζημίες, τις εκπτώσεις ή τις πιστώσεις των προσώπων ή υποκαταστημάτων που αποτελούν μόνιμους κατοίκους, ή μεταξύ συνδεδεμένων προσώπων ή υποκαταστημάτων του ίδιου προσώπου, προκειμένου να διασφαλίζεται η φορολογική βάση του εν λόγω Μέρους.Οι φορολογικοί όροι ή οι φορολογικές έννοιες που αναφέρονται στο στοιχείο στ) και στην παρούσα υποσημείωση καθορίζονται σύμφωνα με τους φορολογικούς ορισμούς και τις φορολογικές έννοιες, ή με ισοδύναμους ή παρεμφερείς ορισμούς και έννοιες, των εσωτερικών νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων του Μέρους που λαμβάνει το οικείο μέτρο.
(31)    Τα Μέρη συμμερίζονται την άποψη ότι οι «ρήτρες λήξης ισχύος» που περιλαμβάνονται στις συμφωνίες που παρατίθενται στο παράρτημα 6 (Κατάλογος επενδυτικών συμφωνιών) επίσης παύουν να ισχύουν.
(32)    Τα Μέρη συμμερίζονται την άποψη ότι οι «ρήτρες λήξης ισχύος» που περιλαμβάνονται στις συμφωνίες που παρατίθενται στο παράρτημα 6 (Κατάλογος επενδυτικών συμφωνιών) επίσης αναστέλλονται.
(33)    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι η παρούσα περίοδος δεν θα θέσει σε ισχύ τις συμφωνίες που δεν θα έχουν ακόμη τεθεί σε ισχύ ή που θα έχουν καταγγελθεί σύμφωνα με τις δικές τους διατάξεις.

Βρυξέλλες, 17.10.2018

COM(2018) 694 final

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

της

πρότασης απόφασης του Συμβουλίου

σχετικά με την υπογραφή, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της συμφωνίας προστασίας των επενδύσεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της, αφενός, και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ, αφετέρου


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ

ΜΕΤΑΞΥ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΤΗΣ, ΑΦΕΝΟΣ,

ΚΑΙ ΤΗΣ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΤΟΥ ΒΙΕΤΝΑΜ, ΑΦΕΤΕΡΟΥ:

Παράρτημα 1:    Αρμόδιες αρχές

Παράρτημα 2:    Εξαίρεση για το Βιετνάμ όσον αφορά την εθνική μεταχείριση

Παράρτημα 3    Μνημόνιο συμφωνίας για τη μεταχείριση των επενδύσεων

Παράρτημα 4:    Μνημόνιο συμφωνίας περί απαλλοτριώσεως

Παράρτημα 5:    Δημόσιο χρέος

Παράρτημα 6:    Κατάλογος επενδυτικών συμφωνιών

Παράρτημα 7:    Κανονισμός διαδικασίας

Παράρτημα 8:    Κώδικας δεοντολογίας για τους διαιτητές και τους διαμεσολαβητές

Παράρτημα 9:    Μηχανισμός διαμεσολάβησης



Παράρτημα 10:    Μηχανισμός διαμεσολάβησης για την επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και Μερών

Παράρτημα 11:    Κώδικας δεοντολογίας για τα μέλη του δικαστηρίου, τα μέλη του εφετείου και τους διαμεσολαβητές

Παράρτημα 12:    Συντρέχουσες διαδικασίες

Παράρτημα 13:    Εσωτερικός κανονισμός του εφετείου

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1

ΑΡΜΟΔΙΕΣ ΑΡΧΕΣ

Στην περίπτωση του Μέρους ΕΕ, οι αρμόδιες αρχές που δικαιούνται να ζητούν την εκτέλεση των ενεργειών οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 2.2 (Επενδυτικά και ρυθμιστικά μέτρα και στόχοι) είναι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή, σε περίπτωση εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης για τις κρατικές ενισχύσεις, κάποιος διοικητικός φορέας, αρχή, δικαστήριο ή άλλο δικαιοδοτικό όργανο κράτους μέλους. Στην περίπτωση του Βιετνάμ, οι αρμόδιες αρχές που δικαιούνται να ζητούν την εκτέλεση των ενεργειών οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 4 του άρθρου 2.2 (Επενδυτικά και ρυθμιστικά μέτρα και στόχοι) είναι η κυβέρνηση του Βιετνάμ, ο πρωθυπουργός του Βιετνάμ ή κάποιος διοικητικός φορέας, αρχή ή δικαστήριο της εν λόγω χώρας.

________________

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 2

ΕΞΑΙΡΕΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΕΤΝΑΜ ΟΣΟΝ ΑΦΟΡΑ ΤΗΝ ΕΘΝΙΚΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ

1.    Στους ακόλουθους τομείς, υποτομείς ή δραστηριότητες, το Βιετνάμ δύναται να θεσπίζει ή να διατηρεί κάθε μέτρο σχετικό με τη λειτουργία καλυπτόμενης επένδυσης που δεν συνάδει με το άρθρο 2.3 (Εθνική μεταχείριση), υπό τον όρο ότι το εν λόγω μέτρο δεν αντίκειται στις υποχρεώσεις που ορίζονται στο παράρτημα 8-Β (Πίνακας συγκεκριμένων υποχρεώσεων του Βιετνάμ) της συμφωνίας ελεύθερων συναλλαγών:

α)    εφημερίδες και ειδησεογραφικά πρακτορεία, εκτυπώσεις, εκδόσεις, ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές, σε οποιαδήποτε μορφή·

β)    παραγωγή και διανομή πολιτιστικών προϊόντων, συμπεριλαμβανομένων των βιντεοσκοπήσεων·

γ)    παραγωγή, διανομή και προβολή τηλεοπτικών προγραμμάτων και κινηματογραφικών έργων·

δ)    υπηρεσίες ιδιωτικού αστυνομικού και ασφάλειας·

ε)    γεωδαισία και χαρτογραφία·

στ)    υπηρεσίες δευτεροβάθμιας και πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης·

ζ)    έρευνα, αναζήτηση και εκμετάλλευση πετρελαίου και φυσικού αερίου, ορυκτών και φυσικών πόρων·


η)    υδροηλεκτρική και πυρηνική ενέργεια· μεταφορά και/ή διανομή ηλεκτρικής ενέργειας·

θ)    υπηρεσίες ενδομεταφορών·

ι)    αλιεία και υδατοκαλλιέργεια·

ια)    δασοκομία και θήρα·

ιβ)    λαχεία, στοιχήματα και τυχερά παιχνίδια·

ιγ)    δικαστικές διοικητικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των υπηρεσιών που σχετίζονται με την ιθαγένεια·

ιδ)    επιβολή μέσω του αστικού δικαίου·

ιε)    παραγωγή στρατιωτικών υλικών ή εξοπλισμού·

ιστ)    λειτουργία και διαχείριση ποτάμιων λιμένων, θαλάσσιων λιμένων και αερολιμένων· και

ιζ)    επιδοτήσεις.

2.    Αν το Βιετνάμ θεσπίσει ή διατηρήσει τέτοιο μέτρο μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Συμφωνίας, δεν δύναται να απαιτήσει από επενδυτή του Μέρους ΕΕ, λόγω της ιθαγένειάς του, να πωλήσει ή να διαθέσει με άλλον τρόπο επένδυση που υφίστατο όταν το εν λόγω μέτρο τέθηκε σε ισχύ.

________________

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 3

ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ

Τα Μέρη επιβεβαιώνουν τη συναντίληψή τους σχετικά με την εφαρμογή της παραγράφου 6 του άρθρου 2.5 (Μεταχείριση των επενδύσεων):

1.    Παρά τον όρο που προβλέπεται στην παράγραφο 6 στοιχείο α) του άρθρου 2.5 (Μεταχείριση των επενδύσεων), επενδυτής που έχει διαφορά η οποία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του τμήματος Β (Επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών) με το Μέρος με το οποίο έχει συνάψει έγγραφη συμφωνία που έχει συναφθεί και παραγάγει αποτελέσματα πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Συμφωνίας μπορεί να ζητήσει το όφελος της παραγράφου 6 του άρθρου 2.5 (Μεταχείριση των επενδύσεων) σύμφωνα με τις διαδικασίες και τους όρους που προβλέπονται στο παρόν παράρτημα.

2.    Έγγραφες συμφωνίες που έχουν συναφθεί και παραγάγει αποτελέσματα πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Συμφωνίας και που πληρούν τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παρούσα παράγραφο μπορούν να κοινοποιούνται εντός ενός έτους από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας Συμφωνίας. Οι εν λόγω έγγραφες συμφωνίες πρέπει:

α)    να πληρούν όλους τους όρους που προβλέπονται στην παράγραφο 6 στοιχεία β) έως δ) του άρθρου 2.5 (Μεταχείριση των επενδύσεων)· και


β)    να έχουν συναφθεί είτε:

i)    από το Βιετνάμ με επενδυτές των κρατών μελών της Ένωσης, που αναφέρονται στην παράγραφο 8 του παρόντος παραρτήματος, ή τις καλυπτόμενες επενδύσεις τους· είτε

ii)    από ένα από τα κράτη μέλη της Ένωσης που αναφέρονται στην παράγραφο 8 του παρόντος παραρτήματος με επενδυτές του Βιετνάμ ή τις καλυπτόμενες επενδύσεις τους.

3.    Οι διαδικασίες κοινοποίησης των έγγραφων συμφωνιών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 έχουν ως εξής:

α)    η κοινοποίηση περιλαμβάνει:

i)    το όνομα, την ιθαγένεια και τη διεύθυνση του επενδυτή που συμμετέχει στην κοινοποιούμενη έγγραφη συμφωνία, το είδος της καλυπτόμενης επένδυσης του επενδυτή και, αν στην έγγραφη συμφωνία συμμετέχει η καλυπτόμενη επένδυση του εν λόγω επενδυτή, την ονομασία, τη διεύθυνση και τον τόπο σύστασης της επένδυσης· και

ii)    αντίγραφο της έγγραφης συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένων όλων των επιμέρους εγγράφων της·

και

β)    οι έγγραφες συμφωνίες κοινοποιούνται εγγράφως στην ακόλουθη αρμόδια αρχή:

i)    στην περίπτωση του Βιετνάμ, στο Υπουργείο Προγραμματισμού και Επενδύσεων· και


ii)    στην περίπτωση του Μέρους ΕΕ, στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

4.    Η κοινοποίηση που αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 3 δεν δημιουργεί ουσιαστικά δικαιώματα για τον επενδυτή ο οποίος συμμετέχει στην εν λόγω κοινοποιούμενη έγγραφη συμφωνία ή για την επένδυσή του.

5.    Οι αρμόδιες αρχές που αναφέρονται στην παράγραφο 3 στοιχείο β) καταρτίζουν κατάλογο των έγγραφων συμφωνιών που έχουν κοινοποιηθεί σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3.

6.    Αν ανακύψει διαφορά σε σχέση με κάποια από τις κοινοποιηθείσες έγγραφες συμφωνίες, η σχετική αρμόδια αρχή ελέγχει αν η συμφωνία πληροί όλες τις προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 6 στοιχεία β) έως δ) του άρθρου 2.5 (Μεταχείριση των επενδύσεων) και τις διαδικασίες που ορίζονται στο παρόν παράρτημα.

7.    Ο επενδυτής δεν δύναται να ισχυριστεί ότι η παράγραφος 6 του άρθρου 2.5 (Μεταχείριση των επενδύσεων) εφαρμόζεται στην έγγραφη συμφωνία αν από τον έλεγχο που γίνεται σύμφωνα με την παράγραφο 6 του παρόντος παραρτήματος προκύψει ότι οι απαιτήσεις της εν λόγω παραγράφου δεν πληρούνται.

8.    Τα κράτη μέλη της Ένωσης που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο β) του παρόντος παραρτήματος είναι η Γερμανία, η Ισπανία, οι Κάτω Χώρες, η Αυστρία, η Ρουμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο.

________________

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 4

ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΠΕΡΙ ΑΠΑΛΛΟΤΡΙΩΣΕΩΣ

Τα Μέρη επιβεβαιώνουν τη συναντίληψή τους για την απαλλοτρίωση:

1.    Η απαλλοτρίωση, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1 του άρθρου 2.7 (Απαλλοτρίωση), μπορεί να είναι είτε άμεση είτε έμμεση ως εξής:

α)    περίπτωση άμεσης απαλλοτρίωσης υπάρχει αν μια επένδυση εθνικοποιείται ή κατ’ άλλον τρόπο απαλλοτριώνεται άμεσα, μέσω τυπικής μεταβίβασης της κυριότητας ή άμεσης κατάσχεσης· και

β)    περίπτωση έμμεσης απαλλοτρίωσης υπάρχει αν μέτρο ή σειρά μέτρων που λαμβάνονται από ένα Μέρος έχει αποτέλεσμα ισοδύναμο με το αποτέλεσμα άμεσης απαλλοτρίωσης, υπό την έννοια ότι αποστερεί ουσιαστικά τον επενδυτή από τα θεμελιώδη χαρακτηριστικά της κυριότητας επί της επένδυσής του, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος να χρησιμοποιεί, να απολαμβάνει και να διαθέτει την επένδυσή του, χωρίς τυπική μεταβίβαση της κυριότητας ή άμεση κατάσχεση.


2.    Ο καθορισμός του κατά πόσον ένα μέτρο ή μια σειρά μέτρων που λαμβάνονται από ένα Μέρος, σε μια συγκεκριμένη περίπτωση, συνιστά έμμεση απαλλοτρίωση απαιτεί μια κατά περίπτωση και τεκμηριωμένη έρευνα, που λαμβάνει υπόψη, μεταξύ άλλων:

α)    τον οικονομικό αντίκτυπο του μέτρου ή της σειράς μέτρων, μολονότι το γεγονός ότι ένα μέτρο ή μια σειρά μέτρων που λαμβάνονται από ένα Μέρος έχει αρνητικές συνέπειες στην οικονομική αξία της επένδυσης δεν αποδεικνύει, από μόνο του, ότι έχει πραγματοποιηθεί τέτοια απαλλοτρίωση·

β)    τη διάρκεια του μέτρου ή της σειράς μέτρων ή τα αποτελέσματά τους· και

γ)    τον χαρακτήρα του μέτρου ή της σειράς μέτρων, ιδίως το αντικείμενο, το πλαίσιο και τον σκοπό τους.

3.    Μη εισάγοντα διακρίσεις μέτρα ή σειρά μέτρων που λαμβάνονται από Μέρος με σκοπό την προστασία θεμιτών στόχων δημόσιας πολιτικής δεν συνιστούν έμμεση απαλλοτρίωση, με εξαίρεση τις σπάνιες περιπτώσεις στις οποίες ο αντίκτυπος αυτού του μέτρου ή της σειράς μέτρων είναι τόσο σοβαρός, υπό το πρίσμα του σκοπού του, που να εμφανίζεται προδήλως υπερβολικός.

________________

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 5

ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ

1.    Προσφυγή με την οποία προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι η αναδιάρθρωση χρέους Μέρους παραβιάζει υποχρέωση ισχύουσα βάσει του κεφαλαίου 2 (Προστασία των επενδύσεων) δεν επιτρέπεται να υποβληθεί και, αν έχει ήδη υποβληθεί, δεν επιτρέπεται να επιδιωχθεί η ικανοποίησή της σύμφωνα με το τμήμα Β (Επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών), αν η αναδιάρθρωση είναι αναδιάρθρωση κατόπιν διαπραγμάτευσης κατά τον χρόνο υποβολής της προσφυγής ή καθίσταται αναδιάρθρωση κατόπιν διαπραγμάτευσης μετά την εν λόγω υποβολή, με την εξαίρεση προσφυγής σύμφωνα με την οποία η αναδιάρθρωση παραβιάζει το άρθρο 2.3 (Εθνική μεταχείριση) ή το άρθρο 2.4 (Μεταχείριση του μάλλον ευνοουμένου κράτους).

2.    Παρά το άρθρο 3.33 (Υποβολή προσφυγής) του τμήματος Β (Επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών), και με την επιφύλαξη της παραγράφου 1 του παρόντος παραρτήματος, επενδυτής δεν δύναται να υποβάλει προσφυγή σύμφωνα με το τμήμα Β (Επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών) ισχυριζόμενος ότι η αναδιάρθρωση χρέους Μέρους παραβιάζει το άρθρο 2.3 (Εθνική μεταχείριση) ή το άρθρο 2.4 (Μεταχείριση του μάλλον ευνοουμένου κράτους) 1 ή οποιαδήποτε υποχρέωση ισχύουσα βάσει του κεφαλαίου 2 (Προστασία των επενδύσεων), αν δεν έχουν παρέλθει 270 ημέρες από την ημερομηνία κατά την οποία ο προσφεύγων υπέβαλε το έγγραφο αίτημα για διεξαγωγή διαβουλεύσεων σύμφωνα με το άρθρο 3.30 (Διαβουλεύσεις).


3.    Για τους σκοπούς του παρόντος παραρτήματος ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)    «αναδιάρθρωση κατόπιν διαπραγμάτευσης»: αναδιάρθρωση ή αναδιάταξη χρέους κάποιου Μέρους η οποία έχει γίνει μέσω:

i)    τροποποίησης ή αλλαγής χρεωστικών τίτλων σύμφωνα με τους όρους που τους διέπουν, συμπεριλαμβανομένου του εφαρμοστέου συναφώς δικαίου· ή

ii)    ανταλλαγής χρέους ή άλλης παρόμοιας διαδικασίας στο πλαίσιο της οποίας οι δικαιούχοι τουλάχιστον του 66 τοις εκατό του συνολικού αρχικού ποσού του εκκρεμούς χρέους που υποβλήθηκε σε αναδιάρθρωση, με εξαίρεση το χρέος που διακρατείται από το εν λόγω Μέρος ή από οντότητες που ανήκουν ή ελέγχονται απ’ αυτό, συναίνεσαν στην εν λόγω ανταλλαγή χρέους ή άλλη διαδικασία·

και

β)    «εφαρμοστέο δίκαιο» ορισμένου χρεωστικού τίτλου: το νομικό και ρυθμιστικό πλαίσιο μιας χώρας το οποίο διέπει τον εν λόγω χρεωστικό τίτλο.

4.    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι το «χρέος Μέρους» περιλαμβάνει, στην περίπτωση του Μέρους ΕΕ, το δημόσιο χρέος κράτους μέλους της Ένωσης ή το δημόσιο χρέος κράτους μέλους της Ένωσης σε επίπεδο κεντρικής, περιφερειακής ή τοπικής κυβέρνησης.

________________

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 6

ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΩΝ ΣΥΜΦΩΝΙΩΝ

Συμφωνίες

«Ρήτρες λήξης ισχύος»

1

Συμφωνία μεταξύ της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ και της Δημοκρατίας της Αυστρίας για την προώθηση και την προστασία των επενδύσεων, η οποία υπογράφηκε στις 27 Μαρτίου 1995.

Παράγραφος 3 του άρθρου 11

2

Συμφωνία μεταξύ της Οικονομικής Ένωσης Βελγίου-Λουξεμβούργου και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ για την προώθηση και την αμοιβαία προστασία των επενδύσεων, η οποία υπογράφηκε στις 24 Ιανουαρίου 1991.

Παράγραφος 2 του άρθρου 14

3

Συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ για την αμοιβαία προώθηση και προστασία των επενδύσεων, η οποία υπογράφηκε στις 19 Σεπτεμβρίου 1996.

Παράγραφος 2 του άρθρου 13

4

Συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης της Τσεχικής Δημοκρατίας και της κυβέρνησης της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ για την προώθηση και την αμοιβαία προστασία των επενδύσεων, η οποία υπογράφηκε στις 25 Νοεμβρίου 1997, όπως τροποποιήθηκε στις 21 Μαρτίου 2008.

Παράγραφος 3 του άρθρου 10

5

Συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης του Βασιλείου της Δανίας και της κυβέρνησης της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ για την προώθηση και την αμοιβαία προστασία των επενδύσεων, η οποία υπογράφηκε στις 25 Αυγούστου 1993.

Παράγραφος 2 του άρθρου 16

6

Συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Εσθονίας και της κυβέρνησης της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ για την προώθηση και την προστασία των επενδύσεων, η οποία υπογράφηκε στις 24 Σεπτεμβρίου 2009, όπως τροποποιήθηκε στις 3 Ιανουαρίου 2011.

Παράγραφος 3 του άρθρου 16

7

Συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Φινλανδίας και της κυβέρνησης της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ για την προώθηση και την προστασία των επενδύσεων, η οποία υπογράφηκε στις 21 Φεβρουαρίου 2008.

Παράγραφος 4 του άρθρου 16

8

Συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης της Γαλλικής Δημοκρατίας και της κυβέρνησης της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ για την προώθηση και την αμοιβαία προστασία των επενδύσεων, η οποία υπογράφηκε στις 26 Μαΐου 1992.

Άρθρο 12

9

Συμφωνία μεταξύ της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ για την προώθηση και την αμοιβαία προστασία των επενδύσεων, η οποία υπογράφηκε στις 3 Απριλίου 1993.

Παράγραφος 3 του άρθρου 13

10

Συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της κυβέρνησης της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ για την προώθηση και την αμοιβαία προστασία των επενδύσεων, η οποία υπογράφηκε στις 13 Οκτωβρίου 2008.

Παράγραφος 3 του άρθρου 13

11

Συμφωνία μεταξύ της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ για την προώθηση και την αμοιβαία προστασία των επενδύσεων, η οποία υπογράφηκε στις 26 Αυγούστου 1994.

Παράγραφος 3 του άρθρου 12

12

Συμφωνία μεταξύ της Ιταλικής Δημοκρατίας και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ για την προώθηση και την προστασία των επενδύσεων, η οποία υπογράφηκε στις 18 Μαΐου 1990.

Παράγραφος 2 του άρθρου 14

13

Συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Λετονίας και της κυβέρνησης της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ για την προώθηση και την προστασία των επενδύσεων, η οποία υπογράφηκε στις 6 Νοεμβρίου 1995.

Παράγραφος 4 του άρθρου 13

14

Συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης της Δημοκρατίας της Λιθουανίας και της κυβέρνησης της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ για την προώθηση και την προστασία των επενδύσεων, η οποία υπογράφηκε στις 27 Σεπτεμβρίου 1995.

Παράγραφος 4 του άρθρου 13

15

Συμφωνία σχετικά με την ενθάρρυνση και την αμοιβαία προστασία των επενδύσεων μεταξύ του Βασιλείου των Κάτω Χωρών και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ, που υπογράφηκε στις 10 Μαρτίου 1994.

Παράγραφος 3 του άρθρου 14

16

Συμφωνία μεταξύ της Δημοκρατίας της Πολωνίας και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ για την προώθηση και την αμοιβαία προστασία των επενδύσεων, η οποία υπογράφηκε στις 31 Αυγούστου 1994.

Παράγραφος 3 του άρθρου 12

17

Συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης της Ρουμανίας και της κυβέρνησης της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ για την προώθηση και την αμοιβαία προστασία των επενδύσεων, η οποία υπογράφηκε την 1η Σεπτεμβρίου 1994.

Παράγραφος 2 του άρθρου 11

18

Συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης της Σλοβακικής Δημοκρατίας και της κυβέρνησης της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ για την προώθηση και την αμοιβαία προστασία των επενδύσεων, η οποία υπογράφηκε στις 17 Δεκεμβρίου 2009.

Παράγραφος 4 του άρθρου 14

19

Συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης του Βασιλείου της Σουηδίας και της κυβέρνησης της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ για την προώθηση και την αμοιβαία προστασία των επενδύσεων, η οποία υπογράφηκε στις 8 Σεπτεμβρίου 1993.

Παράγραφος 3 του άρθρου 11

20

Συμφωνία μεταξύ του Βασιλείου της Ισπανίας και της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ για την προώθηση και την αμοιβαία προστασία των επενδύσεων, η οποία υπογράφηκε στις 20 Φεβρουαρίου 2006.

Παράγραφος 3 του άρθρου 13

21

Συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας και της κυβέρνησης της Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας του Βιετνάμ για την προώθηση και την προστασία των επενδύσεων, η οποία υπογράφηκε την 1η Αυγούστου 2002.

Άρθρο 14

________________

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 7

ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ

Γενικές διατάξεις

1.    Για τους σκοπούς του τμήματος Α (Επίλυση διαφορών μεταξύ των Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών) και του παρόντος κανονισμού διαδικασίας (εφεξής: «κανόνες» ή «κανονισμός διαδικασίας») ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)    «σύμβουλος»: πρόσωπο που προσλαμβάνεται από ένα εκ των Μερών κατά τη διαδικασία επίλυσης της διαφοράς για να του παρέχει συμβουλές ή συνδρομή κατά τη διαδικασία της ειδικής ομάδας διαιτησίας·

β)    «ειδική ομάδα διαιτησίας»: ειδική ομάδα που συνιστάται βάσει του άρθρου 3.7 (Σύσταση της ειδικής ομάδας διαιτησίας)·

γ)    «διαιτητής»: μέλος της ειδικής ομάδας διαιτησίας που συνιστάται βάσει του άρθρου 3.7 (Σύσταση της ειδικής ομάδας διαιτησίας)·

δ)    «βοηθός»: πρόσωπο το οποίο, βάσει της πράξης διορισμού διαιτητή, διεξάγει έρευνα ή επικουρεί τον διαιτητή·

ε)    «καταγγέλλον Μέρος»: το Μέρος που ζητά τη σύσταση ειδικής ομάδας διαιτησίας σύμφωνα με το άρθρο 3.5 (Έναρξη της διαδικασίας διαιτησίας)·


στ)    «ημέρα»: ημερολογιακή ημέρα·

ζ)    «Μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία»: το Μέρος κατά του οποίου προβάλλεται ισχυρισμός ότι έχει διατάξεις που αναφέρονται στο άρθρο 3.2 (Πεδίο εφαρμογής)·

η)    «διαδικασία»: εκτός αν ορίζεται διαφορετικά, διαδικασία επίλυσης διαφορών εφαρμοζόμενη από ειδική ομάδα διαιτησίας βάσει του τμήματος Α (Επίλυση διαφορών μεταξύ των Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών)· και

θ)    «εκπρόσωπος Μέρους»: υπάλληλος ή κάθε πρόσωπο που ορίζεται από κυβερνητική υπηρεσία ή οργανισμό ή κάθε άλλο δημόσιο φορέα Μέρους ο οποίος αντιπροσωπεύει το Μέρος για τους σκοπούς μιας διαφοράς στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας.

2.    Το Μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία αναλαμβάνει την υλικοτεχνική διαχείριση των ακροάσεων, εκτός αν συμφωνηθεί διαφορετικά. Τα Μέρη μοιράζονται τις δαπάνες οι οποίες απορρέουν από οργανωτικά θέματα, συμπεριλαμβανομένων της αμοιβής και των εξόδων των διαιτητών.


Κοινοποιήσεις

3.    Κάθε Μέρος και η ειδική ομάδα διαιτησίας διαβιβάζουν οποιοδήποτε αίτημα, ανακοίνωση, έγγραφο υπόμνημα ή άλλο έγγραφο με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο στο άλλο Μέρος και, όσον αφορά τα έγγραφα υπομνήματα και αιτήματα που υποβάλλονται στο πλαίσιο της διαιτησίας, σε κάθε διαιτητή. Η ειδική ομάδα διαιτησίας διαβιβάζει τα έγγραφα στα Μέρη επίσης με ηλεκτρονικό ταχυδρομείο. Αν δεν υπάρχουν αποδείξεις για το αντίθετο, τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου θεωρείται ότι παραλαμβάνονται κατά την ημερομηνία αποστολής τους. Αν κάποιο από τα δικαιολογητικά είναι μεγαλύτερο από 10 megabytes, υποβάλλεται σε διαφορετικό ηλεκτρονικό μορφότυπο στο άλλο Μέρος και, όταν συντρέχει περίπτωση, σε κάθε διαιτητή εντός δύο ημερών από την αποστολή του ηλεκτρονικού μηνύματος.

4.    Αντίγραφο των εγγράφων που διαβιβάζονται σύμφωνα με τον κανόνα 3 παραπάνω υποβάλλεται στο άλλο Μέρος και, όταν συντρέχει περίπτωση, σε κάθε διαιτητή την ημέρα της αποστολής του εν λόγω ηλεκτρονικού μηνύματος είτε με φαξ, με συστημένη επιστολή, με υπηρεσίες ταχυμεταφοράς ή με παράδοση έναντι απόδειξης παραλαβής είτε με άλλο τρόπο τηλεπικοινωνίας που παρέχει απόδειξη της αποστολής.

5.    Όλες οι κοινοποιήσεις απευθύνονται στο Υπουργείο Βιομηχανίας και Εμπορίου του Βιετνάμ και στη Γενική Διεύθυνση Εμπορίου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αντίστοιχα.

6.    Τυπογραφικά σφάλματα ήσσονος σημασίας σε αίτημα, ανακοίνωση, έγγραφο υπόμνημα ή σε άλλο έγγραφο που αφορά τη διαδικασία της ειδικής ομάδας διαιτησίας μπορούν να διορθώνονται με τη διαβίβαση νέου εγγράφου, στο οποίο υποδεικνύονται σαφώς οι αλλαγές.


7.    Αν η τελευταία ημέρα για την παράδοση εγγράφου συμπίπτει με επίσημη νόμιμη αργία του Βιετνάμ ή της Ένωσης, το έγγραφο θεωρείται ότι παραλήφθηκε την επόμενη εργάσιμη ημέρα.

Έναρξη της διαιτησίας

8.    Αν, σύμφωνα με το άρθρο 3.7 (Σύσταση της ομάδας διαιτησίας) ή με τους κανόνες 22, 23 και 49, ένας διαιτητής επιλέγεται με κλήρωση, η κλήρωση διεξάγεται σε χρόνο και τόπο που αποφασίζεται από το καταγγέλλον Μέρος και κοινοποιείται αμελλητί στο Μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία. Το Μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία μπορεί, αν το επιθυμεί, να παραστεί στην κλήρωση. Σε κάθε περίπτωση, η κλήρωση διενεργείται με το Μέρος ή τα Μέρη που είναι παρόντα.

9.    Αν, σύμφωνα με το άρθρο 3.7 (Σύσταση της ειδικής ομάδας διαιτησίας) ή με τους κανόνες 22, 23 και 49, ένας διαιτητής επιλέγεται με κλήρωση και υπάρχουν δύο πρόεδροι της επιτροπής, η επιλογή με κλήρωση διενεργείται από και τους δύο προέδρους ή τους αναπληρωτές τους ή από έναν μόνο πρόεδρο, αν ο άλλος πρόεδρος ή ο αναπληρωτής του δεν δέχεται να συμμετάσχει στην κλήρωση.

10.    Τα Μέρη κοινοποιούν στους επιλεγέντες διαιτητές τον διορισμό τους.

11.    Διαιτητής που διορίζεται σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 3.7 (Σύσταση της ομάδας διαιτησίας) επιβεβαιώνει στην επιτροπή τη διαθεσιμότητά του να ασκήσει καθήκοντα διαιτητή εντός πέντε ημερών από την ημερομηνία κατά την οποία ενημερώθηκε για τον διορισμό του.


12.    Η αμοιβή και τα έξοδα που καταβάλλονται στους διαιτητές ορίζονται σύμφωνα με τα πρότυπα του ΠΟΕ. Η αμοιβή για τον βοηθό κάθε διαιτητή δεν υπερβαίνει το 50 τοις εκατό της αμοιβής του εν λόγω διαιτητή.

13.    Τα Μέρη κοινοποιούν στην ειδική ομάδα διαιτησίας τη συμφωνηθείσα εντολή που αναφέρεται στο άρθρο 3.6 (Εντολή της ειδικής ομάδας διαιτησίας) εντός τριών ημερών από την ημερομηνία της συμφωνίας τους για την εντολή.

Έγγραφα υπομνήματα

14.    Το καταγγέλλον Μέρος διαβιβάζει το έγγραφο υπόμνημά του το αργότερο εντός 20 ημερών από την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας. Το Μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία διαβιβάζει το έγγραφό του υπόμνημα αντίκρουσης το αργότερο εντός 20 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του έγγραφου υπομνήματος του καταγγέλλοντος Μέρους.

Λειτουργία των ειδικών ομάδων διαιτησίας

15.    Ο πρόεδρος της ειδικής ομάδας διαιτησίας προεδρεύει σε όλες τις συνεδριάσεις της. Η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να εξουσιοδοτήσει τον πρόεδρο να λαμβάνει διοικητικές και διαδικαστικές αποφάσεις.

16.    Εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στο κεφάλαιο 3 (Επίλυση διαφορών), η ειδική ομάδα διαιτησίας δύναται να διεξάγει τις δραστηριότητές της με κάθε μέσο, μεταξύ άλλων τηλεφωνικώς, με φαξ ή μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή.


17.    Η σύνταξη κάθε απόφασης παραμένει αποκλειστική ευθύνη της ειδικής ομάδας διαιτησίας και δεν είναι δυνατόν να ανατεθεί σε άλλους.

18.    Αν προκύψει διαδικαστικό ζήτημα που δεν καλύπτεται από το τμήμα Α (Επίλυση διαφορών μεταξύ των Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών) και τα παραρτήματα 7 (Κανονισμός διαδικασίας), 8 (Κώδικας δεοντολογίας για τους διαιτητές και τους διαμεσολαβητές) και 9 (Μηχανισμός διαμεσολάβησης), η ειδική ομάδα διαιτησίας, αφού ζητήσει τη γνώμη των Μερών, μπορεί να υιοθετήσει κατάλληλη διαδικασία συμβατή με τις εν λόγω διατάξεις.

19.    Αν η ειδική ομάδα διαιτησίας κρίνει ότι είναι αναγκαίο να τροποποιηθεί οποιαδήποτε από τις προθεσμίες για τις διαδικασίες της, εκτός από τις προθεσμίες που ορίζονται στο τμήμα Α (Επίλυση διαφορών μεταξύ των Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών), ή να πραγματοποιηθεί οποιαδήποτε άλλη διαδικαστική ή διοικητική προσαρμογή, ενημερώνει εγγράφως τα Μέρη σχετικά με τους λόγους αυτής της τροποποίησης ή προσαρμογής, καθώς και σχετικά με την αναγκαία προθεσμία ή προσαρμογή.

Αντικατάσταση

20.    Αν σε διαδικασία διαιτησίας ένας διαιτητής δεν είναι σε θέση να συμμετάσχει, αν αποσυρθεί ή αν πρέπει να αντικατασταθεί, επειδή δεν πληροί τις απαιτήσεις του παραρτήματος 8 (Κώδικας δεοντολογίας για τους διαιτητές και τους διαμεσολαβητές), επιλέγεται αντικαταστάτης σύμφωνα με το άρθρο 3.7 (Σύσταση της ειδικής ομάδας διαιτησίας) και τους κανόνες 8 έως 11.


21.    Αν ένα Μέρος θεωρεί ότι διαιτητής δεν πληροί τις απαιτήσεις του παραρτήματος 8 (Κώδικας δεοντολογίας για τους διαιτητές και τους διαμεσολαβητές) και, για τον λόγο αυτόν, πρέπει να αντικατασταθεί, το εν λόγω Μέρος προβαίνει σε σχετική κοινοποίηση στο άλλο Μέρος εντός 15 ημερών από τη στιγμή κατά την οποία περιήλθαν στην κατοχή του τα αποδεικτικά στοιχεία των περιστάσεων που τεκμηριώνουν τη σοβαρή παραβίαση του παραρτήματος 8 (Κώδικας δεοντολογίας για τους διαιτητές και τους διαμεσολαβητές) από τον διαιτητή.

22.    Αν ένα Μέρος θεωρεί ότι διαιτητής διαφορετικός από τον πρόεδρο δεν πληροί τις απαιτήσεις του παραρτήματος 8 (Κώδικας δεοντολογίας για τους διαιτητές και τους διαμεσολαβητές) και, για τον λόγο αυτόν, πρέπει να αντικατασταθεί, τα Μέρη προβαίνουν σε διαβουλεύσεις και, αν συμφωνήσουν, επιλέγουν νέο διαιτητή σύμφωνα με το άρθρο 3.7 (Σύσταση της ειδικής ομάδας διαιτησίας) και τους κανόνες 8 έως 11.

Αν τα Μέρη δεν συμφωνήσουν ως προς την ανάγκη αντικατάστασης του διαιτητή, κάθε Μέρος μπορεί να ζητήσει να παραπεμφθεί το θέμα στον πρόεδρο της ειδικής ομάδας διαιτησίας, η απόφαση του οποίου είναι οριστική.

Αν, κατόπιν τέτοιου αιτήματος, ο πρόεδρος κρίνει ότι ο διαιτητής δεν πληροί τις απαιτήσεις του παραρτήματος 8 (Κώδικας δεοντολογίας για τους διαιτητές και τους διαμεσολαβητές) και, για τον λόγο αυτόν, πρέπει να αντικατασταθεί, ο νέος διαιτητής επιλέγεται σύμφωνα με το άρθρο 3.7 (Σύσταση της ειδικής ομάδας διαιτησίας) και τους κανόνες 8 έως 11.

23.    Αν ένα Μέρος θεωρεί ότι ο πρόεδρος της ειδικής ομάδας διαιτησίας δεν πληροί τις απαιτήσεις του παραρτήματος 8 (Κώδικας δεοντολογίας για τους διαιτητές και τους διαμεσολαβητές) και, για τον λόγο αυτόν, πρέπει να αντικατασταθεί, τα Μέρη προβαίνουν σε διαβουλεύσεις και, αν συμφωνήσουν, επιλέγουν νέο πρόεδρο σύμφωνα με το άρθρο 3.7 (Σύσταση της ειδικής ομάδας διαιτησίας) και τους κανόνες 8 έως 11.


Αν τα Μέρη δεν συμφωνήσουν ως προς την ανάγκη να αντικατασταθεί ο πρόεδρος, οποιοδήποτε Μέρος μπορεί να ζητήσει να παραπεμφθεί το θέμα σε ένα από τα άλλα πρόσωπα που απομένουν στον υποκατάλογο των προέδρων ο οποίος έχει καταρτιστεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο γ) του άρθρου 3.23 (Κατάλογος διαιτητών). Το όνομά του εν λόγω προσώπου επιλέγεται με κλήρωση από τον πρόεδρο της επιτροπής εμπορίου ή από τον αναπληρωτή του. Η απόφαση του εν λόγω προσώπου σχετικά με την ανάγκη αντικατάστασης του προέδρου είναι οριστική.

Αν το εν λόγω πρόσωπο αποφασίσει ότι ο αρχικός πρόεδρος δεν πληροί τις απαιτήσεις του παραρτήματος 8 (Κώδικας δεοντολογίας για τους διαιτητές και τους διαμεσολαβητές) και, για τον λόγο αυτόν, πρέπει να αντικατασταθεί, το πρόσωπο αυτό επιλέγει νέο πρόεδρο με κλήρωση από τα άλλα πρόσωπα που απομένουν στον υποκατάλογο των προέδρων ο οποίος έχει καταρτιστεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο γ) του άρθρου 3.23 (Κατάλογος διαιτητών). Η επιλογή του νέου προέδρου γίνεται εντός πέντε ημερών από την ημερομηνία υποβολής της ημερομηνίας έκδοσης της απόφασης που προβλέπεται στον παρόντα κανόνα.

24.    Οι διαδικασίες της ειδικής ομάδας διαιτησίας αναστέλλονται κατά την περίοδο διεξαγωγής των διαδικασιών που προβλέπονται στους κανόνες 21 έως 23.

Ακροάσεις

25.    Ο πρόεδρος της ειδικής ομάδας διαιτησίας καθορίζει την ημερομηνία και την ώρα της ακρόασης, αφού ζητήσει τη γνώμη των Μερών και των διαιτητών. Ο πρόεδρος επιβεβαιώνει εγγράφως την ημερομηνία και την ώρα στα Μέρη. Αυτή η πληροφορία δημοσιοποιείται επίσης από το Μέρος που βαρύνεται με την υλικοτεχνική διαχείριση της διαδικασίας, εκτός αν η ακρόαση δεν είναι δημόσια. Αν δεν διαφωνεί κανένα Μέρος, η ειδική ομάδα διαιτησίας δύναται να αποφασίσει να μη γίνει ακρόαση.


26.    Η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να πραγματοποιεί συμπληρωματικές ακροάσεις, αν συμφωνήσουν τα Μέρη.

27.    Όλοι οι διαιτητές είναι παρόντες σε όλη τη διάρκεια των ακροάσεων.

28.    Τα παρακάτω πρόσωπα δύνανται να συμμετάσχουν στην ακρόαση, ανεξάρτητα από το αν οι διαδικασίες είναι δημόσιες ή όχι·

α)    εκπρόσωποι των Μερών·

β)    σύμβουλοι των Μερών·

γ)    πραγματογνώμονες:

δ)    διοικητικό προσωπικό, διερμηνείς, μεταφραστές και πρακτικογράφοι· και

ε)    βοηθοί των διαιτητών.

29.    Μόνο οι εκπρόσωποι και οι σύμβουλοι των Μερών, καθώς και οι πραγματογνώμονες δύνανται να απευθύνονται στην ειδική ομάδα διαιτησίας.

30.    Το αργότερο πέντε ημέρες πριν από την ημερομηνία της ακρόασης, κάθε Μέρος παραδίδει στην ειδική ομάδα διαιτησίας κατάλογο με τα ονόματα των προσώπων τα οποία θα αναπτύξουν προφορικά επιχειρήματα ή παρατηρήσεις, κατά την ακρόαση, για λογαριασμό του εν λόγω Μέρους και με τα ονόματα των άλλων εκπροσώπων ή συμβούλων οι οποίοι θα παρίστανται στην ακρόαση.


31.    Η ειδική ομάδα διαιτησίας διενεργεί την ακρόαση με την ακόλουθη σειρά, εξασφαλίζοντας ότι παρέχεται ίσος χρόνος στο καταγγέλλον Μέρος και στο Μέρος κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία:

Επιχειρήματα

α)    επιχειρήματα του καταγγέλλοντος Μέρους·

β)    επιχειρήματα του Μέρους κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία.

Αντικρούσεις

α)    Απάντηση του καταγγέλλοντος Μέρους·

β)    ανταπάντηση του Μέρους κατά του οποίου στρέφεται η καταγγελία.

32.    Η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να υποβάλλει ερωτήσεις στα Μέρη ή τους πραγματογνώμονες ανά πάσα στιγμή κατά την ακρόαση.

33.    Η ειδική ομάδα διαιτησίας μεριμνά για τη σύνταξη πρακτικών για κάθε ακρόαση και για την παράδοσή τους το συντομότερο δυνατό στα Μέρη. Τα Μέρη δύνανται να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους σχετικά με τα πρακτικά και η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να λάβει υπόψη τις εν λόγω παρατηρήσεις.

34.    Κάθε Μέρος μπορεί να υποβάλει συμπληρωματικό έγγραφο υπόμνημα σχετικά με οποιοδήποτε θέμα προκύψει κατά τη διάρκεια της ακρόασης εντός 10 ημερών από την ημερομηνία της ακρόασης.


Έγγραφες ερωτήσεις

35.    Η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί, ανά πάσα στιγμή κατά τη διαδικασία, να απευθύνει έγγραφες ερωτήσεις σε ένα Μέρος ή και στα δύο Μέρη. Κάθε Μέρος λαμβάνει αντίγραφο των τυχόν ερωτήσεων που υποβάλλονται από την ειδική ομάδα διαιτησίας.

36.    Κάθε Μέρος διαβιβάζει στο άλλο Μέρος αντίγραφο των έγγραφων απαντήσεών του στις ερωτήσεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας. Σε κάθε Μέρος παρέχεται η δυνατότητα να σχολιάσει εγγράφως τις απαντήσεις του άλλου Μέρους εντός πέντε ημερών από την ημερομηνία παραλαβής τους.

Εμπιστευτικότητα

37    Κάθε Μέρος και οι σύμβουλοί του χειρίζονται εμπιστευτικά τις πληροφορίες τις οποίες υποβάλλει στην ειδική ομάδα διαιτησίας και έχει χαρακτηρίσει εμπιστευτικές το άλλο Μέρος. Αν ένα Μέρος υποβάλει εγγράφως εμπιστευτικό υπόμνημα στην ειδική ομάδα διαιτησίας, παρέχει επίσης, κατόπιν αιτήματος του άλλου Μέρους, μη εμπιστευτική περίληψη των πληροφοριών που περιέχονται στο υπόμνημά του, η οποία δύναται να δημοσιοποιηθεί το αργότερο 15 ημέρες από την ημερομηνία υποβολής είτε του αιτήματος είτε του υπομνήματος, με αφετηρία αυτό που υποβάλλεται μεταγενέστερα, καθώς και αιτιολόγηση του εμπιστευτικού χαρακτήρα των μη δημοσιοποιούμενων πληροφοριών. Καμία διάταξη του παρόντος κανονισμού δεν εμποδίζει ένα Μέρος να δημοσιοποιήσει τις δικές του θέσεις, υπό την προϋπόθεση ότι, όταν παραπέμπει σε πληροφορίες που υποβλήθηκαν από το άλλο Μέρος, δεν αποκαλύπτει πληροφορίες που έχουν χαρακτηριστεί από το άλλο Μέρος εμπιστευτικές. Η ειδική ομάδα διαιτησίας συνέρχεται κεκλεισμένων των θυρών, αν τα υπομνήματα και τα επιχειρήματα Μέρους περιέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες. Αν οι ακροάσεις πραγματοποιούνται κεκλεισμένων των θυρών, τα Μέρη και οι σύμβουλοί τους σέβονται τον εμπιστευτικό χαρακτήρα των ακροάσεων της ομάδας διαιτησίας.


Μονομερείς επαφές

38.    Η ειδική ομάδα διαιτησίας δεν πραγματοποιεί συναντήσεις ή επαφές με ένα εκ των Μερών αν δεν παρίσταται και το άλλο Μέρος.

39.    Κανένας διαιτητής δεν συζητά πτυχές του αντικειμένου της διαδικασίας με ένα ή και τα δύο Μέρη εν απουσία των άλλων διαιτητών.

Έγγραφα υπομνήματα φιλικού χαρακτήρα

40.    Αν τα Μέρη δεν συμφωνήσουν διαφορετικά εντός τριών ημερών από την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας, η ειδική ομάδα διαιτησίας μπορεί να λάβει μη ζητηθέντα έγγραφα υπομνήματα από ενδιαφερόμενα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που είναι εγκατεστημένα στο έδαφος ενός Μέρους και είναι ανεξάρτητα από τις κυβερνήσεις των Μερών, με την προϋπόθεση ότι τα εν λόγω υπομνήματα υποβάλλονται εντός 10 ημερών από την ημερομηνία σύστασης της ειδικής ομάδας διαιτησίας, ότι είναι συνοπτικά, και σε καμία περίπτωση δεν υπερβαίνουν τις 15 δακτυλογραφημένες σελίδες με διπλό διάστημα, και ότι συνδέονται άμεσα με πραγματικό περιστατικό ή νομικό ζήτημα που εξετάζεται από την ειδική ομάδα διαιτησίας.

41.    Τα υπομνήματα περιλαμβάνουν περιγραφή του προσώπου, φυσικού ή νομικού, που τα υποβάλλει, συμπεριλαμβανομένης της ιθαγένειας ή του τόπου εγκατάστασής του, της φύσης των δραστηριοτήτων του, του νομικού του καθεστώτος, των γενικών στόχων και των πηγών χρηματοδότησής του, και καθορίζουν τον χαρακτήρα του συμφέροντος που έχει το εν λόγω πρόσωπο από τη διαδικασία διαιτησίας. Συντάσσονται στις γλώσσες που επιλέγονται από τα Μέρη σύμφωνα με τους κανόνες 39 και 40.


42.    Η ειδική ομάδα διαιτησίας μνημονεύει στην απόφασή της όλα τα υπομνήματα που έχει λάβει και τα οποία συνάδουν με τους κανόνες 41 και 42. Η ειδική ομάδα διαιτησίας δεν υποχρεούται να εξετάσει στην απόφασή της τα επιχειρήματα που αναπτύσσονται στα εν λόγω υπομνήματα. Τα υπομνήματα αυτά διαβιβάζονται στα Μέρη προκειμένου αυτά να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους. Οι παρατηρήσεις των Μερών υποβάλλονται εντός 10 ημερών και λαμβάνονται υπόψη από την ειδική ομάδα διαιτησίας.

Επείγουσες περιπτώσεις

43.    Σε περιπτώσεις επείγουσας ανάγκης που αναφέρονται στο τμήμα Α (Επίλυση διαφορών μεταξύ των Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών), η ειδική ομάδα διαιτησίας, αφού ζητήσει τη γνώμη των Μερών, προσαρμόζει κατάλληλα τις προθεσμίες που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό διαδικασίας και ενημερώνει τα Μέρη για τις προσαρμογές αυτές.

Μετάφραση και διερμηνεία

44.    Κατά τη διάρκεια των διαβουλεύσεων που αναφέρονται στο άρθρο 3.3 (Διαβουλεύσεις), και το αργότερο έως τη συνεδρίαση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 3.8 (Διαδικασίες επίλυσης διαφορών στο πλαίσιο της ειδικής ομάδας διαιτησίας), τα Μέρη προσπαθούν να συμφωνήσουν σχετικά με μια κοινή γλώσσα εργασίας για τις διαδικασίες ενώπιον της ειδικής ομάδας διαιτησίας.

45.    Αν τα Μέρη δεν μπορέσουν να συμφωνήσουν σχετικά με μια κοινή γλώσσα εργασίας, κάθε Μέρος υποβάλλει τα έγγραφα υπομνήματά του στη γλώσσα που επιλέγει το ίδιο και η οποία είναι μία από τις γλώσσες εργασίας του ΠΟΕ.


46.    Οι αποφάσεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας εκδίδονται στη γλώσσα ή στις γλώσσες που επιλέγουν τα Μέρη.

47.    Κάθε Μέρος μπορεί να διατυπώσει τις παρατηρήσεις του σχετικά με την ακρίβεια της μετάφρασης εγγράφου που συντάσσεται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό διαδικασίας.

48.    Τα Μέρη επιβαρύνονται εξίσου με τις δαπάνες μετάφρασης της διαιτητικής απόφασης.

Άλλες διαδικασίες

49.    Ο παρών κανονισμός διαδικασίας εφαρμόζεται επίσης στις διαδικασίες που διεξάγονται δυνάμει των άρθρων 3.3 (Διαβουλεύσεις), 3.13 (Εύλογη προθεσμία συμμόρφωσης), 3.14 (Επανεξέταση μέτρων που λαμβάνονται προς συμμόρφωση με την τελική έκθεση), 3.15 (Προσωρινά μέτρα αποκατάστασης σε περίπτωση μη συμμόρφωσης) και 3.16 (Επανεξέταση μέτρων συμμόρφωσης που λαμβάνονται μετά τη λήψη προσωρινών μέτρων αποκατάστασης σε περίπτωση μη συμμόρφωσης). Στην περίπτωση αυτή, οι προθεσμίες που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό διαδικασίας ευθυγραμμίζονται με τις ειδικές προθεσμίες που προβλέπονται για την έκδοση απόφασης από την ειδική ομάδα διαιτησίας στις εν λόγω άλλες διαδικασίες.

________________

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 8

ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΔΙΑΙΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΕΣ

Ορισμοί

1.    Για τους σκοπούς του παρόντος κώδικα δεοντολογίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)    «διαιτητής»: μέλος της ειδικής ομάδας διαιτησίας που συνιστάται βάσει του άρθρου 3.7 (Σύσταση της ειδικής ομάδας διαιτησίας)·

β)    «βοηθός»: πρόσωπο το οποίο, βάσει της πράξης διορισμού διαιτητή, διεξάγει έρευνα ή επικουρεί τον διαιτητή·

γ)    «υποψήφιος»: άτομο το όνομα του οποίου περιλαμβάνεται στον κατάλογο διαιτητών που αναφέρεται στο άρθρο 3.23 (Κατάλογος διαιτητών) και το οποίο εξετάζεται για ενδεχόμενη επιλογή του ως διαιτητή σύμφωνα με το άρθρο 3.7 (Σύσταση της ειδικής ομάδας διαιτησίας)·

δ)    «διαμεσολαβητής»: πρόσωπο που διεξάγει διαδικασία διαμεσολάβησης σύμφωνα με το παράρτημα 9 (Μηχανισμός διαμεσολάβησης)·


ε)    «διαδικασία»: εκτός αν ορίζεται διαφορετικά, διαδικασία επίλυσης διαφορών εφαρμοζόμενη από ειδική ομάδα διαιτησίας βάσει του τμήματος Α (Επίλυση διαφορών μεταξύ των Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών)· και

στ)    «προσωπικό»: σε σχέση με έναν διαιτητή, πρόσωπο το οποίο τελεί υπό τη διεύθυνση και τον έλεγχο του διαιτητή, εξαιρουμένων των βοηθών.

Αρμοδιότητες

2.    Κάθε υποψήφιος και κάθε διαιτητής αποφεύγει οποιαδήποτε παρατυπία και εντύπωση παρατυπίας, είναι ανεξάρτητος και αμερόληπτος, αποφεύγει τις άμεσες ή έμμεσες συγκρούσεις συμφερόντων και τηρεί αυστηρά τους κανόνες δεοντολογίας για την εξασφάλιση της ακεραιότητας και της αμεροληψίας του μηχανισμού επίλυσης διαφορών. Οι πρώην διαιτητές υποχρεούνται να συμμορφώνονται με τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στους κανόνες 15 έως 18 του παρόντος κώδικα δεοντολογίας.

Υποχρέωση γνωστοποίησης

3.    Πριν από τον διορισμό του ως διαιτητή βάσει του τμήματος Α (Επίλυση διαφορών μεταξύ των Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών), ο υποψήφιος γνωστοποιεί τυχόν συμφέροντα, σχέσεις ή ζητήματα που είναι πιθανόν να επηρεάσουν την ανεξαρτησία ή την αμεροληψία του ή που θα μπορούσαν εύλογα να δημιουργήσουν την εντύπωση παρατυπίας ή μεροληψίας κατά τη διαδικασία. Για τον σκοπό αυτόν, ο υποψήφιος καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να λαμβάνει γνώση της ύπαρξης τέτοιου είδους συμφερόντων, σχέσεων ή ζητημάτων.


4.    Κάθε υποψήφιος ή διαιτητής κοινοποιεί εγγράφως στην επιτροπή, προς εξέταση από τα Μέρη, ζητήματα σχετικά με πραγματικές ή δυνητικές παραβιάσεις του παρόντος κώδικα δεοντολογίας.

5.    Μετά τον διορισμό του, ο διαιτητής εξακολουθεί να καταβάλλει κάθε εύλογη προσπάθεια ώστε να λαμβάνει γνώση για τυχόν συμφέροντα, σχέσεις ή ζητήματα που αναφέρονται στον κανόνα 3 του παρόντος κώδικα δεοντολογίας, τα οποία και γνωστοποιεί ενημερώνοντας εγγράφως την επιτροπή, προς εξέταση από τα Μέρη. Η υποχρέωση γνωστοποίησης συνιστά διαρκές καθήκον, το οποίο υποχρεώνει τον διαιτητή να γνωστοποιεί τυχόν συμφέροντα, σχέσεις ή ζητήματα αυτού του είδους που ενδέχεται να ανακύψουν σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας.

Καθήκοντα των διαιτητών

6.    Ο διαιτητής είναι διαθέσιμος να εκτελεί, και εκτελεί, τα καθήκοντά του επιμελώς, χωρίς καθυστέρηση, με εντιμότητα και ευσυνειδησία, καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας.

7.    Ο διαιτητής εξετάζει μόνο τα θέματα που εγείρονται κατά τη διαδικασία και που είναι απαραίτητα για τη λήψη απόφασης, και δεν αναθέτει σε κανένα άλλο πρόσωπο αυτό το καθήκον.

8.    Ο διαιτητής λαμβάνει όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα ώστε να διασφαλίζεται ότι ο βοηθός και το προσωπικό του γνωρίζουν και συμμορφώνονται με τους κανόνες 2, 3, 4, 5, 16, 17 και 18 του παρόντος κώδικα δεοντολογίας.

9.    Ο διαιτητής δεν πραγματοποιεί μονομερείς επαφές σχετικά με τη διαδικασία.


Ανεξαρτησία και αμεροληψία των διαιτητών

10.    Ο διαιτητής αποφεύγει τη δημιουργία εντύπωσης μεροληψίας και δεν επηρεάζεται από ίδιο συμφέρον, έξωθεν πιέσεις, πολιτικές πεποιθήσεις, διαμαρτυρίες της κοινής γνώμης, αφοσίωση σε Μέρος ή από τον φόβο κριτικής.

11.    Ο διαιτητής δεν αναλαμβάνει, άμεσα ή έμμεσα, υποχρεώσεις ούτε δέχεται οφέλη που θα μπορούσαν καθ’ οιονδήποτε τρόπο να επηρεάσουν, ή να φανεί ότι επηρεάζουν, την ορθή εκτέλεση των καθηκόντων του.

12.    Ο διαιτητής δεν κάνει χρήση της ιδιότητάς του ως μέλους της ειδικής ομάδας διαιτησίας για να προωθήσει προσωπικά ή ιδιωτικά συμφέροντα και αποφεύγει ενέργειες οι οποίες ενδέχεται να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι κάποιοι είναι σε θέση να τον επηρεάζουν.

13.    Ο διαιτητής δεν επιτρέπει να επηρεάζεται η συμπεριφορά του ή η κρίση του από σχέσεις ή ευθύνες οικονομικού, επιχειρηματικού, επαγγελματικού, διαπροσωπικού ή κοινωνικού χαρακτήρα.

14.    Ο διαιτητής αποφεύγει να συνάπτει οποιαδήποτε σχέση ή να αποκτά οποιαδήποτε οικονομικά συμφέροντα που ενδέχεται να επηρεάσουν την αμεροληψία του ή που θα μπορούσαν ευλόγως να δημιουργήσουν την εντύπωση παρατυπίας ή μεροληψίας από μέρους του.

Υποχρεώσεις πρώην διαιτητών

15.    Όλοι οι πρώην διαιτητές αποφεύγουν ενέργειες οι οποίες μπορούν να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι επέδειξαν μεροληψία κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ή ότι αποκόμισαν όφελος από αποφάσεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας.


Εμπιστευτικότητα

16.    Κανείς διαιτητής ή πρώην διαιτητής, σε καμία χρονική στιγμή, δεν αποκαλύπτει ούτε κάνει χρήση οποιασδήποτε μη δημόσιας πληροφορίας που αφορά τη διαδικασία ή που προέκυψε κατά τη διαδικασία, παρά μόνο για τους σκοπούς της εν λόγω διαδικασίας, και δεν δύναται, σε καμία περίπτωση, να αποκαλύπτει ή να κάνει χρήση οποιασδήποτε τέτοιας πληροφορίας για να αποκομίσει προσωπικά οφέλη ή οφέλη για άλλους ή για να βλάψει τα συμφέροντα άλλων.

17.    Ο διαιτητής δεν αποκαλύπτει απόφαση της ειδικής ομάδας διαιτησίας ή μέρος αυτής πριν από τη δημοσίευσή της σύμφωνα με το τμήμα Α (Επίλυση διαφορών μεταξύ των Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών).

18.    Οι διαιτητές ή οι πρώην διαιτητές δεν αποκαλύπτουν, σε καμία χρονική στιγμή, τις συζητήσεις που έγιναν κατά τις διασκέψεις της ειδικής ομάδας διαιτησίας ή τις απόψεις οποιουδήποτε διαιτητή.

Έξοδα

19.    Κάθε διαιτητής τηρεί αρχείο και αποδίδει τελικό λογαριασμό σχετικά με τον χρόνο που διέθεσε για τη διαδικασία και τις δαπάνες που πραγματοποίησε, καθώς και σχετικά με τον χρόνο και τις δαπάνες του βοηθού και του προσωπικού του.

Διαμεσολαβητές

20.    Ο παρών κώδικας δεοντολογίας ισχύει αναλογικά και για τους διαμεσολαβητές.

________________

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 9

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ

ΑΡΘΡΟ 1

Στόχος

Στόχος του παρόντος παραρτήματος είναι να διευκολύνει την εξεύρεση αμοιβαία αποδεκτής λύσης μέσω ολοκληρωμένης και ταχείας διαδικασίας με τη βοήθεια διαμεσολαβητή, όπως αναφέρεται στο άρθρο 3.4 (Μηχανισμός διαμεσολάβησης).

ΤΜΗΜΑ Α

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ

ΑΡΘΡΟ 2

Αίτημα για παροχή πληροφοριών

1.    Πριν από την έναρξη της διαδικασίας διαμεσολάβησης, κάθε Μέρος μπορεί, ανά πάσα στιγμή, να ζητήσει εγγράφως πληροφορίες σχετικά με μέτρο το οποίο επηρεάζει αρνητικά τις επενδύσεις μεταξύ των Μερών. Το Μέρος στο οποίο υποβάλλεται αυτό το αίτημα δίνει, εντός 20 ημερών, έγγραφη απάντηση η οποία περιέχει τις παρατηρήσεις του σχετικά με τις πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο αίτημα.


2.    Αν το απαντών Μέρος κρίνει ότι δεν είναι εφικτό να απαντήσει εντός 20 ημερών, ενημερώνει το αιτούν Μέρος για τους λόγους μη τήρησης της εν λόγω προθεσμίας και του γνωστοποιεί το κατ’ εκτίμηση συντομότερο διάστημα εντός του οποίου θα είναι σε θέση να δώσει την απάντησή του.

ΑΡΘΡΟ 3

Έναρξη της διαδικασίας διαμεσολάβησης

1.    Κάθε Μέρος μπορεί να ζητήσει, ανά πάσα στιγμή, την έναρξη διαδικασίας διαμεσολάβησης από τα Μέρη. Το αίτημα αυτό υποβάλλεται στο άλλο Μέρος εγγράφως. Το αίτημα είναι αρκούντως αναλυτικό ώστε να παρουσιάζει με σαφήνεια τους προβληματισμούς του αιτούντος Μέρους και:

α)    προσδιορίζει το συγκεκριμένο επίμαχο μέτρο·

β)    προσδιορίζει τις εικαζόμενες αρνητικές συνέπειες στις επενδύσεις μεταξύ των Μερών τις οποίες το αιτούν Μέρος θεωρεί ότι έχει ή θα μπορούσε να έχει το μέτρο· και

γ)    εξηγεί τον τρόπο με τον οποίο το αιτούν Μέρος θεωρεί ότι οι εν λόγω συνέπειες συνδέονται με το μέτρο.

2.    Η διαδικασία διαμεσολάβησης μπορεί να κινηθεί μόνο κατόπιν αμοιβαίας συμφωνίας των Μερών. Το Μέρος στο οποίο απευθύνεται αίτημα σύμφωνα με την παράγραφο 1 εξετάζει το εν λόγω αίτημα ευνοϊκά και παρέχει εγγράφως θετική ή αρνητική απάντηση εντός 10 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής του.


ΑΡΘΡΟ 4

Επιλογή του διαμεσολαβητή

1.    Μόλις ξεκινήσει η διαδικασία διαμεσολάβησης, τα Μέρη καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να συμφωνήσουν στο πρόσωπο του διαμεσολαβητή το αργότερο εντός 15 ημερών από την ημερομηνία παραλαβής της απάντησης στο αίτημα που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 3 (Έναρξη της διαδικασίας διαμεσολάβησης) του παρόντος παραρτήματος.

2.    Αν τα Μέρη δεν κατορθώσουν να συμφωνήσουν στο πρόσωπο του διαμεσολαβητή εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 1, οποιοδήποτε εκ των Μερών δύναται να ζητήσει από τον πρόεδρο της επιτροπής ή από τον αναπληρωτή του να επιλέξει τον διαμεσολαβητή με κλήρωση από τον κατάλογο που καταρτίζεται βάσει του άρθρου 3.23 (Κατάλογος διαιτητών). Εκπρόσωποι και των δύο Μερών καλούνται εγκαίρως να παρευρεθούν στην κλήρωση. Σε κάθε περίπτωση, η κλήρωση διενεργείται με το Μέρος ή τα Μέρη που είναι παρόντα.

3.    Ο πρόεδρος της επιτροπής ή ο αναπληρωτής του επιλέγει τον διαμεσολαβητή εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την απάντηση οποιουδήποτε Μέρους στο αίτημα που αναφέρεται στην παράγραφο 2.

4.    Αν ο κατάλογος που προβλέπεται στο άρθρο 3.23 (Κατάλογος διαιτητών) δεν έχει καταρτιστεί κατά τον χρόνο υποβολής αιτήματος σύμφωνα με το άρθρο 3 (Έναρξη της διαδικασίας διαμεσολάβησης) του παρόντος παραρτήματος, ο διαμεσολαβητής επιλέγεται με κλήρωση μεταξύ των προσώπων που έχουν επίσημα προταθεί από το ένα ή από αμφότερα τα Μέρη.

5.    Ο διαμεσολαβητής δεν πρέπει να είναι πολίτης κανενός εκ των Μερών, εκτός αν τα Μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά.


6.    Ο διαμεσολαβητής επικουρεί κατά τρόπο αμερόληπτο και διαφανή τα Μέρη στην προσπάθειά τους να αποσαφηνίσουν το μέτρο και τις πιθανές εμπορικές του συνέπειες και να επιτύχουν αμοιβαία αποδεκτή λύση. Το παράρτημα 8 (Κώδικας δεοντολογίας για τους διαιτητές και τους διαμεσολαβητές) εφαρμόζεται αναλογικά και στους διαμεσολαβητές. Οι κανόνες 3 έως 7 (Κοινοποιήσεις) και 44 έως 48 (Μετάφραση και διερμηνεία) του παραρτήματος 7 (Κανονισμός διαδικασίας) εφαρμόζονται αναλογικά.

ΑΡΘΡΟ 5

Κανόνες της διαδικασίας διαμεσολάβησης

1.    Εντός 10 ημερών από την ημερομηνία διορισμού του διαμεσολαβητή, το Μέρος που έχει κινήσει τη διαδικασία διαμεσολάβησης υποβάλλει εγγράφως λεπτομερή περιγραφή του προβλήματος στον διαμεσολαβητή και στο άλλο Μέρος, ιδίως όσον αφορά τη λειτουργία του επίμαχου μέτρου και τις συνέπειές του στο εμπόριο. Εντός 20 ημερών από την ημερομηνία παροχής της εν λόγω περιγραφής, το άλλο Μέρος μπορεί να διατυπώσει εγγράφως τις παρατηρήσεις του σχετικά με την περιγραφή του προβλήματος. Κάθε Μέρος μπορεί να συμπεριλάβει στην περιγραφή ή στις παρατηρήσεις του κάθε πληροφορία που θεωρεί σχετική.

2.    Ο διαμεσολαβητής μπορεί να αποφασίσει ποιος είναι ο πλέον ενδεδειγμένος τρόπος αποσαφήνισης του υπό εξέταση μέτρου και των πιθανών συνεπειών του στο εμπόριο. Ειδικότερα, ο διαμεσολαβητής μπορεί να οργανώνει συναντήσεις μεταξύ των Μερών, να διαβουλεύεται από κοινού ή ξεχωριστά με τα Μέρη, να ζητά βοήθεια ή να διενεργεί διαβουλεύσεις με σχετικούς πραγματογνώμονες και ενδιαφερόμενους φορείς και να παρέχει κάθε πρόσθετη στήριξη που ζητείται από τα Μέρη. Πριν ζητήσει τη συνδρομή σχετικών πραγματογνωμόνων και ενδιαφερόμενων μερών ή πριν προβεί σε διαβούλευση μαζί τους, ο διαμεσολαβητής διαβουλεύεται με τα Μέρη.


3.    Ο διαμεσολαβητής μπορεί να προσφέρει συμβουλές και να προτείνει λύση που θέτει υπόψη των Μερών, τα οποία μπορούν να αποδεχθούν ή να απορρίψουν την προτεινόμενη λύση ή να συμφωνήσουν να εφαρμόσουν διαφορετική λύση. Ο διαμεσολαβητής δεν παρέχει συμβουλές ούτε διατυπώνει παρατηρήσεις σχετικά με τη συμβατότητα του επίμαχου μέτρου.

4.    Η διαδικασία διαμεσολάβησης διεξάγεται στο έδαφος του Μέρους στο οποίο υποβλήθηκε η αίτηση ή, κατόπιν αμοιβαίας συμφωνίας, σε οποιονδήποτε άλλο τόπο ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο.

5.    Τα Μέρη επιδιώκουν να καταλήξουν σε αμοιβαία αποδεκτή λύση εντός 60 ημερών από τον διορισμό του διαμεσολαβητή. Εν αναμονή της τελικής συμφωνίας, τα Μέρη μπορούν να εξετάζουν πιθανές ενδιάμεσες λύσεις, ιδίως αν το μέτρο αφορά αλλοιώσιμα αγαθά.

6.    Η λύση μπορεί να εγκριθεί με απόφαση της επιτροπής. Καθένα από τα Μέρη μπορεί να θέσει ως προϋπόθεση για την υλοποίηση της λύσης την ολοκλήρωση των αναγκαίων εσωτερικών διαδικασιών. Οι αμοιβαία αποδεκτές λύσεις δημοσιοποιούνται. Η μορφή που δημοσιοποιείται δεν μπορεί να περιέχει πληροφορίες που έχουν χαρακτηριστεί εμπιστευτικές από οποιοδήποτε Μέρος.

7.    Αν το ζητήσουν τα Μέρη, ο διαμεσολαβητής κοινοποιεί στα Μέρη εγγράφως σχέδιο έκθεσης των πραγματικών περιστατικών, στην οποία παρέχεται σύντομη περίληψη:

α)    του επίμαχου στη διαδικασία διαμεσολάβησης μέτρου·

β)    των διαδικασιών που ακολουθήθηκαν· και


γ)    της τυχόν αμοιβαία αποδεκτής λύσης που επιτεύχθηκε ως τελική έκβαση της διαδικασίας διαμεσολάβησης, συμπεριλαμβανομένων των πιθανών προσωρινών λύσεων.

Ο διαμεσολαβητής χορηγεί στα Μέρη προθεσμία 15 ημερών για να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους επί του σχεδίου έκθεσης των πραγματικών περιστατικών. Μετά την εξέταση των παρατηρήσεων που υποβάλλονται από τα Μέρη εντός αυτής της προθεσμίας, ο διαμεσολαβητής υποβάλλει στα μέρη εγγράφως τελική έκθεση των πραγματικών περιστατικών εντός 15 ημερών. Η έκθεση των πραγματικών περιστατικών δεν περιλαμβάνει ερμηνεία της παρούσας Συμφωνίας.

8.    Η διαδικασία διαμεσολάβησης περατώνεται:

α)    με την έγκριση αμοιβαία αποδεκτής λύσης από τα Μέρη, κατά την ημερομηνία έγκρισης της εν λόγω λύσης·

β)    με αμοιβαία συμφωνία των Μερών σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας διαμεσολάβησης, κατά την ημερομηνία της εν λόγω συμφωνίας·

γ)    με έγγραφη δήλωση του διαμεσολαβητή, κατόπιν διαβούλευσης με τα Μέρη, ότι περαιτέρω προσπάθειες διαμεσολάβησης δεν θα είχαν αποτέλεσμα, κατά την ημερομηνία της εν λόγω δήλωσης· ή

δ)    με έγγραφη δήλωση ενός εκ των Μερών κατόπιν διερεύνησης αμοιβαία αποδεκτών λύσεων στο πλαίσιο της διαδικασίας διαμεσολάβησης και μετά την εξέταση τυχόν συμβουλών και προτεινόμενων λύσεων εκ μέρους του διαμεσολαβητή, κατά την ημερομηνία της εν λόγω δήλωσης.


ΤΜΗΜΑ Β

ΕΦΑΡΜΟΓΗ

ΑΡΘΡΟ 6

Εφαρμογή αμοιβαία αποδεκτής λύσης

1.    Αν τα Μέρη συμφωνήσουν σε μια λύση, κάθε Μέρος λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή της αμοιβαία αποδεκτής λύσης εντός του συμφωνηθέντος χρονικού πλαισίου.

2.    Το εφαρμόζον Μέρος ενημερώνει εγγράφως το άλλο Μέρος σχετικά με τυχόν βήματα που έγιναν ή μέτρα που ελήφθησαν για την εφαρμογή της αμοιβαία αποδεκτής λύσης.

ΤΜΗΜΑ Γ

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΑΡΘΡΟ 7

Εμπιστευτικότητα και σχέση με την επίλυση διαφορών

1.    Εκτός αν τα Μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά και με την επιφύλαξη της παραγράφου 6 του άρθρου 5 (Κανόνες της διαδικασίας διαμεσολάβησης) του παρόντος παραρτήματος, όλα τα στάδια της διαδικασίας διαμεσολάβησης, συμπεριλαμβανομένων τυχόν συμβουλών ή προτεινόμενων λύσεων, έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα. Ωστόσο, οποιοδήποτε εκ των Μερών μπορεί να δημοσιοποιήσει το γεγονός ότι διενεργείται διαμεσολάβηση.


2.    Η διαδικασία διαμεσολάβησης εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων που έχουν τα Μέρη δυνάμει του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών) ή οποιαδήποτε άλλης συμφωνίας.

3.    Πριν από την έναρξη της διαδικασίας διαμεσολάβησης δεν απαιτούνται διαβουλεύσεις δυνάμει του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών). Ωστόσο, τα Μέρη, πριν από την έναρξη της διαδικασίας διαμεσολάβησης, θα πρέπει να κάνουν χρήση άλλων διατάξεων περί συνεργασίας ή διαβουλεύσεων που προβλέπονται στην παρούσα Συμφωνία.

4.    Τα Μέρη δεν βασίζονται ούτε υποβάλλουν ως αποδεικτικά στοιχεία, στο πλαίσιο άλλων διαδικασιών επίλυσης διαφορών δυνάμει της παρούσας Συμφωνίας ή οποιασδήποτε άλλης συμφωνίας, ούτε η ειδική ομάδα λαμβάνει υπόψη τα εξής:

α)    τις θέσεις που έλαβε το άλλο Μέρος κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διαμεσολάβησης ή τις πληροφορίες που έχουν συγκεντρωθεί βάσει της παραγράφου 2 του άρθρου 5 (Κανόνες της διαδικασίας διαμεσολάβησης) του παρόντος παραρτήματος·

β)    το γεγονός ότι το άλλο Μέρος έχει εκφράσει τη βούλησή του να αποδεχθεί λύση για το μέτρο που αποτελεί αντικείμενο της διαμεσολάβησης· ή

γ)    συμβουλές ή προτάσεις του διαμεσολαβητή.

5.    Ο διαμεσολαβητής δεν μπορεί να είναι διαιτητής ούτε μέλος ειδικής ομάδας, στο πλαίσιο της παρούσας Συμφωνίας ή δυνάμει της συμφωνίας του ΠΟΕ, σε διαδικασία επίλυσης διαφορών που αφορά το ίδιο θέμα για το οποίο έχει ενεργήσει ως διαμεσολαβητής.


ΑΡΘΡΟ 8

Προθεσμίες

Όλες οι προθεσμίες που αναφέρονται στο παρόν παράρτημα μπορούν να τροποποιηθούν κατόπιν αμοιβαίας συμφωνίας των Μερών.

ΑΡΘΡΟ 9

Έξοδα

1.    Κάθε Μέρος καλύπτει τις δαπάνες του οι οποίες απορρέουν από τη συμμετοχή του στη διαδικασία διαμεσολάβησης.

2.    Τα Μέρη μοιράζονται από κοινού και εξίσου τις δαπάνες οι οποίες απορρέουν από οργανωτικά θέματα, συμπεριλαμβανομένης της αμοιβής και των εξόδων του διαμεσολαβητή. Η αμοιβή του διαμεσολαβητή είναι η ίδια με εκείνη που προβλέπεται για τον πρόεδρο ειδικής ομάδας διαιτησίας σύμφωνα με τον κανόνα 12 του παραρτήματος 7 (Κανονισμός διαδικασίας).

________________

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 10

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΛΥΣΗ ΔΙΑΦΟΡΩΝ
ΜΕΤΑΞΥ ΕΠΕΝΔΥΤΩΝ ΚΑΙ ΜΕΡΩΝ

ΑΡΘΡΟ 1

Στόχος

Στόχος του μηχανισμού διαμεσολάβησης είναι να διευκολύνει την εξεύρεση αμοιβαία αποδεκτής λύσης μέσω ολοκληρωμένης και ταχείας διαδικασίας με τη βοήθεια διαμεσολαβητή, όπως αναφέρεται στο άρθρο 3.31 (Διαμεσολάβηση).

ΤΜΗΜΑ Α

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΣΤΟ ΠΛΑΙΣΙΟ ΤΟΥ ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΥ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΣΗΣ

ΑΡΘΡΟ 2

Έναρξη της διαδικασίας

1.    Κάθε διάδικο μέρος μπορεί να ζητήσει, ανά πάσα στιγμή, την έναρξη διαδικασίας διαμεσολάβησης. Το αίτημα απευθύνεται εγγράφως στο άλλο μέρος.


2.    Αν το αίτημα αφορά εικαζόμενη παραβίαση της παρούσας Συμφωνίας από τις αρχές της Ένωσης ή από τις αρχές κράτους μέλους της Ένωσης πρέπει να απευθύνεται στον καθού, όπως αυτός προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 3.32 (Κοινοποίηση πρόθεσης για υποβολή προσφυγής). Αν δεν έχει προσδιοριστεί καθού, το αίτημα απευθύνεται στην Ένωση. Αν το αίτημα γίνει δεκτό, πρέπει να προσδιορίζει αν η Ένωση ή το σχετικό κράτος μέλος της Ένωσης είναι μέρος της διαμεσολάβησης 2 .

3.    Το διάδικο μέρος στο οποίο απευθύνεται το αίτημα εξετάζει με θετικό πνεύμα το αίτημα και το δέχεται ή το απορρίπτει εγγράφως εντός 45 ημερών ή, αν το αίτημα υποβάλλεται μετά την υποβολή αιτήματος για διαβουλεύσεις σύμφωνα με το άρθρο 3.30 (Διαβουλεύσεις), εντός 30 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή του.

4.    Το αίτημα περιλαμβάνει:

α)    συνοπτική έκθεση των διαφορών, συμπεριλαμβανομένου, αν συντρέχει περίπτωση, του προσδιορισμού των σχετικών νομικών μέσων που επαρκούν για τον προσδιορισμό του ζητήματος λόγω του οποίου υποβάλλεται το αίτημα·

β)    τα ονόματα και τα στοιχεία επικοινωνίας του αιτούντος μέρους και των εκπροσώπων του· και


γ)    είτε αναφορά στη συμφωνία διαμεσολάβησης είτε πρόσκληση προς το άλλο διάδικο μέρος ή μέρη να προσφύγουν σε διαμεσολάβηση βάσει του παρόντος μηχανισμού διαμεσολάβησης.

ΑΡΘΡΟ 3

Επιλογή του διαμεσολαβητή

1.    Αν αμφότερα τα διάδικα μέρη συμφωνήσουν να ακολουθήσουν διαδικασία διαμεσολάβησης, τα διάδικα μέρη επιδιώκουν να συμφωνήσουν στην επιλογή διαμεσολαβητή εντός 15 εργάσιμων ημερών από την παραλαβή της απάντησης στο αίτημα.

2.    Αν τα διάδικα μέρη δεν μπορέσουν να συμφωνήσουν σχετικά με την επιλογή του διαμεσολαβητή εντός της καθορισμένης προθεσμίας, οποιοδήποτε διάδικο μέρος μπορεί να ζητήσει από τον πρόεδρο του δικαστηρίου να επιλέξει με κλήρωση και να διορίσει διαμεσολαβητή μεταξύ των μελών του δικαστηρίου που δεν είναι υπήκοοι ούτε κράτους μέλους της Ένωσης ούτε του Βιετνάμ.

3.    Ο πρόεδρος του δικαστηρίου διορίζει τον διαμεσολαβητή εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία υποβολής του αιτήματος που αναφέρεται στην παράγραφο 2.

4.    Ο διαμεσολαβητής επικουρεί με αμερόληπτο και διαφανή τρόπο τα διάδικα μέρη, ώστε να καταλήξουν σε αμοιβαία αποδεκτή λύση.


ΑΡΘΡΟ 4

Κανόνες της διαδικασίας διαμεσολάβησης

1.    Το συντομότερο δυνατόν μετά τον διορισμό του διαμεσολαβητή, ο διαμεσολαβητής συζητά με τα διάδικα μέρη, είτε αυτοπροσώπως είτε τηλεφωνικά είτε με άλλα μέσα επικοινωνίας:

α)    θέματα σχετικά με τη διεξαγωγή της διαμεσολάβησης και, ειδικότερα, τα τυχόν εκκρεμή διαδικαστικά ζητήματα, όπως οι γλώσσες και ο τόπος διεξαγωγής των συνόδων διαμεσολάβησης·

β)    ένα προσωρινό χρονοδιάγραμμα για τη διεξαγωγή της διαμεσολάβησης·

γ)    κάθε νομική υποχρέωση γνωστοποίησης η οποία μπορεί να έχει σημασία για τη διεξαγωγή της διαμεσολάβησης·

δ)    κατά πόσον τα διάδικα μέρη επιθυμούν να συμφωνήσουν εγγράφως να μην αρχίσει ή να μη συνεχιστεί οποιαδήποτε άλλη διαδικασία επίλυσης διαφορών η οποία αφορά τις διαφορές που αποτελούν αντικείμενο της διαμεσολάβησης ενόσω η διαμεσολάβηση εκκρεμεί·

ε)    κατά πόσον χρειάζεται να προβλεφθούν ειδικές ρυθμίσεις για την έγκριση συμφωνίας διακανονισμού· και

στ)    τις χρηματοοικονομικές ρυθμίσεις, όπως, για παράδειγμα, τον υπολογισμό και την καταβολή των αμοιβών και των εξόδων του διαμεσολαβητή σύμφωνα με το άρθρο 8 (Έξοδα) του παρόντος παραρτήματος.


2.    Ο διαμεσολαβητής μπορεί να αποφασίσει ποιος είναι ο πλέον ενδεδειγμένος τρόπος αποσαφήνισης του επίμαχου μέτρου. Ειδικότερα, ο διαμεσολαβητής μπορεί να διοργανώνει συναντήσεις μεταξύ των διάδικων μερών, να διαβουλεύεται με τα διάδικα μέρη από κοινού ή μεμονωμένα, να ζητά τη συνδρομή σχετικών πραγματογνωμόνων και ενδιαφερόμενων μερών ή να διαβουλεύεται μαζί τους και να παρέχει κάθε πρόσθετη στήριξη που του ζητείται από τα διάδικα μέρη. Ωστόσο, προτού ζητήσει βοήθεια ή διενεργήσει διαβουλεύσεις με σχετικούς πραγματογνώμονες και ενδιαφερόμενους φορείς, ο διαμεσολαβητής διαβουλεύεται με τα διάδικα μέρη.

3.    Ο διαμεσολαβητής μπορεί να προσφέρει συμβουλές και να προτείνει λύση που θέτει υπόψη των διάδικων μερών, τα οποία μπορούν να αποδεχθούν ή να απορρίψουν την προτεινόμενη λύση ή να συμφωνήσουν να εφαρμόσουν διαφορετική λύση. Ωστόσο, ο διαμεσολαβητής δεν παρέχει συμβουλές ούτε διατυπώνει παρατηρήσεις σχετικά με το κατά πόσον το επίμαχο μέτρο συνάδει με την παρούσα Συμφωνία.

4.    Η διαδικασία λαμβάνει χώρα στο έδαφος του οικείου Μέρους ή, κατόπιν αμοιβαίας συμφωνίας, σε οποιονδήποτε άλλο τόπο ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο.

5.    Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1 στοιχείο β), τα διάδικα μέρη καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να καταλήξουν σε αμοιβαία αποδεκτή λύση εντός 60 ημερών από τον διορισμό του διαμεσολαβητή. Εν αναμονή της τελικής συμφωνίας, τα διάδικα μέρη μπορούν να εξετάζουν πιθανές προσωρινές λύσεις.

6.    Είτε η Ένωση, είτε κράτος μέλος της Ένωσης, είτε το Βιετνάμ, όταν ενεργούν ως διάδικο μέρος στο πλαίσιο διαδικασίας διαμεσολάβησης, δύνανται να δημοσιοποιούν τις αμοιβαία αποδεκτές λύσεις, με την επιφύλαξη της απάλειψης κάθε πληροφορίας που έχει χαρακτηριστεί εμπιστευτική ή προστατευόμενη.


7.    Η διαδικασία περατώνεται:

α)    με την έγκριση αμοιβαία αποδεκτής λύσης από τα διάδικα μέρη, κατά την ημερομηνία της έγκρισης·

β)    με έγγραφη δήλωση του διαμεσολαβητή, έπειτα από διαβούλευση με τα διάδικα μέρη, ότι η συνέχιση των προσπαθειών διαμεσολάβησης δεν θα έφερνε αποτέλεσμα· ή

γ)    με έγγραφη ανακοίνωση διάδικου μέρους.

ΤΜΗΜΑ Β

ΕΦΑΡΜΟΓΗ

ΑΡΘΡΟ 5

Εφαρμογή αμοιβαία αποδεκτής λύσης

1.    Αν συμφωνηθεί λύση, κάθε διάδικο μέρος επιδιώκει να λάβει τα αναγκαία μέτρα για την εφαρμογή της αμοιβαία αποδεκτής λύσης εντός του συμφωνηθέντος χρονικού πλαισίου.

2.    Το εφαρμόζον διάδικο μέρος ενημερώνει εγγράφως το άλλο διάδικο μέρος για τυχόν βήματα ή μέτρα που λαμβάνει για την υλοποίηση της αμοιβαία αποδεκτής λύσης.


3.    Αν το ζητήσουν τα διάδικα μέρη, ο διαμεσολαβητής τούς χορηγεί εγγράφως σχέδιο έκθεσης πραγματικών περιστατικών, στο οποίο παρέχεται σύντομη περίληψη:

α)    του επίμαχου σε αυτές τις διαδικασίες μέτρου·

β)    των διαδικασιών που ακολουθήθηκαν· και

γ)    της τυχόν αμοιβαία αποδεκτής λύσης που επιτεύχθηκε ως τελική έκβαση των διαδικασιών αυτών, συμπεριλαμβανομένων των πιθανών προσωρινών λύσεων.

4.    Ο διαμεσολαβητής παρέχει στα διάδικα μέρη προθεσμία 15 εργάσιμων ημερών προκειμένου να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους για το σχέδιο έκθεσης. Αφού εξετάσει τις παρατηρήσεις που υποβάλλουν τα διάδικα μέρη εντός της εν λόγω προθεσμίας, ο διαμεσολαβητής υποβάλλει εγγράφως στα διάδικα μέρη τελική έκθεση πραγματικών περιστατικών εντός 15 εργάσιμων ημερών. Η έκθεση των πραγματικών περιστατικών δεν περιλαμβάνει ερμηνεία της παρούσας Συμφωνίας.


ΤΜΗΜΑ Γ

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΑΡΘΡΟ 6

Σχέση με την επίλυση διαφορών

1.    Η προβλεπόμενη βάσει του παρόντος μηχανισμού διαμεσολάβησης διαδικασία δεν προορίζεται να χρησιμοποιηθεί ως βάση για διαδικασίες επίλυσης διαφορών δυνάμει της παρούσας ή οποιασδήποτε άλλης συμφωνίας. Κανένα διάδικο μέρος δεν βασίζεται ούτε υποβάλλει ως αποδεικτικά στοιχεία σε τέτοιες διαδικασίες επίλυσης διαφορών και κανένα όργανο επίλυσης διαφορών δεν λαμβάνει υπόψη τα εξής:

α)    τις θέσεις που υιοθετεί κάποιο διάδικο μέρος κατά τη διάρκεια της διαδικασίας διαμεσολάβησης·

β)    το γεγονός ότι κάποιο διάδικο μέρος έχει εκφράσει τη βούλησή του να αποδεχθεί λύση για το μέτρο που αποτελεί αντικείμενο της διαμεσολάβησης· ή

γ)    συμβουλές ή προτάσεις του διαμεσολαβητή.

2.    Με την επιφύλαξη τυχόν συμφωνίας που θα συναφθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο δ) του άρθρου 4 (Κανόνες της διαδικασίας διαμεσολάβησης) του παρόντος παραρτήματος, ο μηχανισμός διαμεσολάβησης δεν θίγει τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που έχουν τα Μέρη και τα διάδικα μέρη βάσει του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών).


3.    Εκτός αν τα διάδικα μέρη συμφωνήσουν διαφορετικά και με την επιφύλαξη της παραγράφου 6 του άρθρου 4 (Κανόνες της διαδικασίας διαμεσολάβησης) του παρόντος παραρτήματος, όλα τα στάδια της διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένων τυχόν συμβουλών ή προτεινόμενων λύσεων, έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα. Ωστόσο, κάθε διάδικο μέρος μπορεί να δημοσιοποιήσει το γεγονός ότι διεξάγεται διαμεσολάβηση.

ΑΡΘΡΟ 7

Προθεσμίες

Όλες οι προθεσμίες που αναφέρονται στο παρόν παράρτημα μπορούν να τροποποιηθούν με αμοιβαία συμφωνία των διάδικων μερών.

ΑΡΘΡΟ 8

Έξοδα

1.    Κάθε διάδικο μέρος αναλαμβάνει τα έξοδά του που απορρέουν από τη συμμετοχή στη διαδικασία διαμεσολάβησης.

2.    Έξοδα που απορρέουν από οργανωτικά θέματα, συμπεριλαμβανομένων της αμοιβής και των εξόδων του διαμεσολαβητή, βαρύνουν από κοινού και εξίσου τα διάδικα μέρη. Η αμοιβή του διαμεσολαβητή είναι ανάλογη με εκείνη που προβλέπεται για τα μέλη του δικαστηρίου βάσει της παραγράφου 16 του άρθρου 3.38 (Δικαστήριο).

________________

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 11

ΚΩΔΙΚΑΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ,
ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΟΥ ΕΦΕΤΕΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΕΣ

ΑΡΘΡΟ 1

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κώδικα δεοντολογίας, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)    «μέλος»: μέλος του δικαστηρίου ή του εφετείου που συνιστάται σύμφωνα με το τμήμα Β (Επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και Μερών)·

β)    «διαμεσολαβητής»: πρόσωπο που διεξάγει διαδικασία διαμεσολάβησης σύμφωνα με το άρθρο 3.31 (Διαμεσολάβηση) και το παράρτημα 10 (Μηχανισμός διαμεσολάβησης για την επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και Μερών)·

γ)    «υποψήφιος»: άτομο το οποίο εξετάζεται για ενδεχόμενη επιλογή του ως μέλος του δικαστηρίου ή του εφετείου·

δ)    «βοηθός»: πρόσωπο το οποίο, σύμφωνα με τους όρους διορισμού μέλους, επικουρεί το μέλος στις έρευνές του ή το υποστηρίζει στα καθήκοντά του·


ε)    «προσωπικό»: σε σχέση με μέλος, τα άτομα τα οποία τελούν υπό τη διεύθυνση και τον έλεγχο του μέλους αυτού, εξαιρουμένων των βοηθών.

ΑΡΘΡΟ 2

Υποχρεώσεις όσον αφορά τη διαδικασία

Κάθε υποψήφιος και κάθε μέλος αποφεύγει οποιαδήποτε παρατυπία ή εντύπωση παρατυπίας, είναι ανεξάρτητος και αμερόληπτος και αποφεύγει τις άμεσες ή έμμεσες συγκρούσεις συμφερόντων.

ΑΡΘΡΟ 3

Υποχρεώσεις γνωστοποίησης

1.    Πριν από τον διορισμό τους, οι υποψήφιοι γνωστοποιούν στα Μέρη κάθε παρελθόν ή υφιστάμενο συμφέρον, σχέση ή ζήτημα που θα μπορούσε να επηρεάσει την ανεξαρτησία ή την αμεροληψία τους ή που θα μπορούσε να δώσει ευλόγως την εντύπωση παρατυπίας ή μεροληψίας. Για τον σκοπό αυτόν, ο υποψήφιος καταβάλλει κάθε εύλογη προσπάθεια ώστε να λαμβάνει γνώση της ύπαρξης κάθε τέτοιου συμφέροντος, σχέσης ή ζητήματος.

2.    Τα μέλη γνωστοποιούν εγγράφως στα διάδικα μέρη τα ζητήματα που αφορούν πραγματικές ή πιθανές παραβιάσεις του παρόντος κώδικα δεοντολογίας.


3.    Τα μέλη καταβάλλουν συνεχώς κάθε δυνατή προσπάθεια προκειμένου να λαμβάνουν γνώση για τυχόν συμφέροντα, σχέσεις ή ζητήματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1. Τα μέλη γνωστοποιούν τα εν λόγω συμφέροντα, σχέσεις ή ζητήματα στα διάδικα μέρη 3 .

ΑΡΘΡΟ 4

Καθήκοντα των μελών

1.    Τα μέλη, καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας, εκτελούν τα καθήκοντά τους ενδελεχώς και χωρίς καθυστέρηση, με δίκαιο τρόπο και επιμελώς.

2.    Τα μέλη εξετάζουν μόνο τα ζητήματα που εγείρονται κατά τη διαδικασία και που είναι απαραίτητα για τη λήψη απόφασης και δεν αναθέτουν σε κανένα άλλο πρόσωπο αυτό το καθήκον.

3.    Τα μέλη λαμβάνουν όλα τα δέοντα μέτρα για να διασφαλίζουν ότι οι βοηθοί και το προσωπικό τους γνωρίζουν τα άρθρα 2, 3, 5 και 7 του παρόντος κώδικα δεοντολογίας και συμμορφώνονται μ’ αυτά.

4.    Τα μέλη δεν συζητούν καμία πτυχή του αντικειμένου της διαδικασίας με διάδικο μέρος ή με τα διάδικα μέρη εν απουσία των άλλων μελών του τμήματος του δικαστηρίου ή του εφετείου.


ΑΡΘΡΟ 5

Ανεξαρτησία και αμεροληψία των μελών

1.    Τα μέλη είναι ανεξάρτητα και αμερόληπτα, αποφεύγουν τη δημιουργία εντύπωσης μεροληψίας ή παρατυπίας και δεν επηρεάζονται από ίδιο συμφέρον, έξωθεν πιέσεις, πολιτικές πεποιθήσεις, διαμαρτυρίες της κοινής γνώμης, αφοσίωση σε Μέρος ή διάδικο μέρος ή από τον φόβο της κριτικής.

2.    Τα μέλη δεν αναλαμβάνουν, άμεσα ή έμμεσα, υποχρεώσεις ούτε δέχονται οφέλη που θα μπορούσαν καθ’ οιονδήποτε τρόπο να επηρεάσουν, ή να φανεί ότι επηρεάζουν, την ορθή εκτέλεση των καθηκόντων τους.

3.    Τα μέλη δεν κάνουν χρήση της ιδιότητάς τους ως μέλους για να προωθήσουν προσωπικά ή ιδιωτικά συμφέροντα και αποφεύγουν ενέργειες οι οποίες ενδέχεται να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι κάποιοι άλλοι είναι σε θέση να τα επηρεάζουν.

4.    Τα μέλη δεν επιτρέπουν να επηρεάζεται η συμπεριφορά τους ή η κρίση τους από σχέσεις ή ευθύνες οικονομικού, επιχειρηματικού, επαγγελματικού, οικογενειακού ή κοινωνικού χαρακτήρα.

5.    Τα μέλη αποφεύγουν να συνάπτουν οποιαδήποτε σχέση ή να αποκτούν οποιαδήποτε οικονομικά συμφέροντα που ενδέχεται να επηρεάσουν την αμεροληψία τους ή που θα μπορούσαν ευλόγως να δημιουργήσουν την εντύπωση παρατυπίας ή μεροληψίας από μέρους τους 4 .


ΑΡΘΡΟ 6

Υποχρεώσεις πρώην μελών

1.    Όλα τα πρώην μέλη αποφεύγουν ενέργειες οι οποίες ενδέχεται να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι μερολήπτησαν κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους ή ότι αποκόμισαν όφελος από τις αποφάσεις του δικαστηρίου ή του εφετείου.

2.    Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5 του άρθρου 3.38 (Δικαστήριο) και της παραγράφου 9 του άρθρου 3.39 (Εφετείο), τα μέλη δεσμεύονται ότι μετά τη λήξη της θητείας τους δεν θα συμμετέχουν στα παρακάτω:

α)    επενδυτικές διαφορές που εκκρεμούσαν ενώπιον του δικαστηρίου ή του εφετείου πριν από τη λήξη της θητείας τους·

β)    επενδυτικές διαφορές με τις οποίες ασχολήθηκαν ως μέλη του δικαστηρίου ή του εφετείου και άλλες διαφορές που έχουν κοινά πραγματικά περιστατικά με τις διαφορές αυτές ή απορρέουν από τα ίδια γεγονότα και περιστάσεις με τις διαφορές αυτές.

3.    Τα μέλη δεσμεύονται ότι, για διάστημα τριών ετών μετά τη λήξη της θητείας τους, δεν θα ενεργούν ως εκπρόσωποι ενός από τα διάδικα μέρη σε επενδυτικές διαφορές ενώπιον του δικαστηρίου ή του εφετείου.


4.    Αν ο πρόεδρος του δικαστηρίου ή του εφετείου ενημερωθεί ή αν άλλως υποπέσει στην αντίληψή του ότι πρώην μέλος του δικαστηρίου ή του εφετείου, αντίστοιχα, φέρεται ότι παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει βάσει των παραγράφων 1 έως 3, ο πρόεδρος εξετάζει το ζήτημα, παρέχει στο πρώην μέλος τη δυνατότητα να διατυπώσει τις απόψεις του και, αφού προβεί στους σχετικούς ελέγχους, ενημερώνει:

α)    την επαγγελματική ένωση ή άλλον παρόμοιο φορέα όπου ανήκει το πρώην μέλος·

β)    τα Μέρη· και

γ)    τον πρόεδρο κάθε άλλου σχετικού επενδυτικού δικαστηρίου ή εφετείου, για τη λήψη των κατάλληλων μέτρων.

Ο πρόεδρος του δικαστηρίου ή του εφετείου δημοσιοποιεί την απόφασή του για πραγματοποίηση των ενεργειών που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και γ), παραθέτοντας τους σχετικούς λόγους.

ΑΡΘΡΟ 7

Εμπιστευτικότητα

1.    Τα μέλη και τα πρώην μέλη δεν αποκαλύπτουν ούτε χρησιμοποιούν σε καμία χρονική στιγμή οποιαδήποτε μη δημόσια πληροφορία που αφορά τη διαδικασία ή που προέκυψε κατά τη διαδικασία, παρά μόνο για τους σκοπούς της εν λόγω διαδικασίας, και δεν αποκαλύπτουν ούτε χρησιμοποιούν, σε καμία περίπτωση, οποιαδήποτε τέτοια πληροφορία για να αποκομίσουν προσωπικά οφέλη ή οφέλη για άλλους ή για να βλάψουν τα συμφέροντα άλλων.


2.    Τα μέλη δεν γνωστοποιούν απόφαση ή τμήματα αυτής πριν από τη δημοσίευσή της σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 3.36 περί διαφάνειας (Διαφάνεια της διαδικασίας).

3.    Τα μέλη και τα πρώην μέλη δεν αποκαλύπτουν σε καμία χρονική στιγμή τις συζητήσεις του δικαστηρίου ή του εφετείου ή τις απόψεις οποιουδήποτε μέλους, όποιες κι αν είναι αυτές.

ΑΡΘΡΟ 8

Έξοδα

Κάθε Μέλος τηρεί αρχείο και παρέχει τελικό λογαριασμό ως προς τον χρόνο που αφιέρωσε στη διαδικασία και τα έξοδά του.

ΑΡΘΡΟ 9

Διαμεσολαβητές

Οι κανόνες που κατά τον παρόντα κώδικα δεοντολογίας ισχύουν για τα μέλη και τα πρώην μέλη ισχύουν αναλογικά και για τους διαμεσολαβητές.


ΑΡΘΡΟ 10

Συμβουλευτική επιτροπή

1.    Ο πρόεδρος του δικαστηρίου και ο πρόεδρος του εφετείου επικουρούνται από συμβουλευτική επιτροπή για την εξασφάλιση της ορθής εφαρμογής του παρόντος κώδικα δεοντολογίας και του άρθρου 3.40 (Δεοντολογία), καθώς και για την εκτέλεση κάθε άλλου καθήκοντος, αν αυτό προβλέπεται.

2.    Η συμβουλευτική επιτροπή απαρτίζεται από τους αντίστοιχους αντιπροέδρους και από τα δύο αρχαιότερα μέλη του δικαστηρίου ή του εφετείου.

________________

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 12

ΣΥΝΤΡΕΧΟΥΣΕΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ

1.    Παρά την παράγραφο 1 του άρθρου 3.34 (Άλλες προσφυγές), κανένας επενδυτής του Μέρους ΕΕ δεν υποβάλλει προσφυγή στο δικαστήριο βάσει του τμήματος Β (Επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών) με τον ισχυρισμό ότι το Βιετνάμ παρέβη διάταξη που αναφέρεται στο άρθρο 2.1 (Πεδίο εφαρμογής), αν ο επενδυτής έχει υποβάλει προσφυγή που αφορά εικαζόμενη παράβαση της ίδιας διάταξης που αναφέρεται στο άρθρο 2.1 (Πεδίο εφαρμογής) σε διαδικασία ενώπιον αστικού ή διοικητικού δικαστηρίου του Βιετνάμ ή σε οποιαδήποτε διεθνή διαιτητική διαδικασία 5 .


2.    Παρά τις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 3.34 (Άλλες προσφυγές), αν το Βιετνάμ είναι καθού, κανένας επενδυτής του Μέρους ΕΕ δεν υποβάλλει προσφυγή στο δικαστήριο βάσει του τμήματος Β (Επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών) με τον ισχυρισμό ότι ένα μέτρο δεν συνάδει με τις διατάξεις του κεφαλαίου 2, αν οποιοδήποτε πρόσωπο που ελέγχει άμεσα ή έμμεσα τον επενδυτή ή ελέγχεται άμεσα ή έμμεσα απ’ αυτόν (εφεξής: «συνδεδεμένο πρόσωπο») έχει υποβάλει προσφυγή στο δικαστήριο ή σε οποιοδήποτε άλλο εθνικό ή διεθνές δικαστήριο επικαλούμενο παράβαση των ίδιων διατάξεων, όσον αφορά την ίδια επένδυση και:

α)    η προσφυγή του εν λόγω συνδεδεμένου προσώπου αντιμετωπίστηκε με διαιτητική ή δικαστική απόφαση ή με άλλον διακανονισμό· ή

β)    η προσφυγή του εν λόγω συνδεδεμένου προσώπου εκκρεμεί και το εν λόγω πρόσωπο δεν έχει αποσύρει την εν λόγω εκκρεμούσα προσφυγή.

3.    Οι προσφυγές που δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου 1 ή 2 του παρόντος παραρτήματος υπάγονται στο άρθρο 3.34 (Άλλες προσφυγές).

________________

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 13

ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΦΕΤΕΙΟΥ

1.    Ο εσωτερικός κανονισμός του εφετείου, που καταρτίζεται σύμφωνα με την παράγραφο 10 του άρθρου 3.29 (Εφετείο), συμπεριλαμβάνει και ρυθμίζει, μεταξύ άλλων, τα εξής:

α)    πρακτικές ρυθμίσεις σχετικά με τις διασκέψεις των τμημάτων του εφετείου και την επικοινωνία μεταξύ των μελών του εφετείου·

β)    ρυθμίσεις για την επίδοση των εγγράφων και των σχετικών δικαιολογητικών, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων σχετικά με τη διόρθωση των τυχόν εκ παραδρομής λαθών στα εν λόγω έγγραφα·

γ)    διαδικαστικές πτυχές που αφορούν την προσωρινή αναστολή της διαδικασίας σε περίπτωση θανάτου, παραίτησης, αδυναμίας ή αποπομπής μέλους του εφετείου από τμήμα ή από το εφετείο·

δ)    ρυθμίσεις για τη διόρθωση των τυχόν εκ παραδρομής λαθών σε αποφάσεις των τμημάτων του εφετείου·

ε)    ρυθμίσεις για τη συνεκδίκαση δύο ή περισσότερων εφέσεων που αφορούν την ίδια προσωρινή διαιτητική απόφαση· και


στ)    ρυθμίσεις για τη γλώσσα της διαδικασίας της έφεσης, η οποία, καταρχήν, είναι η ίδια γλώσσα με τη γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε κατά τη διαδικασία ενώπιον του δικαστηρίου το οποίο εξέδωσε την εφεσιβαλλόμενη προσωρινή απόφαση.

2.    Ο εσωτερικός κανονισμός μπορεί επίσης να περιλαμβάνει κατευθυντήριες αρχές όσον αφορά τις ακόλουθες πτυχές, που μπορούν στη συνέχεια να αντιμετωπιστούν με διαδικαστικές διατάξεις των τμημάτων του εφετείου:

α)    ενδεικτικά χρονοδιαγράμματα και σειρά υποβολής των υπομνημάτων στα τμήματα του εφετείου και διεξαγωγής των σχετικών ακροάσεων·

β)    υλικοτεχνικές πτυχές σχετικά με τη διεξαγωγή της διαδικασίας, όπως τους τόπους διασκέψεων και ακροάσεων των τμημάτων του εφετείου και τις λεπτομέρειες της εκπροσώπησης των διάδικων μερών· και

γ)    προκαταρκτικές διαδικαστικές διαβουλεύσεις και πιθανές προακροαματικές διασκέψεις μεταξύ του τμήματος και των διάδικων μερών.

________________

(1)    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι παραβίαση του άρθρου 2.3 (Εθνική μεταχείριση) ή του άρθρου 2.4 (Μεταχείριση του μάλλον ευνοουμένου κράτους) δεν προκύπτει απλώς από τη διαφορετική μεταχείριση που παρέχεται από Μέρος σε ορισμένες κατηγορίες επενδυτών ή επενδύσεων για λόγους διαφορετικού μακροοικονομικού αντικτύπου, π.χ. για την αποφυγή συστημικών κινδύνων ή δευτερογενών επιπτώσεων ή για λόγους επιλεξιμότητας για αναδιάρθρωση χρέους.
(2)    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι, αν το αίτημα αφορά μεταχείριση από την Ένωση, το μέρος της διαδικασίας διαμεσολάβησης είναι η Ένωση και κάθε σχετικό κράτος μέλος της Ένωσης συμμετέχει πλήρως στη διαμεσολάβηση. Αν το αίτημα αφορά αποκλειστικά μεταχείριση από κράτος μέλος της Ένωσης, μέρος της διαδικασίας διαμεσολάβησης είναι το οικείο κράτος μέλος της Ένωσης, εκτός αν αυτό ζητήσει από την Ένωση να είναι αυτή μέρος.
(3)    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι η υποχρέωση αυτή δεν επεκτείνεται σε πληροφορίες που έχουν ήδη δημοσιοποιηθεί ή ήταν γνωστές ή θα έπρεπε ευλόγως να είναι γνωστές σε όλα τα διάδικα μέρη.
(4)    Προς αποφυγή τυχόν αμφιβολιών, διευκρινίζεται ότι το γεγονός ότι ένα μέλος λαμβάνει εισόδημα από κυβέρνηση ή έχει οικογενειακή σχέση με πρόσωπο που λαμβάνει εισόδημα από κυβέρνηση δεν αρκεί για να θεωρηθεί ότι δεν συνάδει με τις παραγράφους 2 και 5.
(5)    Το γεγονός ότι ο επενδυτής έχει υποβάλει προσφυγή βασιζόμενη στον ισχυρισμό ότι το Βιετνάμ έχει παραβεί διάταξη του κεφαλαίου 2 σε διαδικασία ενώπιον αστικού ή διοικητικού δικαστηρίου του Βιετνάμ ή σε οποιαδήποτε διεθνή διαιτητική διαδικασία όσον αφορά κάποια από τις επενδύσεις του δεν εμποδίζει τον ίδιο επενδυτή να υποβάλει στο δικαστήριο προσφυγή που αφορά εικαζόμενη παράβαση των ίδιων διατάξεων σύμφωνα με το τμήμα Β (Επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών και Μερών) του κεφαλαίου 3 (Επίλυση διαφορών) όσον αφορά τις άλλες επενδύσεις του, όταν οι εν λόγω άλλες επενδύσεις εικάζεται ότι επηρεάζονται από το ίδιο μέτρο.