Βρυξέλλες, 14.2.2017

COM(2017) 71 final

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ

για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 450/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τον δείκτη κόστους εργασίας (ΔΚΕ)


1.Εισαγωγή

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 450/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Φεβρουαρίου 2003, σχετικά με τον δείκτη κόστους εργασίας (ΔΚΕ)( 1 ) θεσπίζει ένα κοινό πλαίσιο για τα κράτη μέλη, ώστε να παράγουν συγκρίσιμους δείκτες και να τους διαβιβάζουν στην Επιτροπή. Η Επιτροπή (Eurostat) δημοσιεύει στον δικτυακό της τόπο τριμηνιαίο δελτίο Τύπου σχετικά με τον δείκτη ωριαίου κόστους εργασίας( 2 ), το οποίο περιλαμβάνει πλήρες σύνολο στοιχείων κατανεμημένων κατά οικονομική δραστηριότητα και κατά τις συνιστώσες του κόστους εργασίας. Ο δικτυακός τόπος περιλαμβάνει επίσης τα ποσοστά αύξησης τόσο ανά τρίμηνο όσο και ανά έτος.

Τον Ιούλιο του 2003 η Επιτροπή εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1216/2003( 3 ), ο οποίος ορίζει λεπτομερέστερα τις διαδικασίες που πρέπει να εφαρμόζουν τα κράτη μέλη όταν αποστέλλουν στην Επιτροπή τους δείκτες, τις εποχικές διορθώσεις που πρέπει να επέλθουν στους δείκτες και το περιεχόμενο των εθνικών εκθέσεων ποιότητας. Tον Μάρτιο του 2007 η Επιτροπή εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 224/2007( 4 ). Ο εν λόγω κανονισμός τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1216/2003 και επεκτείνει το πεδίο εφαρμογής του δείκτη κόστους εργασίας προκειμένου να καλύψει τις οικονομικές δραστηριότητες που ορίζονται στους τομείς Λ, Μ, Ν και Ξ της NACE αναθ. 1. Η εν λόγω επέκταση σημαίνει ότι καλύπτονται επίσης οι μη εμπορεύσιμες υπηρεσίες. Οι μη εμπορεύσιμες υπηρεσίες αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο ποσοστό των οικονομικών δραστηριοτήτων που ορίζονται στους εν λόγω τομείς και μπορεί να έχουν διαφορετική δυναμική για την αγορά υπηρεσιών. Τον Αύγουστο του 2007 η Επιτροπή εξέδωσε τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 973/2007( 5 ). Ο εν λόγω κανονισμός τροποποίησε ορισμένους κανονισμούς σχετικά με συγκεκριμένους στατιστικούς τομείς, συμπεριλαμβανομένου του δείκτη κόστους εργασίας, έτσι ώστε να εφαρμοστεί η στατιστική ταξινόμηση των οικονομικών δραστηριοτήτων που ορίζονται στη NACE αναθ. 2.

Σύμφωνα με το άρθρο 13 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 450/2003, η Επιτροπή υποβάλλει κάθε δύο έτη έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο. Δεδομένου ότι οι αναδρομικές σειρές αναλύθηκαν σε προηγούμενες εκθέσεις, η παρούσα έκθεση εξετάζει την ποιότητα των στοιχείων για τον δείκτη κόστους εργασίας για τα τρίμηνα αναφοράς από το τρίτο τρίμηνο του 2014 (2014Q3) έως το δεύτερο τρίμηνο του 2016 (2016Q2).

Στο παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1216/2003, η ποιότητα του δείκτη κόστους εργασίας ορίζεται με βάση τα ακόλουθα κριτήρια: καταλληλότητα, ακρίβεια, έγκαιρη διαβίβαση των στοιχείων, εύκολη πρόσβαση και σαφήνεια, συγκρισιμότητα, συνοχή και πληρότητα.

Στην προηγούμενη έκθεση( 6 ) εξετάστηκε η πρόοδος που σημειώθηκε όσον αφορά την εύκολη πρόσβαση και τη σαφήνεια, οι οποίες κρίθηκαν ικανοποιητικές. Ως εκ τούτου, η παρούσα έκθεση θα επικεντρωθεί στις βελτιώσεις ως προς την καταλληλότητα, την πληρότητα, την έγκαιρη διαβίβαση, την ακρίβεια και τη συγκρισιμότητα και θα εξετάσει τη συνοχή μεταξύ των στοιχείων για τον δείκτη κόστους εργασίας και των εθνικών λογαριασμών.

Δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στο πρόβλημα των στοιχείων που δεν διαβιβάζονται από τα κράτη μέλη εντός των ορισθεισών προθεσμιών και στις εν προκειμένω συνέπειες για την ποιότητα των δημοσιευόμενων ευρωπαϊκών συγκεντρωτικών στοιχείων.

2.Γενικη προοδοσ μετα την τελευταια εκθεση

Από νομοθετική άποψη, δεν έχουν γίνει αλλαγές μετά τη δημοσίευση της τελευταίας έκθεσης το 2015.

Κατά την τρέχουσα περίοδο αναφοράς η Eurostat έχει εργαστεί για την απλούστευση και την εναρμόνιση των προτύπων που αφορούν τόσο τα στοιχεία όσο και τα μεταδεδομένα (εκθέσεις ποιότητας) τα οποία αποστέλλονται από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή. Η χρήση του προτύπου ανταλλαγής στατιστικών στοιχείων και μεταδεδομένων (SDMX)( 7 ) (παγκόσμιο σημείο αναφοράς για την ανταλλαγή στατιστικών πληροφοριών) για τις ταξινομήσεις και τις μεταβλητές που χρησιμοποιούνται στον δείκτη κόστους εργασίας έχει επεκταθεί σε όλα τα κράτη μέλη. Η Eurostat έχει αρχίσει την επικαιροποίηση του ορισμού διάρθρωσης των στοιχείων του προτύπου SDMX σε νέα έκδοση, ώστε να καταστεί δυνατή η συλλογή περισσότερων προαιρετικών μεταβλητών καθώς και η εναρμόνιση της συλλογής στοιχείων για τον ΔΚΕ με άλλους στατιστικούς τομείς. Διενεργήθηκαν δοκιμές εφαρμογής των νέων προτύπων σε 12 κράτη μέλη και προβλέπεται να εφαρμοστεί η επικαιροποίηση στην παραγωγή, έπειτα από περαιτέρω δοκιμές, το επόμενο τρίμηνο αναφοράς (2016Q3). Από την άλλη πλευρά, δοκιμάστηκε με επιτυχία η διαβίβαση στοιχείων για τον δείκτη κόστους εργασίας στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) βάσει του προτύπου SDMX. Και οι δύο πρωτοβουλίες βοήθησαν στην απλούστευση της διαδικασίας παραγωγής.

Οι εκθέσεις ποιότητας που υποβλήθηκαν από τα κράτη μέλη έχουν μεταφερθεί σε μια νέα έκδοση (v2.13) του διαχειριστή μεταδεδομένων του ευρωπαϊκού στατιστικού συστήματος, ηλεκτρονικού εργαλείου που επιτρέπει σε όλα τα κράτη μέλη να μεταφορτώνουν τις εκθέσεις ποιότητας εξ αποστάσεως και να επικαιροποιούν τα μέρη που μεταβλήθηκαν κατά τη διάρκεια του προηγούμενου έτους χωρίς να χρειάζεται να τις υποβάλουν εκ νέου στο σύνολό τους. Επιπλέον, το εν λόγω ηλεκτρονικό εργαλείο επιτρέπει την ανάρτηση των εθνικών εκθέσεων ποιότητας στη βάση δεδομένων αναφοράς της Eurostat, πράγμα που τις καθιστά διαθέσιμες σε όλους τους χρήστες.

Ένας από τους τομείς που εξακολουθεί να χρήζει προσοχής είναι η συνοχή του ΔΚΕ με άλλες στατιστικές σχετικά με το κόστος εργασίας, ιδίως με τα τριμηνιαία στοιχεία για τους εθνικούς λογαριασμούς (βλέπε παράγραφο 3.6). Το θέμα αυτό έχει αναλυθεί τόσο από θεωρητική όσο και από εμπειρική άποψη.

Τον Μάιο του 2015 η Eurostat διοργάνωσε σεμινάριο υπό μορφήν εργαστηρίων με τα κράτη μέλη για την εξέταση της ποιότητας των στατιστικών σχετικά με το κόστος εργασίας. Αξιολογήθηκαν θέματα όπως η συλλογή στοιχείων (πηγές και τεχνικές δειγματοληψίας), θέματα μεθοδολογίας, ευλογοφάνειας και συνοχής, θέματα στατιστικών διαδικασιών (διόρθωση ως προς τις εργάσιμες ημέρες), θέματα αναγκών των χρηστών και μελλοντικών εξελίξεων και συμφωνήθηκαν προτάσεις βελτίωσης.

Κατά τη διάρκεια των εργασιών της ομάδα εργασίας για τις στατιστικές σχετικά με την αγορά εργασίας (ΣΑΕ) τον Ιανουάριο του 2016 η Eurostat παρουσίασε τα αποτελέσματα των νέων ελέγχων ευλογοφάνειας για τα στοιχεία του δείκτη κόστους εργασίας. Η ομάδα εργασίας για τις ΣΑΕ υποστήριξε πλήρως αυτούς τους νέους ποιοτικούς ελέγχους και συμφώνησε να εφαρμοστούν, κατά το δυνατόν, σε εθνικό επίπεδο. Οι χώρες που δεν εφαρμόζουν την έμμεση μέθοδο εποχικής διόρθωσης (συγκεντρωτικά μεγέθη μισθολογικού / μη μισθολογικού κόστους εργασίας και συγκεντρωτικά μεγέθη της NACE) συμφώνησαν, κατά τη διάρκεια των εργασιών της ομάδα εργασίας για τις ΣΑΕ τον Οκτώβριο του 2016, να εφαρμόσουν την εν λόγω διαδικασία εντός των επόμενων δύο τριμήνων.

Η Eurostat έχει επίσης αρχίσει να δημοσιεύει ετήσιες εκτιμήσεις του ωριαίου κόστους εργασίας με κατανομή της NACE σε δελτίο Τύπου που εκδόθηκε για πρώτη φορά τον Απρίλιο του 2016. Οι εκτιμήσεις αυτές βασίζονται τόσο στα επίπεδα του κόστους εργασίας όσο και στις τάσεις του δείκτη κόστους εργασίας και παράγονται ήδη 3 μήνες μετά το πέρας της περιόδου αναφοράς. Η κάλυψη περιλαμβάνει την κατανομή της NACE, με εξαίρεση τον τομέα Λ της NACE (διαχείριση ακίνητης περιουσίας).

Ενώ τα κράτη μέλη εφαρμόζουν και διατηρούν την αναγκαία υποδομή για την κατάρτιση του δείκτη κόστους εργασίας, η Eurostat προβαίνει σε συνεχή βελτίωση του συστήματος για την παραλαβή, την επαλήθευση, την επεξεργασία, την αποθήκευση και τη διάδοση των στοιχείων. Οι εν λόγω διαδικασίες, οι οποίες τέθηκαν σε πλήρη λειτουργία το 2005, υπόκεινται σε διαρκή αναθεώρηση και επικαιροποίηση.

3.Αξιολόγηση της ποιότητας των στοιχείων και των επιπτώσεών της στα ευρωπαϊκά συγκεντρωτικά στοιχεία

3.1Καταλληλότητα

Ο δείκτης «μεταβολές στο κόστος εργασίας ανά πραγματοποιηθείσα ώρα εργασίας» είναι σημαντικός για την ανάλυση των βραχυπρόθεσμων και μεσοπρόθεσμων οικονομικών εξελίξεων. Η Επιτροπή και η ΕΚΤ χρησιμοποιούν έναν δείκτη κόστους εργασίας ανά πραγματοποιηθείσα ώρα εργασίας, ο οποίος δείχνει τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξη του κόστους εργασίας, ώστε να αξιολογούνται οι πιθανές πληθωριστικές πιέσεις που προκαλούνται από τις εξελίξεις στην αγορά εργασίας. Ο δείκτης πρέπει να υπολογίζεται μόλις καταστούν διαθέσιμα τα στοιχεία, για κάθε κράτος μέλος, για το σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) και για τη ζώνη του ευρώ (ΖΕ). Ο δείκτης κόστους εργασίας είναι επίσης σημαντικός για τις μισθολογικές διαπραγματεύσεις των κοινωνικών εταίρων και για την ίδια την Επιτροπή όσον αφορά την παρακολούθηση των βραχυπρόθεσμων εξελίξεων του κόστους εργασίας. Ο δείκτης κόστους εργασίας είναι ένας από τους κύριους ευρωπαϊκούς οικονομικούς δείκτες( 8 ).

Υπάρχει ζήτηση όχι μόνο για πληροφορίες σχετικά με τις τριμηνιαίες ποσοστιαίες μεταβολές στο κόστος εργασίας, όπως μετρώνται με τον δείκτη κόστους εργασίας, αλλά επίσης, όλο και περισσότερο, για πληροφορίες σχετικά με το κόστος εργασίας σε απόλυτες τιμές (ευρώ ανά ώρα). Τον Απρίλιο του 2012 η Eurostat δημοσίευσε αρχικές εκτιμήσεις του ωριαίου κόστους εργασίας σε ευρώ και σε εθνικά νομίσματα για πρώτη φορά. Η Eurostat πρόσθεσε την κατανομή της NACE για τις ετήσιες εκτιμήσεις της που δημοσιεύθηκαν σε δελτίο Τύπου τον Απρίλιο του 2016 και μέσω της ηλεκτρονικής βάσης δεδομένων.

Η δημοσίευση των εκτιμήσεων του ετήσιου κόστους εργασίας με κατανομή της NACE βάσει του δείκτη κόστους εργασίας αύξησε την ήδη μεγάλη ζήτηση από τους χρήστες για πλήρεις και επίκαιρες πληροφορίες σχετικά με το ύψος του ωριαίου κόστους εργασίας. Η Επιτροπή έλαβε θετικά σχόλια όσον αφορά τη δημοσίευση των εν λόγω εκτιμήσεων και θα εξακολουθήσει να παράγει εκτιμήσεις του ετήσιου κόστους εργασίας με κατανομή της NACE.

3.2Πληρότητα

Γενικά, η διαθεσιμότητα και η ποιότητα του δείκτη κόστους εργασίας εξακολούθησε να βελτιώνεται σε σύγκριση με την προηγούμενη περίοδο αναφοράς. Η Eurostat έλαβε στοιχεία διορθωμένα ως προς τις εργάσιμες ημέρες και στοιχεία με εποχική διόρθωση και διόρθωση ως προς τις εργάσιμες ημέρες από όλα τα κράτη μέλη. Όλα τα κράτη μέλη υπέβαλαν επίσης στοιχεία χωρίς εποχική διόρθωση, εκτός από τη Δανία και τη Σουηδία — χώρες που τους έχουν χορηγηθεί παρεκκλίσεις από την υποβολή στοιχείων χωρίς εποχική διόρθωση( 9 ).

Όσον αφορά τα κράτη του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ)( 10 ), η Ισλανδία δεν διαβίβασε στοιχεία για τον δείκτη κόστους εργασίας για την περίοδο αναφοράς, ενώ η Νορβηγία διαβίβασε στοιχεία για όλα τα σχετικά τρίμηνα.

Παρά τη βελτίωση της κάλυψης των στοιχείων με εποχική διόρθωση, αποφασίστηκε, κατόπιν προσεκτικής ανάλυσης της ποιότητας των στοιχείων και των αναγκών των χρηστών, να εξακολουθήσουν να δημοσιεύονται τα διορθωμένα ως προς τις εργάσιμες ημέρες στοιχεία ως βασικά στοιχεία. Η εν λόγω δημοσίευση διασφαλίζει, ιδίως, τη σαφήνεια και τη συνοχή με άλλες στατιστικές τιμών (π.χ. τον δείκτη τιμών καταναλωτή). Ωστόσο, όλα τα στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων των διορθωμένων εποχικά εκτιμήσεων, είναι διαθέσιμα στο διαδίκτυο στη βάση δεδομένων της Eurostat.

Οι εθνικές εκθέσεις σχετικά με την ποιότητα για το έτος αναφοράς 2015 υποβλήθηκαν από όλα τα κράτη μέλη και είναι στο στάδιο της επικύρωσης, πριν τεθούν στη διάθεση του κοινού.

3.3Εγκαιρη διαβίβαση

Το ποσοστό έγκαιρης διαβίβασης των στοιχείων από τα κράτη μέλη στην Επιτροπή βελτιώθηκε σε σύγκριση με την προηγούμενη έκθεση που δημοσιεύτηκε το 2015. Με εξαίρεση την Ελλάδα και την Κροατία, σημειώθηκαν μικρές μόνο καθυστερήσεις. Η έγκαιρη διαβίβαση των στοιχείων είναι υψίστης σημασίας για την παραγωγή του ΔΚΕ, δεδομένου ότι οι καθυστερήσεις στην υποβολή των στοιχείων σημαίνει ότι θα πρέπει να χρησιμοποιούνται εκτιμήσεις για τα συγκεντρωτικά στοιχεία της ΕΕ και της ζώνης του ευρώ, πράγμα που μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα περιττές ευρείες αναθεωρήσεις σε μεταγενέστερο χρόνο. Το σχήμα 1 παρουσιάζει το ποσοστό του συνολικού κόστους εργασίας στην ΕΕ σε ευρώ για τα στοιχεία που ήταν διαθέσιμα για κάθε τρίμηνο κατά τη δημοσίευση του δελτίου Τύπου.

Σχήμα 1: Διαθέσιμα στοιχεία για τον δείκτη κόστους εργασίας κατά τη δημοσίευση, ποσοστό του συνολικού κόστους εργασίας στην ΕΕ σε ευρώ

Η κάλυψη του ΔΚΕ ήταν πλήρης, εκτός από τέσσερα τρίμηνα κατά τα οποία η Ελλάδα (2015 Q1 και Q4, 2016 Q1 και Q2) ή η Κροατία (2016 Q1) δεν διαβίβασαν τα στοιχεία τους εγκαίρως.

Κατά μέσο όρο, το ποσοστό έγκαιρης διαβίβασης βελτιώθηκε σε σύγκριση με την τελευταία περίοδο υποβολής εκθέσεων, εξασφαλίζοντας την κάλυψη της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ποσοστό 99 % ή υψηλότερο για όλα τα τρίμηνα εκτός από ένα (2016Q1).

Όσον αφορά την έγκαιρη διαβίβαση, από την τελευταία περίοδο αναφοράς και μετά η Ελλάδα σημείωσε δύο φορές καθυστέρηση άνω των δύο ημερών όσον αφορά τα στοιχεία για τον δείκτη κόστους εργασίας. Παρά τις εν λόγω καθυστερήσεις, ήταν δυνατή η συμπερίληψη των στοιχείων για την Ελλάδα στο δελτίο Τύπου. Από το 2016Q1 και μετά η Κροατία επανήλθε στην κατάσταση της έγκαιρης διαβίβασης των στοιχείων για τον δείκτη κόστους εργασίας.

Όσον αφορά τα κράτη του ΕΟΧ, η Ισλανδία δεν διαβίβασε στοιχεία για τον δείκτη κόστους εργασίας για τη οικεία περίοδο, ενώ η Νορβηγία διαβίβασε τα στοιχεία εγκαίρως, με μία μόνο εξαίρεση (2015Q4).

3.4Ακρίβεια

Ο δείκτης κόστους εργασίας απαρτίζεται από διάφορες μεταβλητές (π.χ. κόστος εργασίας και πραγματικές ώρες εργασίας), οι οποίες μπορούν να ληφθούν από διάφορες πηγές. Αυτό σημαίνει ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να υπάρξουν αναθεωρήσεις, οι οποίες επηρεάζουν τα στοιχεία του τελευταίου τριμήνου, περισσότερων τριμήνων ή ολόκληρων ετών. Αν οι διορθώσεις των στοιχείων αφορούν το έτος αναφοράς, ολόκληρη η σειρά πρέπει να αναθεωρηθεί. Οι αναθεωρήσεις του βασικού αριθμητικού στοιχείου της ΕΕ( 11 ) (ετήσιο ποσοστό αύξησης) έχουν υπερβεί τις 0,2 εκατοστιαίες μονάδες τρεις φορές από το πρώτο τρίμηνο του 2014 και μετά. Στα περισσότερα τρίμηνα οι εκτιμήσεις αναθεωρήθηκαν προς τα επάνω. Σε αντίθεση με την προηγούμενη περίοδο αναφοράς, οι αναθεωρήσεις των συγκεντρωτικών στοιχείων της ΕΕ δεν υπερέβησαν τις 0,3 εκατοστιαίες μονάδες.

Σχήμα 2: Αλλαγές στα στοιχεία μεταξύ του πρωτοδημοσιευθέντος αριθμητικού στοιχείου και εκείνου της δημοσίευσης του 2016Q2.

ΕΕ 28, συγκεντρωτικά στοιχεία των τομέων Β έως Ρ της NACE αναθ. 2 σε εκατοστιαίες μονάδες -

Καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου αναφοράς μόνο τα στοιχεία για τον δείκτη κόστους εργασίας από την Ελλάδα είχαν προβλήματα ποιότητας. Τον Μάιο του 2016 η Eurostat είχε διμερή συνάντηση με την Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία, κατά τη διάρκεια της οποίας συμφωνήθηκε χάρτης πορείας για την αντιμετώπιση των εν λόγω διαρθρωτικών προβλημάτων. Έκτοτε σημειώθηκε κάποια πρόοδος με κατεύθυνση τη βελτίωση της ποιότητας και της έγκαιρης διαβίβασης των στοιχείων εντός των επόμενων δύο γύρων.

3.5Συγκρισιμότητα

Για τη δημοσίευση συγκρίσιμων στοιχείων για τον δείκτη κόστους εργασίας μεταξύ των χωρών είναι σημαντική η διόρθωση των ημερολογιακών και εποχικών συνεπειών.

Το άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1216/2003 της Επιτροπής ορίζει ότι τα αριθμητικά στοιχεία για τον δείκτη κόστους εργασίας πρέπει να παραδίδονται χωρίς εποχική διόρθωση, διορθωμένα ως προς τις εργάσιμες ημέρες και διορθωμένα εποχικά και ως προς τις εργάσιμες ημέρες. Υπάρχουν ορισμένες εξαιρέσεις στον κανόνα αυτό: σε ορισμένα κράτη μέλη έχουν χορηγηθεί παρεκκλίσεις όσον αφορά την παράδοση στοιχείων χωρίς εποχική διόρθωση ( 12 ). Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 450/2003 δεν αναφέρει ρητώς αν η διόρθωση ως προς τις εργάσιμες ημέρες και η εποχική διόρθωση πρέπει να γίνονται με χρήση της άμεσης ή της έμμεσης προσέγγισης. Ενώ στην έμμεση διόρθωση η βασική σειρά διορθώνεται και στη συνέχεια χρησιμοποιείται για την κατάρτιση συγκεντρωτικών στοιχείων υψηλότερου επιπέδου, στην άμεση διόρθωση κάθε σειρά, συμπεριλαμβανομένων των συγκεντρωτικών στοιχείων υψηλότερου επιπέδου, διορθώνεται χωριστά. Και οι δύο προσεγγίσεις έχουν τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά τους και, επιπλέον, και οι δύο υποστηρίζονται από τις κατευθυντήριες γραμμές του ευρωπαϊκού στατιστικού συστήματος σχετικά με την εποχική διόρθωση( 13 ). Σε περιορισμένο αριθμό περιπτώσεων, ο διορθωμένος δείκτης της συνιστώσας του συνολικού κόστους ήταν είτε υψηλότερος είτε χαμηλότερος από τον διορθωμένο δείκτη των δύο υποσυνιστωσών (κόστος ημερομισθίων και μισθών· κόστος εργασίας εκτός ημερομισθίων και μισθών). Ως εκ τούτου, η Eurostat ελέγχει συστηματικά τα στοιχεία που λαμβάνει από όλα τα κράτη μέλη, ώστε να διασφαλίσει τη συνοχή του συνολικού δείκτη με τις δύο υποσυνιστώσες του για κάθε τομέα της NACE. Η Eurostat συνέχισε την εφαρμογή της πολιτικής της να δημοσιεύει μόνο τον συνολικό δείκτη, αποκρύπτοντας τις συνιστώσες, αν η διαφορά τους από το σύνολο υπερβαίνει το 0,1 %.

Έχει σημειωθεί κάποια πρόοδος κατά τα τελευταία δύο έτη, όταν η πρακτική κατά τη διάρκεια της παραγωγής κατέδειξε ότι η έμμεση μέθοδος διόρθωσης παράγει στοιχεία καλύτερης ποιότητας. Η ανάλυση αυτή άρχισε στο σεμινάριο υπό μορφήν εργαστηρίων που πραγματοποιήθηκε τον Μάιο του 2015 και ολοκληρώθηκε κατά τη διάρκεια των εργασιών της ομάδας εργασίας για τις ΣΑΕ τον Οκτώβριο του 2016, όπου τα κράτη μέλη συμφώνησαν να στραφούν προς την έμμεση μέθοδο διόρθωσης.

3.6Συνοχή με τα στοιχεία των εθνικών λογαριασμών

Για την ετήσια έκθεση ποιότητας, ζητείται από τα κράτη μέλη να συγκρίνουν το ποσοστό αύξησης του δείκτη κόστους εργασίας με το ποσοστό αύξησης του ωρομισθίου των εργαζομένων στους εθνικούς λογαριασμούς (ορισμός ΕΣΛ2010)( 14 ). Δεν είναι ρεαλιστικό να αναμένεται τα αριθμητικά στοιχεία να είναι ακριβώς τα ίδια. Ακόμη και αν χρησιμοποιούνται σχεδόν πανομοιότυποι ορισμοί του κόστους εργασίας, η στατιστική επεξεργασία και οι πηγές μπορεί να διαφέρουν. Επιπλέον, η συλλογή στοιχείων για τις ώρες πραγματικής εργασίας είναι ιδιαίτερα δύσκολη τόσο για τον δείκτη κόστους εργασίας όσο και για τους εθνικούς λογαριασμούς. Παρά τις εν λόγω διαφορές στη μεθοδολογία, η ανάλυση του επιπέδου των αποκλίσεων μεταξύ των δύο συνόλων στοιχείων παρέχει χρήσιμες πληροφορίες. Αν τα επίπεδα αυτά υπερβαίνουν ένα συγκεκριμένο σχετικό κατώτατο όριο, ενδέχεται να υπάρχουν προβλήματα ποιότητας σε κάποιο από τα εν λόγω σύνολα στοιχείων.

Η Eurostat προέβη σε άσκηση ποιότητας για τα συγκεντρωτικά στοιχεία των τομέων Β έως Ρ της NACE αναθ. 2 κάθε κράτους, εκτός από την Ελλάδα και την Κροατία, των οποίων τα στοιχεία για τον ΔΚΕ δεν ήταν διαθέσιμα. Για τη σύγκριση αυτή χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία για τον ΔΚΕ χωρίς εποχική διόρθωση, εκτός από τη Δανία και τη Σουηδία, για τις οποίες υπήρχαν διαθέσιμα στοιχεία διορθωμένα ως προς τις εργάσιμες ημέρες. Αναλύθηκε η απόλυτη μέση απόκλιση μεταξύ του ποσοστού αύξησης του δείκτη κόστους εργασίας και του ποσοστού αύξησης του ωρομισθίου των εργαζομένων για 10 τρίμηνα και κρίθηκε ότι οι διακυμάνσεις που υπερβαίνουν τις δύο εκατοστιαίες μονάδες σε ετήσια βάση απαιτούν περαιτέρω ανάλυση. Στην περίπτωση αυτή εμπίπτουν η Βουλγαρία, η Δανία, η Λετονία, η Πολωνία και η Ρουμανία (βλ. σχήμα 3).

Τα αποτελέσματα της ως άνω ανάλυσης θα εξεταστούν περαιτέρω σε συνεργασία με τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, ιδίως όσον αφορά τα στοιχεία σχετικά με τις πραγματικές ώρες εργασίας. Στόχος είναι να βελτιωθεί η συνοχή μεταξύ των διαφορετικών στατιστικών τομέων.

Σχήμα 3: Ποσοστό αύξησης του ωρομισθίου των εργαζομένων έναντι του δείκτη κόστους εργασίας - Διαφορά σε εκατοστιαίες μονάδες -

Σημείωση: Τα στοιχεία για την Ελλάδα και την Κροατία δεν είναι διαθέσιμα

4.Συμπεράσματα

Γενικά, η ποιότητα των δεικτών κόστους εργασίας των κρατών μελών και της ΕΕ εξακολούθησε να βελτιώνεται μετά την προηγούμενη έκθεση, η οποία δημοσιεύθηκε το 2014. Το ποσοστό έγκαιρης διαβίβασης των στοιχείων από τα κράτη μέλη εξακολούθησαν να είναι ικανοποιητικό, με εξαίρεση την Ελλάδα, της οποίας τα στοιχεία για τον δείκτη κόστους εργασίας εξακολούθησαν να μην τηρούν τις ορισθείσες προθεσμίες.

Η χρήση του προτύπου SDMX επεκτάθηκε και έχουν τεθεί σε εφαρμογή οι τελευταίες βελτιώσεις στο μορφότυπο του εν λόγω προτύπου.

Οι εκθέσεις ποιότητας που υποβλήθηκαν από τα κράτη μέλη μεταφέρθηκαν σε μια νέα έκδοση της διεπαφής διαχείρισης μεταδεδομένων του ευρωπαϊκού στατιστικού συστήματος και τέθηκαν στη διάθεση όλων των χρηστών.

Αξιολογήθηκαν η συνολική ποιότητα των στατιστικών για τον δείκτη κόστους εργασίας και ορισμένες τεχνικές πτυχές και προτάθηκαν βελτιώσεις, όπου συμφωνήθηκαν. Η συνοχή των στοιχείων για τον δείκτη κόστους εργασίας αναμένεται να βελτιωθεί περαιτέρω, μεταξύ άλλων λόγω των δράσεων που αναλήφθηκαν μετά την πραγματοποίηση σεμιναρίου υπό μορφήν εργαστηρίων και συνεδριάσεων για τις ΣΑΕ. Ειδικότερα, οι χώρες που δεν εφαρμόζουν την έμμεση μέθοδο εποχικής διόρθωσης (συγκεντρωτικά μεγέθη μισθολογικού / μη μισθολογικού κόστους εργασίας και συγκεντρωτικά μεγέθη της NACE) και των οποίων τα στοιχεία παρουσίαζαν σημαντικές ασυνέπειες μεταξύ των συνιστωσών και του συνόλου συμφώνησαν να εφαρμόσουν την έμμεση μέθοδο έως τα μέσα του 2017.

Η Επιτροπή (Eurostat) άρχισε επίσης να δημοσιεύει ετήσιες εκτιμήσεις του ωριαίου κόστους εργασίας κατά τομείς της NACE, από το 2012 και μετά, με βάση τόσο τα επίπεδα της έρευνας για το κόστος εργασίας όσο και τις τάσεις του δείκτη κόστους εργασίας.

Η Επιτροπή θα εξακολουθήσει να παρακολουθεί τα προβλήματα που αφορούν τη μη συμμόρφωση και την ποιότητα των στοιχείων σε τακτική βάση, χρησιμοποιώντας τα υποβαλλόμενα στοιχεία και άλλα εθνικά έγγραφα τεκμηρίωσης, συμπεριλαμβανομένων των εκθέσεων ποιότητας. Η Επιτροπή θα εξετάσει ενδελεχώς τις περιπτώσεις στις οποίες δεν παρατηρείται καμία βελτίωση ή παρατηρείται ανεπαρκής βελτίωση σε συνεργασία με τις αρμόδιες εθνικές στατιστικές αρχές.

(1) ΕΕ 69 της 13.3.2003, σ. 1.
(2) Το τριμηνιαίο δελτίο Τύπου δημοσιεύεται τις ημερομηνίες που ορίζονται στο ημερολόγιο δημοσίευσης· και τα δύο περιλαμβάνονται στον δικτυακό τόπο της Eurostat ( http://ec.europa.eu/eurostat  — είναι διαθέσιμα στα αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά).
(3) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1216/2003 της Επιτροπής, της 7ης Ιουλίου 2003, για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 450/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τον δείκτη κόστους εργασίας (ΕΕ 169 της 8.7.2003, σ. 37).
(4) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 224/2007 της Επιτροπής, της 1ης Μαρτίου 2007, για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1216/2003 όσον αφορά τις οικονομικές δραστηριότητες που καλύπτει ο δείκτης κόστους εργασίας (ΕΕ 64 της 2.3.2007, σ. 23).
(5) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 973/2007 της Επιτροπής, της 20ής Αυγούστου 2007, για τροποποίηση ορισμένων κανονισμών ΕΚ που αφορούν ειδικούς στατιστικούς τομείς και εκδόθηκαν για την εφαρμογή της στατιστικής ονοματολογίας των οικονομικών δραστηριοτήτων NACE αναθεώρηση 2 (ΕΕ 216 της 21.8.2007, σ. 10).
(6)  COM(2015) 42 ( http://ec.europa.eu/transparency/regdoc/rep/1/2015/EN/1-2015-42-EN-F1-1.PDF ).
(7) http://sdmx.org/(είναι διαθέσιμο μόνο στα αγγλικά).
(8) COM(2002) 661, Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο σχετικά με τις στατιστικές της ευρωζώνης «προς βελτιωμένες μεθοδολογίες για τις στατιστικές και τους δείκτες της ευρωζώνης».
(9) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1216/2003 — η Δανία, η Γερμανία, η Γαλλία και η Σουηδία δεν υποχρεούνται να υποβάλλουν στοιχεία χωρίς εποχική διόρθωση.
(10) Απόφαση αριθ. 134/2003 της Μικτής Επιτροπής του ΕΟΧ — ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 450/2003 δεν εφαρμόζεται στο Λιχτενστάιν.
(11) ΕΕ-27 έως και το δεύτερο τρίμηνο του 2013, έκτοτε ΕΕ-28.
(12) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1216/2003 — η Δανία, η Γερμανία, η Γαλλία και η Σουηδία δεν υποχρεούνται να υποβάλλουν στοιχεία χωρίς εποχική διόρθωση.
(13) Το επικαιροποιημένο κείμενο των κατευθυντήριων γραμμών περιλαμβάνει επίσης ένα ειδικό τμήμα για τη διόρθωση των αλυσωτών δεικτών http://ec.europa.eu/eurostat/documents/3859598/6830795/KS-GQ-15-001-EN-N.pdf  (είναι διαθέσιμο μόνο στα αγγλικά).
(14) Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 549/2013.