52008DC0013




[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 23.1.2008

COM(2008) 13 τελικό

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

σχετικά με την υποστήριξη της έγκαιρης επίδειξης της αειφόρου ηλεκτροπαραγωγής από ορυκτά καύσιμα

{ SEC(2008) 47}{SEC(2008) 48}

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

1. Εισαγωγή 3

2. Κόστος και οφέλη της CCS 4

3. Υπερνικηση των εμποδίων στις τεχνολογίες CCS 6

4. Δομή της ΕΕ για την τόνωση της επίδειξης τησ CCS στους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής 7

5. Κινητοποίηση των πόρων χρηματοδότησης της CCS 9

5.1. Η σπουδαιότητα της ανάληψης αποφασιστικών δεσμεύσεων εκ μέρους της βιομηχανίας 10

5.2. Προλειαίνοντας το έδαφος για την ενεργό συμμετοχή των κρατών μελών 11

5.3. Εντοπισμός των πηγών χρηματοδότησης σε επίπεδο ΕΕ 12

6. Εγκαιρη προετοιμασία για την εγκατάσταση CCS σε μεγάλη κλίμακα 12

7. Συμπεράσματα 13

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

σχετικά με την υποστήριξη της έγκαιρης επίδειξης της αειφόρου ηλεκτροπαραγωγής από ορυκτά καύσιμα (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

1. Εισαγωγή

H ΕΕ, αναγνωρίζοντας ότι το CO2 που προκύπτει από τις ανθρώπινες δραστηριότητες συμβάλλει σημαντικά στην κλιματική αλλαγή, έχει υιοθετήσει φιλόδοξους στόχους για τη μείωση των εκπομπών θερμοκηπικών αερίων τις επόμενες δεκαετίες. Οι στόχοι αυτοί δεν θα επιτευχθούν χωρίς τη σημαντική μείωση των εκπομπών CO2 από τον ενεργειακό τομέα, όπου η χρήση ορυκτών καυσίμων, κατά κύριο λόγο άνθρακας και αέριο, για την ηλεκτροπαραγωγή καταλαμβάνει περίπου το 40% όλων των εκπομπών CO2 στην ΕΕ.

Δεδομένου ότι τα ορυκτά καύσιμα εξακολουθούν να αποτελούν σημαντικό μέρος του μείγματος ενεργειακών πηγών στην ΕΕ και σε όλη την υφήλιο, στις στρατηγικές για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής πρέπει να περιληφθούν λύσεις για την ηλεκτροπαραγωγή από ορυκτά καύσιμα, οι οποίες να περιορίζουν ριζικά το αποτύπωμα του διοξειδίου του άνθρακα. Εν προκειμένω, οι τεχνολογίες για τη δέσμευση και την αποθήκευση του CO2 (CCS) συνιστούν κύριο στοιχείο δέσμης υφιστάμενων και αναδυόμενων τεχνολογιών, οι οποίες έχουν το δυναμικό να επιφέρουν τις περικοπές των εκπομπών CO2 που απαιτούνται για την εκπλήρωση των στόχων μετά το 2020[1].

Η ευρείας κλίμακας εφαρμογή των τεχνολογιών CCS στην ηλεκτροπαραγωγή θα είναι εμπορικά εφικτή σε 10-15 χρόνια, ώστε από το 2020, ή λίγο αργότερα, να αποτελέσουν αποφασιστικής σημασίας στοιχείο για την εξάλειψη των εκπομπών CO2 κατά την ηλεκτροπαραγωγή από ορυκτά καύσιμα, στο πλαίσιο συστήματος καθοδηγούμενου από την εμπορία δικαιωμάτων εκπομπής θερμοκηπικών αερίων.

Αυτό δεν θα συμβεί εάν δεν ξεκινήσουν αμέσως τα απαραίτητα προπαρασκευαστικά βήματα. Η έγκαιρη επίδειξη χρειάζεται ιδιαιτέρως για τις τεχνολογίες CCS που έχουν ήδη αναπτυχθεί διεθνώς και χρησιμοποιούνται σε άλλες εφαρμογές, ώστε να προσαρμοστούν καταλλήλως για την ευρεία εφαρμογή τους στην ηλεκτροπαραγωγή.

Τον Μάρτιο του 2007, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ζήτησε να καταστεί δυνατή μέχρι το 2020 η ηλεκτροπαραγωγή από ορυκτά καύσιμα με χαμηλές εκπομπές CO2 και τάχθηκε υπέρ της πρόθεσης της Επιτροπής να προωθήσει την κατασκευή και την λειτουργία έως το 2015 μέχρι και 12 μονάδων επίδειξης αειφόρων τεχνολογιών ορυκτών καυσίμων για την εμπορική ηλεκτροπαραγωγή.

Τον Νοέμβριο του 2007, στο Στρατηγικό Σχέδιο Ενεργειακών Τεχνολογιών της ΕΕ[2] (σχέδιο ΣΕΤ) αναγνωρίστηκε ότι η επίδειξη της χρήσης τεχνολογιών CCS για ηλεκτροπαραγωγή βασιζόμενη στα ορυκτά καύσιμα πρέπει να αποτελέσει έναν από τους τομείς επικέντρωσης των πόρων για την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής τεχνολογίας. Με τον τρόπο αυτό θα καταστεί δυνατόν να αξιοποιήσει στο έπακρο η Ευρώπη τα μέχρι τώρα επιτεύγματα και να μετουσιωθεί η σημερινή πρωτοπορία της στην ανάπτυξη της CCS σε εμπορικές ευκαιρίες για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις, δημιουργώντας έτσι στην Ευρώπη νέες θέσεις απασχόλησης υψηλού επιπέδου δεξιοτήτων.

Η πρόταση της Επιτροπής για οδηγία σχετικά με την γεωλογική αποθήκευση CO2 προβλέπει το νομικό πλαίσιο για τις τεχνολογίες CCS στην ΕΕ, που συμπληρώνεται με την παρούσα ανακοίνωση η οποία προωθεί τις προσπάθειες για τη CCS, αποσκοπώντας στην συγκρότηση δομής συντονισμού και ουσιαστικής υποστήριξης των επιδείξεων της CCS σε μεγάλη κλίμακα και στην δημιουργία των συνθηκών για τολμηρές βιομηχανικές επενδύσεις σε σειρά μονάδων ηλεκτροπαραγωγής. Οι επενδύσεις αυτές θα πρέπει να συνεχισθούν για σχετικά μακρό χρονικό διάστημα, από τώρα μέχρι και το 2020, ενδεχομένως δε και αργότερα.

Είναι επιτακτική η ανάγκη να αρχίσουν όσο το δυνατόν συντομότερα οι ευρωπαϊκές προσπάθειες για την επίδειξη των τεχνολογιών CCS σε ολοκληρωμένο πλαίσιο άσκησης πολιτικής, όπου να συμπεριλαμβάνονται εστιασμένες προσπάθειες Ε&Α και μέτρα ευαισθητοποίησης του κοινού και αποδοχής από αυτό. Καθυστέρηση κατά 7 έτη των έργων επίδειξης θα επέφερε ισόχρονη καθυστέρηση της καθιέρωσης των τεχνολογιών CCS σε παγκόσμιο επίπεδο, το οποίο θα σήμαινε ότι μέχρι το 2050 θα εκλύονταν σε όλο τον πλανήτη περισσότεροι από 90 Gt αποφευκτέες εκπομπές CO2[3], ποσότητα που ισοδυναμεί σε 20 έτη των σημερινών συνολικών εκπομπών CO2 της ΕΕ.

2. Κόστος και οφέλη της CCS

Απαιτούνται σημαντικές επενδύσεις ώστε να καταστούν ώριμες οι τεχνολογίες CCS για την αξιοποίηση στην αγορά. Έως το 2020 πρέπει να δαπανηθεί περίπου 1 δισεκατ. ευρώ σε δραστηριότητες Ε&Α, ώστε οι τεχνολογίες CCS να φθάσουν σε επίπεδο ικανό για την ευρεία εμπορική εγκατάστασή τους[4].

Επιπλέον, η έγκαιρη επίδειξη της CCS για ηλεκτροπαραγωγή σε βιομηχανική κλίμακα θα απαιτήσει περαιτέρω δαπάνες της τάξεως δισεκατομμυρίων ευρώ: με τις σημερινές τιμές της τεχνολογίας, οι αρχικές επενδύσεις σε μονάδες ηλεκτροπαραγωγής εξοπλισμένες CCS υπολογίζεται ότι, λόγω του κόστους των στοιχείων δέσμευσης CO2 και του εξοπλισμού μεταφοράς και αποθήκευσής του, είναι περίπου κατά 30-70% (π.χ. αρκετές δεκάδες εκατομμύρια ευρώ ανά μονάδα ηλεκτροπαραγωγής) υψηλότερες απ’ ό,τι σε συνήθεις μονάδες ηλεκτροπαραγωγής· επιπλέον, το κόστος λειτουργίας είναι επί του παρόντος 25-75% υψηλότερο από το αντίστοιχο των μονάδων καύσης άνθρακα που δεν είναι εξοπλισμένες με CCS, κυρίως λόγω των απωλειών απόδοσης και του κόστους δέσμευσης και μεταφοράς του CO2.

Ωστόσο, η Ευρωπαϊκή Τεχνολογική Πλατφόρμα για μηδενικών εκπομπών μονάδες ηλεκτροπαραγωγής από καύσιμα (ETP-ZEP) - στην οποία συμμετέχουν ευρωπαϊκές εταιρείες ενέργειας, προμηθευτές εξοπλισμού και επιχειρήσεις πετρελαίου/φυσικού αερίου, καθώς και μη κυβερνητικοί οργανισμοί – εκτιμά ότι εστιασμένες προσπάθειες Ε&Α και επίδειξης είναι δυνατόν να μειώσουν κατά 50% το κόστος της CCS μέχρι το 2020, ώστε να διευκολυνθεί η εμπορική αξιοποίησή της σε ευρεία κλίμακα[5]. Οι υψηλότερες κεφαλαιουχικές δαπάνες και το υψηλότερο κόστος λειτουργίας των τεχνολογιών CCS αναμένεται ότι εν συνεχεία θα μειωθούν περαιτέρω, λόγω των αποτελεσμάτων της καμπύλης εκμάθησης και των οικονομικών κλίμακας που κατά κανόνα σημειώνονται όταν εξελίσσεται η βιομηχανική τεχνολογία.

Οι επενδύσεις στη ανάπτυξη και την εγκατάσταση τεχνολογιών CCS θα επιφέρει μείζονα οφέλη. Σύμφωνα με αναλύσεις του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (IEA), οι οποίες χρησιμοποιούν διάφορα σενάρια για το διάστημα μέχρι το 2050 βασιζόμενα σε μεταβλητές συνθήκες, η CCS είναι δυνατόν να συμβάλει με ποσοστό μεταξύ 20 και 28% στις παγκόσμια επιτεύξιμη περιστολή των εκπομπών CO2[6], συμπληρωματικώς προς την περιστολή των εκπομπών λόγω βελτίωσης της αποδοτικότητας και της χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

Σύμφωνα με αγορακεντρικό σενάριο, απλώς και μόνον στην ΕΕ οι μειώσεις των εκπομπών CO2 με την χρήση CCS θα φθάσουν το 2030 σε 161 εκατομμύρια τόνους και το 2050 σε 800-850 εκατομμύρια τόνους[7], που αντιστοιχούν σε 3,7% και 18-20% των σημερινών συνολικών εκπομπών CO2. Πέραν από την αξιοποίηση στην ηλεκτροπαραγωγή, η CCS είναι δυνατόν επίσης να προσφέρει λύσεις σε ενεργειοβόρους βιομηχανικούς κλάδους, συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτό σημαντικά στη μείωση των εκπομπών και από αυτούς.

Οι τεχνολογίες CCS θα είναι εξίσου σημαντικές για την διαχείριση των μελλοντικών εκπομπών σε χώρες όπως η Κίνα ή η Ινδία, οι οποίες ήδη σήμερα χρησιμοποιούν τις μεγαλύτερες ποσότητες άνθρακα και παράγουν τις μεγαλύτερες ποσότητες εκπομπών[8]. Εάν η ΕΕ διατηρήσει την παγκόσμια πρωτοπορία στην ανάπτυξη CCS και στην έγκαιρη αξιοποίησή της από την αγορά, θα δημιουργήσει εμπορικές ευκαιρίες για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις σε αυτές τις χώρες.

Εάν οι προσπάθειες να καταστεί εμπορικώς εφικτή η CCS στην ΕΕ μέχρι το 2020 δεν υποστηριχθούν με την άσκηση πολιτικής, είναι δυνατόν να κατασκευαστούν μονάδες ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα χωρίς CCS ή προβλέψεις για τον εκ των υστέρων εξοπλισμό με CCS. Τούτο θα συνεπαγόταν τον κίνδυνο εγκλωβισμού σε τεχνολογίες υψηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα επί σειρά δεκαετιών που θα αφορούσε τις μονάδες εγκατεστημένης ισχύος 70GW οι οποίες θα κατασκευαστούν τα επόμενα 10-15 έτη, δηλαδή ισχύ που αντιστοιχεί στο ένα τρίτο της ισχύος των μονάδων που λειτουργούν σήμερα με καύση άνθρακα.

3. Υπερνικηση των εμποδίων στις τεχνολογίες CCS

Τα πρώτα βήματα για να δημιουργηθούν οι συνθήκες ηλεκτροπαραγωγής με CCS μπορούν να υλοποιηθούν χωρίς σημαντικό πρόσθετο κόστος. Με την πρότασή της για οδηγία CCS, η Επιτροπή αποσκοπεί να επιλύσει όλα τα μείζονα νομοθετικά προβλήματα που σχετίζονται με τις τεχνολογίες CCS και να δημιουργήσει σφαιρικό κανονιστικό πλαίσιο το οποίο να εξασφαλίζει την εγκατάσταση των τεχνολογιών CCS. Αφ’ ης στιγμής αμβλυνθούν οι κίνδυνοι, είναι δυνατόν να αντιμετωπιστούν τα νομικά εμπόδια στις τεχνολογίες CCS και η πρόταση περιλαμβάνει τις κατάλληλες διατάξεις. Επιπλέον, η Επιτροπή επιβεβαιώνει ότι υπό το ισχύον, μέχρι το 2012, σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής θερμοκηπικών αερίων (ΣΕΔΕ) αναγνωρίζεται ως μη εκπεμπόμενο το CO2 που έχει δεσμευθεί και αποθηκευθεί ασφαλώς[9].

Με την ενεργό συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τροποποιήθηκε προσφάτως το καθεστώς σε διεθνές επίπεδο όσον αφορά την αποδοχή των τεχνολογιών CCS[10]. Οι αλλαγές αυτές αποδεικνύουν ότι η ΕΕ είναι ικανή να αναλάβει ηγετικό ρόλο στη διαμόρφωση διεθνούς ρύθμισης για τις τεχνολογίες CCS. Από τη στιγμή που θα κυρωθούν οι τροποποιήσεις, θα είναι δυνατόν να προσφέρονται τεράστιοι αποθηκευτικοί χώροι κάτω από το βυθό της Βόρειας θάλασσας.

Για να παρέχεται στις επιχειρήσεις η απαραίτητη ασφάλεια δικαίου και για να αποκτήσει το κοινό εμπιστοσύνη στην ασφάλεια των τεχνολογιών CCS, είναι καίριας σημασίας η ταχεία έγκριση και εφαρμογή των προτάσεων της Επιτροπής, καθώς και η επίσπευση της κύρωσης των τροποποιημένων διεθνών ρυθμίσεων από τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη. Η επίδειξη, η συνέχιση της έρευνας και η διαφάνεια των πληροφοριών θα συμβάλουν επίσης στην καθησύχαση του κοινού ως προς την συνολική ασφάλεια αυτής της μεθόδου. Θα χρειαστούν επίσης ανοικτές και συντονισμένες δραστηριότητες ενημέρωσης.

Θα χρειαστεί περισσότερος χρόνος για την υπερνίκηση των οικονομικών εμποδίων των τεχνολογιών CCS. Ακόμη και με μείωση του κόστους που αναμένεται λόγω της έρευνας και της επίδειξης, η εγκατάσταση τεχνολογιών CCS θα οδηγήσει σε αύξηση των παγίων και των μεταβλητών δαπανών σε σύγκριση προς την ηλεκτροπαραγωγή χωρίς τις τεχνολογίες αυτές. Ωστόσο, η βιομηχανία και ανεξάρτητοι εμπειρογνώμονες συγκλίνουν στην άποψη[11] ότι με τιμές CO2 περί τα 35€/tCO2, ή ακόμη και κατώτερες και με την παραδοχή ότι θα αναγνωρισθούν πλήρως οι τεχνολογίες CCS στο πλαίσιο του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής θερμοκηπικών αερίων, οι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής που θα χρησιμοποιούν CCS μετά το 2020 δεν θα μειονεκτούν ανταγωνιστικά έναντι των συνήθους τεχνολογίας σταθμών ηλεκτροπαραγωγής[12], επειδή το κόστος για την αποφυγή των εκπομπών CO2 μέσω CCS θα είναι τουλάχιστον ίσο, αν όχι χαμηλότερο, από το κόστος για την απόκτηση δικαιωμάτων εκπομπής.

Για να εξασφαλισθεί μακροπρόθεσμα η σαφήνεια σχετικά με το μέλλον του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής, η Επιτροπή θα υποβάλει επίσης νομοθετική πρόταση για το μετά το 2012 σύστημα. Στην πρόταση αυτή περιλαμβάνεται αναγνώριση της CCS ως νομοθετικά κατοχυρωμένη τεχνολογία για τη μείωση των εκπομπών, ούτως ώστε να αποτελέσει στέρεη βάση για την μακροπρόθεσμη οικονομική αξιοποίηση της CCS στην ΕΕ.

4. Δομή της ΕΕ για την τόνωση της επίδειξης τησ CCS στους σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής

Όπως προβλέπεται στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Μαρτίου 2007, με το σχέδιο ΣET δημιουργείται το πλαίσιο που καθιστά δυνατή την προώθηση της ανάπτυξης των τεχνολογιών CCS. Στο σχέδιο ΣΕΤ, οι CCS χαρακτηρίζονται ως στρατηγικές ενεργειακές τεχνολογίες και ορίζεται ότι μέχρι το 2020 θα πρέπει να καταστεί ρεαλιστική επιλογή η χρήση τους για την ηλεκτροπαραγωγή, καθώς αναγνωρίζεται ότι η Ευρώπη χρειάζεται να προχωρήσει στην επίδειξη των τεχνολογιών αυτών για ηλεκτροπαραγωγή σε μεγάλη κλίμακα, ενώ παράλληλα θα βελτιώνονται με συνεχή Ε&Α. Η επίδειξη της CCS μπορεί, κατά συνέπεια, να αποτελέσει αντικείμενο νέας Ευρωπαϊκής Πρωτοβουλίας υπό το σχέδιο ΣΕΤ, αποδεικνύοντας έτσι τα οφέλη συντονισμένης ευρωπαϊκής προσπάθειας.

Οι τεχνολογίες CCS χρησιμοποιούνται ήδη στη βιομηχανία, αλλά θα χρειαστεί να προσαρμοστούν προς αξιοποίηση σε σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής μεγάλης κλίμακας και να βελτιωθούν με προηγμένες δράσεις Ε&Α. Η ευρωπαϊκή βιομηχανία συμμετέχει ενεργώς στις δράσεις Ε&Α[13] και έχουν οριστεί σαφώς οι ανάγκες στρατηγικής έρευνας[14]. Η ευρωπαϊκή βιομηχανία έχει παρουσιάσει περισσότερα από είκοσι σχέδια έργων επίδειξης τους τελευταίους 12-18 μήνες[15].

Η υλοποίηση επαρκούς αριθμού από αυτά τα σχέδια έργων εντός του απαιτούμενου χρονικού διαστήματος απαιτεί συντονισμένη δράση από την ευρωπαϊκή βιομηχανία, τα κράτη μέλη και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Αρκετές ευρωπαϊκές χώρες έχουν ήδη αναγγείλει πρωτοβουλίες για την υποστήριξη των έργων επίδειξης σε εθνικό επίπεδο[16].

Συνεκτική και συντονισμένη δράση σε επίπεδο ΕΕ μπορεί να προσφέρει πρόσθετη αξία και να βελτιώσει το συνολικό αντίκτυπο, χωρίς ωστόσο να θίγεται η αυτοτέλεια των εθνικών πρωτοβουλιών. Όπως περιγράφηκε σε αδρές γραμμές στο σχέδιο ΣΕΤ, η Επιτροπή προτείνει να δρομολογηθεί το 2008 Ευρωπαϊκή Βιομηχανική Πρωτοβουλία για τη δέσμευση, μεταφορά και αποθήκευση CO 2 , ώστε να τονωθεί σε επίπεδο ΕΕ η αποτελεσματική επίδειξη αειφόρων τεχνολογιών ορυκτών καυσίμων για την εμπορική ηλεκτροπαραγωγή. Εκτός από την προώθηση της επίδειξης σε μεγάλη κλίμακα, με την πρωτοβουλία αυτή θα επιδιωχθεί επίσης να αντιμετωπιστεί με ολοκληρωμένο τρόπο η ανάγκη για συνεχή έρευνα και για κλιμάκωση της ευαισθητοποίησης του κοινού στην CCS και της αποδοχής της από αυτό.

Για να εξασφαλίσει άμεσα αποτελέσματα από την πρωτοβουλία, η Επιτροπή θα χρηματοδοτήσει το 2008 δράσεις στήριξης υπό το 7ο πρόγραμμα πλαίσιο που θα στοχεύουν στη συγκρότηση και στην ενεργοποίηση δικτύου έργων επίδειξης CCS. Η Επιτροπή θα δημοσιεύσει πρόσκληση για την υποβολή σχεδίων έργων που να πληρούν ελάχιστα κριτήρια[17] για να λάβουν χρηματοδότηση ως μέτρα της ΕΕ.

Με τον τρόπο αυτό η Επιτροπή θα προσφέρει σε όσους κινητοποιηθούν πρώτοι τα μέσα συντονισμού, ανταλλαγής πληροφοριών και πείρας, καθώς και εντοπισμού των βέλτιστων πρακτικών. Οι πληροφορίες που θα συγκεντρωθούν θα συμβάλουν να επικεντρωθούν στην επικέντρωση των πολιτικών στον καθορισμό μακροπρόθεσμης αλυσίδας αξίας για το CO2 και θα κατευθύνουν την συνεκτική και αποτελεσματική αλληλεπίδραση των συμμετεχόντων έργων με την σχετική Ε&Α που εκτελείται σε όλη την ΕΕ.

Η Επιτροπή θα εξασφαλίσει ότι ο έλεγχος και η αποδοχή της ένταξης των έργων στο δίκτυο θα επιτελεστεί σε στενή διαβούλευση με τα κράτη μέλη, εμπειρογνώμονες από την ευρωπαϊκή βιομηχανία και εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών.

Ως αντάλλαγμα για την από κοινού αξιοποίηση των πληροφοριών σχετικά με την πρόοδο και την πείρα, τα έργα που θα ενταχθούν στο δίκτυο θα προβληθούν περισσότερο και θα αποκτήσουν εμπορεύσιμη ταυτότητα (« Ευρωπαϊκό λογότυπο» ) ως μέρη πρωτοβουλίας της ΕΕ. Η αναγνώριση της συμβολής σε κοινό ευρωπαϊκό εγχείρημα μπορεί να διευκολύνει την πρόσβαση των έργων σε χρηματοπιστωτικούς πόρους σε εθνικό, κοινοτικό και διεθνές επίπεδο. Δράσεις ευαισθητοποίησης του κοινού και συνεργασίας με εταίρους από τρίτες χώρες που εκτελούνται συλλογικά με συντονισμένο τρόπο θα είναι οικονομικώς αποδοτικότερες και θα έχουν ισχυρότερο αντίκτυπο, προς σαφές όφελος όλων των έργων.

Τα μέσα διοίκησης που περιγράφονται σε αδρές γραμμές στο σχέδιο ΣET θα εφαρμοστούν για την καθοδήγηση των δράσεων και την περαιτέρω ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Βιομηχανικής Πρωτοβουλίας CCS[18]. Συγκεκριμένα, η Διευθύνουσα Ομάδα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας για τις Στρατηγικές Ενεργειακές Τεχνολογίες, σε στενή συνεργασία με πρωτοβουλίες από τους άμεσα ενδιαφερόμενους, όπως η πλατφόρμα ETP-ZEP, θα διαδραματίσει καίριο ρόλο για την εκτίμηση της δυνατότητας να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής της Ευρωπαϊκής Βιομηχανικής Πρωτοβουλίας πέραν του δικτύου έργων και για τον καθορισμό των εναλλακτικών επιλογών χρηματοδότησης του διευρυμένου πεδίου εφαρμογής.

Δεδομένης της σημασίας των τεχνολογιών CCS σε παγκόσμια κλίμακα, θα καταστεί σημαντική η συμπερίληψη της διεθνούς διάστασης, με την ανάπτυξη και επίσπευση της υπό εξέλιξη ευρωπαϊκής συνεργασίας με την Κίνα σε θέματα επίδειξης CCS, καθώς και με τη διεύρυνση σε άλλες καίριες αναδυόμενες οικονομίες[19]. Εξίσου σημαντική θα είναι η συστηματική συνεργασία με άλλες προηγμένες οικονομίες που αναπτύσσουν τις τεχνολογίες CCS προς χρήση στην ηλεκτροπαραγωγή.

5. Κινητοποίηση των πόρων χρηματοδότησης της CCS

Για την έγκαιρη επίδειξη θα χρειαστεί να καλυφθούν σημαντικές πρόσθετες απαιτήσεις σε κεφαλαιουχικές δαπάνες και υψηλότερο κόστος λειτουργίας[20].

Για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις ενέργειας που δραστηριοποιούνται στην παραγωγή από ορυκτά καύσιμα, οι τεχνολογίες CCS θα αποτελέσουν πολύτιμο εργαλείο που θα τους προσφέρει τη δυνατότητα να παραμείνουν πρωταγωνιστές στην ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας και θα τους προσφέρει επίσης νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες. Κατά συνέπεια, δικαιολογημένα πρέπει να αναμένεται από τις επιχειρήσεις αυτές να δεσμευτούν να διαθέσουν πόρους για την έγκαιρη επίδειξη των τεχνολογιών CCS. Δημόσια κονδύλια ενδέχεται επίσης να χρειαστούν για ορισμένα έργα, μολονότι θα αφορούν περιορισμένο χρονικό διάστημα της περιόδου επίδειξης και το ύψος τους θα εξαρτηθεί από τη μελλοντική εξέλιξη των τιμών στο ΣΕΔΕ.

Δεδομένου ότι το μείζον εμπόδιο στην επίδειξη της CCS είναι η απαιτούμενη χρηματοδότηση, το πλήθος των έργων τεχνολογιών CCS που θα υλοποιηθούν στην Ευρώπη ενδέχεται να εξαρτηθεί από τη διάθεση των εν λόγω πόρων και, τελικώς, να καθορίσει την επιτυχία των τεχνολογιών αυτών στην Ευρώπη. Μολονότι η Επιτροπή έχει σημαντικά αυξημένους πόρους προς διάθεση για τις τεχνολογίες καθαρής καύσης άνθρακα (Clean Coal) και CCS[21], υπό τις τρέχουσες δημοσιονομικές συνθήκες μπορεί να διαθέσει ελάχιστο μόνον μέρος της ενίσχυσης που απαιτείται για να εξασφαλιστεί ότι η αειφόρος ηλεκτροπαραγωγή από ορυκτά καύσιμα θα είναι ώριμη να αξιοποιηθεί εμπορικά.

5.1. Η σπουδαιότητα της ανάληψης αποφασιστικών δεσμεύσεων εκ μέρους της βιομηχανίας

Η ενεργειακή βιομηχανία έχει αποδείξει ότι η πρωτοβουλία ETP-ZEP είναι ζωτικής σημασίας για τις τεχνολογίες CCS και έχει διαθέσει πόρους για Ε&Α και πιλοτικά προγράμματα επί σειρά ετών. Ωστόσο, δεν ανέλαβε εξίσου συχνά σαφείς δεσμεύσεις να διαθέσει σημαντικούς πόρους για έργα επίδειξης σε μεγάλη κλίμακα.

Η πρωτοβουλία ETP-ZEP δημοσίευσε, τον Οκτώβριο του 2007, το όραμα ενός εμβληματικού προγράμματος, το οποίο θα αποσκοπεί ιδίως στη συντονισμένη κατασκευή και λειτουργία σειράς έργων επίδειξης τεχνολογιών CCS μέχρι το 2015. Στην περιγραφή του προγράμματος αναγνωρίζεται η ανάγκη χρηματοδοτικής στήριξης, αλλά οι περισσότεροι παράγοντες από τη βιομηχανία δεν έχουν ακόμα καθορίσει το μέγεθος και το χρονοδιάγραμμα των χρηματοδοτικών δεσμεύσεων που είναι διατεθειμένες να αναλάβουν οι ίδιες για τα επιμέρους έργα.

Προκειμένου τα ορυκτά καύσιμα να συνεχίσουν να διαδραματίζουν τον σημαντικό τους ρόλο στο μείγμα ενεργειακών πόρων, είναι καίριας σημασίας η ανάληψη σαφών, έγκαιρων και αποφασιστικών δεσμεύσεων εκ μέρους της οικείας ευρωπαϊκής βιομηχανίας. Εκτός από τον κλάδο της ηλεκτροπαραγωγής, και άλλες ενεργειοβόρες βιομηχανίες ενδέχεται να επιθυμούν να υποβάλουν προτάσεις με τις ιδέες τους για την ανάπτυξη της CCS στους αντίστοιχους κλάδους. Η αναπόφευκτη ανάληψη δράσης για την κλιματική αλλαγή προσφέρει δυνατότητες να αποκομίσουν πραγματικά εμπορικά οφέλη οι επιχειρήσεις ηλεκτροπαραγωγής και όσες άλλες είναι έτοιμες να δραστηριοποιηθούν έγκαιρα στην αγορά CCS.

Η διάθεση σημαντικών πόρων από εταιρείες αποτελεί προαπαιτούμενο για την τόνωση των αειφόρων τεχνολογιών ορυκτών καυσίμων στην εμπορική ηλεκτροπαραγωγή. Χωρίς τολμηρές αποφάσεις χρηματοδότησης από τις εταιρείες το συντομότερο δυνατόν δεν είναι ενδεχομένως δυνατόν να κινητοποιηθούν συμπληρωματικά δημόσια κονδύλια.

Όσο περισσότερο αργοπορεί ο κλάδος της ηλεκτροπαραγωγής να ενστερνιστεί τις τεχνολογίες CCS, τόσο περισσότερο θα υποχρεωθούν οι αρμόδιοι για την χάραξη πολιτικής να εξετάσουν τη δυνατότητα υποχρεωτικής εφαρμογής των τεχνολογιών CCS ως μόνο τρόπο για την προώθησή τους.

5.2. Προλειαίνοντας το έδαφος για την ενεργό συμμετοχή των κρατών μελών

Δεδομένου ότι τα ορυκτά καύσιμα καταλαμβάνουν κυρίαρχο μερίδιο στο μείγμα ενεργειακών πόρων σε αρκετά κράτη μέλη και ότι μακροπρόθεσμα αναμένεται να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην ασφάλεια εφοδιασμού και την ανταγωνιστικότητα, αρκετές από τις χώρες της ΕΕ έχουν κάθε συμφέρον να εξασφαλίσουν την ανάπτυξη των τεχνολογιών CCS. Εναπόκειται σε κάθε κράτος μέλος να αποφασίσει τον τρόπο με τον οποίο θα υποστηρίξει την επίδειξη της CCS, εκτός της Ε&Α, αντιμετωπίζοντας το θέμα των υψηλότερων αρχικών δαπανών και του λειτουργικού κόστους.

Ορισμένα κράτη μέλη έχουν ήδη καταστρώσει πιθανές προσεγγίσεις (όπως συμπεριλαμβάνονται τιμολόγια για την τροφοδότηση του δικτύου ή επιδότηση των αρχικών επενδύσεων). Ωστόσο, μόνον για κάθε περίπτωση ξεχωριστά είναι δυνατή η αξιολόγηση συγκεκριμένων μέτρων και, κατά συνέπεια, επαφίεται σε κάθε κράτος μέλος να αποφασίσει τον τρόπο χρηματοδότησης του μηχανισμού στήριξης. Θα μπορούσε να αποδειχτεί κατάλληλη η αξιοποίηση ορισμένων εσόδων από την δημοπράτηση υπό το σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής. Το διαρθρωτικό ταμείο και το ταμείο συνοχής της ΕΕ μπορούν να αποτελέσουν σημαντική πηγή χρηματοδότησης σε ορισμένα κράτη μέλη[22].

Ορισμένα εθνικά μέτρα ενίσχυσης έργων επίδειξης, τα οποία συνεπάγονται μακράν το υψηλότερο κόστος για την ευρεία διάδοση των τεχνολογιών CCS, θα περιλαμβάνουν μάλλον κρατικές ενισχύσεις. Η Επιτροπή αναμένει ότι αυτή η ενίσχυση θα είναι προσωρινού χαρακτήρα[23], μέχρις ότου η τεχνολογία αυτή καταστεί ανταγωνιστική. Στην αναθεώρηση των κοινοτικών κατευθυντηρίων γραμμών σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος[24], η Επιτροπή αναφέρει τους νομικούς λόγους για τους οποίους μπορεί να κηρυχθούν ως συμβατές με τη Συνθήκη κρατικές ενισχύσεις για ηλεκτροπαραγωγούς σταθμούς επίδειξης CCS[25].

Λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία της έγκαιρης επίδειξης της CCS για την ηλεκτροπαραγωγή και δεδομένου ότι για ορισμένα από αυτά τα έργα ενδεχομένως να απαιτηθεί κάποια δημόσια χρηματοδότηση, η Επιτροπή είναι διατεθειμένη, με την επιφύλαξη της τήρησης της δέουσας διαδικασίας και της αρτιότητας του κάθε έργου, να κρίνει ευνοϊκά τη χρήση κρατικής ενίσχυσης για την κάλυψη του πρόσθετου κόστους που συνεπάγεται έργο στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής για την επίδειξη της CCS.

5.3. Εντοπισμός των πηγών χρηματοδότησης σε επίπεδο ΕΕ

Στο σχέδιο ΣΕΤ προτείνεται να εξεταστούν οι τρόποι συγκέντρωσης πρόσθετων πόρων για τις προτεραιότητες που προβλέπονται στο σχέδιο. Η Επιτροπή θα πραγματευθεί το ζήτημα των πόρων για την ανάπτυξη της CCS στην ανακοίνωση σχετικά με τη χρηματοδότηση των τεχνολογιών χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, η οποία έχει προγραμματιστεί υπό το σχέδιο ΣΕΤ για το 2008. Ο εντοπισμός πρόσθετων πόρων θα είναι καίριας σημασίας, ιδίως εάν η Ευρωπαϊκή Πρωτοβουλία για τις τεχνολογίες CCS εξελιχθεί σε κοινή δράση η οποία θα υπερβαίνει την απλώς συντονιστική δομή δικτύου έργων.

Αποφασιστικής σημασίας θα είναι η αξιοποίηση των ευρωπαϊκών χρηματοπιστωτικών οργανισμών. Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) αναλύει επί του παρόντος την δυνατότητα να αναπτύξει νέα προϊόντα για την χρηματοδότηση της CCS, πέραν των ήδη προσφερομένων δυνατοτήτων μέσω της Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης Καταμερισμού του Κινδύνου (Risk Sharing Finance Facility, RSFF)[26]. Η αναγνώριση του ευρωπαϊκού χαρακτήρα ενός έργου είναι δυνατόν να διευκολύνει την πρόσβαση σε αυτή την χρηματοδότηση, όπως συμβαίνει επί του παρόντος με τα έργα των Διευρωπαϊκών Δικτύων Ενέργειας. Για έργα σε τρίτες χώρες θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν ειδικά μέσα χρηματοδότησης, όπως λόγου χάρη ο χρηματοδοτικός μηχανισμός της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων για την κλιματική αλλαγή[27].

Μολονότι η Επιτροπή δεν μπορεί να φιλοδοξεί να χρηματοδοτηθούν σημαντικές επενδυτικές δαπάνες από το 7ο πρόγραμμα πλαίσιο, είναι δυνατόν να χρηματοδοτηθούν σε περιορισμένο βαθμό τα προπαρασκευαστικά στάδια μερικών, πλέον αξιόλογων έργων, π.χ. τα πλέον καινοτόμα ή ελπιδοφόρα πρωτοαναδυόμενα έργα. Στην πρώτη πρόσκληση υποβολής προτάσεων υπό το 7ο πρόγραμμα-πλαίσιο, η Επιτροπή προσέφερε την δυνατότητα να υποστηριχθούν μελέτες εφικτότητας και τεχνικές μελέτες για μεγάλης κλίμακας έργα επίδειξης CCS. Στην πρόσκληση του 2008 για την υποβολή προτάσεων θα περιλαμβάνεται παρόμοιο θέμα.

6. Εγκαιρη προετοιμασία για την εγκατάσταση CCS σε μεγάλη κλίμακα

Θα πρέπει να κατασκευασθούν νέες υποδομές στην Ευρώπη για την διευκόλυνση της επιτυχούς μετάβασης σε ενεργειακό σύστημα χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Στην συγκεκριμένη περίπτωση της ηλεκτροπαραγωγής με CCS, τούτο συνεπάγεται την ανάγκη να είναι έγκαιρα διαθέσιμες οι υποδομές για τη μεταφορά και την αποθήκευση CO2 και την σύνδεση με τις πηγές εκπομπών, χωρίς κανόνες μεροληπτικής πρόσβασης παρόμοιους με εκείνους που υφίστανται επί του παρόντος για τις υπάρχουσες υποδομές ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου.

Σημαντική θα είναι η ανάπτυξη της ευρωπαϊκής διάστασης των δικτύων αυτών. Ενδεχομένως να χρειαστεί εστιασμένη πρόσθετη χρηματοδοτική ενίσχυση (π.χ. για τον καθορισμό των δικτύων και λεπτομερείς μελέτες εφικτότητας σχετικά με μεμονωμένα έργα υποδομής του δικτύου). Για το σκοπό αυτό, η Επιτροπή θα προτείνει αναθεώρηση των κατευθυντήριων γραμμών για τα διευρωπαϊκά δίκτυα ενέργειας, ούτως ώστε να συμπεριληφθούν οι υποδομές για το CO2 (αγωγοί και χώροι αποθήκευσης).

7. Συμπεράσματα

Η δέσμευση και αποθήκευση διοξειδίου του άνθρακα (CCS ) προσφέρει ευκαιρίες και ενέχει προκλήσεις που την καθιστούν προτεραιότητα στρατηγικής σημασίας για την ανάπτυξη νέων ενεργειακών τεχνολογιών στην Ευρώπη. Η έγκαιρη αποτελεσματική επίδειξη της τεχνολογικής βιωσιμότητας της CCS για την ηλεκτροπαραγωγή, τόσο στην Ευρώπη όσο και σε διεθνές επίπεδο, αποτελεί ορόσημο στην πορεία για την ευρεία χρήση της. Έγκαιρες και τολμηρές πρωτοβουλίες από τη βιομηχανία και το δημόσιο τομέα και ισχυρά αγορακεντρικά κίνητρα για την αποφυγή των εκπομπών CO2 θα είναι δυνατόν να καταστήσουν εμπορικά βιώσιμη την CCS από το 2020 ή λίγο αργότερα.

Για να τονωθεί η ανάπτυξη της CCS στην Ευρώπη, η Επιτροπή προτείνει, παράλληλα με την παρούσα ανακοίνωση, κανονιστικό πλαίσιο για την ευρεία διάδοση και την ένταξη της CCS στο σύστημα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών. Στις αναθεωρημένες κατευθυντήριες γραμμές της Κοινότητας σχετικά με τις κρατικές ενισχύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος αντιμετωπίζεται θετικά η CCS και αναφέρονται οι νομικοί λόγοι στους οποίους θα μπορούσε να στηριχθεί η χορήγηση κρατικών ενισχύσεων για έργα επίδειξης CCS. Το 2008 η Επιτροπή θα προτείνει αναθεώρηση των κατευθυντηρίων γραμμών για τα Διευρωπαϊκά Δίκτυα Ενέργειας, ώστε να συμπεριληφθούν οι υποδομές για το CO2.

Στο πλαίσιο του σχεδίου ΣΕΤ, η Επιτροπή προτείνει να δρομολογηθεί Ευρωπαϊκή Βιομηχανική Πρωτοβουλία CCS, ως βάση για το συντονισμό, τη διαφάνεια και την βιωσιμότητα των έργων επίδειξης. Με τον τρόπο αυτό, η ΕΕ θα πρωτοπορεί παγκοσμίως στην μεγάλης κλίμακας επίδειξη και θα μεγιστοποιήσει τα οφέλη από την έγκαιρη επίδειξη. Στο πλαίσιο αυτό, η Επιτροπή θα συγκροτήσει, το 2008, δίκτυο έργων που θα προσφέρουν τη δυνατότητα σε όσους κινηθούν έγκαιρα να ανταλλάσσουν πληροφορίες και πείρα, να μεγιστοποιούν την επιρροή στις δραστηριότητες Ε&Α και στην διαδικασία χάραξης πολιτικής, να βελτιστοποιούν το κόστος μέσω επιμερισμένων συλλογικών δράσεων (π.χ. όσον αφορά το κοινό ή τρίτες χώρες) και να τύχουν προβολής ως μέρη καίριας πρωτοβουλίας σε κλίμακα ΕΕ («Ευρωπαϊκό λογότυπο»).

Η έγκαιρη επίδειξη δεν θα είναι εφικτή χωρίς μείζονες δεσμεύσεις χρηματοδότησης. Όσον αφορά τον ιδιωτικό τομέα, η αναπόφευκτη δράση για την κλιματική αλλαγή προσφέρει στους ηλεκτροπαραγωγούς και σε άλλες επιχειρήσεις έτοιμες να δραστηριοποιηθούν έγκαιρα στην αγορά CCS την δυνατότητα να αποκομίσουν πραγματικά εμπορικά οφέλη. Όσο αργοπορεί η δραστηριοποίηση προς αυτή την κατεύθυνση τόσο περισσότερο θα ωθηθούν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής να εξετάσουν τη δυνατότητα υποχρεωτικής εφαρμογής της τεχνολογίας CCS ως τον μόνο τρόπο για να επιτευχθεί πρόοδος.

Σαφείς και αποφασιστικές δεσμεύσεις εκ μέρους της ευρωπαϊκής βιομηχανίας θα είναι ουσιαστικές για να αποτελέσουν το έναυσμα για να εξεταστεί η δυνατότητα συμπληρωματικής χρηματοδότησης με δημόσιους πόρους. Συγκεκριμένα, τα κράτη μέλη που προτίθενται να βασίσουν το μελλοντικό μείγμα ενεργειακών πόρων τους στον άνθρακα θα πρέπει να υλοποιήσουν μέτρα στήριξης για την έγκαιρη επίδειξη των τεχνολογιών CCS. Οι πληροφορίες που έχουν προκύψει στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Βιομηχανικής Πρωτοβουλίας θα διευκολύνουν την ανάλυση του συμβιβάσιμου των μέτρων αυτών με τους κανόνες της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις. Η κινητοποίηση πρόσθετων πόρων ενδεχομένως να είναι αναγκαία και θα εξετασθεί περαιτέρω στο πλαίσιο του σχεδίου ΣΕΤ, με σκοπό η Ευρωπαϊκή Βιομηχανική Πρωτοβουλία CCS να επεκταθεί πέραν του πεδίου του δικτύου έργων.

[1] Μολονότι οι βελτιώσεις της απόδοσης καύσης είναι απαραίτητες, δεν επαρκούν από μόνες τους για να επιτευχθεί η αναγκαία μείωση των εκπομπών CO2.

[2] Στο σχέδιο SET προβλέπεται ο προσανατολισμός της ευρωπαϊκής Ε&Α, καθορίζονται ορισμένες καίριες τεχνολογίες που απαιτούνται για το όραμα της Ευρώπης με ανθούσα και αειφόρα οικονομία η οποία να διατηρεί την πρωτοπορία με πληθώρα διαφορετικών καθαρών, αποτελεσματικών ενεργειακών τεχνολογιών χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.

[3] Περίληψη της εκτίμησης του αντικτύπου.

[4] Κατά προσέγγιση εκτίμηση από την βιομηχανία· βλ. επίσης την περίληψη της εκτίμησης του αντικτύπου για λεπτομερή στοιχεία .

[5] www.zero-emissionplatform.eu.

[6] IEA Energy Technology Perspectives 2050 (Προοπτικές ενεργειακών τεχνολογιών το 2050, ΔΟΕ) Stern Review (έκθεση Stern).

[7] Εκτιμήσεις αντικτύπου της οδηγίας για τις τεχνολογίες CCS και του σχεδίου ΣΕΤ.

[8] Τα δύο τρίτα της αύξησης της χρήσης άνθρακα σε παγκόσμιο επίπεδο θα προέλθουν από την Κίνα και την Ινδία. Ήδη σήμερα, τίθεται σε λειτουργία κάθε εβδομάδα, ανά τον κόσμο, μια νέα μονάδα ηλεκτροπαραγωγής με καύση άνθρακα.

[9] Έργα τεχνολογιών CCS είναι δυνατόν να ενταχθούν το χρονικό διάστημα 2008-2012.

[10] Μετά τις τροποποιήσεις του Πρωτοκόλλου της Σύμβασης για την πρόληψη της θαλάσσιας ρύπανσης λόγω απόρριψης αποβλήτων και άλλων υλών, του 1996 («Πρωτόκολλο του Λονδίνου»), επιτεύχθηκε συμφωνία, τον Ιούνιο του 2007, μεταξύ των συμβαλλομένων μερών στη σύμβαση για την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος του Βορειοανατολικού Ατλαντικού («Σύμβαση OSPAR»), με την οποία παρέχεται η δυνατότητα να λαμβάνονται υπόψη στο πλαίσιο της Σύμβασης OSPAR.

[11] ETP-ZEP, Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας, έκθεση Stern Review και αλλού (Περίληψη εκτίμησης αντικτύπου).

[12] Έως το 2020 περίπου, το οριακό κόστος για τα έργα έγκαιρης επίδειξης CCS θα μπορούσε να αντιστοιχεί σε σημαντικά υψηλότερες τιμές CO2 (μέχρι και 70 €/tCO2).

[13] Στην πλατφόρμα ETP-ZEP συμμετέχουν δραστήρια ευρωπαϊκές εταιρείες ενέργειας, προμηθευτές εξοπλισμού και επιχειρήσεις πετρελαίου/φυσικού αερίου, καθώς και μη κυβερνητικοί οργανισμοί.

[14] Οι προτεραιότητες για την ευρωπαϊκή Ε&Α στη CCS έχουν καθοριστεί με βάση τις ενισχυόμενες από την ΕΕ δράσεις Ε&Α, καθώς και στις γνώσεις και την πείρα στο πλαίσιο της πλατφόρμας ETP-ZEP (Βλ. περίληψη της εκτίμησης αντικτύπου).

[15] Περίληψη της εκτίμησης αντικτύπου.

[16] ΗΒ, Κάτω Χώρες και Νορβηγία· στο στάδιο της προετοιμασίας μέτρα από την Πολωνία, τη Γερμανία και την Ισπανία.

[17] Βλ. Περίληψη της εκτίμησης αντικτύπου σχετικά με προκαταρκτική γνώμη για τα κριτήρια που θα χρησιμοποιηθούν.

[18] Συγκεκριμένα, η Διευθύνουσα Ομάδα της Ευρωπαϊκής Κοινότητας για τις στρατηγικές ενεργειακές τεχνολογίες και το Σύστημα πληροφοριών για τις ενεργειακές τεχνολογίες. Επιπλέον, ο Ευρωπαϊκός Συνασπισμός Ενεργειακής Έρευνας θα μπορούσε να συντονίζει τις υπό εξέλιξη δραστηριότητες Ε&Α στην Ευρώπη στους σχετικούς τομείς.

[19] Πέραν της συνεχιζόμενης συνεργασίας με την Κίνα (συγκεκριμένα μέσω του «Near-Zero Emission Coal project – NZEC» (έργο για σχεδόν μηδενικές εκπομπές από τον άνθρακα) που ξεκίνησε μετά την εταιρική σχέση ΕΕ-Κίνας στον τομέα της κλιματικής αλλαγής (2005) και το μετέπειτα (2006) μνημόνιο συνεννόησης), η Επιτροπή έθεσε επίσης, το 2007, τις βάσεις συνεργασίας στο θέμα των τεχνολογιών CCS με την Ινδία και τη Νότιο Αφρική.

[20] Ο εξοπλισμός νέου σταθμού ηλεκτροπαραγωγής με τα κατασκευαστικά στοιχεία που απαιτούνται για την έγκαιρη επίδειξη της αλυσίδας πλήρους δέσμευσης CO2, μεταφοράς και αποθήκευσής του θα επέφερε οριακό κόστος που απαιτεί (για σταθμό 300MW) είτε πρόσθετο αρχικό κεφάλαιο περίπου 300-500 εκατ. ευρώ, είτε τακτικά πρόσθετα έσοδα 45-125 εκατ. ευρώ ανά έτος, καθόλη τη διάρκεια του έργου.

[21] Στο 6ο πρόγραμμα-πλαίσιο δεν προβλεπόταν δράση για τις καθαρές τεχνολογίες καύσης («Clean Coal»), ενώ για τη δράση CCS είχαν προβλεφθεί πιστώσεις 15-20 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση. Για δράσεις στις τεχνολογίες καθαρής καύσης άνθρακα και CCS έχουν προβλεφθεί πιστώσεις στο 7ο πρόγραμμα-πλαίσιο που είναι υπερδιπλάσιες. Επιπλέον, μέρος του ετήσιου ποσού ύψους περίπου 9 εκατ. ευρώ το οποίο έχει προβλεφθεί για έρευνα σχετιζόμενη με τον άνθρακα, από το Ταμείο Έρευνας για τον Άνθρακα και τον Χάλυβα θα συνεχίσει να διατίθεται για συμπληρωματική Ε&Α.

[22] Μολονότι κανένα κράτος μέλος δεν έχει προβλέψει ιδιαίτερα αποθεματικά στα επιχειρησιακά σχέδια για την περίοδο 2007-2013, θα ήταν δυνατόν να προβλεφθεί κάποια ενίσχυση για ηλεκτροπαραγωγούς σταθμούς επίδειξης των τεχνολογιών CCS στις προγραμματισμένες δραστηριότητες έρευνας και καινοτομίας. Η δυνατότητα τροποποιήσεων για να καλυφθούν ρητά αυτοί οι σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής είναι δυνατόν να προκύψουν μετά από στρατηγικές ανασκοπήσεις προγραμμάτων.

[23] Μετά την περίοδο επίδειξης, οι τεχνολογίες CCS αναμένεται ότι θα είναι ανταγωνιστικές σε εμπορική βάση στο πλαίσιο του μελλοντικού συστήματος δικαιωμάτων εμπορίας εκπομπών.

[24] COM(2008) XXX, που επίσης βρίσκεται στη διαδικασία έγκρισης.

[25] Στις κατευθυντήριες γραμμές δηλώνεται ότι η χρήση CCS στην ηλεκτροπαραγωγή, που στην πράξη δεν υφίσταται σήμερα, μάλλον θα περιοριστεί την επόμενη δεκαετία κυρίως σε έργα επίδειξης. Στο βαθμό που τα έργα αυτά δεν υπόκεινται σε κατευθυντήριες γραμμές για άλλες κρατικές ενισχύσεις, η Επιτροπή θεωρεί ότι για να κηρυχθούν συμβατές με τη Συνθήκη οι λίγες περιπτώσεις κρατικών ενισχύσεων που θα αφορούν τα εν λόγω έργα θα ήταν ενδεδειγμένη η απευθείας χρησιμοποίηση της πρωτογενούς ευρωπαϊκής νομοθεσίας: άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο β) ή γ) και άρθρο 88 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ.

[26] Η Χρηματική Διευκόλυνση Καταμερισμού του Κινδύνου (RSFF) είναι από κοινού πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και της Επιτροπής με σκοπό την κάλυψη του κινδύνου χρηματοδότησης των έργων για νέες τεχνολογίες και εφαρμογής της Ε&Α.

[27] Σχετική είναι εν προκειμένω η υπογραφή από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, στο περιθώριο της 10ης διάσκεψης κορυφής ΕΕ-Κίνας που πραγματοποιήθηκε στις 28 Νοεμβρίου 2007, δανείου- πλαισίου με την Κίνα για θέματα κλιματικής αλλαγής και, εφόσον υποβληθούν προτάσεις από τις κινεζικές αρχές, η ΕΤΕπ εξετάζει τη δυνατότητα να αξιοποιήσει αυτό το δάνειο για την υποστήριξη έργων επίδειξης CCS στην Κίνα.