52007DC0799

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβουλιο, την Ευρωπαϊκη Οικονομικη και Κοινωνικη Επιτροπη και την Επιτροπη των Περιφερειων - Προ-εμπορικές δημόσιες συμβάσεις: προώθηση της καινοτομίας για την εξασφάλιση βιώσιμων και ποιοτικών δημόσιων υπηρεσιών στην Ευρώπη {SEC(2007) 1668} /* COM/2007/0799 τελικό */


[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 14.12.2007

COM(2007) 799 τελικό

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

Προ-εμπορικές δημόσιες συμβάσεις: προώθηση της καινοτομίας για την εξασφάλιση βιώσιμων και ποιοτικών δημόσιων υπηρεσιών στην Ευρώπη {SEC(2007) 1668}

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

Προ-εμπορικές δημόσιες συμβάσεις: προώθηση της καινοτομίας για την εξασφάλιση βιώσιμων και ποιοτικών δημόσιων υπηρεσιών στην Ευρώπη

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

1. Εισαγωγή

Η ανακοίνωση για μια «στρατηγική καινοτομίας ευρείας βάσης για την ΕΕ»[1] υπογράμμισε τη σημασία των δημοσίων συμβάσεων για την ενίσχυση των δυνατοτήτων καινοτομίας της Ένωσης με παράλληλη βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας των δημόσιων υπηρεσιών· υπογράμμισε επίσης τις αναξιοποίητες ευκαιρίες στην Ευρώπη όσον αφορά τις προ-εμπορικές δημόσιες συμβάσεις. Στα συμπεράσματά του για την παραπάνω ανακοίνωση[2], το Συμβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να παράσχει κατευθύνσεις σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι κοινοτικοί κανόνες για τις δημόσιες συμβάσεις μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την τόνωση της καινοτομίας. Το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου του Ιουλίου 2007 για την μεταφορά και την εφαρμογή της νομοθεσίας περί δημοσίων συμβάσεων[3] ενθαρρύνει την ευρύτερη χρήση προ-εμπορικών δημόσιων συμβάσεων στην ΕΕ.

Στον πρόσφατα δημοσιευμένο οδηγό[4] σχετικά με την αφομοίωση εμπορικά διαθέσιμων καινοτόμων προϊόντων, εργασιών και υπηρεσιών στον δημόσιο τομέα προσδιορίζονται δέκα στοιχεία ορθής πρακτικής για την προώθηση του δυναμικού των δημοσίων συμβάσεων όσον αφορά την τόνωση της καινοτομίας.

Η παρούσα ανακοίνωση πραγματεύεται την έννοια των «προ-εμπορικών δημόσιων συμβάσεων», που αφορά τη φάση έρευνας και ανάπτυξης «Ε&Α» πριν από την εμπορικοποίηση (διάθεση στην αγορά). Για τους σκοπούς της παρούσας ανακοίνωσης, με τον όρο «προ-εμπορικές δημόσιες συμβάσεις» επιδιώκεται να περιγραφεί μια προσέγγιση (μέθοδος) για την προμήθεια υπηρεσιών Ε&Α που διαφέρει από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες «τα οφέλη προορίζονται αποκλειστικά για την αναθέτουσα αρχή προς χρήση της κατά τη διεξαγωγή των εργασιών της, υπό τον όρο ότι η παρεχόμενη υπηρεσία ανταμείβεται εξ ολοκλήρου από την αναθέτουσα αρχή[5],[6]» και ότι δεν συνιστούν κρατική ενίσχυση. Ειδικότερα, στις προ-εμπορικές δημόσιες συμβάσεις:

1. Το πεδίο εφαρμογής αφορά αποκλειστικά υπηρεσίες Ε&Α: η Ε&Α μπορεί να καλύπτει δραστηριότητες όπως η διερεύνηση λύσεων και ο σχεδιασμός, η κατασκευή πρωτοτύπου έως τη νέα ανάπτυξη περιορισμένου όγκου αρχικών προϊόντων ή υπηρεσιών υπό μορφή δοκιμαστικής σειράς (βλ. σχήμα 1). «Η πρωτότυπη ανάπτυξη αρχικού προϊόντος ή υπηρεσίας μπορεί να περιλαμβάνει περιορισμένη παραγωγή ή προμήθεια ώστε να ενσωματώνονται τα αποτελέσματα των δοκιμών πεδίου και να καταδεικνύεται ότι το προϊόν ή η υπηρεσία είναι κατάλληλα για παραγωγή ή ποσοτικό εφοδιασμό σε αποδεκτά ποιοτικά πρότυπα»[7]. Στην Ε&Α δεν περιλαμβάνονται δραστηριότητες εμπορικής ανάπτυξης, όπως η ποσοτική παραγωγή, ο εφοδιασμός για την καθιέρωση εμπορικής βιωσιμότητας ή για την ανάκτηση δαπανών Ε&Α, η ολοκλήρωση/ένταξη προϊόντων, η μεμονωμένη προσαρμογή και βαθμιαίες προσαρμογές και βελτιώσεις υφισταμένων προϊόντων ή διεργασιών.

[pic]

Σχήμα 1: Διαφοροποίηση φάσεων Ε&Α και εμπορικοποίησης

2. Μερισμός κινδύνων – οφελών: Στις προ-εμπορικές δημόσιες συμβάσεις, ο αγοραστής του δημοσίου δεν περιορίζει τα αποτελέσματα της Ε&Α αποκλειστικά για δική του χρήση. Οι δημόσιες αρχές και ο κλάδος μοιράζονται κινδύνους και οφέλη της Ε&Α που απαιτείται για την ανάπτυξη νέων καινοτόμων λύσεων, αποδοτικότερων από τις ήδη διαθέσιμες στην αγορά.

3. Ανταγωνιστικές δημόσιες συμβάσεις ώστε να αποκλειστούν οι κρατικές ενισχύσεις : Οργάνωση του επιμερισμού κινδύνων – οφελών και ολόκληρης της διαδικασίας δημοσίων συμβάσεων κατά τρόπο που εξασφαλίζει στο μέγιστο βαθμό τον ανταγωνισμό, τη διαφάνεια, τον ανοικτό και θεμιτό χαρακτήρα και την τιμολόγηση υπό συνθήκες αγοράς – και επομένως δεν συνιστά κρατική ενίσχυση – παρέχει στον αγοραστή του δημοσίου τη δυνατότητα να εντοπίζει τις βέλτιστες δυνατές λύσεις που μπορεί να προσφέρει η αγορά.

Σκοπός της παρούσας ανακοίνωσης είναι να επιστήσει την προσοχή των κρατών μελών στην υφιστάμενη αλλά αναξιοποίητη ευκαιρία χρησιμοποίησης προ-εμπορικών δημόσιων συμβάσεων. Στο παράρτημα[8] περιλαμβάνεται συγκεκριμένο παράδειγμα πιθανής εφαρμογής[9] σύμφωνα με το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο. Δεδομένου ότι παραμένουν περιορισμένες στην ΕΕ οι εμπειρίες προ/εμπορικών συμβάσεων, η Επιτροπή ενδιαφέρεται να διερευνήσει το βαθμό στον οποίο αυτές θα μπορούσαν να συμβάλουν ώστε να υπάρξει περισσότερη Ε&Α και καινοτομία στην ΕΕ, επομένως και να αποφέρουν απτά οφέλη στην κοινωνία και την οικονομία. Με την παρούσα ανακοίνωση, όπως και με τον οδηγό4, η Επιτροπή θα αξιοποιήσει, όπως ζήτησε το Συμβούλιο, τις δυνατότητες που παρέχει η κοινοτική νομοθεσία για την τόνωση της καινοτομίας μέσω δημοσίων συμβάσεων, τόσο στη φάση της Ε&Α όπως και της εμπορικοποίησης.

Δράσεις που λαμβάνονται στο πλαίσιο των προ-εμπορικών δημοσίων συμβάσεων δεν μπορούν να αποκλείουν τον ανταγωνισμό στη φάση της εμπορικοποίησης (διάθεσης στην αγορά), δεδομένου ότι τυχόν οδηγίες για τις δημόσιες συμβάσεις και οι αρχές της Συνθήκης στις οποίες βασίζονται έχουν πλήρη εφαρμογή.

2. Αντιμετώπιση προβλημάτων της ευρωπαϊκής κοινωνίας μέσω προ-εμπορικών δημόσιων συμβάσεων

Ο δημόσιος τομέας στην ΕΕ, όπως και στον υπόλοιπο κόσμο, βρίσκεται αντιμέτωπος με σημαντικά κοινωνιακά προβλήματα. Σε αυτά περιλαμβάνονται η εξασφάλιση οικονομικά προσιτής υγειονομικής περίθαλψης υψηλής ποιότητας που θα ανταποκρίνεται στον αντίκτυπο από τη γήρανση του πληθυσμού, η καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, η βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, η εξασφάλιση εκπαίδευσης υψηλότερης ποιότητας και με βελτιωμένη πρόσβαση, καθώς και αποτελεσματικότερος χειρισμός των απειλών εναντίον της ασφάλειας.

Για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών μπορεί να απαιτηθούν νέες και βελτιωμένες λύσεις. Θα χρειαστεί νέος εξοπλισμός, π.χ. για ιατρική έρευνα αιχμής, έγκαιρη διάγνωση ασθενειών και εξεύρεση νέων θεραπειών, περιορισμός της ενεργειακής κατανάλωσης σε κτιριακές στις δημόσιες μεταφορές, προστασία των πολιτών από απειλές εναντίον της ασφάλειας χωρίς προσβολή της ιδιωτικής ζωής τους. Ορισμένες από τις απαιτούμενες βελτιώσεις είναι τόσο απαιτητικές σε τεχνολογικό επίπεδο, ώστε να μην υφίστανται ακόμη στην αγορά εμπορικά σταθερές λύσεις, ή οι υφιστάμενες λύσεις να παρουσιάζουν ελλείψεις για τις οποίες να απαιτείται νέα Ε&Α. Με την ανάπτυξη μελλοντοστρεφών στρατηγικών δημοσίων συμβάσεων που εμπερικλείουν δημόσιες συμβάσεις Ε&Α για την εκπόνηση νέων λύσεων που θα αντιμετωπίζουν τα εν λόγω προβλήματα, ο δημόσιος τομέας[10] μπορεί να έχει σημαντικό αντίκτυπο στη μεσομακροχρόνια απόδοση και αποτελεσματικότητα των δημόσιων υπηρεσιών, καθώς και στις επιδόσεις καινοτομίας και στην ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας.

Η Ευρώπη πρέπει επίσης να βελτιωθεί από άποψη επιδόσεων καινοτομίας σε σύγκριση με τους κύριους ανταγωνιστές της[11]. Σκοπός της στρατηγικής της Λισαβόνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση είναι η εξεύρεση λύσεων, όχι μόνο για να αντιμετωπιστεί η συνεχιζόμενη υποεπένδυση σε Ε&Α, αλλά και για να βελτιωθεί η ικανότητα της Ευρώπης να μετατρέπει νέες επινοήσεις σε νέα προϊόντα και νέες θέσεις εργασίας. Η σχετικά βραδύτερη αφομοίωση καινοτομιών στον δημόσιο τομέα στην Ευρώπη και ο αποσπασματικός χαρακτήρας της δημόσιας ζήτησης προβάλλονται εκ μέρους του κλάδου ως σημαντικά θέματα που απαιτούν αντιμετώπιση ώστε να μειωθεί ο χρόνος έως τη διάθεση στην αγορά και να βελτιωθεί η ελκυστικότητα της Ευρώπης για επενδύσεις στην καινοτομία και την έρευνα.

Η Ε&Α στις δημόσιες συμβάσεις χρησιμοποιείται ευρύτερα από τις εταιρείες για την απόκτηση του πλεονεκτήματος της χρονικά πρώτης επιχειρηματικής παρουσίας. Θα μπορούσε να χρησιμοποιείται ευρύτερα στον δημόσιο τομέα στην Ευρώπη για τη βελτίωση της απόδοσης και της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών. Προς τούτο θα απαιτηθεί από το δημόσιο τομέα η ανάπτυξη στρατηγικών για δημόσιες συμβάσεις που δεν περιορίζονται μόνο στην αγορά εμπορικώς διαθέσιμων προϊόντων και υπηρεσιών, αλλά που περιλαμβάνουν επίσης δημόσιες συμβάσεις Ε&Α νέων λύσεων που μπορούν να σημειώσουν καλύτερες επιδόσεις από τις διαθέσιμες στην αγορά. Στην παρούσα ανακοίνωση παρουσιάζεται και επεξηγείται μια προσέγγιση για την ανάθεση υπηρεσιών Ε&Α.

3. Η Ευρώπη μπορεί να βελτιώσει τις επιδόσεις της: στρατηγικές δημόσιες συμβάσεις Ε&Α για να διατηρήσει την ηγετική της θέση

Οι δημόσιες ανάγκες ανέκαθεν αποτέλεσαν παράγοντα ώθησης της καινοτομίας σε πολλούς τομείς, όπως οι τηλεπικοινωνίες, η ενέργεια, η υγεία, οι μεταφορές, η ασφάλεια και η άμυνα. Μέσα στο παγκοσμιοποιημένο ανταγωνιστικό περιβάλλον πρέπει να επανεξεταστεί ο ρόλος του δημόσιου τομέα όσον αφορά τα οφέλη από τις καινοτομίες και την περαιτέρω προώθησή τους. Τούτο έχουν σε μεγάλο βαθμό πραγματοποιήσει οι μείζονες εμπορικοί εταίροι της ΕΕ - όπως οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία, όπου η ανάθεση συμβάσεων Ε&Α για την αντιμετώπιση δημόσιων αναγκών για τις οποίες δεν υφίσταται λύση στην αγορά, χρησιμοποιείται ως σημαντικός μηχανισμός για την τόνωση της καινοτομίας.

Μεταξύ παραδειγμάτων καινοτόμων λύσεων που έχουν αλλάξει τη ζωή μας, και οι οποίες προέκυψαν από δημόσιες συμβάσεις Ε&Α περιλαμβάνεται η τεχνολογία του Πρωτοκόλλου του Ίντερνετ, το παγκόσμιο σύστημα εντοπισμού θέσης, οι υπολογιστές υψηλών επιδόσεων, καθώς και καίριες καινοτομίες στην τεχνολογία των ημιαγωγών. Πρόσφατα, δημόσιες συμβάσεις Ε&Α που αναφέρονται σε συγκεκριμένα προβλήματα της κοινωνίας – όπως η επεξεργασία της ρύπανσης του εδάφους ή η διάγνωση της ασθένειας του Αλτσχάιμερ – έδωσαν τη δυνατότητα στις δημόσιες αρχές των ΗΠΑ να δημιουργήσουν νέες αγορές για εφαρμογές βιοτεχνολογίας και νανοτεχνολογίας15.

Στα πεδία της ενέργειας και του περιβάλλοντος, δημόσιοι οργανισμοί στις ΗΠΑ και την Ιαπωνία[12] περιόρισαν σημαντικά το κόστος των σταθμών κυψέλης καυσίμου μέσω δημοσίων συμβάσεων Ε&Α. Το γεγονός αυτό διευκόλυνε τα λεωφορεία που κινούνται με κυψέλη καυσίμου να καταστούν ρεαλιστική και ενεργειακά αποδοτική δυνατότητα στις δημόσιες μεταφορές. Το περισυνό κινεζικό εθνικό μακροπρόθεσμο πρόγραμμα επιστήμης και τεχνολογίας περιέλαβε επισήμως τις δημόσιες συμβάσεις τεχνολογίας στην Κίνα ως μέσο τόνωσης της καινοτομίας[13].

Ο δημόσιος τομέας των ΗΠΑ δαπανά ετησίως 50 δισ. $[14] για δημόσιες συμβάσεις Ε&Α, ποσό εικοσαπλάσιο του ευρωπαϊκού, που αντιστοιχεί περίπου στο μισό της διαφοράς στις επενδύσεις μεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρώπης. Τούτο υπήρξε συχνά σημαντικός παράγοντας για τη βελτίωση της ποιότητας των δημόσιων υπηρεσιών και την ανάδυση ανταγωνιστικών εταιρειών σε παγκόσμια κλίμακα[15].

Η διαφορά στις δαπάνες δημοσίων συμβάσεων για Ε&Α μεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρώπης οφείλεται κυρίως σε υφιστάμενες ανισότητες στους προϋπολογισμούς άμυνας/διαστήματος. Ωστόσο, οι δαπάνες αυτού του τύπου στις ΗΠΑ παραμένουν τετραπλάσιες σε δημόσιους τομείς εκτός άμυνας και διαστήματος, όπως η υγεία, η ενέργεια, η εκπαίδευση, οι μεταφορές και το περιβάλλον. Τούτο αντιστοιχεί σε απόσταση 3,4 δισ. $, σε απόλυτες τιμές[16]. Οι εμπειρογνώμονες12,[17] επισημαίνουν ανεκμετάλλευτες ευκαιρίες καινοτομίας στους μη αμυντικούς τομείς, όπου η Ευρώπη θα μπορούσε να αποκτήσει ηγετική θέση.

Στο πλαίσιο δημοσίων συμβάσεων της ΕΕ και άλλων χωρών υφίστανται σημαντικές διαφορές, στην κανονιστική ρύθμιση και στις πολιτικές. Πρέπει κατά συνέπεια να αναλυθούν οι παραπάνω εμπειρίες ώστε να προσδιοριστεί με ποιόν τρόπο τα διδάγματα θα μπορούσαν να μεταφερθούν στο πλαίσιο της ΕΕ.

4. Αποκλειστική ανάπτυξη

Αποκλειστική ανάπτυξη σημαίνει ότι ο αγοραστής του δημοσίου δεσμεύει το σύνολο των αποτελεσμάτων και των οφελών από την ανάπτυξη (συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας ή IPR) αποκλειστικά για δική του χρήση. Οι εταιείες που έχουν αναπτύξει την υπηρεσία/το προϊόν δεν μπορούν στη συνέχεια να τα χρησιμοποιήσουν περαιτέρω για άλλους δυνητικούς πελάτες. Τούτο συνεπάγεται κατά κανόνα υψηλότερες τιμές.

Υπάρχουν, ωστόσο, περιπτώσεις όπου η αποκλειστική ανάπτυξη είναι αιτιολογημένη: π.χ. όταν ο αγοραστής του δημοσίου έχει ανάγκη από αποκλειστικά δικαιώματα στα αποτελέσματα έργων (π.χ. σε πεδία συναφή με την άμυνα ή την ασφάλεια, όπου απαιτείται τήρηση του απορρήτου των αποτελεσμάτων) ή όταν ο αγοραστής του δημοσίου είναι πράγματι ο μόνος ενδιαφερόμενος πελάτης (π.χ. ανάπτυξη πολύ ειδικού εξοπλισμού, προσαρμοσμένου στον πελάτη).

Σύμφωνα με τους εμπειρογνώμονες17, οι αγοραστές του δημοσίου στην Ευρώπη τείνουν να επιλέξουν την αποκλειστική ανάπτυξη. Ωστόσο, στις περισσότερες περιπτώσεις, η «αποκλειστικότητα» των αποτελεσμάτων των έργων δεν είναι απαραίτητη για τους αγοραστές του δημοσίου17, καθώς ο εν λόγω αγοραστής είναι ένας μεταξύ πολλών δυνητικών χρηστών της λύσης που είχε αναπτυχθεί. Εξάλλου, οι αγοραστές του δημοσίου συχνά παραβλέπουν το συμπληρωματικό κόστος και τις προσπάθειες[18] που απαιτούνται ώστε να αποκομίσουν τα οφέλη των αποτελεσμάτων. Εάν οι αγοραστές του δημοσίου δεν διαθέτουν εντολή και συγκεκριμένα σχέδια για την εμπορική εκμετάλλευση των ερευνητικών αποτελεσμάτων, συχνά δεν υπάρχει λόγος να αναλάβουν το υψηλό κόστος και τους κινδύνους που περιλαμβάνει η αποκλειστική ανάπτυξη.

Στις περιπτώσεις αυτές η αποκλειστική ανάπτυξη ενδέχεται να παρεμποδίσει την καινοτομία. Η αποκλειστική εκχώρηση δικαιωμάτων στον αγοραστή του δημοσίου στερεί από τις εταιρίες το κίνητρο να επενδύσουν σε περαιτέρω εμπορικοποίηση. Η υψηλή τιμή για την αποκλειστική ιδιοκτησία αποτελεσμάτων έργων περιορίζει το κίνητρο του αγοραστή του δημοσίου να μοιραστεί τα αποτελέσματα των έργων με άλλους δυνητικούς αγοραστές του δημοσίου. Τούτο μπορεί να έχει τα εξής αποτέλεσματα:

4. Κατακερματισμός της αγοράς : Εάν διαφορετικοί αγοραστές του δημοσίου στον ίδιο τομέα αναπτύξουν τις δικές τους λύσεις για παρεμφερή προβλήματα χωρίς εκατέρωθεν κοινοποίηση πληροφοριών, αναπτύσσεται πλήθος λύσεων, οι οποίες είναι απίθανο να είναι κατάλληλες για τις παγκόσμιες αγορές.

5. Χρηματοοικονομικοί φραγμοί για την ανάθεση συμβάσεων ανταγωνιζόμενων λύσεων: Εφόσον μπορεί να προκύψει λύση από διάφορες τεχνολογίες και δυνατότητες σχεδιασμού, το υψηλό κόστος της αποκλειστικής ανάπτυξης καθιστά απρόσιτη την ανάθεση συμβάσεων ανταγωνιζόμενων λύσεων από σειρά εταιρειών. Τούτο μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα στη δέσμευση των αγοραστών του δημοσίου από έναν προμηθευτή.

6. Χαμένες ευκαιρίες για επεξεργασία περισσότερο καινοτομικών λύσεων : Η αποκλειστική ανάπτυξη δεν αποφέρει στον αγοραστή του δημοσίου μόνο το σύνολο των οφελών της Ε&Α αλλά και το σύνολο των σχετικών κινδύνων της. Ως αποτέλεσμα, οι αγοραστές του δημοσίου τείνουν να εστιάζουν στην ανάπτυξη λύσεων που βρίσκονται κοντά στη διάθεση στην αγορά και χάνουν τις ευκαιρίες που παρέχει η ανάπτυξη περισσότερο καινοτόμων λύσεων που θα μπορούσαν δυνητικά να είναι οικονομικά αποδοτικότερες για τον δημόσιο τομέα.

5. Προ-εμπορικές δημόσιες συμβάσεις: Συμβάσεις υπηρεσιών Ε&Α με καταμερισμό κινδύνων-ωφελών με όρους αγοράς

Στην περίπτωση των προ-εμπορικών δημόσιων συμβάσεων ο αγοραστής του δημοσίου επιλέγει να μη δεσμεύσει τα αποτελέσματα Ε&Α αποκλειστικά για δική του χρήση 5. Όπως ορίζεται στο τμήμα 1, η ανάθεση συμβάσεων υπηρεσιών Ε&Α που συνεπάγονται καταμερισμό κινδύνων και οφελών5 και που δεν συνιστά κρατική ενισχυση. Η προσέγγιση αυτή βασίζεται, ειδικότερα, σε[19]:

- Καταμερισμό κινδύνων – οφελών κατά τις συνθήκες της αγοράς

- Ανταγωνιστική ανάπτυξη σε φάσεις

- Διαχωρισμός της φάσης Ε&Α από τη μαζική εμπορική διάθεση τελικών προϊόντων

Σκοπός είναι η διευκόλυνση της οικονομικά αποδοτικής ανάπτυξης καινοτόμων λύσεων για δημόσιες υπηρεσίες σε ευρύτερη, περισσότερο παγκόσμια προοπτική.

5.1 Μερισμός κινδύνων – οφελών σύμφωνα με τις συνθήκες της αγοράς

Κατά την προσέγγιση αυτή, ο αγοραστής του δημοσίου συμμερίζεται τα αποτελέσματα της Ε&Α με άλλες δημόσιες αρχές και με τον κλάδο μέσω δημοσίευσης και τυποποίησης, καθώς επίσης και με την εμπορικοποίησή τους.

Για να εξασφαλιστεί ότι η εν λόγω ρύθμιση είναι επωφελής, τόσο για τον αγοραστή του δημοσίου, όσο και για τις εταιρείες που συμμετέχουν σε προ-εμπορικές δημόσιες συμβάσεις, πραγματοποιείται μεταξύ τους μερισμός των κινδύνων και οφελών Ε&Α κατά τρόπο ώστε και οι δύο πλευρές να διαθέτουν κίνητρο για την επιδίωξη ευρείας εμπορικοποίησης και αφομοίωσης των νέων λύσεων.

Στην περίπτωση που τα μεριζόμενα οφέλη περιλαμβάνουν δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας (IPR), πρέπει να λαμβάνεται μέριμνα ώστε, όταν δικαιώματα ιδιοκτησίας IPR εκχωρούνται σε εταιρίες που συμμετέχουν σε προ-εμπορικές δημόσιες συμβάσεις, τούτο να πραγματοποιείται κατά τρόπο που δεν αποφέρει στις εταιρείες οποιαδήποτε μορφή αθέμιτου πλεονεκτήματος σε πιθανές μελλοντικές δημόσιες συμβάσεις και ότι τούτο επιτρέπει στον αγοραστή του δημοσίου να έχει πρόσβαση σε επαρκώς ευρεία και ανταγωνιστική αλυσίδα εφοδιασμού. Π.χ. ο αγοραστής του δημοσίου μπορεί να απαιτήσει οι συμμετέχουσες εταιρείες να εκδίδουν άδεια IPR σε τρίτους υπό δίκαιους και εύλογους όρους της αγοράς. Ο αγοραστής του δημοσίου μπορεί επίσης να απαιτεί έκδοση δωρεάν άδειας για εσωτερική χρήση των αποτελεσμάτων Ε&Α.

Εξασφαλίζοντας ότι όλοι οι δυνητικοί προσφέροντες διαθέτουν ίσες ευκαιρίες προσφοράς συνεπάγεται επίσης ότι η διαδικασία των δημόσιων συμβάσεων, συμπεριλαμβανομένων των ρυθμίσεων για τα IPR, δεν μεροληπτεί σε βάρος οποιουδήποτε δυνητικού προσφέροντος, ιδίως των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Εάν ο μερισμός κινδύνων-οφελών δεν πραγματοποιείται υπό όρους της αγοράς, και εάν η τιμή που καταβάλλεται για τις παρεχόμενες υπηρεσίες είναι υψηλότερη από την τιμή της αγοράς, τούτο θα αντιμετωπιστεί κατά κανόνα ως περίπτωση κρατικής ενίσχυσης και θα πρέπει να κοινοποιηθεί στην Επιτροπή και να αξιολογηθεί από αυτήν, σύμφωνα με τα άρθρα 87-88 της συνθήκης ΕΚ και του πλαισίου για κρατικές ενισχύσεις που αφορούν έρευνα, ανάπτυξη και καινοτομία[20].

Για να εξασφαλιστεί ότι ο μερισμός κινδύνων - οφελών πραγματοποιείται σύμφωνα με τους όρους της αγοράς, κάθε όφελος Ε&Α που ο αγοραστής του δημοσίου συμμερίζεται με εταιρεία που συμμετέχει στην προ-εμπορική πρέπει η εταιρεία να αποζημιώνει τον αγοραστή του δημοσίου σε τιμές αγοράς. Τούτο μπορεί, π.χ., να γίνει με μείωση τιμών σε σύγκριση προς το κόστος αποκλειστικής ανάπτυξης που αντικατοπτρίζει την αγοραία αξία των οφελών που προκύπτουν και των κινδύνων που έχει αναλάβει η εταιρεία[21].

Στο παραπάνω παράδειγμα μερισμού κινδύνων – οφελών, τόσο οι εταιρείες όσο και οι αγοραστές του δημοσίου επωφελούνται από την ευρύτερη εμπορικοποίηση και αφομοίωση των λύσεων που έχουν εκπονηθεί. Τούτο συνιστά κίνητρο ώστε και τα δύο μέρη να επιδιώξουν τυποποίηση και δημοσίευση των αποτελεσμάτων Ε&Α, μπορεί επομένως να συμβάλει στον περιορισμό του κατακερματισμού της δημόσιας ζήτησης. Η οικονομική αντιστάθμιση που λαμβάνει ο αγοραστής του δημοσίου επειδή αποποιείται τα αποκλειστικά δικαιώματα στα αποτελέσματα της Ε&Α για ίδια χρήση, μπορεί, σε σύγκριση με την αποκλειστική ανάπτυξη, να τον διευκολύνει να αναθέσει σειρά αναπτύξεων σε διάφορες ανταγωνιζόμενες επιχειρήσεις, καθώς και περισσότερη ανάντη Ε&Α.

Η συμμετοχή αγοραστών του δημοσίου από τις αρχικές φάσεις Ε&Α αναμένεται ότι είναι οικονομικά αποδοτικότερη για τους ακόλουθους λόγους:

- Η αξιολόγηση της επίδοσης λειτουργούντων πρωτοτύπων και δοκιμαστικών προϊόντων σε πραγματικό λειτουργικό περιβάλλον του πελάτη παρέχει στους αγοραστές του δημοσίου τη δυνατότητα να προσαρμόζουν τις εξελίξεις των προϊόντων σύμφωνα με τις προτεραιότητες των πελατών, στο βαθμό που είναι ακόμα δυνατό να επηρεαστεί ο βιομηχανικός σχεδιασμός πορείας και τα επερχόμενα πρότυπα. Εφόσον καταστεί δυνατή καλύτερη εκτίμηση της ζήτησης για νέες λύσεις, θα επιταχυνθεί ο χρόνος διάθεσης στην αγορά για τους προμηθευτές, ενώ οι δημόσιες αρχές θα μπορέσουν να εισαγάγουν ταχύτερα νέες λύσεις.

- Εφόσον υπάρξει πρώιμη εμπλοκή στη διαδικασία καινοτομίας, θα μπορέσουν οι δημόσιες αρχές να εντοπίζουν νωρίτερα πιθανά θέματα πολιτικής και ρυθμίσεων που πρέπει να αντιμετωπιστούν ώστε να εξασφαλιστεί έγκαιρη εισαγωγή των νέων λύσεων στις δημόσιες υπηρεσίες και σε λοιπές αγορές.

- Η πραγματοποίηση έγκαιρου ελέγχου βιομηχανικής Ε&Α βάσει συγκεκριμένων αναγκών δημόσιων προμηθειών μεγιστοποιεί την αποτελεσματικότητα της διαδικασίας Ε&Α και βελτιστοποιεί τις αντίστοιχες δαπάνες.

5.2 Ανταγωνιστική ανάπτυξη σε φάσεις

Ένα άλλο στοιχείο για τον περιορισμό των κινδύνων και δαπανών Ε&Α είναι η ανάθεση της Ε&Α σε φάσεις που εκτείνονται σε μια χρονική περίοδο και εξασφαλίζουν τον ανταγωνισμό μεταξύ εταιρειών ώστε να προκύπτει ένα φάσμα επιλογών (σχήμα 2).

[pic]

Σχήμα 2: Παράδειγμα σταδιακής διαδικασίας προ-εμπορικών δημοσίων συμβάσεων

Τούτο βασίζεται στις ακόλουθες αρχές:

- Εμπορική πρόκληση της αγοράς κατά ανοικτό και διαφανή τρόπο και πρόσκληση σειράς εταιρειών για την ανταγωνιστική ανάπτυξη των βέλτιστων δυνατών λύσεων για την αντιμετώπιση του προβλήματος.

- Διερεύνηση και σύγκριση των θετικών και αρνητικών στοιχείων εναλλακτικών λύσεων. Αυτή η αλληλοδιδακτική διαδικασία για τους αγοραστές του δημοσίου και τις εταιρείες θα συμβάλει σε επιβεβαίωση τόσο των λειτουργικών αναγκών όσο και των απαιτήσεων επίδοσης - από την πλευρά της ζήτησης, αλλά και των δυνατοτήτων και περιορισμών των νέων τεχνολογικών λύσεων - από την πλευρά της προσφοράς.

- Οργάνωση των δημόσιων προμήθειών ως σταδιακής διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένων αξιολογήσεων έπειτα από κάθε φάση Ε&Α, ώστε να επιλέγονται σταδιακά οι βέλτιστες λύσεις. Τούτο επιτρέπει στους αγοραστές του δημοσίου να κατευθύνουν την εξέλιξη σε όλη τη διάρκεια της διαδικασίας για την καλύτερη προσαρμογή στις ανάγκες του δημόσιου τομέα.

- Έπειτα από κάθε φάση Ε&Α, προσπάθεια για την επίτευξη διαλειτουργικότητας και εναλλαξιμότητας προϊόντων μεταξύ των εναλλακτικών λύσεων υπό ανάπτυξη ώστε να προετοιμαστεί το έδαφος για ανοιχτά πρότυπα και να αποφευχθεί ο κίνδυνος να επιβαρύνονται όσοι υιοθετούν καινοτόμες λύσεις με πρόσθετες δαπάνες συμμόρφωσης της λύσης τους προς πρότυπα που θα καθοριστούν εκ των υστέρων.

- Συνεργασία με τουλάχιστον δύο συμμετέχουσες εταιρείες έως την τελική φάση, ώστε να εξασφαλιστεί η μελλοντική ανταγωνιστική αγορά. Η διατήρηση θετικής ανταγωνιστικής πίεσης στους προμηθευτές επιτρέπει στους αγοραστές του δημοσίου να επιλέξουν τις βέλτιστες λύσεις που μπορεί να προσφέρει η αγορά, αποφεύγοντας ταυτόχρονα τη δέσμευση / εξάρτηση από έναν μόνο προμηθευτή.

Μία εταιρεία που έχει αντιμετωπίσει την πρόκληση της ανταγωνιστικής ανάπτυξης είναι επίσης καλύτερα προετοιμασμένη να αντιμετωπίσει τις παγκόσμιες αγορές και να προσελκύσει εξωτερικές επενδύσεις, όπως χρηματοδότηση από επιχειρηματικά κεφάλαια, για την εκμετάλλευση περαιτέρω ευκαιριών της αγοράς. Τούτο είναι ιδιαιτέρως σημαντικό για τις ΜΜΕ.

Βραχυπρόθεσμα, μια ανταγωνιστική διαδικασία ανάπτυξης μπορεί να συνεπάγεται υψηλότερες επενδύσεις από ό,τι η απόκτηση περιορισμένης δοκιμαστικής λύσης Ε&Α από έναν μόνο προμηθευτή. Μακροπρόθεσμα, ο λόγος ποιότητας / τιμής και το ποσοστό επιτυχίας της διαδικασίας ανάπτυξης αναμένεται ότι θα είναι υψηλότερα. Η επιδίωξη παγκόσμια αποδεκτών και όχι μόνο τοπικά προσαρμοσμένων λύσεων, μέσω τυποποίησης και δημοσίευσης αποτελεσμάτων Ε&Α αναμένεται επίσης ότι θα είχε ως αποτέλεσμα μείωση του κόστους των εμπορικών τελικών λύσεων. Το κόστος και οι κίνδυνοι της Ε&Α μπορούν να περιοριστούν περαιτέρω μέσω ομαδοποίησης της ζήτησης με άλλους αγοραστές του δημοσίου, καθώς και με χρηματοοικονομικά κίνητρα από φορείς πολιτικής καινοτομίας για αγοραστές του δημοσίου. Εν προκειμένω μπορούν να περιλαμβάνονται μέσα χρηματοδότησης ή μερισμού του κινδύνου (βλ. παράρτημα8).

5.3 Διαχωρισμός μεταξύ της φάσης Ε&Α και της μαζικής εμπορικής διάθεσης τελικών προϊόντων

Εξαιτίας του εγγενούς κινδύνου αποτυχίας της Ε&Α, η τεχνολογική επιτυχία δεν είναι πάντοτε εγγυημένη. Μόνον στο τέλος της διαδικασίας προ-εμπορικών δημόσιων συμβάσεων διαθέτει ο αγοραστής του δημοσίου τεκμήρια συγκριτικών δοκιμών που αποδεικνύουν εάν οι εκπονηθείσες λύσεις πράγματι υπερβαίνουν άλλες ταυτόχρονα διαθέσιμες στην αγορά λύσεις ή όχι. Το γεγονός ότι μια εταιρεία έχει πραγματοποιήσει την Ε&Α και έχει αναπτύξει λειτουργική σειρά δοκιμών δεν αποτελεί αφεαυτού εγγύηση για την εξασφάλιση επακόλουθης σύμβασης για μαζική παράδοση.

Οι προ-εμπορικές δημόσιες συμβάσεις συνιστούν προετοιμασία που επιτρέπει στους αγοραστές του δημοσίου να περιορίζουν τεχνολογικούς κινδύνους Ε&Α δυνητικών εναλλακτικών λύσεων προτού αναλάβουν τη δέσμευση για προμήθεια ενός εμπορικού προϊόντος σε μεγάλη κλίμακα.

Η διάκριση από τις δημόσιες συμβάσεις για εμπορική εισαγωγή παρέχει τη δυνατότητα στις προ-εμπορικές δημόσιες συμβάσεις να επικεντρώνουν στην απόκτηση των απαιτούμενων γνώσεων για τον προσδιορισμό της «βέλτιστης» δυνατής λύσης που μπορεί να προσφέρει η αγορά κατά τη στιγμή της εισαγωγής σε εμπορική κλίμακα, χωρίς αυτό να καταλήγει σε μονόπλευρη κρατική ενίσχυση υπέρ του κλάδου.

Η διάκριση των προ-εμπορικών δημόσιων συμβάσεων από τις δημόσιες συμβάσεις για εμπορική εκμετάλλευση συμβαδίζει επίσης με τις διατάξεις της συμφωνίας του ΠΟΕ για τις δημόσιες συμβάσεις και τις ισχύουσες διμερείς συμφωνίες. Εκτός της συμφωνίας ΕΟΧ και σταθεροποίησης και σύνδεσης με χώρες εταίρους της ευρωπαϊκής πολιτικής γειτονίας, η ΕΕ δεν έχει υποχρεώσεις εθνικής μεταχείρισης[22] ή υποχρεώσεις αμεροληψίας απέναντι σε άλλα μέρη του κόσμου όσον αφορά την προμήθεια υπηρεσιών6 Ε&Α, έχει όμως όσον αφορά προμηθευτές[23].

Δεδομένου ότι οι προ-εμπορικές δημόσιες συμβάσεις αφορούν υπηρεσίες Ε&Α, οι αγοραστές του δημοσίου μπορούν να αποφασίζουν κατά περίπτωση σχετικά με τον ανοικτό χαρακτήρα των παγκόσμιων προσφορών, καθώς και για τους συναφείς όρους, λαμβάνοντας υπόψη το πλήρες δυναμικό του Ευρωπαϊκού Χώρου Έρευνας[24].

6. Συμπεράσματα

Η παρούσα ανακοίνωση πραγματεύεται την ανάγκη περισσότερης καινοτομίας στον δημόσιο τομέα και συνιστά προσέγγιση για την προμήθεια υπηρεσιών Ε&Α (προ-εμπορικές δημόσιες συμβάσεις). Δρομολογείται συζήτηση σχετικά με τα πεδία που προσφέρονται για την παρουσιαζόμενη προσέγγιση όσον αφορά τις προ-εμπορικές δημόσιες συμβάσεις. Η συζήτηση αυτή θα πρέπει να θεωρηθεί στο ευρύτερο πλαίσιο της συζήτησης σχετικά με την ακολουθητέα πολιτική σχετικά με την καινοτομία που κατευθύνεται από την προσφορά και τη ζήτηση, καθώς και τις πρωτοπόρες πιλοτικές αγορές[25]. Οι προ-εμπορικές δημόσιες συμβάσεις διαφέρουν και συμπληρώνουν άλλα μέσα καινοτομίας, όπως οι επιχορηγήσεις, τα φορολογικά κίνητρα, η πρόσβαση σε χρηματοδότηση, οι κοινές τεχνολογικές πρωτοβουλίες κλπ. Μπορούν να επισπεύσουν το χρόνο διάθεσης στην αγορά και να ενθαρρύνουν την αποδοχή νέων τεχνολογιών από την αγορά εφόσον θεωρηθούν ως μέρος συντονισμένου πλαισίου πολιτικών συμπεριλαμβανομένων της τυποποίησης, της κανονιστικής ρύθμισης και της προμήθειας λοιπών καινοτόμων προϊόντων και υπηρεσιών.

Επειδή οι δημόσιες δαπάνες συχνά αναφέρονται σε βραχύτερο χρονικό περιθώριο από ό,τι η τεχνολογική καινοτομία, η συζήτηση θα μπορούσε καταρχάς να αφορά συγκεκριμένες μεσο-μακροπρόθεσμες δημόσιες ανάγκες, οι οποίες θα απαιτούσαν την ανάπτυξη νέων τεχνολογικών λύσεων. Οι οικείες δημόσιες αρχές θα μπορούσαν στη συνέχεια να αξιολογήσουν το δυνητικό ρόλο των στρατηγικών προ-εμπορικών δημοσιών συμβάσεων όσον αφορά την κάλυψη των σχετικών στόχων πολιτικής.

Με βάση τη συζήτηση αυτή, η Επιτροπή πρόκειται να εξετάσει, κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2008, την πρόταση δέσμης δράσεων υλοποίησης, οι οποίες θα βασίζονται σε ανάγκες προμηθειών σε πεδία πολιτικής προτεραιότητας, καθώς και συναφή εκτίμηση επιπτώσεων. Συγκεκριμένα, θα διερευνηθεί η πιθανή ανάγκη για νέες πλατφόρμες συνεργασίας μεταξύ αγοραστών του δημοσίου, κυβερνητικών φορέων καινοτομίας και υπεύθυνων χάραξης πολιτικής.

Ως βήμα στη διαδικασία αυτή, η Επιτροπή θα μπορούσε επίσης να υποστηρίξει τη δικτύωση μεταξύ αγοραστών του δημοσίου σε ευρωπαϊκό επίπεδο, σε πεδία εφαρμογής δημοσίου συμφέροντος, όπως η ενεργειακή απόδοση, η περιβαλλοντική προστασία[26], οι υπηρεσίες υγείας, η ασφάλεια κλπ.[27]. Εκτός από παραδείγματα προ-εμπορικών δημόσιων συμβάσεων σε αυτά τα πεδία εφαρμογής, οι περιπτώσεις αυτές συμβάλουν στην ευαισθητοποίηση και επισήμανση της προσοχής στο θέμα αυτό, καθώς και στην ανταλλαγή εμπειριών μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών.

[1] COM(2006) 502 τελικό.

[2] Συμπεράσματα του 2769ου Συμβουλίου ανταγωνιστικότητας της ΕΕ, 4/12/06.

[3] EP 2006/2084(INI).

[4] SEC(2007) 280.

[5] Στην περίπτωση αυτή δεν εφαρμόζονται οι οδηγίες για τις δημόσιες συμβάσεις (βλ. άρθρο 16στ) της οδηγίας 2004/18/ΕΚ, άρθρο 24ε) της οδηγίας 2004/17/ΕΚ). Οι εξαιρέσεις αυτές εφαρμόζονται μόνο για δημόσιες συμβάσεις που αφορούν υπηρεσίες Ε&Α όχι για προμήθειες ή εργασίες Ε&Α.

[6] Συμβάσεις που εκτείνονται πέρα από την αποκλειστική παροχή υπηρεσιών συνεχίζουν να θεωρούνται συμβάσεις παροχής δημόσιας υπηρεσίας εάν η αξία των υπηρεσιών υπερβαίνει την αξία των προϊόντων που καλύπτει η σύμβαση.

[7] ΠΟΕ, Συμφωνία για τις κυβερνητικές δημόσιες συμβάσεις, άρθρο XV.

[8] SEC(2007)…

[9] Η αναφορά σε μια παραδειγματική εφαρμογή δεν αποκλείει τη δυνατότητα άλλων πιθανών λύσεων.

[10] Οι δημόσιες συμβάσεις (17% του ΑΕΠ της ΕΕ των 25) αντιπροσωπεύει ποσοστό 35% των δημόσιων δαπανών της ΕΕ των 25.

[11] COM (2006) 589 τελικό.

[12] «"Commercialising University Research», έγγραφο για το πρόγραμμα αειφόρων τεχνολογιών ESRC, Chris Hendry.

[13] Άρθρα 22 έως 26 της συμπληρωματικής πολιτικής για την "οδηγία για τον εθνικό προγραμματισμό μεσομακροπρόθεσμης επιστημονικοτεχνικής ανάπτυξης", Xinhua politics, 2006.

[14] Τα αναφερόμενα στοιχεία αφορούν τον συνολικό όγκο των δημοσίων συμβάσεων Ε&Α, και όχι μόνο όσες θα μπορούσαν να θεωρηθούν προ- εμπορικές.

[15] "US defence R&D spending: an analysis of the impacts", έκθεση EURAB, PREST, 2004.

[16] Τα στοιχεία κλήθηκαν από την έκθεση ανεξαρτήτων εμπειρογνωμόνων 'Pre-commercial Procurement: a missing link in the European Innovation cycle', Μάρτιος 2006. Το 2004, ποσοστό 15% του συνολικού ομοσπονδιακού προϋπολογισμού δημοσίων συμβάσεων (49 δισ. $) δαπανήθηκε σε συμβάσεις Ε&Α: 90,6% από οργανισμούς άμυνας/διαστήματος, 9,4% από μη αμυντικές υπηρεσίες. Το 2004, λιγότερο από 1,5% του συνολικού προϋπολογισμού ανάθεσης δημόσιων συμβάσεων σε κλίμακα ΕΕ (2,5 δισ. €) δαπανήθηκε σε δημόσιες συμβάσεις Ε&Α: 49% αφορούσε άμυνα/διάστημα.

[17] 'Public Procurement for research and innovation', ανεξάρτητη ομάδα εμπειρογνωμόνων Wilkinson, 2005.

[18] Π.χ. το κόστος και το παθητικό που συνδέονται με την εξασφάλιση και διατήρηση δικαιωμάτων IPR (π.χ. κόστος υποβολής/διατήρησης IPR, υποχρεώσεις ως ιδιοκτήτης IPR ενώπιον των δικαστηρίων και σε περιπτώσεις διαφορών με τους προμηθευτές).

[19] Στο παράρτημα περιλαμβάνονται, υπό μορφή παραδείγματος, περισσότερες λεπτομέρειες εφαρμογής (βλ. υποσημείωση 7).

[20] ΕΕ C 323 της 30.12.2006.

[21] Περισσότερες πληροφορίες περιλαμβάνονται στο τμήμα 4.3 του παραρτήματος (βλ. υποσημείωση 8).

[22] Η υποχρέωση εθνικής μεταχείρισης συνεπάγεται ότι τα μέλη δεν εφαρμόζουν μέτρα διακρίσεων μεταξύ των εγχώριων υπηρεσιών ή προμηθευτών υπηρεσιών και των ξένων.

[23] Η εν λόγω υποχρέωση δεν αφορά μόνο τα εμπορικά τελικά προϊόντα. Οι συμβάσεις εφοδιασμού Ε&Α επίσης δεν εξαιρούνται από την υποχρέωση αμεροληψίας.

[24] COM(2007)161, πράσινη βίβλος για τον EΧΕ.

[25] COM(2007)…, Πρωτοβουλία για τις πρωτοπόρες αγορές στην Ευρώπη.

[26] For info on Green procurement : http://ec.europa.eu/environment/etap/index_en.htm

[27] Π.χ., υπουργεία και οργανισμοί σε δέκα κράτη μέλη έχουν ήδη συμβάλει σε ευρωπαϊκή δράση συντονισμού ανταλλάσσοντας εμπειρίες σχετικά με τον καλύτερο τρόπο εξασφάλισης της ανάπτυξης τεχνολογικά απαιτητικών λύσεων που ανταποκρίνονται σε δημόσιες ανάγκες (www.omc-ptp.eu). Ένα άλλο παράδειγμα είναι η πρωτοβουλία της Δανίας και της Σουηδίας να διερευνήσουν την κοινή ανάθεση συμβάσεων Ε&Α στην ηλ-υγεία (http://www.si-oresund.org/in_english.6).