52005DC0074

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συµßούλιο σχετικά με την διαχείριση κινδύνων και κρίσεων στην γεωργία {SEC(2005) 320} /* COM/2005/0074 τελικό */


Βρυξέλλες, 09.03.2005

COM(2005) 74 τελικό

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΎΛΙΟ

σχετικά με την διαχείριση κινδύνων και κρίσεων στην γεωργία{ SEC(2005) 320}

1. Εισαγωγή

Για πολλά χρόνια, η κοινή γεωργική πολιτική (ΚΓΠ) είχε στόχο να εξασφαλίσει τα εισοδήματα των γεωργών μέσω σειράς μέτρων σταθεροποίησης της αγοράς και των τιμών. Με τις διαδοχικές μεταρρυθμίσεις η στήριξη μετατέθηκε σταδιακά από τη διαχείριση των αγορών και των τιμών στις άμεσες ενισχύσεις, οι οποίες από το 2005 θα αποδεσμευτούν κατά μεγάλο μέρος από την παραγωγή. Τώρα που η μεταρρύθμιση της ΚΓΠ κατάργησε την σχέση μεταξύ άμεσων ενισχύσεων και τύπου και όγκου της παραγωγής, οι αγρότες θα είναι σε καλύτερη θέση να προσαρμόσουν τις αποφάσεις τους όσον αφορά την παραγωγή με οικονομικά και γεωργικά κριτήρια.

Το καθεστώς της αποσυνδεδεμένης από την παραγωγή ενιαίας ενίσχυσης θα εξακολουθήσει να συμβάλλει ουσιαστικά και σταθερά στο γεωργικό εισόδημα, παρόλο που θα συνεχίσουν να υπάρχουν σημαντικές διαφορές ανάλογα με την ιστορική κατανομή των ενισχύσεων στους διάφορους τομείς της γεωργικής παραγωγής. Οι αγρότες θα είναι σε θέση να προσανατολιστούν περισσότερο προς τις ανάγκες της αγοράς ενώ ταυτόχρονα θα επωφελούνται από αυτή την καλύτερα στοχοθετημένη και πιο αποτελεσματική στήριξη του εισοδήματος.

Αυτές οι οικονομικές και κοινωνικές πτυχές, καθώς και οι περιβαλλοντικές παράμετροι που έχουν εισαχθεί στο νέο καθεστώς της ενιαίας ενίσχυσης, θα έχουν ως αποτέλεσμα την ενίσχυση της αειφορίας της νέας ΚΓΠ. Θα υποχρεώσει εντούτοις τους αγρότες να αναλάβουν την ευθύνη για τη διαχείριση των κινδύνων εκείνων που προηγουμένως απορροφούνταν από τις πολιτικές στήριξης των αγορών και των τιμών. Ταυτόχρονα οι αγρότες της ΕΕ εκτίθενται όλο και περισσότερο στον ανταγωνισμό και στις διακυμάνσεις των γεωργικών τιμών, ως αποτέλεσμα της απελευθέρωσης του εμπορίου.

Όπως και στο παρελθόν, η γεωργική δραστηριότητα θα παραμείνει ευάλωτη σε συγκεκριμένους κινδύνους και κρίσεις που βρίσκονται πέρα από τον έλεγχο του αγρότη. Παρόλο που η υπολογισμένη ανάληψη ρίσκου είναι δυνατό να φέρει θετικά αποτελέσματα, είναι καλύτερο οι αγρότες να εξοπλιστούν κατά των πιθανών αρνητικών επιπτώσεων των ίδιων τους των επιλογών, καθώς και κατά των κρίσεων που θα προκληθούν από φυσικές καταστροφές και άλλα απρόβλεπτα γεγονότα. Στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης της ΚΓΠ, είναι δυνατόν να προβλεφθούν νέα χρηματοδοτικά μέσα ενίσχυσης των αγροτών για να βελτιώσουν την ικανότητα τους να διαχειρίζονται κινδύνους και κρίσεις – μέσα τα οποία δεν θα επιβραδύνουν τις τυχόν απαραίτητες διαρθρωτικές προσαρμογές.

Η παρούσα ανακοίνωση εξετάζει τα ζητήματα αυτά και ποια πρόσθετα μέτρα είναι δυνατόν να εισάγει η ΚΓΠ για να βοηθήσει τους αγρότες, όσον αφορά τη διαχείριση κινδύνων και κρίσεων. Οι εναλλακτικές επιλογές που προτείνονται για συζήτηση ανταποκρίνονται στην εντολή για την παρούσα ανακοίνωση και στα συμπεράσματα του Συμβουλίου Γεωργίας του Δεκεμβρίου 2003. Πρέπει να τονιστεί ότι δεν συνεπάγονται πρόσθετες δαπάνες.

Την ανακοίνωση συνοδεύει ένα έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής που περιγράφει τα εργαλεία διαχείρισης κινδύνων και κρίσεων τα οποία διαθέτει ήδη η γεωργία της ΕΕ.

2. Ιστορικό

Τον Ιανουάριο του 2001, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή υπέβαλε μια πρώτη ανάλυση[1] των εργαλείων διαχείρισης κινδύνων για την γεωργία στην ΕΕ, η οποία εξετάσθηκε, υπό τη Σουηδική προεδρία, από τα αρμόδια όργανα του Συμβουλίου. Η Ισπανική προεδρία έθεσε το ζήτημα της γεωργικής ασφάλισης ως εργαλείο διαχείρισης κινδύνων για τις αροτραίες καλλιέργειες και την κτηνοτροφία σε υπόμνημα που υπέβαλε τον Μάρτιο του 2002 και, στη συνέχεια, στο πλαίσιο του διεθνούς συνεδρίου με θέμα «Γεωργική ασφάλιση και εγγυήσεις εισοδήματος» που οργανώθηκε στη Μαδρίτη στις 13 και 14 Μαΐου 2002. Τον Μάιο του 2003 υποβλήθηκε στο Συμβούλιο υπόμνημα της Ελληνικής προεδρίας για τους φυσικούς κινδύνους και την ασφάλιση στον γεωργικό τομέα και στις 6 Ιουνίου 2003 οργανώθηκε στη Θεσσαλονίκη σεμινάριο για να εξετασθούν οι πιθανές αντιδράσεις σε φυσικές καταστροφές στον γεωργικό τομέα. Πιο πρόσφατα, στις 15 και 16 Δεκεμβρίου 2004, η Ολλανδική προεδρία οργάνωσε συνέδριο με θέμα «Υλικό και άϋλο κόστος της εξάλειψης των ζωονόσων».

Η μεταρρύθμιση της ΚΓΠ που αποφασίστηκε στο Λουξεμβούργο τον Ιούνιο του 2003 προβλέπει τροποποιημένο σύστημα στήριξης του γεωργικού εισοδήματος αποσυνδεδεμένο από την παραγωγή. Στα συμπεράσματα του Συμβουλίου σχετικά με την εν λόγω μεταρρύθμιση ενσωματώθηκε δήλωση της Επιτροπής με την οποία η Επιτροπή ανήγγειλε την πρόθεσή της « να εξετάσει ειδικά μέτρα για την αντιμετώπιση κινδύνων, κρίσεων και εθνικών καταστροφών στη γεωργία » και « να υποβάλει στο Συμβούλιο έκθεση, που θα συνοδεύεται από τις κατάλληλες προτάσεις, πριν το τέλος του 2004. »

Η δήλωση της Επιτροπής ανέφερε περαιτέρω δύο ειδικά ζητήματα προς ανάλυση: « … τη χρηματοδότηση των μέτρων αυτών με τη μία εκατοστιαία μονάδα που αναδιανέμεται απ’ ευθείας στα κράτη μέλη καθώς και με την πρόβλεψη, σε κάθε κοινή οργάνωση αγοράς, άρθρου που να εξουσιοδοτεί την Επιτροπή να ενεργεί, σε περίπτωση πανκοινοτικής κρίσης, σύμφωνα με τα όσα έχουν οριστεί γι’ αυτές τις περιπτώσεις στην κοινή οργάνωση της αγοράς βοείου κρέατος. »

Τον Δεκέμβριο του 2003, υπό την Ιταλική Προεδρία, το Συμβούλιο Γεωργίας[2] στα συμπεράσματά του κάλεσε την Επιτροπή :

1. να εξακολουθήσει να κατευθύνει τη συζήτηση για τα εργαλεία διαχείρισης κινδύνων στη γεωργία και να υποβάλει έναν ενημερωμένο κατάλογο των εργαλείων διαχείρισης κινδύνων που είναι διαθέσιμα στα κράτη µέλη·

2. να εξετάσει τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα των διαφόρων επιλογών για τη διαχείριση κινδύνων – παρά την ίδια ευθύνη του γεωργικού τομέα. Οι πιθανές πράξεις για την ενδεχόμενη αντικατάσταση των υφιστάμενων μέτρων πρέπει να ληφθούν υπόψη και να εξετασθούν υπό τις προϋποθέσεις ότι πρέπει να αποφεύγονται στρεβλώσεις του ανταγωνισμού, να τηρούνται οι κανόνες του ΠΟΕ και η χρηματοδότηση τυχόν νέων μέτρων να είναι σύμφωνη µε τις ισχύουσες οικονομικές δεσμεύσεις·

3. να αξιολογήσει τις ευκαιρίες που παρέχουν οι κοινοτικές κατευθυντήριες γραμμές για τις κρατικές ενισχύσεις στο γεωργικό τομέα και, εάν είναι απαραίτητο, να προτείνει προσαρμογές.

3. Διαχείριση κινδύνων και κρίσεων : Εναλλακτικές επιλογές

Κίνδυνος είναι μια κατάσταση η οποία μπορεί να έχει ποικίλα αποτελέσματα, η πιθανότητα καθενός από τα οποία είναι δυνατόν να εκτιμηθεί. Παρόλο που η ριψοκινδύνευση είναι συχνά προϋπόθεση για την πραγματοποίηση προόδου, ένα αρνητικό αποτέλεσμα μπορεί να έχει σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις για μια επιχείρηση.

Το έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής που συνοδεύει την παρούσα ανακοίνωση περιγράφει μεγάλη ποικιλία διαθεσίμων εργαλείων διαχείρισης κινδύνων . Τα εργαλεία αυτά είναι δυνατόν να αναπτυχθούν περαιτέρω για να στηρίξουν την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και της οικονομικής βιωσιμότητας των γεωργικών επιχειρήσεων, ιδίως εκείνων με υψηλό ποσοστό δανειακού κεφαλαίου, όπως είναι για παράδειγμα οι νέοι αγρότες. Ωστόσο τα εργαλεία αυτά δεν μπορούν ούτε και προορίζονται να προσφέρουν τις εγγυήσεις που εξασφάλιζε η παλαιά ΚΓΠ, αλλά θα μπορούσαν μάλλον να βοηθήσουν την γεωργική επιχείρηση να αντέξει προσωρινούς κραδασμούς και να βελτιώσει την πρόσβασή της σε χρηματοδότηση για την ανάπτυξη των δραστηριοτήτων της. Η ανάπτυξη και η διάθεση των εργαλείων διαχείρισης κινδύνων είναι δυνατόν να ενθαρρυνθεί έτσι ώστε να αποβούν χρήσιμα μόνον στο πλαίσιο αυτής της προοπτικής.

Παρόλο που ο κίνδυνος είναι δυνατόν να συνδεθεί είτε με θετικό είτε με αρνητικό αποτέλεσμα, υποθέτουμε πάντα ότι μια κρίση έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις. Στην παρούσα ανακοίνωση ως κρίση νοείται μια απρόβλεπτη κατάσταση που θέτει σε κίνδυνο την βιωσιμότητα γεωργικών εκμεταλλεύσεων, είτε σε τοπικό επίπεδο είτε για έναν ολόκληρο τομέα παραγωγής.

Διατίθενται ήδη ή συγκροτήθηκαν πρόσφατα αρκετά χρηματοδοτικά μέσα διαχείρισης κρίσεων με στόχο να παράσχουν βοήθεια όταν δεν επαρκεί η ατομική δυνατότητα αντιμετώπισης σημαντικών απωλειών πόρων ή/και εισοδήματος λόγω απρόβλεπτων γεγονότων. Τα μέσα αυτά περιγράφονται στο έγγραφο εργασίας των υπηρεσιών της Επιτροπής που συνοδεύει την παρούσα ανακοίνωση. Ωστόσο τα περισσότερα από αυτά τα μέσα εξαρτώνται από δράσεις ad hoc .

Στο πλαίσιο αυτό, και σύμφωνα με την δέσμευση της Επιτροπής του Ιουνίου 2003, αναλύεται στην παράγραφο 3.1 το ζήτημα της γενίκευσης της ρήτρας αντιμετώπισης κρίσεων στον τομέα του βοείου κρέατος.

Η Επιτροπή εξέτασε αρκετές εναλλακτικές επιλογές για να ενθαρρύνει την ανάπτυξη εργαλείων διαχείρισης κινδύνων και να εξασφαλίσει βελτιωμένη αντίδραση στην περίπτωση κρίσεων. Η χρήση κεφαλαίων που προκύπτουν από την διαφοροποίηση για το σκοπό αυτό – που δεν συνεπάγεται πρόσθετες κοινοτικές δαπάνες – αναλύεται λεπτομερώς στην παράγραφο 3.2.

Τέλος περιγράφονται τρεις εναλλακτικές επιλογές οι οποίες είτε συνδυαζόμενες είτε και μεμονωμένα μπορούν να συμπληρώσουν εγκαίρως ή να αντικαταστήσουν μερικώς τα ad hoc μέτρα έκτακτης ανάγκης της Κοινότητας και των κρατών μελών. Αυτά τα πιθανά νέα μέτρα παρουσιάζονται στην παράγραφο 3.3.

3.1 Γενίκευση των διατάξεων "δικτύου ασφαλείας" σε περίπτωση κρίσης της αγοράς

Παρόλο που η μεταρρύθμιση της ΚΓΠ αποδέσμευσε την ενίσχυση του εισοδήματος από την παραγωγή για τους κύριους τομείς παραγωγής, έχουν διατηρηθεί ορισμένοι μηχανισμοί οι οποίοι επηρεάζουν και βοηθούν την κατάσταση της αγοράς και των τιμών και στην αντιμετώπιση πιθανών κρίσεων. Οι μηχανισμοί αυτοί διαφέρουν σημαντικά ανάλογα με την οργάνωση της αγοράς ή με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε αγοράς και αντανακλούν την εξέλιξη της προηγούμενης τομεακής προσέγγισης.

Ήδη από το 1974, συμπεριελήφθη γενική διάταξη για τη διαχείριση κρίσεων στην ΚΟΑ στον τομέα του βοείου κρέατος . Το άρθρο 38 της κοινής οργάνωσης αγοράς[3] στον τομέα του βοείου κρέατος αναφέρει: « 1. Όταν διαπιστώνεται αισθητή άνοδος ή πτώση των τιμών στην αγορά της Κοινότητας, ενδέχεται δε να διατηρηθεί η κατάσταση αυτή και, επομένως, να διαταράσσεται ή απειλείται να διαταραχθεί η εν λόγω αγορά, δύνανται να ληφθούν τα αναγκαία μέτρα. 2. Οι λεπτομέρειες εφαρμογής του παρόντος άρθρου καθορίζονται από την Επιτροπή … ».

Παρόμοια ρήτρα δεν θεσπίστηκε ποτέ για άλλες ΚΟΑ, αφού θεωρήθηκε πως τα άλλα μέσα ήταν αρκετά. Μετά τη μεταρρύθμιση της ΚΓΠ, προβλέπονται διατάξεις "δικτύου ασφαλείας" σε περιπτώσεις κρίσης, για αρκετούς τομείς που καλύπτονται από τη μεταρρύθμιση. Σε άλλους τομείς (φρούτα και λαχανικά, οίνος, χοίρειο κρέας και κρέας πουλερικών) δεν υφίσταται σήμερα λόγος για την εισαγωγή πρόσθετης γενικής διάταξης "δικτύου ασφαλείας". Αν χρειαστεί, οι εκάστοτε ιδιαίτερες ανάγκες είναι δυνατόν να εξετασθούν κατά περίπτωση στο πλαίσιο της αναθεώρησης των μεμονωμένων ΚΟΑ.

Πρέπει να τονιστεί πως η σταθεροποίηση του εισοδήματος εξασφαλίζεται σήμερα κατά μεγάλο μέρος από το νέο σύστημα των ενισχύσεων που δεν συνδέονται με την παραγωγή. Με την καθιέρωση της νέας ενιαίας ενίσχυσης, οι περισσότεροι αγρότες έχουν τώρα μια εγγυημένη ασφαλή βάση προγραμματισμού μέχρι το 2013.

Η μεταρρύθμιση της ΚΓΠ κατάργησε την σχέση ανάμεσα στη στήριξη του εισοδήματος και του τύπου και του όγκου της παραγωγής. Αυτό σημαίνει πως οι αγρότες θα είναι σε θέση να προσανατολίσουν την παραγωγή τους σύμφωνα με οικονομικά και κοινωνικά κριτήρια χωρίς να χάσουν την στήριξη του εισοδήματος. Το νέο σύστημα θα τους επιτρέψει να προσαρμόζουν καλύτερα την παραγωγή τους σε συνάρτηση με τους κλιματικούς ή υγειονομικούς κινδύνους και τις εξελίξεις της αγοράς.

Κατά συνέπεια, η Επιτροπή δεν σκοπεύει να προτείνει τη γενικευμένη εισαγωγή ρήτρας "δικτύου ασφαλείας" για κάθε κοινή οργάνωση αγορών. Αντ' αυτού η Επιτροπή καλεί το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα άλλα όργανα της ΕΕ να εξετάσουν καταρχάς τις εναλλακτικές επιλογές διαχείρισης κρίσεων που παρουσιάζονται στην παράγραφο 3.3.

3.2 Χρηματοδότηση μέτρων διαχείρισης κινδύνων και κρίσεων μέσω της διαφοροποίησης

Ένας από τους κύριους στόχους της παρούσας ανακοίνωσης είναι η ανάλυση του τρόπου με τον οποίο πρόσθετα μέτρα διαχείρισης κινδύνων και κρίσεων είναι δυνατόν να συγχρηματοδοτηθούν από τη διαφοροποίηση κατά μία ποσοστιαία μονάδα. Η διαφοροποίηση, που έχει σχεδιαστεί ως μηχανισμός ενίσχυσης του δεύτερου πυλώνα της ΚΓΠ, μειώνει τις άμεσες ενισχύσεις και μεταφέρει τα εξοικονομούμενα κονδύλια στην αγροτική ανάπτυξη. Στο πλαίσιο της μεταρρύθμισης της ΚΓΠ του 2003, με τη διαφοροποίηση οι άμεσες ενισχύσεις θα μειωθούν υποχρεωτικά και σταδιακά σε κοινοτική κλίμακα, κατά 3 % το 2005, 4 % το 2006 και 5 % κατά τα έτη 2007 ως 2012.

Η κοινοτική νομοθεσία προβλέπει πως όλα τα κονδύλια που απελευθερώνονται λόγω της διαφοροποίησης μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο στο πλαίσιο προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης – συμπεριλαμβανομένου και του ποσού που θα μπορούσε πιθανόν να χρησιμοποιηθεί για μέτρα διαχείρισης κινδύνων και κρίσεων.

Τα νέα μέτρα διαχείρισης κινδύνων που συγχρηματοδοτούνται από τα κονδύλια που προκύπτουν από τη διαφοροποίηση κατά μία ποσοστιαία μονάδα θα μπορούσαν να έχουν ως στόχο τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του γεωργικού τομέα και της δασοκομίας μέσω της ενίσχυσης της οικονομικής βιωσιμότητας των γεωργικών εκμεταλλεύσεων. Θα διευρύνουν συνεπώς το πεδίο εφαρμογής του «Άξονα προτεραιότητας 1» της πρότασης της Επιτροπής για έναν νέο κανονισμού για την αγροτική ανάπτυξη. Στο πλαίσιο αυτό τα κράτη μέλη θα έχουν την δυνατότητα εισαγωγής νέων μέτρων διαχείρισης κινδύνων και κρίσεων στα προγράμματά τους για την αγροτική ανάπτυξη.

Με βάση τον νέο δημοσιονομικό κανονισμό και ιδίως την αρχή της ετήσιας διάρκειας , το νέο καθεστώς της υποχρεωτικής διαφοροποίησης δεν επιτρέπει πλέον στα κράτη μέλη να κατακρατούν κονδύλια για εκ νέου διανομή σε μεταγενέστερα έτη.

Η χρήση της διαφοροποίησης για τη χρηματοδότηση νέων μέσων διαχείρισης κινδύνων και κρίσεων δεν θα απαιτήσει πρόσθετες κοινοτικές δαπάνες αλλά απλώς θα επιτρέψει στα κράτη μέλη να χρησιμοποιήσουν ένα μέγιστο ποσό από τα κονδύλια αγροτικής ανάπτυξης για τους σκοπούς αυτούς. Η χρήση κρατικών ή συμπληρωματικών ενισχύσεων για τα μέτρα του τύπου αυτού πρέπει να υπόκεινται στους αντίστοιχους κοινοτικούς κανόνες ανταγωνισμού.

Η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την αγροτική ανάπτυξη έχει σχεδιαστεί έτσι που να συμμορφώνεται πλήρως με τα κριτήρια πράσινου κουτιού που καθορίστηκαν από τον ΠΟΕ. Κατά συνέπεια κάθε πρόσθετο μέτρο που χρηματοδοτείται στο πλαίσιο της διαφοροποίησης πρέπει επίσης να συμμορφώνεται με τα κριτήρια πράσινου κουτιού.

Στο πλαίσιο αυτό και σε όλες τις περιπτώσεις, τα ποσά που χρησιμοποιούνται για διαχείριση κινδύνων και κρίσεων περιορίζονται σε μία ποσοστιαία μονάδα της διαφοροποίησης στα κράτη μέλη όπου αυτή εφαρμόζεται. Για τα κράτη μέλη όπου δεν εφαρμόζεται ακόμη η διαφοροποίηση είναι δυνατόν να εφαρμοστεί μια ισοδύναμη μέθοδος για τον καθορισμό του μέγιστου ποσού των κονδυλίων αγροτικής ανάπτυξης που θα μπορούσαν να διατεθούν για τα εν λόγω μέτρα.

3.3 Νέες εναλλακτικές επιλογές για εργαλεία διαχείρισης κινδύνων και κρίσεων

Η Επιτροπή προτείνει να εξετασθούν τρεις εναλλακτικές επιλογές, και συγκεκριμένα να αξιολογηθούν οι δυνατότητες των επιλογών αυτών να αντικαταστήσουν, πλήρως ή εν μέρει, μεμονωμένα ή από κοινού, τα κοινοτικά και τα εθνικά ad hoc μέτρα έκτακτης ανάγκης. Η Επιτροπή καλεί το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και τα άλλα όργανα της ΕΕ να εξετάσουν τις ακόλουθες εναλλακτικές επιλογές, οι οποίες θα μπορούσαν να σχεδιαστούν έτσι ώστε να συμμορφώνονται με τα κριτήρια πράσινου κουτιού του ΠΟΕ. Αν ενταχθούν στη δέσμη των μέτρων αγροτικής ανάπτυξης, οι εναλλακτικές αυτές επιλογές θα βρίσκονται στη διάθεση των κρατών μελών και των περιφερειών για υιοθέτηση και χρήση, σύμφωνα με τις ιδιαίτερες προτεραιότητές τους, κατά την επόμενη περίοδο προγραμματισμού.

Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε απόφαση σχετικά με τις παρακάτω εναλλακτικές επιλογές, οι αιτίες της σχετικά ανεπαρκούς ανάπτυξης και χρήσης των εργαλείων διαχείρισης κινδύνου που στηρίζονται στην αγορά (ασφάλιση, προθεσμιακή αγορά, συμβάσεις καλλιέργειας) είναι δυνατόν να αντιμετωπιστούν με μέτρα κατάρτισης στο πλαίσιο προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης. Κάτι τέτοιο είναι δυνατόν να συμβάλλει στην ευαισθητοποίηση για τρέχοντες κινδύνους, να βελτιώσει τις στρατηγικές διαχείρισης κινδύνων και να εξασφαλίσει τεχνογνωσία, για παράδειγμα σχετικά με τη χρήση προθεσμιακών συμβολαίων και συμβολαίων με δικαίωμα προαίρεσης, που μπορεί να οδηγήσουν επίσης σε ευρύτερη χρήση συμβάσεων μεταξύ της βιομηχανίας τροφίμων, των εμπόρων και των αγροτών.

Επιλογή 1: Ασφάλιση έναντι φυσικών καταστροφών – Οικονομική συμμετοχή στην πληρωμή των ασφαλίστρων των αγροτών

Η ασφάλιση αποτελεί μια εναλλακτική λύση αντί της χορήγησης δημόσιας εκ των υστέρων αποζημίωσης για απώλειες που προκλήθηκαν από φυσικές καταστροφές σε επίπεδο ΕΕ, και σε εθνικό ή περιφερειακό επίπεδο. Ορισμένα κράτη μέλη έχουν ήδη συστήσει εθνικά συστήματα για να ενθαρρύνουν τους αγρότες να ασφαλιστούν εναντίον τέτοιων συμβάντων.

Κατά συνέπεια ένα νέο μέτρο, επιλέξιμο με βάση τον κανονισμό αγροτικής ανάπτυξης, θα μπορούσε να προβλέπει οικονομική συμμετοχή στα ασφάλιστρα που καταβάλλουν οι αγρότες για απώλεια εισοδήματος ως αποτέλεσμα φυσικής καταστροφής ή ασθένειας.

Το ποσό που θα χορηγείται ανά αγρότη στο πλαίσιο ενός τέτοιου μέτρου από κοινοτικές και εθνικές / περιφερειακές ενισχύσεις δεν πρέπει να ξεπερνά το 50 % των συνολικών ασφάλιστρων για την εν λόγω ασφάλιση.

Για να είναι επιλέξιμα για ενίσχυση στο πλαίσιο της χρηματοδότησης της αγροτικής ανάπτυξης, τα καθεστώτα ασφάλισης από καταστροφές πρέπει να συμμορφώνονται με τις κατευθυντήριες γραμμές της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις στην γεωργία και με τις απαιτήσεις πράσινου κουτιού του ΠΟΕ. Επιλέξιμα για συγχρηματοδότηση θα είναι τα καθεστώτα ασφάλισης που καθορίζουν το ύψος της αποζημίωσης για τις απώλειες της παραγωγής, εξαιτίας της αντίστοιχης φυσικής καταστροφής, που θα ξεπερνούν κατά 30 % τη μέση γεωργική παραγωγή κατά την προηγούμενη τριετία ή τον μέσο όρο της τριετίας με βάση την προηγούμενη πενταετία, εξαιρουμένης της υψηλότερης και χαμηλότερης τιμής. Ένα τέτοιο μέτρο θα απαιτήσει από τα κράτη μέλη να καθιερώσουν ιστορικό σύστημα αναφοράς σε επίπεδο αγροκτήματος.

Το ύψος των ασφαλιστικών αποζημιώσεων δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 100 % του απολεσθέντος εισοδήματος, υπολογιζόμενου στο επίπεδο του δικαιούχου, κατά το έτος που σημειώνεται η καταστροφή. Η χορήγηση ασφαλιστικής αποζημίωσης δεν πρέπει να εξαρτάται ούτε να προσδιορίζει τον τύπο ή την ποσότητα της μελλοντικής παραγωγής. Σε περίπτωση που η φυσική καταστροφή γεννά δικαίωμα άλλης δημόσιας αποζημίωσης, πέραν της ασφαλιστικής, η συνολική αποζημίωση από όλα τα καθεστώτα δεν πρέπει να ξεπερνά το 100 % της απώλειας εισοδήματος κατά το έτος που σημειώθηκε η καταστροφή.

Δεδομένου ότι πολλοί κίνδυνοι στη γεωργία επηρεάζουν συνήθως μεγάλο αριθμό γεωργικών εκμεταλλεύσεων (συστημικός κίνδυνος), οι ασφαλιστικές εταιρείες υποχρεούνται να αγοράσουν σχετικά ακριβή αντασφάλιση. Αυτός είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους οι ιδιωτικές αγορές ασφάλισης δεν έχουν αναπτυχθεί κανονικά. Κατά συνέπεια ένα μέτρο πολιτικής που θα βελτιώσει την πρόσβαση στην αντασφάλιση είναι δυνατόν να βοηθήσει επίσης και στην ανάπτυξη των καθεστώτων γεωργικών ασφαλίσεων. Ως εναλλακτικό μέτρο αντί της επιδότησης των ασφαλίστρων, είναι δυνατόν να εξεταστεί επίσης η στήριξη των εθνικών καθεστώτων αντασφάλισης. Σε εθνικό επίπεδο, εκτός από τις διευθετήσεις συνασφάλισης μεταξύ ιδιωτικών ασφαλιστικών εταιρειών, οι κυβερνήσεις είναι δυνατόν 1) να προσφέρουν πλήρη αντασφάλιση σε μειωμένες τιμές, 2) να προσφέρουν μέρος της απαραίτητης αντασφάλισης χωρίς κόστος, μειώνοντας έτσι την συνολική ανάγκη της ασφαλιστικής εταιρείας για αντασφάλιση, και 3) να μετέχουν ως εταίροι στις αντασφαλιστικές συμβάσεις υπέρβασης ζημιών .

Επιλογή 2: Στήριξη ταμείων αλληλοβοηθείας

Τα ταμεία αλληλοβοηθείας επιτρέπουν στις ομάδες παραγωγών που επιθυμούν να αναλάβουν οι ίδιες την ευθύνη διαχείρισης του καταμερισμού του κινδύνου. Το κεφάλαιο του ταμείου είναι δυνατόν να χρησιμοποιείται από τα μέλη σε περίπτωση σοβαρών απωλειών εισοδήματος που καθορίζονται με βάση προκαθορισμένους κανόνες.

Μέχρι σήμερα τα γεωργικά ταμεία αλληλοβοηθείας, που έχουν συσταθεί με ιδιωτική πρωτοβουλία, έχουν δημιουργηθεί σε τομεακή βάση σε περιπτώσεις που οι παραγωγοί αντιμετωπίζουν κοινούς συγκρίσιμους κινδύνους. Παρόλο που δεν διατίθενται προς το παρόν για όλες τις γεωργικές εκμεταλλεύσεις έχουν τη δυνατότητα να εξελιχθούν σε ένα κοινό εργαλείο διαχείρισης κινδύνων για να καλύψουν τις απώλειες εισοδήματος.

Έχοντας αυτό υπόψη της, η Κοινότητα μπορεί να προβλέψει την ενίσχυση της ανάπτυξης ταμείων αλληλοβοηθείας στο γεωργικό τομέα. Στο πλαίσιο αυτής της εναλλακτικής επιλογής είναι δυνατόν να χορηγηθεί για την διοικητική λειτουργία προσωρινή και σταδιακά μειούμενη ενίσχυση ανά γεωργό που συμμετέχει σε ταμεία τα οποία αναγνωρίζονται επίσημα από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους.

Επιλογή 3: Εξασφάλιση βασικής κάλυψης έναντι κρίσεων εισοδήματος

Δεδομένου ότι η μεταρρύθμιση της ΚΓΠ εστιάζεται στην σταθεροποίηση των εισοδημάτων και στην αποδέσμευση των ενισχύσεων από τη γεωργική παραγωγή, φαίνεται πως είναι πιο κατάλληλη μια γενικευμένη προσέγγιση για την αντιμετώπιση των κρίσεων εισοδήματος σε σχέση με οποιαδήποτε τομεακή προσέγγιση. Μια γενικότερη κάλυψη έναντι κρίσεων που έχουν ως αποτέλεσμα σοβαρές απώλειες εισοδήματος θα επιτρέψει στις σημερινές διατάξεις "δικτύου ασφαλείας" να απλοποιηθούν περαιτέρω και θα βελτιώσει την ισορροπία μεταξύ των διαφόρων γεωργικών τομέων.

Ο καλύτερος προσανατολισμός προς την αγορά και η ποιοτική παραγωγή, που προωθούνται από τη μεταρρύθμιση της ΚΓΠ, σημαίνουν πως πολλοί αγρότες στην ΕΕ θα χρειαστεί να κάνουν σημαντικές επενδύσεις για αναδιάρθρωση. Για την στήριξη διαρθρωτικών προσαρμογών θα διατίθενται προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης. Ωστόσο στην περίπτωση που το πεδίο εφαρμογής των μέτρων αγροτικής ανάπτυξης αποδειχθεί ανεπαρκές, θα τεθεί το ζήτημα νέων χρηματοδοτικών μέσων για την αντιμετώπιση καταστάσεων στο πλαίσιο των οποίων θα εμφανιστούν σημαντικά προβλήματα ρευστότητας και σοβαρές απώλειες εισοδήματος. Κάθε τέτοιο μέτρο πρέπει να εκπληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

- πρέπει να είναι ανοικτό σε όλους τους αγρότες που θίγονται από την κρίση·

- οι αγρότες μπορούν να είναι επιλέξιμοι για ενίσχυση της ρευστότητας μόνον αν το γεωργικό τους εισόδημα για κάποιο συγκεκριμένο έτος είναι μικρότερο από το 70 % του μέσου ακαθάριστου εισοδήματος ή του ισοδύναμου από πλευράς καθαρού εισοδήματος κατά την προηγούμενη τριετία, ή από τον μέσο όρο τριετίας με βάση την προηγούμενη πενταετία, εξαιρουμένης της υψηλότερης και χαμηλότερης τιμής·

- το ύψος των ενισχύσεων πρέπει να αντισταθμίσει λιγότερο από το 70 % της απώλειας εισοδήματος του παραγωγού κατά το έτος που αυτός καθίσταται επιλέξιμος για να λάβει ενίσχυση εισοδήματος·

- το ύψος των ενισχύσεων σταθεροποίησης του εισοδήματος πρέπει να συνδέεται αποκλειστικά με το εισόδημα, και όχι με τον τύπο ή τον όγκο της παραγωγής συγκεκριμένου παραγωγού, τις εγχώριες ή τις διεθνείς τιμές που ισχύουν για την εν λόγω παραγωγή, ή τους χρησιμοποιούμενους συντελεστές παραγωγής·

- στις περιπτώσεις που ο παραγωγός λαμβάνει ενισχύσεις από άλλα καθεστώτα αποζημίωσης, π.χ. βοήθεια σε περίπτωση φυσικών καταστροφών, το συνολικό ύψος των ενισχύσεων πρέπει να είναι μικρότερο από το 100 % του απολεσθέντος εισοδήματος.

Η εισαγωγή αυτού του μέτρου προϋποθέτει την υιοθέτηση ενός κοινού και επακριβούς λογιστικού ορισμού του εισοδήματος και τον καθορισμό, από τα κράτη μέλη, εισοδήματος αναφοράς στο επίπεδο της αγροτικής εκμετάλλευσης.

Τέλος, για να εξασφαλιστεί θεμιτός ανταγωνισμός σε ολόκληρη την Κοινότητα, η Επιτροπή πρέπει να αξιολογήσει προσεκτικά τη δυνατότητα χρησιμοποίησης κρατικών ή συμπληρωματικών ενισχύσεων στα πλαίσια αυτά.

[1] “Risk Management Tools for EU Agriculture” – Έγγραφο εργασίας της ΓΔ Γεωργίας: http://europa.eu.int/comm/agriculture/publi/insurance/index_en.htm.

[2] ΕΕ C 34 της 7.2.2004, σ. 2.

[3] Άρθρο 38 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1254/1999 του Συμβουλίου (ΕΕ L 160 της 26.6.1999, σ. 21).