52005DC0014

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική επιτροπή και την επιτροπή των Περιφερειών - Σχέδιο kοινήs έκθεσηs για την κοινωνική προστασία και την κοινωνική ενσωμάτωση {SEC(2005)69} /* COM/2005/0014 τελικό */


Βρυξέλλες, 27.01.2005

COM(2005)14 τελικό

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

Σχέδιο kοινήs έκθεσηs για την κοινωνική προστασία και την κοινωνική ενσωμάτωση {SEC(2005)69}

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Εισαγωγή 3

1. Κοινωνική προστασία και κοινωνική ενσωμάτωση: απάντηση στην αλλαγή 3

2. Προώθηση της κοινωνικής ενσωμάτωσης 5

3. Συντάξεις και παράταση του επαγγελματικού βίου 9

4. Κύρια μηνύματα 11

Εισαγωγη

Στόχος της στρατηγικής της Λισσαβώνας είναι η προώθηση ενός μοντέλου αειφόρου ανάπτυξης για την Ένωση με σκοπό τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου όλων των ευρωπαίων πολιτών· στο μοντέλο αυτό συνδυάζεται η οικονομική μεγέθυνση με την ιδιαίτερη έμφαση που δίνεται στην κοινωνική συνοχή και στην προστασία του περιβάλλοντος. Έτσι γίνεται εντονότερη η ανάγκη να βελτιωθούν οι συντονιστικοί μηχανισμοί σε επίπεδο ΕΕ, ώστε να διαμορφωθούν συνεπείς και αλληλοενισχυομένες πολιτικές στους τομείς της οικονομίας, της απασχόλησης και της κοινωνίας.

Αν και η σταθερή οικονομική μεγέθυνση και η αύξηση της απασχόλησης αποτελούν σημαντική προϋπόθεση για τη βιωσιμότητα των συστημάτων κοινωνικής προστασίας, εξίσου σημαντικό παράγοντα για την προώθηση της ανάπτυξης αποτελεί και η επίτευξη υψηλότερων επιπέδων κοινωνικής συνοχής, σε συνδυασμό με τα αποτελεσματικά συστήματα εκπαίδευσης και κατάρτισης. Στο πλαίσιο αυτό, η παρούσα πρώτη «Κοινή έκθεση για την κοινωνική προστασία και την κοινωνική ενσωμάτωση» πλαισιώνει τις προσπάθειες για τον εκσυγχρονισμό των συστημάτων κοινωνικής προστασίας μέσω αποφασιστικών και αξιόπιστων στρατηγικών μεταρρύθμισης.

Η κοινωνική ενσωμάτωση και οι εθνικές στρατηγικές για την καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού κατέχουν σημαντική θέση στην παρούσα έκθεση, η οποία βασίζεται στους δύο γύρους της ανοικτής μεθόδου συντονισμού για την κοινωνική ενσωμάτωση σε επίπεδο ΕΕ-15, αλλά και στην επιτυχημένη επέκτασή της στα 10 νέα κράτη μέλη το 2004. Εξετάζονται επίσης οι συντάξεις, αν και σε μικρότερη έκταση. Η έκθεση βασίζεται κυρίως στην «Κοινή έκθεση για επαρκείς και βιώσιμες συντάξεις» του 2003. Χρησιμοποιήθηκε επίσης υλικό από τις πιο πρόσφατες εργασίες της επιτροπής κοινωνικής προστασίας, καθώς και από τα αποτελέσματα των διμερών ανταλλαγών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των νέων κρατών μελών πριν από την προσχώρησή τους.

Σκοπός της παρούσας κοινής έκθεσης είναι να συμπληρώσει την «Κοινή έκθεση για την απασχόληση» και την «Έκθεση εφαρμογής των ΓΠΟΠ», έτσι ώστε να παρουσιάσει μια ισορροπημένη και ολοκληρωμένη άποψη των κύριων προκλήσεων που πρέπει να αντιμετωπίσουν τα κράτη μέλη προκειμένου να επιτύχουν τους φιλόδοξους στόχους της Λισσαβώνας. Αντικατοπτρίζει τις συστάσεις της έκθεσης της ομάδας υψηλού επιπέδου των ανεξάρτητων εμπειρογνωμόνων (ομάδα Kok) όσον αφορά την ανάγκη να υπάρξει μεγαλύτερη εστίαση στην υλοποίηση των στόχων της Λισσαβώνας και ισχυρότερη πολιτική δέσμευση σε όλα τα επίπεδα.

1. Κοινωνικη προστασια και κοινωνικη ενσωματωση: απαντηση στην αλλαγη

Το υψηλό επίπεδο κοινωνικής προστασίας προσφέρει στις κοινωνίες τα μέσα για να αντιμετωπίσουν τις αντιξοότητες και για να εξαλείψουν, αλλά και να προλάβουν, τις χειρότερες και πιο απάνθρωπες μορφές φτώχειας. Τα συστήματα κοινωνικής προστασίας που έχουν σχεδιαστεί σωστά συμβάλλουν επίσης στην οικονομική ανάπτυξη καθώς δημιουργούν ευνοϊκό περιβάλλον για την οικονομική μεγέθυνση μέσα στο οποίο άτομα και επιχειρήσεις καταναλώνουν και επενδύουν με εμπιστοσύνη· διευκολύνουν τις διαρθρωτικές αλλαγές μετριάζοντας τις επιπτώσεις της αναδιάρθρωσης στους εργαζόμενους· σταθεροποιούν επίσης τη συνολική ζήτηση σε όλους τους οικονομικούς κύκλους και δημιουργούν ευνοϊκές συνθήκες για ανάκαμψη.

Για να μπορέσουν να διαδραματίσουν το σημαντικό τους ρόλο στην ευρωπαϊκή κοινωνία και οικονομία, τα συστήματα κοινωνικής προστασίας πρέπει να είναι σε θέση να ανταποκρίνονται στις ευρύτερες κοινωνικές τάσεις. Ο πολύπλοκος συνδυασμός δημογραφικών, οικονομικών και κοινωνικών παραγόντων που καθοδηγεί και θα εξακολουθήσει να καθοδηγεί τις διαρθρωτικές αλλαγές σε όλη την ΕΕ πιέζει τα συστήματα κοινωνικής προστασίας να προσαρμοστούν και να εκσυγχρονιστούν.

Οι μεγάλες αλλαγές στην ηλικιακή διάρθρωση του πληθυσμού θα έχουν σημαντικές συνέπειες σε όλο το φάσμα των κοινωνικών πολιτικών. Η μείωση της ηλικιακής ομάδας 0-14 ετών υπογραμμίζει την ανάγκη δημιουργίας ενός φιλικού για τα παιδιά περιβάλλοντος με επαρκή υποστήριξη για την αρχική ανάπτυξη και τη βασική εκπαίδευση. Η μείωση των αριθμών στην ηλικιακή ομάδα 15-29 ετών κάνει ακόμη πιο έντονη την ανάγκη να βελτιωθεί η μετάβαση από το σχολείο στην εργασία. Η ραγδαία αύξηση των αριθμών στην ηλικιακή ομάδα 50-64 ετών υπογραμμίζει την ανάγκη να παραταθεί η διάρκεια του επαγγελματικού βίου. Η αύξηση του πληθυσμού άνω των 65 ετών τονίζει τον επείγοντα χαρακτήρα του να γίνουν οι συντάξεις επαρκείς και βιώσιμες. Τέλος, η αύξηση του πληθυσμού που ανήκει στην ηλικιακή ομάδα άνω των 80 ετών θα δημιουργήσει προοδευτικά την ανάγκη για υγειονομική και μακροχρόνια φροντίδα που σχετίζεται με την ηλικία.

Η αύξηση της καθαρής μετανάστευσης θα μπορούσε να συμβάλει στην αντιμετώπιση της ανισορροπίας που προκύπτει από αυτές τις δημογραφικές αλλαγές καλύπτοντας τις ελλείψεις σε εργατικό δυναμικό και, όσον αφορά τις συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις, βελτιώνοντας την οικονομική βιωσιμότητα των συνταξιοδοτικών συστημάτων. Ωστόσο, οι κοινωνίες θα μπορέσουν να αποκομίσουν αυτά τα πιθανά οφέλη μόνο εάν δημιουργήσουν τις αναγκαίες συνθήκες για την ενσωμάτωση των μεταναστών στην επίσημη αγορά εργασίας, εάν μάθουν να διαχειρίζονται τις διαπολιτισμικές τάσεις και εάν μπορέσουν να καταργήσουν τους φραγμούς για την οικονομική και κοινωνική ενσωμάτωση των μεταναστών[1].

Στις δημογραφικές αλλαγές προστίθενται οι γενικότερες αλλαγές που παρατηρούνται στις πολιτιστικές αξίες, στις κοινωνικές σχέσεις, στην οργάνωση των οικογενειών και στη φύση της εργασίας.

Οι κοινωνικές απαιτήσεις έχουν γίνει περισσότερες και υψηλότερες, το αίτημα για ποιότητα ζωής και εξισορρόπηση του χρόνου εργασίας και του ελεύθερου χρόνου είναι έντονο. Η ατομική επιλογή έχει μεγαλύτερη σπουδαιότητα. Η ποικιλομορφία έχει μια σημαντική εθνική διάσταση, ιδίως στα μεγάλα αστικά κέντρα. Η αύξηση του αριθμού των γυναικών στο εργατικό δυναμικό αντικατοπτρίζεται στις νέες κοινωνικές απαιτήσεις (π.χ. για υπηρεσίες φροντίδας των παιδιών, των ηλικιωμένων και των εξαρτώμενων ατόμων) και στη νέα βάση της παραδοσιακής κατανομής των ευθυνών μέσα στο νοικοκυριό. Έχουν συντελεστεί σημαντικές αλλαγές στις οικογενειακές δομές, τόσο όσον αφορά τη μείωση του μεγέθους των νοικοκυριών όσο και όσον αφορά τη μεγαλύτερη ποικιλομορφία – που οφείλεται στα χαμηλότερα ποσοστά των διαφόρων μορφών συμβίωσης και στα υψηλότερα ποσοστά διάλυσης των διαφόρων μορφών συμβίωσης. Κατά συνέπεια, περισσότερα άτομα βασίζονται σε εναλλακτικές μορφές υποστήριξης. Τέλος, το περιβάλλον εργασίας έχει γίνει πολύ πιο ασταθές και ετερογενές. Η αυξανόμενη ζήτηση για πολύ ειδικές δεξιότητες συνυπάρχει με τη δημιουργία πολλών θέσεων εργασίας χαμηλής παραγωγικότητας.

Σε αυτό το μεταβαλλόμενο πλαίσιο, τα συστήματα κοινωνικής προστασίας πρέπει να διαμορφωθούν έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στις οικονομικές και κοινωνικές ανάγκες του μέλλοντος. Οι πολιτικές κοινωνικής ενσωμάτωσης, για παράδειγμα, δεν είναι μόνο σημαντικές για την πρόληψη και την καταπολέμηση της φτώχειας, αλλά μπορούν επίσης να συμβάλουν και στην αύξηση της προσφοράς εργασίας με την ανάπτυξη της ικανότητας εργασίας των αναπτυσσόμενων λαών και της συνετής χρήσης της αρχής «να ανταμείβεται η εργασία». Οι μεταρρυθμίσεις για βιώσιμες και επαρκείς συντάξεις πρέπει να αποσκοπούν στην παροχή των σωστών κινήτρων τόσο για τους εργαζόμενους ώστε να παραμένουν ενεργοί για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα όσο και για τους εργοδότες ώστε να προσλαμβάνουν και να κρατούν στην υπηρεσία τους μεγαλύτερους σε ηλικία εργαζομένους. Τα ποιοτικά και βιώσιμα συστήματα υγείας στα οποία είναι εύκολη η πρόσβαση διαδραματίζουν ζωτικό ρόλο όχι μόνο για την καταπολέμηση των ασθενειών και του κοινωνικού αποκλεισμού, αλλά και για τη διατήρηση ενός παραγωγικού εργατικού δυναμικού.

2. Προωθηση της κοινωνικησ ενσωματωσης

2.1. Η κατάσταση της κοινωνικής ενσωμάτωσης στα 25 κράτη μέλη

Η καταπολέμηση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού εξακολουθεί να αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της. Οι σχετικοί αριθμοί σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι πολύ υψηλοί: 68 εκατ. άτομα ή το 15% του πληθυσμού της ΕΕ απειλούνταν από τη φτώχεια το 2002. Τα ποσοστά ξεκινούν από 10% ή και λιγότερο στην Τσεχική Δημοκρατία, στη Σουηδία, στη Δανία, στην Ουγγαρία και στη Σλοβενία και φτάνουν έως το 20% ή και το ξεπερνούν στην Ιρλανδία, στη Σλοβακική Δημοκρατία, στην Ελλάδα και στην Πορτογαλία.

Ο κίνδυνος της φτώχειας απειλεί πολύ περισσότερο τους άνεργους, τις μονογονεϊκές οικογένειες (κυρίως εκείνες των γυναικών), τους ηλικιωμένους που ζουν μόνοι (και πάλι ιδίως τις γυναίκες) και τις οικογένειες με πολλά εξαρτώμενα άτομα. Τα παιδιά πλήττονται περισσότερο από τη φτώχεια: τα παιδιά που μεγαλώνουν σε συνθήκες φτώχειας είναι πολύ πιθανότερο να έχουν προβλήματα υγείας, χαμηλότερο επίπεδο μόρφωσης και κινδυνεύουν πολύ περισσότερο από ανεργία στο μέλλον και από αντικοινωνική συμπεριφορά. Υπάρχουν επίσης στοιχεία που αποδεικνύουν τη σύνδεση της περιβαλλοντικής ρύπανσης με την κοινωνική στέρηση.

Η μέτρηση του κινδύνου της φτώχειας είναι ένα μόνο μέρος της εικόνας· πρόσφατα στοιχεία καταγράφουν το εύρος της υλικής στέρησης, ιδίως σε εκείνες τις χώρες όπου το εθνικό όριο της φτώχειας είναι ιδιαίτερα χαμηλό.

Η φτώχεια και η υλική στέρηση πολύ συχνά συμπληρώνονται από ανικανότητα πλήρους συμμετοχής στην κοινωνική ζωή, λόγω της ανεπαρκούς πρόσβασης στην απασχόληση, στην εκπαίδευση, στην κατάρτιση, στην κατοικία, στις μεταφορές ή στην υγειονομική περίθαλψη.

Ο κυριότερος παράγοντας για την κοινωνική ενσωμάτωση είναι η απασχόληση, όχι μόνο επειδή δημιουργεί εισόδημα αλλά και επειδή μπορεί να προάγει την κοινωνική συμμετοχή και την προσωπική ανάπτυξη και επειδή συμβάλλει, με την απόκτηση συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων, στη διατήρηση ενός ικανοποιητικού βιοτικού επιπέδου στα γηρατειά. Το πέρασμα από την ανεργία στην απασχόληση μειώνει κατά πολύ την πιθανότητα έκθεσης στον κίνδυνο της φτώχειας· επιπλέον, η ευημερία των ανέργων ή των αέργων σε ηλικία εργασίας απειλείται πολύ περισσότερο, εάν στο νοικοκυριό δεν εισρέει εισόδημα από εργασία.

Τα διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία σε επίπεδο ΕΕ όσον αφορά τη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό δεν καλύπτουν ακόμη μερικές από τις περισσότερο εκτεθειμένες ομάδες. Τα ΕΣΔ για την ενσωμάτωση τονίζουν ότι οι μετανάστες, οι εθνικές μειονότητες και οι Ρομ, τα άτομα με αναπηρίες, οι άστεγοι, τα θύματα εμπορίας ανθρώπων, τα άτομα που ζουν σε ιδρύματα και οι αγρότες που εξασφαλίζουν τα προς το ζην με δικές τους καλλιέργειες αντιμετωπίζουν πολύ ειδικούς κινδύνους. Ένα εξίσου σημαντικό στοιχείο είναι η συγκέντρωση προβλημάτων σε συγκεκριμένες κοινότητες και γεωγραφικές περιοχές, αστικές και αγροτικές, όπου οι άνθρωποι έχουν να αντιμετωπίσουν βαθιά ριζωμένους παράγοντες αποκλεισμού και οι οποίοι έχουν την τάση να μεταδίδονται από γενεά σε γενεά.

Κατά τα έτη που προηγήθηκαν άμεσα του καθορισμού της νέας στρατηγικής καταγράφηκε μείωση του επιπέδου της σχετικής φτώχειας και ο μέσος όρος στην ΕΕ-15 πέρασε από το 18% κατά το 1995 στο 15% το 2000. Αυτό μπορεί να αποδοθεί σε μεγάλο βαθμό στη σημαντική βελτίωση της κατάστασης στην αγορά εργασίας. Σήμερα υπάρχει ο σαφής κίνδυνος η πρόσφατη οικονομική επιβράδυνση σε συνδυασμό με την αύξηση της ανεργίας και τις λιγότερες ευκαιρίες απασχόλησης να φέρει περισσότερα άτομα αντιμέτωπα με τον κίνδυνο της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού και να επιδεινώσει τη θέση εκείνων που πλήττονται ήδη.

Η πρόκληση είναι ακόμη μεγαλύτερη σε πολλά από τα νέα κράτη μέλη, όπου η ραγδαία οικονομική ανάπτυξη στηρίζεται σε βιομηχανικές και αγροτικές μεταρρυθμίσεις ευρείας κλίμακας, οι οποίες εάν δεν συνοδευτούν από κατάλληλες πολιτικές κοινωνικής ενσωμάτωσης μπορεί να οδηγήσουν σε αύξηση του αριθμού των ατόμων που αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο της φτώχειας.

2.2. Κύριες προτεραιότητες πολιτικής

Ένα θετικό αποτέλεσμα της διαδικασίας κοινωνικής ενσωμάτωσης ήταν η αποσαφήνιση των κύριων προτεραιοτήτων της πολιτικής για την αντιμετώπιση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, όπως φαίνεται από τις προσεγγίσεις πολιτικής που εγκρίθηκαν από τα κράτη μέλη. Σε όλη την Ένωση ξεχωρίζουν επτά κύριες προτεραιότητες πολιτικής :

1. Αύξηση της συμμετοχής στην αγορά εργασίας: Τα περισσότερα κράτη μέλη θεωρούν ότι αυτή είναι η σημαντικότερη προτεραιότητα, η οποία σημαίνει επέκταση των ενεργών πολιτικών για την αγορά εργασίας και εξασφάλιση καλύτερης σύνδεσης μεταξύ κοινωνικής προστασίας, διά βίου μάθησης και μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας ώστε να αλληλοενισχύονται.

2. Εκσυγχρονισμός των συστημάτων κοινωνικής προστασίας: Εξασφάλιση, δηλαδή, βιώσιμων συστημάτων κοινωνικής προστασίας τα οποία να είναι επαρκή και στα οποία να έχουν πρόσβαση όλοι και οι παροχές που προορίζονται για όσους είναι ικανοί να εργαστούν να προσφέρουν αποτελεσματικά κίνητρα εργασίας καθώς και ικανοποιητική ασφάλεια ώστε τα άτομα να μπορούν να προσαρμόζονται στις αλλαγές.

3. Αντιμετώπιση των προβλημάτων στην εκπαίδευση και στην κατάρτιση: Δίνεται κυρίως έμφαση στην αποφυγή της πρόωρης εγκατάλειψης της επίσημης εκπαίδευσης και κατάρτισης· στη διευκόλυνση της μετάβασης από το σχολείο στην εργασία, ιδίως για όσους εγκαταλείπουν ενωρίς το σχολείο με περιορισμένα προσόντα· στη βελτίωση της πρόσβασης στην εκπαίδευση και στην κατάρτιση για τις μειονεκτούσες ομάδες και την ενσωμάτωσή τους στο παραδοσιακό σύστημα· στην προαγωγή της διά βίου μάθησης, συμπεριλαμβανομένης της ηλεκτρονικής μάθησης (e-learning) για όλους. Γενικά αναγνωρίζεται η ανάγκη για περισσότερες και αποτελεσματικότερες επενδύσεις στο ανθρώπινο κεφάλαιο όλων των ηλικιών.

4. Εξάλειψη της παιδικής φτώχειας: Το στάδιο αυτό θεωρείται βασικό για την εξάλειψη του φαινομένου της κληρονομικής μεταβίβασης της φτώχειας από γενεά σε γενεά. Ιδιαίτερο βάρος δίνεται στην έγκαιρη παρέμβαση και στην αρχική εκπαίδευση των παιδιών που βρίσκονται σε μειονεκτική θέση, καθώς και στην καλύτερη υποστήριξη του εισοδήματος και στη βοήθεια προς τις οικογένειες με παιδιά. Πολλές χώρες δίνουν επίσης ιδιαίτερη έμφαση στην προώθηση των δικαιωμάτων του παιδιού κατά τη χάραξη της πολιτικής.

5. Εξασφάλιση αξιοπρεπούς κατοικίας: Ορισμένα κράτη μέλη αποδίδουν ιδιαίτερη προσοχή στη βελτίωση των συνθηκών στέγασης· άλλα, στην ανάγκη αντιμετώπισης της έλλειψης κοινωνικής κατοικίας για τις ευάλωτες ομάδες. Πολλά κράτη μέλη αναπτύσσουν πιο ολοκληρωμένες προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος των αστέγων.

6. Καλύτερη πρόσβαση σε ποιοτικές υπηρεσίες: Βελτίωση δηλαδή της πρόσβασης στις υπηρεσίες υγείας και μακροχρόνιας φροντίδας, στις κοινωνικές υπηρεσίες και στα μέσα μεταφοράς, βελτίωση του τοπικού περιβάλλοντος, καθώς και επενδύσεις σε επαρκείς υποδομές. Η αξιοποίηση των δυνατοτήτων των νέων τεχνολογιών της πληροφορίας και της επικοινωνίας, η εξασφάλιση πρόσβασης για όλους και η πρόληψη του ηλεκτρονικού αποκλεισμού (e-exclusion) αποτελούν επίσης πολύ σημαντικά θέματα.

7. Καταπολέμηση των διακρίσεων και αύξηση της ενσωμάτωσης των εθνικών μειονοτήτων και των μεταναστών: Η καταπολέμηση των υψηλών επιπέδων αποκλεισμού που αντιμετωπίζουν συγκεκριμένες ομάδες, ιδιαίτερα οι Ρομ, απαιτεί συνδυασμό αύξησης της πρόσβασης στις παραδοσιακές υπηρεσίες και ευκαιρίες, εφαρμογή της νομοθεσίας για την καταπολέμηση των διακρίσεων και ανάπτυξη στοχοθετημένων προσεγγίσεων για την αντιμετώπιση ειδικών καταστάσεων.

Για να κάνουν τις προτεραιότητες αυτές πράξη, τα κράτη μέλη πρέπει να αναπτύξουν ολοκληρωμένες και συντονισμένες στρατηγικές σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο και ιδιαίτερα σε εκείνες τις αστικές και αγροτικές κοινότητες που παρουσιάζουν ιδιαίτερα προβλήματα. Αυτού του είδους οι στρατηγικές πρέπει να προσαρμόζουν τις πολιτικές στις τοπικές συνθήκες και να επιζητούν τη συμμετοχή όλων των σχετικών φορέων. Θα πρέπει επίσης να λαμβάνεται υπόψη η ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου σε όλες αυτές τις προτεραιότητες με σκοπό την προώθηση της ισότητας των φύλων.

2.3. Ενίσχυση της διαδικασίας της κοινωνικής ενσωμάτωσης

Η ανάπτυξη και η εφαρμογή ΕΣΔ για την ενσωμάτωση από όλα τα κράτη μέλη μαρτυρεί σαφώς την πρόθεση να αυξηθούν οι προσπάθειες για την αντιμετώπιση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Ειδικότερα, η ισχυρή πολιτική δέσμευση που έδειξαν τα κράτη μέλη της ΕΕ-10 έδωσε νέα ώθηση στη διαδικασία και, γενικότερα, υπογραμμίζει τη σπουδαιότητα της ανοικτής μεθόδου συντονισμού.

Οι προσεγγίσεις των κρατών μελών ποικίλλουν ανάλογα με την αρχική κατάσταση, το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας και την εμπειρία από την ανάπτυξη στρατηγικών για την καταπολέμηση της φτώχειας. Τα περισσότερα κράτη μέλη έχουν αναπτύξει μια συνολική προσέγγιση αντιμετώπισης της φτώχειας και του αποκλεισμού που καλύπτει ευρύ φάσμα πεδίων της πολιτικής. Έχουν ενισχυθεί οι θεσμικές ρυθμίσεις για την ένταξη της διάστασης της κοινωνικής ενσωμάτωσης στη χάραξη της εθνικής πολιτικής. Αποδίδεται μεγαλύτερη προσοχή στο συντονισμό των διαφόρων υπουργείων και των άλλων κρατικών υπηρεσιών ώστε να επιτευχθεί μια πιο ολοκληρωμένη απάντηση. Τέλος, ιδιαίτερο βάρος δίνεται στην ενθάρρυνση της συμμετοχής των βασικών ενδιαφερομένων μερών (κοινωνικοί εταίροι, ΜΚΟ και επιχειρήσεις).

Γενικά, έως σήμερα, η ανοικτή μέθοδος συντονισμού για την κοινωνική ενσωμάτωση συνέβαλε θετικά και παρέχει μια καλή βάση για περαιτέρω ενέργειες. Από την άποψη αυτή η συμβολή του κοινοτικού προγράμματος δράσης για τον κοινωνικό αποκλεισμό ήταν σημαντική με την προώθηση μελετών, αξιολογήσεων από ομοτίμους, σχεδίων διακρατικών ανταλλαγών και δημιουργία δικτύων σε επίπεδο ΕΕ. Ωστόσο, είναι επίσης σαφές ότι για να επιτευχθεί ο γενικός στόχος της διαδικασίας για την κοινωνική ενσωμάτωση, δηλαδή για να υπάρξει ουσιαστική πρόοδος όσον αφορά την εκρίζωση της φτώχειας έως το 2010, πρέπει να γίνουν ακόμη πολλά τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και σε επίπεδο ΕΕ. Για το σκοπό αυτό τα κράτη μέλη πρέπει:

- Να δημιουργήσουν ισχυρότερους δεσμούς με την οικονομική πολιτική και την πολιτική για την απασχόληση: Οι δεσμοί αυτοί πρέπει να τονωθούν, ιδίως με την εισαγωγή μεγαλύτερης διαφάνειας όσον αφορά τους δημοσιονομικούς πόρους που είναι αναγκαίοι για την επίτευξη των γενικών και ποσοτικών στόχων που καθορίζονται στα ΕΣΔ για την ενσωμάτωση και τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιούνται τα διαρθρωτικά ταμεία για την αντιμετώπιση των στόχων της κοινωνικής ενσωμάτωσης.

- Να ενισχύσουν την ικανότητα εφαρμογής: Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να ενισχυθεί τόσο η διοικητική όσο και η θεσμική ικανότητα (συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων κοινωνικής προστασίας, των κοινωνικών υπηρεσιών και των μέσων για την αξιολόγηση της ενσωμάτωσης της διάστασης του φύλου), να υπάρξει καλύτερος συντονισμός μεταξύ των διαφόρων κυβερνητικών επιπέδων (εθνικού, περιφερειακού, τοπικού), να βελτιωθούν οι μηχανισμοί για τη συμμετοχή των ενδιαφερομένων μερών.

- Να επικεντρώσουν την προσοχή τους στα κύρια θέματα και να θέσουν πιο φιλόδοξους στόχους: Η διαδικασία θα ενισχυθεί σε μεγάλο βαθμό εάν τα κράτη μέλη προσδιορίσουν τα θέματα που είναι ζωτικής σημασίας γι’ αυτά και εάν καθορίσουν ποσοτικοποιημένους στόχους για καθένα από αυτά. Στη συνέχεια θα είναι δυνατή η παρακολούθηση και η αναφορά της προόδου για την επίτευξή τους. Τα κράτη μέλη που υστερούν σε ορισμένους τομείς μπορούν να αξιοποιήσουν τα παραδείγματα των κρατών μελών με τις καλύτερες επιδόσεις στους τομείς αυτούς.

- Να ενισχύσουν την παρακολούθηση και την αξιολόγηση των πολιτικών: Ένα βασικό στοιχείο για την επίτευξη καλύτερων αποτελεσμάτων είναι η εφαρμογή αποτελεσματικότερων ρυθμίσεων για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση του αντικτύπου της πολιτικής, για τη συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων μερών, μεταξύ των οποίων και των κοινωνικών εταίρων, και η έγκαιρη παραγωγή των κατάλληλων δεδομένων.

Σε επίπεδο ΕΕ η Επιτροπή και το Συμβούλιο πρέπει:

- Να ενισχύσουν την ένταξη των στόχων της κοινωνικής ενσωμάτωσης σε όλες τις πολιτικές της ΕΕ: Η κοινωνική ενσωμάτωση πρέπει να λαμβάνεται υπόψη κατά το σχεδιασμό και την εφαρμογή των πολιτικών της ΕΕ, γιατί με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται η υποστήριξή τους στις εθνικές προσπάθειες για την προώθηση της κοινωνικής ενσωμάτωσης. Σ’ αυτό θα βοηθήσει η διεύρυνση της ανοικτής μεθόδου συντονισμού για την κάλυψη της υγειονομικής περίθαλψης και της μακροχρόνιας φροντίδας, με σκοπό την εξασφάλιση ποιοτικών και βιώσιμων συστήματων στα οποία να έχουν πρόσβαση όλοι.

- Να αξιοποιήσουν καλύτερα τις δυνατότητες της ανοικτής μεθόδου συντονισμού για την επίτευξη καλύτερων αποτελεσμάτων: Η ανταλλαγή ορθών πρακτικών πρέπει να συμπληρώνεται από τη σαφή διάκριση ορθών και κακών πρακτικών που θα χρησιμεύσει στα κράτη μέλη κατά τη χάραξη της πολιτικής. Οι κοινοί δείκτες πρέπει να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο από την άποψη αυτή.

- Να εξασφαλίσουν ότι τα διαρθρωτικά ταμεία εξακολουθούν να διαδραματίζουν βασικό ρόλο στην προώθηση της κοινωνικής ενσωμάτωσης: Οι δυνατότητες συμβολής των διαρθρωτικών ταμείων, ιδίως του ΕΚΤ, στην αντιμετώπιση της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού, πρέπει να βελτιωθούν και να αξιοποιηθούν πλήρως. Ο σημαντικός αυτός ρόλος θα πρέπει να ληφθεί υπόψη στη συζήτηση για τις μελλοντικές δημοσιονομικές προοπτικές για την περίοδο 2007-2013.

- Να αναπτύξουν ακόμη περισσότερο τους κοινούς δείκτους και να βελτιώσουν τις πηγές των δεδομένων: Παρά τις βελτιώσεις που έχουν επιτευχθεί όσον αφορά τους δείκτες και τη στατιστική ικανότητα που αυτές συνεπάγονται, ιδίως μέσω του EU-SILC (στατιστικές για το εισόδημα και τις συνθήκες διαβίωσης), εξακολουθούν να υπάρχουν προβλήματα όσον αφορά τη διαθεσιμότητα και τη συνάφεια των δεδομένων που εμποδίζουν τη συγκριτική ανάλυση. Υπάρχει κυρίως ανάγκη για καλύτερη απεικόνιση του πολυδιάστατου χαρακτήρα του κοινωνικού αποκλεισμού και της φτώχειας.

3. Συνταξεισ και παραταση του επαγγελματικου βιου

3.1. Η πρόκληση για βιωσιμότητα και επάρκεια των συνταξιοδοτικών συστημάτων

Τα κράτη μέλη έχουν συνειδητοποιήσει εδώ και πολύ καιρό τις συνέπειες της δημογραφικής γήρανσης για τα διανεμητικά συνταξιοδοτικά τους συστήματα και τώρα συνειδητοποιούν και τις προκλήσεις που δημιουργεί η δημογραφική γήρανση και για τα κεφαλαιοποιητικά συστήματα. Όλα αυτά απαιτούν αξιόπιστες μεταρρυθμίσεις για να εξασφαλιστούν επαρκείς μελλοντικές παροχές με οικονομικά βιώσιμο τρόπο. Στο πλαίσιο της στρατηγικής της Λισσαβώνας αναπτύχθηκε η ανοικτή μέθοδος συντονισμού για τις συντάξεις με σκοπό την προώθηση αυτού του είδους των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών και με επίκεντρο τρεις βασικούς κοινούς στόχους: την επάρκεια, την οικονομική βιωσιμότητα και τον εκσυγχρονισμό για να ληφθούν υπόψη οι αλλαγές που συμβαίνουν στην κοινωνία.

Από την πρώτη κοινή έκθεση με θέμα τις επαρκείς και βιώσιμες συντάξεις προέκυψε ότι τα περισσότερα κράτη μέλη της ΕΕ-15 έχουν ήδη σημειώσει σημαντική πρόοδο όσον αφορά την αναχαίτιση των ανοδικών τάσεων που παρουσίαζαν οι δημόσιες δαπάνες για τις συντάξεις. Έκτοτε, ορισμένα κράτη μέλη υιοθέτησαν επιπλέον μεταρρυθμίσεις. Ο επόμενος γύρος των εκθέσεων για τις εθνικές στρατηγικές θα αξιολογήσει εκ νέου την πρόοδο που έχει σημειωθεί και θα συμπεριλάβει και τα 10 νέα κράτη μέλη.

Στην κοινή έκθεση είχε τονιστεί ο αδιαίρετος χαρακτήρας της βιωσιμότητας και της επάρκειας. Τα μελλοντικά συνταξιοδοτικά συστήματα θα είναι σε θέση (να συνεχίσουν) να παρέχουν επαρκείς συντάξεις μόνο εφόσον είναι οικονομικά βιώσιμα και μόνο εφόσον προσαρμοστούν κατάλληλα στο μεταβαλλόμενο κοινωνικό πλαίσιο· αντίθετα, εάν τα συνταξιοδοτικά συστήματα δεν είναι σε θέση να παρέχουν επαρκή εισοδήματα στους συνταξιούχους θα υπάρξει πρόσθετο κόστος, για παράδειγμα με τη μορφή αυξημένων δαπανών για κοινωνική βοήθεια. Επομένως, μία από τις μεγάλες προκλήσεις στο μέλλον θα είναι να επιτευχθεί η οικονομική βιωσιμότητα χωρίς να διακυβευτεί η επάρκεια.

Η κοινή έκθεση ανέφερε ότι πολλές μεταρρυθμίσεις, που αποσκοπούσαν στη συγκράτηση των αυξήσεων των μελλοντικών δαπανών, περιελάμβαναν και μέτρα για την πρόληψη της φτώχειας ενισχύοντας την εγγύηση του ελάχιστου εισοδήματος για τους ηλικιωμένους. Ορισμένες μεταρρυθμίσεις αναμένεται να έχουν ως αποτέλεσμα σημαντικές μειώσεις στα ποσοστά αντικατάστασης των εκ του νόμου προβλεπόμενων συνταξιοδοτικών συστημάτων, οι οποίες θα μπορούσαν να προκαλέσουν μεγάλα προβλήματα επάρκειας στο μέλλον, εάν τα κράτη μέλη δεν αντιδράσουν ενθαρρύνοντας τους εργαζομένους να συνταξιοδοτούνται αργότερα και προσφέροντας ευκολότερη πρόσβαση στα συστήματα συμπληρωματικής σύνταξης.

3.2. Δύο βασικές προτάσεις πολιτικής: παράταση του επαγγελματικού βίου και αύξηση της ιδιωτικής ασφάλισης

Ο εκσυγχρονισμός των συστημάτων κοινωνικής προστασίας μπορεί να συμβάλει στην προώθηση της συνταξιοδότησης σε μεγαλύτερη ηλικία. Είναι σημαντικό πριν από τη συνήθη ηλικία συνταξιοδότησης ή πριν από τη συμπλήρωση του αριθμού των ετών εργασίας που απαιτούνται, να καταβάλλονται συντάξεις μόνο στα άτομα εκείνα που είναι ανίκανα να εργαστούν ή που αποδέχονται την αναλογιστική μείωση της σύνταξής τους. Την ίδια στιγμή, τα συνταξιοδοτικά συστήματα πρέπει να προσφέρουν την ευκαιρία να συγκεντρώσει κανείς περισσότερα συνταξιοδοτικά δικαιώματα εφόσον εργάζεται περισσότερο. Επομένως, η αύξηση της πραγματικής ηλικίας συνταξιοδότησης φαίνεται να αποτελεί το βασικό στοιχείο για το συμβιβασμό της επάρκειας με την οικονομική βιωσιμότητα.

Μια μελέτη της επιτροπής κοινωνικής προστασίας έδειξε ότι οι κυριότεροι τρόποι πρώιμης εξόδου από την αγορά εργασίας – ιδίως η πρόωρη συνταξιοδότηση, τα επιδόματα ανεργίας και τα επιδόματα αναπηρίας – αποτελούν αντικείμενο κριτικής επανεξέτασης στα περισσότερα κράτη μέλη. Ταυτόχρονα, προσφέρονται περισσότερες ευκαιρίες στους συνταξιούχους για να αυξήσουν τα εισοδήματά τους, με τη χορήγηση συνταξιοδοτικών προσαυξήσεων εάν αποχωρούν αργότερα από την αγορά εργασίας ή επιτρέπεται ο συνδυασμός εισοδήματος από εργασία και από σύνταξη (σταδιακή συνταξιοδότηση ή μερική απασχόληση μετά τη συνταξιοδότηση). Ωστόσο, σε πολλά κράτη μέλη υπάρχουν ακόμη μεγάλα περιθώρια για μεταρρυθμίσεις.

Η επιτροπή κοινωνικής προστασίας εξετάζει επίσης το ρόλο της διαχείρισης των συνταξιοδοτικών ταμείων από τον ιδιωτικό τομέα. Τα περισσότερα κράτη μέλη θεωρούν ότι τα ιδιωτικά ταμεία, επαγγελματικής ή ατομικής ασφάλισης, θα διαδραματίσουν σημαντικότερο ρόλο στο μέλλον, παρόλο που τα δημόσια συστήματα θα εξακολουθήσουν να αποτελούν την κυριότερη πηγή εισοδήματος των συνταξιούχων στις περισσότερες χώρες. Τα ιδιωτικά συστήματα μπορεί να αυξήσουν την πολυπλοκότητα των συνταξιοδοτικών συστημάτων τόσο σε γενικό όσο και σε ατομικό επίπεδο. Αυτό θα απαιτήσει την ανάπτυξη εκτεταμένων συστημάτων ενημέρωσης και παρακολούθησης, τη διευκρίνιση των σχέσεων ιδιωτικής ασφάλισης και δημόσιων οικονομικών, ιδίως μέσω της φορολογικής αντιμετώπισης των ιδιωτικών συστημάτων και της αλληλεπίδρασης των παροχών της ιδιωτικής συνταξιοδότησης και των εγγυημένων εισοδημάτων των συνταξιούχων από τα δημόσια συνταξιοδοτικά συστήματα. Η ενημέρωση είναι επίσης ζωτικής σημασίας για τα ενδιαφερόμενα άτομα δεδομένου ότι έτσι μπορούν να λάβουν δύσκολες αποφάσεις με μακροχρόνιες συνέπειες για το εισόδημα και το βιοτικό τους επίπεδο.

3.3. Εκσυγχρονισμός των συνταξιοδοτικών συστημάτων

Επαρκείς και ισότιμες συντάξεις για όλους μπορούν να επιτευχθούν μόνο εάν τα συνταξιοδοτικά συστήματα προσαρμοστούν στις εξελισσόμενες ανάγκες των ατόμων. Πρέπει να ληφθούν υπόψη οι ποικίλες μορφές απασχόλησης και η επιθυμία για μεγαλύτερη ισότητα των φύλων. Επιπλέον, πρέπει να εξεταστούν θέματα διακυβέρνησης, και ιδίως η ανάγκη να βασιστούν οι μεταρρυθμίσεις σε αξιόπιστα στοιχεία και ισχυρή συναίνεση.

Ο εκσυγχρονισμός των συνταξιοδοτικών συστημάτων και, γενικότερα, των συστημάτων κοινωνικής προστασίας πρέπει επίσης να αντιμετωπιστεί ως πολύ σημαντικό στοιχείο για την επίτευξη των στόχων της στρατηγικής της Λισσαβώνας. Η απάντηση στην πρόκληση της γήρανσης απαιτεί την αναθεώρηση των παραδοσιακών κύκλων ζωής, καθώς τα στάδια που είναι αφιερωμένα στη μάθηση, στην εργασία και στην περίθαλψη δεν είναι πλέον τόσο διακριτά. Στα συστήματα κοινωνικής προστασίας πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι αλλαγές αυτές και να επιτρέπουν στους ανθρώπους να αξιοποιούν όσο το δυνατόν περισσότερο τις ευκαιρίες που προσφέρονται από μια δυναμική οικονομία και αγορά εργασίας.

4. ΚΥΡΙΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ

- Η βελτίωση της επάρκειας της κοινωνικής προστασίας είναι σημαντική για την ανάπτυξη και την απασχόληση, καθώς και για την κοινωνική συνοχή. Η παράταση του επαγγελματικού βίου και η αύξηση των επιπέδων απασχόλησης πρέπει να παραμείνουν οι βασικοί μοχλοί του εκσυγχρονισμού της κοινωνικής προστασίας. Αντίστροφα, απαντώντας στις εξελισσόμενες ανάγκες των ατόμων κατά τη διάρκεια του κύκλου της ζωής τους, τα συστήματα κοινωνικής προστασίας θα διευκολύνουν τη διαχείριση των νέων κινδύνων.

- Σε επίπεδο ΕΕ, η προγραμματισμένη επέκταση της υγειονομικής περίθαλψης και ο εξορθολογισμός όλων των διαδικασιών κοινωνικής προστασίας και κοινωνικής ενσωμάτωσης κατά το 2006 πρέπει να χρησιμοποιηθεί για την ενίσχυση της εφαρμογής και των συνεργιών σε όλο τον τομέα γενικά. Αυτό θα πρέπει να γίνει τηρώντας παράλληλα την ιδιαιτερότητα της κάθε πτυχής - ενσωμάτωση, συντάξεις, υγειονομική και μακροχρόνια περίθαλψη – στο πλαίσιο της ανοικτής μεθόδου συντονισμού για την κοινωνική προστασία.

- Στον τομέα της κοινωνικής ενσωμάτωσης, τα έως τώρα αποτελέσματα μαρτυρούν ότι τόσο η επιμονή όσο και η φιλοδοξία είναι αιτιολογημένες. Η επιμονή θα χρειαστεί, επειδή η αντιμετώπιση των αιτιών της φτώχειας και του αποκλεισμού θα απαιτήσουν επικεντρωμένη προσπάθεια και πέρα από το 2010· η φιλοδοξία, επειδή η διαδικασία της συλλογικής δράσης όλων των ενδιαφερομένων μερών σε όλη την ΕΕ διαθέτει πλέον στέρεες βάσεις.

- Αν και οι πολιτικές για την κοινωνική ενσωμάτωση πρέπει να προσαρμόζονται στα διαφορετικά προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει κάθε κράτος μέλος, η βασική απαίτηση για μια πολύπλευρη προσέγγιση παραμένει προτεραιότητα. Το έργο που έχει πραγματοποιηθεί έως σήμερα επιβεβαιώνει τη συνάφεια πολλών κύριων προτεραιοτήτων. Η επικέντρωση της προσοχής σε αυτές θα βοηθήσει στο να αντιμετωπιστούν ορισμένα από τα πιο επείγοντα θέματα όπως είναι η πρόληψη της παιδικής φτώχειας, η υποστήριξη των δυνατοτήτων των οικογενειών για παροχή φροντίδας, η αντιμετώπιση των ανισοτήτων των φύλων, η αντιμετώπιση του προβλήματος των αστέγων και το άνοιγμα νέων δρόμων για την ενσωμάτωση των εθνικών μειονοτήτων και των μεταναστών.

- Η επικείμενη διαδικασία αξιολόγησης, που προβλέπεται για το 2005, πρέπει να επικεντρωθεί στα αποτελέσματα ώστε να προετοιμάσει ένα νέο κύκλο για την ανοικτή μέθοδο συντονισμού μετά το 2006. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή πρέπει να αξιολογήσουν ιδίως τον τρόπο με τον οποίο οι εθνικές στρατηγικές μπορούν να γίνουν αποτελεσματικότερες με τη χρήση ποσοτικών στόχων, σημείων αναφοράς και δεικτών, καλύτερης σύνδεσης με τις πολιτικές για την οικονομία και την απασχόληση, αποτελεσματικών διαδικασιών παρακολούθησης και αξιολόγησης και τη χρήση των διαρθρωτικών ταμείων, συμπεριλαμβανομένου του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου. Πρέπει επίσης να επανεξεταστεί ο βαθμός στον οποίο οι εθνικές στρατηγικές μπόρεσαν να επιτύχουν τη συμμετοχή της τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης, των κοινωνικών εταίρων και των άλλων ενδιαφερομένων μερών, και να συμβάλλουν στην ευαισθητοποίηση σχετικά με το κρίσιμο ζήτημα της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού.

- Η επιστροφή του κόσμου στην εργασία, η διατήρηση των εργαζομένων στην απασχόληση, η αύξηση της απασχολησιμότητας και της συμμετοχής στην αγορά εργασίας αποτελούν κύρια στοιχεία για την επίτευξη των στόχων της ανταγωνιστικότητας, της απασχόλησης και της κοινωνικής ενσωμάτωσης της στρατηγικής της Λισσαβώνας. Η στρατηγική αυτή εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τεράστιες προκλήσεις στη διευρυμένη Ένωση, εάν σκεφτούμε την κατάσταση των περισσότερο αποκλεισμένων από την αγορά εργασίας. Έχοντας ως βάση τα διδάγματα από την ανοικτή μέθοδο συντονισμού για την ενσωμάτωση και από την ευρωπαϊκή στρατηγική για την απασχόληση, η Επιτροπή πρέπει να πραγματοποιήσει διαβουλεύσεις το 2005 με τους κοινωνικούς εταίρους, τα κράτη μέλη και όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη σχετικά με το εάν απαιτούνται περαιτέρω ενέργειες σε επίπεδο ΕΕ για την αντιμετώπιση των προκλήσεων αυτών και με ποιον τρόπο θα πρέπει να γίνουν.

- Στον τομέα των συντάξεων, η παραμονή των μεγαλύτερων σε ηλικία εργαζομένων στην απασχόληση εξακολουθεί να αποτελεί βασική πρόκληση σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Πρέπει να δοθεί προτεραιότητα στη διαδικασία των μεταρρυθμίσεων για να εξασφαλιστεί η μελλοντική επάρκεια και η οικονομική βιωσιμότητα των συνταξιοδοτικών συστημάτων. Η αύξηση του προσδόκιμου ζωής θα απαιτήσει περαιτέρω αύξηση της ηλικίας εξόδου από την αγορά εργασίας, γεγονός που προϋποθέτει τη σταδιακή κατάργηση των διαφόρων κινήτρων για πρόωρη συνταξιοδότηση. Τα κράτη μέλη πρέπει να αξιολογήσουν το ρόλο των συστημάτων κοινωνικής προστασίας στην προώθηση της παράτασης του επαγγελματικού βίου.

[1] Η Επιτροπή ενέκρινε, στις 11 Ιανουαρίου 2005, την Πράσινη Βίβλο για μια κοινοτική προσέγγιση της διαχείρισης της οικονομικής μετανάστευσης (COM(2004) 881), επίκεντρο της οποίας είναι οι διαδικασίες που είναι απαραίτητες για τη νόμιμη είσοδο των οικονομικών μεταναστών και την έκδοση αδειών εργασίας και παραμονής.