52003DC0006

Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφεριών - Το μέλλον της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση (ΕΣΑ) : «Μια στρατηγική για την πλήρη απασχόληση και καλύτερες θέσεις εργασίας για όλους» /* COM/2003/0006 τελικό */


ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ - Το μέλλον της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση (ΕΣΑ) : «Μια στρατηγική για την πλήρη απασχόληση και καλύτερες θέσεις εργασίας για όλους»

Εισαγωγή

1. Η ΕΣΑ: βασική συνιστώσα του προγράμματος δράσης της Λισσαβώνας

1.1. Η αντιμετώπιση των μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων προκλήσεων

1.2. Μέσα που αποσκοπούν στην εφαρμογή και τα αποτελέσματα

1.3. Διασφάλιση της συνοχής με άλλες διαδικασίες

1.4. Καλύτερη διακυβέρνηση

2. Μια νέα γενιά κατευθυντήριων γραμμών για την απασχόληση

2.1. Τρεις βασικοί στόχοι

2.1.1. Πλήρης απασχόληση

2.1.2. Ποιότητα και παραγωγικότητα στην εργασία

2.1.3. Συνοχή και αγορά εργασίας χωρίς αποκλεισμούς

2.2. Εστίαση στις προτεραιότητες

2.2.1. Ενεργητικά και προληπτικά μέτρα για τους άνεργους και τους άεργους

2.2.2. Ανταμοιβή της εργασίας

2.2.3. Ενίσχυση της επιχειρηματικότητας για τη δημιουργία περισσότερων και καλύτερων θέσεων εργασίας

2.2.4. Μετατροπή της αδήλωτης εργασίας σε κανονική απασχόληση

2.2.5. Προώθηση της παράτασης του ενεργού επαγγελματικού βίου

2.2.6. Μετανάστευση

2.2.7. Προώθηση της προσαρμοστικότητας στην αγορά εργασίας

2.2.8. Επένδυση σε ανθρώπινο κεφάλαιο και στρατηγικές διά βίου μάθησης

2.2.9. Ισότητα των δύο φύλων

2.2.10. Στήριξη της ένταξης και καταπολέμηση των διακρίσεων στην αγορά εργασίας για μειονεκτούντα άτομα

2.2.11. Αντιμετώπιση των περιφερειακών ανισοτήτων στην απασχόληση

2.3. Εκτέλεση και διακυβέρνηση

2.3.1. Αποτελεσματικές και αποδοτικές υπηρεσίες εκτέλεσης

2.3.2. Ενίσχυση της συμμετοχής των κοινωνικών εταίρων

2.3.3. Κινητοποίηση όλων των σχετικών φορέων

2.3.4. Επαρκής χρηματοδότηση

Παράρτημα: Παραδείγματα πιθανών δεικτών και στόχων για την ΕΣΑ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ - Το μέλλον της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση (ΕΣΑ) : «Μια στρατηγική για την πλήρη απασχόληση και καλύτερες θέσεις εργασίας για όλους»

Εισαγωγη

Φιλοδοξία της συνόδου κορυφής για την απασχόληση, η οποία πραγματοποιήθηκε στο Λουξεμβούργο το Νοέμβριο του 1997 και κατά την οποία δρομολογήθηκε η ευρωπαϊκή στρατηγική για την απασχόληση (ΕΣΑ), βάσει των νέων διατάξεων του τίτλου της Συνθήκης για την απασχόληση, ήταν να σημειωθεί αποφασιστική πρόοδος εντός της επόμενης πενταετίας.

Στην ανακοίνωσή της τής 17ης Ιουλίου 2002 [1], η Επιτροπή αξιολογεί την πενταετή εμπειρία της εφαρμογής της ΕΣΑ στο πλαίσιο της «διαδικασίας του Λουξεμβούργου» και προσδιορίζει σημαντικά ζητήματα που πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο του διαλόγου για το μέλλον της ΕΣΑ.

[1] COM(2002)416 της 17ης Ιουλίου 2002 «Απολογισμός πέντε ετών ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση».

Η ανακοίνωση έδωσε το έναυσμα για την έναρξη διαλόγου στον οποίο συμμετέχουν όλα τα θεσμικά όργανα και ο οποίος είχε ως αποτέλεσμα την έγκριση σχετικού ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου [2] και κοινής θέσης της Επιτροπής Απασχόλησης και της Επιτροπής Οικονομικής Πολιτικής, η οποία υποβλήθηκε στο Συμβούλιο. Οι ευρωπαίοι κοινωνικοί εταίροι και άλλοι ενδιαφερόμενοι συνεισέφεραν επίσης στο διάλογο, ο οποίος επιβεβαίωσε τη σημαντική συνεισφορά της ΕΣΑ στη βελτίωση των επιδόσεων στον τομέα της απασχόλησης και στη σύγκλιση των πολιτικών απασχόλησης στο εσωτερικό της ΕΕ την τελευταία πενταετία. Τονίστηκε επίσης η ανάγκη βελτίωσης της ΕΣΑ προκειμένου να εναρμονιστεί περισσότερο με τη στρατηγική της Λισσαβώνας και να αντιμετωπίσει τις νέες προκλήσεις.

[2] PE 316.370 της 25.09.2002

Η ανακοίνωση της Επιτροπής της 3ης Σεπτεμβρίου 2002 σχετικά με τον εξορθολογισμό των ετήσιων κύκλων συντονισμού της οικονομικής πολιτικής και της πολιτικής απασχόλησης [3], η οποία εκδόθηκε σε συνέχεια της ανακοίνωσης της Επιτροπής για την αξιολόγηση και για να την συμπληρώσει, έτυχε ευρείας στήριξης από τα κοινοτικά θεσμικά όργανα στα τέλη του 2002. Στη συνέχεια, τον Νοέμβριο, παρουσιάστηκε το σχέδιο κοινής έκθεσης για την απασχόληση [4] στο οποίο η Επιτροπή παρέχει γενικές κατευθύνσεις για την τακτική πoυ πρέπει να ακoλoυθηθεί στo μέλλoν.

[3] COM(2002)487

[4] COM(2002)621 της 13.11.2002

Ενόψει της έγκρισης των κατευθυντήριων γραμμών για την απασχόληση βάσει των πολιτικών προσανατολισμών του εαρινού Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, σύμφωνα με τη νέα απλοποιημένη διαδικασία, στόχος της παρούσας ανακοίνωσης είναι να παρουσιάσει το περίγραμμα της αναθεωρημένης στρατηγικής η οποία θα συμπληρώνεται από παραδείγματα υφιστάμενων συγκεκριμένων στόχων και σκοπών καθώς και από προτάσεις νέων στόχων. Η ανακοίνωση θα αποτελέσει τη βάση ενός ανοικτού διαλόγου με όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη, ιδίως δε με τα κράτη μέλη, με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με αντιπροσωπευτικές οργανώσεις των κοινωνικών εταίρων και με την κοινωνία των πολιτών. Σύμφωνα με τη νέα, εξορθολογισμένη προσέγγιση για την παρακολούθηση του προγράμματος δράσης της Λισσαβώνας, η Επιτροπή πρόκειται να υποβάλει επίσημη πρόταση κατευθυντήριων γραμμών και συστάσεων για την απασχόληση, υπό το πρίσμα του διαλόγου που θα προηγηθεί και των γενικών κατευθυντήριων γραμμών του εαρινού Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για την πολιτική που θα ακολουθηθεί. Η έγκρισή τους από το Συμβούλιο αναμένεται στα τέλη του πρώτου εξαμήνου του 2003.

Το παρόν κείμενο είναι έγγραφο συζήτησης. Η Επιτροπή θα υποβάλει, τον Απρίλιο του 2003, υπό το φως των συμπερασμάτων του εαρινού Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, τις λεπτομερείς της προτάσεις για τους γενικούς προσανατολισμούς οικονομικής πολιτικής και τις κατευθυντήριες γραμμές για την απασχόληση με τρόπο που θα διασφαλίζεται η συνέπεια της προσέγγισης και στα δύο έγγραφα.

Στο πλαίσιο της απλοποίησης των διαδικασιών συντονισμού των πολιτικών, η παρούσα ανακοίνωση υποβάλλεται από κοινού με τη συγκεφαλαιωτική έκθεση της Επιτροπής και την έκθεση εφαρμογής των γενικών προσανατολισμών οικονομικής πολιτικής και της εσωτερικής αγοράς, ως συνεισφορά στο εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Η συγκεφαλαιωτική έκθεση περιέχει τα βασικά μηνύματα της Επιτροπής προς το εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, ενώ στην παρούσα ανακοίνωση παρουσιάζονται αναλυτικότερα οι συνέπειες των εν λόγω μηνυμάτων για την πολιτική απασχόλησης.

1. Η ΕΣΑ: ΒΑΣΙΚΗ ΣΥΝΙΣΤΩΣΑ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ ΔΡΑΣΗΣ ΤΗΣ ΛΙΣΣΑΒΩΝΑΣ

Στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβώνας, η Ευρωπαϊκή Ένωση χάραξε μια ολοκληρωμένη στρατηγική με μακροπρόθεσμους στόχους την οικονομική ανάπτυξη, την πλήρη απασχόληση, την κοινωνική συνοχή και τη βιώσιμη ανάπτυξη, στο πλαίσιο μιας κοινωνίας της γνώσης. Σήμερα αναγνωρίζεται ευρέως ότι η στρατηγική της Λισσαβώνας, στο πλαίσιο της διευρυμένης ΕΕ, πρέπει να βασιστεί σε μεγάλο βαθμό στην ΕΣΑ. Με τον τρόπο αυτό, η ΕΣΑ θα συμβάλει επίσης στην οικονομική και κοινωνική συνοχή.

1.1. Η αντιμετώπιση των μεσοπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων προκλήσεων

Προηγούμενες μεταρρυθμίσεις συνέβαλαν στην αύξηση της προσαρμοστικότητας της απασχόλησης στην οικονομική επιβράδυνση, στην αύξηση της απασχόλησης με τη δημιουργία άνω των 10 εκατομμυρίων θέσεων εργασίας και στη μείωση του ποσοστού της ανεργίας από το 10,1% στο 7,4% (δηλ. κατά τέσσερα εκατομμύρια άτομα) και της μακροχρόνιας ανεργίας από το 5,2% στο 3,3% κατά τη διάρκεια της διαδικασίας του Λουξεμβούργου. Αυτό σημαίνει ότι οι μεταρρυθμίσεις πρέπει να συνεχιστούν και να επεκταθούν με στόχο τη δημιουργία των 15 εκατομμυρίων νέων θέσεων εργασίας που απαιτούνται ακόμη για την επίτευξη του στόχου απασχόλησης της Λισσαβώνας. Αν και έχουν σημειωθεί ουσιαστικές διαρθρωτικές βελτιώσεις στις αγορές εργασίας της ΕΕ, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές διαρθρωτικές αδυναμίες, οι οποίες πρέπει να αντιμετωπιστούν με αποφασιστικότητα. Τα επίπεδα απασχόλησης και συμμετοχής στην ΕΕ εξακολουθούν να μην είναι ικανοποιητικά. Το ποσοστό ανεργίας παραμένει υψηλό σε αρκετά κράτη μέλη, ιδιαίτερα όσον αφορά ορισμένες κατηγορίες πολιτών, όπως οι νέοι (τρία εκατομμύρια άνεργοι το 2001), οι μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενοι, οι γυναίκες ή τα άτομα με συγκεκριμένες μειονεξίες. Παράλληλα, σε αρκετούς τομείς και περιοχές στην ΕΕ παρατηρούνται «στενώσεις». Οι ανισότητες μεταξύ των δύο φύλων εξακολουθούν να είναι σημαντικές τόσο σε σχέση με τα ποσοστά απασχόλησης και ανεργίας όσο και σε σχέση με την αμοιβή. Εξακολουθεί να παρατηρείται επαγγελματικός και τομεακός διαχωρισμός ανάλογα με το φύλο και χρειάζεται να γίνουν πολλά βήματα ακόμη σε όλα τα κράτη μέλη για να επιτευχθεί η αποτελεσματική ενσωμάτωση της διάστασης της ισότητας των δύο φύλων στις πολιτικές. Μεγάλες ανισότητες στο εσωτερικό αλλά και μεταξύ περιφερειών παρατηρούνται ακόμη. Είναι επίσης απαραίτητο να αντιστραφεί η τάση μείωσης της ανάπτυξης της παραγωγικότητας εργασίας.

Οι ανωτέρω διαρθρωτικές αδυναμίες παρατηρούνται, σε διαφορετικό βαθμό, στο σύνολο σχεδόν των σημερινών αλλά και των μελλοντικών κρατών μελών. Αν και η κατάσταση στον τομέα της απασχόλησης διαφέρει σημαντικά μεταξύ των διαφόρων υποψήφιων προς ένταξη χωρών, μεταξύ των σημαντικότερων προκλήσεων περιλαμβάνονται και οι ακόλουθες: η ανάγκη αύξησης της προσφοράς εργατικού δυναμικού που θα συνεισφέρει στη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη, η ανάγκη αύξησης των ποσοστών απασχόλησης - ιδίως των ανδρών και με ιδιαίτερη προσοχή στους μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενους - τα οποία πρέπει να φθάσουν στα επίπεδα των κρατών μελών, η ανάγκη διασφάλισης μιας ομαλής μετακίνησης εργατικού δυναμικού από τους τομείς της γεωργίας και της βιομηχανίας στον τομέα των υπηρεσιών χωρίς να δημιουργηθούν μεσοπρόθεσμα αυξανόμενες περιφερειακές ανισότητες και η ανάγκη αναβάθμισης και ανανέωσης των δεξιοτήτων προκειμένου οι υποψήφιες προς ένταξη χώρες να είναι σε θέση να ανταγωνίζονται αποτελεσματικά στο πλαίσιο της διευρυμένης Ένωσης και της παγκόσμιας οικονομίας. Σε όλες τις υποψήφιες χώρες έχουν συντελεστεί σημαντικές μεταρρυθμίσεις της αγοράς εργασίας κατά την τελευταία δεκαετία και η ΕΣΑ πρέπει να στηρίξει τις χώρες αυτές στη διαχείριση της οικονομικής και κοινωνικής τους μεταρρύθμισης.

Η ΕΣΑ πρέπει να αντιμετωπίζει τις εναπομένουσες διαρθρωτικές διαφορές που χαρακτηρίζουν την αγορά εργασίας της ΕΕ και παράλληλα να αντανακλά τις μελλοντικές προκλήσεις στον τομέα της απασχόλησης.

Οι δημογραφικές τάσεις θα αποτελέσουν επίσης σημαντική πρόκληση μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα. Το φαινόμενο της γήρανσης του εργατικού δυναμικού και, μακροπρόθεσμα, η μείωση του ενεργού πληθυσμού ενδέχεται να οδηγήσουν σε μείωση της προσφοράς εργατικού δυναμικού, σε περιορισμό της οικονομικής ανάπτυξης και της βιωσιμότητας των συστημάτων κοινωνικής προστασίας. Κατά συνέπεια, η αύξηση της συμμετοχής του εργατικού δυναμικού [5] αποτελεί σήμερα ζήτημα προτεραιότητας, ενώ δίδεται όλο και μεγαλύτερη προσοχή στο ρόλο που δύνανται να διαδραματίσουν εργαζόμενοι από τρίτες χώρες.

[5] Βλέπε την κοινή έκθεση «Αύξηση της συμμετοχής του εργατικού δυναμικού και προώθηση της παράτασης του ενεργού επαγγελματικού βίου» που υποβλήθηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Βαρκελώνης, η οποία εγκρίθηκε βάσει του εγγράφου COM(2002) 9 τελικό της 24.01.2002.

Η παγκοσμιοποίηση και η πορεία προς μια κοινωνία της γνώσης συμβάλλουν στην αύξηση του ρυθμού της οικονομικής αναδιάρθρωσης, δημιουργώντας, όμως, παράλληλα τον κίνδυνο κοινωνικού αποκλεισμού και «διάβρωσης» των δεξιοτήτων. Η θετική διαχείριση των οικονομικών και κοινωνικών αλλαγών καθίσταται κύρια προτεραιότητα της πολιτικής απασχόλησης. Η επένδυση σε ανθρώπινο δυναμικό αποτελεί βασική προϋπόθεση για την επίτευξη του στόχου της Λισσαβώνας να καταστεί η Ευρώπη η ανταγωνιστικότερη οικονομία της γνώσης. Η αυξανόμενη σημασία του τομέα των υπηρεσιών για την οικονομία, ο ρυθμός της τεχνολογικής προόδου, η αύξηση του μεριδίου της γνώσης/πληροφορίας στην αξία της παραγωγής καθώς και ο βαθμός οικονομικής και κοινωνικής αναδιάρθρωσης αποτελούν επιχειρήματα υπέρ της αύξησης των επενδύσεων σε ανθρώπινο δυναμικό. Η ΕΕ πάσχει από ανεπάρκεια επενδύσεων σε ανθρώπινο κεφάλαιο και σε μέσα των ΤΠΕ, απαραίτητα για την αύξηση της παραγωγικότητας και της ποιότητας στην εργασία.

Ο επαγγελματικός βίος επίσης γίνεται πιο σύνθετος καθώς οι μορφές εργασίας γίνονται πιο ακανόνιστες και ένας αριθμός μεταβατικών καταστάσεων πρέπει να ληφθούν υπόψη, όπως μεταξύ σχολικής και επαγγελματικής ζωής, μεταξύ θέσεων εργασίας, μεταξύ διαφόρων μορφών εργασίας, μεταξύ του ενεργού επαγγελματικού βίου και της συνταξιοδότησης και μεταξύ εργασίας και κατάρτισης, διακοπής της σταδιοδρομίας και περιόδων φροντίδας. Το τελευταίο αυτό σημείο εγείρει το ζήτημα της ίσης κατανομής της αμειβόμενης και μη αμειβόμενης εργασίας μεταξύ ανδρών και γυναικών. Η ισορροπία μεταξύ ευελιξίας και ασφάλειας απασχολεί όλο και μεγαλύτερο μέρος του εργατικού δυναμικού.

Η ΕΣΑ πρέπει να αποτελέσει την πολιτική απάντηση στις ανωτέρω προκλήσεις που κινούνται γύρω από το φιλόδοξο στόχο της Λισσαβώνας για πλήρη απασχόληση, ποιότητα στην εργασία («καλύτερες θέσεις εργασίας») και κοινωνική ένταξη.

Η συνεκτικότητα μεταξύ της ΕΣΑ και του προγράμματος δράσης της Λισσαβώνας θα υποστηριχθεί από την ευθυγράμμιση του χρονοδιαγράμματος της ΕΣΑ με το μεσοπρόθεσμο στόχο του 2010, και την πρόβλεψη ενδιάμεσης αξιολόγησης το 2006 [6]. Η ενδιάμεση αυτή αξιολόγηση θα συμπέσει χρονικά με την αξιολόγηση των διαρθρωτικών ταμείων, καθιστώντας δυνατή τη διασφάλιση της συνοχής και της αμοιβαίας στήριξης μεταξύ των μέσων πολιτικής και των χρηματοδοτικών μέσων, ιδίως δε του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου.

[6] Βλέπε συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Βαρκελώνης, παράγραφο 30.

1.2. Μέσα που αποσκοπούν στην εφαρμογή και τα αποτελέσματα

Η ανοικτή μέθοδος συντονισμού της ΕΣΑ, που βασίζεται στο άρθρο 128 της Συνθήκης έχει αποδείξει την αξία της. Σε συνέχεια της απαίτησης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Βαρκελώνης για ενίσχυση της ΕΣΑ και του συμπεράσματος της συνόδου του Συμβουλίου για «απλοποίηση», πρέπει να διερευνηθούν τρόποι βέλτιστης χρήσης των μέσων που προβλέπονται στη Συνθήκη και που έχουν αναπτυχθεί στην πράξη.

Σταθερές και προσανατολισμένες στο αποτέλεσμα κατευθυντήριες γραμμές για την απασχόληση

Είναι σήμερα ευρέως αποδεκτό ότι, λόγω των διαδοχικών αναθεωρήσεων που πραγματοποιήθηκαν από το 1997, οι κατευθυντήριες γραμμές είναι πλέον ιδιαίτερα πολύπλοκες και είναι αναγκαίο να απλοποιηθούν. Στο πλαίσιο μιας διευρυμένης Ευρωπαϊκής Ένωσης και δεδομένου του ευρύτερου φάσματος παραγόντων στους οποίους θα απευθύνονται, οι κατευθυντήριες γραμμές πρέπει να παρέχουν καθοδήγηση σε γενικότερο επίπεδο και γενικές προσεγγίσεις για τη μεταρρύθμιση της πολιτικής απασχόλησης, προσδιορίζοντας παράλληλα δράσεις προτεραιότητας και σαφώς καθορισμένες αρμοδιότητες.

Η συμφωνία του Συμβουλίου για την «απλοποίηση» στηρίζει την πρόταση της Επιτροπής για μεγαλύτερη σταθερότητα των κατευθυντήριων γραμμών. Η εμπειρία έχει δείξει ότι συχνά απαιτείται πολύς χρόνος για το σχεδιασμό, την έγκριση και την υλοποίηση των σημαντικών μέτρων για την αγορά εργασίας και ακόμη περισσότερος χρόνος έως ότου αποδειχθεί ο αντίκτυπός τους στην αγορά εργασίας. Αν και η Συνθήκη προβλέπει τη χάραξη κατ' έτος κατευθυντήριων γραμμών και εξαιρέσεις γίνονται δεκτές σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, πρέπει να αποφευχθούν οι τροποποιήσεις έως την ενδιάμεση αξιολόγηση που έχει προγραμματιστεί για το 2006.

Για λόγους μεγαλύτερης αποτελεσματικότητας, οι κατευθυντήριες γραμμές πρέπει να είναι περισσότερο προσανατολισμένες στο αποτέλεσμα, δίνοντας μικρότερη έμφαση στις μεθόδους που θα χρησιμοποιηθούν και προσδιορίζοντας καλύτερα τα αποτελέσματα που πρέπει να επιτευχθούν βάσει, όπου αυτό είναι δυνατόν, κατάλληλων ποσοτικών στόχων.

Καθοδήγηση σε επίπεδο πολιτικής μέσω συστάσεων

Από τότε που χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά, το 2000, οι συστάσεις για την απασχόληση έχουν αποδειχθεί αποτελεσματικές όσον αφορά τη διατήρηση της δυναμικής των μεταρρυθμίσεων πολιτικής. Η σημασία των συστάσεων ως μέσου αναμένεται να αυξηθεί ενόψει της αυξανόμενης ποικιλομορφίας στο εσωτερικό της ΕΕ και της έκδοσης κατευθυντήριων γραμμών περισσότερο προσανατολισμένων στο αποτέλεσμα. Οι συστάσεις καθιστούν δυνατή τη διαφοροποιημένη - δεόντως αιτιολογημένη - καθοδήγηση της πολιτικής στα διάφορα κράτη μέλη, ανάλογα με την κατάσταση στο καθένα από αυτά και αποτελούν έναν τρόπο εστίασης στην υλοποίηση βάσει και της προσέγγισης της απλοποίησης. Οι συστάσεις θα αναθεωρούνται σε ετήσια βάση και θα ενημερώνονται εφόσον αυτό κρίνεται απαραίτητο υπό το πρίσμα των τυχόν οικονομικών, πολιτικών ή κοινωνικών εξελίξεων στην εκάστοτε χώρα.

Εστίαση στην υλοποίηση μέσω των εθνικών σχεδίων δράσης

Τα εθνικά σχέδια δράσης προβλέπονται από τη Συνθήκη και θα εξακολουθήσουν να αποτελούν τη βάση για την αποτελεσματική υποβολή εκθέσεων σχετικά με την εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών για την απασχόληση, ως ανεξάρτητο μέρος της εθνικής «δέσμης υλοποίησης». Έχουν αποδειχθεί βασικό εργαλείο της πολυμερούς εποπτείας στο πλαίσιο της ΕΣΑ. Τα εθνικά σχέδια δράσης πρέπει να περιέχουν τις απαραίτητες πληροφορίες σε σχέση με: τα βασικά στοιχεία της απάντησης σε επίπεδο πολιτικής στις κατευθυντήριες γραμμές, τον αντίκτυπο των μέτρων που έχουν ήδη ληφθεί, την παρακολούθηση των συστάσεων, την πρόοδο προς την επίτευξη των στόχων, τις νέες κατευθύνσεις πολιτικής και πρωτοβουλίες και τους σχετικούς προϋπολογισμούς, ιδίως σε σχέση με το ΕΚΤ.

Η σταθερότητα των κατευθυντήριων γραμμών θα διευκολύνει τη διαδικασία υποβολής εκθέσεων και θα απαλλάξει από ορισμένες υποχρεώσεις τα κράτη μέλη.

Η Κοινή Έκθεση για την Απασχόληση

Η Συνθήκη ορίζει ότι η Κοινή Έκθεση για την Απασχόληση θα αποτελεί τη βάση για τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σχετικά με την κατάσταση της απασχόλησης. Στο πλαίσιο της προσέγγισης της απλοποίησης, η έκθεση αυτή θα αποτελεί τη συνεισφορά του Συμβουλίου Απασχόλησης, Κοινωνικών Υποθέσεων, Υγείας και Καταναλωτών στο εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και θα περιέχει βασικά στοιχεία της πολιτικής για την απασχόληση και την αγορά εργασίας.

Αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της αξιολόγησης και της ανταλλαγής εμπειριών

Η προστιθέμενη αξία της ΕΣΑ συνδέεται στενά με την ικανότητά της να ενθαρρύνει την ανταλλαγή εμπειριών και να διαμορφώνει μια φιλοσοφία αξιολόγησης για τη βελτίωση της ποιότητας πολιτικών και μέτρων. Το πρόγραμμα αξιολόγησης από ομοτίμους [7] έχει αποδειχθεί πολύτιμο εργαλείο και αναμένεται να διευκολύνει στο μέλλον τη μεταφορά τεχνογνωσίας μεταξύ των σημερινών και των μελλοντικών κρατών μελών. Πρέπει να αντιμετωπίζεται ως βασικό συστατικό στοιχείο της ΕΣΑ και να επιδιωχθεί η ευρύτερη διάδοση των αποτελεσμάτων του.

[7] http://peerreview.almp.org

Βάσει της εμπειρίας τού μείζονος σημασίας προγράμματος αξιολόγησης της ΕΣΑ που οργάνωσε η Επιτροπή την περίοδο 2001/2002, πρέπει να αναπτυχθεί τόσο σε εθνικό όσο και σε κοινοτικό επίπεδο ένα πρόγραμμα συνεχούς αξιολόγησης. Πρέπει επίσης να αξιοποιηθεί το νέο πρόγραμμα μέτρων ενθάρρυνσης στον τομέα της απασχόλησης [8] για τη στήριξη συναφών σχεδίων.

[8] Απόφαση αριθ. 1145/2002/EΚ της 10.06.2002

Ο ρόλος των δεικτών στην αξιολόγηση των εθνικών πολιτικών απασχόλησης και των επιδόσεων της αγοράς εργασίας της ΕΕ είναι σημαντικός. Οι δείκτες πρέπει να βασίζονται σε διασταυρωμένα στατιστικά στοιχεία και σε εναρμονισμένα δεδομένα. Τα κράτη μέλη πρέπει να προβούν στις επενδύσεις που απαιτούνται για τη συλλογή των σχετικών δεδομένων. Η βάση δεδομένων για την πολιτική αγοράς εργασίας [9] που αναπτύχθηκε πρόσφατα θα αποτελέσει πολύτιμο μέσο για την παρακολούθηση των μελλοντικών κατευθυντήριων γραμμών.

[9] Υπηρεσία Επίσημων Εκδόσεων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, 2001.

1.3. Διασφάλιση της συνοχής με άλλες διαδικασίες

Μελλοντική προτεραιότητα της ΕΣΑ θα αποτελέσει η καλύτερη συνάρθρωσή της με σχετικές διαδικασίες συντονισμού πολιτικής - είτε παγιωμένες και βασισμένες στη Συνθήκη, όπως στην περίπτωση των Γενικών Προσανατολισμών Οικονομικής Πολιτικής, είτε πιο πρόσφατες, όπως στους τομείς της εκπαίδευσης και της κατάρτισης, της επιχειρηματικότητας, της κοινωνικής ένταξης, των συντάξεων και της μετανάστευσης.

Η πρόσφατη συμφωνία για την απλοποίηση [10] μπορεί να αποτελέσει τη βάση για μεγαλύτερη συμπληρωματικότητα και συνεκτικότητα μεταξύ της ΕΣΑ και των Γενικών Προσανατολισμών Οικονομικής Πολιτικής. Επιβεβαιώνει το ρόλο των τελευταίων ως κύριου μέσου συντονισμού της οικονομικής πολιτικής και το σημαντικό ρόλο της ΕΣΑ στην καθοδήγηση και τη διασφάλιση του συντονισμού των προτεραιοτήτων της πολιτικής απασχόλησης, τις οποίες πρέπει να υιοθετήσουν τα κράτη μέλη.

[10] Έκθεση που εγκρίθηκε από το Συμβούλιο EPSCO και το Συμβούλιο ECO/FIN στις 3.12.2002 σχετικά με την απλοποίηση των διαδικασιών συντονισμού των πολιτικών

Στις 3 Δεκεμβρίου 2002, το Συμβούλιο επανέλαβε ότι η προώθηση της συμμετοχής στην απασχόληση εκείνων που επιθυμούν και είναι ικανοί να εργαστούν αποτελεί βασικό στόχο της στρατηγικής κοινωνικής ένταξης στο πλαίσιο της ΕΣΑ. Η ανοικτή μέθοδος συντονισμού στον τομέα της ένταξης καλύπτει ένα πεδίο πολύ ευρύτερο των τομέων της απασχόλησης και της αγοράς εργασίας αλλά ο στόχος των δύο στρατηγικών στον τομέα αυτό είναι κοινός και πρέπει, κατά συνέπεια, να συντονίζονται στενά.

Παρομοίως, υπάρχουν σημαντικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ της ΕΣΑ και της ανοικτής μεθόδου συντονισμού στον τομέα των συντάξεων, στο πλαίσιο του οποίου τα κράτη μέλη έχουν καταλήξει σε ένα σύνολο κοινών στόχων και σε ένα πλαίσιο για την ανταλλαγή πολιτικών σε σχέση με την παροχή επαρκών και βιώσιμων συντάξεων ενόψει του φαινομένου της δημογραφικής γήρανσης. Σημαντικοί στόχοι των στρατηγικών των κρατών μελών για το μέλλον των συντάξεων πρόκειται να επιδιωχθούν στο πλαίσιο της ΕΣΑ.

Τον Ιούνιο του 2002, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εξέφρασε την αποφασιστικότητά του για επιτάχυνση του ρυθμού ανάπτυξης μιας κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής για τη μετανάστευση. Η αυξανόμενη σημασία της μετανάστευσης για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων του φαινομένου της δημογραφικής γήρανσης στην απασχόληση και την οικονομική ανάπτυξη δημιουργεί την ανάγκη να διασφαλιστεί καλύτερος συντονισμός με την ΕΣΑ.

1.4. Καλύτερη διακυβέρνηση

Η ΕΣΑ ήταν από την αρχή μια ανοικτή διαδικασία. Στη σύνοδο κορυφής για την απασχόληση που πραγματοποιήθηκε στο Λουξεμβούργο το 1997 έγινε έκκληση να συνδυαστούν οι προσπάθειες όλων των ενδιαφερομένων μερών - κρατών μελών, περιφερειών, κοινωνικών εταίρων και κοινοτικών θεσμικών οργάνων - προκειμένου να αξιοποιηθεί αυτή η μοναδική ευκαιρία αλλαγής της υφιστάμενης κατάστασης μέσω της υιοθέτησης της νέας, συνεκτικής προσέγγισης που προσδιόρισε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Έκτοτε, το μήνυμα αυτό επιβεβαιώθηκε σε πολλές περιπτώσεις από τα Ευρωπαϊκά Συμβούλια. Στη Λευκή Βίβλο για τη διακυβέρνηση αναγνωρίζεται η θετική συμβολή της καινοτόμου «ανοικτής μεθόδου συντονισμού», η οποία μπορεί να συμβάλει σε ένα νέο σύστημα αποτελεσματικότερης, αποδοτικότερης και δημοκρατικότερης διακυβέρνησης στην ΕΕ.

Απαραίτητη για την αποφασιστική και βιώσιμη υλοποίηση της ΕΣΑ είναι η αύξηση της ευαισθητοποίησης του πληθυσμού και της προβολής. Πρέπει να ενθαρρυνθεί η συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων φορέων, σύμφωνα με τις αρχές της Επιτροπής για τα στοιχειώδη πρότυπα διαβούλευσης, προκειμένου αφενός να αυξηθεί η αποτελεσματικότητα της ανάπτυξης και της υλοποίησης της πολιτικής και, αφετέρου, να προωθηθεί η καλύτερη διαχείριση της διαδικασίας, συμβάλλοντας κατ' αυτό τον τρόπο στην καλύτερη ενσωμάτωση των στόχων της ΕΣΑ στο συνολικό πλαίσιο των εθνικών πολιτικών. Για το σκοπό αυτό απαιτείται η περαιτέρω ανάπτυξη της εδαφικής διάστασης της ΕΣΑ τόσο σε περιφερειακό όσο και σε τοπικό επίπεδο, μέσω ενός στρατηγικού συνδυασμού πολιτικών βασισμένων σε εταιρικές σχέσεις, η ενεργοποίηση οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών για τον εμπλουτισμό της διαδικασίας ανάπτυξης πολιτικής με νέα στοιχεία και η μεγαλύτερη συμμετοχή των κοινοβουλευτικών σωμάτων στη διαδικασία. Επιπλέον, η Επιτροπή σκοπεύει να εντατικοποιήσει τον τριμερή κοινωνικό διάλογο για την απασχόληση.

2. ΜΙΑ ΝΕΑ ΓΕΝΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΩΝ ΓΡΑΜΜΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗ

Η νέα γενιά κατευθυντήριων γραμμών για την απασχόληση θα αντικατοπτρίζει τις προαναφερθείσες αρχές. μια αναδιάρθρωση - απομάκρυνση από τους σημερινούς «οριζόντιους στόχους» και τις συγκεκριμένες κατευθυντήριες γραμμές που αναπτύσσονται βάσει των τεσσάρων αξόνων - φαντάζει αναγκαία δεδομένης της ανάγκης οι κατευθυντήριες γραμμές να αντικατοπτρίζουν τις νέες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΕΕ αλλά και της ανάγκης για απλοποίηση. Χωρίς να προδικάζεται στο παρόν στάδιο η ακριβής δομή των μελλοντικών κατευθυντήριων γραμμών, είναι πάντως αναγκαίο να περιέχουν τα ακόλουθα στοιχεία:

- τρεις βασικούς στόχους οι οποίοι θα αντανακλούν την «ισορροπία της Λισσαβώνας»

- μεγαλύτερη έμφαση στην υλοποίηση και τη διαχείριση της ΕΣΑ

- προσδιορισμό περιορισμένου αριθμού προτεραιοτήτων

- συγκεκριμένα μηνύματα προς τους κοινωνικούς εταίρους

- προσδιορισμό κατάλληλων στόχων.

Ο καθορισμός στόχων αποτελεί σημαντικό στοιχείο του «κεκτημένου» και σημαντική επιτυχία της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής για την Απασχόληση. Η αναθεώρηση της στρατηγικής, για την υιοθέτηση κατευθυντήριων γραμμών πιο προσανατολισμένων στο αποτέλεσμα, καθιστά αναγκαία την κατάλληλη προσαρμογή των στόχων. Οι στόχοι πρέπει να στηρίζουν την επίτευξη των τριών βασικών στόχων και των ειδικών προτεραιοτήτων δράσης που προσδιορίζονται πιο κάτω. Στο παράρτημα παρατίθενται παραδείγματα τομέων και δεικτών για μελλοντικούς στόχους, πολλοί εκ των οποίων έχουν ήδη εγκριθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο, προκειμένου να εξεταστούν πριν από την υποβολή εκ μέρους της Επιτροπής, μετά το εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, της επίσημης πρότασης για τις κατευθυντήριες γραμμές.

2.1. Τρεις βασικοί στόχοι

Οι μελλοντικές κατευθυντήριες γραμμές πρέπει να έχουν ως στόχο τη διατήρηση της δυναμικής των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας, στο πλαίσιο της στρατηγικής για την προώθηση και τη διαχείριση της αλλαγής τόσο στα σημερινά όσο και στα μελλοντικά κράτη μέλη. Αντανακλώντας την πολιτική ισορροπία του προγράμματος δράσης της Λισσαβώνας, οι προτεινόμενες κατευθυντήριες γραμμές πρέπει να προωθούν τρεις συμπληρωματικούς και αμοιβαία υποστηριζόμενους στόχους.

2.1.1. Πλήρης απασχόληση

Η επίτευξη του στόχου της πλήρους απασχόλησης μέσω της αύξησης των ποσοστών απασχόλησης στα επίπεδα των στόχων της Λισσαβώνας και της Στοκχόλμης είναι ιδιαίτερα σημαντική για την οικονομική ανάπτυξη της ΕΕ και για τη βιωσιμότητα των συστημάτων κοινωνικής προστασίας. Η Κοινή Έκθεση για την Απασχόληση του 2002 έδειξε ότι, παρότι τα κράτη μέλη υιοθετούν μια πιο στρατηγική προσέγγιση έναντι των εν λόγω στόχων (προσδιορίζοντας καλύτερα τα πιθανά αποθέματα εργατικού δυναμικού και εξετάζοντας τα συνολικά μέτρα πολιτικής), για να επιτευχθεί πρόοδος προς την κατεύθυνση της πλήρους απασχόλησης απαιτείται συνεχής προσπάθεια, δεδομένων ιδίως των αβέβαιων οικονομικών συνθηκών.

Κεντρικό στοιχείο των κατευθυντήριων γραμμών είναι, επομένως, οι στόχοι της Λισσαβώνας και της Στοκχόλμης για το συνολικό ποσοστό απασχόλησης (κοινοτικός μέσος όρος 67% το 2005 και 70% το 2010), για το ποσοστό απασχόλησης των γυναικών (57% και 60% αντίστοιχα) και των μεγαλύτερης ηλικίας εργαζομένων (ποσοστό απασχόλησης 50% το 2010). Τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται να θέσουν ανάλογους εθνικούς στόχους. Επιπλέον, για την αύξηση της απασχόλησης και την οικονομική ανάπτυξη είναι αναγκαία η αύξηση της προσφοράς εργατικού δυναμικού.

Για την αύξηση των ποσοστών απασχόλησης και συμμετοχής απαιτείται ένας συνδυασμός πολιτικών ο οποίος θα περιλαμβάνει μέτρα τόσο σε σχέση με την προσφορά όσο και σε σχέση με τη ζήτηση. Σχετικές είναι και άλλες ευρωπαϊκές και εθνικές πολιτικές, ιδίως εκείνες που επηρεάζουν το μακροοικονομικό κλίμα και το γενικότερο κλίμα για τη δημιουργία θέσεων εργασίας.

2.1.2. Ποιότητα και παραγωγικότητα στην εργασία

Το πρόγραμμα δράσης της Λισσαβώνας ζητεί περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας και η ΕΣΑ πρέπει να αντανακλά αυτή την ισορροπημένη προσέγγιση. Η ποιότητα βρίσκεται στο επίκεντρο του ευρωπαϊκού κοινωνικού προτύπου και έχει πολλές διαστάσεις, όπως διαπίστωσε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Λάκεν στα τέλη του 2001. Η ποιότητα αφορά συγκεκριμένα την ικανοποίηση για τις συνθήκες αμοιβής και εργασίας, την υγεία και την ασφάλεια στο χώρο εργασίας, την εύκαμπτη οργάνωση της εργασίας και ρυθμίσεις σχετικά με το χρόνο εργασίας και τον συνδυασμό της ευελιξίας με την ασφάλεια.

Όπως τονίστηκε στην κοινή έκθεση του Συμβουλίου και της Επιτροπής για την «Αύξηση της συμμετοχής του εργατικού δυναμικού και [την] προώθηση της παράτασης του ενεργού επαγγελματικού βίου» που υποβλήθηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Βαρκελώνης, η ποιότητα των προσφερόμενων θέσεων εργασίας θα επηρεάσει την είσοδο στην αγορά εργασίας, κυρίως όμως την απόφαση παραμονής σε μια θέση απασχόλησης ή στην αγορά εργασίας. Η βελτίωση της ποιότητας των θέσεων εργασίας συνδέεται στενά και με την πορεία προς μια οικονομία της γνώσης. Από τα διαθέσιμα στοιχεία προκύπτει ότι η μεγάλη πλειονότητα των θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν πρόσφατα αφορούν ειδικευμένους εργαζόμενους και τομείς έντασης γνώσης. Η ποιότητα συνδέεται επίσης στενά με την παραγωγικότητα και μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας της ΕΕ.

Είναι απαραίτητο να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην αύξηση της παραγωγικότητας, ιδίως μέσω των συνεχών επενδύσεων σε ανθρώπινο κεφάλαιο, τεχνολογία και στην οργάνωση της εργασίας.

2.1.3. Συνοχή και αγορά εργασίας χωρίς αποκλεισμούς

Η μείωση της ανεργίας και των εναπομενουσών ανισοτήτων στην πρόσβαση στην αγορά εργασίας, τόσο μεταξύ των διαφόρων περιφερειών όσο και από κοινωνικοοικονομική άποψη, αποτελεί στόχο που άπτεται τόσο του αισθήματος δικαιοσύνης όσο και της αποτελεσματικότητας της ΕΣΑ.

Οι σημαντικότεροι παράγοντες για την προώθηση της κοινωνικής ένταξης είναι η πρόσβαση σε μια θέση εργασίας, η διασφάλιση ευκαιριών για την απόκτηση των δεξιοτήτων που είναι απαραίτητες για την ένταξη και την παραμονή στην αγορά εργασίας (δεδομένων ιδίως της ευρείας χρήσης των ΤΠΕ και της πορείας προς μια κοινωνία της γνώσης) και η δυνατότητα εξέλιξης από άποψη αμοιβής και απόκτησης προσόντων. Στο πλαίσιο μιας συνολικής προσέγγισης των προβλημάτων των μειονεκτούντων ατόμων πρέπει να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα όχι μόνο των ανέργων αλλά και όλων των αέργων που επιθυμούν να εργαστούν. Οι μακροχρόνια άνεργοι (περίπου 5,5 εκατομμύρια άτομα το 2001) αποτελούν ομάδα υψηλού κινδύνου όσον αφορά τον κοινωνικό αποκλεισμό. Το ανεκμετάλλευτο εργατικό δυναμικό στην ΕΕ το 2001, συμπεριλαμβανομένων όλων των ανέργων και αέργων που επιθυμούν να εργαστούν, υπερέβαινε τα 23 εκατομμύρια άτομα. Τα άτομα με αναπηρίες και μόνο ανέρχονται σε 38 εκατομμύρια στην ΕΕ. Ωστόσο, μόνο το 46% εκείνων με ελαφρές αναπηρίες και το 24% εκείνων με σοβαρές αναπηρίες εργάζονται. Ενόψει και της ανακήρυξης του 2003 σε Ευρωπαϊκό Έτος των Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες, είναι σημαντικό να αναγνωριστούν οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα άτομα αυτά όσον αφορά την πρόσβαση και την παραμονή τους στην αγορά εργασίας και να ληφθούν αποφασιστικά μέτρα προς την κατεύθυνση της καλύτερης αξιοποίησης του δυναμικού απασχόλησης των ατόμων με ειδικές ανάγκες.

Ο αποκλεισμός από την αγορά εργασίας έχει συχνά έντονη περιφερειακή ή τοπική διάσταση. Σε πολλά από τα σημερινά και τα μελλοντικά κράτη μέλη είναι μεγάλες οι ανισότητες που παρουσιάζονται όσον αφορά την απασχόληση και την ανεργία. Σε ορισμένες αγροτικές ή αστικές περιοχές το πρόβλημα της ανεργίας ή της αεργίας είναι ιδιαίτερα έντονο. Η ΕΣΑ πρέπει να αντιμετωπίσει τις ανισότητες αυτές και να στηρίξει την οικονομική και κοινωνική συνοχή.

2.2. Εστίαση στις προτεραιότητες

Βασιζόμενη στην αξιολόγηση των πέντε πρώτων ετών εφαρμογής της ΕΣΑ καθώς και στις συζητήσεις που έγιναν κατά τους τελευταίους μήνες σε σχέση με το μέλλον της ΕΣΑ, η Επιτροπή θεωρεί ότι οι ακόλουθες προτεραιότητες, οι οποίες στηρίζουν τους προαναφερθέντες τρεις βασικούς στόχους, θα πρέπει να συμπεριληφθούν στις μελλοντικές κατευθυντήριες γραμμές. Στη συνέχεια παρουσιάζονται ορισμένες προτάσεις σε σχέση με καθεμία από τις προτεραιότητες, βάσει της εμπειρίας της ΕΣΑ, προκειμένου να συζητηθούν και να εξεταστούν πριν από την υποβολή εκ μέρους της Επιτροπής της επίσημης πρότασης για τις κατευθυντήριες γραμμές για την απασχόληση

2.2.1. Ενεργητικά και προληπτικά μέτρα για τους άνεργους και τους άεργους

Μία από τις σημαντικότερες συνέπειες της ΕΣΑ μέχρι στιγμής είναι η υιοθέτηση ή η ενίσχυση σε όλα τα κράτη μέλη μιας προληπτικής και περισσότερο ενεργητικής προσέγγισης των ανέργων. Η προσέγγιση αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία στο πλαίσιο της οικονομικής επιβράδυνσης και της ευρείας κλίμακας αναδιάρθρωσης.

Η προσέγγιση αυτή πρέπει να συνδυαστεί με το στόχο της ελαχιστοποίησης της μακροχρόνιας ανεργίας. Βασική αρχή της εν λόγω προσέγγισης πρέπει να είναι να γίνεται η κατάλληλη προσφορά στο κατάλληλο άτομο την κατάλληλη στιγμή. Η προσέγγιση αυτή πρέπει να βασίζεται στον έγκαιρο προσδιορισμό των αναγκών των ατόμων που αναζητούν εργασία και στο σχεδιασμό, σε πρώιμο στάδιο, εξατομικευμένων σχεδίων δράσης, με στόχο τη βιώσιμη ένταξη στην αγορά εργασίας.

Πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή πιο φιλόδοξα ενεργητικά μέτρα προς όφελος των ατόμων που αναζητούν εργασία. Δεδομένου ότι τα περισσότερα κράτη μέλη έχουν ήδη επιτύχει τον στόχο ενεργοποίησης του 20% και ενόψει της ανάγκης περαιτέρω βελτίωσης των επιδόσεων όσον αφορά την αποτελεσματική ένταξη των ανέργων στην αγορά εργασίας, αυτό το ποσοστό-στόχος πρέπει να αυξηθεί σημαντικά. Αυτό πρέπει να συνδυαστεί με μεγαλύτερη εστίαση στην ποιότητα των προγραμμάτων και να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση στην αποτελεσματική ένταξη των δικαιούχων στην αγορά εργασίας και στην οικονομική αποδοτικότητα βάσει και των διδαγμάτων που έχουν προκύψει από τις έως σήμερα αξιολογήσεις. Η προσφορά ενεργητικών μέτρων σε όλους τους ανέργους που επιθυμούν να επανενταχθούν στην αγορά εργασίας - καταγεγραμμένοι ή μη ως άνεργοι - πρέπει να καταστεί υψηλότερη προτεραιότητα ενόψει της ανάγκης αύξησης της συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό. Μεγαλύτερη προσοχή πρέπει επίσης να δοθεί στους εργαζόμενους εκείνους που αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο της ανεργίας.

Στα σημαντικά αποτελέσματα που αναμένεται να έχει η προληπτική και ενεργητική προσέγγιση περιλαμβάνονται μειώσεις των ποσοστών ανεργίας των νέων και μακροχρόνιας ανεργίας.

2.2.2. Ανταμοιβή της εργασίας

Το σύστημα οικονομικών κινήτρων αποτελεί καθοριστικό παράγοντα της συμμετοχής στην αγορά εργασίας και έχει εξεταστεί στο πλαίσιο τόσο των κατευθυντήριων γραμμών απασχόλησης όσο και των Γενικών Προσανατολισμών Οικονομικής Πολιτικής. Η απόφαση για ένταξη και παραμονή στην αγορά εργασίας εξαρτάται από την ισορροπία ανάμεσα στο εισόδημα από την εργασία - που αποτελεί συνάρτηση του ύψους των αποδοχών και της φορολογίας - και το εισόδημα σε περίπτωση ανεργίας ή αεργίας. Τόσο εκείνοι που αναζητούν εργασία όσο και οι εργοδότες πρέπει να επιδιώκουν την επίτευξη του στόχου της «ανταμοιβής της εργασίας». Βάσει των συστάσεων της κοινής έκθεσης για την αύξηση της συμμετοχής του εργατικού δυναμικού, είναι αναγκαία μια συστηματική επανεξέταση των φορολογικών συστημάτων και των συστημάτων παροχών, με ιδιαίτερη έμφαση στην εξάλειψη της ανεργίας και της φτώχειας, στην ενθάρρυνση της ένταξης και της παραμονής ή της επανένταξης των γυναικών που σταμάτησαν για ένα διάστημα να εργάζονται στην αγορά εργασίας και στην παράταση του επαγγελματικού βίου των ηλικιωμένων εργαζομένων. Επιπλέον, η φορολογία της εργασίας, ιδίως στην περίπτωση των ανειδίκευτων εργαζομένων πρέπει να κινείται σε τέτοια επίπεδα που να καθιστά λιγότερο ελκυστική την αδήλωτη εργασία και να ενθαρρύνει τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.

2.2.3. Ενίσχυση της επιχειρηματικότητας για τη δημιουργία περισσότερων και καλύτερων θέσεων εργασίας

Η καινοτομία και η επιχειρηματική δραστηριότητα αποτελούν τους βασικούς κινητήριους μοχλούς για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας και της ανάπτυξης, τη δημιουργία βιώσιμων θέσεων εργασίας υψηλότερης παραγωγικότητας και καλύτερης ποιότητας. Η ενθάρρυνση της επιχειρηματικότητας εξαρτάται από έναν ευρύ συνδυασμό πολιτικών που περιλαμβάνει συγκεκριμένα: ένα καλύτερο ρυθμιστικό και διοικητικό πλαίσιο, την πρόσβαση σε εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό, την ενίσχυση της θετικής στάσης έναντι της επιχειρηματικότητας και των διοικητικών ικανοτήτων, ένα υποστηρικτικό χρηματοοικονομικό περιβάλλον, καλά λειτουργούσες αγορές εργασίας και αγαθών και περιβάλλον ευνοϊκό για την έρευνα και την καινοτομία.

Η καλύτερη συνάρθρωση της στρατηγικής για την απασχόληση με άλλες σχετικές διαδικασίες και η προσπάθεια να καταστούν οι κατευθυντήριες γραμμές απλούστερες και πιο προσανατολισμένες στο αποτέλεσμα, δημιουργούν την ανάγκη για μια πιο εστιασμένη προσέγγιση με έμφαση σε πτυχές που συνδέονται πιο άμεσα με το ανθρώπινο κεφάλαιο και στις δυνατότητες δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας των νέων επιχειρήσεων. Ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δοθεί στα εξής: στην καλύτερη ενημέρωση για τη δυνατότητα δημιουργίας μιας επιχείρησης ως δυνατότητα σταδιοδρομίας και αφετέρου στην ανάπτυξη των διοικητικών δεξιοτήτων των σημερινών ή των μελλοντικών επιχειρηματιών μέσω του εκπαιδευτικού συστήματος, με στόχο τη στήριξη της δημιουργίας και της ανάπτυξης επιχειρήσεων. στη γυναικεία επιχειρηματικότητα και στην ίδρυση επιχειρήσεων από άνεργους ή άεργους και από νέους. στη μείωση των διοικητικών, φορολογικών ή οικονομικών εμποδίων για την πρόσληψη προσωπικού, ιδίως για τις καινοτόμες και τις μικρές εταιρείες. στην αύξηση της ευαισθητοποίησης σε σχέση με την κοινωνική ευθύνη των επιχειρήσεων (εταιρική κοινωνική ευθύνη) . στην παροχή βοήθειας στις επιχειρήσεις προκειμένου να διευκολυνθούν οι βελτιώσεις στην οργάνωση και τις συνθήκες της εργασίας, μεταξύ άλλων με την εισαγωγή νέων τεχνολογιών, για παράδειγμα μέσω της κατάλληλης πληροφόρησης και της παροχής συμβουλών.

2.2.4. Μετατροπή της αδήλωτης εργασίας σε κανονική απασχόληση

Το φαινόμενο της αδήλωτης εργασίας παρατηρείται σε διαφορετικό βαθμό σε όλα τα κράτη μέλη και αφορά συνήθως θέσεις εργασίας χαμηλής ποιότητας που παρέχουν ελάχιστη ή και καθόλου ασφάλεια στους εργαζόμενους και συχνά αφορά μετανάστες. Το φαινόμενο της αδήλωτης εργασίας υπονομεύει τη χρηματοδότηση και την παροχή των υπηρεσιών κοινωνικής προστασίας και των δημοσίων υπηρεσιών.

Για την αντιμετώπιση του φαινομένου της αδήλωτης εργασίας απαιτείται ένας συνδυασμός πολιτικών που να συνδυάζει τόσο προληπτικές δράσεις όσο και την επιβολή κυρώσεων. Στις πρωτοβουλίες σε επίπεδο πολιτικής που πρέπει να προωθηθούν περιλαμβάνονται η απλοποίηση των διαδικασιών και της σχετικής νομοθεσίας, η καλύτερη ενημέρωση για τις πιθανές αρνητικές συνέπειες της αδήλωτης εργασίας και της παραοικονομίας, η ανταλλαγή πληροφοριών και η αύξηση της επικοινωνίας, η συνεργασία μεταξύ αρχών, η μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης της εργασίας, η αποτελεσματική παρακολούθηση και η επιβολή κυρώσεων, η πλήρης εφαρμογή του σχεδίου δράσης για την καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης [11].

[11] Εγκρίθηκε από το Συμβούλιο στις 28 Φεβρουαρίου 2002 (ΕΕ C142 της 14ης Ιουνίου 2002)

Είναι επίσης ιδιαίτερα σημαντικό να βελτιώσουν τα κράτη μέλη τα συστήματα συλλογής πληροφοριών και παρακολούθησης της προόδου στον τομέα αυτό, συμπεριλαμβανομένης της αξιολόγησης του αντικτύπου των πρωτοβουλιών σε επίπεδο πολιτικής.

2.2.5. Προώθηση της παράτασης του ενεργού επαγγελματικού βίου

Η επίτευξη του στόχου της Στοκχόλμης για ποσοστό απασχόλησης 50% για τους μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενους (55-64 ετών) έως το 2010 και του στόχου της Βαρκελώνης για αύξηση κατά πέντε έτη της μέσης ηλικίας συνταξιοδότησης στην ΕΕ έως το 2010 συνιστούν μεγάλες προκλήσεις για την ΕΕ και τα κράτη μέλη. Όπως αναφέρεται στην κοινή έκθεση για την «Αύξηση της συμμετοχής του εργατικού δυναμικού και [την] προώθηση της παράτασης του ενεργού επαγγελματικού βίου» [12], για την επίτευξη των στόχων αυτών απαιτείται μια δυναμική, προληπτική προσέγγιση που θα λαμβάνει υπόψη σημαντικούς στόχους, όπως τη δημιουργία περισσότερων και καλύτερης ποιότητας θέσεων εργασίας, την ανταμοιβή της εργασίας, την προώθηση υψηλότερου επιπέδου και καλύτερα προσαρμόσιμων δεξιοτήτων στην εργασία και την παροχή πρόσβασης στην εργασία σε όλους. Σε αυτό το πλαίσιο, η έκθεση ζητεί να δοθεί προτεραιότητα στην κατάρτιση συνολικών στρατηγικών και στην ανάληψη κοινών πρωτοβουλιών από το κράτος και τους κοινωνικούς εταίρους για την παράταση του επαγγελματικού βίου των εργαζομένων, στη στοχοθετημένη επανεξέταση των φορολογικών συστημάτων και των συστημάτων παροχών, σε συνολικότερες προσεγγίσεις για την αντιμετώπιση των ανισοτήτων μεταξύ των δύο φύλων όσον αφορά την αμοιβή και την πρόσβαση στην αγορά εργασίας, στην καλύτερη υποστήριξη ατόμων με υποχρεώσεις φροντίδας άλλων και στην επανεξέταση των προσπαθειών για την αποτελεσματική μείωση του ποσοστού των ατόμων που εγκαταλείπουν το σχολείο.

[12] Βλέπε την Κοινή Έκθεση «Αύξηση της συμμετοχής του εργατικού δυναμικού και προώθηση της παράτασης του ενεργού επαγγελματικού βίου» που υποβλήθηκε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Βαρκελώνης, η οποία εγκρίθηκε βάσει του COM(2002) 9 τελικό της 24.01.2002.

2.2.6. Μετανάστευση

Λόγω του φαινομένου της γήρανσης του πληθυσμού και των σχετικών ελλείψεων σε δεξιότητες, η επίτευξη των στόχων της Λισσαβώνας έως το 2010 και στη συνέχεια θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη μορφή και τη δυναμική της μετανάστευσης προς την ΕΕ. Η οικονομική μετανάστευση μπορεί να συμβάλει στην αντιμετώπιση των άμεσων ελλείψεων σε εργατικό δυναμικό σε αρκετούς τομείς. Μακροπρόθεσμα, η μετανάστευση μπορεί να επηρεάσει τη στρατηγική της ΕΕ για την αντιμετώπιση του φαινομένου της γήρανσης και των δημογραφικών ανισορροπιών καθώς και τον αντίκτυπό τους στην απασχόληση και την οικονομική μεγέθυνση. Η ΕΕ πρέπει να κινητοποιήσει τους ανθρώπινους πόρους που διαθέτει, περιλαμβανομένων των αλλοδαπών εργαζομένων που διαμένουν νόμιμα στην ΕΕ. Σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση των ανισορροπιών στην αγορά εργασίας μπορούν επίσης να διαδραματίσουν οι πολιτικές μετανάστευσης. Οι πολιτικές αυτές πρέπει να σχεδιαστούν κατά τρόπο ώστε να στηρίζουν τους μακροπρόθεσμους στόχους ανάπτυξης των χωρών προέλευσης.

Η συνεισφορά των μεταναστών στην απασχόληση και στην οικονομική μεγέθυνση θα εξαρτηθεί από το εάν θα ενσωματωθούν στην αγορά εργασίας και από το εάν θα ενταχθούν με επιτυχία στην κοινωνία. Πρέπει να μειωθεί το χάσμα στα ποσοστά ανεργίας αφενός των υπηκόων της ΕΕ και αφετέρου των μη υπηκόων της ΕΕ. Οι ολοκληρωμένες στρατηγικές για την ένταξη πρέπει να συνδεθούν με μέτρα προσανατολισμένα στην απασχόληση, και πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην εξέταση των συνεπειών της μετανάστευσης στις χώρες προέλευσης. Οι στρατηγικές αυτές πρέπει να αντιμετωπίσουν μια σειρά βασικών προκλήσεων, μεταξύ των οποίων την προώθηση της πλήρους απασχόλησης και της συμμετοχής των μεταναστών δεύτερης γενιάς (οι οποίοι πολύ συχνά αντιμετωπίζουν σοβαρά κοινωνικά προβλήματα και τον κίνδυνο της ανεργίας), την αντιμετώπιση των συγκεκριμένων αναγκών των γυναικών μεταναστών και την καταπολέμηση της παράνομης μετανάστευσης και της αδήλωτης εργασίας (δεδομένου ότι τα δύο φαινόμενα συνδέονται στενά μεταξύ τους). Πρέπει επίσης να αναπτυχθούν πολιτικές για την αναγνώριση στους μετανάστες δικαιωμάτων και υποχρεώσεων ανάλογων με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των πολιτών της ΕΕ, προκειμένου να διασφαλιστεί η πλήρης συμμετοχή τους στην κοινωνική, πολιτιστική και πολιτική ζωή.

Προτεραιότητα αποτελεί η περαιτέρω ανάπτυξη της ευρωπαϊκής πολιτικής για τη μετανάστευση, περιλαμβανομένης της δημιουργίας ενός διαφανούς, κοινού πλαισίου για την χορήγηση άδειας εισόδου και τις προϋποθέσεις παραμονής των μεταναστών εργαζομένων και για την κινητικότητά τους στο εσωτερικό της ΕΕ.

2.2.7. Προώθηση της προσαρμοστικότητας στην αγορά εργασίας

Η ικανότητα των εταιρειών και των εργαζομένων τους να διαχειρίζονται θετικά την αλλαγή θα αποτελέσει καθοριστικό παράγοντα για την επιτυχία των μελλοντικών πολιτικών για την απασχόληση. Αυτό εξαρτάται από την καλή ισορροπία ευελιξίας και ασφάλειας στην αγορά εργασίας. Πέρα από το ρυθμιστικό πλαίσιο, το οποίο εκπονείται από τα κράτη, η συμβολή των διαβουλεύσεων μεταξύ των κοινωνικών εταίρων μπορεί να είναι σημαντική στο πλαίσιο αυτής της προτεραιότητας.

Η προώθηση της ευελιξίας πρέπει να συνεχιστεί, ιδίως όσον αφορά το ωράριο εργασίας ή τις συμβατικές ρυθμίσεις. Παράλληλα, πρέπει να ληφθούν μέτρα για την πρόληψη του κατακερματισμού της αγοράς εργασίας μεταξύ διαφορετικών τύπων εργαζομένων και τη διευκόλυνση της μετάβασης από μία μορφή απασχόλησης σε άλλη. Πρέπει επίσης να ενθαρρυνθεί η διάδοση πρωτοβουλιών για τον εκσυγχρονισμό της οργάνωσης της εργασίας και την αύξηση της ευελιξίας στο εσωτερικό των εταιρειών.

Το ζήτημα της ασφάλειας πρέπει να αντιμετωπιστεί στο πλαίσιο μιας δυναμικής προσέγγισης, η οποία θα αντανακλά τη σημαντική συμβολή της πρόσβασης στην κατάρτιση. Οι επενδύσεις των επιχειρήσεων στην κατάρτιση των ενήλικων εργαζομένων αντιπροσωπεύουν, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, μόλις το 2,3% του συνολικού κόστους της εργασίας. Είναι επιτακτική η ανάγκη αύξησης του ποσοστού αυτού με στόχο την ενίσχυση της προσαρμοστικότητας του εργατικού δυναμικού, την αύξηση της παραγωγικότητας και την ενθάρρυνση της παράτασης του επαγγελματικού βίου. Η βελτίωση των συνθηκών εργασίας - περιλαμβανομένης της υγείας και της ασφάλειας στην εργασία - είναι επίσης απαραίτητη για τη διατήρηση της ισορροπίας μεταξύ ευελιξίας και ασφάλειας και χρειάζεται ιδιαίτερα για την επίτευξη αύξησης της συμμετοχής στο εργατικό δυναμικό, ιδίως για τους μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενους και τα άτομα με ειδικές ανάγκες. Σημαντική προτεραιότητα τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε εθνικό επίπεδο πρέπει να αποτελέσει επίσης η μείωση του αριθμού των ατυχημάτων στην εργασία και των επαγγελματικών ασθενειών.

2.2.8. Επένδυση σε ανθρώπινο κεφάλαιο και στρατηγικές διά βίου μάθησης

Τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος όσον αφορά την ανάπτυξη στρατηγικών διά βίου μάθησης. Ωστόσο, είναι πολλά αυτά που πρέπει ακόμη να γίνουν. Η διά βίου μάθηση αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για καλύτερη ποιότητα στην εργασία και αυξημένη παραγωγικότητα και σημαντικό παράγοντα για τη συμμετοχή στο εργατικό δυναμικό και την κοινωνική ένταξη.

Προκειμένου η αντίδραση σε επίπεδο πολιτικής να είναι αποτελεσματική, απαιτείται η συμμετοχή όλων των ενδιαφερομένων, περιλαμβανομένων δημόσιων αρχών, ιδιωτών, επιχειρήσεων, κοινωνικών εταίρων, ΜΚΟ και φορέων μάθησης. Οι κυβερνήσεις πρέπει να τεθούν επικεφαλής της προσπάθειας δημιουργίας των δομικών στοιχείων για τις στρατηγικές διά βίου μάθησης [13]. Οι δημόσιες δαπάνες πρέπει να επανεξεταστούν προκειμένου να αυξηθούν τα κονδύλια για τη συσσώρευση ανθρώπινου κεφαλαίου και την αύξηση της αποδοτικότητας των επενδύσεων στην εκπαίδευση και την κατάρτιση. Η μείωση των ποσοστών σχολικής αποτυχίας και εγκατάλειψης του σχολείου και η αύξηση του επιπέδου της εκπαίδευσης που θα δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για τη μελλοντική πρόσβαση στη διά βίου μάθηση, εξακολουθούν να αποτελούν σημαντικές προκλήσεις για πολλά από τα σημερινά και τα μελλοντικά κράτη μέλη. Επιπλέον, οι δημόσιες αρχές πρέπει να μεριμνούν για την κατάρτιση προτύπων ποιότητας και κινήτρων για τους εργοδότες και για τα άτομα που επιθυμούν να αυξήσουν τον όγκο και την ποιότητα των ιδιωτικών επενδύσεων σε ανθρώπινο κεφάλαιο.

[13] Αυτά τα δομικά στοιχεία προσδιορίστηκαν στην ανακοίνωση της Επιτροπής «Η πραγμάτωση μιας ευρωπαϊκής περιοχής δια βίου μάθησης», COM (2001) 678 και είναι τα εξής: η συνεργασία, η κατανόηση της ζήτησης για μάθηση, η επαρκής χρηματοδότηση, η διευκόλυνση της πρόσβασης, η δημιουργία μαθησιακής κουλτούρας και η προσπάθεια για αριστεία.

Οι εταιρείες πρέπει να αυξήσουν τις επενδύσεις τους στην κατάρτιση ενηλίκων με στόχο την αύξηση της παραγωγικότητας, την αναβάθμιση των δεξιοτήτων των εργαζομένων και την παράταση του επαγγελματικού βίου των εργαζομένων. Οι αυξανόμενες ανισότητες όσον αφορά την πρόσβαση σε κατάρτιση, σε βάρος των εργαζομένων με λιγότερα προσόντα και των μεγαλύτερης ηλικίας εργαζομένων αποτελεί ζήτημα σοβαρού προβληματισμού. Πρέπει να αντιστραφεί η παρατηρούμενη τάση μείωσης των επενδύσεων των εταιρειών σε κατάρτιση καθώς αυξάνει η ηλικία των εργαζομένων.

Η πρόσφατη ανακοίνωση της Επιτροπής για τα ευρωπαϊκά σημεία αναφοράς στην εκπαίδευση και την κατάρτιση [14] παρέχει σημεία αναφοράς που μπορούν να χρησιμοποιηθούν στο πλαίσιο της ΕΣΑ.

[14] COM(2002)629, της 20.11.2002

2.2.9. Ισότητα των δύο φύλων

Η συνεχής αύξηση της συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας είναι σημαντικός παράγοντας για την επίτευξη των στόχων της Λισσαβώνας για την απασχόληση, ιδίως μέσω της ενθάρρυνσης των μεγαλύτερης ηλικίας γυναικών να παρατείνουν τον επαγγελματικό τους βίο και της διευκόλυνσης της συμμετοχής μητέρων με μικρά παιδιά.

Φαίνεται αναγκαία η ενσωμάτωση σε μεγαλύτερο βαθμό της διάστασης της ισότητας των δύο φύλων σε άλλους τομείς της πολιτικής απασχόλησης, για παράδειγμα μέσω της υιοθέτησης μιας ολοκληρωμένης προσέγγισης, μέσω της συστηματικής αξιολόγησης των επιπτώσεων νέων προτάσεων πολιτικής στα δύο φύλα, της ανάπτυξης θεσμικών μηχανισμών και συστημάτων παρακολούθησης και της αύξησης της κατάρτισης και της ενημέρωσης.

Οι πολιτικές απασχόλησης, προκειμένου να αυξηθεί η απασχόληση και να βελτιωθεί η ποιότητα της εργασίας, πρέπει να επικεντρωθούν στις διαρθρωτικές ανισότητες που παρατηρούνται στην αγορά εργασίας. Στις ανισότητες αυτές περιλαμβάνονται οι διαφορές μεταξύ των δύο φύλων όσον αφορά τα ποσοστά απασχόλησης, ανεργίας και «μη κανονικών» μορφών απασχόλησης, ο διαχωρισμός ανά τομείς και επαγγέλματα ανάλογα με το φύλο, οι διαφορές μεταξύ των δύο φύλων όσον αφορά την αμοιβή και η ανεπαρκής παρουσία γυναικών σε θέσεις λήψης αποφάσεων. Πρέπει να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της ελλιπούς εκπροσώπησης των γυναικών σε τομείς καίριους για τη διαμόρφωση της μελλοντικής κοινωνίας της γνώσης, στους τομείς δηλαδή της ανώτατης εκπαίδευσης και της έρευνας.

Επιπλέον, είναι σημαντικό οι κατευθυντήριες γραμμές να προωθήσουν ευνοϊκότερες συνθήκες για την ένταξη, την επανένταξη και την παραμονή γυναικών και ανδρών στην αγορά εργασίας. Παραδείγματα αυτών των πολιτικών συμφιλίωσης είναι η δέουσα παροχή ποιοτικών υπηρεσιών φροντίδας για παιδιά και άλλα προστατευόμενα άτομα και η πρόσβαση σε αυτές, η ίση κατανομή των ευθυνών φροντίδας του νοικοκυριού και των προστατευόμενων ατόμων, η ενθάρρυνση των ανδρών να αξιοποιούν τις δυνατότητες λήψης γονικής και άλλης άδειας και η παροχή σε άνδρες και γυναίκες της δυνατότητας ευέλικτων εργασιακών ρυθμίσεων.

Από αυτή την άποψη, ιδιαίτερη είναι η σημασία του στόχου της Βαρκελώνης για την παροχή βρεφονηπιακής μέριμνας [15].

[15] Στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Βαρκελώνης περιέχεται ο στόχος να επιδιώξουν τα κράτη μέλη «έως το 2010 την παροχή βρεφονηπιακής μέριμνας για το 90% τουλάχιστον των παιδιών μεταξύ ηλικίας τριών ετών και της ηλικίας υποχρεωτικής σχολικής φοίτησης, και για το 33% τουλάχιστον των παιδιών ηλικίας κάτω των τριών ετών».

2.2.10. Στήριξη της ένταξης και καταπολέμηση των διακρίσεων στην αγορά εργασίας για μειονεκτούντα άτομα

Η ενσωμάτωση των μειονεκτούντων ατόμων στην αγορά εργασίας έχει ιδιαίτερη σημασία για την πρόληψη του κοινωνικού αποκλεισμού, την αύξηση των ποσοστών απασχόλησης και τη διασφάλιση της βιωσιμότητας των συστημάτων κοινωνικής προστασίας.

Είναι σημαντικό τα κράτη μέλη να προσδιορίζουν τα άτομα ή τις ομάδες που παρουσιάζουν ιδιαίτερα χαμηλά ποσοστά συμμετοχής στην αγορά εργασίας (ποσοστά που συνδέονται για παράδειγμα με την ύπαρξη αναπηριών, την εθνοτική καταγωγή, την οικογενειακή κατάσταση, την ηλικία, τον τόπο κατοικίας κλπ.) και να αναπτύσσουν κατάλληλες πολιτικές, βασισμένες, όπου αυτό είναι δυνατό, σε ποσοτικοποιημένους στόχους. Για να γίνει αυτό, θα απαιτηθεί μεγαλύτερη προσπάθεια για τη βελτίωση των συστημάτων συλλογής δεδομένων και της παρακολούθησης της κατάστασης των ατόμων που θεωρείται ότι βρίσκονται σε μειονεκτική θέση, τηρουμένης πλήρως της αρχής της προστασίας των προσωπικών δεδομένων. Βάσει των υφιστάμενων αξιολογήσεων, οι πολιτικές πρέπει να χρησιμοποιήσουν ένα συνδυασμό καλά στοχοθετημένων ενεργητικών και προληπτικών μέτρων για την αγορά εργασίας, μέτρων για την προώθηση της δημιουργίας κατάλληλων ευκαιριών απασχόλησης, κινήτρων πρόσληψης για τους εργοδότες και μέτρων για την αύξηση της ευαισθητοποίησης. Πρέπει να αξιοποιηθούν περαιτέρω οι ευκαιρίες για τη δημιουργία θέσεων εργασίας στην κοινωνική οικονομία ή στους τομείς όπου παρουσιάζονται νέες απαιτήσεις. Βάσει των σχετικών κοινοτικών οδηγιών [16], σημαντική μπορεί επίσης να είναι η συμβολή ενός ευρέος φάσματος συνοδευτικών μέτρων, πολιτικών που καθιστούν την απασχόληση των ενδιαφερομένων εφικτή και μέτρων για την εξάλειψη των διακρίσεων στην αγορά εργασίας.

[16] Οδηγία 2000/43/EΚ του Συμβουλίου της 29ης Ιουνίου 2000 και οδηγία 2000/78/EΚ του Συμβουλίου της 27ης Νοεμβρίου 2000.

2.2.11. Αντιμετώπιση των περιφερειακών ανισοτήτων στην απασχόληση

Οι ανισότητες όσον αφορά τα ποσοστά απασχόλησης και ανεργίας μεταξύ των περιφερειών εξακολουθούν να αποτελούν σημαντικό πρόβλημα. Η αντιμετώπιση των ανισοτήτων αυτών έχει ιδιαίτερη σημασία για την πολιτική για την απασχόληση, καθώς οι περιφέρειες που παρουσιάζουν κακές επιδόσεις δυσχεραίνουν την προσπάθεια επίτευξης των στόχων απασχόλησης της Λισσαβώνας. Είναι επίσης απαραίτητο να καταβληθούν προσπάθειες για τη γεφύρωση των περιφερειακών ανισοτήτων με στόχο την ενίσχυση της συνοχής στην επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η βελτίωση της ποιότητας του ανθρώπινου κεφαλαίου μέσω σημαντικών επενδύσεων για την απόκτηση δεξιοτήτων και τη διά βίου μάθηση αποτελεί βασικό παράγοντα για την επίτευξη του στόχου αυτού. Το φάσμα των δεξιοτήτων που διαθέτει το εργατικό δυναμικό διαφέρει σημαντικά από περιφέρεια σε περιφέρεια, και παρατηρείται συγκέντρωση ατόμων με λιγότερες δεξιότητες στις περιφέρειες με κακές επιδόσεις. Στις περιφέρειες αυτές παρατηρούνται επίσης χαμηλά ποσοστά συμμετοχής των γυναικών στην αγορά εργασίας.

Για την πλήρη αξιοποίηση των δυνατοτήτων δημιουργίας θέσεων εργασίας και για την ανάπτυξη στρατηγικών για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση του χάσματος δεξιοτήτων είναι απαραίτητη η δημιουργία εταιρικών σχέσεων σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο. Σημαντικός είναι επίσης ο ρόλος της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης όσον αφορά τόσο τον εντοπισμό ευκαιριών σε περιφερειακό και τοπικό επίπεδο όσο και τη βελτίωση της λειτουργίας της αγοράς εργασίας μέσω της αντιμετώπισης του χάσματος δεξιοτήτων και των στενώσεων. Τέλος, περισσότερα μπορούν να γίνουν για την ενίσχυση της ικανότητας της κοινωνικής οικονομίας να συμβάλει στη δημιουργία περισσότερων και καλύτερης ποιότητας θέσεων εργασίας.

Σε πολλά κράτη μέλη, οι μισθολογικές συμβάσεις χρειάζεται να λαμβάνουν περισσότερο υπόψη τις περιφερειακές ανισότητες όσον αφορά την παραγωγικότητα και τις συνθήκες της αγοράς εργασίας.

2.3. Εκτέλεση και διακυβέρνηση

Η αξιολόγηση της πρώτης πενταετίας εφαρμογής της ΕΣΑ αποκάλυψε την προστιθέμενη αξία της μεθόδου συντονισμού πολιτικής που εφαρμόζεται στον τομέα της απασχόλησης και υπογράμμισε τη σημασία της καλύτερης διακυβέρνησης ως βασικού ζητήματος για το μέλλον. Στο ψήφισμά του τού Σεπτεμβρίου 2002, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τόνισε την ανάγκη καλύτερης ολοκλήρωσης της ΕΣΑ με τις εθνικές, περιφερειακές και τοπικές πολιτικές της αγοράς εργασίας στα κράτη μέλη και με τις πολιτικές του ΕΚΤ. Συγκεκριμένα, το Κοινοβούλιο ζήτησε τη μεγαλύτερη συμμετοχή εθνικών κοινοβουλίων, τοπικών φορέων, ΜΚΟ και της κοινωνίας των πολιτών στην ευρωπαϊκή διαδικασία για την απασχόληση και την ισχυρότερη δέσμευση των κοινωνικών εταίρων.

Η βελτίωση της εκτέλεσης της ΕΣΑ πρέπει επομένως να αποτελέσει βασική προτεραιότητα της επόμενης γενιάς κατευθυντήριων γραμμών.

2.3.1. Αποτελεσματικές και αποδοτικές υπηρεσίες εκτέλεσης

Η επιτυχής εκτέλεση των πολιτικών απασχόλησης εξαρτάται από μια σειρά λειτουργικών υπηρεσιών. Αυτό αναγνωρίστηκε σαφώς κατά τις πρόσφατες ενταξιακές διαπραγματεύσεις στο πλαίσιο των οποίων δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στη «θεσμική ανάπτυξη» ως μέρος του «κοινοτικού κεκτημένου».

Οι υπηρεσίες εκτέλεσης, των οποίων ο ρόλος στο πλαίσιο της ΕΣΑ είναι ιδιαίτερα σημαντικός, περιλαμβάνουν συγκεκριμένα:

- Τις υπηρεσίες απασχόλησης: η ύπαρξη σύγχρονων υπηρεσιών απασχόλησης είναι απαραίτητη για την αποτελεσματική και αποδοτική εφαρμογή ενεργητικών και προληπτικών στρατηγικών που περιλαμβάνουν διαχείριση μεμονωμένων περιπτώσεων. Οι εν λόγω υπηρεσίες είναι επίσης επιφορτισμένες με το καθήκον της αντιστοίχισης της προσφοράς και της ζήτησης στην αγορά εργασίας. Αυτό γίνεται κυρίως μέσω της προώθησης της διαφάνειας στις αγορές εργασίας σε τοπικό, περιφερειακό, εθνικό, καθώς και κοινοτικό επίπεδο για τη διευκόλυνση της κινητικότητας των εργαζομένων. Οι υπηρεσίες απασχόλησης είναι επίσης συχνά αρμόδιες για τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών.

- Τις υπηρεσίες κοινωνικής επανένταξης οι οποίες, μεταξύ άλλων, ασχολούνται και με την ένταξη στην αγορά εργασίας. Η εμπειρία δείχνει ότι υπάρχει ανάγκη για στενή συνεργασία μεταξύ των υπηρεσιών απασχόλησης και των κοινωνικών υπηρεσιών για την αποφυγή της ανάπτυξης συστημάτων δύο επιπέδων ανάλογα με την κατάσταση των ατόμων που αναζητούν εργασία και για την αναζήτηση μεθόδων ένταξης.

- Τις υπηρεσίες κατάρτισης οι οποίες, βασιζόμενες σε μια αγορά που συνδυάζει το δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, πρέπει να παρέχουν ποιοτική κατάρτιση, προσαρμοσμένη στις ατομικές ανάγκες και να μεριμνούν για την κάλυψη των αναγκών της αγοράς εργασίας σε δεξιότητες.

- Τις επιθεωρήσεις εργασίας οι οποίες μπορούν να βοηθήσουν τις επιχειρήσεις να βελτιώσουν τις συνθήκες εργασίας και να επιβάλουν κυρώσεις σε περιπτώσεις σημαντικών παρατυπιών, περιλαμβανομένης της αδήλωτης εργασίας.

2.3.2. Ενίσχυση της συμμετοχής των κοινωνικών εταίρων

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Βαρκελώνης προέτρεψε «τους κοινωνικούς εταίρους να θέσουν τις στρατηγικές τους, οι οποίες εφαρμόζονται σε διάφορα επίπεδα (ευρωπαϊκό, εθνικό, περιφερειακό και τοπικό) και τομείς, στην υπηρεσία της στρατηγικής και των στόχων της Λισσαβώνας και, προς το σκοπό αυτό, να καταρτίζουν ετησίως έκθεση των προσπαθειών τους τόσο σε εθνικό επίπεδο, όσον αφορά τα προγράμματα για την απασχόληση, όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, και να την υποβάλουν απευθείας στην κοινωνική σύνοδο κορυφής». Τόνισε επίσης ότι στη νέα, μεταρρυθμισμένη ΕΣΑ, πρέπει «να ενισχυθεί ο ρόλος και η ευθύνη των κοινωνικών εταίρων στην υλοποίηση και την παρακολούθηση των κατευθυντήριων γραμμών [17].»

[17] Συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Βαρκελώνης, παράγραφοι 29 και 30.

Σύμφωνα και με την κοινή δήλωση των κοινωνικών εταίρων στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Laeken, στις 28 Νοεμβρίου 2002 εγκρίθηκε ένα πολυετές πρόγραμμα εργασίας για την αντιμετώπιση μιας σειράς σημαντικών ζητημάτων για τη στήριξη της στρατηγικής της Λισσαβώνας τη χρονική περίοδο 2003-2005. Το εν λόγω πρόγραμμα εργασίας θα καλύπτει την υποβολή εκθέσεων σχετικά με τις δράσεις των κοινωνικών εταίρων στα κράτη μέλη για την εφαρμογή των κατευθυντήριων γραμμών για την απασχόληση καθώς και άλλες σχετικές πρωτοβουλίες στους τομείς της ισότητας των δύο φύλων, της αντιμετώπισης του άγχους και της παρενόχλησης, της παράτασης του επαγγελματικού βίου και της κινητικότητας, της τηλεργασίας, της αδήλωτης εργασίας και της διαχείρισης των κοινωνικών συνεπειών της οικονομικής αλλαγής. Στο Λάκεν οι κοινωνικοί εταίροι εξέφρασαν επίσης την επιθυμία τους για αντικατάσταση της μόνιμης επιτροπής για την απασχόληση και την ίδρυση ενός τριμερούς συντονιστικού οργάνου για την ανάπτυξη και την απασχόληση. Η Επιτροπή αποδέχθηκε την πρόταση αυτή προτείνοντας την ετήσια σύγκληση μιας τριμερούς κοινωνικής συνόδου κορυφής για τη μεγέθυνση και την απασχόληση τις παραμονές του εαρινού Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.

Με την επιφύλαξη του σεβασμού της αυτονομίας των κοινωνικών εταίρων, θα ήταν καλό:

- Να κληθούν τα κράτη μέλη να βασίσουν τις πολιτικές τους για την απασχόληση σε μια ισχυρή εταιρική σχέση με τους κοινωνικούς εταίρους σε κάθε επίπεδο, από το στάδιο του σχεδιασμού πολιτικών έως το στάδιο της υλοποίησης, της υποβολής εκθέσεων και της αξιολόγησης.

- Να κληθούν οι κοινωνικοί εταίροι σε εθνικό επίπεδο να συμβάλουν στην επιτυχή υλοποίηση των κατευθυντήριων γραμμών σε όλους τους τομείς ευθύνης τους. Στο πλαίσιο αυτό, οι κοινωνικοί εταίροι πρέπει να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή σε ορισμένες από τις προτεραιότητες των κατευθυντήριων γραμμών, όπως η οικονομική αναδιάρθρωση, η παράταση του επαγγελματικού βίου, το ανθρώπινο κεφάλαιο και η διά βίου μάθηση [18], η οργάνωση της εργασίας και η ισορροπία μεταξύ ευελιξίας και ασφάλειας, η μείωση των ανισοτήτων μεταξύ των δύο φύλων όσον αφορά την αμοιβή ή η καταπολέμηση των διακρίσεων.

[18] Να κληθούν οι κοινωνικοί εταίροι να υλοποιήσουν το συμφωνηθέν κοινό πλαίσιο δράσεων για τη διά βίου ανάπτυξη προσόντων και ικανοτήτων

- Να κληθούν οι κοινωνικοί εταίροι σε κοινοτικό επίπεδο να συμβάλουν στην επιτυχία της στρατηγικής, ιδίως μέσω του κοινού προγράμματος εργασίας τους και της συνεισφοράς τους στην τριμερή κοινωνική σύνοδο κορυφής για τη μεγέθυνση και την απασχόληση.

2.3.3. Κινητοποίηση όλων των σχετικών φορέων

Η πρώτη γενιά κατευθυντήριων γραμμών για την απασχόληση επιδίωξε την προώθηση της συμμετοχής των ενδιαφερομένων φορέων στην ΕΣΑ, ιδίως δε των κοινωνικών εταίρων και των περιφερειακών αρχών. Έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος όσον αφορά την ανάπτυξη μιας πραγματικής περιφερειακής διάστασης, αλλά η κοινωνία των πολιτών εξακολουθεί να απουσιάζει από τη διαδικασία. Επιπλέον, τα εθνικά σχέδια δράσης πολύ συχνά αντιμετωπίζονται ως «ιδιοκτησία» συγκεκριμένων υπουργείων με αποτέλεσμα την μη πλήρη ή συνεκτική ενσωμάτωσή τους στο συνολικό πλαίσιο εθνικής πολιτικής, γεγονός που οφείλεται εν μέρει και στη μη συμμετοχή των κοινοβουλίων στη διαδικασία.

Τα κράτη μέλη πρέπει να ενθαρρύνονται να διαδίδουν πιο στοχοθετημένες πληροφορίες σχετικά με τους στόχους και τις διαδικασίες της ΕΣΑ, αυξάνοντας έτσι την προβολή της καθώς και την επιθυμία και την ικανότητα των ενδεχόμενων ενδιαφερόμενων φορέων να συμμετέχουν στη διαδικασία. Τα κράτη μέλη πρέπει να επιδιώξουν, να ενθαρρύνουν και να υποστηρίξουν την ενεργό συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων φορέων (περιλαμβανομένης της κοινωνίας των πολιτών) και των κατάλληλων επιπέδων του πολιτικού κόσμου και της διοίκησης στην ανάπτυξη και την υλοποίηση εθνικών στρατηγικών. Πρέπει να ενθαρρυνθεί και να υποστηριχθεί η ανάπτυξη τοπικών και περιφερειακών στρατηγικών για την απασχόληση βασισμένων σε εταιρικές σχέσεις. Τα εθνικά σχέδια δράσης πρέπει να ενσωματωθούν πλήρως στο εθνικό πλαίσιο λήψης αποφάσεων με στόχο να αυξηθεί η συνεκτικότητα και η συνέπεια. Πρέπει επίσης να επιδιωχθεί η διάδοση ορθών πρακτικών που εφαρμόζονται σε ορισμένα κράτη μέλη, ιδίως δε όσον αφορά την κοινοβουλευτική συμμετοχή στη διαδικασία.

2.3.4. Επαρκής χρηματοδότηση

Για την αποτελεσματικότητα της ΕΣΑ, πρέπει να προβλέπεται η επαρκής χρηματοδότηση της εφαρμογής των κατευθυντήριων γραμμών για την απασχόληση. Η μεγαλύτερη συμμετοχή των κοινοβουλίων στη διαδικασία των εθνικών σχεδίων δράσης θα διευκολύνει την καλύτερη ολοκλήρωση των στρατηγικών για την απασχόληση στο πλαίσιο της εθνικής πολιτικής και οι προτεινόμενες αλλαγές στο χρονοδιάγραμμα, σύμφωνα με τη συμφωνία απλοποίησης, θα καταστήσουν δυνατή την καλύτερη ενσωμάτωση στην εθνική διαδικασία του προϋπολογισμού, καθώς τα εθνικά σχέδια δράσης θα οριστικοποιούνται το φθινόπωρο.

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Βερολίνου του 1999 θέσπισε το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο (ΕΚΤ) ως βασικό μέσο χρηματοδότησης για τη στήριξη της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση. Ωστόσο, το ΕΚΤ και τα λοιπά διαρθρωτικά ταμεία πρέπει να εστιάσουν περισσότερο την προσοχή τους στην εκτέλεση της ΕΣΑ. Η πρόκληση σήμερα είναι να διασφαλιστεί ότι τα προγράμματα των διαρθρωτικών ταμείων ανταποκρίνονται στις μεταβαλλόμενες ανάγκες των περιφερειακών και των εθνικών αγορών εργασίας και ότι εξακολουθούν να λαμβάνουν επαρκή χρηματοδότηση για την αντιμετώπιση των προβλημάτων αυτών. Η ενδιάμεση αξιολόγηση των προγραμμάτων, η οποία έχει προγραμματιστεί να πραγματοποιηθεί το 2003, αποτελεί την πρώτη ευκαιρία επανεξέτασης και, όπου αυτό απαιτείται, ανακατεύθυνσης των προγραμμάτων με στόχο την καλύτερη υλοποίηση των προτεραιοτήτων των εθνικών σχεδίων δράσης για την απασχόληση και την καλύτερη αντιμετώπιση των συγκεκριμένων αδυναμιών της αγοράς εργασίας κάθε χώρας.

*

******

Η παρούσα ανακοίνωση στηρίζει και συμπληρώνει την εαρινή έκθεση της Επιτροπής, που αποτελεί τη συνεισφορά της Επιτροπής στο εαρινό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Μπορεί να αποτελέσει τη βάση για ευρείες διαβουλεύσεις με τα θεσμικά όργανα της ΕΕ καθώς και με το σύνολο των ενδιαφερόμενων φορέων κατά το διάστημα πριν από την σύνοδο κορυφής. Βάσει των προαναφερθεισών διαβουλεύσεων και των συμπερασμάτων του εαρινού Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, η Επιτροπή πρόκειται να υποβάλει επίσημη πρόταση για τις κατευθυντήριες γραμμές και τις συστάσεις για την απασχόληση τον Απρίλιο του 2003.

παραρτημα: Παραδείγματα πιθανων δεικτων και στοχων για την ΕΣΑ

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>