26.11.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 320/5


ΚΑΤ' ΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2016/2072 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 22ας Σεπτεμβρίου 2016

σχετικά με τις επαληθευτικές δραστηριότητες και τη διαπίστευση των ελεγκτών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την παρακολούθηση, την υποβολή εκθέσεων και επαλήθευση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από θαλάσσιες μεταφορές

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2015, για την παρακολούθηση, την υποβολή εκθέσεων και επαλήθευση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από θαλάσσιες μεταφορές και για την τροποποίηση της οδηγίας 2009/16/ΕΚ (1), και ιδίως το άρθρο 15 παράγραφος 5 και το άρθρο 16 παράγραφος 3,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Το άρθρο 15 παράγραφος 5 και το άρθρο 16 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 προβλέπουν, αντίστοιχα, για την Επιτροπή τη δυνατότητα να θεσπίζει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις για τον περαιτέρω καθορισμό κανόνων για τις επαληθευτικές δραστηριότητες και τις μεθόδους διαπίστευσης ελεγκτών. Δεδομένου ότι αυτές οι δραστηριότητες και μέθοδοι κατ' ουσίαν συνδέονται μεταξύ τους, στον παρόντα κανονισμό χρησιμοποιούνται αμφότερες οι νομικές βάσεις.

(2)

Η εφαρμογή του άρθρου 15 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 απαιτεί ένα συνολικό πλαίσιο κανόνων για να εξασφαλιστεί ότι η αξιολόγηση των σχεδίων παρακολούθησης και η επαλήθευση των εκθέσεων εκπομπών που καθορίζονται σύμφωνα με τον εν λόγω κανονισμό πραγματοποιούνται με εναρμονισμένο τρόπο από ελεγκτές που διαθέτουν την τεχνική επάρκεια για να εκτελούν τα καθήκοντα που τους ανατίθενται με ανεξαρτησία και αμεροληψία.

(3)

Για την εφαρμογή του άρθρου 16 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, είναι αναγκαίο να εξασφαλιστεί η συνέργεια μεταξύ του συνολικού πλαισίου για τη διαπίστευση που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2) και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των δραστηριοτήτων επαλήθευσης και διαπίστευσης που ισχύουν για τις εκπομπές CO2 από τον κλάδο των θαλάσσιων μεταφορών. Σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008 εφαρμόζεται στις πτυχές της διαπίστευσης των ελεγκτών οι οποίες δεν καλύπτονται από τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757.

(4)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι τα δεδομένα που υποβάλλονται είναι ισχυρά και αξιόπιστα, είναι απαραίτητο να εξασφαλίζεται ότι η επαλήθευση διενεργείται από ανεξάρτητους και ικανούς ελεγκτές. Το σύστημα επαλήθευσης και διαπίστευσης θα πρέπει να αποτρέπει την άσκοπη αναπαραγωγή διαδικασιών και οργανισμών που έχουν συσταθεί βάσει άλλων ενωσιακών νομοθετικών πράξεων, η οποία θα συνεπαγόταν μεγαλύτερη επιβάρυνση των κρατών μελών ή των οικονομικών φορέων. Συνεπώς, είναι σκόπιμο να αξιοποιηθούν οι βέλτιστες πρακτικές που προκύπτουν από την εφαρμογή εναρμονισμένων προτύπων που εκδόθηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης με βάση εντολή που εξέδωσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σύμφωνα με την οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3) (όπως αυτές που αφορούν τις απαιτήσεις για τους φορείς επικύρωσης και επαλήθευσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου προς χρήση στη διαπίστευση ή σε άλλες μορφές αναγνώρισης και εκείνες που αφορούν τις γενικές απαιτήσεις για τους φορείς διαπίστευσης που πραγματοποιούν διαπίστευση οργανισμών αξιολόγησης της συμμόρφωσης, τα στοιχεία αναφοράς των οποίων έχουν δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης), το έγγραφο ΕΑ-6/03 και άλλα τεχνικά έγγραφα που εκπονούνται από την Ευρωπαϊκή Συνεργασία για τη Διαπίστευση.

(5)

Εναρμονισμένοι κανόνες για την αξιολόγηση των σχεδίων παρακολούθησης, την επαλήθευση των εκθέσεων εκπομπών και την έκδοση εγγράφων συμμόρφωσης από τους ελεγκτές θα πρέπει να ορίζουν σαφώς τις αρμοδιότητες και τις δραστηριότητες των ελεγκτών.

(6)

Κατά την αξιολόγηση ενός σχεδίου παρακολούθησης, οι ελεγκτές θα πρέπει να ασκούν ορισμένες δραστηριότητες για την αξιολόγηση της πληρότητας, της συνάφειας και της συμμόρφωσης των στοιχείων που υπέβαλε η εταιρεία όσον αφορά τη διαδικασία παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων του πλοίου, ώστε να διαπιστώσουν κατά πόσον το σχέδιο είναι σύμφωνο με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757.

(7)

Σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2016/1927 της Επιτροπής (4), όταν υποβάλλουν το σχέδιο παρακολούθησης του πλοίου, οι εταιρείες μπορούν να αναφέρονται σε πληροφορίες σχετικά με υφιστάμενες διαδικασίες και ελέγχους του πλοίου, όπως καλύπτονται από εναρμονισμένα ποιοτικά και περιβαλλοντικά πρότυπα καθώς και πρότυπα ενεργειακής διαχείρισης (όπως τα πρότυπα EN ISO 9001: 2015, EN ISO 14001: 2015, EN ISO 50001: 2011) ή στο πλαίσιο του διεθνούς κώδικα διαχείρισης της ασφάλειας (ISM) (5) ή του Σχεδίου Διαχείρισης Ενεργειακής Απόδοσης Σκαφών (SEEMP) (6). Προκειμένου να εξασφαλιστεί ορθολογική προσέγγιση, οι ελεγκτές θα πρέπει να είναι σε θέση να λάβουν υπόψη τα παραπάνω, στον βαθμό που είναι συναφή για την παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων για τα δεδομένα βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 και του παρόντος κανονισμού.

(8)

Η παροχή εγγράφων και η ανταλλαγή σχετικών πληροφοριών μεταξύ εταιρειών και ελεγκτών είναι ουσιαστικής σημασίας για όλες τις πτυχές της διαδικασίας επαλήθευσης, ιδίως για την αξιολόγηση του σχεδίου παρακολούθησης, την εκτέλεση της αξιολόγησης κινδύνου και την επαλήθευση της έκθεσης εκπομπών. Είναι αναγκαίο να θεσπιστεί ένα σύνολο εναρμονισμένων απαιτήσεων που διέπουν την παροχή πληροφοριών και εγγράφων που πρέπει να τίθενται στη διάθεση του ελεγκτή πριν από την έναρξη των επαληθευτικών δραστηριοτήτων και σε άλλα χρονικά σημεία κατά τη διάρκεια της επαλήθευσης.

(9)

Ο ελεγκτής θα πρέπει να χρησιμοποιεί μια προσέγγιση με βάση τον κίνδυνο όσον αφορά την επαλήθευση της έκθεσης εκπομπών, σύμφωνα με το άρθρο 15 παράγραφοι 1, 2 και 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757. Η ανάλυση της τάσης των δηλούμενων δεδομένων προς ενδεχόμενες ουσιώδεις ανακρίβειες αποτελεί βασικό τμήμα της διαδικασίας επαλήθευσης και καθορίζει τον τρόπο με τον οποίο ο ελεγκτής θα πρέπει να ασκεί τις δραστηριότητές του.

(10)

Κάθε μέρος της διαδικασίας επαλήθευσης των εκθέσεων εκπομπών, συμπεριλαμβανομένων και των επιτόπιων επισκέψεων, συνδέεται στενά με το αποτέλεσμα της ανάλυσης του κινδύνου ανακριβειών. Ο ελεγκτής θα πρέπει να υποχρεούται να προσαρμόζει μία ή περισσότερες επαληθευτικές δραστηριότητες με βάση τις διαπιστώσεις και τα στοιχεία που συγκεντρώνονται κατά τη διαδικασία επαλήθευσης, ώστε να πληρούνται οι απαιτήσεις της επίτευξης εύλογης βεβαιότητας.

(11)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η συνοχή και η συγκρισιμότητα των δεδομένων που παρακολουθούνται με την πάροδο του χρόνου, σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, το σχέδιο παρακολούθησης που έχει αξιολογηθεί ως ικανοποιητικό θα πρέπει να είναι το σημείο αναφοράς για τον ελεγκτή κατά την αξιολόγηση της έκθεσης εκπομπών ενός πλοίου. Ο ελεγκτής θα πρέπει να αξιολογήσει κατά πόσο το σχέδιο και οι απαιτούμενες διαδικασίες έχουν εκτελεστεί ορθά. Ενημερώνει την εταιρεία για οποιαδήποτε έλλειψη συμμόρφωσης ή ανακρίβεια που εντοπίζει. Ο ελεγκτής υποβάλλει έκθεση με τις μη διορθωμένες ανακρίβειες ή τις ελλείψεις συμμόρφωσης που οδηγούν σε ουσιώδη σφάλματα σε έκθεση επαλήθευσης στην οποία δηλώνει ότι η έκθεση εκπομπών δεν είναι σύμφωνη με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 και τον παρόντα κανονισμό.

(12)

Όλες οι δραστηριότητες στη διαδικασία επαλήθευσης της έκθεσης εκπομπών είναι αλληλένδετες και θα πρέπει να καταλήγουν στην έκδοση έκθεσης επαλήθευσης που περιέχει δήλωση σχετικά με το αποτέλεσμα της επαλήθευσης. Ο βαθμός βεβαιότητας θα πρέπει να σχετίζεται με τη διεξοδικότητα και τον βαθμό λεπτομέρειας των επαληθευτικών δραστηριοτήτων και τη διατύπωση της δήλωσης επαλήθευσης. Εναρμονισμένες απαιτήσεις για την εκτέλεση επαληθευτικών δραστηριοτήτων και τις εκθέσεις επαλήθευσης θα εξασφαλίσουν ότι όλοι οι ελεγκτές εφαρμόζουν τα ίδια πρότυπα.

(13)

Οι επαληθευτικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων της αξιολόγησης των σχεδίων παρακολούθησης και της επαλήθευσης των εκθέσεων εκπομπών, θα πρέπει να διενεργούνται από ικανούς ελεγκτές και προσωπικό. Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι το προσωπικό που συμμετέχει είναι ικανό να εκτελέσει τα καθήκοντα που του ανατίθενται, οι ελεγκτές θα πρέπει να καθορίζουν και να βελτιώνουν συνεχώς τις εσωτερικές διαδικασίες. Τα κριτήρια διαπίστωσης της ικανότητας των ελεγκτών θα πρέπει να είναι τα ίδια σε όλα τα κράτη μέλη και, επίσης, να είναι επαληθεύσιμα, αντικειμενικά και διαφανή.

(14)

Για την προαγωγή της υψηλής ποιότητας στις επαληθευτικές δραστηριότητες, θα πρέπει να θεσπιστούν εναρμονισμένοι κανόνες προκειμένου να διαπιστώνεται αν ο ελεγκτής είναι ικανός, ανεξάρτητος και αμερόληπτος και, ως εκ τούτου, κατάλληλος για την εκτέλεση των απαιτούμενων δραστηριοτήτων.

(15)

Ένα γενικό πλαίσιο κανόνων για τη διαπίστευση νομικών οντοτήτων είναι αναγκαίο για να διασφαλιστεί ότι οι ελεγκτές διαθέτουν την τεχνική επάρκεια να εκτελούν τα καθήκοντα που τους ανατίθενται με ανεξαρτησία, αμεροληψία και σύμφωνα με τις απαιτήσεις και τις αρχές που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757, τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 και τον παρόντα κανονισμό.

(16)

Σύμφωνα με το άρθρο 16 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, τα άρθρα 4 έως 12 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 θα πρέπει να εφαρμόζονται στις γενικές αρχές και απαιτήσεις για τους εθνικούς οργανισμούς διαπίστευσης.

(17)

Σύμφωνα με τη συνήθη πρακτική της Επιτροπής να διαβουλεύεται με εμπειρογνώμονες κατά την εκπόνηση σχεδίων κατ' εξουσιοδότηση πράξεων, συστάθηκε «υποομάδα επαλήθευσης και διαπίστευσης ΠΥΕ στις θαλάσσιες μεταφορές», στην οποία συμμετέχουν εμπειρογνώμονες από τα κράτη μέλη, τον κλάδο παραγωγής και άλλους συναφείς οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένης της κοινωνίας των πολιτών, υπό την αιγίδα του Ευρωπαϊκού φόρουμ για την αειφόρο ναυτιλία (ESSF). Η υποομάδα συνέστησε την κάλυψη ορισμένων στοιχείων από τον παρόντα κανονισμό. Η ολομέλεια του ESSF ενέκρινε τα σχέδια συστάσεών της σχετικά με τις εν λόγω πτυχές στις 28 Ιουνίου 2016,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 1

Αντικείμενο

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει διατάξεις σχετικά με την αξιολόγηση των σχεδίων παρακολούθησης και την επαλήθευση των εκθέσεων εκπομπών. Επίσης, θεσπίζει απαιτήσεις ως προς τις αρμοδιότητες και τις διαδικασίες.

Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κανόνες για τη διαπίστευση και εποπτεία των ελεγκτών από τους εθνικούς οργανισμούς διαπίστευσης δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)   «διαπίστευση»: βεβαίωση από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης ότι ένας ελεγκτής πληροί τις απαιτήσεις των εναρμονισμένων προτύπων, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008, καθώς και τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και, ως εκ τούτου, είναι κατάλληλος για να εκτελεί τις επαληθευτικές δραστηριότητες σύμφωνα με το κεφάλαιο II·

2)   «έλλειψη συμμόρφωσης»: ένα από τα εξής:

α)

για τον σκοπό της αξιολόγησης σχεδίου παρακολούθησης, ότι το σχέδιο δεν πληροί τις απαιτήσεις που προβλέπονται στα άρθρα 6 και 7 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 και του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/1927·

β)

για τον σκοπό της επαλήθευσης μιας έκθεσης εκπομπών, ότι οι εκπομπές CO2 και άλλες συναφείς πληροφορίες δεν υποβάλλονται σύμφωνα με τη μεθοδολογία παρακολούθησης που περιγράφεται σε σχέδιο παρακολούθησης το οποίο διαπιστευμένος ελεγκτής έχει αξιολογήσει ως ικανοποιητικό·

γ)

για τον σκοπό της διαπίστευσης, κάθε πράξη ή παράλειψη του ελεγκτή η οποία αντίκειται στις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 και του παρόντος κανονισμού·

3)   «εύλογη βεβαιότητα»: υψηλός βαθμός βεβαιότητας, όχι όμως απόλυτη βεβαιότητα, που εκφράζεται με θετικές κρίσεις στη δήλωση επαλήθευσης, για το κατά πόσον η έκθεση εκπομπών η οποία υποβάλλεται σε επαλήθευση είναι απαλλαγμένη από ουσιώδεις ανακρίβειες·

4)   «επίπεδο σημαντικότητας»: το ποσοτικό κατώτατο όριο ή σημείο αποκοπής (cut-off point) πάνω από το οποίο ο ελεγκτής θεωρεί ουσιώδεις τις ανακρίβειες, εξεταζόμενες μεμονωμένα ή από κοινού·

5)   «εγγενής κίνδυνος»: η τάση παραμέτρων της έκθεσης εκπομπών προς ανακρίβειες οι οποίες, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλες ανακρίβειες, ενδέχεται να είναι ουσιώδεις, πριν ληφθεί υπόψη το αποτέλεσμα σχετικών δραστηριοτήτων ελέγχου·

6)   «κίνδυνος του ελέγχου»: η τάση παραμέτρων της έκθεσης εκπομπών προς ανακρίβειες οι οποίες, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλες ανακρίβειες, ενδέχεται να είναι ουσιώδεις και τις οποίες δεν προλαμβάνει ή δεν εντοπίζει και δεν διορθώνει εγκαίρως το σύστημα ελέγχου·

7)   «κίνδυνος του εντοπισμού»: ο κίνδυνος να μην εντοπίσει ο ελεγκτής ουσιώδη ανακρίβεια·

8)   «κίνδυνος της επαλήθευσης»: ο κίνδυνος (ο οποίος αποτελεί συνάρτηση του εγγενούς κινδύνου, του κινδύνου του ελέγχου και του κινδύνου του εντοπισμού) να μη συντάξει ο ελεγκτής την ενδεδειγμένη γνωμάτευση επαλήθευσης, όταν η έκθεση εκπομπών δεν είναι απαλλαγμένη από ουσιώδεις ανακρίβειες·

9)   «ανακρίβεια»: παράλειψη, ψευδής δήλωση ή σφάλμα στα υποβληθέντα δεδομένα, πέραν της επιτρεπτής αβεβαιότητας βάσει του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 και λαμβανομένων υπόψη των κατευθυντήριων γραμμών που αναπτύχθηκαν από την Επιτροπή για τα εν λόγω ζητήματα·

10)   «ουσιώδης ανακρίβεια»: ανακρίβεια η οποία, κατά τη γνώμη του ελεγκτή, υπερβαίνει το επίπεδο σημαντικότητας ή θα μπορούσε με άλλο τρόπο να επηρεάσει τις συνολικές αναφερόμενες εκπομπές ή άλλες σχετικές πληροφορίες, είτε μόνη της είτε σε συνδυασμό με άλλες ανακρίβειες·

11)   «χώρος εγκαταστάσεων»: για τους σκοπούς της αξιολόγησης του σχεδίου παρακολούθησης ή της επαλήθευσης της έκθεσης εκπομπών ενός πλοίου, οι χώροι καθορισμού και διαχείρισης της διαδικασίας παρακολούθησης, συμπεριλαμβανομένων των χώρων ελέγχου και αποθήκευσης των σχετικών δεδομένων και πληροφοριών·

12)   «εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης»: το σύνολο της εσωτερικής τεκμηρίωσης την οποία συντάσσει ο ελεγκτής για να καταγράψει τα αποδεικτικά στοιχεία και την αιτιολόγηση των δραστηριοτήτων που εκτελούνται για να αξιολογηθεί το σχέδιο παρακολούθησης ή για να επαληθευτεί μια έκθεση εκπομπών σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

13)   «ελεγκτής ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές»: μεμονωμένο μέλος ομάδας επαλήθευσης, υπεύθυνο για την αξιολόγηση ενός σχεδίου παρακολούθησης ή την επαλήθευση έκθεσης εκπομπών·

14)   «ανεξάρτητος εξεταστής»: πρόσωπο στο οποίο έχει ανατεθεί ειδικά από τον ελεγκτή να διενεργεί εσωτερικές δραστηριότητες εξέτασης, το οποίο ανήκει στην ίδια οντότητα, αλλά δεν έχει εκτελέσει καμία από τις επαληθευτικές δραστηριότητες που υπόκεινται σε εξέταση·

15)   «τεχνικός εμπειρογνώμονας»: πρόσωπο που προσφέρει βαθιά γνώση και πείρα σε συγκεκριμένο θέμα, η οποία είναι αναγκαία για την άσκηση επαληθευτικών δραστηριοτήτων για τους σκοπούς του κεφαλαίου ΙΙ και δραστηριοτήτων διαπίστευσης για τους σκοπούς των κεφαλαίων IV και V·

16)   «αξιολογητής»: πρόσωπο στο οποίο ένας εθνικός οργανισμός διαπίστευσης αναθέτει να αξιολογήσει ελεγκτή, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, είτε μόνος είτε ως μέλος ομάδας αξιολόγησης·

17)   «επικεφαλής αξιολογητής»: αξιολογητής στον οποίο ανατίθεται η συνολική ευθύνη της αξιολόγησης ελεγκτή σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 3

Τεκμήριο συμμόρφωσης

Ελεγκτής που επιδεικνύει συμμόρφωση με τα κριτήρια που καθορίζονται στα σχετικά εναρμονισμένα πρότυπα, κατά την έννοια του άρθρου 2 παράγραφος 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008, ή σε μέρη αυτών, τα στοιχεία των οποίων έχουν δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τεκμαίρεται ότι συμμορφώνεται προς τις απαιτήσεις των κεφαλαίων ΙΙ και ΙΙΙ του παρόντος κανονισμού, εφόσον τα εφαρμοστέα εναρμονισμένα πρότυπα καλύπτουν τις απαιτήσεις αυτές.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΕΠΑΛΗΘΕΥΤΙΚΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ

ΤΜΗΜΑ 1

Αξιολόγηση σχεδίων παρακολούθησης

Άρθρο 4

Πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται από τις εταιρείες

1.   Οι εταιρείες παρέχουν στον ελεγκτή το σχέδιο παρακολούθησης του πλοίου τους με βάση υπόδειγμα που αντιστοιχεί στο μοντέλο που περιέχεται στο παράρτημα I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/1927. Αν το σχέδιο παρακολούθησης είναι σε γλώσσα άλλη από την αγγλική, παρέχουν αγγλική μετάφραση.

2.   Πριν από την έναρξη της αξιολόγησης του σχεδίου παρακολούθησης, η εταιρεία παρέχει επίσης στον ελεγκτή τουλάχιστον τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

σχετική τεκμηρίωση ή περιγραφή των εγκαταστάσεων του πλοίου, συμπεριλαμβανομένων πιστοποιητικών των πηγών εκπομπών, των χρησιμοποιούμενων ροομέτρων (κατά περίπτωση), καθώς και των διαδικασιών και των διεργασιών ή διαγραμμάτων ροής που έχουν καταρτίσει και διατηρούν εκτός του σχεδίου, κατά περίπτωση, στα οποία γίνεται αναφορά στο σχέδιο·

β)

στην περίπτωση των αλλαγών στο σύστημα παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων που αναφέρονται στα στοιχεία γ) και δ) του άρθρου 7 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, σχετικές επικαιροποιημένες εκδόσεις ή νέα έγγραφα που να επιτρέπουν την αξιολόγηση του τροποποιημένου σχεδίου.

3.   Η εταιρεία παρέχει, κατόπιν αιτήματος, κάθε άλλη πληροφορία που θεωρείται συναφής για τη διενέργεια της αξιολόγησης του σχεδίου.

Άρθρο 5

Αξιολόγηση σχεδίων παρακολούθησης

1.   Κατά την αξιολόγηση του σχεδίου παρακολούθησης, ο ελεγκτής εξετάζει τους ισχυρισμούς πληρότητας, ακρίβειας, συνάφειας και συμμόρφωσης με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 των πληροφοριών που παρέχονται στο σχέδιο παρακολούθησης.

2.   Ο ελεγκτής προβαίνει τουλάχιστον στις ακόλουθες ενέργειες:

α)

εκτιμά ότι η εταιρεία χρησιμοποίησε το κατάλληλο πρότυπο σχεδίου παρακολούθησης και ότι παρέχονται πληροφορίες για όλα τα υποχρεωτικά στοιχεία που αναφέρονται στο παράρτημα I του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/1927·

β)

επαληθεύει ότι οι πληροφορίες στο σχέδιο παρακολούθησης περιγράφουν με ακρίβεια και πληρότητα τις πηγές εκπομπών και τον εξοπλισμό μετρήσεων που είναι εγκατεστημένος επί του πλοίου, καθώς και τα συστήματα και τις διαδικασίες για την παρακολούθηση και υποβολή των σχετικών πληροφοριών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757·

γ)

εξασφαλίζει ότι προβλέπονται επαρκείς ρυθμίσεις παρακολούθησης στην περίπτωση που το πλοίο επιθυμεί να επωφεληθεί από την παρέκκλιση της «ανά πλου» παρακολούθησης των καυσίμων και των εκπομπών CO2 σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757·

δ)

κατά περίπτωση, εκτιμά κατά πόσον οι πληροφορίες οι οποίες υποβλήθηκαν από την εταιρεία σχετικά με τα στοιχεία, τις διαδικασίες ή τους ελέγχους που υλοποιήθηκαν στο πλαίσιο των υφιστάμενων συστημάτων διαχείρισης του πλοίου ή που καλύπτονται από εναρμονισμένα σχετικά πρότυπα ποιότητας, περιβαλλοντικά πρότυπα ή πρότυπα διαχείρισης είναι συναφείς για την παρακολούθηση των εκπομπών CO2 και άλλων σχετικών πληροφοριών και την υποβολή εκθέσεων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 και τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2016/1928 της Επιτροπής (7).

3.   Για τον σκοπό της αξιολόγησης του σχεδίου παρακολούθησης, ο ελεγκτής μπορεί να προβεί σε έρευνα, έλεγχο των εγγράφων, παρατήρηση και κάθε άλλη τεχνική ελέγχου που κρίνεται κατάλληλη.

Άρθρο 6

Επιτόπιες επισκέψεις

1.   Ο ελεγκτής εκτελεί επιτόπιες επισκέψεις, προκειμένου να κατανοήσει επαρκώς τις διαδικασίες που περιγράφονται στο σχέδιο παρακολούθησης και να επικυρώσει ότι οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται εκεί είναι ακριβείς.

2.   Ο ελεγκτής προσδιορίζει τον χώρο ή τους χώρους της επιτόπιας επίσκεψης, αφού ληφθεί υπόψη η θέση όπου αποθηκεύεται η κρίσιμη μάζα συναφών δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων ηλεκτρονικών ή έντυπων αντιγράφων εγγράφων των οποίων τα πρωτότυπα φυλάσσονται επί του πλοίου, καθώς και η θέση όπου πραγματοποιούνται δραστηριότητες ροής δεδομένων.

3.   Ο ελεγκτής καθορίζει, επίσης, τις δραστηριότητες που πρόκειται να εκτελεστούν και τον χρόνο που απαιτείται για την επιτόπια επίσκεψη.

4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, ο ελεγκτής μπορεί να παραιτηθεί από τη διεξαγωγή επιτόπιας επίσκεψης, υπό τον όρο ότι πληρούται μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

διαθέτει επαρκή κατανόηση των συστημάτων παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων του πλοίου, συμπεριλαμβανομένης της ύπαρξης, της εφαρμογής και της αποτελεσματικής λειτουργίας τους από την εταιρεία·

β)

η φύση και το επίπεδο πολυπλοκότητας του συστήματος παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων του πλοίου είναι τέτοια ώστε δεν είναι απαραίτητη η επιτόπια επίσκεψη·

γ)

έχει τη δυνατότητα να λάβει και να αξιολογήσει όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες εξ αποστάσεως.

5.   Εάν ο ελεγκτής παραιτηθεί από τη διεξαγωγή επιτόπιας επίσκεψης σύμφωνα με την παράγραφο 4, παρέχει αιτιολόγηση για τη μη διενέργεια επιτόπιων επισκέψεων στην εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης.

Άρθρο 7

Αντιμετώπιση ελλείψεων συμμόρφωσης στο σχέδιο παρακολούθησης

1.   Όταν ο ελεγκτής εντοπίζει ελλείψεις συμμόρφωσης στο πλαίσιο της αξιολόγησης του σχεδίου παρακολούθησης, ενημερώνει σχετικά την εταιρεία χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και ζητεί τις σχετικές διορθώσεις εντός προτεινόμενου χρονοδιαγράμματος.

2.   Η εταιρεία διορθώνει όλες τις ελλείψεις συμμόρφωσης που κοινοποιούνται από τον ελεγκτή και υποβάλλει αναθεωρημένο σχέδιο παρακολούθησης στον ελεγκτή σύμφωνα με το συμφωνηθέν χρονοδιάγραμμα, ούτως ώστε να μπορέσει ο ελεγκτής να επαναξιολογήσει το σχέδιο πριν από την έναρξη της περιόδου υποβολής εκθέσεων.

3.   Ο ελεγκτής τεκμηριώνει στην εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης, με την ένδειξη «Επιλύθηκε», κάθε έλλειψη συμμόρφωσης που διορθώνεται κατά τη διάρκεια της αξιολόγησης του σχεδίου παρακολούθησης.

Άρθρο 8

Ανεξάρτητη εξέταση της αξιολόγησης του σχεδίου παρακολούθησης

1.   Η ομάδα επαλήθευσης υποβάλλει την εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης και σχέδιο συμπερασμάτων από την αξιολόγηση του σχεδίου σε διορισμένο ανεξάρτητο εξεταστή χωρίς καθυστέρηση και πριν από την κοινοποίησή τους στην εταιρεία.

2.   Ο ανεξάρτητος εξεταστής εκτελεί εξέταση για να διασφαλιστεί ότι το σχέδιο παρακολούθησης έχει αξιολογηθεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και ότι επιδείχθηκε η δέουσα επαγγελματική επιμέλεια και κρίση.

3.   Η έκταση της ανεξάρτητης εξέτασης καλύπτει το σύνολο της διαδικασίας αξιολόγησης που περιγράφεται στο παρόν τμήμα και έχει καταγραφεί στην εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης.

4.   Ο ελεγκτής συμπεριλαμβάνει τα αποτελέσματα της ανεξάρτητης εξέτασης στην εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης.

Άρθρο 9

Συμπεράσματα του ελεγκτή για την αξιολόγηση του σχεδίου παρακολούθησης

Με βάση τις πληροφορίες που συλλέγονται κατά τη διάρκεια της αξιολόγησης του σχεδίου παρακολούθησης, ο ελεγκτής ενημερώνει αμέσως γραπτώς την εταιρεία για τα συμπεράσματα που συνάχθηκαν και αναφέρει κατά πόσο το σχέδιο παρακολούθησης:

α)

εκτιμάται ότι είναι σύμφωνο με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757·

β)

περιέχει ελλείψεις συμμόρφωσης που συνεπάγονται τη μη συμμόρφωσή του με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757.

ΤΜΗΜΑ 2

Επαλήθευση των εκθέσεων εκπομπών

Άρθρο 10

Πληροφορίες που πρέπει να παρέχονται από τις εταιρείες

1.   Πριν από την έναρξη της επαλήθευσης της έκθεσης εκπομπών, οι εταιρείες παρέχουν στον ελεγκτή τις ακόλουθες υποστηρικτικές πληροφορίες:

α)

κατάλογο των πλόων που πραγματοποίησε το εν λόγω πλοίο κατά τη διάρκεια της περιόδου υποβολής εκθέσεων σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757·

β)

αντίγραφο της έκθεσης εκπομπών από το προηγούμενο έτος, κατά περίπτωση, εάν ο ελεγκτής δεν διενήργησε την επαλήθευση για τη συγκεκριμένη έκθεση·

γ)

αντίγραφο του σχεδίου ή των σχεδίων παρακολούθησης, συμπεριλαμβανομένων αποδεικτικών στοιχείων των συμπερασμάτων από την αξιολόγηση που διενήργησε διαπιστευμένος ελεγκτής, κατά περίπτωση.

2.   Όταν ο ελεγκτής εντοπίζει το/τα ειδικό/-ά τμήμα/-τα ή έγγραφο/-α που θεωρείται/-ούνται συναφές/-ή για τους σκοπούς της επαλήθευσής του, οι εταιρείες πρέπει να παρέχουν επίσης τις ακόλουθες υποστηρικτικές πληροφορίες:

α)

αντίγραφα του επίσημου ημερολογίου του πλοίου και του βιβλίου πετρελαίου (εφόσον είναι ξεχωριστό)·

β)

αντίγραφα των εγγράφων ανεφοδιασμού καυσίμων·

γ)

αντίγραφα εγγράφων που περιέχουν πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των μεταφερόμενων επιβατών και τον όγκο μεταφερόμενου φορτίου, τη διανυθείσα απόσταση και τον χρόνο παραμονής στη θάλασσα κατά τους πλόες του πλοίου στη διάρκεια της περιόδου υποβολής εκθέσεων.

3.   Επιπροσθέτως, και κατά περίπτωση με βάση την εφαρμοζόμενη μέθοδο παρακολούθησης, οι ελεγκτές μπορούν να ζητήσουν από την εταιρεία να παράσχει:

α)

επισκόπηση του τοπίου τεχνολογιών πληροφορικής στην οποία εμφαίνεται η ροή δεδομένων για το σχετικό πλοίο·

β)

αποδεικτικά στοιχεία για τη συντήρηση και την ακρίβεια/αβεβαιότητα του εξοπλισμού μέτρησης/ροομέτρων (π.χ. πιστοποιητικά βαθμονόμησης)·

γ)

απόσπασμα των δεδομένων δραστηριότητας κατανάλωσης καυσίμου από ροόμετρα·

δ)

αντίγραφα αποδεικτικών στοιχείων των ενδείξεων μετρητή της δεξαμενής καυσίμου·

ε)

απόσπασμα δεδομένων δραστηριότητας από συστήματα άμεσων μετρήσεων των εκπομπών·

στ)

κάθε άλλη πληροφορία σχετική με την επαλήθευση της έκθεσης εκπομπών.

4.   Σε περίπτωση αλλαγής εταιρείας, οι εμπλεκόμενες εταιρείες πρέπει να επιδεικνύουν τη δέουσα επιμέλεια ώστε να παρέχουν στον ελεγκτή τα προαναφερθέντα υποστηρικτικά έγγραφα ή πληροφορίες σχετικά με τους πλόες που εκτελούνται στο πλαίσιο των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους.

5.   Οι εταιρείες διατηρούν τις προαναφερθείσες πληροφορίες για τις περιόδους που ορίζονται δυνάμει της διεθνούς σύμβασης του 1973 για την πρόληψη της ρύπανσης από πλοία (σύμβαση MARPOL) και της διεθνούς σύμβασης του 1988 για την ασφάλεια της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα (σύμβαση SOLAS). Εν αναμονή της έκδοσης του εγγράφου συμμόρφωσης σύμφωνα με το άρθρο 17 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, ο ελεγκτής μπορεί να ζητήσει οποιαδήποτε από τις πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3.

Άρθρο 11

Διενέργεια αξιολόγησης κινδύνου από τους ελεγκτές

1.   Εκτός από τα στοιχεία που αναφέρονται στις παραγράφους 1, 2 και 3 του άρθρου 15 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, ο ελεγκτής προσδιορίζει και αναλύει όλα τα ακόλουθα:

α)

τους εγγενείς κινδύνους·

β)

τους κινδύνους του ελέγχου·

γ)

τους κινδύνους του εντοπισμού.

2.   Ο ελεγκτής λαμβάνει υπόψη τομείς υψηλότερου κινδύνου επαλήθευσης και τουλάχιστον τα ακόλουθα: τα δεδομένα πλου, την κατανάλωση καυσίμου, τις εκπομπές CO2, τη διανυθείσα απόσταση, τον χρόνο παραμονής στη θάλασσα, το μεταφερόμενο φορτίο και τη συγκέντρωση δεδομένων στην έκθεση εκπομπών.

3.   Κατά τον προσδιορισμό και την ανάλυση των πτυχών που αναφέρονται στην παράγραφο 2, ο ελεγκτής λαμβάνει υπόψη την ύπαρξη, την πληρότητα, την ακρίβεια, τη συνέπεια, τη διαφάνεια και τη συνάφεια των πληροφοριών που υποβάλλονται.

4.   Εφόσον είναι σκόπιμο, υπό το πρίσμα των πληροφοριών που συγκεντρώνονται κατά την επαλήθευση, ο ελεγκτής αναθεωρεί την αξιολόγηση κινδύνου και τροποποιεί ή επαναλαμβάνει τις εκτελεστέες επαληθευτικές δραστηριότητες.

Άρθρο 12

Σχέδιο επαλήθευσης

Ο ελεγκτής καταρτίζει σχέδιο επαλήθευσης, το οποίο είναι ανάλογο με τα στοιχεία που συγκεντρώνονται και με τους κινδύνους που εντοπίζονται κατά την αξιολόγηση κινδύνου. Στο σχέδιο επαλήθευσης περιλαμβάνονται τουλάχιστον τα εξής:

α)

πρόγραμμα επαλήθευσης, στο οποίο περιγράφονται η φύση και το πεδίο εφαρμογής των επαληθευτικών δραστηριοτήτων, καθώς και ο προβλεπόμενος χρόνος και τρόπος εκτέλεσής τους·

β)

σχέδιο δειγματοληψίας δεδομένων, όπου παρατίθενται το πεδίο εφαρμογής και οι μέθοδοι δειγματοληψίας δεδομένων για τα σημεία δεδομένων στα οποία βασίστηκαν τα συγκεντρωτικά δεδομένα για τις εκπομπές CO2, την κατανάλωση καυσίμων ή άλλες σχετικές πληροφορίες στην έκθεση εκπομπών.

Άρθρο 13

Επαληθευτικές δραστηριότητες σχετικά με την έκθεση εκπομπών

1.   Ο ελεγκτής εφαρμόζει το σχέδιο επαλήθευσης και, βάσει της αξιολόγησης κινδύνου, επαληθεύει αν τα συστήματα παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων, όπως περιγράφονται στο σχέδιο παρακολούθησης που έχει αξιολογηθεί ως ικανοποιητικό, υπάρχουν στην πράξη και εφαρμόζονται ορθά.

Για τον σκοπό αυτό, ο ελεγκτής εξετάζει τη διεξαγωγή τουλάχιστον των εξής τύπων διαδικασιών:

α)

έρευνα με το αρμόδιο προσωπικό·

β)

έλεγχο των εγγράφων·

γ)

διαδικασίες παρατήρησης και ελέγχου.

2.   Κατά περίπτωση, ο ελεγκτής εξακριβώνει αν οι δραστηριότητες εσωτερικού ελέγχου που περιγράφονται στο σχέδιο παρακολούθησης εφαρμόζονται αποτελεσματικά. Για τον σκοπό αυτό, μπορεί να εξετάσει το ενδεχόμενο δοκιμής της αποτελεσματικότητας των τεκμηριωμένων ελέγχων βάσει δείγματος.

Άρθρο 14

Επαλήθευση των υποβληθέντων δεδομένων

1.   Ο ελεγκτής επαληθεύει τα δεδομένα που υποβάλλονται στην έκθεση εκπομπών μέσω: λεπτομερών δοκιμών, μεταξύ άλλων με τον εντοπισμό τους μέχρι την πρωταρχική πηγή δεδομένων· αντιπαραβολής τους με εξωτερικές πηγές δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων παρακολούθησης του πλοίου· εκτέλεσης ελέγχων συμφωνίας· ελέγχου των κατωτάτων ορίων σχετικά με τα κατάλληλα δεδομένα· και επαναλήψεων υπολογισμών.

2.   Στο πλαίσιο της επαλήθευσης των στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ο ελεγκτής εξακριβώνει:

α)

την πληρότητα των πηγών εκπομπών που περιγράφονται στο σχέδιο παρακολούθησης·

β)

την πληρότητα των δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν τους πλόες, που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757·

γ)

τη συνοχή μεταξύ των αναφερόμενων συγκεντρωτικών δεδομένων και δεδομένων από συναφή τεκμηρίωση ή πρωταρχικές πηγές·

δ)

τη συνέπεια μεταξύ των συγκεντρωτικών δεδομένων για την κατανάλωση καυσίμου και των δεδομένων της αγοράς καυσίμου ή του κατ' άλλο τρόπο εφοδιασμού με καύσιμα του εν λόγω πλοίου, κατά περίπτωση·

ε)

την αξιοπιστία και την ακρίβεια των δεδομένων.

Άρθρο 15

Επίπεδο σημαντικότητας

1.   Για τους σκοπούς της επαλήθευσης των δεδομένων για την κατανάλωση καυσίμου και τις εκπομπές CO2 στην έκθεση εκπομπών, το επίπεδο σημαντικότητας ορίζεται στο 5 % της αντίστοιχης συνολικής σημαντικότητας που αναφέρεται για κάθε στοιχείο κατά την περίοδο υποβολής εκθέσεων.

2.   Για τους σκοπούς της επαλήθευσης άλλων σχετικών πληροφοριών στην έκθεση εκπομπών σχετικά με το μεταφερόμενο φορτίο, το μεταφορικό έργο, τη διανυθείσα απόσταση και τον χρόνο παραμονής στη θάλασσα, το επίπεδο σημαντικότητας ισούται με το 5 % της αντίστοιχης συνολικής σημαντικότητας που αναφέρεται για κάθε στοιχείο κατά την περίοδο υποβολής εκθέσεων.

Άρθρο 16

Επιτόπιες επισκέψεις

1.   Ο ελεγκτής πραγματοποιεί/διεξάγει επιτόπιες επισκέψεις με σκοπό να κατανοήσει επαρκώς την εταιρεία και το σύστημα παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων του πλοίου, όπως περιγράφεται στο σχέδιο παρακολούθησης.

2.   Ο ελεγκτής προσδιορίζει τον χώρο ή τους χώρους της επιτόπιας επίσκεψης βάσει των αποτελεσμάτων της αξιολόγησης κινδύνου και αφού ληφθεί υπόψη η θέση όπου αποθηκεύεται η κρίσιμη μάζα συναφών δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων ηλεκτρονικών ή έντυπων αντιγράφων εγγράφων των οποίων τα πρωτότυπα φυλάσσονται επί του πλοίου, καθώς και η θέση όπου πραγματοποιούνται δραστηριότητες ροής δεδομένων.

3.   Ο ελεγκτής καθορίζει, επίσης, τις δραστηριότητες που πρόκειται να εκτελεστούν και τον χρόνο που απαιτείται για την επιτόπια επίσκεψη.

4.   Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, ο ελεγκτής μπορεί να παραιτηθεί από τη διεξαγωγή επιτόπιας επίσκεψης υπό τον όρο ότι, βάσει του αποτελέσματος της αξιολόγησης κινδύνου, πληρούται μία από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

διαθέτει επαρκή κατανόηση των συστημάτων παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων του πλοίου, συμπεριλαμβανομένης της ύπαρξης, της εφαρμογής και της αποτελεσματικής λειτουργίας τους από την εταιρεία·

β)

η φύση και το επίπεδο πολυπλοκότητας του συστήματος παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων του πλοίου είναι τέτοια ώστε δεν είναι απαραίτητη η επιτόπια επίσκεψη·

γ)

διαθέτει τη δυνατότητα εξ αποστάσεως λήψης και αξιολόγησης όλων των απαιτούμενων πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένης της ορθής εφαρμογής της μεθοδολογίας που περιγράφεται στο σχέδιο παρακολούθησης, και της επαλήθευσης των δεδομένων που υποβάλλονται στην έκθεση εκπομπών.

5.   Με βάση το αποτέλεσμα επιτόπιας επίσκεψης σε τοποθεσία στην ξηρά, στην οποία καταλήγει στο συμπέρασμα ότι απαιτείται επαλήθευση επί του πλοίου, προκειμένου να περιοριστεί ο κίνδυνος ουσιωδών ανακριβειών στην έκθεση εκπομπών, ο ελεγκτής μπορεί να αποφασίσει να επισκεφθεί το πλοίο.

6.   Εάν ο ελεγκτής παραιτηθεί από τη διεξαγωγή επιτόπιας επίσκεψης σύμφωνα με την παράγραφο 4, πρέπει να παρέχει σχετική αιτιολόγηση στην εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης.

Άρθρο 17

Αντιμετώπιση των ανακριβειών και των ελλείψεων συμμόρφωσης στην έκθεση εκπομπών

1.   Όταν ο ελεγκτής εντοπίζει ανακρίβειες ή ελλείψεις συμμόρφωσης στο πλαίσιο της επαλήθευσης της έκθεσης εκπομπών, ενημερώνει σχετικά την εταιρεία χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση και ζητεί τις σχετικές διορθώσεις εντός εύλογης προθεσμίας.

2.   Ο ελεγκτής τεκμηριώνει στην εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης, με την ένδειξη «Επιλύθηκε», κάθε ανακρίβεια ή έλλειψη συμμόρφωσης που διορθώθηκε κατά τη διάρκεια της επαλήθευσης.

3.   Όταν η εταιρεία δεν διορθώνει τυχόν ανακρίβειες ή ελλείψεις συμμόρφωσης που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ο ελεγκτής, πριν να εκδώσει την έκθεση επαλήθευσης, ζητά από την εταιρεία να εξηγήσει τα κύρια αίτια των ανακριβειών ή ελλείψεων συμμόρφωσης.

4.   Ο ελεγκτής αποφασίζει κατά πόσον οι ανακρίβειες που δεν διορθώθηκαν έχουν επιπτώσεις, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλες ανακρίβειες, στα στοιχεία των συνολικών εκπομπών που δηλώθηκαν και αν αυτές οι επιπτώσεις συνεπάγονται ουσιώδεις ανακρίβειες.

5.   Ο ελεγκτής μπορεί να λάβει υπόψη τυχόν ανακρίβειες ή ελλείψεις συμμόρφωσης οι οποίες, μεμονωμένα ή σε συνδυασμό με άλλες ανακρίβειες, βρίσκονται κάτω από το επίπεδο σημαντικότητας που ορίζεται στο άρθρο 15 ως ουσιώδεις ανακρίβειες, όπου αυτό δικαιολογείται λόγω της κλίμακας και της φύσης τους ή από τις ιδιαίτερες περιστάσεις υπό τις οποίες προέκυψαν.

Άρθρο 18

Συμπέρασμα της επαλήθευσης έκθεσης εκπομπών

Για να ολοκληρώσει την επαλήθευση της έκθεσης εκπομπών, ο ελεγκτής προβαίνει τουλάχιστον στις ακόλουθες ενέργειες:

α)

επιβεβαιώνει ότι έχουν πραγματοποιηθεί όλες οι επαληθευτικές δραστηριότητες·

β)

εκτελεί τελικές αναλυτικές διαδικασίες στα συγκεντρωτικά δεδομένα, για να εξασφαλίσει ότι είναι απαλλαγμένα από ουσιώδεις ανακρίβειες·

γ)

επαληθεύει αν οι πληροφορίες που περιέχει η έκθεση πληρούν τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757·

δ)

πριν από τη δημοσίευση της έκθεσης, προετοιμάζει την εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης και του σχεδίου έκθεσης και τα υποβάλλει στον ανεξάρτητο εξεταστή σύμφωνα με το άρθρο 21·

ε)

εξουσιοδοτεί κάποιον να επαληθεύσει την έκθεση με βάση τα πορίσματα του ανεξάρτητου εξεταστή και τα αποδεικτικά στοιχεία της εσωτερικής τεκμηρίωσης της επαλήθευσης, και ενημερώνει σχετικά την εταιρεία·

στ)

ενημερώνει την Επιτροπή και το κράτος σημαίας του πλοίου σχετικά με το αν πληρούνται οι όροι για την έκδοση του εγγράφου συμμόρφωσης.

Άρθρο 19

Συστάσεις για βελτίωση

1.   Ο ελεγκτής ανακοινώνει στην εταιρεία συστάσεις για βελτίωση σε σχέση με μη διορθωμένες ανακρίβειες και ελλείψεις συμμόρφωσης που δεν συνεπάγονται ουσιώδεις ανακρίβειες.

2.   Ο ελεγκτής μπορεί να ανακοινώσει και άλλες συστάσεις για βελτίωση τις οποίες θεωρεί σχετικές, υπό το φως του αποτελέσματος των επαληθευτικών δραστηριοτήτων.

3.   Κατά την ανακοίνωση των συστάσεων προς την εταιρεία, ο ελεγκτής πρέπει να παραμείνει ουδέτερος έναντι της εταιρείας, του πλοίου και του συστήματος παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων. Δεν θέτει σε κίνδυνο την αμεροληψία του παρέχοντας συμβουλές ή αναπτύσσοντας μέρη της διαδικασίας παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757.

Άρθρο 20

Έκθεση επαλήθευσης

1.   Βάσει των πληροφοριών που συγκεντρώνονται, ο ελεγκτής εκδίδει έκθεση επαλήθευσης στην εταιρεία για κάθε έκθεση εκπομπών που υπόκειται σε επαλήθευση.

2.   Η έκθεση επαλήθευσης περιλαμβάνει δήλωση που επαληθεύει την έκθεση εκπομπών ως ικανοποιητική ή μη ικανοποιητική, σε περίπτωση που περιέχει ουσιώδεις ανακρίβειες οι οποίες δεν διορθώθηκαν πριν από την έκδοση της έκθεσης.

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 2, η έκθεση εκπομπών θεωρείται ότι έχει επαληθευτεί ως ικανοποιητική μόνο εάν είναι απαλλαγμένη από ουσιώδεις ανακρίβειες.

4.   Η έκθεση επαλήθευσης περιέχει τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία:

α)

την επωνυμία της εταιρείας και την ταυτότητα του πλοίου·

β)

τίτλο όπου διευκρινίζεται ότι πρόκειται για έκθεση επαλήθευσης·

γ)

την ταυτότητα του ελεγκτή·

δ)

παραπομπή στην έκθεση εκπομπών και στην περίοδο υποβολής εκθέσεων προς επαλήθευση·

ε)

παραπομπή σε ένα ή περισσότερα σχέδια παρακολούθησης που έχουν αξιολογηθεί ως ικανοποιητικά·

στ)

παραπομπή στο/στα πρότυπο/-α επαλήθευσης που χρησιμοποιήθηκε/-αν·

ζ)

σύνοψη των διαδικασιών του ελεγκτή, συμπεριλαμβανομένων πληροφοριών σχετικά με τις επιτόπιες επισκέψεις ή τους λόγους για την παραίτηση από αυτές·

η)

σύνοψη των σημαντικών αλλαγών στο σχέδιο παρακολούθησης και των δεδομένων δραστηριότητας κατά την περίοδο υποβολής εκθέσεων, κατά περίπτωση·

θ)

δήλωση επαλήθευσης·

ι)

περιγραφή των μη διορθωμένων ανακριβειών και των ελλείψεων συμμόρφωσης, συμπεριλαμβανομένης της φύσης και της κλίμακάς τους, είτε έχουν ουσιώδη αντίκτυπο είτε όχι, και του/των στοιχείου/-ων της έκθεσης εκπομπών την οποία αφορούν, κατά περίπτωση·

ια)

κατά περίπτωση, συστάσεις για βελτίωση·

ιβ)

την ημερομηνία της έκθεσης επαλήθευσης και υπογραφή εξουσιοδοτημένου προσώπου εξ ονόματος του ελεγκτή.

Άρθρο 21

Ανεξάρτητη εξέταση της έκθεσης εκπομπών

1.   Ο ανεξάρτητος εξεταστής εξετάζει την εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης και το σχέδιο της έκθεσης επαλήθευσης, για να επαληθεύσει ότι η διαδικασία επαλήθευσης έχει διεξαχθεί σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και ότι επιδείχθηκε η δέουσα επαγγελματική επιμέλεια και κρίση.

2.   Το πεδίο εφαρμογής της ανεξάρτητης εξέτασης καλύπτει το σύνολο της διαδικασίας επαλήθευσης που περιγράφεται στο παρόν τμήμα και έχει καταγραφεί στην εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης.

3.   Μετά την επικύρωση της έκθεσης εκπομπών σύμφωνα με το άρθρο 18 στοιχείο ε), ο ελεγκτής συμπεριλαμβάνει τα αποτελέσματα της ανεξάρτητης εξέτασης στην εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΛΕΓΚΤΕΣ

Άρθρο 22

Διαδικασία διασφάλισης διαρκούς ικανότητας

1.   Ο ελεγκτής καθορίζει, τεκμηριώνει, εφαρμόζει και διατηρεί διαδικασία διασφάλισης διαρκούς ικανότητας, ώστε να εξασφαλίζει ότι το σύνολο του προσωπικού στο οποίο ανατίθενται επαληθευτικές δραστηριότητες είναι ικανό να εκτελεί τα καθήκοντα που αναλαμβάνει.

2.   Για τον σκοπό της διαδικασίας διασφάλισης ικανότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 1, ο ελεγκτής καθορίζει, τεκμηριώνει, εφαρμόζει και διατηρεί τα εξής:

α)

γενικά κριτήρια ικανότητας για το σύνολο του προσωπικού που αναλαμβάνει επαληθευτικές δραστηριότητες, σύμφωνα με το άρθρο 23 παράγραφος 3·

β)

ειδικά κριτήρια ικανότητας για κάθε θέση προσωπικού του ελεγκτή που αναλαμβάνει επαληθευτικές δραστηριότητες, ιδίως για τον ελεγκτή ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές, τον ανεξάρτητο εξεταστή και τον τεχνικό εμπειρογνώμονα, σύμφωνα με τα άρθρα 24, 25 και 26·

γ)

μέθοδο για τη διασφάλιση της διαρκούς ικανότητας και της τακτικής αξιολόγησης των επιδόσεων του συνόλου του προσωπικού που αναλαμβάνει επαληθευτικές δραστηριότητες·

δ)

διαδικασία που εξασφαλίζει τη συνεχή κατάρτιση του προσωπικού το οποίο αναλαμβάνει επαληθευτικές δραστηριότητες.

3.   Ο ελεγκτής πρέπει να παρακολουθεί τακτικά, τουλάχιστον σε ετήσια βάση, τις επιδόσεις του συνόλου του προσωπικού που αναλαμβάνει επαληθευτικές δραστηριότητες, προκειμένου να επιβεβαιώνεται η διαρκής ικανότητά τους.

Άρθρο 23

Ομάδες επαλήθευσης

1.   Για κάθε ανάληψη επαληθευτικής υποχρέωσης, ο ελεγκτής συγκροτεί ομάδα επαλήθευσης ικανή να εκτελέσει τις επαληθευτικές δραστηριότητες που αναφέρονται στα άρθρα 5 έως 20.

2.   Η ομάδα επαλήθευσης απαρτίζεται τουλάχιστον από έναν ελεγκτή ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές και, κατά περίπτωση, υπό το πρίσμα της κατανόησης της πολυπλοκότητας των καθηκόντων που πρέπει να εκτελούνται από τον ελεγκτή και της ικανότητάς του να διενεργεί την αναγκαία αξιολόγηση κινδύνου, από κατάλληλο αριθμό πρόσθετων ελεγκτών ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές και/ή τεχνικών εμπειρογνωμόνων.

3.   Τα μέλη της ομάδας οφείλουν να έχουν σαφή αντίληψη του ιδιαίτερου ρόλου τους στο πλαίσιο της διαδικασίας επαλήθευσης και πρέπει να είναι σε θέση να επικοινωνούν αποτελεσματικά στην απαιτούμενη γλώσσα για να εκτελούν τις επαληθευτικές εργασίες τους και να εξετάζουν τις πληροφορίες που υποβάλλονται από την εταιρεία.

Άρθρο 24

Απαιτήσεις για την ικανότητα των ελεγκτών ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές

1.   Οι ελεγκτές ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές πρέπει να έχουν την ικανότητα να αξιολογούν τα σχέδια παρακολούθησης και να επαληθεύουν τις εκθέσεις εκπομπών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 και τον παρόντα κανονισμό.

2.   Προς τούτο, οι ελεγκτές ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές έχουν τουλάχιστον:

α)

γνώση του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, του παρόντος κανονισμού, του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/1927, του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) 2016/1928, καθώς και των σχετικών κατευθυντήριων γραμμών που εκδίδονται από την Επιτροπή·

β)

γνώσεις και πείρα όσον αφορά τον έλεγχο δεδομένων και πληροφοριών, όπου συμπεριλαμβάνονται:

i)

οι μεθοδολογίες ελέγχου δεδομένων και πληροφοριών, η εφαρμογή του επιπέδου σημαντικότητας και η εκτίμηση της σπουδαιότητας των ανακριβειών,

ii)

η ανάλυση των εγγενών κινδύνων και των κινδύνων του ελέγχου,

iii)

οι τεχνικές δειγματοληψίας σε σχέση με τη δειγματοληψία δεδομένων και την εξακρίβωση των δραστηριοτήτων ελέγχου,

iv)

η αξιολόγηση συστημάτων δεδομένων και πληροφοριών, συστημάτων τεχνολογίας πληροφοριών, δραστηριοτήτων ροής δεδομένων, δραστηριοτήτων ελέγχου, συστημάτων ελέγχου και διαδικασιών για δραστηριότητες ελέγχου.

3.   Επιπλέον, θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη η τομεακή γνώση και πείρα στις σχετικές πτυχές, όπως καθορίζεται στο παράρτημα.

Άρθρο 25

Απαιτήσεις για την ικανότητα των ανεξάρτητων εξεταστών

1.   Ο ανεξάρτητος εξεταστής πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 24 για την ικανότητα των ελεγκτών ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές.

2.   Προκειμένου να εκτιμήσει αν η εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης είναι πλήρης και κατά πόσον έχουν συγκεντρωθεί επαρκή αποδεικτικά στοιχεία κατά τη διάρκεια των επαληθευτικών δραστηριοτήτων, ο ανεξάρτητος εξεταστής διαθέτει την απαραίτητη ικανότητα για τα εξής:

α)

ανάλυση των πληροφοριών που παρασχέθηκαν και επιβεβαίωση της πληρότητας και της ακεραιότητάς τους·

β)

αμφισβήτηση ελλειπόντων ή αντιφατικών πληροφοριών·

γ)

έλεγχο των διαδρομών των δεδομένων, προκειμένου να εκτιμηθεί κατά πόσον η εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης παρέχει επαρκείς πληροφορίες για την υποστήριξη του σχεδίου συμπερασμάτων που εξετάστηκε στην εσωτερική εξέταση.

Άρθρο 26

Αξιοποίηση τεχνικών εμπειρογνωμόνων

1.   Όπου απαιτούνται λεπτομερείς και ειδικές γνώσεις κατά τη διάρκεια των επαληθευτικών δραστηριοτήτων ή της διαδικασίας εξέτασης, ο ελεγκτής ΠΥΕ για τις θαλάσσιες μεταφορές ή ο ανεξάρτητος εξεταστής μπορεί να απευθυνθεί σε τεχνικούς εμπειρογνώμονες, υπό την αντίστοιχη διεύθυνση και την πλήρη ευθύνη τους.

2.   Επιπλέον των γνώσεων στο συγκεκριμένο αντικείμενο, οι τεχνικοί εμπειρογνώμονες έχουν επαρκή αντίληψη των θεμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 24.

Άρθρο 27

Διαδικασίες για τις επαληθευτικές δραστηριότητες

1.   Οι ελεγκτές καθορίζουν, να τεκμηριώνουν, να εφαρμόζουν και να διατηρούν μία ή περισσότερες διαδικασίες και διεργασίες για τις επαληθευτικές δραστηριότητες που περιγράφονται στα άρθρα 5 έως 21.

2.   Κατά τον καθορισμό και την εφαρμογή των εν λόγω διαδικασιών και διεργασιών, οι ελεγκτές εκτελούν τις δραστηριότητες σύμφωνα με το εναρμονισμένο πρότυπο δυνάμει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 ως προς τις απαιτήσεις για τους φορείς επικύρωσης και επαλήθευσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου προς χρήση στη διαπίστευση ή σε άλλες μορφές αναγνώρισης.

3.   Οι ελεγκτές σχεδιάζουν, τεκμηριώνουν, εφαρμόζουν και διατηρούν σύστημα διαχείρισης της ποιότητας, ώστε να διασφαλίζεται η συνεπής διαμόρφωση, εφαρμογή, βελτίωση και επανεξέταση των διαδικασιών και διεργασιών σύμφωνα με το εναρμονισμένο πρότυπο που αναφέρεται στην παράγραφο 2.

4.   Επιπλέον, οι ελεγκτές καταρτίζουν τις ακόλουθες διαδικασίες, διεργασίες και ρυθμίσεις σύμφωνα με το εναρμονισμένο πρότυπο που αναφέρεται στην παράγραφο 2:

α)

διαδικασία και πολιτική επικοινωνίας με την εταιρεία·

β)

κατάλληλες ρυθμίσεις για τη διαφύλαξη της εμπιστευτικότητας των αποκτώμενων πληροφοριών·

γ)

διαδικασία αντιμετώπισης προσφυγών των εταιρειών·

δ)

διαδικασία αντιμετώπισης καταγγελιών (συμπεριλαμβανομένου ενδεικτικού χρονοδιαγράμματος) των εταιρειών·

ε)

διαδικασία για την έκδοση αναθεωρημένης έκθεσης επαλήθευσης, στις περιπτώσεις που εντοπίζεται σφάλμα στην έκθεση επαλήθευσης ή στην έκθεση εκπομπών αφότου ο ελεγκτής υποβάλει την έκθεση επαλήθευσης στην εταιρεία.

Άρθρο 28

Εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης

1.   Ο ελεγκτής καταρτίζει εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης, η οποία περιέχει τουλάχιστον:

α)

τα αποτελέσματα των επαληθευτικών δραστηριοτήτων που εκτελέστηκαν·

β)

το σχέδιο επαλήθευσης και την αξιολόγηση κινδύνου·

γ)

επαρκείς πληροφορίες για να τεκμηριώσει την αξιολόγηση του σχεδίου παρακολούθησης και του σχεδίου έκθεσης επαλήθευσης, μεταξύ των άλλων, αιτιολογήσεις των αποφάσεων ως προς το κατά πόσον οι ανακρίβειες είναι ουσιώδεις.

2.   Η εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης συντάσσεται κατά τρόπο ώστε ο αναφερόμενος στα άρθρα 8 και 21 ανεξάρτητος εξεταστής και ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης να μπορούν να εκτιμήσουν αν η επαλήθευση διενεργήθηκε σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 29

Τήρηση αρχείων και επικοινωνία

1.   Οι ελεγκτές πρέπει να τηρούν μητρώα για να μπορούν να αποδείξουν τη συμμόρφωση με τον παρόντα κανονισμό, μεταξύ άλλων όσον αφορά την ικανότητα και την αμεροληψία του προσωπικού τους.

2.   Οι ελεγκτές διαφυλάσσουν την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών που λαμβάνονται κατά την επαλήθευση, σύμφωνα με το εναρμονισμένο πρότυπο που αναφέρεται στο άρθρο 27.

Άρθρο 30

Αμεροληψία και ανεξαρτησία

1.   Η οργάνωση των ελεγκτών είναι τέτοια ώστε να διασφαλίζει την αντικειμενικότητα, την ανεξαρτησία και την αμεροληψία τους. Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται οι σχετικές απαιτήσεις του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 27.

2.   Οι ελεγκτές δεν ασκούν επαληθευτικές δραστηριότητες για εταιρεία η οποία δημιουργεί μη αποδεκτό κίνδυνο στην αμεροληψία τους ή για την οποία υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων.

3.   Μη αποδεκτός κίνδυνος για την αμεροληψία ή σύγκρουση συμφερόντων θεωρείται ότι προκύπτει, μεταξύ άλλων, όταν ο ελεγκτής ή οποιοδήποτε τμήμα της ίδιας νομικής οντότητας ή του προσωπικού και συμβασιούχων που μετέχουν στην επαλήθευση, παρέχουν τα εξής:

α)

υπηρεσίες διαβούλευσης για την ανάπτυξη μέρους της διαδικασίας παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων που περιγράφεται στο σχέδιο παρακολούθησης, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης της μεθοδολογίας παρακολούθησης, της σύνταξης της έκθεσης εκπομπών και της εκπόνησης του σχεδίου παρακολούθησης·

β)

τεχνική συνδρομή στην ανάπτυξη ή συντήρηση του συστήματος παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων εκπομπών ή άλλων σχετικών πληροφοριών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757.

4.   Οι ελεγκτές δεν αναθέτουν σε τρίτους την ανεξάρτητη εξέταση ή την έκδοση της έκθεσης επαλήθευσης.

5.   Όταν οι ελεγκτές προβαίνουν σε εξωτερική ανάθεση άλλων επαληθευτικών δραστηριοτήτων, θα πρέπει να πληρούν τις σχετικές απαιτήσεις του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 27.

6.   Οι ελεγκτές καθορίζουν, τεκμηριώνουν, εφαρμόζουν και διατηρούν διαδικασία που διασφαλίζει τη διαρκή αμεροληψία και ανεξαρτησία τους, καθώς και την αμεροληψία και ανεξαρτησία των τμημάτων της ίδιας νομικής οντότητας και όλων των μελών του προσωπικού. Σε περίπτωση εξωτερικής ανάθεσης, τις ίδιες υποχρεώσεις έχουν οι συμβασιούχοι που συμμετέχουν στην επαλήθευση. Η διαδικασία αυτή ανταποκρίνεται στις σχετικές απαιτήσεις του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 27.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΔΙΑΠΙΣΤΕΥΣΗ ΕΛΕΓΚΤΩΝ

Άρθρο 31

Πεδίο εφαρμογής της διαπίστευσης

Το πεδίο εφαρμογής της διαπίστευσης των ελεγκτών καλύπτει την αξιολόγηση των σχεδίων παρακολούθησης και την επαλήθευση των εκθέσεων εκπομπών.

Άρθρο 32

Στόχοι της διαδικασίας διαπίστευσης

Κατά τη διαδικασία διαπίστευσης και την ετήσια εποπτεία των διαπιστευμένων ελεγκτών, σύμφωνα με τα άρθρα 36 έως 41, κάθε εθνικός οργανισμός διαπίστευσης εκτιμά αν ο ελεγκτής και το προσωπικό του που αναλαμβάνει επαληθευτικές δραστηριότητες:

α)

έχουν την αρμοδιότητα να αξιολογούν τα σχέδια παρακολούθησης και να επαληθεύουν τις εκθέσεις εκπομπών σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

β)

πράγματι αξιολογούν σχέδια παρακολούθησης και επαληθεύουν εκθέσεις εκπομπών σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό·

γ)

πληρούν τις απαιτήσεις για τους ελεγκτές που αναφέρονται στα άρθρα 22 έως 30, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν την αμεροληψία και την ανεξαρτησία.

Άρθρο 33

Ελάχιστες προϋποθέσεις για τη διαπίστευση

Όσον αφορά τις ελάχιστες απαιτήσεις για τη διαπίστευση και τις απαιτήσεις για τους οργανισμούς διαπίστευσης, εφαρμόζεται το εναρμονισμένο πρότυπο σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 765/2008 ως προς τις γενικές απαιτήσεις για τους οργανισμούς διαπίστευσης που διαπιστεύουν οργανισμούς αξιολόγησης της συμμόρφωσης.

Άρθρο 34

Κριτήρια για την αίτηση διαπίστευσης από εθνικούς οργανισμούς διαπίστευσης

1.   Νομικές οντότητες εγκατεστημένες σε κράτος μέλος αιτούνται διαπίστευση σύμφωνα με το άρθρο 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008.

2.   Σε περίπτωση που η νομική οντότητα που ζητά διαπίστευση δεν είναι εγκατεστημένη σε κράτος μέλος, μπορεί να απευθύνει το αίτημά της στον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης οποιουδήποτε κράτους μέλους που παρέχει διαπίστευση κατά την έννοια του άρθρου 16 του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757.

Άρθρο 35

Αιτήσεις διαπίστευσης

1.   Οι αιτήσεις διαπίστευσης περιέχουν τουλάχιστον τις πληροφορίες που απαιτούνται βάσει του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 33.

2.   Επιπλέον, πριν από την έναρξη της αξιολόγησης που αναφέρεται στο άρθρο 36, οι αιτούντες θέτουν στη διάθεση του εθνικού οργανισμού διαπίστευσης, κατόπιν αιτήματος, πληροφορίες σχετικά με:

α)

τις διαδικασίες και τις διεργασίες που αναφέρονται στο άρθρο 27 παράγραφος 1 και το σύστημα διαχείρισης της ποιότητας που αναφέρεται στο άρθρο 27 παράγραφος 3·

β)

τα κριτήρια ικανότητας που αναφέρονται στο άρθρο 22 παράγραφος 2 στοιχεία α) και β), τα αποτελέσματα της διαδικασίας διασφάλισης διαρκούς ικανότητας που αναφέρεται στο εν λόγω άρθρο, καθώς και άλλη συναφή τεκμηρίωση της ικανότητας του συνόλου του προσωπικού που μετέχει σε επαληθευτικές δραστηριότητες που αναφέρονται στα άρθρα 24 και 25·

γ)

τη διαδικασία εξασφάλισης διαρκούς αμεροληψίας και ανεξαρτησίας, όπως αναφέρεται στο άρθρο 30 παράγραφος 6·

δ)

τους τεχνικούς εμπειρογνώμονες και το βασικό προσωπικό που μετέχει στην αξιολόγηση των σχεδίων παρακολούθησης και επαλήθευσης των εκθέσεων εκπομπών·

ε)

τις διαδικασίες και διεργασίες για τη διασφάλιση κατάλληλης επαλήθευσης, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που αφορούν την εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης που αναφέρεται στο άρθρο 28·

στ)

συναφή αρχεία, όπως αναφέρονται στο άρθρο 29·

ζ)

άλλες πτυχές που προβλέπονται από τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης.

Άρθρο 36

Αξιολόγηση

1.   Για τους σκοπούς της αξιολόγησης που αναφέρεται στο άρθρο 32, η ομάδα αξιολόγησης τουλάχιστον:

α)

εξετάζει όλα τα σχετικά έγγραφα και αρχεία που παρασχέθηκαν από τον αιτούντα, σύμφωνα με το άρθρο 35·

β)

διενεργεί επιτόπια επίσκεψη με σκοπό την εξέταση αντιπροσωπευτικού δείγματος της εσωτερικής τεκμηρίωσης της επαλήθευσης και την αξιολόγηση της εφαρμογής του συστήματος διαχείρισης της ποιότητας και των διαδικασιών ή διεργασιών για τις επαληθευτικές δραστηριότητες που αναφέρονται στο άρθρο 27·

γ)

παρακολουθεί τις επιδόσεις και την ικανότητα αντιπροσωπευτικού αριθμού μελών του προσωπικού του αιτούντος που μετέχουν στην αξιολόγηση σχεδίων παρακολούθησης και την επαλήθευση εκθέσεων εκπομπών, για να διασφαλίσει ότι ασκούν τα καθήκοντά τους σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

2.   Η ομάδα αξιολόγησης διενεργεί τις δραστηριότητες που περιγράφονται στην παράγραφο 1, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 33.

3.   Η ομάδα αξιολόγησης αναφέρει τα ευρήματά της και τυχόν ελλείψεις συμμόρφωσης στον αιτούντα και ζητά απάντηση, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 33.

4.   Ο αιτών λαμβάνει διορθωτική δράση για να αντιμετωπίσει κάθε αναφερθείσα σύμφωνα με την παράγραφο 3 έλλειψη συμμόρφωσης και, στην απάντησή του αναφέρει τη δράση που έλαβε ή προτίθεται να λάβει, εντός προθεσμίας που ορίζει ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης, για να τις επιλύσει.

5.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης εξετάζει την απάντηση που υποβάλλει ο αιτών σύμφωνα με την παράγραφο 4.

6.   Εάν ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης θεωρήσει την απάντηση του αιτούντος ή την ανάληψη δράσης ανεπαρκή ή ατελέσφορη, ζητεί από τον αιτούντα να υποβάλει περαιτέρω πληροφορίες ή να αναλάβει περαιτέρω δράση.

7.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης μπορεί επίσης να ζητήσει αποδεικτικά στοιχεία ή να διενεργήσει αξιολόγηση παρακολούθησης, για να εκτιμήσει την πραγματική εφαρμογή της διορθωτικής δράσης.

Άρθρο 37

Απόφαση σχετικά με τη διαπίστευση και πιστοποιητικό διαπίστευσης

1.   Όταν προετοιμάζει και λαμβάνει την απόφασή του σχετικά με τη χορήγηση, την επέκταση ή ανανέωση της διαπίστευσης αιτούντος, ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης λαμβάνει υπόψη τις απαιτήσεις του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 33.

2.   Εφόσον ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης έχει αποφασίσει να χορηγήσει ή να ανανεώσει τη διαπίστευση ενός αιτούντος, χορηγεί στον εν λόγω αιτούντα σχετικό πιστοποιητικό διαπίστευσης.

3.   Το πιστοποιητικό διαπίστευσης περιέχει τουλάχιστον τις πληροφορίες που απαιτούνται βάσει του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 33.

4.   Το πιστοποιητικό διαπίστευσης ισχύει για διάστημα πέντε ετών από την ημερομηνία έκδοσης.

Άρθρο 38

Ετήσια εποπτεία

1.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης διενεργεί ετήσια εποπτεία σε κάθε ελεγκτή στον οποίο χορηγεί πιστοποιητικό διαπίστευσης. Η εποπτεία αυτή περιλαμβάνει, τουλάχιστον:

α)

μια επιτόπια επίσκεψη, όπως αναφέρεται στο άρθρο 36 παράγραφος 1 στοιχείο β)·

β)

αυτοψία των επιδόσεων και της ικανότητας αντιπροσωπευτικού αριθμού μελών του προσωπικού του ελεγκτή, σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 1 στοιχείο γ).

2.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης διενεργεί την πρώτη εποπτεία ελεγκτή σύμφωνα με την παράγραφο 1 εντός 12 μηνών από την ημερομηνία έκδοσης του πιστοποιητικού διαπίστευσης.

3.   Ο σχεδιασμός εποπτείας επιτρέπει στον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης να αξιολογήσει τα αντιπροσωπευτικά δείγματα των δραστηριοτήτων ελεγκτή που εντάσσονται στο πεδίο εφαρμογής του πιστοποιητικού διαπίστευσης και του προσωπικού που ασχολείται με τις επαληθευτικές δραστηριότητες, σύμφωνα με τις απαιτήσεις του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 33.

4.   Με βάση τα αποτελέσματα της εποπτείας, ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης αποφασίζει αν θα επικυρώσει ή όχι την παράταση της διαπίστευσης.

5.   Όταν ένας ελεγκτής διενεργεί επαλήθευση σε άλλο κράτος μέλος, ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης που τον έχει διαπιστεύσει μπορεί να ζητήσει από τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης του άλλου κράτους μέλους να αναλάβει δραστηριότητες εποπτείας εξ ονόματός του και υπό την ευθύνη του.

Άρθρο 39

Επαναξιολόγηση

1.   Πριν λήξει η ισχύς του πιστοποιητικού διαπίστευσης που έχει χορηγήσει, ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης επαναξιολογεί τον εν λόγω ελεγκτή για να προσδιορίσει αν η διάρκεια ισχύος του πιστοποιητικού μπορεί να παραταθεί.

2.   Ο σχεδιασμός της επαναξιολόγησης εξασφαλίζει ότι ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης αξιολογεί ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα των δραστηριοτήτων του ελεγκτή που καλύπτονται από το πιστοποιητικό.

Κατά τον προγραμματισμό και τη διεξαγωγή της επαναξιολόγησης, ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης ικανοποιεί τις απαιτήσεις του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 33.

Άρθρο 40

Έκτακτη αξιολόγηση

1.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης μπορεί ανά πάσα στιγμή να υποβάλει τον ελεγκτή σε έκτακτη αξιολόγηση, ώστε να εξασφαλίζεται ότι συνεχίζει να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

2.   Προκειμένου να είναι ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης σε θέση να εκτιμήσει την ανάγκη έκτακτης αξιολόγησης, ο ελεγκτής τον ενημερώνει πάραυτα για κάθε σημαντική μεταβολή οποιασδήποτε πτυχής του καθεστώτος ή της λειτουργίας του η οποία είναι συναφής με τη διαπίστευσή του.

Στις σημαντικές μεταβολές περιλαμβάνονται οι αναφερόμενες στο εναρμονισμένο πρότυπο του άρθρου 33.

Άρθρο 41

Διοικητικά μέτρα

1.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης μπορεί να αναστείλει ή να ανακαλέσει τη διαπίστευση ενός ελεγκτή, εφόσον ο ελεγκτής δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

2.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης αναστέλλει ή ανακαλεί τη διαπίστευση ενός ελεγκτή, εφόσον το ζητήσει ο ελεγκτής.

3.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης καθορίζει, τεκμηριώνει, εφαρμόζει και διατηρεί διαδικασία για την αναστολή και την ανάκληση της διαπίστευσης, σύμφωνα με το εναρμονισμένο πρότυπο που αναφέρεται στο άρθρο 33.

4.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης αναστέλλει τη διαπίστευση ενός ελεγκτή, εφόσον ο ελεγκτής:

α)

δεν πληροί τις απαιτήσεις σχετικά με την ικανότητα, σύμφωνα με το άρθρο 22, σχετικά με τις διαδικασίες για τις επαληθευτικές δραστηριότητες, σύμφωνα με το άρθρο 27, σχετικά με την εσωτερική τεκμηρίωση της επαλήθευσης σύμφωνα με το άρθρο 28 ή σχετικά με την αμεροληψία και ανεξαρτησία, σύμφωνα με το άρθρο 30·

β)

παραβίασε τυχόν άλλους ειδικούς όρους και προϋποθέσεις που καθορίζονται από τον εθνικό οργανισμό διαπίστευσης.

5.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης ανακαλεί τη διαπίστευση ελεγκτή, σε περίπτωση που:

α)

ο ελεγκτής δεν διορθώσει την κατάσταση εξαιτίας της οποίας ελήφθη απόφαση αναστολής του πιστοποιητικού διαπίστευσης·

β)

ανώτερο διοικητικό στέλεχος του ελεγκτή έχει κριθεί ένοχο για απάτη·

γ)

ο ελεγκτής έχει παράσχει εσκεμμένα ανακριβείς πληροφορίες.

6.   Οι αποφάσεις εθνικού οργανισμού διαπίστευσης για αναστολή ή ανάκληση διαπίστευσης, σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 4 και 5, υπόκεινται σε προσφυγή σύμφωνα με τις διαδικασίες που έχουν θεσπίσει τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008.

7.   Οι αποφάσεις εθνικού οργανισμού διαπίστευσης για αναστολή ή ανάκληση διαπίστευσης τίθενται σε ισχύ με την κοινοποίησή τους στον ελεγκτή. Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης εξετάζει τις επιπτώσεις στις δραστηριότητες που πραγματοποιήθηκαν πριν από τις εν λόγω αποφάσεις με βάση τη φύση της έλλειψης συμμόρφωσης.

8.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης παύει την αναστολή πιστοποιητικού διαπίστευσης, εφόσον λάβει ικανοποιητικές πληροφορίες και καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο ελεγκτής συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΕΘΝΙΚΟΥΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΥΣ ΔΙΑΠΙΣΤΕΥΣΗΣ

Άρθρο 42

Εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης

1.   Τα καθήκοντα που αφορούν τη διαπίστευση σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό εκτελούνται από τους εθνικούς οργανισμούς διαπίστευσης οι οποίοι ορίζονται σύμφωνα με το άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008.

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης εκτελεί τα καθήκοντά του σύμφωνα με τις απαιτήσεις του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 33.

Άρθρο 43

Ομάδα αξιολόγησης

1.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης ορίζει ομάδα αξιολόγησης για κάθε αξιολόγηση που διενεργείται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 33.

2.   Η ομάδα αξιολόγησης απαρτίζεται από έναν επικεφαλής αξιολογητή υπεύθυνο για τη διεξαγωγή αξιολόγησης σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό και, όταν είναι αναγκαίο, από κατάλληλο αριθμό αξιολογητών ή τεχνικών εμπειρογνωμόνων με σχετικές γνώσεις και πείρα στο συγκεκριμένο πεδίο εφαρμογής της διαπίστευσης.

3.   Η ομάδα αξιολόγησης περιλαμβάνει τουλάχιστον ένα πρόσωπο με τα ακόλουθα προσόντα:

α)

γνώση του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757, του παρόντος κανονισμού και της λοιπής σχετικής νομοθεσίας που αναφέρεται στο άρθρο 24 παράγραφος 2 στοιχείο α)·

β)

γνώση των χαρακτηριστικών των διαφόρων τύπων σκαφών και της παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων όσον αφορά τις εκπομπές CO2, την κατανάλωση καυσίμου και άλλες σχετικές πληροφορίες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757.

Άρθρο 44

Απαιτήσεις για την ικανότητα των αξιολογητών

1.   Οι αξιολογητές διαθέτουν την ικανότητα να εκτελούν τις δραστηριότητες σύμφωνα με τα άρθρα 36 έως 41. Προς τούτο:

α)

ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του εναρμονισμένου προτύπου που αναφέρεται στο άρθρο 33·

β)

διαθέτουν γνώσεις σχετικά με τον έλεγχο δεδομένων και πληροφοριών που αναφέρεται στο άρθρο 24 παράγραφος 2 στοιχείο β), τις οποίες έχουν αποκτήσει με κατάρτιση ή μέσω πρόσβασης σε πρόσωπο με γνώσεις και πείρα όσον αφορά τα εν λόγω δεδομένα και πληροφορίες.

2.   Επιπλέον των απαιτήσεων για την ικανότητα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι επικεφαλής αξιολογητές πρέπει να αποδείξουν την ικανότητα να ηγούνται ομάδων αξιολόγησης.

3.   Επιπλέον των απαιτήσεων για την ικανότητα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι εσωτερικοί εξεταστές και τα πρόσωπα που αποφασίζουν σχετικά με τη χορήγηση, την επέκταση ή ανανέωση διαπίστευσης διαθέτουν επαρκείς γνώσεις και πείρα για την αξιολόγηση της διαπίστευσης.

Άρθρο 45

Τεχνικοί εμπειρογνώμονες

1.   Ο εθνικός οργανισμός διαπίστευσης μπορεί να συμπεριλαμβάνει στην ομάδα αξιολόγησης τεχνικούς εμπειρογνώμονες, προκειμένου να προσφέρουν λεπτομερείς γνώσεις και πείρα σε συγκεκριμένο θέμα οι οποίες χρειάζονται για την υποστήριξη του επικεφαλής αξιολογητή ή του αξιολογητή.

2.   Οι τεχνικοί εμπειρογνώμονες αναλαμβάνουν καθορισμένα καθήκοντα, υπό τη διεύθυνση και την πλήρη ευθύνη του επικεφαλής αξιολογητή της εν λόγω ομάδας αξιολόγησης.

Άρθρο 46

Βάσεις δεδομένων για τους διαπιστευμένους ελεγκτές

1.   Οι εθνικοί οργανισμοί διαπίστευσης συγκροτούν και διαχειρίζονται μια βάση δεδομένων, η οποία είναι διαθέσιμη στο κοινό και περιέχει, τουλάχιστον, τις ακόλουθες πληροφορίες:

α)

όνομα, αριθμό διαπίστευσης και διεύθυνση όλων των ελεγκτών που έχει διαπιστεύσει ο συγκεκριμένος εθνικός οργανισμός διαπίστευσης·

β)

τα κράτη μέλη στα οποία οι ελεγκτές διενεργούν επαληθεύσεις, κατά περίπτωση·

γ)

την ημερομηνία χορήγησης και την ημερομηνία λήξης της διαπίστευσης·

δ)

πληροφορίες σχετικά με τυχόν διοικητικά μέτρα που επιβλήθηκαν στον ελεγκτή.

2.   Οποιαδήποτε μεταβολή στο καθεστώς των ελεγκτών πρέπει να κοινοποιηθεί στην Επιτροπή χρησιμοποιώντας το σχετικό τυποποιημένο υπόδειγμα.

3.   Ο αναγνωρισμένος βάσει του άρθρου 14 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 765/2008 οργανισμός διευκολύνει και εναρμονίζει την πρόσβαση στις εθνικές βάσεις δεδομένων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΤΕΛΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΗ

Άρθρο 47

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 22 Σεπτεμβρίου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 123 της 19.5.2015, σ. 55.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 765/2008 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Ιουλίου 2008, για τον καθορισμό των απαιτήσεων διαπίστευσης και εποπτείας της αγοράς όσον αφορά την εμπορία των προϊόντων και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 339/93 του Συμβουλίου (ΕΕ L 218 της 13.8.2008, σ. 30).

(3)  Οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιουνίου 1998, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών και των κανόνων σχετικά με τις υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών (ΕΕ L 204 της 21.7.1998, σ. 37).

(4)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/1927 της Επιτροπής, της 4ης Νοεμβρίου 2016, σχετικά με τα υποδείγματα για τα σχέδια παρακολούθησης, τις εκθέσεις εκπομπών και τα έγγραφα συμμόρφωσης σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την παρακολούθηση, την υποβολή εκθέσεων και επαλήθευση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από θαλάσσιες μεταφορές (ΕΕ L 299 της 5.11.2016, σ. 1).

(5)  Εγκρίθηκε από τον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό (ΔΝΟ) με το ψήφισμα της Συνέλευσης A.741(18).

(6)  Κανονισμός 22 MARPOL, παράρτημα VI.

(7)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 2016/1928 της Επιτροπής, της 4ης Νοεμβρίου 2016, για τον προσδιορισμό του μεταφερόμενου φορτίου για κατηγορίες πλοίων που δεν είναι επιβατηγά, ro-ro και πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την παρακολούθηση, την υποβολή εκθέσεων και επαλήθευση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα από θαλάσσιες μεταφορές (ΕΕ L 299 της 5.11.2016, σ. 22).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Γνώσεις και πείρα στον κλάδο των θαλάσσιων μεταφορών

Για τους σκοπούς του άρθρου 24 παράγραφος 3, λαμβάνονται υπόψη οι γνώσεις και η πείρα στα εξής:

κατανόηση των σχετικών κανονισμών στο πλαίσιο της σύμβασης MARPOL και της σύμβασης SOLAS, όπως εκείνων για την ενεργειακή απόδοση για τα πλοία (1), του τεχνικού κώδικα NOx (2), του κανονισμού για τα οξείδια του θείου (3), του κανονισμού για την ποιότητα του μαζούτ (4), του κώδικα ευστάθειας σε άθικτη κατάσταση του 2008 και σχετικών κατευθυντήριων γραμμών [όπως καθοδήγηση για την ανάπτυξη του Σχεδίου Διαχείρισης Ενεργειακής Απόδοσης Σκαφών (SEEMP)]·

πιθανές συνέργειες ανάμεσα στην παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757, και τα υφιστάμενα συστήματα διαχείρισης θαλάσσιων μεταφορών [π.χ. κώδικας διαχείρισης της ασφάλειας (ISM)] και άλλη σχετική τομεακή καθοδήγηση (π.χ. καθοδήγηση σχετικά με την ανάπτυξη του SEEMP)·

πηγές εκπομπών επί του πλοίου·

εγγραφή πλόων και διαδικασίες με τις οποίες εξασφαλίζεται η πληρότητα και η ακρίβεια του καταλόγου πλόων (όπως υποβλήθηκαν από την εταιρεία)·

αξιόπιστες εξωτερικές πηγές (περιλαμβανομένων των δεδομένων παρακολούθησης πλοίων) που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν στη διασταύρωση πληροφοριών με δεδομένα από τα πλοία·

μέθοδοι υπολογισμού της κατανάλωσης καυσίμου, όπως εφαρμόζονται από τα πλοία στην πράξη·

την εφαρμογή επιπέδων αβεβαιότητας σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757 και τη σχετική καθοδήγηση·

την εφαρμογή συντελεστών εκπομπών για όλα τα καύσιμα που χρησιμοποιούνται στο πλοίο, συμπεριλαμβανομένων του LNG, υβριδικών καυσίμων και βιοκαυσίμων·

χειρισμός καυσίμου, καθαρισμός καυσίμου, συστήματα δεξαμενής·

συντήρηση πλοίων/ποιοτικός έλεγχος του εξοπλισμού μέτρησης·

έγγραφα ανεφοδιασμού καυσίμων, συμπεριλαμβανομένων των δελτίων παράδοσης των αποθηκών καυσίμων·

επιχειρησιακά ημερολόγια, περιλήψεις πλόων και λιμένων, ημερολόγια καταστρώματος πλοίου·

εμπορικά έγγραφα, π.χ. συμφωνίες ναύλωσης, φορτωτικές·

υφιστάμενες θεσμοθετημένες απαιτήσεις·

λειτουργία των συστημάτων ανεφοδιασμού καυσίμων του πλοίου·

καθορισμός της πυκνότητας του καυσίμου από τα πλοία στην πράξη·

διαδικασίες και δραστηριότητες ροής δεδομένων για τον υπολογισμό του μεταφερόμενου φορτίου (σε όγκο ή μάζα), όπως εφαρμόζεται σε τύπους πλοίων και σε δραστηριότητες στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757·

έννοια μεταφερόμενου νεκρού βάρους, όπως εφαρμόζεται σε τύπους πλοίων και σε δραστηριότητες στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΕ) 2015/757 σύμφωνα με τον εκτελεστικό κανονισμό (ΕΕ) 2016/1928·

διεργασίες ροής δεδομένων που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό της διανυθείσας απόστασης και του χρόνου παραμονής στη θάλασσα κατά τους πλόες σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) 2015/757·

μηχανήματα και τεχνικά συστήματα που χρησιμοποιούνται επί του πλοίου για τον προσδιορισμό της κατανάλωσης καυσίμου, του μεταφορικού έργου και άλλων σχετικών πληροφοριών.


(1)  Κανονισμός 22, παράρτημα VI της σύμβασης MARPOL.

(2)  Αναθεωρημένος τεχνικός κώδικας για τον έλεγχο των εκπομπών οξειδίων του αζώτου από θαλάσσιες μηχανές ντίζελ [ψήφισμα MEPC.176(58), όπως τροποποιήθηκε από το ψήφισμα MEPC. 177 (58)].

(3)  Κανονισμός 14, παράρτημα VI της σύμβασης MARPOL.

(4)  Κανονισμός 18, παράρτημα VI της σύμβασης MARPOL.