24.12.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 341/21


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2015/2424 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 16ης Δεκεμβρίου 2015

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2868/95 της Επιτροπής περί της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα, και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2869/95 της Επιτροπής σχετικά με τα πληρωτέα προς το Γραφείο Εναρμόνισης στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς τέλη (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 118 πρώτο εδάφιο,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (1),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου (2), που κωδικοποιήθηκε το 2009 ως κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 207/2009 του Συμβουλίου (3), δημιουργήθηκε ένα σύστημα προστασίας των εμπορικών σημάτων ειδικά για την Ευρωπαϊκή Ένωση, το οποίο προβλέπει την προστασία των σημάτων στο επίπεδο της Ένωσης, παράλληλα με την προστασία των σημάτων που παρέχεται στο επίπεδο των κρατών μελών στο πλαίσιο των εθνικών συστημάτων περί σημάτων, τα οποία εναρμονίστηκαν με την οδηγία 89/104/ΕΟΚ του Συμβουλίου (4), η οποία κωδικοποιήθηκε ως οδηγία 2008/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5).

(2)

Λόγω της έναρξης ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, θα πρέπει να επικαιροποιηθεί η ορολογία του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009. Αυτό συνεπάγεται την αντικατάσταση του όρου «κοινοτικό σήμα» από τον όρο «σήμα της ΕΕ». Προκειμένου να αντικατοπτρίζονται καλύτερα οι εργασίες που εκτελεί το Γραφείο Εναρμόνισης στο Πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα), θα πρέπει να μετονομασθεί σε «Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης» («Γραφείο»).

(3)

Κατόπιν της ανακοίνωσης της Επιτροπής της 16ης Ιουλίου 2008 σχετικά με μια στρατηγική για την Ευρώπη στον τομέα των δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας, η Επιτροπή προέβη σε εκτενή αξιολόγηση της γενικής λειτουργίας ολόκληρου του συστήματος εμπορικών σημάτων στην Ευρώπη, η οποία κάλυπτε τόσο το επίπεδο της Ένωσης όσο και το εθνικό επίπεδο, καθώς και τη μεταξύ τους διασύνδεση.

(4)

Στα συμπεράσματά του της 25ης Μαΐου 2010 σχετικά με τη μελλοντική αναθεώρηση του συστήματος εμπορικών σημάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το Συμβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να υποβάλει προτάσεις για την αναθεώρηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, καθώς και της οδηγίας 2008/95/ΕΚ.

(5)

Η εμπειρία από τότε που καθιερώθηκε το σύστημα του κοινοτικού σήματος έχει δείξει ότι οι επιχειρήσεις από το εσωτερικό της Ένωσης και από τρίτες χώρες έχουν αποδεχθεί το σύστημα, το οποίο συνιστά επιτυχή και βιώσιμη συμπληρωματική και εναλλακτική λύση για την προστασία των σημάτων σε επίπεδο κρατών μελών.

(6)

Παρά ταύτα, τα εθνικά σήματα εξακολουθούν να είναι αναγκαία για τις επιχειρήσεις που δεν επιθυμούν προστασία των σημάτων τους σε ενωσιακό επίπεδο ή που αδυνατούν να εξασφαλίσουν προστασία σε επίπεδο Ένωσης, ενώ η εθνική προστασία δεν προσκρούει σε εμπόδια. Θα πρέπει να επαφίεται σε κάθε πρόσωπο που επιδιώκει την προστασία σήματος να αποφασίσει αν θα επιδιώξει προστασία του σήματος ως εθνικού σήματος σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη ή μόνον ως σήματος της ΕΕ ή και τα δύο.

(7)

Μολονότι από την αξιολόγηση της γενικής λειτουργίας του συστήματος κοινοτικού σήματος επιβεβαιώθηκε ότι πολλές πτυχές του συστήματος αυτού, συμπεριλαμβανομένων των θεμελιωδών αρχών στις οποίες βασίζεται, άντεξαν στη δοκιμασία του χρόνου και εξακολουθούν να ανταποκρίνονται στις ανάγκες και τις προσδοκίες των επιχειρήσεων, η Επιτροπή, στην ανακοίνωσή της με τίτλο «Η ενιαία αγορά για τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας» της 24ης Μαΐου 2011, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι επιβάλλεται να εκσυγχρονιστεί το σύστημα των σημάτων σε όλη την Ένωση, να καταστεί περισσότερο αποτελεσματικό, αποδοτικό και συνεπές στο σύνολό του και να προσαρμοστεί στην εποχή του διαδικτύου.

(8)

Παράλληλα με τις βελτιώσεις και τις τροποποιήσεις του συστήματος σημάτων της ΕΕ, θα πρέπει να εναρμονιστούν περαιτέρω οι εθνικές νομοθεσίες και πρακτικές σχετικά με τα σήματα και να ευθυγραμμιστούν με το σύστημα σημάτων της ΕΕ, στον κατάλληλο βαθμό, προκειμένου να δημιουργηθούν, κατά το δυνατόν, ισότιμοι όροι για την καταχώριση και την προστασία των σημάτων σε ολόκληρη την Ένωση.

(9)

Προκειμένου να υπάρξει μεγαλύτερη ευελιξία, με παράλληλη ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου όσον αφορά τα μέσα αναπαράστασης των εμπορικών σημάτων, θα πρέπει να διαγραφεί από τον ορισμό του σήματος της ΕΕ το κριτήριο της δυνατότητας γραφικής παράστασης. Θα πρέπει να επιτρέπεται η παράσταση ενός σημείου σε οιαδήποτε κατάλληλη μορφή με τη χρήση γενικώς διαθέσιμης τεχνολογίας και άρα όχι κατ' ανάγκη με γραφικά μέσα, εφόσον η αναπαράσταση είναι σαφής, ακριβής, αυτοτελής, εύκολα προσβάσιμη, κατανοητή, χρονικά σταθερή και αντικειμενική.

(10)

Ο ισχύων κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 207/2009 δεν προσφέρει το ίδιο επίπεδο προστασίας στις ονομασίες προέλευσης και τις γεωγραφικές ενδείξεις όπως άλλες νομοθετικές πράξεις της Ένωσης. Είναι, επομένως, αναγκαίο να αποσαφηνιστούν οι απόλυτοι λόγοι απόρριψης όσον αφορά τις ονομασίες προέλευσης και τις γεωγραφικές ενδείξεις και να διασφαλιστεί ότι τέτοιοι λόγοι απόρριψης συνάδουν πλήρως με τη σχετική ενωσιακή νομοθεσία και το σχετικό εθνικό δίκαιο περί προστασίας των εν λόγω τίτλων διανοητικής ιδιοκτησίας. Για λόγους συνοχής με τη λοιπή νομοθεσία της Ένωσης, θα πρέπει να διευρυνθεί το πεδίο εφαρμογής αυτών των απόλυτων λόγων, ώστε να καλύπτει και τις προστατευόμενες παραδοσιακές ενδείξεις των οίνων και τα εγγυημένα παραδοσιακά ιδιότυπα προϊόντα.

(11)

Προκειμένου να διατηρηθεί η ισχυρή προστασία των δικαιωμάτων που συνδέονται με τις ονομασίες προέλευσης και τις γεωγραφικές ενδείξεις οι οποίες προστατεύονται σε ενωσιακό και εθνικό επίπεδο, πρέπει να διευκρινιστεί ότι τα δικαιώματα αυτά επιτρέπουν σε οποιονδήποτε δικαιούται βάσει του εφαρμοστέου δικαίου την άσκηση ανακοπής κατά της μεταγενέστερης αίτησης καταχώρισης σήματος της ΕΕ, ανεξαρτήτως εάν τα δικαιώματα αυτά συνιστούν λόγους απόρριψης που πρέπει να ληφθούν υπόψη αυτεπαγγέλτως από τον εξεταστή.

(12)

Για την κατοχύρωση της ασφάλειας δικαίου και της πλήρους συνέπειας με την αρχή της προτεραιότητας, βάσει της οποίας προγενέστερο καταχωρισμένο σήμα προηγείται του μεταγενέστερου καταχωρισμένου σήματος, είναι αναγκαίο να προβλεφθεί ότι η επιβολή των δικαιωμάτων που παρέχει το σήμα της ΕΕ δεν πρέπει να θίγει τα δικαιώματα των δικαιούχων τα οποία έχουν αποκτηθεί πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του σήματος της ΕΕ. Η αρχή αυτή συνάδει με το άρθρο 16 παράγραφος 1 της συμφωνίας για τα δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας στον τομέα του εμπορίου της 15ης Απριλίου 1994.

(13)

Μπορεί να υπάρξει σύγχυση ως προς την εμπορική πηγή από την οποία προέρχονται τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες, όταν μια εταιρεία χρησιμοποιεί σημείο ταυτόσημο ή παρόμοιο με εμπορική επωνυμία κατά τρόπο ώστε να δημιουργείται σύνδεσμος μεταξύ της εταιρείας που φέρει την επωνυμία αυτή και των προϊόντων ή υπηρεσιών που προέρχονται από αυτή. Επομένως, η παραβίαση σήματος της ΕΕ θα πρέπει επίσης να περιλαμβάνει τη χρήση του σημείου ως εμπορικής επωνυμίας ή παρόμοιας ένδειξης, εφόσον η χρήση γίνεται για τη διάκριση προϊόντων ή υπηρεσιών ως προς την εμπορική τους προέλευση.

(14)

Προκειμένου να κατοχυρωθούν η ασφάλεια δικαίου και η πλήρης συμβατότητα με την ειδική νομοθεσία της Ένωσης, ενδείκνυται να προβλεφθεί ότι ο δικαιούχος σήματος της ΕΕ δικαιούται να απαγορεύει σε τρίτους τη χρήση ενός σημείου σε συγκριτική διαφήμιση, εφόσον αυτή η συγκριτική διαφήμιση αντίκειται στην οδηγία 2006/114/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6).

(15)

Για την ενίσχυση της προστασίας των σημάτων και την αποτελεσματικότερη καταπολέμηση της απομίμησης, και συμφώνως προς τις διεθνείς υποχρεώσεις της Ένωσης στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), ιδίως βάσει του άρθρου V της Γενικής Συμφωνίας Δασμών και Εμπορίου (GATT) για την ελευθερία διαμετακόμισης και, όσον αφορά τα γενόσημα φάρμακα, συμφώνως προς τη «Δήλωση για τη συμφωνία TRIPS και τη δημόσια υγεία», που εγκρίθηκε κατά την Υπουργική διάσκεψη του ΠΟΕ στην Ντόχα στις 14 Νοεμβρίου 2001, ο δικαιούχος σήματος της ΕΕ θα πρέπει να δικαιούται να εμποδίζει τρίτους να εισάγουν προϊόντα, στο πλαίσιο των εμπορικών συναλλαγών, στην Ένωση, χωρίς να έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία εκεί, όταν τα προϊόντα αυτά προέρχονται από τρίτες χώρες και φέρουν, χωρίς σχετική άδεια, σήμα ταυτόσημο ή κατ' ουσία ταυτόσημο με το καταχωρισμένο σήμα της ΕΕ για τα εν λόγω προϊόντα.

(16)

Προς αυτόν τον σκοπό, θα πρέπει να επιτρέπεται για τους δικαιούχους σημάτων της ΕΕ η παρεμπόδιση της εισόδου παράνομων προϊόντων και της υπαγωγής τους σε όλα τα τελωνειακά καθεστώτα, περιλαμβανομένων της διαμετακόμισης, της μεταφόρτωσης, της αποθήκευσης, των ελευθέρων ζωνών, της προσωρινής αποθήκευσης, της τελειοποίησης προς επανεξαγωγή ή της προσωρινής εισαγωγής, επίσης όταν τα εν λόγω προϊόντα δεν προορίζονται προς διάθεση στην αγορά της Ένωσης. Κατά τη διεξαγωγή των τελωνειακών ελέγχων, οι τελωνειακές αρχές θα πρέπει να ασκούν τις εξουσίες και τις διαδικασίες που ορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 608/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7), επίσης κατόπιν αιτήσεως των δικαιούχων. Ειδικότερα, οι τελωνειακές αρχές θα πρέπει να διεξάγουν τους σχετικούς ελέγχους βάσει κριτηρίων ανάλυσης κινδύνου.

(17)

Προκειμένου να διασφαλίζεται η αποτελεσματική επιβολή των δικαιωμάτων επί του σήματος και ταυτόχρονα να μην παρεμποδίζεται η ελεύθερη ροή του εμπορίου νομίμων προϊόντων, το δικαίωμα του δικαιούχου σήματος της ΕΕ παύει να υφίσταται σε περίπτωση που, στο πλαίσιο μεταγενέστερης διαδικασίας ενώπιον δικαστηρίου σημάτων της ΕΕ («δικαστήριο σημάτων της ΕΕ») που είναι αρμόδιο να λάβει απόφαση επί της ουσίας σχετικά με την προσβολή του σήματος της ΕΕ, ο διασαφιστής ή ο κάτοχος των προϊόντων μπορεί να αποδείξει ότι ο δικαιούχος του σήματος της ΕΕ δεν δικαιούται να απαγορεύει τη διάθεση των προϊόντων στην αγορά στη χώρα τελικού προορισμού.

(18)

Το άρθρο 28 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 608/2013 προβλέπει ότι δικαιούχος ευθύνεται για ζημίες έναντι του κατόχου των προϊόντων εφόσον, μεταξύ άλλων, αποδεικνύεται μεταγενέστερα ότι τα εν λόγω προϊόντα δεν παραβιάζουν δικαίωμα διανοητικής ιδιοκτησίας.

(19)

Θα πρέπει να λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα ώστε να διασφαλίζεται η διέλευση των γενόσημων φαρμάκων. Σε σχέση με τις διεθνείς κοινόχρηστες ονομασίες (ΔΚΟ) ως διεθνώς αναγνωρισμένες γενικές ονομασίες για τις δραστικές ουσίες των φαρμακευτικών σκευασμάτων, είναι ζωτικής σημασίας να ληφθούν δεόντως υπόψη οι υφιστάμενοι περιορισμοί σχετικά με την επίδραση των δικαιωμάτων επί του σήματος της ΕΕ. Κατά συνέπεια, ο δικαιούχος σήματος της ΕΕ δεν θα πρέπει να δικαιούται να εμποδίζει τρίτους να εισάγουν προϊόντα στην Ένωση χωρίς να έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία σε αυτήν, με βάση τις ομοιότητες μεταξύ των ΔΚΟ για τη δραστική ουσία στα φάρμακα και το εμπορικό σήμα.

(20)

Προκειμένου να είναι σε θέση οι δικαιούχοι των σημάτων της ΕΕ να καταπολεμούν αποτελεσματικότερα την απομίμηση, θα πρέπει να δικαιούνται να απαγορεύουν την επίθεση παράνομου σήματος σε προϊόντα, καθώς και προπαρασκευαστικές ενέργειες πριν από την επίθεση του σήματος.

(21)

Τα αποκλειστικά δικαιώματα που παρέχει το σήμα της ΕΕ δεν θα πρέπει να επιτρέπουν στον δικαιούχο να απαγορεύει τη χρήση σημείων ή ενδείξεων από τρίτους με θεμιτό τρόπο και σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριο. Προκειμένου να δημιουργηθούν ισότιμοι όροι για τις εμπορικές επωνυμίες και τα σήματα της ΕΕ σε περίπτωση συγκρούσεων, δεδομένου ότι συνήθως παρέχεται απεριόριστη προστασία στις εμπορικές επωνυμίες έναντι των μεταγενέστερων σημάτων, αυτή η χρήση θα πρέπει να θεωρείται ότι περιλαμβάνει μόνο τη χρήση του προσωπικού ονόματος του τρίτου. Επιπλέον, θα πρέπει να περιλαμβάνει την άδεια χρήσης περιγραφικών ή μη διακριτικών σημείων ή ενδείξεων εν γένει. Επιπλέον, ο δικαιούχος δεν θα πρέπει να δικαιούται να εμποδίζει τη θεμιτή και έντιμη χρήση του σήματος της ΕΕ για τον προσδιορισμό ή την αναφορά σε προϊόντα ή υπηρεσίες όπως εκείνα/-ες του δικαιούχου. Η χρήση σήματος από τρίτους, για να επισημανθεί στους καταναλωτές η μεταπώληση αυθεντικών προϊόντων που είχαν πωληθεί αρχικά στην Ένωση από τον δικαιούχο του σήματος της ΕΕ ή με τη συγκατάθεσή του, θα πρέπει να θεωρείται εύλογη, υπό την προϋπόθεση ότι θα είναι ταυτόχρονα σύμφωνη με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριο. Η χρήση σήματος από τρίτους για σκοπούς καλλιτεχνικής έκφρασης θα πρέπει να θεωρείται θεμιτή, υπό την προϋπόθεση ότι θα είναι ταυτόχρονα σύμφωνα με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία και το εμπόριο. Επιπλέον, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμόζεται με τρόπο που να εξασφαλίζει τον πλήρη σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών, και ιδίως της ελευθερίας έκφρασης.

(22)

Προκειμένου να κατοχυρωθεί η ασφάλεια δικαίου και να διασφαλιστούν τα δικαιώματα εκ σημάτων που έχουν αποκτηθεί νομίμως, ενδείκνυται και επιβάλλεται να προβλεφθεί, χωρίς να θίγεται η αρχή ότι το μεταγενέστερο σήμα δεν αντιτάσσεται στο προγενέστερο, ότι οι δικαιούχοι σημάτων της ΕΕ δεν δικαιούνται να εμποδίζουν τη χρήση μεταγενέστερου σήματος εάν αυτό αποκτήθηκε σε χρονική στιγμή κατά την οποία το προγενέστερο σήμα δεν μπορούσε να του αντιταχθεί.

(23)

Για λόγους ίσης μεταχείρισης και ασφάλειας δικαίου, η χρήση σήματος της ΕΕ υπό μορφή που διαφέρει ως προς στοιχεία, τα οποία όμως δεν μεταβάλλουν τον διακριτικό χαρακτήρα του σήματος, στην καταχωρισμένη του μορφή, θα πρέπει να επαρκεί για τη διατήρηση των δικαιωμάτων που παρέχονται, ανεξαρτήτως εάν το σήμα στη μορφή που χρησιμοποιείται είναι επίσης καταχωρισμένο.

(24)

Λόγω της σταδιακής μείωσης και του ασήμαντου αριθμού των αιτήσεων σήματος της ΕΕ που κατατίθενται στα κεντρικά γραφεία διανοητικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών και στο Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ, θα πρέπει να επιτρέπεται κατάθεση αίτησης σήματος της ΕΕ μόνο στο Γραφείο.

(25)

Η προστασία του σήματος της ΕΕ παρέχεται για συγκεκριμένα προϊόντα ή υπηρεσίες των οποίων η φύση και ο αριθμός καθορίζουν την έκταση της προστασίας που παρέχεται στον δικαιούχο του σήματος. Ως εκ τούτου, είναι απαραίτητο να συμπεριληφθούν στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009 κανόνες σχετικά με τον προσδιορισμό και την ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών και να κατοχυρωθούν η ασφάλεια δικαίου και η χρηστή διοίκηση, με την απαίτηση τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τα οποία ή τις οποίες ζητείται η προστασία του σήματος να προσδιορίζονται από τον καταθέτη με επαρκή σαφήνεια και ακρίβεια, ώστε να μπορούν οι αρμόδιες αρχές και οι οικονομικοί φορείς, με βάση αποκλειστικά την αίτηση, να προσδιορίσουν την έκταση της επιδιωκόμενης προστασίας. Η χρήση γενικών όρων θα πρέπει να θεωρείται ότι περιλαμβάνει μόνον όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που καλύπτονται σαφώς από την κυριολεκτική έννοια του όρου. Στους δικαιούχους σημάτων της ΕΕ τα οποία, λόγω της προηγούμενης πρακτικής του Γραφείου, είναι καταχωρισμένα για ολόκληρο τον τίτλο μιας κλάσης της Ταξινόμησης της Νίκαιας, θα πρέπει να δοθεί η δυνατότητα να προσαρμόσουν τους καταλόγους των προϊόντων και των υπηρεσιών τους, ώστε να διασφαλιστεί ότι το περιεχόμενο του μητρώου πληροί τα απαιτούμενα πρότυπα σαφήνειας και ακρίβειας, σύμφωνα με τη νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(26)

Ενδείκνυται να βελτιωθεί το καθεστώς διεξαγωγής έρευνας, είτε σε επίπεδο σημάτων της ΕΕ είτε σε επίπεδο εθνικών σημάτων, με την αποφυγή περιττών καθυστερήσεων στην καταχώριση σήματος της ΕΕ, καθώς και να καταστεί το εν λόγω καθεστώς πιο ευέλικτο όσον αφορά τις ανάγκες και τις προτιμήσεις των χρηστών, επίσης με το να δοθεί προαιρετικός χαρακτήρας στην αναζήτηση σημάτων της ΕΕ. Το προαιρετικό καθεστώς έρευνας είτε σε επίπεδο σήματος της ΕΕ είτε σε επίπεδο εθνικών σημάτων θα πρέπει να συμπληρώνεται με τη διάθεση ολοκληρωμένων, γρήγορων και ισχυρών μηχανών αναζήτησης με δωρεάν χρήση από το κοινό, στο πλαίσιο της συνεργασίας μεταξύ του Γραφείου και των κεντρικών υπηρεσιών διανοητικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένου του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ.

(27)

Ως συμπλήρωμα των υφιστάμενων διατάξεων για τα κοινοτικά συλλογικά σήματα και για να αποκατασταθεί η σημερινή ανισορροπία μεταξύ των εθνικών συστημάτων και του συστήματος σημάτων της ΕΕ, είναι αναγκαία η προσθήκη σειράς ειδικών διατάξεων για την παροχή προστασίας στα σήματα πιστοποίησης της ΕΕ («σήματα πιστοποίησης της ΕΕ»), με τα οποία το ίδρυμα ή ο οργανισμός πιστοποίησης μπορεί να επιτρέπει στους συμμετέχοντες στο σύστημα πιστοποίησης να χρησιμοποιούν το σήμα ως σημείο για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που πληρούν τις απαιτήσεις πιστοποίησης.

(28)

Η εμπειρία από την εφαρμογή του τρέχοντος συστήματος σημάτων της ΕΕ ανέδειξε τις δυνατότητες βελτίωσης ορισμένων πτυχών της διαδικασίας. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να ληφθούν ορισμένα μέτρα για να απλοποιηθούν και να επιταχυνθούν οι διαδικασίες, όπου ενδείκνυται, και να ενισχυθούν η ασφάλεια δικαίου και η προβλεψιμότητα, όπου απαιτείται.

(29)

Για λόγους ασφάλειας δικαίου και χάριν μεγαλύτερης διαφάνειας, ενδείκνυται να καθοριστούν σαφώς όλα τα καθήκοντα του Γραφείου, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που δεν έχουν σχέση με τη διαχείριση του συστήματος σημάτων της ΕΕ.

(30)

Για τη σύγκλιση των πρακτικών και την ανάπτυξη κοινών εργαλείων, είναι αναγκαίο να θεσπιστεί κατάλληλο πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ του Γραφείου και των γραφείων διανοητικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένου του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ, το οποίο θα καθορίζει τους βασικούς τομείς συνεργασίας και θα παρέχει στο Γραφείο τη δυνατότητα να συντονίζει τα σχετικά κοινά σχέδια που ενδιαφέρουν την Ένωση και τα κράτη μέλη και να χρηματοδοτεί, μέχρις ενός μέγιστου ποσού, αυτά τα σχέδια. Αυτές οι δραστηριότητες συνεργασίας αναμένεται να είναι επωφελείς για τις επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν συστήματα σημάτων στην Ευρώπη. Για τους χρήστες του ενωσιακού καθεστώτος που ορίζεται στον παρόντα κανονισμό, τα προγράμματα, και ιδίως οι βάσεις δεδομένων για σκοπούς έρευνας και διαβούλευσης, θα πρέπει να παρέχουν πρόσθετα, περιεκτικά, αποδοτικά και δωρεάν εργαλεία, για τη συμμόρφωση με τις ειδικές απαιτήσεις που απορρέουν από τον ενιαίο χαρακτήρα του σήματος της ΕΕ.

(31)

Ορισμένες αρχές που αφορούν τη διακυβέρνηση του Γραφείου θα πρέπει να προσαρμοστούν, στον βαθμό που απαιτείται, στην κοινή προσέγγιση για τους αποκεντρωμένους οργανισμούς της ΕΕ, που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή τον Ιούλιο του 2012.

(32)

Για περισσότερη ασφάλεια δικαίου και διαφάνεια, είναι αναγκαίο να επικαιροποιηθούν ορισμένες διατάξεις που αφορούν την οργάνωση και τη λειτουργία του Γραφείου.

(33)

Επιδιώκεται η διευκόλυνση της φιλικής, ταχείας και αποτελεσματικής επίλυσης διαφορών μέσω της ανάθεσης στο Γραφείο της ίδρυσης κέντρου διαμεσολάβησης, οι υπηρεσίες του οποίου θα μπορούσαν να αξιοποιούνται από κάθε πρόσωπο που επιθυμεί φιλική διευθέτηση διαφοράς που άπτεται των σημάτων της ΕΕ και των κοινοτικών σχεδίων μέσω αμοιβαίας συμφωνίας.

(34)

Η δημιουργία του συστήματος σημάτων της ΕΕ οδήγησε σε αυξημένη οικονομική επιβάρυνση των κεντρικών υπηρεσιών βιομηχανικής ιδιοκτησίας και λοιπών υπηρεσιών των κρατών μελών. Τα πρόσθετα έξοδα συνδέονται με τη διαχείριση μεγαλύτερου αριθμού διαδικασιών ανακοπής ή κήρυξης της ακυρότητας σημάτων, συμπεριλαμβανομένων και αυτών της ΕΕ ή διαδικασιών που κινούνται από δικαιούχους τέτοιων σημάτων, με τις δραστηριότητες ενημέρωσης σχετικά με το σύστημα σημάτων της ΕΕ, καθώς και με δραστηριότητες για τη διασφάλιση της επιβολής των δικαιωμάτων επί του σήματος της ΕΕ. Είναι, ως εκ τούτου, σκόπιμο να διασφαλιστεί ότι το Γραφείο αντισταθμίζει εν μέρει τα έξοδα στα οποία υποβάλλονται τα κράτη μέλη προκειμένου να εκτελέσουν τον ρόλο τους στην εξασφάλιση της ομαλής λειτουργίας του συστήματος σημάτων της ΕΕ. Η καταβολή της εν λόγω αντιστάθμισης θα πρέπει να εξαρτάται από την υποβολή, από τα κράτη μέλη, των σχετικών στατιστικών δεδομένων. Η αντιστάθμιση των εξόδων δεν θα πρέπει να είναι τόσο υψηλή ώστε να προκαλέσει δημοσιονομικό έλλειμμα στο Γραφείο.

(35)

Για λόγους ορθής δημοσιονομικής διαχείρισης, θα πρέπει να αποφεύγεται η συσσώρευση σημαντικών δημοσιονομικών πλεονασμάτων από το Γραφείο. Ο κανόνας αυτός δεν θα πρέπει να επηρεάζει τη διατήρηση αποθεματικού από το Γραφείο, το οποίο θα καλύπτει ένα έτος των λειτουργικών του δαπανών, ώστε να εξασφαλίζονται η συνέχεια των εργασιών του και η εκτέλεση των καθηκόντων του. Το εν λόγω αποθεματικό θα πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο για να εξασφαλιστεί η συνέχιση της εκτέλεσης των καθηκόντων του Γραφείου, όπως ορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

(36)

Δεδομένης της ουσιώδους σημασίας των ποσών των τελών που καταβάλλονται στο Γραφείο για τη λειτουργία του συστήματος σημάτων της ΕΕ και της συμπληρωματικής σχέσης του τελευταίου με τα συστήματα εθνικών σημάτων, είναι αναγκαίος ο άμεσος καθορισμός των εν λόγω ποσών στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009 σε παράρτημα. Τα ποσά των τελών θα πρέπει να καθοριστούν σε επίπεδο που να διασφαλίζει, πρώτον, την καταρχήν επάρκεια των σχετικών εσόδων προκειμένου να είναι ισορροπημένος ο προϋπολογισμός του Γραφείου, δεύτερον, τη συνύπαρξη και τη συμπληρωματικότητα μεταξύ του συστήματος σημάτων της ΕΕ και των συστημάτων εθνικών σημάτων, λαμβανομένων επίσης υπόψη του μεγέθους της αγοράς που καλύπτει το σήμα της ΕΕ και των αναγκών των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, και, τρίτον, την αποτελεσματική επιβολή των δικαιωμάτων των δικαιούχων σημάτων της ΕΕ στα κράτη μέλη.

(37)

Στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009 ανατίθενται εξουσίες στην Επιτροπή για τη θέσπιση εκτελεστικών κανόνων του εν λόγω κανονισμού. Μετά την έναρξη ισχύος της Συνθήκης της Λισαβόνας, οι εξουσίες που ανατίθενται στην Επιτροπή βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 θα πρέπει να εναρμονιστούν με τα άρθρα 290 και 291 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ). Κατά συνέπεια, επιβάλλεται επίσης η ενσωμάτωση ορισμένων κανόνων που περιέχονται επί του παρόντος στους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 2868/95 (8) και (ΕΚ) αριθ. 2869/95 της Επιτροπής (9), καθώς και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 216/96 της Επιτροπής (10) στο κείμενο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009. Επομένως, ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2868/95 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2869/95 θα πρέπει να καταργηθεί.

(38)

Στον βαθμό που οι εξουσίες που ανατίθενται στην Επιτροπή σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009 θα πρέπει να εναρμονιστούν με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες, ακόμα και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, όταν ετοιμάζει και συντάσσει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(39)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποδοτική, η αποτελεσματική και η ταχεία εξέταση και καταχώριση των αιτήσεων σήματος της ΕΕ από το Γραφείο με βάση διαδικασίες διαφανείς, εμπεριστατωμένες, αμερόληπτες και δίκαιες, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ, για να προσδιορίσει τις λεπτομέρειες σχετικά με τη διαδικασία άσκησης και εξέτασης της ανακοπής και τις διαδικασίες που θα διέπουν την τροποποίηση της αίτησης.

(40)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι το σήμα της ΕΕ μπορεί να ανακληθεί ή κηρυχθεί άκυρο με αποτελεσματικό και αποδοτικό τρόπο μέσω διαφανών, ενδελεχών, εύλογων και ισότιμων διαδικασιών, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ όσον αφορά τον καθορισμό των διαδικασιών έκπτωσης και κήρυξης της ακυρότητας.

(41)

Για την αποτελεσματική, αποδοτική και πλήρη επανεξέταση των αποφάσεων του Γραφείου από τα τμήματα προσφυγών, με διαφανή, ολοκληρωμένη, δίκαιη και ισότιμη διαδικασία, η οποία λαμβάνει υπόψη τις αρχές που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ, προκειμένου να προσδιορίσει τις λεπτομέρειες σχετικά με το τυπικό περιεχόμενο του δικογράφου της προσφυγής, τη διαδικασία για την άσκηση και την εξέταση μιας προσφυγής, το τυπικό περιεχόμενο και τη μορφή των αποφάσεων του τμήματος προσφυγών, όπως και την επιστροφή των τελών προσφυγής.

(42)

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η ομαλή, αποτελεσματική και αποδοτική λειτουργία του συστήματος σημάτων της ΕΕ, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ όσον αφορά τον καθορισμό των απαιτήσεων σχετικά με τα στοιχεία της προφορικής διαδικασίας και τις λεπτομέρειες της αποδεικτικής διαδικασίας, τις λεπτομέρειες της κοινοποίησης, τα μέσα κοινοποίησης και τα έντυπα που πρέπει να χρησιμοποιούνται από τους διαδίκους, τους κανόνες περί υπολογισμού και τη διάρκεια των προθεσμιών, τις διαδικασίες για την ανάκληση απόφασης ή την ακύρωση καταχώρισης στο μητρώο, τις λεπτομέρειες της επανάληψης της διαδικασίας, καθώς και τις λεπτομέρειες σχετικά με την εκπροσώπηση ενώπιον του Γραφείου.

(43)

Για να διασφαλιστεί η αποτελεσματική και αποδοτική οργάνωση των τμημάτων προσφυγών, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ, προκειμένου να προσδιορίσει τις λεπτομέρειες οργάνωσης των εν λόγω τμημάτων.

(44)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η αποτελεσματική και αποδοτική καταχώριση διεθνών εμπορικών σημάτων, σε πλήρη συμφωνία με τους κανόνες του πρωτοκόλλου που αφορά τη συμφωνία της Μαδρίτης σχετικά με τη διεθνή καταχώριση σημάτων, θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ, για τον προσδιορισμό των λεπτομερειών σχετικά με τις διαδικασίες για την άσκηση και την εξέταση ανακοπής καθώς και τις σχετικές κοινοποιήσεις που πρέπει να απευθύνονται στον Παγκόσμιο Οργανισμό Διανοητικής Ιδιοκτησίας (ΠΟΔΙ), και τις λεπτομέρειες της διαδικασίας για τις διεθνείς καταχωρίσεις με βάση βασική αίτηση ή βασική καταχώριση που αφορά συλλογικό σήμα, σήμα πιστοποίησης ή σήμα εγγύησης.

(45)

Προκειμένου να εξασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν εκτελεστικές αρμοδιότητες στην Επιτροπή προκειμένου να προσδιορίσει τις λεπτομέρειες σχετικά με τις αιτήσεις σημάτων, άλλα αιτήματα, τα πιστοποιητικά, τις διεκδικήσεις, τις ρυθμίσεις, τις κοινοποιήσεις και οποιοδήποτε άλλο έγγραφο σύμφωνα με τις σχετικές διαδικαστικές προϋποθέσεις που καθορίζονται από τον παρόντα κανονισμό, καθώς και τους ανώτατους συντελεστές των εξόδων που είναι απαραίτητα για τη διεκπεραίωση της διαδικασίας και στα οποία πράγματι υπεβλήθη ο ενδιαφερόμενος, τις λεπτομέρειες σχετικά με τις δημοσιεύσεις στο δελτίο σημάτων της ΕΕ και την Επίσημη Εφημερίδα του Γραφείου, τις λεπτομέρειες για την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ του Γραφείου και των εθνικών αρχών, λεπτομερείς ρυθμίσεις όσον αφορά τη μετάφραση των δικαιολογητικών εγγράφων στη γραπτή διαδικασία, τον ακριβή καθορισμό των αποφάσεων που πρέπει να λαμβάνονται από ένα μόνο μέλος του τμήματος ανακοπών ή ακυρότητας, τις λεπτομέρειες σχετικά με την υποχρέωση κοινοποίησης βάσει του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης, και λεπτομερείς απαιτήσεις όσον αφορά την αίτηση για εδαφική επέκταση μετά τη διεθνή καταχώριση. Οι παραπάνω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11).

(46)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορούν όμως, λόγω της κλίμακας και των αποτελεσμάτων τους, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(47)

Ζητήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12), η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος γνωμοδότησε στις 11 Ιουλίου 2013.

(48)

Επομένως, θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 207/2009,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 207/2009 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στον τίτλο, ο όρος «κοινοτικό σήμα» αντικαθίσταται από τον όρο «σήμα της ΕΕ».

2)

Ο όρος «κοινοτικό σήμα» αντικαθίσταται από τον όρο «σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (“σήμα της ΕΕ”)» στο άρθρο 1 παράγραφος 1· και οπουδήποτε αλλού στον κανονισμό αντικαθίσταται από τον όρο «σήμα της ΕΕ» και πραγματοποιούνται τυχόν αναγκαίες γραμματικές αλλαγές.

3)

Σε ολόκληρο τον κανονισμό, ο όρος «δικαστήριο κοινοτικών σημάτων» αντικαθίσταται από τον όρο «δικαστήριο σημάτων της ΕΕ» και πραγματοποιούνται τυχόν αναγκαίες γραμματικές αλλαγές.

4)

Ο όρος «κοινοτικό συλλογικό σήμα» αντικαθίσταται από τον όρο «συλλογικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (“συλλογικό σήμα της ΕΕ”)» στο άρθρο 66 παράγραφος 1· και οπουδήποτε αλλού στον κανονισμό αντικαθίσταται από τον όρο «συλλογικό σήμα της ΕΕ» και πραγματοποιούνται τυχόν αναγκαίες γραμματικές αλλαγές.

5)

Σε ολόκληρο τον κανονισμό, πλην των περιπτώσεων που αναφέρονται στα σημεία 2), 3) και 4), οι όροι «Κοινότητα», «Ευρωπαϊκή Κοινότητα» και «Ευρωπαϊκές Κοινότητες» αντικαθίστανται από τον όρο «Ένωση» και πραγματοποιούνται τυχόν αναγκαίες γραμματικές αλλαγές.

6)

Σε ολόκληρο τον κανονισμό, ο όρος «πρόεδρος του Γραφείου» και όλες οι αναφορές στον πρόεδρο αντικαθίστανται από τον όρο «εκτελεστικός διευθυντής του Γραφείου» ή «εκτελεστικός διευθυντής», ανάλογα με την περίπτωση, και πραγματοποιούνται τυχόν αναγκαίες γραμματικές αλλαγές.

7)

Το άρθρο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 2

Γραφείο

1.   Ιδρύεται Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης (“Γραφείο”).

2.   Κάθε αναφορά στο Γραφείο Εναρμόνισης στο Πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) που περιλαμβάνεται στο ενωσιακό δίκαιο νοείται ως αναφορά στο Γραφείο.».

8)

Το άρθρο 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 4

Σημεία συστατικά του σήματος της ΕΕ

Το σήμα της ΕΕ μπορεί να συνίσταται από σημεία, ιδίως λέξεις, συμπεριλαμβανομένων ονομάτων προσώπων, σχέδια, γράμματα, αριθμούς, χρώματα, το σχήμα των προϊόντων ή της συσκευασίας τους, ή ήχους, υπό την προϋπόθεση ότι τα σημεία αυτά:

α)

είναι ικανά να διακρίνουν τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες μιας επιχείρησης από εκείνα άλλων επιχειρήσεων· και

β)

μπορούν να αναπαρίστανται στο μητρώο των σημάτων της ΕΕ (“μητρώο”) κατά τρόπο που επιτρέπει στις αρμόδιες αρχές και στο κοινό να προσδιορίζουν το ακριβές αντικείμενο της προστασίας που παρέχεται στον δικαιούχο του σήματος.».

9)

Το άρθρο 7 παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

Το στοιχείο ε) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ε)

τα σημεία που συνίστανται αποκλειστικά:

i)

από το σχήμα, ή άλλο χαρακτηριστικό, που προκύπτει από την ίδια τη φύση του προϊόντος,

ii)

από το σχήμα, ή άλλο χαρακτηριστικό του προϊόντος, που είναι απαραίτητο για την επίτευξη τεχνικού αποτελέσματος,

iii)

από το σχήμα, ή άλλο χαρακτηριστικό που προσδίδει ουσιαστική αξία στο προϊόν·».

β)

Τα στοιχεία ι) και ια) αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«ι)

τα σήματα που εξαιρούνται από την καταχώριση δυνάμει ενωσιακής νομοθεσίας ή του εθνικού δικαίου ή διεθνών συμφωνιών στις οποίες η Ένωση ή το οικείο κράτος μέλος είναι συμβαλλόμενο μέρος, όπου προβλέπεται η προστασία των ονομασιών προέλευσης και των γεωγραφικών ενδείξεων·

ια)

τα σήματα που εξαιρούνται από την καταχώριση δυνάμει ενωσιακής νομοθεσίας ή διεθνών συμφωνιών στις οποίες η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος, όπου προβλέπεται η προστασία παραδοσιακών ενδείξεων των οίνων·».

γ)

Προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«ιβ)

τα σήματα που εξαιρούνται από την καταχώριση δυνάμει ενωσιακής νομοθεσίας ή διεθνών συμφωνιών στις οποίες η Ένωση είναι συμβαλλόμενο μέρος, όπου προβλέπεται η προστασία των εγγυημένων παραδοσιακών ιδιότυπων προϊόντων·

ιγ)

τα σήματα που αποτελούνται από ή αναπαράγουν στα βασικά τους στοιχεία προγενέστερη ονομασία φυτικής ποικιλίας καταχωρισμένη σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία ή το εθνικό δίκαιο ή τις διεθνείς συμφωνίες στις οποίες η Ένωση ή το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος είναι συμβαλλόμενο μέρος, όπου προβλέπεται η προστασία των δικαιωμάτων επί φυτικών ποικιλιών και τα οποία σχετίζονται με φυτικές ποικιλίες του ιδίου είδους ή στενά συγγενικών ειδών.».

10)

Το άρθρο 8 τροποποιείται ως εξής:

α)

Παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«4α.   Κατόπιν ανακοπής από οποιοδήποτε πρόσωπο στο οποίο το εφαρμοστέο δίκαιο επιτρέπει την άσκηση των δικαιωμάτων που απορρέουν από την ονομασία προέλευσης ή τη γεωγραφική ένδειξη, το κατατεθειμένο σήμα δεν καταχωρίζεται εφόσον και στον βαθμό που, σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία ή το εθνικό δίκαιο περί προστασίας των ονομασιών προέλευσης ή των γεωγραφικών ενδείξεων:

i)

είχε ήδη υποβληθεί αίτηση για ονομασία προέλευσης ή γεωγραφική ένδειξη σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία ή το εθνικό δίκαιο πριν από την ημερομηνία της αίτησης καταχώρισης του σήματος της ΕΕ ή την ημερομηνία της διεκδίκησης προτεραιότητας για την αίτηση αυτή, με την επιφύλαξη της μεταγενέστερης καταχώρισης της ονομασίας προέλευσης ή της γεωγραφικής ένδειξης·

ii)

η εν λόγω ονομασία προέλευσης ή η γεωγραφική ένδειξη παρέχει το δικαίωμα απαγόρευσης της χρήσης μεταγενέστερου σήματος.».

β)

Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Κατόπιν ανακοπής από τον δικαιούχο καταχωρισμένου προγενέστερου σήματος κατά την έννοια της παραγράφου 2, το κατατεθειμένο σήμα δεν καταχωρίζεται εάν ταυτίζεται ή ομοιάζει με προγενέστερο σήμα, ανεξαρτήτως εάν τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες για τα οποία ζητείται ταυτίζονται, ομοιάζουν ή δεν ομοιάζουν με εκείνα για τα οποία έχει καταχωριστεί το προγενέστερο σήμα, εφόσον, στην περίπτωση προγενέστερου σήματος της ΕΕ, το σήμα χαίρει φήμης στην Ένωση ή, στην περίπτωση προγενέστερου εθνικού σήματος, το σήμα χαίρει φήμης στο οικείο κράτος μέλος και η χρησιμοποίηση του κατατεθειμένου σήματος θα προσπόριζε σε αυτό, χωρίς εύλογη αιτία, αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του προγενέστερου σήματος ή θα ήταν επιζήμια για τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη αυτού.».

11)

Το άρθρο 9 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 9

Δικαιώματα που παρέχει το σήμα της ΕΕ

1.   Με την καταχώριση σήματος της ΕΕ παρέχονται στον δικαιούχο αποκλειστικά δικαιώματα επ' αυτού.

2.   Με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων των δικαιούχων που έχουν αποκτηθεί πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του σήματος της ΕΕ, ο δικαιούχος του εν λόγω σήματος της ΕΕ δικαιούται να απαγορεύει σε κάθε τρίτο που δεν έχει τη συγκατάθεσή του να χρησιμοποιεί στις συναλλαγές για προϊόντα ή υπηρεσίες, οποιοδήποτε σημείο εφόσον:

α)

το σημείο είναι ταυτόσημο με το σήμα της ΕΕ και χρησιμοποιείται για υπηρεσίες ή προϊόντα που ταυτίζονται με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία έχει καταχωριστεί το σήμα της ΕΕ·

β)

το σημείο είναι ταυτόσημο ή παρόμοιο με το σήμα της ΕΕ και χρησιμοποιείται για προϊόντα ή υπηρεσίες που ταυτίζονται ή ομοιάζουν με τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία έχει καταχωριστεί το σήμα της ΕΕ, εάν υπάρχει κίνδυνος σύγχυσης από μέρους του κοινού· στον κίνδυνο σύγχυσης περιλαμβάνεται ο κίνδυνος συσχέτισης του σημείου και του σήματος·

γ)

το σημείο είναι ταυτόσημο ή παρόμοιο με το σήμα της ΕΕ, ανεξαρτήτως εάν χρησιμοποιείται για προϊόντα ή υπηρεσίες που ταυτίζονται, ομοιάζουν ή δεν ομοιάζουν με προϊόντα ή υπηρεσίες για τα οποία έχει καταχωριστεί το σήμα της ΕΕ, εφόσον το εν λόγω σήμα χαίρει φήμης στην Ένωση και η χρησιμοποίηση του σημείου χωρίς εύλογη αιτία θα προσπόριζε αθέμιτο όφελος από τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη του σήματος της ΕΕ ή θα ήταν επιζήμια για τον διακριτικό χαρακτήρα ή τη φήμη αυτού.

3.   Τα ακόλουθα, ειδικότερα, είναι δυνατόν να απαγορεύονται δυνάμει της παραγράφου 2:

α)

η επίθεση του σημείου επί των προϊόντων ή της συσκευασίας τους·

β)

η προσφορά των προϊόντων, η εμπορία ή η αποθήκευσή τους προς τους σκοπούς αυτούς ή η προσφορά ή η παροχή υπηρεσιών υπό το σημείο αυτό·

γ)

η εισαγωγή ή εξαγωγή των προϊόντων υπό το σημείο αυτό·

δ)

η χρησιμοποίηση του σημείου ως εμπορικού ονόματος ή εταιρικής επωνυμίας ή ως μέρους εμπορικού ονόματος ή εταιρικής επωνυμίας·

ε)

η χρησιμοποίηση του σημείου σε επαγγελματικό έντυπο υλικό και στη διαφήμιση·

στ)

η χρησιμοποίηση του σημείου σε συγκριτική διαφήμιση κατά τρόπο που αντίκειται στην οδηγία 2006/114/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13).

4.   Με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων των δικαιούχων που έχουν αποκτηθεί πριν από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του σήματος της ΕΕ, ο δικαιούχος του εν λόγω σήματος της ΕΕ έχει επίσης δικαίωμα να εμποδίζει τρίτους να εισάγουν, στο πλαίσιο των εμπορικών συναλλαγών, προϊόντα στην Ένωση χωρίς να έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία εκεί, όταν τα προϊόντα αυτά, συμπεριλαμβανομένης της συσκευασίας, προέρχονται από τρίτες χώρες και φέρουν, χωρίς σχετική άδεια, σήμα το οποίο είναι ταυτόσημο με το καταχωρισμένο σήμα της ΕΕ των εν λόγω προϊόντων ή το οποίο δεν διακρίνεται ως προς τα ουσιώδη χαρακτηριστικά του από το εν λόγω σήμα.

Το δικαίωμα του δικαιούχου σήματος της ΕΕ δυνάμει του πρώτου εδαφίου παύει να υφίσταται εάν κατά τη διάρκεια των διαδικασιών εξακρίβωσης τυχόν παραβίασης του σήματος της ΕΕ, οι οποίες κινούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 608/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14) σχετικά με την τελωνειακή επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, ο διασαφιστής ή ο κάτοχος των προϊόντων παράσχει στοιχεία που αποδεικνύουν ότι ο δικαιούχος του σήματος της ΕΕ δεν δικαιούται να απαγορεύει τη διάθεση των προϊόντων στην αγορά στη χώρα τελικού προορισμού.

(13)  Οδηγία 2006/114/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, για την παραπλανητική και τη συγκριτική διαφήμιση (ΕΕ L 376 της 27.12.2006, σ. 21)."

(14)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 608/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την τελωνειακή επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1383/2003 του Συμβουλίου (ΕΕ L 181 της 29.6.2013, σ. 15).»."

12)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 9α

Δικαίωμα απαγόρευσης προπαρασκευαστικών πράξεων σχετικά με τη χρήση συσκευασίας ή άλλων μέσων

Όταν υφίσταται κίνδυνος η συσκευασία, οι ετικέτες, οι πινακίδες, οι διατάξεις ασφαλείας ή γνησιότητας ή οι συσκευές ή άλλα μέσα επί των οποίων τοποθετείται το σήμα να χρησιμοποιηθούν για προϊόντα ή υπηρεσίες, και παρόμοια χρήση θα συνιστούσε παραβίαση των δικαιωμάτων δικαιούχου σήματος της ΕΕ βάσει του άρθρου 9 παράγραφοι 2 και 3, ο δικαιούχος του εν λόγω σήματος έχει το δικαίωμα να απαγορεύει τις ακόλουθες πράξεις εάν διεξάγονται στο πλαίσιο εμπορικών συναλλαγών:

α)

επίθεση σημείου που ταυτίζεται ή ομοιάζει με το σήμα της ΕΕ στη συσκευασία, τις ετικέτες, τις πινακίδες, τις διατάξεις ασφαλείας ή γνησιότητας ή σε συσκευές ή σε άλλα μέσα επί των οποίων μπορεί να τοποθετηθεί το σήμα·

β)

προσφορά ή διάθεση στην αγορά ή αποθήκευση για τους σκοπούς αυτούς ή εισαγωγή ή εξαγωγή συσκευασίας, ετικετών, πινακίδων διατάξεων ασφαλείας ή γνησιότητας ή συσκευών ή άλλων μέσων επί των οποίων τοποθετείται το σήμα.

Άρθρο 9β

Ημερομηνία από την οποία τα δικαιώματα αντιτάσσονται κατά τρίτων

1.   Τα δικαιώματα που παρέχει το σήμα της ΕΕ αντιτάσσονται κατά τρίτων από την ημερομηνία δημοσίευσης της καταχώρισης του σήματος.

2.   Δύναται να απαιτηθεί εύλογη αποζημίωση για ενέργειες μεταγενέστερες της δημοσίευσης αίτησης καταχώρισης σήματος της ΕΕ, εφόσον οι ενέργειες αυτές θα απαγορεύονταν μετά τη δημοσίευση της καταχώρισης του σήματος και λόγω αυτής της δημοσίευσης.

3.   Το επιλαμβανόμενο δικαστήριο δεν μπορεί να αποφανθεί επί της ουσίας πριν δημοσιευθεί η καταχώριση.».

13)

Το άρθρο 12 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 12

Περιορισμός των αποτελεσμάτων του σήματος της ΕΕ

1.   Το σήμα της ΕΕ δεν παρέχει στο δικαιούχο το δικαίωμα να απαγορεύει σε τρίτο να χρησιμοποιεί στις εμπορικές συναλλαγές:

α)

το όνομα ή τη διεύθυνσή του, όταν ο τρίτος είναι φυσικό πρόσωπο·

β)

σημεία ή ενδείξεις που δεν έχουν διακριτικό χαρακτήρα ή αφορούν το είδος, την ποιότητα, την ποσότητα, τον προορισμό, την αξία, τη γεωγραφική προέλευση, τον χρόνο παραγωγής των προϊόντων ή παροχής της υπηρεσίας ή άλλα χαρακτηριστικά των προϊόντων ή των υπηρεσιών·

γ)

το σήμα της ΕΕ για τον σκοπό του προσδιορισμού ή της αναφοράς σε προϊόντα ή υπηρεσίες όπως εκείνα του δικαιούχου του εν λόγω σήματος, ιδίως εάν η χρήση του εν λόγω σήματος είναι αναγκαία προκειμένου να δηλωθεί ο προορισμός προϊόντος ή υπηρεσίας, και κυρίως όταν πρόκειται για εξαρτήματα ή ανταλλακτικά.

2.   Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται μόνον όταν η χρήση από τους τρίτους είναι σύμφωνη με τα χρηστά συναλλακτικά ήθη που ισχύουν στη βιομηχανία ή το εμπόριο.».

14)

Το άρθρο 13 παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Το δικαίωμα που παρέχει το σήμα της ΕΕ δεν επιτρέπει στον δικαιούχο του να απαγορεύει τη χρήση του σήματος για προϊόντα που έχουν διατεθεί υπό το σήμα αυτό στο εμπόριο εντός του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου από τον ίδιο τον δικαιούχο ή με τη συγκατάθεσή του.».

15)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 13α

Προστασία του δικαιούχου μεταγενέστερα καταχωρισμένου σήματος σε διαδικασίες προσβολής

1.   Στις διαδικασίες για προσβολή, ο δικαιούχος σήματος της ΕΕ δεν δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση μεταγενέστερα καταχωρισμένου σήματος της ΕΕ, εφόσον το μεταγενέστερο σήμα δεν κηρύσσεται άκυρο κατ' εφαρμογή του άρθρου 53 παράγραφος 1, 3 ή 4, του άρθρου 54 παράγραφος 1 ή 2, ή του άρθρου 57 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.

2.   Στις διαδικασίες για προσβολή, ο δικαιούχος σήματος της ΕΕ δεν δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση μεταγενέστερα καταχωρισμένου εθνικού σήματος εφόσον το μεταγενέστερα καταχωρισμένο εθνικό σήμα δεν κηρύσσεται άκυρο δυνάμει του άρθρου 8, ή του άρθρου 9 παράγραφος 1 ή 2, ή του άρθρου 46 παράγραφος 3 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2436 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15).

3.   Όταν ο δικαιούχος σήματος της ΕΕ δεν δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση μεταγενέστερα καταχωρισμένου σήματος βάσει της παραγράφου 1 ή 2, ο δικαιούχος του μεταγενέστερα καταχωρισμένου σήματος δεν δικαιούται να απαγορεύσει τη χρήση του προγενέστερου σήματος της ΕΕ στις διαδικασίες για προσβολή.

(15)  Οδηγία 2015/2436 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2015, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ L 336 της 23.12.2015, σ. 1).»."

16)

Στο άρθρο 15 παράγραφος 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Κατά την έννοια του πρώτου εδαφίου, ως χρήση θεωρείται επίσης:

α)

χρήση του σήματος της ΕΕ υπό μορφή που διαφέρει ως προς στοιχεία τα οποία δεν μεταβάλλουν τον διακριτικό χαρακτήρα του σήματος στην καταχωρισμένη του μορφή, ανεξαρτήτως εάν το σήμα στη μορφή που χρησιμοποιείται είναι επίσης καταχωρισμένο στο όνομα του δικαιούχου·

β)

επίθεση του σήματος της ΕΕ σε προϊόντα ή στη συσκευασία τους στην Ένωση, με αποκλειστικό προορισμό την εξαγωγή.».

17)

Στο άρθρο 16 παράγραφος 1, η εισαγωγική πρόταση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Εκτός εάν άλλως προβλέπουν τα άρθρα 17 έως 24, το σήμα της ΕΕ ως αντικείμενο κυριότητας θεωρείται στο σύνολό του, και για το σύνολο του εδάφους της Ένωσης, ως εθνικό σήμα καταχωρισμένο στο κράτος μέλος στο οποίο, σύμφωνα με το μητρώο:».

18)

Το άρθρο 17 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 4 διαγράφεται.

β)

Παρεμβάλλονται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«5α.   Η αίτηση για εγγραφή της μεταβίβασης πρέπει να περιέχει πληροφορίες που επιτρέπουν τον προσδιορισμό του σήματος της ΕΕ, του νέου δικαιούχου, των προϊόντων και των υπηρεσιών που αφορά η μεταβίβαση, καθώς και αποδεικτικά έγγραφα της μεταβίβασης, σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3. Η αίτηση μπορεί να περιλαμβάνει επίσης, εφόσον απαιτείται, πληροφορίες σχετικά με την ταυτότητα του αντιπροσώπου του νέου δικαιούχου.

5β.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες προσδιορίζουν:

α)

το λεπτομερές περιεχόμενο της αίτησης εγγραφής μεταβίβασης·

β)

το είδος των εγγράφων που απαιτούνται για την απόδειξη της μεταβίβασης, λαμβανομένων υπόψη των συμφωνιών του εγγεγραμμένου δικαιούχου και του διαδόχου·

γ)

τα στοιχεία σχετικά με την επεξεργασία των αιτήσεων για τις μερικές μεταβιβάσεις, ώστε να διασφαλίζεται ότι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες στην απομένουσα καταχώριση και τη νέα καταχώριση δεν αλληλεπικαλύπτονται και ότι καταρτίζεται χωριστός φάκελος, με νέο αριθμό καταχώρισης, για τη νέα καταχώριση.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.

5γ.   Σε περίπτωση που δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την εγγραφή της μεταβίβασης, όπως προβλέπονται στις παραγράφους 1 έως 3 ή στις εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 5β, το Γραφείο ενημερώνει τον καταθέτη για τις διαπιστωθείσες ελλείψεις. Αν οι ελλείψεις δεν θεραπευθούν μέσα στην ταχθείσα προθεσμία, τότε το Γραφείο απορρίπτει την αίτηση εγγραφής της μεταβίβασης.

5δ.   Είναι δυνατή η υποβολή μιας μόνον αίτησης εγγραφής μεταβίβασης για δύο ή περισσότερα σήματα, υπό την προϋπόθεση ότι ο εγγεγραμμένος δικαιούχος και ο διάδοχος συμπίπτουν σε όλες τις περιπτώσεις.

5ε.   Οι παράγραφοι 5α έως 5δ εφαρμόζονται επίσης στα κατατεθειμένα σήματα της ΕΕ.

5στ.   Σε περίπτωση μερικής μεταβίβασης, κάθε αίτηση που υποβάλλεται από τον αρχικό δικαιούχο και εκκρεμεί ως προς την αρχική καταχώριση θεωρείται ότι εκκρεμεί ως προς την απομένουσα καταχώριση και τη νέα καταχώριση. Όταν αυτή η αίτηση υπόκειται σε καταβολή τελών και τα τέλη αυτά έχουν καταβληθεί από τον αρχικό δικαιούχο, ο νέος δικαιούχος δεν υποχρεούται να καταβάλει πρόσθετα τέλη σχετικά με την αίτηση αυτή.».

19)

Το άρθρο 18 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 18

Μεταβίβαση σήματος που έχει καταχωριστεί στο όνομα πληρεξουσίου

1.   Εάν ένα σήμα της ΕΕ έχει καταχωριστεί στο όνομα του πληρεξουσίου ή του αντιπροσώπου του δικαιούχου του σήματος χωρίς την άδεια του δικαιούχου, ο δικαιούχος δικαιούται να ζητήσει την υπέρ αυτού μεταβίβαση του σήματος της ΕΕ, εκτός εάν ο εν λόγω πληρεξούσιος ή ο αντιπρόσωπος αιτιολογήσει την πράξη του.

2.   Ο δικαιούχος μπορεί να υποβάλει αίτηση μεταβίβασης σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου:

α)

στο Γραφείο, σύμφωνα με το άρθρο 53 παράγραφος 1 στοιχείο β), αντί αίτησης ακυρότητας·

β)

σε δικαστήριο σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (“δικαστήριο σημάτων της ΕΕ”), όπως αναφέρεται στο άρθρο 95, αντί για παρεμπίπτουσα αγωγή περί ακυρότητας βάσει του άρθρου 100 παράγραφος 1.».

20)

Το άρθρο 19 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Κατόπιν αιτήσεως ενός εκ των μερών, τα δικαιώματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 ή η μεταβίβαση των εν λόγω δικαιωμάτων εγγράφονται στο μητρώο και δημοσιεύονται.».

β)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3.   Εγγραφή στο μητρώο που πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 2 ακυρώνεται ή τροποποιείται κατόπιν αιτήσεως ενός των μερών.».

21)

Στο άρθρο 20, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«4.   Εγγραφή στο μητρώο που πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 3 ακυρώνεται ή τροποποιείται κατόπιν αιτήσεως ενός των μερών.».

22)

Στο άρθρο 22, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«6.   Εγγραφή στο μητρώο που πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με την παράγραφο 5 ακυρώνεται ή τροποποιείται κατόπιν αιτήσεως ενός των μερών.».

23)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 22α

Διαδικασία εγγραφής αδειών χρήσης και λοιπών δικαιωμάτων στο μητρώο

1.   Οι παράγραφοι 5α και 5β του άρθρου 17 και οι κανόνες που θεσπίζονται δυνάμει αυτών, καθώς και το άρθρο 17 παράγραφος 5δ ισχύουν κατ' αναλογία στην καταχώριση εμπράγματου δικαιώματος ή της μεταβίβασης εμπράγματου δικαιώματος κατά το άρθρο 19 παράγραφος 2, αναγκαστικής εκτέλεσης κατά το άρθρο 20 παράγραφος 3, συμμετοχής σε διαδικασία αφερεγγυότητας κατά το άρθρο 21 παράγραφος 3, καθώς και για την εγγραφή ή τη μεταβίβαση άδειας χρήσης κατά το άρθρο 22 παράγραφος 5, με την επιφύλαξη των ακολούθων:

α)

η απαίτηση ταυτοποίησης των προϊόντων και των υπηρεσιών που αφορά η μεταβίβαση δεν ισχύει για την αίτηση εγγραφής εμπράγματου δικαιώματος, αναγκαστικής εκτέλεσης ή διαδικασίας αφερεγγυότητας·

β)

η απαίτηση σχετικά με τα έγγραφα που αποδεικνύουν τη μεταβίβαση δεν ισχύει όταν η αίτηση υποβάλλεται από τον δικαιούχο του σήματος της ΕΕ.

2.   Η αίτηση εγγραφής δικαιωμάτων προβλεπόμενων στην παράγραφο 1 θεωρείται ως μη κατατεθείσα μέχρις ότου καταβληθούν τα απαιτούμενα τέλη.

3.   Η αίτηση εγγραφής άδειας είναι δυνατόν να περιλαμβάνει αίτηση για μνεία στο μητρώο ενός ή περισσοτέρων από τα ακόλουθα στοιχεία της άδειας:

α)

αποκλειστική άδεια·

β)

υποάδεια όταν η άδεια χορηγείται από κάτοχο άδειας εγγεγραμμένης στο μητρώο·

γ)

άδεια που είναι περιορισμένη μόνο σε τμήμα των προϊόντων ή των υπηρεσιών ως προς τα οποία έχει καταχωριστεί το σήμα·

δ)

άδεια περιορισμένη μόνο σε τμήμα της Ένωσης·

ε)

προσωρινή άδεια.

Στην περίπτωση που κατατίθεται αίτηση για εγγραφή μιας άδειας με μνεία των στοιχείων γ), δ) και ε) του πρώτου εδαφίου, η αίτηση εγγραφής της άδειας αναφέρει τα προϊόντα και τις υπηρεσίες καθώς και το τμήμα της Ένωσης και τη χρονική περίοδο για την οποία χορηγείται η άδεια.

4.   Όταν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις εγγραφής που προβλέπονται στα άρθρα 19 έως 22, στις παραγράφους 1 και 3 του παρόντος άρθρου και στους άλλους εφαρμοστέους κανόνες που θεσπίζονται σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, το Γραφείο ενημερώνει τον καταθέτη για τις διαπιστωθείσες παρατυπίες. Εάν οι παρατυπίες αυτές δεν θεραπευθούν εντός της προθεσμίας που τάσσει το Γραφείο, τότε αυτό απορρίπτει την αίτηση εγγραφής.

5.   Οι παράγραφοι 1 και 3 εφαρμόζονται κατ' αναλογία στις καταθέσεις σημάτων της ΕΕ.».

24)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 24α

Διαδικασία ακύρωσης ή τροποποίησης της εγγραφής στο μητρώο αδειών χρήσης και άλλων δικαιωμάτων

1.   Η εγγραφή που αναφέρεται στο άρθρο 22α παράγραφος 1 ακυρώνεται ή τροποποιείται κατ' αίτηση ενός των ενδιαφερομένων.

2.   Η αίτηση περιλαμβάνει τον αριθμό καταχώρισης του σχετικού σήματος της ΕΕ και τις λεπτομέρειες του δικαιώματος για το οποίο υποβάλλεται αίτηση ακύρωσης ή τροποποίησης της εγγραφής.

3.   Η αίτηση ακύρωσης άδειας, εμπράγματου δικαιώματος ή αναγκαστικής εκτέλεσης δεν θεωρείται ότι έχει κατατεθεί έως ότου καταβληθεί το απαιτούμενο τέλος.

4.   Η αίτηση συνοδεύεται από έγγραφα που καταδεικνύουν ότι το εγγεγραμμένο δικαίωμα δεν υφίσταται πλέον ή ότι ο κάτοχος της άδειας χρήσης ή ο κάτοχος άλλου δικαιώματος συναινεί στην ακύρωση ή την τροποποίηση της εγγραφής.

5.   Εάν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την ακύρωση ή τροποποίηση της εγγραφής, το Γραφείο ενημερώνει τον καταθέτη για τις παρατυπίες. Εάν οι παρατυπίες δεν θεραπευθούν εντός της ταχθείσας από το Γραφείο προθεσμίας, αυτό απορρίπτει την αίτηση ακύρωσης ή τροποποίησης της εγγραφής.

6.   Οι παράγραφοι 1 έως 5 του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται κατ' αναλογία στις εγγραφές που γίνονται στους φακέλους σύμφωνα με το άρθρο 22α παράγραφος 5.».

25)

Το άρθρο 25 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 25

Κατάθεση της αίτησης

1.   Η αίτηση σήματος της ΕΕ κατατίθεται στο Γραφείο.

2.   Το Γραφείο δίδει αμελλητί στον καταθέτη απόδειξη παραλαβής η οποία αναφέρει τουλάχιστον τον αριθμό πρωτοκόλλου, περιέχει απεικόνιση, περιγραφή ή κατ' άλλον τρόπο προσδιορισμό του σήματος, το είδος και τον αριθμό των δικαιολογητικών και την ημερομηνία παραλαβής τους. Η απόδειξη παραλαβής μπορεί να εκδίδεται με ηλεκτρονικά μέσα.».

26)

Το άρθρο 26 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, το στοιχείο δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«δ)

παράσταση του σήματος που να πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 4 στοιχείο β).».

β)

Οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η αίτηση σήματος της ΕΕ συνεπάγεται την καταβολή του τέλους αίτησης που καλύπτει μια κλάση προϊόντων ή υπηρεσιών και, κατά περίπτωση, ενός ή περισσοτέρων τελών ανά κλάση για κάθε κλάση προϊόντων και υπηρεσιών πέραν της πρώτης και, ενδεχομένως, του τέλους έρευνας.

3.   Επιπλέον των προϋποθέσεων που προβλέπονται στις παραγράφους 1 και 2, η αίτηση σήματος της ΕΕ πρέπει να πληροί τις τυπικές προϋποθέσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό και στις εκτελεστικές πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με αυτόν. Εάν οι προϋποθέσεις αυτές προβλέπουν την ηλεκτρονική αναπαράσταση του σήματος, ο εκτελεστικός διευθυντής μπορεί να καθορίσει το μορφότυπο και το μέγιστο μέγεθος ενός τέτοιου ηλεκτρονικού αρχείου.».

γ)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«4.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες ορίζουν το λεπτομερές περιεχόμενο της αίτησης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει στο άρθρο 163 παράγραφος 2.».

27)

Το άρθρο 27 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 27

Ημερομηνία κατάθεσης

Ως ημερομηνία κατάθεσης αίτησης σήματος της ΕΕ θεωρείται η ημερομηνία κατά την οποία τα έγγραφα που περιέχουν τις πληροφορίες που ορίζονται στο άρθρο 26 παράγραφος 1 κατατίθενται στο Γραφείο από τον καταθέτη, με την επιφύλαξη της καταβολής του τέλους αιτήσεως εντός μηνός από την κατάθεση των ανωτέρω εγγράφων.».

28)

Το άρθρο 28 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 28

Προσδιορισμός και ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών

1.   Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τα οποία ζητείται καταχώριση σήματος ταξινομούνται σύμφωνα με το σύστημα ταξινόμησης που καθιερώθηκε με τη συμφωνία της Νίκαιας που αφορά τη διεθνή ταξινόμηση προϊόντων και υπηρεσιών με σκοπό την καταχώριση σημάτων, της 15ης Ιουνίου 1957 (“Ταξινόμηση της Νίκαιας”).

2.   Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τα οποία ζητείται η προστασία του σήματος ταυτοποιούνται από τον καταθέτη με επαρκή σαφήνεια και ακρίβεια, ώστε να μπορούν οι αρμόδιες αρχές και οι οικονομικοί φορείς, αποκλειστικά σε αυτή τη βάση, να προσδιορίσουν την έκταση της επιδιωκόμενης προστασίας.

3.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 2, μπορούν να χρησιμοποιούνται οι γενικές ενδείξεις που περιλαμβάνονται στους τίτλους των κλάσεων της Ταξινόμησης της Νίκαιας ή άλλοι γενικοί όροι, εφόσον ανταποκρίνονται στα απαιτούμενα πρότυπα σαφήνειας και ακρίβειας που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

4.   Το Γραφείο απορρίπτει την αίτηση ως προς τις ενδείξεις ή τους όρους που είναι ασαφείς ή ανακριβείς, όταν ο καταθέτης δεν προτείνει αποδεκτή διατύπωση εντός προθεσμίας που ορίζεται προς τούτο από το Γραφείο.

5.   Η χρήση γενικών όρων, όπου συμπεριλαμβάνονται οι γενικές ενδείξεις των τίτλων των κλάσεων της Ταξινόμησης της Νίκαιας, θεωρείται ότι περιλαμβάνει όλα τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που καλύπτονται σαφώς από την κυριολεκτική έννοια της ένδειξης ή του όρου. Η χρήση αυτών των όρων ή ενδείξεων δεν θεωρείται ότι περιλαμβάνει προϊόντα ή υπηρεσίες που δεν μπορούν να νοηθούν κατά την ανωτέρω έννοια.

6.   Όταν ο καταθέτης ζητεί καταχώριση για περισσότερες από μία κλάσεις, τα προϊόντα και οι υπηρεσίες ομαδοποιούνται από τον καταθέτη ανάλογα με τις κλάσεις της Ταξινόμησης της Νίκαιας, με τον αριθμό της κλάσης στην οποία ανήκει κάθε ομάδα προϊόντων ή υπηρεσιών πριν από τη συγκεκριμένη ομάδα, και παρατίθενται με τη σειρά των κλάσεων.

7.   Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες δεν θεωρούνται παρεμφερή επειδή εμφανίζονται στην ίδια κλάση σύμφωνα με την Ταξινόμηση της Νίκαιας. Τα προϊόντα και οι υπηρεσίες δεν θεωρούνται διαφορετικά επειδή εμφανίζονται σε διαφορετικές κλάσεις σύμφωνα με την Ταξινόμηση της Νίκαιας.

8.   Δικαιούχοι σημάτων της ΕΕ για τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση πριν από τις 22 Ιουνίου 2012 και είναι καταχωρισμένα σε σχέση με ολόκληρο τον τίτλο κλάσης της Νίκαιας μπορούν να δηλώσουν ότι η πρόθεσή τους, κατά την ημερομηνία κατάθεσης, ήταν να επιδιώξουν την προστασία προϊόντων ή υπηρεσιών πέραν εκείνων που καλύπτονται από την κυριολεκτική έννοια του τίτλου της κλάσης αυτής, υπό την προϋπόθεση ότι τα προϊόντα ή οι υπηρεσίες που έχουν ούτως προσδιορισθεί περιλαμβάνονταν στον αλφαβητικό κατάλογο της εν λόγω κλάσης σύμφωνα με την ισχύουσα, κατά την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης, έκδοση της Ταξινόμησης της Νίκαιας.

Η δήλωση υποβάλλεται στο Γραφείο έως τις 24 Σεπτεμβρίου 2016 και αναφέρει, με σαφή, ακριβή και συγκεκριμένο τρόπο, τα προϊόντα και τις υπηρεσίες, πλην εκείνων που καλύπτονται σαφώς από την κυριολεκτική έννοια των ενδείξεων του τίτλου της κλάσης, που κάλυπτε αρχικά η πρόθεση του δικαιούχου. Το Γραφείο λαμβάνει κατάλληλα μέτρα για την ανάλογη τροποποίηση του μητρώου. Η δυνατότητα υποβολής δήλωσης σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου δεν θίγει την εφαρμογή του άρθρου 15, του άρθρου 42 παράγραφος 2, του άρθρου 51 παράγραφος 1 στοιχείο α) και του άρθρου 57 παράγραφος 2.

Σήματα της ΕΕ για τα οποία δεν έχει υποβληθεί δήλωση εντός του χρονικού διαστήματος το οποίο αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο θεωρείται ότι επεκτείνονται, από τη λήξη της εν λόγω περιόδου, μόνο στα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που καλύπτονται από την κυριολεκτική έννοια των ενδείξεων οι οποίες περιλαμβάνονται στον τίτλο της σχετικής κλάσης.

9.   Οσάκις το μητρώο τροποποιείται, τα αποκλειστικά δικαιώματα που παρέχει το σήμα της ΕΕ δυνάμει του άρθρου 9 δεν απαγορεύουν σε τρίτο να εξακολουθεί να χρησιμοποιεί ένα εμπορικό σήμα σε σχέση με αγαθά ή υπηρεσίες όταν και στον βαθμό που η χρήση του σήματος για τα συγκεκριμένα προϊόντα ή υπηρεσίες:

α)

άρχισε πριν από την τροποποίηση του μητρώου· και

β)

δεν παραβίαζε τα δικαιώματα του δικαιούχου με βάση την κυριολεκτική έννοια του προσδιορισμού των αγαθών και υπηρεσιών στο μητρώο εκείνη τη χρονική στιγμή.

Επιπλέον, η τροποποίηση του καταλόγου των προϊόντων ή υπηρεσιών που καταχωρίζονται στο μητρώο δεν παρέχει στον δικαιούχο του σήματος της ΕΕ το δικαίωμα να υποβάλει αίτηση ανακοπής ή αίτηση κήρυξης της ακυρότητας μεταγενέστερου σήματος όταν και στον βαθμό που:

α)

το μεταγενέστερο σήμα ήταν σε χρήση ή είχε υποβληθεί αίτηση καταχώρισης του σήματος για προϊόντα ή υπηρεσίες πριν από την τροποποίηση του μητρώου· και

β)

η χρήση του σήματος σε σχέση με τα εν λόγω προϊόντα ή υπηρεσίες δεν παραβίαζε ή δεν θα μπορούσε να παραβιάζει τα δικαιώματα του δικαιούχου με βάση την κυριολεκτική έννοια του προσδιορισμού των αγαθών και υπηρεσιών στο μητρώο εκείνη τη χρονική στιγμή.».

29)

Το άρθρο 29 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 5 προστίθενται οι ακόλουθες περίοδοι:

«Ο εκτελεστικός διευθυντής ζητεί, όπου είναι αναγκαίο, από την Επιτροπή να εξετάσει τη δυνατότητα να διερευνήσει κατά πόσον ένα κράτος, κατά την έννοια της πρώτης περιόδου, παρέχει αυτή την αμοιβαία μεταχείριση. Αν η Επιτροπή διαπιστώσει ότι παρέχεται αμοιβαία μεταχείριση σύμφωνα με την πρώτη περίοδο, δημοσιεύει σχετική ανακοίνωση στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.».

β)

Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«6.   Η παράγραφος 5 ισχύει από την ημερομηνία δημοσίευσης, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της ανακοίνωσης με την οποία διαπιστώνεται ότι παρέχεται αμοιβαία μεταχείριση, εκτός εάν η ανακοίνωση ορίζει άλλη, προγενέστερη, ημερομηνία για την έναρξη εφαρμογής. Παύει να ισχύει από την ημερομηνία δημοσίευσης, στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ανακοίνωσης της Επιτροπής με την οποία διαπιστώνεται ότι δεν παρέχεται πλέον αμοιβαία μεταχείριση, εκτός εάν η ανακοίνωση ορίζει άλλη, προγενέστερη, ημερομηνία για την έναρξη εφαρμογής της.

7.   Οι ανακοινώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους 5 και 6 δημοσιεύονται και στην Επίσημη Εφημερίδα του Γραφείου.».

30)

Το άρθρο 30 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 30

Διεκδίκηση προτεραιότητας

1.   Η αίτηση για διεκδίκηση προτεραιότητας κατατίθεται μαζί με την αίτηση σήματος της ΕΕ και περιλαμβάνει την ημερομηνία, τον αριθμό και τη χώρα της προγενέστερης αίτησης. Τα δικαιολογητικά έγγραφα στα οποία στηρίζεται η διεκδίκηση προτεραιότητας κατατίθενται εντός τριμήνου από την ημερομηνία κατάθεσης.

2.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες καθορίζουν το είδος των εγγράφων που πρέπει να υποβάλλονται για τη διεκδίκηση της προτεραιότητας προγενέστερης αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.

3.   Ο εκτελεστικός διευθυντής μπορεί να ορίσει ότι οι πρόσθετες πληροφορίες και τα έγγραφα τεκμηρίωσης που πρέπει να υποβληθούν από τον καταθέτη προς επίρρωση της διεκδίκησης προτεραιότητας μπορεί να είναι λιγότερα από τα απαιτούμενα βάσει των κανόνων που θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 2, υπό τον όρο ότι οι απαιτούμενες πληροφορίες είναι διαθέσιμες στο Γραφείο από άλλες πηγές.».

31)

Το άρθρο 33 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, προστίθεται η ακόλουθη πρόταση:

«Η αίτηση για διεκδίκηση προτεραιότητας κατατίθεται μαζί με την αίτηση σήματος της ΕΕ.».

β)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Ο καταθέτης που επιθυμεί να διεκδικήσει προτεραιότητα σύμφωνα με την παράγραφο 1 υποβάλλει αποδεικτικά στοιχεία της παρουσίασης των προϊόντων ή των υπηρεσιών υπό το σήμα για το οποίο έχει κατατεθεί αίτηση εντός τριμήνου από την ημερομηνία κατάθεσης.».

γ)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«4.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες προσδιορίζουν το είδος και τις λεπτομέρειες των αποδεικτικών στοιχείων που πρέπει να υποβάλλονται για τη διεκδίκηση προτεραιότητας σε έκθεση σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.».

32)

Το άρθρο 34 τροποποιείται ως εξής:

α)

Παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.   Η αίτηση για διεκδίκηση αρχαιότητας κατατίθεται είτε μαζί με την αίτηση σήματος της ΕΕ είτε εντός διμήνου από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης, και περιλαμβάνει το ή τα κράτη μέλη στα οποία ή ως προς τα οποία έχει καταχωρισθεί το σήμα, τον αριθμό και την ημερομηνία κατάθεσης της καταχώρισης και τα προϊόντα και τις υπηρεσίες για τα οποία έχει καταχωρισθεί το σήμα. Σε περίπτωση που στην αίτηση ζητείται η αρχαιότητα ενός ή περισσότερων καταχωρισθέντων προγενέστερων σημάτων, τα έγγραφα προς στήριξη της αίτησης αρχαιότητας κατατίθενται εντός τριμήνου από την ημερομηνία κατάθεσης. Όταν ο καταθέτης διεκδικεί την αρχαιότητα μετά την κατάθεση της αίτησης, τα έγγραφα προς στήριξη της αίτησης αρχαιότητας υποβάλλονται στο Γραφείο εντός τριμήνου από την παραλαβή της αίτησης αρχαιότητας.».

β)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η διεκδικούμενη για το σήμα της ΕΕ αρχαιότητα αποσβέννυται όταν το προγενέστερο σήμα, του οποίου διεκδικείται η αρχαιότητα, κηρύσσεται άκυρο ή ο δικαιούχος του κηρύσσεται έκπτωτος των δικαιωμάτων του. Εάν ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος κηρυχθεί έκπτωτος των δικαιωμάτων του, η αρχαιότητα αποσβέννυται με την προϋπόθεση ότι η έκπτωση από τα δικαιώματα παράγει αποτελέσματα πριν από την ημερομηνία κατάθεσης ή πριν από την ημερομηνία προτεραιότητας του σήματος της ΕΕ.».

γ)

Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«4.   Το Γραφείο ενημερώνει το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ ή την κεντρική υπηρεσία βιομηχανικής ιδιοκτησίας του οικείου κράτους μέλους ότι έγινε διεκδίκηση της αρχαιότητας.

5.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον προσδιορισμό του είδους των εγγράφων που απαιτούνται, σύμφωνα με την παράγραφο 1α του παρόντος άρθρου, για τη διεκδίκηση της αρχαιότητας εθνικού σήματος ή σήματος καταχωρισμένου βάσει διεθνούς συμφωνίας με ισχύ σε κράτος μέλος. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.

6.   Ο εκτελεστικός διευθυντής μπορεί να αποφασίσει ότι τα έγγραφα που πρέπει να προσκομίσει ο καταθέτης προς στήριξη της αίτησης αρχαιότητας μπορεί να είναι λιγότερα από τα απαιτούμενα βάσει των κανόνων που θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 5, εφόσον οι απαιτούμενες πληροφορίες μπορούν να διατεθούν στο Γραφείο από άλλες πηγές.».

33)

Το άρθρο 35 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η αίτηση για διεκδίκηση αρχαιότητας που κατατίθεται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου περιλαμβάνει τον αριθμό καταχώρισης του σήματος της ΕΕ, το όνομα και τη διεύθυνση του δικαιούχου, το ή τα κράτη μέλη στα οποία ή ως προς τα οποία έχει καταχωρισθεί το προγενέστερο σήμα, τον αριθμό και την ημερομηνία κατάθεσης της καταχώρισης και τα προϊόντα και τις υπηρεσίες για τα οποία έχει καταχωρισθεί το σήμα και εκείνα για τα οποία διεκδικείται αρχαιότητα, και τα έγγραφα που προβλέπονται στους θεσπιζόμενους βάσει του άρθρου 34 παράγραφος 5 κανόνες.».

β)

Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«3.   Αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για τη διεκδίκηση της αρχαιότητας, το Γραφείο ενημερώνει τον δικαιούχο του σήματος της ΕΕ σχετικά με τις διαπιστωθείσες ελλείψεις. Αν αυτές δεν θεραπευθούν εντός προθεσμίας που τάσσει το Γραφείο, η αίτηση απορρίπτεται.

4.   Εφαρμόζεται το άρθρο 34 παράγραφοι 2, 3, 4 και 6.».

34)

Το άρθρο 36 τροποποιείται ως εξής:

α)

Το στοιχείο β) της παραγράφου 1 αντικαθίσταται ως εξής:

«β)

αν η αίτηση σήματος της ΕΕ πληροί τους όρους και τις απαιτήσεις του άρθρου 26 παράγραφος 3».

β)

Στην παράγραφο 2, οι λέξεις «μέσα στις ταχθείσες προθεσμίες» αντικαθίσταται από τις λέξεις«εντός διμήνου από την παραλαβή της κοινοποίησης»·

γ)

Στην παράγραφο 5 προστίθενται οι ακόλουθες περίοδοι:

«Ελλείψει άλλων κριτηρίων για τον προσδιορισμό των κλάσεων που καλύπτονται, το Γραφείο λαμβάνει υπόψη του τις κλάσεις κατά σειρά ταξινόμησης. Η αίτηση θεωρείται ότι απεσύρθη ως προς τις κλάσεις για τις οποίες δεν έχουν καταβληθεί τα σχετικά τέλη ή δεν έχουν καταβληθεί εξ ολοκλήρου.».

δ)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«8.   Αν οι προβλεπόμενες στα στοιχεία β) και γ) της παραγράφου 1 απαιτήσεις δεν πληρούνται όσον αφορά μέρος μόνο των προϊόντων ή των υπηρεσιών, η αίτηση απορρίπτεται από το Γραφείο ή επέρχεται απώλεια του δικαιώματος προτεραιότητας ή αρχαιότητας μόνον ως προς τα εν λόγω προϊόντα και τις υπηρεσίες.».

35)

Το άρθρο 37 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 2 διαγράφεται.

β)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η αίτηση δεν απορρίπτεται προτού δοθεί στον καταθέτη η δυνατότητα να την αποσύρει, να την τροποποιήσει ή να υποβάλει τις παρατηρήσεις του. Για τον σκοπό αυτό, το Γραφείο κοινοποιεί στον καταθέτη τους λόγους άρνησης της καταχώρισης και τάσσει προθεσμία εντός της οποίας ο καταθέτης δικαιούται να αποσύρει ή να τροποποιήσει την αίτηση ή να υποβάλει παρατηρήσεις. Αν ο καταθέτης δεν αντικρούσει επιτυχώς τους λόγους που εμποδίζουν την καταχώριση της αίτησης, το Γραφείο απορρίπτει την καταχώριση εν όλω ή εν μέρει.».

36)

Το άρθρο 38 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 38

Έκθεση έρευνας

1.   Το Γραφείο, κατ' αίτηση που υποβάλλει ο καταθέτης του σήματος της ΕΕ όταν καταθέτει την αίτηση, εκπονεί έκθεση έρευνας σημάτων της ΕΕ (“έκθεση έρευνας της ΕΕ”), στην οποία αναφέρονται τα ευρεθέντα προγενέστερα σήματα της ΕΕ ή οι ευρεθείσες προγενέστερες αιτήσεις σήματος της ΕΕ που θα μπορούσαν να αντιταχθούν, σύμφωνα με το άρθρο 8, κατά της καταχώρισης του κατατεθειμένου σήματος της ΕΕ.

2.   Εάν, κατά την κατάθεση αίτησης σήματος της ΕΕ, ο καταθέτης ζητήσει έκθεση έρευνας από τις κεντρικές υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών, και εφόσον το σχετικό τέλος έρευνας έχει καταβληθεί εντός της προθεσμίας που προβλέπεται για την καταβολή του τέλους κατάθεσης, το Γραφείο διαβιβάζει αμελλητί αντίγραφο της αίτησης σήματος της ΕΕ στην κεντρική υπηρεσία βιομηχανικής ιδιοκτησίας όλων των κρατών μελών τα οποία έχουν ανακοινώσει στο Γραφείο την απόφασή τους να πραγματοποιούν έρευνα στα δικά τους μητρώα σημάτων σε σχέση με τις αιτήσεις σημάτων της ΕΕ.

3.   Καθεμία από τις κεντρικές υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου κοινοποιούν έκθεση έρευνας στην οποία είτε αναφέρονται τα τυχόν προγενέστερα εθνικά σήματα, οι προγενέστερες αιτήσεις εθνικών σημάτων ή τα σήματα που έχουν καταχωρισθεί δυνάμει διεθνών συμφωνιών, οι οποίες ισχύουν στο ή στα οικεία κράτη μέλη η ύπαρξη των οποίων διαπιστώθηκε και τα οποία θα μπορούσαν να αντιταχθούν, σύμφωνα με το άρθρο 8, στην καταχώριση του κατατεθειμένου σήματος της ΕΕ, είτε διαπιστώνεται ότι από την έρευνα δεν προέκυψε καμία ένδειξη τέτοιων δικαιωμάτων.

4.   Το Γραφείο, αφού απευθυνθεί στο Διοικητικό Συμβούλιο του άρθρου 124 (“Διοικητικό Συμβούλιο”), ορίζει το περιεχόμενο και τη λεπτομερή διαδικασία εκπόνησης των εκθέσεων.

5.   Το Γραφείο καταβάλλει ορισμένο ποσό σε κάθε κεντρική υπηρεσία βιομηχανικής ιδιοκτησίας για κάθε έκθεση έρευνας που εκπονείται από την εν λόγω υπηρεσία δυνάμει της παραγράφου 3. Το ποσό αυτό, που είναι το ίδιο για όλες τις κεντρικές υπηρεσίες, ορίζεται από την επιτροπή προϋπολογισμού, με απόφαση λαμβανόμενη με πλειοψηφία τριών τετάρτων από τους αντιπροσώπους των κρατών μελών.

6.   Το Γραφείο διαβιβάζει στον καταθέτη της αίτησης σήματος της ΕΕ τη ζητηθείσα έκθεση έρευνας της ΕΕ που αφορά τα σήματα της ΕΕ και τυχόν άλλη ζητηθείσα εθνική έκθεση έρευνας την οποία έλαβε.

7.   Όταν δημοσιευθεί η αίτηση σήματος της ΕΕ, το Γραφείο ενημερώνει σχετικά τους δικαιούχους προγενέστερων σημάτων της ΕΕ ή τους καταθέτες προγενέστερων αιτήσεων σημάτων της ΕΕ που αναφέρονται στη σχετική έκθεση έρευνας της ΕΕ. Το ανωτέρω ισχύει ασχέτως αν ο καταθέτης έχει ζητήσει να λάβει την εν λόγω έκθεση έρευνας της ΕΕ, εκτός αν ο δικαιούχος προγενέστερου καταχωρισμένου σήματος ή ο καταθέτης προγενέστερης αίτησης ζητήσει να μη λάβει την κοινοποίηση.».

37)

Το άρθρο 39 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Εάν η αίτηση σήματος της ΕΕ πληροί τις προβλεπόμενες προϋποθέσεις, δημοσιεύεται για τους σκοπούς του άρθρου 41, εφόσον δεν έχει απορριφθεί βάσει του άρθρου 37. Η δημοσίευση της αίτησης δεν θίγει τις πληροφορίες που έχουν ήδη καταστεί διαθέσιμες στο κοινό με άλλον τρόπο, σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό ή με πράξεις εκδοθείσες δυνάμει αυτού.».

β)

Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«3.   Όταν η δημοσίευση της αίτησης περιέχει σφάλματα οφειλόμενα στο Γραφείο, το Γραφείο τα διορθώνει, αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήματος του καταθέτη και δημοσιεύει τη διόρθωση.

Οι κανόνες που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 43 παράγραφος 3 εφαρμόζονται κατ' αναλογία όταν ζητείται διόρθωση από τον καταθέτη.

4.   Εφαρμόζεται επίσης το άρθρο 41 παράγραφος 2 όταν η διόρθωση αφορά τον κατάλογο προϊόντων ή υπηρεσιών ή την αναπαράσταση του σήματος.

5.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες ορίζουν το λεπτομερές περιεχόμενο της δημοσίευσης της αίτησης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.».

38)

Το άρθρο 40 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 40

Παρατηρήσεις τρίτων

1.   Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, καθώς και κάθε ομάδα ή φορέας που εκπροσωπεί κατασκευαστές, παραγωγούς, παρόχους υπηρεσιών, εμπόρους ή καταναλωτές, μπορεί να υποβάλει στο Γραφείο γραπτές παρατηρήσεις, εξηγώντας για ποιους λόγους θα πρέπει να απορριφθεί αυτεπαγγέλτως η καταχώριση του σήματος, σύμφωνα με τα άρθρα 5 και 7.

Τα πρόσωπα και οι ομάδες ή φορείς που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο δεν αποτελούν μέρη της ενώπιον του Γραφείου διαδικασίας.

2.   Οι παρατηρήσεις τρίτων υποβάλλονται πριν από τη λήξη της προθεσμίας ανακοπής ή, αν έχει κατατεθεί αίτηση ανακοπής κατά του σήματος, πριν από την έκδοση της τελικής απόφασης.

3.   Η υποβολή παρατηρήσεων σύμφωνα με την παράγραφο 1 δεν θίγει το δικαίωμα του Γραφείου να αρχίσει, κατά περίπτωση, την εκ νέου εξέταση των απόλυτων λόγων με ιδία πρωτοβουλία οποτεδήποτε πριν από την καταχώριση.

4.   Οι παρατηρήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 κοινοποιούνται στον καταθέτη, ο οποίος έχει δικαίωμα να τις σχολιάσει.».

39)

Το άρθρο 41 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1 προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«δ)

από πρόσωπα που δικαιούνται σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία ή το εθνικό δίκαιο να ασκούν τα δικαιώματα που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 4α.».

β)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η ανακοπή είναι γραπτή και αιτιολογημένη. Θεωρείται δεόντως ασκηθείσα μόνο μετά την καταβολή του τέλους ανακοπής.».

γ)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«4.   Εντός προθεσμίας που τάσσει το Γραφείο, ο ανακόπτων δύναται να επικαλεστεί πραγματικά περιστατικά, να προσκομίσει αποδείξεις και να διατυπώσει επιχειρήματα προς υποστήριξη της υποθέσεώς του.».

40)

Στο άρθρο 42, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Μετά από αίτηση του καταθέτη, ο ανακόπτων δικαιούχος προγενέστερου σήματος της ΕΕ οφείλει να αποδείξει ότι, κατά τη διάρκεια των πέντε ετών που προηγήθηκαν της ημερομηνίας κατάθεσης ή της ημερομηνίας προτεραιότητας της αίτησης σήματος της ΕΕ, είχε γίνει ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος της ΕΕ στην Ένωση για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία καταχωρίσθηκε και τα οποία επικαλείται προς αιτιολόγηση της ανακοπής ή ότι υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση, εφόσον, κατά την ημερομηνία αυτή, το προγενέστερο σήμα της ΕΕ ήταν από πενταετίας τουλάχιστον καταχωρισμένο. Αν δεν αποδειχθούν τα ανωτέρω, η ανακοπή απορρίπτεται. Αν το προγενέστερο σήμα της ΕΕ χρησιμοποιήθηκε για μέρος μόνο των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία καταχωρίσθηκε, τότε, για τους σκοπούς της εξέτασης της ανακοπής, θεωρείται καταχωρισμένο μόνο για το μέρος αυτό των προϊόντων ή υπηρεσιών.».

41)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 42α

Εξουσιοδότηση

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 163α, που ορίζουν λεπτομερώς τη διαδικασία άσκησης και εξέτασης της ανακοπής που προβλέπεται στα άρθρα 41 και 42.».

42)

Στο άρθρο 43, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 163α, που καθορίζουν τις λεπτομέρειες της διαδικασίας τροποποίησης της αίτησης.».

43)

Το άρθρο 44 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 2, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

πριν χορηγηθεί από το Γραφείο η ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης που αναφέρεται στο άρθρο 27 και κατά τη διάρκεια της προθεσμίας ανακοπής που προβλέπεται στο άρθρο 41 παράγραφος 1.».

β)

Η παράγραφος 3 διαγράφεται.

γ)

Παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«4α.   Εφόσον το Γραφείο κρίνει ότι δεν πληρούνται οι απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 και στους κανόνες που θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 9 στοιχείο α), καλεί τον καταθέτη να διορθώσει τις ελλείψεις και τάσσει σχετική προθεσμία. Αν οι ελλείψεις δεν θεραπευθούν εμπρόθεσμα, το Γραφείο απορρίπτει τη δήλωση διαίρεσης.».

δ)

Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«8.   Όταν η δήλωση διαίρεσης αφορά αίτηση η οποία έχει ήδη δημοσιευθεί σύμφωνα με το άρθρο 39, η διαίρεση δημοσιεύεται. Η τμηματική αίτηση δημοσιεύεται. Η δημοσίευση δεν ανοίγει νέα περίοδο για κατάθεση ανακοπών.

9.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες ορίζουν:

α)

το λεπτομερές περιεχόμενο της δήλωσης διαίρεσης της αίτησης που υποβάλλεται σύμφωνα με την παράγραφο 1·

β)

τη διαδικασία διεκπεραίωσης της δήλωσης διαίρεσης της αίτησης, εξασφαλίζοντας τη δημιουργία χωριστού φακέλου και τη χορήγηση νέου αριθμού αίτησης για την τμηματική αίτηση·

γ)

το λεπτομερές περιεχόμενο της δημοσίευσης της τμηματικής αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο 8.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.».

44)

Το άρθρο 45 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 45

Καταχώριση

1.   Αν η αίτηση πληροί τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό και δεν έχει ασκηθεί ανακοπή εντός της προβλεπόμενης στο άρθρο 41 παράγραφος 1 προθεσμίας ή αν η τυχόν ασκηθείσα ανακοπή έχει αποσυρθεί, απορριφθεί ή κριθεί τελεσιδίκως με άλλον τρόπο, το σήμα και τα στοιχεία που αναφέρονται στο άρθρο 87 παράγραφος 2 καταγράφονται στο μητρώο. Η καταχώριση δημοσιεύεται.

2.   Το Γραφείο εκδίδει πιστοποιητικό καταχώρισης. Το πιστοποιητικό μπορεί να εκδοθεί με ηλεκτρονικά μέσα. Το Γραφείο παρέχει επικυρωμένα ή μη επικυρωμένα αντίγραφα του πιστοποιητικού με την καταβολή του σχετικού τέλους, όταν τα εν λόγω αντίγραφα δεν εκδίδονται με ηλεκτρονικά μέσα.

3.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες ορίζουν το λεπτομερές περιεχόμενο και τη μορφή του πιστοποιητικού καταχώρισης που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.».

45)

Το άρθρο 47 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 47

Ανανέωση

1.   Η καταχώριση του σήματος της ΕΕ ανανεώνεται κατ' αίτηση του δικαιούχου του σήματος της ΕΕ ή κάθε προσώπου ρητά εξουσιοδοτημένου από αυτόν, εφόσον έχουν καταβληθεί τα τέλη.

2.   Τα Γραφείο ενημερώνει τον δικαιούχο του σήματος της ΕΕ και κάθε δικαιούχο εγγεγραμμένο επ' αυτού δικαιώματος για τη λήξη ισχύος της καταχώρισης, τουλάχιστον έξι μήνες πριν από την επέλευσή της. Το Γραφείο δεν ευθύνεται σε περίπτωση μη ενημέρωσης και το γεγονός αυτό δεν επηρεάζει τη λήξη ισχύος της καταχώρισης.

3.   Η αίτηση ανανέωσης υποβάλλεται εντός εξαμήνου πριν από τη λήξη ισχύος της καταχώρισης. Το βασικό τέλος ανανέωσης και, κατά περίπτωση, ένα ή περισσότερα τέλη ανά κλάση για κάθε κλάση προϊόντων ή υπηρεσιών πέραν της πρώτης πρέπει επίσης να καταβάλλονται εντός αυτής της περιόδου. Ελλείψει τούτου, η υποβολή της αίτησης και η καταβολή των τελών μπορούν να γίνουν εντός περαιτέρω εξάμηνης περιόδου μετά από τη λήξη ισχύος της καταχώρισης, εφόσον μέσα στην ίδια περίοδο καταβληθεί πρόσθετο τέλος λόγω καθυστερημένης καταβολής του τέλους ανανέωσης ή καθυστερημένης υποβολής της αίτησης ανανέωσης.

4.   Η αίτηση ανανέωσης περιλαμβάνει:

α)

το όνομα του προσώπου που ζητά την ανανέωση·

β)

τον αριθμό καταχώρισης του σήματος της ΕΕ προς ανανέωση·

γ)

εάν η ανανέωση ζητείται για μέρος μόνον των προϊόντων και υπηρεσιών που έχουν καταχωρισθεί, μνεία των κλάσεων ή των προϊόντων και υπηρεσιών ως προς τα οποία ζητείται ανανέωση ή των εν λόγω κλάσεων ή των εν λόγω προϊόντων και υπηρεσιών ως προς τα οποία δεν ζητείται ανανέωση, ανά ομάδες κατά την Ταξινόμηση της Νίκαιας· κάθε δε ομάδας προηγείται ο αριθμός της κλάσης της εν λόγω ταξινόμησης στην οποία ανήκει αυτή η ομάδα προϊόντων ή υπηρεσιών και κάθε ομάδα παρατίθεται με τη σειρά των κλάσεων αυτής της ταξινόμησης.

Εφόσον έχουν καταβληθεί τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 3 τέλη, λογίζεται ως αίτηση ανανέωσης υπό την προϋπόθεση ότι περιέχει όλες τις απαραίτητες ενδείξεις για να διαπιστωθεί ο σκοπός της πληρωμής.

5.   Αν η αίτηση δεν υποβληθεί ή τα τέλη δεν καταβληθούν παρά για μέρος μόνο των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία έχει καταχωρισθεί το σήμα της ΕΕ, η καταχώριση ανανεώνεται μόνο για τα συγκεκριμένα προϊόντα ή υπηρεσίες. Όταν τα καταβληθέντα τέλη δεν επαρκούν για να καλύψουν όλες τις κλάσεις προϊόντων και υπηρεσιών ως προς τα οποία ζητείται ανανέωση, η ισχύς της καταχώρισης ανανεώνεται εφόσον προσδιορίζονται με σαφήνεια η κλάση ή οι κλάσεις που πρέπει να καλυφθούν. Ελλείψει άλλων κριτηρίων, το Γραφείο λαμβάνει υπόψη του τις κλάσεις με τη σειρά ταξινόμησης.

6.   Η ανανέωση ισχύει από την επομένη της ημερομηνίας λήξης ισχύος της καταχώρισης και εγγράφεται.

7.   Αν η αίτηση ανανέωσης έχει υποβληθεί εντός των προθεσμιών που προβλέπονται στην παράγραφο 3 αλλά οι λοιπές προϋποθέσεις του παρόντος άρθρου όσον αφορά την ανανέωση δεν πληρούνται, το Γραφείο ενημερώνει τον καταθέτη για τις διαπιστωθείσες ελλείψεις.

8.   Αν δεν κατατεθεί αίτηση ανανέωσης ή η αίτηση κατατεθεί μετά τη λήξη της προβλεπόμενης στην παράγραφο 3 προθεσμίας ή αν τα τέλη δεν έχουν καταβληθεί ή έχουν καταβληθεί εκπρόθεσμα ή αν δεν έχουν διορθωθεί εμπρόθεσμα οι διαπιστωθείσες παρατυπίες που αναφέρονται στην παράγραφο 7, το Γραφείο διαπιστώνει τη λήξη της ισχύος της καταχώρισης και ενημερώνει σχετικά τον δικαιούχο του σήματος της ΕΕ αναλόγως. Αφού γίνει οριστική η διαπίστωση, το Γραφείο διαγράφει το σήμα από το μητρώο. Η διαγραφή παράγει αποτελέσματα από την επομένη της ημερομηνίας λήξης της ισχύουσας καταχώρισης. Αν καταβληθούν τα τέλη ανανέωσης αλλά δεν ανανεωθεί η καταχώριση, τα τέλη επιστρέφονται.

9.   Επιτρέπεται η κατάθεση μιας μόνον αίτησης ανανέωσης για δύο ή περισσότερα σήματα με καταβολή των οφειλόμενων τελών για κάθε σήμα, εφόσον κάθε περίπτωση αφορά τους ίδιους δικαιούχους ή αντιπροσώπους.».

46)

Το άρθρο 48 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η αίτηση τροποποίησης περιλαμβάνει το προς τροποποίηση στοιχείο του σήματος και το εν λόγω στοιχείο στην τροποποιημένη του μορφή.

Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες ορίζουν το λεπτομερές περιεχόμενο της αίτησης τροποποίησης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.».

β)

Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«4.   Η αίτηση θεωρείται ότι δεν έχει κατατεθεί εφόσον δεν έχει καταβληθεί το απαιτούμενο τέλος. Αν το τέλος δεν έχει καταβληθεί ή δεν έχει καταβληθεί εξ ολοκλήρου, το Γραφείο ενημερώνει σχετικά τον καταθέτη. Για την τροποποίηση του ίδιου στοιχείου σε δύο ή περισσότερες καταχωρίσεις του αυτού δικαιούχου αρκεί η υποβολή μιας μόνον αίτησης. Το απαιτούμενο τέλος καταβάλλεται για κάθε καταχώριση που χρήζει τροποποίησης. Αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την τροποποίηση της καταχώρισης, το Γραφείο ανακοινώνει τις ελλείψεις στον καταθέτη. Αν οι ελλείψεις δεν θεραπευθούν εντός προθεσμίας που τάσσει το Γραφείο, η αίτηση απορρίπτεται.

5.   Η δημοσίευση της καταχώρισης της τροποποίησης πρέπει να περιέχει παράσταση του τροποποιημένου σήματος της ΕΕ. Οι τρίτοι, τα δικαιώματα των οποίων είναι δυνατό να θιγούν από την τροποποίηση, μπορούν να αμφισβητήσουν την καταχώρισή της εντός προθεσμίας τριών μηνών από τη δημοσίευση. Η δημοσίευση της καταχώρισης της τροποποίησης διέπεται από τα άρθρα 41 και 42 και τους δυνάμει του άρθρου 42α θεσπιζόμενους κανόνες.».

47)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 48α

Αλλαγή του ονόματος ή της διεύθυνσης

1.   Τυχόν αλλαγή του ονόματος ή της διεύθυνσης του δικαιούχου σήματος της ΕΕ που δεν αποτελεί τροποποίηση του σήματος της ΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 48 παράγραφος 2 και δεν είναι αποτέλεσμα ολικής ή μερικής μεταβίβασης του σήματος της ΕΕ, καταγράφεται στο μητρώο κατόπιν αιτήματος του δικαιούχου.

Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες ορίζουν το λεπτομερές περιεχόμενο της αίτησης για αλλαγή ονόματος ή διεύθυνσης σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.

2.   Επιτρέπεται η κατάθεση μιας μόνον αίτησης για την αλλαγή του ονόματος ή της διεύθυνσης όσον αφορά δύο ή περισσότερες καταχωρίσεις του ίδιου δικαιούχου.

3.   Αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις για την καταγραφή μιας αλλαγής, το Γραφείο ενημερώνει τον δικαιούχο του σήματος της ΕΕ σχετικά με τη διαπιστωθείσα έλλειψη. Αν η έλλειψη δεν θεραπευθεί εντός προθεσμίας που ορίζεται από το Γραφείο, η αίτηση απορρίπτεται.

4.   Οι παράγραφοι 1 έως 3 εφαρμόζονται επίσης στην αλλαγή του ονόματος ή της διεύθυνσης του εγγεγραμμένου αντιπροσώπου.

5.   Οι παράγραφοι 1 έως 4 εφαρμόζονται στις αιτήσεις σημάτων της ΕΕ. Η αλλαγή εγγράφεται στον φάκελο που τηρεί το Γραφείο σχετικά με την αίτηση σήματος της ΕΕ.».

48)

Το άρθρο 49 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Αν δεν πληρούνται οι απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 και σύμφωνα με τις εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 8 ή ο κατάλογος προϊόντων και υπηρεσιών που θα περιληφθούν στην τμηματική καταχώριση συμπίπτει εν μέρει με τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που παραμένουν στην αρχική καταχώριση, το Γραφείο καλεί τον δικαιούχο του σήματος της ΕΕ να θεραπεύσει τις ελλείψεις εντός προθεσμίας την οποία ορίζει. Αν οι ελλείψεις δεν θεραπευθούν εμπρόθεσμα, το Γραφείο απορρίπτει τη δήλωση διαίρεσης.».

β)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«8.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες ορίζουν:

α)

το λεπτομερές περιεχόμενο της δήλωσης διαίρεσης της καταχώρισης σύμφωνα με την παράγραφο 1·

β)

τη διαδικασία διεκπεραίωσης της δήλωσης για τη διαίρεση της καταχώρισης, εξασφαλίζοντας τη δημιουργία χωριστού φακέλου και τη χορήγηση νέου αριθμού καταχώρισης για την τμηματική καταχώριση.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.».

49)

Το άρθρο 50 τροποποιείται ως εξής:

α)

Οι παράγραφοι 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η παραίτηση δηλώνεται γραπτώς στο Γραφείο από τον δικαιούχο του σήματος. Παράγει αποτελέσματα μόνο μετά την εγγραφή της στο μητρώο. Η ισχύς της παραίτησης από σήμα της ΕΕ η οποία δηλώνεται στο Γραφείο μετά την υποβολή αίτησης περί έκπτωσης του δικαιούχου του εν λόγω σήματος σύμφωνα με το άρθρο 56 παράγραφος 1 εξαρτάται από την οριστική απόρριψη ή την απόσυρση της αίτησης έκπτωσης.

3.   Η παραίτηση εγγράφεται μόνον εφόσον συναινεί ο δικαιούχος δικαιώματος που συνδέεται με το σήμα της ΕΕ και έχει εγγραφεί στο μητρώο. Αν έχει καταχωρισθεί άδεια χρήσης του σήματος, η παραίτηση εγγράφεται στο μητρώο μόνον εάν ο δικαιούχος του σήματος της ΕΕ αποδείξει ότι έχει γνωστοποιήσει στον δικαιοδόχο την πρόθεσή του να παραιτηθεί. Η εγγραφή της παραίτησης πραγματοποιείται μετά την παρέλευση τριμήνου από την ημερομηνία κατά την οποία ο δικαιούχος προσκομίσει επαρκείς αποδείξεις στο Γραφείο ότι έχει ενημερώσει τον δικαιοδόχο σχετικά με την πρόθεσή του να παραιτηθεί, ή πριν από την παρέλευση της εν λόγω περιόδου, μόλις αποδείξει ότι ο δικαιοδόχος έχει δώσει τη συγκατάθεσή του.».

β)

Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«4.   Αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που διέπουν την παραίτηση, το Γραφείο ενημερώνει τον διασαφιστή για τις ελλείψεις. Αν οι ελλείψεις δεν θεραπευθούν εντός της ταχθείσας από το Γραφείο προθεσμίας, το Γραφείο δεν πραγματοποιεί την εγγραφή της παραίτησης στη μητρώο.

5.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες ορίζουν το λεπτομερές περιεχόμενο της δήλωσης παραίτησης σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και το είδος των εγγράφων τεκμηρίωσης που απαιτούνται για την απόδειξη της συμφωνίας του τρίτου σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.».

50)

Στο άρθρο 53, η παράγραφος 1 τροποποιείται ως εξής:

α)

Προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«δ)

όταν υπάρχει προγενέστερη ονομασία προέλευσης ή γεωγραφική ένδειξη όπως αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 4α και πληρούνται οι προϋποθέσεις της εν λόγω παραγράφου.».

β)

Προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Όλες οι προϋποθέσεις που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο πρέπει να πληρούνται κατά την ημερομηνία κατάθεσης ή την ημερομηνία προτεραιότητας του σήματος της ΕΕ.».

51)

Στο άρθρο 54, οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Ο δικαιούχος σήματος της ΕΕ ο οποίος επί πέντε συνεχή έτη γνώριζε αλλά ανέχθηκε τη χρήση μεταγενέστερου σήματος της ΕΕ στην Ένωση, δεν δικαιούται πλέον να ζητήσει, βάσει του προγενέστερου σήματος, την ακυρότητα του μεταγενέστερου σήματος για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία αυτό χρησιμοποιήθηκε, εκτός αν ο καταθέτης ενήργησε κακόπιστα κατά την κατάθεση της αίτησης καταχώρισης του μεταγενέστερου σήματος της ΕΕ.

2.   Ο δικαιούχος προγενέστερου εθνικού σήματος αναφερόμενου στο άρθρο 8 παράγραφος 2 ή άλλου προγενέστερου σημείου αναφερόμενου στο άρθρο 8 παράγραφος 4 ο οποίος επί πέντε συνεχή έτη γνώριζε και ανέχθηκε τη χρήση μεταγενέστερου σήματος της ΕΕ στο κράτος μέλος όπου προστατεύεται το εν λόγω προγενέστερο σήμα ή άλλο σημείο δεν δικαιούται πλέον να ζητήσει, βάσει του προγενέστερου σήματος ή άλλου σημείου, την ακυρότητα του μεταγενέστερου σήματος για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία αυτό χρησιμοποιήθηκε, εκτός αν ο καταθέτης ενήργησε κακόπιστα κατά την κατάθεση της αίτησης καταχώρισης του μεταγενέστερου σήματος της ΕΕ.».

52)

Το άρθρο 56 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1 στοιχείο γ), η φράση «σύμφωνα με το δίκαιο του συγκεκριμένου κράτους μέλους» αντικαθίσταται από τη φράση «σύμφωνα με την ενωσιακή νομοθεσία ή το δίκαιο του συγκεκριμένου κράτους μέλους».

β)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η αίτηση έκπτωσης ή κήρυξης της ακυρότητας είναι απαράδεκτη αν αίτηση μεταξύ των αυτών διαδίκων με το αυτό αντικείμενο και την αυτή αιτία έχει κριθεί επί της ουσίας, είτε από το Γραφείο είτε από δικαστήριο σημάτων της ΕΕ όπως αναφέρεται στο άρθρο 95, και η απόφαση του Γραφείου ή του εν λόγω δικαστηρίου επί της συγκεκριμένης αίτησης έχει αποκτήσει ισχύ δεδικασμένου.».

53)

Στο άρθρο 57, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Μετά από αίτηση του δικαιούχου του σήματος της ΕΕ, ο δικαιούχος προγενέστερου σήματος της ΕΕ, διάδικος σε διαδικασία ακυρότητας, οφείλει να αποδείξει ότι, κατά τη διάρκεια της πενταετίας που προηγήθηκε της ημερομηνίας της αίτησης κήρυξης της ακυρότητας, είχε γίνει ουσιαστική χρήση του προγενέστερου σήματος της ΕΕ στην Ένωση για τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες για τα οποία είχε καταχωρισθεί, και τα οποία ο δικαιούχος του εν λόγω προγενέστερου σήματος επικαλείται προς αιτιολόγηση της αίτησής του, ή ότι υπάρχει εύλογη αιτία για τη μη χρήση, εφόσον κατά την ημερομηνία αυτή το προγενέστερο σήμα της ΕΕ ήταν από πενταετίας τουλάχιστον καταχωρισμένο. Εάν κατά την ημερομηνία που κατατέθηκε η αίτηση σήματος της ΕΕ ή κατά την ημερομηνία προτεραιότητας της αίτησης σήματος της ΕΕ το προγενέστερο σήμα της ΕΕ ήταν από πενταετίας τουλάχιστον καταχωρισμένο, ο δικαιούχος του προγενέστερου σήματος της ΕΕ αποδεικνύει ότι επληρούντο επίσης, κατά την εν λόγω ημερομηνία, οι προϋποθέσεις του άρθρου 42 παράγραφος 2. Αν δεν αποδειχθούν τα ανωτέρω, η αίτηση κήρυξης της ακυρότητας απορρίπτεται. Αν το προγενέστερο σήμα της ΕΕ χρησιμοποιήθηκε για μέρος μόνο των προϊόντων ή υπηρεσιών για τα οποία καταχωρίσθηκε, τότε, για τους σκοπούς της εξέτασης της αίτησης κήρυξης της ακυρότητας, θεωρείται καταχωρισμένο γι' αυτό το μέρος των προϊόντων ή υπηρεσιών μόνον.».

54)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 57α

Εξουσιοδότηση

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 163α, για τον λεπτομερή ορισμό των προβλεπομένων στα άρθρα 56 και 57 διαδικασιών έκπτωσης και ακυρότητας σήματος της ΕΕ, καθώς και της προβλεπόμενης στο άρθρο 18 μεταβίβασης σήματος της ΕΕ το οποίο έχει καταχωρισθεί στο όνομα πληρεξουσίου.».

55)

Στο άρθρο 58, η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Μπορεί να ασκηθεί προσφυγή κατά των αποφάσεων οποιουδήποτε φορέα λήψης αποφάσεων του Γραφείου που αναφέρεται στο άρθρο 130 στοιχεία α) έως δ) και, κατά περίπτωση, στο στοιχείο στ) του εν λόγω άρθρου. Οι αποφάσεις αυτές τίθενται σε ισχύ μόνο από την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας άσκησης προσφυγής που προβλέπεται στο άρθρο 60. Η κατάθεση της προσφυγής έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα.».

56)

Το άρθρο 60 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 60

Προθεσμία και τύπος της προσφυγής

1.   Η προσφυγή ασκείται εγγράφως ενώπιον του Γραφείου εντός προθεσμίας δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης. Η προσφυγή θεωρείται ότι έχει ασκηθεί μόνο μετά την καταβολή του τέλους προσφυγής. Το δικόγραφο της προσφυγής κατατίθεται στη γλώσσα της διαδικασίας στο πλαίσιο της οποίας εκδόθηκε η προσβαλλόμενη απόφαση. Εντός προθεσμίας τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης της απόφασης κατατίθεται γραπτώς υπόμνημα στο οποίο εκτίθενται οι λόγοι της προσφυγής.

2.   Σε κατ' αντιμωλία διαδικασίες ο καθ' ου η προσφυγή μπορεί, στην αντίκρουσή του, να ζητήσει την έκδοση απόφασης για την ακύρωση ή την τροποποίηση της προσβαλλόμενης απόφασης επί σημείου που δεν εθίγη στην προσφυγή. Η υποβολή των ανωτέρω αιτημάτων παύει να παράγει αποτέλεσμα σε περίπτωση διακοπής της διαδικασίας από τον προσφεύγοντα.».

57)

Το άρθρο 62 διαγράφεται.

58)

Στο άρθρο 64, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Οι αποφάσεις του τμήματος προσφυγών αρχίζουν να ισχύουν μόνο από την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας που αναφέρεται στο άρθρο 65 παράγραφος 5 ή, αν έχει ασκηθεί προσφυγή ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου εντός της προθεσμίας αυτής, από την ημερομηνία απορρίψεώς της ή από την ημερομηνία απόρριψης τυχόν αναίρεσης που έχει ασκηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου κατά της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου.».

59)

Το άρθρο 65 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Επιτρέπεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου κατά αποφάσεων του τμήματος προσφυγών.».

β)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Το Γενικό Δικαστήριο είναι αρμόδιο για την ακύρωση ή την τροποποίηση της προσβαλλόμενης απόφασης.».

γ)

Οι παράγραφοι 5 και 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Η προσφυγή ασκείται ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου εντός προθεσμίας δύο μηνών από την κοινοποίηση της απόφασης του τμήματος προσφυγών.

6.   Το Γραφείο λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθεί με την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου ή, σε περίπτωση αναίρεσης κατά της αποφάσεως αυτής, του Δικαστηρίου.».

60)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 65α

Εξουσιοδότηση

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 163α, οι οποίες καθορίζουν:

α)

το τυπικό περιεχόμενο του δικογράφου της προσφυγής που αναφέρεται στο άρθρο 60 και τη διαδικασία για την κατάθεση και την εξέταση μιας προσφυγής·

β)

το τυπικό περιεχόμενο και τη μορφή των αποφάσεων του τμήματος προσφυγών που αναφέρονται στο άρθρο 64·

γ)

την επιστροφή του τέλους προσφυγής που αναφέρεται στο άρθρο 60.».

61)

Ο τίτλος VIII αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΣΥΛΛΟΓΙΚΑ ΣΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΑ ΣΗΜΑΤΑ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΣ ΕΕ».

62)

Παρεμβάλλεται η ακόλουθη επικεφαλίδα τμήματος πριν το άρθρο 66:

«ΤΜΗΜΑ 1

Συλλογικά σήματα της ΕΕ».

63)

Στο άρθρο 66, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Οι τίτλοι I έως VII και IX έως XIV εφαρμόζονται στα συλλογικά σήματα της ΕΕ εφόσον δεν προβλέπεται άλλως στο παρόν τμήμα.».

64)

Το άρθρο 67 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Ο καταθέτης συλλογικού σήματος της ΕΕ υποβάλλει κανονισμό χρήσης του σήματος εντός προθεσμίας δύο μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης.».

β)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες ορίζουν το λεπτομερές περιεχόμενο του κανονισμού που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.».

65)

Το άρθρο 69 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 69

Παρατηρήσεις τρίτων

Όταν υποβάλλονται στο Γραφείο γραπτές παρατηρήσεις επί συλλογικού σήματος της ΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 40, οι παρατηρήσεις αυτές μπορούν επίσης να βασίζονται στους ιδιαίτερους λόγους για τους οποίους θα πρέπει να απορρίπτεται η αίτηση συλλογικού σήματος της ΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 68.».

66)

Στο άρθρο 71, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Σύμφωνα με το άρθρο 69, μπορούν επίσης να υποβάλλονται γραπτές παρατηρήσεις όσον αφορά τον τροποποιημένο κανονισμό χρήσης.».

67)

Στον τίτλο VIII, προστίθεται το ακόλουθο τμήμα:

«ΤΜΗΜΑ 2

Σήματα πιστοποίησης της ΕΕ

Άρθρο 74α

Σήματα πιστοποίησης της ΕΕ

1.   Σήμα πιστοποίησης της ΕΕ είναι το σήμα της ΕΕ που προσδιορίζεται κατ' αυτόν τον τρόπο κατά την κατάθεση της αίτησης του σήματος και είναι ικανό να διακρίνει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που πιστοποιούνται από τον δικαιούχο του σήματος όσον αφορά το υλικό, τον τρόπο παρασκευής των προϊόντων ή παροχής των υπηρεσιών, την ποιότητα, την ακρίβεια ή άλλα χαρακτηριστικά, εξαιρέσει της γεωγραφικής προέλευσης, από προϊόντα και υπηρεσίες που δεν έχουν την ανωτέρω πιστοποίηση.

2.   Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών, αρχών και φορέων δημοσίου δικαίου, μπορεί να υποβάλει αίτηση για σήματα πιστοποίησης της ΕΕ υπό την προϋπόθεση ότι το εν λόγω πρόσωπο δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα που περιλαμβάνει την παροχή του είδους των προϊόντων ή υπηρεσιών που πιστοποιούνται.

3.   Οι τίτλοι I έως VII και IX έως XIV εφαρμόζονται στα σήματα πιστοποίησης της ΕΕ εφόσον δεν προβλέπεται άλλως στο παρόν τμήμα.

Άρθρο 74β

Κανονισμός χρήσης του σήματος πιστοποίησης της ΕΕ

1.   Ο καταθέτης σήματος πιστοποίησης της ΕΕ υποβάλλει κανονισμό χρήσης του σήματος πιστοποίησης εντός προθεσμίας δύο μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης.

2.   Ο κανονισμός χρήσης πρέπει να αναφέρει τα πρόσωπα που επιτρέπεται να χρησιμοποιούν το σήμα, τα χαρακτηριστικά που πρέπει να πιστοποιεί το σήμα, τον τρόπο με τον οποίο ο οργανισμός πιστοποίησης εξετάζει τα χαρακτηριστικά αυτά και εποπτεύει τη χρήση του σήματος. Ο εν λόγω κανονισμός αναφέρει επίσης τους όρους χρήσης του σήματος, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών κυρώσεων.

3.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες ορίζουν το λεπτομερές περιεχόμενο του κανονισμού που προβλέπεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.

Άρθρο 74γ

Απόρριψη της αίτησης

1.   Εκτός από τους λόγους απόρριψης αίτησης σήματος της ΕΕ που προβλέπονται στα άρθρα 36 και 37, η αίτηση σήματος πιστοποίησης της ΕΕ απορρίπτεται όταν δεν πληρούνται οι όροι των άρθρων 74α και 74β, ή όταν ο κανονισμός χρήσης αντιβαίνει στη δημόσια τάξη ή στα χρηστά ήθη.

2.   Η αίτηση σήματος πιστοποίησης της ΕΕ απορρίπτεται επίσης εάν υπάρχει κίνδυνος παραπλάνησης του κοινού όσον αφορά τον χαρακτήρα ή τη σημασία του σήματος, ιδίως εάν το σήμα μπορεί να εκληφθεί ως κάτι άλλο και όχι ως σήμα πιστοποίησης.

3.   Η αίτηση δεν απορρίπτεται αν ο καταθέτης, μετά από τροποποίηση του κανονισμού χρήσης, πληροί τις απαιτήσεις των παραγράφων 1 και 2.

Άρθρο 74δ

Παρατηρήσεις τρίτων

Όταν υποβάλλονται στο Γραφείο γραπτές παρατηρήσεις επί σήματος πιστοποίησης της ΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 40, οι παρατηρήσεις αυτές μπορούν επίσης να βασίζονται στους ιδιαίτερους λόγους για τους οποίους θα πρέπει να απορρίπτεται η αίτηση σήματος πιστοποίησης της ΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 74γ.

Άρθρο 74ε

Χρήση του σήματος πιστοποίησης της ΕΕ

Η χρήση σήματος πιστοποίησης της ΕΕ από οιοδήποτε πρόσωπο δικαιούται να το χρησιμοποιεί σύμφωνα με τον προβλεπόμενο στο άρθρο 74β κανονισμό χρήσης πρέπει να είναι σύμφωνη με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, εφόσον πληρούνται οι λοιποί όροι που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό όσον αφορά τη χρήση των σημάτων της ΕΕ.

Άρθρο 74στ

Τροποποίηση του κανονισμού χρήσης του σήματος

1.   Ο δικαιούχος σήματος πιστοποίησης της ΕΕ υποβάλλει στο Γραφείο κάθε τροποποιημένο κανονισμό χρήσης.

2.   Τροποποιήσεις δεν σημειώνονται στο μητρώο εάν ο κανονισμός χρήσης όπως έχει τροποποιηθεί δεν πληροί τις προϋποθέσεις του άρθρου 74β ή συντρέχει ένας από τους λόγους απαραδέκτου του άρθρου 74γ.

3.   Σύμφωνα με το άρθρο 74δ μπορούν επίσης να υποβάλλονται γραπτές παρατηρήσεις όσον αφορά τον τροποποιημένο κανονισμό χρήσης.

4.   Για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, οι τροποποιήσεις του κανονισμού χρήσης αρχίζουν να ισχύουν μόνον από την ημερομηνία εγγραφής τους στο μητρώο.

Άρθρο 74ζ

Μεταβίβαση

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 17 παράγραφος 1, το σήμα πιστοποίησης της ΕΕ μεταβιβάζεται μόνο σε πρόσωπο που πληροί τις απαιτήσεις του άρθρου 74α παράγραφος 2.

Άρθρο 74η

Πρόσωπα που νομιμοποιούνται να ασκούν αγωγή για προσβολή

1.   Μόνον ο δικαιούχος σήματος πιστοποίησης της ΕΕ ή πρόσωπο ρητά εξουσιοδοτημένο από αυτόν για τον σκοπό αυτό νομιμοποιείται να ασκεί αγωγή για προσβολή.

2.   Ο δικαιούχος σήματος πιστοποίησης της ΕΕ νομιμοποιείται να ζητεί αποζημίωση για λογαριασμό των προσώπων που δικαιούνται να χρησιμοποιούν το σήμα, εφόσον υπέστησαν ζημία λόγω της χρήσης του σήματος χωρίς την απαιτούμενη άδεια.

Άρθρο 74θ

Λόγοι έκπτωσης

Εκτός από τους λόγους έκπτωσης του άρθρου 51, ο δικαιούχος σήματος πιστοποίησης της ΕΕ κηρύσσεται έκπτωτος των δικαιωμάτων του κατόπιν αίτησης προς το Γραφείο ή παρεμπίπτουσας αγωγής στο πλαίσιο διαδικασίας για προσβολή, εφόσον συντρέχει μια από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

ο δικαιούχος δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις του άρθρου 74α παράγραφος 2·

β)

ο δικαιούχος δεν λαμβάνει εύλογα μέτρα για να αποτρέψει τη χρήση του σήματος κατά τρόπο ασυμβίβαστο με τους όρους του κανονισμού χρήσης, του οποίου οι τροποποιήσεις έχουν, κατά περίπτωση, σημειωθεί στο μητρώο·

γ)

το σήμα χρησιμοποιήθηκε από τον δικαιούχο κατά τρόπο που είχε ως συνέπεια τη δυνατότητα παραπλάνησης του κοινού κατά την έννοια του άρθρου 74γ παράγραφος 2·

δ)

η τροποποίηση του κανονισμού χρήσης του σήματος σημειώθηκε στο μητρώο κατά παράβαση του άρθρου 74στ παράγραφος 2, εκτός εάν ο δικαιούχος του σήματος, μετά από νέα τροποποίηση του κανονισμού χρήσης, συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του εν λόγω άρθρου.

Άρθρο 74ι

Λόγοι ακυρότητας

Εκτός από τους λόγους ακυρότητας που προβλέπουν τα άρθρα 52 και 53, ένα σήμα πιστοποίησης της ΕΕ που έχει καταχωρισθεί κατά παράβαση του άρθρου 74γ κηρύσσεται άκυρο κατόπιν αίτησης προς το Γραφείο ή παρεμπίπτουσας αγωγής στο πλαίσιο διαδικασίας για προσβολή, εκτός αν ο δικαιούχος του σήματος, μετά από τροποποίηση του κανονισμού χρήσης, συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του άρθρου 74γ.

Άρθρο 74ια

Μετατροπή

Με την επιφύλαξη του άρθρου 112 παράγραφος 2, δεν χωρεί μετατροπή αίτησης για σήμα πιστοποίησης της ΕΕ ή καταχωρισμένου σήματος πιστοποίησης της ΕΕ, όταν η εθνική νομοθεσία των ενδιαφερόμενων κρατών μελών δεν προβλέπει την καταχώριση σημάτων εγγύησης ή πιστοποίησης δυνάμει του άρθρου 28 της οδηγίας (ΕΕ) 2015/2436».

68)

Το άρθρο 75 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 75

Αποφάσεις και ανακοινώσεις του Γραφείου

1.   Οι αποφάσεις του Γραφείου αιτιολογούνται. Στηρίζονται μόνο στους λόγους ή στα αποδεικτικά στοιχεία επί των οποίων οι διάδικοι είχαν τη δυνατότητα να λάβουν θέση. Αν διεξαχθεί προφορική διαδικασία ενώπιον του Γραφείου, οι αποφάσεις μπορούν να απαγγέλλονται στο ακροατήριο. Ακολούθως κοινοποιούνται εγγράφως στους διαδίκους.

2.   Κάθε απόφαση, ανακοίνωση ή ειδοποίηση του Γραφείου αναφέρει το τμήμα ή την υπηρεσία του Γραφείου καθώς και το όνομα ή τα ονόματα του ή των αρμόδιων υπαλλήλων. Υπογράφονται από τον ή τους συγκεκριμένους αρμόδιους υπαλλήλους ή, αντί υπογραφής, φέρουν τον τύπο ή επίθεση της σφραγίδας του Γραφείου. Ο εκτελεστικός διευθυντής μπορεί να ορίσει ότι, όταν οι αποφάσεις, ανακοινώσεις ή ειδοποιήσεις του Γραφείου διαβιβάζονται με φαξ ή με άλλο τεχνικό μέσο επικοινωνίας, μπορεί να χρησιμοποιείται άλλο μέσο αναγνώρισης του τμήματος ή της υπηρεσίας του Γραφείου και του ονόματος του ή των αρμοδίων υπαλλήλων ή άλλο αναγνωριστικό στοιχείο πλην της σφραγίδας.

3.   Οι αποφάσεις του Γραφείου που υπόκεινται σε προσφυγή συνοδεύονται από γραπτή υπόμνηση ότι το δικόγραφο τυχόν προσφυγής κατατίθεται εγγράφως στο Γραφείο εντός δύο μηνών από την ημερομηνία κοινοποίησης της εν λόγω απόφασης. Στις ανωτέρω υπομνήσεις εφιστάται επίσης η προσοχή των διαδίκων στις διατάξεις των άρθρων 58, 59 και 60. Οι διάδικοι δεν μπορούν να επικαλεσθούν παράλειψη κοινοποίησης εκ μέρους του Γραφείου σχετικά με τη δυνατότητα άσκησης προσφυγής.».

69)

Στο άρθρο 76 παράγραφος 1, προστίθεται η ακόλουθη περίοδος:

«Σε διαδικασίες ακυρότητας σύμφωνα με το άρθρο 52, το Γραφείο περιορίζει την εξέτασή του στους λόγους και τα επιχειρήματα που προβάλλουν οι διάδικοι.».

70)

Στο άρθρο 77, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«4.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 163α, που ορίζουν τις λεπτομερείς ρυθμίσεις της προφορικής διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένων των λεπτομερών ρυθμίσεων για τη χρήση γλωσσών σύμφωνα με το άρθρο 119.».

71)

Το άρθρο 78 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 3, προστίθεται η ακόλουθη περίοδος:

«Η προθεσμία κλήτευσης των διαδίκων, μαρτύρων ή πραγματογνωμόνων για να παράσχουν αποδείξεις είναι τουλάχιστον ενός μηνός, εκτός αν αυτοί συναινούν στη σύντμηση της προθεσμίας.».

β)

Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«5.   Ο εκτελεστικός διευθυντής ορίζει τα ποσά των καταβλητέων εξόδων, συμπεριλαμβανομένων προκαταβολών, όσον αφορά τα έξοδα της διεξαγωγής αποδείξεων που αναφέρεται στο παρόν άρθρο.

6.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 163α, που ορίζουν λεπτομερώς τις διαδικασίες διεξαγωγής αποδείξεων.».

72)

Το άρθρο 79 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 79

Κοινοποίηση

1.   Το Γραφείο κοινοποιεί αυτεπάγγελτα σε κάθε ενδιαφερόμενο όλες τις αποφάσεις και κλητεύσεις καθώς και κάθε άλλη ειδοποίηση ή ανακοίνωση που αποτελούν αφετηρία προθεσμιών ή των οποίων η κοινοποίηση προβλέπεται από άλλες διατάξεις του παρόντος κανονισμού ή πράξεων που έχουν εκδοθεί δυνάμει αυτού ή διατάσσεται από τον εκτελεστικό διευθυντή.

2.   Ο εκτελεστικός διευθυντής δύναται να καθορίζει ποια έγγραφα, πλην των αποφάσεων που υπόκεινται σε προθεσμία για την άσκηση προσφυγής και των κλητεύσεων, επιδίδονται με συστημένη επιστολή και απόδειξη παραλαβής.

3.   Η κοινοποίηση μπορεί να πραγματοποιείται, μεταξύ άλλων, με ηλεκτρονικά μέσα. Οι λεπτομέρειες που αφορούν τα ηλεκτρονικά μέσα ορίζονται από τον εκτελεστικό διευθυντή.

4.   Όταν η κοινοποίηση γίνεται με δημοσίευση, ο εκτελεστικός διευθυντής ορίζει τη διαδικασία δημοσίευσης καθώς και την ημερομηνία έναρξης της προθεσμίας του ενός μηνός μετά την παρέλευση της οποίας το έγγραφο θεωρείται ότι έχει κοινοποιηθεί.

5.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 163α, που ορίζουν λεπτομερώς τις διαδικασίες κοινοποίησης.».

73)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 79α

Κοινοποίηση της απώλειας δικαιωμάτων

Όταν το Γραφείο διαπιστώνει ότι η απώλεια οποιουδήποτε δικαιώματος προκύπτει από τον παρόντα κανονισμό ή από πράξεις που έχουν εκδοθεί δυνάμει αυτού χωρίς να έχει ληφθεί απόφαση, το κοινοποιεί στον ενδιαφερόμενο σύμφωνα με το άρθρο 79. Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει την έκδοση απόφασης επί του θέματος εντός διμήνου από την ανωτέρω κοινοποίηση, εφόσον θεωρεί εσφαλμένη τη διαπίστωση του Γραφείου. Το Γραφείο εκδίδει απόφαση μόνον εφόσον διαφωνεί με τον αιτούντα· σε διαφορετική περίπτωση, το Γραφείο αναθεωρεί τη διαπίστωσή του και ενημερώνει σχετικά τον αιτούντα.

Άρθρο 79β

Ανακοινώσεις προς το Γραφείο

1.   Οι ανακοινώσεις προς το Γραφείο μπορούν να πραγματοποιούνται με ηλεκτρονικά μέσα. Ο εκτελεστικός διευθυντής καθορίζει σε ποιον βαθμό και υπό ποιους τεχνικούς όρους μπορούν να υποβάλλονται ηλεκτρονικά οι ανωτέρω ανακοινώσεις.

2.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 163α οι οποίες ορίζουν τους κανόνες σχετικά με τα μέσα πραγματοποίησης των ανακοινώσεων, συμπεριλαμβανομένων των ηλεκτρονικών, που πρέπει να χρησιμοποιούνται από τους διαδίκους ενώπιον του Γραφείου, καθώς και σχετικά με τα έντυπα που διατίθενται από το Γραφείο.

Άρθρο 79γ

Προθεσμίες

1.   Οι προθεσμίες υπολογίζονται σε πλήρη έτη, μήνες, εβδομάδες ή ημέρες. Ο υπολογισμός αρχίζει την επομένη της ημέρας κατά την οποία συνέβη το αντίστοιχο γεγονός. Η διάρκεια των προθεσμιών δεν είναι μικρότερη του ενός μηνός και δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.

2.   Ο εκτελεστικός διευθυντής ορίζει, πριν από την έναρξη κάθε ημερολογιακού έτους, τις ημέρες κατά τις οποίες το Γραφείο δεν παραλαμβάνει έγγραφα ή δεν παραδίδονται οι κανονικές ταχυδρομικές αποστολές στην περιοχή στην οποία είναι εγκατεστημένο το Γραφείο.

3.   Ο εκτελεστικός διευθυντής ορίζει τη διάρκεια της περιόδου διακοπής σε περίπτωση γενικής διακοπής της παράδοσης ταχυδρομείου στο κράτος μέλος όπου είναι εγκατεστημένο το Γραφείο ή, σε περίπτωση πραγματικής διακοπής της σύνδεσης του Γραφείου με αποδεκτά ηλεκτρονικά μέσα επικοινωνίας.

4.   Αν η ομαλή επικοινωνία μεταξύ των μερών της διαδικασίας και του Γραφείου ή το αντίστροφο διακοπεί ή διαταραχθεί λόγω έκτακτης περίστασης όπως θεομηνία ή απεργία, ο εκτελεστικός διευθυντής του Γραφείου δύναται να αποφανθεί ότι, για τα μέρη της διαδικασίας με τόπο κατοικίας ή καταστατική έδρα στο εν λόγω κράτος μέλος ή με αντιπροσώπους οι οποίοι έχουν την επαγγελματική τους εγκατάσταση στο εν λόγω κράτος μέλος, όλες οι προθεσμίες που θα είχαν υπό άλλες συνθήκες λήξει κατά την ημερομηνία έναρξης της έκτακτης περίστασης ή μετά από αυτήν, όπως προσδιορίζεται από τον ίδιο, παρατείνονται έως μεταγενέστερη ημερομηνία την οποία ορίζει ο ίδιος. Κατά τον ορισμό της ανωτέρω ημερομηνίας, αξιολογεί πότε λήγει η έκτακτη περίσταση. Εάν λόγω της περίστασης επηρεάζεται η έδρα του Γραφείου, ο εκτελεστικός διευθυντής διευκρινίζει ότι η ανωτέρω απόφαση ισχύει για όλα τα μέρη της διαδικασίας.

5.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 163α, που ορίζουν λεπτομερώς τον υπολογισμό και τη διάρκεια των προθεσμιών.

Άρθρο 79δ

Διόρθωση σφαλμάτων και πρόδηλων παραλείψεων

1.   Το Γραφείο διορθώνει, αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αίτησης μέρους, γλωσσικά σφάλματα ή σφάλματα μεταγραφής και πρόδηλες παραλείψεις στις αποφάσεις του ή τεχνικά σφάλματα κατά την καταχώριση του σήματος ή τη δημοσίευση της καταχώρισης τα οποία οφείλονται στο Γραφείο.

2.   Σε περίπτωση που η διόρθωση σφαλμάτων κατά την καταχώριση του σήματος ή τη δημοσίευση της καταχώρισης έχει ζητηθεί από τον δικαιούχο, εφαρμόζεται κατ' αναλογίαν το άρθρο 48α.

3.   Οι διορθώσεις σφαλμάτων κατά την καταχώριση του σήματος και τη δημοσίευση της καταχώρισης δημοσιεύονται από το Γραφείο.».

74)

Το άρθρο 80 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 80

Ανάκληση αποφάσεων

1.   Σε περίπτωση που το Γραφείο πραγματοποιήσει εγγραφή στο μητρώο ή λάβει απόφαση που περιέχει προφανές σφάλμα το οποίο μπορεί να του αποδοθεί, μεριμνά για την ακύρωση της εγγραφής ή την ανάκληση της απόφασης. Σε περίπτωση που στη διαδικασία υπάρχει μόνον ένα μέρος και η εγγραφή ή η πράξη θίγει τα δικαιώματά του, η ακύρωση της εγγραφής ή η ανάκληση της απόφασης αποφασίζεται ακόμη και αν το σφάλμα δεν ήταν προφανές για το εν λόγω μέρος.

2.   Η ακύρωση της εγγραφής ή η ανάκληση της απόφασης που προβλέπονται στην παράγραφο 1 αποφασίζεται, αυτεπαγγέλτως ή κατ' αίτηση ενός των διαδίκων, από το τμήμα που έκανε την εγγραφή ή έλαβε την απόφαση. Η ακύρωση της εγγραφής στο μητρώο ή η ανάκληση της απόφασης πραγματοποιείται εντός έτους από την ημερομηνία της ανωτέρω εγγραφής ή απόφασης, κατόπιν διαβούλευσης με τα μέρη της διαδικασίας και τυχόν κατόχους δικαιωμάτων επί του εν λόγω σήματος της ΕΕ που είναι εγγεγραμμένοι στο μητρώο. Το Γραφείο τηρεί αρχεία των ακυρώσεων ή ανακλήσεων.

3.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 163α, που καθορίζουν τη διαδικασία για την ανάκληση απόφασης ή την ακύρωση εγγραφής στο μητρώο.

4.   Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν θίγουν το δικαίωμα προσφυγής των μερών κατ' εφαρμογή των άρθρων 58 και 65, ούτε τη δυνατότητα διόρθωσης σφαλμάτων και πρόδηλων παραλείψεων βάσει του άρθρου 79δ. Όταν έχει ασκηθεί προσφυγή κατά απόφασης του Γραφείου που περιέχει σφάλμα, η διαδικασία προσφυγής καθίσταται άνευ αντικειμένου μετά την ανάκληση από το Γραφείο της απόφασής του, σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Στην τελευταία περίπτωση, το τέλος προσφυγής επιστρέφεται στον προσφεύγοντα.».

75)

Το άρθρο 82 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται στις προθεσμίες που προβλέπονται στο άρθρο 27, στο άρθρο 29 παράγραφος 1, στο άρθρο 33 παράγραφος 1, στο άρθρο 36 παράγραφος 2, στο άρθρο 41 παράγραφοι 1 και 3, στο άρθρο 47 παράγραφος 3, στο άρθρο 60, στο άρθρο 65 παράγραφος 5, στο άρθρο 81 παράγραφος 2 και στο άρθρο 112, ή στις προθεσμίες που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ή στην προθεσμία για διεκδίκηση αρχαιότητας σύμφωνα με το άρθρο 34, αφού έχει υποβληθεί η αίτηση.».

β)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Αν το Γραφείο δεχθεί την αίτηση, η μη τήρηση της προθεσμίας θεωρείται ότι δεν παρήγαγε συνέπειες. Εάν έχει ληφθεί απόφαση μεταξύ της λήξης της εν λόγω προθεσμίας και της αίτησης συνέχισης της διαδικασίας, το τμήμα που είναι αρμόδιο να αποφασίσει για τη μη διενεργηθείσα πράξη επανεξετάζει την απόφαση και, όταν επαρκεί η ολοκλήρωση της μη διενεργηθείσας πράξης, λαμβάνει διαφορετική απόφαση. Εάν, κατόπιν της επανεξέτασης, το Γραφείο καταλήξει ότι η αρχική απόφαση δεν πρέπει να μεταβληθεί, επιβεβαιώνει την απόφαση αυτή γραπτώς.».

76)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 82α

Διακοπή της διαδικασίας

1.   Η διαδικασία ενώπιον του Γραφείου διακόπτεται:

α)

σε περίπτωση θανάτου ή απώλειας της δικαιοπρακτικής ικανότητας του καταθέτη ή του δικαιούχου σήματος της ΕΕ ή του προσώπου που νομιμοποιείται να ενεργεί για λογαριασμό του σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία. Πάντως, εάν ο θάνατος ή η απώλεια της δικαιοπρακτικής ικανότητας δεν θίγει την εξουσία αντιπροσώπου διορισμένου σύμφωνα με το άρθρο 93, η διαδικασία διακόπτεται μόνο μετά από αίτηση του εν λόγω αντιπροσώπου·

β)

σε περίπτωση που ο καταθέτης ή ο δικαιούχος σήματος της ΕΕ κωλύεται νομικά να συνεχίσει τη διαδικασία ενώπιον του Γραφείου επειδή ασκήθηκε αγωγή που στρέφεται κατά της περιουσίας του·

γ)

σε περίπτωση θανάτου ή απώλειας της δικαιοπρακτικής ικανότητας του αντιπροσώπου ενός καταθέτη ή δικαιούχου σήματος της ΕΕ ή του εν λόγω αντιπροσώπου σε περίπτωση που κωλύεται νομικά να συνεχίσει τη διαδικασία ενώπιον του Γραφείου επειδή ασκήθηκε αγωγή που στρέφεται κατά της περιουσίας του.

2.   Η διαδικασία ενώπιον του Γραφείου επαναλαμβάνεται μόλις προσδιοριστεί η ταυτότητα του προσώπου που νομιμοποιείται να συνεχίσει τη διαδικασία.

3.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 163α, που ορίζουν λεπτομερώς τις διαδικασίες για την επανάληψη της διαδικασίας ενώπιον του Γραφείου.».

77)

Το άρθρο 83 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 83

Αναφορά στις γενικές αρχές

Όταν δεν προβλέπεται δικονομική διάταξη στον παρόντα κανονισμό ή σε πράξεις που εκδίδονται δυνάμει αυτού, το Γραφείο λαμβάνει υπόψη τις γενικά αποδεκτές στα κράτη μέλη αρχές δικονομίας.».

78)

Το άρθρο 85 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Ο ηττηθείς διάδικος σε διαδικασία ανακοπής, έκπτωσης, ακυρότητας ή προσφυγής βαρύνεται με τα τέλη στα οποία έχει υποβληθεί ο άλλος διάδικος. Με την επιφύλαξη του άρθρου 119 παράγραφος 6, ο ηττηθείς διάδικος βαρύνεται επίσης με όλα τα απαραίτητα δικαστικά έξοδα, στα οποία έχει υποβληθεί ο άλλος διάδικος, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων ταξιδίου και διαμονής, καθώς και της αμοιβής ενός αντιπροσώπου κατά την έννοια του άρθρου 93 παράγραφος 1, εντός των ορίων της κλίμακας που προβλέπεται για κάθε κατηγορία εξόδων στην εκτελεστική πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 1α του παρόντος άρθρου. Τα τέλη που βαρύνουν τον ηττηθέντα διάδικο περιορίζονται στα τέλη στα οποία υπεβλήθη ο έτερος διάδικος για τη διαδικασία ανακοπής, για την αίτηση έκπτωσης ή κήρυξης της ακυρότητας του σήματος της ΕΕ και για τη διαδικασία προσφυγής.».

β)

Παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες καθορίζουν τα ανώτατα ποσοστά για τα απαραίτητα δικαστικά έξοδα τα οποία πράγματι κατεβλήθησαν από τον νικήσαντα διάδικο. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.

Κατά τον καθορισμό των ποσών αυτών όσον αφορά τα έξοδα ταξιδίου και διαμονής, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη την απόσταση μεταξύ του τόπου κατοικίας ή επιχειρηματικής δραστηριότητας του διαδίκου, αντιπροσώπου ή μάρτυρα ή εμπειρογνώμονα και του τόπου διεξαγωγής της προφορικής διαδικασίας, το διαδικαστικό στάδιο κατά το οποίο προέκυψαν τα έξοδα, και, όσον αφορά τα έξοδα εκπροσώπησης κατά την έννοια του άρθρου 93 παράγραφος 1, την ανάγκη να εξασφαλιστεί ότι η υποχρέωση καταβολής των εξόδων δεν χρησιμοποιείται καταχρηστικά για λόγους τακτικής από τον έτερο διάδικο. Τα έξοδα διαμονής υπολογίζονται σύμφωνα με τον κανονισμό υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων της Ένωσης και το καθεστώς που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού της Ένωσης, όπως καθορίζεται στον κανονισμό (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου (16).

Ο ηττηθείς διάδικος βαρύνεται με τα έξοδα ενός μόνο αντιδίκου και, κατά περίπτωση, ενός μόνο αντιπροσώπου.

(16)  ΕΕ L 56 της 4.3.1968, σ. 1.»."

γ)

Η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Το τμήμα ανακοπών ή το τμήμα ακυρώσεων ή το τμήμα προσφυγών ορίζει το ποσό των εξόδων που επιστρέφονται δυνάμει των παραγράφων 1 έως 5 του παρόντος άρθρου εφόσον τα έξοδα που πρέπει να καταβληθούν είναι μόνο τα τέλη που καταβάλλονται στο Γραφείο και τα έξοδα εκπροσώπησης. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, ο γραμματέας του τμήματος προσφυγών ή ένα μέλος του προσωπικού του τμήματος ανακοπών ή του τμήματος ακυρώσεων ορίζει, μετά από σχετική αίτηση, το ποσό των εξόδων που επιστρέφονται. Η αίτηση είναι παραδεκτή μόνον εφόσον υποβληθεί εντός του διμήνου από την ημερομηνία κατά την οποία η απόφαση σε σχέση με την οποία ζητείται να οριστεί το ποσό των εξόδων που επιστρέφονται κατέστη τελεσίδικη, και πρέπει να συνοδεύεται από λογαριασμό και δικαιολογητικά έγγραφα. Όσον αφορά τα έξοδα εκπροσώπησης σύμφωνα με το άρθρο 93 παράγραφος 1, αρκεί βεβαίωση του αντιπροσώπου ότι τα έξοδα κατεβλήθησαν. Όσον αφορά άλλα έξοδα, αρκεί να αποδεικνύεται ο εύλογος χαρακτήρας τους. Όταν το ποσό των εξόδων ορίζεται σύμφωνα με την πρώτη περίοδο της παρούσας παραγράφου, τα έξοδα εκπροσώπησης επιστρέφονται ανάλογα με το ύψος που προβλέπεται στην πράξη που εκδίδεται δυνάμει της παραγράφου 1α του παρόντος άρθρου και ανεξάρτητα από το εάν πράγματι κατεβλήθησαν.».

δ)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«7.   Η απόφαση για τον ορισμό των εξόδων, η οποία αναφέρει τους λόγους στους οποίους βασίζεται, μπορεί να επανεξετασθεί με απόφαση του τμήματος ανακοπών ή του τμήματος ακυρώσεων ή του τμήματος προσφυγών κατόπιν αιτήσεως που υποβάλλεται εντός μηνός από την ημερομηνία κοινοποίησης της επιδίκασης των εξόδων. Θεωρείται ότι έχει κατατεθεί μόνον αφού καταβληθεί το τέλος για την επανεξέταση του ύψους των εξόδων. Το τμήμα ανακοπών, το τμήμα ακύρωσης ή το τμήμα προσφυγών, ανάλογα με την περίπτωση, αποφασίζει ως προς την αίτηση επανεξέτασης της απόφασης περί ορισμού των εξόδων χωρίς προφορική διαδικασία.».

79)

Στο άρθρο 86 παράγραφος 2, η δεύτερη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Κάθε κράτος μέλος ορίζει μία μοναδική αρχή αρμόδια για την εξακρίβωση της γνησιότητας της απόφασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και ανακοινώνει τα στοιχεία επικοινωνίας της στο Γραφείο, στο Δικαστήριο και στην Επιτροπή. Ο εκτελεστήριος τύπος περιάπτεται στην απόφαση από την εν λόγω αρχή, χωρίς άλλη διατύπωση πέραν της επαλήθευσης της γνησιότητας της απόφασης.».

80)

Το άρθρο 87 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 87

Μητρώο σημάτων της ΕΕ

1.   Το Γραφείο τηρεί μητρώο των σημάτων της ΕΕ και το ενημερώνει.

2.   Το μητρώο περιέχει τις ακόλουθες εγγραφές σχετικά με τις αιτήσεις και καταχωρίσεις σήματος της ΕΕ:

α)

την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης·

β)

τον αριθμό πρωτοκόλλου της αίτησης·

γ)

την ημερομηνία δημοσίευσης της αίτησης·

δ)

το ονοματεπώνυμο και τη διεύθυνση του καταθέτη·

ε)

το όνομα και την επαγγελματική διεύθυνση του αντιπροσώπου, εφόσον δεν πρόκειται για αντιπρόσωπο κατά την έννοια του άρθρου 92 παράγραφος 3 πρώτη περίοδος·

στ)

την παράσταση του σήματος καθώς και στοιχεία ως προς τη φύση του και, όπου είναι εφικτό, περιγραφή του σήματος·

ζ)

αναφορά των προϊόντων και των υπηρεσιών με την ονομασία τους·

η)

στοιχεία σχετικά με τη διεκδίκηση προτεραιότητας σύμφωνα με το άρθρο 30·

θ)

στοιχεία σχετικά με τη διεκδίκηση προτεραιότητας έκθεσης σύμφωνα με το άρθρο 33·

ι)

στοιχεία σχετικά με τη διεκδίκηση της αρχαιότητας ενός καταχωρισμένου προγενέστερου σήματος όπως αναφέρεται στο άρθρο 34·

ια)

δήλωση ότι, λόγω της χρήσης που έχει γίνει, το σήμα απέκτησε διακριτικό χαρακτήρα, σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 3·

ιβ)

ένδειξη ότι πρόκειται για συλλογικό σήμα·

ιγ)

ένδειξη ότι πρόκειται για σήμα πιστοποίησης·

ιδ)

τη γλώσσα στην οποία κατατέθηκε η αίτηση και τη δεύτερη γλώσσα την οποία δηλώνει ο καταθέτης στην αίτησή του, σύμφωνα με το άρθρο 119 παράγραφος 3·

ιε)

την ημερομηνία καταχώρισης του σήματος στο μητρώο και τον αριθμό καταχώρισης·

ιστ)

δήλωση ότι η αίτηση προκύπτει από τη μετατροπή διεθνούς καταχώρισης με προστασία που εκτείνεται στην Ένωση σύμφωνα με το άρθρο 161 του παρόντος κανονισμού, μαζί με την ημερομηνία της διεθνούς καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης ή την ημερομηνία καταγραφής της εδαφικής επέκτασης στην Ένωση η οποία έγινε κατόπιν της διεθνούς καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 3β παράγραφος 2 του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης και, κατά περίπτωση, την ημερομηνία προτεραιότητας της διεθνούς καταχώρισης.

3.   Το μητρώο περιέχει επίσης και τις ακόλουθες εγγραφές, καθεμία από τις οποίες συνοδεύεται από την ημερομηνία καταχώρισής της:

α)

κάθε αλλαγή του ονόματος, της διεύθυνσης ή της ιθαγένειας του δικαιούχου σήματος της ΕΕ ή αλλαγή του κράτους στο οποίο έχει την κατοικία, την έδρα ή την εγκατάστασή του·

β)

κάθε αλλαγή του ονόματος ή της επαγγελματικής διεύθυνσης του αντιπροσώπου, εφόσον δεν πρόκειται για αντιπρόσωπο κατά την έννοια του άρθρου 92 παράγραφος 3 πρώτη περίοδος·

γ)

όταν ορίζεται νέος αντιπρόσωπος, το όνομα και την επαγγελματική του διεύθυνση·

δ)

τροποποιήσεις και αλλαγές του σήματος, σύμφωνα με τα άρθρα 43 και 48, και διορθώσεις σφαλμάτων·

ε)

μνεία τροποποιήσεων του κανονισμού χρήσης του συλλογικού σήματος σύμφωνα με το άρθρο 71·

στ)

στοιχεία σχετικά με τη διεκδίκηση της αρχαιότητας ενός καταχωρισμένου προγενέστερου σήματος όπως αναφέρεται στο άρθρο 34, σύμφωνα με το άρθρο 35·

ζ)

συνολικές ή μερικές μεταβιβάσεις σύμφωνα με το άρθρο 17·

η)

σύσταση ή μεταβίβαση εμπράγματου δικαιώματος σύμφωνα με το άρθρο 19 και τη φύση του εμπράγματου δικαιώματος·

θ)

αναγκαστική εκτέλεση σύμφωνα με το άρθρο 20 και διαδικασία αφερεγγυότητας σύμφωνα με το άρθρο 21·

ι)

χορήγηση ή μεταβίβαση άδειας χρήσης σύμφωνα με το άρθρο 22 και, ενδεχομένως, το είδος της άδειας·

ια)

ανανέωση της καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 47, την ημερομηνία από την οποία παράγει αποτελέσματα και τυχόν περιορισμούς σύμφωνα με το άρθρο 47 παράγραφος 4·

ιβ)

μνεία σχετικά με τη διαπίστωση της λήξης ισχύος καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 47·

ιγ)

δήλωση απόσυρσης ή παραίτησης του δικαιούχου του σήματος σύμφωνα με τα άρθρα 43 και 50 αντιστοίχως·

ιδ)

την ημερομηνία υποβολής και τα στοιχεία ανακοπής σύμφωνα με το άρθρο 41, ή αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 56, ή παρεμπίπτουσας αγωγής σύμφωνα με το άρθρο 100 παράγραφος 4 για την έκπτωση ή την κήρυξη της ακυρότητας, ή προσφυγής σύμφωνα με το άρθρο 60·

ιε)

την ημερομηνία και το περιεχόμενο απόφασης επί ανακοπής ή αίτησης ή παρεμπίπτουσας αγωγής σύμφωνα με το άρθρο 57 παράγραφος 6 ή το άρθρο 100 παράγραφος 6 τρίτη περίοδος ή προσφυγής σύμφωνα με το άρθρο 64·

ιστ)

μνεία σχετικά με την παραλαβή αίτησης μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 113 παράγραφος 2·

ιζ)

τη διαγραφή του αντιπροσώπου που έχει καταχωρισθεί σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχείο ε) του παρόντος άρθρου·

ιη)

τη λήξη της αρχαιότητας ενός εθνικού σήματος·

ιθ)

την τροποποίηση ή διαγραφή από το μητρώο των στοιχείων που αναφέρονται στα στοιχεία η), θ) και ι) της παρούσας παραγράφου·

κ)

την αντικατάσταση του σήματος της ΕΕ από διεθνή καταχώριση σύμφωνα με το άρθρο 157·

κα)

την ημερομηνία και τον αριθμό διεθνών καταχωρίσεων βάσει αίτησης σήματος της ΕΕ η οποία οδήγησε στην καταχώριση του σήματος της ΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 148 παράγραφος 1·

κβ)

την ημερομηνία και τον αριθμό διεθνών καταχωρίσεων βάσει σήματος της ΕΕ σύμφωνα με το άρθρο 148 παράγραφος 2·

κγ)

τη διαίρεση αίτησης σύμφωνα με το άρθρο 44 και τη διαίρεση καταχώρισης σύμφωνα με το άρθρο 49, μαζί με τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου σχετικά με την τμηματική καταχώριση, καθώς και τον κατάλογο των προϊόντων και υπηρεσιών της αρχικής καταχώρισης όπως αυτός τροποποιήθηκε·

κδ)

την ανάκληση απόφασης ή εγγραφής στο μητρώο σύμφωνα με το άρθρο 80, όταν η ανάκληση αφορά απόφαση ή εγγραφή η οποία έχει δημοσιευθεί·

κε)

μνεία τροποποιήσεων του κανονισμού χρήσης του σήματος πιστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 74στ.

4.   Ο εκτελεστικός διευθυντής μπορεί να αποφασίσει την εγγραφή στο μητρώο στοιχείων άλλων από τα προβλεπόμενα στις παραγράφους 2 και 3 του παρόντος άρθρου, με την επιφύλαξη του άρθρου 123 παράγραφος 4.

5.   Το μητρώο μπορεί να έχει ηλεκτρονική μορφή. Το Γραφείο συλλέγει, οργανώνει, δημοσιεύει και αποθηκεύει τα στοιχεία που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3, καθώς και δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, για τους σκοπούς της παραγράφου 9. Το Γραφείο τηρεί το μητρώο ενήμερο και διαθέσιμο για δημόσια επιθεώρηση.

6.   Κάθε μεταβολή στο μητρώο κοινοποιείται στον δικαιούχο σήματος της ΕΕ.

7.   Το Γραφείο χορηγεί επικυρωμένα ή ανεπικύρωτα αποσπάσματα από το μητρώο κατόπιν αίτησης και καταβολής του σχετικού τέλους.

8.   Η επεξεργασία των δεδομένων που αφορούν τις εγγραφές των παραγράφων 2 και 3, καθώς και τυχόν δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, διενεργείται για τους ακόλουθους σκοπούς:

α)

επεξεργασία των αιτήσεων ή/και των καταχωρίσεων όπως περιγράφονται στον παρόντα κανονισμό και στις πράξεις που έχουν εκδοθεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού·

β)

τήρηση δημόσιου μητρώου προς επιθεώρηση από τις δημόσιες αρχές και τους οικονομικούς φορείς και προς πληροφόρησή τους, ώστε να είναι σε θέση να ασκούν τα δικαιώματα που τους παρέχει ο παρών κανονισμός και να ενημερώνονται για την ύπαρξη προγενέστερων δικαιωμάτων τρίτων· και

γ)

εκπόνηση εκθέσεων και στατιστικών που αποσκοπούν στη βελτιστοποίηση του έργου του Γραφείου και τη βελτίωση της λειτουργίας του συστήματος.

9.   Όλα τα δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, σχετικά με τις εγγραφές που αναφέρονται στις παραγράφους 2 και 3 θεωρούνται ότι εξυπηρετούν σκοπούς δημόσιου συμφέροντος και είναι προσιτά σε οποιονδήποτε τρίτο. Για λόγους ασφάλειας δικαίου, οι εγγραφές στο μητρώο διατηρούνται επ' αόριστον.».

81)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 87α

Βάση δεδομένων

1.   Πέραν της υποχρέωσης τήρησης μητρώου κατά την έννοια του άρθρου 87, το Γραφείο συλλέγει και αποθηκεύει σε ηλεκτρονική βάση δεδομένων όλα τα στοιχεία που παρέχουν οι καταθέτες ή άλλα μέρη της διαδικασίας δυνάμει του παρόντος κανονισμού ή πράξεων που έχουν εκδοθεί βάσει αυτού.

2.   Η ηλεκτρονική βάση δεδομένων μπορεί να περιλαμβάνει δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, πέραν των όσων περιέχονται στο μητρώο δυνάμει του άρθρου 87, στον βαθμό που τα εν λόγω στοιχεία απαιτούνται από τον παρόντα κανονισμό ή πράξεις που έχουν εκδοθεί βάσει αυτού. Η συλλογή, αποθήκευση και επεξεργασία των δεδομένων αυτών εξυπηρετεί τους ακόλουθους σκοπούς:

α)

επεξεργασία των αιτήσεων και/ή καταχωρίσεων όπως περιγράφονται στον παρόντα κανονισμό και στις πράξεις που έχουν εκδοθεί βάσει αυτού·

β)

πρόσβαση στην απαιτούμενη πληροφόρηση για την ευκολότερη και αποτελεσματικότερη διεξαγωγή των σχετικών διαδικασιών·

γ)

επικοινωνία με τους καταθέτες και άλλα μέρη της διαδικασίας·

δ)

εκπόνηση εκθέσεων και στατιστικών που αποσκοπούν στη βελτιστοποίηση του έργου του Γραφείου και τη βελτίωση της λειτουργίας του συστήματος.

3.   Ο εκτελεστικός διευθυντής καθορίζει τους όρους πρόσβασης στην ηλεκτρονική βάση δεδομένων και τον τρόπο με τον οποίο το περιεχόμενό της μπορεί να διατεθεί σε μορφή αναγνώσιμη από μηχάνημα, εξαιρουμένων των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου αλλά περιλαμβανομένων εκείνων που απαριθμούνται στο άρθρο 87, καθώς και τα τέλη που επιβάλλονται επί της πρόσβασης αυτής.

4.   Τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 υπόκεινται σε περιορισμούς πρόσβασης και δεν διατίθενται στο κοινό εκτός εάν το ενδιαφερόμενο μέρος έχει δώσει ρητά τη συγκατάθεσή του.

5.   Όλα τα δεδομένα φυλάσσονται επ' αόριστον. Ωστόσο, το ενδιαφερόμενο μέρος μπορεί να ζητήσει τη διαγραφή τυχόν δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τη βάση δεδομένων μετά την πάροδο 18 μηνών από τη λήξη ισχύος του σήματος ή την ολοκλήρωση της σχετικής μεταξύ των διαδίκων (inter partes) διαδικασίας. Το ενδιαφερόμενο μέρος έχει το δικαίωμα να ζητήσει και να επιτύχει τη διόρθωση τυχόν ανακριβών ή εσφαλμένων δεδομένων ανά πάσα στιγμή.

Άρθρο 87β

Ηλεκτρονική πρόσβαση στις αποφάσεις

1.   Οι αποφάσεις του Γραφείου διατίθενται ηλεκτρονικά, ώστε να έχει το ευρύ κοινό δυνατότητα πρόσβασης σε αυτές και ενημέρωσης για λόγους διαφάνειας και προβλεψιμότητας. Κάθε μέρος της διαδικασίας στο πλαίσιο της οποίας εκδόθηκε η απόφαση μπορεί να ζητήσει τη διαγραφή των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που τυχόν περιλαμβάνονται στην απόφαση.

2.   Το Γραφείο μπορεί να παρέχει ηλεκτρονική πρόσβαση στις αποφάσεις των εθνικών και δικαστηρίων της ΕΕ οι οποίες σχετίζονται με τα καθήκοντά του προκειμένου να ενισχυθεί η ευαισθητοποίηση του κοινού σε ζητήματα πνευματικής ιδιοκτησίας και να προωθηθεί η σύγκλιση των πρακτικών. Το Γραφείο τηρεί τους όρους της αρχικής δημοσίευσης ως προς τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.».

82)

Το άρθρο 88 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Όταν οι φάκελοι είναι διαθέσιμοι προς επιθεώρηση κατ' εφαρμογή των παραγράφων 2 ή 3 του παρόντος άρθρου, δύνανται να εξαιρεθούν ορισμένα έγγραφα που αφορούν τον αποκλεισμό ή την εξαίρεση σύμφωνα με το άρθρο 137, τα σχέδια αποφάσεων και γνωμοδοτήσεων και όλα τα άλλα εσωτερικά έγγραφα τα οποία έχουν χρησιμοποιηθεί για την εκπόνησή τους καθώς και τα τμήματα του φακέλου ως προς τα οποία το ενδιαφερόμενο μέρος επικαλέσθηκε ιδιαίτερο συμφέρον προκειμένου να διατηρηθούν απόρρητα, εκτός αν η επιθεώρηση των εν λόγω τμημάτων του φακέλου δικαιολογείται από υπέρτερο έννομο συμφέρον του μέρους που τη ζητεί.».

β)

Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«5.   Η επιθεώρηση των φακέλων των κατατεθειμένων και καταχωρισμένων σημάτων της ΕΕ διενεργείται είτε στο πρωτότυπο είτε σε αντίγραφα ή σε τεχνικά μέσα αρχειοθέτησης αν οι φάκελοι φυλάσσονται με τον τρόπο αυτό. Ο εκτελεστικός διευθυντής καθορίζει τον τρόπο επιθεώρησης.

6.   Όταν η επιθεώρηση διενεργείται σύμφωνα με την παράγραφο 7, η αίτηση επιθεώρησης των φακέλων θεωρείται ως μη υποβληθείσα μέχρις ότου καταβληθούν τα απαιτούμενα τέλη. Δεν απαιτείται καταβολή τέλους εάν η επιθεώρηση των τεχνικών μέσων αποθήκευσης πραγματοποιείται ηλεκτρονικά.

7.   Η επιθεώρηση των φακέλων γίνεται στους χώρους του Γραφείου. Η επιθεώρηση διενεργείται, κατόπιν αιτήσεως, με τη χορήγηση αντιγράφων των εγγράφων των φακέλων. Για τη χορήγηση αντιγράφου απαιτείται η καταβολή τέλους. Το Γραφείο εκδίδει επίσης, κατόπιν αιτήσεως, επικυρωμένα ή μη επικυρωμένα αντίγραφα της αίτησης σήματος της ΕΕ μετά την καταβολή τέλους.

8.   Οι φάκελοι που τηρούνται από το Γραφείο σχετικά με διεθνείς καταχωρίσεις με προστασία που επεκτείνεται στην Ένωση μπορούν να επιθεωρούνται κατόπιν αιτήσεως, από την ημερομηνία δημοσίευσης που αναφέρεται στο άρθρο 152 παράγραφος 1, υπό τους όρους των παραγράφων 1, 3 και 4 του παρόντος άρθρου.

9.   Με την επιφύλαξη των περιορισμών της παραγράφου 4, το Γραφείο μπορεί, κατόπιν αιτήσεως και καταβολής τέλους, να ανακοινώσει πληροφορίες που περιέχονται στους φακέλους κατατεθειμένων ή καταχωρισμένων σημάτων της ΕΕ. Το Γραφείο πάντως μπορεί να απαιτήσει να γίνει χρήση της δυνατότητας επιθεώρησης του ίδιου του φακέλου, αν το κρίνει σκόπιμο λόγω του όγκου των πληροφοριών που ζητούνται.».

83)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 88α

Τήρηση φακέλων

1.   Το Γραφείο τηρεί τους φακέλους κάθε διαδικασίας που αφορά αίτηση ή καταχώριση σήματος της ΕΕ. Ο εκτελεστικός διευθυντής ορίζει τη μορφή με την οποία τηρούνται οι φάκελοι.

2.   Σε περίπτωση τήρησης των φακέλων υπό ηλεκτρονική μορφή, οι εν λόγω ηλεκτρονικοί φάκελοι ή τα εφεδρικά αντίγραφά τους τηρούνται επ' αόριστον. Τα πρωτότυπα έγγραφα που κατατίθενται από τα μέρη της διαδικασίας και αποτελούν τη βάση των ηλεκτρονικών φακέλων παύουν να τηρούνται αφού παρέλθει συγκεκριμένο χρονικό διάστημα μετά την παραλαβή τους από το Γραφείο, το οποίο καθορίζεται από τον εκτελεστικό διευθυντή.

3.   Όταν και στον βαθμό που οι φάκελοι ή τμήματα των φακέλων τηρούνται υπό μη ηλεκτρονική μορφή, τα έγγραφα ή τα αποδεικτικά στοιχεία που συνιστούν τμήμα αυτών των φακέλων τηρούνται για μία πενταετία τουλάχιστον από τη λήξη του έτους κατά το οποίο η αίτηση απορρίφθηκε ή αποσύρθηκε ή θεωρείται ότι αποσύρθηκε, η καταχώριση του σήματος της ΕΕ έληξε οριστικά δυνάμει του άρθρου 47, η ολική παραίτηση από το σήμα της ΕΕ καταχωρίσθηκε δυνάμει του άρθρου 50 ή το σήμα της ΕΕ διεγράφη πλήρως από το μητρώο δυνάμει του άρθρου 57 παράγραφος 6 ή του άρθρου 100 παράγραφος 6.».

84)

Το άρθρο 89 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 89

Περιοδικές δημοσιεύσεις

1.   Το Γραφείο δημοσιεύει περιοδικά:

α)

Δελτίο Σημάτων της ΕΕ, το οποίο περιλαμβάνει τις δημοσιεύσεις των αιτήσεων και των εγγραφών στο μητρώο, καθώς και όλα τα άλλα στοιχεία που αφορούν κατατεθειμένα ή καταχωρισμένα σήματα της ΕΕ η δημοσίευση των οποίων προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό ή στις πράξεις που έχουν εκδοθεί βάσει αυτού·

β)

Επίσημη Εφημερίδα του Γραφείου, η οποία περιλαμβάνει τις ανακοινώσεις και πληροφορίες γενικής φύσεως που προέρχονται από τον εκτελεστικό διευθυντή, όπως επίσης και κάθε άλλη πληροφορία σχετική με τον παρόντα κανονισμό ή την εφαρμογή του.

Οι δημοσιεύσεις που αναφέρονται στα στοιχεία α) και β) του πρώτου εδαφίου μπορούν να γίνονται με ηλεκτρονικά μέσα.

2.   Ο εκτελεστικός διευθυντής καθορίζει τον τρόπο και τη συχνότητα δημοσίευσης του Δελτίου Σημάτων της ΕΕ.

3.   Η Επίσημη Εφημερίδα του Γραφείου δημοσιεύεται στις γλώσσες του Γραφείου. Ο εκτελεστικός διευθυντής δύναται ωστόσο να ορίζει ότι ορισμένα στοιχεία δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα του Γραφείου στις επίσημες γλώσσες της Ένωσης.

4.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες ορίζουν:

α)

την ημερομηνία που πρέπει να ληφθεί υπόψη ως ημερομηνία δημοσίευσης στο Δελτίο Σημάτων της ΕΕ·

β)

τον τρόπο δημοσίευσης των εγγραφών που αφορούν την καταχώριση σήματος οι οποίες δεν περιέχουν μεταβολές σε σύγκριση με τη δημοσίευση της αίτησης·

γ)

τις μορφές υπό τις οποίες μπορούν να διατίθενται στο κοινό οι εκδόσεις της Επίσημης Εφημερίδας του Γραφείου.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.».

85)

Το άρθρο 90 τροποποιείται ως εξής:

α)

Παρεμβάλλεται ο αριθμός «1» πριν από την πρώτη παράγραφο.

β)

Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«2.   Το Γραφείο δεν επιβάλλει τέλη για την κοινοποίηση πληροφοριών ή το άνοιγμα φακέλων προς επιθεώρηση.

3.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες ορίζουν τις λεπτομέρειες ως προς τον τρόπο με τον οποίο το Γραφείο και οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών ανταλλάσσουν πληροφορίες μεταξύ τους και ανοίγουν φακέλους προς επιθεώρηση, λαμβάνοντας υπόψη τους περιορισμούς στους οποίους υπόκειται, σύμφωνα με το άρθρο 88, η επιθεώρηση φακέλων που αφορούν αιτήσεις ή καταχωρίσεις σημάτων της ΕΕ όταν ανοίγει προς τρίτους. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.».

86)

Στο άρθρο 92, οι παράγραφοι 2 έως 4 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3 δεύτερη περίοδος του παρόντος άρθρου, τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που δεν έχουν κατοικία, κύρια εγκατάσταση ή πραγματική και ενεργό βιομηχανική ή εμπορική εγκατάσταση στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο εκπροσωπούνται ενώπιον του Γραφείου σύμφωνα με το άρθρο 93 παράγραφος 1 σε κάθε διαδικασία που θεσπίζει ο παρών κανονισμός, εκτός από την κατάθεση αίτησης σήματος της ΕΕ.

3.   Τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που έχουν την κατοικία ή την έδρα τους ή πραγματική και ενεργό βιομηχανική ή εμπορική εγκατάσταση στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο μπορούν να εκπροσωπούνται ενώπιον του Γραφείου από υπάλληλό τους. Στην περίπτωση αυτή, ο υπάλληλος νομικού προσώπου που προβλέπεται στην παρούσα παράγραφο μπορεί να ενεργεί και για άλλα νομικά πρόσωπα που συνδέονται οικονομικά με το πρόσωπο αυτό, ακόμα και αν αυτά τα άλλα νομικά πρόσωπα δεν έχουν κατοικία ή έδρα ή πραγματική και ενεργό, βιομηχανική ή εμπορική, εγκατάσταση, στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο. Οι υπάλληλοι που αντιπροσωπεύουν πρόσωπα, κατά την έννοια της παρούσας παραγράφου, καταθέτουν στο Γραφείο, κατόπιν αίτησης του Γραφείου ή, κατά περίπτωση, άλλου διαδίκου, ενυπόγραφο πληρεξούσιο που προστίθεται στον φάκελο.

4.   Σε περίπτωση που ενεργούν από κοινού περισσότεροι καταθέτες ή περισσότεροι τρίτοι, διορίζεται κοινός αντιπρόσωπος.».

87)

Το άρθρο 93 τροποποιείται ως εξής:

α)

Οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η εκπροσώπηση των φυσικών και νομικών προσώπων ενώπιον του Γραφείου αναλαμβάνεται μόνο:

α)

από δικηγόρο ο οποίος δικαιούται να ασκεί δικηγορία στο έδαφος κράτους μέλους του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου και έχει την επαγγελματική του κατοικία εντός του χώρου αυτού, εφόσον, στο συγκεκριμένο κράτος μέλος, μπορεί να ενεργεί ως αντιπρόσωπος σε θέματα σημάτων·

β)

από εγκεκριμένους αντιπροσώπους οι οποίοι είναι εγγεγραμμένοι στον κατάλογο που τηρεί, γι' αυτόν τον σκοπό, το Γραφείο.

Οι αντιπρόσωποι που διεκπεραιώνουν πράξεις ενώπιον του Γραφείου καταθέτουν στο Γραφείο, κατόπιν αίτησης του Γραφείου ή, κατά περίπτωση, άλλου διαδίκου, ενυπόγραφο πληρεξούσιο που προστίθεται στον φάκελο.

2.   Στον κατάλογο των εγκεκριμένων αντιπροσώπων μπορεί να εγγραφεί κάθε φυσικό πρόσωπο το οποίο πληροί τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

έχει την ιθαγένεια κράτους μέλους του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου·

β)

έχει την επαγγελματική του κατοικία ή τον τόπο εργασίας του στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο·

γ)

δικαιούται να εκπροσωπεί, σε υποθέσεις σημάτων, φυσικά ή νομικά πρόσωπα, ενώπιον του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ ή της κεντρικής υπηρεσίας βιομηχανικής ιδιοκτησίας κράτους μέλους του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου. Όταν, στο εν λόγω κράτος, η ανωτέρω ιδιότητα δεν εξαρτάται από την ύπαρξη ειδικών επαγγελματικών προσόντων, τα πρόσωπα τα οποία ενεργούν σε υποθέσεις σημάτων ενώπιον του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ ή των εν λόγω κεντρικών υπηρεσιών βιομηχανικής ιδιοκτησίας και ζητούν την εγγραφή τους στον πίνακα του Γραφείου, πρέπει να έχουν ασκήσει κανονικά το επάγγελμα τουλάχιστον επί πέντε έτη. Ωστόσο, απαλλάσσονται από την εν λόγω προϋπόθεση της άσκησης του επαγγέλματος τα πρόσωπα των οποίων τα επαγγελματικά προσόντα για την εκπροσώπηση φυσικών ή νομικών προσώπων σε υποθέσεις σημάτων ενώπιον του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ ή των εν λόγω κεντρικών υπηρεσιών βιομηχανικής ιδιοκτησίας είναι επίσημα αναγνωρισμένα σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του οικείου κράτους.».

β)

Οι παράγραφοι 4 και 5 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Ο εκτελεστικός διευθυντής δύναται να χορηγήσει απαλλαγή από:

α)

την απαίτηση της παραγράφου 2 στοιχείο γ) δεύτερη περίοδος, αν ο αιτών αποδείξει ότι έχει αποκτήσει το απαιτούμενο προσόν με άλλον τρόπο·

β)

την απαίτηση της παραγράφου 2 στοιχείο α) σε περίπτωση επαγγελματιών με υψηλά προσόντα, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται οι απαιτήσεις της παραγράφου 2 στοιχεία β) και γ).

5.   Η διαγραφή ενός προσώπου από τον κατάλογο των εγκεκριμένων αντιπροσώπων μπορεί να γίνει κατόπιν αίτησής του ή όταν δεν έχει πλέον την ικανότητα να εκπροσωπεί. Οι μεταβολές στον κατάλογο εγκεκριμένων αντιπροσώπων δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα του Γραφείου.».

88)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 93α

Εξουσιοδότηση

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 163α, οι οποίες καθορίζουν:

α)

τους όρους και τη διαδικασία διορισμού κοινού αντιπροσώπου που αναφέρεται στο άρθρο 92 παράγραφος 4·

β)

τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες οι υπάλληλοι που αναφέρονται στο άρθρο 92 παράγραφος 3 και οι εγκεκριμένοι αντιπρόσωποι που αναφέρονται στο άρθρο 93 παράγραφος 1 καταθέτουν στο Γραφείο ενυπόγραφο πληρεξούσιο προκειμένου να αναλάβουν την εκπροσώπηση και το περιεχόμενο του εν λόγω πληρεξουσίου·

γ)

τις προϋποθέσεις διαγραφής προσώπου από τον κατάλογο των εγκεκριμένων αντιπροσώπων που αναφέρεται στο άρθρο 93 παράγραφος 5.».

89)

Στον τίτλο X, ο τίτλος του τμήματος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Εφαρμογή των κανόνων της Ένωσης σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις».

90)

Το άρθρο 94 τροποποιείται ως εξής:

α)

Ο τίτλος αντικαθίσταται από τον ακόλουθο τίτλο:

«Εφαρμογή των κανόνων της Ένωσης σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις».

β)

Στην παράγραφο 1, οι λέξεις «οι διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 44/2001» αντικαθίστανται από τις λέξεις «οι κανόνες της Ένωσης σχετικά με τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις» και πραγματοποιούνται οι απαραίτητες γραμματικές αλλαγές.

γ)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3.   Οι αναφορές του παρόντος κανονισμού στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 44/2001 περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, τη συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και του Βασιλείου της Δανίας για τη διεθνή δικαιοδοσία, την αναγνώριση και την εκτέλεση αποφάσεων σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, που υπεγράφη στις 19 Οκτωβρίου 2005.».

91)

Στο άρθρο 96 στοιχείο γ), οι λέξεις «άρθρο 9, παράγραφος 3, δεύτερη φράση» αντικαθίστανται από τις λέξεις «άρθρο 9β παράγραφος 2».

92)

Στο άρθρο 99, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Στις αγωγές που αναφέρονται στο άρθρο 96 στοιχεία α) και γ), η ένσταση της έκπτωσης του δικαιούχου του σήματος της ΕΕ που προβάλλεται με άλλον τρόπο πλην της παρεμπίπτουσας αγωγής, είναι παραδεκτή μόνον εφόσον ο εναγόμενος ισχυρίζεται ότι το σήμα της ΕΕ θα μπορούσε να εκπέσει λόγω ανεπαρκούς ουσιαστικής χρήσης κατά τον χρόνο της άσκησης της αγωγής προσβολής.».

93)

Το άρθρο 100 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Το δικαστήριο σημάτων της ΕΕ ενώπιον του οποίου έχει ασκηθεί παρεμπίπτουσα αγωγή έκπτωσης του δικαιούχου ή κήρυξης της ακυρότητας σήματος της ΕΕ δεν προχωρεί στην εξέταση της παρεμπίπτουσας αγωγής έως ότου είτε το ενδιαφερόμενο μέρος είτε το δικαστήριο ενημερώσει το Γραφείο περί της ημερομηνίας άσκησης της ανταγωγής. Το Γραφείο σημειώνει την πληροφορία στο μητρώο. Εάν είχε ήδη κατατεθεί αίτηση έκπτωσης του δικαιούχου ή κήρυξης της ακυρότητας του σήματος της ΕΕ ενώπιον του Γραφείου πριν από την άσκηση παρεμπίπτουσας αγωγής, το δικαστήριο ενημερώνεται σχετικά από το Γραφείο και αναστέλλει τη διαδικασία σύμφωνα με το άρθρο 104 παράγραφος 1 μέχρις ότου καταστεί τελεσίδικη η απόφαση επί της αίτησης ή αποσυρθεί η αίτηση.».

β)

Η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Όταν καταστεί τελεσίδικη απόφαση δικαστηρίου σημάτων της ΕΕ επί παρεμπίπτουσας αγωγής με αίτημα την έκπτωση του δικαιούχου ή την ακυρότητα σήματος της ΕΕ, αντίγραφό της διαβιβάζεται χωρίς καθυστέρηση στο Γραφείο, είτε από το δικαστήριο είτε από οποιονδήποτε από τους διαδίκους στην εθνική διαδικασία. Το Γραφείο ή οποιοσδήποτε άλλος ενδιαφερόμενος μπορεί να ζητήσει πληροφορίες για τη διαβίβαση αυτή. Το Γραφείο καταχωρίζει μνεία της απόφασης στο μητρώο και λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα για να συμμορφωθεί με το διατακτικό της.».

94)

Στο άρθρο 101, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Για όλα τα θέματα σημάτων που δεν καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό, το αρμόδιο δικαστήριο σημάτων της ΕΕ εφαρμόζει το ισχύον εθνικό δίκαιο.».

95)

Στο άρθρο 102, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Το δικαστήριο σημάτων της ΕΕ μπορεί επίσης να εφαρμόζει μέτρα ή διαταγές δυνάμει του εφαρμοστέου δικαίου εφόσον τα κρίνει κατάλληλα υπό τις περιστάσεις της υπόθεσης.».

96)

Ο τίτλος «Τμήμα 4. Μεταβατικές διατάξεις» και το άρθρο 108 διαγράφονται.

97)

Το άρθρο 113 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 113

Υποβολή, δημοσίευση και διαβίβαση της αίτησης μετατροπής

1.   Η αίτηση μετατροπής κατατίθεται στο Γραφείο εντός της σχετικής προθεσμίας σύμφωνα με το άρθρο 112 παράγραφος 4, 5 ή 6 και περιλαμβάνει μνεία του λόγου της μετατροπής σύμφωνα με το άρθρο 112 παράγραφος 1 στοιχείο α) ή β) των κρατών μελών ως προς τα οποία ζητείται η μετατροπή, καθώς και των αγαθών και υπηρεσιών που υπόκεινται σε μετατροπή. Όταν η μετατροπή ζητείται μετά από μη ανανέωση της καταχώρισης, η τρίμηνη προθεσμία που προβλέπεται από το άρθρο 112 παράγραφος 5 αρχίζει την επομένη της τελευταίας ημέρας κατά την οποία μπορεί να υποβληθεί η αίτηση ανανέωσης σύμφωνα με το άρθρο 47 παράγραφος 3. Η αίτηση μετατροπής θεωρείται υποβληθείσα μόνον αφού καταβληθεί το τέλος μετατροπής.

2.   Όταν η αίτηση μετατροπής αφορά αίτηση σήματος της ΕΕ που έχει ήδη δημοσιευθεί ή όταν η αίτηση μετατροπής αφορά σήμα της ΕΕ, η παραλαβή της σημειώνεται στο μητρώο και η αίτηση μετατροπής δημοσιεύεται.

3.   Το Γραφείο ελέγχει κατά πόσον η ζητηθείσα μετατροπή πληροί τις προϋποθέσεις του παρόντος κανονισμού, ιδίως το άρθρο 112 παράγραφοι 1, 2, 4, 5 και 6 και την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, καθώς και τις τυπικές προϋποθέσεις που ορίζονται στην εκτελεστική πράξη που έχει εκδοθεί σύμφωνα με την παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου. Αν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που διέπουν την αίτηση, το Γραφείο ενημερώνει τον αιτούντα για τις ελλείψεις. Αν αυτές δεν θεραπευθούν εντός προθεσμίας που τάσσει το Γραφείο, η αίτηση μετατροπής απορρίπτεται. Στην περίπτωση που ισχύει το άρθρο 112 παράγραφος 2, το Γραφείο απορρίπτει την αίτηση μετατροπής ως απαράδεκτη μόνον όσον αφορά τα κράτη μέλη για τα οποία, σύμφωνα με τη διάταξη αυτή, αποκλείεται η μετατροπή. Όταν το τέλος μετατροπής δεν έχει καταβληθεί μέσα στην τρίμηνη προθεσμία σύμφωνα με το άρθρο 112 παράγραφοι 4, 5 ή 6, το Γραφείο ενημερώνει τον αιτούντα ότι η αίτηση μετατροπής λογίζεται ως μη υποβληθείσα.

4.   Εάν το Γραφείο ή δικαστήριο σημάτων της ΕΕ έχει απορρίψει την αίτηση σήματος της ΕΕ ή έχει κηρύξει το σήμα της ΕΕ άκυρο βάσει απόλυτων λόγων με αναφορά στη γλώσσα ενός κράτους μέλους, η μετατροπή αποκλείεται σύμφωνα με το άρθρο 112 παράγραφος 2 για όλα τα κράτη μέλη στα οποία η εν λόγω γλώσσα είναι μία από τις επίσημες γλώσσες. Εάν το Γραφείο ή δικαστήριο σημάτων της ΕΕ έχει απορρίψει την αίτηση σήματος της ΕΕ ή έχει κηρύξει το σήμα της ΕΕ άκυρο για απόλυτους λόγους που έχει κριθεί ότι ισχύουν στο σύνολο της Ένωσης ή λόγω προγενέστερου σήματος της ΕΕ ή άλλου δικαιώματος βιομηχανικής ιδιοκτησίας της ΕΕ, η μετατροπή αποκλείεται, σύμφωνα με το άρθρο 112 παράγραφος 2, για όλα τα κράτη μέλη.

5.   Εφόσον η αίτηση μετατροπής πληροί τις απαιτήσεις της παραγράφου 3 του παρόντος άρθρου, το Γραφείο τη διαβιβάζει, μαζί με τα δεδομένα που αναφέρονται στο άρθρο 84 παράγραφος 2 στις κεντρικές υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένου του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ, για τις οποίες η αίτηση κρίθηκε παραδεκτή. Το Γραφείο ενημερώνει τον αιτούντα για την ημερομηνία διαβίβασης.

6.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες ορίζουν:

α)

το λεπτομερές περιεχόμενο της αίτησης μετατροπής ενός κατατεθειμένου ή καταχωρισμένου σήματος της ΕΕ σε αίτηση εθνικού σήματος σύμφωνα με την παράγραφο 1·

β)

το λεπτομερές περιεχόμενο της δημοσίευσης της αίτησης μετατροπής σύμφωνα με την παράγραφο 2.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.».

98)

Στο άρθρο 114, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η αίτηση σήματος της ΕΕ ή το σήμα της ΕΕ που διαβιβάζεται σύμφωνα με το άρθρο 113 δεν υπόκειται, βάσει του εθνικού δικαίου, σε τυπικές προϋποθέσεις διαφορετικές από εκείνες ή επιπλέον εκείνων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό ή σε πράξεις που έχουν εκδοθεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού.».

99)

Στο άρθρο 115 παράγραφος 1, η πρώτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Το Γραφείο αποτελεί οργανισμό της Ένωσης.».

100)

Στο άρθρο 116, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 1, το Γραφείο μπορεί να χρησιμοποιήσει αποσπασμένους εθνικούς εμπειρογνώμονες ή άλλο προσωπικό που δεν απασχολείται από το Γραφείο. Το Διοικητικό Συμβούλιο εκδίδει απόφαση για τη θέσπιση κανόνων σχετικά με την απόσπαση εθνικών εμπειρογνωμόνων στο Γραφείο.».

101)

Στο άρθρο 117, οι λέξεις «στο Γραφείο» αντικαθίστανται από τις λέξεις «στο Γραφείο και στο προσωπικό του».

102)

Το άρθρο 119 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«5.   Η ανακοπή και η αίτηση έκπτωσης ή η δήλωση ακυρότητας κατατίθενται σε μία από τις γλώσσες του Γραφείου.».

β)

Παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«5α.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5:

α)

κάθε αίτηση ή δήλωση σχετικά με αίτηση σήματος της ΕΕ μπορεί να κατατεθεί στη γλώσσα που χρησιμοποιήθηκε για την κατάθεση της αίτησης του εν λόγω σήματος της ΕΕ ή στη δεύτερη γλώσσα που δήλωσε ο καταθέτης στην αίτησή του·

β)

κάθε αίτηση ή δήλωση σχετικά με καταχωρισμένο σήμα της ΕΕ μπορεί να κατατεθεί σε μία από τις γλώσσες του Γραφείου.

Πάντως, όταν η αίτηση κατατίθεται μέσω εντύπου που παρέχει το Γραφείο σύμφωνα με το άρθρο 79β παράγραφος 2, το εν λόγω έντυπο μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε οποιαδήποτε από τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης, υπό τον όρο ότι συμπληρώνεται σε μία από τις γλώσσες του Γραφείου, όσον αφορά τα στοιχεία του κειμένου.».

γ)

Στο δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 6, η δεύτερη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Η μετάφραση προσκομίζεται εντός μηνός από τη λήξη της περιόδου ανακοπής ή από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης έκπτωσης ή της δήλωσης ακυρότητας.».

δ)

Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«8.   Με την επιφύλαξη των παραγράφων 4 και 7, και εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά, στη γραπτή διαδικασία ενώπιον του Γραφείου τα μέρη μπορούν να χρησιμοποιούν οποιαδήποτε από τις γλώσσες του Γραφείου. Αν η επιλεγείσα γλώσσα δεν είναι η γλώσσα της διαδικασίας, το ενδιαφερόμενο μέρος υποβάλλει μετάφραση του πρωτοτύπου στη γλώσσα αυτή εντός μηνός από την ημερομηνία υποβολής του. Εφόσον ο καταθέτης σήματος της ΕΕ είναι το μοναδικό μέρος της διαδικασίας ενώπιον του Γραφείου και η αίτηση σήματος της ΕΕ δεν κατατέθηκε σε μία από τις γλώσσες του Γραφείου, η μετάφραση μπορεί επίσης να υποβληθεί στη δεύτερη γλώσσα που δήλωσε ο καταθέτης στην αίτησή του.

9.   Ο εκτελεστικός διευθυντής καθορίζει τον τρόπο επικύρωσης των μεταφράσεων.

10.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες ορίζουν:

α)

αν τα δικαιολογητικά έγγραφα που θα χρησιμοποιηθούν σε γραπτή διαδικασία ενώπιον του Γραφείου μπορούν να υποβληθούν σε οποιαδήποτε γλώσσα της Ένωσης και αν απαιτείται μετάφραση·

β)

τα πρότυπα που πρέπει να πληρούν οι μεταφράσεις που υποβάλλονται στο Γραφείο.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.».

103)

Στο άρθρο 120 παράγραφος 1, οι λέξεις «τον εκτελεστικό κανονισμό» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τις πράξεις που έχουν εκδοθεί βάσει του παρόντος κανονισμού».

104)

Το άρθρο 122 διαγράφεται.

105)

Το άρθρο 123 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 123

Διαφάνεια

1.   Στα έγγραφα που τηρούνται από το Γραφείο εφαρμόζεται ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (17).

2.   Το Διοικητικό Συμβούλιο θεσπίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001.

3.   Οι αποφάσεις που λαμβάνονται από το Γραφείο κατ' εφαρμογή του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο καταγγελίας στον Ευρωπαίο Διαμεσολαβητή ή προσφυγής ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπό τους όρους που προβλέπονται στα άρθρα 228 και 263 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αντιστοίχως.

4.   Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από το Γραφείο υπόκειται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (18).

(17)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1049/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2001, για την πρόσβαση του κοινού στα έγγραφα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής (ΕΕ L 145 της 31.5.2001, σ. 43)."

(18)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).»."

106)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 123α

Κανόνες ασφάλειας για την προστασία διαβαθμισμένων και ευαίσθητων μη-διαβαθμισμένων πληροφοριών

Το Γραφείο εφαρμόζει τις αρχές ασφάλειας που προβλέπονται στους κανόνες ασφάλειας της Επιτροπής σχετικά με την προστασία των Διαβαθμισμένων Πληροφοριών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUCI) και των ευαίσθητων μη διαβαθμισμένων πληροφοριών, όπως ορίζονται στις αποφάσεις (ΕΕ, Ευρατόμ) 2015/443 (19) και 2015/444 (20) της Επιτροπής. Η εφαρμογή των αρχών ασφάλειας καλύπτει, μεταξύ άλλων, τις διατάξεις περί ανταλλαγής, επεξεργασίας και αποθήκευσης τέτοιων πληροφοριών.

(19)  Απόφαση (ΕΕ, Ευρατόμ) 2015/443 της Επιτροπής, της 13ης Μαρτίου 2015, σχετικά με την ασφάλεια στην Επιτροπή (ΕΕ L 72 της 17.3.2015, σ. 41)."

(20)  Απόφαση (ΕΕ, Ευρατόμ) 2015/444 της Επιτροπής, της 13ης Μαρτίου 2015, σχετικά με τους κανόνες ασφαλείας για την προστασία των διαβαθμισμένων πληροφοριών της ΕΕ (ΕΕ L 72 της 17.3.2015, σ. 53).»."

107)

Στον τίτλο XII, παρεμβάλλεται το ακόλουθο τμήμα:

«ΤΜΗΜΑ 1α

Καθήκοντα του Γραφείου και συνεργασία για την προαγωγή της σύγκλισης

Άρθρο 123β

Καθήκοντα του Γραφείου

1.   Το Γραφείο αναλαμβάνει τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

διαχείριση και προώθηση του συστήματος σημάτων της ΕΕ που θεσπίζεται στον παρόντα κανονισμό·

β)

διαχείριση και προώθηση του συστήματος σχεδίων και υποδειγμάτων της ΕΕ που θεσπίστηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 6/2002 του Συμβουλίου (21)·

γ)

προώθηση της σύγκλισης των πρακτικών και εργαλείων στους τομείς των σημάτων, σχεδίων και υποδειγμάτων σε συνεργασία με τις κεντρικές υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένου του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ·

δ)

τα καθήκοντα που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 386/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (22)·

ε)

τα καθήκοντα που του ανατίθενται βάσει της οδηγίας 2012/28/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (23).

2.   Το Γραφείο συνεργάζεται με θεσμικά όργανα, αρχές, φορείς, υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας, διεθνείς και μη κυβερνητικές οργανώσεις σε σχέση με τα καθήκοντα που του ανατίθενται στην παράγραφο 1.

3.   Το Γραφείο μπορεί να παρέχει εθελοντικές υπηρεσίες διαμεσολάβησης για την παροχή βοήθειας στα μέρη με στόχο την επίτευξη φιλικού διακανονισμού.

Άρθρο 123γ

Συνεργασία για την προώθηση της σύγκλισης πρακτικών και εργαλείων

1.   Το Γραφείο, οι κεντρικές υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών και το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ συνεργάζονται μεταξύ τους για την προώθηση της σύγκλισης των πρακτικών και εργαλείων στον τομέα των εμπορικών σημάτων, σχεδίων και υποδειγμάτων.

Με την επιφύλαξη της παραγράφου 3, η εν λόγω συνεργασία καλύπτει ιδίως τους εξής τομείς δραστηριοτήτων:

α)

ανάπτυξη κοινών προτύπων εξέτασης·

β)

δημιουργία κοινών ή συνδεδεμένων βάσεων δεδομένων και διαδικτυακών πυλών για σκοπούς διαβούλευσης, έρευνας και ταξινόμησης σε ολόκληρη την Ένωση·

γ)

συνεχής παροχή και ανταλλαγή δεδομένων και πληροφοριών, συμπεριλαμβανομένης της τροφοδότησης των βάσεων δεδομένων και των πυλών που αναφέρονται στο στοιχείο β)·

δ)

θέσπιση κοινών προτύπων και πρακτικών, με σκοπό την εξασφάλιση της διαλειτουργικότητας μεταξύ διαδικασιών και συστημάτων σε ολόκληρη την Ένωση και ενίσχυση της συνοχής, της αποτελεσματικότητας και της αποδοτικότητάς τους·

ε)

ανταλλαγή πληροφοριών για τα δικαιώματα βιομηχανικής ιδιοκτησίας και τις σχετικές διαδικασίες, συμπεριλαμβανομένης της αμοιβαίας υποστήριξης στις υπηρεσίες τεχνικής υποστήριξης και τα κέντρα πληροφόρησης·

στ)

ανταλλαγή τεχνικής εμπειρογνωσίας και βοήθειας σε σχέση με τους τομείς που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως ε).

2.   Βάσει πρότασης του εκτελεστικού διευθυντή, το Διοικητικό Συμβούλιο καθορίζει και συντονίζει έργα που παρουσιάζουν ενδιαφέρον για την Ένωση και τα κράτη μέλη όσον αφορά τους τομείς που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 6, και καλεί τις κεντρικές υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών και το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ να συμμετάσχουν στα εν λόγω έργα.

Ο ορισμός των έργων περιλαμβάνει τις συγκεκριμένες υποχρεώσεις και αρμοδιότητες κάθε συμμετέχουσας υπηρεσίας βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών, του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ και του Γραφείου. Το Γραφείο διαβουλεύεται με εκπροσώπους των χρηστών, ιδίως στις φάσεις του ορισμού των έργων και της αξιολόγησης των αποτελεσμάτων τους.

3.   Οι κεντρικές υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών και το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ μπορούν κατ' επιλογή τους να μη συμμετέχουν, να περιορίζουν ή να αναστέλλουν προσωρινά τη συνεργασία τους στα έργα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 2.

Κατά τη χρήση της δυνατότητας που προβλέπεται στο πρώτο εδάφιο, οι κεντρικές υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών και το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ υποβάλλουν στο Γραφείο γραπτή δήλωση στην οποία εξηγούν τους λόγους για την απόφασή τους.

4.   Αφού δεσμευθούν να συμμετάσχουν σε ορισμένα έργα, οι κεντρικές υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών, καθώς και το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ, συμμετέχουν ουσιαστικά, με την επιφύλαξη της παραγράφου 3, στα έργα που αναφέρονται στην παράγραφο 2, με στόχο να εξασφαλιστούν η ανάπτυξη, η λειτουργία, η διαλειτουργικότητα και η επικαιροποίησή τους.

5.   Το Γραφείο παρέχει οικονομική στήριξη στα έργα της παραγράφου 2, εφόσον είναι απαραίτητη για να εξασφαλιστεί, για τους σκοπούς της παραγράφου 4, η ουσιαστική συμμετοχή των κεντρικών υπηρεσιών βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών και του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ στα εν λόγω έργα. Η οικονομική στήριξη μπορεί να λάβει τη μορφή επιχορηγήσεων και εισφορών σε είδος. Το συνολικό ποσό της χρηματοδότησης δεν υπερβαίνει το 15 % των ετήσιων εσόδων του Γραφείου. Οι δικαιούχοι των επιχορηγήσεων είναι οι κεντρικές υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών και το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ. Οι επιχορηγήσεις είναι δυνατόν να δοθούν χωρίς πρόσκληση υποβολής προτάσεων σύμφωνα με τους δημοσιονομικούς κανόνες που ισχύουν για το Γραφείο και με βάση τις αρχές των διαδικασιών περί επιχορηγήσεων που περιλαμβάνει ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (24) και ο κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1268/2012 της Επιτροπής (25).

6.   Το Γραφείο και οι σχετικές αρμόδιες αρχές των κρατών μελών συνεργάζονται μεταξύ τους εθελοντικά για την προαγωγή της ευαισθητοποίησης σχετικά με το σύστημα εμπορικών σημάτων και την καταπολέμηση της προσβολής. Στη συνεργασία αυτή περιλαμβάνονται έργα αποσκοπούντα ιδίως στην εφαρμογή των καθιερωμένων προτύπων και πρακτικών καθώς και στη διοργάνωση δραστηριοτήτων εκπαίδευσης και κατάρτισης. Η οικονομική στήριξη των εν λόγω έργων αποτελεί μέρος του συνολικού ποσού χρηματοδότησης που αναφέρεται στην παράγραφο 5. Εφαρμόζονται κατ' αναλογίαν οι παράγραφοι 2 έως 5.

(21)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 6/2002 του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2001, για τα κοινοτικά σχέδια και υποδείγματα (ΕΕ L 3 της 5.1.2002, σ. 1)."

(22)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 386/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Απριλίου 2012, σχετικά με την ανάθεση στο Γραφείο Εναρμόνισης στο Πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς (εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) καθηκόντων συναφών με την επιβολή της εφαρμογής των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας, συμπεριλαμβανομένης της σύγκλησης Ευρωπαϊκού Παρατηρητηρίου για την Παραβίαση των Δικαιωμάτων Διανοητικής Ιδιοκτησίας, με εκπροσώπους του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα (ΕΕ L 129 της 16.5.2012, σ. 1)."

(23)  Οδηγία 2012/28/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με ορισμένες επιτρεπόμενες χρήσεις ορφανών έργων (ΕΕ L 299 της 27.10.2012, σ. 5)."

(24)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1)."

(25)  Κατ' εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1268/2012 της Επιτροπής, της 29ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης (ΕΕ L 362 της 31.12.2012, σ. 1).»."

108)

Στον τίτλο XII, τα τμήματα 2 και 3 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«ΤΜΗΜΑ 2

Διοικητικό Συμβούλιο

Άρθρο 124

Καθήκοντα του Διοικητικού Συμβουλίου

1.   Με την επιφύλαξη των καθηκόντων που ανατίθενται στην επιτροπή προϋπολογισμού στο τμήμα 5, το Διοικητικό Συμβούλιο έχει τα ακόλουθα καθήκοντα:

α)

με βάση σχέδιο που υποβάλλεται από τον εκτελεστικό διευθυντή σύμφωνα με το άρθρο 128 παράγραφος 4 στοιχείο γ), εγκρίνει το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας του Γραφείου για το επόμενο έτος, αφού λάβει υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής, και διαβιβάζει το εγκεκριμένο ετήσιο πρόγραμμα εργασίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή·

β)

με βάση σχέδιο που υποβάλλεται από τον εκτελεστικό διευθυντή σύμφωνα με το άρθρο 128 παράγραφος 4 στοιχείο ε), και λαμβανομένης υπόψη της γνώμης της Επιτροπής, εγκρίνει πολυετές στρατηγικό πρόγραμμα του Γραφείου, συμπεριλαμβανομένης της στρατηγικής του Γραφείου για τη διεθνή συνεργασία, μετά από ανταλλαγή απόψεων μεταξύ του εκτελεστικού διευθυντή και της αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, και διαβιβάζει το εγκεκριμένο πολυετές στρατηγικό πρόγραμμα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή·

γ)

με βάση σχέδιο που υποβάλλεται από τον εκτελεστικό διευθυντή σύμφωνα με το άρθρο 128 παράγραφος 4 στοιχείο ζ), εγκρίνει την ετήσια έκθεση και διαβιβάζει την εγκεκριμένη ετήσια έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Επιτροπή και στο Ελεγκτικό Συνέδριο·

δ)

με βάση σχέδιο που υποβάλλεται από τον εκτελεστικό διευθυντή σύμφωνα με το άρθρο 128 παράγραφος 4 στοιχείο η), εγκρίνει το πολυετές πρόγραμμα πολιτικής προσωπικού·

ε)

ασκεί τις αρμοδιότητες που του ανατίθενται δυνάμει του άρθρου 123γ παράγραφος 2·

στ)

ασκεί τις αρμοδιότητες που του ανατίθενται δυνάμει του άρθρου 139 παράγραφος 5·

ζ)

εγκρίνει κανόνες για την πρόληψη και τη διαχείριση συγκρούσεων συμφερόντων στο Γραφείο·

η)

ασκεί, σύμφωνα με την παράγραφο 2, όσον αφορά το προσωπικό του Γραφείου, τις αρμοδιότητες που ανατίθενται βάσει του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή, και βάσει του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό στην αρμόδια για τη σύναψη συμβάσεων πρόσληψης αρχή (“αρμοδιότητες της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής”)·

θ)

εγκρίνει τους δέοντες εκτελεστικούς κανόνες για την εφαρμογή του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό, σύμφωνα με το άρθρο 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης·

ι)

καταρτίζει τον κατάλογο των υποψηφίων που προβλέπεται στο άρθρο 129 παράγραφος 2·

ια)

μεριμνά ώστε να δοθεί κατάλληλη συνέχεια στα πορίσματα και τις συστάσεις που απορρέουν από τις εκθέσεις εσωτερικού ή εξωτερικού λογιστικού ελέγχου και τις αξιολογήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 165α, καθώς και από έρευνες της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF)·

ιβ)

ερωτάται πριν από την έγκριση των κατευθυντήριων γραμμών όσον αφορά την εξέταση που διενεργείται από το Γραφείο και στις άλλες περιπτώσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό·

ιγ)

μπορεί να διατυπώνει γνώμες και να απευθύνει αιτήσεις πληροφοριών προς τον εκτελεστικό διευθυντή και την Επιτροπή, εφόσον το κρίνει αναγκαίο.

2.   Το Διοικητικό Συμβούλιο εκδίδει, σύμφωνα με το άρθρο 110 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και το άρθρο 142 του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό, απόφαση βάσει του άρθρου 2 παράγραφος 1 του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης και του άρθρου 6 του καθεστώτος που εφαρμόζεται στο λοιπό προσωπικό, με την οποία αναθέτει στον εκτελεστικό διευθυντή τις αντίστοιχες εξουσίες που ανήκουν στην αρμόδια για τους διορισμούς αρχή και ορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες αναστέλλεται η εν λόγω εξουσιοδότηση της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής.

Ο εκτελεστικός διευθυντής έχει το δικαίωμα να μεταβιβάζει περαιτέρω τις εν λόγω εξουσίες.

Όταν το επιβάλλουν εξαιρετικές περιστάσεις, το Διοικητικό Συμβούλιο δύναται να αναστέλλει προσωρινά, με απόφασή του, την ανάθεση στον εκτελεστικό διευθυντή των εξουσιών της αρμόδιας για τους διορισμούς αρχής και των αρμοδιοτήτων που ο τελευταίος μεταβίβασε περαιτέρω, και να τις ασκήσει το ίδιο ή να τις αναθέσει σε ένα από τα μέλη του ή σε άλλο μέλος του προσωπικού πλην του εκτελεστικού διευθυντή.

Άρθρο 125

Σύνθεση του Διοικητικού Συμβουλίου

1.   Το Διοικητικό Συμβούλιο αποτελείται από έναν αντιπρόσωπο κάθε κράτους μέλους, δύο αντιπροσώπους της Επιτροπής και έναν αντιπρόσωπο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, καθώς και από τους αντίστοιχους αναπληρωτές τους.

2.   Τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου μπορούν να επικουρούνται από συμβούλους ή εμπειρογνώμονες, εντός των ορίων που προβλέπονται στον εσωτερικό του κανονισμό.

Άρθρο 126

Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου

1.   Το Διοικητικό Συμβούλιο εκλέγει πρόεδρο και αντιπρόεδρο εκ των μελών του. Ο αντιπρόεδρος αντικαθιστά αυτοδικαίως τον πρόεδρο σε περίπτωση κωλύματος.

2.   Η διάρκεια της θητείας του προέδρου και του αντιπροέδρου είναι τετραετής. Η θητεία μπορεί να ανανεωθεί άπαξ. Ωστόσο, εάν καθ' οιανδήποτε στιγμή της θητείας τους απολέσουν την ιδιότητα του μέλους του Διοικητικού Συμβουλίου, η θητεία τους επίσης λήγει αυτομάτως κατά την ίδια ημερομηνία.

Άρθρο 127

Συνεδριάσεις

1.   Το Διοικητικό Συμβούλιο συνέρχεται μετά από πρόσκληση του προέδρου του.

2.   Ο εκτελεστικός διευθυντής λαμβάνει μέρος στις συσκέψεις, εκτός αν το Διοικητικό Συμβούλιο αποφασίσει άλλως.

3.   Το Διοικητικό Συμβούλιο συνέρχεται σε τακτική συνεδρίαση τουλάχιστον άπαξ ετησίως. Συνέρχεται επίσης με πρωτοβουλία του προέδρου του ή μετά από αίτημα της Επιτροπής ή του ενός τρίτου των κρατών μελών.

4.   Το Διοικητικό Συμβούλιο θεσπίζει τον εσωτερικό του κανονισμό.

5.   Το Διοικητικό Συμβούλιο λαμβάνει τις αποφάσεις του με απόλυτη πλειοψηφία των μελών του. Ωστόσο, απαιτείται πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών του για τις αποφάσεις που είναι αρμόδιο να λαμβάνει το Διοικητικό Συμβούλιο δυνάμει του άρθρου 124 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β), του άρθρου 126 παράγραφος 1 και του άρθρου 129 παράγραφοι 2 και 4. Και στις δύο περιπτώσεις, κάθε μέλος διαθέτει μόνον μία ψήφο.

6.   Το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να προσκαλεί παρατηρητές στις συνεδριάσεις του.

7.   Η γραμματεία του Διοικητικού Συμβουλίου εξασφαλίζεται από το Γραφείο.

ΤΜΗΜΑ 3

Εκτελεστικός διευθυντής

Άρθρο 128

Καθήκοντα του εκτελεστικού διευθυντή

1.   Το Γραφείο διοικείται από τον εκτελεστικό διευθυντή. Ο εκτελεστικός διευθυντής λογοδοτεί στο Διοικητικό Συμβούλιο.

2.   Υπό την επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής, του Διοικητικού Συμβουλίου και της επιτροπής προϋπολογισμού, ο εκτελεστικός διευθυντής ασκεί τα καθήκοντά του με πλήρη ανεξαρτησία και δεν ζητεί ούτε δέχεται οδηγίες από καμία κυβέρνηση ή άλλον οργανισμό.

3.   Ο εκτελεστικός διευθυντής είναι ο νόμιμος εκπρόσωπος του Γραφείου.

4.   Ο εκτελεστικός διευθυντής έχει κυρίως τα ακόλουθα καθήκοντα, τα οποία μπορεί να μεταβιβάζει:

α)

λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσει τη λειτουργία του Γραφείου, συμπεριλαμβανομένης της έκδοσης εσωτερικών διοικητικών εντολών και της δημοσίευσης ανακοινώσεων·

β)

εκτελεί τις αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου·

γ)

καταρτίζει σχέδιο του ετήσιου προγράμματος εργασίας, που αναφέρει τους εκτιμώμενους ανθρώπινους και οικονομικούς πόρους για κάθε δραστηριότητα, και το υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο, μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή·

δ)

υποβάλλει προτάσεις στο Διοικητικό Συμβούλιο βάσει του άρθρου 123γ παράγραφος 2·

ε)

καταρτίζει σχέδιο πολυετούς στρατηγικού προγράμματος, συμπεριλαμβανομένης της στρατηγικής του Γραφείου για τη διεθνή συνεργασία, και το υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο, μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή και ανταλλαγή απόψεων με την αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου·

στ)

εκτελεί το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας και το πολυετές στρατηγικό πρόγραμμα και υποβάλλει έκθεση στο Διοικητικό Συμβούλιο σχετικά με την εκτέλεσή τους·

ζ)

καταρτίζει την ετήσια έκθεση επί των δραστηριοτήτων του Γραφείου και την υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο προς έγκριση·

η)

καταρτίζει σχέδιο πολυετούς προγράμματος πολιτικής προσωπικού και το υποβάλλει στο Διοικητικό Συμβούλιο, μετά από διαβούλευση με την Επιτροπή·

θ)

καταρτίζει σχέδιο δράσης για τη συνέχεια που δίδεται στα συμπεράσματα των εκθέσεων εσωτερικού ή εξωτερικού λογιστικού ελέγχου και των αξιολογήσεων, καθώς και την παρακολούθηση των ερευνών της OLAF, και υποβάλλει έκθεση προόδου δύο φορές τον χρόνο στην Επιτροπή και το Διοικητικό Συμβούλιο·

ι)

διασφαλίζει την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, με την εφαρμογή προληπτικών μέτρων κατά της απάτης, της διαφθοράς και κάθε άλλης παράνομης δραστηριότητας, με τη διενέργεια αποτελεσματικών ελέγχων και, σε περίπτωση που διαπιστωθούν παρατυπίες, με την ανάκτηση των αδικαιολογήτως καταβληθέντων ποσών και, κατά περίπτωση, με την επιβολή αποτελεσματικών, αναλογικών και αποτρεπτικών διοικητικών και οικονομικών κυρώσεων·

ια)

χαράζει στρατηγική του Γραφείου για την καταπολέμηση της απάτης και την υποβάλλει στην επιτροπή προϋπολογισμού προς έγκριση·

ιβ)

για να διασφαλισθεί η ενιαία εφαρμογή του κανονισμού, μπορεί να παραπέμπει, όπου είναι αναγκαίο, νομικά ζητήματα στο διευρυμένο τμήμα προσφυγών (“τμήμα προσφυγών μείζονος συνθέσεως”), ιδίως όταν τα τμήματα προσφυγών έχουν εκδώσει αποκλίνουσες αποφάσεις επί του ζητήματος·

ιγ)

καταρτίζει κατάσταση των προβλεπόμενων εσόδων και εξόδων του Γραφείου και εκτελεί τον προϋπολογισμό του·

ιδ)

ασκεί τις αρμοδιότητες που του έχουν ανατεθεί από το Διοικητικό Συμβούλιο σχετικά με το προσωπικό, δυνάμει του άρθρου 124 παράγραφος 1 στοιχείο η)·

ιε)

ασκεί τις αρμοδιότητες που του έχουν ανατεθεί δυνάμει του άρθρου 26 παράγραφος 3, του άρθρου 29 παράγραφος 5, του άρθρου 30 παράγραφος 3, του άρθρου 75 παράγραφος 2, του άρθρου 78 παράγραφος 5, των άρθρων 79, 79β και 79γ, του άρθρου 87 παράγραφος 4, του άρθρου 87α παράγραφος 3, του άρθρου 88 παράγραφος 5, των άρθρων 88α και 89, του άρθρου 93 παράγραφος 4, του άρθρου 119 παράγραφος 9, του άρθρου 144, του άρθρου 144α παράγραφος 1, του άρθρου 144β παράγραφος 2 και του άρθρου 144 γ, σύμφωνα με τα κριτήρια που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό και στις πράξεις που έχουν εκδοθεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού.

5.   Ο εκτελεστικός διευθυντής επικουρείται από έναν ή περισσότερους αναπληρωτές εκτελεστικούς διευθυντές. Σε περίπτωση απουσίας ή κωλύματος του εκτελεστικού διευθυντή, τον αντικαθιστούν ο αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής ή ένας από τους αναπληρωτές εκτελεστικούς διευθυντές σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται από το Διοικητικό Συμβούλιο.

Άρθρο 129

Διορισμός του εκτελεστικού διευθυντή, απαλλαγή από τα καθήκοντά του και παράταση της θητείας

1.   Ο εκτελεστικός διευθυντής προσλαμβάνεται ως έκτακτος υπάλληλος του Γραφείου βάσει του άρθρου 2 στοιχείο α) του καθεστώτος που εφαρμόζεται επί του λοιπού προσωπικού.

2.   Ο εκτελεστικός διευθυντής διορίζεται από το Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει με απλή πλειοψηφία, από κατάλογο υποψηφίων που προτείνει το Διοικητικό Συμβούλιο, μετά από ανοικτή και διαφανή διαδικασία επιλογής. Πριν από τον διορισμό του, ο επιλεγμένος από το Διοικητικό Συμβούλιο υποψήφιος ενδέχεται να κληθεί να προβεί σε δήλωση ενώπιον αρμόδιας επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να απαντήσει σε ερωτήσεις των μελών της. Για τους σκοπούς της σύναψης της σύμβασης με τον εκτελεστικό διευθυντή, το Γραφείο εκπροσωπείται από τον πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου.

Ο εκτελεστικός διευθυντής απαλλάσσεται από τα καθήκοντά του μόνο με απόφαση του Συμβουλίου, βάσει πρότασης του Διοικητικού Συμβουλίου.

3.   Η θητεία του εκτελεστικού διευθυντή είναι πενταετής. Στο τέλος αυτής της περιόδου, το Διοικητικό Συμβούλιο πραγματοποιεί αξιολόγηση, κατά την οποία λαμβάνονται υπόψη οι επιδόσεις του εκτελεστικού διευθυντή και τα μελλοντικά καθήκοντα και προκλήσεις του Γραφείου.

4.   Το Συμβούλιο, λαμβάνοντας υπόψη την αναφερόμενη στην παράγραφο 3 αξιολόγηση, δύναται να παρατείνει άπαξ τη θητεία του εκτελεστικού διευθυντή και για μέγιστη περίοδο πέντε ετών.

5.   Αν έχει παραταθεί η θητεία εκτελεστικού διευθυντή, δεν επιτρέπεται η συμμετοχή του σε νέα διαδικασία επιλογής για την ίδια θέση μετά το πέρας της συνολικής θητείας του.

6.   Ο αναπληρωτής εκτελεστικός διευθυντής ή οι αναπληρωτές εκτελεστικοί διευθυντές διορίζονται ή απαλλάσσονται από τα καθήκοντά τους, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 2, μετά από διαβούλευση με τον εκτελεστικό διευθυντή ή, ανάλογα με την περίπτωση, με τον επιλεγέντα στο αξίωμα αυτό. Η θητεία του αναπληρωτή εκτελεστικού διευθυντή είναι πενταετής. Παρατείνεται άπαξ και για μέγιστη περίοδο πέντε ετών από το Συμβούλιο, μετά από διαβούλευση με τον εκτελεστικό διευθυντή.».

109)

Το άρθρο 130 τροποποιείται ως εξής:

α)

Το στοιχείο γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«γ)

το τμήμα που είναι επιφορτισμένο με το μητρώο·».

β)

Προστίθεται το ακόλουθο στοιχείο:

«στ)

οποιαδήποτε άλλη μονάδα ή πρόσωπο που ορίζεται από τον εκτελεστικό διευθυντή για τον σκοπό αυτόν.».

110)

Στο άρθρο 131, η αναφορά στα «άρθρα 36, 37 και 68» αντικαθίσταται από την αναφορά «άρθρα 36, 37, 68 και 74γ».

111)

Στο άρθρο 132, η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η τρίτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αποφάσεις σχετικές με τα έξοδα ή τη διαδικασία λαμβάνονται από μονομελή τμήματα.».

β)

Προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες καθορίζουν επακριβώς τα είδη αποφάσεων που λαμβάνονται από μονομελή τμήματα. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.».

112)

Το άρθρο 133 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 133

Τμήμα επιφορτισμένο με το μητρώο

1.   Το τμήμα που είναι επιφορτισμένο με το μητρώο είναι αρμόδιο για τη λήψη κάθε απόφασης σχετικά με τις εγγραφές στο μητρώο.

2.   Είναι επίσης αρμόδιο για την τήρηση του πίνακα των εγκεκριμένων αντιπροσώπων που αναφέρεται στο άρθρο 93 παράγραφος 2.

3.   Οι αποφάσεις του τμήματος λαμβάνονται σε μονομελή σύνθεση.».

113)

Το άρθρο 134 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Το τμήμα ακύρωσης είναι αρμόδιο για τη λήψη κάθε απόφασης σχετικά με:

α)

αιτήσεις έκπτωσης ή ακυρότητας σήματος της ΕΕ·

β)

αιτήσεις μεταβίβασης σήματος της ΕΕ κατά το άρθρο 18.».

β)

Στην παράγραφο 2, η τρίτη περίοδος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Αποφάσεις σχετικές με τα έξοδα ή τις διαδικασίες που καθορίζονται στις πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 132 παράγραφος 2 λαμβάνονται από μονομελή τμήματα.».

114)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 134α

Γενικές αρμοδιότητες

Οι αποφάσεις που απαιτούνται βάσει του παρόντος κανονισμού, οι οποίες δεν εμπίπτουν στην αρμοδιότητα εξεταστή, τμήματος ανακοπών, τμήματος ακύρωσης ή του τμήματος που είναι επιφορτισμένο με το μητρώο, λαμβάνονται από υπάλληλο ή από μονάδα που ορίζεται από τον εκτελεστικό διευθυντή για τον σκοπό αυτό.».

115)

Το άρθρο 135 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Τα τμήματα προσφυγών είναι αρμόδια να αποφαίνονται επί των προσφυγών που ασκούνται κατά των αποφάσεων που λαμβάνονται σύμφωνα με τα άρθρα 131 έως 134α.».

β)

Στην παράγραφο 2, οι λέξεις «τμήμα με διευρυμένη σύνθεση» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τμήμα μείζονος συνθέσεως».

γ)

Η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Για τον καθορισμό των ειδικών περιπτώσεων που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του τμήματος μείζονος συνθέσεως, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η νομική δυσκολία ή η σημασία της υπόθεσης ή οι ειδικές περιστάσεις. Οι υποθέσεις αυτές δύνανται να παραπέμπονται στο τμήμα μείζονος συνθέσεως:

α)

από το όργανο των τμημάτων προσφυγών που αναφέρεται στο άρθρο 136 παράγραφος 4 στοιχείο α)· ή

β)

από το τμήμα προσφυγών που έχει επιληφθεί της υποθέσεως.».

δ)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Το τμήμα μείζονος συνθέσεως είναι επίσης αρμόδιο για την έκδοση αιτιολογημένων γνωμών επί νομικών ζητημάτων που του παραπέμπονται από τον εκτελεστικό διευθυντή, σύμφωνα με το άρθρο 128 παράγραφος 4 στοιχείο ιβ).».

ε)

Στην παράγραφο 5, η τελευταία περίοδος διαγράφεται.

116)

Το άρθρο 136 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 136

Ανεξαρτησία των μελών των τμημάτων προσφυγών

1.   Ο πρόεδρος των τμημάτων προσφυγών και οι πρόεδροι των επιμέρους τμημάτων προσφυγών διορίζονται, σύμφωνα με την προβλεπόμενη στο άρθρο 129 διαδικασία διορισμού του εκτελεστικού διευθυντή, για μία πενταετία. Κατά τη διάρκεια της θητείας τους δεν απαλλάσσονται των καθηκόντων τους, εκτός αν συντρέχουν σοβαροί λόγοι και το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μετά από αίτηση του οργάνου που τους έχει διορίσει, εκδώσει σχετική απόφαση.

2.   Η θητεία του προέδρου των τμημάτων προσφυγών δύναται να ανανεωθεί μόνον άπαξ για μία επιπλέον πενταετία ή έως την ηλικία συνταξιοδότησης, εφόσον αυτή συμπληρώνεται κατά τη διάρκεια της νέας θητείας, μετά από θετική αξιολόγηση των επιδόσεών του από το διοικητικό συμβούλιο.

3.   Η θητεία των προέδρων των επιμέρους τμημάτων προσφυγών δύναται να ανανεωθεί για πρόσθετες πενταετείς περιόδους ή έως την ηλικία συνταξιοδότησης, εφόσον αυτή συμπληρώνεται κατά τη διάρκεια της νέας θητείας, έπειτα από θετική αξιολόγηση των επιδόσεών τους από το διοικητικό συμβούλιο, και αφού εκφέρει γνώμη ο πρόεδρος των τμημάτων προσφυγών.

4.   Ο πρόεδρος των τμημάτων προσφυγών διαθέτει τις ακόλουθες διοικητικές και οργανωτικές αρμοδιότητες:

α)

προεδρεύει του προεδρείου των τμημάτων προσφυγών (“προεδρείο”), το οποίο είναι αρμόδιο για τη θέσπιση των κανόνων και την οργάνωση των εργασιών των τμημάτων·

β)

εξασφαλίζει την εκτέλεση των αποφάσεων του προεδρείου·

γ)

κατανέμει τις υποθέσεις μεταξύ των τμημάτων βάσει αντικειμενικών κριτηρίων που καθορίζονται από το προεδρείο·

δ)

διαβιβάζει στον εκτελεστικό διευθυντή τις απαιτήσεις δαπανών των τμημάτων, προκειμένου να συνταχθεί η κατάσταση προβλέψεων δαπανών.

Ο πρόεδρος των τμημάτων προσφυγών προεδρεύει του τμήματος μείζονος συνθέσεως.

5.   Τα μέλη των τμημάτων προσφυγών διορίζονται για πενταετή περίοδο από το διοικητικό συμβούλιο. Η θητεία τους δύναται να ανανεωθεί για πρόσθετες πενταετείς περιόδους ή έως την ηλικία συνταξιοδότησης, εφόσον αυτή συμπληρώνεται κατά τη διάρκεια της νέας θητείας, μετά από θετική αξιολόγηση των επιδόσεών τους από το διοικητικό συμβούλιο, και αφού εκφέρει γνώμη ο πρόεδρος των τμημάτων προσφυγών.

6.   Τα μέλη των τμημάτων προσφυγών δεν απαλλάσσονται των καθηκόντων τους, εκτός αν συντρέχουν σοβαροί λόγοι και το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης εκδώσει σχετική απόφαση, κατόπιν παραπομπής του ζητήματος από το διοικητικό συμβούλιο το οποίο ενεργεί κατόπιν προτάσεως του προέδρου του τμήματος προσφυγών, και αφού εκφέρει γνώμη ο πρόεδρος του τμήματος στο οποίο ανήκει το μέλος.

7.   Ο πρόεδρος των τμημάτων προσφυγών και οι πρόεδροι και τα μέλη κάθε τμήματος προσφυγών είναι ανεξάρτητοι. Κατά τη λήψη των αποφάσεών τους δεν δεσμεύονται από οδηγίες.

8.   Οι αποφάσεις που λαμβάνονται από το τμήμα μείζονος συνθέσεως σχετικά με προσφυγές ή γνωμοδοτήσεις επί νομικών ζητημάτων που του παραπέμπονται από τον εκτελεστικό διευθυντή του Γραφείου, σύμφωνα με το άρθρο 135, είναι δεσμευτικές για τα αρμόδια όργανα λήψης αποφάσεων του Γραφείου που αναφέρονται στο άρθρο 130.

9.   Ο πρόεδρος των τμημάτων προσφυγών και οι πρόεδροι και τα μέλη κάθε τμήματος προσφυγών δεν είναι εξεταστές ούτε μέλη των τμημάτων ανακοπών, του τμήματος που είναι επιφορτισμένο με το μητρώο ή των τμημάτων ακύρωσης.».

117)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 136α

Προεδρείο των τμημάτων προσφυγών και προεδρείο του τμήματος μείζονος συνθέσεως

1.   Το προεδρείο αποτελείται από τον πρόεδρο των τμημάτων προσφυγών, ο οποίος και προεδρεύει των συνεδριάσεων, από τους προέδρους τμήματος και από μέλη των τμημάτων που εκλέγονται για κάθε ημερολογιακό έτος από το σύνολο των μελών των τμημάτων, και μεταξύ αυτών, εκτός του προέδρου των τμημάτων και των προέδρων τμήματος. Ο αριθμός των μελών που εκλέγονται κατ' αυτόν τον τρόπο είναι το ένα τέταρτο των μελών των τμημάτων, εξαιρουμένων του προέδρου των τμημάτων και των προέδρων τμήματος, στρογγυλοποιημένος, εφόσον απαιτείται, στην αμέσως μεγαλύτερη μονάδα.

2.   Το τμήμα μείζονος συνθέσεως που αναφέρεται στο άρθρο 135 παράγραφος 2 απαρτίζεται από εννέα μέλη, συμπεριλαμβανομένων του προέδρου των τμημάτων προσφυγών, των προέδρων τμήματος, του εισηγητή που έχει οριστεί πριν από την παραπομπή της υπόθεσης στο τμήμα μείζονος συνθέσεως, εφόσον συντρέχει περίπτωση, και μελών επιλεγέντων εκ περιτροπής από κατάλογο που περιλαμβάνει τα ονόματα όλων των μελών των τμημάτων προσφυγών, εκτός του προέδρου των τμημάτων προσφυγών και των προέδρων τμήματος.».

118)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 136β

Εξουσιοδότηση

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 163α, με τις οποίες διευκρινίζονται οι λεπτομέρειες σχετικά με την οργάνωση των τμημάτων προσφυγών, συμπεριλαμβανομένων της σύστασης και του ρόλου του προεδρείου, της σύνθεσης του τμήματος μείζονος συνθέσεως και των κανόνων που διέπουν τις παραπομπές σε αυτό, καθώς και οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες λαμβάνονται οι αποφάσεις από μονομελή τμήματα σύμφωνα με το άρθρο 135 παράγραφοι 2 και 5.».

119)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 137α

Κέντρο διαμεσολάβησης

1.   Για τους σκοπούς του άρθρου 123β παράγραφος 3, το Γραφείο δύναται να συστήσει κέντρο διαμεσολάβησης (“το κέντρο”).

2.   Κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο μπορεί να χρησιμοποιήσει τις υπηρεσίες του κέντρου σε οικειοθελή βάση με σκοπό τη φιλική διευθέτηση, με αμοιβαία συμφωνία, των διαφορών οι οποίες διέπονται από τον παρόντα κανονισμό ή τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 6/2002.

3.   Τα μέρη προσφεύγουν σε διαμεσολάβηση με την υποβολή κοινής αίτησης. Η αίτηση θεωρείται υποβληθείσα μόνο μετά την καταβολή της αντίστοιχης επιβάρυνσης. Ο εκτελεστικός διευθυντής καθορίζει το ύψος των επιβαρύνσεων που χρεώνονται σύμφωνα με το άρθρο 144 παράγραφος 1.

4.   Σε περίπτωση διαφορών που αποτελούν αντικείμενο διαδικασιών εκκρεμουσών ενώπιον των τμημάτων ανακοπών, των τμημάτων ακύρωσης ή ενώπιον των τμημάτων προσφυγών του Γραφείου, μπορεί να υποβληθεί κοινή αίτηση διαμεσολάβησης ανά πάσα στιγμή μετά την κατάθεση δικογράφου ανακοπής, αίτησης έκπτωσης ή αίτησης ακυρότητας ή δικογράφου προσφυγής κατά αποφάσεων των τμημάτων ανακοπών ή ακύρωσης.

5.   Η εν λόγω διαδικασία αναστέλλεται και οι προθεσμίες, εκτός της προθεσμίας για την καταβολή των σχετικών τελών, διακόπτονται από την ημερομηνία κατάθεσης της κοινής αίτησης διαμεσολάβησης. Οι προθεσμίες εξακολουθούν να τρέχουν από την ημέρα επανάληψης της διαδικασίας.

6.   Τα μέρη καλούνται να διορίσουν από κοινού, από τον κατάλογο που αναφέρεται στην παράγραφο 12, ένα διαμεσολαβητή με δεδηλωμένη γνώση της γλώσσας της εν λόγω διαμεσολάβησης. Σε περίπτωση που τα μέρη δεν διορίσουν διαμεσολαβητή εντός 20 ημερών από την πρόσκληση να το πράξουν, η διαμεσολάβηση θεωρείται αποτυχούσα.

7.   Τα μέρη συμφωνούν από κοινού με τον διαμεσολαβητή τις ειδικές λεπτομέρειες για τη διαμεσολάβηση σε συμφωνία διαμεσολάβησης.

8.   Ο διαμεσολαβητής τερματίζει τη διαδικασία διαμεσολάβησης είτε μόλις τα μέρη καταλήξουν σε συμφωνία διακανονισμού, εάν ένα από τα μέρη δηλώσει ότι επιθυμεί να τερματιστεί η διαμεσολάβηση ή εάν ο διαμεσολαβητής διαπιστώσει ότι τα μέρη δεν κατόρθωσαν να επιτύχουν συμφωνία.

9.   Ο διαμεσολαβητής ενημερώνει τα μέρη και το σχετικό όργανο του Γραφείου μόλις τερματιστεί η διαδικασία διαμεσολάβησης.

10.   Οι συζητήσεις και οι διαπραγματεύσεις που διεξήχθησαν στο πλαίσιο της διαμεσολάβησης έχουν εμπιστευτικό χαρακτήρα, ο οποίος δεσμεύει όλα τα συμμετέχοντα πρόσωπα, ιδίως τον διαμεσολαβητή, τα μέρη και τους αντιπροσώπους τους. Όλα τα έγγραφα και στοιχεία που υποβάλλονται κατά τη διάρκεια της διαμεσολάβησης διατηρούνται χωριστά από τον φάκελο οποιασδήποτε άλλης διαδικασίας ενώπιον του Γραφείου και δεν αποτελούν μέρος του.

11.   Η διαμεσολάβηση διενεργείται σε μία από τις επίσημες γλώσσες της Ένωσης συμφωνηθείσα από τα μέρη. Σε περίπτωση που η διαμεσολάβηση αφορά διαφορές που εκκρεμούν ενώπιον του Γραφείου, η διαμεσολάβηση διενεργείται στη γλώσσα της διαδικασίας του Γραφείου, εκτός αν συμφωνηθεί άλλως από τα μέρη.

12.   Το Γραφείο καταρτίζει κατάλογο διαμεσολαβητών οι οποίοι βοηθούν τα μέρη στην επίλυση διαφορών. Οι διαμεσολαβητές πρέπει να απολαύουν ανεξαρτησίας και να διαθέτουν σχετικές δεξιότητες και πείρα. Ο κατάλογος μπορεί να περιλαμβάνει τόσο τους διαμεσολαβητές που απασχολούνται από το Γραφείο όσο και εκείνους που δεν απασχολούνται από αυτό.

13.   Οι διαμεσολαβητές πρέπει να είναι αμερόληπτοι κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και δηλώνουν οποιαδήποτε πραγματική ή εικαζόμενη σύγκρουση συμφερόντων κατά τον διορισμό τους. Τα μέλη των οργάνων λήψης αποφάσεων του Γραφείου που αναφέρονται στο άρθρο 130 δεν συμμετέχουν σε διαμεσολάβηση σχετικά με υπόθεση στην οποία:

α)

έχουν οποιαδήποτε προηγούμενη ανάμειξη στις υπό διαμεσολάβηση διαδικασίες·

β)

έχουν οποιοδήποτε προσωπικό συμφέρον στις εν λόγω διαδικασίες· ή

γ)

έχουν εμπλακεί προηγουμένως ως αντιπρόσωποι ενός εκ των μερών.

14.   Οι διαμεσολαβητές δεν συμμετέχουν ως μέλη των οργάνων λήψης αποφάσεων του Γραφείου που αναφέρονται στο άρθρο 130 σε διαδικασία που επαναλαμβάνεται λόγω αποτυχίας της διαμεσολάβησης.

15.   Το Γραφείο μπορεί να συνεργάζεται με άλλους αναγνωρισμένους εθνικούς ή διεθνείς οργανισμούς που ασκούν δραστηριότητες διαμεσολάβησης.».

120)

Το άρθρο 138 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 138

Επιτροπή προϋπολογισμού

1.   Η επιτροπή προϋπολογισμού ασκεί τα καθήκοντα που της ανατίθενται στο παρόν τμήμα.

2.   Για την επιτροπή προϋπολογισμού ισχύουν, κατ' αναλογία, τα άρθρα 125 και 126, το άρθρο 127 παράγραφοι 1 έως 4, και παράγραφος 5 στον βαθμό που αφορά την εκλογή του προέδρου και του αντιπροέδρου, καθώς και οι παράγραφοι 6 και 7.

3.   Η επιτροπή προϋπολογισμού λαμβάνει τις αποφάσεις της με απόλυτη πλειοψηφία των μελών της. Ωστόσο, για αποφάσεις τις οποίες η επιτροπή προϋπολογισμού είναι αρμόδια να λάβει δυνάμει του άρθρου 140 παράγραφος 3 και του άρθρου 143, απαιτείται πλειοψηφία των δύο τρίτων των μελών της. Και στις δύο περιπτώσεις, κάθε μέλος διαθέτει μόνον μία ψήφο.».

121)

Το άρθρο 139 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 139

Προϋπολογισμός

1.   Όλα τα έσοδα και τα έξοδα του Γραφείου προβλέπονται για κάθε οικονομικό έτος, και εγγράφονται στον προϋπολογισμό του Γραφείου. Κάθε οικονομικό έτος συμπίπτει με το ημερολογιακό έτος.

2.   Ο προϋπολογισμός πρέπει να είναι ισοσκελισμένος ως προς τα έσοδα και τα έξοδα.

3.   Με την επιφύλαξη άλλων ειδών εσόδων, στα έσοδα περιλαμβάνονται τα συνολικά τέλη που καταβάλλονται στο πλαίσιο του παραρτήματος -Ι του παρόντος κανονισμού, τα συνολικά τέλη που καταβάλλονται στο πλαίσιο του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 6/2002, τα συνολικά τέλη που καταβάλλονται στο πλαίσιο του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης τα οποία προβλέπονται στο άρθρο 145 του παρόντος κανονισμού, για διεθνή καταχώριση στην οποία προσδιορίζεται η Ένωση καθώς και άλλες πληρωμές προς τα συμβαλλόμενα μέρη του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης, τα συνολικά τέλη που καταβάλλονται στο πλαίσιο της πράξης της Γενεύης, τα οποία προβλέπονται στο άρθρο 106γ του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 6/2002 για διεθνή καταχώριση στην οποία προσδιορίζεται η Ένωση καθώς και άλλες πληρωμές προς τα συμβαλλόμενα μέρη της πράξης της Γενεύης και, κατά τον βαθμό που είναι αναγκαίο, επιδότηση εγγεγραμμένη σε ειδικό κονδύλιο του τμήματος “Επιτροπή” του γενικού προϋπολογισμού της Ένωσης.

4.   Κάθε χρόνο το Γραφείο αντισταθμίζει τις δαπάνες στις οποίες υποβάλλονται οι κεντρικές υπηρεσίες βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών και το Γραφείο Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ, καθώς και κάθε σχετική άλλη αρχή που ορίζεται από κράτος μέλος, ως αποτέλεσμα των ειδικών καθηκόντων που ασκούν ως λειτουργικά μέρη του συστήματος σημάτων της ΕΕ στο πλαίσιο των ακόλουθων υπηρεσιών και διαδικασιών:

α)

διαδικασίες ανακοπής ή ακυρότητας ενώπιον των κεντρικών υπηρεσιών βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών, καθώς και του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ σχετικά με σήματα της ΕΕ·

β)

παροχή πληροφοριών σχετικά με τη λειτουργία του συστήματος σημάτων της ΕΕ μέσω γραφείων υποστήριξης και κέντρων πληροφοριών·

γ)

ενδυνάμωση προστασίας των σημάτων της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των μέτρων που λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 4.

5.   Η συνολική αντιστάθμιση των δαπανών που προσδιορίζονται στην παράγραφο 4 αντιστοιχεί στο 5 % των ετήσιων εσόδων του Γραφείου. Με την επιφύλαξη του τρίτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, κατόπιν προτάσεως του Γραφείου και αφού ζητηθεί η γνώμη της επιτροπής προϋπολογισμού, το διοικητικό συμβούλιο καθορίζει την κλείδα κατανομής βάσει των ακόλουθων αντικειμενικών, δίκαιων και συναφών δεικτών:

α)

ετήσιος αριθμός των αιτήσεων σήματος της ΕΕ που υποβλήθηκαν από καταθέτες σε κάθε κράτος μέλος·

β)

ετήσιος αριθμός των αιτήσεων εθνικού σήματος σε κάθε κράτος μέλος·

γ)

ετήσιος αριθμός των ανακοπών και των αιτήσεων ακυρότητας που υποβλήθηκαν από δικαιούχους σημάτων της ΕΕ σε κάθε κράτος μέλος·

δ)

ετήσιος αριθμός των υποθέσεων ενώπιον των δικαστηρίων σημάτων της ΕΕ που ορίστηκαν από κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 95.

Προς τεκμηρίωση των δαπανών που αναφέρονται στην παράγραφο 4, τα κράτη μέλη υποβάλλουν στο Γραφείο έως τις 31 Μαρτίου κάθε έτους στατιστικά στοιχεία που αποδεικνύουν τα αριθμητικά στοιχεία που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως δ) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου για το προηγούμενο έτος, τα οποία περιλαμβάνονται στην πρόταση που υποβάλλεται στο Διοικητικό Συμβούλιο.

Για λόγους δίκαιης αντιμετώπισης, θεωρείται ότι οι δαπάνες στις οποίες υποβάλλονται οι οργανισμοί που αναφέρονται στην παράγραφο 4 σε κάθε κράτος μέλος αντιστοιχούν τουλάχιστον στο 2 % της συνολικής αντιστάθμισης που προβλέπεται δυνάμει της παρούσας παραγράφου.

6.   Η υποχρέωση του Γραφείου να αντισταθμίσει τις δαπάνες που αναφέρονται στην παράγραφο 4 και πραγματοποιήθηκαν εντός συγκεκριμένου έτους ισχύει μόνο στον βαθμό που δεν υφίσταται δημοσιονομικό έλλειμμα κατά το εν λόγω έτος.

7.   Σε περίπτωση δημοσιονομικού πλεονάσματος και με την επιφύλαξη της παραγράφου 10, κατόπιν προτάσεως του Γραφείου και αφού ζητηθεί η γνώμη της επιτροπής προϋπολογισμού, το Διοικητικό Συμβούλιο μπορεί να αυξήσει το ποσοστό που αναφέρεται στην παράγραφο 5, εντός του ορίου του 10 % των ετήσιων εσόδων του Γραφείου.

8.   Με την επιφύλαξη των παραγράφων 4 έως 7 και της παραγράφου 10 του παρόντος άρθρου και των άρθρων 123β και 123γ, σε περίπτωση σημαντικού πλεονάσματος επί πέντε συναπτά έτη, η επιτροπή προϋπολογισμού, κατόπιν προτάσεως του Γραφείου και σύμφωνα με το ετήσιο πρόγραμμα εργασίας και το πολυετές στρατηγικό πρόγραμμα που αναφέρονται στο άρθρο 124 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β), αποφασίζει με πλειοψηφία των δύο τρίτων για τη μεταφορά στον προϋπολογισμό της Ένωσης πλεονάσματος που προκύπτει από τις 23 Μαρτίου 2016.

9.   Το Γραφείο συντάσσει ανά εξάμηνο έκθεση απευθυνόμενη στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή σχετικά με την οικονομική του κατάσταση, συμπεριλαμβανομένων των δημοσιονομικών πράξεων που πραγματοποιούνται δυνάμει του άρθρου 123γ παράγραφοι 5 και 6, και του άρθρου 139 παράγραφοι 5 και 7. Με βάση την έκθεση αυτή, η Επιτροπή προβαίνει σε εξέταση της οικονομικής κατάστασης του Γραφείου.

10.   Το Γραφείο προβλέπει αποθεματικό κεφάλαιο, το οποίο να καλύπτει ένα έτος των λειτουργικών του δαπανών, ώστε να εξασφαλίζεται η συνέχεια των εργασιών του και η εκτέλεση των καθηκόντων του.».

122)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 141α

Καταπολέμηση της απάτης

1.   Προκειμένου να διευκολυνθεί η καταπολέμηση της απάτης, της διαφθοράς και άλλων παράνομων δραστηριοτήτων βάσει του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 883/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (26), το Γραφείο προσχωρεί στη διοργανική συμφωνία της 25ης Μαΐου 1999 σχετικά με τις εσωτερικές έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) και θεσπίζει τις ενδεδειγμένες διατάξεις που εφαρμόζονται σε όλους τους υπαλλήλους του Γραφείου, με βάση το υπόδειγμα που παρατίθεται στο παράρτημα της εν λόγω συμφωνίας.

2.   Το Ελεγκτικό Συνέδριο έχει δικαίωμα ελέγχου, βάσει παραστατικών και επιτόπιου ελέγχου, εφ' όλων των δικαιούχων επιχορηγήσεων, αντισυμβαλλομένων και υπεργολάβων που έλαβαν κονδύλια της Ένωσης από το Γραφείο.

3.   Η OLAF δύναται να διενεργεί έρευνες, συμπεριλαμβανομένων επιτόπιων ελέγχων και επιθεωρήσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις και τις διαδικασίες που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 883/2013 και στον κανονισμό (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου (27), με σκοπό να διαπιστώσει κατά πόσον υπήρξε απάτη, διαφθορά ή άλλη παράνομη δραστηριότητα εις βάρος των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης σε σχέση με επιχορήγηση ή σύμβαση χρηματοδοτούμενη από το Γραφείο.

4.   Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1, 2 και 3, οι συμφωνίες συνεργασίας με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς, οι συμβάσεις, οι συμφωνίες επιχορήγησης και οι αποφάσεις επιχορήγησης του Γραφείου περιλαμβάνουν διατάξεις που εξουσιοδοτούν ρητά το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο και την OLAF να διενεργούν τέτοιους ελέγχους και έρευνες, αναλόγως των αντίστοιχων αρμοδιοτήτων τους.

5.   Η επιτροπή προϋπολογισμού υιοθετεί στρατηγική καταπολέμησης της απάτης, η οποία είναι ανάλογη των κινδύνων απάτης, έχοντας υπόψη τη σχέση κόστους-οφέλους των μέτρων προς εφαρμογή.

(26)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 883/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Σεπτεμβρίου 2013, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (Ευρατόμ) αριθ. 1074/1999 του Συμβουλίου (ΕΕ L 248 της 18.9.2013, σ. 1)."

(27)  Κανονισμός (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου, της 11ης Νοεμβρίου 1996, σχετικά με τους ελέγχους και εξακριβώσεις που διεξάγει επιτοπίως η Επιτροπή με σκοπό την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από απάτες και λοιπές παρατυπίες (ΕΕ L 292 της 15.11.1996, σ. 2).»."

123)

Το άρθρο 144 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 144

Τέλη και επιβαρύνσεις και ημερομηνία λήξης

1.   Ο εκτελεστικός διευθυντής καθορίζει τα ποσά που χρεώνονται για τις υπηρεσίες που παρέχει το Γραφείο πλην εκείνων που αναφέρονται στο παράρτημα -Ι, καθώς και τα ποσά που χρεώνονται για το Δελτίο Σημάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την Επίσημη Εφημερίδα του Γραφείου και κάθε άλλη δημοσίευση του Γραφείου. Τα ποσά που χρεώνονται καθορίζονται σε ευρώ και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα του Γραφείου. Το ύψος της χρέωσης δεν υπερβαίνει το αναγκαίο ποσό για την κάλυψη του κόστους της εκάστοτε υπηρεσίας την οποία παρέχει το Γραφείο.

2.   Τα τέλη και οι επιβαρύνσεις για τα οποία δεν ορίζεται ημερομηνία εξόφλησης στον παρόντα κανονισμό οφείλονται από την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης για την υπηρεσία στην οποία αντιστοιχούν.

Με τη σύμφωνη γνώμη της επιτροπής προϋπολογισμού, ο εκτελεστικός διευθυντής μπορεί να καθορίζει ποιες από τις υπηρεσίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο δεν εξαρτώνται από την προκαταβολή των αντίστοιχων τελών ή επιβαρύνσεων.».

124)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 144α

Πληρωμή των τελών και επιβαρύνσεων

1.   Τα τέλη και οι επιβαρύνσεις που οφείλονται στο Γραφείο καταβάλλονται με κατάθεση ή έμβασμα σε τραπεζικό λογαριασμό επ' ονόματι του Γραφείου.

Με τη σύμφωνη γνώμη της επιτροπής προϋπολογισμού, ο εκτελεστικός διευθυντής μπορεί να καθορίζει ποιες συγκεκριμένες μέθοδοι πληρωμής εκτός από εκείνες που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο, ιδίως μέσω καταθέσεων σε τρέχοντες λογαριασμούς που διατηρεί το Γραφείο, μπορούν να χρησιμοποιηθούν.

Οι αποφάσεις δυνάμει του δεύτερου εδαφίου δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα του Γραφείου.

Όλες οι πληρωμές, περιλαμβανομένων εκείνων για τις οποίες χρησιμοποιείται άλλη μέθοδος πληρωμής που καθορίζεται σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο, πραγματοποιούνται σε ευρώ.

2.   Κάθε πληρωμή φέρει το όνομα του προσώπου που την πραγματοποιεί και περιέχει και τις απαραίτητες πληροφορίες που θα επιτρέψουν στο Γραφείο να διαπιστώσει αμέσως τον σκοπό της πληρωμής. Πιο συγκεκριμένα, παρέχονται οι ακόλουθες πληροφορίες:

α)

σε περίπτωση πληρωμής τέλους αιτήσεως, το αντικείμενο της πληρωμής, δηλαδή “τέλος αίτησης”·

β)

σε περίπτωση πληρωμής τέλους ανακοπής, τον αριθμό φακέλου της αίτησης και το όνομα του καταθέτη σήματος της ΕΕ κατά του οποίου στρέφεται η ανακοπή, και το αντικείμενο της πληρωμής, δηλαδή “τέλος ανακοπής”·

γ)

σε περίπτωση πληρωμής τέλους έκπτωσης και ακυρότητας, τον αριθμό καταχώρισης και το όνομα του δικαιούχου του σήματος της ΕΕ κατά του οποίου στρέφεται η αίτηση, και το αντικείμενο της πληρωμής, δηλαδή “τέλος έκπτωσης” ή “τέλος ακυρότητας”.

3.   Εάν το αντικείμενο της πληρωμής που αναφέρεται στην παράγραφο 2 δεν μπορεί να διαπιστωθεί εύκολα, το Γραφείο ζητεί από το πρόσωπο που προβαίνει στην πληρωμή να γνωστοποιήσει εγγράφως το αντικείμενό της εντός προθεσμίας που τάσσει το Γραφείο. Σε περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος δεν ανταποκριθεί στο αίτημα αυτό εγκαίρως, θεωρείται ότι η πληρωμή δεν πραγματοποιήθηκε. Το καταβληθέν ποσό επιστρέφεται.

Άρθρο 144β

Ημερομηνία κατά την οποία η πληρωμή θεωρείται πραγματοποιηθείσα

1.   Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 144α παράγραφος 1, η ημερομηνία κατά την οποία θεωρείται ότι έχει πραγματοποιηθεί η πληρωμή προς το Γραφείο είναι η ημερομηνία κατά την οποία το ποσό της κατάθεσης ή του εμβάσματος φέρεται πραγματικά εις πίστωση τραπεζικού λογαριασμού του Γραφείου.

2.   Στις περιπτώσεις στις οποίες ενδέχεται να γίνει χρήση των μεθόδων πληρωμής που αναφέρονται στο άρθρο 144α παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, ο εκτελεστικός διευθυντής καθορίζει την ημερομηνία κατά την οποία θεωρείται ότι έχουν πραγματοποιηθεί οι σχετικές πληρωμές.

3.   Όταν, δυνάμει των παραγράφων 1 και 2, η πληρωμή των τελών θεωρείται συντελεσθείσα μόνο μετά τη λήξη της προθεσμίας πληρωμής, θεωρείται ότι η εν λόγω προθεσμία τηρήθηκε εφόσον αποδειχθεί στο Γραφείο ότι τα πρόσωπα που πραγματοποίησαν την πληρωμή σε κράτος μέλος εντός της προθεσμίας αυτής έδωσαν τη δέουσα εντολή σε τραπεζικό ίδρυμα για τη μεταφορά του ποσού και κατέβαλαν προσαύξηση 10 % επί του αντίστοιχου τέλους ή τελών, η οποία όμως δεν υπερβαίνει τα 200 EUR. Δεν καταβάλλεται προσαύξηση σε περίπτωση που η σχετική εντολή σε τραπεζικό ίδρυμα έχει δοθεί το αργότερο 10 ημέρες πριν από τη λήξη της προθεσμίας πληρωμής.

4.   Το Γραφείο μπορεί να ζητήσει από το πρόσωπο που πραγματοποίησε την πληρωμή να προσκομίσει στοιχεία σχετικά με την ημερομηνία κατά την οποία δόθηκε η εντολή στο τραπεζικό ίδρυμα που αναφέρεται στην παράγραφο 3 και, όταν χρειάζεται, να καταβάλει την προσαύξηση εντός προθεσμίας που θα καθοριστεί από αυτό. Σε περίπτωση που ο ενδιαφερόμενος δεν ανταποκριθεί στο αίτημα αυτό ή όταν δεν αρκούν τα αποδεικτικά στοιχεία ή όταν η απαιτούμενη προσαύξηση δεν πληρωθεί εγκαίρως, θεωρείται ότι δεν τηρήθηκε η προθεσμία πληρωμής.

Άρθρο 144γ

Ανεπαρκής πληρωμή και επιστροφή αμελητέων ποσών

1.   Κατ' αρχήν η προθεσμία πληρωμής θεωρείται ότι δεν έχει τηρηθεί εφόσον δεν καταβληθεί εγκαίρως το σχετικό ποσό στο ακέραιο. Σε περίπτωση που τα τέλη δεν πληρωθούν στο ακέραιο, το καταβληθέν ποσό επιστρέφεται μετά τη λήξη της προθεσμίας πληρωμής.

2.   Το Γραφείο, ωστόσο, μπορεί μέσα στο χρονικό διάστημα που απομένει μέχρι τη λήξη της προθεσμίας να δώσει στον καταβάλλοντα το ποσό την ευκαιρία να καταβάλει το υπόλοιπο ή, όπου κρίνεται δικαιολογημένο, να παραβλέψει το υπόλοιπο εάν το θεωρεί αμελητέο χωρίς να θίγονται τα δικαιώματα του καταβάλλοντος.

3.   Με τη σύμφωνη γνώμη της επιτροπής προϋπολογισμού, ο εκτελεστικός διευθυντής μπορεί να αποφασίζει τη μη διενέργεια πράξεων αναγκαστικής είσπραξης οφειλόμενου ποσού όταν το εισπρακτέο ποσό είναι ελάχιστο ή όταν η είσπραξή του είναι πολύ αβέβαιη.

4.   Όταν καταβάλλεται υπερβολικό ποσό χρημάτων για την κάλυψη τελών ή τιμών, το επιπλέον ποσό δεν επιστρέφεται όταν είναι αμελητέο και ο ενδιαφερόμενος δεν ζητεί ρητά την επιστροφή του.

Με τη σύμφωνη γνώμη της επιτροπής προϋπολογισμού, ο εκτελεστικός διευθυντής μπορεί να καθορίζει τα ποσά κάτω από τα οποία δεν επιστρέφονται τα υπέρ το δέον εισπραχθέντα ποσά για την κάλυψη τέλους ή επιβάρυνσης.

Οι αποφάσεις δυνάμει του δεύτερου εδαφίου δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα του Γραφείου.».

125)

Στο άρθρο 145, οι λέξεις «οι εκτελεστικοί κανονισμοί του» αντικαθίστανται από τις λέξεις «οι πράξεις που έχουν εκδοθεί δυνάμει του παρόντος κανονισμού».

126)

Το άρθρο 147 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, παρεμβάλλεται η ακόλουθη περίοδος μετά την πρώτη περίοδο:

«Το Γραφείο γνωστοποιεί στον καταθέτη διεθνούς αίτησης την ημερομηνία κατά την οποία παραλαμβάνει το Γραφείο τα έγγραφα που συνιστούν τη διεθνή αίτηση.».

β)

Οι παράγραφοι 3 έως 6 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Όταν η διεθνής αίτηση κατατίθεται σε γλώσσα που δεν είναι μία από τις γλώσσες που επιτρέπονται δυνάμει του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης για την κατάθεση διεθνών αιτήσεων, ο καταθέτης μπορεί να παρέχει μετάφραση του καταλόγου προϊόντων ή υπηρεσιών και οποιουδήποτε άλλου κειμένου που αποτελεί τμήμα της διεθνούς αίτησης στη γλώσσα στην οποία πρέπει να υποβληθεί η διεθνής αίτηση στο Διεθνές Γραφείο δυνάμει της παραγράφου 2. Εάν η αίτηση δεν συνοδεύεται από μετάφραση, ο καταθέτης εξουσιοδοτεί το Γραφείο να συμπεριλάβει σε αυτήν μετάφραση. Όταν δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμη η μετάφραση στο πλαίσιο της διαδικασίας καταχώρισης για την αίτηση σήματος της ΕΕ στην οποία βασίζεται η διεθνής αίτηση, το Γραφείο μεριμνά χωρίς καθυστέρηση για τη μετάφραση.

4.   Η κατάθεση διεθνούς αίτησης συνεπάγεται την καταβολή τέλους στο Γραφείο. Στην περίπτωση που η διεθνής καταχώριση βασίζεται σε σήμα της ΕΕ, εφόσον αυτό καταχωριστεί, το τέλος οφείλεται κατά την ημερομηνία καταχώρισης του σήματος της ΕΕ. Η αίτηση θεωρείται ότι δεν κατατέθηκε εφόσον δεν έχει καταβληθεί το τέλος. Εάν δεν έχει καταβληθεί το τέλος, το Γραφείο ενημερώνει σχετικά τον καταθέτη. Στην περίπτωση ηλεκτρονικής υποβολής, το Γραφείο μπορεί να επιτρέψει στο Διεθνές Γραφείο να εισπράξει τα τέλη για λογαριασμό του.

5.   Όταν από την εξέταση της διεθνούς αίτησης προκύπτει κάποια από τις ακόλουθες ελλείψεις, το Γραφείο καλεί τον καταθέτη να αποκαταστήσει τις ελλείψεις που εντοπίζονται εντός προθεσμίας την οποία ορίζει:

α)

η διεθνής αίτηση δεν έχει συμπληρωθεί στο έντυπο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 και δεν περιέχει όλες τις ενδείξεις και τις πληροφορίες που απαιτούνται από το έντυπο αυτό·

β)

ο κατάλογος προϊόντων και υπηρεσιών που περιέχεται στη διεθνή αίτηση δεν καλύπτεται από τον κατάλογο προϊόντων και υπηρεσιών που εμφανίζεται στη βασική αίτηση σήματος της ΕΕ ή τη βασική καταχώριση σήματος της ΕΕ·

γ)

το σήμα που αποτελεί το αντικείμενο της διεθνούς αίτησης δεν είναι ταυτόσημο με το σήμα όπως αυτό εμφανίζεται στη βασική αίτηση σήματος της ΕΕ ή τη βασική καταχώριση σήματος της ΕΕ·

δ)

η ένδειξη στη διεθνή αίτηση όσον αφορά το σήμα, εκτός από ρήτρα παραιτήσεως από ευθύνη ή διεκδίκηση χρώματος, δεν εμφανίζεται στη βασική αίτηση σήματος της ΕΕ ή τη βασική καταχώριση σήματος της ΕΕ·

ε)

εάν στη διεθνή αίτηση ζητείται η κατοχύρωση χρώματος ως διακριτικού χαρακτηριστικού του σήματος, η βασική αίτηση σήματος της ΕΕ ή βασική καταχώριση σήματος της ΕΕ δεν έχει το ίδιο χρώμα ή χρώματα· ή

στ)

σύμφωνα με τις ενδείξεις που αναφέρονται στο έντυπο της διεθνούς αίτησης, ο καταθέτης δεν είναι επιλέξιμος για την κατάθεση διεθνούς αίτησης μέσω του Γραφείου, σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο ii) του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης.

6.   Όταν ο καταθέτης αδυνατεί να εξουσιοδοτήσει το Γραφείο να συμπεριλάβει μετάφραση, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 3, ή εφόσον δεν είναι σαφές σε ποιον κατάλογο προϊόντων και υπηρεσιών βασίζεται η διεθνής αίτηση, το Γραφείο καλεί τον καταθέτη να υποβάλει τις απαιτούμενες ενδείξεις εντός προθεσμίας που του τάσσει.».

γ)

Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«7.   Εάν οι ελλείψεις που αναφέρονται στην παράγραφο 5 δεν θεραπευθούν ή εάν οι απαιτούμενες ενδείξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 6 δεν υποβληθούν εντός της προθεσμίας που έχει οριστεί από το Γραφείο, το Γραφείο απορρίπτει τη διαβίβαση της διεθνούς αίτησης στο Διεθνές Γραφείο.

8.   Το Γραφείο διαβιβάζει τη διεθνή αίτηση στο Διεθνές Γραφείο μαζί με την πιστοποίηση που προβλέπεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης, μόλις εξασφαλιστεί ότι η διεθνής αίτηση πληροί τις απαιτήσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο, στην πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου και στο άρθρο 146 του παρόντος κανονισμού.

9.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες καθορίζουν επακριβώς το έντυπο, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων του, που πρέπει να χρησιμοποιείται για την κατάθεση διεθνούς αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο 1. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.».

127)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 148α

Κοινοποίηση της ακυρότητας της βασικής αίτησης ή της καταχώρισης

1.   Εντός πενταετίας από την ημερομηνία της διεθνούς καταχώρισης, το Γραφείο κοινοποιεί στο Διεθνές Γραφείο οποιαδήποτε πραγματικά περιστατικά και τις αποφάσεις που επηρεάζουν την ισχύ της αίτησης σήματος της ΕΕ ή της καταχώρισης σήματος της ΕΕ επί του οποίου βασίστηκε η διεθνής καταχώριση.

2.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες καθορίζουν τα επιμέρους πραγματικά περιστατικά και τις αποφάσεις που υπόκεινται στην υποχρέωση κοινοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 3 του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης, καθώς και τη χρονική στιγμή αυτών των κοινοποιήσεων. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού.».

128)

Το άρθρο 149 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 149

Αίτηση εδαφικής επέκτασης μεταγενέστερη της διεθνούς καταχωρίσεως

1.   Κάθε αίτηση εδαφικής επέκτασης που υποβάλλεται μετά τη διεθνή καταχώριση σύμφωνα με το άρθρο 3β παράγραφος 2 του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης, μπορεί να κατατεθεί μέσω του Γραφείου. Η αίτηση κατατίθεται στη γλώσσα στην οποία έχει κατατεθεί η διεθνής αίτηση κατ' εφαρμογή του άρθρου 147 του παρόντος κανονισμού. Περιλαμβάνει στοιχεία που να τεκμηριώνουν το δικαίωμα επέκτασης της προστασίας σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο ii) και το άρθρο 3β παράγραφος 2 του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης. Το Γραφείο γνωστοποιεί στον καταθέτη που ζητεί εδαφική επέκταση την ημερομηνία κατά την οποία παραλαμβάνει την αίτηση για εδαφική επέκταση.

2.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες ορίζουν λεπτομερώς τις απαιτήσεις όσον αφορά την αίτηση για εδαφική επέκταση σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.

3.   Όταν η αίτηση εδαφικής επέκτασης που υποβάλλεται μετά τη διεθνή καταχώριση δεν είναι σύμφωνη με τις απαιτήσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 και στην εκτελεστική πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 2, το Γραφείο καλεί τον καταθέτη να διορθώσει τις παρατυπίες που έχουν εντοπιστεί εντός προθεσμίας που του τάσσει. Εάν οι ελλείψεις δεν θεραπευθούν εντός της προθεσμίας που έχει ταχθεί από το Γραφείο, το Γραφείο αρνείται να διαβιβάσει την αίτηση στο Διεθνές Γραφείο. Το Γραφείο δεν αρνείται να διαβιβάσει την αίτηση στο Διεθνές Γραφείο πριν δοθεί στον καταθέτη η δυνατότητα να θεραπεύσει τυχόν ελλείψεις που διαπιστώθηκαν στην αίτηση.

4.   Το Γραφείο διαβιβάζει την αίτηση για εδαφική επέκταση που υποβλήθηκε μετά τη διεθνή καταχώριση στο Διεθνές Γραφείο μόλις εξασφαλιστεί ότι πληρούνται οι απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 3.».

129)

Το άρθρο 153 αντικαθίσταται από τα ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 153

Διεκδίκηση αρχαιότητας σε μια διεθνή αίτηση

1.   Ο αιτών διεθνή καταχώριση με προστασία που να επεκτείνεται στην Ένωση μπορεί να επικαλεστεί, στη διεθνή αίτηση, την αρχαιότητα προγενέστερου σήματος που καταχωρίστηκε σε ένα κράτος μέλος, συμπεριλαμβανομένου σήματος που καταχωρίστηκε στις χώρες της Μπενελούξ ή καταχωρίστηκε βάσει διεθνών διευθετήσεων που παράγουν αποτελέσματα σε ένα κράτος μέλος, δυνάμει του άρθρου 34.

2.   Τα έγγραφα προς στήριξη της διεκδίκησης αρχαιότητας, όπως ορίζονται στην εκτελεστική πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο 34 παράγραφος 5, υποβάλλονται το αργότερο εντός τριμήνου από την ημερομηνία κατά την οποία το Διεθνές Γραφείο κοινοποιεί τη διεθνή καταχώριση στο Γραφείο. Ως προς αυτό, εφαρμόζεται το άρθρο 34 παράγραφος 6.

3.   Όταν ο δικαιούχος της διεθνούς καταχώρισης υποχρεούται να εκπροσωπηθεί ενώπιον του Γραφείου, σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 2, οι κοινοποιήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου περιλαμβάνουν τον διορισμό αντιπροσώπου κατά την έννοια του άρθρου 93 παράγραφος 1.

4.   Όταν το Γραφείο διαπιστώνει ότι η διεκδίκηση αρχαιότητας σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δεν είναι σύμφωνη με το άρθρο 34 ή δεν πληροί τις άλλες απαιτήσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο, καλεί τον καταθέτη να θεραπεύσει τις ελλείψεις. Εάν δεν εξασφαλιστεί ότι πληρούνται οι απαιτήσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο εντός της προθεσμίας που προσδιόρισε το Γραφείο, χάνεται το δικαίωμα όσον αφορά την αρχαιότητα της εν λόγω διεθνούς καταχώρισης. Εάν οι ελλείψεις αφορούν μόνο ορισμένα προϊόντα και υπηρεσίες, το δικαίωμα αρχαιότητας χάνεται μόνο στον βαθμό που αφορά τα εν λόγω προϊόντα και υπηρεσίες.

5.   Το Γραφείο ενημερώνει το Διεθνές Γραφείο για κάθε δήλωση απώλειας του δικαιώματος αρχαιότητας σύμφωνα με την παράγραφο 4. Ενημερώνει επίσης το Διεθνές Γραφείο για κάθε απόσυρση ή περιορισμό της διεκδίκησης αρχαιότητας.

6.   Το άρθρο 34 παράγραφος 4 εφαρμόζεται, εκτός εάν το δικαίωμα αρχαιότητας έχει κηρυχθεί απολεσθέν σύμφωνα με την παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου.».

130)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 153α

Διεκδίκηση αρχαιότητας ενώπιον του Γραφείου

1.   Ο δικαιούχος διεθνούς καταχώρισης με προστασία που επεκτείνεται στην Ένωση μπορεί, από την ημερομηνία δημοσίευσης των αποτελεσμάτων της καταχώρισης αυτής, δυνάμει του άρθρου 152 παράγραφος 2, να επικαλεστεί, ενώπιον του Γραφείου, την αρχαιότητα προγενέστερου σήματος που καταχωρίστηκε σε ένα κράτος μέλος, συμπεριλαμβανομένου σήματος που καταχωρίστηκε στις χώρες της Μπενελούξ ή καταχωρίστηκε βάσει διεθνών διευθετήσεων που παράγουν αποτελέσματα σε ένα κράτος μέλος, δυνάμει του άρθρου 35.

2.   Όταν η διεκδίκηση της αρχαιότητας γίνεται πριν από την ημερομηνία που αναφέρεται στην παράγραφο 1, θεωρείται ότι το Γραφείο παρέλαβε τη διεκδίκηση αρχαιότητας τη συγκεκριμένη ημερομηνία.

3.   Η διεκδίκηση αρχαιότητας σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου πληροί τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο άρθρο 35 και περιλαμβάνει τις πληροφορίες που καθιστούν δυνατή την εξέταση με βάση τις εν λόγω απαιτήσεις.

4.   Εάν δεν πληρούνται οι απαιτήσεις οι οποίες διέπουν τη διεκδίκηση αρχαιότητας σύμφωνα με την παράγραφο 3, όπως προσδιορίζονται στην εκτελεστική πράξη που εκδίδεται σύμφωνα με την παράγραφο 6, το Γραφείο καλεί τον δικαιούχο της διεθνούς καταχώρισης να θεραπεύσει τις ελλείψεις. Εάν αυτές δεν θεραπευθούν εντός προθεσμίας που τάσσει το Γραφείο, η διεκδίκηση απορρίπτεται.

5.   Όταν το Γραφείο έχει δεχθεί τη διεκδίκηση αρχαιότητας ή όταν η διεκδίκηση αρχαιότητας έχει αποσυρθεί ή ακυρωθεί από το Γραφείο, το Γραφείο ενημερώνει σχετικά το Διεθνές Γραφείο.

6.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες ορίζουν το λεπτομερές περιεχόμενο της διεκδίκησης αρχαιότητας σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και τις λεπτομέρειες των πληροφοριών που πρέπει να κοινοποιούνται σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.».

131)

Το άρθρο 154 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 154

Επέκταση της προστασίας προϊόντων και υπηρεσιών και εξέταση ως προς τους απόλυτους λόγους απαραδέκτου

1.   Κάθε διεθνής καταχώριση με προστασία που επεκτείνεται στην Ένωση εξετάζεται όσον αφορά τη συμμόρφωσή της προς το άρθρο 28 παράγραφοι 2 έως 4 καθώς και τους απόλυτους λόγους απαραδέκτου, σύμφωνα με την ίδια διαδικασία που εφαρμόζεται στις αιτήσεις σήματος της ΕΕ.

2.   Όταν η διεθνής καταχώριση με προστασία που επεκτείνεται στην Ένωση κρίνεται μη επιλέξιμη για προστασία σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 4 ή το άρθρο 37 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού για το σύνολο ή μέρος των προϊόντων και υπηρεσιών για τα οποία καταχωρίστηκε από το Διεθνές Γραφείο, το Γραφείο απευθύνει στο Διεθνές Γραφείο αυτεπάγγελτη κοινοποίηση προσωρινής απόρριψης σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφοι 1 και 2 του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης.

3.   Όταν ο δικαιούχος της διεθνούς καταχώρισης υποχρεούται να εκπροσωπηθεί ενώπιον του Γραφείου σύμφωνα με το άρθρο 92 παράγραφος 2, η κοινοποίηση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου περιέχει πρόσκληση ορισμού αντιπροσώπου κατά την έννοια του άρθρου 93 παράγραφος 1.

4.   Στην κοινοποίηση προσωρινής απόρριψης αναφέρονται οι λόγοι στους οποίους βασίζεται αυτή και ορίζεται η προθεσμία εντός της οποίας ο δικαιούχος της διεθνούς καταχώρισης μπορεί να υποβάλει τις παρατηρήσεις του και, εάν χρειάζεται, να ορίσει αντιπρόσωπο. Η προθεσμία αρχίζει από την ημέρα έκδοσης της προσωρινής απόρριψης από το Γραφείο.

5.   Στην περίπτωση που το Γραφείο διαπιστώσει ότι η διεθνής αίτηση με προστασία που επεκτείνεται στην Ένωση δεν περιέχει την ένδειξη δεύτερης γλώσσας, σύμφωνα με το άρθρο 161β του παρόντος κανονισμού, απευθύνει στο Διεθνές Γραφείο αυτεπάγγελτη κοινοποίηση προσωρινής απόρριψης σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφοι 1 και 2 του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης.

6.   Όταν ο δικαιούχος της διεθνούς καταχώρισης αδυνατεί να αντιμετωπίσει τους λόγους απόρριψης της προστασίας εντός της προθεσμίας ή, εάν ενδείκνυται, να ορίσει αντιπρόσωπο ή να αναφέρει δεύτερη γλώσσα, το Γραφείο αρνείται την προστασία για το σύνολο ή μέρος των προϊόντων ή υπηρεσιών τα οποία αφορά η διεθνής καταχώριση. Η απόρριψη της χορήγησης προστασίας ισοδυναμεί με απόρριψη αίτησης σήματος της ΕΕ. Η απόφαση μπορεί να προσβληθεί σύμφωνα με τα άρθρα 58 έως 65.

7.   Όταν, έως την έναρξη της περιόδου ανακοπής, όπως αναφέρεται στο άρθρο 156 παράγραφος 2, το Γραφείο δεν έχει εκδώσει αυτεπάγγελτη κοινοποίηση προσωρινής απόρριψης σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου, το Γραφείο αποστέλλει δήλωση στο Διεθνές Γραφείο, υποδεικνύοντας ότι η εξέταση των απόλυτων λόγων απαραδέκτου σύμφωνα με το άρθρο 37 ολοκληρώθηκε αλλά ότι η διεθνής καταχώριση υπόκειται ακόμη σε ενστάσεις ή παρατηρήσεις τρίτων μερών. Αυτή η προσωρινή δήλωση δεν επηρεάζει το δικαίωμα του Γραφείου να επανεξετάσει τους απόλυτους λόγους αυτεπάγγελτα οποτεδήποτε πριν την έκδοση της τελικής απόφασης χορήγησης προστασίας.

8.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις για τον καθορισμό των λεπτομερειών που θα περιλαμβάνονται στην αυτεπάγγελτη κοινοποίηση προσωρινής απόρριψης της προστασίας που πρέπει να αποσταλεί στο Διεθνές Γραφείο, και στις τελικές ανακοινώσεις που πρέπει να αποσταλούν στο Διεθνές Γραφείο για την τελική έγκριση ή απόρριψη της προστασίας. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 163 παράγραφος 2.».

132)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 154α

Συλλογικά σήματα και σήματα πιστοποίησης

1.   Όταν μια διεθνής καταχώριση βασίζεται σε βασική αίτηση ή βασική καταχώριση που αφορά συλλογικό σήμα, σήμα πιστοποίησης ή εγγύησης, η διεθνής καταχώριση με προστασία που επεκτείνεται στην Ένωση θεωρείται συλλογικό σήμα της ΕΕ ή σήμα πιστοποίησης της ΕΕ, όποιο από τα δύο ισχύει.

2.   Ο δικαιούχος της διεθνούς καταχώρισης υποβάλλει κανονισμό χρήσης του σήματος κατά τα προβλεπόμενα στα άρθρα 67 και 74β απευθείας στο Γραφείο, εντός διμήνου από την ημερομηνία κατά την οποία το Διεθνές Γραφείο κοινοποιεί τη διεθνή καταχώριση στο Γραφείο.

3.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 163α, με σκοπό να προσδιορίσει τις λεπτομέρειες των διαδικασιών σχετικά με τις διεθνείς καταχωρίσεις που βασίζονται σε βασική αίτηση ή βασική καταχώριση όσον αφορά συλλογικό σήμα, σήμα πιστοποίησης ή σήμα εγγύησης.».

133)

Το άρθρο 155 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, προστίθεται η ακόλουθη πρόταση:

«εφόσον έχει υποβληθεί στο Γραφείο αίτημα για έκθεση έρευνας δυνάμει του άρθρου 38 παράγραφος 1 εντός μηνός από την ημερομηνία κοινοποίησης.».

β)

Στην παράγραφο 2, προστίθεται η ακόλουθη πρόταση:

«εφόσον έχει υποβληθεί στο Γραφείο αίτημα για έκθεση έρευνας δυνάμει του άρθρου 38 παράγραφος 2 εντός μηνός από την ημερομηνία κοινοποίησης και έχει καταβληθεί το σχετικό τέλος έρευνας εντός της ίδιας προθεσμίας.».

γ)

Στην παράγραφο 4, προστίθεται η ακόλουθη περίοδος:

«Τούτο ισχύει ασχέτως αν ο καταθέτης έχει ζητήσει να λάβει την έκθεση έρευνας σημάτων της ΕΕ, εκτός αν ο δικαιούχος προγενέστερου καταχωρισμένου σήματος ή ο καταθέτης προγενέστερης αίτησης ζητήσει να μη λάβει την κοινοποίηση.».

134)

Το άρθρο 156 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η ανακοπή ασκείται εντός προθεσμίας τριών μηνών, η οποία αρχίζει ένα μήνα μετά την ημερομηνία δημοσίευσης που προβλέπεται στο άρθρο 152 παράγραφος 1. Η ανακοπή δεν θεωρείται πλήρως ασκηθείσα έως την καταβολή του τέλους ανακοπής.».

β)

Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις, σύμφωνα με το άρθρο 163α, που καθορίζουν τη διαδικασία για την άσκηση και την εξέταση ανακοπής, περιλαμβανομένων των απαιτούμενων κοινοποιήσεων προς το Διεθνές Γραφείο.».

135)

Στο άρθρο 158 προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«3.   Όταν, σύμφωνα με το άρθρο 57 ή το άρθρο 100 του παρόντος κανονισμού και το παρόν άρθρο, τα αποτελέσματα μιας διεθνούς καταχώρισης με προστασία που επεκτείνεται στην Ένωση έχουν κηρυχθεί άκυρα με τελεσίδικη απόφαση, το Γραφείο ειδοποιεί το Διεθνές Γραφείο σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 6 του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης.

4.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες ορίζουν το λεπτομερές περιεχόμενο της ειδοποίησης προς το Διεθνές Γραφείο σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.».

136)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 158α

Έννομα αποτελέσματα της καταχώρισης των μεταβιβάσεων

Η εγγραφή στο διεθνές μητρώο αλλαγής στην κυριότητα της διεθνούς καταχώρισης παράγει τα ίδια αποτελέσματα όπως η εγγραφή μεταβίβασης στο μητρώο, σύμφωνα με το άρθρο 17.

Άρθρο 158β

Έννομα αποτελέσματα της καταχώρισης των αδειών χρήσης και άλλων δικαιωμάτων

Η εγγραφή στο διεθνές μητρώο άδειας χρήσης ή περιορισμού του δικαιώματος διάθεσης του δικαιούχου όσον αφορά τη διεθνή καταχώριση παράγει τα ίδια αποτελέσματα όπως η καταχώριση στο μητρώο εμπραγμάτου δικαιώματος, αναγκαστικής εκτέλεσης, συμμετοχής σε διαδικασία αφερεγγυότητας ή άδειας χρήσης, σύμφωνα με τα άρθρα 19, 20, 21 και 22, αντιστοίχως.

Άρθρο 158γ

Εξέταση των αιτήσεων για καταχώριση μεταβιβάσεων, αδειών χρήσης ή περιορισμών του δικαιώματος διάθεσης του δικαιούχου

Το Γραφείο διαβιβάζει στο Διεθνές Γραφείο αιτήσεις για την καταχώριση αλλαγής κυριότητας, άδειας χρήσης ή περιορισμού του δικαιώματος διάθεσης του δικαιούχου, τροποποίησης ή ακύρωσης της άδειας χρήσης ή άρσης του περιορισμού του δικαιώματος διάθεσης του δικαιούχου, οι οποίες έχουν κατατεθεί στο Γραφείο, εφόσον συνοδεύονται από τις δέουσες αποδείξεις μεταβίβασης, άδειας χρήσης ή περιορισμού του δικαιώματος διάθεσης ή από απόδειξη ότι η άδεια χρήσης δεν υφίσταται πλέον ή έχει τροποποιηθεί ή ότι έχει αρθεί ο περιορισμός του δικαιώματος διάθεσης.».

137)

Το άρθρο 159 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, το στοιχείο β) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«β)

σε αίτηση για επέκταση της προστασίας σε κράτος μέλος το οποίο είναι μέρος του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης, εφόσον, κατά την ημερομηνία της αίτησης μετατροπής, ήταν δυνατόν να ζητηθεί η άμεση επέκταση της προστασίας στο οικείο κράτος μέλος βάσει του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης. Εφαρμόζονται τα άρθρα 112, 113 και 114 του παρόντος κανονισμού.».

β)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η αίτηση εθνικού σήματος ή η αίτηση επέκτασης της προστασίας σε κράτος μέλος το οποίο είναι μέρος του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης, η οποία προκύπτει από τη μετατροπή της επέκτασης της προστασίας στην Ένωση μέσω διεθνούς καταχώρισης, ισχύουν, όσον αφορά το εν λόγω κράτος μέλος, από την ημερομηνία της διεθνούς καταχώρισης δυνάμει του άρθρου 3 παράγραφος 4 του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης, ή από την ημερομηνία της επέκτασης μέσα στην Ένωση δυνάμει του άρθρου 3β παράγραφος 2 του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης, εφόσον αυτή έγινε μετά τη διεθνή καταχώριση, ή την ημερομηνία προτεραιότητας της εν λόγω καταχώρισης και, ενδεχομένως, της αρχαιότητας σήματος του συγκεκριμένου κράτους, η οποία διεκδικείται σύμφωνα με το άρθρο 153 του παρόντος κανονισμού.».

γ)

Προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«4.   Η αίτηση μετατροπής μιας διεθνούς καταχώρισης με προστασία που επεκτείνεται στην Ένωση σε αίτηση εθνικού σήματος περιλαμβάνει τις πληροφορίες και τις ενδείξεις που αναφέρονται στο άρθρο 113 παράγραφος 1.

5.   Όταν η μετατροπή ζητείται δυνάμει του παρόντος άρθρου και του άρθρου 112 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού κατόπιν μη ανανέωσης της διεθνούς καταχώρισης, η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου περιλαμβάνει σχετική μνεία και την ημερομηνία κατά την οποία έληξε η προστασία. Η τρίμηνη περίοδος που προβλέπεται στο άρθρο 112 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού αρχίζει να υπολογίζεται από την επομένη της τελευταίας ημέρας κατά την οποία μπορεί να πραγματοποιηθεί η ανανέωση σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 4 του Πρωτοκόλλου της Μαδρίτης.

6.   Το άρθρο 113 παράγραφοι 3 και 5 εφαρμόζεται στην αίτηση μετατροπής που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του παρόντος άρθρου, τηρουμένων των αναλογιών.

7.   Η αίτηση μετατροπής μιας διεθνούς καταχώρισης με προστασία που επεκτείνεται στην Ένωση σε προστασία που επεκτείνεται σε κράτος μέλος που αποτελεί μέρος του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης περιλαμβάνει τις ενδείξεις και τα στοιχεία που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 5.

8.   Το άρθρο 113 παράγραφος 3 εφαρμόζεται στη μετατροπή που αναφέρεται στην παράγραφο 7 του παρόντος άρθρου, τηρουμένων των αναλογιών. Επίσης, το Γραφείο απορρίπτει την αίτηση μετατροπής όταν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζει το κράτος μέλος το οποίο αποτελεί μέρος του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης ή της συμφωνίας της Μαδρίτης ούτε κατά την ημερομηνία επέκτασης της προστασίας στην Ένωση ούτε και κατά την ημερομηνία παραλαβής της αίτησης μετατροπής ή, σύμφωνα με το τελευταίο εδάφιο του άρθρου 113 παράγραφος 1, κατά τη θεωρούμενη ως ημερομηνία παραλαβής της αίτησης από το Γραφείο.

9.   Όταν η αίτηση μετατροπής που αναφέρεται στην παράγραφο 7 πληροί τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και τους κανόνες που έχουν εγκριθεί δυνάμει αυτού, το Γραφείο διαβιβάζει αμελλητί την αίτηση στο Διεθνές Γραφείο. Το Γραφείο ενημερώνει το δικαιούχο της διεθνούς καταχώρισης για την ημερομηνία διαβίβασης.

10.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες ορίζουν:

α)

το λεπτομερές περιεχόμενο των αιτήσεων μετατροπής που αναφέρονται στις παραγράφους 4 και 7·

β)

το λεπτομερές περιεχόμενο της δημοσίευσης των αιτήσεων μετατροπής σύμφωνα με την παράγραφο 3.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.».

138)

Στο άρθρο 161 προστίθενται οι ακόλουθες παράγραφοι:

«3.   Προκειμένου να ληφθεί υπόψη η μετατροπή μιας διεθνούς καταχώρισης που έχει ακυρωθεί κατ' αίτηση του γραφείου προέλευσης από το Διεθνές Γραφείο, σύμφωνα με το άρθρο 9δ του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης, η αίτηση για σήμα της ΕΕ περιέχει σχετική ένδειξη. Η ένδειξη αυτή περιλαμβάνεται στην αίτηση κατά την κατάθεσή της.

4.   Όταν, στο πλαίσιο της εξέτασης σύμφωνα με το άρθρο 36 παράγραφος 1 στοιχείο β), το Γραφείο διαπιστώνει ότι η αίτηση δεν έχει κατατεθεί εντός τριών μηνών από την ημερομηνία ακύρωσης της διεθνούς καταχώρισης από το Διεθνές Γραφείο ή ότι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες για τα οποία πρόκειται να καταχωριστεί το σήμα της ΕΕ δεν περιέχονται στον κατάλογο προϊόντων και υπηρεσιών για τα οποία έχει καταχωριστεί το διεθνές σήμα έναντι της Ένωσης, το Γραφείο καλεί τον καταθέτη να θεραπεύσει τις ελλείψεις εντός προθεσμίας την οποία τάσσει.

5.   Εάν οι ελλείψεις που αναφέρονται στην παράγραφο 4 δεν έχουν θεραπευθεί εντός της προθεσμίας που έταξε το Γραφείο, χάνεται το δικαίωμα όσον αφορά την ημερομηνία της διεθνούς καταχώρισης ή της εδαφικής επέκτασης και, εφόσον υπάρχει, της προτεραιότητας της διεθνούς καταχώρισης.

6.   Η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις οι οποίες ορίζουν το λεπτομερές περιεχόμενο της αίτησης μετατροπής σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 163 παράγραφος 2.».

139)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 161α

Επικοινωνία με το Διεθνές Γραφείο

Η επικοινωνία με το Διεθνές Γραφείο γίνεται με τον τρόπο και τη μορφή που έχει συμφωνηθεί μεταξύ του Διεθνούς Γραφείου και του Γραφείου, κατά προτίμηση ηλεκτρονικά. Κάθε αναφορά σε έντυπα θεωρείται ότι συμπεριλαμβάνει έντυπα που διατίθενται σε ηλεκτρονική μορφή.

Άρθρο 161β

Χρήση γλωσσών

Για τους σκοπούς της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και των κανόνων που έχουν εγκριθεί δυνάμει αυτού σε διεθνείς καταχωρίσεις με προστασία που επεκτείνεται στην Ένωση, η γλώσσα στην οποία κατατίθεται η διεθνής αίτηση είναι η γλώσσα της διαδικασίας κατά την έννοια του άρθρου 119 παράγραφος 4 και η δεύτερη γλώσσα που αναφέρεται στη διεθνή αίτηση είναι η δεύτερη γλώσσα κατά την έννοια του άρθρου 119 παράγραφος 3.».

140)

Το άρθρο 162 διαγράφεται.

141)

Το άρθρο 163 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 163

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή για τους εκτελεστικούς κανονισμούς. Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (28).

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

(28)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).»."

142)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 163α

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ' εξουσιοδότηση πράξεις υπό τους όρους του παρόντος άρθρου.

2.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 42α, στο άρθρο 43 παράγραφος 3, στα άρθρα 57α και 65α, στο άρθρο 77 παράγραφος 4, στο άρθρο 78 παράγραφος 6, στο άρθρο 79 παράγραφος 5, στο άρθρο 79β παράγραφος 2, στο άρθρο 79γ παράγραφος 5, στο άρθρο 80 παράγραφος 3, στο άρθρο 82α παράγραφος 3, στα άρθρα 93α και 136β, στο άρθρο 154α παράγραφος 3 και στο άρθρο 156 παράγραφος 4 ανατίθεται στην Επιτροπή για αόριστο χρονικό διάστημα από τις 23 Μαρτίου 2016. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να ακολουθεί τη συνήθη πρακτική της και να διεξάγει διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες, συμπεριλαμβανομένων αυτών των κρατών μελών, πριν από την έκδοση των εν λόγω κατ' εξουσιοδότηση πράξεων.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στην παράγραφο 2 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που ορίζεται σε αυτήν. Δεν θίγει το κύρος των ήδη εν ισχύι κατ' εξουσιοδότηση πράξεων.

4.   Μόλις εκδώσει μια κατ' εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτοχρόνως στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

5.   Η κατ' εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 42α, του άρθρου 43 παράγραφος 3, των άρθρων 57α και 65α, του άρθρου 77 παράγραφος 4, του άρθρου 78 παράγραφος 6, του άρθρου 79 παράγραφος 5, του άρθρου 79β παράγραφος 2, του άρθρου 79γ παράγραφος 5, του άρθρου 80 παράγραφος 3, του άρθρου 82α παράγραφος 3, των άρθρων 93α και136β, του άρθρου 154α παράγραφος 3 και του άρθρου 156 παράγραφος 4 τίθεται σε ισχύ μόνο εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή εάν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η περίοδος αυτή παρατείνεται κατά δύο μήνες κατόπιν πρωτοβουλίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.».

143)

Το άρθρο 164 διαγράφεται.

144)

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 165α

Αξιολόγηση και επανεξέταση

1.   Έως τις 24 Μαρτίου 2021 και στη συνέχεια ανά πενταετία, η Επιτροπή αξιολογεί την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

2.   Στο πλαίσιο της αξιολόγησης επανεξετάζεται το νομικό πλαίσιο της συνεργασίας μεταξύ του Γραφείου και των κεντρικών υπηρεσιών βιομηχανικής ιδιοκτησίας των κρατών μελών, καθώς και του Γραφείου Διανοητικής Ιδιοκτησίας της Μπενελούξ, εστιάζοντας ειδικότερα στον μηχανισμό χρηματοδότησης που θεσπίζεται στο άρθρο 123γ. Στην αξιολόγηση αυτή εξετάζονται επίσης ο αντίκτυπος, η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα του Γραφείου και των εργασιακών πρακτικών του. Στην αξιολόγηση εξετάζονται, ειδικότερα, η ενδεχόμενη ανάγκη τροποποίησης της αποστολής του Γραφείου, καθώς και οι δημοσιονομικές επιπτώσεις τυχόν τροποποίησης.

3.   Η Επιτροπή διαβιβάζει την έκθεση αξιολόγησης, μαζί με τα συμπεράσματα που συνήγαγε βάσει της εν λόγω έκθεσης, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο και στο διοικητικό συμβούλιο. Τα πορίσματα της αξιολόγησης δημοσιοποιούνται.

4.   Σε κάθε δεύτερη αξιολόγηση, πραγματοποιείται αξιολόγηση των αποτελεσμάτων που επιτεύχθηκαν από το Γραφείο ως προς τους στόχους, την αποστολή και τα καθήκοντά του.».

145)

Προστίθεται το παράρτημα του παραρτήματος I του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2868/95 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στον κανόνα 1, η παράγραφος 3 διαγράφεται.

2)

Ο κανόνας 2 διαγράφεται.

3)

Ο κανόνας 4 διαγράφεται.

4)

Ο κανόνας 5 διαγράφεται.

5)

Ο κανόνας 5α διαγράφεται.

6)

Στον κανόνα 9, η παράγραφος 3 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στο στοιχείο α), οι λέξεις «των κανόνων 1 έως 3» αντικαθίστανται από τις λέξεις «των κανόνων 1 και 3 και του άρθρου 28 του κανονισμού»·

β)

Στο στοιχείο β), οι λέξεις «κανόνα 4 στοιχείο β)» αντικαθίσταται από τις λέξεις «άρθρου 26 παράγραφος 2 του κανονισμού».

7)

Στον κανόνα 11, η παράγραφος 2 διαγράφεται.

8)

Στον κανόνα 12, το στοιχείο κ) διαγράφεται.

9)

Ο τίτλος IV διαγράφεται.

10)

Στην παράγραφο 2 του κανόνα 62, η φράση «στην Κοινότητα» αντικαθίσταται από τη φράση «στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο».

11)

Στην παράγραφο 1 του κανόνα 71, οι λέξεις «της Κοινότητας» αντικαθίστανται από τις λέξεις «του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου».

12)

Στον κανόνα 76, η παράγραφος 2 διαγράφεται.

13)

Ο κανόνας 78 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στο στοιχείο γ) της παραγράφου 2, η φράση «στην Κοινότητα» αντικαθίσταται από τη φράση «στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο».

β)

Στην παράγραφο 2 στοιχείο β) και στις παραγράφους 3 και 5, οι λέξεις «κράτους μέλους» και «κρατών μελών» αντικαθίστανται από τις λέξεις «κράτους μέλους του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου» και «κρατών μελών του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου» αντίστοιχα.

14)

Ο κανόνας 84 διαγράφεται

15)

Ο κανόνας 87 διαγράφεται.

16)

Στον τίτλο XI, το τμήμα Κ διαγράφεται.

17)

Στον κανόνα 112, η παράγραφος 2 διαγράφεται.

Άρθρο 3

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2869/95 καταργείται.

Οι παραπομπές στον καταργούμενο κανονισμό νοούνται ως παραπομπές στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 207/2009 και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που περιλαμβάνεται στο παράρτημα II.

Άρθρο 4

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει στις 23 Μαρτίου 2016.

Τα ακόλουθα σημεία του άρθρου 1 του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται από την 1η Οκτωβρίου 2017:

 

σημεία 8)· 18)· 19)· 20)· 21)· 22)· 23)· 24)· 26) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 26 παράγραφος 1 στοιχείο δ) και με το άρθρο 26 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 29)· 30) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 30 παράγραφοι 1 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 31) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 33 παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 32) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 34 παράγραφοι 1α, 4 και 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 33)··34)· 35) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 37 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 37) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 39 παράγραφος 1 δεύτερη περίοδος και με το άρθρο 39 παράγραφοι 3 και 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 43) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 44 παράγραφοι 2, 3, 4α και 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 46) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 48 παράγραφος 5 τρίτη περίοδος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 47) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 48α παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο και με το άρθρο 48α παράγραφοι 2 έως 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 48) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 49 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 49) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 50 παράγραφοι 2, 3 και 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 61)· 62)· 63)· 64) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 67 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 67) με την εξαίρεση του άρθρου 74β παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 68)· 71) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 78 παράγραφοι 3 και 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 72) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 79 παράγραφοι 1 έως 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 73) με την εξαίρεση του άρθρου 79β παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 και του άρθρου 79γ παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009·74) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 80 παράγραφοι 1, 2 και 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 75) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 82 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 76) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 82α παράγραφοι 1 και 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 77)· 78) στο βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 85 παράγραφοι 1, 6 και 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 80) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 87 παράγραφος 2 στοιχείο ιγ) και με το άρθρο 87 παράγραφος 3 στοιχείο κε) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 84) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 89 παράγραφοι 1, 2 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 97) με την εξαίρεση του άρθρου 113 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 98)· 102) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 119 παράγραφοι 5, 5α, 6, 8 και 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 103)· 108) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 128 παράγραφος 4 στοιχείο ιε) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 111) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 132 παράγραφος 2 τρίτη περίοδος του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 113)· 125)· 126) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 147 παράγραφος 1 και παράγραφοι 3 έως 8 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 127) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 148α παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 128) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 149 παράγραφοι 1, 3 και 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 129) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 153 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 130) στον βαθμό που συνδέεται το άρθρο 153α παράγραφοι 1 έως 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 132)· 135) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 158 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 136)· 137) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 159 παράγραφοι 4 έως 9 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· 138) στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 161 παράγραφοι 3 έως 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009· και 139).

Το σημείο 108) του άρθρου 1 του παρόντος κανονισμού, στον βαθμό που συνδέεται με το άρθρο 124 παράγραφος 1 στοιχείο στ) και το άρθρο 128 παράγραφος 4 στοιχείο ιδ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009, εφαρμόζεται από την ημερομηνία κατά την οποία η απόφαση που προβλέπεται στο άρθρο 124 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 τίθεται σε ισχύ, ή 12 μήνες από την ημερομηνία που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο του παρόντος άρθρου, ανάλογα με το ποια ημερομηνία είναι προγενέστερη. Μέχρι την ημερομηνία αυτή, οι αρμοδιότητες που αναφέρονται στο άρθρο 124 παράγραφος 1 στοιχείο στ) του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 207/2009 ασκούνται από τον εκτελεστικό διευθυντή.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 16 Δεκεμβρίου 2015.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

N. SCHMIT


(1)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 25ης Φεβρουαρίου 2014 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση της 10ης Νοεμβρίου 2015 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα). Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Δεκεμβρίου 2015.

(2)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 11 της 14.1.1994, σ. 1).

(3)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 78 της 24.3.2009, σ. 1).

(4)  Πρώτη οδηγία 89/104/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Δεκεμβρίου 1988, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ L 40 της 11.2.1989, σ. 1).

(5)  Οδηγία 2008/95/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Οκτωβρίου 2008, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών περί σημάτων (ΕΕ L 299 της 8.11.2008, σ. 25).

(6)  Οδηγία 2006/114/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, για την παραπλανητική και τη συγκριτική διαφήμιση (ΕΕ L 376 της 27.12.2006, σ. 21).

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 608/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την τελωνειακή επιβολή των δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1383/2003 του Συμβουλίου (ΕΕ L 181 της 29.6.2013, σ. 15).

(8)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2868/95 της Επιτροπής, της 13ης Δεκεμβρίου 1995, περί της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου για το κοινοτικό σήμα (ΕΕ L 303 της 15.12.1995, σ. 1).

(9)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2869/95 της Επιτροπής, της 13ης Δεκεμβρίου 1995, σχετικά με τα πληρωτέα προς το Γραφείο εναρμόνισης στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς τέλη (Εμπορικά σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΕΕ L 303 της 15.12.1995, σ. 33).

(10)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 216/96 της Επιτροπής, της 5ης Φεβρουαρίου 1996, σχετικά με τον κανονισμό διαδικασίας των τμημάτων προσφυγών του Γραφείου Εναρμόνισης στο πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς (σήματα, σχέδια και υποδείγματα) (ΕΕ L 28 της 6.2.1996, σ. 11).

(11)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(12)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Παρεμβάλλεται το ακόλουθο παράρτημα:

«ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ -I

ΠΟΣΟ ΤΩΝ ΤΕΛΩΝ

Α.

Τα τέλη που καταβάλλονται στο Γραφείο δυνάμει του παρόντος κανονισμού έχουν ως εξής (σε ευρώ):

1.

Βασικό τέλος για την αίτηση ατομικού σήματος της ΕΕ (άρθρο 26 παράγραφος 2):

1 000 EUR

2.

Βασικό τέλος για την αίτηση ατομικού σήματος της ΕΕ που υποβάλλεται ηλεκτρονικά (άρθρο 26 παράγραφος 2):

850 EUR

3.

Τέλος για τη δεύτερη κλάση προϊόντων και υπηρεσιών για ατομικό σήμα της ΕΕ (άρθρο 26 παράγραφος 2):

50 EUR

4.

Τέλος για κάθε κλάση προϊόντων και υπηρεσιών πέραν της δεύτερης για ατομικό σήμα της ΕΕ (άρθρο 26 παράγραφος 2):

150 EUR

5.

Βασικό τέλος αίτησης για συλλογικό σήμα της ΕΕ ή σήμα πιστοποίησης της ΕΕ (άρθρο 26 παράγραφος 2 και άρθρο 66 παράγραφος 3 ή άρθρο 74α παράγραφος 3):

1 800 EUR

6.

Βασικό τέλος για την αίτηση συλλογικού σήματος της ΕΕ ή σήματος πιστοποίησης της ΕΕ που υποβάλλεται ηλεκτρονικά (άρθρο 26 παράγραφος 2 και άρθρο 66 παράγραφος 3 ή άρθρο 74α παράγραφος 3):

1 500 EUR

7.

Τέλος για τη δεύτερη κλάση προϊόντων και υπηρεσιών για συλλογικό σήμα της ΕΕ ή σήμα πιστοποίησης της ΕΕ (άρθρο 26 παράγραφος 2 και άρθρο 66 παράγραφος 3 ή άρθρο 74α παράγραφος 3):

50 EUR

8.

Τέλος για κάθε κλάση προϊόντων και υπηρεσιών πέραν της δεύτερης για συλλογικό σήμα της ΕΕ ή σήμα πιστοποίησης της ΕΕ (άρθρο 26 παράγραφος 2 και άρθρο 66 παράγραφος 3 ή άρθρο 74α παράγραφος 3):

150 EUR

9.

Τέλος έρευνας για αίτηση καταχώρισης σήματος της ΕΕ (άρθρο 38 παράγραφος 2) ή για διεθνή καταχώριση με προστασία που επεκτείνεται στην Ένωση (άρθρο 38 παράγραφος 2 και άρθρο 155 παράγραφος 2): 12 EUR πολλαπλασιασμένα με τον αριθμό των κεντρικών υπηρεσιών βιομηχανικής ιδιοκτησίας που αναφέρονται στο άρθρο 38 παράγραφος 2· το ποσό αυτό και οι περαιτέρω αλλαγές δημοσιεύονται από το Γραφείο στην Επίσημη Εφημερίδα του Γραφείου.

10.

Τέλος ανακοπής (άρθρο 41 παράγραφος 3):

320 EUR

11.

Βασικό τέλος για την ανανέωση ατομικού σήματος της ΕΕ (άρθρο 47 παράγραφος 3):

1 000 EUR

12.

Βασικό τέλος για την ανανέωση ατομικού σήματος της ΕΕ που υποβάλλεται ηλεκτρονικά (άρθρο 47 παράγραφος 3):

850 EUR

13.

Τέλος για την ανανέωση της δεύτερης κλάσης προϊόντων και υπηρεσιών για ατομικό σήμα της ΕΕ (άρθρο 47 παράγραφος 3):

50 EUR

14.

Τέλος για την ανανέωση κάθε κλάσης προϊόντων και υπηρεσιών πέραν της δεύτερης για ατομικό σήμα της ΕΕ (άρθρο 47 παράγραφος 3):

150 EUR

15.

Βασικό τέλος αίτησης για συλλογικό σήμα της ΕΕ ή σήμα πιστοποίησης της ΕΕ (άρθρο 47 παράγραφος 3 και άρθρο 66 παράγραφος 3 ή άρθρο 74α παράγραφος 43):

1 800 EUR

16.

Βασικό τέλος για την ανανέωση συλλογικού σήματος της ΕΕ ή σήματος πιστοποίησης της ΕΕ που υποβάλλεται ηλεκτρονικά (άρθρο 47 παράγραφος 3 και άρθρο 66 παράγραφος 3 ή άρθρο 74α παράγραφος 3):

1 500 EUR

17.

Τέλος για την ανανέωση της δεύτερης κλάσης προϊόντων και υπηρεσιών για συλλογικό σήμα της ΕΕ ή σήμα πιστοποίησης της ΕΕ (άρθρο 47 παράγραφος 3 και άρθρο 66 παράγραφος 3 ή άρθρο 74α παράγραφος 3):

50 EUR

18.

Τέλος για την ανανέωση κάθε κλάσης προϊόντων και υπηρεσιών πέραν της δεύτερης για συλλογικό σήμα της ΕΕ ή σήμα πιστοποίησης της ΕΕ (άρθρο 47 παράγραφος 3 και άρθρο 66 παράγραφος 3 ή άρθρο 74α παράγραφος 3):

150 EUR

19.

Πρόσθετο τέλος για την εκπρόθεσμη καταβολή του τέλους ανανέωσης ή την εκπρόθεσμη υποβολή της αίτησης ανανέωσης (άρθρο 47 παράγραφος 3): 25 % του εκπρόθεσμου τέλους ανανέωσης, με ανώτατο όριο τα 1 500 EUR

20.

Τέλος για την αίτηση έκπτωσης ή ακυρότητας (άρθρο 56 παράγραφος 2):

630 EUR

21.

Τέλος προσφυγής (άρθρο 60 παράγραφος 1):

720 EUR

22.

Τέλος αίτησης για την επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση (restitutio in integrum) (άρθρο 81 παράγραφος 3):

200 EUR

23.

Τέλος για την αίτηση μετατροπής του κατατεθειμένου ή του καταχωρισμένου σήματος της ΕΕ (άρθρο 113 παράγραφος 1, επίσης σε συνδυασμό με το άρθρο 159 παράγραφος 1):

α)

σε αίτηση εθνικού σήματος·

β)

σε επέκταση της προστασίας σε κράτη μέλη δυνάμει του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης:

200 EUR

24.

Τέλος για συνέχιση της διαδικασίας (άρθρο 82 παράγραφος 1):

400 EUR

25.

Τέλος για τη δήλωση διαίρεσης καταχωρισμένου (άρθρο 49 παράγραφος 4) ή κατατεθειμένου σήματος της ΕΕ (άρθρο 44 παράγραφος 4):

250 EUR

26.

Τέλος για την αίτηση καταχώρισης άδειας χρήσης ή άλλου δικαιώματος επί καταχωρισμένου [πριν από την 1η Οκτωβρίου 2017, κανόνας 33 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2868/95· και, από την εν λόγω ημερομηνία, άρθρο 22α παράγραφος 2] ή κατατεθειμένου σήματος της ΕΕ [πριν από την 1η Οκτωβρίου 2017, κανόνας 33 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2868/95· και, από την εν λόγω ημερομηνία, άρθρο 22α παράγραφος 2]:

α)

παραχώρηση άδειας χρήσης·

β)

μεταβίβαση άδειας χρήσης·

γ)

σύσταση εμπράγματου δικαιώματος·

δ)

μεταβίβαση εμπράγματου δικαιώματος·

ε)

αναγκαστική εκτέλεση:

200 EUR ανά καταχώριση, αλλά χωρίς υπέρβαση συνολικού ποσού 1 000 EUR σε περίπτωση που υποβάλλονται πολλαπλά αιτήματα στην ίδια αίτηση ή ταυτόχρονα

27.

Τέλος για την ακύρωση της καταχώρισης άδειας χρήσης ή άλλου δικαιώματος [πριν από την 1η Οκτωβρίου 2017, κανόνας 35 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2868/95· και, από την εν λόγω ημερομηνία, άρθρο 24α παράγραφος 3]: 200 EUR ανά ακύρωση, αλλά χωρίς υπέρβαση συνολικού ποσού 1 000 EUR σε περίπτωση που υποβάλλονται πολλαπλά αιτήματα στην ίδια αίτηση ή ταυτόχρονα

28.

Τέλος για την τροποποίηση καταχωρισμένου σήματος της ΕΕ (άρθρο 48 παράγραφος 4):

200 EUR

29.

Τέλος έκδοσης αντιγράφου της αίτησης για σήμα της ΕΕ (άρθρο 88 παράγραφος 7), αντιγράφου του πιστοποιητικού καταχώρισης (άρθρο 45 παράγραφος 2) ή αποσπάσματος από το μητρώο (άρθρο 87 παράγραφος 7):

α)

μη επικυρωμένο αντίγραφο ή απόσπασμα:

10 EUR

β)

επικυρωμένο αντίγραφο ή απόσπασμα:

30 EUR

30.

Τέλος έρευνας φακέλου από το κοινό (άρθρο 88 παράγραφος 6):

30 EUR

31.

Τέλος έκδοσης αντιγράφων των εγγράφων φακέλου (άρθρο 88 παράγραφος 7):

α)

μη επικυρωμένο αντίγραφο:

10 EUR

β)

επικυρωμένο αντίγραφο:

30 EUR

επιπλέον ανά σελίδα, πλέον των δέκα:

1 EUR

32.

Τέλος ανακοίνωσης πληροφοριών που περιέχει ο φάκελος (άρθρο 88 παράγραφος 9):

10 EUR

33.

Τέλος επανεξέτασης του επιστρεπτέου ποσού εξόδων διαδικασίας [πριν από την 1η Οκτωβρίου 2017, κανόνας 94 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2868/95· και, από την εν λόγω ημερομηνία, άρθρο 85 παράγραφος 7]:

100 EUR

34.

Τέλος κατάθεσης διεθνούς αίτησης στο Γραφείο (πριν από την 1η Οκτωβρίου 2017, άρθρο 147 παράγραφος 5· και, από την εν λόγω ημερομηνία, άρθρο 147 παράγραφος 4):

300 EUR

Β.

Τέλη που καταβάλλονται στο Διεθνές Γραφείο

Ι.   Ατομικό τέλος για διεθνή καταχώριση με προστασία που επεκτείνεται στην Ένωση

1.

Ο αιτών διεθνή καταχώριση που επεκτείνεται στην Ένωση οφείλει να καταβάλει στο Διεθνές Γραφείο ατομικό τέλος για την επέκταση της προστασίας στην Ένωση σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 7 του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης.

2.

Ο δικαιούχος διεθνούς καταχώρισης ο οποίος υποβάλλει αίτηση για εδαφική επέκταση με προστασία που επεκτείνεται στην Ένωση κατόπιν της διεθνούς καταχώρισης, οφείλει να καταβάλει στο Διεθνές Γραφείο ατομικό τέλος για την επέκταση της προστασίας στην Ένωση σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 7 του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης.

3.

Το ποσό του τέλους των υπό Β.Ι.1 ή Β.Ι.2 του παρόντος σημείου είναι το ισοδύναμο σε ελβετικά φράγκα, όπως ορίζεται από τον γενικό διευθυντή του ΠΟΔΙ σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 2 των κοινών κανονισμών, στο πλαίσιο της συμφωνίας και του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης, των ακόλουθων ποσών:

α)

για ατομικό σήμα: 820 EUR συν, όπου ενδείκνυται, 50 EUR για τη δεύτερη κλάση προϊόντων και υπηρεσιών και 150 EUR για κάθε κλάση προϊόντων και υπηρεσιών που περιέχονται στη διεθνή καταχώριση πέραν της δεύτερης·

β)

για συλλογικό σήμα ή σήμα πιστοποίησης: 1 400 EUR συν, όπου ενδείκνυται, 50 EUR για τη δεύτερη κλάση προϊόντων και υπηρεσιών και 150 EUR για κάθε κλάση προϊόντων ή υπηρεσιών πέραν της δεύτερης.

ΙΙ.   Ατομικό τέλος για την ανανέωση διεθνούς καταχώρισης με προστασία που επεκτείνεται στην Ένωση

1.

Ο δικαιούχος διεθνούς καταχώρισης με προστασία που επεκτείνεται στην Ένωση οφείλει να καταβάλει στο Διεθνές Γραφείο, ως μέρος των τελών για την ανανέωση διεθνούς καταχώρισης, ατομικό τέλος για την επέκταση της προστασίας στην Ένωση σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 7 του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης.

2.

Το ποσό του τέλους του υπό Β.ΙΙ.1 είναι το ισοδύναμο σε ελβετικά φράγκα, όπως ορίζεται από τον γενικό διευθυντή του ΠΟΔΙ σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 2 των κοινών κανονισμών, στο πλαίσιο της συμφωνίας και του πρωτοκόλλου της Μαδρίτης, των ακόλουθων ποσών:

α)

για ατομικό σήμα: 820 EUR συν, όπου ενδείκνυται, 50 EUR για τη δεύτερη κλάση προϊόντων και υπηρεσιών και 150 EUR για κάθε κλάση προϊόντων και υπηρεσιών που περιέχονται στη διεθνή καταχώριση πέραν της δεύτερης·

β)

για συλλογικό σήμα ή σήμα πιστοποίησης: 1 400 EUR συν, όπου ενδείκνυται, 50 ευρώ για τη δεύτερη κλάση προϊόντων και υπηρεσιών και 150 EUR για κάθε κλάση προϊόντων και υπηρεσιών που περιέχονται στη διεθνή καταχώριση πέραν της δεύτερης.».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2869/95

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 207/2009

Άρθρο 1

Άρθρο 2

Παράρτημα -I, τμήμα A, σημεία 1 έως 34

Άρθρο 3

Άρθρο 144 παράγραφος 1

Άρθρο 4

Άρθρο 144 παράγραφος 2

Άρθρο 5 παράγραφος 1

Άρθρο 144α παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 5 παράγραφος 2

Άρθρο 144α παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 5 παράγραφος 3

Άρθρο 144α παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 6

Άρθρο 144α παράγραφος 1 τέταρτο εδάφιο

Άρθρο 7 παράγραφος 1

Άρθρο 144α παράγραφος 2

Άρθρο 7 παράγραφος 2

Άρθρο 144α παράγραφος 3

Άρθρο 8

Άρθρο 144β

Άρθρο 9

Άρθρο 144γ παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 10

Άρθρο 144γ παράγραφος 4

Άρθρο 11

Παράρτημα -I, τμήμα B(I), σημεία 1 έως 3

Άρθρο 12

Παράρτημα I, τμήμα B(II), σημεία 1 και 2

Άρθρο 13

Άρθρο 14

Άρθρο 15