26.11.2015   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 310/1


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) 2015/2120 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 25ης Νοεμβρίου 2015

για τη θέσπιση μέτρων σχετικά με την πρόσβαση στο ανοικτό διαδίκτυο και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/22/ΕΚ για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 για την περιαγωγή σε δημόσια δίκτυα κινητών επικοινωνιών εντός της Ένωσης

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνωμοδότηση της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο παρών κανονισμός αποσκοπεί στη θέσπιση κοινών κανόνων για τη διασφάλιση της ισότιμης και μη διακριτικής διαχείρισης της κίνησης κατά την παροχή υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και των σχετικών δικαιωμάτων των τελικών χρηστών. Αποσκοπεί στο να προστατεύσει τους τελικούς χρήστες και παράλληλα να διασφαλίσει τη συνεχή λειτουργία του διαδικτυακού οικοσυστήματος ως κινητήριας δύναμης της καινοτομίας. Οι μεταρρυθμίσεις στον τομέα της περιαγωγής θα πρέπει να συμβάλουν στην εμπέδωση της εμπιστοσύνης των τελικών χρηστών, ώστε να παραμένουν συνδεδεμένοι όταν ταξιδεύουν εντός της Ένωσης, και με την πάροδο του χρόνου να καταστούν μοχλός για τη σύγκλιση των τιμών και άλλων όρων εντός της Ένωσης.

(2)

Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό συμμορφώνονται με την αρχή της τεχνολογικής ουδετερότητας, δηλαδή δεν επιβάλλουν ούτε προβαίνουν σε διακρίσεις υπέρ της χρήσης ενός συγκεκριμένου είδους τεχνολογίας.

(3)

Τις τελευταίες δεκαετίες, το διαδίκτυο έχει αναπτυχθεί ως μια ανοικτή πλατφόρμα καινοτομίας με χαμηλά εμπόδια πρόσβασης των τελικών χρηστών, των παρόχων περιεχομένου, εφαρμογών και υπηρεσιών και των παρόχων υπηρεσιών πρόσβασης διαδικτύου. Το υφιστάμενο κανονιστικό πλαίσιο στοχεύει στην προώθηση της δυνατότητας των τελικών χρηστών να έχουν πρόσβαση και να διανέμουν πληροφορίες ή να εκτελούν εφαρμογές και υπηρεσίες της επιλογής τους. Ωστόσο, σημαντικός αριθμός τελικών χρηστών επηρεάζεται από τις πρακτικές διαχείρισης της κίνησης οι οποίες παρεμποδίζουν ή επιβραδύνουν συγκεκριμένες εφαρμογές ή υπηρεσίες. Οι τάσεις αυτές απαιτούν κοινούς κανόνες σε επίπεδο Ένωσης για τη διασφάλιση του ανοικτού χαρακτήρα του διαδικτύου και για την αποφυγή του κατακερματισμού της εσωτερικής αγοράς που οφείλεται στα μέτρα που λαμβάνουν τα επιμέρους κράτη μέλη.

(4)

Η υπηρεσία πρόσβασης στο διαδίκτυο παρέχει πρόσβαση στο διαδίκτυο και, καταρχήν, σε όλα τα τελικά του σημεία, ανεξαρτήτως της δικτυακής τεχνολογίας και του τερματικού εξοπλισμού που χρησιμοποιούν οι τελικοί χρήστες. Ωστόσο, για λόγους πέραν του ελέγχου των παρόχων υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, ορισμένα τελικά σημεία του διαδικτύου ενδέχεται να μην είναι προσιτά σε μόνιμη βάση. Ως εκ τούτου, οι εν λόγω πάροχοι θα πρέπει να θεωρούνται ότι έχουν συμμορφωθεί προς τις υποχρεώσεις τους σχετικά με την παροχή υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού, όταν η εν λόγω υπηρεσία παρέχει δυνατότητα σύνδεσης σε όλα ουσιαστικά τα τελικά σημεία του διαδικτύου. Οι πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο θα πρέπει συνεπώς να μην περιορίζουν τη δυνατότητα σύνδεσης σε τυχόν προσιτά τελικά σημεία του διαδικτύου.

(5)

Όταν έχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο, οι τελικοί χρήστες θα πρέπει να είναι ελεύθεροι να επιλέγουν ανάμεσα σε διάφορα είδη τερματικού εξοπλισμού όπως ορίζεται στην οδηγία 2008/63/ΕΚ της Επιτροπής (4). Οι πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο δεν θα πρέπει να επιβάλλουν περιορισμούς στη χρήση τερματικού εξοπλισμού για τη σύνδεση με το δίκτυο επιπλέον των περιορισμών που επιβάλλονται από τους κατασκευαστές ή τους διανομείς τερματικού εξοπλισμού σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο.

(6)

Οι τελικοί χρήστες θα πρέπει να διαθέτουν το δικαίωμα πρόσβασης και διανομής πληροφοριών και περιεχομένου, όπως επίσης και να χρησιμοποιούν και να παρέχουν εφαρμογές και υπηρεσίες άνευ διακρίσεων, μέσω της υπηρεσίας τους πρόσβασης στο διαδίκτυο. Η άσκηση αυτού του δικαιώματος θα πρέπει να γίνεται με επιφύλαξη του ενωσιακού δικαίου ή του εθνικού δικαίου που συμμορφώνεται προς το ενωσιακό δίκαιο, όσον αφορά τη νομιμότητα του περιεχομένου, των εφαρμογών ή των υπηρεσιών. Ο παρών κανονισμός δεν επιδιώκει να ρυθμίσει τη νομιμότητα, του περιεχομένου, των εφαρμογών ή των υπηρεσιών, ούτε επιδιώκει να ρυθμίσει τις σχετικές διαδικασίες, απαιτήσεις και διασφαλίσεις. Τα θέματα αυτά παραμένουν ως εκ τούτου υπό το ενωσιακό δίκαιο ή το εθνικό δίκαιο που συμμορφώνεται προς το ενωσιακό δίκαιο.

(7)

Προκειμένου να ασκήσουν τα δικαιώματά τους να έχουν πρόσβαση και να διανέμουν πληροφορίες και περιεχόμενο και να χρησιμοποιούν και να παρέχουν εφαρμογές και υπηρεσίες της επιλογής τους, οι τελικοί χρήστες θα πρέπει να είναι ελεύθεροι να συμφωνούν με τους παρόχους υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο σχετικά με τις τιμές των συγκεκριμένων όγκων δεδομένων και ταχυτήτων των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο. Οι συμφωνίες αυτές, καθώς και τυχόν εμπορικές πρακτικές που χρησιμοποιούνται από τους παρόχους υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, δεν θα πρέπει να περιορίζουν την άσκηση των δικαιωμάτων αυτών, παρακάμπτοντας έτσι τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού που διασφαλίζουν την πρόσβαση στο ανοικτό διαδίκτυο. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές και οι λοιπές αρμόδιες αρχές θα πρέπει να είναι εξουσιοδοτημένες να παρεμβαίνουν κατά συμφωνιών ή εμπορικών πρακτικών οι οποίες, λόγω της κλίμακάς τους, οδηγούν σε καταστάσεις στις οποίες η επιλογή των τελικών καταναλωτών μειώνεται στην πράξη σημαντικά. Προς τον σκοπό αυτό, η αξιολόγηση των συμφωνιών και των εμπορικών πρακτικών θα πρέπει μεταξύ άλλων να λαμβάνει υπόψη τις αντίστοιχες θέσεις στην αγορά των οικείων παρόχων υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, καθώς και των οικείων παρόχων περιεχομένου, εφαρμογών και υπηρεσιών. Οι εθνικές ρυθμιστικές και οι λοιπές αρμόδιες αρχές θα πρέπει να οφείλουν, ως μέρος των υποχρεώσεών τους παρακολούθησης και επιβολής, να παρεμβαίνουν όταν συμφωνίες ή εμπορικές πρακτικές έχουν ως αποτέλεσμα την υπονόμευση της ουσίας των δικαιωμάτων των τελικών χρηστών.

(8)

Κατά την παροχή υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, οι πάροχοι των εν λόγω υπηρεσιών θα πρέπει να αντιμετωπίζουν την κίνηση στο διαδίκτυο ισότιμα, χωρίς διακρίσεις, περιορισμούς ή παρεμβάσεις, ανεξάρτητα από τον αποστολέα ή παραλήπτη, το περιεχόμενο, την εφαρμογή ή υπηρεσία ή τον τερματικό εξοπλισμό της. Σύμφωνα με τις γενικές αρχές του ενωσιακού δικαίου και την παγιωμένη νομολογία, δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζονται με διαφορετικό τρόπο παρόμοιες καταστάσεις, ούτε να αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο διαφορετικές καταστάσεις, εκτός αν μια τέτοια αντιμετώπιση δικαιολογείται αντικειμενικά.

(9)

Στόχος της εύλογης διαχείρισης της κίνησης είναι να συμβάλει σε αποτελεσματική χρήση των πόρων του διαδικτύου και σε βέλτιστη χρήση της συνολικής ποιότητας μετάδοσης, ανταποκρινόμενη στις αντικειμενικά διαφορετικές απαιτήσεις της τεχνικής ποιότητας των υπηρεσιών για τις επιμέρους κατηγορίες κίνησης και, ως εκ τούτου, για το περιεχόμενο, τις εφαρμογές και τις υπηρεσίες που μεταδίδονται. Τα εύλογα μέτρα διαχείρισης της κίνησης που εφαρμόζουν οι πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο θα πρέπει να είναι διαφανή, να μην προκαλούν διακρίσεις, να είναι αναλογικά και να μη βασίζονται σε εμπορικά κριτήρια. Η απαίτηση τα μέτρα διαχείρισης της κίνησης να μην προκαλούν διακρίσεις δεν παρεμποδίζει τους παρόχους υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο να εφαρμόζουν, προκειμένου να βελτιστοποιήσουν τη συνολική ποιότητα μετάδοσης, μέτρα διαχείρισης της κίνησης που διαφοροποιούν μεταξύ αντικειμενικά διαφορετικών κατηγοριών κίνησης. Κάθε τέτοια διαφοροποίηση θα πρέπει, προκειμένου να βελτιστοποιεί τη συνολική ποιότητα και εμπειρία του χρήστη, να επιτρέπεται μόνο βάσει αντικειμενικά διαφορετικών απαιτήσεων της τεχνικής ποιότητας των υπηρεσιών (για παράδειγμα, όσον αφορά τον χρόνο αναμονής, τις διακυμάνσεις χρόνου επιστροφής πακέτων, την απώλεια πακέτων και το ζωνικό εύρος) για τις συγκεκριμένες κατηγορίες κίνησης και όχι βάσει εμπορικών κριτηρίων. Τα εν λόγω μέτρα διαφοροποίησης θα πρέπει να είναι αναλογικά σε σχέση με τον σκοπό της βελτιστοποίησης της συνολικής ποιότητας και να μεταχειρίζονται ισότιμα την ισοδύναμη κίνηση. Τα εν λόγω μέτρα δεν θα πρέπει να διατηρούνται πέραν του απαιτουμένου.

(10)

Η εύλογη διαχείριση της κίνησης δεν απαιτεί τεχνικές οι οποίες παρακολουθούν το συγκεκριμένο περιεχόμενο της κίνησης δεδομένων που μεταδίδεται μέσω της υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο.

(11)

Οι πρακτικές διαχείρισης της κίνησης που υπερβαίνουν αυτά τα εύλογα μέτρα διαχείρισης της κίνησης, παρεμποδίζοντας, επιβραδύνοντας, αλλοιώνοντας, περιορίζοντας, εισάγοντας παρεμβολές, υποβαθμίζοντας ή επιβάλλοντας διακρίσεις μεταξύ συγκεκριμένου περιεχομένου, εφαρμογών ή υπηρεσιών ή συγκεκριμένων κατηγοριών περιεχομένου, εφαρμογών ή υπηρεσιών, θα πρέπει να απαγορευθούν, με αιτιολογημένες και προσδιορισμένες εξαιρέσεις που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό. Οι εν λόγω εξαιρέσεις θα πρέπει να υπόκεινται σε αυστηρή ερμηνεία και σε απαιτήσεις αναλογικότητας. Το συγκεκριμένο περιεχόμενο, οι συγκεκριμένες εφαρμογές και υπηρεσίες και οι συγκεκριμένες κατηγορίες τους θα πρέπει να προστατεύονται λόγω του αρνητικού αντικτύπου στην επιλογή των τελικών χρηστών και την καινοτομία από την παρεμπόδιση ή από άλλα περιοριστικά μέτρα που δεν περιλαμβάνονται στις αιτιολογημένες εξαιρέσεις. Οι κανόνες κατά της αλλοίωσης του περιεχομένου, των εφαρμογών ή των υπηρεσιών παραπέμπουν σε τροποποίηση του περιεχομένου της ανακοίνωσης, αλλά δεν απαγορεύουν τις τεχνικές της μη διακριτικής συμπίεσης δεδομένων που μειώνουν το μέγεθος φακέλου δεδομένων χωρίς καμία τροποποίηση του περιεχομένου. Η συμπίεση αυτή καθιστά δυνατή την πλέον αποτελεσματική χρήση των πόρων που σπανίζουν και είναι προς όφελος των τελικών χρηστών, μειώνοντας τον όγκο των δεδομένων, αυξάνοντας την ταχύτητα και ενισχύοντας την εμπειρία από τη χρήση του σχετικού περιεχομένου, των σχετικών εφαρμογών ή των σχετικών υπηρεσιών.

(12)

Τα μέτρα διαχείρισης της κίνησης που υπερβαίνουν αυτά τα εύλογα μέτρα διαχείρισης της κίνησης μπορούν μόνο να εφαρμόζονται όσο είναι αναγκαίο και για το διάστημα που απαιτείται για τη συμμόρφωση προς τις τρεις αιτιολογημένες εξαιρέσεις που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό.

(13)

Κατ’ αρχάς, μπορεί να προκύψουν περιπτώσεις κατά τις οποίες οι πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο υπόκεινται σε ενωσιακές νομοθετικές πράξεις ή στην εθνική νομοθεσία που είναι σύμφωνη με το ενωσιακό δίκαιο (για παράδειγμα, αναφορικά με τη νομιμότητα του περιεχομένου, των εφαρμογών ή των υπηρεσιών ή σχετικά με τη δημόσια ασφάλεια), συμπεριλαμβανομένου του ποινικού δικαίου, απαιτώντας, για παράδειγμα, την παρεμπόδιση συγκεκριμένου περιεχομένου, εφαρμογών ή υπηρεσιών. Επιπλέον, μπορεί να προκύψουν περιπτώσεις κατά τις οποίες οι εν λόγω πάροχοι υπόκεινται σε μέτρα που συμμορφώνονται προς το ενωσιακό δίκαιο και εφαρμόζουν ή επιβάλλουν ενωσιακές νομοθετικές πράξεις ή εθνική νομοθεσία, όπως μέτρα γενικής ισχύος, δικαστικές εντολές, αποφάσεις δημόσιων αρχών που διαθέτουν τις σχετικές εξουσίες ή άλλα μέτρα που διασφαλίζουν τη συμμόρφωση προς τις εν λόγω ενωσιακές νομοθετικές πράξεις ή εθνική νομοθεσία (για παράδειγμα, υποχρεώσεις συμμόρφωσης προς δικαστικές εντολές ή εντολές κρατικών αρχών που απαιτούν την παρεμπόδιση παράνομου περιεχομένου). Η απόφαση συμμόρφωσης προς το ενωσιακό δίκαιο σχετίζεται, μεταξύ άλλων, με τη συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις του Χάρτη των θεμελιωδών δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («Χάρτης») σε σχέση με περιορισμούς στην άσκηση θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Όπως προβλέπεται στην οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (5), τα μέτρα τα οποία ενδέχεται να περιορίζουν τα εν λόγω θεμελιώδη δικαιώματα ή ελευθερίες επιβάλλονται μόνο εφόσον είναι κατάλληλα, αναλογικά και απαραίτητα στο πλαίσιο μιας δημοκρατικής κοινωνίας και η εφαρμογή τους υπόκειται σε επαρκείς διαδικαστικές διασφαλίσεις σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή σύμβαση για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών, περιλαμβανομένων των διατάξεών της που αφορούν την αποτελεσματική νομική προστασία και τις διαδικαστικές εγγυήσεις.

(14)

Δεύτερον, μπορεί να είναι αναγκαία μέτρα διαχείρισης της κίνησης που υπερβαίνουν αυτά τα εύλογα μέτρα διαχείρισης της κίνησης για την προστασία της ακεραιότητας και της ασφάλειας του δικτύου, για παράδειγμα αποτρέποντας επιθέσεις στον κυβερνοχώρο που γίνονται μέσω της διάδοσης κακόβουλου λογισμικού ή της κλοπής της ταυτότητας των τελικών χρηστών που συμβαίνει με κατασκοπευτικό λογισμικό.

(15)

Τρίτον, μέτρα που υπερβαίνουν αυτά τα εύλογα μέτρα διαχείρισης της κίνησης μπορούν επίσης να είναι απαραίτητα για την αποτροπή επικείμενης συμφόρησης του δικτύου, για παράδειγμα σε καταστάσεις όπου πρόκειται να σημειωθεί συμφόρηση, και για το μετριασμό των επιπτώσεων της συμφόρησης του δικτύου, εφόσον η συμφόρηση αυτή συμβαίνει μόνο προσωρινά ή σε έκτακτες περιστάσεις. Η αρχή της αναλογικότητας απαιτεί τα μέτρα διαχείρισης της κίνησης που βασίζονται σε αυτήν την εξαίρεση να αντιμετωπίζουν ισότιμα τις ανάλογες κατηγορίες κίνησης. Η προσωρινή συμφόρηση θα πρέπει να νοείται ότι αναφέρεται σε ειδικές καταστάσεις περιορισμένης διάρκειας, κατά τις οποίες η απότομη αύξηση του αριθμού χρηστών, επιπροσθέτως των τακτικών χρηστών, ή η απότομη αύξηση της ζήτησης για συγκεκριμένο περιεχόμενο, εφαρμογές ή υπηρεσίες μπορεί να υπερβεί τη χωρητικότητα ορισμένων στοιχείων του δικτύου για μετάδοση και να μειώσει τη δυνατότητα αντίδρασης του υπόλοιπου δικτύου. Προσωρινή συμφόρηση μπορεί να συμβεί ειδικότερα σε δίκτυα κινητής τηλεφωνίας, τα οποία υπόκεινται σε περισσότερο κυμαινόμενες συνθήκες, όπως οι φυσικές παρεμποδίσεις, η χαμηλότερη κάλυψη εσωτερικών χώρων ή ο μεταβλητός αριθμός των εν ενεργεία χρηστών σε διαφορετικό τόπο. Αν και ίσως είναι προβλέψιμο ότι αυτή η προσωρινή συμφόρηση θα μπορεί να προκύπτει κατά καιρούς σε ορισμένα σημεία του δικτύου —έτσι ώστε να μην μπορεί να χαρακτηρισθεί ως εξαιρετική— μπορεί ωστόσο να μην εμφανίζεται τόσο συχνά ή για εκτεταμένες περιόδους που να δικαιολογεί από οικονομική άποψη αύξηση της χωρητικότητας. Η εξαιρετική συμφόρηση θα πρέπει να νοείται ότι αναφέρεται σε απρόβλεπτες και αναπότρεπτες καταστάσεις συμφόρησης, τόσο στα κινητά όσο και στα σταθερά δίκτυα. Πιθανές αιτίες για τις καταστάσεις αυτές περιλαμβάνουν τεχνικό πρόβλημα, όπως η διακοπή της παροχής των υπηρεσιών λόγω ζημίας στην καλωδίωση ή σε άλλα στοιχεία υποδομής, αναμενόμενες αλλαγές στη δρομολόγηση της κίνησης ή πολύ μεγάλες αυξήσεις στην κίνηση δικτύου λόγω επειγουσών ή άλλων καταστάσεων πέραν του ελέγχου των παρόχων υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο. Τα εν λόγω προβλήματα συμφόρησης είναι πιθανόν να είναι σπάνια, αλλά μπορεί να είναι σοβαρά και δεν είναι απαραιτήτως μικρής διάρκειας. Η ανάγκη να εφαρμόζονται μέτρα διαχείρισης της κίνησης που υπερβαίνουν τα εύλογα μέτρα διαχείρισης της κίνησης ώστε να αποτρέπονται ή να μετριάζονται οι επιπτώσεις της προσωρινής ή εξαιρετικής συμφόρησης δεν θα πρέπει να δίνει τη δυνατότητα στους παρόχους υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο να παρακάμπτουν τη γενική απαγόρευση παρεμπόδισης, επιβράδυνσης, αλλοίωσης, περιορισμού, παρέμβασης, υποβάθμισης ή δημιουργίας διακρίσεων μεταξύ συγκεκριμένου περιεχομένου, εφαρμογών ή υπηρεσιών ή συγκεκριμένων κατηγοριών τους. Η εν λόγω εξαίρεση δεν θα πρέπει να ισχύει για επαναλαμβανόμενη και πιο μακροπρόθεσμη συμφόρηση του δικτύου που δεν είναι ούτε εξαιρετική ούτε προσωρινή, αλλά θα πρέπει να αντιμετωπίζεται μάλλον με διεύρυνση της χωρητικότητας του δικτύου.

(16)

Ζητείται από τους παρόχους περιεχομένου, εφαρμογών και υπηρεσιών να είναι σε θέση να παρέχουν υπηρεσίες ηλεκτρονικής επικοινωνίας διαφορετικές από τις υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο, για τις οποίες απαιτείται συγκεκριμένο επίπεδο ποιότητας, το οποίο δεν εξασφαλίζεται με την υπηρεσία πρόσβασης στο διαδίκτυο. Αυτά τα συγκεκριμένα επίπεδα ποιότητας απαιτούνται, για παράδειγμα, από ορισμένες υπηρεσίες που ανταποκρίνονται σε δημόσιο συμφέρον ή από ορισμένες υπηρεσίες επικοινωνίας μηχανής προς μηχανή. Οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό, συμπεριλαμβανομένων των παρόχων υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, και οι πάροχοι περιεχομένου, εφαρμογών και υπηρεσιών θα πρέπει συνεπώς να είναι ελεύθεροι να προσφέρουν υπηρεσίες οι οποίες δεν αποτελούν υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο, βελτιστοποιημένες για συγκεκριμένο περιεχόμενο, εφαρμογές ή υπηρεσίες, ή συνδυασμό αυτών, εφόσον η βελτιστοποίηση είναι αναγκαία ώστε να ικανοποιείται η απαίτηση για συγκεκριμένο επίπεδο ποιότητας του περιεχομένου, των εφαρμογών ή των υπηρεσιών. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να πιστοποιούν εάν και σε ποιο βαθμό η βελτιστοποίηση αυτή είναι αντικειμενικά απαραίτητη, ώστε να διασφαλίζονται ένα ή περισσότερα ειδικά και κύρια χαρακτηριστικά του περιεχομένου, των εφαρμογών ή των υπηρεσιών και να είναι δυνατή η αντίστοιχη διασφάλιση της ποιότητας που οφείλεται στους τελικούς χρήστες, αντί να χορηγείται απλά γενική προτεραιότητα έναντι παρόμοιου περιεχομένου, εφαρμογών ή υπηρεσιών μέσω της υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο και κατ’ αυτόν τον τρόπο να παρακάμπτονται οι διατάξεις που αφορούν τα μέτρα διαχείρισης της κίνησης που ισχύουν για τις υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο.

(17)

Προκειμένου να αποφευχθεί ο αρνητικός αντίκτυπος της παροχής αυτών των λοιπών υπηρεσιών στη διαθεσιμότητα ή στη γενική ποιότητα των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο των τελικών χρηστών, είναι ανάγκη να διασφαλισθεί επαρκής χωρητικότητα. Οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό, συμπεριλαμβανομένων των παρόχων υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, θα πρέπει, ως εκ τούτου, να προσφέρουν τέτοιες λοιπές υπηρεσίες ή να συνάπτουν αντίστοιχες συμφωνίες με παρόχους περιεχομένου, εφαρμογών ή υπηρεσιών που θα διευκολύνουν αυτές τις λοιπές υπηρεσίες, μόνο εάν η χωρητικότητα δικτύου επαρκεί για την παροχή τους, πέραν των τυχόν υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο που παρέχονται. Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού περί διασφάλισης της πρόσβασης στο ανοικτό διαδίκτυο δεν θα πρέπει να παρακάμπτονται μέσω άλλων υπηρεσιών που μπορούν να χρησιμοποιούνται ή προσφέρονται ως υποκατάστατο των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο. Ωστόσο, το γεγονός και μόνον ότι οι εταιρικές υπηρεσίες, όπως τα ιδεατά ιδιωτικά δίκτυα, μπορούν επίσης να παρέχουν πρόσβαση στο διαδίκτυο δεν θα πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα να θεωρούνται υποκατάστατα των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, υπό την προϋπόθεση ότι η παροχή της εν λόγω πρόσβασης στο διαδίκτυο από πάροχο ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό είναι σύμφωνη προς το άρθρο 3 παράγραφοι 1 έως 4 του παρόντος κανονισμού και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί να θεωρηθεί παράκαμψη των εν λόγω διατάξεων. Η παροχή αυτών των υπηρεσιών πέραν των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο δεν θα πρέπει να βλάπτει τη διαθεσιμότητα και τη γενική ποιότητα των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο για τους τελικούς χρήστες. Σε δίκτυα κινητής τηλεφωνίας, οι όγκοι κίνησης σε δεδομένη κυψέλη είναι πιο δύσκολο να προβλεφθούν, λόγω του διαφορετικού αριθμού των ενεργών τελικών χρηστών, και για τον λόγο αυτό ο αντίκτυπος στην ποιότητα των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο για τους τελικούς χρήστες μπορεί να συμβεί σε απρόβλεπτες περιστάσεις. Στα δίκτυα κινητής τηλεφωνίας, η γενική ποιότητα των υπηρεσιών πρόσβασης τ στο διαδίκτυο για τους τελικούς χρήστες δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι βλάπτεται όταν ο συνολικός αρνητικός αντίκτυπος των υπηρεσιών εκτός των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο είναι αναπόφευκτος, ελάχιστος και περιορισμένης χρονικής διάρκειας. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι οι πάροχοι ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό συμμορφώνονται προς την απαίτηση αυτή. Στο πλαίσιο αυτό, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να εκτιμούν τον αντίκτυπο στη διαθεσιμότητα και τη γενική ποιότητα των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο αναλύοντας, μεταξύ άλλων, τις ποιοτικές παραμέτρους της υπηρεσίας (όπως ο χρόνος αναμονής, οι διακυμάνσεις χρόνου επιστροφής πακέτων, η απώλεια πακέτων), τα επίπεδα και τα αποτελέσματα της συμφόρησης του δικτύου, τις πραγματικές ταχύτητες έναντι των διαφημιζόμενων, τις επιδόσεις των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο σε σύγκριση με υπηρεσίες διαφορετικές των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και την ποιότητα όπως την αντιλαμβάνονται οι τελικοί χρήστες.

(18)

Οι διατάξεις σχετικά με τη διασφάλιση της πρόσβασης στο ανοικτό διαδίκτυο θα πρέπει να συμπληρώνονται από αποτελεσματικές διατάξεις για τον τελικό χρήστη οι οποίες να αντιμετωπίζουν θέματα που συνδέονται ιδιαίτερα με τις υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο και να παρέχουν τη δυνατότητα στους τελικούς χρήστες να προβαίνουν σε συνειδητές επιλογές. Ο διατάξεις αυτές θα πρέπει να εφαρμόζονται επιπροσθέτως των εφαρμοστέων διατάξεων της οδηγίας 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6) και τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να διατηρούν ή να θεσπίζουν εκτενέστερα μέτρα. Οι πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο θα πρέπει να ενημερώνουν τους τελικούς χρήστες κατά τρόπο σαφή σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι πρακτικές διαχείρισης της κίνησης που εφαρμόζονται μπορούν να έχουν αντίκτυπο στην ποιότητα των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, την ιδιωτική ζωή των τελικών χρηστών και την προστασία των προσωπικών δεδομένων, καθώς και σχετικά με τον πιθανό αντίκτυπο των υπηρεσιών εκτός των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο στις οποίες γίνονται συνδρομητές στην ποιότητα και στη διαθεσιμότητα των αντίστοιχων υπηρεσιών τους πρόσβασης στο διαδίκτυο. Προκειμένου οι τελικοί χρήστες να μπορούν να διαθέτουν επιλογή στις περιπτώσεις αυτές, οι πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο θα πρέπει συνεπώς να ενημερώνουν τους τελικούς χρήστες αναφέροντας στη σύμβαση την ταχύτητα με την οποία μπορούν να παρέχουν ρεαλιστικά τις υπηρεσίες τους. Ως κανονικά διαθέσιμη ταχύτητα νοείται η ταχύτητα που ο τελικός χρήστης θα μπορούσε να αναμένει ότι θα έχει στη διάθεσή του τις περισσότερες φορές όταν έχει πρόσβαση στην υπηρεσία. Οι πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο θα πρέπει εξάλλου να ενημερώνουν τους καταναλωτές σχετικά με τα διαθέσιμα μέσα αποκατάστασης σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης των επιδόσεων. Κάθε σημαντική και συνεχής ή τακτικά επαναλαμβανόμενη απόκλιση, εφόσον τεκμηριώνεται από μηχανισμό παρακολούθησης πιστοποιημένο από την εθνική ρυθμιστική αρχή, μεταξύ της πραγματικής επίδοσης της υπηρεσίας και της επίδοσης που αναφέρεται στη σύμβαση θα πρέπει να θεωρείται ότι συνιστά μη συμμόρφωση των επιδόσεων για τους σκοπούς του καθορισμού των μέσων αποκατάστασης που διαθέτει ο καταναλωτής σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο. Η μεθοδολογία θα πρέπει να περιέχεται στις κατευθυντήριες γραμμές του Φορέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (BEREC) και να υπόκειται τακτικά σε επανεξέταση και επικαιροποίηση, εφόσον είναι απαραίτητο, ώστε να αντικατοπτρίζει την εξέλιξη της τεχνολογίας και των υποδομών. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να επιβάλλουν τη συμμόρφωση προς τους κανόνες του παρόντος κανονισμού σχετικά με τα μέτρα διαφάνειας για τη διασφάλιση της πρόσβασης στο ανοικτό διαδίκτυο.

(19)

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές διαδραματίζουν θεμελιώδη ρόλο στο να διασφαλίζουν ότι οι τελικοί χρήστες μπορούν όντως να ασκούν τα δικαιώματά τους όπως εκτίθενται στον παρόντα κανονισμό και ότι τηρούνται οι κανόνες σχετικά με τη διασφάλιση της πρόσβασης στο ανοικτό διαδίκτυο Προς τον σκοπό αυτό, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να έχουν υποχρεώσεις παρακολούθησης και υποβολής εκθέσεων και θα πρέπει να διασφαλίζουν τη συμμόρφωση των παρόχων ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό, συμπεριλαμβανομένων των παρόχων υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, με τις υποχρεώσεις τους σχετικά με τη διασφάλιση της πρόσβασης στο ανοικτό διαδίκτυο. Σε αυτές περιλαμβάνεται η υποχρέωση διασφάλισης επαρκούς χωρητικότητας του δικτύου για την παροχή υπηρεσιών υψηλής ποιότητας πρόσβασης στο διαδίκτυο άνευ διακρίσεων, η γενική ποιότητα της οποίας δεν θα πρέπει να βλάπτεται μέσω της παροχής υπηρεσιών εκτός των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, με συγκεκριμένο επίπεδο ποιότητας. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει εξάλλου να έχουν την εξουσία να επιβάλλουν απαιτήσεις σχετικά με τεχνικά χαρακτηριστικά, απαιτήσεις για την ελάχιστη ποιότητα των υπηρεσιών και άλλα κατάλληλα μέτρα στο σύνολο ή σε επιμέρους παρόχους ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό, εφόσον αυτό είναι αναγκαίο για να διασφαλίζεται η συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού σχετικά με τη διασφάλιση της πρόσβαση στο ανοικτό διαδίκτυο ή να αποφεύγεται η υποβάθμιση της γενικής ποιότητας των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο για τους τελικούς χρήστες. Παράλληλα με τα προαναφερθέντα, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές του Φορέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για τις Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (BEREC).

(20)

Η αγορά των κινητών επικοινωνιών παραμένει κατακερματισμένη στην Ένωση, καθώς δεν υπάρχει κινητό δίκτυο που να καλύπτει όλα τα κράτη μέλη. Κατά συνέπεια, οι πάροχοι περιαγωγής είναι υποχρεωμένοι, προκειμένου να παρέχουν υπηρεσίες κινητών επικοινωνιών στους εγχώριους πελάτες τους που ταξιδεύουν εντός της Ένωσης, να αγοράζουν υπηρεσίες περιαγωγής χονδρικής από τους φορείς εκμετάλλευσης του κράτους μέλους που επισκέπτονται οι πελάτες τους ή να ανταλλάσσουν υπηρεσίες περιαγωγής χονδρικής με αυτούς.

(21)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 531/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7) καθορίζει ως στόχο πολιτικής ότι η διαφορά μεταξύ των χρεώσεων περιαγωγής και των εγχώριων χρεώσεων θα πρέπει να προσεγγίζει το μηδέν. Ωστόσο, ο απώτερος στόχος της εξάλειψης των διαφορών μεταξύ εγχώριων τελών και τελών περιαγωγής δεν μπορεί να επιτευχθεί κατά τρόπο βιώσιμο με το παρατηρούμενο επίπεδο τελών χονδρικής. Ως εκ τούτου, ο παρών κανονισμός ορίζει ότι τα τέλη περιαγωγής λιανικής θα πρέπει να καταργηθούν πριν από τις 15 Ιουνίου 2017, εφόσον έχουν αντιμετωπισθεί τα θέματα που παρατηρούνται επί του παρόντος στις αγορές περιαγωγής χονδρικής. Εν προκειμένω, η Επιτροπή θα πρέπει να διεξάγει επανεξέταση της αγοράς περιαγωγής χονδρικής και να υποβάλει νομοθετική πρόταση βασιζόμενη στο αποτέλεσμα της εν λόγω αναθεώρησης.

(22)

Ταυτόχρονα, οι πάροχοι υπηρεσιών περιαγωγής θα πρέπει να μπορούν να εφαρμόζουν «πολιτική εύλογης χρήσης» για την κατανάλωση ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής που παρέχονται στην ισχύουσα εγχώρια λιανική τιμή. Η «πολιτική εύλογης χρήσης» αποσκοπεί στο να αποτρέπει την καταχρηστική ή πέραν του φυσιολογικού χρήση των ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής εκ μέρους των πελατών περιαγωγής, όπως η χρήση αυτών των υπηρεσιών εκ μέρους των πελατών περιαγωγής σε κράτος μέλος διαφορετικό από το κράτος μέλος του εγχώριου παρόχου τους για λόγους εκτός των κατά διαστήματα ταξιδιών. Οποιαδήποτε πολιτική εύλογης χρήσης θα πρέπει επιτρέπει στους πελάτες του παρόχου περιαγωγής να καταναλώνουν ποσότητες ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής που προσφέρονται με το ισχύον τιμολόγιο λιανικής εγχώριων υπηρεσιών και οι οποίες είναι συνεπείς προς τα αντίστοιχα τιμολογιακά τους προγράμματα.

(23)

Σε συγκεκριμένες και εξαιρετικές περιστάσεις, όπου ο πάροχος περιαγωγής δεν μπορεί να εισπράξει το οικείο συνολικό κόστος, πραγματικό και προβλεπόμενο, της παροχής ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής από τα συνολικά έσοδα, πραγματικά και προβλεπόμενα, από την παροχή των υπηρεσιών αυτών, ο εν λόγω πάροχος περιαγωγής θα πρέπει να μπορεί να ζητήσει άδεια προκειμένου να επιβάλει πρόσθετα τέλη, ώστε να διασφαλίζεται η βιωσιμότητα του εγχώριού του τύπου χρέωσης. Η αξιολόγηση της βιωσιμότητας του εγχώριου τύπου χρέωσης θα πρέπει να βασίζεται σε συναφείς αντικειμενικούς παράγοντες συγκεκριμένους για τον πάροχο περιαγωγής, συμπεριλαμβανομένων των αντικειμενικών παραλλαγών μεταξύ των παρόχων περιαγωγής στο οικείο κράτος μέλος και του επιπέδου των εθνικών τιμών και εισοδημάτων. Αυτό μπορεί να ισχύει, για παράδειγμα, για τύπους κατ’ αποκοπήν χρέωσης λιανικής από φορείς εκμετάλλευσης με σημαντικές αρνητικές ανισορροπίες κίνησης, όπου οι τεκμαρτές εγχώριες ανά μονάδα τιμές είναι χαμηλές και το συνολικό εισόδημα των φορέων εκμετάλλευσης είναι επίσης χαμηλό σε σχέση με την επιβάρυνση της περιαγωγής ή όπου η τεκμαρτή ανά μονάδα τιμή είναι χαμηλή και η πραγματική ή η προβλεπόμενη κατανάλωση υπηρεσιών περιαγωγής είναι υψηλή. Μόλις αμφότερες οι αγορές χονδρικής και λιανικής περιαγωγής προσαρμοσθούν πλήρως στη γενίκευση της περιαγωγής στα επίπεδα εγχώριων τιμών και στην ενσωμάτωσή της ως φυσιολογικό χαρακτηριστικό των τιμολογιακών προγραμμάτων λιανικής, οι εν λόγω εξαιρετικές περιστάσεις δεν αναμένεται να ανακύπτουν. Προκειμένου ο εγχώριος τύπος χρέωσης των παρόχων περιαγωγής να μην καταστεί μη βιώσιμος από αυτά τα προβλήματα είσπραξης των χρεώσεων, προκαλώντας σημαντικό κίνδυνο για την εξέλιξη των εγχώριων τιμών, φαινόμενο αποκαλούμενο «του υδατοστρώματος» («waterbed effect»), οι πάροχοι περιαγωγής, κατόπιν άδειας της εθνικής ρυθμιστικής αρχής, θα πρέπει να μπορούν να επιβάλουν σε αυτές τις περιστάσεις επιπρόσθετα τέλη μόνο στον βαθμό που απαιτείται για να εισπράττονται όλα τα σχετικά έξοδα παροχής των υπηρεσιών αυτών.

(24)

Προς τον σκοπό αυτό, οι χρεώσεις που ανακύπτουν για την παροχή ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής θα πρέπει να προσδιορίζονται με βάση τις πραγματικές χρεώσεις περιαγωγής χονδρικής που εφαρμόζονται για την κίνηση περιαγωγής προς το εξωτερικό του οικείου παρόχου περιαγωγής, επιπλέον της κίνησης περιαγωγής προς το εσωτερικό, όπως επίσης και με βάση εύλογες χρεώσεις για από κοινού αναλαμβανόμενες και κοινές χρεώσεις. Τα έσοδα από τις ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής λιανικής θα πρέπει να προσδιορίζονται με βάση τα εισοδήματα σε επίπεδα εγχώριων τιμών που αποδίδονται στην κατανάλωση ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής, είτε σε βάση τιμής ανά μονάδα είτε ως αναλογία κατ’ αποκοπήν τιμής, ώστε να αντανακλούν τις αντίστοιχες πραγματικές και προβλεπόμενες αναλογίες της κατανάλωσης ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής από πελάτες εντός της Ένωσης και της εγχώριας κατανάλωσης. Θα πρέπει εξάλλου να ληφθεί υπόψη η κατανάλωση των ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής και της εγχώριας κατανάλωσης από τους πελάτες των παρόχων περιαγωγής, καθώς και το επίπεδο του ανταγωνισμού, των τιμών και των εσόδων στην εγχώρια αγορά, και οποιοσδήποτε αντιληπτός κίνδυνος ότι η περιαγωγή σε εγχώριες τιμές λιανικής θα μπορούσε να επηρεάσει τη διαμόρφωση αυτών των τιμών.

(25)

Προκειμένου να διασφαλισθεί η ομαλή μετάβαση από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 531/2012 προς την κατάργηση των πρόσθετων τελών περιαγωγής λιανικής, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να προβλέπει μεταβατική περίοδο, κατά την οποία οι πάροχοι περιαγωγής θα πρέπει να μπορούν να προσθέτουν πρόσθετα τέλη στις εγχώριες τιμές για τις παρεχόμενες ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής λιανικής. Αυτό το μεταβατικό καθεστώς θα πρέπει ήδη να προετοιμάζει τις θεμελιώδεις αλλαγές ενόψει, με την ενσωμάτωση της περιαγωγής ανά την Ένωση ως αναπόσπαστο μέρος των εγχώριων τιμολογιακών προγραμμάτων που προσφέρονται στις διάφορες εγχώριες αγορές. Συνεπώς, το σημείο εκκίνησης του μεταβατικού καθεστώτος θα πρέπει να είναι οι αντίστοιχες εγχώριες τιμές λιανικής, οι οποίες μπορούν να υπόκεινται σε πρόσθετο τέλος που δεν υπερβαίνει τα ανώτατα τέλη περιαγωγής χονδρικής που ισχύουν την περίοδο αμέσως πριν από τη μεταβατική περίοδο. Το εν λόγω μεταβατικό καθεστώς θα πρέπει εξάλλου να διασφαλίζει σημαντικές περικοπές των τιμών για τους πελάτες από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και, όταν τα πρόσθετα τέλη προστίθενται στις εγχώριες τιμές λιανικής, δεν θα πρέπει σε καμία περίπτωση να οδηγεί σε υψηλότερες τιμές περιαγωγής λιανικής από τα ανώτατα τέλη περιαγωγής χονδρικής που ισχύουν την περίοδο αμέσως πριν από τη μεταβατική περίοδο.

(26)

Οι σχετικές εγχώριες τιμές λιανικής θα πρέπει να είναι ίσες με τα ανά μονάδα εγχώρια τέλη λιανικής. Ωστόσο, σε περίπτωση που δεν υπάρχει συγκεκριμένη εγχώρια τιμή λιανικής που να μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βάση για ρυθμιζόμενη υπηρεσία περιαγωγής λιανικής (για παράδειγμα, στην περίπτωση εγχώριων τιμολογιακών προγραμμάτων χωρίς περιορισμό, πακέτων ή εγχώριων τελών που δεν περιλαμβάνουν δεδομένα), η εγχώρια τιμή λιανικής θα πρέπει να θεωρείται ότι είναι ο ίδιος μηχανισμός χρέωσης σαν να χρεωνόταν ο πελάτης το εγχώριο τιμολογιακό πρόγραμμα στο κράτος μέλος του εν λόγω πελάτη.

(27)

Προκειμένου να βελτιωθεί ο ανταγωνισμός στη λιανική αγορά περιαγωγής, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 531/2012 απαιτεί από τους εγχώριους παρόχους να δίνουν στους πελάτες τους τη δυνατότητα πρόσβασης σε ρυθμιζόμενες υπηρεσίες φωνητικών κλήσεων, σύντομων μηνυμάτων (SMS) και δεδομένων περιαγωγής, που παρέχονται στο πλαίσιο δέσμης από οποιονδήποτε εναλλακτικό πάροχο περιαγωγής. Δεδομένου ότι το καθεστώς περιαγωγής λιανικής του παρόντος κανονισμού πρόκειται να καταργήσει στο εγγύς μέλλον τα τέλη περιαγωγής λιανικής που εκτίθενται στα άρθρα 8, 10 και 13 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012, δεν θα ήταν πλέον σκόπιμο να υποχρεούνται οι εγχώριοι πάροχοι να εφαρμόζουν αυτό το είδος ξεχωριστής πώλησης ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής. Οι πάροχοι που έχουν ήδη δώσει στους πελάτες τους τη δυνατότητα πρόσβασης σε ρυθμιζόμενες υπηρεσίες φωνητικών κλήσεων, σύντομων μηνυμάτων και δεδομένων περιαγωγής, που παρέχονται στο πλαίσιο δέσμης από οιονδήποτε εναλλακτικό πάροχο περιαγωγής, μπορούν να συνεχίσουν να το κάνουν. Αφετέρου, δεν μπορεί να αποκλεισθεί ότι οι πελάτες περιαγωγής θα μπορούν να επιλέγουν από ανταγωνιστικότερη τιμολόγηση λιανικής, ειδικότερα για δεδομένα υπηρεσιών περιαγωγής, στις αγορές που επισκέπτονται. Λόγω της αυξανόμενης ζήτησης και σημασίας των υπηρεσιών περιαγωγής, οι πελάτες περιαγωγής θα πρέπει να διαθέτουν εναλλακτικούς τρόπους πρόσβασης σε υπηρεσίες περιαγωγής δεδομένων όταν ταξιδεύουν εντός της Ένωσης. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να διατηρηθεί η υποχρέωση των εγχώριων παρόχων και των παρόχων περιαγωγής να μην εμποδίζουν την πρόσβαση των πελατών σε ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής δεδομένων που παρέχονται άμεσα στο δίκτυο επίσκεψης από εναλλακτικό πάροχο περιαγωγής, όπως προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 531/2012.

(28)

Σύμφωνα με την αρχή «ο καλών πληρώνει» («calling party pays»), οι πελάτες της κινητής τηλεφωνίας δεν πληρώνουν για να δέχονται εγχώριες κλήσεις κινητής τηλεφωνίας και το κόστος ολοκλήρωσης μιας κλήσης στο δίκτυο του καλούμενου μέρους καλύπτεται από τη χρέωση λιανικής του καλούντος μέρους. Η σύγκλιση των τελών τερματισμού ανά τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιτρέπει την εφαρμογή της ίδιας αρχής στις ρυθμιζόμενες κλήσεις περιαγωγής λιανικής. Ωστόσο, δεδομένου ότι αυτό δεν συμβαίνει ακόμη, σε καταστάσεις που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό όπου οι πάροχοι περιαγωγής μπορούν να επιβάλλουν πρόσθετα τέλη για ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής λιανικής, τα πρόσθετα τέλη που επιβάλλονται σε ρυθμιζόμενες λαμβανόμενες κλήσεις περιαγωγής δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν τη σταθμισμένη μέση τιμή των ανώτατων τελών χονδρικής τερματισμού κλήσεων κινητής τηλεφωνίας που ορίζεται στην Ένωση. Το καθεστώς αυτό θεωρείται προσωρινό μέχρι η Επιτροπή να εξετάσει το εκκρεμές αυτό ζήτημα.

(29)

Επομένως, ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 531/2012 θα πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(30)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να συνιστά ειδικό μέτρο κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 5 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ. Ως εκ τούτου, όταν οι πάροχοι ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής ανά την Ένωση προβαίνουν σε αλλαγές των τιμών τους υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής και των ανάλογων πολιτικών που αφορούν τη χρήση της περιαγωγής προκειμένου να συμμορφωθούν προς τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού, οι αλλαγές αυτές δεν θα πρέπει, δυνάμει του εθνικού δικαίου που μεταφέρει το ισχύον κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, να θεμελιώνουν για τους πελάτες κινητής τηλεφωνίας οποιοδήποτε δικαίωμα υπαναχώρησης από τις συμβάσεις τους.

(31)

Προκειμένου να ενισχυθούν τα δικαιώματα των πελατών περιαγωγής που θεσπίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 531/2012, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να θεσπίζει σε σχέση με τις ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής λιανικής συγκεκριμένες απαιτήσεις διαφάνειας ευθυγραμμισμένες με τους ειδικούς όρους που αφορούν τις τιμές και τον όγκο οι οποίες πρέπει να εφαρμοσθούν μόλις καταργηθούν οι επιβαρύνσεις περιαγωγής λιανικής. Ειδικότερα, θα πρέπει να προβλεφθεί η έγκαιρη δωρεάν ειδοποίηση των πελατών περιαγωγής σχετικά με την ισχύουσα πολιτική εύλογης χρήσης, όταν καταναλωθεί πλήρως ο ισχύων όγκος εύλογης χρήσης ρυθμιζόμενων υπηρεσιών φωνητικών κλήσεων, σύντομων μηνυμάτων ή δεδομένων περιαγωγής, σχετικά με τυχόν επιπρόσθετα τέλη και σχετικά με τη συνολική κατανάλωση ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής δεδομένων.

(32)

Προκειμένου να διασφαλισθούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες όσον αφορά τον καθορισμό της σταθμισμένης μέσης τιμής των μέγιστων τελών τερματισμού κλήσεων κινητής τηλεφωνίας και των λεπτομερών κανόνων σχετικά με την εφαρμογή της πολιτικής εύλογης χρήσης και τη μεθοδολογία της εκτίμησης της βιωσιμότητας της κατάργησης των πρόσθετων τελών περιαγωγής λιανικής, καθώς και την αίτηση που υποβάλλει ο πάροχος περιαγωγής για τους σκοπούς της εν λόγω εκτίμησης. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8).

(33)

Ο παρών κανονισμός σέβεται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τηρεί τις αρχές που αναγνωρίζονται ιδίως στον Χάρτη και συγκεκριμένα την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, την ελευθερία έκφρασης και πληροφόρησης, την επιχειρηματική ελευθερία, την απαγόρευση διακρίσεων και την προστασία του καταναλωτή.

(34)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η θέσπιση των αναγκαίων κοινών κανόνων για τη διασφάλιση πρόσβασης στο ανοικτό διαδίκτυο και την κατάργηση των πρόσθετων τελών περιαγωγής λιανικής, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη, μπορεί όμως, λόγω της κλίμακας και των επιπτώσεών του, να επιτευχθεί καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως διατυπώνεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(35)

Έγινε διαβούλευση με τον Ευρωπαίο Επόπτη Προστασίας Δεδομένων σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9), ο οποίος και εξέδωσε γνώμη στις 24 Νοεμβρίου 2013,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει κοινούς κανόνες για τη διασφάλιση ισότιμης και μη διακριτικής διαχείρισης της κίνησης κατά την παροχή υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και των σχετικών δικαιωμάτων των τελικών χρηστών.

2.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει έναν νέο μηχανισμό για τις τιμές λιανικής στις ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής σε ολόκληρη την Ένωση, με σκοπό να καταργήσει τα πρόσθετα τέλη περιαγωγής, χωρίς να στρεβλώνει τις εγχώριες αγορές και τις αγορές επίσκεψης.

Άρθρο 2

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ορισμοί του άρθρου 2 της οδηγίας 2002/21/ΕΚ.

Ισχύουν επίσης οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)

«πάροχος ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό»: επιχείρηση που παρέχει δημόσια δίκτυα επικοινωνιών ή διαθέσιμες στο κοινό υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών,

2)

«υπηρεσία πρόσβασης στο διαδίκτυο»: υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμη στο κοινό που παρέχει πρόσβαση στο διαδίκτυο και, ως εκ τούτου, συνδετικότητα σε όλα ουσιαστικά τα τερματικά σημεία διαδικτύου, ανεξάρτητα από την τεχνολογία δικτύου και τον τερματικό εξοπλισμό που χρησιμοποιείται.

Άρθρο 3

Διασφάλιση πρόσβασης στο ανοικτό διαδίκτυο

1.   Μέσω της υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο που διαθέτουν, οι τελικοί χρήστες έχουν το δικαίωμα να έχουν πρόσβαση και να διανέμουν πληροφορίες και περιεχόμενο, να χρησιμοποιούν και να παρέχουν εφαρμογές και υπηρεσίες και να χρησιμοποιούν τερματικό εξοπλισμό της επιλογής τους, ανεξαρτήτως του τόπου του τελικού χρήστη ή του παρόχου ή του τόπου, της προέλευσης ή του προορισμού της πληροφορίας, του περιεχομένου, της εφαρμογής ή της υπηρεσίας.

Η παρούσα παράγραφος δεν θίγει το ενωσιακό δίκαιο ούτε το εθνικό δίκαιο που συμμορφώνεται με το ενωσιακό δίκαιο, σχετικά με τη νομιμότητα του περιεχομένου, των εφαρμογών ή των υπηρεσιών.

2.   Οι συμφωνίες μεταξύ των παρόχων υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και των τελικών χρηστών σχετικά με τις εμπορικές και τεχνικές προϋποθέσεις και τα χαρακτηριστικά των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως η τιμή, ο όγκος των δεδομένων ή η ταχύτητα, καθώς και οποιεσδήποτε εμπορικές πρακτικές των παρόχων υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, δεν περιορίζουν την άσκηση των δικαιωμάτων των τελικών χρηστών όπως προσδιορίζονται στην παράγραφο 1.

3.   Οι πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, όταν παρέχουν υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο, αντιμετωπίζουν ισότιμα κάθε κίνηση, χωρίς αποκλεισμούς, περιορισμούς ή παρεμβάσεις και ανεξαρτήτως του αποστολέα και του παραλήπτη, του περιεχομένου στο οποίο έχει γίνει πρόσβαση ή του διανεμηθέντος περιεχομένου, των χρησιμοποιούμενων ή παρεχόμενων εφαρμογών ή υπηρεσιών ή του χρησιμοποιούμενου τερματικού εξοπλισμού.

Το πρώτο εδάφιο δεν εμποδίζει τους παρόχους υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο από το να εφαρμόζουν εύλογα μέτρα διαχείρισης της κίνησης. Για να θεωρηθούν εύλογα, τα μέτρα αυτά πρέπει να είναι διαφανή και αναλογικά, να μην εισάγουν διακρίσεις και να μη βασίζονται σε εμπορικά κριτήρια, αλλά σε αντικειμενικά διαφορετικές απαιτήσεις τεχνικής ποιότητας των υπηρεσιών για συγκεκριμένες κατηγορίες κίνησης. Τα εν λόγω μέτρα δεν παρακολουθούν το συγκεκριμένο περιεχόμενο και δεν διατηρούνται πέραν του απαιτουμένου.

Οι πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο δεν εφαρμόζουν μέτρα διαχείρισης της κίνησης που υπερβαίνουν αυτά που ορίζονται στο δεύτερο εδάφιο και, κυρίως, δεν παρεμποδίζουν, επιβραδύνουν, αλλοιώνουν, περιορίζουν, εισάγουν παρεμβολές, υποβαθμίζουν ή επιβάλλουν διακρίσεις έναντι συγκεκριμένου περιεχομένου, εφαρμογών ή υπηρεσιών ή συγκεκριμένων κατηγοριών αυτών, εκτός αν αυτό είναι αναγκαίο και μόνο για όσο διάστημα είναι αναγκαίο, ούτως ώστε:

α)

να συμμορφωθούν με τις ενωσιακές νομοθετικές πράξεις ή την εθνική νομοθεσία που συμμορφώνεται με το ενωσιακό δίκαιο, στην οποία υπάγεται ο πάροχος υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, ή με τα μέτρα που συμμορφώνονται με το ενωσιακό δίκαιο που θέτει σε εφαρμογή τις εν λόγω ενωσιακές νομοθετικές πράξεις ή εθνική νομοθεσία, μεταξύ άλλων και με τις αποφάσεις δικαστηρίων ή δημόσιων αρχών που διαθέτουν τις σχετικές αρμοδιότητες·

β)

να διασφαλίσουν την ακεραιότητα και την ασφάλεια του δικτύου, των υπηρεσιών που παρέχονται μέσω του εν λόγω δικτύου και του τερματικού εξοπλισμού των τελικών χρηστών·

γ)

να προλάβουν την εμφάνιση εμποδίων λόγω συμφόρησης του δικτύου και να αμβλύνουν τις επιπτώσεις από τυχόν εξαιρετική ή προσωρινή συμφόρηση του δικτύου, υπό την προϋπόθεση ότι ανάλογες κατηγορίες κίνησης αντιμετωπίζονται ισότιμα.

4.   Οποιοδήποτε μέτρο διαχείρισης της κίνησης μπορεί να συνεπάγεται επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα μόνο στον βαθμό που αυτή η επεξεργασία είναι απαραίτητη και αναλογική για την επίτευξη των σκοπών που καθορίζονται στην παράγραφο 3. Η επεξεργασία αυτή διενεργείται σύμφωνα με την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10). Τα μέτρα διαχείρισης της κίνησης συμμορφώνονται επίσης με την οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11).

5.   Οι πάροχοι ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό, συμπεριλαμβανομένων των παρόχων υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, και οι πάροχοι περιεχομένου, εφαρμογών και υπηρεσιών είναι ελεύθεροι να προσφέρουν υπηρεσίες πέραν των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, βελτιστοποιημένες για συγκεκριμένο περιεχόμενο, εφαρμογές ή υπηρεσίες ή συνδυασμό αυτών, εφόσον η βελτιστοποίηση είναι αναγκαία ώστε να ικανοποιείται η απαίτηση για συγκεκριμένο επίπεδο ποιότητας του περιεχομένου, των εφαρμογών ή των υπηρεσιών.

Οι πάροχοι ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό, συμπεριλαμβανομένων των παρόχων υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, μπορούν να προσφέρουν ή να διευκολύνουν τέτοιες υπηρεσίες μόνο εάν η χωρητικότητα του δικτύου επαρκεί για την παροχή τέτοιων υπηρεσιών πέραν των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο. Τέτοιου είδους υπηρεσίες δεν χρησιμοποιούνται ούτε παρέχονται ως υποκατάστατο των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο και δεν υπονομεύουν τη διαθεσιμότητα ή τη γενική ποιότητα των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο για τους τελικούς χρήστες.

Άρθρο 4

Μέτρα διαφάνειας για τη διασφάλιση της πρόσβασης στο ανοικτό διαδίκτυο

1.   Οι πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο διασφαλίζουν ότι οποιαδήποτε σύμβαση που προβλέπει υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο περιλαμβάνει τουλάχιστον τα ακόλουθα:

α)

πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο που τα μέτρα διαχείρισης της κίνησης τα οποία εφαρμόζει ο εν λόγω πάροχος θα μπορούσαν να επηρεάσουν την ποιότητα των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, την ιδιωτική ζωή των τελικών χρηστών και την προστασία των δεδομένων τους προσωπικού χαρακτήρα·

β)

σαφή και κατανοητή περιγραφή του τρόπου με τον οποίο οι περιορισμοί του όγκου, της ταχύτητας και άλλων παραμέτρων ποιότητας της υπηρεσίας ενδέχεται να επηρεάσουν στην πράξη τις υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο και ιδίως τη χρήση περιεχομένου, εφαρμογών και υπηρεσιών·

γ)

σαφή και κατανοητή περιγραφή του τρόπου με τον οποίο οποιαδήποτε υπηρεσία που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 5 και στην οποία ο τελικός χρήστης γίνεται συνδρομητής ενδέχεται να επηρεάσει στην πράξη τις υπηρεσίες πρόσβασης στο διαδίκτυο που παρέχονται στον τελικό χρήστη·

δ)

σαφή και κατανοητή περιγραφή της ελάχιστης, της συνήθους, της μέγιστης και της διαφημιζόμενης ταχύτητας λήψης και μεταφόρτωσης των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, στην περίπτωση σταθερών δικτύων, ή της εκτιμώμενης μέγιστης και διαφημιζόμενης ταχύτητας λήψης και μεταφόρτωσης των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, στην περίπτωση των δικτύων κινητής τηλεφωνίας, καθώς και του τρόπου με τον οποίο ουσιαστικές αποκλίσεις από τις αντίστοιχες διαφημιζόμενες ταχύτητες λήψης και μεταφόρτωσης θα μπορούσαν να επηρεάσουν την άσκηση των δικαιωμάτων των τελικών χρηστών που καθορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφος 1·

ε)

σαφή και κατανοητή περιγραφή των μέσων αποκατάστασης που έχει στη διάθεσή του ο καταναλωτής σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο σε περίπτωση οποιασδήποτε συνεχούς ή τακτικώς επαναλαμβανόμενη, απόκλισης μεταξύ των πραγματικών επιδόσεων της υπηρεσίας πρόσβασης στο διαδίκτυο, όσον αφορά είτε την ταχύτητα είτε άλλες παραμέτρους ποιότητας της υπηρεσίας, και των επιδόσεων που δηλώνονται σύμφωνα με τα στοιχεία α) έως δ).

Οι πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο δημοσιεύουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο.

2.   Οι πάροχοι υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο θεσπίζουν διαφανείς, απλές και αποτελεσματικές διαδικασίες για τον χειρισμό των καταγγελιών των τελικών χρηστών σχετικά με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις που ορίζονται στο άρθρο 3 και στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου.

3.   Οι απαιτήσεις που ορίζονται στις παραγράφους 1 και 2 προστίθενται σε αυτές της οδηγίας 2002/22/ΕΚ και δεν εμποδίζουν τα κράτη μέλη από το να διατηρούν ή να εισάγουν πρόσθετες απαιτήσεις παρακολούθησης, πληροφόρησης και διαφάνειας ως προς, μεταξύ άλλων, το περιεχόμενο, τη μορφή και τον τρόπο δημοσίευσης των πληροφοριών. Οι εν λόγω απαιτήσεις συμμορφώνονται με τον παρόντα κανονισμό και τις σχετικές διατάξεις των οδηγιών 2002/21/ΕΚ και 2002/22/ΕΚ.

4.   Κάθε σημαντική, συνεχής ή τακτικώς επαναλαμβανόμενη, απόκλιση μεταξύ των πραγματικών επιδόσεων των υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, όσον αφορά την ταχύτητα ή άλλες παραμέτρους ποιότητας των υπηρεσιών, και των επιδόσεων που δηλώνει ο πάροχος υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχεία α) έως δ), εφόσον τα σχετικά γεγονότα έχουν τεκμηριωθεί από μηχανισμό παρακολούθησης πιστοποιημένο από την εθνική ρυθμιστική αρχή, θεωρείται ότι συνιστά μη συμμόρφωση των επιδόσεων για τους σκοπούς της θεμελίωσης των μέσων αποκατάστασης που διαθέτει ο καταναλωτής σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο.

Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται αποκλειστικά στις συμβάσεις που συνάπτονται ή ανανεώνονται από τις 29 Νοεμβρίου 2015.

Άρθρο 5

Εποπτεία και επιβολή

1.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές παρακολουθούν στενά και διασφαλίζουν τη συμμόρφωση προς τα άρθρα 3 και 4 και προάγουν τη συνεχή διαθεσιμότητα της χωρίς αποκλεισμούς πρόσβασης στο διαδίκτυο σε επίπεδα ποιότητας που αντικατοπτρίζουν τις εξελίξεις στην τεχνολογία. Για τους σκοπούς αυτούς, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μπορούν να επιβάλλουν απαιτήσεις σχετικά με τεχνικά χαρακτηριστικά, ελάχιστες απαιτήσεις ποιότητας υπηρεσιών και άλλα κατάλληλα και αναγκαία μέτρα σε έναν ή περισσότερους παρόχους ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό, συμπεριλαμβανομένων των παρόχων υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο.

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές δημοσιεύουν ετήσιες εκθέσεις σχετικά με την παρακολούθηση και τις διαπιστώσεις τους και διαβιβάζουν τις εκθέσεις αυτές στην Επιτροπή και στον BEREC.

2.   Κατόπιν αιτήματος της εθνικής ρυθμιστικής αρχής, οι πάροχοι ηλεκτρονικών επικοινωνιών στο κοινό, συμπεριλαμβανομένων των παρόχων υπηρεσιών πρόσβασης στο διαδίκτυο, διαθέτουν στην εν λόγω εθνική ρυθμιστική αρχή πληροφορίες σχετικές με τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στα άρθρα 3 και 4, ιδίως πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο διαχείρισης της χωρητικότητας και της κίνησης του δικτύου τους, καθώς και αιτιολόγηση τυχόν μέτρων διαχείρισης της κίνησης που εφαρμόζουν. Οι εν λόγω πάροχοι παρέχουν τις αιτούμενες πληροφορίες σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα και τον βαθμό λεπτομέρειας που απαιτεί η εθνική ρυθμιστική αρχή.

3.   Έως τις 30 Αυγούστου 2016, και για να συμβάλει στη συνεπή εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ο BEREC, κατόπιν διαβούλευσης με τους συμφεροντούχους και σε στενή συνεργασία με την Επιτροπή, εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή των υποχρεώσεων των εθνικών ρυθμιστικών αρχών δυνάμει του παρόντος άρθρου.

4.   Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται με την επιφύλαξη των καθηκόντων που έχουν ανατεθεί από τα κράτη μέλη στις εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή σε άλλες αρμόδιες αρχές σύμφωνα με το ενωσιακό δίκαιο.

Άρθρο 6

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη καθορίζουν τους κανόνες που διέπουν τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παραβίασης των άρθρων 3, 4 και 5 και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να διασφαλιστεί η εφαρμογή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή τους εν λόγω κανόνες και μέτρα έως την 30ή Απριλίου 2016, και κοινοποιούν στην Επιτροπή χωρίς καθυστέρηση κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους.

Άρθρο 7

Τροποποιήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 531/2012 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 2, η παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

τα στοιχεία θ), ιβ) και ιδ) διαγράφονται·

β)

προστίθενται τα ακόλουθα στοιχεία:

«ιη)

“εγχώρια τιμή λιανικής”: εγχώριο τέλος λιανικής ανά μονάδα του παρόχου περιαγωγής στις εξερχόμενες κλήσεις και τα εξερχόμενα μηνύματα SMS (είτε προέρχονται είτε καταλήγουν σε διαφορετικά δημόσια δίκτυα κινητών επικοινωνιών εντός του ίδιου κράτους μέλους) και στα δεδομένα που καταναλώνονται από πελάτη· σε περίπτωση που δεν υπάρχει συγκεκριμένο εγχώριο τέλος λιανικής ανά μονάδα, η εγχώρια τιμή λιανικής θεωρείται ότι είναι ο ίδιος μηχανισμός χρέωσης που εφαρμόζεται στον πελάτη για τις εξερχόμενες κλήσεις και τα εξερχόμενα μηνύματα SMS (είτε προέρχονται είτε καταλήγουν σε διαφορετικά δημόσια δίκτυα κινητών επικοινωνιών εντός του ίδιου κράτους μέλους) και τα δεδομένα που καταναλώνονται στο κράτος μέλος του εν λόγω πελάτη·

ιθ)

“χωριστή πώληση ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής δεδομένων λιανικής”: παροχή ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής δεδομένων σε πελάτες περιαγωγής, οι οποίες παρέχονται άμεσα σε δίκτυο επίσκεψης από εναλλακτικό πάροχο περιαγωγής.».

2)

Στο άρθρο 3, η παράγραφος 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Η προσφορά αναφοράς που αναφέρεται στην παράγραφο 5 είναι επαρκώς λεπτομερής και περιλαμβάνει όλα τα στοιχεία που απαιτούνται για την άμεση πρόσβαση σε περιαγωγή χονδρικής όπως αναφέρεται στην παράγραφο 3, παρέχοντας περιγραφή των προσφορών που αφορούν την άμεση πρόσβαση σε περιαγωγή χονδρικής και την πρόσβαση σε επαναπώληση περιαγωγής χονδρικής και τους συναφείς όρους και προϋποθέσεις. Η εν λόγω προσφορά αναφοράς μπορεί να περιέχει όρους που επιτρέπουν να αποτραπεί η μόνιμη περιαγωγή ή η ανώμαλη ή καταχρηστική χρήση των υπηρεσιών περιαγωγής χονδρικής για σκοπούς διαφορετικούς από την παροχή ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής στους πελάτες των παρόχων περιαγωγής, όσο οι τελευταίοι ταξιδεύουν κατά περιόδους εντός της Ένωσης. Εφόσον απαιτείται, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές μεταβάλλουν τις προσφορές αναφοράς για να τηρούνται οι υποχρεώσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο.».

3)

Το άρθρο 4 τροποποιείται ως εξής:

α)

ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Χωριστή πώληση ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής δεδομένων λιανικής»·

β)

στην παράγραφο 1, το πρώτο εδάφιο διαγράφεται·

γ)

οι παράγραφοι 4 και 5 διαγράφονται.

4)

Το άρθρο 5 τροποποιείται ως εξής:

α)

ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Εφαρμογή της χωριστής πώλησης ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής δεδομένων λιανικής»·

β)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Οι εγχώριοι πάροχοι εφαρμόζουν την υποχρέωση σχετικά με τη χωριστή πώληση ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής δεδομένων λιανικής όπως ορίζονται στο άρθρο 4, ώστε οι πελάτες περιαγωγής να μπορούν να χρησιμοποιούν χωριστές ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής δεδομένων. Οι εγχώριοι πάροχοι ικανοποιούν όλα τα εύλογα αιτήματα για πρόσβαση σε διευκολύνσεις και συναφείς υπηρεσίες υποστήριξης που αφορούν τη χωριστή πώληση ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής δεδομένων λιανικής. Η πρόσβαση σε αυτές τις διευκολύνσεις και στις υπηρεσίες υποστήριξης που απαιτούνται για τη χωριστή πώληση ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής δεδομένων λιανικής, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών ταυτοποίησης χρήστη, παρέχεται ατελώς και δεν συνεπάγεται κανένα άμεσο τέλος για τον πελάτη περιαγωγής.»·

γ)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Προκειμένου να διασφαλισθεί συνεπής και ταυτόχρονη εφαρμογή σε ολόκληρη την Ένωση της χωριστής πώλησης ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής δεδομένων λιανικής, η Επιτροπή, μέσω εκτελεστικών πράξεων και κατόπιν διαβούλευσης με τον BEREC, εγκρίνει λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την τεχνική λύση για την υλοποίηση της χωριστής πώλησης ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής δεδομένων λιανικής. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 6 παράγραφος 2.»·

δ)

στην παράγραφο 3, η εισαγωγική φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η τεχνική λύση για την υλοποίηση της χωριστής πώλησης ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής δεδομένων λιανικής πληροί τα ακόλουθα κριτήρια:».

5)

Παρεμβάλλονται τα ακόλουθα άρθρα:

«Άρθρο 6α

Κατάργηση των πρόσθετων τελών περιαγωγής λιανικής

Από τις 15 Ιουνίου 2017 και εφόσον η νομοθετική πράξη που πρέπει να εκδοθεί κατόπιν της πρότασης που αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 2 βρίσκεται σε εφαρμογή κατά την εν λόγω ημερομηνία, οι πάροχοι περιαγωγής δεν χρεώνουν στους πελάτες περιαγωγής πρόσθετο τέλος επιπλέον από τις εγχώριες τιμές λιανικής σε κανένα κράτος μέλος, για τις ρυθμιζόμενες εισερχόμενες ή εξερχόμενες κλήσεις περιαγωγής, για τα ρυθμιζόμενα εξερχόμενα μηνύματα SMS σε περιαγωγή και για τις ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των μηνυμάτων MMS, ούτε για τα γενικά τέλη ενεργοποίησης του τερματικού εξοπλισμού ή της υπηρεσίας που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί στο εξωτερικό, υπό την προϋπόθεση των άρθρων 6β και 6γ.

Άρθρο 6β

Εύλογη χρήση

1.   Οι πάροχοι περιαγωγής μπορούν να εφαρμόζουν, σύμφωνα με το παρόν άρθρο και τις εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 6δ, “πολιτική εύλογης χρήσης” στην κατανάλωση ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής που παρέχονται στο ισχύον επίπεδο εγχώριων τιμών λιανικής, προκειμένου να αποτραπεί η καταχρηστική ή ανώμαλη χρήση των ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής εκ μέρους των πελατών περιαγωγής, όπως η χρήση αυτών των υπηρεσιών εκ μέρους των πελατών περιαγωγής σε κράτος μέλος άλλο από το κράτος μέλος του εγχώριου παρόχου τους για λόγους εκτός ταξιδιών κατά διαστήματα.

Οποιαδήποτε πολιτική εύλογης χρήσης δίνει τη δυνατότητα στους πελάτες του παρόχου περιαγωγής να καταναλώνουν ποσότητες ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής που προσφέρονται με τις ισχύουσες εγχώριες τιμές λιανικής οι οποίες είναι συνεπείς προς το αντίστοιχο τιμολογιακό τους πρόγραμμα.

2.   Το άρθρο 6ε εφαρμόζεται στις ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής λιανικής που υπερβαίνουν τυχόν όρια δυνάμει οποιασδήποτε πολιτικής εύλογης χρήσης.

Άρθρο 6γ

Βιωσιμότητα της κατάργησης των πρόσθετων τελών περιαγωγής λιανικής

1.   Σε συγκεκριμένες και εξαιρετικές περιστάσεις, προκειμένου να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα του οικείου εγχώριου τύπου χρέωσης, όπου ο πάροχος περιαγωγής δεν μπορεί να εισπράξει το οικείο συνολικό, πραγματικό και προβλεπόμενο, κόστος της παροχής ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής σύμφωνα με τα άρθρα 6α και 6β, από τα οικεία συνολικά, πραγματικά και προβλεπόμενα, έσοδα από την παροχή αυτών των υπηρεσιών, ο εν λόγω πάροχος περιαγωγής μπορεί να ζητήσει την άδεια να επιβάλει πρόσθετο τέλος. Το εν λόγω πρόσθετο τέλος επιβάλλεται μόνο στον βαθμό που απαιτείται για την είσπραξη του κόστους της παροχής ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής, λαμβάνοντας υπόψη και τα ισχύοντα ανώτατα τέλη χονδρικής.

2.   Εάν πάροχος περιαγωγής αποφασίσει να επωφεληθεί από την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, υποβάλλει αμελλητί αίτηση στην εθνική ρυθμιστική αρχή και της παρέχει κάθε απαραίτητο στοιχείο σύμφωνα με τις εκτελεστικές πράξεις που αναφέρονται στο άρθρο 6δ. Εν συνεχεία δε, ανά δωδεκάμηνο, ο πάροχος περιαγωγής ενημερώνει αυτά τα στοιχεία και τα υποβάλλει στην εθνική ρυθμιστική αρχή.

3.   Η εθνική ρυθμιστική αρχή, μόλις παραλάβει αίτηση σύμφωνα με την παράγραφο 2, εκτιμά κατά πόσο ο πάροχος περιαγωγής έχει αποδείξει ότι δεν είναι σε θέση να εισπράξει το οικείο κόστος σύμφωνα με την παράγραφο 1, οπότε και θα υπονομευόταν η βιωσιμότητα του οικείου εγχώριου τύπου χρέωσης. Η εκτίμηση της βιωσιμότητας του εγχώριου τύπου χρέωσης βασίζεται σε συναφείς αντικειμενικούς παράγοντες συγκεκριμένους για τον πάροχο περιαγωγής, συμπεριλαμβανομένων αντικειμενικών παραλλαγών μεταξύ παρόχων περιαγωγής στο οικείο κράτος μέλος και του επιπέδου των εθνικών τιμών και εισοδημάτων. Η εθνική ρυθμιστική αρχή επιτρέπει την επιβολή πρόσθετου τέλους εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στην παράγραφο 1 και στην παρούσα παράγραφο.

4.   Εντός μηνός από την παραλαβή αίτησης σύμφωνα με την παράγραφο 2, η εθνική ρυθμιστική αρχή επιτρέπει την επιβολή πρόσθετου τέλους, εκτός και αν η αίτηση είναι προδήλως αβάσιμη ή παρέχει ανεπαρκή στοιχεία. Όταν η εθνική ρυθμιστική αρχή θεωρεί ότι η αίτηση είναι προδήλως αβάσιμη ή θεωρεί ότι έχουν παρασχεθεί ανεπαρκή στοιχεία, λαμβάνει οριστική απόφαση εντός δύο επιπλέον μηνών, αφού δώσει στον πάροχο περιαγωγής την ευκαιρία να υπερασπίσει τη θέση του, για την έγκριση, την τροποποίηση ή την απόρριψη του πρόσθετου τέλους.

Άρθρο 6δ

Εφαρμογή της πολιτικής εύλογης χρήσης και της βιωσιμότητας της κατάργησης των πρόσθετων τελών περιαγωγής λιανικής

1.   Έως τις 15 Δεκεμβρίου 2016, προκειμένου να διασφαλισθεί συνεπής εφαρμογή των άρθρων 6β και 6γ, η Επιτροπή εκδίδει εκτελεστικές πράξεις, κατόπιν διαβούλευσης με τον BEREC, που θεσπίζουν λεπτομερείς κανόνες σχετικά με την εφαρμογή της πολιτικής εύλογης χρήσης και σχετικά με τη μεθοδολογία της εκτίμησης της βιωσιμότητας της κατάργησης των πρόσθετων τελών περιαγωγής λιανικής και σχετικά με την αίτηση που πρέπει να υποβάλλει ο πάροχος περιαγωγής για τους λόγους της εν λόγω εκτίμησης. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 6 παράγραφος 2.

2.   Όσον αφορά το άρθρο 6β, κατά την έκδοση εκτελεστικών πράξεων που θεσπίζουν λεπτομερείς κανόνες όσον αφορά την εφαρμογή της πολιτικής εύλογης χρήσης, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τα εξής:

α)

την εξέλιξη των τιμών και των καταναλωτικών προτύπων στα κράτη μέλη·

β)

τον βαθμό σύγκλισης των επιπέδων εγχώριων τιμών ανά την Ένωση·

γ)

τα ταξιδιωτικά πρότυπα στην Ένωση·

δ)

τυχόν εμφανείς κινδύνους στρέβλωσης του ανταγωνισμού και των κινήτρων για επενδύσεις στις εγχώριες αγορές και στις αγορές επίσκεψης.

3.   Όσον αφορά το άρθρο 6γ, κατά την έκδοση εκτελεστικών πράξεων που θεσπίζουν λεπτομερείς κανόνες όσον αφορά τη μεθοδολογία για την εκτίμηση της βιωσιμότητας της κατάργησης των πρόσθετων τελών περιαγωγής λιανικής για πάροχο περιαγωγής, η Επιτροπή βασίζεται στα εξής:

α)

στον καθορισμό του συνολικού, πραγματικού και προβλεπόμενου, κόστους για την παροχή ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής με βάση τις πραγματικές χρεώσεις περιαγωγής χονδρικής για μη ισόρροπη κίνηση και λογικό μερίδιο του από κοινού αναλαμβανόμενου και του κοινού κόστους που απαιτείται για την παροχή ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής·

β)

στον καθορισμό των συνολικών, πραγματικών και προβλεπόμενων, εσόδων από την παροχή ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής·

γ)

στην κατανάλωση των ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής και στην εγχώρια κατανάλωση εκ μέρους των πελατών του παρόχου περιαγωγής·

δ)

στο επίπεδο ανταγωνισμού, τιμών και εσόδων στην εγχώρια αγορά και σε τυχόν αντιληπτό κίνδυνο ότι η περιαγωγή σε εγχώριες τιμές λιανικής θα μπορούσε να επηρεάσει τη διαμόρφωση αυτών των τιμών.

4.   Η Επιτροπή επανεξετάζει τακτικά τις εκτελεστικές πράξεις που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου 1 υπό το φως των εξελίξεων της αγοράς.

5.   Η εθνική ρυθμιστική αρχή παρακολουθεί και επιβλέπει με αυστηρότητα την εφαρμογή της πολιτικής εύλογης χρήσης και των μέτρων για τη βιωσιμότητα της κατάργησης των πρόσθετων τελών περιαγωγής λιανικής, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη τους σχετικούς αντικειμενικούς παράγοντες που ισχύουν για το εν λόγω κράτος μέλος και τις σχετικές αντικειμενικές παραλλαγές που υπάρχουν μεταξύ των παρόχων περιαγωγής. Υπό την επιφύλαξη της διαδικασίας του άρθρου 6γ παράγραφος 3, η εθνική ρυθμιστική αρχή εφαρμόζει εγκαίρως τις απαιτήσεις των άρθρων 6β και 6γ και των εκτελεστικών πράξεων που εκδίδονται δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου. Η εθνική ρυθμιστική αρχή μπορεί ανά πάσα στιγμή να απαιτήσει από τον πάροχο περιαγωγής να τροποποιήσει ή να σταματήσει να επιβάλει το πρόσθετο τέλος, εφόσον δεν είναι συμβατό με το άρθρο 6β ή 6γ. Η εθνική ρυθμιστική αρχή ενημερώνει κάθε χρόνο την Επιτροπή για την εφαρμογή των άρθρων 6β και 6γ και του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 6ε

Παροχή ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής

1.   Με την επιφύλαξη του δεύτερου εδαφίου, εάν ο πάροχος περιαγωγής επιβάλλει πρόσθετο τέλος για την κατανάλωση ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής, πέρα από τυχόν όρια δυνάμει οποιασδήποτε πολιτικής εύλογης χρήσης, πληροί τις ακόλουθες απαιτήσεις (εκτός ΦΠΑ):

α)

οποιοδήποτε πρόσθετο τέλος που επιβάλλεται στις ρυθμιζόμενες εξερχόμενες κλήσεις σε περιαγωγή, τα ρυθμιζόμενα εξερχόμενα μηνύματα SMS σε περιαγωγή και τις ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής δεδομένων δεν υπερβαίνει τα ανώτατα τέλη χονδρικής που προβλέπονται στο άρθρο 7 παράγραφος 2, το άρθρο 9 παράγραφος 1 και το άρθρο 12 παράγραφος 1 αντιστοίχως·

β)

το σύνολο της εγχώριας τιμής λιανικής και οποιουδήποτε πρόσθετου τέλους που επιβάλλεται στις ρυθμιζόμενες εξερχόμενες κλήσεις σε περιαγωγή, τα ρυθμιζόμενα εξερχόμενα μηνύματα SMS σε περιαγωγή ή τις ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής δεδομένων δεν υπερβαίνει τα 0,19 EUR ανά λεπτό, τα 0,06 EUR ανά μήνυμα SMS και τα 0,20 EUR ανά χρησιμοποιηθέν megabyte αντιστοίχως·

γ)

οποιοδήποτε πρόσθετο τέλος που επιβάλλεται στις ρυθμιζόμενες εισερχόμενες κλήσεις σε περιαγωγή δεν υπερβαίνει τη σταθμισμένη μέση τιμή των μέγιστων τελών τερματισμού κλήσεων κινητής τηλεφωνίας ανά την Ένωση που καθορίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 2.

Οι πάροχοι περιαγωγής δεν επιβάλλουν κανένα πρόσθετο τέλος στα ρυθμιζόμενα εισερχόμενα μηνύματα SMS ή στα εισερχόμενα περιαγόμενα φωνητικά μηνύματα. Τούτο ισχύει με την επιφύλαξη των υπόλοιπων τελών που επιβάλλονται, όπως τα τέλη για την ακρόαση τέτοιων μηνυμάτων.

Οι πάροχοι υπηρεσιών περιαγωγής χρεώνουν τις εξερχόμενες και τις εισερχόμενες κλήσεις σε περιαγωγή ανά δευτερόλεπτο. Οι πάροχοι περιαγωγής μπορούν να εφαρμόζουν αρχική ελάχιστη περίοδο χρέωσης που δεν υπερβαίνει τα 30 δευτερόλεπτα για εξερχόμενες κλήσεις. Οι πάροχοι περιαγωγής χρεώνουν τους πελάτες τους για την παροχή κάθε ρυθμιζόμενης υπηρεσίας περιαγωγής δεδομένων ανά kilobyte, πλην των μηνυμάτων MMS, τα οποία μπορούν να χρεώνονται σε μοναδιαία βάση. Σε αυτήν την περίπτωση, το τέλος λιανικής το οποίο ο πάροχος περιαγωγής δύναται να επιβάλλει στους οικείους πελάτες λιανικής περιαγωγής για την αποστολή ή λήψη μηνύματος MMS περιαγωγής δεν υπερβαίνει το μέγιστο τέλος λιανικής για ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής δεδομένων που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο.

Κατά την περίοδο που αναφέρεται στο άρθρο 6στ παράγραφος 1, η παρούσα παράγραφος δεν αποκλείει προσφορές οι οποίες παρέχουν στους πελάτες περιαγωγής ορισμένο όγκο κατανάλωσης ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής, με ημερήσιο τέλος ή οποιοδήποτε άλλο πάγιο περιοδικό τέλος, υπό τον όρο ότι η κατανάλωση του συνολικού όγκου των δεδομένων οδηγεί σε μοναδιαία τιμή για ρυθμιζόμενη εξερχόμενη κλήση σε περιαγωγή, εισερχόμενη κλήση, εξερχόμενα μηνύματα SMS και υπηρεσίες περιαγωγής δεδομένων που δεν υπερβαίνει την αντίστοιχη εγχώρια τιμή λιανικής και το ανώτατο πρόσθετο τέλος όπως περιγράφεται στο πρώτο εδάφιο της παρούσας παραγράφου.

2.   Μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2015, η Επιτροπή, αφού διαβουλευθεί τον BEREC και με την επιφύλαξη του δευτέρου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, εκδίδει εκτελεστικές πράξεις όπου ορίζεται η σταθμισμένη μέση τιμή των μέγιστων τελών τερματισμού κλήσεων κινητής τηλεφωνίας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ). Η Επιτροπή επανεξετάζει τις εν λόγω εκτελεστικές πράξεις ετησίως. Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης στην οποία παραπέμπει το άρθρο 6 παράγραφος 2.

Η σταθμισμένη μέση τιμή των μέγιστων τελών τερματισμού κλήσεων κινητής τηλεφωνίας βασίζεται στα ακόλουθα κριτήρια:

α)

στο μέγιστο τέλος τερματισμού κλήσεων κινητής τηλεφωνίας που επιβάλλεται στην αγορά για τον τερματισμό των φωνητικών κλήσεων χονδρικής σε επιμέρους δίκτυα κινητής τηλεφωνίας εκ μέρους των εθνικών ρυθμιστικών αρχών σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 16 της οδηγίας-πλαισίου και του άρθρου 13 της οδηγίας για την πρόσβαση· και

β)

στον συνολικό αριθμός συνδρομητών στα κράτη μέλη.

3.   Οι πάροχοι περιαγωγής μπορούν να προσφέρουν και οι πελάτες της περιαγωγής μπορούν να επιλέγουν αυτοβούλως τιμή περιαγωγής που δεν καθορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 6α, 6β και 6γ και την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, βάσει της οποίας οι πελάτες περιαγωγής επωφελούνται από διαφορετική τιμή για τις ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής σε σχέση με εκείνη που θα ίσχυε εάν δεν είχαν την εν λόγω επιλογή. Ο πάροχος περιαγωγής υπενθυμίζει στους εν λόγω πελάτες της περιαγωγής τη φύση των πλεονεκτημάτων της περιαγωγής που θα απολέσουν εάν προβούν στην επιλογή αυτή.

Με την επιφύλαξη του πρώτου εδαφίου, οι πάροχοι περιαγωγής εφαρμόζουν τιμή που καθορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 6α και 6β και την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου αυτομάτως σε όλους τους υφιστάμενους αλλά και τους νέους πελάτες περιαγωγής.

Κάθε πελάτης περιαγωγής μπορεί να ζητήσει, ανά πάσα στιγμή, τη μεταφορά προς ή από τιμή που καθορίζεται σύμφωνα με τα άρθρα 6α, 6β και 6γ και την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Κάθε φορά που οι πελάτες περιαγωγής επιλέγουν αυτοβούλως τη μεταφορά προς ή από τιμή που καθορίζεται σύμφωνα με άρθρα 6α, 6β και 6γ και την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, οποιαδήποτε μεταφορά πραγματοποιείται εντός μιας εργάσιμης ημέρας από την παραλαβή της αίτησης, ατελώς, και δεν συνεπάγεται όρους ή περιορισμούς που αφορούν άλλα στοιχεία της συνδρομής εκτός της περιαγωγής. Ο πάροχος περιαγωγής μπορεί να καθυστερήσει τη μεταφορά αυτή έως ότου η προηγούμενη τιμή έχει ισχύσει επί συγκεκριμένο ελάχιστο χρονικό διάστημα, που δεν υπερβαίνει τους δύο μήνες.

4.   Οι πάροχοι περιαγωγής διασφαλίζουν ότι σύμβαση που περιλαμβάνει οποιοδήποτε είδος ρυθμιζόμενης υπηρεσίας περιαγωγής λιανικής καθορίζει τα κύρια χαρακτηριστικά της εν λόγω παρεχόμενης ρυθμιζόμενης υπηρεσίας περιαγωγής λιανικής, μεταξύ άλλων ιδίως:

α)

το ειδικό τιμολογιακό πρόγραμμα ή τα ειδικά τιμολογιακά προγράμματα και, για κάθε τιμολογιακό πρόγραμμα, τα είδη των παρεχόμενων υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των όγκων επικοινωνιών·

β)

τυχόν περιορισμούς που επιβάλλονται στην κατανάλωση ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής οι οποίες παρέχονται στο εφαρμοστέο επίπεδο εγχώριων τιμών λιανικής, ιδίως ποσοτικοποιημένες πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής τυχόν πολιτικής εύλογης χρήσης με αναφορά στις βασικές τιμές, τον όγκο ή άλλες παραμέτρους της σχετικής παρεχόμενης ρυθμιζόμενης υπηρεσίας περιαγωγής λιανικής.

Οι πάροχοι περιαγωγής δημοσιεύουν τις πληροφορίες που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο.

Άρθρο 6στ

Μεταβατικά πρόσθετα τέλη περιαγωγής λιανικής

1.   Από τις 30 Απριλίου 2016 ως τις 14 Ιουνίου 2017, οι πάροχοι περιαγωγής μπορούν να επιβάλουν πρόσθετο τέλος επιπλέον της εγχώριας τιμής λιανικής για την παροχή ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής.

2.   Κατά την περίοδο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, εφαρμόζεται κατ’ αναλογία το άρθρο 6ε.».

6)

Τα άρθρα 8, 10 και 13 διαγράφονται.

7)

Το άρθρο 14 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι βασικές εξατομικευμένες πληροφορίες τιμολόγησης εκφράζονται στο νόμισμα του λογαριασμού της χώρας προέλευσης που παρέχει ο εγχώριος πάροχος του πελάτη και περιλαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με:

α)

οποιαδήποτε πολιτική εύλογης χρήσης που ισχύει για τον πελάτη περιαγωγής εντός της Ένωσης και τα πρόσθετα τέλη που ισχύουν επιπλέον τυχόν ορίων δυνάμει της εν λόγω πολιτικής εύλογης χρήσης· και

β)

οποιοδήποτε πρόσθετο τέλος που ισχύει σύμφωνα με το άρθρο 6γ.»·

β)

στην παράγραφο 1, το έκτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Το πρώτο, δεύτερο, τέταρτο και πέμπτο εδάφιο, με εξαίρεση την αναφορά στην πολιτική εύλογης χρήσης και το πρόσθετο τέλος που επιβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 6γ, εφαρμόζονται επίσης στις υπηρεσίες περιαγωγής φωνητικών κλήσεων και SMS που χρησιμοποιούν οι πελάτες περιαγωγής οι οποίοι ταξιδεύουν εκτός της Ένωσης και προσφέρονται από πάροχο περιαγωγής.»·

γ)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«2α.   Ο πάροχος περιαγωγής αποστέλλει ειδοποίηση στον πελάτη περιαγωγής όταν καταναλωθεί πλήρως ο ισχύων όγκος εύλογης χρήσης ρυθμιζόμενης κατανάλωσης υπηρεσιών περιαγωγής φωνητικών κλήσεων ή SMS ή όταν έχει ξεπεραστεί τυχόν όριο χρήσης που ισχύει σύμφωνα με το άρθρο 6γ. Στην εν λόγω ειδοποίηση σημειώνεται το πρόσθετο τέλος που θα ισχύει για τυχόν πρόσθετη κατανάλωση ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής φωνητικών κλήσεων ή SMS από τον πελάτη περιαγωγής. Κάθε πελάτης έχει το δικαίωμα να ζητεί από τον πάροχο περιαγωγής να σταματήσει την αποστολή αυτών των ειδοποιήσεων και έχει το δικαίωμα, ανά πάσα στιγμή και ατελώς, να ζητήσει από τον πάροχο περιαγωγής την εκ νέου παροχή της υπηρεσίας.»·

δ)

η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Οι πάροχοι περιαγωγής ενημερώνουν πλήρως, κατά τη σύναψη των συνδρομών, όλους τους πελάτες σχετικά με τα ισχύοντα τέλη περιαγωγής. Ενημερώνουν επίσης τους πελάτες περιαγωγής για τις πρόσφατες προσαρμογές στα ισχύοντα τέλη περιαγωγής χωρίς καθυστέρηση και κάθε φορά που σημειώνεται αλλαγή στα τέλη αυτά.

Οι πάροχοι περιαγωγής, στη συνέχεια, αποστέλλουν υπενθύμιση σε εύλογα χρονικά διαστήματα σε όλους τους πελάτες που έχουν επιλέξει άλλη τιμή.».

8)

Το άρθρο 15 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Ο πάροχος περιαγωγής ενημερώνει με αυτόματο μήνυμα τον πελάτη περιαγωγής ότι ο τελευταίος χρησιμοποιεί ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής δεδομένων και παρέχει βασικές εξατομικευμένες πληροφορίες τιμολόγησης σχετικά με τα τέλη (στο νόμισμα του λογαριασμού της χώρας προέλευσης που παρέχει ο εγχώριος πάροχος του πελάτη) που ισχύουν για την παροχή των ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής δεδομένων στον πελάτη περιαγωγής στο οικείο κράτος μέλος, εκτός εάν ο πελάτης έχει ειδοποιήσει τον πάροχο περιαγωγής ότι δεν επιθυμεί την ενημέρωση αυτή.

Οι εν λόγω βασικές εξατομικευμένες πληροφορίες τιμολόγησης περιλαμβάνουν πληροφορίες σχετικά με:

α)

οποιαδήποτε πολιτική εύλογης χρήσης που ισχύει για τον πελάτη περιαγωγής εντός της Ένωσης και τα πρόσθετα τέλη που ισχύουν επιπλέον τυχόν ορίων δυνάμει της εν λόγω πολιτικής εύλογης χρήσης· και

β)

οποιοδήποτε πρόσθετο τέλος που ισχύει σύμφωνα με το άρθρο 6γ.

Οι πληροφορίες αποστέλλονται στην κινητή ή άλλη συσκευή του πελάτη περιαγωγής, για παράδειγμα με μήνυμα SMS, ηλεκτρονικό ταχυδρομείο ή αναδυόμενο παράθυρο στην κινητή συσκευή, κάθε φορά που ο πελάτης περιαγωγής εισέρχεται σε κράτος μέλος διαφορετικό από εκείνο του εγχώριου παρόχου του και ενεργοποιεί για πρώτη φορά υπηρεσία περιαγωγής δεδομένων στο συγκεκριμένο κράτος μέλος. Οι πληροφορίες παρέχονται ατελώς τη στιγμή που ο πελάτης περιαγωγής ενεργοποιεί ρυθμιζόμενη υπηρεσία περιαγωγής δεδομένων, με κατάλληλο τρόπο που να διευκολύνει τη λήψη και την εύκολη κατανόηση.

Ο πελάτης που έχει ειδοποιήσει τον πάροχο περιαγωγής του ότι δεν απαιτεί την αυτόματη τιμολογιακή ενημέρωση έχει το δικαίωμα, ανά πάσα στιγμή και ατελώς, να απαιτεί από τον πάροχο περιαγωγής την εκ νέου παροχή της υπηρεσίας αυτής.»·

β)

παρεμβάλλεται η ακόλουθη παράγραφος:

«2α.   Ο πάροχος περιαγωγής αποστέλλει ειδοποίηση όταν καταναλωθεί πλήρως ο ισχύων όγκος εύλογης χρήσης ρυθμιζόμενης κατανάλωσης υπηρεσίας περιαγωγής δεδομένων ή όταν έχει ξεπεραστεί τυχόν όριο χρήσης που ισχύει σύμφωνα με το άρθρο 6γ. Στην εν λόγω ειδοποίηση σημειώνεται το πρόσθετο τέλος που θα ισχύει για τυχόν πρόσθετη κατανάλωση ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής δεδομένων από τον πελάτη περιαγωγής. Κάθε πελάτης έχει το δικαίωμα να ζητεί από τον πάροχο περιαγωγής να σταματήσει την αποστολή αυτών των ειδοποιήσεων και έχει το δικαίωμα, ανά πάσα στιγμή και ατελώς, να ζητήσει από τον πάροχο περιαγωγής την εκ νέου παροχή της υπηρεσίας.»·

γ)

στην παράγραφο 3, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Κάθε πάροχος περιαγωγής παρέχει σε όλους τους πελάτες περιαγωγής τη δυνατότητα να επιλέξουν εκουσίως και ατελώς τη χρήση διευκόλυνσης για την έγκαιρη παροχή πληροφοριών σχετικά με τη συνολική κατανάλωσή τους εκφρασμένη σε όγκο ή στο νόμισμα χρέωσης του πελάτη περιαγωγής για τις οφειλόμενες δαπάνες παροχής ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής δεδομένων, με την οποία να διασφαλίζεται ότι, αν ο χρήστης δεν έχει δώσει ρητή συγκατάθεση, οι συνολικές δαπάνες ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής δεδομένων για ορισμένη περίοδο χρήσης, πλην των MMS που χρεώνονται σε μοναδιαία βάση, δεν υπερβαίνουν ένα προκαθορισμένο οικονομικό όριο.»·

δ)

στην παράγραφο 6, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«6.   Το παρόν άρθρο, πλην της παραγράφου 5, της παραγράφου 2 δεύτερο εδάφιο και της παραγράφου 2α και υπό τους όρους του δεύτερου και του τρίτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζεται επίσης στις υπηρεσίες περιαγωγής δεδομένων που χρησιμοποιούν πελάτες περιαγωγής οι οποίοι ταξιδεύουν εκτός της Ένωσης και προσφέρονται από πάροχο περιαγωγής.».

9)

Το άρθρο 16 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές παρακολουθούν και επιβλέπουν με αυστηρότητα τους παρόχους περιαγωγής που κάνουν οι ίδιοι χρήση των άρθρων 6β και 6γ και του άρθρου 6ε παράγραφος 3.»·

β)

η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θέτουν στη διάθεση του κοινού επικαιροποιημένα στοιχεία σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, ιδίως των άρθρων 6α, 6β, 6γ, 6ε, 7, 9 και 12, ούτως ώστε τα ενδιαφερόμενα μέρη να έχουν εύκολη πρόσβαση στα στοιχεία αυτά.».

10)

Το άρθρο 19 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 19

Επανεξέταση

1.   Έως τις 29 Νοεμβρίου 2015, η Επιτροπή διεξάγει επανεξέταση της αγοράς περιαγωγής χονδρικής, με σκοπό να εκτιμηθούν τα αναγκαία μέτρα ώστε να καταστεί δυνατή η κατάργηση των πρόσθετων τελών περιαγωγής λιανικής μέχρι τις 15 Ιουνίου 2017. Η Επιτροπή επανεξετάζει, μεταξύ άλλων, το επίπεδο του ανταγωνισμού στις εθνικές αγορές χονδρικής και εκτιμά ιδίως το ύψος των δαπανών χονδρικής που προκύπτουν και των τελών χονδρικής που ισχύουν, καθώς και την ανταγωνιστική κατάσταση φορέων εκμετάλλευσης με περιορισμένο γεωγραφικό εύρος, συμπεριλαμβανομένων των συνεπειών που έχουν οι εμπορικές συμφωνίες στον ανταγωνισμό, καθώς και της ικανότητας των φορέων εκμετάλλευσης να αξιοποιήσουν τις οικονομίες κλίμακας. Η Επιτροπή εκτιμά επίσης τις εξελίξεις στον ανταγωνισμό στις αγορές περιαγωγής λιανικής και τυχόν εμφανείς κινδύνους στρέβλωσης του ανταγωνισμού και των κινήτρων για επενδύσεις στις εγχώριες αγορές και τις αγορές επίσκεψης. Κατά την εκτίμηση των μέτρων που είναι απαραίτητα για την κατάργηση των πρόσθετων τελών περιαγωγής λιανικής, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη την ανάγκη να διασφαλιστεί ότι οι φορείς εκμετάλλευσης δικτύου επίσκεψης έχουν τη δυνατότητα να ανακτήσουν όλο το κόστος παροχής ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής χονδρικής, συμπεριλαμβανομένου του από κοινού αναλαμβανόμενου και του κοινού κόστους. Η Επιτροπή λαμβάνει επίσης υπόψη την ανάγκη να αποτραπεί η μόνιμη περιαγωγή ή η ανώμαλη ή καταχρηστική χρήση των υπηρεσιών περιαγωγής χονδρικής για σκοπούς διαφορετικούς από την παροχή ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής στους πελάτες των παρόχων περιαγωγής όσο οι τελευταίοι ταξιδεύουν κατά περιόδους εντός της Ένωσης.

2.   Έως τις 15 Ιουνίου 2016, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με τα πορίσματα της επανεξέτασης που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Η εν λόγω έκθεση συνοδεύεται από κατάλληλη νομοθετική πρόταση, της οποίας προηγείται δημόσια διαβούλευση, για την τροποποίηση των τελών χονδρικής για τις ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό ή για την πρόβλεψη άλλης λύσης όσον αφορά τα ζητήματα που εντοπίζονται σε επίπεδο χονδρικής με σκοπό την κατάργηση των πρόσθετων τελών περιαγωγής λιανικής μέχρι τις 15 Ιουνίου 2017.

3.   Επιπλέον, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ανά διετία μετά την υποβολή της έκθεσης που αναφέρεται στην παράγραφο 2. Κάθε έκθεση περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, εκτίμηση:

α)

της διαθεσιμότητας και της ποιότητας των υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων όσων παρέχονται εναλλακτικά προς τις ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής λιανικής φωνητικών κλήσεων, SMS και δεδομένων, ιδιαίτερα υπό το φως των τεχνολογικών εξελίξεων·

β)

του επιπέδου του ανταγωνισμού τόσο στη λιανική όσο και στη χονδρική αγορά περιαγωγής, ιδίως της ανταγωνιστικής κατάστασης των μικρών, ανεξάρτητων ή νεοεισερχόμενων φορέων εκμετάλλευσης, συμπεριλαμβανομένων των συνεπειών που έχουν για τον ανταγωνισμό οι εμπορικές συμφωνίες και ο βαθμός αλληλοσύνδεσης μεταξύ των φορέων εκμετάλλευσης·

γ)

της έκτασης στην οποία η εφαρμογή των διαρθρωτικών μέτρων που προβλέπονται στα άρθρα 3 και 4 έχει παραγάγει αποτελέσματα όσον αφορά την ανάπτυξη του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά για ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής.

4.   Προκειμένου να εκτιμά τις εξελίξεις του ανταγωνισμού στις αγορές περιαγωγής σε ολόκληρη την Ένωση, ο BEREC συλλέγει σε τακτική βάση δεδομένα από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές σχετικά με τις εξελίξεις των τελών λιανικής και χονδρικής για ρυθμιζόμενες υπηρεσίες περιαγωγής φωνητικών κλήσεων, SMS και δεδομένων. Τα εν λόγω στοιχεία κοινοποιούνται στην Επιτροπή τουλάχιστον δύο φορές ετησίως. Η Επιτροπή τα δημοσιοποιεί.

Με βάση τα συλλεχθέντα στοιχεία, ο BEREC υποβάλλει επίσης τακτικά εκθέσεις σχετικά με την εξέλιξη των τιμών και των καταναλωτικών προτύπων στα κράτη μέλη, τόσο για τις εγχώριες υπηρεσίες όσο και για τις υπηρεσίες περιαγωγής, καθώς και για την εξέλιξη των πραγματικών τιμών χονδρικής των υπηρεσιών περιαγωγής για μη ισόρροπη κίνηση μεταξύ παρόχων περιαγωγής.

Επίσης, ο BEREC συλλέγει σε ετήσια βάση πληροφορίες από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές σχετικά με τη διαφάνεια και τη συγκρισιμότητα των διαφορετικών τιμών που προσφέρουν οι φορείς εκμετάλλευσης στους πελάτες τους. Η Επιτροπή δημοσιοποιεί τα εν λόγω δεδομένα και πορίσματα.».

Άρθρο 8

Τροποποίηση της οδηγίας 2002/22/ΕΚ

Στο άρθρο 1 της οδηγίας 2002/22/ΕΚ, η παράγραφος 3 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Τα εθνικά μέτρα για την πρόσβαση των τελικών χρηστών σε υπηρεσίες και εφαρμογές ή τη χρήση τέτοιων υπηρεσιών και εφαρμογών από τους τελικούς χρήστες μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών σέβονται τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις βασικές ελευθερίες των φυσικών προσώπων, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που άπτονται του ιδιωτικού βίου και της πρόσβασης στη δικαιοσύνη, όπως ορίζονται στο άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής σύμβασης για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών.».

Άρθρο 9

Ρήτρα επανεξέτασης

Έως τις 30 Απριλίου 2019 και εν συνεχεία ανά τετραετία, η Επιτροπή επανεξετάζει τα άρθρα 3, 4, 5 και 6 και υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, η οποία συνοδεύεται, εάν κριθεί απαραίτητο, με κατάλληλες προτάσεις για την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 10

Έναρξη ισχύος και μεταβατικές διατάξεις

1.   Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2.   Εφαρμόζεται από τις 30 Απριλίου 2016, εκτός από τα ακόλουθα:

α)

Σε περίπτωση που η νομοθετική πράξη που πρέπει να εκδοθεί κατόπιν της πρότασης που αναφέρεται στο άρθρο 19 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 εφαρμόζεται από τις 15 Ιουνίου 2017, το άρθρο 7 σημείο 5) του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά τα άρθρα 6α έως 6δ του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012, το άρθρο 7 σημείο 7) στοιχεία α) έως γ) του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 7 σημείο 8) στοιχεία α), β) και δ) του παρόντος κανονισμού εφαρμόζονται από την εν λόγω ημερομηνία.

Σε περίπτωση που η εν λόγω νομοθετική πράξη δεν εφαρμόζεται από τις 15 Ιουνίου 2017, συνεχίζει να εφαρμόζεται το άρθρο 7 σημείο 5) του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά το άρθρο 6στ του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012, μέχρις ότου αρχίσει να εφαρμόζεται η εν λόγω νομοθετική πράξη.

Σε περίπτωση που η εν λόγω νομοθετική πράξη αρχίσει να εφαρμόζεται μετά τις 15 Ιουνίου 2017, το άρθρο 7 σημείο 5) του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά τα άρθρα 6α έως 6δ του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012, το άρθρο 7 σημείο 7) στοιχεία α) έως γ) του παρόντος κανονισμού και το άρθρο 7 σημείο 8) στοιχεία α), β) και δ) του παρόντος κανονισμού, εφαρμόζονται από την ημερομηνία εφαρμογής της εν λόγω νομοθετικής πράξης·

β)

η ανάθεση εκτελεστικών εξουσιών στην Επιτροπή στο άρθρο 7 σημείο 4) στοιχείο γ) του παρόντος κανονισμού και στο άρθρο 7 σημείο 5) του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά το άρθρο 6δ και το άρθρο 6ε παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012, εφαρμόζεται από τις 29 Νοεμβρίου 2015·

γ)

το άρθρο 5 παράγραφος 3 εφαρμόζεται από τις 29 Νοεμβρίου 2015·

δ)

το άρθρο 7 σημείο 10) του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται από τις 29 Νοεμβρίου 2015.

3.   Τα κράτη μέλη μπορούν να διατηρούν ως τις 31 Δεκεμβρίου 2016 τα εθνικά μέτρα, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων αυτορρύθμισης, που υφίστανται πριν τις 29 Νοεμβρίου 2015 και τα οποία δεν συμμορφώνονται με το άρθρο 3 παράγραφος 2 ή 3. Τα σχετικά κράτη μέλη κοινοποιούν τα εν λόγω μέτρα στην Επιτροπή έως τις 30 Απριλίου 2016.

4.   Οι διατάξεις του εκτελεστικού κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1203/2012 της Επιτροπής (12) σχετικά με τις τεχνικές λεπτομέρειες για την εφαρμογή της πρόσβασης των τοπικών υπηρεσιών περιαγωγής δεδομένων σε δίκτυο επίσκεψης συνεχίζουν να ισχύουν για τους σκοπούς της χωριστής πώλησης ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής δεδομένων λιανικής μέχρι την έκδοση της εκτελεστικής πράξης που αναφέρεται στο άρθρο 7 σημείο 4) στοιχείο γ) του παρόντος κανονισμού.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Στρασβούργο, 25 Νοεμβρίου 2015.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

N. SCHMIT


(1)  ΕΕ C 177 της 11.6.2014, σ. 64.

(2)  ΕΕ C 126 της 26.4.2014, σ. 53.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 3ης Απριλίου 2014 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα) και θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση της 1ης Οκτωβρίου 2015 (ΕΕ C 365 της 4.11.2015, σ. 1). Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 27ης Οκτωβρίου 2015 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα).

(4)  Οδηγία 2008/63/ΕΚ της Επιτροπής, της 20ής Ιουνίου 2008, σχετικά με τον ανταγωνισμό στις αγορές εξοπλισμού τηλεπικοινωνιακών τερματικών (ΕΕ L 162 της 21.6.2008, σ. 20).

(5)  Οδηγία 2002/21/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, σχετικά με κοινό κανονιστικό πλαίσιο για δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία-πλαίσιο) (ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 33).

(6)  Οδηγία 2002/22/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Μαρτίου 2002, για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία καθολικής υπηρεσίας) (ΕΕ L 108 της 24.4.2002, σ. 51).

(7)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 531/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2012, για την περιαγωγή σε δημόσια δίκτυα κινητών επικοινωνιών εντός της Ένωσης (ΕΕ L 172 της 30.6.2012, σ. 10).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(9)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

(10)  Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 24ης Οκτωβρίου 1995 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

(11)  Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες) (ΕΕ L 201 της 31.7.2002, σ. 37).

(12)  Εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1203/2012 της Επιτροπής, της 14ης Δεκεμβρίου 2012, για τη χωριστή πώληση ρυθμιζόμενων υπηρεσιών περιαγωγής λιανικής στην Ένωση (ΕΕ L 347 της 15.12.2012, σ. 1).