12.6.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 173/84


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 600/2014 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 15ης Μαΐου 2014

για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 114,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η χρηματοπιστωτική κρίση κατέστησε εμφανείς τις αδυναμίες σχετικά με τη διαφάνεια των χρηματοπιστωτικών αγορών που μπορούν να συμβάλουν στην πρόκληση επιβλαβών κοινωνικοοικονομικών συνεπειών. Η ενίσχυση της διαφάνειας συγκαταλέγεται στις κοινές αρχές για την ενίσχυση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, όπως επιβεβαιώθηκε με τη δήλωση των ηγετών της Ομάδας G20 στο Λονδίνο στις 2 Απριλίου 2009. Για να ενισχυθεί η διαφάνεια και να βελτιωθεί η λειτουργία της εσωτερικής αγοράς χρηματοπιστωτικών μέσων, θα πρέπει να εφαρμοστεί νέο πλαίσιο που θα καθιερώνει ενιαίες απαιτήσεις για τη διαφάνεια των συναλλαγών στις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων. Το πλαίσιο αυτό θα πρέπει να καθιερώνει περιεκτικούς κανόνες για ένα ευρύ φάσμα χρηματοπιστωτικών μέσων. Θα πρέπει να συμπληρώνει τις απαιτήσεις για τη διαφάνεια εντολών και συναλλαγών σε μετοχές που θεσπίστηκαν με την οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (4).

(2)

Η ομάδα υψηλού επιπέδου για τη χρηματοπιστωτική εποπτεία στην ΕΕ, υπό την προεδρία του κ. Jacques de Larosière, κάλεσε την Ένωση να καταρτίσει ένα πιο εναρμονισμένο σύνολο χρηματοπιστωτικών ρυθμίσεων. Στο πλαίσιο της μελλοντικής ευρωπαϊκής εποπτικής αρχιτεκτονικής, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 18ης και 19ης Ιουνίου 2009 τόνισε την ανάγκη σύνταξης ενιαίου ευρωπαϊκού εγχειριδίου κανόνων, το οποίο θα ισχύει για όλους τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς της εσωτερικής αγοράς.

(3)

Η νέα νομοθεσία θα πρέπει, κατά συνέπεια, να αποτελείται από δύο διαφορετικές νομικές πράξεις, μια οδηγία και τον παρόντα κανονισμό. Οι δύο αυτές νομικές πράξεις, από κοινού, θα πρέπει να αποτελούν το νομικό πλαίσιο που θα διέπει τις απαιτήσεις που ισχύουν για τις επιχειρήσεις επενδύσεων, τις ρυθμιζόμενες αγορές και τους παρόχους υπηρεσιών γνωστοποίησης δεδομένων. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει, επομένως, να συνδυάζεται με την οδηγία. Η ανάγκη θέσπισης ενιαίου συνόλου κανόνων για όλα τα ιδρύματα όσον αφορά ορισμένες απαιτήσεις και αποφυγής ενδεχόμενης καταχρηστικής επιλογής του ευνοϊκότερου καθεστώτος εποπτείας, καθώς και παροχής μεγαλύτερης ασφάλειας δικαίου και λιγότερο πολύπλοκων ρυθμίσεων στους συμμετέχοντες στην αγορά, δικαιολογεί τη χρήση νομικής βάσης που επιτρέπει την κατάρτιση κανονισμού. Ως εκ τούτου, για να εξαλειφθούν τα απομένοντα εμπόδια στις συναλλαγές και οι σημαντικές στρεβλώσεις του ανταγωνισμού που απορρέουν από τις διαφορές μεταξύ των εθνικών νομοθεσιών και για να προληφθεί τυχόν εμφάνιση νέων πιθανών εμποδίων στις συναλλαγές και σημαντικών στρεβλώσεων του ανταγωνισμού, είναι αναγκαίο να εκδοθεί κανονισμός που θα θεσπίζει ενιαίους κανόνες εφαρμοστέους σε όλα τα κράτη μέλη. Αυτή η νομική πράξη, η οποία εφαρμόζεται άμεσα, αποσκοπεί να συμβάλει καθοριστικά στην ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και θα πρέπει, κατά συνέπεια, να βασιστεί στο άρθρο 114 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), όπως ερμηνεύεται σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(4)

Η οδηγία 2004/39/ΕΚ θέσπισε κανόνες για να καταστούν οι συναλλαγές σε μετοχές εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά διαφανείς προ και μετά τη συναλλαγή και για να γνωστοποιούνται οι συναλλαγές σε χρηματοπιστωτικά μέσα εισηγμένα προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά στις αρμόδιες αρχές. Η οδηγία πρέπει να αναδιατυπωθεί, ώστε να αντικατοπτρίζει ορθά τις εξελίξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές, να αντιμετωπισθούν οι αδυναμίες και να κλείσουν τα κενά που κατέστησαν μεταξύ άλλων εμφανή κατά την κρίση στις χρηματοπιστωτικές αγορές.

(5)

Οι διατάξεις σχετικά με τις συναλλαγές και τις κανονιστικές απαιτήσεις διαφάνειας πρέπει να περιβληθούν τον τύπο νομοθεσίας με άμεση ισχύ και εφαρμογή σε όλες τις επιχειρήσεις επενδύσεων οι οποίες θα πρέπει να ακολουθούν ενιαίους κανόνες σε όλες τις ενωσιακές αγορές, ώστε να υπάρξει ομοιόμορφη εφαρμογή ενιαίου ρυθμιστικού πλαισίου, να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη στη διαφάνεια των αγορών σε ολόκληρη την Ένωση, να μειωθεί η πολυπλοκότητα των ρυθμίσεων και το κόστος συμμόρφωσης των επιχειρήσεων επενδύσεων, ιδίως για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς που λειτουργούν σε διασυνοριακή βάση, και να υπάρξει συμβολή στην εξάλειψη των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού. Η έκδοση κανονισμού που εξασφαλίζει την άμεση ισχύ είναι η καταλληλότερη λύση για την εκπλήρωση αυτών των κανονιστικών στόχων και την εξασφάλιση ενιαίων συνθηκών, προλαμβάνοντας τη θέσπιση διαφορετικών εθνικών απαιτήσεων συνεπεία της μεταφοράς μιας οδηγίας στο εσωτερικό δίκαιο.

(6)

Επιβάλλεται να εξασφαλιστεί ότι οι συναλλαγές σε χρηματοπιστωτικά μέσα διενεργούνται στο μέτρο του δυνατού σε οργανωμένους τόπους διαπραγμάτευσης και ότι όλοι αυτοί οι τόποι υπόκεινται στη δέουσα ρύθμιση. Βάσει της οδηγίας 2004/39/ΕΚ, αναπτύχθηκαν ορισμένα συστήματα διαπραγμάτευσης, τα οποία δεν καλύφθηκαν επαρκώς από το ρυθμιστικό καθεστώς. Κάθε σύστημα διαπραγμάτευσης σε χρηματοπιστωτικά μέσα, όπως οι οντότητες που είναι αυτή τη στιγμή γνωστές ως δίκτυα διασταύρωσης εντολών, θα πρέπει στο μέλλον να υφίσταται τη δέουσα ρύθμιση και να αδειοδοτείται βάσει ενός από τους τύπους πολυμερών τόπων διαπραγμάτευσης ή ως συστηματικός εσωτερικοποιητής με βάση τις προϋποθέσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό και στην οδηγία 2014/65/ΕΕ (5).

(7)

Οι ορισμοί της ρυθμιζόμενης αγοράς και του πολυμερούς μηχανισμού διαπραγμάτευσης (ΠΜΔ) θα πρέπει να διευκρινιστούν και να παραμείνουν στενά εναρμονισμένοι μεταξύ τους ώστε να εκφράζουν το γεγονός ότι αμφότεροι οι όροι αντιπροσωπεύουν ουσιαστικά την ίδια λειτουργία οργανωμένης διαπραγμάτευσης. Οι ορισμοί θα πρέπει να εξαιρούν τα διμερή συστήματα στα οποία επιχείρηση επενδύσεων συμμετέχει στη συναλλαγή για ίδιο λογαριασμό, έστω και ως αντισυμβαλλόμενος ο οποίος παρεμβάλλεται μεταξύ αγοραστή και πωλητή χωρίς να αναλαμβάνει κίνδυνο. Οι ρυθμιζόμενες αγορές και οι ΠΜΔ δεν θα πρέπει να επιτρέπεται να εκτελούν εντολές πελατών βάσει ιδίων κεφαλαίων. Ο όρος «σύστημα» περιλαμβάνει όλες τις αγορές που αποτελούνται από σύνολο κανόνων και από χώρο συναλλαγών, καθώς και τις αγορές που λειτουργούν μόνο βάσει συνόλου κανόνων. Δεν υπάρχει υποχρέωση λειτουργίας «τεχνικού» συστήματος αντιστοίχησης των εντολών για τις ρυθμιζόμενες αγορές και τα ΠΜΔ, τα οποία πρέπει να είναι σε θέση να χρησιμοποιούν άλλα πρωτόκολλα διαπραγμάτευσης, συμπεριλαμβανομένων συστημάτων στα οποία οι χρήστες έχουν τη δυνατότητα να διαπραγματεύονται έναντι ζευγών εντολών τις οποίες ζητούν από πολλαπλούς παρόχους. Αγορά που αποτελείται μόνον από σύνολο κανόνων σχετικών με την ιδιότητα του μέλους, την εισαγωγή χρηματοπιστωτικών μέσων στη διαπραγμάτευση, τις συναλλαγές μεταξύ μελών, την υποβολή δηλώσεων, και —ανάλογα με την περίπτωση— τις υποχρεώσεις διαφάνειας, αποτελεί ρυθμιζόμενη αγορά ή ΠΜΔ κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού, οι δε συναλλαγές που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο αυτών των κανόνων θεωρούνται πραγματοποιούμενες εντός των συστημάτων ρυθμιζόμενης αγοράς ή ΠΜΔ. Ο όρος «ενδιαφέρον για την αγορά και την πώληση» πρέπει να ερμηνευτεί με ευρεία έννοια και υποδηλώνει εντολές, ζεύγη εντολών και κάθε άλλη εκδήλωση ενδιαφέροντος.

Μια από τις σημαντικές απαιτήσεις αφορά την υποχρέωση τα ενδιαφέροντα αυτά να συναντώνται στο εσωτερικό του συστήματος με κανόνες που δεν παρέχουν διακριτική ευχέρεια και τους οποίους καθορίζει ο διαχειριστής αγοράς. Αυτή η απαίτηση σημαίνει ότι η συνάντησή τους γίνεται με τους κανόνες του συστήματος ή με τα πρωτόκολλα ή τις εσωτερικές λειτουργικές διαδικασίες του, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών που είναι ενσωματωμένες σε λογισμικό Η/Υ. Η έκφραση «κανόνες που δεν παρέχουν διακριτική ευχέρεια» σημαίνει κανόνες που δεν αφήνουν στη ρυθμιζόμενη αγορά ή στον διαχειριστή αγοράς ή στην επιχείρηση επενδύσεων που διαχειρίζεται έναν ΠΜΔ καμία διακριτική ευχέρεια ως προς τον τρόπο αλληλεπίδρασης των εν λόγω ενδιαφερόντων. Οι ορισμοί απαιτούν την αντιστοίχηση των ενδιαφερόντων με τρόπο που να οδηγεί στην κατάρτιση σύμβασης, η οποία υλοποιείται κατά την εκτέλεση της συναλλαγής σύμφωνα με τους κανόνες του συστήματος ή με τα πρωτόκολλα ή τις εσωτερικές λειτουργικές διαδικασίες του συστήματος.

(8)

Προκειμένου να αυξηθεί η διαφάνεια των ενωσιακών χρηματοοικονομικών αγορών και να δημιουργηθούν ισότιμοι όροι ανταγωνισμού μεταξύ των διαφόρων τόπων που προσφέρουν πολυμερείς υπηρεσίες διαπραγμάτευσης, είναι αναγκαίο να εισαχθεί η νέα κατηγορία τόπου διαπραγμάτευσης του μηχανισμού οργανωμένης διαπραγμάτευσης (ΜΟΔ) για ομολογίες, δομημένα χρηματοοικονομικά προϊόντα, δικαιώματα εκπομπής ρύπων και παράγωγα, και να εξασφαλιστεί ότι υφίσταται τη δέουσα ρύθμιση και εφαρμόζει κανόνες που δεν εισάγουν διακρίσεις όσον αφορά την πρόσβαση στον μηχανισμό. Ο ορισμός αυτής της νέας κατηγορίας είναι ευρύς, ώστε και τώρα και στο μέλλον να είναι σε θέση να καλύπτει όλους τους τύπους οργανωμένης εκτέλεσης και τακτοποίησης συναλλαγών, οι οποίοι δεν αντιστοιχούν στις λειτουργίες ή στις κανονιστικές προδιαγραφές των υφιστάμενων τόπων διαπραγμάτευσης. Συνεπώς, πρέπει να εφαρμοστούν οι κατάλληλες οργανωτικές απαιτήσεις και κανόνες διαφάνειας που υποστηρίζουν την αποτελεσματική αναζήτηση της τιμής. Η νέα κατηγορία περιλαμβάνει συστήματα επιλέξιμα για διαπραγμάτευση παραγώγων που είναι επιλέξιμα προς εκκαθάριση και έχουν επαρκή ρευστότητα.

Δεν θα πρέπει να περιλαμβάνει μηχανισμούς στους οποίους δεν διενεργείται πραγματική εκτέλεση ή τακτοποίηση συναλλαγών στο σύστημα, όπως πίνακες ανακοινώσεων που χρησιμοποιούνται για τη διαφήμιση ενδιαφερόντων για αγορά και πώληση, άλλες οντότητες που αθροίζουν ή ομαδοποιούν δυνητικά ενδιαφέροντα για αγορά ή πώληση, ηλεκτρονικές υπηρεσίες επιβεβαίωσης μετά τη συναλλαγή ή συμπίεση χαρτοφυλακίου, η οποία μειώνει τους μη αγοραίους κινδύνους υφιστάμενων χαρτοφυλακίων παραγώγων χωρίς να αλλάζει τον κίνδυνο αγοράς των χαρτοφυλακίων. Η συμπίεση χαρτοφυλακίου μπορεί να παρέχεται από ένα φάσμα επιχειρήσεων που δεν υφίστανται ρύθμιση καθαυτές από τον παρόντα κανονισμό ή από την οδηγία 2014/65/ΕΕ, όπως είναι οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι (CCP), τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών, καθώς και οι επιχειρήσεις επενδύσεων ή οι διαχειριστές αγοράς. Είναι σκόπιμο να διευκρινιστεί ότι όταν επιχειρήσεις επενδύσεων και διαχειριστές αγοράς εκτελούν συμπίεση χαρτοφυλακίου, ορισμένες διατάξεις του παρόντος κανονισμού και της οδηγίας 2014/65/ΕΕ δεν έχουν εφαρμογή όσον αφορά τη συμπίεση χαρτοφυλακίου. Δεδομένου ότι τα κεντρικά αποθετήρια τίτλων (ΚΑΤ) θα υπόκεινται στις ίδιες απαιτήσεις, όπως οι επιχειρήσεις επενδύσεων όταν παρέχουν ορισμένες υπηρεσίες επενδύσεων ή εκτελούν ορισμένες επενδυτικές δραστηριότητες, οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού και της οδηγίας 2014/65/ΕΕ θα πρέπει επίσης να μην έχουν εφαρμογή σε επιχειρήσεις που δεν ρυθμίζονται σε αυτά όταν εκτελούν συμπίεση χαρτοφυλακίου.

(9)

Αυτή η νέα κατηγορία ΜΟΔ θα συμπληρώσει τους υφιστάμενους τύπους τόπων διαπραγμάτευσης. Ενώ οι ρυθμιζόμενες αγορές και οι ΠΜΔ διαθέτουν κανόνες χωρίς διακριτική ευχέρεια για την εκτέλεση των συναλλαγών, ο διαχειριστής ΜΟΔ θα πρέπει να εκτελεί τις εντολές με διακριτική ευχέρεια υποκείμενος, όπου αρμόζει, στις προσυναλλακτικές απαιτήσεις διαφάνειας και τις υποχρεώσεις βέλτιστης εκτέλεσης. Κατά συνέπεια, οι κανόνες επαγγελματικής δεοντολογίας, οι υποχρεώσεις βέλτιστης εκτέλεσης και οι υποχρεώσεις χειρισμού των εντολών των πελατών θα πρέπει να εφαρμόζονται στις συναλλαγές που διενεργούνται σε ΜΟΔ, τον οποίο εκμεταλλεύεται επιχείρηση επενδύσεων ή διαχειριστής αγοράς. Επιπλέον, κάθε διαχειριστής αγοράς που έχει λάβει άδεια λειτουργίας για ΜΟΔ θα πρέπει να συμμορφώνεται με το κεφάλαιο 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ αναφορικά με τους όρους και τις διαδικασίες χορήγησης άδειας λειτουργίας στις επιχειρήσεις επενδύσεων. Η επιχείρηση επενδύσεων ή ο διαχειριστής αγοράς που διαχειρίζεται ΜΟΔ θα πρέπει να μπορεί να ασκεί διακριτική ευχέρεια σε δύο διαφορετικά επίπεδα: πρώτον, όταν αποφασίζει να αποστείλει μια εντολή στον ΜΟΔ ή να την αποσύρει και, δεύτερον, όταν αποφασίζει να μην αντιστοιχίσει μια συγκεκριμένη εντολή με τις εντολές που είναι διαθέσιμες στο σύστημα σε μια δεδομένη χρονική στιγμή, υπό τον όρο ότι αυτό συμμορφώνεται με συγκεκριμένες οδηγίες που έχει λάβει από πελάτες και με τις υποχρεώσεις βέλτιστης εκτέλεσης.

Για το σύστημα που διασταυρώνει εντολές πελατών, ο διαχειριστής θα πρέπει να μπορεί να αποφασίζει εάν, πότε και πόσες εκ δύο ή περισσότερων εντολών επιθυμεί να αντιστοιχίσει εντός του συστήματος. Σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφοι 1, 2, 4 και 5 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και με την επιφύλαξη του άρθρου 20 παράγραφος 3 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, η επιχείρηση θα πρέπει να μπορεί να διευκολύνει τη διαπραγμάτευση μεταξύ πελατών προκειμένου να υπάρξει προσέγγιση δύο ή περισσοτέρων δυνητικά συμβατών ως προς το συναλλακτικό ενδιαφέρον μιας συναλλαγής. Και στα δύο επίπεδα διακριτικής ευχέρειας ο διαχειριστής ΜΟΔ πρέπει να λαμβάνει υπόψη τις υποχρεώσεις του σύμφωνα με τα άρθρα 18 και 27 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ. Ο διαχειριστής αγοράς ή η επιχείρηση επενδύσεων που διαχειρίζεται έναν ΜΟΔ θα πρέπει να διευκρινίζει στους χρήστες του τόπου πώς πρόκειται να ασκεί τη διακριτική ευχέρεια. Επειδή ένας ΜΟΔ αποτελεί γνήσιο χώρο συναλλαγών, ο διαχειριστής του θα πρέπει να είναι ουδέτερος. Επομένως, η επιχείρηση επενδύσεων ή ο διαχειριστής αγοράς που διαχειρίζεται τον ΜΟΔ θα πρέπει να υπόκειται σε υποχρεώσεις όσον αφορά τη μη διακριτική εκτέλεση και ούτε η επιχείρηση επενδύσεων ούτε ο διαχειριστής αγοράς που διαχειρίζεται τον ΜΟΔ ούτε άλλη οντότητα που είναι τμήμα του ίδιου ομίλου ή νομικού προσώπου με την επιχείρηση επενδύσεων και/ή τον διαχειριστή αγοράς δεν θα πρέπει να επιτρέπεται να εκτελεί εντολές πελατών σε ΜΟΔ βάσει των ιδίων κεφαλαίων του.

Προς διευκόλυνση της εκτέλεσης μιας ή περισσότερων εντολών πελατών σε ομολογίες, δομημένα χρηματοοικονομικά προϊόντα, δικαιώματα εκπομπής ρύπων και παράγωγα που δεν έχουν χαρακτηριστεί ως υποκείμενα στην υποχρέωση εκκαθάρισης σύμφωνα με το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6), ο διαχειριστής του ΜΟΔ μπορεί να χρησιμοποιεί την «αντιστοιχισμένη κύρια» διαπραγμάτευση κατά την έννοια της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, υπό την προϋπόθεση ότι ο πελάτης είναι ενήμερος για αυτή τη διαδικασία. Σε σχέση με κρατικούς χρεωστικούς τίτλους για τους οποίους δεν υπάρχει ρευστή αγορά, μια επιχείρηση επενδύσεων ή ένας διαχειριστής αγοράς που διαχειρίζεται έναν ΜΟΔ θα πρέπει να μπορεί να επιδίδεται σε συναλλαγές για δικό του λογαριασμό, εκτός από αντιστοιχισμένη κύρια διαπραγμάτευση. Όταν χρησιμοποιείται η αντιστοιχισμένη κύρια διαπραγμάτευση, πρέπει να συνάδει με όλες τις προσυναλλακτικές και μετασυναλλακτικές απαιτήσεις διαφάνειας, καθώς και με τις υποχρεώσεις βέλτιστης εκτέλεσης. Ο διαχειριστής ΜΟΔ ή οποιαδήποτε οντότητα αποτελεί τμήμα του ίδιου ομίλου ή νομικού προσώπου με την επιχείρηση επενδύσεων ή τον διαχειριστή αγοράς, δεν θα πρέπει να λειτουργεί ως συστηματικός εσωτερικοποιητής στον ΜΟΔ τον οποίο διαχειρίζεται. Επιπλέον, ο διαχειριστής ενός ΜΟΔ θα πρέπει να υπόκειται στις ίδιες υποχρεώσεις όπως και ενός ΠΜΔ όσον αφορά τη χρηστή διαχείριση ενδεχόμενων συγκρούσεων συμφερόντων.

(10)

Κάθε οργανωμένη διαπραγμάτευση θα πρέπει να διεξάγεται σε ρυθμιζόμενους τόπους διαπραγμάτευσης και να είναι πλήρως διαφανής, τόσο πριν όσο και μετά τη συναλλαγή. Ως εκ τούτου, κατάλληλα βαθμονομημένες απαιτήσεις διαφάνειας θα πρέπει να εφαρμόζονται σε όλους τους τύπους τόπων διαπραγμάτευσης και σε όλα τα χρηματοπιστωτικά μέσα των οποίων η διαπραγμάτευση γίνεται σε αυτούς.

(11)

Προκειμένου να διασφαλιστούν περισσότερες διαπραγματευτικές κινήσεις στους οργανωμένους τόπους διαπραγμάτευσης και τους συστηματικούς εσωτερικοποιητές, στον παρόντα κανονισμό πρέπει να ενσωματωθεί για τις επιχειρήσεις επενδύσεων υποχρέωση διαπραγμάτευσης για μετοχές που εισάγονται προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ή που διαπραγματεύονται σε τόπο διαπραγμάτευσης. Αυτή η υποχρέωση διαπραγμάτευσης απαιτεί από τις επιχειρήσεις επενδύσεων να αναλαμβάνουν όλες τις διαπραγματεύσεις, συμπεριλαμβανομένων όσων εκτελούν για ίδιο λογαριασμό, και τις διαπραγματεύσεις που αφορούν την εκτέλεση εντολών πελατών σε ρυθμιζόμενη αγορά, ΠΜΔ, συστηματικό εσωτερικοποιητή ή σε ισοδύναμο τόπο διαπραγμάτευσης τρίτης χώρας. Ωστόσο, θα πρέπει να παρέχεται εξαίρεση από αυτή την υποχρέωση διαπραγμάτευσης εφόσον υπάρχει θεμιτός λόγος. Παραδείγματα τέτοιων λόγων είναι οι μη συστηματικές, οι ad hoc, οι μη τακτικές και οι μη συχνές διαπραγματεύσεις, καθώς και οι τεχνικές διαπραγματεύσεις, όπως οι διαπραγματεύσεις που ανατίθενται σε τρίτο, οι οποίες δεν συμβάλλουν στη διαδικασία διαμόρφωσης της τιμής. Μια τέτοια εξαίρεση από αυτή την υποχρέωση διαπραγμάτευσης δεν θα πρέπει να χρησιμοποιείται για την παράκαμψη των περιορισμών που έχουν εισαχθεί σχετικά με τη χρήση της απαλλαγής λόγω τιμής αναφοράς και της απαλλαγής λόγω τιμής διαπραγμάτευσης ή για τη λειτουργία δικτύου διασταύρωσης εντολών ή άλλου συστήματος διασταύρωσης.

Η δυνατότητα εκτέλεσης των διαπραγματεύσεων σε συστηματικό εσωτερικοποιητή, γίνεται με την επιφύλαξη του καθεστώτος συστηματικού εσωτερικοποιητή που προβλέπεται στον παρόντα κανονισμό. Σκοπός είναι να πραγματοποιηθεί η διαπραγμάτευση ως τέτοια, εάν η επιχείρηση επενδύσεων πληροί τα σχετικά κριτήρια που διευκρινίζονται στον παρόντα κανονισμό προκειμένου να θεωρείται συστηματικός εσωτερικοποιητής για συγκεκριμένη μετοχή. Εντούτοις, εάν δεν θεωρείται συστηματικός εσωτερικοποιητής για συγκεκριμένη μετοχή, η επιχείρηση επενδύσεων θα πρέπει να μπορεί να πραγματοποιήσει τη διαπραγμάτευση σε άλλον συστηματικό εσωτερικοποιητή εφόσον τούτο συνάδει με τις υποχρεώσεις της περί βέλτιστης εκτέλεσης και διαθέτει αυτή τη δυνατότητα. Επιπλέον, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι πολυμερείς διαπραγματεύσεις σχετικά με μετοχές, πιστοποιητικά αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια, πιστοποιητικά και άλλα παρόμοια χρηματοπιστωτικά μέσα υφίστανται τη δέουσα ρύθμιση, μια επιχείρηση επενδύσεων που διαχειρίζεται ένα σύστημα εσωτερικής αντιστοίχισης σε πολυμερή βάση πρέπει να αδειοδοτείται ως ΠΜΔ. Θα πρέπει επίσης να διευκρινιστεί ότι οι απαιτήσεις βέλτιστης εκτέλεσης που εκτίθενται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ θα πρέπει να εφαρμόζονται κατά τρόπο ώστε να μην παρεμποδίζουν τις υποχρεώσεις διαπραγμάτευσης βάσει του παρόντος κανονισμού.

(12)

Η διαπραγμάτευση πιστοποιητικών αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμων αμοιβαίων κεφαλαίων, πιστοποιητικών, παρόμοιων χρηματοπιστωτικών μέσων και άλλων μετοχών εκτός των εισηγμένων προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά γίνεται σε μεγάλο βαθμό με τον ίδιο τρόπο και εκπληρώνει σχεδόν ταυτόσημο οικονομικό σκοπό με τη διαπραγμάτευση μετοχών που είναι εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά. Οι διατάξεις που αφορούν τη διαφάνεια και εφαρμόζονται σε μετοχές εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενες αγορές θα πρέπει επομένως να επεκταθούν και σε αυτά τα χρηματοπιστωτικά μέσα.

(13)

Ενώ, καταρχήν, αναγνωρίζεται η αναγκαιότητα ενός καθεστώτος απαλλαγών από την προσυναλλακτική διαφάνεια για τη στήριξη της αποτελεσματικής λειτουργίας των αγορών, οι κείμενες διατάξεις απαλλαγών για τις μετοχές που εφαρμόζονται βάσει της οδηγίας 2004/39/ΕΚ και του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1287/2006 της Επιτροπής (7), χρειάζεται να ελεγχθούν ως προς τη συνεχιζόμενη καταλληλότητά τους από την άποψη του πεδίου εφαρμογής και τον εφαρμοστέων προϋποθέσεων. Προκειμένου να διασφαλιστεί η ενιαία εφαρμογή των απαλλαγών από την προσυναλλακτική διαφάνεια στις μετοχές και ενδεχομένως σε άλλα παρόμοια χρηματοπιστωτικά μέσα και σε μη μετοχικά προϊόντα όσον αφορά συγκεκριμένα μοντέλα αγοράς και είδη και μεγέθη εντολών, η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), που συστάθηκε με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8) (ΕΑΚΑΑ), θα πρέπει να αξιολογεί το συμβατό των μεμονωμένων αιτημάτων εφαρμογής μιας απαλλαγής με τους κανόνες του παρόντος κανονισμού και τις κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που προβλέπει ο παρών κανονισμός. Η αξιολόγηση της ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να έχει τη μορφή γνωμοδότησης σύμφωνα με το άρθρο 29 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. Επιπλέον, οι ήδη ισχύουσες απαλλαγές για μετοχές θα πρέπει να επανεξεταστούν από την ΕΑΚΑΑ εντός του κατάλληλου χρονικού πλαισίου και να διενεργηθεί αξιολόγηση, με την ίδια διαδικασία, σχετικά με το κατά πόσον συμμορφώνονται ακόμη με τους κανόνες που ορίζονται δυνάμει του παρόντος κανονισμού και των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό.

(14)

Η χρηματοπιστωτική κρίση κατέστησε εμφανείς συγκεκριμένες αδυναμίες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι πληροφορίες για τις ευκαιρίες συναλλαγών και τις τιμές των χρηματοπιστωτικών μέσων πλην των μετοχών διατίθενται στους συμμετέχοντες στην αγορά, ιδίως από την άποψη του χρόνου, του βαθμού λεπτομέρειας, της ίσης πρόσβασης και της αξιοπιστίας. Επομένως, θα πρέπει να θεσπιστούν απαιτήσεις έγκαιρης προσυναλλακτικής και μετασυναλλακτικής διαφάνειας οι οποίες θα λαμβάνουν υπόψη τα διαφορετικά χαρακτηριστικά και δομές της αγοράς συγκεκριμένων ειδών χρηματοπιστωτικών μέσων πλην των μετοχών και θα είναι βαθμονομημένες σε διάφορους τύπους συστημάτων διαπραγμάτευσης, μεταξύ των οποίων συστήματα βιβλίου εντολών, ζεύγους εντολών, υβριδικά συστήματα, συστήματα περιοδικής δημοπρασίας και προφορικής διαπραγμάτευσης. Προκειμένου να δημιουργηθεί ένα άρτιο πλαίσιο διαφάνειας για όλα τα σημαντικά χρηματοπιστωτικά μέσα, οι εν λόγω απαιτήσεις θα πρέπει να εφαρμόζονται στις ομολογίες, στα δομημένα χρηματοοικονομικά προϊόντα, τα δικαιώματα εκπομπής ρύπων και στα παράγωγα που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης. Κατά συνέπεια, οι εξαιρέσεις από την προσυναλλακτική διαφάνεια και οι προσαρμογές των απαιτήσεων όσον αφορά τη χρονική μετάθεση της δημοσίευσης πρέπει να είναι διαθέσιμες μόνο σε ορισμένες καθορισμένες περιπτώσεις.

(15)

Είναι αναγκαίο να θεσπιστεί το κατάλληλο επίπεδο συναλλακτικής διαφάνειας στις αγορές ομολογιών, δομημένων χρηματοοικονομικών προϊόντων και παραγώγων, ώστε να διευκολυνθεί η αποτίμηση των προϊόντων, καθώς και η αποτελεσματικότητα της διαμόρφωσης των τιμών. Τα δομημένα χρηματοοικονομικά προϊόντα θα πρέπει ιδίως να περιλαμβάνουν τους τίτλους που εξασφαλίζονται με περιουσιακά στοιχεία, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 σημείο 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 809/2004 της Επιτροπής (9), στους οποίους υπάγονται μεταξύ άλλων και οι εγγυημένες δανειακές υποχρεώσεις.

(16)

Προκειμένου να διασφαλιστεί η εφαρμογή ενιαίων προϋποθέσεων μεταξύ τόπων διαπραγμάτευσης, στα διάφορα είδη τόπων διαπραγμάτευσης θα πρέπει να εφαρμόζονται οι ίδιες απαιτήσεις προσυναλλακτικής και μετασυναλλακτικής διαφάνειας. Οι απαιτήσεις διαφάνειας θα πρέπει να βαθμονομούνται ανάλογα με τα διάφορα είδη χρηματοπιστωτικών μέσων, στα οποία περιλαμβάνονται μετοχές, ομολογίες και παράγωγα, λαμβάνοντας υπόψη τα συμφέροντα επενδυτών και εκδοτών, συμπεριλαμβανομένων των εκδοτών κρατικών ομολόγων, και η ρευστότητα της αγοράς. Οι απαιτήσεις διαφάνειας θα πρέπει επίσης να είναι βαθμονομημένες στα διάφορα είδη διαπραγμάτευσης, συμπεριλαμβανομένων του βιβλίου εντολών και συστημάτων βάσει ζευγών εντολών (quote-driven), όπως τα συστήματα αίτησης προσδιορισμού τιμής, καθώς και των υβριδικών και παραδοσιακών προφορικών συστημάτων, και να λαμβάνουν υπόψη το μέγεθος της συναλλαγής, συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού περιτροπής, και άλλα σχετικά κριτήρια.

(17)

Προκειμένου να αποφευχθεί ενδεχόμενος αρνητικός αντίκτυπος στη διαδικασία διαμόρφωσης των τιμών, είναι απαραίτητο να θεσπισθεί ο κατάλληλος μηχανισμός μέγιστου όγκου εντολών για εντολές που εισάγονται σε συστήματα βασιζόμενα σε μέθοδο διαπραγμάτευσης κατά την οποία η τιμή καθορίζεται βάσει τιμής αναφοράς και για συγκεκριμένες διαπραγματευόμενες συναλλαγές. Ο συγκεκριμένος μηχανισμός θα πρέπει να έχει διπλό μέγιστο όριο, ήτοι ένα μέγιστο όριο σε κάθε τόπο διαπραγμάτευσης που αξιοποιεί αυτές τις απαλλαγές έτσι ώστε να μπορεί να πραγματοποιείται μόνο ένα ορισμένο ποσοστό της διαπραγμάτευσης σε κάθε τόπο διαπραγμάτευσης, και να εφαρμόζεται ένα συνολικό μέγιστο όριο, του οποίου η υπέρβαση οδηγεί στην αναστολή της χρήσης των εν λόγω απαλλαγών ανά την Ένωση. Όσον αφορά τις συναλλαγές βάσει διαπραγμάτευσης, θα πρέπει να εφαρμόζεται μόνο στις συναλλαγές που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο του τρέχοντος σταθμισμένου κατά τον όγκο ανοίγματος τιμών που αντικατοπτρίζεται στο βιβλίο εντολών ή στα ζεύγη εντολών των ειδικών διαπραγματευτών του τόπου διαπραγμάτευσης που αξιοποιεί αυτό το σύστημα. Θα πρέπει να εξαιρούνται οι συναλλαγές βάσει διαπραγμάτευσης με μη ρευστοποιήσιμους τίτλους, μετοχές, πιστοποιητικά αποθετηρίων, διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια, πιστοποιητικά ή άλλα παρόμοια χρηματοπιστωτικά μέσα και οι συναλλαγές που υπόκεινται σε προϋποθέσεις πέραν της τρέχουσας τιμής αγοράς, καθώς δεν συμβάλλουν στη διαδικασία διαμόρφωσης της τιμής.

(18)

Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι οι συναλλαγές που πραγματοποιούνται εξωχρηματιστηριακά δεν θέτουν σε κίνδυνο την αποτελεσματική αναζήτηση τιμών ή την ύπαρξη διαφανών, ισότιμων όρων ανταγωνισμού μεταξύ μέσων συναλλαγών, θα πρέπει να ισχύουν οι κατάλληλες απαιτήσεις προσυναλλακτικής διαφάνειας για τις επιχειρήσεις επενδύσεων που διενεργούν πράξεις εξωχρηματιστηριακά για ίδιο λογαριασμό σε χρηματοπιστωτικά μέσα, εφόσον οι συναλλαγές διενεργούνται υπό την ιδιότητά τους ως συστηματικών εσωτερικοποιητών και αφορούν μετοχές, πιστοποιητικά αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια, πιστοποιητικά ή άλλα παρόμοια χρηματοπιστωτικά μέσα για τα οποία υπάρχει ρευστή αγορά, καθώς και ομολογίες, δομημένα χρηματοοικονομικά προϊόντα, δικαιώματα εκπομπής ρύπων και παράγωγα που υφίστανται διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης και για τα οποία υπάρχει ρευστή αγορά.

(19)

Η επιχείρηση επενδύσεων που εκτελεί εντολές πελατών βάσει των ιδίων κεφαλαίων της θα πρέπει να θεωρείται συστηματικός εσωτερικοποιητής, εκτός εάν οι συναλλαγές πραγματοποιούνται εκτός τόπου διαπραγμάτευσης ευκαιριακά, για συγκεκριμένη περίπτωση και σε μη τακτική βάση. Συνεπώς, ως συστηματικοί εσωτερικοποιητές θα πρέπει να οριστούν οι επιχειρήσεις επενδύσεων οι οποίες συναλλάσσονται κατά τρόπο οργανωμένο, συχνά, συστηματικά και ουσιαστικά, για ίδιο λογαριασμό, εκτελώντας εντολές πελατών εκτός τόπου διαπραγμάτευσης. Οι απαιτήσεις για τους συστηματικούς εσωτερικοποιητές στον παρόντα κανονισμό θα πρέπει να ισχύουν για επιχείρηση επενδύσεων μόνο όσον αφορά κάθε μεμονωμένο χρηματοπιστωτικό μέσο (π.χ. σε επίπεδο κωδικού ISIN) στο οποίο είναι συστηματικός εσωτερικοποιητής. Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αντικειμενική και αποτελεσματική εφαρμογή του ορισμού του συστηματικού εσωτερικοποιητή στις επιχειρήσεις επενδύσεων, θα πρέπει να εφαρμοστεί προκαθορισμένο όριο για τη συστηματική εσωτερικοποίηση όπου να περιγράφεται με ακρίβεια τι σημαίνει η φράση «συχνά, συστηματικά και ουσιαστικά».

(20)

Ενώ ΜΟΔ είναι κάθε σύστημα ή μηχανισμός στον οποίο πλείονα ενδιαφέροντα τρίτων για αγορά και πώληση αλληλεπιδρούν στο εσωτερικό του συστήματος, ο συστηματικός εσωτερικοποιητής δεν θα πρέπει να επιτρέπεται να επιφέρει την προσέγγιση ενδιαφερόντων τρίτων για αγορά και πώληση. Για παράδειγμα, ο επονομαζόμενος χώρος συναλλαγών μοναδικού διαπραγματευτή, όπου οι συναλλαγές πραγματοποιούνται πάντα βάσει μιας επιχείρησης επενδύσεων, θα πρέπει να θεωρείται συστηματικός εσωτερικοποιητής αν πρόκειται να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού. Ωστόσο, ο χώρος συναλλαγών πολλαπλών διαπραγματευτών, όπου πολλοί διαπραγματευτές αλληλεπιδρούν για το ίδιο χρηματοπιστωτικό μέσο, δεν θα πρέπει να θεωρείται συστηματικός εσωτερικοποιητής.

(21)

Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές θα πρέπει να μπορούν να αποφασίσουν, βάσει της εμπορικής τους πολιτικής και με τρόπο αντικειμενικό που να μη δημιουργεί διακρίσεις, τους πελάτες στους οποίους δίνουν πρόσβαση στα ζεύγη εντολών που ανακοινώνουν, κάνοντας διάκριση ανάμεσα στις κατηγορίες πελατών προκειμένου να λαμβάνουν υπόψη τις διαφορές μεταξύ των πελατών, για παράδειγμα σε σχέση με τον πιστωτικό κίνδυνο. Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές δεν θα πρέπει να υποχρεούνται να ανακοινώνουν δημόσια δεσμευτικά ζεύγη εντολών, να εκτελούν εντολές πελατών και να δίνουν πρόσβαση στα ζεύγη εντολών σε σχέση με συναλλαγές με αντικείμενο μετοχικό κεφάλαιο μεγέθους μεγαλύτερου από το σύνηθες μέγεθος συναλλαγών της αγοράς και συναλλαγές με μη μετοχικό αντικείμενο μεγέθους μεγαλύτερου από αυτό που χαρακτηρίζει το συγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό μέσο. Η συμμόρφωση των συστηματικών εσωτερικοποιητών με τις υποχρεώσεις τους θα πρέπει να ελέγχεται, και πρέπει να διατίθενται στις αρμόδιες αρχές πληροφορίες που θα τους επιτρέπουν κάτι τέτοιο.

(22)

Ο παρών κανονισμός δεν έχει στόχο να επιβάλει την εφαρμογή κανόνων προσυναλλακτικής διαφάνειας στις συναλλαγές εκτός επισήμων χρηματιστηριακών αγορών, με εξαίρεση όσες εκτελούνται στο εσωτερικό ενός συστηματικού εσωτερικοποιητή.

(23)

Τα δεδομένα της αγοράς θα πρέπει καθίστανται εύκολα και γρήγορα διαθέσιμα στους χρήστες σε μορφή όσο το δυνατόν πιο αναλυτική, ώστε να μπορούν οι επενδυτές, και οι πάροχοι υπηρεσιών δεδομένων που εξυπηρετούν τις ανάγκες τους, να εξατομικεύουν λύσεις για τα δεδομένα στον μέγιστο δυνατό βαθμό. Επομένως, τα δεδομένα προσυναλλακτικής και μετασυναλλακτικής διαφάνειας θα πρέπει να τίθενται στη διάθεση του κοινού «διαχωρισμένα», για να μειώνεται το κόστος της αγοράς δεδομένων για τους συμμετέχοντες στην αγορά.

(24)

Η οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10) και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (11), θα πρέπει να εφαρμόζονται πλήρως όσον αφορά την ανταλλαγή, διαβίβαση και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, και ιδίως του τίτλου IV, από τα κράτη μέλη και την ΕΑΚΑΑ.

(25)

Λαμβανομένης υπόψη της συμφωνίας στην οποία κατέληξαν τα μέλη της G20 στη σύνοδο κορυφής του Πίτσμπουργκ την 25η Σεπτεμβρίου 2009, να μεταφερθεί η διαπραγμάτευση των τυποποιημένων συμβολαίων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων στα χρηματιστήρια ή σε ηλεκτρονικούς χώρους συναλλαγών, ανάλογα με την περίπτωση, θα πρέπει να καθοριστεί τυπική κανονιστική διαδικασία για την ανάθεση εντολών συναλλαγών μεταξύ χρηματοοικονομικών αντισυμβαλλομένων και μεγάλων μη χρηματοοικονομικών αντισυμβαλλομένων σε όλα τα παράγωγα τα οποία έχουν θεωρηθεί επιλέξιμα προς εκκαθάριση και τα οποία έχουν επαρκή ρευστότητα για να εισαχθούν σε ένα φάσμα τόπων διαπραγμάτευσης που υπόκεινται σε συγκρίσιμες κανονιστικές ρυθμίσεις και δίνουν τη δυνατότητα στους συμμετέχοντες να συναλλάσσονται με πλείονες αντισυμβαλλομένους. Η εκτίμηση για την ύπαρξη επαρκούς ρευστότητας θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα χαρακτηριστικά της αγοράς σε εθνικό επίπεδο, συμπεριλαμβανομένων στοιχείων όπως ο αριθμός και το είδος των συμμετεχόντων σε συγκεκριμένη αγορά, και τα χαρακτηριστικά των συναλλαγών, όπως το μέγεθος και η συχνότητα των συναλλαγών στην εν λόγω αγορά.

Η ρευστή αγορά σε μια κατηγορία προϊόντος παραγώγων θα χαρακτηρίζεται από υψηλό αριθμό ενεργώς συμμετεχόντων στην αγορά, συμπεριλαμβανομένου του κατάλληλου μείγματος παρόχων ρευστότητας και ληπτών ρευστότητας, ανάλογα με τον αριθμό των προς διαπραγμάτευση προϊόντων, οι οποίοι διαπραγματεύονται συχνά τα εν λόγω προϊόντα σε μεγέθη μικρότερα από εκείνα που στοιχειοθετούν το μεγάλο μέγεθος. Η εν λόγω δραστηριότητα της αγοράς θα πρέπει να υποδηλώνεται από τον μεγάλο αριθμό προσφορών αγοράς και πώλησης ορισμένης διάρκειας του σχετικού παραγώγου που οδηγεί σε περιορισμένα ανοίγματα τιμών για μια συναλλαγή κανονικού μεγέθους αγοράς. Η αξιολόγηση της επαρκούς ρευστότητας θα πρέπει να αναγνωρίζει ότι η ρευστότητα ενός παραγώγου μπορεί να ποικίλλει σημαντικά ανάλογα με τις συνθήκες της αγοράς και τον κύκλο ζωής του.

(26)

Λαμβανομένης υπόψη της συμφωνίας στην οποία κατέληξαν τα μέλη της G20 στο Πίτσμπουργκ την 25η Σεπτεμβρίου 2009, να μεταφερθεί η διαπραγμάτευση των τυποποιημένων συμβολαίων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων στα χρηματιστήρια ή σε ηλεκτρονικούς χώρους συναλλαγών, ανάλογα με την περίπτωση, αφενός, και της σχετικά χαμηλότερης ρευστότητας διαφόρων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, αφετέρου, είναι σκόπιμο να προβλεφθεί το κατάλληλο φάσμα επιλέξιμων τόπων διαπραγμάτευσης, στους οποίους μπορούν να πραγματοποιούνται συναλλαγές σύμφωνα με τη δέσμευση αυτή. Όλοι οι επιλέξιμοι τόποι διαπραγμάτευσης θα πρέπει να υπόκεινται σε στενά εναρμονισμένες κανονιστικές απαιτήσεις όσον αφορά τις οργανωτικές και λειτουργικές πτυχές, τις ρυθμίσεις για τον μετριασμό συγκρούσεων συμφερόντων, την επιτήρηση της όλης συναλλακτικής δραστηριότητας, την προσυναλλακτική και μετασυναλλακτική διαφάνεια βαθμονομημένη ανάλογα με το είδος του χρηματοπιστωτικού μέσου και τους τύπους συστημάτων διαπραγμάτευσης, καθώς και τη δυνατότητα αλληλεπίδρασης μεταξύ πλειόνων συναλλακτικών ενδιαφερόντων τρίτων. Ωστόσο, θα πρέπει να προβλεφθεί η δυνατότητα των διαχειριστών τόπων διαπραγμάτευσης να κανονίζουν συναλλαγές σύμφωνα με τη δέσμευση αυτή μεταξύ πλειόνων τρίτων κάνοντας χρήση διακριτικής ευχέρειας, προκειμένου να βελτιωθούν οι συνθήκες εκτέλεσης και η ρευστότητα.

(27)

Η υποχρέωση να πραγματοποιούνται συναλλαγές σε παράγωγα που ανήκουν σε κατηγορία παραγώγων η οποία έχει χαρακτηριστεί ως υποκείμενη στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης σε οργανωμένη αγορά, ΠΜΔ, ΜΟΔ ή τόπο διαπραγμάτευσης τρίτης χώρας δεν θα πρέπει να ισχύει για τα στοιχεία των υπηρεσιών μετασυναλλακτικού περιορισμού του κινδύνου που δεν επιφέρουν διαμόρφωση τιμών και μειώνουν τους κινδύνους που δεν αφορούν την αγορά στα υφιστάμενα εξωχρηματιστηριακά χαρτοφυλάκια παραγώγων, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 χωρίς να αλλάζει ο κίνδυνος αγοράς των χαρτοφυλακίων. Επιπλέον, ενώ είναι σκόπιμο να θεσπιστεί ειδική διάταξη για τη συμπίεση χαρτοφυλακίου, ο παρών κανονισμός δεν έχει πρόθεση να αποτρέψει τη χρήση άλλων υπηρεσιών μετασυναλλακτικού περιορισμού του κινδύνου.

(28)

Η υποχρέωση διαπραγμάτευσης που θεσπίζεται για τα παράγωγα αυτά θα πρέπει να επιτρέπει τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό μεταξύ των επιλέξιμων τόπων διαπραγμάτευσης. Ως εκ τούτου, οι εν λόγω τόποι διαπραγμάτευσης δεν θα πρέπει να δικαιούνται να διεκδικήσουν αποκλειστικά δικαιώματα σε σχέση με τα παράγωγα που υπόκεινται στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης αυτή, αποκλείοντας άλλους τόπους διαπραγμάτευσης από του να προσφέρουν διαπραγμάτευση σε αυτά τα χρηματοπιστωτικά μέσα. Για τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό μεταξύ τόπων διαπραγμάτευσης παραγώγων, είναι ουσιαστικής σημασίας να έχουν οι τόποι διαπραγμάτευσης μη διακριτική και διαφανή πρόσβαση στους CCP. Η μη διακριτική πρόσβαση σε CCP θα πρέπει να σημαίνει ότι ένας τόπος διαπραγμάτευσης έχει το δικαίωμα μη διακριτικής μεταχείρισης όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται συμβόλαια που τελούν υπό διαπραγμάτευση στον χώρο του από την άποψη των απαιτήσεων εξασφάλισης και συμψηφισμού οικονομικά ισοδύναμων συμβολαίων και συνεκτίμησης περιθωρίων ασφάλισης συσχετιζόμενων συμβολαίων (cross-margining) που εκκαθαρίζονται από τον ίδιο CCP, καθώς και της απουσίας διακριτικής μεταχείρισης ως προς τα τέλη εκκαθάρισης.

(29)

Οι εξουσίες των αρμόδιων αρχών θα πρέπει να συμπληρωθούν με έναν σαφή μηχανισμό για την απαγόρευση ή τον περιορισμό της διάθεσης στην αγορά, της διανομής και της πώλησης οποιουδήποτε χρηματοπιστωτικού μέσου ή δομημένων καταθέσεων προκαλεί σοβαρές ανησυχίες σχετικά με την προστασία των επενδυτών, την εύρυθμη λειτουργία και ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή των αγορών βασικών προϊόντων ή τη σταθερότητα του συνόλου ή μέρους του χρηματοπιστωτικού συστήματος, καθώς και με τις κατάλληλες εξουσίες συντονισμού και αντιμετώπισης καταστάσεων έκτακτης ανάγκης για την ΕΑΚΑΑ ή, για δομημένες καταθέσεις, την Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών) (ΕΑΤ), που θεσπίστηκε από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12). Για την άσκηση των εξουσιών αυτών από τις αρμόδιες αρχές και, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, από την ΕΑΚΑΑ ή την ΕΑΤ, θα πρέπει να είναι αναγκαία η πλήρωση ορισμένων ειδικών προϋποθέσεων. Όπου πληρούνται οι εν λόγω προϋποθέσεις, η αρμόδια αρχή ή, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, η ΕΑΚΑΑ ή η ΕΑΤ, θα πρέπει να είναι σε θέση να επιβάλλει απαγόρευση ή περιορισμό σε προληπτική βάση προτού ένα χρηματοπιστωτικό μέσο ή δομημένη κατάθεση διατεθεί στην αγορά, διανεμηθεί ή πωληθεί σε πελάτες.

Οι εξουσίες αυτές δεν συνεπάγονται οποιαδήποτε απαίτηση θέσπισης ή εφαρμογής μιας διαδικασίας έγκρισης ή αδειοδότησης προϊόντος από την αρμόδια αρχή, την ΕΑΚΑΑ ή την ΕΑΤ, και δεν απαλλάσσουν τις επιχειρήσεις επενδύσεων από την ευθύνη να συμμορφώνονται με όλες τις σχετικές απαιτήσεις που ορίζονται από τον παρόντα κανονισμό και την οδηγία 2014/65/ΕΕ. Η ομαλή λειτουργία και η ακεραιότητα των αγορών βασικών εμπορευμάτων θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ως κριτήρια για παρέμβαση από τις αρμόδιες αρχές έτσι ώστε να καταστεί δυνατό να ληφθούν μέτρα για να αντιμετωπιστούν ενδεχόμενοι αρνητικοί εξωτερικοί παράγοντες κόστους των αγορών βασικών εμπορευμάτων λόγω των δραστηριοτήτων στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Αυτό ισχύει, ιδίως, για τις αγορές γεωργικών προϊόντων, των οποίων σκοπός είναι να εξασφαλίζουν τον σταθερό εφοδιασμό τροφίμων για τον πληθυσμό. Στις περιπτώσεις αυτές θα πρέπει να υπάρχει συντονισμός με τις αρχές που είναι αρμόδιες για τις εν λόγω αγορές βασικών προϊόντων.

(30)

Οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει κοινοποιούν στην ΕΑΚΑΑ τα λεπτομερή στοιχεία για κάθε αίτημά τους που αφορά μείωση θέσης σε σχέση με ένα συμβόλαιο παραγώγου, για τυχόν έκτακτα όρια, καθώς και για εκ των προτέρων ισχύοντα όρια θέσεων, ώστε να βελτιωθεί ο συντονισμός και η σύγκλιση στον τρόπο εφαρμογής των εξουσιών αυτών. Οι βασικές λεπτομέρειες για εκ των προτέρων ισχύοντα όρια θέσεων που εφαρμόζει μια αρμόδια αρχή θα πρέπει να δημοσιεύονται στον ιστότοπο της ΕΑΚΑΑ.

(31)

Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να μπορεί να ζητεί πληροφορίες από οποιοδήποτε πρόσωπο σχετικά με τη θέση του σε ένα συμβόλαιο παραγώγου, να ζητεί τη μείωση της θέσης αυτής, καθώς και να περιορίζει την ικανότητα των προσώπων να διενεργούν μεμονωμένες συναλλαγές που αφορούν παράγωγα επί εμπορευμάτων. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει, στη συνέχεια, να κοινοποιεί στις οικείες αρμόδιες αρχές τα μέτρα που προτίθεται να λάβει και θα πρέπει να δημοσιεύει τα μέτρα αυτά.

(32)

Οι λεπτομέρειες των συναλλαγών σε χρηματοπιστωτικά μέσα θα πρέπει να αναφέρονται στις αρμόδιες αρχές, για να τους δίνεται η δυνατότητα να εντοπίζουν και να διερευνούν δυνητικές περιπτώσεις κατάχρησης αγοράς, να παρακολουθούν τη δίκαιη και εύρυθμη λειτουργία των αγορών, καθώς και τις δραστηριότητες των επιχειρήσεων επενδύσεων. Το πεδίο της επίβλεψης αυτής περιλαμβάνει όλα τα χρηματοπιστωτικά μέσα που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης και τα χρηματοπιστωτικά μέσα όταν το υποκείμενο μέσο είναι χρηματοπιστωτικό μέσο που τελεί υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης ή όταν το υποκείμενο μέσο είναι δείκτης ή καλάθι αποτελούμενο από χρηματοπιστωτικά μέσα που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης. Η υποχρέωση θα πρέπει να ισχύει είτε οι συναλλαγές αυτές σε οποιοδήποτε από τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα πραγματοποιήθηκαν σε τόπο διαπραγμάτευσης είτε όχι. Για να αποφευχθεί η αδικαιολόγητη διοικητική επιβάρυνση των επιχειρήσεων επενδύσεων, τα χρηματοπιστωτικά μέσα για τα οποία δεν υπάρχει ενδεχόμενο κατάχρησης αγοράς θα πρέπει να εξαιρούνται από την υποχρέωση αναφοράς. Οι αναφορές θα πρέπει να χρησιμοποιούν έναν αναγνωριστικό κωδικό νομικής οντότητας, σε συμφωνία με τις δεσμεύσεις της G-20. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τη λειτουργία αυτού του συστήματος αναφορών προς τις αρμόδιες αρχές, η δε Επιτροπή θα πρέπει να προχωρεί στην πρόταση αλλαγών, εφόσον ενδείκνυται.

(33)

Ο διαχειριστής ενός τόπου διαπραγμάτευσης θα πρέπει να παρέχει στην αρμόδια αρχή του τα σχετικά δεδομένα αναφοράς για χρηματοπιστωτικά μέσα. Οι κοινοποιήσεις αυτές θα πρέπει να διαβιβάζονται αμελλητί από τις αρμόδιες αρχές στην ΕΑΚΑΑ, η οποία θα πρέπει να τις δημοσιεύει αμέσως στον ιστότοπό της, ώστε η ΕΑΚΑΑ και οι αρμόδιες αρχές να έχουν τη δυνατότητα να χρησιμοποιούν, να αναλύουν και να ανταλλάσσουν τις αναφορές συναλλαγών.

(34)

Προκειμένου να εκπληρώνουν τον σκοπό τους ως εργαλείου παρακολούθησης της αγοράς, οι αναφορές συναλλαγών θα πρέπει να αναφέρουν την ταυτότητα του προσώπου που έλαβε την επενδυτική απόφαση, καθώς και των προσώπων που είναι υπεύθυνα για την εκτέλεσή της. Πέρα από το καθεστώς διαφάνειας που προβλέπεται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 236/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13), η σήμανση των εντολών ανοικτής πώλησης προσφέρει χρήσιμες πρόσθετες πληροφορίες που επιτρέπουν στις αρμόδιες αρχές να επιβλέπουν τα επίπεδα των ανοικτών πωλήσεων. Οι αρμόδιες αρχές πρέπει να έχουν πλήρη πρόσβαση στις καταχωρίσεις σε όλα τα στάδια της διαδικασίας εκτέλεσης εντολών, από την αρχική απόφαση για τη συναλλαγή και μέχρι την εκτέλεσή της. Επομένως, οι επιχειρήσεις επενδύσεων θα πρέπει να τηρούν αρχεία για όλες τις εντολές τους και όλες τις συναλλαγές τους σε χρηματοπιστωτικά μέσα και οι διαχειριστές χωρών συναλλαγών απαιτείται να τηρούν αρχεία για όλες τις εντολές που υποβάλλονται στα συστήματά τους. Η ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να συντονίζει την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ αρμόδιων αρχών, για να διασφαλίζεται ότι οι εν λόγω αρχές έχουν πρόσβαση σε όλες τις καταχωρίσεις συναλλαγών και εντολών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που εισάγονται σε χώρους συναλλαγών οι οποίοι λειτουργούν εκτός της επικράτειάς τους, για χρηματοπιστωτικά μέσα που τελούν υπό την εποπτεία τους.

(35)

Θα πρέπει να αποφευχθεί η διπλή αναφορά των ίδιων πληροφοριών. Οι αναφορές οι οποίες υποβάλλονται σε αρχεία καταγραφής συναλλαγών που έχουν καταχωρηθεί ή αναγνωριστεί σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 για τα σχετικά χρηματοπιστωτικά μέσα και οι οποίες περιέχουν όλες τις απαιτούμενες πληροφορίες για τους σκοπούς της γνωστοποίησης συναλλαγών δεν θα πρέπει να αναφέρονται στις αρμόδιες αρχές, αλλά θα πρέπει να διαβιβάζονται σε αυτές από τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών. Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 θα πρέπει να τροποποιηθεί προς τούτο.

(36)

Οποιαδήποτε ανταλλαγή ή μεταβίβαση πληροφοριών από τις αρμόδιες αρχές θα πρέπει να συνάδει με τους κανόνες σχετικά με τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα όπως προβλέπονται στην οδηγία 95/46/ΕΚ. Κάθε ανταλλαγή ή διαβίβαση πληροφοριών εκ μέρους της ΕΑΚΑΑ θα πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τους κανόνες για τη διαβίβαση δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, οι οποίοι προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 ο οποίος θα πρέπει να εφαρμόζεται πλήρως στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού

(37)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 καθορίζει τα κριτήρια με βάση τα οποία κατηγορίες εξωχρηματιστηριακών παραγώγων θα πρέπει να υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης. Προλαμβάνει στρεβλώσεις του ανταγωνισμού, απαιτώντας μη διακριτική πρόσβαση σε CCP που προσφέρουν εκκαθάριση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων και μη διακριτική πρόσβαση των CCP που προσφέρουν εκκαθάριση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων στις πληροφορίες συναλλαγών των τόπων διαπραγμάτευσης. Δεδομένου ότι τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα ορίζονται ως συμβόλαια παραγώγων η εκτέλεση των οποίων δεν πραγματοποιείται σε ρυθμιζόμενη αγορά, υπάρχει ανάγκη να θεσπιστούν παρόμοιες απαιτήσεις για τις ρυθμιζόμενες αγορές βάσει του παρόντος κανονισμού. Τα παράγωγα που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενες αγορές θα πρέπει επίσης να εκκαθαρίζονται κεντρικά.

(38)

Επιπλέον των απαιτήσεων της οδηγίας 2004/39/ΕΚ και της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, οι οποίες απαγορεύουν στα κράτη μέλη να περιορίζουν αδικαιολόγητα την πρόσβαση στη μετασυναλλακτική υποδομή, όπως στα συστήματα κεντρικού αντισυμβαλλομένου και εκκαθάρισης, είναι αναγκαίο ο παρών κανονισμός να άρει διάφορους άλλους εμπορικούς φραγμούς που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον αποκλεισμό του ανταγωνισμού κατά την εκκαθάριση των χρηματοπιστωτικών μέσων. Για να αποφευχθούν πρακτικές που δημιουργούν διακρίσεις, οι CCP θα πρέπει να δέχονται να εκκαθαρίζουν συναλλαγές που εκτελούνται σε διαφορετικούς τόπους διαπραγμάτευσης, στον βαθμό που οι εν λόγω τόποι συμμορφώνονται με τις λειτουργικές και τεχνικές απαιτήσεις που έχουν καθοριστεί από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων διαχείρισης κινδύνου. Πρόσβαση θα πρέπει να παρέχεται από CCP εάν πληρούνται ορισμένα κριτήρια πρόσβασης που προσδιορίζονται σε ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα. Όσον αφορά νεοσυσταθέντες κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας ή έχουν αναγνωριστεί για περίοδο μικρότερη των τριών ετών κατά τη στιγμή έναρξης ισχύος του παρόντος κανονισμού, ως προς τις μεταβιβάσιμες αξίες και τα μέσα χρηματαγοράς, οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να εγκρίνουν μια μεταβατική περίοδο μέγιστης διάρκειας δυόμιση ετών πριν εκτεθούν σε πλήρη μη διακριτική πρόσβαση σε σχέση με τις μεταβιβάσιμες αξίες και τα μέσα χρηματαγοράς. Εντούτοις, εάν ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος επιλέξει να επωφεληθεί της μεταβατικής ρύθμισης, δεν θα πρέπει να μπορεί να επωφεληθεί των δικαιωμάτων πρόσβασης σε τόπο διαπραγμάτευσης δυνάμει του παρόντος κανονισμού καθ’ όλη τη διάρκεια της μεταβατικής ρύθμισης. Επιπλέον, κανένας τόπος διαπραγμάτευσης στενά συνδεδεμένος με τον εν λόγω κεντρικό αντισυμβαλλόμενο δεν θα πρέπει να μπορεί να απολαμβάνει τα δικαιώματα πρόσβασης σε κεντρικό αντισυμβαλλόμενο δυνάμει του παρόντος κανονισμού καθ’ όλη τη διάρκεια της μεταβατικής ρύθμισης.

(39)

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 ορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες θα πρέπει να χορηγείται μη διακριτική πρόσβαση μεταξύ κεντρικών αντισυμβαλλομένων και τόπων διαπραγμάτευσης για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα. Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 ορίζει τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα ως παράγωγα η εκτέλεση των οποίων δεν πραγματοποιείται σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε αγορά τρίτης χώρας που θεωρείται ισοδύναμη με ρυθμιζόμενη αγορά σύμφωνα με το άρθρο 19 παράγραφος 6 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ. Προκειμένου να αποφευχθούν κενά ή αλληλεπικαλύψεις και να εξασφαλιστεί συνοχή ανάμεσα στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και τον παρόντα κανονισμό, οι απαιτήσεις που ορίζονται στον παρόντα κανονισμό σχετικά με τη μη διακριτική πρόσβαση μεταξύ κεντρικών αντισυμβαλλομένων και τόπων διαπραγμάτευσης ισχύουν για τα παράγωγα που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενες αγορές ή σε αγορά τρίτης χώρας που θεωρείται ισοδύναμη με ρυθμιζόμενη αγορά σύμφωνα με την οδηγία 2014/65/ΕΕ και για όλα τα μη παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα.

(40)

Οι τόποι διαπραγμάτευσης θα πρέπει να υποχρεούνται να παρέχουν πρόσβαση, συμπεριλαμβανομένων των ροών δεδομένων, σε διαφανή και μη διακριτική βάση, στους CCP που επιθυμούν να εκκαθαρίζουν συναλλαγές που εκτελούνται στον τόπο διαπραγμάτευσης. Ωστόσο, για αυτό δεν θα πρέπει να απαιτείται η χρήση ρυθμίσεων διαλειτουργικότητας για την εκκαθάριση συναλλαγών παραγώγων ή τον κατακερματισμό της ρευστότητας κατά τρόπο που θα απειλούσε την ομαλή και αδιάλειπτη λειτουργία των αγορών. Ένας τόπος διαπραγμάτευσης θα πρέπει να μπορεί να απορρίπτει την πρόσβαση μόνο αν δεν ικανοποιούνται ορισμένα κριτήρια πρόσβασης που ορίζονται σε ρυθμιστικές τεχνικές προδιαγραφές. Όσον αφορά τα χρηματιστηριακά παράγωγα, θα ήταν δυσανάλογη η απαίτηση από τους μικρότερους τόπους διαπραγμάτευσης, ιδιαίτερα αυτούς που συνδέονται στενά με τους CCP, να συμμορφώνονται άμεσα με προϋποθέσεις μη διακριτικής πρόσβασης εάν δεν διαθέτουν ακόμη την τεχνολογική ικανότητα να διαπραγματεύονται επί ίσους όροις με το μεγαλύτερο μέρος της αγοράς των μετασυναλλακτικών υποδομών. Ως εκ τούτου, οι τόποι διαπραγμάτευσης κάτω του σχετικού ορίου θα πρέπει να διαθέτουν τη δυνατότητα να απαλλάσσονται, και, συνεπώς, και οι συνδεδεμένοι CCP, από προϋποθέσεις μη διακριτικής πρόσβασης όσον αφορά τα χρηματιστηριακά παράγωγα, για περίοδο 30 μηνών, με δυνατότητα επακόλουθων ανανεώσεων. Εντούτοις, εάν ένας τόπος διαπραγμάτευσης επιλέξει να απαλλαγεί, δεν θα πρέπει να μπορεί να απολαμβάνει τα δικαιώματα πρόσβασης σε CCP δυνάμει του παρόντος κανονισμού κατά τη διάρκεια της απαλλαγής.

Επιπλέον, κανένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος στενά συνδεδεμένος με τον εν λόγω τόπο διαπραγμάτευσης δεν θα πρέπει να μπορεί να απολαμβάνει τα δικαιώματα πρόσβασης σε τόπο διαπραγμάτευσης δυνάμει του παρόντος κανονισμού κατά τη διάρκεια της απαλλαγής. Στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 αναφέρεται ότι όταν εμπορικά δικαιώματα και δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας αφορούν χρηματοοικονομικές υπηρεσίες που σχετίζονται με συμβάσεις παραγώγων, οι άδειες θα πρέπει να παρέχονται υπό αναλογικούς δίκαιους, εύλογους και αμερόληπτους όρους. Συνεπώς, η πρόσβαση σε άδειες και οι πληροφορίες σχετικά με κριτήρια αναφοράς που χρησιμοποιούνται για τον προσδιορισμό της αξίας των χρηματοπιστωτικών μέσων θα πρέπει να παρέχονται στους CCP και σε άλλους τόπους διαπραγμάτευσης σε αναλογική, δίκαιη, εύλογη και μη διακριτική βάση, ενώ κάθε άδεια πρέπει να βασίζεται σε εύλογους εμπορικούς όρους. Με την επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων περί ανταγωνισμού, όταν αναπτύσσεται οποιοσδήποτε νέος δείκτης αναφοράς μετά τη θέση σε ισχύ του παρόντος κανονισμού, η υποχρέωση χορήγησης άδειας θα πρέπει να αρχίζει 30 μήνες αφότου έχει αρχίσει να υφίσταται διαπραγμάτευση ή έχει εισαχθεί προς διαπραγμάτευση ένα χρηματοπιστωτικό μέσο που παραπέμπει σε αυτόν τον δείκτη αναφοράς. Η πρόσβαση στις άδειες είναι ζωτικής σημασίας για τη διευκόλυνση της πρόσβασης μεταξύ τόπων διαπραγμάτευσης και CCP δυνάμει των άρθρων 35 και 36, διότι, διαφορετικά, οι συμφωνίες αδειοδότησης θα μπορούσαν να εξακολουθήσουν να παρεμποδίζουν την πρόσβαση μεταξύ τόπων διαπραγμάτευσης και CCP που έχουν ζητήσει πρόσβαση.

Η εξάλειψη των φραγμών και των διακριτικών πρακτικών αποσκοπεί στην αύξηση του ανταγωνισμού για την εκκαθάριση και τη διαπραγμάτευση των χρηματοπιστωτικών μέσων, ώστε να μειωθεί το κόστος επενδύσεων και δανεισμού, να εξαλειφθούν οι ανεπάρκειες και να ενθαρρυνθεί η καινοτομία στις ενωσιακές αγορές. Η Επιτροπή θα πρέπει να εξακολουθήσει να παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς την εξέλιξη της μετασυναλλακτικής υποδομής και θα πρέπει, όπου είναι αναγκαίο, να παρεμβαίνει, προκειμένου να αποφεύγεται η εμφάνιση στρεβλώσεων του ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά, ιδίως όταν η άρνηση πρόσβασης σε υποδομή ή σε δείκτες αναφοράς αντιβαίνει στα άρθρα 101 ή 102 ΣΛΕΕ. Τα καθήκοντα αδειοδότησης βάσει του παρόντος κανονισμού δεν θα πρέπει να θίγουν τη γενική υποχρέωση των ιδιοκτητών δεικτών αναφοράς, βάσει του δικαίου της Ένωσης περί ανταγωνισμού και των άρθρων 101 και 102 ΣΛΕΕ ιδίως, σχετικά με την πρόσβαση σε δείκτες αναφοράς που είναι απαραίτητα για την είσοδο σε μια νέα αγορά. Οι εγκρίσεις από αρμόδιες αρχές για μη εφαρμογή δικαιωμάτων πρόσβασης για μεταβατικές περιόδους δεν αποτελούν αδειοδοτήσεις ή τροποποιήσεις αδειοδοτήσεων.

(41)

Η παροχή υπηρεσιών από επιχειρήσεις τρίτων χωρών στην Ένωση υπόκειται σε εθνικά καθεστώτα και απαιτήσεις. Τα εν λόγω καθεστώτα παρουσιάζουν μεγάλες διαφορές και οι επιχειρήσεις που λαμβάνουν άδεια λειτουργίας σύμφωνα με αυτά δεν απολαύουν της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών ούτε του δικαιώματος εγκατάστασης σε κράτος μέλος. Είναι σκόπιμο να θεσπιστεί ενιαίο κανονιστικό πλαίσιο σε ενωσιακό επίπεδο. Το σχετικό καθεστώς θα πρέπει να εναρμονίσει το υφιστάμενο μη ενιαίο πλαίσιο, να διασφαλίσει τη βεβαιότητα και την ενιαία μεταχείριση των επιχειρήσεων τρίτων χωρών που εισέρχονται στην Ένωση, να εξασφαλίσει ότι έχει πραγματοποιηθεί αξιολόγηση ουσιαστικής ισοδυναμίας από την Επιτροπή σε σχέση με το πλαίσιο εποπτείας και επιχειρηματικής συμπεριφοράς των τρίτων χωρών και θα πρέπει να προβλέπει συγκρίσιμο επίπεδο προστασίας των πελατών της Ένωσης στους οποίους παρέχονται υπηρεσίες από επιχειρήσεις τρίτων χωρών.

Κατά την εφαρμογή του καθεστώτος αυτού, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να δίνουν προτεραιότητα στα πεδία που καλύπτονται από τις δεσμεύσεις της G-20 και τις συμφωνίες της Ένωσης με τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους της, να λαμβάνουν υπόψη τον κεντρικό ρόλο που διαδραματίζει η Ένωση στις παγκόσμιες χρηματοπιστωτικές αγορές και να εξασφαλίζουν ότι η εφαρμογή των απαιτήσεων τρίτων χωρών δεν εμποδίζουν τους προερχόμενους από την Ένωση επενδυτές και εκδότες να επενδύουν ή να αντλούν χρηματοδότηση σε τρίτες χώρες, ή τους προερχόμενους από τρίτες χώρες επενδυτές και εκδότες να επενδύουν, να αντλούν κεφάλαια ή να δέχονται άλλες χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες στις αγορές της Ένωσης, εκτός εάν αυτό είναι αναγκαίο για αντικειμενικούς και βασιζόμενους σε αποδεικτικά στοιχεία προληπτικούς λόγους. Κατά τη διενέργεια των αξιολογήσεων, η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη της το έγγραφο «Στόχοι και αρχές της ρύθμισης στον τομέα των κινητών αξιών» της Διεθνούς Οργάνωσης Επιτροπών Κινητών Αξιών (IOSCO) και τις συστάσεις του, όπως έχουν τροποποιηθεί και ερμηνευτεί από την IOSCO.

Όταν δεν είναι δυνατόν να ληφθεί απόφαση που να διαπιστώνει την ουσιαστική ισοδυναμία, η παροχή υπηρεσιών από επιχειρήσεις τρίτων χωρών στην Ένωση εξακολουθεί να υπόκειται σε εθνικά καθεστώτα. Η Επιτροπή θα πρέπει να δρομολογεί την αξιολόγηση ισοδυναμίας με δική της πρωτοβουλία. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να μπορούν να δηλώνουν το ενδιαφέρον τους προκειμένου μια ορισμένη τρίτη χώρα ή ορισμένες τρίτες χώρες να αξιολογηθούν από την Επιτροπή ως προς την ισοδυναμία του κανονιστικού και εποπτικού τους συστήματος, χωρίς όμως αυτό να δεσμεύει την Επιτροπή ως προς τη δρομολόγηση της διαδικασίας ισοδυναμίας. Η αξιολόγηση ισοδυναμίας θα πρέπει να βασίζεται στα αποτελέσματα· θα πρέπει να εκτιμά σε ποιο βαθμό το ρυθμιστικό και εποπτικό πλαίσιο της τρίτης χώρας επιφέρει παρόμοια και επαρκή αποτελέσματα και σε ποιο βαθμό επιτυγχάνει τους ίδιους στόχους με τη νομοθεσία της Ένωσης. Όταν δρομολογεί αυτές τη διαδικασία αξιολόγησης, η Επιτροπή θα πρέπει να μπορεί να ορίζει προτεραιότητες μεταξύ των δικαιοδοσιών τρίτων χωρών λαμβάνοντας υπόψη τη σημαντικότητα της διαπίστωσης ισοδυναμίας για τις επιχειρήσεις και τους πελάτες της Ένωσης, την ύπαρξη συμφωνιών εποπτείας και συνεργασίας μεταξύ της τρίτης χώρας και των κρατών μελών, την ύπαρξη ενός συστήματος ουσιαστικής ισοδυναμίας για την αναγνώριση των επιχειρήσεων επενδύσεων που έχουν αδειοδοτηθεί βάσει άλλων καθεστώτων καθώς και το ενδιαφέρον και την προθυμία της τρίτης χώρας να συνεργαστεί στη διαδικασία αξιολόγησης ισοδυναμίας. Η Επιτροπή θα πρέπει να παρακολουθεί οποιεσδήποτε σημαντικές αλλαγές στο ρυθμιστικό και εποπτικό πλαίσιο της τρίτης χώρας και να επανεξετάζει τις αποφάσεις ισοδυναμίας όπου κρίνεται απαραίτητο.

(42)

Βάσει του παρόντος κανονισμού, η παροχή υπηρεσιών χωρίς υποκαταστήματα θα πρέπει να περιορίζεται στους επιλέξιμους αντισυμβαλλομένους και στους πελάτες που θεωρούνται επαγγελματίες. Θα πρέπει να υπόκειται σε εγγραφή στα μητρώα της ΕΑΚΑΑ και σε εποπτεία στην τρίτη χώρα. Θα πρέπει να συνάπτονται κατάλληλες συμφωνίες συνεργασίας μεταξύ της ΕΑΚΑΑ και των αρμόδιων αρχών της τρίτης χώρας.

(43)

Οι διατάξεις του παρόντος κανονισμού που διέπουν την παροχή υπηρεσιών ή την άσκηση δραστηριοτήτων από επιχειρήσεις τρίτων χωρών δεν θα πρέπει να θίγουν τη δυνατότητα προσώπων εγκατεστημένων στην Ένωση να δέχονται επενδυτικές υπηρεσίες από επιχείρηση τρίτης χώρας με δική τους αποκλειστικά πρωτοβουλία, ή επιχειρήσεων επενδύσεων ή πιστωτικών ιδρυμάτων της Ένωσης να δέχονται επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες από επιχείρηση τρίτης χώρας με δική τους αποκλειστικά πρωτοβουλία, ή πελατών επιχειρήσεων επενδύσεων να δέχονται με δική τους αποκλειστικά πρωτοβουλία επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες από επιχείρηση τρίτης χώρας με τη μεσολάβηση αυτών των επιχειρήσεων επενδύσεων ή πιστωτικών ιδρυμάτων. Όταν μια επιχείρηση τρίτης χώρας παρέχει υπηρεσίες με αποκλειστική πρωτοβουλία προσώπου εγκατεστημένου στην Ένωση, οι υπηρεσίες δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι παρέχονται στο έδαφος της Ένωσης. Σε περίπτωση που επιχείρηση τρίτης χώρας ενεργεί για την προσέλκυση πελατών ή δυνητικών πελατών στην Ένωση ή προωθεί ή διαφημίζει επενδυτικές υπηρεσίες ή δραστηριότητες με ή χωρίς παρεπόμενες υπηρεσίες στην Ένωση, δεν θα πρέπει να θεωρείται ότι οι υπηρεσίες παρέχονται με αποκλειστική πρωτοβουλία του πελάτη.

(44)

Σε ό,τι αφορά την αναγνώριση επιχειρήσεων τρίτων χωρών και σύμφωνα με τις διεθνείς υποχρεώσεις της Ένωσης δυνάμει της συμφωνίας για την ίδρυση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου καθώς και της Γενικής συμφωνίας για τις Συναλλαγές στον τομέα των Υπηρεσιών, οι αποφάσεις για την αναγνώριση κανονιστικών και εποπτικών πλαισίων τρίτων χωρών ως ισοδύναμων με το κανονιστικό και εποπτικό καθεστώς της Ένωσης θα πρέπει να λαμβάνονται μόνον εφόσον το νομικό και εποπτικό καθεστώς της τρίτης χώρας προβλέπει αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση επιχειρήσεων επενδύσεων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας δυνάμει άλλων νομικών καθεστώτων, σύμφωνα με τους γενικούς κανονιστικούς στόχους και πρότυπα που καθόρισε η G-20 τον Σεπτέμβριο του 2009 για τη βελτίωση της διαφάνειας στις αγορές παραγώγων, τον περιορισμό του συστημικού κινδύνου και την προστασία από κατάχρηση αγοράς. Ένα τέτοιο σύστημα θα πρέπει να θεωρείται ισοδύναμο εφόσον εξασφαλίζει ότι το ουσιαστικό αποτέλεσμα του εφαρμοστέου κανονιστικού πλαισίου είναι παρεμφερές με τις απαιτήσεις της Ένωσης και θα πρέπει να θεωρείται αποτελεσματικό εάν οι εν λόγω κανόνες εφαρμόζονται με συνέπεια.

(45)

Διάφορες δόλιες πρακτικές έχουν σημειωθεί στις δευτερογενείς αγορές άμεσης παράδοσης δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων, γεγονός που θα μπορούσε να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη στα συστήματα εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων, τα οποία θεσπίστηκαν με την οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14), και λαμβάνονται μέτρα για την ενίσχυση του συστήματος των μητρώων δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων και των προϋποθέσεων ανοίγματος λογαριασμού για την εμπορία δικαιωμάτων. Για να ενισχυθεί η ακεραιότητα και να διασφαλιστεί η αποτελεσματική λειτουργία των εν λόγω αγορών, συμπεριλαμβανομένης της πλήρους εποπτείας της συναλλακτικής δραστηριότητας, είναι σκόπιμο να συμπληρωθούν τα μέτρα που λαμβάνονται δυνάμει της οδηγίας 2003/87/ΕΚ, με την πλήρη υπαγωγή των δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, καθώς και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15) και της οδηγίας 2014/57/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (16), κατατάσσοντάς τα στα χρηματοπιστωτικά μέσα.

(46)

Θα πρέπει να δοθεί η εξουσία στην Επιτροπή να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 290 της ΣΛΕΕ. Ειδικότερα, οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις θα πρέπει να εκδίδονται για την επέκταση του πεδίου εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του παρόντος κανονισμού σε κεντρικές τράπεζες που δεν είναι μέλη του ΕΣΚΤ, για συγκεκριμένες λεπτομέρειες που αφορούν τους ορισμούς, για ειδικές διατάξεις για θέματα κόστους που σχετίζονται με τη διαθεσιμότητα δεδομένων της αγοράς, για την πρόσβαση στις αγορές, για τα μεγέθη στα οποία ή κάτω των οποίων η επιχείρηση πραγματοποιεί συναλλαγές με κάθε άλλον πελάτη στη διάθεση του οποίου έχει τεθεί η προσφορά, για τη συμπίεση χαρτοφυλακίου και για τον περαιτέρω προσδιορισμό των συνθηκών υπό τις οποίες απειλές για την προστασία των επενδυτών, την εύρυθμη λειτουργία και ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή τη σταθερότητα του συνόλου ή μέρους του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης ενδέχεται να δικαιολογούν την ανάληψη δράσης από την ΕΑΚΑΑ, την ΕΑΤ ή τις αρμόδιες αρχές, για τις αρμοδιότητες της ΕΑΚΑΑ σχετικά με τη διαχείριση θέσεων, για την παράταση της μεταβατικής περιόδου βάσει του άρθρου 35 παράγραφος 5 του παρόντος κανονισμού για ορισμένο χρονικό διάστημα και για τον αποκλεισμό των διαπραγματεύσιμων σε χρηματιστήριο παραγώγων από το πεδίο εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του παρόντος κανονισμού για ορισμένο χρονικό διάστημα. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να διεξάγει η Επιτροπή τις κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες, ακόμα και σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, όταν ετοιμάζει και συντάσσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, θα πρέπει να εξασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

(47)

Προκειμένου να εξασφαλιστούν ενιαίες προϋποθέσεις για την εκτέλεση του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να μεταβιβαστούν στην Επιτροπή εκτελεστικές εξουσίες για την έκδοση της απόφασης ισοδυναμίας σχετικά με το νομικό και εποπτικό πλαίσιο τρίτων χωρών για την παροχή υπηρεσιών από επιχειρήσεις τρίτων χωρών ή τόπους διαπραγμάτευσης τρίτων χωρών, όσον αφορά την επιλεξιμότητα ως τόπων διαπραγμάτευσης για παράγωγα που υπόκεινται σε υποχρέωση διαπραγμάτευσης, και πρόσβασης κεντρικών αντισυμβαλλομένων τρίτων χωρών και τόπων διαπραγμάτευσης τρίτων χωρών και κεντρικών αντισυμβαλλομένων εγκατεστημένων στην Ένωση. Οι εν λόγω εξουσίες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (17).

(48)

Δεδομένου ότι οι στόχοι του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η θέσπιση ομοιόμορφων απαιτήσεων σχετικά με τα χρηματοπιστωτικά μέσα όσον αφορά την ανακοίνωση δεδομένων για τις συναλλαγές, την αναφορά των συναλλαγών στις αρμόδιες αρχές, τη διαπραγμάτευση παραγώγων προϊόντων σε οργανωμένους τόπους συναλλαγών, τη μη διακριτική πρόσβαση στην εκκαθάριση, τις αρμοδιότητες παρέμβασης σχετικά με προϊόντα και τις αρμοδιότητες σχετικά με τη διαχείριση θέσεων και τα όρια θέσεων, καθώς και την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών ή τις δραστηριότητες από επιχειρήσεις τρίτων χωρών, δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη διότι, αν και οι εθνικές αρμόδιες αρχές μπορούν καλύτερα να παρακολουθούν τις εξελίξεις στην αγορά, η γενικότερη επίπτωση των προβλημάτων που σχετίζονται με τη συναλλακτική διαφάνεια, τη γνωστοποίηση των συναλλαγών, τη διαπραγμάτευση παραγώγων και τις απαγορεύσεις προϊόντων και πρακτικών μπορεί να γίνει πλήρως αντιληπτή μόνο στο πλαίσιο της Ένωσης, μπορούν όμως, εξαιτίας της κλίμακας και των επιπτώσεών του, να επιτευχθούν καλύτερα σε επίπεδο Ένωσης, η Ένωση δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, η οποία διατυπώνεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ιδίου άρθρου, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη των στόχων αυτών.

(49)

Καμία ενέργεια αρμόδιας αρχής ή ΕΑΚΑΑ κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους δεν θα πρέπει να εισάγει άμεσα ή έμμεσα διακρίσεις κατά κράτους μέλους ή ομάδας κρατών μελών ως τόπου παροχής επενδυτικών υπηρεσιών και δραστηριοτήτων σε οποιοδήποτε νόμισμα. Οι δράσεις της ΕΑΤ κατά την άσκηση των καθηκόντων της βάσει του παρόντος κανονισμού δεν θα πρέπει άμεσα ή έμμεσα να συνιστούν διάκριση σε βάρος οποιουδήποτε κράτους μέλους ή ομάδας κρατών μελών.

(50)

Τα τεχνικά πρότυπα για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες θα πρέπει να διασφαλίζουν την επαρκή προστασία των καταθετών, των επενδυτών και των καταναλωτών σε ολόκληρη την Ένωση. Δεδομένου ότι η ΕΑΚΑΑ είναι φορέας με υψηλό βαθμό εξειδικευμένης πείρας, θα ήταν συμφέρον και σκόπιμο να της ανατεθεί η εκπόνηση των σχεδίων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που δεν ενέχουν επιλογές πολιτικής, τα οποία θα υποβάλλονται στην Επιτροπή.

(51)

Η Επιτροπή θα πρέπει να εγκρίνει τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που εκπονούνται από την ΕΑΚΑΑ, όσον αφορά τα ειδικά χαρακτηριστικά των απαιτήσεων συναλλακτικής διαφάνειας, όσον αφορά τις εργασίες νομισματικής ή συναλλαγματικής πολιτικής ή πολιτικής για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τους τύπους ορισμένων σχετικών συναλλαγών δυνάμει του παρόντος κανονισμού, όσον αφορά τους λεπτομερείς όρους για την απαλλαγή από τις απαιτήσεις προσυναλλακτικής διαφάνειας, όσον αφορά τη χρονική μετάθεση της δημοσίευσης, όσον αφορά την υποχρέωση να καταστούν διαθέσιμα ξεχωριστά τα στοιχεία πριν και μετά τη συναλλαγή„ όσον αφορά τα κριτήρια για την εφαρμογή των υποχρεώσεων προσυναλλακτικής διαφάνειας από συστηματικούς εσωτερικοποιητές, όσον αφορά το περιεχόμενο και τη συχνότητα των αιτήσεων δεδομένων για την παροχή πληροφοριών για λόγους διαφάνειας και άλλους υπολογισμούς, όσον αφορά συναλλαγές που δεν συνεισφέρουν στη διαδικασία διαμόρφωσης των τιμών, όσον αφορά με τα δεδομένα εντολών που θα διατηρούνται, όσον αφορά το περιεχόμενο και τις προδιαγραφές των αναφορών συναλλαγών, όσον αφορά το περιεχόμενο και τον προσδιορισμό των δεδομένων αναφοράς σε χρηματοπιστωτικά μέσα, όσον αφορά τους τύπους συμβάσεων που έχουν άμεσο, ουσιαστικό και προβλέψιμο αντίκτυπο εντός της Ένωσης και τις περιπτώσεις κατά τις οποίες είναι αναγκαία η υποχρέωση διαπραγμάτευσης για παράγωγα όσον αφορά τις απαιτήσεις για συστήματα και διαδικασίες ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι συναλλαγές σε εκκαθαρισμένα παράγωγα υποβάλλονται και γίνονται δεκτές προς εκκαθάριση, όσον αφορά τον προσδιορισμό τύπων ρυθμίσεων υπηρεσιών έμμεσης εκκαθάρισης, όσον αφορά όσον αφορά παράγωγα που υπόκεινται σε υποχρέωση διαπραγμάτευσης σε οργανωμένους τόπους διαπραγμάτευσης, όσον αφορά τη μη διακριτική πρόσβαση σε CCP και σε τόπο διαπραγμάτευσης, όσον αφορά τη μη διακριτική πρόσβαση σε δείκτες αναφοράς και την υποχρέωση παροχής άδειας χρήσης, και όσον αφορά τις πληροφορίες που η αιτούσα επιχείρηση τρίτης χώρας θα πρέπει να υποβάλλει στην ΕΑΚΑΑ με την αίτηση εγγραφής στο μητρώο, Η Επιτροπή θα πρέπει να εκδίδει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις του άρθρου 290 της ΣΛΕΕ και σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010.

(52)

Το άρθρο 95 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ προβλέπει μεταβατική εξαίρεση για ορισμένες συμβάσεις ενεργειακών παραγώγων τύπου C6. Κατά συνέπεια, είναι αναγκαίο τα τεχνικά πρότυπα που προσδιορίζουν την υποχρέωση εκκαθάρισης, τα οποία καταρτίζει η ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 να το λαμβάνουν αυτό υπόψη και να μην επιβάλλουν υποχρέωση εκκαθάρισης σε συμβάσεις παραγώγων οι οποίες στη συνέχεια θα υπαχθούν στη μεταβατική εξαίρεση για συμβάσεις ενεργειακών παραγώγων τύπου C6.

(53)

Η εφαρμογή των απαιτήσεων του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να αναβληθεί, για να ευθυγραμμιστεί η εφαρμογή τους με την εφαρμογή, κατόπιν μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο, των κανόνων της αναδιατυπωμένης οδηγίας και να θεσπιστούν όλα τα βασικά εκτελεστικά μέτρα. Η όλη δέσμη κανονιστικών διατάξεων θα πρέπει στη συνέχεια να εφαρμοστεί από την ίδια χρονική στιγμή. Μόνο η εφαρμογή των εξουσιοδοτήσεων για την έκδοση εκτελεστικών μέτρων δεν θα πρέπει να αναβληθεί, ώστε οι αναγκαίες ενέργειες για τη σύνταξη και έκδοση των εν λόγω εκτελεστικών μέτρων να αρχίσουν το συντομότερο δυνατόν.

(54)

Ο παρών κανονισμός τηρεί τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις αρχές που αναγνωρίζονται ειδικότερα από τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το δικαίωμα προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα (άρθρο 8), την επιχειρηματική ελευθερία (άρθρο 16), το δικαίωμα προστασίας του καταναλωτή (άρθρο 38), το δικαίωμα πραγματικής προσφυγής και αμερόληπτου δικαστηρίου (άρθρο 47) και το δικαίωμα του προσώπου να μη δικάζεται ή να μην τιμωρείται ποινικά δύο φορές για την ίδια αξιόποινη πράξη (άρθρο 50), και πρέπει να εφαρμόζεται σύμφωνα με τα εν λόγω δικαιώματα και αρχές.

(55)

Ζητήθηκε, σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001, η γνώμη του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων, ο οποίος γνωμοδότησε στις 10 Φεβρουαρίου 2012 (18),

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

ΤΙΤΛΟΣ I

ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ, ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΚΑΙ ΟΡΙΣΜΟΙ

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

1.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει ενιαίες υποχρεώσεις σε σχέση με τα εξής:

α)

ανακοίνωση συναλλακτικών δεδομένων στο κοινό·

β)

γνωστοποίηση συναλλαγών στις αρμόδιες αρχές·

γ)

διαπραγμάτευση παραγώγων προϊόντων σε οργανωμένους τόπους διαπραγμάτευσης·

δ)

μη διακριτική πρόσβαση στην εκκαθάριση και μη διακριτική πρόσβαση στη διαπραγμάτευση βάσει δεικτών αναφοράς·

ε)

αρμοδιότητες παρέμβασης των αρμοδίων αρχών, της ΕΑΚΑΑ και της ΕΑΤ σχετικά με προϊόντα και αρμοδιότητες της ΕΑΚΑΑ σχετικά με ελέγχους διαχείρισης θέσεων και τα όρια θέσεων·

στ)

παροχή επενδυτικών υπηρεσιών ή δραστηριότητες από επιχειρήσεις τρίτων χωρών, σε συνέχεια ισχύουσας απόφασης ισοδυναμίας από την Επιτροπή, με ή χωρίς υποκατάστημα.

2.   Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε επιχειρήσεις επενδύσεων, που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας βάσει της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και στα πιστωτικά ιδρύματα που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας βάσει της οδηγίας 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (19) όταν τα εν λόγω ιδρύματα παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες ή/και ασκούν επενδυτικές δραστηριότητες, και σε διαχειριστές αγοράς, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε τόπων διαπραγμάτευσης διαχειρίζονται.

3.   Ο τίτλος V του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται επίσης σε όλους τους χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, και σε όλους τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους που εμπίπτουν στο άρθρο 10 παράγραφος 1 στοιχείο β) του εν λόγω κανονισμού.

4.   Ο τίτλος VI του παρόντος κανονισμού εφαρμόζεται επίσης στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους (CCP) και στα πρόσωπα που διαθέτουν ιδιοκτησιακά δικαιώματα επί δεικτών αναφοράς.

5.   Ο τίτλος VIII του παρόντος κανονισμού ισχύει για εταιρείες τρίτων χωρών οι οποίες παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες ή ασκούν δραστηριότητες εντός της Ένωσης, σε συνέχεια ισχύουσας απόφασης ισοδυναμίας από την Επιτροπή, με ή χωρίς υποκατάστημα.

6.   Τα άρθρα 8, 10, 18 και 21 δεν εφαρμόζονται σε ρυθμιζόμενες αγορές, διαχειριστές αγοράς και επιχειρήσεις επενδύσεων εφόσον πρόκειται για συναλλαγή στην οποία ο αντισυμβαλλόμενος είναι μέλος του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών (ΕΣΚΤ) και όταν η εν λόγω συναλλαγή συνάπτεται σε εκτέλεση νομισματικής ή συναλλαγματικής πολιτικής ή πολιτικής για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, την οποία το εν λόγω μέλος του ΕΣΚΤ είναι νόμιμα εξουσιοδοτημένο να ασκεί και όταν το εν λόγω μέλος έχει ενημερώσει, εκ των προτέρων, τον εν λόγω αντισυμβαλλόμενο ότι η εν λόγω συναλλαγή εξαιρείται.

7.   Η παράγραφος 6 δεν εφαρμόζεται σε συναλλαγές που συνάπτονται από οποιοδήποτε μέλος του ΕΣΚΤ κατά την εκτέλεση των επενδυτικών δραστηριοτήτων του.

8.   Η ΕΑΚΑΑ σε στενή συνεργασία με το ΕΣΚΤ, καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων όπου προσδιορίζονται οι εργασίες νομισματικής ή συναλλαγματικής πολιτικής ή πολιτικής για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και τους τύπους συναλλαγών στους οποίους εφαρμόζονται οι παράγραφοι 6 και 8.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις 3 Ιουλίου 2015.

Εξουσιοδοτείται η Επιτροπή να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τη διαδικασία των άρθρων 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

9.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 50 για επέκταση του πεδίου εφαρμογής της παραγράφου 6 σε άλλες κεντρικές τράπεζες.

Προς το σκοπό αυτό, έως την 1η Ιουνίου 2015, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο έκθεση με την οποία αξιολογείται η αντιμετώπιση των συναλλαγών των κεντρικών τραπεζών τρίτων χωρών που για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου περιλαμβάνει και την Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών. Η έκθεση περιλαμβάνει ανάλυση των θεσμοθετημένων καθηκόντων τους και των όγκων συναλλαγών τους εντός της Ένωσης. Στην έκθεση:

α)

εντοπίζονται οι κανονιστικές διατάξεις που ισχύουν στις αντίστοιχες τρίτες χώρες για τη γνωστοποίηση των συναλλαγών των κεντρικών τραπεζών, συμπεριλαμβανομένων των συναλλαγών που αναλαμβάνονται από μέλη του ΕΣΚΤ σε εκείνες τις τρίτες χώρες, και

β)

εκτιμάται ο ενδεχόμενος αντίκτυπος που μπορεί να έχουν στις συναλλαγές κεντρικών τραπεζών τρίτων χωρών οι κανονιστικές υποχρεώσεις γνωστοποίησης εντός της Ένωση.

Εάν η έκθεση καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η εξαίρεση που προβλέπεται στην παράγραφο 6 είναι απαραίτητη σε ό,τι αφορά συναλλαγές στις οποίες ο αντισυμβαλλόμενος είναι κεντρική τράπεζα τρίτης χώρας που ενεργεί στο πλαίσιο άσκησης νομισματικής πολιτικής, συναλλαγματικής πολιτικής ή πολιτικής για χρηματοπιστωτική σταθερότητα, η Επιτροπή προβλέπει ότι η εξαίρεση αυτή εφαρμόζεται στην κεντρική τράπεζα της εν λόγω τρίτης χώρας.

Άρθρο 2

Ορισμοί

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

1)   «επιχείρηση επενδύσεων»: η επιχείρηση επενδύσεων όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

2)   «επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες»: οι επενδυτικές υπηρεσίες και δραστηριότητες όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 2 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

3)   «παρεπόμενες υπηρεσίες»: οι παρεπόμενες υπηρεσίες όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 3 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

4)   «εκτέλεση εντολών για λογαριασμό πελατών»: η εκτέλεση εντολών για λογαριασμό πελατών όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 5 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

5)   «διενέργεια συναλλαγών για ίδιο λογαριασμό»: η διενέργεια συναλλαγών για ίδιο λογαριασμό όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 6 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

6)   «ειδικός διαπραγματευτής (market maker)»: ειδικός διαπραγματευτής όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 7 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

7)   «πελάτης»: ο πελάτης όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 9 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

8)   «επαγγελματίας πελάτης»: ο επαγγελματίας πελάτης όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 10 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

9)   «χρηματοπιστωτικό μέσο»: το χρηματοπιστωτικό μέσο όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 15 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

10)   «διαχειριστής αγοράς»: ο διαχειριστής αγοράς όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 18 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

11)   «πολυμερές σύστημα»: το πολυμερές σύστημα όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 19 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

12)   «συστηματικός εσωτερικοποιητής» (systematic internaliser)»: ο συστηματικός εσωτερικοποιητής όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 20 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

13)   «ρυθμιζόμενη αγορά»: η ρυθμιζόμενη αγορά όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 21 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

14)   «πολυμερής μηχανισμός διαπραγμάτευσης» ή «ΠΜΔ»: ο πολυμερής μηχανισμός διαπραγμάτευσης όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 22 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

15)   «μηχανισμός οργανωμένης διαπραγμάτευσης» ή «ΜΟΔ»: ο μηχανισμός οργανωμένης διαπραγμάτευσης όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 23 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

16)   «τόπος διαπραγμάτευσης»: ο τόπος διαπραγμάτευσης όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 24 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

17)   «ρευστή αγορά»:

α)

για τους σκοπούς των άρθρων 9, 11 και 18, αγορά χρηματοπιστωτικού μέσου ή κατηγορίας χρηματοπιστωτικών μέσων, όπου υπάρχουν έτοιμοι και πρόθυμοι αγοραστές και πωλητές σε συνεχή βάση, η οποία αξιολογείται βάσει των ακόλουθων κριτηρίων, λαμβάνοντας υπόψη την ιδιαίτερη δομή αγοράς του συγκεκριμένου χρηματοπιστωτικού μέσου ή της συγκεκριμένης κατηγορίας χρηματοπιστωτικών μέσων:

i)

μέση συχνότητα και μέσο μέγεθος των συναλλαγών για ένα φάσμα συνθηκών αγοράς, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση και τον κύκλο ζωής των προϊόντων εντός της κατηγορίας των χρηματοπιστωτικών μέσων·

ii)

αριθμός και είδος συμμετεχόντων στην αγορά, συμπεριλαμβανομένου του λόγου των συμμετεχόντων στην αγορά προς τα χρηματοπιστωτικά μέσα που τελούν υπό διαπραγμάτευση για συγκεκριμένο προϊόν·

iii)

μέσο άνοιγμα τιμών όπου είναι διαθέσιμο·

β)

για τους σκοπούς των άρθρων 4, 5 και 14, αγορά χρηματοπιστωτικού μέσου επί των οποίων καταρτίζονται συναλλαγές σε καθημερινή βάση και η αγορά αξιολογείται βάσει των ακόλουθων κριτηρίων:

i)

τη διασπορά·

ii)

το μέσο ημερήσιο αριθμό συναλλαγών στα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα·

iii)

τη μέση ημερήσια αξία συναλλαγών στα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα·

18)   «αρμόδια αρχή»: η αρμόδια αρχή όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 26 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

19)   «πιστωτικό ίδρυμα»: το πιστωτικό ίδρυμα όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (20),

20)   «υποκατάστημα»: το υποκατάστημα όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 30 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

21)   «στενοί δεσμοί»: οι στενοί δεσμοί όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 35 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

22)   «διοικητικό όργανο»: το διοικητικό όργανο όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 36 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

23)   «δομημένη κατάθεση»: η δομημένη κατάθεση όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 43 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

24)   «κινητές αξίες»: οι κινητές αξίες όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 44 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

25)   «αποθετήρια έγγραφα»: τα αποθετήρια έγγραφα όπως ορίζονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 45 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ.

26)   «διαπραγματεύσιμο αμοιβαίο κεφάλαιο»: το διαπραγματεύσιμο αμοιβαίο κεφάλαιο όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 46 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

27)   «πιστοποιητικά»: οι αξίες που είναι διαπραγματεύσιμες στην κεφαλαιαγορά και οι οποίες σε περίπτωση επιστροφής του κεφαλαίου από τον εκδότη κατατάσσονται πάνω από τις μετοχές, αλλά κάτω από τις μη εξασφαλισμένες ομολογίες και άλλα παρόμοια χρηματοπιστωτικά μέσα·

28)   «δομημένα χρηματοπιστωτικά προϊόντα»: αξίες οι οποίες δημιουργούνται για την τιτλοποίηση και τη μεταφορά του πιστωτικού κινδύνου που συνδέεται με μια ομάδα χρηματοοικονομικών στοιχείων ενεργητικού και οι οποίες παρέχουν στον κάτοχό τους το δικαίωμα είσπραξης σε τακτικά διαστήματα ποσών που εξαρτώνται από τις ταμειακές ροές που δημιουργούν τα υποκείμενα στοιχεία ενεργητικού·

29)   «παράγωγα»: τα χρηματοπιστωτικά μέσα που ορίζονται στο σημείο 44 στοιχείο γ) του άρθρου 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και αναφέρονται στο παράρτημα I τμήμα Γ σημεία 4 έως 10 αυτής·

30)   «παράγωγα επί εμπορευμάτων»: τα χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία ορίζονται στο σημείο 44 στοιχείο γ) του άρθρου 4 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και σχετίζονται με εμπόρευμα ή με υποκείμενο μέσο που αναφέρεται στο τμήμα Γ σημείο 10 του παραρτήματος I της οδηγίας 2014/65/ΕΕ ή στα σημεία 5, 6, 7 και 10 του τμήματος Γ του παραρτήματος I αυτής·

31)   «CCP»: ένας CCP (κεντρικός αντισυμβαλλόμενος) όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012·

32)   «χρηματιστηριακό παράγωγο»: παράγωγο που τελεί υπό διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ή σε αγορά τρίτης χώρας που θεωρείται ισοδύναμη με ρυθμιζόμενη αγορά σύμφωνα με το άρθρο 28 του παρόντος κανονισμού, και ως τέτοιο δεν εμπίπτει στον ορισμό του εξωχρηματιστηριακού παραγώγου όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

33)   «επιδεκτική εκτέλεσης εκδήλωση ενδιαφέροντος»: μήνυμα από ένα μέλος ή συμμετέχοντα προς άλλον εντός ενός συστήματος διαπραγμάτευσης σχετικά με την ύπαρξη συναλλακτικού ενδιαφέροντος, το οποίο περιέχει όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για να συμφωνήσουν στην πραγματοποίηση συναλλαγής·

34)   «εγκεκριμένος μηχανισμός δημοσίευσης» ή «ΕΜΔ»: ο εγκεκριμένος μηχανισμός δημοσίευσης όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 52 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

35)   «πάροχος ενοποιημένου δελτίου» ή «ΠΕΔ»: ο πάροχος ενοποιημένου δελτίου όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 53 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

36)   «εγκεκριμένος μηχανισμός αναφορών» ή «ΕΜΑ»: ο εγκεκριμένος μηχανισμός αναφορών όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 54 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

37)   «κράτος μέλος καταγωγής»: το κράτος μέλος καταγωγής όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 55 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

38)   «κράτος μέλος υποδοχής»: το κράτος μέλος υποδοχής όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 56 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

39)   «δείκτης αναφοράς»: κάθε τιμή, δείκτης ή αριθμητικό στοιχείο, που τίθεται στη διάθεση του κοινού ή δημοσιεύεται, το οποίο καθορίζεται περιοδικά ή τακτικά με την εφαρμογή ενός τύπου στην αξία, ή βάσει της αξίας ενός ή περισσότερων υποκείμενων περιουσιακών στοιχείων ή τιμών, συμπεριλαμβανομένων εκτιμώμενων τιμών, πραγματικών ή εκτιμώμενων επιτοκίων ή άλλων αξιών ή ερευνών και βάσει του οποίου προσδιορίζεται το πληρωτέο ποσό βάσει ενός χρηματοπιστωτικού μέσου ή η αξία του χρηματοπιστωτικού μέσου·

40)   «ρύθμιση διαλειτουργικότητας»: η ρύθμιση διαλειτουργικότητας όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 12 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012·

41)   «χρηματοπιστωτικός οργανισμός τρίτης χώρας»: η οντότητα, τα κεντρικά γραφεία της οποίας είναι εγκατεστημένα σε τρίτη χώρα, η οποία διαθέτει έγκριση ή άδεια βάσει της νομοθεσίας της εν λόγω τρίτης χώρας για την εκτέλεση οποιασδήποτε από τις υπηρεσίες ή την άσκηση οποιασδήποτε από τις δραστηριότητες που απαριθμούνται στην οδηγία 2013/36/ΕΕ, στην οδηγία 2014/65/ΕΕ, στην οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (21), στην οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (22), στην οδηγία 2003/41/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (23) ή στην οδηγία 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (24)·

42)   «επιχείρηση τρίτης χώρας»: η επιχείρηση τρίτης χώρας όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 57 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

43)   «ενεργειακό προϊόν χονδρικής»: το ενεργειακό προϊόν χονδρικής όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 24 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1227/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (25)·

44)   «παράγωγα επί/αγροτικών προϊόντων»: οι συμβάσεις παραγώγων που σχετίζονται με προϊόντα που περιέχονται στο άρθρο 1 και στο παράρτημα I μέρος I έως ΧΧ και XXIV/1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (26),

45)   «κατακερματισμός ρευστότητας»: η κατάσταση κατά την οποία:

α)

οι συμμετέχοντες σε τόπο διαπραγμάτευσης δεν είναι σε θέση να καταρτίσουν συναλλαγή με έναν ή περισσότερους άλλους συμμετέχοντες στον συγκεκριμένο τόπο, εξαιτίας της απουσίας ρυθμίσεων εκκαθάρισης στις οποίες έχουν πρόσβαση όλοι οι συμμετέχοντες, ή

β)

ένα εκκαθαριστικό μέλος ή οι πελάτες του θα αναγκάζονταν να διατηρήσουν τις θέσεις τους επί ενός χρηματοπιστωτικού μέσου σε περισσότερους του ενός κεντρικούς αντισυμβαλλόμενους, γεγονός που περιορίζει τη δυνατότητα συμψηφισμού εκθέσεων σε χρηματοπιστωτικά μέσα·

46)   «κρατικός χρεωστικός τίτλος»: ο κρατικός χρεωστικός τίτλος όπως ορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 σημείο 61 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ·

47)   «συμπίεση χαρτοφυλακίου»: υπηρεσία περιορισμού του κινδύνου κατά την οποία δύο ή περισσότεροι αντισυμβαλλόμενοι προβαίνουν σε ολικό ή μερικό κλείσιμο των θέσεών τους σε ορισμένα ή όλα τα παράγωγα τα οποία υπέβαλαν οι εν λόγω αντισυμβαλλόμενοι για συμμετοχή στη συμπίεση χαρτοφυλακίου και αντικαθιστούν τις εν λόγω θέσεις σε παράγωγα με άλλες θέσεις σε άλλα παράγωγα των οποίων η συνδυασμένη θεωρητική αξία είναι μικρότερη από τη συνδυασμένη θεωρητική αξία των θέσεων σε παράγωγα που έκλεισαν.

2.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 50, στις οποίες προσδιορίζει ορισμένα τεχνικά στοιχεία των ορισμών της παραγράφου 1, προκειμένου να τα προσαρμόζει στις εξελίξεις της αγοράς.

ΤΙΤΛΟΣ II

ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΤΟΠΟΥΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Διαφάνεια για τους τόπους διαπραγμάτευσης

Άρθρο 3

Υποχρεώσεις προσυναλλακτικής διαφάνειας για τους τόπους διαπραγμάτευσης όσον αφορά μετοχές, πιστοποιητικά αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια, πιστοποιητικά και άλλα παρόμοια χρηματοπιστωτικά μέσα

1.   Οι διαχειριστές αγοράς και οι επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπους διαπραγμάτευσης δημοσιοποιούν τις τρέχουσες τιμές αγοράς και πώλησης και το βάθος του συναλλακτικού ενδιαφέροντος στις τιμές αυτές που ανακοινώνονται μέσω των συστημάτων τους για μετοχές, πιστοποιητικά αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια (ΔΑΚ), πιστοποιητικά και άλλα παρόμοια χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία τελούν υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης. Η υποχρέωση αυτή ισχύει επίσης και για τις επιδεκτικές εκτέλεσης εκδηλώσεις ενδιαφέροντος. Οι διαχειριστές αγοράς και οι επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπους διαπραγμάτευσης καθιστούν διαθέσιμες τις πληροφορίες αυτές στο κοινό συνεχώς κατά τις κανονικές ώρες συναλλαγών.

2.   Οι υποχρεώσεις συναλλακτικής διαφάνειας που αναφέρονται στην παράγραφο 1 προσαρμόζονται ανάλογα με τους διάφορους τύπους συστημάτων διαπραγμάτευσης, περιλαμβανομένων των συστημάτων διαπραγμάτευσης βάσει βιβλίου εντολών, των συστημάτων διαπραγμάτευσης βάσει προσφορών (ζευγών εντολών), των υβριδικών συστημάτων διαπραγμάτευσης και των συστημάτων διαπραγμάτευσης με περιοδική δημοπρασία.

3.   Οι διαχειριστές αγοράς και οι επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπο διαπραγμάτευσης παρέχουν, υπό εύλογους εμπορικούς όρους και κατά τρόπο που δεν δημιουργεί διακρίσεις, τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις επενδύσεων που υποχρεούνται, σύμφωνα με το άρθρο 14, να δημοσιοποιούν προσφορές για την αγορά και πώληση μετοχών, πιστοποιητικών αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμων αμοιβαίων κεφαλαίων, πιστοποιητικών και άλλων παρόμοιων χρηματοπιστωτικών μέσων πρόσβαση στα μέσα που χρησιμοποιούν για τη δημοσιοποίηση των πληροφοριών της παραγράφου 1.

Άρθρο 4

Απαλλαγές για τα μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα

1.   Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να απαλλάσσουν τους διαχειριστές αγοράς και τις επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπο διαπραγμάτευσης από την υποχρέωση να δημοσιοποιούν τις αναφερόμενες στο άρθρο 3 παράγραφος 1 πληροφορίες, όσον αφορά:

α)

συστήματα ταύτισης εντολών βάσει μεθοδολογίας διαπραγμάτευσης με την οποία η τιμή του χρηματοπιστωτικού μέσου που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 προέρχεται από τον τόπο διαπραγμάτευσης στον οποίο το χρηματοπιστωτικό μέσο εισήχθη αρχικά προς διαπραγμάτευση ή από τη σημαντικότερη από άποψη ρευστότητας αγορά, εφόσον η εν λόγω τιμή αναφοράς δημοσιοποιείται ευρέως και θεωρείται αξιόπιστη τιμή αναφοράς από τους συμμετέχοντες στην αγορά. Η συνεχής χρήση αυτής της απαλλαγής υπόκειται στις προϋποθέσεις του άρθρου 5·

β)

συστήματα στα οποία καταρτίζονται κατ’ ιδίαν διαπραγματευθείσες συναλλαγές οι οποίες:

i)

πραγματοποιούνται εντός του τρέχοντος σταθμισμένου κατά τον όγκο ανοίγματος τιμών που αντικατοπτρίζεται στο βιβλίο εντολών ή στις προσφορές αγοράς και πώλησης των ειδικών διαπραγματευτών του τόπου διαπραγμάτευσης που λειτουργεί το σχετικό σύστημα, ενώ υπόκεινται στις προϋποθέσεις του άρθρου 5,

ii)

αφορούν μη ρευστή μετοχή, πιστοποιητικό αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμο αμοιβαίο κεφάλαιο, πιστοποιητικό ή άλλο παρόμοιο χρηματοπιστωτικό μέσο που δεν εμπίπτει στον ορισμό της ρευστής αγοράς, και πραγματοποιούνται εντός ενός ποσοστού απόκλισης από την κατάλληλη τιμή αναφοράς, η οποία καθορίζεται μαζί με το εν λόγω ποσοστό εκ των προτέρων από τον διαχειριστή του συστήματος, ή

iii)

υπόκεινται σε όρους άλλους από την τρέχουσα τιμή της αγοράς του εν λόγω χρηματοπιστωτικού μέσου,

γ)

εντολές μεγάλου μεγέθους σε σύγκριση με το κανονικό μέγεθος της αγοράς,

δ)

εντολές που τηρούνται σε μηχανισμό διαχείρισης εντολών του τόπου διαπραγμάτευσης εν αναμονή της δημοσιοποίησής τους στην αγορά.

2.   Η τιμή αναφοράς της παραγράφου 1 στοιχείο α) ορίζεται λαμβάνοντας μία από τις ακόλουθες τιμές:

α)

του μέσου σημείου των τρεχουσών τιμών αγοράς και πώλησης του τόπου διαπραγμάτευσης στον οποίο το χρηματοπιστωτικό μέσο εισήχθη αρχικά προς διαπραγμάτευση ή από τη σημαντικότερη από άποψη ρευστότητας αγορά· ή

β)

όταν δεν είναι διαθέσιμη η τιμή που αναφέρεται στο στοιχείο a), η τιμή ανοίγματος ή κλεισίματος της σχετικής συνεδρίασης.

Εντολές με τιμή αναφοράς μία από τις τιμές που αναφέρονται στο στοιχείο β) επιτρέπονται μόνο εκτός της συνεχούς φάσης διαπραγμάτευσης της σχετικής συνεδρίασης.

3.   Στην περίπτωση όπου τόποι διαπραγμάτευσης λειτουργούν συστήματα στα οποία καταρτίζονται κατ’ ιδίαν διαπραγματευθείσες συναλλαγές σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β) σημείο i):

α)

οι εν λόγω συναλλαγές καταρτίζονται σύμφωνα με τους κανόνες του τόπου διαπραγμάτευσης·

β)

ο τόπος διαπραγμάτευσης εξασφαλίζει ότι διαθέτει/μηχανισμούς, συστήματα και διαδικασίες για την αποτροπή και τον εντοπισμό περιπτώσεων κατάχρησης αγοράς ή απόπειρας κατάχρησης αγοράς σε σχέση με κατ’ ιδίαν διαπραγματευθείσες συναλλαγές σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014·

γ)

ο τόπος διαπραγμάτευσης αναπτύσσει, διατηρεί και εφαρμόζει συστήματα για τον εντοπισμό κάθε απόπειρας χρήσης της απαλλαγής για αποφυγή συμμόρφωσης σε άλλες υποχρεώσεις του παρόντος κανονισμού ή της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και για την αναφορά τέτοιων αποπειρών στην αρμόδια αρχή.

Όταν μια αρμόδια αρχή χορηγεί απαλλαγή σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β) σημείο i) ή iii), η εν λόγω αρμόδια αρχή παρακολουθεί τη χρήση της απαλλαγής από τον τόπο διαπραγμάτευσης ώστε να εξασφαλίσει ότι τηρούνται οι όροι χρήσης της απαλλαγής.

4.   Πριν από τη χορήγηση απαλλαγής σύμφωνα με την παράγραφο 1, οι αρμόδιες αρχές κοινοποιούν στην ΕΑΚΑΑ και στις άλλες αρμόδιες αρχές τη σκοπούμενη χρήση κάθε μεμονωμένης απαλλαγής και εξηγούν τη λειτουργία της, συμπεριλαμβανομένων των στοιχείων του τόπου διαπραγμάτευσης από τον οποίο προέρχεται/στον οποίο ορίζεται η τιμή αναφοράς κατά τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1 στοιχείο α). Η κοινοποίηση της πρόθεσης για χορήγηση απαλλαγής πραγματοποιείται τουλάχιστον τέσσερις μήνες πριν τη σκοπούμενη χρήση της απαλλαγής. Εντός δύο μηνών από την παραλαβή της κοινοποίησης, η ΕΑΚΑΑ απευθύνει μη δεσμευτική γνωμοδότηση στην οικεία αρμόδια αρχή, με την οποία αξιολογεί τη συμβατότητα κάθε απαλλαγής με τις υποχρεώσεις που θεσπίζονται στην παράγραφο 1 και εξειδικεύονται στα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 6. Στην περίπτωση όπου η εν λόγω αρμόδια αρχή χορηγήσει απαλλαγή και η αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους διαφωνεί, η δεύτερη μπορεί να παραπέμψει και πάλι το θέμα ενώπιον της ΕΑΚΑΑ, η οποία μπορεί να αποφασίσει στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που της έχουν ανατεθεί δυνάμει του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. Η ΕΑΚΑΑ παρακολουθεί την εφαρμογή των απαλλαγών και υποβάλλει ετήσια έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής τους στην πράξη.

5.   Η αρμόδια αρχή μπορεί, είτε με δική της πρωτοβουλία ή ύστερα από αίτημα μιας άλλης αρμόδιας αρχής, να ανακαλέσει μια απαλλαγή που χορηγήθηκε δυνάμει της παραγράφου 1 σύμφωνα με την παράγραφο 6, εάν διαπιστώσει ότι η απαλλαγή χρησιμοποιείται κατά τρόπο που παρεκκλίνει από τον αρχικό σκοπό της ή εάν κρίνει ότι η απαλλαγή χρησιμοποιείται για την αποφυγή συμμόρφωσης στις υποχρεώσεις που επιβάλλονται με το παρόν άρθρο.

Οι αρμόδιες αρχές κοινοποιούν στην ΕΑΚΑΑ και στις λοιπές αρμόδιες αρχές την ανάκληση αυτή αιτιολογώντας πλήρως την απόφασή τους.

6.   Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων διευκρινίζοντας τα εξής:

α)

το εύρος των τιμών αγοράς και πώλησης ή των προσφορών των ειδικών διαπραγματευτών και το βάθος του συναλλακτικού ενδιαφέροντος στις τιμές αυτές, τα οποία πρέπει να δημοσιοποιούνται για κάθε σχετική κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1, λαμβάνοντας υπόψη την απαιτούμενη βαθμονόμηση για τα διαφορετικά είδη συστημάτων διαπραγμάτευσης κατά το άρθρο 3 παράγραφος 2·

β)

τη σημαντικότερη από άποψη ρευστότητας αγορά ενός χρηματοπιστωτικού μέσου σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο α)·

γ)

τα ειδικά χαρακτηριστικά μιας κατ’ ιδίαν διαπραγματευθείσας συναλλαγής σε σχέση με τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους το μέλος ή ο συμμετέχων ενός τόπου διαπραγμάτευσης μπορεί να καταρτίσει αυτή τη συναλλαγή·

δ)

τις κατ’ ιδίαν διαπραγματευθείσες συναλλαγές που δεν συμβάλλουν στη διαμόρφωση τιμών και δύνανται να καταρτίζονται κάνοντας χρήση της απαλλαγής που προβλέπεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) σημείο iii)·

ε)

το μέγεθος των εντολών μεγάλου μεγέθους και τον τύπο και το ελάχιστο μέγεθος των εντολών που τηρούνται σε μηχανισμό διαχείρισης εντολών ενός τόπου διαπραγμάτευσης εν αναμονή της δημοσιοποίησής τους στην αγορά για τις οποίες δύναται να χορηγηθεί απαλλαγή από την υποχρέωση προ-συναλλακτικής διαφάνειας δυνάμει της παραγράφου 1 για κάθε σχετική κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων·

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις 3 Ιουλίου 2015.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

7.   Απαλλαγές που έχουν χορηγηθεί από τις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με τα άρθρα 29 παράγραφος 2 και 44 παράγραφος 2 της οδηγίας 2004/39/ΕΚ και με τα άρθρα 18, 19 και 20 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1287/2006 πριν από τις 3 Ιανουαρίου 2017 επανεξετάζονται από την ΕΑΚΑΑ μέχρι τις 3 Ιανουαρίου 2019. Η ΕΑΚΑΑ απευθύνει γνωμοδότηση στην οικεία αρμόδια αρχή, με την οποία αξιολογεί κατά πόσον κάθε μιας από τις απαλλαγές αυτές παραμένει συμβατή με τις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού και των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων και των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που βασίζονται στον παρόντα κανονισμό.

Άρθρο 5

Μηχανισμός μέγιστου/ορίου συναλλαγών

1.   Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι η χρήση των απαλλαγών που προβλέπονται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) και στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο i) δεν πλήττει αδικαιολόγητα τη διαμόρφωση των τιμών, η κατάρτιση συναλλαγών στο πλαίσιο αυτών των απαλλαγών περιορίζεται ως εξής:

α)

το ποσοστό συναλλαγών επί ενός χρηματοπιστωτικού μέσου που καταρτίσθηκαν σε έναν τόπο διαπραγμάτευσης με χρήση αυτών των απαλλαγών περιορίζεται στο 4 % του συνολικού ύψους των συναλλαγών επί αυτού του χρηματοπιστωτικού μέσου που καταρτίσθηκαν σε όλους τους τόπους διαπραγμάτευσης ανά την Ένωση κατά τη διάρκεια των προηγούμενων 12 μηνών·

β)

το συνολικό ύψος των συναλλαγών επί ενός χρηματοπιστωτικού μέσου που καταρτίσθηκαν στην Ένωση στο πλαίσιο αυτών των απαλλαγών περιορίζεται στο 8 % του συνολικού ύψους συναλλαγών που καταρτίσθηκαν επί αυτού του χρηματοπιστωτικού μέσου σε όλους τους τόπους διαπραγμάτευσης ανά την Ένωση κατά τη διάρκεια των προηγούμενων 12 μηνών.

Ο συγκεκριμένος μηχανισμός μέγιστου ορίου συναλλαγών δεν ισχύει για κατ’ ιδίαν διαπραγματευθείσες συναλλαγές σε μετοχή, πιστοποιητικό αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμο αμοιβαίο κεφάλαιο, πιστοποιητικό ή άλλο παρόμοιο χρηματοπιστωτικό μέσο για τα οποία δεν υπάρχει ρευστή αγορά όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σημείο 17 στοιχείο β) και οι οποίες καταρτίζονται εντός ενός ποσοστού απόκλισης από την κατάλληλη τιμή αναφοράς κατά το άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο ii), ή για συναλλαγές που υπόκεινται σε όρους άλλους από την τρέχουσα τιμή αγοράς του συγκεκριμένου χρηματοπιστωτικού μέσου ως αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 στοιχείο β) σημείο iii).

2.   Όταν το ποσοστό συναλλαγών επί χρηματοπιστωτικού μέσου που καταρτίζονται σε τόπο διαπραγμάτευσης στο πλαίσιο των απαλλαγών έχει υπερβεί το όριο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο α), η αρμόδια αρχή που χορήγησε τις εν λόγω απαλλαγές σε αυτόν τον τόπο αναστέλλει, εντός δύο εργάσιμων ημερών, τη δυνατότητα χρήσης των χορηγηθεισών απαλλαγών σε αυτόν τον τόπο επί αυτού του χρηματοπιστωτικού μέσου, βάσει των στοιχείων που δημοσιεύει η ΕΑΚΑΑ κατά την παράγραφο 4, για περίοδο έξι μηνών.

3.   Όταν το ποσοστό συναλλαγών επί χρηματοπιστωτικού μέσου που καταρτίζονται σε όλους τους τόπους διαπραγμάτευσης ανά την Ένωση στο πλαίσιο αυτών των απαλλαγών έχει υπερβεί το όριο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 σημείο β), όλες οι αρμόδιες αρχές αναστέλλουν, εντός δύο εργάσιμων ημερών, τη δυνατότητα χρήσης των εν λόγω χορηγηθεισών απαλλαγών ανά την Ένωση για περίοδο έξι μηνών.

4.   Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει, εντός πέντε εργάσιμων ημερών από το τέλος κάθε ημερολογιακού μήνα, το συνολικό ύψος των συναλλαγών στην Ένωση ανά χρηματοπιστωτικό μέσο κατά τους προηγούμενους 12 μήνες, το ποσοστό των συναλλαγών επί χρηματοπιστωτικού μέσου που πραγματοποιήθηκαν ανά την Ένωση στο πλαίσιο αυτών των απαλλαγών και σε κάθε τόπο διαπραγμάτευσης κατά τους προηγούμενους 12 μήνες, καθώς και τη μέθοδο υπολογισμού αυτών των ποσοστών.

5.   Σε περίπτωση που η έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 εντοπίζει οποιονδήποτε τόπο διαπραγμάτευσης στον οποίο το ύψος των συναλλαγών επί οποιουδήποτε χρηματοπιστωτικού μέσου που καταρτίσθηκαν στο πλαίσιο των εν λόγω απαλλαγών έχει υπερβεί το 3,75 % του συνολικού ύψους συναλλαγών επί του χρηματοπιστωτικού μέσου αυτού στην Ένωση, κατά τους προηγούμενους 12 μήνες, η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει συμπληρωματική έκθεση, εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την 15η ημέρα του ημερολογιακού μήνα κατά τον οποίο δημοσιεύεται η έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 4. Η εν λόγω έκθεση περιέχει τις πληροφορίες που προσδιορίζονται στην παράγραφο 4 όσον αφορά εκείνα τα χρηματοπιστωτικά μέσα στα οποία έχει σημειωθεί υπέρβαση του προαναφερθέντος ποσοστού 3,75 %.

6.   Σε περίπτωση που η έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 εντοπίζει ότι το συνολικό ύψος συναλλαγών επί οποιουδήποτε χρηματοπιστωτικού μέσου στην Ένωση που καταρτίσθηκαν στο πλαίσιο των εν λόγω απαλλαγών έχει υπερβεί το 7,75 % του συνολικού ύψους συναλλαγών επί του εν λόγω χρηματοπιστωτικού μέσου στην Ένωση, κατά τους προηγούμενους 12 μήνες, η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει συμπληρωματική έκθεση εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την 15η ημέρα του ημερολογιακού μήνα κατά τον οποίο δημοσιεύεται η έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 4. Η εν λόγω έκθεση περιέχει τις πληροφορίες που προσδιορίζονται στην παράγραφο 4 όσον αφορά εκείνα τα χρηματοπιστωτικά μέσα στα οποία έχει σημειωθεί υπέρβαση του προαναφερθέντος ποσοστού 7,75 %.

7.   Προκειμένου να διασφαλισθεί αξιόπιστη βάση για την παρακολούθηση των συναλλαγών που καταρτίζονται με χρήση των εν λόγω απαλλαγών και προκειμένου να διαπιστώνεται τυχόν υπέρβαση των ορίων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι διαχειριστές των τόπων διαπραγμάτευσης υποχρεούνται να διαθέτουν συστήματα και διαδικασίες ώστε:

α)

να καθιστούν δυνατό τον εντοπισμό όλων των συναλλαγών που καταρτίσθηκαν στο πλαίσιο των εν λόγω απαλλαγών· και

β)

να διασφαλίζουν ότι σε κάθε περίπτωση τηρείται το όριο για συναλλαγές που καταρτίζονται με χρήση των εν λόγω απαλλαγών κατά την παράγραφο 1 στοιχείο α).

8.   Η περίοδος για τη δημοσίευση των στοιχείων των συναλλαγών από την ΕΑΚΑΑ και για την οποία η κατάρτιση συναλλαγών επί ενός χρηματοπιστωτικού μέσου με χρήση των εν λόγω απαλλαγών πρέπει να παρακολουθείται ξεκινά στις 3 Ιανουαρίου 2016. Με την επιφύλαξη του άρθρου 4 παράγραφος 5, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να αναστέλλουν τη δυνατότητα χρήσης των χορηγηθεισών απαλλαγών από την έναρξη εφαρμογής του παρόντος κανονισμού και στη συνέχεια, σε μηνιαία βάση.

9.   Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να διευκρινίσει τη μέθοδο, συμπεριλαμβανομένης της σήμανσης των συναλλαγών, με την οποία συλλέγει, υπολογίζει και δημοσιεύει τα στοιχεία των συναλλαγών, ως ορίζεται στην παράγραφο 4, ώστε να παρέχει έναν ακριβή υπολογισμό του συνολικού ύψους των συναλλαγών ανά χρηματοπιστωτικό μέσο, και των ποσοστών των συναλλαγών με χρήση των εν λόγω απαλλαγών σε κάθε τόπο διαπραγμάτευσης ανά την Ένωση.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις 3 Ιουλίου 2015.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Άρθρο 6

Υποχρεώσεις μετα-συναλλακτικής διαφάνειας για τους τόπους διαπραγμάτευσης όσον αφορά μετοχές, πιστοποιητικά αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια, πιστοποιητικά και άλλα παρόμοια χρηματοπιστωτικά μέσα

1.   Οι διαχειριστές αγοράς και οι επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπους διαπραγμάτευσης δημοσιοποιούν την τιμή, τον όγκο και το χρόνο των συναλλαγών που καταρτίζονται/ολοκληρώνονται/συνάπτονται επί μετοχών, πιστοποιητικών κατάθεσης, διαπραγματεύσιμων αμοιβαίων κεφαλαίων, πιστοποιητικών και άλλων παρόμοιων χρηματοπιστωτικών μέσων τα οποία τελούν υπό διαπραγμάτευση σε αυτό τον τόπο διαπραγμάτευσης. Οι διαχειριστές αγοράς και οι επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπο διαπραγμάτευσης, δημοσιοποιούν τα στοιχεία όλων αυτών των συναλλαγών όσο πλησιέστερα στον πραγματικό χρόνο είναι τεχνικά εφικτό.

2.   Οι διαχειριστές αγοράς και οι επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπο διαπραγμάτευσης παρέχουν, υπό εύλογους εμπορικούς όρους και κατά τρόπο μη δημιουργούντα διακρίσεις, στις επιχειρήσεις επενδύσεων που υποχρεούνται, σύμφωνα με το άρθρο 20, να δημοσιεύουν τα στοιχεία των συναλλαγών επί μετοχών, πιστοποιητικών αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμων αμοιβαίων κεφαλαίων, πιστοποιητικών και άλλων παρόμοιων χρηματοπιστωτικών μέσων πρόσβαση στα μέσα που χρησιμοποιούν για την κατά την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου δημοσιοποίηση των πληροφοριών.

Άρθρο 7

Άδεια χρονικής μετάθεσης της δημοσίευσης

1.   Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να χορηγούν άδεια στους διαχειριστές αγοράς και στις επιχειρήσεις επενδύσεων υπηρεσιών που διαχειρίζονται τόπους διαπραγμάτευσης να μεταθέτουν χρονικά τη δημοσίευση των στοιχείων των συναλλαγών ανάλογα με το είδος ή το μέγεθός τους.

Ειδικότερα, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να χορηγούν άδεια για τη μετάθεση του χρόνου δημοσιοποίησης των συναλλαγών που είναι μεγάλου μεγέθους σε σύγκριση με το κανονικό μέγεθος της αγοράς για τη συγκεκριμένη μετοχή, πιστοποιητικό αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμο αμοιβαίο κεφάλαιο, πιστοποιητικό ή άλλο παρόμοιο χρηματοπιστωτικό μέσο ή για τη συγκεκριμένη κατηγορία μετοχών, πιστοποιητικών κατάθεσης, διαπραγματεύσιμων αμοιβαίων κεφαλαίων, πιστοποιητικών ή άλλων παρόμοιων χρηματοπιστωτικών μέσων.

Οι διαχειριστές αγοράς και οι επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπους διαπραγμάτευσης λαμβάνουν εκ των προτέρων έγκριση της αρμόδιας αρχής για τις προτεινόμενες ρυθμίσεις βάσει των οποίων θα μεταθέτουν χρονικά τη δημοσιοποίηση των συναλλαγών και ανακοινώνουν ευκρινώς τις ρυθμίσεις αυτές στους συμμετέχοντες στην αγορά και στο κοινό. Η ΕΑΚΑΑ παρακολουθεί την εφαρμογή των εν λόγω ρυθμίσεων χρονικής μετάθεσης της δημοσιοποίησης των συναλλαγών και υποβάλλει ετήσια έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής τους στην πράξη.

Εάν μια αρμόδια αρχή χορηγήσει άδεια για τη χρονική μετάθεση της δημοσιοποίησης και μια αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους διαφωνεί με αυτό ή διαφωνεί με την πρακτική εφαρμογή της χορηγηθείσας άδειας, η τελευταία μπορεί να παραπέμψει και πάλι το θέμα ενώπιον της ΕΑΚΑΑ, η οποία μπορεί να δράσει στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που της έχουν ανατεθεί δυνάμει του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

2.   Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων με τα οποία προσδιορίζονται τα ακόλουθα στοιχεία προκειμένου να καταστεί δυνατή η δημοσίευση πληροφοριών βάσει του άρθρου 64 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ:

α)

τα στοιχεία των συναλλαγών τις οποίες οι επιχειρήσεις επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων των συστηματικών εσωτερικοποιητών και των διαχειριστών αγοράς και των επιχειρήσεων επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπους διαπραγμάτευσης, θέτουν στη διάθεση του κοινού για κάθε σχετική κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 1, συμπεριλαμβανομένων των αναγνωριστικών στοιχείων για τα διάφορα είδη συναλλαγών που δημοσιεύονται δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 1 και του άρθρου 20, διακρίνοντας μεταξύ εκείνων που καθορίζονται από παράγοντες συνδεδεμένους κυρίως με την αποτίμηση των χρηματοπιστωτικών μέσων και εκείνων που καθορίζονται από άλλους παράγοντες·

β)

το χρονικό όριο/περιθώριο που θεωρείται ότι είναι σε συμμόρφωση με την υποχρέωση δημοσιοποίησης όσο το δυνατόν πλησιέστερα στον πραγματικό χρόνο, περιλαμβάνοντας τις περιπτώσεις όπου οι συναλλαγές εκτελούνται εκτός των κανονικών ωρών διαπραγμάτευσης·

γ)

τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες χορηγείται άδεια σε επιχειρήσεις επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων των συστηματικών εσωτερικοποιητών και σε διαχειριστές αγοράς και σε επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπους διαπραγμάτευσης να μεταθέτουν χρονικά τη δημοσιοποίηση των στοιχείων συναλλαγών για κάθε σχετική κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και το άρθρο 20 παράγραφος 1·

δ)

τα κριτήρια βάσει των οποίων αποφασίζονται οι συναλλαγές για τις οποίες, λόγω του μεγέθους τους ή του τύπου, περιλαμβανομένης της ρευστότητας της μετοχής, πιστοποιητικού αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμου αμοιβαίου κεφαλαίου, πιστοποιητικού ή άλλου παρόμοιου χρηματοπιστωτικού μέσου, επιτρέπεται η χρονική μετάθεση της δημοσιοποίησης για κάθε σχετική κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις 3 Ιουλίου 2015.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Διαφάνεια για τα μη μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα

Άρθρο 8

Υποχρεώσεις προ-συναλλακτικής διαφάνειας για τους τόπους διαπραγμάτευσης όσον αφορά ομολογίες, δομημένα χρηματοοικονομικά προϊόντα, δικαιώματα εκπομπής ρύπων και παράγωγα

1.   Οι διαχειριστές αγοράς και οι επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπους διαπραγμάτευσης δημοσιοποιούν τις τρέχουσες τιμές/προσφοράς και ζήτησης και το βάθος του συναλλακτικού ενδιαφέροντος στις τιμές αυτές που ανακοινώνονται μέσω των συστημάτων τους για ομολογίες, δομημένα χρηματοοικονομικά προϊόντα, δικαιώματα εκπομπής ρύπων και παράγωγα που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης. Η υποχρέωση αυτή ισχύει επίσης και για τις επιδεκτικές εκτέλεσης εκδηλώσεις ενδιαφέροντος. Οι διαχειριστές αγοράς και οι επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπους διαπραγμάτευσης καθιστούν διαθέσιμες τις πληροφορίες αυτές στο κοινό συνεχώς κατά τις κανονικές ώρες συναλλαγών. Αυτή η υποχρέωση δημοσιοποίησης δεν ισχύει για τις συναλλαγές σε παράγωγα μη χρηματοοικονομικών αντισυμβαλλομένων οι οποίες είναι αντικειμενικά μετρήσιμο ότι μειώνουν τους κινδύνους που έχουν άμεση σχέση με την εμπορική δραστηριότητα ή τη δραστηριότητα χρηματοδότησης του μη χρηματοοικονομικού αντισυμβαλλομένου ή αυτής της ομάδας.

2.   Οι υποχρεώσεις διαφάνειας που αναφέρονται στην παράγραφο 1 βαθμονομούνται ανάλογα με τους διάφορους τύπους συστημάτων διαπραγμάτευσης, συμπεριλαμβανομένων των συστημάτων διαπραγμάτευσης βάσει βιβλίου εντολών, των συστημάτων διαπραγμάτευσης βάσει προσφορών, των υβριδικών συστημάτων διαπραγμάτευσης, των συστημάτων διαπραγμάτευσης με περιοδική δημοπρασία και των συστημάτων προφορικής διαπραγμάτευσης.

3.   Οι διαχειριστές αγοράς και οι επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπους διαπραγμάτευσης παρέχουν, υπό εύλογους εμπορικούς όρους και κατά τρόπο μη δημιουργούντα διακρίσεις, στις επιχειρήσεις επενδύσεων που υποχρεούνται, σύμφωνα με το άρθρο 18, να δημοσιοποιούν προσφορές για την αγορά και πώληση ομολογιών, δομημένων χρηματοοικονομικών προϊόντων, δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων και παραγώγων, πρόσβαση στα μέσα που χρησιμοποιούν για τη δημοσιοποίηση των πληροφοριών της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

4.   Οι διαχειριστές αγοράς και οι επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπους διαπραγμάτευση, στους οποίους έχει χορηγηθεί απαλλαγή δυνάμει του άρθρου 9 παράγραφος 1 στοιχείο β), δημοσιοποιούν τουλάχιστον σε προ-συναλλακτικό επίπεδο ενδεικτικές τιμές αγοράς και πώλησης που πλησιάζουν την τιμή του συναλλακτικού ενδιαφέροντος που ανακοινώνεται μέσω των συστημάτων τους για ομολογίες, δομημένα χρηματοοικονομικά προϊόντα, δικαιώματα εκπομπής ρύπων και παράγωγα που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης. Οι διαχειριστές αγοράς και οι επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπους διαπραγμάτευσης καθιστούν τις πληροφορίες αυτές διαθέσιμες στο κοινό μέσω κατάλληλων ηλεκτρονικών μέσων, συνεχώς κατά τις κανονικές ώρες συναλλαγών. Αυτές οι ρυθμίσεις διασφαλίζουν ότι οι πληροφορίες παρέχονται υπό εύλογους εμπορικούς όρους και κατά τρόπο μη δημιουργούντα διακρίσεις.

Άρθρο 9

Απαλλαγές για τα μη μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα

1.   Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να απαλλάσσουν τους διαχειριστές αγοράς και τις επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπους διαπραγμάτευσης από την υποχρέωση να δημοσιοποιούν τις αναφερόμενες στο άρθρο 8 παράγραφος 1 πληροφορίες όσον αφορά:

α)

τις εντολές μεγάλου μεγέθους σε σύγκριση με το κανονικό μέγεθος της αγοράς και τις εντολές που τηρούνται σε μηχανισμό διαχείρισης εντολών του τόπου διαπραγμάτευσης εν αναμονή της δημοσιοποίησής τους·

β)

τις επιδεκτικές εκτέλεσης εκδηλώσεις ενδιαφέροντος σε συστήματα διαπραγμάτευσης με πρόσκληση υποβολής προσφορών και σε συστήματα προφορικής διαπραγμάτευσης οι οποίες υπερβαίνουν συγκεκριμένο μέγεθος ανά χρηματοπιστωτικό μέσο, το οποίο θα εξέθετε τους παρόχους ρευστότητας σε αδικαιολόγητο κίνδυνο και λαμβάνει υπόψη εάν οι οικείοι συμμετέχοντες στην αγορά είναι επενδυτές λιανικής ή χονδρικής·

γ)

παράγωγα μη υποκείμενα στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης που προβλέπεται στο άρθρο 28 και άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα για τα οποία δεν υφίσταται ρευστή αγορά.

2.   Πριν από τη χορήγηση απαλλαγής σύμφωνα με την παράγραφο 1, οι αρμόδιες αρχές κοινοποιούν στην ΕΑΚΑΑ και στις άλλες αρμόδιες αρχές τη σκοπούμενη χρήση κάθε μεμονωμένης απαλλαγής και εξηγούν τη λειτουργία της. Η κοινοποίηση της πρόθεσης για χορήγηση απαλλαγής πραγματοποιείται τουλάχιστον 4 μήνες πριν η απαλλαγή πρόκειται να τεθεί σε ισχύ. Εντός δύο μηνών από την παραλαβή της κοινοποίησης, η ΕΑΚΑΑ απευθύνει γνωμοδότηση στην οικεία αρμόδια αρχή, με την οποία αξιολογεί τη συμβατότητα της απαλλαγής με τις υποχρεώσεις που θεσπίζονται στην παράγραφο 1 και διευκρινίζονται στα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που εκδίδονται σύμφωνα με την παράγραφο 5. Εάν η εν λόγω αρμόδια αρχή χορηγήσει απαλλαγή και η αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους διαφωνεί, η εν λόγω αρμόδια αρχή μπορεί να παραπέμψει και πάλι το θέμα ενώπιον της ΕΑΚΑΑ, η οποία μπορεί να δράσει στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων που της έχουν ανατεθεί δυνάμει του άρθρου 19 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010. Η ΕΑΚΑΑ παρακολουθεί την εφαρμογή των απαλλαγών και υποβάλλει ετήσια έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τον τρόπο εφαρμογής τους στην πράξη.

3.   Οι αρμόδιες αρχές, μπορούν, είτε με δική τους πρωτοβουλία είτε κατόπιν αιτήματος άλλης αρμόδιας αρχής, να ανακαλέσουν απαλλαγή που έχει χορηγηθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 εφόσον διαπιστώσουν ότι η απαλλαγή χρησιμοποιείται κατά τρόπο που παρεκκλίνει από τον αρχικό σκοπό της ή εάν θεωρήσουν ότι η απαλλαγή χρησιμοποιείται για την αποφυγή συμμόρφωσης στις υποχρεώσεις που θεσπίζει το παρόν άρθρο.

Οι αρμόδιες αρχές κοινοποιούν στην ΕΑΚΑΑ και στις λοιπές αρμόδιες αρχές την ανάκληση αυτή χωρίς καθυστέρηση και πριν τεθεί σε ισχύ, αιτιολογώντας πλήρως την απόφασή τους.

4.   H αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη για την εποπτεία ενός ή περισσοτέρων τόπων διαπραγμάτευσης στον οποίο τελεί υπό διαπραγμάτευση συγκεκριμένη κατηγορία ομολογιών, δομημένων χρηματοοικονομικών προϊόντων, δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων ή παραγώγων, μπορεί, εφόσον η ρευστότητα αυτής της κατηγορίας χρηματοπιστωτικών μέσων καθίσταται χαμηλότερη από ένα προκαθορισμένο όριο, να αναστείλει προσωρινά τις υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 8. Το προκαθορισμένο όριο καθορίζεται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων ειδικά για την αγορά του εν λόγω χρηματοπιστωτικού μέσου. Κοινοποίηση της εν λόγω προσωρινής αναστολής δημοσιεύεται στον δικτυακό τόπο της σχετικής αρμόδιας αρχής.

Η προσωρινή αναστολή ισχύει για αρχική περίοδο που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες από τη δημοσίευσή της στον ιστότοπο της σχετικής αρμόδιας αρχής. Οποιαδήποτε αναστολή μπορεί να ανανεωθεί για περαιτέρω περιόδους που δεν υπερβαίνουν τους τρεις μήνες κάθε φορά, εάν οι λόγοι της προσωρινής αναστολής εξακολουθούν να ισχύουν. Στην περίπτωση που η προσωρινή αναστολή δεν ανανεωθεί μετά την εν λόγω τρίμηνη περίοδο, παύει να ισχύει αυτομάτως.

Πριν την αναστολή ή την ανανέωση της προσωρινής αναστολής των υποχρεώσεων βάσει της παρούσας παραγράφου που αναφέρονται στο άρθρο 8, η σχετική αρμόδια αρχή ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ για την πρόθεσή της και παρέχει εξηγήσεις. Η ΕΑΚΑΑ εκδίδει γνωμοδότηση προς την αρμόδια αρχή, το συντομότερο δυνατόν, σχετικά με το αν κατά την άποψή της δικαιολογείται η αναστολή ή η ανανέωση της προσωρινής αναστολής σύμφωνα με το πρώτο και δεύτερο εδάφιο του παρόντος άρθρου.

5.   Η ΕΑΚΑΑ εκπονεί σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία καθορίζονται τα ακόλουθα:

α)

οι παράμετροι και οι μέθοδοι υπολογισμού του κατώτατου ορίου ρευστότητας που αναφέρεται στην παράγραφο 4 σε σχέση με το χρηματοπιστωτικό μέσο. Οι παράμετροι και οι μέθοδοι για τον υπολογισμό στα κράτη μέλη του κατώτατου ορίου ορίζονται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε όταν προσεγγίζεται το κατώτατο όριο, τούτο να αντιπροσωπεύει σημαντική μείωση της ρευστότητας σε όλους του τόπους διαπραγμάτευσης εντός της Ένωσης για το εν λόγω χρηματοπιστωτικό μέσο, βάσει των κριτηρίων που χρησιμοποιούνται δυνάμει του άρθρου 2 παράγραφος 1 σημείο 17·

β)

το εύρος των τιμών προσφοράς και ζήτησης ή των προσφορών (για αγορά και πώληση) (ζευγών εντολών) και το βάθος του συναλλακτικού ενδιαφέροντος στις τιμές αυτές, ή οι ενδεικτικές σε προ-συναλλακτικό επίπεδο τιμές αγοράς και πώλησης που πλησιάζουν την τιμή του συναλλακτικού ενδιαφέροντος, τα οποία πρέπει να δημοσιοποιούνται για κάθε σχετική κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφοι 1 και 4, λαμβάνοντας υπόψη την απαραίτητη βαθμονόμηση για τους διάφορους τύπους συστημάτων διαπραγμάτευσης όπως αναφέρεται στο άρθρο 8 παράγραφος 2·

γ)

το μέγεθος των εντολών μεγάλου μεγέθους και τον τύπο και το ελάχιστο μέγεθος των εντολών που τηρούνται σε μηχανισμό διαχείρισης εν αναμονή της δημοσιοποίησής τους που μπορούν να απαλλαγούν δυνάμει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου από την προ-συναλλακτική δημοσιοποίηση για κάθε σχετική κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων·

δ)

το συγκεκριμένο μέγεθος ανά χρηματοπιστωτικό μέσο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) και τον ορισμό των συστημάτων διαπραγμάτευσης με πρόσκληση υποβολής προσφορών και των συστημάτων προφορικής διαπραγμάτευσης που μπορούν να απαλλαγούν δυνάμει της παραγράφου 1 από την υποχρέωση προ-συναλλακτικής δημοσιοποίησης,

Κατά τον καθορισμό του συγκεκριμένου μεγέθους ανά χρηματοπιστωτικό μέσο που θα εξέθετε τους παρόχους ρευστότητας σε αδικαιολόγητο κίνδυνο και λαμβάνει υπόψη εάν οι οικείοι συμμετέχοντες στην αγορά είναι επενδυτές λιανικής ή χονδρικής, σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο β), η ΕΑΚΑΑ λαμβάνει υπόψη τους ακόλουθους παράγοντες:

i)

εάν, στα μεγέθη αυτά, οι πάροχοι ρευστότητας θα είναι σε θέση να αντισταθμίσουν τους κινδύνους τους·

ii)

εφόσον η αγορά του χρηματοπιστωτικού μέσου, ή της κατηγορίας χρηματοπιστωτικών μέσων, αποτελείται εν μέρει από επενδυτές λιανικής, τη μέση αξία των συναλλαγών που καταρτίζουν εν λόγω επενδυτές,

ε)

τα χρηματοπιστωτικά μέσα ή τις κατηγορίες χρηματοπιστωτικών μέσων για τα οποία δεν υπάρχει ρευστή αγορά και που δυνάμει της παραγράφου 1 δύνανται να απαλλαγούν από την υποχρέωση προ-συναλλακτικής δημοσιοποίησης.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα εν λόγω σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις 3 Ιουλίου 2015.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Άρθρο 10

Υποχρεώσεις μετα-συναλλακτικής διαφάνειας για τους τόπους διαπραγμάτευσης όσον αφορά ομολογίες, δομημένα χρηματοοικονομικά προϊόντα, δικαιώματα εκπομπής ρύπων και παράγωγα

1.   Οι διαχειριστές αγοράς και οι επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπους διαπραγμάτευσης δημοσιοποιούν την τιμή, τον όγκο και το χρόνο των συναλλαγών που καταρτίζονται σε ομολογίες, δομημένα χρηματοοικονομικά προϊόντα, δικαιώματα εκπομπής ρύπων και παράγωγα που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης. Οι διαχειριστές αγοράς και οι επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπο διαπραγμάτευσης, δημοσιοποιούν τις λεπτομέρειες όλων αυτών των συναλλαγών όσο το δυνατόν πλησιέστερα στον πραγματικό χρόνο είναι τεχνικά εφικτό.

2.   Οι διαχειριστές αγοράς και οι επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπους διαπραγμάτευσης παρέχουν, υπό εύλογους εμπορικούς όρους και κατά τρόπο μη δημιουργούντα διακρίσεις, στις επιχειρήσεις επενδύσεων που υποχρεούνται, σύμφωνα με το άρθρο 21, να δημοσιοποιούν τα στοιχεία των συναλλαγών τους σε ομολογίες, δομημένα χρηματοοικονομικά προϊόντα, δικαιώματα εκπομπής ρύπων και παράγωγα, πρόσβαση στα μέσα που χρησιμοποιούν για τη δημοσιοποίηση των πληροφοριών της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 11

Άδεια χρονικής μετάθεσης της δημοσιοποίησης

1.   Οι αρμόδιες αρχές μπορούν να χορηγούν άδεια στους διαχειριστές αγοράς και στις επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπους διαπραγμάτευσης για τη χρονική μετάθεση της δημοσιοποίησης των στοιχείων συναλλαγών ανάλογα με το μέγεθος ή το είδος της συναλλαγής.

Ειδικότερα, οι αρμόδιες αρχές μπορούν να επιτρέπουν τη χρονική μετάθεση της δημοσιοποίησης των συναλλαγών οι οποίες:

α)

είναι μεγάλου μεγέθους σε σύγκριση με το κανονικό μέγεθος αγοράς για τη συγκεκριμένη ομολογία, το δομημένο χρηματοοικονομικό προϊόν, το δικαίωμα εκπομπής ρύπων ή το παράγωγο που τελούν υπό διαπραγμάτευση στον τόπο διαπραγμάτευσης, ή για τη συγκεκριμένη κατηγορία ομολογίας, δομημένου χρηματοοικονομικού προϊόντος, δικαιώματος εκπομπής ρύπων ή παραγώγου που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης· ή

β)

σχετίζονται με ομολογία, δομημένο χρηματοοικονομικό προϊόν, δικαίωμα εκπομπής ρύπων ή παράγωγο που διαπραγματεύονται σε τόπο διαπραγμάτευσης, ή με κατηγορία ομολογίας, δομημένου χρηματοοικονομικού προϊόντος, δικαιώματος εκπομπής ρύπων ή παραγώγου που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης, για τα οποία δεν υπάρχει ρευστή αγορά·

γ)

υπερβαίνουν ένα συγκεκριμένο μέγεθος για αυτή την ομολογία, το δομημένο χρηματοοικονομικό προϊόν, το δικαίωμα εκπομπής ρύπων ή το παράγωγο που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης, ή για τη συγκεκριμένη κατηγορία ομολογίας, δομημένου χρηματοοικονομικού προϊόντος, δικαιώματος εκπομπής ρύπων ή παραγώγου που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης, το οποίο θα εξέθετε τους παρόχους ρευστότητας σε αδικαιολόγητο κίνδυνο, και λαμβάνει υπόψη εάν οι σχετικοί συμμετέχοντες στην αγορά είναι επενδυτές λιανικής ή χονδρικής.

Οι διαχειριστές αγοράς και οι επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπους διαπραγμάτευσης λαμβάνουν εκ των προτέρων έγκριση της αρμόδιας αρχής για τις προτεινόμενες ρυθμίσεις βάσει των οποίων θα μεταθέτουν χρονικά τη δημοσιοποίηση των συναλλαγών και ανακοινώνουν ευκρινώς τους τρόπους αυτούς στους συμμετέχοντες στην αγορά και στο κοινό. Η ΕΑΚΑΑ παρακολουθεί την εφαρμογή των εν λόγω ρυθμίσεων χρονικής μετάθεσης της δημοσιοποίησης των συναλλαγών και υποβάλλει ετήσια έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τον τρόπο χρησιμοποίησής τους στην πράξη.

2.   H αρμόδια αρχή που είναι υπεύθυνη για την εποπτεία ενός ή περισσοτέρων τόπων διαπραγμάτευσης όπου τελεί υπό διαπραγμάτευση συγκεκριμένη κατηγορία ομολογίας, δομημένου χρηματοοικονομικού προϊόντος, δικαιώματος εκπομπής ρύπων ή παραγώγου, μπορεί, εφόσον η ρευστότητα της εν λόγω κατηγορίας χρηματοπιστωτικού μέσου καθίσταται χαμηλότερη από το καθορισμένο κατώτατο όριο, σύμφωνα με τη μεθοδολογία που αναφέρεται στο άρθρο 9 παράγραφος 5 στοιχείο α), να αναστείλει προσωρινά τις υποχρεώσεις που αναφέρονται στο άρθρο 10. Το εν λόγω κατώτατο όριο καθορίζεται βάσει αντικειμενικών κριτηρίων ειδικών για την αγορά του εν λόγω χρηματοπιστωτικού μέσου. Τέτοια προσωρινή αναστολή δημοσιεύεται στον ιστότοπο της σχετικής αρμόδιας αρχής.

Η προσωρινή αναστολή ισχύει για αρχική περίοδο που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες από τη δημοσίευσή της στον ιστότοπο της σχετικής αρμόδιας αρχής. Τέτοια αναστολή δύναται να ανανεωθεί για περαιτέρω περιόδους που δεν υπερβαίνουν τους τρεις μήνες κάθε φορά, εάν οι λόγοι της προσωρινής αναστολής εξακολουθούν να ισχύουν. Στην περίπτωση που η προσωρινή αναστολή δεν ανανεωθεί μετά την εν λόγω τρίμηνη περίοδο, παύει να ισχύει αυτομάτως.

Πριν την αναστολή ή την ανανέωση της προσωρινής αναστολής των υποχρεώσεων που αναφέρονται στο άρθρο 10, η σχετική αρμόδια αρχή ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ για την πρόθεσή της και παρέχει εξηγήσεις. Η ΕΑΚΑΑ εκδίδει γνωμοδότηση στην αρμόδια αρχή το συντομότερο δυνατόν για το αν κατά την άποψή της δικαιολογείται η αναστολή ή η ανανέωση της προσωρινής αναστολής σύμφωνα με το πρώτο και δεύτερο εδάφιο.

3.   Οι αρμόδιες αρχές μπορούν, σε συνδυασμό με την άδεια για χρονική μετάθεση της δημοσίευσης:

α)

να ζητούν τη δημοσιοποίηση μέρους λεπτομερειών συναλλαγής ή τη δημοσιοποίηση λεπτομερειών πολλών συναλλαγών σε συγκεντρωτική μορφή ή συνδυασμού τους, κατά την περίοδο της χρονικής μετάθεσης·

β)

να επιτρέπουν την παράλειψη της δημοσίευσης του όγκου μεμονωμένης συναλλαγής κατά τη διάρκεια παρατεταμένης περιόδου χρονικής μετάθεσης·

γ)

όσον αφορά τα μη μετοχικά χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία δεν αποτελούν κρατικούς χρεωστικούς τίτλους, να επιτρέπουν τη δημοσιοποίηση πολλών συναλλαγών σε συγκεντρωτική μορφή κατά τη διάρκεια παρατεταμένης περιόδου χρονικής μετάθεσης·

δ)

όσον αφορά κρατικούς χρεωστικούς τίτλους, να επιτρέπουν τη δημοσιοποίηση πολλών συναλλαγών σε συγκεντρωτική μορφή επί αορίστου χρόνου.

Στην περίπτωση των κρατικών χρεωστικών τίτλων, τα στοιχεία β) και δ) μπορούν να χρησιμοποιούνται μεμονωμένα ή διαδοχικά, έτσι ώστε, όταν παρέλθει η παρατεταμένη περίοδος για την παράλειψη δημοσιοποίησης του όγκου των συναλλαγών, να μπορούν να δημοσιοποιηθούν οι όγκοι των συναλλαγών αθροιστικά.

Στην περίπτωση όλων των άλλων χρηματοπιστωτικών μέσων, όταν παρέλθει η περίοδος χρονικής μετάθεσης, δημοσιοποιούνται μεμονωμένα οι εκκρεμείς λεπτομέρειες της συναλλαγής και όλες οι λεπτομέρειες των συναλλαγών.

4.   Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων κατά τρόπο ώστε να καθίσταται δυνατή η δημοσιοποίηση των πληροφοριών που απαιτούνται με βάση το άρθρο 64 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και στα οποία διευκρινίζονται τα ακόλουθα:

α)

οι λεπτομέρειες των συναλλαγών τις οποίες οι επιχειρήσεις επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων των συστηματικών εσωτερικοποιητών καθώς και οι διαχειριστές αγοράς και οι επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπους διαπραγμάτευσης, πρέπει να θέτουν στη διάθεση του κοινού για κάθε σχετική κατηγορία χρηματοπιστωτικών μέσων σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 1, συμπεριλαμβανομένων και των αναγνωριστικών στοιχείων για τα διάφορα είδη συναλλαγών που δημοσιεύονται δυνάμει του άρθρου 10 παράγραφος 1 και του άρθρου 21 παράγραφος 1, διακρίνοντας μεταξύ εκείνων που καθορίζονται από παράγοντες συνδεόμενους κυρίως με την αξία των χρηματοπιστωτικών μέσων και εκείνων που καθορίζονται από άλλους παράγοντες·

β)

το χρονικό όριο/περιθώριο που θεωρείται ότι είναι σε συμμόρφωση με την υποχρέωση δημοσιοποίησης όσο το δυνατόν πλησιέστερα στον πραγματικό χρόνο, περιλαμβάνοντας τις περιπτώσεις όπου οι συναλλαγές εκτελούνται εκτός των κανονικών ωρών διαπραγμάτευσης·

γ)

τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες χορηγείται άδεια σε επιχειρήσεις επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων των συστηματικών εσωτερικοποιητών, σε διαχειριστές αγοράς και σε επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπους διαπραγμάτευσης, να μεταθέτουν χρονικά τη δημοσιοποίηση των λεπτομερειών συναλλαγών για κάθε σχετική κατηγορία χρηματοπιστωτικού μέσου σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και το άρθρο 21 παράγραφος 4·

δ)

τα κριτήρια που εφαρμόζονται κατά τον προσδιορισμό του μεγέθους ή του είδους της συναλλαγής για την οποία επιτρέπονται, σύμφωνα με την παράγραφο 3, η χρονική μετάθεση της δημοσιοποίησης και η δημοσιοποίηση μέρους των λεπτομερειών ή η δημοσιοποίηση λεπτομερειών πολλών συναλλαγών αθροιστικά ή η παράλειψη της δημοσιοποίησης του όγκου μιας συναλλαγής, με ιδιαίτερη αναφορά στην έγκριση παρατεταμένης περιόδου χρονικής μετάθεσης για ορισμένα χρηματοπιστωτικά μέσα ανάλογα με τη ρευστότητά τους.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις 3 Ιουλίου 2015.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Υποχρέωση διάθεσης συναλλακτικών στοιχείων χωριστά και υπό εύλογους εμπορικούς όρους

Άρθρο 12

Υποχρέωση διάθεσης προ-συναλλακτικών και μετα-συναλλακτικών στοιχείων χωριστά

1.   Οι διαχειριστές αγοράς και οι επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπο διαπραγμάτευσης θέτουν τις πληροφορίες που δημοσιοποιούνται σύμφωνα με τα άρθρα 3, 4 και 6 έως 11 στη διάθεση του κοινού, προσφέροντας τα προ-συναλλακτικά και τα μετα-συναλλακτικά δεδομένα χωριστά.

2.   Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία προσδιορίζεται η προσφορά στοιχείων προ-συναλλακτικής και μετα-συναλλακτικής διαφάνειας, συμπεριλαμβανομένου του επιπέδου επιμερισμού των δεδομένων που πρέπει να διατίθενται στο κοινό, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις 3 Ιουλίου 2015.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Άρθρο 13

Υποχρέωση διάθεσης προ-συναλλακτικών και μετα-συναλλακτικών στοιχείων υπό εύλογους εμπορικούς όρους

1.   Οι διαχειριστές αγοράς και οι επιχειρήσεις επενδύσεων που διαχειρίζονται τόπο διαπραγμάτευσης θέτουν τις πληροφορίες που δημοσιοποιούνται σύμφωνα με τα άρθρα 3, 4 και 6 έως 11 στη διάθεση του κοινού υπό εύλογους εμπορικούς όρους και διασφαλίζουν την άνευ διακρίσεων πρόσβαση στις πληροφορίες. Αυτές οι πληροφορίες καθίστανται διαθέσιμες δωρεάν 15 λεπτά μετά τη δημοσιοποίηση.

2.   Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 50, με τις οποίες αποσαφηνίζεται τι συνιστά εύλογους εμπορικούς όρους για τη δημοσιοποίηση πληροφοριών όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1.

ΤΙΤΛΟΣ III

ΔΙΑΦΑΝΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΟΥΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΠΟΙΗΤΕΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΕΠΕΝΔΥΣΕΩΝ ΠΟΥ ΣΥΝΑΛΛΑΣΣΟΝΤΑΙ ΕΞΩΧΡΗΜΑΤΙΣΤΗΡΙΑΚΑ

Άρθρο 14

Υποχρέωση των συστηματικών εσωτερικοποιητών να ανακοινώνουν δημόσια δεσμευτικές προσφορές όσον αφορά μετοχές, πιστοποιητικά αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια, πιστοποιητικά και άλλα παρόμοια χρηματοπιστωτικά μέσα

1.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων δημοσιοποιούν δεσμευτικές προσφορές όσον αφορά τις εν λόγω μετοχές, τα πιστοποιητικά αποθετηρίου, τα διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια, τα πιστοποιητικά και τα άλλα παρόμοια χρηματοπιστωτικά μέσα που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης για τα οποία δραστηριοποιούνται ως συστηματικοί εσωτερικοποιητές και για τα οποία υπάρχει ρευστή αγορά.

Όταν δεν υπάρχει ρευστή αγορά για τα χρηματοπιστωτικά μέσα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο, οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές οφείλουν να γνωστοποιούν προσφορές στους πελάτες τους, κατόπιν αιτήματός τους.

2.   Το παρόν άρθρο και τα άρθρα 15, 16 και 17 εφαρμόζονται στους συστηματικούς εσωτερικοποιητές όταν διενεργούν συναλλαγές το μέγεθος των οποίων δεν είναι μεγαλύτερο από το σύνηθες μέγεθος συναλλαγών της αγοράς. Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές δεν υπόκεινται στο παρόν άρθρο και στα άρθρα 15, 16 και 17 όταν διενεργούν συναλλαγές το μέγεθος των οποίων υπερβαίνει το σύνηθες μέγεθος συναλλαγών της αγοράς.

3.   Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές μπορούν να αποφασίζουν το μέγεθος ή τα μεγέθη για τα οποία δίνουν προσφορές ή ορίζουν τιμές. Το ελάχιστο μέγεθος προσφοράς είναι τουλάχιστον ισοδύναμο με το 10 % του συνήθους μεγέθους συναλλαγών της αγοράς για μια μετοχή, πιστοποιητικό αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμο αμοιβαίο κεφάλαιο, πιστοποιητικό ή άλλο παρόμοιο χρηματοπιστωτικό μέσο που τελεί υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης. Για συγκεκριμένη μετοχή, πιστοποιητικό αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμο αμοιβαίο κεφάλαιο, πιστοποιητικό ή άλλο παρόμοιο χρηματοπιστωτικό μέσο που τελεί υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης, κάθε προσφορά περιλαμβάνει δεσμευτική(-ές) τιμή ή τιμές αγοράς και πώλησης για μέγεθος ή μεγέθη που μπορεί να είναι μικρότερο(-α) ή ίσο(-α) με το σύνηθες μέγεθος συναλλαγών της αγοράς για την κατηγορία μετοχών, πιστοποιητικών αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμων αμοιβαίων κεφαλαίων, πιστοποιητικών ή άλλων παρόμοιων χρηματοπιστωτικών μέσων στην οποία ανήκει το χρηματοπιστωτικό μέσο. Η τιμή ή οι τιμές αντανακλούν τις συνθήκες που επικρατούν στην αγορά για την εν λόγω μετοχή, πιστοποιητικό αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμο αμοιβαίο κεφάλαιο, πιστοποιητικό ή άλλο παρόμοιο χρηματοπιστωτικό μέσο.

4.   Μετοχές, πιστοποιητικά αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια, πιστοποιητικά και άλλα παρόμοια χρηματοπιστωτικά μέσα κατατάσσονται σε κατηγορίες βάσει της μέσης αριθμητικής αξίας των εντολών που εκτελούνται στην αγορά για το εκάστοτε χρηματοπιστωτικό μέσο. Το κανονικό μέγεθος συναλλαγών της αγοράς για κάθε κατηγορία μετοχών, πιστοποιητικών αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμων αμοιβαίων κεφαλαίων, πιστοποιητικών και άλλων παρόμοιων χρηματοπιστωτικών μέσων είναι αντιπροσωπευτικό της μέσης αριθμητικής αξίας των εντολών που εκτελούνται στην αγορά για τα χρηματοπιστωτικά μέσα που περιλαμβάνονται σε κάθε κατηγορία.

5.   H αγορά για κάθε μετοχή, πιστοποιητικό αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμο αμοιβαίο κεφάλαιο, πιστοποιητικό ή άλλο παρόμοιο χρηματοπιστωτικό μέσο συμπεριλαμβάνει όλες τις εντολές που εκτελούνται στην Ένωση σε σχέση με το εν λόγω χρηματοπιστωτικό μέσο, εξαιρουμένων των εντολών ο όγκος των οποίων είναι μεγάλος σε σύγκριση με το κανονικό μέγεθος συναλλαγών της αγοράς.

6.   Η αρμόδια αρχή της σημαντικότερης από άποψη ρευστότητας αγοράς όπως ορίζεται στο άρθρο 26 για κάθε μετοχή, πιστοποιητικό αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμο αμοιβαίο κεφάλαιο, πιστοποιητικό και άλλο παρόμοιο χρηματοπιστωτικό μέσο ορίζει τουλάχιστον μία φορά ετησίως, βάσει της μέσης αριθμητικής αξίας των εντολών που εκτελούνται στην αγορά για το εν λόγω χρηματοπιστωτικό μέσο, την κατηγορία στην οποία ανήκει. Η πληροφορία αυτή ανακοινώνεται σε όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά και γνωστοποιείται στην ΕΑΚΑΑ, η οποία δημοσιοποιεί την πληροφορία στον ιστότοπό της.

7.   Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική αποτίμηση μετοχών, πιστοποιητικών αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμων αμοιβαίων κεφαλαίων, πιστοποιητικών και άλλων παρόμοιων χρηματοπιστωτικών μέσων και να μεγιστοποιηθεί η πιθανότητα να επιτύχει η επιχείρηση επενδύσεων την καλύτερη συμφωνία για τους πελάτες της, η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία προσδιορίζονται περαιτέρω οι όροι της δημοσιοποίησης δεσμευτικών προσφορών που αναφέρονται στην παράγραφο 1, ο καθορισμός του πότε οι τιμές αντανακλούν τις συνθήκες που επικρατούν στην αγορά όπως αναφέρεται στην παράγραφο 3, και του συνήθους μεγέθους συναλλαγών της αγοράς που αναφέρεται στις παραγράφους 2 και 4.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις 3 Ιουλίου 2015.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Άρθρο 15

Εκτέλεση εντολών πελατών

1.   Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές ανακοινώνουν δημόσια τις προσφορές τους σε τακτική και συνεχή βάση κατά τις κανονικές ώρες συναλλαγών. Δύνανται να επικαιροποιούν τις προσφορές ανά πάσα στιγμή. Υπό εξαιρετικές δε συνθήκες αγοράς, τους επιτρέπεται να ανακαλούν τις προσφορές τους.

Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις που εμπίπτουν στον ορισμό του συστηματικού εσωτερικοποιητή να ενημερώνουν την αρμόδια αρχή τους. Η εν λόγω ενημέρωση διαβιβάζεται στην ΕΑΚΑΑ. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει κατάλογο με όλους τους συστηματικούς εσωτερικοποιητές στην Ένωση.

Οι προσφορές ανακοινώνονται δημοσία με τρόπο εύκολα προσιτό στους άλλους συμμετέχοντες στην αγορά και υπό εύλογους εμπορικούς όρους.

2.   Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές, σε συμμόρφωση του άρθρου 27 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, εκτελούν τις εντολές που λαμβάνουν από τους πελάτες τους και που αφορούν τις μετοχές, τα πιστοποιητικά αποθετηρίου, τα διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια, τα πιστοποιητικά και τα άλλα παρόμοια χρηματοπιστωτικά μέσα για τα οποία είναι συστηματικοί εσωτερικοποιητές στη δημοσιοποιημένη τιμή κατά τη στιγμή παραλαβής της εντολής, τηρώντας ταυτόχρονα.

Ωστόσο, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, μπορούν να εκτελούν τις εν λόγω εντολές σε καλύτερη τιμή, εφόσον η τιμή κείται εντός δημοσιευμένου εύρους που δεν απέχει πολύ από τις συνθήκες της αγοράς.

3.   Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές δύνανται να εκτελούν εντολές που λαμβάνουν από επαγγελματίες πελάτες τους σε τιμές διαφορετικές από τις περιλαμβανόμενες στις προσφορές που δημοσιοποιούν χωρίς την υποχρέωση συμμόρφωσης με την παράγραφο 2, προκειμένου περί σύνθετων συναλλαγών που περιλαμβάνουν την εκτέλεση επιμέρους πράξεων επί πολλών τίτλων, ή προκειμένου περί εντολών που υπόκεινται σε όρους άλλους από την τρέχουσα τιμή της αγοράς.

4.   Σε περίπτωση όπου συστηματικός εσωτερικοποιητής, ο οποίος δημοσιοποιεί μόνο μία προσφορά ή το μέγεθος της προσφοράς με την υψηλότερη τιμή είναι χαμηλότερο από το σύνηθες μέγεθος συναλλαγών της αγοράς, λάβει από έναν πελάτη εντολή, το μέγεθος για το οποίο έχει ορίσει τιμή, αλλά μικρότερο από το σύνηθες μέγεθος συναλλαγών της αγοράς, δύναται να αποφασίσει να εκτελέσει εκείνο το μέρος της εντολής το μέγεθος για το οποίο έχει ορίσει τιμή, υπό την προϋπόθεση ότι το μέρος αυτό εκτελείται στη δημοσιοποιημένη στην προσφορά του τιμή, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά σύμφωνα με τους όρους των παραγράφων 2 και 3. Σε περίπτωση όπου ο συστηματικός εσωτερικοποιητής δημοσιοποιεί προσφορές για διαφορετικά μεγέθη και λάβει εντολή η οποία κυμαίνεται μεταξύ των μεγεθών αυτών και την οποία επιλέγει να εκτελέσει, εκτελεί την εντολή σε μία από τις δημοσιοποιημένες στις προσφορές του τιμές σύμφωνα με το άρθρο 28 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά σύμφωνα με τους όρους των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου.

5.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η αρμοδιότητα να εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 50 για την αποσαφήνιση της έννοιας της εύλογης εμπορικής βάσης για τη δημόσια ανακοίνωση ζευγών εντολών, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 1.

Άρθρο 16

Υποχρεώσεις των αρμόδιων αρχών

Οι αρμόδιες αρχές εξακριβώνουν τα εξής:

α)

ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων ενημερώνουν τακτικά τις τιμές αγοράς και πώλησης που δημοσιοποιούν σύμφωνα με το άρθρο 14 και διατηρούν τιμές που αντανακλούν τις κρατούσες συνθήκες της αγοράς·

β)

ότι οι επιχειρήσεις επενδύσεων τηρούν τους όρους βελτίωσης των τιμών που προβλέπονται στο άρθρο 15 παράγραφος 2.

Άρθρο 17

Πρόσβαση στις προσφορές

1.   Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές επιτρέπεται να επιλέγουν, βάσει της εμπορικής τους πολιτικής και με τρόπο αντικειμενικό που δε δημιουργεί διακρίσεις, τους πελάτες στους οποίους παρέχουν πρόσβαση στις προσφορές που δημοσιοποιούν. Για τον σκοπό αυτό εφαρμόζουν σαφή πρότυπα διαχείρισης της πρόσβασης στις προσφορές τους. Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές μπορούν να αρνούνται να συνάψουν ή να διακόπτουν εμπορικές σχέσεις με επενδυτές„ βάσει εμπορικών κριτηρίων όπως η πιστοληπτική ικανότητα του πελάτη, ο κίνδυνος αντισυμβαλλομένου και ο τελικός διακανονισμός της συναλλαγής.

2.   Προκειμένου να περιορίζεται ο κίνδυνος έκθεσης σε πολλαπλές συναλλαγές με τον ίδιο πελάτη, οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές επιτρέπεται να θέτουν, με τρόπο που δε δημιουργεί διακρίσεις, όρια στον αριθμό των συναλλαγών του ιδίου πελάτη που αναλαμβάνουν να εκτελέσουν υπό τους όρους που δημοσιοποιούν. Δύνανται, με τρόπο που δε δημιουργεί διακρίσεις και σύμφωνα με το άρθρο 28 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, να περιορίζουν τον συνολικό αριθμό ταυτόχρονων συναλλαγών με διαφορετικούς πελάτες, εφόσον τούτο μπορεί να επιτραπεί, μόνο σε περίπτωση όπου ο αριθμός και ο όγκος των εντολών που λαμβάνουν από τους πελάτες υπερβαίνει σημαντικά τα συνήθη επίπεδα.

3.   Προκειμένου να εξασφαλιστεί η αποτελεσματική αποτίμηση μετοχών, πιστοποιητικών αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμων αμοιβαίων κεφαλαίων, πιστοποιητικών και άλλων παρόμοιων χρηματοπιστωτικών μέσων και να μεγιστοποιηθεί η πιθανότητα να επιτύχει η επιχείρηση επενδύσεων τους καλύτερους όρους για τους πελάτες της, η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 50 με τις οποίες προσδιορίζονται:

α)

τα κριτήρια προσδιορισμού των περιπτώσεων στις οποίες μία προσφορά δημοσιοποιείται σε τακτική και συνεχή βάση και είναι ευκόλως προσβάσιμη όπως αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 1, καθώς και οι τρόποι με τους οποίους οι επιχειρήσεις επενδύσεων μπορούν να συμμορφώνονται με την υποχρέωση δημοσιοποίησης των προσφορών τους, οι οποίοι περιλαμβάνουν ιδίως τις ακόλουθες δυνατότητες:

i)

μέσω των υποδομών οποιασδήποτε ρυθμιζόμενης αγοράς στην οποία έχει εισαχθεί προς διαπραγμάτευση το εν λόγω χρηματοπιστωτικό μέσο,

ii)

μέσω Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ,

iii)

μέσω δικών τους μηχανισμών·

β)

τα κριτήρια προσδιορισμού των σύνθετων συναλλαγών που περιλαμβάνουν την εκτέλεση επιμέρους πράξεων επί πολλών τίτλων, ή των εντολών εκείνων που υπόκεινται σε όρους άλλους από την τρέχουσα τιμή της αγοράς όπως αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 3·

γ)

τα κριτήρια προσδιορισμού του ποιες μπορούν να θεωρηθούν ως εξαιρετικές συνθήκες αγοράς επιτρέπουσες την ανάκληση των προσφορών καθώς και των όρων επικαιροποίησης των προσφορών όπως αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 1·

δ)

τα κριτήρια προσδιορισμού των περιπτώσεων στις οποίες ο αριθμός και/ή ο όγκος των εντολών πελατών υπερβαίνει σημαντικά τα κανονικά επίπεδα, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2·

ε)

τα κριτήρια προσδιορισμού των περιπτώσεων στις οποίες οι τιμές κινούνται εντός δημοσιευμένου εύρους που δεν απέχει πολύ από τις συνθήκες της αγοράς, όπως αναφέρεται στο άρθρο 15 παράγραφος 2.

Άρθρο 18

Υποχρέωση των συστηματικών εσωτερικοποιητών να δημοσιοποιούν προσφορές όσον αφορά ομολογίες, δομημένα χρηματοοικονομικά προϊόντα, δικαιώματα εκπομπής ρύπων και παράγωγα

1.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων δημοσιοποιούν δεσμευτικές προσφορές όσον αφορά ομολογίες, δομημένα χρηματοοικονομικά προϊόντα, δικαιώματα εκπομπής και παράγωγα που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης, για τα οποία δραστηριοποιούνται ως συστηματικός εσωτερικοποιητής και για τα οποία υπάρχει ρευστή αγορά όταν πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

τους ζητείται από πελάτη να δώσουν προσφορά ως συστηματικός εσωτερικοποιητή·

β)

συμφωνούν να παράσχουν προσφορά.

2.   Προκειμένου περί ομολογιών, δομημένων χρηματοοικονομικών προϊόντων, δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων και παραγώγων που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης για τα οποία δεν υπάρχει ρευστή αγορά, οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές οφείλουν να γνωστοποιούν προσφορές στους πελάτες τους, κατόπιν σχετικού αιτήματος, εφόσον συμφωνούν να παράσχουν προσφορές. Η εν λόγω υποχρέωση δύναται να αίρεται όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις που προσδιορίζονται στο άρθρο 9 παράγραφος 1.

3.   Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές δύνανται να επικαιροποιούν τις προσφορές τους ανά πάσα στιγμή. Υπό εξαιρετικές συνθήκες αγοράς, δύνανται να ανακαλούν τις προσφορές τους.

4.   Τα κράτη μέλη απαιτούν από τις επιχειρήσεις που εμπίπτουν στον ορισμό του συστηματικού εσωτερικοποιητή να ενημερώνουν την αρμόδια αρχή τους. Η εν λόγω ενημέρωση διαβιβάζεται στην ΕΑΚΑΑ. Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει κατάλογο με όλους τους συστηματικούς εσωτερικοποιητές στην Ένωση.

5.   Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές θέτουν τα δεσμευτικές προσφορές που δημοσιοποιούν σύμφωνα με την παράγραφο 1 στη διάθεση άλλων πελατών τους. Παρ’ όλα αυτά, επιτρέπεται να επιλέγουν, βάσει της εμπορικής τους πολιτικής και με τρόπο αντικειμενικό που δε δημιουργεί διακρίσεις, τους πελάτες στους οποίους δίνουν πρόσβαση στις προσφορές που δημοσιοποιούν. Για τον σκοπό αυτό, οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές διαθέτουν σαφή πρότυπα διαχείρισης της πρόσβασης στις προσφορές τους. Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές δύνανται να αρνούνται να συνάψουν ή να διακόπτουν εμπορικές σχέσεις με επενδυτές, βάσει εμπορικών κριτηρίων, όπως η πιστοληπτική ικανότητα του επενδυτή, ο κίνδυνος αντισυμβαλλομένου και ο τελικός διακανονισμός της συναλλαγής.

6.   Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές αναλαμβάνουν να εκτελέσουν συναλλαγές υπό τους δημοσιευμένους όρους με κάθε άλλον πελάτη στη διάθεση του οποίου έχει τεθεί η προσφορά σύμφωνα με την παράγραφο 5 όταν το μέγεθος της δημοσιοποιημένης προσφοράς είναι ίσο ή μικρότερο από το συγκεκριμένο μέγεθος ανά χρηματοπιστωτικό μέσο που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 5 στοιχείο δ).

Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές δεν υπόκεινται στην υποχρέωση δημοσιοποίησης δεσμευτικών προσφορών δυνάμει της παραγράφου 1 για χρηματοπιστωτικά μέσα των οποίων η ρευστότητα καθίσταται μικρότερη από το ελάχιστο όριο ρευστότητας που ορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 4.

7.   Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές επιτρέπεται να θέτουν, με τρόπο που δεν δημιουργεί διακρίσεις και με διαφάνεια, όρια στον αριθμό των συναλλαγών που αναλαμβάνουν να καταρτίσουν με πελάτες τους έναντι οποιασδήποτε προσφοράς.

8.   Οι προσφορές που δημοσιοποιούνται σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 5 και εκείνες των οποίων το μέγεθος είναι ίσο ή μικρότερο από το μέγεθος που αναφέρεται στην παράγραφο 6 ανακοινώνονται δημοσία με τρόπο εύκολα προσιτό στους άλλους συμμετέχοντες στην αγορά και υπό εύλογους εμπορικούς όρους.

9.   Η ανακοινωθείσα τιμή ή οι τιμές της προσφοράς πρέπει να είναι τέτοια (-ες) που να διασφαλίζουν ότι ο συστηματικός εσωτερικοποιητής συμμορφώνεται με τις υποχρεώσεις που υπέχει δυνάμει του άρθρου 27 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, όπου αρμόζει, και αντανακλούν τις επικρατούσες συνθήκες της αγοράς σε σχέση με τις τιμές στις οποίες καταρτίζονται συναλλαγές για τα ίδια ή παρόμοια χρηματοπιστωτικά μέσα σε τόπο διαπραγμάτευσης.

Όμως, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές δύνανται να εκτελούν εντολές σε καλύτερη τιμή, εφόσον η τιμή εμπίπτει εντός δημοσιευμένου εύρους που δεν απέχει πολύ από τις συνθήκες της αγοράς.

10.   Οι συστηματικοί εσωτερικοποιητές δεν υπόκεινται στο παρόν άρθρο όταν διενεργούν συναλλαγές το μέγεθος των οποίων είναι μεγαλύτερο από το συγκεκριμένο μέγεθος ανά χρηματοπιστωτικό μέσο, όπως προσδιορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 5 στοιχείο δ).

Άρθρο 19

Παρακολούθηση από την ΕΑΚΑΑ

1.   Οι αρμόδιες αρχές και η ΕΑΚΑΑ παρακολουθούν την εφαρμογή του άρθρου 18 όσον αφορά τα μεγέθη των προσφορών που διατίθενται στους πελάτες της επιχείρησης επενδύσεων και σε άλλους συμμετέχοντες στην αγορά σε σχέση με την υπόλοιπη συναλλακτική δραστηριότητα της επιχείρησης, καθώς και τον βαθμό στον οποίο οι προσφορές αντανακλούν τις επικρατούσες συνθήκες της αγοράς προκειμένου για συναλλαγές στο ίδιο ή σε παρόμοια χρηματοπιστωτικά μέσα σε τόπο διαπραγμάτευσης. Έως τις 3 Ιανουαρίου 2019, η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 18. Σε περίπτωση όπου παρατηρηθεί σημαντική δραστηριοποίηση στην ανακοίνωση προσφορών και στην εκτέλεση συναλλαγών έστω κατ’ ελάχιστον πέραν του ελάχιστου ορίου που αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 6 ή εκτός των συνθηκών που επικρατούν στην αγορά, η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή πριν από την ημερομηνία αυτή.

2.   Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 50, με τις οποίες προσδιορίζονται τα μεγέθη που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 6, στα οποία η επιχείρηση πραγματοποιεί συναλλαγές με κάθε άλλον πελάτη στη διάθεση του οποίου έχει τεθεί η προσφορά. Το συγκεκριμένο μέγεθος ανά χρηματοπιστωτικό μέσο καθορίζεται σύμφωνα προς τα κριτήρια του άρθρου 9 παράγραφος 5 στοιχείο δ).

3.   Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 50, στις οποίες αποσαφηνίζεται τι συνιστά εύλογους εμπορικούς όρους για τη δημόσια ανακοίνωση προσφορών, όπως αναφέρεται στο άρθρο 18 παράγραφος 8.

Άρθρο 20

Μετα-συναλλακτική πληροφόρηση που πρέπει να δημοσιοποιούν οι επιχειρήσεις επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων των συστηματικών εσωτερικοποιητών, όσον αφορά μετοχές, πιστοποιητικά αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια, πιστοποιητικά και άλλα παρόμοια χρηματοπιστωτικά μέσα

1.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που, είτε για ίδιο λογαριασμό είτε για λογαριασμό πελατών, καταρτίζουν συναλλαγές σε μετοχές, πιστοποιητικά αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια, πιστοποιητικά και άλλα παρόμοια χρηματοπιστωτικά μέσα που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης, δημοσιοποιούν τον όγκο και την τιμή των συναλλαγών αυτών και τον χρόνο κατά τον οποίο ολοκληρώθηκαν. Οι πληροφορίες αυτές δημοσιοποιούνται μέσω Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ.

2.   Οι πληροφορίες που δημοσιοποιούνται σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και τα χρονικά όρια εντός των οποίων αυτές δημοσιοποιούνται είναι σύμφωνα με τις απαιτήσεις που θεσπίζονται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 6, συμπεριλαμβανομένων των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που εγκρίνονται σύμφωνα με το άρθρο 7 παράγραφος 2 στοιχείο α). Εάν τα μέτρα που θεσπίζονται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 7 προβλέπουν χρονική μετάθεση της δημοσιοποίησης των πληροφοριών για ορισμένες κατηγορίες συναλλαγών σε μετοχές, πιστοποιητικά αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια, πιστοποιητικά και άλλα παρόμοια χρηματοπιστωτικά που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης, η δυνατότητα αυτή εφαρμόζεται επίσης σε αυτές τις συναλλαγές όταν διενεργούνται εκτός τόπων διαπραγμάτευσης.

3.   Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων με τα οποία προσδιορίζονται τα εξής:

α)

αναγνωριστικά στοιχεία για τα διάφορα είδη συναλλαγών που δημοσιοποιούνται δυνάμει του παρόντος άρθρου, διακρίνονται μεταξύ εκείνων που καθορίζονται από παράγοντες συνδεόμενους κυρίως με την αποτίμηση των χρηματοπιστωτικών μέσων και εκείνων που καθορίζονται από άλλους παράγοντες·

β)

η εφαρμογή της υποχρέωσης της παραγράφου 1 σε συναλλαγές στις οποίες χρησιμοποιούνται τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα για παροχή ασφάλειας, δανεισμό ή άλλους σκοπούς, όπου η ανταλλαγή των χρηματοπιστωτικών μέσων καθορίζεται από παράγοντες άλλους από την τρέχουσα αποτίμηση του χρηματοπιστωτικού μέσου στην αγορά·

γ)

το μέρος μιας συναλλαγής το οποίο οφείλει να δημοσιοποιήσει τη συναλλαγή σύμφωνα με την παράγραφο 1 εάν και τα δύο μέρη της συναλλαγής είναι επιχειρήσεις επενδύσεων.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις 3 Ιουλίου 2015.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Άρθρο 21

Υποχρεώσεις μετα-συναλλακτικής διαφάνειας για επιχειρήσεις επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένων των συστηματικών εσωτερικοποιητών, μετά τη συναλλαγή όσον αφορά ομολογίες, δομημένα χρηματοοικονομικά προϊόντα, δικαιώματα εκπομπής ρύπων και παράγωγα

1.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που, είτε για ίδιο λογαριασμό είτε για λογαριασμό πελατών, καταρτίζουν συναλλαγές σε ομολογίες, δομημένα χρηματοοικονομικά προϊόντα, δικαιώματα εκπομπής ρύπων και παράγωγα που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης, δημοσιοποιούν τον όγκο και την τιμή των συναλλαγών αυτών και τον χρόνο κατάρτισής τους. Οι πληροφορίες αυτές δημοσιοποιούνται μέσω Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ.

2.   Κάθε μία συναλλαγή δημοσιοποιείται άπαξ μέσω ενός και μοναδικού Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ.

3.   Οι πληροφορίες που δημοσιοποιούνται σύμφωνα με την παράγραφο 1 και τα χρονικά όρια εντός των οποίων αυτές δημοσιοποιούνται συνάδουν με τις υποχρεώσεις που θεσπίζονται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 10, συμπεριλαμβανομένων των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που θεσπίζονται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 11 παράγραφος 4 στοιχεία α) και β).

4.   Οι αρμόδιες αρχές είναι σε θέση να επιτρέπουν σε επιχειρήσεις επενδύσεων να μεταθέτουν χρονικά τη δημοσιοποίηση, ή δύνανται να ζητούν τη δημοσιοποίηση μέρους των λεπτομερειών της συναλλαγής ή τη δημοσιοποίηση λεπτομερειών πολλών συναλλαγών σε συγκεντρωτική μορφή, ή συνδυασμό αυτών, κατά την περίοδο της χρονικής μετάθεσης, ή δύνανται να επιτρέπουν την παράλειψη της δημοσιοποίησης του όγκου μεμονωμένων συναλλαγών κατά τη διάρκεια παρατεταμένης περιόδου χρονικής μετάθεσης, ή στην περίπτωση μη μετοχικών χρηματοπιστωτικών μέσων τα οποία δεν αποτελούν κρατικούς χρεωστικούς τίτλους, δύνανται να επιτρέπουν τη δημοσιοποίηση διαφόρων συναλλαγών σε συγκεντρωτική μορφή κατά μεγαλύτερο χρονικό διάστημα χρονικής μετάθεσης, ή στην περίπτωση κρατικών χρεωστικών τίτλων δύνανται να επιτρέπουν τη δημοσιοποίηση πολλών συναλλαγών σε συγκεντρωτική μορφή επί αορίστου χρόνου, και δύνανται να αναστέλλουν προσωρινά τις υποχρεώσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, σύμφωνα με τους ίδιους όρους με εκείνους που ορίζονται στο άρθρο 11.

Στην περίπτωση όπου τα μέτρα που θεσπίζονται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 11 προβλέπουν χρονική μετάθεση δημοσιοποίησης και δημοσιοποίηση μέρους των λεπτομερειών σε συγκεντρωτική μορφή, ή συνδυασμό αυτών, ή παράλειψη της δημοσιοποίησης του όγκου ορισμένων κατηγοριών συναλλαγών σε ομολογίες, δομημένα χρηματοοικονομικά προϊόντα, δικαιώματα εκπομπής ρύπων ή παράγωγα, που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης, η εν λόγω δυνατότητα εφαρμόζεται επίσης σε αυτές τις συναλλαγές όταν διενεργούνται εκτός τόπων διαπραγμάτευσης.

5.   Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων κατά τρόπο ώστε να καθίσταται δυνατή η δημοσιοποίηση των πληροφοριών που απαιτείται με βάση το άρθρο 64 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ με τα οποία προσδιορίζονται τα εξής:

α)

τα αναγνωριστικά στοιχεία για τα διάφορα είδη συναλλαγών που δημοσιεύονται δυνάμει του παρόντος άρθρου, διακρίνοντας μεταξύ εκείνων που καθορίζονται από παράγοντες συνδεόμενους κυρίως με την αποτίμηση των χρηματοπιστωτικών μέσων και εκείνων που καθορίζονται από άλλους παράγοντες·

β)

η εφαρμογή της υποχρέωσης της παραγράφου 1 σε συναλλαγές στις οποίες χρησιμοποιούνται τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά μέσα για παροχή ασφάλειας, δανεισμό ή άλλους σκοπούς, όπου η ανταλλαγή των χρηματοπιστωτικών μέσων καθορίζεται από παράγοντες άλλους από την τρέχουσα αποτίμηση του χρηματοπιστωτικού μέσου στην αγορά·

γ)

το συμβαλλόμενο μέρος μιας συναλλαγής το οποίο οφείλει να δημοσιοποιήσει τη συναλλαγή σύμφωνα με την παράγραφο 1 εάν και τα δύο μέρη της συναλλαγής είναι επιχειρήσεις επενδύσεων.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις 3 Ιουλίου 2015.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Άρθρο 22

Παροχή πληροφοριών για τους σκοπούς της διαφάνειας και άλλους υπολογισμούς

1.   Προκειμένου να πραγματοποιηθούν υπολογισμοί για τον καθορισμό των υποχρεώσεων για την προ-συναλλακτική και τη μετα-συναλλακτική διαφάνεια και τα καθεστώτα υποχρέωσης διαπραγμάτευσης που επιβάλλουν τα άρθρα 3 έως 11, τα άρθρα 14 έως 21 και το άρθρο 32, που εφαρμόζονται στα χρηματοπιστωτικά μέσα, καθώς και για να προσδιορισθεί αν μια επιχείρηση επενδύσεων είναι συστηματικός εσωτερικοποιητής, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να ζητούν πληροφορίες από:

α)

τόπους διαπραγμάτευσης·

β)

Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ. και

γ)

Π.Ε.ΔΗ.ΣΥ.

2.   Οι τόποι διαπραγμάτευσης, οι Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ. και οι ΠΕΔ αποθηκεύουν τα απαραίτητα στοιχεία για επαρκές χρονικό διάστημα.

3.   Οι αρμόδιες αρχές διαβιβάζουν στην ΕΑΚΑΑ αυτές τις πληροφορίες όπως απαιτεί η ΕΑΚΑΑ για να καταρτίσει τις εκθέσεις που αναφέρονται στο άρθρο 5 παράγραφοι 4, 5 και 6.

4.   Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων με στόχο να προσδιορίσει το περιεχόμενο και τη συχνότητα των αιτημάτων για παροχή δεδομένων και τη μορφή και το χρονικό πλαίσιο εντός του οποίου οι τόποι συναλλαγών, οι Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ. και οι Π.Ε.ΔΗ.ΣΥ. οφείλουν να απαντούν στα αιτήματα αυτά σύμφωνα με την παράγραφο 1 και τον τύπο στοιχείων που πρέπει να αποθηκεύονται και το ελάχιστο χρονικό διάστημα κατά το οποίο οι τόποι διαπραγμάτευσης, οι Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ. και οι Π.Ε.ΔΗ.ΣΥ. οφείλουν να αποθηκεύουν στοιχεία προκειμένου να είναι σε θέση να απαντήσουν σε τέτοια αιτήματα σύμφωνα με την παράγραφο 2.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις 3 Ιουλίου 2015.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Άρθρο 23

Υποχρέωση διαπραγμάτευσης για επιχειρήσεις επενδύσεων

1.   Μια επιχείρηση επενδύσεων εξασφαλίζει ότι οι συναλλαγές, τις οποίες αναλαμβάνει να καταρτίσει σε μετοχές εισηγμένες προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ή που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης, καταρτίζονται σε ρυθμιζόμενη αγορά, ΠΜΔ ή συστηματικό εσωτερικοποιητή ή σε τόπο διαπραγμάτευσης τρίτης χώρας που έχει αξιολογηθεί ως ισοδύναμος σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 4 στοιχείο α) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, όπου αρμόζει, εκτός αν στα χαρακτηριστικά τους περιλαμβάνεται ότι:

α)

είναι μη συστηματικές, ad hoc, μη τακτικές και μη συχνές, ή

β)

διενεργούνται μεταξύ επιλέξιμων ή/επαγγελματιών αντισυμβαλλόμενων και δεν συμβάλλουν στη διαδικασία εξεύρεσης τιμής.

2.   Μια επιχείρηση επενδύσεων η οποία διαχειρίζεται εσωτερικό σύστημα ταύτισης το οποίο εκτελεί εντολές πελατών σε μετοχές, πιστοποιητικά αποθετηρίου, διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια, πιστοποιητικά και άλλα παρόμοια χρηματοπιστωτικά μέσα σε πολυμερή βάση πρέπει να εξασφαλίζει ότι έχει αδειοδοτηθεί ως ΠΜΔ βάσει της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και ότι συμμορφώνεται με όλες τις σχετικές διατάξεις που διέπουν τέτοιες αδειοδοτήσεις.

3.   Προκειμένου να εξασφαλισθεί συνεπής εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων, προσδιορίζοντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των συναλλαγών σε μετοχές οι οποίες δεν συμβάλλουν στη διαδικασία εξεύρεσης τιμών που αναφέρεται στην παράγραφο 1, λαμβάνοντας υπ’ όψιν περιπτώσεις όπως:

α)

συναλλαγές μη προσβάσιμης ρευστότητας· ή

β)

συναλλαγές κατά τις οποίες η ανταλλαγή των εν λόγω χρηματοπιστωτικών μέσων καθορίζεται από παράγοντες διαφορετικούς από την τρέχουσα αποτίμηση του χρηματοπιστωτικού μέσου στην αγορά.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις 3 Ιουλίου 2015.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

ΤΙΤΛΟΣ IV

ΓΝΩΣΤΟΠΟΙΗΣΗ ΣΥΝΑΛΛΑΓΩΝ

Άρθρο 24

Υποχρέωση διατήρησης της ακεραιότητας των αγορών

Με την επιφύλαξη του καταμερισμού των ευθυνών για την εφαρμογή του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 596/2014, οι αρμόδιες αρχές, συντονιζόμενες από την ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με το άρθρο 31 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, παρακολουθούν τις δραστηριότητες των επιχειρήσεων επενδύσεων, προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι αυτές ενεργούν με τρόπο έντιμο, δίκαιο, επαγγελματικό και ο οποίος κατοχυρώνει την ακεραιότητα της αγοράς.

Άρθρο 25

Υποχρέωση τήρησης αρχείων

1.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων τηρούν στη διάθεση της αρμόδιας αρχής, για πέντε χρόνια, τα στοιχεία σχετικά με όλες τις εντολές και όλες τις συναλλαγές σε χρηματοπιστωτικά μέσα που έχουν διενεργήσει, είτε για ίδιο λογαριασμό είτε για λογαριασμό πελάτη. Στην περίπτωση συναλλαγών που διενεργήθηκαν για λογαριασμό πελάτη, τα αρχεία περιέχουν όλες τις πληροφορίες και τα στοιχεία της ταυτότητας του πελάτη, καθώς και τις πληροφορίες που απαιτούνται βάσει της οδηγίας 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (27). Η ΕΑΚΑΑ μπορεί να ζητεί πρόσβαση σε αυτές τις πληροφορίες σύμφωνα με τη διαδικασία και υπό τις προϋποθέσεις του άρθρου 35 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

2.   Οι διαχειριστές τόπου διαπραγμάτευσης τηρούν στη διάθεση της αρμόδιας αρχής, για πέντε τουλάχιστον χρόνια, τα στοιχεία σχετικά με όλες τις εντολές για χρηματοπιστωτικά μέσα που ανακοινώνονται μέσω των συστημάτων τους. Τα αρχεία πρέπει να περιέχουν τα σχετικά στοιχεία που αποτελούν τα χαρακτηριστικά της εντολής, συμπεριλαμβανομένων όσων συνδέουν την εντολή με την εκτελεσθείσα συναλλαγή ή συναλλαγές οι οποίες προκύπτουν από την εντολή αυτήν και οι λεπτομέρειες των οποίων γνωστοποιούνται σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφοι 1 και 3. Η ΕΑΚΑΑ εκτελεί ρόλο διευκόλυνσης και συντονισμού όσον αφορά την πρόσβαση των αρμοδίων αρχών στις πληροφορίες βάσει της παρούσας παραγράφου.

3.   Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να καθορισθούν οι λεπτομέρειες των σχετικών στοιχείων των εντολών που απαιτείται να καταχωρούνται βάσει της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου και δεν αναφέρονται στο άρθρο 26.

Σε αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων περιλαμβάνονται ο κωδικός αναγνώρισης του μέλους ή συμμετέχοντος που διαβίβασε την εντολή, ο κωδικός αναγνώρισης της εντολής, η ημερομηνία και ώρα διαβίβασης της εντολής, τα χαρακτηριστικά της εντολής, συμπεριλαμβανομένου του είδους της εντολής, της οριακής τιμής, εφόσον αρμόζει, της περιόδου ισχύος, οποιασδήποτε συγκεκριμένης οδηγίας περί της εντολής, λεπτομέρειες οποιασδήποτε τροποποίησης, ακύρωσης, μερικής ή πλήρους εκτέλεσης της εντολής, η ιδιότητα ως διαμεσολαβητή ή ως ενεργούντος για ίδιο λογαριασμό.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις 3 Ιουλίου 2015.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Άρθρο 26

Υποχρέωση γνωστοποίησης συναλλαγών

1.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που εκτελούν συναλλαγές σε χρηματοπιστωτικά μέσα γνωστοποιούν πλήρεις και ακριβείς λεπτομέρειες των συναλλαγών αυτών στην αρμόδια αρχή το ταχύτερο δυνατόν, και το αργότερο εντός της επόμενης εργάσιμης ημέρας.

Οι αρμόδιες αρχές θεσπίζουν, σύμφωνα με το άρθρο 85 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, τους αναγκαίους μηχανισμούς προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι η αρμόδια αρχή της σημαντικότερης από άποψη ρευστότητας αγοράς των συγκεκριμένων χρηματοπιστωτικών μέσων επίσης λαμβάνει τις πληροφορίες αυτές και.

Οι αρμόδιες αρχές θέτουν στη διάθεση της ΕΑΚΑΑ, κατόπιν σχετικού αιτήματος, οποιεσδήποτε πληροφορίες έχουν γνωστοποιηθεί σε αυτές σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

2.   Η υποχρέωση της παραγράφου 1 ισχύει για:

α)

τα χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία είναι εισηγμένα προς διαπραγμάτευση ή τελούν υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης ή για τα οποία έχει υποβληθεί αίτηση εισαγωγής προς διαπραγμάτευση·

β)

τα χρηματοπιστωτικά μέσα όπου η υποκείμενη αξία είναι χρηματοπιστωτικό μέσο που τελεί υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης· και

γ)

τα χρηματοπιστωτικά μέσα όπου η υποκείμενη αξία είναι δείκτης ή καλάθι αποτελούμενο από χρηματοπιστωτικά μέσα που τελούν υπό διαπραγμάτευση σε τόπο διαπραγμάτευσης.

Η υποχρέωση ισχύει για συναλλαγές στα χρηματοπιστωτικά μέσα που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως γ) είτε οι συναλλαγές αυτές διενεργούνται σε τόπο διαπραγμάτευσης είτε όχι.

3.   Η γνωστοποίηση περιλαμβάνει ειδικότερα λεπτομέρειες σχετικά με τα ονόματα και τον αριθμό των χρηματοπιστωτικών μέσων που αγοράστηκαν ή πωλήθηκαν, τον όγκο, την ημερομηνία και την ώρα εκτέλεσης, τις τιμές των συναλλαγών, σήμανση για τον της ταυτότητας των πελατών για λογαριασμό των οποίων η επιχείρηση επενδύσεων έχει εκτελέσει τη συγκεκριμένη συναλλαγή, σήμανση για τον προσδιορισμό της ταυτότητας των προσώπων και των υπολογιστικών αλγορίθμων στο εσωτερικό της επιχείρησης επενδύσεων που είναι υπεύθυνα για την επενδυτική απόφαση και την εκτέλεση της συναλλαγής, σήμανση για τον προσδιορισμό της απαλλαγής από την υποχρέωση προ-συναλλακτικής διαφάνειας στο πλαίσιο της οποίας διενεργήθηκε η συναλλαγή, τα μέσα προσδιορισμού της ταυτότητας της οικείας επιχείρησης επενδύσεων και σήμανση για τον προσδιορισμό της ανοικτής πώλησης όπως ορίζεται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 236/2012 όσον αφορά τις μετοχές και τους κρατικούς/δημόσιους χρεωστικούς τίτλους κατά την έννοια των άρθρων 12, 13 και 17 του εν λόγω κανονισμού. Για συναλλαγές που δεν καταρτίζονται σε τόπο διαπραγμάτευσης, η γνωστοποίηση περιλαμβάνει σήμανση για τον προσδιορισμό του είδους της συναλλαγής σύμφωνα με τα μέτρα που θεσπίζονται κατ’ εφαρμογή του άρθρου 20 παράγραφος 3 στοιχείο α) και του άρθρου 21 παράγραφος 5 στοιχείο α). Για παράγωγα επί εμπορευμάτων, στη γνωστοποίηση σημειώνεται εάν η συναλλαγή μειώνει τον κίνδυνο κατά τρόπο αντικειμενικά μετρήσιμο, σύμφωνα με το άρθρο 57 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ.

4.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων που διαβιβάζουν εντολές περιλαμβάνουν στη διαβίβαση της εντολής όλες τις λεπτομέρειες όπως διευκρινίζονται στις παραγράφους 1 και 3. Αντί να συμπεριλάβει τις αναφερόμενες λεπτομέρειες κατά τη διαβίβαση εντολών, η επιχείρηση επενδύσεων δύναται να επιλέξει να γνωστοποιήσει τη διαβιβασθείσα εντολή, εφόσον εκτελεστεί, ως συναλλαγή σύμφωνα με τις απαιτήσεις της παραγράφου 1. Στην περίπτωση αυτή, η γνωστοποίηση συναλλαγής εκ μέρους της επιχείρησης επενδύσεων θα αναφέρει ότι αφορά διαβιβασθείσα εντολή.

5.   Ο διαχειριστής τόπου διαπραγμάτευσης γνωστοποιεί τις λεπτομέρειες των συναλλαγών σε χρηματοπιστωτικά μέσα που τελούν υπό διαπραγμάτευση στον τόπο διαπραγμάτευσης που διαχειρίζεται, οι οποίες εκτελούνται μέσω των συστημάτων του από επιχείρηση η οποία δεν υπόκειται στον παρόντα κανονισμό, σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 3.

6.   Κατά τη γνωστοποίηση της σήμανσης για τον προσδιορισμό της ταυτότητας των πελατών, όπως απαιτείται βάσει των παραγράφων 3 και 4, οι επιχειρήσεις επενδύσεων χρησιμοποιούν έναν αναγνωριστικό κωδικό νομικής οντότητας που θεσπίζεται για τον προσδιορισμό της ταυτότητας των πελατών που είναι νομικά πρόσωπα.

Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει έως τις 3 Ιανουαρίου 2016 κατευθυντήριες γραμμές σύμφωνα με το άρθρο 16 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 ώστε να εξασφαλιστεί ότι η εφαρμογή του αναγνωριστικού στοιχείου νομικής οντότητας στην Ένωση είναι σύμφωνη με τις διεθνείς προδιαγραφές, ιδίως εκείνες που έχει θεσπίσει το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.

7.   Οι γνωστοποιήσεις υποβάλλονται στην αρμόδια αρχή από την ίδια την επιχείρηση επενδύσεων, από εγκεκριμένο μηχανισμό γνωστοποίησης συναλλαγών (Ε.ΜΗ.ΓΝΩ.ΣΥ.) που ενεργεί για λογαριασμό της ή από τον τόπο διαπραγμάτευσης, με το σύστημα του οποίου ολοκληρώθηκε η συναλλαγή, σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 3 και 9.

Οι επιχειρήσεις επενδύσεων φέρουν ευθύνη για την πληρότητα, την ακρίβεια και την έγκαιρη υποβολή των γνωστοποιήσεων που υποβάλλονται στην αρμόδια αρχή.

Κατά παρέκκλιση από την εν λόγω ευθύνη, όταν μια επιχείρηση επενδύσεων γνωστοποιεί λεπτομέρειες των συναλλαγών αυτών μέσω ενός Ε.ΜΗ.ΓΝΩ.ΣΥ ο οποίος ενεργεί για λογαριασμό της ή μέσω τόπου διαπραγμάτευσης, η επιχείρηση επενδύσεων δεν φέρει ευθύνη για αστοχίες στην πληρότητα, την ακρίβεια ή την έγκαιρη υποβολή των γνωστοποιήσεων που μπορεί να αποδοθούν στον Ε.ΜΗ.ΓΝΩ.ΣΥ. ή στον τόπο διαπραγμάτευσης. Στις περιπτώσεις αυτές και με την επιφύλαξη του άρθρου 66 παράγραφος 4 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ ο Ε.ΜΗ.ΓΝΩ.ΣΥ. ή ο τόπος διαπραγμάτευσης θεωρούνται υπεύθυνοι για αυτές τις αστοχίες.

Ωστόσο, οι επιχειρήσεις επενδύσεων πρέπει να λαμβάνουν εύλογα μέτρα για να επαληθεύουν την πληρότητα, την ακρίβεια και την έγκαιρη υποβολή των γνωστοποιήσεων συναλλαγών που υποβλήθηκαν για λογαριασμό τους.

Το κράτος μέλος καταγωγής απαιτεί ο τόπος διαπραγμάτευσης, όταν υποβάλλει γνωστοποίηση για λογαριασμό της επιχείρησης επενδύσεων, να διαθέτει κατάλληλους μηχανισμούς ασφαλείας σχεδιασμένους έτσι ώστε να εγγυώνται την ασφάλεια και πιστοποίηση των μέσων διαβίβασης των πληροφοριών, την ελαχιστοποίηση του κινδύνου καταστροφής των στοιχείων και μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης σε αυτά και την αποτροπή διαρροής πληροφοριών, διατηρώντας ανά πάσα στιγμή την εμπιστευτικότητα των στοιχείων. Το κράτος μέλος καταγωγής απαιτεί οι τόποι διαπραγμάτευσης να διατηρούν επαρκείς πόρους και διαθέτουν εφεδρικές εγκαταστάσεις προκειμένου να παρέχουν και να διατηρούν τις υπηρεσίες τους ανά πάσα στιγμή.

Συστήματα ταύτισης ή γνωστοποίησης συναλλαγών, συμπεριλαμβανομένων των αρχείων καταγραφής συναλλαγών που έχουν καταχωρηθεί ή αναγνωριστεί σύμφωνα με τον τίτλο VI του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, μπορούν να εγκρίνονται από την αρμόδια αρχή ως Ε.ΜΗ.ΓΝΩ.ΣΥ. για την υποβολή γνωστοποιήσεων συναλλαγών προς την αρμόδια αρχή δυνάμει των παραγράφων 1, 3 και 9.

Στις περιπτώσεις όπου οι συναλλαγές έχουν αναφερθεί σε αρχείο καταγραφής συναλλαγών σύμφωνα με το άρθρο 9 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 που έχει εγκριθεί ως Ε.ΜΗ.ΓΝΩ.ΣΥ. και οι αναφορές αυτές περιέχουν τις λεπτομέρειες που απαιτούνται σύμφωνα με τις παραγράφους 1, 3 και 9 και διαβιβάζονται στην αρμόδια αρχή από το αρχείο καταγραφής συναλλαγών εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην παράγραφο 1, η υποχρέωση που υπέχει η επιχείρηση επενδύσεων βάσει της παραγράφου 1 θεωρείται ότι έχει εκπληρωθεί.

Όταν υπάρχουν λάθη ή παραλείψεις στη γνωστοποίηση συναλλαγών, ο Ε.ΜΗ.ΓΝΩ.ΣΥ., η επιχείρηση επενδύσεων ή ο τόπος διαπραγμάτευσης που γνωστοποιούν τη συναλλαγή διορθώνουν τις πληροφορίες και υποβάλλουν διορθωμένη γνωστοποίηση στην αρμόδια αρχή.

8.   Όταν οι προβλεπόμενες στο παρόν άρθρο γνωστοποιήσεις διαβιβάζονται στην αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής, σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 8 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, η εν λόγω αρχή διαβιβάζει τις σχετικές πληροφορίες στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής της επιχείρησης επενδύσεων, εκτός αν οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής αποφασίσουν ότι δεν επιθυμούν να τις λαμβάνουν.

9.   Η ΕΑΚΑΑ εκπονεί σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για να καθορίσει τα εξής:

α)

πρότυπα και μορφότυπους για τις προς γνωστοποίηση πληροφορίες σύμφωνα με τις παραγράφους 1 και 3, συμπεριλαμβανομένων των μεθόδων και διαδικασιών γνωστοποίησης των συναλλαγών σε χρηματοπιστωτικά μέσα, καθώς και της μορφής και του περιεχομένου των αναφορών·

β)

τα κριτήρια προσδιορισμού της σημαντικότερης από άποψη ρευστότητας αγοράς σύμφωνα με την παράγραφο 1·

γ)

τα στοιχεία γνωστοποίησης των χρηματοπιστωτικών μέσων που αγοράστηκαν ή πωλήθηκαν, τον όγκο, την ημερομηνία και την ώρα εκτέλεσης των εντολών, τις τιμές των συναλλαγών, τις πληροφορίες και τα στοιχεία της ταυτότητας του πελάτη, σήμανση για τον προσδιορισμό της ταυτότητας των πελατών για λογαριασμό των οποίων η επιχείρηση επενδύσεων έχει εκτελέσει τη συγκεκριμένη συναλλαγή, σήμανση για τον προσδιορισμό της ταυτότητας των προσώπων και των υπολογιστικών αλγορίθμων στο εσωτερικό της επιχείρησης επενδύσεων που είναι υπεύθυνα για την επενδυτική απόφαση και την εκτέλεση της συναλλαγής, σήμανση για τον προσδιορισμό της απαλλαγής από την υποχρέωση προ-συναλλακτικής διαφάνειας στο πλαίσιο της οποίας διενεργήθηκε η συναλλαγή, τα μέσα προσδιορισμού της ταυτότητας της οικείας επιχείρησης επενδύσεων, τον τρόπο εκτέλεσης της συναλλαγής, τα πεδία πληροφόρησης που είναι αναγκαία για την επεξεργασία και ανάλυση των γνωστοποιήσεων συναλλαγής σύμφωνα με την παράγραφο 3· και

δ)

τη σήμανση για τον προσδιορισμό των ανοικτών πωλήσεων μετοχών και των κρατικών/δημόσιων χρεωστικών τίτλων όπως αναφέρονται στην παράγραφο 3·

ε)

τις σχετικές κατηγορίες χρηματοπιστωτικών μέσων για τις οποίες ισχύει η υποχρέωση γνωστοποίησης συναλλαγών σύμφωνα με την παράγραφο 2·

στ)

τους όρους βάσει των οποίων αναπτύσσονται, αποδίδονται και διατηρούνται τα αναγνωριστικά στοιχεία, από τα κράτη μέλη σύμφωνα με την παράγραφο 6, και τους όρους υπό τους οποίους αυτά τα αναγνωριστικά στοιχεία χρησιμοποιούνται από τις επιχειρήσεις επενδύσεων ούτως ώστε να παρέχουν τη σήμανση για τον προσδιορισμό της ταυτότητας των πελατών που προβλέπεται στις παραγράφους 3, 4 και 5 στις γνωστοποιήσεις συναλλαγών που είναι υποχρεωμένες να υποβάλλουν σύμφωνα με την παράγραφο 1·

ζ)

την εφαρμογή της υποχρέωσης γνωστοποίησης των συναλλαγών στα υποκαταστήματα των επιχειρήσεων επενδύσεων·

η)

το τι συνιστά συναλλαγή και εκτέλεση συναλλαγής για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου·

θ)

το πότε μια επιχείρηση επενδύσεων θεωρείται ότι έχει διαβιβάσει μια εντολή για τους σκοπούς της παραγράφου 4.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις 3 Ιουλίου 2015.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

10.   Το αργότερο στις 3 Ιανουαρίου 2019 η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η οποία μεταξύ άλλων αναφέρει την αλληλεπίδρασή της με τις σχετικές υποχρεώσεις γνωστοποίησης που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και κατά πόσον το περιεχόμενο και η μορφή των γνωστοποιήσεων συναλλαγών που λαμβάνονται και ανταλλάσσονται μεταξύ αρμόδιων αρχών συνολικά καθιστούν δυνατή την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων των επιχειρήσεων επενδύσεων σύμφωνα με το άρθρο 24 του παρόντος κανονισμού. Η Επιτροπή δύναται να προχωρήσει στην υποβολή προτάσεων για τροποποιήσεις, οι οποίες μεταξύ άλλων μπορούν να προβλέπουν τη διαβίβαση των γνωστοποιήσεων συναλλαγών μόνο σε ένα ενιαίο σύστημα ορισμένο από την ΕΑΚΑΑ και όχι στις αρμόδιες αρχές. Η Επιτροπή διαβιβάζει την έκθεση της ΕΑΚΑΑ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

Άρθρο 27

Υποχρέωση παροχής στοιχείων αναφοράς για χρηματοπιστωτικά μέσα

1.   Όσον αφορά τα χρηματοπιστωτικά μέσα που είναι εισηγμένα προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ή τελούν υπό διαπραγμάτευση σε ΠΜΔ ή σε ΜΟΔ, οι εν λόγω τόποι διαπραγμάτευσης παρέχουν συστηματικά στις αρμόδιες αρχές στοιχεία αναφοράς για την αναγνώριση των χρηματοπιστωτικών μέσων, για το σκοπό της γνωστοποίησης συναλλαγών που προβλέπεται στο άρθρο 26.

Σε σχέση με άλλα χρηματοπιστωτικά μέσα τα οποία καλύπτονται από το άρθρο 26 παράγραφος 2 και τελούν υπό διαπραγμάτευση στο σύστημά του, κάθε συστηματικός εσωτερικοποιητής παρέχει στην αρμόδια αρχή του δεδομένα γνωστοποίησης σχετικά με αυτά τα χρηματοπιστωτικά μέσα.

Αναγνωριστικά στοιχεία αναφοράς διατίθενται προς υποβολή στην αρμόδια αρχή σε ηλεκτρονική και τυποποιημένη μορφή πριν αρχίσει η διαπραγμάτευση του χρηματοπιστωτικού μέσου στο οποίο αναφέρονται. Τα στοιχεία αναφοράς των χρηματοπιστωτικών μέσων επικαιροποιούνται όταν σημειώνονται μεταβολές στα στοιχεία που αφορούν ένα χρηματοπιστωτικό μέσο. Οι κοινοποιήσεις αυτές πρέπει να διαβιβάζονται αμελλητί από τις αρμόδιες αρχές στην ΕΑΚΑΑ, η οποία τις δημοσιοποιεί αμέσως στον δικτυακό της τόπο. Η ΕΑΚΑΑ παρέχει στις αρμόδιες αρχές πρόσβαση στα εν λόγω στοιχεία αναφοράς.

2.   Προκειμένου οι αρμόδιες αρχές να μπορούν να παρακολουθούν, σύμφωνα με το άρθρο 26, τις δραστηριότητες των επιχειρήσεων επενδύσεων, ούτως ώστε να εξασφαλίζεται ότι αυτές ενεργούν με έντιμο, δίκαιο και επαγγελματικό τρόπο που προάγει την ακεραιότητα της αγοράς, η ΕΑΚΑΑ και οι αρμόδιες αρχές αναπτύσσουν τους απαραίτητους μηχανισμούς, ούτως ώστε να εξασφαλιστεί ότι:

α)

η ΕΑΚΑΑ και οι αρμόδιες αρχές λαμβάνουν με αποτελεσματικό τρόπο τα στοιχεία αναφοράς για χρηματοπιστωτικά μέσα που αναφέρονται στην παράγραφο 1·

β)

η ποιότητα των στοιχείων που λαμβάνονται με αυτόν τον τρόπο είναι κατάλληλη για το σκοπό της γνωστοποίησης των συναλλαγών που προβλέπεται στο άρθρο 26·

γ)

τα στοιχεία αναφοράς για χρηματοπιστωτικά μέσα, τα οποία λαμβάνονται σύμφωνα με την παράγραφο 1 ανταλλάσσονται με αποτελεσματικό τρόπο μεταξύ των ενδιαφερόμενων αρμόδιων αρχών.

3.   Η ΕΑΚΑΑ εκπονεί σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για να καθορίσει τα εξής:

α)

πρότυπα και μορφότυπους για τα στοιχεία αναφοράς για χρηματοπιστωτικά μέσα σύμφωνα με την παράγραφο 1, συμπεριλαμβανομένων των μεθόδων και ρυθμίσεων για την παροχή των στοιχείων και οιασδήποτε επικαιροποίησής τους στις αρμόδιες αρχές και τη διαβίβασή τους στην ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με την παράγραφο 1 καθώς και της μορφής και του περιεχομένου των εν λόγω στοιχείων·

β)

τα τεχνικά μέτρα που είναι απαραίτητα σε σχέση με τις ρυθμίσεις τις οποίες θεσπίζουν η ΕΑΚΑΑ και οι αρμόδιες αρχές σύμφωνα με την παράγραφο 2.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις 3 Ιουλίου 2015.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

ΤΙΤΛΟΣ V

ΠΑΡΑΓΩΓΑ

Άρθρο 28

Υποχρέωση διαπραγμάτευσης σε ρυθμιζόμενες αγορές, ΠΜΔ ή ΜΟΔ

1.   Οι χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι, όπως ορίζονται στο άρθρο 2 παράγραφος 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, και οι μη χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 10 παράγραφος 1 στοιχείο β) του εν λόγω κανονισμού καταρτίζουν συναλλαγές, οι οποίες δεν αποτελούν ούτε εντός ομίλου συναλλαγές στο εσωτερικό ομίλου όπως ορίζονται στο άρθρο 3 του εν λόγω κανονισμού, ούτε συναλλαγές που καλύπτονται από τις μεταβατικές διατάξεις του άρθρου 89 του ίδιου κανονισμού, με άλλους τέτοιους χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους, ή με άλλους τέτοιους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 10 παράγραφος 1 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 σε παράγωγα που ανήκουν σε κατηγορία παραγώγων, η οποία έχει χαρακτηριστεί ως υποκείμενη στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 32 και είναι εγγεγραμμένα στο μητρώο που αναφέρεται στο άρθρο 34, μόνο σε:

α)

ρυθμιζόμενες αγορές·

β)

ΠΜΔ·

γ)

ΜΟΔ ή

δ)

τόπους διαπραγμάτευσης τρίτων χωρών, υπό την προϋπόθεση ότι η Επιτροπή έχει εκδώσει απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 4 και ότι η τρίτη χώρα προβλέπει αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση των τόπων διαπραγμάτευσης που έχουν άδεια δυνάμει της οδηγίας 2014/65/ΕΕ να εισάγουν προς διαπραγμάτευση ή να διαπραγματεύονται παράγωγα τα οποία έχουν χαρακτηριστεί ως υποκείμενα σε υποχρέωση διαπραγμάτευσης στην εν λόγω τρίτη χώρα σε μη αποκλειστική βάση.

2.   Η υποχρέωση διαπραγμάτευσης εφαρμόζεται επίσης στους αντισυμβαλλομένους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, οι οποίοι καταρτίζουν συναλλαγές σε παράγωγα που ανήκουν σε κατηγορία παραγώγων που έχει χαρακτηρισθεί ως υποκείμενη στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης με χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς τρίτων χωρών ή με άλλες οντότητες τρίτων χωρών, οι οποίες θα υπόκειντο στην υποχρέωση εκκαθάρισης, εάν ήσαν εγκατεστημένες στην Ένωση. Η υποχρέωση διαπραγμάτευσης εφαρμόζεται επίσης στις οντότητες τρίτων χωρών οι οποίες θα υπόκειντο στην υποχρέωση εκκαθάρισης, εάν ήσαν εγκατεστημένες στην Ένωση και οι οποίες πραγματοποιούν συναλλαγές σε παράγωγα ανήκοντα σε κατηγορία παραγώγων που έχει χαρακτηρισθεί ως υποκείμενη στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης, με την προϋπόθεση ότι η σύμβαση έχει άμεσο, σημαντικό και προβλέψιμο αντίκτυπο εντός της Ένωσης ή η εν λόγω υποχρέωση είναι απαραίτητη ή ενδεδειγμένη για να αποφευχθεί η προσπάθεια αποφυγής εφαρμογής οποιασδήποτε από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

Η ΕΑΚΑΑ παρακολουθεί σε τακτική βάση τις δραστηριότητες σε παράγωγα που δεν έχουν χαρακτηριστεί ως υποκείμενα στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης, όπως περιγράφεται στην παράγραφο 1, ούτως ώστε να εντοπίζονται περιπτώσεις στις οποίες μια συγκεκριμένη κατηγορία συμβάσεων ενδέχεται να ενέχει συστημικό κίνδυνο και να αποτρέπεται καταχρηστική επιλογή του ευνοϊκότερου κανονιστικού καθεστώτος μεταξύ συναλλαγών με παράγωγα που υπόκεινται στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης και των αντίστοιχων συναλλαγών που δεν υπόκεινται στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης.

3.   Τα παράγωγα που έχουν χαρακτηριστεί ως υποκείμενα στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης της παραγράφου 1 είναι επιλέξιμα για εισαγωγή προς διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά ή για διαπραγμάτευση σε όλους τους τόπους διαπραγμάτευσης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 σε μη αποκλειστική και σε μη διακριτική βάση.

4.   Η Επιτροπή μπορεί, σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 51 παράγραφος 2, να εκδίδει αποφάσεις, με τις οποίες κρίνεται ότι το νομικό και εποπτικό πλαίσιο τρίτης χώρας διασφαλίζει ότι ένας τόπος διαπραγμάτευσης που έχει άδεια λειτουργίας στη συγκεκριμένη τρίτη χώρα συμμορφώνεται με νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες με τις απαιτήσεις για τους τόπους διαπραγμάτευσης που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α), β) ή γ) του παρόντος άρθρου, οι οποίες προκύπτουν από τον παρόντα κανονισμό, από την οδηγία 2014/65/ΕΕ και από τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 596/2014 και οι οποίες υπόκεινται σε αποτελεσματική εποπτεία και επιβολή της εφαρμογής στην εν λόγω τρίτη χώρα.

Οι αποφάσεις αυτές λαμβάνονται αποκλειστικά για τον καθορισμό ενός τόπου διαπραγμάτευσης ως επιλέξιμου για τη διαπραγμάτευση παραγώγων που υπόκεινται στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης.

Το νομικό και εποπτικό πλαίσιο μιας τρίτης χώρας θεωρείται ότι έχει ισοδύναμο αποτέλεσμα όταν το εν λόγω πλαίσιο πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

οι τόποι διαπραγμάτευσης της εν λόγω τρίτης χώρας υπόκεινται σε αδειοδότηση και αποτελεσματική εποπτεία και εφαρμογή των υποχρεώσεων σε συνεχή βάση·

β)

οι τόποι διαπραγμάτευσης έχουν σαφείς και διαφανείς κανόνες για την εισαγωγή χρηματοπιστωτικών μέσων προς διαπραγμάτευση, ώστε να καθίσταται δυνατή η διαπραγμάτευση τους με δίκαιο, ομαλό και αποτελεσματικό τρόπο και τα οποία είναι ελεύθερα διαπραγματεύσιμα·

γ)

οι εκδότες χρηματοπιστωτικών μέσων υπόκεινται σε υποχρεώσεις περιοδικής και συνεχούς πληροφόρησης που διασφαλίζουν υψηλό επίπεδο προστασίας των επενδυτών·

δ)

διασφαλίζει τη διαφάνεια και την ακεραιότητα της αγοράς μέσω κανόνων που αντιμετωπίζουν την κατάχρηση αγοράς υπό τη μορφή κατάχρησης προνομιακής πληροφόρησης και χειραγώγησης της αγοράς.

Η απόφαση της Επιτροπής δυνάμει της παρούσας παραγράφου μπορεί να περιορίζεται σε μία ή σε πολλές κατηγορίες τόπων διαπραγμάτευσης. Στην περίπτωση αυτή, ένας τόπος διαπραγμάτευσης τρίτης χώρας περιλαμβάνεται στην παράγραφο 1 στοιχείο δ), μόνο εφόσον εμπίπτει σε κατηγορία που καλύπτεται από απόφαση της Επιτροπής.

5.   Προκειμένου να εξασφαλιστεί η συνεπής εφαρμογή του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων με τα οποία προσδιορίζονται τα αναφερόμενα στην παράγραφο 2 είδη συμβάσεων, τα οποία έχουν άμεσο, ουσιαστικό και προβλέψιμο αντίκτυπο εντός της Ένωσης και οι περιπτώσεις στις οποίες η υποχρέωση διαπραγμάτευσης είναι απαραίτητη ή ενδεδειγμένη για να αποφευχθεί η προσπάθεια παράκαμψης οποιασδήποτε από τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις 3 Ιουλίου 2015.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Όπου είναι δυνατόν και αρμόζει, τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο είναι πανομοιότυπα εκείνων που εγκρίνονται βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

Άρθρο 29

Υποχρέωση εκκαθάρισης για τα παράγωγα που διαπραγματεύονται σε ρυθμιζόμενες αγορές και χρονισμός της αποδοχής προς εκκαθάριση

1.   Ο διαχειριστής ρυθμιζόμενης αγοράς διασφαλίζει ότι όλες οι συναλλαγές σε παράγωγα οι οποίες καταρτίζονται στη ρυθμιζόμενη αγορά, εκκαθαρίζονται από CCP.

2.   Οι CCP, οι τόποι διαπραγμάτευσης και οι επιχειρήσεις επενδύσεων που ενεργούν ως εκκαθαριστικά μέλη σύμφωνα με το άρθρο 2 σημείο 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 διαθέτουν αποτελεσματικά συστήματα, διαδικασίες και ρυθμίσεις σε σχέση με εκκαθαριζόμενα παράγωγα προκειμένου να εξασφαλίσουν ότι οι συναλλαγές εκκαθαριζόμενων παραγώγων υποβάλλονται και γίνονται αποδεκτές για εκκαθάριση με τη μεγαλύτερη τεχνολογικά δυνατή ταχύτητα διά της χρήσης αυτοματοποιημένων συστημάτων.

Στην παρούσα παράγραφο, ως «εκκαθαριζόμενα παράγωγα» νοούνται:

α)

όλα τα παράγωγα, τα οποία υπόκεινται σε υποχρέωση εκκαθάρισης σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου ή σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012·

β)

όλα τα παράγωγα των οποίων η εκκαθάριση έχει κατά τα άλλα συμφωνηθεί από τα ενδιαφερόμενα μέρη.

3.   Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να καθορίσει τις ελάχιστες απαιτήσεις για συστήματα, διαδικασίες και ρυθμίσεις, συμπεριλαμβανομένων των χρονοδιαγραμμάτων αποδοχής, δυνάμει του παρόντος άρθρου, λαμβάνοντας υπόψη την ανάγκη να εξασφαλισθεί ορθή διαχείριση των επιχειρησιακών ή άλλων κινδύνων.

Η ΕΑΚΑΑ διαθέτει διαρκή αρμοδιότητα για να καθορίσει περαιτέρω ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα προκειμένου να επικαιροποιήσει τα ισχύοντα εάν θεωρεί ότι αυτό απαιτείται καθώς τα επιχειρησιακά πρότυπα εξελίσσονται.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο στην Επιτροπή μέχρι τις 3 Ιουλίου 2015.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο και στο δεύτερο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Άρθρο 30

Ρυθμίσεις έμμεσης εκκαθάρισης

1.   Οι ρυθμίσεις έμμεσης εκκαθάρισης όσον αφορά παράγωγα χρηματοπιστωτικά μέσα που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε χρηματιστήριο επιτρέπονται υπό τον όρο ότι οι ρυθμίσεις αυτές δεν αυξάνουν τον κίνδυνο αντισυμβαλλομένου και εξασφαλίζουν ότι τα περιουσιακά στοιχεία και οι θέσεις του αντισυμβαλλομένου απολαμβάνουν προστασία με ισοδύναμο αποτέλεσμα με εκείνο που προβλέπεται στα άρθρα 39 και 48 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

2.   Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων προκειμένου να καθορίσει τους τύπους ρυθμίσεων έμμεσης εκκαθάρισης, εφόσον υπάρχουν, που πληρούν τις προϋποθέσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1, εξασφαλίζοντας συνέπεια με τις διατάξεις για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, βάσει του κεφαλαίου ΙΙ του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 149/2013 (28).

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις 3 Ιουλίου 2015.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στην παρούσα παράγραφο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Άρθρο 31

Συμπίεση χαρτοφυλακίου

1.   Όταν παρέχουν συμπίεση χαρτοφυλακίου, οι επιχειρήσεις επενδύσεων και οι διαχειριστές αγοράς δεν υπόκεινται στην υποχρέωση βέλτιστης εκτέλεσης του άρθρου 27 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, τις υποχρεώσεις διαφάνειας των άρθρων 8, 10, 18 και 21 του παρόντος κανονισμού και την υποχρέωση του άρθρου 1 παράγραφος 6 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ. Το κλείσιμο ή η αντικατάσταση των παραγώγων που συμμετέχουν στη συμπίεση χαρτοφυλακίου δεν υπόκειται στο άρθρο 28 του παρόντος κανονισμού.

2.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων και οι διαχειριστές αγοράς που παρέχουν συμπίεση χαρτοφυλακίου δημοσιοποιούν μέσω ΕΜΔ τους όγκους συναλλαγών που καταρτίζονται στο πλαίσιο συμπίεσης χαρτοφυλακίου και τη χρονική στιγμή κατά την οποία καταρτίστηκαν εντός των χρονικών ορίων που προσδιορίζονται στο άρθρο 10.

3.   Οι επιχειρήσεις επενδύσεων και οι διαχειριστές αγοράς που παρέχουν συμπίεση χαρτοφυλακίου διατηρούν πλήρες και ακριβές αρχείο με όλες τις συμπιέσεις χαρτοφυλακίου που διενεργούν ή στις οποίες συμμετέχουν. Το αρχείο αυτό τίθεται αμέσως στη διάθεση της σχετικής αρμόδιας αρχής ή της ΕΑΚΑΑ, κατόπιν αιτήματος τους.

4.   Η Επιτροπή μπορεί, με κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 50, να θεσπίζει μέτρα με τα οποία προσδιορίζονται τα εξής:

α)

τα στοιχεία της συμπίεσης χαρτοφυλακίου·

β)

τις πληροφορίες που πρέπει να δημοσιοποιούνται βάσει της παραγράφου 2,

με τέτοιο τρόπο ώστε να αξιοποιούνται όσο το δυνατόν περισσότερο οι απαιτήσεις τήρησης μητρώων, υποβολής αναφορών ή δημοσίευσης.

Άρθρο 32

Διαδικασία σχετική με την υποχρέωση διαπραγμάτευσης

1.   Η ΕΑΚΑΑ εκπονεί σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για να καθορίσει τα εξής:

α)

ποια από τις κατηγορίες παραγώγων που έχουν χαρακτηριστεί ως υποκείμενες στην υποχρέωση εκκαθάρισης σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφοι 2 και 4 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 ή ποιο σχετικό υποσύνολο αυτής θα αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης στους τόπους διαπραγμάτευσης που αναφέρονται στο άρθρο 28 παράγραφος 1 του παρόντος κανονισμού·

β)

την ημερομηνία ή τις ημερομηνίες από την οποία αρχίζει να ισχύει η υποχρέωση διαπραγμάτευσης, συμπεριλαμβανομένης ενδεχόμενης μεταβατικής περιόδου, και τις κατηγορίες αντισυμβαλλομένων για τους οποίους ισχύει η υποχρέωση όταν στα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα του άρθρου 5 παράγραφος 2 στοιχείο β) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 προβλέπονται τέτοια μεταβατική περίοδος και τέτοιες κατηγορίες αντισυμβαλλομένων.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή εντός έξι μηνών από την έκδοση των ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 από την Επιτροπή.

Πριν υποβάλει τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων προς έγκριση στην Επιτροπή, η ΕΑΚΑΑ διεξάγει δημόσια διαβούλευση και, εφόσον χρειάζεται, μπορεί να διαβουλευθεί με τις αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

2.   Για να αρχίσει να ισχύει η υποχρέωση διαπραγμάτευσης:

α)

η κατηγορία παραγώγων σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχείο α) ή το σχετικό υποσύνολο αυτής πρέπει να έχει εισαχθεί προς διαπραγμάτευση ή να αποτελεί αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε τουλάχιστον ένα τόπο διαπραγμάτευσης που αναφέρεται στο άρθρο 28 παράγραφος 1 και

β)

πρέπει να υφίσταται επαρκές ενδιαφέρον τρίτων για αγορά και πώληση για την κατηγορία αυτή των παραγώγων ή το σχετικό υποσύνολο της ούτως ώστε η εν λόγω κατηγορία παραγώγων να θεωρείται ότι έχει επαρκή ρευστότητα για να αποτελέσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης μόνο στους τόπους διαπραγμάτευσης που αναφέρονται στο άρθρο 28 παράγραφος 1.

3.   Κατά την εκπόνηση των σχεδίων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η ΕΑΚΑΑ κρίνει την επάρκεια της ρευστότητας της κατηγορίας παραγώγων ή του σχετικού υποσυνόλου αυτής βάσει των ακόλουθων κριτηρίων:

α)

τη μέση συχνότητα και το μέσο μέγεθος συναλλαγών υπό διαφορετικές συνθήκες αγοράς, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση και τον κύκλο ζωής των προϊόντων που ανήκουν στην κατηγορία των παραγώγων·

β)

τον αριθμό και το είδος των ενεργώς συμμετεχόντων στην αγορά, συμπεριλαμβανομένου του λόγου συμμετεχόντων προς τα προϊόντα/συμβάσεις που διαπραγματεύονται σε συγκεκριμένη αγορά προϊόντων·

γ)

το μέσο μέγεθος ανοίγματος τιμών.

Κατά την εκπόνηση των εν λόγω σχεδίων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων, η ΕΑΚΑΑ λαμβάνει υπόψη τις αναμενόμενες επιπτώσεις που μπορεί να έχει η εν λόγω υποχρέωση διαπραγμάτευσης στη ρευστότητα μιας κατηγορίας παραγώγων ή του σχετικού υποσυνόλου αυτής, και στις εμπορικές δραστηριότητες των τελικών χρηστών οι οποίοι δεν αποτελούν χρηματοοικονομικές οντότητες.

Η ΕΑΚΑΑ καθορίζει εάν η κατηγορία παραγώγων ή σχετικό υποσύνολο αυτής έχει επαρκή ρευστότητα για συναλλαγές που δεν υπερβαίνουν ένα συγκεκριμένο μέγεθος.

4.   Η ΕΑΚΑΑ, με δική της πρωτοβουλία, σύμφωνα με τα κριτήρια της παραγράφου 2 και μετά από δημόσια διαβούλευση, εντοπίζει και γνωστοποιεί στην Επιτροπή τις κατηγορίες παραγώγων ή τα μεμονωμένα συμβόλαια παραγώγων που θα έπρεπε να υπόκεινται στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης στους τόπους διαπραγμάτευσης που αναφέρονται στο άρθρο 28 παράγραφος 1, αλλά για τα οποία κανένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δεν έχει ακόμη λάβει άδεια βάσει του άρθρου 14 ή 15 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 ή τα οποία δεν είναι εισηγμένα προς διαπραγμάτευση ούτε αποτελούν αντικείμενο διαπραγματεύσεων σε τόπο διαπραγμάτευσης που αναφέρεται στο άρθρο 28 παράγραφος 1.

Μετά από τη γνωστοποίηση της ΕΑΚΑΑ που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, η Επιτροπή μπορεί να δημοσιεύσει πρόσκληση διαμόρφωσης προτάσεων για τη διαπραγμάτευση των εν λόγω παραγώγων στους τόπους διαπραγμάτευσης που αναφέρονται στο άρθρο 28 παράγραφος 1.

5.   Η ΕΑΚΑΑ, σύμφωνα με την παράγραφο 1, υποβάλλει στην Επιτροπή σχέδιο ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων για την τροποποίηση, αναστολή ή κατάργηση υφιστάμενων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων, όποτε υπάρχει ουσιώδης μεταβολή στα κριτήρια της παραγράφου 2. Προηγουμένως, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να διαβουλεύεται, εφόσον χρειάζεται, με τις αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

6.   Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων με τα οποία εξειδικεύονται τα κριτήρια της παραγράφου 2 στοιχείο β).

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει σχέδια για τα εν λόγω ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα στην Επιτροπή έως τις 3 Ιουλίου 2015.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2012.

Άρθρο 33

Μηχανισμοί για την αποφυγή αλληλεπικαλυπτόμενων ή αλληλοσυγκρουόμενων κανόνων

1.   Η ΕΑΚΑΑ συνδράμει την Επιτροπή στην παρακολούθηση και την υποβολή εκθέσεων, σε ετήσια βάση τουλάχιστον, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή διεθνώς των αρχών που ορίζονται στα άρθρα 28 και 29, ιδίως όσον αφορά τυχόν αλληλεπικαλυπτόμενες ή αλληλοσυγκρουόμενες απαιτήσεις για τους συμμετέχοντες στην αγορά, και υποβάλλουν συστάσεις για ενδεχόμενες ενέργειες.

2.   Η Επιτροπή δύναται να εκδίδει εκτελεστικές πράξεις με τις οποίες δηλώνει ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις καθώς και οι ρυθμίσεις εξασφάλισης της τήρησης της νομοθεσίας της οικείας τρίτης χώρας:

α)

είναι ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που προκύπτουν από τα άρθρα 28 και 29·

β)

εξασφαλίζουν προστασία του επαγγελματικού απορρήτου ισοδύναμη προς αυτή που ρυθμίζει ο παρών κανονισμός·

γ)

εφαρμόζονται και επιβάλλονται αποτελεσματικά και με ισότιμο και μη στρεβλωτικό τρόπο ώστε να εξασφαλίζουν την αποτελεσματική εποπτεία και τήρηση των κανόνων στην εν λόγω τρίτη χώρα.

Οι εν λόγω εκτελεστικές πράξεις θεσπίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 51.

3.   Η εκτελεστική πράξη περί ισοδυναμίας, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην παράγραφο 2, έχει ως αποτέλεσμα οι αντισυμβαλλόμενοι που προβαίνουν σε συναλλαγή η οποία υπόκειται στον παρόντα κανονισμό να νοούνται πως έχουν εκπληρώσει την υποχρέωση των άρθρων 28 και 29 όταν ένας τουλάχιστον αντισυμβαλλόμενος είναι εγκατεστημένος στην εν λόγω τρίτη χώρα και οι αντισυμβαλλόμενοι πληρούν τις νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις και τις ρυθμίσεις εξασφάλισης της τήρησης της οικείας τρίτης χώρας.

4.   Η Επιτροπή, σε συνεργασία με την ΕΑΚΑΑ, παρακολουθεί την αποτελεσματική εφαρμογή των ισοδύναμων απαιτήσεων προς αυτές των άρθρων 28 και 29 εκ μέρους τρίτων χωρών, για τις οποίες έχει εκδοθεί εκτελεστική πράξη περί ισοδυναμίας, και υποβάλλει τακτικά, τουλάχιστον σε ετήσια βάση, έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

Εντός 30 ημερολογιακών ημερών από την παρουσίαση της έκθεσης εφόσον η έκθεση διαπιστώσει σημαντικό έλλειμμα ή ασυνέπεια στην εφαρμογή των ισοδύναμων απαιτήσεων από τις αρχές τρίτης χώρας, η Επιτροπή παύει να αναγνωρίζει ως ισοδύναμο το νομικό πλαίσιο της περί ης ο λόγος τρίτης χώρας. Σε περίπτωση που αποσυρθεί εκτελεστική πράξη περί ισοδυναμίας, οι συναλλαγές των αντισυμβαλλομένων υπόκεινται εκ νέου αυτομάτως σε όλες τις απαιτήσεις των άρθρων 28 και 29 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 34

Μητρώο παραγώγων που υπόκεινται στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης

Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει και τηρεί στον ιστότοπό της μητρώο στο οποίο αναφέρονται, με εξαντλητικό και ισοδύναμο τρόπο, τα παράγωγα που υπόκεινται στην υποχρέωση διαπραγμάτευσης στους τόπους που αναφέρονται στο άρθρο 28 παράγραφος 1, οι τόποι διαπραγμάτευσης στους οποίους είναι εισηγμένα προς διαπραγμάτευση ή αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης και οι ημερομηνίες από τις οποίες αρχίζει να ισχύει η υποχρέωση.

ΤΙΤΛΟΣ VI

ΜΗ ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΗ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΤΩΝ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΩΝ ΜΕΣΩΝ ΣΤΗΝ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ

Άρθρο 35

Μη διακριτική πρόσβαση σε CCP

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, ένας CCP δέχεται να εκκαθαρίζει χρηματοπιστωτικά μέσα, χωρίς διακρίσεις και με διαφάνεια, μεταξύ άλλων και αναφορικά με τις απαιτήσεις παροχής ασφάλειας και τις χρεώσεις για την παροχή πρόσβασης, ανεξαρτήτως του τόπου διαπραγμάτευσης στον οποίο εκτελείται μια συναλλαγή. Αυτό ειδικότερα διασφαλίζει ότι ένας τόπος διαπραγμάτευσης έχει το δικαίωμα μη διακριτικής μεταχείρισης των συμβολαίων που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε αυτό τον τόπο διαπραγμάτευσης σε ό,τι αφορά:

α)

τις απαιτήσεις παροχής ασφάλειας και συμψηφισμού οικονομικά ισοδύναμων συμβολαίων, όταν η ένταξη τέτοιων συμβολαίων στις διαδικασίες εκκαθαριστικού και λοιπών ειδών συμψηφισμού ενός CCP με βάση το ισχύον δίκαιο περί αφερεγγυότητας δε θέτει σε κίνδυνο την ομαλή και εύρυθμη λειτουργία, την εγκυρότητα ή την εξασφάλιση της ολοκλήρωσης τέτοιων διαδικασιών· και

β)

του συνυπολογισμού περιθωρίων ασφάλειας μεταξύ συσχετιζόμενων συμβολαίων (cross-margining) που εκκαθαρίζονται από τον ίδιο CCP βάσει μοντέλου κινδύνου που είναι σύμφωνο με το άρθρο 41 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

Ένας CCP μπορεί να απαιτεί ο τόπος διαπραγμάτευσης να συμμορφώνεται με λειτουργικές και τεχνικές απαιτήσεις που έχει θεσπίσει, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων περί διαχείρισης κινδύνου. Η απαίτηση της παρούσης παραγράφου δεν εφαρμόζεται σε συμβόλαια παραγώγων που υπόκεινται ήδη στις υποχρεώσεις πρόσβασης δυνάμει του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

Ένας κεντρικός αντισυμβαλλόμενος δεν δεσμεύεται από το παρόν άρθρο εφόσον έχει στενούς δεσμούς με τόπο διαπραγμάτευσης που έχει καταθέσει κοινοποίηση δυνάμει του άρθρου 36 παράγραφος 5.

2.   Η αίτηση πρόσβασης σε CCP ενός τόπου διαπραγμάτευσης υποβάλλεται επίσημα στον CCP, στην αντίστοιχη αρμόδια αρχή και στην αρμόδια αρχή του τόπου διαπραγμάτευσης. Στην αίτηση διευκρινίζονται οι κατηγορίες χρηματοπιστωτικών μέσων για τις οποίες ζητείται πρόσβαση.

3.   Ο CCP απαντά εγγράφως στον τόπο διαπραγμάτευσης εντός τριών μηνών στην περίπτωση κινητών αξιών και μέσων χρηματαγοράς και εντός έξι μηνών στην περίπτωση χρηματιστηριακών παραγώγων, είτε επιτρέποντας την πρόσβαση, υπό τον όρο ότι η αντίστοιχη αρμόδια αρχή έχει χορηγήσει άδεια πρόσβασης σύμφωνα με την παράγραφο 4, είτε αρνούμενος την πρόσβαση. Ο CCP μπορεί να απορρίψει αίτηση πρόσβασης μόνο υπό τους όρους της παραγράφου 6 στοιχείο α). Εάν ο CCP αρνηθεί την πρόσβαση, παρέχει πλήρη αιτιολόγηση στην απάντησή του και ενημερώνει την αρμόδια αρχή του εγγράφως για την απόφασή του. Όταν ο τόπος διαπραγμάτευσης είναι εγκατεστημένος σε διαφορετικό κράτος μέλος από τον CCP, ο CCP παρέχει επίσης την εν λόγω κοινοποίηση και αιτιολόγηση στην αρμόδια αρχή του τόπου διαπραγμάτευσης. Ο CCP καθιστά δυνατή την πρόσβαση εντός τριών μηνών από την παροχή θετικής απάντησης στην αίτηση πρόσβασης.

4.   Η αρμόδια αρχή του CCP ή του τόπου διαπραγμάτευσης χορηγεί σε τόπο διαπραγμάτευσης άδεια πρόσβασης σε CCP μόνο εάν η εν λόγω πρόσβαση:

α)

δεν απαιτεί ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας, στην περίπτωση των παραγώγων που δεν είναι εξωχρηματιστηριακά παράγωγα δυνάμει του άρθρου 2 σημείο 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, ή

β)

δεν απειλεί την ομαλή και εύρυθμη λειτουργία των αγορών, ιδίως λόγω κατακερματισμού της ρευστότητας ή δεν επηρεάζει αρνητικά τον συστημικό κίνδυνο.

Καμία διάταξη του στοιχείου α) του πρώτου εδαφίου δεν αποτρέπει τη χορήγηση άδειας πρόσβασης εφόσον η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 2 απαιτεί διαλειτουργικότητα και ο τόπος διαπραγμάτευσης και όλοι οι CCP που συμμετέχουν στις προτεινόμενες ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας έχουν δώσει τη συγκατάθεσή τους για τις ρυθμίσεις και οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται ο υπάρχων CCP και οι οποίοι προκύπτουν από θέσεις που εκκαθαρίζονται μεταξύ CCP καλύπτονται με την παροχή ασφάλειας σε τρίτο.

Στην περίπτωση που η ανάγκη ύπαρξης ρυθμίσεων διαλειτουργικότητας αποτελεί τον λόγο ή έναν από τους λόγους για απόρριψη αίτησης, ο τόπος διαπραγμάτευσης ειδοποιεί το CCP και ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ για τους υπόλοιπους CCP που έχουν πρόσβαση στον τόπο διαπραγμάτευσης και η ΕΑΚΑΑ δημοσιοποιεί τις πληροφορίες αυτές ούτως ώστε οι επιχειρήσεις επενδύσεων να έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν να ασκήσουν τα δικαιώματά τους δυνάμει του άρθρου 37 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, σε σχέση με τους εν λόγω CCP προκειμένου να διευκολύνεται η χρήση εναλλακτικών ρυθμίσεων πρόσβασης.

Εάν η αρμόδια αρχή αρνηθεί τη χορήγηση άδειας πρόσβασης, εκδίδει την απόφασή της εντός δύο μηνών από την παραλαβή της αίτησης που αναφέρεται στην παράγραφο 2 και παρέχει πλήρη αιτιολόγηση, στην άλλη αρμόδια αρχή, στον CCP και στον τόπο διαπραγμάτευσης, συμπεριλαμβάνοντας τα δεδομένα στα οποία βασίζεται η απόφαση.

5.   Όσον αφορά τις κινητές αξίες και τα μέσα χρηματαγοράς, ένας νεοσυσταθείς CCP, ο οποίος, εντός της τριετούς περιόδου που προηγείται της 2ας Ιουλίου 2014, έχει συσταθεί και είτε έχει λάβει άδεια ως CCP, όπως ορίζεται στο άρθρο 2 σημείο 1 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, να εκκαθαρίζει βάσει του άρθρου 17 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 είτε έχει αναγνωρισθεί σύμφωνα με το άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 είτε έχει λάβει άδεια βάσει προϋπάρχοντος εθνικού καθεστώτος χορήγησης αδειών, δύναται, πριν από τις 3 Ιανουαρίου 2017, να ζητήσει από την οικεία αρμόδια αρχή του άδεια να επωφεληθεί μεταβατικών ρυθμίσεων. Η αρμόδια αρχή μπορεί να αποφασίσει ότι το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται για τον CCP όσον αφορά τις κινητές αξίες και τα μέσα χρηματαγοράς, για μεταβατική περίοδο έως τις 3 Ιουλίου 2019.

Εφόσον εγκριθεί μεταβατική περίοδος, ο CCP δεν δύναται να επωφεληθεί από τα δικαιώματα πρόσβασης σύμφωνα με το άρθρο 36 ή το παρόν άρθρο σε σχέση με κινητές αξίες και μέσα χρηματαγοράς κατά τη διάρκεια της εν λόγω μεταβατικής περιόδου. Οσάκις εγκρίνεται μεταβατική περίοδος, η αρμόδια αρχή το κοινοποιεί στα μέλη του σώματος των αρμοδίων αρχών για τον CCP και την ΕΑΚΑΑ. Η ΕΑΚΑΑ δημοσιοποιεί κατάλογο όλων των κοινοποιήσεων που λαμβάνει.

Όταν ένας CCP για τον οποίο έχει εγκριθεί μεταβατική ρύθμιση βάσει της παρούσης παραγράφου συνδέεται με στενούς δεσμούς με έναν ή περισσότερους τόπους διαπραγμάτευσης, οι εν λόγω τόποι διαπραγμάτευσης δεν δύνανται να επωφελούνται από τα δικαιώματα πρόσβασης σύμφωνα με το άρθρο 36 ή το παρόν άρθρο σε σχέση με κινητές αξίες και μέσα χρηματαγοράς κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου.

Ένας CCP που έχει λάβει άδεια εντός της τριετούς περιόδου που προηγείται της έναρξης ισχύος, αλλά προέκυψε μέσω συγχώνευσης ή εξαγοράς με τουλάχιστον έναν CCP ο οποίος έχει λάβει άδεια πριν από την περίοδο αυτήν, δεν δύναται να υποβάλει αίτηση για τις μεταβατικές ρυθμίσεις βάσει της παρούσης παραγράφου.

6.   Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία προσδιορίζονται:

α)

οι συγκεκριμένοι όροι βάσει των οποίων ένας CCP μπορεί να απορρίψει αίτηση για παροχή πρόσβασης, συμπεριλαμβανομένων του αναμενόμενου ύψους των συναλλαγών, του αριθμού και του είδους των χρηστών, των ρυθμίσεων για τη διαχείριση του επιχειρησιακού κινδύνου και της πολυπλοκότητας ή άλλων παραγόντων που δημιουργούν σημαντικούς αδικαιολόγητους κινδύνους,

β)

οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες πρέπει να επιτρέπεται η πρόσβαση από CCP, συμπεριλαμβανομένης της εμπιστευτικότητας των παρεχόμενων πληροφοριών σχετικά με χρηματοπιστωτικά μέσα κατά τη φάση ανάπτυξης, της απουσίας διακρίσεων και της διαφάνειας σχετικά με τις χρεώσεις εκκαθάρισης, τις απαιτήσεις ασφάλειας και τις λειτουργικές απαιτήσεις σχετικά με τον καθορισμό περιθωρίων ασφάλειας,

γ)

οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες η χορήγηση άδειας πρόσβασης θα απειλήσει την ομαλή και εύρυθμη λειτουργία των αγορών ή θα επηρεάσει αρνητικά το συστημικό κίνδυνο,

δ)

η διαδικασία υποβολής κοινοποίησης σύμφωνα με την παράγραφο 5,

ε)

οι όροι μη διακριτικής μεταχείρισης σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται συμβόλαια που διαπραγματεύονται σε αυτόν τον τόπο διαπραγμάτευσης από την άποψη των απαιτήσεων ασφάλειας και συμψηφισμού οικονομικά ισοδύναμων συμβολαίων και συνυπολογισμού περιθωρίων ασφάλειας μεταξύ συσχετιζόμενων συμβολαίων (cross-margining) που εκκαθαρίζονται από τον ίδιο CCP.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις 3 Ιουλίου 2015.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να θεσπίζει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Άρθρο 36

Μη διακριτική πρόσβαση σε τόπους διαπραγμάτευσης

1.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, ένας τόπος διαπραγμάτευσης παρέχει πρόσβαση σε πληροφορίες συναλλαγών, χωρίς διακρίσεις και με διαφάνεια, μεταξύ άλλων και αναφορικά με τις σχετικές με την πρόσβαση χρεώσεις, κατόπιν αιτήσεως σε κάθε CCP που έχει λάβει άδεια λειτουργίας ή έχει αναγνωρισθεί βάσει του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 και ο οποίος επιθυμεί να εκκαθαρίζει συναλλαγές σε χρηματοπιστωτικά μέσα που έχουν συναφθεί στον εν λόγω τόπο διαπραγμάτευσης. Η απαίτηση αυτή δεν εφαρμόζεται σε συμβόλαια παραγώγων που υπόκεινται ήδη στις υποχρεώσεις πρόσβασης δυνάμει του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

Ένας τόπος διαπραγμάτευσης δεν δεσμεύεται από το παρόν άρθρο εάν συνδέεται με στενούς δεσμούς με CCP που έχει κοινοποιήσει την πρόθεση του να επωφεληθεί των μεταβατικών ρυθμίσεων δυνάμει του άρθρου 35 παράγραφος 5.

2.   Η αίτηση πρόσβασης σε τόπο διαπραγμάτευσης από CCP υποβάλλεται επίσημα στον τόπο διαπραγμάτευσης, στην αντίστοιχη αρμόδια αρχή και στην αρμόδια αρχή του CCP.

3.   Ο τόπος διαπραγμάτευσης απαντά εγγράφως στον CCP εντός τριών μηνών στην περίπτωση κινητών αξιών και μέσων χρηματαγοράς και εντός έξι μηνών στην περίπτωση χρηματιστηριακών παραγώγων, είτε επιτρέποντας την πρόσβαση, υπό τον όρο ότι η αντίστοιχη αρμόδια αρχή έχει χορηγήσει άδεια πρόσβασης σύμφωνα με την παράγραφο 4, είτε αρνούμενος την πρόσβαση. Ο τόπος διαπραγμάτευσης μπορεί να αρνηθεί την πρόσβαση μόνο υπό τους όρους της παραγράφου 6 στοιχείο α). Εάν ο τόπος διαπραγμάτευσης αρνηθεί την πρόσβαση, παρέχει πλήρη αιτιολόγηση στην απάντησή του και ενημερώνει την οικεία αρμόδια αρχή εγγράφως για την απόφασή του. Όταν ο CCP είναι εγκατεστημένος σε διαφορετικό κράτος μέλος από τον τόπο διαπραγμάτευσης, ο τελευταίος παρέχει επίσης την εν λόγω κοινοποίηση και αιτιολόγηση στην αρμόδια αρχή του CCP. Ο τόπος διαπραγμάτευσης καθιστά δυνατή την πρόσβαση εντός τριών μηνών από την παροχή θετικής απάντησης στην αίτηση πρόσβασης.

4.   Η αρμόδια αρχή του τόπου διαπραγμάτευσης ή του CCP χορηγεί στον CCP άδεια πρόσβασης σε τόπο διαπραγμάτευσης μόνο εάν η εν λόγω πρόσβαση:

α)

δεν απαιτεί ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας, στην περίπτωση παραγώγων που δεν είναι εξωχρηματιστηριακά παράγωγα δυνάμει του άρθρου 2 σημείο 7 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, ή

β)

δεν απειλεί την ομαλή και εύρυθμη λειτουργία των αγορών, ιδίως λόγω κατακερματισμού της ρευστότητας και ο τόπος διαπραγμάτευσης έχει εγκαταστήσει κατάλληλους μηχανισμούς για την αποτροπή του κατακερματισμού αυτού ή δεν επηρεάζει αρνητικά τον συστημικό κίνδυνο.

Το στοιχείο α) του πρώτου εδαφίου δεν αποτρέπει τη χορήγηση άδειας πρόσβασης στην περίπτωση όπου η αίτηση όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2 απαιτεί διαλειτουργικότητα και ο τόπος διαπραγμάτευσης και όλοι οι CCP που συμμετέχουν στις προτεινόμενες ρυθμίσεις διαλειτουργικότητας έχουν δώσει τη συγκατάθεσή τους για τις ρυθμίσεις και οι κίνδυνοι στους οποίους εκτίθεται ο υπάρχων CCP και οι οποίοι προκύπτουν από θέσεις που εκκαθαρίζονται μεταξύ CCP καλύπτονται με την παροχή ασφάλειας σε τρίτο.

Στην περίπτωση όπου η ανάγκη ύπαρξης ρυθμίσεων διαλειτουργικότητας αποτελεί τον λόγο ή ένα από τους λόγους για απόρριψη αίτησης, ο τόπος διαπραγμάτευσης ειδοποιεί το CCP και ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ για τους υπόλοιπους CCP που έχουν πρόσβαση σε αυτόν και η ΕΑΚΑΑ δημοσιοποιεί τις πληροφορίες αυτές ούτως ώστε οι επιχειρήσεις επενδύσεων να έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν να ασκήσουν τα δικαιώματά τους δυνάμει του άρθρου 37 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, σε σχέση με τους εν λόγω CCP προκειμένου να διευκολύνεται η εφαρμογή εναλλακτικών ρυθμίσεων πρόσβασης.

Εάν η αρμόδια αρχή αρνηθεί τη χορήγηση άδειας πρόσβασης, εκδίδει την απόφασή της εντός δύο μηνών από την παραλαβή της αίτησης που αναφέρεται στην παράγραφο 2 και παρέχει πλήρη αιτιολόγηση, στην άλλη αρμόδια αρχή, στον τόπο διαπραγμάτευσης και στον CCP, συμπεριλαμβάνοντας τα δεδομένα στα οποία βασίζεται η απόφασή της.

5.   Όσον αφορά τα χρηματιστηριακά παράγωγα, ένας τόπος διαπραγμάτευσης ο οποίος δεν υπερβαίνει το σχετικό όριο κατά το ημερολογιακό έτος που προηγείται της έναρξης εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, δύναται, πριν από τη θέση σε εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, να ενημερώσει την ΕΑΚΑΑ και την αρμόδια αρχή του ότι δεν επιθυμεί να υπόκειται στην υποχρέωση του παρόντος άρθρου όσον αφορά τα χρηματιστηριακά παράγωγα που περιλαμβάνονται σε αυτό το όριο, για περίοδο 30 μηνών από την εφαρμογή του εν λόγω κανονισμού. Τόπος διαπραγμάτευσης που παραμένει κάτω από το σχετικό όριο για κάθε έτος της εν λόγω, ή οποιασδήποτε περαιτέρω, 30μηνης περιόδου δύναται, στη λήξη της περιόδου, να ενημερώνει την ΕΑΚΑΑ και την αρμόδια αρχή της ότι επιθυμεί να εξακολουθήσει να μην υπόκειται στην υποχρέωση του παρόντος άρθρου για επιπλέον 30 μήνες. Δοθείσας της κοινοποίησης, ο τόπος διαπραγμάτευσης δεν δύναται να επωφελείται των δικαιωμάτων πρόσβασης βάσει του άρθρου 35 ή του παρόντος άρθρου για χρηματιστηριακά παράγωγα που περιλαμβάνονται στο σχετικό κατώτατο όριο, κατά τη διάρκεια της απαλλαγής του από την υποχρέωση. Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει κατάλογο όλων των κοινοποιήσεων που λαμβάνει.

Το σχετικό όριο για την απαλλαγή είναι ετήσια ονομαστική αξία συναλλαγών ύψους 1 000 000 εκατ. EUR. Η ονομαστική αξία συναλλαγών είναι μονού υπολογισμού και περιλαμβάνει όλες τις συναλλαγές σε χρηματιστηριακά παράγωγα που καταρτίζονται σύμφωνα με τους κανόνες του τόπου διαπραγμάτευσης.

Στην περίπτωση όπου ένας τόπος διαπραγμάτευσης αποτελεί μέρος ομίλου εταιρειών που συνδέονται με στενούς δεσμούς, το όριο υπολογίζεται επί της συνολικής ετήσιας ονομαστικής αξίας συναλλαγών που καταρτίστηκαν σε όλους τους τόπους διαπραγμάτευσης του ομίλου που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση.

Στην περίπτωση όπου τόπος διαπραγμάτευσης που έχει προβεί σε κοινοποίηση βάσει της παρούσης παραγράφου συνδέεται με στενούς δεσμούς με έναν ή περισσότερους CCP, οι εν λόγω CCP δεν δύνανται να επωφελούνται των δικαιωμάτων πρόσβασης σύμφωνα με το άρθρο 35 ή το παρόν άρθρο για τα χρηματιστηριακά παράγωγα η ονομαστική αξία συναλλαγών των οποίων δεν υπερβαίνει το όριο κατά τη διάρκεια της απαλλαγής από την υποχρέωση.

6.   Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία προσδιορίζονται:

α)

οι συγκεκριμένοι όροι βάσει των οποίων ο τόπος διαπραγμάτευσης μπορεί να αρνηθεί πρόσβαση, συμπεριλαμβανομένων των όρων που βασίζονται στο αναμενόμενο ύψος των συναλλαγών, τον αριθμό των χρηστών, των ρυθμίσεων για τη διαχείριση του επιχειρησιακού κινδύνου και της πολυπλοκότητας ή άλλων παραγόντων που δημιουργούν σημαντικούς αδικαιολόγητους κινδύνους·

β)

οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες πρέπει να χορηγείται πρόσβαση, συμπεριλαμβανομένης της εμπιστευτικότητας των παρεχόμενων πληροφοριών σχετικά με χρηματοπιστωτικά μέσα κατά τη φάση ανάπτυξης, της απουσίας διακρίσεων και της διαφάνειας σχετικά με τις χρεώσεις για την παροχή πρόσβασης·

γ)

οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες η χορήγηση πρόσβασης θα απειλήσει την ομαλή και εύρυθμη λειτουργία των αγορών ή επηρεάζει αρνητικά τον συστημικό κίνδυνο·

δ)

τη διαδικασία για την υποβολή κοινοποίησης σύμφωνα με την παράγραφο 5, συμπεριλαμβανομένων των περαιτέρω προδιαγραφών υπολογισμού της ονομαστικής αξίας συναλλαγών και της μεθόδου με την οποία η ΕΑΚΑΑ μπορεί να επαληθεύσει τον υπολογισμό της εν λόγω αξίας και να εγκρίνει την απαλλαγή.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις 3 Ιουλίου 2015.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Άρθρο 37

Μη διακριτική πρόσβαση σε δείκτες αναφοράς και υποχρέωση παροχής άδειας χρήσης δεικτών αναφοράς

1.   Στην περίπτωση όπου η αξία ενός χρηματοπιστωτικού μέσου υπολογίζεται βάσει δείκτη αναφοράς, τα πρόσωπα που διαθέτουν ιδιοκτησιακά δικαιώματα επί του δείκτη αναφοράς διασφαλίζουν ότι επιτρέπεται στους CCP και στους τόπους διαπραγμάτευσης, για τους σκοπούς της διαπραγμάτευσης και της εκκαθάρισης, μη διακριτική πρόσβαση:

α)

στις σχετικές ροές τιμών και δεδομένων, καθώς και στις πληροφορίες σχετικά με τη σύνθεση, τη μεθοδολογία και τον καθορισμό τιμών του εν λόγω δείκτη αναφοράς για τους σκοπούς της εκκαθάρισης και της διαπραγμάτευσης, και

β)

στις άδειες χρήσης.

Άδεια, συμπεριλαμβανομένης πρόσβασης σε πληροφορίες, χορηγείται με δίκαιο, εύλογο και μη διακριτικό τρόπο εντός τριών μηνών από την αίτηση ενός CCP ή ενός τόπου διαπραγμάτευσης.

Πρόσβαση παρέχεται σε λογική εμπορική τιμή λαμβάνοντας υπόψη την τιμή στην οποία παρέχεται πρόσβαση στο δείκτη αναφοράς ή στην οποία χορηγείται άδεια χρήσης δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας με ισοδύναμους όρους σε άλλον CCP, τόπους διαπραγμάτευσης ή άλλα σχετιζόμενα πρόσωπα για σκοπούς εκκαθάρισης και διαπραγμάτευσης. Διαφορετικές τιμές είναι δυνατόν να χρεώνονται σε διαφορετικούς CCP, τόπους διαπραγμάτευσης ή οποιαδήποτε σχετιζόμενα πρόσωπα μόνον όταν αυτό δικαιολογείται αντικειμενικά ως προς εύλογους εμπορικούς όρους, όπως η ποσότητα, ο σκοπός ή το πεδίο της ζητούμενης χρήσης.

2.   Στην περίπτωση όπου ένας νέος δείκτης αναφοράς αναπτυχθεί μετά τις 3 Ιανουαρίου 2017, η υποχρέωση χορήγησης άδειας χρήσης αρχίζει να ισχύει όχι αργότερα από 30 μήνες αφότου ένα χρηματοπιστωτικό μέσο που αναφέρεται σε αυτόν τον δείκτη αναφοράς έχει αρχίσει να τελεί υπό διαπραγμάτευση ή έχει εισαχθεί προς διαπραγμάτευση. Στην περίπτωση όπου πρόσωπο με ιδιοκτησιακά δικαιώματα επί νέου δείκτη αναφοράς κατέχει υπάρχοντα δείκτη αναφοράς, το εν λόγω πρόσωπο εξασφαλίζει ότι, σε σύγκριση με οποιοδήποτε τέτοιο υπάρχοντα δείκτη αναφοράς, ο νέος δείκτης αναφοράς πληροί σωρευτικά τα ακόλουθα κριτήρια:

α)

ο νέος δείκτης αναφοράς δεν είναι απλή αντιγραφή ή προσαρμογή οποιουδήποτε υπάρχοντος δείκτη αναφοράς και η μεθοδολογία, συμπεριλαμβανομένων των υποκείμενων δεδομένων, του νέου δείκτη αναφοράς διαφέρει ουσιαστικά από οποιοδήποτε υπάρχον δείκτη αναφοράς· και

β)

ο νέος δείκτης αναφοράς δεν αποτελεί υποκατάστατο οποιουδήποτε υπάρχοντος δείκτη αναφοράς.

Η παρούσα παράγραφος εφαρμόζεται με την επιφύλαξη της εφαρμογής των κανόνων περί ανταγωνισμού και, ειδικότερα, των άρθρων 101 και 102 ΣΛΕΕ.

3.   Οι CCP, οι τόποι διαπραγμάτευσης ή άλλα σχετιζόμενα πρόσωπα δεν δύνανται να συνάπτουν συμφωνία με οποιονδήποτε πάροχο δείκτη αναφοράς, αποτέλεσμα της οποίας θα ήταν:

α)

να αποκλείεται η πρόσβαση οποιουδήποτε άλλου CCP ή τόπου διαπραγμάτευσης στις πληροφορίες ή στα δικαιώματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1· ή

β)

να αποκλείεται η πρόσβαση οποιουδήποτε άλλου CCP ή τόπου διαπραγμάτευσης στην άδεια χρήσης που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

4.   Η ΕΑΚΑΑ καταρτίζει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στα οποία προσδιορίζονται:

α)

οι πληροφορίες που πρέπει να καθίστανται διαθέσιμες μέσω αδείας βάσει της παραγράφου 1 στοιχείο α), προς αποκλειστική χρήση του CCP ή του τόπου διαπραγμάτευσης·

β)

άλλες προϋποθέσεις υπό τις οποίες χορηγείται πρόσβαση, συμπεριλαμβανομένης της εμπιστευτικότητας των παρεχόμενων πληροφοριών·

γ)

τις προδιαγραφές που καθορίζουν πώς μπορεί να αποδειχθεί ότι ένας δείκτης αναφοράς είναι νέος σύμφωνα με την παράγραφο 2 στοιχεία α) και β).

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή μέχρι τις 3 Ιουλίου 2015.

Ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία να θεσπίζει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που προβλέπονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Άρθρο 38

Πρόσβαση για CCP και τόπους διαπραγμάτευσης τρίτων χωρών

1.   Τόπος διαπραγμάτευσης εγκατεστημένος σε τρίτη χώρα μπορεί να αιτείται πρόσβαση σε CCP εγκατεστημένο στην Ένωση, μόνον εάν η Επιτροπή έχει εκδώσει απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 4 για την εν λόγω τρίτη χώρα. Ένας CCP εγκατεστημένος σε τρίτη χώρα μπορεί να αιτείται πρόσβαση σε τόπο διαπραγμάτευσης της Ένωσης, υπό την προϋπόθεση ότι ο εν λόγω CCP αναγνωρίζεται δυνάμει του άρθρου 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012. CCP και τόποι διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένοι σε τρίτες χώρες επιτρέπεται να χρησιμοποιούν τα δικαιώματα πρόσβασης των άρθρων 35 έως 36 μόνο εφόσον η Επιτροπή έχει εκδώσει απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 3, με την οποία αποφαίνεται ότι το νομικό και εποπτικό πλαίσιο τρίτης χώρας παρέχει ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα που επιτρέπει σε CCP και τόπους διαπραγμάτευσης αδειοδοτημένους από αλλοδαπά καθεστώτα την πρόσβαση σε CCP και τόπους διαπραγμάτευσης εγκατεστημένους στην εν λόγω τρίτη χώρα.

2.   CCP και τόποι διαπραγμάτευσης εγκατεστημένοι σε τρίτες χώρες μπορούν να αιτούνται άδεια χρήσης και δικαιώματα πρόσβασης σύμφωνα με το άρθρο 37 μόνον εφόσον η Επιτροπή έχει εκδώσει απόφαση σύμφωνα με την παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, στην οποία αποφαίνεται ότι το νομικό και εποπτικό πλαίσιο της τρίτης χώρας παρέχει ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα βάσει του οποίου επιτρέπεται σε CCP και τόπους διαπραγμάτευσης αδειοδοτημένους σε αλλοδαπές περιοχές δικαιοδοσίας να έχουν πρόσβαση, με δίκαιο και εύλογο και χωρίς διακρίσεις τρόπο:

α)

στις σχετικές ροές τιμών και δεδομένων, και στις πληροφορίες σχετικά με τη σύνθεση, τη μεθοδολογία και τον καθορισμό τιμών των εν λόγω δεικτών αναφοράς για σκοπούς εκκαθάρισης και διαπραγμάτευσης, και

β)

στις άδειες χρήσης,

από πρόσωπα με ιδιοκτησιακά δικαιώματα επί δεικτών αναφοράς, που είναι εγκατεστημένα στην εν λόγω τρίτη χώρα.

3.   Η Επιτροπή μπορεί, σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 51, να εκδίδει αποφάσεις, με τις οποίες αποφαίνεται ότι το νομικό και εποπτικό πλαίσιο τρίτης χώρας διασφαλίζει ότι ένας τόπος διαπραγμάτευσης και CCP που έχει άδεια λειτουργίας στην εν λόγω τρίτη χώρα συμμορφώνεται με νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες των απαιτήσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου και οι οποίες υπόκεινται σε αποτελεσματική εποπτεία και εφαρμογή στην εν λόγω τρίτη χώρα.

Το νομικό και εποπτικό πλαίσιο μιας τρίτης χώρας θεωρείται ισοδύναμο όταν το εν λόγω πλαίσιο πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

οι τόποι διαπραγμάτευσης της εν λόγω τρίτης χώρας υπόκεινται σε διαδικασία αδειοδότησης και αποτελεσματική εποπτεία και εφαρμογή των υποχρεώσεων σε συνεχή βάση·

β)

προβλέπει ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα που επιτρέπει σε CCP και τόπους διαπραγμάτευσης αδειοδοτημένους από αλλοδαπά καθεστώτα την πρόσβαση σε CCP και τόπους διαπραγμάτευσης εγκατεστημένους στην εν λόγω τρίτη χώρα·

γ)

το νομικό και εποπτικό πλαίσιο της εν λόγω τρίτης χώρας παρέχει ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα βάσει του οποίου επιτρέπεται σε CCP και τόπους διαπραγμάτευσης αδειοδοτημένους σε ξένες περιοχές δικαιοδοσίας να έχουν πρόσβαση, με δίκαιο, εύλογο και χωρίς διακρίσεις τρόπο:

i)

σε σχετικές ροές τιμών και δεδομένων και σε πληροφορίες για τη σύνθεση, τη μεθοδολογία και την τιμολόγηση των δεικτών αναφοράς για τους σκοπούς της εκκαθάρισης και της διαπραγμάτευσης· και

ii)

σε άδειες χρήσης

από πρόσωπα με ιδιοκτησιακά δικαιώματα επί δεικτών αναφοράς, που είναι εγκατεστημένα στην εν λόγω τρίτη χώρα.

ΤΙΤΛΟΣ VII

ΕΠΟΠΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΕ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΚΑΙ ΘΕΣΕΙΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Εποπτεία της αγοράς και παρεμβάσεις σε προϊόντα

Άρθρο 39

Εποπτεία της αγοράς

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, η ΕΑΚΑΑ εποπτεύει την αγορά για χρηματοπιστωτικά μέσα που διατίθενται στην αγορά, διανέμονται ή πωλούνται στην Ένωση.

2.   Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, η ΕΑΤ εποπτεύει την αγορά για δομημένες καταθέσεις που διατίθενται στην αγορά, διανέμονται ή πωλούνται στην Ένωση.

3.   Οι αρμόδιες αρχές εποπτεύουν την αγορά για χρηματοπιστωτικά μέσα και δομημένες καταθέσεις που διατίθενται στην αγορά, διανέμονται ή πωλούνται στην Ένωση στο ή από το κράτος μέλος τους.

Άρθρο 40

Εξουσίες προσωρινής παρέμβασης της ΕΑΚΑΑ

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, η ΕΑΚΑΑ μπορεί, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις των παραγράφων 2 και 3, προσωρινά να απαγορεύσει ή να περιορίσει στην Ένωση:

α)

τη διάθεση στην αγορά, τη διανομή ή την πώληση ορισμένων χρηματοπιστωτικών μέσων ή χρηματοπιστωτικών μέσων με ορισμένα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά· ή

β)

ένα είδος χρηματοοικονομικής δραστηριότητας ή πρακτικής.

Η απαγόρευση ή ο περιορισμός μπορεί να ισχύει σε ορισμένες περιπτώσεις ή να υπόκειται σε εξαιρέσεις που καθορίζονται από την ΕΑΚΑΑ.

2.   Η ΕΑΚΑΑ λαμβάνει αποφάσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1, μόνον εάν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η προτεινόμενη ενέργεια αντιμετωπίζει μια σημαντική ανησυχία για την προστασία των επενδυτών ή μία απειλή για την εύρυθμη λειτουργία και ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή των αγορών βασικών προϊόντων ή για τη σταθερότητα του συνόλου ή μέρους του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης·

β)

οι κανονιστικές απαιτήσεις βάσει της ενωσιακής νομοθεσίας που εφαρμόζεται στο συγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό μέσο ή τη συγκεκριμένη δραστηριότητα δεν αντιμετωπίζουν την απειλή·

γ)

η αρμόδια αρχή ή οι αρμόδιες αρχές δεν έχουν λάβει μέτρα για την αντιμετώπιση της απειλής ή τα μέτρα που έχουν λάβει δεν αντιμετωπίζουν επαρκώς την απειλή.

Όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να επιβάλει την απαγόρευση ή τον περιορισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 σε προληπτική βάση προτού ένα χρηματοπιστωτικό μέσο διατεθεί στην αγορά, διανεμηθεί ή πωληθεί σε πελάτες.

3.   Κατά τη λήψη μέτρων βάσει του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ διασφαλίζει ότι το μέτρο:

α)

δεν έχει αρνητικές επιπτώσεις όσον αφορά την αποτελεσματικότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή τους επενδυτές, δυσανάλογες σε σχέση με τα οφέλη του μέτρου·

β)

δεν δημιουργεί τον κίνδυνο καταχρηστικής επιλογής του ευνοϊκότερου καθεστώτος εποπτείας, και

γ)

έχει ληφθεί μετά από διαβούλευση με τους δημόσιους φορείς που είναι αρμόδιοι για την επίβλεψη, τη διοίκηση και τη ρύθμιση των φυσικών γεωργικών αγορών βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007, εφόσον το μέτρο αφορά παράγωγα επί βασικών γεωργικών προϊόντων.

Όταν μια αρμόδια αρχή ή αρμόδιες αρχές έχουν λάβει μέτρα βάσει του άρθρου 42, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να λάβει οποιοδήποτε από τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, χωρίς να εκδώσει τη γνωμοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 43.

4.   Πριν αποφασίσει τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου βάσει του παρόντος άρθρου, η ΕΑΚΑΑ γνωστοποιεί στις αρμόδιες αρχές το μέτρο που προτείνει να ληφθεί.

5.   Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει στον ιστότοπό της ανακοίνωση σχετικά με κάθε απόφαση για τη λήψη μέτρων βάσει του παρόντος άρθρου. Στην ανακοίνωση αναφέρονται οι λεπτομέρειες της απαγόρευσης ή του περιορισμού και ορίζεται η χρονική στιγμή, μετά τη δημοσίευση της ανακοίνωσης, από την οποία θα αρχίσουν να ισχύουν τα μέτρα. Η απαγόρευση ή ο περιορισμός εφαρμόζονται μόνο σε ενέργειες που λαμβάνουν χώρα μετά την έναρξη ισχύος των μέτρων.

6.   Η ΕΑΚΑΑ επανεξετάζει την απαγόρευση ή τον περιορισμό που επέβαλε βάσει της παραγράφου 1 σε κατάλληλα χρονικά διαστήματα και τουλάχιστον ανά τρίμηνο. Εάν η απαγόρευση ή ο περιορισμός δεν ανανεωθεί μετά την εν λόγω τρίμηνη περίοδο, αίρεται.

7.   Μέτρο που εγκρίνεται από την ΕΑΚΑΑ βάσει του παρόντος άρθρου υπερισχύει έναντι κάθε προηγούμενου μέτρου που έχει ληφθεί από αρμόδια αρχή.

8.   Η Επιτροπή θεσπίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 50 με τις οποίες προσδιορίζονται τα κριτήρια και οι παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από την ΕΑΚΑΑ, προκειμένου να προσδιορίζεται πότε υφίσταται σημαντική ανησυχία για την προστασία των επενδυτών ή απειλή για την εύρυθμη λειτουργία και ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή των αγορών βασικών προϊόντων ή για τη σταθερότητα του συνόλου ή μέρους του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης, οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο α).

Μεταξύ των παραγόντων αυτών και των κριτηρίων περιλαμβάνονται:

α)

ο βαθμός πολυπλοκότητας ενός χρηματοπιστωτικού μέσου και η σχέση με την κατηγορία του πελάτη για τον οποίο διατίθεται στην αγορά και πωλείται·

β)

το μέγεθος ή η ονομαστική αξία έκδοσης χρηματοπιστωτικών μέσων·

γ)

ο βαθμός καινοτομίας χρηματοπιστωτικού μέσου, δραστηριότητας ή πρακτικής·

δ)

η μόχλευση που παρέχει ένα χρηματοπιστωτικό μέσο ή μια πρακτική.

Άρθρο 41

Εξουσίες προσωρινής παρέμβασης της ΕΑΤ

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1093/2010, η ΕΑΤ μπορεί, εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις των παραγράφων 2 και 3, προσωρινά να απαγορεύσει ή να περιορίσει στην Ένωση:

α)

τη διάθεση στην αγορά, τη διανομή ή την πώληση ορισμένων δομημένων καταθέσεων ή δομημένων καταθέσεων με ορισμένα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά· ή

β)

ένα είδος χρηματοοικονομικής δραστηριότητας ή πρακτικής.

Η απαγόρευση ή ο περιορισμός μπορεί να ισχύει σε ορισμένες περιπτώσεις ή να υπόκειται σε εξαιρέσεις που καθορίζονται από την ΕΑΤ.

2.   Η ΕΑΤ λαμβάνει αποφάσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1, μόνον εάν πληρούνται όλες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

το προτεινόμενο μέτρο αντιμετωπίζει σημαντική ανησυχία για την προστασία των επενδυτών ή απειλή για την εύρυθμη λειτουργία και ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή τη σταθερότητα του συνόλου ή μέρους του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης·

β)

οι κανονιστικές απαιτήσεις βάσει της ενωσιακής νομοθεσίας που εφαρμόζεται στη σχετική δομημένη κατάθεση ή δραστηριότητα δεν αντιμετωπίζουν την απειλή·

γ)

η αρμόδια αρχή ή οι αρμόδιες αρχές δεν έχουν λάβει μέτρα για την αντιμετώπιση της απειλής ή τα μέτρα που έχουν λάβει δεν αντιμετωπίζουν επαρκώς την απειλή.

Όταν πληρούνται οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο πρώτο εδάφιο, η ΕΑΤ μπορεί να επιβάλει την απαγόρευση ή τον περιορισμό που αναφέρεται στην παράγραφο 1 σε προληπτική βάση προτού μια δομημένη κατάθεση διατεθεί στην αγορά, διανεμηθεί ή πωληθεί σε πελάτες.

3.   Κατά τη λήψη μέτρων βάσει του παρόντος άρθρου, η ΕΑΤ διασφαλίζει ότι το μέτρο:

α)

δεν έχει αρνητικές επιπτώσεις όσον αφορά την αποτελεσματικότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή τους επενδυτές, δυσανάλογες σε σχέση με τα οφέλη του μέτρου· και

β)

δεν δημιουργεί κίνδυνο καταχρηστικής επιλογής του ευνοϊκότερου καθεστώτος εποπτείας.

Όταν μια αρμόδια αρχή ή αρμόδιες αρχές έχουν λάβει μέτρα βάσει του άρθρου 42, η ΕΑΤ μπορεί να λαμβάνει οποιοδήποτε από τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, χωρίς να εκδώσει τη γνωμοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 43.

4.   Πριν αποφασίσει τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου βάσει του παρόντος άρθρου, η ΕΑΤ γνωστοποιεί στις αρμόδιες αρχές το μέτρο που προτείνει να ληφθεί.

5.   Η ΕΑΤ δημοσιεύει στον ιστότοπό της ανακοίνωση σχετικά με κάθε απόφαση για τη λήψη μέτρων βάσει του παρόντος άρθρου. Στην ανακοίνωση αναφέρονται οι λεπτομέρειες της απαγόρευσης ή του περιορισμού και ορίζεται η χρονική στιγμή, μετά τη δημοσίευση της ανακοίνωσης, από την οποία θα αρχίσουν να ισχύουν τα μέτρα. Η απαγόρευση ή ο περιορισμός εφαρμόζονται μόνο σε δράση που αναλαμβάνεται μετά την έναρξη ισχύος των μέτρων.

6.   Η ΕΑΤ επανεξετάζει την απαγόρευση ή τον περιορισμό που επέβαλε βάσει της παραγράφου 1 σε κατάλληλα χρονικά διαστήματα και τουλάχιστον ανά τρίμηνο. Εάν η απαγόρευση ή ο περιορισμός δεν ανανεωθεί μετά την εν λόγω τρίμηνη περίοδο, αίρεται.

7.   Μέτρο που λαμβάνεται από την ΕΑΤ βάσει του παρόντος άρθρου υπερισχύει έναντι κάθε προηγούμενου μέτρου που έχει ληφθεί από αρμόδια αρχή.

8.   Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 50 με τις οποίες προσδιορίζονται τα κριτήρια και οι παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από την ΕΑΤ, προκειμένου να προσδιορίζεται πότε υφίσταται σημαντική ανησυχία για την προστασία των επενδυτών ή απειλή για την εύρυθμη λειτουργία και ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή των αγορών βασικών προϊόντων και για τη σταθερότητα του συνόλου ή μέρους του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης, οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο α).

Μεταξύ των παραγόντων αυτών και των κριτηρίων περιλαμβάνονται:

α)

ο βαθμός πολυπλοκότητας μιας δομημένης κατάθεσης και η σχέση με την κατηγορία του πελάτη για τον οποίο διατίθεται στην αγορά και πωλείται·

β)

το μέγεθος ή η ονομαστική αξία έκδοσης δομημένων καταθέσεων·

γ)

ο βαθμός καινοτομίας μιας δομημένης κατάθεσης, μιας δραστηριότητας ή πρακτικής·

δ)

η μόχλευση που παρέχει μια δομημένη κατάθεση ή μια πρακτική.

Άρθρο 42

Παρέμβαση των αρμοδίων αρχών σε προϊόντα

1.   Μια αρμόδια αρχή μπορεί να απαγορεύσει ή να περιορίσει τα ακόλουθα στο εν λόγω κράτος μέλος ή με προέλευση το εν λόγω κράτος μέλος:

α)

τη διάθεση στην αγορά, τη διανομή ή την πώληση ορισμένων χρηματοπιστωτικών μέσων ή δομημένων καταθέσεων ή χρηματοπιστωτικών μέσων ή δομημένων καταθέσεων με ορισμένα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά· ή

β)

ένα είδος χρηματοοικονομικής δραστηριότητας ή πρακτικής.

2.   Η αρμόδια αρχή μπορεί να λαμβάνει τα μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 1, εφόσον θεωρεί ευλόγως ότι:

α)

είτε

i)

ένα χρηματοπιστωτικό μέσο, δομημένη κατάθεση ή μια δραστηριότητα ή μια πρακτική προκαλεί σημαντικές ανησυχίες σχετικά με την προστασία των επενδυτών ή ενέχει απειλή για την εύρυθμη λειτουργία και ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή αγορών βασικών εμπορευμάτων ή για τη σταθερότητα του συνόλου ή μέρους του χρηματοπιστωτικού συστήματος τουλάχιστον σε ένα κράτος μέλος· ή

ii)

ένα παράγωγο προϊόν έχει αρνητικές συνέπειες στον μηχανισμό διαμόρφωσης τιμών της υποκείμενης αγοράς·

β)

οι υφιστάμενες κανονιστικές απαιτήσεις βάσει του ενωσιακού δικαίου που εφαρμόζεται στο συγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό μέσο, δομημένη κατάθεση ή τη συγκεκριμένη δραστηριότητα ή πρακτική δεν αντιμετωπίζουν επαρκώς τους κινδύνους που αναφέρονται στο στοιχείο α), η δε αντιμετώπιση του προβλήματος μέσω βελτιωμένης εποπτείας ή επιβολής της εφαρμογής των υφιστάμενων απαιτήσεων·

γ)

το μέτρο είναι αναλογικό, λαμβανομένων υπόψη της φύσης των κινδύνων που έχουν εντοπισθεί, της ειδίκευσης των ενδιαφερομένων επενδυτών ή συμμετεχόντων στην αγορά και των πιθανών επιπτώσεων του μέτρου στους επενδυτές και τους συμμετέχοντες στην αγορά που ενδεχομένως κατέχουν, χρησιμοποιούν ή επωφελούνται από το χρηματοπιστωτικό μέσο, τη δομημένη κατάθεση ή τη δραστηριότητα ή πρακτική·

δ)

η αρμόδια αρχή έχει προβεί στην προσήκουσα διαβούλευση με τις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών που ενδέχεται να επηρεαστούν σημαντικά από το μέτρο·

ε)

το μέτρο δεν προκαλεί διακρίσεις εις βάρος υπηρεσιών ή δραστηριοτήτων που παρέχονται από άλλο κράτος μέλος· και

στ)

έχει διαβουλευθεί καταλλήλως με τους δημόσιους φορείς που είναι αρμόδιοι για την επίβλεψη, τη διοίκηση και τη ρύθμιση φυσικών γεωργικών αγορών σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1234/2007, σε περίπτωση που ένα χρηματοπιστωτικό μέσο ή μια δραστηριότητα ή μια πρακτική ενέχει σοβαρή απειλή για την εύρυθμη λειτουργία και ακεραιότητα της φυσικής γεωργικής αγοράς.

Όταν οι προϋποθέσεις που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο πληρούνται, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιβάλει την απαγόρευση ή τον περιορισμό που αναφέρονται στην παράγραφο 1 σε προληπτική βάση πριν ένα χρηματοπιστωτικό μέσο ή μια δομημένη κατάθεση διατεθεί στην αγορά, διανεμηθεί ή πωληθεί σε πελάτες.

Η απαγόρευση ή ο περιορισμός μπορεί να ισχύει σε ορισμένες περιπτώσεις ή να υπόκειται σε εξαιρέσεις που καθορίζονται από την αρμόδια αρχή.

3.   Η αρμόδια αρχή δεν επιβάλλει απαγόρευση ή περιορισμό βάσει του παρόντος άρθρου, εκτός εάν, τουλάχιστον ένα μήνα πριν από την προβλεπόμενη θέση σε ισχύ του μέτρου, έχει γνωστοποιήσει εγγράφως, ή με άλλον τρόπο που έχει συμφωνηθεί μεταξύ των αρχών, σε όλες τις άλλες αρμόδιες αρχές και στην ΕΑΚΑΑ λεπτομερή στοιχεία σχετικά με:

α)

το χρηματοπιστωτικό μέσο ή τη δραστηριότητα ή την πρακτική την οποία αφορά το προτεινόμενο μέτρο·

β)

την ακριβή φύση της απαγόρευσης ή του περιορισμού που προτείνονται και τη χρονική στιγμή που προβλέπεται να αρχίσουν να ισχύουν· και

γ)

τα στοιχεία αξιολόγησης στα οποία έχει βασίσει την απόφασή της και βάσει των οποίων θεωρεί ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2.

4.   Σε εξαιρετικές περιστάσεις όταν η αρμόδια αρχή εκτιμά ότι πρέπει να αναληφθεί επείγουσα δράση δυνάμει του παρόντος άρθρου για να προληφθεί η ζημία που οφείλεται σε χρηματοπιστωτικά μέσα, δομημένες καταθέσεις, πρακτικές ή δραστηριότητες που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η αρμόδια αρχή μπορεί σε προληπτική βάση να ενημερώνει γραπτώς, τουλάχιστον 24 ώρες πριν την προγραμματισμένη εφαρμογή του μέτρου, όλες τις αρμόδιες αρχές και την ΕΑΚΑΑ ή για δομημένες καταθέσεις την ΕΑΤ, υπό την προϋπόθεση ότι πληρούνται όλα τα κριτήρια του παρόντος άρθρου και ότι, επιπλέον, προκύπτει σαφώς ότι η περίοδος κοινοποίησης του ενός μηνός δεν επαρκεί για την αντιμετώπιση της συγκεκριμένης ανησυχίας ή απειλής. Η αρμόδια αρχή δεν αναλαμβάνει δράση βάσει της παρούσας παραγράφου για περίοδο που υπερβαίνει τους τρεις μήνες.

5.   Η αρμόδια αρχή δημοσιεύει στον ιστότοπό της ανακοίνωση σχετικά με κάθε απόφαση επιβολής απαγόρευσης ή περιορισμού που αναφέρεται στην παράγραφο 1. Στην ανακοίνωση αναφέρονται οι λεπτομέρειες της απαγόρευσης ή του περιορισμού, η χρονική στιγμή, μετά τη δημοσίευση της ανακοίνωσης, από την οποία θα αρχίσουν να ισχύουν τα μέτρα και τα στοιχεία αξιολόγησης βάσει των οποίων θεωρεί ότι πληρούνται όλες οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2. Η απαγόρευση ή ο περιορισμός εφαρμόζονται μόνο σε δράσεις που αναλαμβάνονται μετά τη δημοσίευση της ανακοίνωσης.

6.   Η αρμόδια αρχή ανακαλεί την απαγόρευση ή τον περιορισμό, εάν δεν ισχύουν πλέον οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2.

7.   Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 50 με τις οποίες προσδιορίζονται τα κριτήρια και οι παράγοντες που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από τις αρμόδιες αρχές, προκειμένου να προσδιορίζεται πότε υφίσταται η σημαντική ανησυχία για την προστασία των επενδυτών ή η απειλή για την εύρυθμη λειτουργία και ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή αγορές βασικών εμπορευμάτων ή για τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος σε ένα τουλάχιστον κράτος μέλος, οι οποίες αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο α).

Μεταξύ των παραγόντων αυτών και των κριτηρίων περιλαμβάνονται:

α)

ο βαθμός πολυπλοκότητας ενός χρηματοπιστωτικού μέσου ή μιας δομημένης κατάθεσης και η σχέση με την κατηγορία του πελάτη για τον οποίο διατίθεται στην αγορά, διανέμεται και πωλείται·

β)

ο βαθμός καινοτομίας χρηματοπιστωτικού μέσου, δομημένης κατάθεσης, δραστηριότητας ή πρακτικής·

γ)

η μόχλευση που παρέχει ένα χρηματοπιστωτικό μέσο, μία δομημένη κατάθεση ή μια πρακτική·

δ)

σε σχέση με την ομαλή λειτουργία και την ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών ή των αγορών βασικών εμπορευμάτων, το μέγεθος ή η ονομαστική αξία μιας έκδοσης χρηματοπιστωτικών μέσων ή δομημένων καταθέσεων.

Άρθρο 43

Συντονισμός από την ΕΑΚΑΑ και την ΕΑΤ

1.   Η ΕΑΚΑΑ ή, για τις δομημένες καταθέσεις, η ΕΑΤ, αναλαμβάνει ρόλο διευκόλυνσης και συντονισμού όσον αφορά τα μέτρα που λαμβάνουν οι αρμόδιες αρχές βάσει του άρθρου 42. Ειδικότερα, η ΕΑΚΑΑ ή, για τις δομημένες καταθέσεις, η ΕΑΤ, εξασφαλίζει ότι τα μέτρα που λαμβάνει μια αρμόδια αρχή είναι δικαιολογημένα και ανάλογα με τον επιδιωκόμενο σκοπό και ότι, όταν χρειάζεται, οι αρμόδιες αρχές ακολουθούν συνεπή προσέγγιση.

2.   Μετά τη λήψη της γνωστοποίησης σύμφωνα με το άρθρο 42 για μέτρα που πρόκειται να επιβληθούν βάσει του εν λόγω άρθρου, η ΕΑΚΑΑ ή, για τις δομημένες καταθέσεις, η ΕΑΤ, εκδίδει γνωμοδότηση σχετικά με το κατά πόσο η απαγόρευση ή ο περιορισμός είναι δικαιολογημένα και ανάλογα με τον επιδιωκόμενο σκοπό. Εάν η ΕΑΚΑΑ ή, για τις δομημένες καταθέσεις, η ΕΑΤ, κρίνει ότι η λήψη μέτρων από άλλες αρμόδιες αρχές είναι απαραίτητη για την αντιμετώπιση του κινδύνου, το αναφέρει στη γνωμοδότησή της. Η γνωμοδότηση δημοσιεύεται στον ιστότοπο της ΕΑΚΑΑ ή, για τις δομημένες καταθέσεις, στην ΕΑΤ.

3.   Όταν μια αρμόδια αρχή προτίθεται να λάβει ή λαμβάνει μέτρα αντίθετα προς γνωμοδότηση που έχει εκδώσει η ΕΑΚΑΑ ή, για τις δομημένες καταθέσεις, η ΕΑΤ βάσει της παραγράφου 2 ή αρνείται να λάβει μέτρα αντίθετα προς την εν λόγω γνωμοδότηση, δημοσιεύει αμέσως στον ιστότοπό της ανακοίνωση στην οποία εξηγεί πλήρως τους λόγους για τους οποίους το έπραξε.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Θέσεις

Άρθρο 44

Συντονισμός εθνικών μέτρων διαχείρισης θέσεων και ορίων θέσεων από την ΕΑΚΑΑ

1.   Η ΕΑΚΑΑ αναλαμβάνει ρόλο διευκόλυνσης και συντονισμού όσον αφορά τα μέτρα που λαμβάνουν οι αρμόδιες αρχές δυνάμει του άρθρου 69 παράγραφος 2 στοιχεία ιε) και ιστ) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ. Ειδικότερα, η ΕΑΚΑΑ εξασφαλίζει ότι οι αρμόδιες αρχές ακολουθούν συνεπή προσέγγιση ως προς το πότε ασκούνται οι εν λόγω αρμοδιότητες, τη φύση και το πεδίο εφαρμογής των μέτρων που επιβάλλονται και τη διάρκεια και παρακολούθηση των μέτρων.

2.   Μετά τη λήψη γνωστοποίησης για οποιοδήποτε μέτρο βάσει του άρθρου 79 παράγραφος 5 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, η ΕΑΚΑΑ καταγράφει το μέτρο και τους λόγους για τους οποίους ελήφθη. Για τα μέτρα που λαμβάνονται δυνάμει του άρθρου 69 παράγραφος 2 στοιχεία ιε) ή ιστ) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, τηρεί και δημοσιεύει στον ιστότοπό της βάση δεδομένων με συνοπτική περιγραφή των μέτρων που ισχύουν, συμπεριλαμβανομένων στοιχείων για τα πρόσωπα που αφορούν, τα σχετικά χρηματοπιστωτικά μέσα, τυχόν όρια στο μέγεθος των θέσεων που μπορούν να κατέχουν ανά πάσα στιγμή τα πρόσωπα, τυχόν εξαιρέσεις που έχουν παραχωρηθεί σύμφωνα με το άρθρο 57 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, και τους σχετικούς λόγους.

Άρθρο 45

Αρμοδιότητες της ΕΑΚΑΑ σχετικά με τη διαχείριση θέσεων

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010, η ΕΑΚΑΑ, εφόσον πληρούνται αμφότερες οι προϋποθέσεις της παραγράφου 2, λαμβάνει ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα:

α)

ζητεί από οποιοδήποτε πρόσωπο όλες τις σχετικές πληροφορίες για το μέγεθος και τον σκοπό της θέσης ή της έκθεσης που δημιουργήθηκε μέσω παραγώγου·

β)

μετά από ανάλυση των πληροφοριών που λαμβάνει σύμφωνα με το στοιχείο α), επιβάλλει στο πρόσωπο αυτό να προχωρήσει στη μείωση του μεγέθους ή στο κλείσιμο της θέσης ή της έκθεσης σύμφωνα με την κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που αναφέρεται στην παράγραφο 10 στοιχείο β)·

γ)

ως έσχατη λύση, περιορίζει την ικανότητα του προσώπου για απόκτηση θέσης συναλλαγών σε παράγωγο επί εμπορευμάτων.

2.   Η ΕΑΚΑΑ λαμβάνει αποφάσεις σύμφωνα με την παράγραφο 1, μόνον εάν πληρούνται αμφότερες οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

τα μέτρα που απαριθμούνται στην παράγραφο 1 αντιμετωπίζουν μια απειλή για την εύρυθμη λειτουργία και ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών, συμπεριλαμβανομένων των αγορών παραγώγων επί εμπορευμάτων σύμφωνα με τους στόχους που αναφέρονται στο άρθρο 57 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και μεταξύ άλλων όσον αφορά ρυθμίσεις φυσικής παράδοσης εμπορευμάτων, ή για τη σταθερότητα του συνόλου ή μέρους του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης·

β)

η αρμόδια αρχή ή οι αρμόδιες αρχές δεν έχουν λάβει μέτρα για την αντιμετώπιση της απειλής ή τα μέτρα που έχουν ληφθεί δεν αντιμετωπίζουν επαρκώς την απειλή.

Η ΕΑΚΑΑ αξιολογεί την τήρηση των όρων των στοιχείων α) και β) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου σύμφωνα με τα κριτήρια και τους παράγοντες που προσδιορίζονται στην κατ’ εξουσιοδότηση πράξη της παραγράφου 10 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου.

3.   Κατά τη λήψη των μέτρων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, η ΕΑΚΑΑ διασφαλίζει ότι το μέτρο:

α)

αντιμετωπίζει ουσιαστικά την απειλή για την εύρυθμη λειτουργία και ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών, συμπεριλαμβανομένων των αγορών παραγώγων επί εμπορευμάτων σύμφωνα με τους στόχους που αναφέρονται στο άρθρο 57 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και μεταξύ άλλων για τις ρυθμίσεις φυσικής παράδοσης εμπορευμάτων ή για τη σταθερότητα του συνόλου ή μέρους του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης ή βελτιώνει σημαντικά την ικανότητα των αρμόδιων αρχών να παρακολουθούν την απειλή όπως μετράται σύμφωνα με τα κριτήρια και τους παράγοντες που προσδιορίζονται στην κατ’ εξουσιοδότηση πράξη της παραγράφου 10 στοιχείο α) του παρόντος άρθρου·

β)

δεν δημιουργεί κίνδυνο καταχρηστικής επιλογής του ευνοϊκότερου κανονιστικού καθεστώτος όπως αποτιμάται σύμφωνα με την παράγραφο 10 στοιχείο γ) του παρόντος άρθρου·

γ)

δεν έχει καμία από τις ακόλουθες αρνητικές επιπτώσεις επί της αποτελεσματικότητας των χρηματοπιστωτικών αγορών σε βαθμό δυσανάλογο προς τα οφέλη του μέτρου: μείωση της ρευστότητας στις αγορές αυτές, περιορισμό των συνθηκών για τη μείωση των κινδύνων που συνδέονται άμεσα με τις εμπορικές δραστηριότητες ενός μη χρηματοοικονομικού αντισυμβαλλομένου, ή δημιουργία αβεβαιότητας για τους συμμετέχοντες στην αγορά.

Η ΕΑΚΑΑ συμβουλεύεται τον Οργανισμό Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενέργειας που ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 713/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (29) πριν λάβει οποιαδήποτε μέτρα που συνδέονται με ενεργειακά προϊόντα χονδρικής.

Η ΕΑΚΑΑ συμβουλεύεται τους δημόσιους φορείς που είναι αρμόδιοι για την εποπτεία, τη διεύθυνση και τη ρύθμιση των γεωργικών αγορών βάσει του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1234/2007, πριν λάβει οποιαδήποτε μέτρα σχετικά με παράγωγα γεωργικών εμπορευμάτων.

4.   Πριν αποφασίσει να λάβει ή να ανανεώσει οποιοδήποτε μέτρο αναφέρεται στην παράγραφο 1, η ΕΑΚΑΑ γνωστοποιεί στις ενδιαφερόμενες αρμόδιες αρχές το μέτρο που προτείνει να ληφθεί. Σε περίπτωση λήψης μέτρου δυνάμει της παραγράφου 1 στοιχεία α) ή β), η γνωστοποίηση περιλαμβάνει τα στοιχεία ταυτότητας του προσώπου ή των προσώπων τα οποία αφορά το μέτρο, καθώς και τις λεπτομέρειες και τους σχετικούς λόγους. Σε περίπτωση λήψης μέτρου βάσει του στοιχείου γ) της παραγράφου 1, η γνωστοποίηση περιλαμβάνει λεπτομερή στοιχεία για το πρόσωπο που αφορά, τα σχετικά χρηματοπιστωτικά μέσα, τα σχετικά ποσοτικά μέτρα, όπως το μέγιστο μέγεθος θέσης που μπορεί να αποκτήσει το συγκεκριμένο πρόσωπο και τους σχετικούς λόγους.

5.   Η γνωστοποίηση πραγματοποιείται τουλάχιστον 24 ώρες πριν την προβλεπόμενη έναρξη ισχύος ή ανανέωση του μέτρου. Σε εξαιρετικές περιστάσεις, η ΕΑΚΑΑ μπορεί να πραγματοποιήσει τη γνωστοποίηση σε διάστημα μικρότερο από 24 ώρες πριν από την προβλεπόμενη έναρξη ισχύος του μέτρου στις περιπτώσεις όπου δεν είναι δυνατόν να τηρηθεί η 24ωρη προθεσμία προειδοποίησης.

6.   Η ΕΑΚΑΑ δημοσιεύει στον ιστότοπό της ανακοίνωση σχετικά με κάθε απόφαση επιβολής ή ανανέωσης μέτρων που αναφέρονται στο στοιχείο γ) της παραγράφου 1. Η ανακοίνωση περιλαμβάνει λεπτομερή στοιχεία για το πρόσωπο που αφορά, τα σχετικά χρηματοπιστωτικά μέσα, τα σχετικά ποσοτικά μέτρα, όπως το μέγιστο μέγεθος θέσης που μπορεί να αποκτήσει το συγκεκριμένο πρόσωπο και τους σχετικούς λόγους.

7.   Ένα μέτρο που ελήφθη βάσει της παραγράφου 1 στοιχείο γ) τίθεται σε ισχύ κατά τη δημοσίευση της ανακοίνωσης ή σε χρόνο που καθορίζεται στην ανακοίνωση, μετά τη δημοσίευσή της, και ισχύει μόνο για συναλλαγές που πραγματοποιούνται μετά την έναρξη ισχύος του μέτρου.

8.   Η ΕΑΚΑΑ επανεξετάζει τα μέτρα του στοιχείου γ) της παραγράφου 1 που έχει λάβει σε κατάλληλα χρονικά διαστήματα και τουλάχιστον ανά τρίμηνο. Εάν ένα μέτρο δεν ανανεωθεί μετά την εν λόγω τρίμηνη περίοδο, λήγει αυτόματα. Οι παράγραφοι 2 έως 8 εφαρμόζονται επίσης και στην ανανέωση των μέτρων.

9.   Μέτρο που λαμβάνεται από την ΕΑΚΑΑ βάσει του παρόντος άρθρου υπερισχύει έναντι κάθε προηγούμενου μέτρου που έχει ληφθεί από αρμόδια αρχή σύμφωνα με το άρθρο 69 παράγραφος 2 στοιχεία ιε) ή ιστ) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ.

10.   Η Επιτροπή εκδίδει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις σύμφωνα με το άρθρο 50 με τις οποίες προσδιορίζονται τα κριτήρια και οι παράγοντες προκειμένου να διαπιστώνονται:

α)

η ύπαρξη απειλής για την εύρυθμη λειτουργία και ακεραιότητα των χρηματοπιστωτικών αγορών, συμπεριλαμβανομένων των αγορών παραγώγων επί εμπορευμάτων σύμφωνα με τους στόχους που αναφέρονται στο άρθρο 57 παράγραφος 1 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και μεταξύ άλλων και σχετικά με τις ρυθμίσεις φυσικής παράδοσης εμπορευμάτων, ή για τη σταθερότητα του συνόλου ή μέρους του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Ένωσης, όπως αναφέρεται στην παράγραφο 2 στοιχείο α) λαμβάνοντας υπόψη το βαθμό στον οποίο οι θέσεις χρησιμοποιούνται για την αντιστάθμιση θέσεων σε εμπορεύματα ή συμβόλαια εμπορευμάτων και ο βαθμός στον οποίο οι τιμές στις υποκείμενες αγορές καθορίζονται σε αναφορά με τις τιμές των παραγώγων επί εμπορευμάτων,

β)

η κατάλληλη μείωση θέσης ή έκθεσης μέσω παραγώγου που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) του παρόντος άρθρου,

γ)

οι καταστάσεις κατά τις οποίες μπορεί να ανακύψει κίνδυνος καταχρηστικής επιλογής του ευνοϊκότερου κανονιστικού καθεστώτος όπως αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο β) του παρόντος άρθρου.

Τα εν λόγω κριτήρια και παράγοντες λαμβάνουν υπόψη τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 57 παράγραφος 3 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και διαφοροποιούνται για καταστάσεις στις οποίες η ΕΑΚΑΑ λαμβάνει μέτρα επειδή η αρμόδια αρχή παρέλειψε να ενεργήσει από εκείνες στις οποίες η ΕΑΚΑΑ εξετάζει πρόσθετο κίνδυνο τον οποίο η αρμόδια αρχή δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά δυνάμει του άρθρου 69 παράγραφος 2 στοιχεία ι) ή ιε) της οδηγίας 2014/65/ΕΕ.

ΤΙΤΛΟΣ VIII

ΠΑΡΟΧΉ ΥΠΗΡΕΣΙΏΝ ΚΑΙ ΆΣΚΗΣΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΉΤΩΝ ΑΠΌ ΕΠΙΧΕΙΡΉΣΕΙς ΤΡΊΤΩΝ ΧΩΡΏΝ ΒΆΣΕΙ ΑΠΌΦΑΣΗς ΙΣΟΔΥΝΑΜΊΑς ΜΕ Ή ΧΩΡΊς ΥΠΟΚΑΤΆΣΤΗΜΑ

Άρθρο 46

Γενικές διατάξεις

1.   Επιχείρηση τρίτης χώρας μπορεί να παρέχει επενδυτικές υπηρεσίες ή να ασκεί επενδυτικές δραστηριότητες με ή χωρίς παρεπόμενες υπηρεσίες σε επιλέξιμους αντισυμβαλλόμενους και σε επαγγελματίες πελάτες κατά την έννοια του Τμήματος I του Παραρτήματος II της οδηγίας 2014/65/ΕΕ εγκατεστημένους στην Ένωση χωρίς την εγκατάσταση υποκαταστήματος εφόσον είναι εγγεγραμμένη στο μητρώο των επιχειρήσεων τρίτων χωρών που τηρείται από την ΕΑΚΑΑ σύμφωνα με το άρθρο 47.

2.   Η ΕΑΚΑΑ εγγράφει στο μητρώο επιχείρηση τρίτης χώρας που έχει υποβάλει αίτηση για την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών ή την άσκηση επενδυτικών δραστηριοτήτων στην Ένωση σύμφωνα με την παράγραφο 1, μόνον εφόσον πληρούνται οι ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

η Επιτροπή έχει εκδώσει απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 47 παράγραφος 1·

β)

η επιχείρηση έχει λάβει άδεια λειτουργίας στην τρίτη χώρα στην οποία είναι εγκατεστημένα τα κεντρικά γραφεία της, για την παροχή των επενδυτικών υπηρεσιών ή την άσκηση των δραστηριοτήτων που πρόκειται να παρασχεθούν ή να ασκηθούν στην Ένωση και υπόκειται σε αποτελεσματική εποπτεία και έλεγχο της τήρησης των υποχρεώσεών της που διασφαλίζουν πλήρη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις που ισχύουν στη συγκεκριμένη τρίτη χώρα·

γ)

έχουν συναφθεί συμφωνίες συνεργασίας, σύμφωνα με το άρθρο 47 παράγραφος 2.

3.   Όταν επιχείρηση τρίτης χώρας είναι εγγεγραμμένη στο μητρώο σύμφωνα με το παρόν άρθρο, τα κράτη μέλη δεν επιβάλλουν επιπρόσθετες απαιτήσεις στην επιχείρηση τρίτης χώρας για τα θέματα που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό ή την οδηγία 2014/65/ΕΕ και δεν μεταχειρίζονται επιχειρήσεις τρίτων χωρών περισσότερο ευνοϊκά από τις επιχειρήσεις επενδύσεων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ένωση.

4.   Η επιχείρηση τρίτης χώρας που αναφέρεται στην παράγραφο 1 υποβάλλει την αίτησή της στην ΕΑΚΑΑ μετά την έκδοση από την Επιτροπή της απόφασης που αναφέρεται στο άρθρο 47, με την οποία κρίνεται ότι το νομικό και εποπτικό πλαίσιο της τρίτης χώρας στην οποία έχει λάβει άδεια λειτουργίας η επιχείρηση τρίτης χώρας είναι ισοδύναμο με τις απαιτήσεις που περιγράφονται στο άρθρο 47 παράγραφος 1.

Η αιτούσα επιχείρηση τρίτης χώρας υποβάλλει στην ΕΑΚΑΑ όλες τις αναγκαίες πληροφορίες για την εγγραφή της στο μητρώο. Εντός 30 εργάσιμων ημερών από τη λήψη της αίτησης, η ΕΑΚΑΑ εκτιμά αν η αίτηση είναι πλήρης. Εάν η αίτηση δεν είναι πλήρης, η ΕΑΚΑΑ ορίζει προθεσμία εντός της οποίας η αιτούσα επιχείρηση τρίτης χώρας οφείλει να παράσχει συμπληρωματικές πληροφορίες.

Η απόφαση εγγραφής στο μητρώο βασίζεται στις προϋποθέσεις της παραγράφου 2.

Εντός 180 εργάσιμων ημερών από την υποβολή πλήρους αίτησης, η ΕΑΚΑΑ ενημερώνει εγγράφως την αιτούσα επιχείρηση τρίτης χώρας με πλήρη αιτιολόγηση της απόφασής της εάν η εγγραφή στο μητρώο έχει εγκριθεί ή απορριφθεί.

Τα κράτη μέλη δύνανται να επιτρέπουν σε επιχειρήσεις τρίτων χωρών να παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες ή να ασκούν επενδυτικές δραστηριότητες με ή χωρίς παρεπόμενες υπηρεσίες σε επιλέξιμους αντισυμβαλλομένους και σε επαγγελματίες πελάτες κατά την έννοια του Τμήματος I του Παραρτήματος II της οδηγίας 2014/65/ΕΕ στο έδαφός τους σύμφωνα με εθνικά καθεστώτα, εάν δεν υφίσταται απόφαση της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 47 παράγραφος 1 ή εάν η εν λόγω απόφαση δεν είναι πλέον σε ισχύ.

5.   Οι επιχειρήσεις τρίτων χωρών που παρέχουν υπηρεσίες σύμφωνα με το παρόν άρθρο ενημερώνουν τους πελάτες που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση, πριν από την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών, ότι δεν επιτρέπεται να παρέχουν υπηρεσίες σε άλλους πελάτες πλην των επιλέξιμων αντισυμβαλλομένων και των επαγγελματιών πελατών κατά την έννοια του τμήματος I του παραρτήματος II της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και ότι δεν υπόκεινται σε εποπτεία στην Ένωση. Αναφέρουν την ονομασία και τη διεύθυνση της αρμόδιας αρχής που είναι υπεύθυνη για την εποπτεία στην τρίτη χώρα.

Οι πληροφορίες του πρώτου εδαφίου παρέχονται εγγράφως και με ευδιάκριτο τρόπο.

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι όταν ένας επιλέξιμος αντισυμβαλλόμενος ή ένας επαγγελματίας πελάτης κατά την έννοια του τμήματος II του παραρτήματος II της οδηγίας 2014/65/ΕΕ, που είναι εγκατεστημένος ή βρίσκεται στην Ένωση, δρομολογήσει με δική του αποκλειστικά πρωτοβουλία την παροχή σε αυτόν επενδυτικής υπηρεσίας ή την άσκηση δραστηριότητας από επιχείρηση τρίτης χώρας, το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στην παροχή της εν λόγω υπηρεσίας ή την άσκηση δραστηριότητας εκ μέρους της επιχείρησης τρίτης χώρας προς το εν λόγω πρόσωπο, συμπεριλαμβανομένης τυχόν υφιστάμενης σχέσης που αφορά την παροχή της εν λόγω υπηρεσίας ή την άσκηση της δραστηριότητας. Η πρωτοβουλία πελατών με βάση το προηγούμενο εδάφιο δεν παρέχει στην επιχείρηση τρίτης χώρας το δικαίωμα εμπορικής προώθησης νέων κατηγοριών επενδυτικών προϊόντων ή υπηρεσιών στο πρόσωπο αυτό.

6.   Οι επιχειρήσεις τρίτων χωρών που παρέχουν υπηρεσίες ή ασκούν δραστηριότητες σύμφωνα με το παρόν άρθρο, πριν από την παροχή των επενδυτικών υπηρεσιών ή την άσκηση των επενδυτικών δραστηριοτήτων σε σχέση με πελάτες που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση, προσφέρουν τη δυνατότητα υποβολής οιωνδήποτε διαφορών σχετικά με αυτές τις υπηρεσίες ή τις δραστηριότητες στη δικαιοδοσία δικαστηρίου ή διαιτητικού δικαστηρίου κράτους μέλους.

7.   Η ΕΑΚΑΑ εκδίδει σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων με τα οποία εξειδικεύονται οι πληροφορίες που η αιτούσα επιχείρηση τρίτης χώρας πρέπει να υποβάλλει στην ΕΑΚΑΑ με την αίτηση εγγραφής στο μητρώο σύμφωνα με την παράγραφο 4 και η μορφή των πληροφοριών που πρέπει να παρέχονται σύμφωνα με την παράγραφο 5.

Η ΕΑΚΑΑ υποβάλλει αυτά τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων στην Επιτροπή έως τις 3 Ιουλίου 2015.

Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εκδίδει τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο σύμφωνα με τα άρθρα 10 έως 14 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010.

Άρθρο 47

Απόφαση ισοδυναμίας

1.   Η Επιτροπή μπορεί, σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης του άρθρου 51 παράγραφος 2 να εκδίδει απόφαση για μια τρίτη χώρα στην οποία να διαπιστώνεται ότι οι νομικές και εποπτικές ρυθμίσεις της εν λόγω τρίτης χώρας διασφαλίζουν ότι οι επιχειρήσεις που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στη συγκεκριμένη τρίτη χώρα συμμορφώνονται με νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας και επιχειρηματικής συμπεριφοράς, οι οποίες έχουν ισοδύναμο αποτέλεσμα με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό, στην οδηγία 2013/36/ΕΕ και στην οδηγία 2014/65/ΕΕ και στα εκτελεστικά μέτρα που έχουν εκδοθεί βάσει του παρόντος κανονισμού και βάσει των εν λόγω οδηγιών και ότι το νομικό πλαίσιο της εν λόγω τρίτης χώρας προβλέπει ένα ουσιαστικά ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση επιχειρήσεων επενδύσεων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας βάσει των νομικών καθεστώτων τρίτων χωρών.

Το πλαίσιο προληπτικής εποπτείας και επιχειρηματικής συμπεριφοράς μιας τρίτης χώρας μπορεί να θεωρείται ότι έχει ισοδύναμο αποτέλεσμα όταν το εν λόγω πλαίσιο πληροί όλες τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

α)

οι επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών και άσκησης επενδυτικών δραστηριοτήτων στην εν λόγω τρίτη χώρα υπόκεινται σε αδειοδότηση και σε αποτελεσματική εποπτεία και έλεγχο της τήρησης των υποχρεώσεων σε συνεχή βάση·

β)

οι επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών και άσκησης επενδυτικών δραστηριοτήτων στην εν λόγω τρίτη χώρα υπόκεινται σε απαιτήσεις επαρκών κεφαλαίων και σε κατάλληλες απαιτήσεις για τους μετόχους και τα μέλη του διοικητικού τους οργάνου·

γ)

οι επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών και άσκησης επενδυτικών δραστηριοτήτων υπόκεινται σε κατάλληλες οργανωτικές απαιτήσεις στον τομέα των λειτουργιών εσωτερικού ελέγχου·

δ)

οι επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών και άσκησης επενδυτικών δραστηριοτήτων υπόκεινται σε κατάλληλους κανόνες επαγγελματικής δεοντολογίας·

ε)

διασφαλίζει τη διαφάνεια και την ακεραιότητα της αγοράς προλαμβάνοντας την κατάχρηση αγοράς υπό τη μορφή πράξεων προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και πράξεων χειραγώγησης της αγοράς.

2.   Η ΕΑΚΑΑ συνάπτει συμφωνίες συνεργασίας με τις σχετικές αρμόδιες αρχές τρίτων χωρών των οποίων το νομικό και εποπτικό πλαίσιο έχει αναγνωριστεί ως ουσιαστικά ισοδύναμο σύμφωνα με την παράγραφο 1. Οι σχετικές ρυθμίσεις προσδιορίζουν τουλάχιστον:

α)

τον μηχανισμό ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ της ΕΑΚΑΑ και των αρμόδιων αρχών των σχετικών τρίτων χωρών, συμπεριλαμβανομένης της πρόσβασης σε όλες τις πληροφορίες για τις επιχειρήσεις τρίτων χωρών που έχουν άδεια λειτουργίας σε τρίτες χώρες τις οποίες ζητεί η ΕΑΚΑΑ·

β)

τον μηχανισμό άμεσης γνωστοποίησης στην ΕΑΚΑΑ, στις περιπτώσεις που η αρμόδια αρχή τρίτης χώρας κρίνει ότι μια επιχείρηση τρίτης χώρας, την οποία εποπτεύει και την οποία η ΕΑΚΑΑ έχει εγγράψει στο μητρώο που προβλέπεται στο άρθρο 48, παραβαίνει τους όρους της άδειάς της ή άλλη νομοθεσία την οποία υποχρεούται να τηρεί·

γ)

τις διαδικασίες που αφορούν τον συντονισμό των εποπτικών δραστηριοτήτων συμπεριλαμβανομένων, όταν χρειάζεται, των επιτόπιων επιθεωρήσεων.

3.   Μια επιχείρηση τρίτης χώρας εγκατεστημένη σε χώρα το νομικό και εποπτικό πλαίσιο της οποίας έχει αναγνωριστεί ως ουσιαστικά ισοδύναμο σύμφωνα με την παράγραφο 1 και έχει λάβει άδεια λειτουργίας σύμφωνα με το άρθρο 39 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ μπορεί να παρέχει τις υπηρεσίες και να ασκεί τις δραστηριότητες που καλύπτονται από την άδεια λειτουργίας σε επιλέξιμους αντισυμβαλλομένους και σε επαγγελματίες πελάτες κατά την έννοια του Τμήματος I του Παραρτήματος II της οδηγίας 2014/65/ΕΕ σε άλλα κράτη μέλη της Ένωσης χωρίς την εγκατάσταση νέων υποκαταστημάτων. Για το σκοπό αυτό, συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις πληροφόρησης για τη διασυνοριακή παροχή υπηρεσιών και άσκηση δραστηριοτήτων του άρθρου 34 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ.

Το υποκατάστημα εξακολουθεί να υπόκειται στην εποπτεία του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένο το υποκατάστημα σύμφωνα με το άρθρο 39 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ. Ωστόσο, και με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων συνεργασίας που ορίζονται στην οδηγία 2014/65/ΕΕ, η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους στο οποίο είναι εγκατεστημένο το υποκατάστημα και η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους υποδοχής μπορούν να θεσπίζουν αναλογικές συμφωνίες συνεργασίας ώστε να εξασφαλίζουν ότι το υποκατάστημα επιχείρησης τρίτης χώρας που παρέχει επενδυτικές υπηρεσίες εντός της Ένωσης προσφέρει το κατάλληλο επίπεδο προστασίας των επενδυτών.

4.   Μια επιχείρηση τρίτης χώρας δεν μπορεί να συνεχίσει να ασκεί τα δικαιώματα που απορρέουν από το άρθρο 46 παράγραφος 1 αν η Επιτροπή εκδώσει απόφαση σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 51 παράγραφος 2, ανακαλώντας την απόφασή της βάσει της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου σε σχέση με την εν λόγω τρίτη χώρα.

Άρθρο 48

Μητρώο

Η ΕΑΚΑΑ εγγράφει σε μητρώο τις επιχειρήσεις τρίτων χωρών που επιτρέπεται να παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες ή να ασκούν επενδυτικές δραστηριότητες στην Ένωση σύμφωνα με το άρθρο 46. Το κοινό έχει πρόσβαση μέσω του ιστότοπου της ΕΑΚΑΑ στο μητρώο αυτό, το οποίο περιέχει πληροφορίες σχετικά με τις υπηρεσίες ή τις δραστηριότητες τις οποίες επιτρέπεται να παρέχουν ή να ασκούν οι επιχειρήσεις τρίτων χωρών και αναφορά της αρμόδιας αρχής που είναι υπεύθυνη για την εποπτεία τους στην τρίτη χώρα.

Άρθρο 49

Ανάκληση της εγγραφής

1.   Η ΕΑΚΑΑ ανακαλεί την εγγραφή επιχείρησης τρίτης χώρας στο μητρώο που έχει συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 48, όταν:

α)

η ΕΑΚΑΑ έχει βάσιμους λόγους στηριζόμενους σε έγγραφα στοιχεία αξιολόγησης να πιστεύει ότι, κατά την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών και την άσκηση επενδυτικών δραστηριοτήτων στην Ένωση, η επιχείρηση τρίτης χώρας ενεργεί με τρόπο σαφώς επιζήμιο για τα συμφέροντα των επενδυτών ή για την εύρυθμη λειτουργία των αγορών, ή

β)

η ΕΑΚΑΑ έχει βάσιμους λόγους στηριζόμενους σε έγγραφα στοιχεία αξιολόγησης να πιστεύει ότι, κατά την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών και την άσκηση επενδυτικών δραστηριοτήτων στην Ένωση, η επιχείρηση τρίτης χώρας έχει υποπέσει σε σοβαρές παραβάσεις των διατάξεων που ισχύουν για αυτήν στην τρίτη χώρα και βάσει των οποίων η Επιτροπή έχει εκδώσει την απόφαση που προβλέπεται στο άρθρο 47 παράγραφος 1·

γ)

η ΕΑΚΑΑ έχει παραπέμψει το θέμα στην αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας και η εν λόγω αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας δεν έχει λάβει τα κατάλληλα μέτρα που χρειάζονται για την προστασία των επενδυτών και για την ορθή λειτουργία των αγορών στην Ένωση ή δεν μπόρεσε να τεκμηριώσει ότι η συγκεκριμένη επιχείρηση της τρίτης χώρας συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις που ισχύουν για αυτήν στην τρίτη χώρα· και

δ)

η ΕΑΚΑΑ έχει ενημερώσει την αρμόδια αρχή της τρίτης χώρας για την πρόθεσή της να ανακαλέσει την εγγραφή στο μητρώο της επιχείρησης της τρίτης χώρας τουλάχιστον 30 ημέρες πριν από την ανάκληση.

2.   Η ΕΑΚΑΑ ενημερώνει αμελλητί την Επιτροπή για τα μέτρα που λαμβάνει σύμφωνα με την παράγραφο 1 και δημοσιεύει την απόφασή της στον ιστότοπό της.

3.   Η Επιτροπή εκτιμά κατά πόσον οι προϋποθέσεις βάσει των οποίων έχει εκδοθεί απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 47 παράγραφος 1 εξακολουθούν να ισχύουν σε σχέση με τη συγκεκριμένη τρίτη χώρα.

ΤΙΤΛΟΣ IX

ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΚΑΙ ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΕΣ ΠΡΑΞΕΙΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1

Κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις

Άρθρο 50

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων ανατίθεται στην Επιτροπή υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο.

2.   Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 9, στο άρθρο 2 παράγραφος 2, στο άρθρο 13 παράγραφος 2, στο άρθρο 15 παράγραφος 5, στο άρθρο 17 παράγραφος 3, στο άρθρο 19 παράγραφοι 2 και 3, στο άρθρο 31 παράγραφος 4, στο άρθρο 40 παράγραφος 8, στο άρθρο 41 παράγραφος 8, στο άρθρο 42 παράγραφος 7, στο άρθρο 45 παράγραφος 10 και στο άρθρο 52 παράγραφοι 10 και 12 ανατίθεται επ’ αόριστον από τις 2 Ιουλίου 2014.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 1 παράγραφος 9, στο άρθρο 2 παράγραφος 2, στο άρθρο 13 παράγραφος 2, στο άρθρο 15 παράγραφος 5, στο άρθρο 17 παράγραφος 3, στο άρθρο 19 παράγραφοι 2 και 3, στο άρθρο 31 παράγραφος 4, στο άρθρο 40 παράγραφος 8, στο άρθρο 41 παράγραφος 8, στο άρθρο 42 παράγραφος 7, στο άρθρο 45 παράγραφος 10 και στο άρθρο 52 παράγραφοι 10 και 12 μπορεί να ανακληθεί ανά πάσα στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης επιφέρει τη λήξη της εξουσιοδότησης που προσδιορίζεται στην εν λόγω απόφαση. Αρχίζει να ισχύει την επομένη της δημοσίευσης της απόφασης στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που καθορίζεται στην απόφαση. Δεν θίγει το κύρος των κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων που ισχύουν ήδη.

4.   Μόλις εκδώσει μια πράξη κατ’ εξουσιοδότηση, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Οι κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 9, το άρθρο 2 παράγραφος 2, το άρθρο 13 παράγραφος 2, το άρθρο 15 παράγραφος 5, το άρθρο 17 παράγραφος 3, το άρθρο 19 παράγραφοι 2 και 3, το άρθρο 31 παράγραφος 4, το άρθρο 40 παράγραφος 8, το άρθρο 41 παράγραφος 8, το άρθρο 42 παράγραφος 7, το άρθρο 45 παράγραφος 10 και το άρθρο 52 παράγραφοι 10 ή 12 τίθενται σε ισχύ μόνον εφόσον το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο δεν διατύπωσαν αντιρρήσεις εντός τριών μηνών από την κοινοποίηση της πράξης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ή εφόσον, πριν από τη λήξη αυτής της προθεσμίας, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημέρωσαν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Η προθεσμία αυτή παρατείνεται κατά τρεις μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2

Εκτελεστικές πράξεις

Άρθρο 51

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Κινητών Αξιών που έχει συσταθεί με την απόφαση 2001/528/ΕΚ της Επιτροπής (30). Η εν λόγω επιτροπή αποτελεί επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

ΤΙΤΛΟΣ X

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 52

Εκθέσεις και επανεξέταση

1.   Έως τις 3 Μαρτίου 2019, η Επιτροπή, μετά από διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ, υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με τις επιπτώσεις στην πράξη των υποχρεώσεων συναλλαγματικής διαφάνειας που θεσπίζονται δυνάμει των άρθρων 3 έως 13, και ιδίως σχετικά με τις επιπτώσεις του μηχανισμού μέγιστου ορίου συναλλαγών που περιγράφεται στο άρθρο 5, μεταξύ άλλων όσον αφορά το κόστος διαπραγμάτευσης για επιλέξιμους αντισυμβαλλόμενους και επαγγελματίες πελάτες, τη διαπραγμάτευση σε μετοχές εταιρειών μικρής και μεσαίας κεφαλαιοποίησης, την αποτελεσματικότητά του στο να εξασφαλιστεί ότι η χρήση των σχετικών απαλλαγών δεν βλάπτει τη διαμόρφωση τιμών, και όσον αφορά το πώς θα μπορούσε να λειτουργήσει ένας κατάλληλος μηχανισμός επιβολής κυρώσεων για παραβάσεις του μέγιστου ορίου τιμών, καθώς και σχετικά με την εφαρμογή και τη συνεχιζόμενη καταλληλότητα των απαλλαγών από τις υποχρεώσεις προσυναλλακτικής διαφάνειας που θεσπίζονται δυνάμει του άρθρου 4 παράγραφοι 2 και 3 και του άρθρου 9 παράγραφοι 2 έως 5.

2.   Η έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνει τον αντίκτυπο που έχει στις ευρωπαϊκές μετοχικές αγορές η χρήση της απαλλαγής βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) και στοιχείο β) σημείο i) και ο μηχανισμός μέγιστου ορίου συναλλαγών βάσει του άρθρου 5, με ιδιαίτερη αναφορά στα ακόλουθα:

α)

στο επίπεδο και την τάση της διαπραγμάτευσης βάσει μη παρέχοντος προσυναλλακτική διαφάνεια βιβλίου εντολών στην Ένωση από την εισαγωγή του παρόντος κανονισμού·

β)

στις επιπτώσεις επί του ανοίγματος των προσυναλλακτικά δημοσιοποιημένων τιμών αγοράς και πώλησης·

γ)

στις επιπτώσεις στο βάθος ρευστότητας στα μη παρέχοντα προσυναλλακτική διαφάνεια βιβλία εντολών·

δ)

στις επιπτώσεις στον ανταγωνισμό και στους επενδυτές εντός της Ένωσης·

ε)

στις επιπτώσεις στη διαπραγμάτευση μετοχών εταιρειών μικρής και μεσαίας κεφαλαιοποίησης·

στ)

στις εξελίξεις σε διεθνές επίπεδο και τις συζητήσεις με τρίτες χώρες και διεθνείς οργανισμούς.

3.   Αν η έκθεση καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η χρήση της απαλλαγής βάσει του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) και στοιχείο β) σημείο i) βλάπτει τη διαμόρφωση τιμής, ή τη διαπραγμάτευση σε μετοχές εταιρειών μικρής και μεσαίας κεφαλαιοποίησης, η Επιτροπή, όπου αρμόζει, διατυπώνει προτάσεις, συμπεριλαμβανομένων τροποποιήσεων του παρόντος κανονισμού, σχετικά με τη χρήση των εν λόγω απαλλαγών. Οι προτάσεις πρέπει να περιλαμβάνουν εκτίμηση των επιπτώσεων από τις προτεινόμενες τροποποιήσεις, και να λαμβάνουν υπόψη τις επιδιώξεις του παρόντος κανονισμού και τις επιπτώσεις στη διατάραξη της λειτουργίας της αγοράς και τον ανταγωνισμό, καθώς και τις πιθανές επιπτώσεις στους επενδυτές εντός της Ένωσης.

4.   Έως τις 3 Μαρτίου 2019, η Επιτροπή, μετά από διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ, υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με τη λειτουργία του άρθρου 26, η οποία μεταξύ άλλων αναφέρει κατά πόσον το περιεχόμενο και η μορφή των γνωστοποιήσεων συναλλαγών που λαμβάνονται και ανταλλάσσονται μεταξύ αρμόδιων αρχών συνολικά καθιστούν δυνατή την παρακολούθηση των δραστηριοτήτων των επιχειρήσεων επενδύσεων υπηρεσιών σύμφωνα με το άρθρο 26 παράγραφος 1. Η Επιτροπή μπορεί να υποβάλει τις κατάλληλες προτάσεις, οι οποίες μεταξύ άλλων μπορούν να προβλέπουν τη γνωστοποίηση συναλλαγών σε σύστημα ορισμένο από την ΕΑΚΑΑ και όχι στις αρμόδιες αρχές, το οποίο επιτρέπει στις σχετικές αρμόδιες αρχές να έχουν πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες που αναφέρονται σύμφωνα με το εν λόγω άρθρο, για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού και της οδηγίας 2014/65/ΕΕ και για τον εντοπισμό πράξεων προσώπων που κατέχουν εμπιστευτικές πληροφορίες και πράξεων χειραγώγησης της αγοράς, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 596/2014.

5.   Έως τις 3 Μαρτίου 2019, η Επιτροπή, μετά από διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ, υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με κατάλληλες λύσεις για τον περιορισμό της ασυμμετρίας πληροφόρησης μεταξύ των συμμετεχόντων στην αγορά καθώς και σχετικά με εργαλεία με τα οποία οι ρυθμιστικές αρχές θα μπορούσαν να παρακολουθούν καλύτερα τις δραστηριότητες παροχής τιμών σε τόπους διαπραγμάτευσης. Η εν λόγω έκθεση εκτιμά τουλάχιστον τη σκοπιμότητα της ανάπτυξης ενός ευρωπαϊκού συστήματος εντοπισμού των καλύτερων τιμών αγοράς και πώλησης σε ενοποιημένο επίπεδο, προς εκπλήρωση αυτών των στόχων.

6.   Έως τις 3 Μαρτίου 2019, η Επιτροπή, μετά από διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ, υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την πρόοδο που έχει σημειωθεί ως προς τη μεταφορά της διαπραγμάτευσης των τυποποιημένων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων σε χρηματιστήρια ή σε ηλεκτρονικούς τόπους εκτέλεσης συναλλαγών σύμφωνα με τα άρθρα 25 και 28.

7.   Έως τις 3 Ιουλίου 2019, η Επιτροπή, μετά από διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ, υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την εξέλιξη των τιμών για την παροχή πρόσβασης σε προσυναλλακτική και μετασυναλλακτική πληροφόρηση, από ρυθμιζόμενες αγορές, ΠΜΔ, ΜΟΔ, Ε.ΜΗ.ΔΗ.ΣΥ. και Π.Ε.ΔΕ.ΣΥ.

8.   Έως τις 3 Ιουλίου 2019, η Επιτροπή, μετά από διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ, υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την επανεξέταση των διατάξεων περί διαλειτουργικότητας του άρθρου 36 του παρόντος κανονισμού και του άρθρου 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

9.   Έως τις 3 Ιουλίου 2019, η Επιτροπή, μετά από διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ, υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή των άρθρων 35 και 36 του παρόντος κανονισμού και των άρθρων 7 και 8 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

Έως τις 3 Ιουλίου 2021 η Επιτροπή, μετά από διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ, υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του άρθρου 37.

10.   Έως τις 3 Ιουλίου 2019, η Επιτροπή, μετά από διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ, υποβάλλει έκθεση προς το Συμβούλιο και το Κοινοβούλιο σχετικά με τις επιπτώσεις των άρθρων 35 και 36 του παρόντος κανονισμού στους νεοσυσταθέντες CCP που έχουν λάβει άδεια, όπως αναφέρεται στο άρθρο 35 παράγραφος 5, και τους τόπους διαπραγμάτευσης που συνδέονται με στενούς δεσμούς με αυτούς τους CCP και για το εάν πρέπει να παραταθεί η μεταβατική ρύθμιση του άρθρου 35 παράγραφος 5, σταθμίζοντας τα δυνητικά οφέλη που θα έχουν για τους καταναλωτές η βελτίωση του ανταγωνισμού και οι δυνατότητες επιλογής που θα είναι διαθέσιμες στους συμμετέχοντες στην αγορά έναντι των δυνητικών δυσανάλογων επιπτώσεων αυτών των διατάξεων στους νεοσυσταθέντες CCP που έχουν λάβει άδεια και των περιορισμών των συμμετεχόντων στις τοπικές αγορές όσον αφορά την απόκτηση πρόσβασης στους διεθνείς CCP και την ομαλή λειτουργία της αγοράς.

Βάσει των συμπερασμάτων της έκθεσης αυτής, η Επιτροπή δύναται να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 50 για παράταση της μεταβατικής περιόδου σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 5 για μέγιστο διάστημα 30 μηνών.

11.   Έως τις 3 Ιουλίου 2019, η Επιτροπή, μετά από διαβούλευση με την ΕΑΚΑΑ, υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο σχετικά με το κατά πόσον το όριο που προσδιορίζεται στο άρθρο 36 παράγραφος 5 παραμένει κατάλληλο και αν πρέπει να εξακολουθήσει να είναι διαθέσιμος ο μηχανισμός απαλλαγής σχετικά με χρηματιστηριακά παράγωγα.

12.   Έως τις 3 Ιουλίου 2016, η Επιτροπή, με βάση εκτίμηση κινδύνου που διενεργείται από την ΕΑΚΑΑ σε διαβούλευση με το ΕΣΣΚ, υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, στην οποία εκτιμά την ανάγκη να αποκλειστούν προσωρινά τα χρηματιστηριακά παράγωγα από το πεδίο εφαρμογής των άρθρων 35 και 36. Η εν λόγω έκθεση λαμβάνει υπόψη τους τυχόν κινδύνους που απορρέουν από διατάξεις παροχής μη διακριτικής πρόσβασης όσον αφορά στα χρηματιστηριακά παράγωγα, σε σχέση με τη συνολική σταθερότητα και την ομαλή λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών σε ολόκληρη την Ένωση.

Βάσει των συμπερασμάτων της έκθεσης, η Επιτροπή δύναται να εκδώσει κατ’ εξουσιοδότηση πράξη σύμφωνα με το άρθρο 50, προκειμένου να αποκλείσει τα χρηματιστηριακά παράγωγα από το πεδίο εφαρμογής των άρθρων 35 και 36 για διάστημα έως 30 μηνών από τις 3 Ιανουαρίου 2017.

Άρθρο 53

Τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012

Ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 τροποποιείται ως εξής:

1)

Στο άρθρο 5 παράγραφος 2 προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Κατά την ανάπτυξη των σχεδίων ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων βάσει της παρούσας παραγράφου, η ΕΑΚΑΑ δεν θίγει τη μεταβατική διάταξη ως προς τις συμβάσεις ενεργειακών παραγώγων Γ.6 όπως ορίζονται στο άρθρο 95 της οδηγίας 2014/65/ΕΕ (31).

(31)  Οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 349).»."

2)

Το άρθρο 7 τροποποιείται ως εξής:

α)

η παράγραφος 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Κεντρικός αντισυμβαλλόμενος που έχει λάβει άδεια να εκκαθαρίζει συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων δέχεται να εκκαθαρίζει τις εν λόγω συμβάσεις χωρίς διακρίσεις και με διαφάνεια, μεταξύ άλλων και όσον αφορά τις απαιτήσεις ασφάλειας και τις σχετικές με την πρόσβαση χρεώσεις, ανεξαρτήτως από τους τόπους διαπραγμάτευσης. Αυτό ειδικότερα διασφαλίζει ότι ένας τόπος διαπραγμάτευσης έχει το δικαίωμα μη διακριτικής μεταχείρισης όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται συμβόλαια που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης στον εν λόγω τόπο διαπραγμάτευσης από την εξής άποψη:

α)

απαιτήσεων παροχής ασφάλειας και συμψηφισμού οικονομικά ισοδύναμων συμβολαίων, όπου η ένταξη τέτοιων συμβολαίων στις διαδικασίες εκκαθαριστικού και λοιπών ειδών συμψηφισμού ενός CCP με βάση το ισχύον δίκαιο περί αφερεγγυότητας δεν θέτει σε κίνδυνο την ομαλή και εύρυθμη λειτουργία, την εγκυρότητα ή τη δυνατότητα εφαρμογής τέτοιων διαδικασιών· και

β)

μεταφοράς περιθωρίων ασφάλειας μεταξύ συσχετιζόμενων συμβολαίων (cross-margining) που εκκαθαρίζονται από τον ίδιο CCP βάσει μοντέλου κινδύνου που είναι σύμφωνο με το άρθρο 41.

Ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος μπορεί να απαιτήσει ο τόπος διαπραγμάτευσης να συμμορφώνεται με τις επιχειρησιακές και τεχνικές απαιτήσεις που έχουν καθοριστεί από τον κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, συμπεριλαμβανομένων των απαιτήσεων όσον αφορά τη διαχείριση κινδύνου.»·

β)

προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«6.   Οι όροι που προβλέπονται στην παράγραφο 1 όσον αφορά τη μη διακριτική μεταχείριση σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται συμβόλαια που αποτελούν αντικείμενο διαπραγμάτευσης σε αυτό τον τόπο διαπραγμάτευσης από την άποψη των απαιτήσεων ασφάλειας και συμψηφισμού οικονομικά ισοδύναμων συμβολαίων και μεταφοράς περιθωρίων ασφάλειας μεταξύ συσχετιζόμενων συμβολαίων (cross-margining) που εκκαθαρίζονται από τον ίδιο CCP, προσδιορίζονται περαιτέρω από τα τεχνικά πρότυπα που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφος 6 στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 (32).».

3)

Στο άρθρο 81 παράγραφος 3, προστίθεται το ακόλουθο εδάφιο:

«Τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών διαβιβάζουν δεδομένα στις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 26 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 600/2014 (32)».

Άρθρο 54

Μεταβατικές διατάξεις

1.   Οι επιχειρήσεις τρίτων χωρών μπορούν να εξακολουθήσουν να παρέχουν υπηρεσίες και να ασκούν δραστηριότητες στα κράτη μέλη, σύμφωνα με τα εθνικά καθεστώτα μέχρι τρία έτη μετά την έκδοση από την Επιτροπή απόφασης που αφορά την εκάστοτε τρίτη χώρα, σύμφωνα με το άρθρο 47.

2.   Εάν η Επιτροπή εκτιμήσει ότι δεν υπάρχει ανάγκη να αποκλειστούν τα χρηματιστηριακά παράγωγα από το πεδίο εφαρμογής των άρθρων 35 και 36 σύμφωνα με το άρθρο 52 παράγραφος 12, ένας CCP ή ένας τόπος διαπραγμάτευσης μπορεί, πριν από την έναρξη εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, να ζητήσει από την αρμόδια αρχή του άδεια να κάνει χρήση των μεταβατικών ρυθμίσεων. Η αρμόδια αρχή, λαμβάνοντας υπόψη τους κινδύνους που απορρέουν από την εφαρμογή των δικαιωμάτων πρόσβασης βάσει του άρθρου 35 ή 36 στα χρηματιστηριακά παράγωγα σχετικά με την ομαλή λειτουργία του σχετικού CCP ή τόπου διαπραγμάτευσης, μπορεί να αποφασίσει ότι το άρθρο 35 ή 36 δεν έχει εφαρμογή στον σχετικό CCP ή τόπο διαπραγμάτευσης, αντίστοιχα, για μεταβατική περίοδο έως τις 3 Ιουλίου 2019. Όταν εγκρίνεται τέτοια μεταβατική περίοδος, ο CCP ή ο τόπος διαπραγμάτευσης δεν μπορεί να επωφεληθεί από τα δικαιώματα πρόσβασης βάσει του άρθρου 35 ή 36, όσον αφορά τα χρηματιστηριακά παράγωγα για τη διάρκεια αυτής της μεταβατικής περιόδου. Η αρμόδια αρχή, όποτε εγκρίνεται μεταβατική περίοδος, κοινοποιεί τη σχετική απόφαση στην ΕΑΚΑΑ, και στην περίπτωση ενός CCP στο σώμα των αρμοδίων αρχών για τον εν λόγω CCP.

Όταν ένας CCP για τον οποίο έχουν εγκριθεί μεταβατικές ρυθμίσεις συνδέεται με στενούς δεσμούς με έναν ή περισσότερους τόπους διαπραγμάτευσης, αυτοί οι τόποι διαπραγμάτευσης δεν επωφελούνται από δικαιώματα πρόσβασης βάσει του άρθρου 35 ή 36 για χρηματιστηριακά παράγωγα για τη διάρκεια αυτής της μεταβατικής περιόδου.

Όταν ένας τόπος διαπραγμάτευσης, για τον οποίο έχουν εγκριθεί μεταβατικές ρυθμίσεις συνδέεται με στενούς δεσμούς με έναν ή περισσότερους CCP, αυτοί οι CCP δεν επωφελούνται από δικαιώματα πρόσβασης βάσει του άρθρου 35 ή 36 για χρηματιστηριακά παράγωγα για τη διάρκεια αυτής της μεταβατικής περιόδου.

Άρθρο 55

Έναρξη ισχύος και εφαρμογή

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα μετά τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από τις 3 Ιανουαρίου 2017.

Παρά το δεύτερο εδάφιο, το άρθρο 1 παράγραφοι 8 και 9, το άρθρο 2 παράγραφος 2, το άρθρο 5 παράγραφος 6 και 9, το άρθρο 7 παράγραφος 2, το άρθρο 9 παράγραφος 5, το άρθρο 11 παράγραφος 4, το άρθρο 12 παράγραφος 2, το άρθρο 13 παράγραφος 2, το άρθρο 14 παράγραφος 7, το άρθρο 15 παράγραφος 5, το άρθρο 17 παράγραφος 3, το άρθρο 19 παράγραφοι 2 και 3, το άρθρο 20 παράγραφος 3, το άρθρο 21 παράγραφος 5, το άρθρο 22 παράγραφος 4, το άρθρο 23 παράγραφος 3, το άρθρο 25 παράγραφος 3, το άρθρο 26 παράγραφος 9, το άρθρο 27 παράγραφος 3, το άρθρο 28 παράγραφος 4, το άρθρο 28 παράγραφος 5, το άρθρο 29 παράγραφος 3, το άρθρο 30 παράγραφος 2, το άρθρο 31 παράγραφος 4, το άρθρο 32 παράγραφος 1, 5 και 6, το άρθρο 33 παράγραφος 2, το άρθρο 35 παράγραφος 6, το άρθρο 36 παράγραφος 6, το άρθρο 37 παράγραφος 4, το άρθρο 38 παράγραφος 3, το άρθρο 40 παράγραφος 8, το άρθρο 41 παράγραφος 8, το άρθρο 42 παράγραφος 7, το άρθρο 45 παράγραφος 10, το άρθρο 46 παράγραφος 7, το άρθρο 47 παράγραφοι 1 και 4, το άρθρο 52 παράγραφοι 10 και 12, και το άρθρο 54 παράγραφος 1, εφαρμόζονται αμέσως με την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού.

Παρά το δεύτερο εδάφιο, το άρθρο 37 παράγραφοι 1, 2 και 3 εφαρμόζεται από τις 3 Ιανουαρίου 2019.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 15 Μαΐου 2014.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

Δ. ΚΟΥΡΚΟΥΛΑΣ


(1)  ΕΕ C 161 της 7.6.2012, σ. 3.

(2)  ΕΕ C 143 της 22.5.2012, σ. 74.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Απριλίου 2014 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 13ης Μαΐου 2014.

(4)  Οδηγία 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 2004, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων, για την τροποποίηση των οδηγιών 85/611/ΕΟΚ και 93/6/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της οδηγίας 2000/12/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και για την κατάργηση της οδηγίας 93/22/ΕΟΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 145 της 30.4.2004, σ. 1).

(5)  Οδηγία 2014/65/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/92/ΕΚ και της οδηγίας 2011/61/ΕΕ (βλέπε σελίδα 349 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(6)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1).

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1287/2006 της Επιτροπής, της 10ης Αυγούστου 2006, για την εφαρμογή της οδηγίας 2004/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τις υποχρεώσεις τήρησης αρχείων για τις επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, τη γνωστοποίηση συναλλαγών, τη διαφάνεια της αγοράς, την εισαγωγή χρηματοπιστωτικών μέσων προς διαπραγμάτευση, καθώς και τους ορισμούς που ισχύουν για τους σκοπούς της οδηγίας αυτής (ΕΕ L 241 της 2.9.2006, σ. 1).

(8)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/77/ΕΚ (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84).

(9)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 809/2004 της Επιτροπής της 29ης Απριλίου 2004 για την εφαρμογή της οδηγίας 2003/71/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με τις πληροφορίες που περιέχονται στα ενημερωτικά δελτία, καθώς επίσης και τη μορφή, την ενσωμάτωση με παραπομπή και τη δημοσίευση των ενημερωτικών δελτίων και την κοινοποίηση των δημοσιεύσεων (ΕΕ L 149 της 30.4.2004, σ. 1).

(10)  Οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31).

(11)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1).

(12)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1093/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών), την τροποποίηση της απόφασης αριθ. 716/2009/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 2009/78/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 12).

(13)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 236/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 14ης Μαρτίου 2012, για τις ανοικτές πωλήσεις και ορισμένες πτυχές των συμβολαίων ανταλλαγής πιστωτικής αθέτησης (ΕΕ L 86 της 24.3.2012, σ. 1).

(14)  Οδηγία 2003/87/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Οκτωβρίου 2013, για τη θέσπιση του συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπής αερίων θερμοκηπίου εντός της Κοινότητας και την τροποποίηση της οδηγίας 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου (ΕΕ L 275 της 25.10.2003, σ. 32).

(15)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 596/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Απριλίου 2014, για την κατάχρηση της αγοράς (κανονισμός για την κατάχρηση αγοράς) και την κατάργηση της οδηγίας 2003/6/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και των οδηγιών 2003/124/ΕΚ, 2003/125/ΕΚ και 2004/72/ΕΚ της Επιτροπής (βλέπε σελίδα 1 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(16)  Οδηγία 2014/57/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, περί ποινικών κυρώσεων για την κατάχρηση αγοράς (οδηγία για την κατάχρηση αγοράς) (βλέπε σελίδα 179 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(17)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13).

(18)  ΕΕ C 147 της 25.5.2012, σ. 1.

(19)  Οδηγία 2013/36/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με την πρόσβαση στη δραστηριότητα πιστωτικών ιδρυμάτων και την προληπτική εποπτεία πιστωτικών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων παροχής επενδυτικών υπηρεσιών, για την τροποποίηση της οδηγίας 2002/87/ΕΚ και για την κατάργηση των οδηγιών 2006/48/ΕΚ και 2006/49/ΕΚ (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 338).

(20)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις παροχής επενδυτικών υπηρεσιών και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).

(21)  Οδηγία 2009/138/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Νοεμβρίου 2009, που αφορά την ανάληψη και την άσκηση δραστηριοτήτων ασφάλισης και αντασφάλισης (Φερεγγυότητα II) (ΕΕ L 335 της 17.12.2009, σ. 1).

(22)  Οδηγία 2009/65/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για τον συντονισμό των νομοθετικών, κανονιστικών και διοικητικών διατάξεων σχετικά με ορισμένους οργανισμούς συλλογικών επενδύσεων σε κινητές αξίες (ΟΣΕΚΑ) (ΕΕ L 302 της 17.11.2009, σ. 32).

(23)  Οδηγία 2003/41/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 3ης Ιουνίου 2003, για τις δραστηριότητες και την εποπτεία των ιδρυμάτων που προσφέρουν υπηρεσίες επαγγελματικών συνταξιοδοτικών παροχών (ΕΕ L 235 της 23.9.2003, σ. 10).

(24)  Οδηγία 2011/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 8ης Ιουνίου 2011, σχετικά με τους διαχειριστές οργανισμών εναλλακτικών επενδύσεων και για την τροποποίηση των οδηγιών 2003/41/ΕΚ και 2009/65/ΕΚ και των κανονισμών (ΕΚ) αριθ. 1060/2009 και (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 (ΕΕ L 174 της 1.7.2011, σ. 1).

(25)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1227/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2011, για την ακεραιότητα και τη διαφάνεια στη χονδρική αγορά ενέργειας (ΕΕ L 326 της 8.12.2011, σ. 1).

(26)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1308/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση κοινής οργάνωσης των αγορών γεωργικών προϊόντων και την κατάργηση των κανονισμών (ΕΟΚ) αριθ. 922/72, (ΕΟΚ) αριθ. 234/79, (ΕΚ) αριθ. 1037/2001 και (ΕΚ) αριθ. 1234/2007 του Συμβουλίου (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 671).

(27)  Οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Οκτωβρίου 2005, σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας (ΕΕ L 309 της 25.11.2005, σ. 15).

(28)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 149/2013 της Επιτροπής, της 19ης Δεκεμβρίου 2012, για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου όσον αφορά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα για τις ρυθμίσεις έμμεσης εκκαθάρισης, την υποχρέωση εκκαθάρισης, το δημόσιο μητρώο, την πρόσβαση σε τόπο διαπραγμάτευσης, τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους, τις τεχνικές μετριασμού του κινδύνου για συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που δεν εκκαθαρίζονται από κεντρικό αντισυμβαλλόμενο (ΕΕ L 52 της 23.2.2013, σ. 11).

(29)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 713/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για την ίδρυση Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενεργείας (ΕΕ L 211 της 14.8.2009, σ. 1).

(30)  Απόφαση 2001/528/ΕΚ της Επιτροπής, της 6ης Ιουνίου 2001, για τη σύσταση της ευρωπαϊκής επιτροπής κινητών αξιών (ΕΕ L 191 της 13.7.2001, σ. 45).

(32)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 600/2014 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 15ης Μαΐου 2014, για τις αγορές χρηματοπιστωτικών μέσων και για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 173 της 12.6.2014, σ. 84).