21.3.2014   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 85/1


ΚΑΤΕΞΟΥΣΙΟΔΌΤΗΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 285/2014 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 13ης Φεβρουαρίου 2014

για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου σχετικά με ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα όσον αφορά τον άμεσο, ουσιαστικό και προβλέψιμο αντίκτυπο των συμβάσεων εντός της Ένωσης και την αποφυγή της παράκαμψης κανόνων και υποχρεώσεων

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (1), και ιδίως το άρθρο 4 παράγραφος 4 και το άρθρο 11 παράγραφος 14 στοιχείο ε),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Λόγω της μεγάλης ποικιλομορφίας των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, προκειμένου να προσδιοριστεί πότε μια σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει άμεσο, ουσιαστικό και προβλέψιμο αντίκτυπο εντός της Ένωσης, καθώς και να προσδιοριστούν οι περιπτώσεις όπου είναι απαραίτητο ή ενδείκνυται να αποφευχθεί η παράκαμψη κανόνων ή υποχρεώσεων που απορρέουν από οποιαδήποτε από τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, θα πρέπει να υιοθετηθεί προσέγγιση βάσει κριτηρίων.

(2)

Δεδομένου ότι, σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι διατάξεις του εν λόγω κανονισμού θα θεωρείται ότι πληρούνται όταν ένας τουλάχιστον από τους αντισυμβαλλομένους είναι εγκατεστημένος σε χώρα για την οποία η Επιτροπή έχει εκδώσει εκτελεστική πράξη με την οποία δηλώνεται ισοδυναμία, σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, τα παρόντα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα θα πρέπει να εφαρμόζονται σε συμβάσεις όπου και οι δύο αντισυμβαλλόμενοι είναι εγκατεστημένοι σε τρίτη χώρα της οποίας οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις, καθώς και οι ρυθμίσεις επιβολής της νομοθεσίας, δεν έχουν ακόμη κηρυχθεί ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό.

(3)

Παρά ταύτα, ορισμένες πληροφορίες σχετικά με συμβάσεις που έχουν συναφθεί από οντότητες τρίτων χωρών θα βρίσκονται στη διάθεση μόνον των αρμοδίων αρχών των εν λόγω τρίτων χωρών. Επομένως, οι αρμόδιες αρχές της Ένωσης θα πρέπει να συνεργάζονται στενά με τις εν λόγω αρχές, προκειμένου να διασφαλίζεται η εφαρμογή και η τήρηση των σχετικών διατάξεων.

(4)

Δεδομένου ότι για την επακριβή κατανόηση των κατάλληλων τεχνικών προτύπων είναι αναγκαίος ένας τεχνικός όρος, θα πρέπει να δοθεί ορισμός αυτού του όρου.

(5)

Οι συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων οι οποίες συνάπτονται από οντότητες εγκατεστημένες σε τρίτες χώρες και καλύπτονται από εγγύηση που παρέχεται από οντότητες εγκατεστημένες στην Ένωση δημιουργούν χρηματοοικονομικό κίνδυνο για τον εγγυητή που είναι εγκατεστημένος στην Ένωση. Επιπλέον, δεδομένου ότι ο κίνδυνος θα εξαρτάται από το ύψος της εγγύησης που χορηγείται από τους χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους για την κάλυψη των συμβάσεων εξωχρηματιστηριακών παραγώγων και δεδομένων των διασυνδέσεων μεταξύ των χρηματοοικονομικών αντισυμβαλλομένων, σε σύγκριση με τους μη χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους, θα πρέπει να θεωρηθεί ότι έχουν άμεσο, ουσιαστικό και προβλέψιμο αντίκτυπο εντός της Ένωσης μόνον οι συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που συνάπτονται από οντότητες εγκατεστημένες σε τρίτες χώρες και καλύπτονται από εγγύηση η οποία υπερβαίνει ορισμένα ποσοτικά κατώτατα όρια και παρέχεται από χρηματοοικονομικούς αντισυμβαλλομένους εγκατεστημένους στην Ένωση.

(6)

Οι χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι που είναι εγκατεστημένοι σε τρίτες χώρες μπορούν να συνάπτουν συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων μέσω των υποκαταστημάτων τους στην Ένωση. Δεδομένου του αντικτύπου της δραστηριότητας αυτών των υποκαταστημάτων στην αγορά της Ένωσης, οι συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που συνάπτονται μεταξύ των εν λόγω υποκαταστημάτων στην Ένωση θα πρέπει να θεωρείται ότι έχουν άμεσο, ουσιαστικό και προβλέψιμο αντίκτυπο εντός της Ένωσης.

(7)

Οι συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που συνάπτονται από συγκεκριμένους αντισυμβαλλομένους με πρωταρχικό σκοπό την αποφυγή εφαρμογής της υποχρέωσης εκκαθάρισης ή των τεχνικών μετριασμού του κινδύνου, που ισχύουν για τις οντότητες οι οποίες θα ήταν οι φυσικοί αντισυμβαλλόμενοι στη σύμβαση, θα πρέπει να θεωρείται ότι παρακάμπτουν τους κανόνες και τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, καθότι εμποδίζουν την επίτευξη ενός σκοπού του κανονισμού αυτού, και συγκεκριμένα τον μετριασμό του πιστωτικού κινδύνου αντισυμβαλλομένου.

(8)

Οι συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που αποτελούν μέρος μιας ρύθμισης της οποίας τα χαρακτηριστικά δεν υποστηρίζονται από επιχειρηματική λογική ή εμπορική ουσία και έχουν ως πρωταρχικό σκοπό την καταστρατήγηση της εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων που αφορούν τις προϋποθέσεις εξαίρεσης, θα πρέπει να θεωρείται ότι παρακάμπτουν τους κανόνες και τις υποχρεώσεις που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό.

(9)

Οι περιπτώσεις όπου οι επιμέρους συνιστώσες της ρύθμισης είναι ασυμβίβαστες με τη νομική υπόσταση της ρύθμισης στο σύνολό της, όπου η ρύθμιση υλοποιείται κατά τρόπο που δεν θα χρησιμοποιούνταν κανονικά σε ό,τι αναμένεται να είναι εύλογη επιχειρηματική συμπεριφορά, όπου η ρύθμιση ή η σειρά ρυθμίσεων περιλαμβάνει στοιχεία που έχουν ως αποτέλεσμα την εξουδετέρωση ή την ακύρωση της αμοιβαίας οικονομικής ουσίας τους, όπου οι συναλλαγές είναι κυκλικού χαρακτήρα, θα πρέπει να θεωρούνται ως δείκτες τεχνητής ρύθμισης ή τεχνητής σειράς ρυθμίσεων.

(10)

Είναι επιθυμητό να προβλεφθούν τεχνικά πρότυπα σχετικά με τις συμβάσεις οι οποίες έχουν άμεσο, ουσιαστικό και προβλέψιμο αντίκτυπο εντός της Ένωσης, καθώς και τεχνικά πρότυπα σχετικά με την αποφυγή της παράκαμψης κανόνων ή υποχρεώσεων που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012, σε μια ενιαία πράξη, δεδομένου ότι αμφότερες οι δέσμες τεχνικών προτύπων αφορούν την υποχρέωση εκκαθάρισης και τις τεχνικές μετριασμού του κινδύνου. Επιπλέον, έχουν κοινά χαρακτηριστικά, όπως την εφαρμογή τους σε σύμβαση στην οποία οι αντισυμβαλλόμενοι δεν θα υπόκεινται στην υποχρέωση εκκαθάρισης ή στις τεχνικές μετριασμού του κινδύνου, εάν δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 4 παράγραφος 1 στοιχείο α) σημείο v) και του άρθρου 11 παράγραφος 14 στοιχείο ε) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, που διευκρινίζονται περαιτέρω στον παρόντα κανονισμό.

(11)

Δεδομένου ότι απαιτείται χρόνος για τις οντότητες τρίτων χωρών, τις οποίες αφορούν αυτά τα ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα, προκειμένου να μεριμνήσουν για τη συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, σε περίπτωση που οι συμβάσεις τους εξωχρηματιστηριακών παραγώγων πληρούν τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στα εν λόγω ρυθμιστικά τεχνικά πρότυπα ώστε να θεωρείται ότι έχουν άμεσο, ουσιαστικό και προβλέψιμο αντίκτυπο εντός της Ένωσης, είναι σκόπιμο να μετατεθεί η εφαρμογή της διάταξης που περιέχει τις εν λόγω προϋποθέσεις κατά έξι μήνες.

(12)

Ο παρών κανονισμός βασίζεται στα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων που υποβλήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών στην Επιτροπή.

(13)

Σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (2), η Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών διενήργησε ανοικτές δημόσιες διαβουλεύσεις σχετικά με τα σχέδια ρυθμιστικών τεχνικών προτύπων, ανέλυσε τα ενδεχόμενα συναφή κόστη και τις ωφέλειες και ζήτησε τη γνώμη της ομάδας συμφεροντούχων κινητών αξιών και αγορών, που έχει συσταθεί σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1095/2010,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ορισμοί

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύει ο ακόλουθος ορισμός:

«εγγύηση»: η ρητή και τεκμηριωμένη νομική υποχρέωση από εγγυητή να καλύψει τις πληρωμές στον δικαιούχο των οφειλόμενων ποσών ή των ποσών που ενδέχεται να καταστούν οφειλόμενα, σύμφωνα με τις συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων που καλύπτονται από αυτή την εγγύηση και συνάπτονται από την εγγυημένη οντότητα, όταν υπάρχει αθέτηση όπως ορίζεται στην εγγύηση ή όταν δεν πραγματοποιήθηκε καμία πληρωμή από την εγγυημένη οντότητα.

Άρθρο 2

Συμβάσεις με άμεσο, ουσιαστικό και προβλέψιμο αντίκτυπο εντός της Ένωσης

1.   Μια σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων θεωρείται ότι έχει άμεσο, ουσιαστικό και προβλέψιμο αντίκτυπο εντός της Ένωσης, όταν τουλάχιστον μία οντότητα τρίτης χώρας επωφελείται από εγγύηση η οποία παρέχεται από χρηματοοικονομικό αντισυμβαλλόμενο εγκατεστημένο στην Ένωση και η οποία καλύπτει το σύνολο ή μέρος της υποχρέωσής της που απορρέει από την εν λόγω σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, εφόσον η εγγύηση πληροί αμφότερες από τις κατωτέρω προϋποθέσεις:

α)

καλύπτει το σύνολο της υποχρέωσης της οντότητας τρίτης χώρας, η οποία απορρέει από μία ή περισσότερες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων για συνολικό ονομαστικό ποσό τουλάχιστον 8 δισεκατ. ευρώ ή το αντίστοιχο ποσό στο σχετικό ξένο νόμισμα, ή καλύπτει μόνον ένα μέρος της υποχρέωσης της οντότητας τρίτης χώρας, η οποία απορρέει από μία ή περισσότερες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων για συνολικό ονομαστικό ποσό τουλάχιστον 8 δισεκατ. ευρώ ή το αντίστοιχο ποσό στο σχετικό ξένο νόμισμα, διαιρούμενο με το ποσοστό της καλυπτόμενης υποχρέωσης·

β)

είναι τουλάχιστον ίση με το 5 % του αθροίσματος των τρεχόντων ανοιγμάτων, όπως ορίζονται στο άρθρο 272 σημείο 17) του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (3), σε συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων του εγκατεστημένου στην Ένωση χρηματοοικονομικού αντισυμβαλλομένου που εξέδωσε την εγγύηση.

Όταν η εγγύηση εκδίδεται για μέγιστο ποσό που είναι κάτω από το κατώτατο όριο που καθορίζεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο α), οι συμβάσεις που καλύπτονται από την εν λόγω εγγύηση δεν έχουν άμεσο, ουσιαστικό και προβλέψιμο αντίκτυπο εντός της Ένωσης, εκτός εάν αυξηθεί το ποσό της εγγύησης, οπότε ο άμεσος, ουσιαστικός και προβλέψιμος αντίκτυπος των συμβάσεων εντός της Ένωσης επανεκτιμάται από τον εγγυητή έναντι των προϋποθέσεων που καθορίζονται στο πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και β) κατά την ημέρα της αύξησης.

Όταν η υποχρέωση η οποία απορρέει από μία ή περισσότερες συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων είναι κάτω από το κατώτατο όριο που καθορίζεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο α), οι συμβάσεις αυτές δεν θεωρείται ότι έχουν άμεσο, ουσιαστικό και προβλέψιμο αντίκτυπο εντός της Ένωσης, ακόμη και εάν το μέγιστο ποσό της εγγύησης που καλύπτει την εν λόγω υποχρέωση είναι ίσο ή ανώτερο του κατώτατου ορίου που καθορίζεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο α) και ακόμη και εάν πληρούται η προϋπόθεση που καθορίζεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β).

Σε περίπτωση αύξησης της υποχρέωσης που απορρέει από τις συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων ή μείωσης του τρέχοντος ανοίγματος, ο εγγυητής επανεκτιμά κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις που καθορίζονται στο πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και β). Η εκτίμηση αυτή πραγματοποιείται, αντιστοίχως, κατά την ημέρα της αύξησης της υποχρέωσης όσον αφορά την προϋπόθεση που καθορίζεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο α), και σε μηνιαία βάση όσον αφορά την προϋπόθεση που καθορίζεται στο πρώτο εδάφιο στοιχείο β).

Οι συμβάσεις εξωχρηματιστηριακών παραγώγων για συνολικό ονομαστικό ποσό τουλάχιστον 8 δισεκατ. ευρώ ή το αντίστοιχο ποσό στο σχετικό ξένο νόμισμα οι οποίες έχουν συναφθεί πριν εκδοθεί ή αυξηθεί μια εγγύηση, και στη συνέχεια καλύπτονται από εγγύηση που πληροί τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και β) θεωρείται ότι έχουν άμεσο, ουσιαστικό και προβλέψιμο αντίκτυπο εντός της Ένωσης.

2.   Μια σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων θεωρείται ότι έχει άμεσο, ουσιαστικό και προβλέψιμο αντίκτυπο εντός της Ένωσης, όταν οι δύο οντότητες που είναι εγκατεστημένες σε τρίτη χώρα συνάπτουν τη σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων μέσω των υποκαταστημάτων τους στην Ένωση και, εάν ήταν εγκατεστημένες στην Ένωση, θα χαρακτηρίζονταν χρηματοοικονομικοί αντισυμβαλλόμενοι.

Άρθρο 3

Περιπτώσεις όπου είναι απαραίτητο ή ενδείκνυται να αποφευχθεί η παράκαμψη κανόνων ή υποχρεώσεων που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012

1.   Μια σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων κρίνεται ότι έχει σχεδιαστεί για την καταστρατήγηση της εφαρμογής οποιασδήποτε από τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, εάν ο τρόπος με τον οποίο έχει συναφθεί η συγκεκριμένη σύμβαση θεωρείται, όταν εξετάζεται ως σύνολο και λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστάσεων, ότι έχει ως πρωταρχικό σκοπό την αποφυγή της εφαρμογής οποιασδήποτε από τις διατάξεις του εν λόγω κανονισμού.

2.   Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, μια σύμβαση θεωρείται ότι έχει ως πρωταρχικό σκοπό την αποφυγή της εφαρμογής οποιασδήποτε από τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, εάν ο πρωταρχικός σκοπός μιας ρύθμισης ή σειράς ρυθμίσεων σχετικά με τη σύμβαση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων είναι να υπονομεύσει το αντικείμενο, το πνεύμα και τον σκοπό οποιασδήποτε από τις διατάξεις του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 που άλλως θα ίσχυαν, συμπεριλαμβανομένης της περίπτωσης όπου η σύμβαση αποτελεί μέρος τεχνητής ρύθμισης ή τεχνητής σειράς ρυθμίσεων.

Μια ρύθμιση η οποία εγγενώς στερείται επιχειρηματικής λογικής, εμπορικής ουσίας ή σχετικής οικονομικής αιτιολόγησης και συνίσταται από οποιαδήποτε σύμβαση, συναλλαγή, καθεστώς, δράση, πράξη, συμφωνία, χορήγηση, συνεννόηση, υπόσχεση, δέσμευση ή γεγονός θεωρείται τεχνητή ρύθμιση. Η ρύθμιση μπορεί να περιλαμβάνει περισσότερα από ένα στάδια ή μέρη.

Άρθρο 4

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Το άρθρο 2 εφαρμόζεται από τις 10 Οκτωβρίου 2014.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 13 Φεβρουαρίου 2014.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

José Manuel BARROSO


(1)  ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1.

(2)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1095/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Νοεμβρίου 2010, σχετικά με τη σύσταση Ευρωπαϊκής Εποπτικής Αρχής (Ευρωπαϊκή Αρχή Κινητών Αξιών και Αγορών) (ΕΕ L 331 της 15.12.2010, σ. 84).

(3)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 575/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2013, σχετικά με τις απαιτήσεις προληπτικής εποπτείας για πιστωτικά ιδρύματα και επιχειρήσεις επενδύσεων και την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012 (ΕΕ L 176 της 27.6.2013, σ. 1).