14.8.2009   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 211/15


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΚ) αριθ. 714/2009 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 13ης Ιουλίου 2009

σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενεργείας και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 95,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (2),

Aποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Στόχοι της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενεργείας, η οποία υλοποιείται σταδιακά σε ολόκληρη την Κοινότητα από το 1999, είναι η παροχή πραγματικών επιλογών σε όλους τους καταναλωτές της Κοινότητας, είτε είναι πολίτες είτε επιχειρήσεις, η παροχή νέων επιχειρηματικών ευκαιριών και η αύξηση του διασυνοριακού εμπορίου, ώστε να επιτευχθούν βελτιώσεις αποδοτικότητας, ανταγωνιστικές τιμές, υψηλότερα πρότυπα παρεχόμενων υπηρεσιών, και να ενισχυθεί ταυτόχρονα η ασφάλεια του εφοδιασμού και η αειφορία.

(2)

H οδηγία 2003/54/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (4) και ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2003, σχετικά με τους όρους πρόσβασης στο δίκτυο για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενέργειας (5) συνέβαλαν σημαντικά στη δημιουργία της εν λόγω αγοράς.

(3)

Ωστόσο, επί του παρόντος υφίστανται εμπόδια στην πώληση ηλεκτρικής ενεργείας στην Κοινότητα, με ίσους και όχι δυσμενέστερους ή ασύμφορους όρους. Συγκεκριμένα, δεν παρέχεται ακόμη πρόσβαση στο δίκτυο χωρίς διακρίσεις και εξίσου αποτελεσματικό επίπεδο ρυθμιστικής εποπτείας σε όλα τα κράτη μέλη, παραμένουν δε ακόμη απομονωμένες αγορές.

(4)

Στην ανακοίνωση της Επιτροπής της 10ης Ιανουαρίου 2007 με τίτλο «Ενεργειακή πολιτική για την Ευρώπη» τονίσθηκε η σημασία της ολοκλήρωσης της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενεργείας και της δημιουργίας ίσων όρων ανταγωνισμού για όλες τις εγκατεστημένες στην Κοινότητα επιχειρήσεις. Οι ανακοινώσεις της Επιτροπής της 10ης Ιανουαρίου 2007 με τίτλο «Προοπτικές για την εσωτερική αγορά αερίου και ηλεκτρικής ενεργείας» και «Έρευνα δυνάμει του άρθρου 17 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1/2003 στον ευρωπαϊκό κλάδο του αερίου και της ηλεκτρικής ενεργείας (τελική έκθεση)» αντιστοίχως κατέδειξαν ότι οι υφιστάμενοι κανόνες και μέτρα αφενός δεν παρέχουν το αναγκαίο πλαίσιο και αφετέρου δεν προβλέπουν τη δημιουργία δυνατοτήτων διασύνδεσης για την επίτευξη του στόχου μιας εύρυθμα λειτουργούσας, αποδοτικής και ανοικτής αγοράς εσωτερικής αγοράς.

(5)

Πέραν της λεπτομερούς εφαρμογής του υφιστάμενου νομοθετικού πλαισίου, το ρυθμιστικό πλαίσιο της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενεργείας που εισήχθη με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 θα πρέπει να προσαρμοσθεί σύμφωνα με τις εν λόγω ανακοινώσεις.

(6)

Συγκεκριμένα, απαιτείται ενίσχυση της συνεργασίας και του συντονισμού μεταξύ των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς για τη δημιουργία των κωδίκων δικτύου για την παροχή και τη διαχείριση αποτελεσματικής και διαφανούς διασυνοριακής πρόσβασης στα δίκτυα μεταφοράς, και για την εξασφάλιση συντονισμένου και αρκούντως μακροπρόθεσμου προγραμματισμού και τεχνικώς ορθής εξέλιξης του συστήματος μεταφοράς στην Κοινότητα, περιλαμβανομένης της δημιουργίας δυνατοτήτων διασύνδεσης, με τη δέουσα μέριμνα για το περιβάλλον. Οι κώδικες δικτύου θα πρέπει να ακολουθούν τις κατευθυντήριες γραμμές-πλαίσιο που είναι εκ φύσεως μη δεσμευτικές (εφεξής «κατευθυντήριες γραμμές-πλαίσιο») και που έχει εκπονήσει ο Οργανισμός Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενεργείας που ιδρύθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. …/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, για την ίδρυση του Οργανισμού Συνεργασίας των Ρυθμιστικών Αρχών Ενεργείας (6) (««Οργανισμός»). Ο Οργανισμός θα πρέπει να διαδραματίζει κάποιο ρόλο στην αναθεώρηση, με βάση πραγματικά στοιχεία, των σχεδίων κωδίκων δικτύου, περιλαμβανομένης και της συμβατότητάς τους με τις κατευθυντήριες γραμμές — πλαίσιο και να εισηγείται την έγκρισή τους από την Επιτροπή. Ο Οργανισμός θα πρέπει επίσης να αξιολογεί τις προτεινόμενες τροποποιήσεις των κωδίκων δικτύου και να εισηγείται την έγκρισή τους από την Επιτροπή. Οι διαχειριστές συστήματος μεταφοράς θα πρέπει να εκμεταλλεύονται τα δίκτυά τους σύμφωνα με τους εν λόγω κώδικες δικτύου.

(7)

Για να εξασφαλιστεί η βέλτιστη διαχείριση του δικτύου μεταφοράς ηλεκτρικής ενεργείας και να δοθεί δυνατότητα διασυνοριακού εμπορίου και προμήθειας ηλεκτρικής ενεργείας σε όλη την Ευρώπη, θα πρέπει να συγκροτηθεί ένα ευρωπαϊκό δίκτυο διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενεργείας («ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας»). Τα καθήκοντα του ΕΔΔΣΜ Ηλεκτρικής ενεργείας θα πρέπει να επιτελούνται τηρουμένων των κοινοτικών κανόνων ανταγωνισμού οι οποίοι παραμένουν εν ισχύ για τις αποφάσεις του ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας. Τα καθήκοντά του θα πρέπει να καθοριστούν σαφώς και η μέθοδος εργασίας του θα πρέπει να εξασφαλίζει αποτελεσματικότητα, διαφάνεια και αντιπροσωπευτικότητα. Οι κώδικες δικτύου που εκπονεί το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας δεν αποσκοπούν στην αντικατάσταση των αναγκαίων εθνικών τεχνικών κωδίκων στα μη διασυνοριακά ζητήματα. Δεδομένου ότι είναι δυνατόν να εξασφαλιστεί αποτελεσματικότερη πρόοδος σε περιφερειακό επίπεδο, οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς θα πρέπει να συγκροτήσουν περιφερειακές δομές ενταγμένες στη συνολική δομή συνεργασίας, εξασφαλίζοντας παράλληλα ότι τα αποτελέσματα σε περιφερειακό επίπεδο συμβαδίζουν με τους κώδικες δικτύου και με τα μη δεσμευτικά δεκαετή προγράμματα ανάπτυξης δικτύων σε επίπεδο Κοινότητας. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προάγουν τη συνεργασία και να παρακολουθούν την αποτελεσματικότητα του δικτύου σε περιφερειακό επίπεδο. Η περιφερειακή συνεργασία θα πρέπει να είναι συμβατή με την πρόοδο προς την ανταγωνιστική και αποτελεσματική εσωτερική αγορά ηλεκτρισμού.

(8)

Όλοι οι συμμετέχοντες στην αγορά αναμένουν με ενδιαφέρον το έργο που θα επιτελέσει το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας. Ως εκ τούτου, μια αποτελεσματική διαδικασία διαβούλευσης είναι βασική ενώ σημαντικό ρόλο θα πρέπει να διαδραματίσουν οι δομές που έχουν συσταθεί για τη διευκόλυνση και τον εξορθολογισμό της διαδικασίας διαβούλευσης, όπως η ένωση για τον συντονισμό της μεταφοράς ηλεκτρισμού, οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές ή ο Οργανισμός.

(9)

Προκειμένου να εξασφαλίζεται μεγαλύτερη διαφάνεια σε όλο το δίκτυο μεταφοράς ηλεκτρικής ενεργείας στην Κοινότητα, το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας θα πρέπει να συντάξει, να δημοσιεύσει και να ενημερώνει τακτικά ένα μη δεσμευτικό διακοινοτικό δεκαετές σχέδιο ανάπτυξης του δικτύου («διακοινοτικό δεκαετές σχέδιο ανάπτυξης του δικτύου»). Στο σχέδιο ανάπτυξης θα πρέπει να περιληφθούν βιώσιμα δίκτυα μεταφοράς ηλεκτρικής ενεργείας και οι αναγκαίες περιφερειακές διασυνδέσεις, που έχουν σημασία εμπορικώς και από άποψη ασφάλειας του εφοδιασμού.

(10)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να καθορίσει τις βασικές αρχές όσον αφορά την τιμολόγηση και τον καταμερισμό του δυναμικού και να προβλέψει τη θέσπιση κατευθυντήριων γραμμών για τις περαιτέρω βασικές αρχές και μεθοδολογίες, για μια ταχεία προσαρμογή στις μεταβαλλόμενες συνθήκες.

(11)

Σε μια ανοικτή και ανταγωνιστική αγορά, στους διαχειριστές δικτύων μεταφοράς θα πρέπει να καταβάλλεται αντιστάθμιση για το κόστος που προκύπτει ως αποτέλεσμα της χρήσης των δικτύων τους κατά τις διασυνοριακές ροές ηλεκτρικής ενεργείας από τους διαχειριστές των δικτύων μεταφοράς από όπου προέρχονται οι διασυνοριακές ροές και των δικτύων στα οποία καταλήγουν οι εν λόγω ροές.

(12)

Οι πληρωμές και τα έσοδα από τις αντισταθμίσεις μεταξύ των διαχειριστών δικτύων μεταφοράς θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κατά τον καθορισμό των εθνικών τιμολογίων δικτύου.

(13)

Το πραγματικό ποσό που πρέπει να καταβάλλεται για τη διασυνοριακή πρόσβαση στο δίκτυο μπορεί να ποικίλλει σημαντικά, ανάλογα με τους εμπλεκόμενους διαχειριστές δικτύων μεταφοράς και λόγω των διαφορών της διάρθρωσης των τιμολογίων που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη. Κατά συνέπεια, απαιτείται κάποιος βαθμός εναρμόνισης ώστε να αποφεύγονται οι στρεβλώσεις στο εμπόριο.

(14)

Θα απαιτηθεί ένα κατάλληλο σύστημα μακροπρόθεσμων σημάτων γεωγραφικής διαφοροποίησης, το οποίο θα βασίζεται στην αρχή ότι το ύψος των τελών πρόσβασης στο δίκτυο θα πρέπει να αντανακλά την ισορροπία παραγωγής και κατανάλωσης της συγκεκριμένης περιοχής, βάσει της διαφοροποίησης των επιβαρύνσεων των παραγωγών ή/και των καταναλωτών για την πρόσβαση στο δίκτυο.

(15)

Δεν ενδείκνυται η εφαρμογή τιμών εξαρτώμενων από την απόσταση ή, εφόσον λειτουργούν τα κατάλληλα σήματα γεωγραφικής διαφοροποίησης, ειδικών τιμολογίων μόνο για τους εξαγωγείς ή εισαγωγείς, τα οποία προστίθενται στα γενικά τέλη που καταβάλλονται για την πρόσβαση στο εθνικό δίκτυο.

(16)

Προϋπόθεση για την ύπαρξη πραγματικού ανταγωνισμού στην εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας είναι η επιβολή αμερόληπτων και διαφανών τελών για τη χρήση δικτύου, συμπεριλαμβανομένων των γραμμών διασύνδεσης, στο δίκτυο μεταφοράς. Στις γραμμές αυτές, θα πρέπει να προσφέρεται το μέγιστο δυναμικό που πληροί τα πρότυπα ασφαλείας για την ασφαλή λειτουργία των δικτύων.

(17)

Τα πρότυπα ασφάλειας, λειτουργίας και προγραμματισμού που χρησιμοποιούν οι διαχειριστές δικτύων μεταφοράς στα κράτη μέλη είναι σημαντικό να μην οδηγούν σε στρέβλωση του ανταγωνισμού. Επιπλέον, θα πρέπει να υπάρχει διαφάνεια για τους συντελεστές της αγοράς όσον αφορά το διαθέσιμο δυναμικό μεταφοράς, καθώς και τα πρότυπα ασφαλείας, προγραμματισμού και λειτουργίας που επηρεάζουν το διαθέσιμο δυναμικό μεταφοράς.

(18)

Η παρακολούθηση της αγοράς τα τελευταία χρόνια από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές και από την Επιτροπή κατέδειξε ότι δεν επαρκούν οι ισχύουσες απαιτήσεις διαφάνειας και οι ισχύοντες κανόνες για την πρόσβαση στην υποδομή για να εξασφαλίζεται μια εύρυθμα λειτουργούσα, ανοικτή και αποτελεσματική εσωτερική αγορά ηλεκτρισμού.

(19)

Απαιτείται ισότιμη πρόσβαση στις πληροφορίες που αφορούν την υλική κατάσταση και την αποτελεσματικότητα του συστήματος, ώστε να παρέχεται η δυνατότητα σε όλους τους συμμετέχοντες στην αγορά να εκτιμούν τη συνολική κατάσταση ζήτησης και προσφοράς και να προσδιορίζουν τους λόγους για τις μεταβολές της τιμής χονδρικής. Η απαίτηση αυτή συνεπάγεται ακριβέστερες πληροφορίες σχετικά με την παραγωγή ηλεκτρικής ενεργείας, την προσφορά και τη ζήτηση, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών προγνώσεων, τη δυναμικότητα του δικτύου και της διασύνδεσης, τις ροές και τη συντήρηση, την εξισορρόπηση και την εφεδρική ισχύ.

(20)

Για να τονωθεί η εμπιστοσύνη στην αγορά, οι συμμετέχοντες σε αυτήν πρέπει να είναι βέβαιοι ότι μπορούν να επιβληθούν αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές κυρώσεις για καταχρηστική συμπεριφορά. Θα πρέπει να παρέχεται ουσιαστική εξουσία στις αρμόδιες αρχές να ερευνούν αποτελεσματικά καταγγελίες για χειραγώγηση της αγοράς. Για το σκοπό αυτό, είναι αναγκαία η πρόσβαση των αρμοδίων αρχών στα δεδομένα που παρέχουν πληροφορίες σχετικά με επιχειρησιακές αποφάσεις που λαμβάνουν οι επιχειρήσεις προμήθειας. Πολλές σχετικές αποφάσεις λαμβάνονται στην αγορά ηλεκτρικής ενεργείας από τους παραγωγούς, οι οποίοι θα πρέπει να διατηρούν τις σχετικές πληροφορίες στη διάθεση των αρμοδίων αρχών για καθορισμένο χρονικό διάστημα και να τους εξασφαλίζουν εύκολη πρόσβαση σε αυτές. Πέραν τούτων οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να παρακολουθούν σε τακτική βάση τη συμμόρφωση των φορέων εκμετάλλευσης του συστήματος προς τους κανόνες. Από την υποχρέωση αυτή θα πρέπει να εξαιρούνται οι μικροί παραγωγοί που δεν έχουν πραγματική δυνατότητα να στρεβλώσουν την αγορά.

(21)

Θα πρέπει να θεσπισθούν κανόνες για τη χρήση των εσόδων που προκύπτουν κατά τις διαδικασίες διαχείρισης της συμφόρησης, εκτός εάν ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της οικείας γραμμής διασύνδεσης δικαιολογεί την εξαίρεση από την εφαρμογή των εν λόγω κανόνων.

(22)

Η διαχείριση των προβλημάτων συμφόρησης θα πρέπει να παρέχει τα κατάλληλα οικονομικά μηνύματα στους διαχειριστές δικτύων μεταφοράς και τους συντελεστές της αγοράς και θα πρέπει να βασίζεται στους μηχανισμούς της αγοράς.

(23)

Οι επενδύσεις σε νέα μεγάλα έργα υποδομής πρέπει να προωθηθούν δυναμικά, με παράλληλη διασφάλιση της ορθής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενεργείας. Για να τονωθεί η θετική επίδραση των εξαιρουμένων γραμμών διασύνδεσης συνεχούς ρεύματος στον ανταγωνισμό και την ασφάλεια του εφοδιασμού, θα πρέπει να αξιολογείται το ενδιαφέρον της αγοράς κατά τη φάση σχεδιασμού του έργου και να θεσπιστούν κανόνες για τη διαχείριση της συμφόρησης. Σε περίπτωση που γραμμές διασύνδεσης συνεχούς ρεύματος βρίσκονται στο έδαφος περισσοτέρων του ενός κρατών μελών, το αίτημα εξαίρεσης πρέπει να χειρίζεται σε έσχατη ανάγκη ο Οργανισμός, ώστε να συνεκτιμώνται καλύτερα οι διασυνοριακές επιπτώσεις του και να διευκολύνεται ο διοικητικός χειρισμός του. Επιπλέον, λόγω των ασυνήθιστων χαρακτηριστικών κινδύνου της κατασκευής αυτών των εξαιρουμένων μεγάλων έργων υποδομής, θα πρέπει να παρέχεται η δυνατότητα να χορηγούνται στις επιχειρήσεις με συμφέροντα προμήθειας και παραγωγής προσωρινές παρεκκλίσεις από τους κανόνες πλήρους διαχωρισμού για τα σχετικά έργα. Οι παρεκκλίσεις που χορηγούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 συνεχίζουν να ισχύουν έως την προβλεπόμενη ημερομηνία εκπνοής όπως έχει αποφασιστεί στην απόφαση για τη χορηγούμενη παρέκκλιση.

(24)

Για να εξασφαλισθεί η εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενεργείας, θα πρέπει να προβλεφθούν διαδικασίες οι οποίες να καθιστούν δυνατή την έγκριση από την Επιτροπή, αποφάσεων και κατευθυντήριων γραμμών όσον αφορά, μεταξύ άλλων, την τιμολόγηση και τον καταμερισμό δυναμικού, εξασφαλίζοντας παράλληλα τη συμμετοχή των ρυθμιστικών αρχών των κρατών μελών σε αυτή τη διαδικασία, ενδεχομένως μέσω του ευρωπαϊκού φορέα τους. Οι ρυθμιστικές αρχές, από κοινού με άλλες αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, καλούνται να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο όσον αφορά τη συμβολή στην εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενεργείας.

(25)

Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές θα πρέπει να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση προς τους κανόνες που περιέχονται στον παρόντα κανονισμό και τις κατευθυντήριες γραμμές που θεσπίζονται με βάση τον παρόντα κανονισμό.

(26)

Τα κράτη μέλη και οι αρμόδιες εθνικές αρχές θα πρέπει να υποχρεούνται να παρέχουν τις σχετικές πληροφορίες στην Επιτροπή. Η Επιτροπή θα πρέπει να χειρίζεται εμπιστευτικά τις πληροφορίες αυτές. Κατά περίπτωση, η Επιτροπή θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να ζητεί σχετικές πληροφορίες απευθείας από τις οικείες επιχειρήσεις, υπό την προϋπόθεση ότι ενημερώνονται οι αρμόδιες εθνικές αρχές.

(27)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να καθορίζουν κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και να εξασφαλίζουν την εκτέλεσή τους. Οι κυρώσεις αυτές πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές.

(28)

Τα μέτρα που είναι αναγκαία για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (7).

(29)

Θα πρέπει ιδίως να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να καταρτίζει ή να εκδίδει τις κατευθυντήριες γραμμές οι οποίες είναι αναγκαίες για την εξασφάλιση του ελάχιστου βαθμό εναρμόνισης που απαιτείται για να επιτευχθεί ο σκοπός του παρόντος κανονισμού. Επειδή τα εν λόγω μέτρα είναι γενικής εμβέλειας και αφορούν την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού διά της συμπληρώσεώς του με νέα μη ουσιώδη στοιχεία, πρέπει να θεσπίζονται με εφαρμογή της κανονιστικής διαδικασίας με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

(30)

Δεδομένου ότι ο στόχος του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η καθιέρωση εναρμονισμένου πλαισίου για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενεργείας, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη και δύναται συνεπώς να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα δύναται να λάβει μέτρα σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας του άρθρου 5 της συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας του ίδιου άρθρου, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει το μέτρο που είναι αναγκαίο για την επίτευξη του στόχου αυτού.

(31)

Δεδομένης της εμβέλειας των τροποποιήσεων του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003, καλόν είναι, χάριν σαφήνειας και εξορθολογισμού, να ενσωματωθούν οι εν λόγω διατάξεις στο ενιαίο κείμενο νέου κανονισμού,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

Σκοπός του παρόντος κανονισμού είναι:

α)

ο καθορισμός δίκαιων κανόνων για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενεργείας και, κατά συνέπεια, η ενίσχυση του ανταγωνισμού εντός της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενεργείας, λαμβανομένων υπόψη των ιδιαιτεροτήτων των εθνικών και περιφερειακών αγορών. Προς τούτο, απαιτούνται η θέσπιση μηχανισμού αντισταθμίσεων για τις διασυνοριακές ροές ηλεκτρικής ενεργείας και εναρμονισμένων αρχών για τα διασυνοριακά τέλη μεταφοράς καθώς και ο επιμερισμός του διαθέσιμου δυναμικού των διασυνδέσεων μεταξύ των εθνικών συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενεργείας·

β)

η διευκόλυνση της δημιουργίας εύρυθμης και διαφανούς αγοράς χονδρικής με υψηλή στάθμη ασφάλειας του εφοδιασμού σε ηλεκτρική ενέργεια. Ο παρών κανονισμός προβλέπει μηχανισμούς για την εναρμόνιση των κανόνων για τις διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενεργείας.

Άρθρο 2

Ορισμοί

1.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ισχύουν οι ορισμοί που περιλαμβάνονται στο άρθρο 2 της οδηγίας 2009/72/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2009, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας (8) με εξαίρεση τον ορισμό της «γραμμής διασύνδεσης», ο οποίος αντικαθίσταται ως εξής:

«γραμμή διασύνδεσης»: γραμμή μεταφοράς που διασχίζει ή γεφυρώνει σύνορο μεταξύ κρατών μελών και η οποία συνδέει τα εθνικά δίκτυα μεταφοράς των κρατών μελών.

2.   Ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:

α)

«ρυθμιστικές αρχές»: οι ρυθμιστικές αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 35 παράγραφος 1 της οδηγίας 2009/72/ΕΚ·

β)

«διασυνοριακή ροή»: η φυσική ροή ηλεκτρικής ενεργείας στο δίκτυο μεταφοράς ενός κράτους μέλους, η οποία προκύπτει ως αποτέλεσμα της δραστηριότητας παραγωγών ή/και καταναλωτών εκτός του εν λόγω κράτους μέλους στο δίκτυο μεταφοράς του·

γ)

«συμφόρηση»: η κατάσταση κατά την οποία η γραμμή διασύνδεσης που συνδέει εθνικά δίκτυα μεταφοράς δεν είναι σε θέση να διεκπεραιώνει όλες τις φυσικές ροές που προκύπτουν από διεθνείς συναλλαγές που ζητούν οι συντελεστές της αγοράς, λόγω ελλιπούς δυναμικού των γραμμών διασύνδεσης ή/και των ενδιαφερόμενων εθνικών συστημάτων μεταφοράς·

δ)

«δηλωθείσα εξαγωγή»: η αποστολή ηλεκτρικής ενεργείας σε κάποιο κράτος μέλος, βάσει συμβατικής συμφωνίας σύμφωνα με την οποία ταυτόχρονη αντίστοιχη απορρόφηση (δηλωθείσα εισαγωγή) ηλεκτρικής ενεργείας συντελείται σε άλλο κράτος μέλος ή σε τρίτη χώρα·

ε)

«δηλωθείσα διαμετακόμιση»: η περίσταση κατά την οποία υπάρχει δηλωθείσα εξαγωγή ηλεκτρικής ενεργείας και όπου η καθορισθείσα οδός για τη συναλλαγή περιλαμβάνει χώρα στην οποία ούτε αποστέλλεται ούτε αντιστοίχως απορροφάται ταυτοχρόνως η ηλεκτρική ενέργεια·

στ)

«δηλωθείσα εισαγωγή»: η απορρόφηση ηλεκτρικής ενεργείας σε κράτος μέλος ή τρίτη χώρα ταυτόχρονα με την αποστολή ηλεκτρικής ενεργείας (δηλωθείσα εξαγωγή) σε άλλο κράτος μέλος·

ζ)

«νέα γραμμή διασύνδεσης»: η γραμμή διασύνδεσης που δεν έχει ολοκληρωθεί έως τις 4 Αυγούστου 2003.

Για τους σκοπούς και μόνο του μηχανισμού αντιστάθμισης μεταξύ των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς που αναφέρεται στο άρθρο 13, όταν τα δίκτυα μεταφοράς δύο ή περισσότερων κρατών μελών αποτελούν τμήμα, εν όλω ή εν μέρει, ενιαίας ενότητας ελέγχου, η ενότητα ελέγχου ως σύνολο θεωρείται ότι αποτελεί τμήμα του δικτύου μεταφοράς ενός εκ των ενδιαφερόμενων κρατών μελών, ώστε οι ροές που περνούν μέσα από τις ενότητες ελέγχου να μην θεωρούνται διασυνοριακές ροές του σημείου β) του πρώτου εδαφίου της παρούσας παραγράφου και να οδηγούν στην καταβολή αντισταθμίσεων δυνάμει του άρθρου 13. Οι ρυθμιστικές αρχές των ενδιαφερόμενων κρατών μελών μπορούν να αποφασίζουν ποιο από τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη είναι εκείνο του οποίου η ενότητα ελέγχου θεωρείται ότι αποτελεί μέρος στο σύνολό της.

Άρθρο 3

Πιστοποίηση των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς

1.   Όταν κοινοποιείται στην Επιτροπή η απόφαση για την πιστοποίηση διαχειριστή συστήματος μεταφοράς, όπως αυτός ορίζεται στο άρθρο 10 παράγραφος 6 της οδηγίας 2009/72/ΕΚ, η Επιτροπή την εξετάζει μόλις τη λάβει. Εντός δύο μηνών από την ημέρα παραλαβής της κοινοποίησης, η Επιτροπή δίνει τη γνώμη της στην αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή ως προς τη συμβατότητα προς το άρθρο 10 παράγραφος 2 ή το άρθρο 11, και προς το άρθρο 9 της οδηγίας 2009/72/ΕΚ.

Κατά την κατάρτιση της γνώμης που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο, η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει τη γνώμη του Οργανισμού σχετικά με την απόφαση της εθνικής ρυθμιστικής αρχής. Εν τοιαύτη περιπτώσει, η δίμηνη προθεσμία που αναφέρεται στο πρώτο εδάφιο παρατείνεται κατά δύο περαιτέρω μήνες.

Σε περίπτωση μη γνωμοδότησης από την Επιτροπή εντός της προθεσμίας που ορίζεται στο πρώτο και δεύτερο εδάφιο, θεωρείται ότι η Επιτροπή δεν έχει αντιρρήσεις κατά της απόφασης της ρυθμιστικής αρχής.

2.   Αφού λάβει τη γνώμη της Επιτροπής, η εθνική ρυθμιστική αρχή λαμβάνει εντός δύο μηνών την τελική της απόφαση όσον αφορά την πιστοποίηση του διαχειριστή συστήματος μεταφοράς, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη τη γνώμη της Επιτροπής. Η απόφαση της ρυθμιστικής αρχής και η γνώμη της Επιτροπής δημοσιεύονται από κοινού.

3.   Ανά πάσα στιγμή κατά τη διάρκεια της διαδικασίας, οι ρυθμιστικές αρχές ή/και η Επιτροπή μπορούν να ζητούν από διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς ή/και επιχειρήσεις που ασκούν οποιαδήποτε από τις δραστηριότητες παραγωγής ή προμήθειας κάθε πληροφορία σχετική με την εκτέλεση των καθηκόντων τους σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

4.   Οι ρυθμιστικές αρχές και η Επιτροπή τηρούν την εμπιστευτικότητα των εμπορικά ευαίσθητων πληροφοριών.

5.   Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές που καθορίζουν τις λεπτομέρειες της ακολουθητέας διαδικασίας για την εφαρμογή των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου. Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού με συμπλήρωσή του, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 23 παράγραφος 2.

6.   Εφόσον η Επιτροπή έχει λάβει κοινοποίηση πιστοποίησης για διαχειριστή συστήματος μεταφοράς σύμφωνα με το άρθρο 9 παράγραφος 10 της οδηγίας 2009/72/ΕΚ, η Επιτροπή λαμβάνει απόφαση για την πιστοποίηση. Η ρυθμιστική αρχή συμμορφώνεται προς την απόφαση της Επιτροπής.

Άρθρο 4

Ευρωπαϊκό δίκτυο διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενεργείας

Όλοι οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς συνεργάζονται σε κοινοτικό επίπεδο μέσω του ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας, προκειμένου να προαγάγουν την ολοκλήρωση και τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενεργείας και τη διασυνοριακή εμπορία και να εξασφαλίσουν τη βέλτιστη διαχείριση, τη συντονισμένη λειτουργία και την ορθή τεχνική εξέλιξη του ευρωπαϊκού δικτύου μεταφοράς ηλεκτρικής ενεργείας.

Άρθρο 5

Ίδρυση του ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας

1.   Έως τις 3 Μαρτίου 2011, οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς ηλεκτρικής ενεργείας υποβάλλουν στην Επιτροπή και τον Οργανισμό το σχέδιο καταστατικού, τον κατάλογο των μελών και το σχέδιο εσωτερικού κανονισμού, περιλαμβανομένου του εσωτερικού κανονισμού για τις διαβουλεύσεις με άλλους ενδιαφερομένους, του προς ίδρυση ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας.

2.   Εντός δύο μηνών από την ημέρα της παραλαβής, ο Οργανισμός, αφού διαβουλευθεί επίσημα με τις οργανώσεις που εκπροσωπούν όλους τους ενδιαφερομένους, ιδίως τους χρήστες του συστήματος, περιλαμβανομένων των πελατών, γνωμοδοτεί στην Επιτροπή σχετικά με το σχέδιο καταστατικού, τον κατάλογο των μελλοντικών μελών και το σχέδιο εσωτερικού κανονισμού.

3.   Η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη τη γνώμη που εξέδωσε ο Οργανισμός δυνάμει της παραγράφου 2, γνωμοδοτεί σχετικά με το σχέδιο καταστατικού, τον κατάλογο των μελών και το σχέδιο εσωτερικού κανονισμού εντός τριών μηνών από την ημέρα της παραλαβής της γνώμης του Οργανισμού.

4.   Εντός τριών μηνών από την ημέρα παραλαβής της γνώμης της Επιτροπής οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς ιδρύουν το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας, εγκρίνουν και δημοσιεύουν το καταστατικό και τον εσωτερικό κανονισμό του.

Άρθρο 6

Καθορισμός κωδίκων δικτύου

1.   Η Επιτροπή, αφού διαβουλευθεί με τον Οργανισμό, το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας και τους λοιπούς ενδιαφερομένους, καταρτίζει κατάλογο ετήσιων προτεραιοτήτων προσδιορίζοντας τους τομείς που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 6, προς συμπερίληψη στη διαμόρφωση κωδίκων δικτύου.

2.   Η Επιτροπή καλεί τον Οργανισμό να της υποβάλει, εντός εύλογου χρονικού διαστήματος που δεν υπερβαίνει το εξάμηνο, μη δεσμευτική κατευθυντήρια γραμμή-πλαίσιο (εφεξής «κατευθυντήρια γραμμή-πλαίσιο») με σαφείς και αντικειμενικές αρχές, σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 7, για την εκπόνηση κάθε κώδικα δικτύου που αφορά τους τομείς του καταλόγου προτεραιοτήτων. Κάθε κατευθυντήρια γραμμή-πλαίσιο συμβάλλει στην αποφυγή διακρίσεων, στον ουσιαστικό ανταγωνισμό και στην αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς. Κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος του Οργανισμού η Επιτροπή μπορεί να παρατείνει την περίοδο αυτή.

3.   Η Επιτροπή διαβουλεύεται επισήμως με το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας και με άλλους ενδιαφερομένους σχετικά με την κατευθυντήρια γραμμή-πλαίσιο, επί δύο τουλάχιστον μήνες, κατά ανοικτό και διαφανή τρόπο.

4.   Εάν η Επιτροπή κρίνει ότι η κατευθυντήρια γραμμή-πλαίσιο δεν συμβάλλει στην αποφυγή διακρίσεων, τον ουσιαστικό ανταγωνισμό και την αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς, μπορεί να ζητεί από τον Οργανισμό να αναθεωρήσει την κατευθυντήρια γραμμή-πλαίσιο εντός εύλογης προθεσμίας και να το υποβάλει εκ νέου στην Επιτροπή.

5.   Εάν ο Οργανισμός δεν υποβάλει ή δεν υποβάλει εκ νέου κατευθυντήρια γραμμή-πλαίσιο εντός της περιόδου που έχει θέσει η Επιτροπή σύμφωνα με τις παραγράφους 2 ή 4, η Επιτροπή καταρτίζει τη συγκεκριμένη κατευθυντήρια γραμμή-πλαίσιο.

6.   Η Επιτροπή καλεί το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας να υποβάλει στον Οργανισμό κώδικα δικτύου σύμφωνο με τη σχετική κατευθυντήρια γραμμή-πλαίσιο εντός εύλογου χρονικού διαστήματος που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες.

7.   Εντός τριών μηνών από την ημέρα παραλαβής κώδικα δικτύου, εντός των οποίων ο Οργανισμός μπορεί να διεξαγάγει επίσημη διαβούλευση με τους σχετικούς ενδιαφερομένους, ο Οργανισμός παρέχει αιτιολογημένη γνώμη στο ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας σχετικά με τον κώδικα δικτύου.

8.   Το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας μπορεί να τροποποιεί τον κώδικα δικτύου βάσει της γνώμης του Οργανισμού και να τον υποβάλει εκ νέου στον Οργανισμό.

9.   Όταν ο Οργανισμός πεισθεί ότι ο κώδικας δικτύου είναι σύμφωνος με τις σχετικές κατευθυντήριες γραμμές-πλαίσιο τον υποβάλλει στην Επιτροπή και μπορεί να εισηγηθεί την έγκρισή του εντός εύλογου χρονικού διαστήματος. Εάν η Επιτροπή δεν εγκρίνει τους κώδικες, αναφέρει για ποιους λόγους.

10.   Όταν το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας δεν έχει εκπονήσει κώδικα δικτύου εντός της προθεσμίας που έχει θέσει η Επιτροπή σύμφωνα με την παράγραφο 6, η Επιτροπή μπορεί να καλεί τον Οργανισμό να εκπονήσει σχέδιο κώδικα δικτύου βάσει της σχετικής κατευθυντήριας γραμμής-πλαίσιο. Ο Οργανισμός μπορεί να αρχίσει περαιτέρω διαβούλευση κατά την εκπόνηση σχεδίου κώδικα δικτύου σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο. Ο Οργανισμός υποβάλλει το σχέδιο κώδικα δικτύου το οποίο έχει εκπονήσει σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο στην Επιτροπή και μπορεί να εισηγηθεί την έγκρισή του.

11.   Η Επιτροπή μπορεί να εγκρίνει, με δική της πρωτοβουλία, σε περίπτωση που το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας δεν έχει αναπτύξει κώδικα δικτύου ή ο Οργανισμός δεν έχει εκπονήσει σχέδιο κώδικα δικτύου όπως αναφέρεται στην παράγραφο 10 του παρόντος άρθρου, ή κατόπιν συστάσεως του Οργανισμού σύμφωνα με την παράγραφο 9 του παρόντος άρθρου, έναν ή περισσότερους κώδικες δικτύου στους τομείς που απαριθμούνται στο άρθρο 8 παράγραφος 6.

Όταν η Επιτροπή προτείνει την έγκριση κώδικα δικτύου με δική της πρωτοβουλία, η Επιτροπή διαβουλεύεται με τον Οργανισμό, το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας και όλους τους σχετικούς ενδιαφερομένους ως προς σχέδιο κώδικα δικτύου επί διάστημα δύο τουλάχιστον μηνών. Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού με συμπλήρωσή του, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 23 παράγραφος 2.

12.   Το παρόν άρθρο δεν θίγει το δικαίωμα της Επιτροπής να εκδίδει και να τροποποιεί τις κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στο άρθρο 18.

Άρθρο 7

Τροποποίηση των κωδίκων δικτύου

1.   Πρόσωπα που ενδέχεται να ενδιαφέρονται για ένα κώδικα δικτύου, περιλαμβανομένων και του ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας, των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς, των χρηστών του δικτύου και των καταναλωτών, δύνανται να προτείνουν στον Οργανισμό σχέδια τροποποιήσεων για οποιοδήποτε κώδικα δικτύου σύμφωνα με το άρθρο 6. Επίσης ο Οργανισμός με δική του πρωτοβουλία, μπορεί να προτείνει τροποποιήσεις.

2.   Ο Οργανισμός διαβουλεύεται με όλους τους ενδιαφερομένους σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 713/2009. Μετά τη διαδικασία αυτή, ο Οργανισμός μπορεί να υποβάλει αιτιολογημένες προτάσεις τροποποιήσεων στην Επιτροπή, εκθέτοντας πώς αυτές συμβιβάζονται με τους στόχους των κωδίκων δικτύων που παρατίθενται στο άρθρο 6 παράγραφος 2.

3.   Η Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη τις προτάσεις του Οργανισμού, μπορεί να εγκρίνει τροποποιήσεις των κωδίκων δικτύου που εκδίδονται δυνάμει του άρθρου 6. Τα εν λόγω μέτρα, που αποσκοπούν στην τροποποίηση του παρόντος κανονισμού διά της συμπληρώσεώς του με μη ουσιώδη στοιχεία, εγκρίνονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 23 παράγραφος 2.

4.   Η εξέταση των προτεινόμενων τροποποιήσεων σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 23 παράγραφος 2, περιορίζεται στην εξέταση θεμάτων που αφορούν την προτεινόμενη τροποποίηση. Οι εν λόγω προτεινόμενες τροποποιήσεις δεν θίγουν άλλες τροποποιήσεις που ενδέχεται να προτείνει η Επιτροπή.

Άρθρο 8

Καθήκοντα του ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας

1.   Το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας εκπονεί κώδικες δικτύου στους τομείς που αναφέρονται στην παράγραφο 6 του παρόντος άρθρου κατόπιν σχετικού αιτήματος της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 6.

2.   Το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας μπορεί να εκπονεί κώδικες δικτύου στους τομείς που αναφέρονται στην παράγραφο 6 με σκοπό την επίτευξη των στόχων που ορίζονται στο άρθρο 4, οι κώδικες αυτοί δεν αφορούν τομείς που καλύπτονται από πρόκληση που του απευθύνει η Επιτροπή. Αυτοί οι κώδικες δικτύου υποβάλλονται στον Οργανισμό προς γνωμοδότηση. Η εν λόγω γνωμοδότηση λαμβάνεται δεόντως υπόψη από το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας.

3.   Το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας εκπονεί:

α)

κοινά εργαλεία λειτουργίας του δικτύου για να εξασφαλισθεί ο συντονισμός της λειτουργίας του δικτύου υπό κανονικές συνθήκες και συνθήκες έκτακτης ανάγκης, συμπεριλαμβανομένης κοινής κλίμακας ταξινόμησης συμβάντων, και ερευνητικά προγράμματα·

β)

μη δεσμευτικό διακοινοτικό δεκαετές πρόγραμμα ανάπτυξης δικτύων («διακοινοτικό σχέδιο ανάπτυξης δικτύων»), συμπεριλαμβανομένης προβλέψεως επάρκειας ευρωπαϊκής παραγωγής, ανά διετία·

γ)

συστάσεις σχετικά με το συντονισμό της τεχνικής συνεργασίας μεταξύ κοινοτικών διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς και διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς τρίτης χώρας·

δ)

ετήσιο πρόγραμμα εργασιών·

ε)

ετήσια έκθεση·

στ)

ετήσιες προβλέψεις επάρκειας θερινής και χειμερινής παραγωγής.

4.   Η πρόβλεψη επάρκειας ευρωπαϊκής παραγωγής που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο β) καλύπτει τη συνολική επάρκεια του συστήματος ηλεκτρικής ενεργείας για την κάλυψη της τρέχουσας και της προβλεπόμενης ζήτησης ηλεκτρικής ενεργείας για την επόμενη πενταετία, καθώς και για την περίοδο μεταξύ 5 και 15 ετών από την ημερομηνία της πρόβλεψης. Αυτή η ευρωπαϊκή πρόβλεψη επάρκειας παραγωγής βασίζεται στις εθνικές προβλέψεις επάρκειας παραγωγής που εκπονούνται από τους επιμέρους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς.

5.   Το ετήσιο πρόγραμμα εργασιών που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο δ) περιλαμβάνει κατάλογο και περιγραφή των προς εκπόνηση κωδίκων δικτύου, πρόγραμμα συντονισμού της λειτουργίας του δικτύου, και δραστηριότητες έρευνας και ανάπτυξης που πρέπει να υλοποιηθούν εντός του συγκεκριμένου έτους, καθώς και ενδεικτικό χρονοδιάγραμμα.

6.   Οι κώδικες δικτύου που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 καλύπτουν τους εξής τομείς, λαμβανομένων υπόψη, ανάλογα με την περίπτωση, των περιφερειακών ιδιαιτεροτήτων:

α)

κανόνες ασφαλείας και αξιοπιστίας δικτύου καθώς και κανόνες για το εφεδρικό τεχνικό δυναμικό μεταφοράς για τη λειτουργική ασφάλεια του δικτύου·

β)

κανόνες σύνδεσης με το δίκτυο·

γ)

κανόνες για την πρόσβαση τρίτων·

δ)

κανόνες για την ανταλλαγή δεδομένων και την εκκαθάριση·

ε)

κανόνες για τη διαλειτουργικότητα·

στ)

επιχειρησιακές διαδικασίες για καταστάσεις έκτακτης ανάγκης·

ζ)

κανόνες για την κατανομή δυναμικού και τη διαχείριση της συμφόρησης·

η)

κανόνες για την εμπορία σχετιζόμενους με την τεχνική και επιχειρησιακή παροχή υπηρεσιών πρόσβασης στο δίκτυο και την εξισορρόπηση συστημάτων·

θ)

κανόνες για τη διαφάνεια·

ι)

κανόνες για την εξισορρόπηση, συμπεριλαμβανομένων κανόνων για την εφεδρική ισχύ των δικτύων·

ια)

κανόνες σχετικά με εναρμονισμένα τιμολόγια μεταφοράς, συμπεριλαμβανομένων των σημάτων γεωγραφικής διαφοροποίησης και των μηχανισμών για την αντιστάθμιση μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς, και

ιβ)

ενεργειακή απόδοση των δικτύων ηλεκτρικής ενεργείας.

7.   Οι κώδικες δικτύου αναπτύσσονται για θέματα διασυνοριακού δικτύου και θέματα ολοκλήρωσης της αγοράς και δεν θίγουν το δικαίωμα των κρατών μελών να θεσπίζουν εθνικούς κώδικες δικτύου που δεν επηρεάζουν το διασυνοριακό εμπόριο.

8.   Το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας παρακολουθεί και αναλύει την εφαρμογή των κωδίκων δικτύων και των κατευθυντήριων γραμμών που εκδίδει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 11 καθώς και τον αντίκτυπό τους στην εναρμόνιση των εφαρμοστέων κανόνων που αποσκοπούν στη διευκόλυνση της ολοκλήρωσης της αγοράς. Το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας υποβάλλει τα πορίσματά του στον Οργανισμό και εκθέτει τα αποτελέσματα της ανάλυσης στην ετήσια έκθεση που αναφέρεται στην παράγραφο 3 στοιχείο ε) του παρόντος άρθρου.

9.   Το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας καθιστά διαθέσιμες όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται από τον Οργανισμό προκειμένου αυτός να εκπληρώσει τα καθήκοντά του βάσει του άρθρου 9 παράγραφος 1.

10.   Το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας καταρτίζει και δημοσιεύει ανά διετία διακοινοτικό πρόγραμμα ανάπτυξης δικτύων. Το διακοινοτικό πρόγραμμα ανάπτυξης δικτύων περιλαμβάνει μοντελοποίηση του ενοποιημένου δικτύου, εκπόνηση σεναρίων, πρόβλεψη επάρκειας ευρωπαϊκής παραγωγής και εκτίμηση της ανθεκτικότητας του συστήματος.

Συγκεκριμένα, το διακοινοτικό πρόγραμμα ανάπτυξης του δικτύου:

α)

βασίζεται σε εθνικά επενδυτικά προγράμματα, λαμβάνοντας υπόψη τα περιφερειακά επενδυτικά προγράμματα που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1, και, ανάλογα με την περίπτωση, κοινοτικές πτυχές του σχεδιασμού δικτύων, περιλαμβανομένων των προσανατολισμών σχετικά με τα διευρωπαϊκά δίκτυα στον τομέα της ενεργείας σύμφωνα με την απόφαση αριθ. 1364/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (9)·

β)

όσον αφορά τις διασυνοριακές διασυνδέσεις, βασίζεται επίσης στις εύλογες ανάγκες των διαφορετικών χρηστών του δικτύου και περιλαμβάνει μακροπρόθεσμες δεσμεύσεις των επενδυτών που αναφέρονται στο άρθρο 8 και στα άρθρα 13 και 22 της οδηγίας 2009/72/ΕΚ και

γ)

εντοπίζει επενδυτικές ελλείψεις, ιδίως όσον αφορά τα διασυνοριακά δυναμικά. Στο διακοινοτικό πρόγραμμα ανάπτυξης του δικτύου μπορεί να επισυνάπτεται επισκόπηση των φραγμών που τίθενται στην αύξηση της διασυνοριακής δυναμικότητας του δικτύου και απορρέουν από διαφορετικές διαδικασίες ή πρακτικές έγκρισης.

Όσον αφορά το στοιχείο γ) του δευτέρου εδαφίου, μια ανασκόπηση των φραγμών στην αύξηση της διασυνοριακής δυναμικότητας του δικτύου, οφειλομένη στις διαφορετικές διαδικασίες έγκρισης ή πρακτικές, μπορεί να επισυναφθεί στο διακοινοτικό σχέδιο ανάπτυξης δικτύων.

11.   Ο Οργανισμός γνωμοδοτεί για τα δεκαετή εθνικά προγράμματα ανάπτυξης δικτύων για να αξιολογήσει τη συνοχή τους με το διακοινοτικό πρόγραμμα ανάπτυξης δικτύων. Εάν ο Οργανισμός εντοπίσει ανακολουθίες μεταξύ των δεκαετών εθνικών προγραμμάτων ανάπτυξης δικτύων και του διακοινοτικού προγράμματος ανάπτυξης δικτύων, συνιστά την τροποποίηση του εθνικού προγράμματος ανάπτυξης δικτύων ή του διακοινοτικού προγράμματος ανάπτυξης δικτύων, ανάλογα με την περίπτωση. Εάν το εθνικό πρόγραμμα ανάπτυξης δικτύων έχει καταρτιστεί σύμφωνα με το άρθρο 22 της οδηγίας 2009/72/ΕΚ, ο Οργανισμός συνιστά στην αρμόδια εθνική ρυθμιστική αρχή να τροποποιήσει το εθνικό δεκαετές πρόγραμμα ανάπτυξης δικτύων σύμφωνα με το άρθρο 22 παράγραφος 7, της εν λόγω οδηγίας και να ενημερώσει σχετικά την Επιτροπή.

12.   Κατόπιν σχετικού αιτήματος της Επιτροπής, το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας κοινοποιεί τις απόψεις του στην Επιτροπή σχετικά με τη έκδοση των κατευθυντήριων γραμμών που προβλέπονται στο άρθρο 18.

Άρθρο 9

Παρακολούθηση από τον Οργανισμό

1.   Ο Οργανισμός παρακολουθεί την εκτέλεση των καθηκόντων του ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας, τα οποία αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφοι 1, 2 και 3, και υποβάλλει σχετική έκθεση στην Επιτροπή.

Ο Οργανισμός παρακολουθεί την εφαρμογή από το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας των κωδίκων δικτύου που καταρτίζονται δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 2 και των κωδίκων δικτύου που έχουν αναπτυχθεί σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφοι 1 έως 10 αλλά οι οποίοι δεν έχουν εγκριθεί από την Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 11. Οσάκις το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας δεν έχει εφαρμόσει τους εν λόγω κώδικες δικτύου, ο Οργανισμός ζητεί από το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας να παράσχει δεόντως τεκμηριωμένη αιτιολόγηση της παράλειψης αυτής. Ο Οργανισμός γνωστοποιεί στην Επιτροπή την αιτιολόγηση παρέχοντάς της και τη γνώμη του επ’ αυτής.

Ο Οργανισμός παρακολουθεί και αναλύει την εφαρμογή των κωδίκων δικτύου και των κατευθυντήριων γραμμών που εκδίδει η Επιτροπή, όπως προβλέπεται στο άρθρο 6 παράγραφος 11, καθώς και τον αντίκτυπό τους στην εναρμόνιση των εφαρμοστέων κανόνων που αποσκοπούν στη διευκόλυνση της ολοκλήρωσης της αγοράς, καθώς και στην αποφυγή διακρίσεων, τον ουσιαστικό ανταγωνισμό και την αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς, υποβάλλει δε σχετική έκθεση στην Επιτροπή.

2.   Το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας υποβάλλει στον Οργανισμό το σχέδιο διακοινοτικού προγράμματος ανάπτυξης δικτύων και το σχέδιο ετήσιου προγράμματος εργασιών καθώς και τις πληροφορίες για τη διαδικασία διαβούλευσης και τα άλλα έγγραφα που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφος 3, προκειμένου να διατυπώσει τη γνώμη του.

Εντός δύο μηνών από την ημέρα παραλαβής, ο Οργανισμός διατυπώνει δεόντως αιτιολογημένη γνώμη καθώς και συστάσεις προς το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας και την Επιτροπή εάν κρίνει ότι το σχέδιο ετήσιου προγράμματος εργασιών ή το σχέδιο διακοινοτικού προγράμματος ανάπτυξης δικτύων που υπέβαλε το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας δεν συμβάλλει στην αποφυγή διακρίσεων, τον ουσιαστικό ανταγωνισμό, την αποτελεσματική λειτουργία της αγοράς ή σε επαρκές επίπεδο διασυνοριακής διασύνδεσης την οποία έχουν πρόσβαση τρίτοι.

Άρθρο 10

Διαβουλεύσεις

1.   Κατά την εκπόνηση των κωδίκων δικτύου, του σχεδίου διακοινοτικού προγράμματος ανάπτυξης δικτύων και του ετήσιου προγράμματος εργασιών που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφοι 1, 2 και 3, το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας διαβουλεύεται εκτενώς, εγκαίρως και με τρόπο ανοικτό και διαφανή, με όλους τους σχετικούς συντελεστές της αγοράς, ιδίως δε με τις οργανώσεις που εκπροσωπούν όλους τους ενδιαφερομένους, σύμφωνα με τον εσωτερικό κανονισμό που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1. Στη διαβούλευση συμμετέχουν και οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές και άλλες εθνικές αρχές, οι επιχειρήσεις προμήθειας και παραγωγής, οι χρήστες του συστήματος και οι πελάτες, οι διαχειριστές συστημάτων διανομής, συμπεριλαμβανομένων των σχετικών κλαδικών ενώσεων, οι τεχνικοί οργανισμοί και οι πλατφόρμες ενδιαφερομένων. Η διαβούλευση αποσκοπεί στην καταγραφή των απόψεων και των προτάσεων όλων των συμμετεχόντων στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.

2.   Όλα τα έγγραφα και τα πρακτικά των συνεδριάσεων σχετικά με τις διαβουλεύσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 δημοσιοποιούνται.

3.   Πριν την έγκριση του ετήσιου προγράμματος εργασιών και των κωδίκων δικτύων που προβλέπονται στο άρθρο 8 παράγραφοι 1, 2 και 3, το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας αναφέρει τις παρατηρήσεις που έλαβε κατά τη διαβούλευση και τον τρόπο με τον οποίο ελήφθησαν υπόψη. Αιτιολογεί τις περιπτώσεις όπου οι παρατηρήσεις δεν ελήφθησαν υπόψη.

Άρθρο 11

Δαπάνες

Οι δαπάνες για τις δραστηριότητες του ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας που αναφέρονται στα άρθρα 4 έως 12 βαρύνουν τους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς και συνυπολογίζονται στη διαμόρφωση των τιμών. Οι ρυθμιστικές αρχές εγκρίνουν τις δαπάνες αυτές μόνον εάν είναι εύλογες και αναλογικές.

Άρθρο 12

Περιφερειακή συνεργασία διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς

1.   Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς συνεργάζονται σε περιφερειακό επίπεδο στο πλαίσιο του ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας για να συμβάλουν στην εκτέλεση των δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 8 παράγραφοι 1, 2 και 3. Ειδικότερα, δημοσιεύουν ανά διετία περιφερειακό επενδυτικό πρόγραμμα και μπορούν να λαμβάνουν αποφάσεις επενδύσεων με βάση το πρόγραμμα αυτό.

2.   Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς προάγουν λειτουργικές διευθετήσεις ώστε να εξασφαλίζεται η βέλτιστη διαχείριση του δικτύου, και προάγουν την ανάπτυξη χρηματιστηρίων ηλεκτρικής ενεργείας, τη συντονισμένη κατανομή διασυνοριακού δυναμικού με αμερόληπτες λύσεις που βασίζονται στην αγορά, με δέουσα προσοχή στα ειδικά πλεονεκτήματα των σιωπηρών δημοπρασιών για βραχυπρόθεσμο καταμερισμό, και την ενοποίηση μηχανισμών εξισορρόπησης και εφεδρικής ισχύος.

3.   Με σκοπό την επίτευξη των στόχων των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος άρθρου, η γεωγραφική περιοχή που καλύπτει κάθε περιφερειακή συνεργασία είναι δυνατό να ορίζεται από την Επιτροπή, ανάλογα με τις υφιστάμενες δομές περιφερειακής συνεργασίας. Κάθε κράτος μέλος επιτρέπεται να προάγει τη συνεργασία με περισσότερες της μιας γεωγραφικές περιοχές. Το αναφερόμενο στην πρώτη πρόταση μέτρο, που αποσκοπεί στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού με τη συμπλήρωσή του, θεσπίζεται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 23 παράγραφος 2.

Προς τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή συμβουλεύεται τον Οργανισμό και το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας.

Άρθρο 13

Μηχανισμός αντιστάθμισης μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς

1.   Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς εισπράττουν αντιστάθμιση για το κόστος που προκύπτει λόγω των διασυνοριακών ροών ηλεκτρικής ενεργείας μέσω των δικτύων τους.

2.   Η αντιστάθμιση της παραγράφου 1 καταβάλλεται από τους διαχειριστές των εθνικών συστημάτων μεταφοράς από τα οποία πηγάζουν και των συστημάτων στα οποία καταλήγουν οι διασυνοριακές ροές.

3.   Οι αντισταθμιστικές πληρωμές γίνονται τακτικά σε σχέση με μια δεδομένη χρονική περίοδο του παρελθόντος. Οι εκ των υστέρων αναπροσαρμογές της αντιστάθμισης που καταβάλλεται γίνονται όταν είναι αναγκαίες και αντιστοιχούν στα πραγματικά έξοδα.

Το πρώτο χρονικό διάστημα για το οποίο καταβάλλονται αντισταθμίσεις καθορίζεται στις κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στο άρθρο 18.

4.   Η Επιτροπή αποφασίζει τα καταβλητέα ποσά αντιστάθμισης. Το μέτρο αυτό που αποσκοπεί στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού με τη συμπλήρωσή του, θεσπίζεται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 23 παράγραφος 2.

5.   Το μέγεθος των μέσω των δικτύων διασυνοριακών ροών και το μέγεθος των διασυνοριακών ροών, οι οποίες ορίζεται ότι πηγάζουν από τα εθνικά συστήματα μεταφοράς ή/και καταλήγουν σε αυτά, καθορίζονται με βάση τις φυσικές ροές ηλεκτρικής ενεργείας που όντως μετρούνται επί συγκεκριμένο χρονικό διάστημα.

6.   Το κόστος που προκύπτει λόγω των μέσω του δικτύου διασυνοριακών ροών καθορίζεται με βάση το μελλοντικό μακροπρόθεσμο μέσο οριακό κόστος, λαμβανομένων υπόψη των απωλειών, των επενδύσεων για νέες υποδομές και μιας προσήκουσας αναλογίας του κόστους των υφιστάμενων υποδομών, εφόσον οι υποδομές χρησιμοποιούνται για τη μεταφορά διασυνοριακών ροών, λαμβανομένης ιδίως υπόψη της ανάγκης διασφάλισης της ασφάλειας εφοδιασμού. Κατά τον καθορισμό του κόστους που προκύπτει, χρησιμοποιούνται αναγνωρισμένες τυποποιημένες μεθοδολογίες κοστολόγησης. Το κέρδος που προκύπτει από κάποιο δίκτυο λόγω των διασυνοριακών ροών μέσω αυτού λαμβάνεται υπόψη για τη μείωση της λαμβανόμενης αντιστάθμισης.

Άρθρο 14

Τέλη πρόσβασης στα δίκτυα

1.   Τα τέλη που επιβάλλουν οι διαχειριστές δικτύου για την πρόσβαση στα δίκτυα πρέπει να είναι διαφανή, να λαμβάνουν υπόψη την ανάγκη ασφάλειας των δικτύων και να αντανακλούν το πραγματικό κόστος που προκύπτει στο βαθμό που αντιστοιχεί στο κόστος αποτελεσματικού και διαρθρωτικά συγκρίσιμου διαχειριστή δικτύου και να εφαρμόζονται χωρίς διακρίσεις. Τα τέλη αυτά δεν πρέπει να εξαρτώνται από την απόσταση.

2.   Ανάλογα με την περίπτωση, το επίπεδο των τιμολογίων που ισχύουν για τους παραγωγούς ή/και τους καταναλωτές παρέχει σήματα γεωγραφικής διαφοροποίησης σε κοινοτικό επίπεδο και λαμβάνει υπόψη το μέγεθος των απωλειών δικτύου και τη συμφόρηση που προκαλούνται και το κόστος επένδυσης για τις υποδομές.

3.   Κατά τον καθορισμό των τελών πρόσβασης στο δίκτυο λαμβάνονται υπόψη τα εξής:

α)

οι πληρωμές και οι εισπράξεις που προκύπτουν με βάση το μηχανισμό αντιστάθμισης μεταξύ διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς·

β)

τα ποσά που όντως καταβλήθηκαν και εισπράχθηκαν καθώς και όλες οι αναμενόμενες για μελλοντικές χρονικές περιόδους πληρωμές, που υπολογίζονται με βάση παρελθούσες χρονικές περιόδους.

4.   Ο καθορισμός των τελών πρόσβασης στο δίκτυο δυνάμει του παρόντος άρθρου πραγματοποιείται με την επιφύλαξη των τελών που επιβάλλονται επί των δηλωθεισών εξαγωγών και των δηλωθεισών εισαγωγών που απορρέουν από τη διαχείριση της συμφόρησης που αναφέρεται στο άρθρο 16.

5.   Δεν επιβάλλεται ειδικό τέλος δικτύου σε μεμονωμένες συναλλαγές για δηλωθείσα διαμετακόμιση ηλεκτρικής ενεργείας.

Άρθρο 15

Παροχή πληροφοριών

1.   Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς συγκροτούν μηχανισμούς συντονισμού και ανταλλαγής πληροφοριών για την ασφάλεια των δικτύων στο πλαίσιο της διαχείρισης συμφόρησης.

2.   Τα πρότυπα ασφάλειας, λειτουργίας και προγραμματισμού που χρησιμοποιούν οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς δημοσιοποιούνται. Οι δημοσιευόμενες πληροφορίες περιλαμβάνουν γενικό σχέδιο για τον υπολογισμό του συνολικού δυναμικού μεταφοράς και του περιθωρίου αξιοπιστίας της μεταφοράς, με βάση τα ηλεκτρικά και φυσικά χαρακτηριστικά του δικτύου. Τα γενικά αυτά σχέδια υπόκεινται στην έγκριση των ρυθμιστικών αρχών.

3.   Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς δημοσιεύουν κατά προσέγγιση υπολογισμούς του διαθέσιμου δυναμικού μεταφοράς για κάθε ημέρα, αναφέροντας και το τυχόν διαθέσιμο δυναμικό που έχει ήδη δεσμευθεί. Τα στοιχεία αυτά δημοσιεύονται σε συγκεκριμένη χρονική στιγμή πριν από την ημέρα της μεταφοράς και περιλαμβάνουν οπωσδήποτε εκτιμήσεις για την επόμενη εβδομάδα και τον επόμενο μήνα καθώς και ποσοτική ένδειξη για την αναμενόμενη αξιοπιστία του διαθέσιμου δυναμικού.

4.   Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς δημοσιεύουν δεδομένα σχετικά με τις συνολικές προβλέψεις και την πραγματική ζήτηση, τη διαθεσιμότητα και την πραγματική χρήση της παραγωγής και των πάγιων στοιχείων φορτίου, τη διαθεσιμότητα και τη χρήση του δικτύου και των διασυνδέσεων, την ισχύ εξισορρόπησης και το εφεδρικό δυναμικό. Για τη διαθεσιμότητα και την πραγματική χρήση της παραγωγής και πάγιων στοιχείων φορτίου μικρού μεγέθους, μπορούν να χρησιμοποιούνται συνολικά κατ’ εκτίμηση δεδομένα.

5.   Τα σχετικά δεδομένα παρέχουν στους διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς οι ενδιαφερόμενοι συντελεστές της αγοράς.

6.   Οι επιχειρήσεις ηλεκτροπαραγωγής που έχουν στην ιδιοκτησία τους ή εκμεταλλεύονται μονάδες παραγωγής, εκ των οποίων τουλάχιστον μία μονάδα παραγωγής έχει εγκαταστημένη ισχύ τουλάχιστον 250 MW, τηρούν στη διάθεση της εθνικής ρυθμιστικής αρχής, της εθνικής αρχής ανταγωνισμού και της Επιτροπής, επί πέντε έτη, όλα τα ωριαία δεδομένα ανά μονάδα τα οποία είναι αναγκαία για να επαληθεύονται όλες οι επιχειρησιακές αποφάσεις κατανομής φορτίου και η συμπεριφορά των ανταγωνιστών κατά τις προσφορές στα χρηματιστήρια ηλεκτρικής ενεργείας, τις δημοπρασίες για δυναμικό διασύνδεσης, τις αγορές εφεδρικής ισχύος και τις εξωχρηματιστηριακές αγορές. Στις ανά μονάδα και ανά ώρα καταχωρισμένες πληροφορίες περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, δεδομένα σχετικά με το διαθέσιμο δυναμικό παραγωγής και τις δεσμευμένες εφεδρείες, συμπεριλαμβανομένης της κατανομής αυτών των δεσμευμένων εφεδρειών σε κάθε μονάδα, τη χρονική στιγμή που πραγματοποιείται ο διαγωνισμός και τη χρονική στιγμή της παραγωγής.

Άρθρο 16

Γενικές αρχές διαχείρισης συμφόρησης

1.   Τα προβλήματα συμφόρησης δικτύου αντιμετωπίζονται με αμερόληπτες λύσεις που βασίζονται στην αγορά και στέλνουν αποτελεσματικά οικονομικά μηνύματα στους συντελεστές της αγοράς και τους συμμετέχοντες διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς. Τα προβλήματα συμφόρησης δικτύου επιλύονται κατά προτίμηση με μεθόδους που δεν βασίζονται στις συναλλαγές, δηλαδή μεθόδους που δεν προϋποθέτουν την επιλογή μεταξύ συμβάσεων με διαφορετικούς συντελεστές της αγοράς.

2.   Διαδικασίες περικοπής των συναλλαγών χρησιμοποιούνται μόνον σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης, όταν ο διαχειριστής συστήματος μεταφοράς πρέπει να ενεργήσει επειγόντως και δεν είναι δυνατή η αναδιανομή ή αντίρροπη συναλλαγή των ροών. Οι διαδικασίες αυτές δεν πρέπει να εφαρμόζονται κατά μεροληπτικό τρόπο.

Με εξαίρεση τις περιπτώσεις ανωτέρας βίας, οι συντελεστές της αγοράς στους οποίους έχει επιμερισθεί δυναμικό αποζημιώνονται για οποιαδήποτε περικοπή.

3.   Το μέγιστο δυναμικό των διασυνδέσεων ή/και των δικτύων μεταφοράς που έχουν επιπτώσεις στις διασυνοριακές ροές διατίθεται στους συντελεστές της αγοράς που πληρούν τα πρότυπα ασφάλειας για την ασφαλή λειτουργία του δικτύου.

4.   Οι συντελεστές της αγοράς πληροφορούν τους συμμετέχοντες διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς σε εύλογο χρόνο πριν από την αντίστοιχη περίοδο δραστηριοτήτων κατά πόσον προτίθενται να εκμεταλλευθούν το επιμερισθέν δυναμικό. Το τυχόν αχρησιμοποίητο επιμερισθέν δυναμικό διατίθεται εκ νέου στην αγορά, με τρόπο ανοικτό, διαφανή και αμερόληπτο.

5.   Οι διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς συμψηφίζουν, στο βαθμό που είναι τεχνικώς εφικτό, το δυναμικό που απαιτείται για ροές ηλεκτρικής ενεργείας κατά αντίθετη κατεύθυνση σε συμφορημένη γραμμή διασύνδεσης ούτως ώστε η γραμμή αυτή να χρησιμοποιηθεί με το μέγιστο δυναμικό της. Εφόσον λαμβάνεται πλήρως υπόψη η ασφάλεια του δικτύου, δεν απορρίπτονται συναλλαγές οι οποίες μειώνουν τη συμφόρηση.

6.   Τυχόν έσοδα από τον επιμερισμό διασύνδεσης χρησιμοποιούνται για τους ακόλουθους σκοπούς:

α)

για να εξασφαλίζεται η πραγματική διαθεσιμότητα της κατανεμημένης δυναμικότητας ή/και

β)

για να διατηρούνται ή να αυξάνονται οι δυνατότητες διασύνδεσης μέσω επενδύσεων στο δίκτυο, ιδίως με νέες γραμμές διασύνδεσης,

Εάν τα έσοδα δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν αποτελεσματικά για τους σκοπούς των στοιχείων α) ή/και β) του πρώτου εδαφίου, μπορούν να χρησιμοποιούνται, υπό την επιφύλαξη έγκρισης από τις ρυθμιστικές αρχές των οικείων κρατών μελών, μέχρις ανωτάτου ποσού που καθορίζεται από τις εν λόγω αρχές, ως έσοδα τα οποία πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους οι ρυθμιστικές αρχές όταν εγκρίνουν τη μεθοδολογία για τον υπολογισμό των τιμολογίων για το δίκτυο ή/και τον καθορισμό τιμολογίων δικτύου.

Το υπόλοιπο των εσόδων εγγράφεται σε χωριστή γραμμή εσωτερικού λογαριασμού μέχρις ότου μπορέσει να χρησιμοποιηθεί για τους σκοπούς των στοιχείων α) ή/και β) του πρώτου εδαφίου. Ο Οργανισμός ενημερώνεται για την έγκριση της ρυθμιστικής αρχής που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο.

Άρθρο 17

Νέες γραμμές διασύνδεσης

1.   Οι νέες γραμμές διασύνδεσης συνεχούς ρεύματος είναι δυνατόν, κατόπιν σχετικού αιτήματος, να απαλλάσσονται, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, από τις διατάξεις του άρθρου 16 παράγραφος 6 του παρόντος κανονισμού καθώς και των άρθρων 9, 32 και 37 παράγραφοι 6 και 10 της οδηγίας 2009/72/ΕΚ, με τους ακόλουθους όρους:

α)

η επένδυση πρέπει να αυξάνει τον ανταγωνισμό στην προμήθεια ηλεκτρικής ενεργείας·

β)

ο βαθμός κινδύνου μιας επένδυσης είναι τέτοιος που η επένδυση μπορεί γίνει μόνο εφόσον χορηγηθεί απαλλαγή·

γ)

η γραμμή διασύνδεσης πρέπει να αποτελεί ιδιοκτησία φυσικού ή νομικού προσώπου διαφορετικού, τουλάχιστον ως προς τη νομική του μορφή, από τους διαχειριστές συστημάτων στα συστήματα των οποίων θα δημιουργηθεί η γραμμή διασύνδεσης·

δ)

εισπράττονται τέλη από τους χρήστες της εν λόγω γραμμής διασύνδεσης·

ε)

μετά το μερικό άνοιγμα της αγοράς που αναφέρεται στο άρθρο 19 της οδηγίας 96/92/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 19ης Δεκεμβρίου 1996, σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας (10) δεν έχει ανακτηθεί κανένα ποσοστό του κεφαλαίου ή του λειτουργικού κόστους της γραμμής διασύνδεσης από οποιαδήποτε συνιστώσα των τελών που καταβάλλονται για τη χρήση των συστημάτων μεταφοράς ή διανομής τα οποία συνδέονται από τη γραμμή διασύνδεσης, και

στ)

η απαλλαγή δεν πρέπει να αποβαίνει εις βάρος του ανταγωνισμού ή της ουσιαστικής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενεργείας ή της αποτελεσματικής λειτουργίας του ελεγχόμενου συστήματος με το οποίο συνδέεται η γραμμή διασύνδεσης.

2.   Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται επίσης, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, σε γραμμές διασύνδεσης εναλλασσόμενου ρεύματος, υπό τον όρο ότι το κόστος και οι κίνδυνοι της συγκεκριμένης επένδυσης είναι ιδιαίτερα υψηλά σε σύγκριση με το κόστος και τους κινδύνους που διαπιστώνονται συνήθως κατά τη διασύνδεση δύο γειτονικών εθνικών συστημάτων μεταφοράς με γραμμή διασύνδεσης εναλλασσόμενου ρεύματος.

3.   Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται και για τις σημαντικές αυξήσεις δυναμικού σε υφιστάμενες γραμμές διασύνδεσης.

4.   Η απόφαση απαλλαγής που αναφέρεται στις παραγράφους 1, 2 και 3 λαμβάνεται, κατά περίπτωση, από τις ρυθμιστικές αρχές των ενδιαφερόμενων κρατών μελών. Μια απαλλαγή μπορεί να καλύπτει το σύνολο ή μέρος του δυναμικού της νέας γραμμής διασύνδεσης ή της υφιστάμενης γραμμής διασύνδεσης με σημαντικά αυξημένο δυναμικό.

Εντός δύο μηνών από την ημερομηνία που παρελήφθη η αίτηση απαλλαγής από την τελευταία από τις ενδιαφερόμενες ρυθμιστικές αρχές, ο Οργανισμός μπορεί να υποβάλει συμβουλευτική γνωμοδότηση προς τις ρυθμιστικές αυτές αρχές που θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για την απόφασή τους.

Όταν λαμβάνεται απόφαση απαλλαγής, λαμβάνεται κατά περίπτωση υπόψη η ανάγκη να επιβληθούν όροι όσον αφορά τη διάρκεια της απαλλαγής και την άνευ διακρίσεων πρόσβαση στη γραμμή διασύνδεσης. Όταν λαμβάνεται απόφαση για τους όρους αυτούς, λαμβάνονται ιδίως υπόψη το προς δημιουργία πρόσθετο δυναμικό ή η μεταβολή του υφιστάμενου δυναμικού, ο χρονικός ορίζοντας του έργου και οι εθνικές συνθήκες.

Πριν από τη χορήγηση απαλλαγής οι ρυθμιστικές αρχές του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους αποφασίζουν τους κανόνες και τους μηχανισμούς για τη διαχείριση και τον επιμερισμό του δυναμικού. Οι κανόνες διαχείρισης της συμφόρησης περιλαμβάνουν την υποχρέωση προσφοράς του αχρησιμοποίητου δυναμικού στην αγορά, οι δε χρήστες της εγκατάστασης δικαιούνται να διαθέτουν το οικείο συμβατικό δυναμικό στη δευτερογενή αγορά. Κατά την αξιολόγηση των κριτηρίων που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) και στ) της παραγράφου 1, λαμβάνονται υπόψη τα αποτελέσματα της διαδικασίας επιμερισμού του δυναμικού.

Όταν όλες οι ενδιαφερόμενες ρυθμιστικές αρχές έχουν καταλήξει σε συμφωνία σχετικά με την απόφαση απαλλαγής εντός έξι μηνών, ενημερώνουν τον Οργανισμό για την απόφαση αυτή.

Η απόφαση απαλλαγής, συμπεριλαμβανομένων τυχόν όρων που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, αιτιολογείται δεόντως και δημοσιεύεται.

5.   Η απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 4 λαμβάνεται από τον Οργανισμό

α)

εάν όλες οι ενδιαφερόμενες ρυθμιστικές αρχές δεν μπόρεσαν να καταλήξουν σε συμφωνία εντός έξι μηνών από την ημερομηνία υποβολής αίτησης απαλλαγής στην τελευταία από τις εν λόγω ρυθμιστικές αρχές ή

β)

κατόπιν κοινού αιτήματος των ενδιαφερόμενων ρυθμιστικών αρχών.

Πριν λάβει τέτοια απόφαση, ο Οργανισμός διαβουλεύεται με τις ενδιαφερόμενες ρυθμιστικές αρχές και τους αιτούντες.

6.   Ανεξάρτητα από τις παραγράφους 4 και 5, τα κράτη μέλη μπορούν να ορίζουν ότι η ρυθμιστική αρχή ή ο Οργανισμός, ανάλογα με την περίπτωση, παρέχουν, προκειμένου να ληφθεί επίσημη απόφαση, στον αρμόδιο φορέα του κράτους μέλους, τη γνώμη τους για την αίτηση απαλλαγής. Η γνώμη αυτή δημοσιεύεται μαζί με την απόφαση.

7.   Αντίγραφο κάθε αίτησης απαλλαγής διαβιβάζεται μόλις παραληφθεί από τις ρυθμιστικές αρχές στον Οργανισμό και την Επιτροπή προς ενημέρωση. Οι ενδιαφερόμενες ρυθμιστικές αρχές ή ο Οργανισμός («κοινοποιούντες φορείς») κοινοποιούν αμελλητί στην Επιτροπή την απόφαση μαζί με όλες τις σχετικές πληροφορίες που αφορούν την απόφαση. Οι πληροφορίες μπορούν να υποβληθούν στην Επιτροπή σε ομαδοποιημένη μορφή ώστε να μπορεί η Επιτροπή να καταλήξει σε τεκμηριωμένη απόφαση. Ειδικότερα, οι πληροφορίες περιέχουν:

α)

τους λεπτομερείς λόγους βάσει των οποίων χορηγήθηκε ή απορρίφθηκε η απαλλαγή, συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών πληροφοριών που δικαιολογούν την ανάγκη απαλλαγής·

β)

τη διεξαχθείσα ανάλυση για τον αντίκτυπο που θα έχει η χορήγηση της απαλλαγής στον ανταγωνισμό και στην ουσιαστική λειτουργία της εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενεργείας·

γ)

αιτιολόγηση για το χρονικό διάστημα και το μερίδιο του συνολικού δυναμικού της εν λόγω γραμμής διασύνδεσης για τα οποία χορηγείται η απαλλαγή και

δ)

το αποτέλεσμα της διαβούλευσης με τις ενδιαφερόμενες ρυθμιστικές αρχές.

8.   Εντός δύο μηνών από την επομένη της παραλαβής της κοινοποίησης βάσει της παραγράφου 7, η Επιτροπή μπορεί να λάβει απόφαση με την οποία ζητεί από τους κοινοποιούντες φορείς να τροποποιήσουν ή να ανακαλέσουν την απόφαση χορήγησης απαλλαγής. Εάν η Επιτροπή ζητήσει πρόσθετες πληροφορίες, η δίμηνη προθεσμία μπορεί να παραταθεί κατά δύο επιπλέον μήνες. Η πρόσθετη αυτή προθεσμία αρχίζει την επομένη της ημέρας κατά την οποία παραλαμβάνονται οι πλήρεις πληροφορίες. Η αρχική δίμηνη προθεσμία είναι επίσης δυνατόν να παρατείνεται με τη συναίνεση της Επιτροπής και των κοινοποιούντων φορέων.

Εάν οι ζητούμενες πληροφορίες δεν διαβιβασθούν εντός της προθεσμίας που τάχθηκε στο αίτημα πρόσθετων πληροφοριών, η κοινοποίηση θεωρείται ότι ανακλήθηκε, εκτός εάν, πριν από τη λήξη της προθεσμίας αυτής, η προθεσμία παραταθεί με τη συναίνεση της Επιτροπής και των κοινοποιούντων φορέων ή εάν οι κοινοποιούντες φορείς, με δεόντως αιτιολογημένη δήλωση, έχουν πληροφορήσει την Επιτροπή ότι θεωρούν την κοινοποίηση πλήρη.

Οι κοινοποιούντες φορείς συμμορφώνονται προς την απόφαση της Επιτροπής να τροποποιήσει ή να ανακαλέσει την απόφαση απαλλαγής εντός ενός μηνός και ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά.

Η Επιτροπή διαφυλάσσει την εμπιστευτικότητα των εμπορικά ευαίσθητων πληροφοριών.

Η απόφαση απαλλαγής που έχει εγκριθεί από την Επιτροπή παύει να ισχύει δύο έτη από την έγκρισή της, εάν μέχρι τότε δεν έχει αρχίσει η κατασκευή της γραμμής διασύνδεσης, και πέντε έτη μετά την έκδοσή της, εάν μέχρι τότε η γραμμή διασύνδεσης δεν έχει τεθεί σε λειτουργία, εκτός εάν η Επιτροπή αποφασίσει ότι οιαδήποτε καθυστέρηση οφείλεται σε μείζονα εμπόδια τα οποία διαφεύγουν του ελέγχου του ατόμου στο οποίο χορηγήθηκε η απαλλαγή.

9.   Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για την εφαρμογή των όρων που προβλέπονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου και να καθορίζει τη διαδικασία που πρέπει να τηρείται για την εφαρμογή των παραγράφων 4, 7 και 8 του παρόντος άρθρου. Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού με συμπλήρωσή του, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 23 παράγραφος 2.

Άρθρο 18

Κατευθυντήριες γραμμές

1.   Ανάλογα με την περίπτωση, κατευθυντήριες γραμμές για το μηχανισμό αντιστάθμισης διαχειριστών συστημάτων διαμεταφοράς ορίζουν, σύμφωνα με τις αρχές των άρθρων 13 και 14:

α)

λεπτομέρειες σχετικά με τη διαδικασία καθορισμού των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς που οφείλουν να καταβάλλουν αντισταθμίσεις για διασυνοριακές ροές, συμπεριλαμβανομένου του επιμερισμού τους μεταξύ των διαχειριστών εθνικών συστημάτων μεταφοράς από τα οποία πηγάζουν οι διασυνοριακές ροές και των συστημάτων όπου οι ροές αυτές καταλήγουν, σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 2·

β)

λεπτομέρειες σχετικά με την ακολουθητέα διαδικασία πληρωμής καθώς και τον καθορισμό του πρώτου διαστήματος για το οποίο καταβάλλεται αντιστάθμιση, σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο·

γ)

λεπτομέρειες των μεθόδων καθορισμού των διαμεταφερόμενων διασυνοριακών ροών για τις οποίες καταβάλλεται αντιστάθμιση δυνάμει του άρθρου 13, από άποψη τόσο της ποσότητας όσο και του τύπου των ροών, και καθορισμού του μεγέθους των εν λόγω ροών οι οποίες λογίζεται ότι πηγάζουν ή/και καταλήγουν στα εθνικά συστήματα μεταφοράς των επιμέρους κρατών μελών, σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 5·

δ)

λεπτομέρειες της μεθοδολογίας καθορισμού του κόστους και του κέρδους που προκύπτει λόγω της διαμεταφοράς διασυνοριακών ροών, σύμφωνα με το άρθρο 13 παράγραφος 6·

ε)

λεπτομέρειες της μεταχείρισης των ροών ηλεκτρικής ενεργείας που πηγάζουν από/καταλήγουν σε χώρες εκτός του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου, στο πλαίσιο του μηχανισμού αντιστάθμισης διαχειριστών συστημάτων διαμεταφοράς και

στ)

τη συμμετοχή των εθνικών συστημάτων που είναι διασυνδεδεμένα με γραμμές συνεχούς ρεύματος, σύμφωνα με το άρθρο 13.

2.   Στις κατευθυντήριες γραμμές είναι επίσης δυνατόν να καθορίζονται κατάλληλοι κανόνες οι οποίοι οδηγούν στην προοδευτική εναρμόνιση των αρχών στις οποίες βασίζεται ο καθορισμός τελών που επιβάλλονται στους παραγωγούς και τους καταναλωτές (φορτίο) δυνάμει των εθνικών τιμολογίων, όπου συμπεριλαμβάνονται η επίπτωση του μηχανισμού αντιστάθμισης διαχειριστών συστημάτων διαμεταφοράς στα τέλη εθνικού δικτύου καθώς και τα κατάλληλα και αποτελεσματικά σήματα γεωγραφικής διαφοροποίησης, σύμφωνα με τις αρχές που ορίζονται στο άρθρο 14.

Οι κατευθυντήριες γραμμές προβλέπουν επίσης κατάλληλα και αποτελεσματικά εναρμονισμένα σήματα γεωγραφικής διαφοροποίησης σε κοινοτικό επίπεδο.

Τυχόν εναρμόνιση στο θέμα αυτό δεν εμποδίζει τα κράτη μέλη να εφαρμόζουν μηχανισμούς που να εξασφαλίζουν ότι τα τέλη πρόσβασης στο δίκτυο που βαρύνουν τους καταναλωτές (φορτίο) είναι συγκρίσιμα σε ολόκληρη την επικράτειά τους.

3.   Κατά περίπτωση, στις κατευθυντήριες γραμμές οι οποίες παρέχουν τον ελάχιστο βαθμό εναρμόνισης που απαιτείται για την εκπλήρωση των στόχων του παρόντος κανονισμού καθορίζονται επίσης:

α)

λεπτομέρειες σχετικά με την παροχή πληροφοριών, σύμφωνα με τις αρχές που καθορίζονται στο άρθρο 15·

β)

λεπτομέρειες σχετικά με τους κανόνες για την εμπορία ηλεκτρικής ενεργείας·

γ)

λεπτομέρειες σχετικά με τους κανόνες παροχής επενδυτικών κινήτρων για δυναμικό γραμμών διασύνδεσης, συμπεριλαμβανομένων των σημάτων γεωγραφικής διαφοροποίησης·

δ)

λεπτομέρειες σχετικά με τα θέματα που απαριθμούνται στο άρθρο 8 παράγραφος 6.

Προς τον σκοπό αυτόν, η Επιτροπή συμβουλεύεται τον Οργανισμό και το ΕΔΔΣΜ ηλεκτρικής ενεργείας.

4.   Κατευθυντήριες γραμμές για τη διαχείριση και την κατανομή του διαθέσιμου δυναμικού μεταφοράς των διασυνδέσεων μεταξύ εθνικών συστημάτων ορίζονται στο παράρτημα Ι.

5.   Η Επιτροπή μπορεί να εκδίδει κατευθυντήριες γραμμές για τα θέματα που απαριθμούνται στις παραγράφους 1, 2 και 3 του παρόντος άρθρου. Μπορεί να τροποποιεί τις κατευθυντήριες γραμμές της παραγράφου 4 του παρόντος άρθρου, σύμφωνα με τις αρχές που αναφέρονται στα άρθρα 15 και 16, ιδίως, προκειμένου να περιληφθούν αναλυτικές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με όλες τις μεθόδους κατανομής δυναμικού που εφαρμόζονται στην πράξη και να εξασφαλισθεί ότι οι μηχανισμοί διαχείρισης της συμφόρησης εξελίσσονται κατά τρόπο που συνάδει με τους στόχους της εσωτερικής αγοράς. Ανάλογα με την περίπτωση, κατά τις τροποποιήσεις αυτές, ορίζονται κοινοί κανόνες σχετικά με τα στοιχειώδη πρότυπα ασφάλειας και λειτουργίας για τη χρήση και την εκμετάλλευση του δικτύου που αναφέρονται στο άρθρο 15 παράγραφος 2. Τα μέτρα αυτά, που αποσκοπούν στην τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων του παρόντος κανονισμού με συμπλήρωσή του, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο στην οποία παραπέμπει το άρθρο 23 παράγραφος 2.

Κατά την έκδοση ή την τροποποίηση των κατευθυντήριων γραμμών, η Επιτροπή:

α)

μεριμνά ώστε να παρέχουν τον στοιχειώδη βαθμό εναρμόνισης που απαιτείται για την επίτευξη των στόχων του παρόντος κανονισμού και να μην υπερβαίνουν το απολύτως αναγκαίο και

β)

προσδιορίζει τις ενέργειες στις οποίες έχει προβεί όσον αφορά τη συμμόρφωση των κανόνων τρίτων χωρών, οι οποίες αποτελούν μέρος του κοινοτικού συστήματος ηλεκτρικής ενεργείας, προς τις εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές.

Η Επιτροπή, όταν εκδίδει για πρώτη φορά κατευθυντήριες γραμμές δυνάμει του παρόντος άρθρου, μεριμνά ώστε να καλύπτονται, με ένα μόνο σχέδιο μέτρου, τουλάχιστον τα θέματα που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχεία α) και δ) και στην παράγραφο 2.

Άρθρο 19

Ρυθμιστικές αρχές

Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, οι ρυθμιστικές αρχές εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση προς τον παρόντα κανονισμό και προς τις κατευθυντήριες γραμμές που θεσπίζονται σύμφωνα με το άρθρο 18. Εφόσον ενδείκνυται για την επίτευξη των σκοπών του παρόντος κανονισμού, οι ρυθμιστικές αρχές συνεργάζονται μεταξύ τους καθώς και με την Επιτροπή και τον Οργανισμό σύμφωνα με το κεφάλαιο IX της οδηγίας 2009/72/ΕΚ.

Άρθρο 20

Παροχή πληροφοριών και εμπιστευτικότητα

1.   Τα κράτη μέλη και οι ρυθμιστικές αρχές παρέχουν στην Επιτροπή, κατόπιν αιτήματος, όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για τους σκοπούς του άρθρου 13 παράγραφος 4 και του άρθρου 18.

Συγκεκριμένα, για τους σκοπούς του άρθρου 13 παράγραφοι 4 και 6, οι ρυθμιστικές αρχές παρέχουν, τακτικά, πληροφορίες σχετικά με το κόστος που πραγματικά προκύπτει για τους εθνικούς διαχειριστές συστημάτων μεταφοράς, καθώς και τα δεδομένα και κάθε άλλη σχετική πληροφορία που αφορούν τις πραγματικές ροές στα δίκτυα των διαχειριστών συστημάτων μεταφοράς και το κόστος του δικτύου.

Η Επιτροπή καθορίζει εύλογη προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να υποβάλλονται οι πληροφορίες, λαμβάνοντας υπόψη την πολυπλοκότητα των πληροφοριών και το πόσο επειγόντως ζητούνται οι πληροφορίες.

2.   Εάν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ή η ενδιαφερόμενη ρυθμιστική αρχή δεν παρέχει τις πληροφορίες της παραγράφου 1 εντός της ταχθείσας προθεσμίας σύμφωνα με την παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή μπορεί να ζητεί όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για τους σκοπούς του άρθρου 13 παράγραφος 4 και του άρθρου 18 απευθείας από τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις.

Όταν η Επιτροπή αποστέλλει αίτημα με το οποίο ζητεί πληροφορίες από επιχείρηση, διαβιβάζει ταυτοχρόνως αντίγραφο του αιτήματός της στις ρυθμιστικές αρχές του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου ευρίσκεται η έδρα της επιχείρησης.

3.   Στο αίτημά της για παροχή πληροφοριών της παραγράφου 1, η Επιτροπή αναφέρει τη νομική βάση του αιτήματος, την προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να παρασχεθούν οι πληροφορίες, το σκοπό του αιτήματος καθώς και τις κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 22 παράγραφος 2 για την παροχή εσφαλμένων, ελλιπών ή παραπλανητικών πληροφοριών. Η Επιτροπή καθορίζει εύλογο χρονικό διάστημα, λαμβάνοντας υπόψη την πολυπλοκότητα των απαιτούμενων πληροφοριών και τον επείγοντα χαρακτήρα τους.

4.   Οι ιδιοκτήτες των επιχειρήσεων ή οι εκπρόσωποί τους και, σε περίπτωση νομικών προσώπων, τα πρόσωπα που είναι εκ του νόμου ή εκ του καταστατικού τους εξουσιοδοτημένα να τις εκπροσωπούν παρέχουν τις αιτούμενες πληροφορίες. Οι δεόντως εξουσιοδοτημένοι προς τούτο δικηγόροι επιτρέπεται να παρέχουν τις πληροφορίες εξ ονόματος των πελατών τους, οπότε οι πελάτες φέρουν την απόλυτη ευθύνη εάν οι παρεχόμενες πληροφορίες είναι ελλιπείς, εσφαλμένες ή παραπλανητικές.

5.   Σε περίπτωση που μια επιχείρηση δεν παρέχει τις αιτούμενες πληροφορίες εντός της προθεσμίας που καθορίσθηκε από την Επιτροπή ή παρέχει ελλιπείς πληροφορίες, η Επιτροπή μπορεί να απαιτήσει, με απόφασή της, την παροχή των πληροφοριών. Στην απόφαση αυτή καθορίζονται οι απαιτούμενες πληροφορίες και ορίζεται εύλογη προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να παρασχεθούν. Στην απόφαση αναφέρονται οι κυρώσεις που προβλέπονται στο άρθρο 22 παράγραφος 2. Στην απόφαση αναφέρεται επίσης το δικαίωμα προσφυγής κατά της απόφασης ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Η Επιτροπή αποστέλλει ταυτοχρόνως αντίγραφο της απόφασής της στις ρυθμιστικές αρχές του κράτους μέλους στην επικράτεια του οποίου ευρίσκεται η κατοικία του προσώπου ή η έδρα της επιχείρησης.

6.   Οι πληροφορίες που αναφέρονται στις παραγράφους 1 και 2 χρησιμοποιούνται μόνο για τους σκοπούς του άρθρου 13 παράγραφος 4 και του άρθρου 18.

Η Επιτροπή δεν δημοσιοποιεί πληροφορίες που κατέχει σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό, εφόσον διέπονται από την υποχρέωση τήρησης του επαγγελματικού απορρήτου.

Άρθρο 21

Δικαίωμα των κρατών μελών να προβλέπουν λεπτομερέστερα μέτρα

Ο παρών κανονισμός δεν θίγει το δικαίωμα των κρατών μελών να διατηρούν σε ισχύ ή να θεσπίζουν μέτρα τα οποία περιέχουν διατάξεις λεπτομερέστερες από εκείνες που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό ή στις κατευθυντήριες γραμμές που αναφέρονται στο άρθρο 18.

Άρθρο 22

Κυρώσεις

1.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, τα κράτη μέλη ορίζουν τους κανόνες για τις κυρώσεις που επιβάλλονται για παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος κανονισμού και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να εξασφαλισθεί η εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τους κανόνες που αντιστοιχούν στις διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 στην Επιτροπή έως την 1η Ιουλίου 2004 και κοινοποιούν αμέσως στην Επιτροπή κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους. Κοινοποιούν τους κανόνες που δεν αντιστοιχούν σε διατάξεις του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 στην Επιτροπή έως τις 3 Μαρτίου 2011 και της κοινοποιούν αμέσως κάθε μεταγενέστερη τροποποίησή τους.

2.   Η Επιτροπή μπορεί με απόφασή της να επιβάλλει στις επιχειρήσεις πρόστιμα που δεν υπερβαίνουν το 1 % του συνολικού κύκλου εργασιών κατά την προηγούμενη χρήση, στις περιπτώσεις που, εκ προθέσεως ή εξ αμελείας, παρέχουν εσφαλμένες, ελλιπείς ή παραπλανητικές πληροφορίες κατόπιν αιτήματος που υποβάλλεται σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 3 ή εάν δεν ανταποκρίνονται σε αίτημα παροχής πληροφοριών εντός της προθεσμίας που ορίσθηκε με απόφαση εκδοθείσα σύμφωνα με το άρθρο 20 παράγραφος 5 πρώτο εδάφιο.

Κατά τον καθορισμό του ύψους του προστίμου η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τη σοβαρότητα της μη συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις του πρώτου εδαφίου.

3.   Οι κυρώσεις που προβλέπονται από την παράγραφο 1 και οι αποφάσεις που λαμβάνονται σύμφωνα με την παράγραφο 2 δεν έχουν ποινικό χαρακτήρα.

Άρθρο 23

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή που συγκροτείται δυνάμει του άρθρου 46 της οδηγίας 2009/72/ΕΚ.

2.   Στις περιπτώσεις που γίνεται μνεία της παρούσας παραγράφου, εφαρμόζονται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4 και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8 της ίδιας απόφασης.

Άρθρο 24

Υποβολή εκθέσεων από την Επιτροπή

Η Επιτροπή παρακολουθεί την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Στην έκθεση που υποβάλλεται δυνάμει του άρθρου 47 παράγραφος 6 της οδηγίας 2009/72/ΕΚ, η Επιτροπή αναφέρεται και στην πείρα που αποκτήθηκε κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού. Στην έκθεση εξετάζεται ιδίως κατά πόσον ο παρών κανονισμός έχει αποδειχθεί επαρκής ώστε να διασφαλίζεται ότι οι διασυνοριακές ανταλλαγές ηλεκτρικής ενεργείας αντιμετωπίζουν όρους πρόσβασης στο δίκτυο που δεν εισάγουν διακρίσεις και εκφράζουν το συναφές κόστος, προκειμένου να συμβάλλουν στις επιλογές των καταναλωτών σε μια ομαλά λειτουργούσα εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας και στη μακροπρόθεσμη ασφάλεια εφοδιασμού, καθώς και κατά πόσον έχουν καθιερωθεί αποτελεσματικά σήματα γεωγραφικής διαφοροποίησης. Εάν κρίνεται αναγκαίο, η έκθεση συνοδεύεται από τις κατάλληλες προτάσεις ή/και συστάσεις.

Άρθρο 25

Κατάργηση

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 καταργείται από τις 3 Μαρτίου 2011.. Κάθε αναφορά στον καταργούμενο κανονισμό θεωρείται ότι γίνεται στον παρόντα κανονισμό και διαβάζεται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας που περιέχεται στο παράρτημα ΙΙ.

Άρθρο 26

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από τις 3 Μαρτίου 2011.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 13ης Ιουλίου 2009.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

H.-G. PÖTTERING

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

E. ERLANDSSON


(1)  ΕΕ C 211 της 19.8.2008, σ. 23.

(2)  ΕΕ C 172 της 5.7.2008, σ. 55.

(3)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 18ης Ιουνίου 2008 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα), κοινή θέση του Συμβουλίου της 9ης Ιανουαρίου 2009 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα), θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Απριλίου 2009 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 25ης Ιουνίου 2009.

(4)  ΕΕ L 176 της 15.7.2003, σ. 37.

(5)  ΕΕ L 176 της 15.7.2003, σ. 1.

(6)  Βλ. σελίδα της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(7)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

(8)  Βλ. σελίδα 55 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(9)  ΕΕ L 262 της 22.9.2006, σ. 1.

(10)  ΕΕ L 27 της 30.1.1997, σ. 20.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΗΡΙΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΑΤΑΜΕΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΔΙΑΘΕΣΙΜΗΣ ΔΥΝΑΜΙΚΟΤΗΤΑΣ ΜΕΤΑΦΟΡΑΣ ΗΛΕΚΤΡΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΔΙΑΣΥΝΔΕΣΕΩΝ ΜΕΤΑΞΥ ΕΘΝΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ

1.   Γενικές διατάξεις

1.1.   Οι Διαχειριστές Συστήματος Μεταφορών (ΔΣΜ) επιχειρούν να αποδεχθούν όλες τις εμπορικές πράξεις, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που συνεπάγονται διασυνοριακό εμπόριο.

1.2.   Όταν δεν συμβαίνει συμφόρηση, δεν πρέπει να περιορίζεται η πρόσβαση στη διασύνδεση. Οσάκις αυτό αποτελεί συνηθισμένη περίπτωση, δεν χρειάζεται να υπάρχει μόνιμη γενική διαδικασία καταμερισμού για την πρόσβαση σε υπηρεσίες διασυνοριακής μεταφοράς.

1.3.   Οσάκις οι προγραμματισμένες εμπορικές πράξεις δεν συμβιβάζονται με την ασφαλή λειτουργία του δικτύου, οι ΔΣΜ αμβλύνουν τη συμφόρηση συμμορφούμενοι προς τις απαιτήσεις της επιχειρησιακής ασφάλειας του διασυνδεδεμένου δικτύου, ενώ παράλληλα επιχειρούν να διασφαλίσουν ότι τυχόν συναφείς δαπάνες παραμένουν σε οικονομικώς συμφέρον επίπεδο. Εξετάζεται διορθωτική ανακατανομή ή αντεμπορία σε περιπτώσεις που δεν μπορούν να εφαρμοστούν μέτρα χαμηλότερου κόστους.

1.4.   Εάν παρουσιαστεί διαρθρωτική συμφόρηση, εφαρμόζονται αμέσως από τους ΔΣΜ ενδεδειγμένες μέθοδοι και ρυθμίσεις διαχείρισης της συμφόρησης, που έχουν εκ των προτέρων καθοριστεί και συμφωνηθεί. Οι μέθοδοι διαχείρισης της συμφόρησης διασφαλίζουν ότι οι φυσικές ροές ισχύος που συνδέονται με το σύνολο της καταμερισμένης δυναμικότητας μεταφοράς ανταποκρίνονται προς τα πρότυπα ασφάλειας του δικτύου.

1.5.   Οι υιοθετούμενες μέθοδοι για τη διαχείριση της συμφόρησης δίνουν επαρκείς οικονομικές ενδείξεις στους παράγοντες της αγοράς και στους ΔΣΜ, προωθούν τον ανταγωνισμό και είναι κατάλληλες για εφαρμογή σε περιφερειακό και κοινοτικών διαστάσεων επίπεδο.

1.6.   Κατά τη διαχείριση της συμφόρησης δεν γίνεται διάκριση βασιζόμενη στην εμπορική πράξη. Ένα ιδιαίτερο αίτημα για υπηρεσία μεταφοράς απορρίπτεται μόνον όταν πληρούνται σωρευτικώς οι κατωτέρω όροι:

α)

οι επαυξήσεις των φυσικών ροών ισχύος συνεπεία της αποδοχής του εν λόγω αιτήματος να σημαίνουν ότι δεν μπορεί πλέον να υπάρχει εγγύηση για την ασφαλή λειτουργία του συστήματος ηλεκτρισμού και

β)

η συνδεόμενη με το εν λόγω αίτημα αξία, σε νομισματικούς όρους, κατά τη διαδικασία διαχείρισης της συμφόρησης, να είναι χαμηλότερη απ’ ό,τι όλα τα άλλα αιτήματα για τα οποία υπάρχει πρόθεση αποδοχής για την παροχή της ίδιας υπηρεσίας και υπό τις ίδιες προϋποθέσεις.

1.7.   Όταν καθορίζονται ενδεδειγμένες περιοχές δικτύου στις οποίες και μεταξύ των οποίων πρόκειται να εφαρμοστεί διαχείριση συμφόρησης, οι ΔΣΜ εμπνέονται από τις αρχές της αποτελεσματικότητας συγκριτικά με το κόστος και ελαχιστοποίησης των αρνητικών επιπτώσεων στην εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενεργείας. Συγκεκριμένα, οι ΔΣΜ δεν περιορίζουν τη δυναμικότητα διασύνδεσης ώστε να επιλύσουν το πρόβλημα της συμφόρησης εντός της δικής τους περιοχής ελέγχου, με εξαίρεση όταν συντρέχουν οι προαναφερόμενοι λόγοι και λόγοι επιχειρησιακής ασφάλειας (1). Αν συμβεί μια τέτοια κατάσταση, αυτή θα περιγράφεται και παρουσιάζεται κατά διαφανή τρόπο από τους ΔΣΜ σε όλους τους χρήστες του συστήματος. Μια τέτοια κατάσταση επιτρέπεται να γίνεται ανεκτή μόνον έως ότου ευρεθεί μακροπρόθεσμη λύση. Η μεθοδολογία και τα αναγκαία έργα για την επίτευξη της μακροπρόθεσμης λύσης θα περιγράφονται και θα παρουσιάζονται κατά διαφανή τρόπο από τους ΔΣΜ σε όλους τους χρήστες του συστήματος.

1.8.   Όταν εξισορροπείται το δίκτυο εντός της περιοχής ελέγχου μέσω επιχειρησιακών μέτρων στο δίκτυο και μέσω ανακατανομής, ο ΔΣΜ συνεκτιμά τις επενέργειες των εν λόγω μέτρων σε γειτονικές περιοχές ελέγχου.

1.9.   Έως την 1η Ιανουαρίου 2008, θα θεσπιστούν κατά συντονισμένο τρόπο και υπό ασφαλείς επιχειρησιακές συνθήκες μηχανισμοί για την ολιγόωρη διαχείριση συμφόρησης της δυναμικότητας της γραμμής διασύνδεσης, ώστε να μεγιστοποιούνται οι ευκαιρίες εμπορίας και πρόβλεψης διασυνοριακής εξισορρόπησης.

1.10.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές αξιολογούν σε τακτά διαστήματα τις μεθόδους διαχείρισης της συμφόρησης, αποδίδοντας ιδιαίτερη προσοχή στη συμμόρφωση προς τις αρχές και τους κανόνες που θεσπίζονται στον παρόντα κανονισμό και τις κατευθυντήριες γραμμές, όπως και προς τους όρους και προϋποθέσεις που έχουν τάξει οι ίδιες οι ρυθμιστικές αρχές βάσει των ανωτέρω αρχών και κανόνων. Η αξιολόγηση αυτή περιλαμβάνει διαβούλευση όλων των παραγόντων της αγοράς και εκπόνηση εξειδικευμένων μελετών.

2.   Μέθοδοι διαχείρισης της συμφόρησης

2.1.   Οι μέθοδοι διαχείρισης της συμφόρησης θα είναι βασισμένοι στους μηχανισμούς της αγοράς, ώστε να διευκολύνεται η αποδοτική διασυνοριακή εμπορία. Για το σκοπό αυτό, η δυναμικότητα καταμερίζεται μόνο μέσω εμφανών (δυναμικότητας) ή αφανών (δυναμικότητας και ενεργείας) δημοπρασιών. Και οι δύο μέθοδοι επιτρέπεται να συνυπάρχουν στην ίδια διασύνδεση. Για ολιγόωρη εμπορία, μπορεί να χρησιμοποιείται συνεχής συναλλαγή.

2.2.   Ανάλογα με τις συνθήκες ανταγωνισμού, οι μέθοδοι διαχείρισης της συμφόρησης πιθανώς να χρειάζεται να προβλέπουν καταμερισμό δυναμικότητας μεταφοράς τόσο μακροπρόθεσμα όσο και βραχυπρόθεσμα.

2.3.   Κάθε διαδικασία κατανομής δυναμικότητας θα διαθέτει ένα προδιαγεγραμμένο κλάσμα της διαθέσιμης δυναμικότητας διασύνδεσης συν τυχόν εναπομένουσα δυναμικότητα μη κατανεμηθείσα προηγουμένως και τυχόν δυναμικότητα ελευθερούμενη από κατόχους δυναμικότητας που την έλαβαν σε προηγούμενους καταμερισμούς.

2.4.   Οι ΔΣΜ βελτιστοποιούν το βαθμό στον οποίο η δυναμικότητα είναι αμετάκλητη, συνεκτιμώντας τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των εμπλεκόμενων ΔΣΜ, όπως και τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα των παραγόντων της αγοράς, ώστε να διευκολύνεται ο ενεργός και αποδοτικός ανταγωνισμός. Ένα εύλογο κλάσμα δυναμικότητας μπορεί να προσφέρεται στην αγορά σε μειωμένο αμετάκλητο βαθμό, σε όλες όμως τις περιπτώσεις θα γίνονται γνωστές στους παράγοντες της αγοράς οι επακριβείς συνθήκες μεταφοράς της ενεργείας σε διασυνοριακές γραμμές.

2.5.   Τα δικαιώματα πρόσβασης για μακροπρόθεσμους και μεσοπρόθεσμους καταμερισμούς είναι αμετάκλητα δικαιώματα δυναμικότητας μεταφοράς. Κατά τη στιγμή της ανάδειξης του δικαιούχου υπόκεινται στις αρχές της χρήσης–είτε–απώλειας και της χρήσης–είτε–πώλησης.

2.6.   Οι ΔΣΜ καθορίζουν μια ενδεδειγμένη δομή για τον καταμερισμό δυναμικότητας μεταξύ διαφορετικών χρονικών πλαισίων. Αυτή μπορεί να περιλαμβάνει επιλογή κράτησης ενός ελάχιστου ποσοστού δυναμικότητας διασύνδεσης για ημερήσιο ή ολιγόωρο καταμερισμό. Η δομή αυτή καταμερισμού υπόκειται σε επανεξέταση από τις αντίστοιχες ρυθμιστικές αρχές. Κατά τη διατύπωση των προτάσεών τους, οι ΔΣΜ λαμβάνουν υπόψη:

α)

τα χαρακτηριστικά των αγορών·

β)

τις επιχειρησιακές συνθήκες, όπως τις επιπτώσεις συνδυασμού αμετάκλητα δηλωμένων χρονοδιαγραμμάτων·

γ)

το επίπεδο εναρμόνισης των υιοθετούμενων ποσοστών και χρονικών πλαισίων για τους διάφορους ισχύοντες μηχανισμούς καταμερισμού δυναμικότητας.

2.7.   Ο καταμερισμός δυναμικότητας δεν επιτρέπεται να προβλέπει διακρίσεις μεταξύ παραγόντων της αγοράς που επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν τα δικαιώματά τους για να αξιοποιήσουν διμερείς συμβάσεις προσφοράς ή για να υποβάλλουν προσφορές σε συναλλαγές ισχύος. Οι συμβάσεις κατακυρώνονται στις προσφορές υψηλότερης τιμής, είτε είναι εμφανείς είτε αφανείς σε δεδομένο χρονικό πλαίσιο.

2.8.   Στις ζώνες όπου οι αγορές οικονομικών προβλέψεων ηλεκτρικής ενεργείας είναι καλώς αναπτυγμένες και έχουν δείξει την αποτελεσματικότητά τους, το σύνολο της δυναμικότητας διασύνδεσης μπορεί να καταμερίζεται μέσω αφανούς δημοπρασίας.

2.9.   Εκτός από την περίπτωση των νέων γραμμών διασύνδεσης, οι οποίες απολαύουν εξαιρέσεως βάσει του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 ή του άρθρου 17 του παρόντος κανονισμού, δεν επιτρέπεται ο καθορισμός εφεδρικών τιμών σε μεθόδους καταμερισμού δυναμικότητας.

2.10.   Όλοι οι δυνητικοί παράγοντες της αγοράς επιτρέπεται καταρχήν να συμμετέχουν στη διαδικασία καταμερισμού, χωρίς περιορισμούς. Για να αποφευχθεί η δημιουργία ή επιδείνωση προβλημάτων σχετικών με δυνητική χρήση δεσπόζουσας θέσης τυχόν παίκτη της αγοράς, οι σχετικές ρυθμιστικές ή/και αρμόδιες για τις συνθήκες ανταγωνισμού αρχές, όποτε κρίνεται αναγκαίο, μπορεί να επιβάλλουν περιορισμούς εν γένει ή σε μεμονωμένη επιχείρηση λόγω δεσπόζουσας θέσης στην αγορά.

2.11.   Οι παράγοντες της αγοράς ορίζουν αμετάκλητα την εκ μέρους των χρήση της δυναμικότητας στους ΔΣΜ εντός καθορισμένης προθεσμίας για κάθε χρονικό πλαίσιο. Η προθεσμία ορίζεται έτσι ώστε οι ΔΣΜ να είναι σε θέση να αναδιαθέτουν αχρησιμοποίητη δυναμικότητα προς ανακαταμερισμό κατά το επόμενο σχετικό χρονικό πλαίσιο, συμπεριλαμβανομένων των ολιγόωρων συνόδων.

2.12.   Η δυναμικότητα είναι ελεύθερα εμπορεύσιμη σε δευτερογενή βάση, υπό τον όρο ότι ο ΔΣΜ ενημερώνεται επαρκώς πρωτύτερα. Οσάκις ένας ΔΣΜ απορρίπτει τυχόν δευτερογενές εμπόριο (πράξη), αυτό πρέπει να γνωστοποιείται σαφώς και διαφανώς και να εξηγείται σε όλους τους παράγοντες της αγοράς από τον εν λόγω ΔΣΜ, να κοινοποιείται δε στη ρυθμιστική αρχή.

2.13.   Οι οικονομικές συνέπειες της αδυναμίας τήρησης των υποχρεώσεων που συνδέονται με τον καταμερισμό δυναμικότητας βαρύνουν εκείνους που είναι υπεύθυνοι για την αδυναμία αυτή. Οσάκις οι παράγοντες της αγοράς αδυνατούν να χρησιμοποιήσουν τη δυναμικότητα που έχουν δεσμευθεί να χρησιμοποιήσουν ή, στην περίπτωση εμφανώς δημοπρατούμενης δυναμικότητας, αδυνατούν να εμπορευθούν σε δευτερογενή βάση ή να επιστρέψουν τη δυναμικότητα εγκαίρως, χάνουν τα δικαιώματα για την εν λόγω δυναμικότητα και καταβάλλουν χρηματικό ποσό που αντανακλά το σχετικό κόστος. Οποιαδήποτε επιβάρυνση που αντανακλά το κόστος για τη μη χρήση δυναμικότητας πρέπει να είναι δικαιολογημένη και αναλογικού ύψους. Παρομοίως, αν ένας ΔΣΜ δεν τηρήσει την υποχρέωσή του, είναι υπόχρεος αποζημίωσης του παράγοντα της αγοράς για την απώλεια δικαιωμάτων δυναμικότητας. Για το σκοπό αυτό, δεν λαμβάνονται υπόψη τυχόν παρεπόμενες απώλειες. Οι έννοιες και μέθοδοι καίριας σημασίας για τον προσδιορισμό των οικονομικών ευθυνών που συνεπάγεται η αδυναμία τήρησης των υποχρεώσεων προκαθορίζονται ως προς τις οικονομικές συνέπειες, υπόκεινται δε σε επανεξέταση από τη σχετική εθνική ρυθμιστική αρχή ή αρχές.

3.   Συντονισμός

3.1.   Ο καταμερισμός δυναμικότητας σε μια διασύνδεση αποτελεί αντικείμενο συντονισμού και εφαρμόζεται χρησιμοποιώντας από κοινού διαδικασίες καταμερισμού από τους εμπλεκόμενους ΔΣΜ. Στις περιπτώσεις όπου οι εμπορικές συναλλαγές μεταξύ δύο χωρών (ΔΣΜ) αναμένεται να επηρεάσουν σημαντικά τις συνθήκες φυσικής ροής σε τυχόν τρίτη χώρα (ΔΣΜ), οι μέθοδοι διαχείρισης της συμφόρησης συντονίζονται μεταξύ όλων των ΔΣΜ που επηρεάζονται τοιουτοτρόπως, μέσω από κοινού διαδικασίας διαχείρισης της συμφόρησης. Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές και οι ΔΣΜ μεριμνούν ώστε να μην επινοηθεί μονομερώς μια διαδικασία διαχείρισης της συμφόρησης που έχει σοβαρές επενέργειες στις φυσικές ροές ηλεκτρικής ενεργείας σε άλλα δίκτυα.

3.2.   Μέχρι την 1η Ιανουαρίου 2007, εφαρμόζονται μια από κοινού συντονισμένη μέθοδος διαχείρισης της συμφόρησης και διαδικασία για τον καταμερισμό δυναμικότητας στην αγορά τουλάχιστον ετησίως, μηνιαίως και για την επαύριον, μεταξύ των χωρών στις ακόλουθες ζώνες (περιφέρειες):

α)

Βόρεια Ευρώπη (δηλαδή Δανία, Σουηδία, Φινλανδία, Γερμανία και Πολωνία)·

β)

Βορειοδυτική Ευρώπη (δηλαδή χώρες Μπενελούξ, Γερμανία και Γαλλία)·

γ)

Ιταλία (δηλαδή Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία, Αυστρία, Σλοβενία και Ελλάδα)·

δ)

Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη (δηλαδή Γερμανία, Πολωνία, Τσεχική Δημοκρατία, Σλοβακία, Ουγγαρία, Αυστρία και Σλοβενία)·

ε)

Νοτιοδυτική Ευρώπη (δηλαδή Ισπανία, Πορτογαλία και Γαλλία)·

στ)

Ηνωμένο Βασίλειο, Ιρλανδία και Γαλλία·

ζ)

Βαλτικές χώρες (δηλαδή Εσθονία, Λεττονία και Λιθουανία).

Σε διασύνδεση στην οποία εμπλέκονται χώρες που ανήκουν σε περισσότερες από μία ζώνες, η εφαρμοζόμενη μέθοδος διαχείρισης της συμφόρησης μπορεί να διαφέρει ώστε να διασφαλίζεται η συμβατότητα με τις μεθόδους που εφαρμόζονται σε άλλες ζώνες στις οποίες ανήκουν οι εν λόγω χώρες. Στην περίπτωση αυτή, οι ΔΣΜ προτείνουν τη μέθοδο διαχείρισης η οποία υπόκειται σε επανεξέταση από τις σχετικές ρυθμιστικές αρχές.

3.3.   Οι ζώνες που αναφέρονται στο σημείο 2,8 επιτρέπεται να διαθέτουν το σύνολο της δυναμικότητας διασύνδεσης μέσω καταμερισμού για την επαύριον.

3.4.   Καθορίζονται συμβατές διαδικασίες διαχείρισης της συμφόρησης και στις επτά ανωτέρω ζώνες, με σκοπό τη δημιουργία μιας αληθώς ενοποιημένης εσωτερικής αγοράς ηλεκτρικής ενεργείας. Οι δραστηριοποιούμενοι στην αγορά δεν πρέπει να έρχονται αντιμέτωποι με ασύμβατα περιφερειακά συστήματα.

3.5.   Με σκοπό την προώθηση ισότιμου και αποτελεσματικού ανταγωνισμού, καθώς και της διασυνοριακής εμπορίας, ο συντονισμός μεταξύ ΔΣΜ εντός των παρατιθέμενων στο σημείο 3,2 ζωνών περιλαμβάνει όλα τα βήματα, από τον υπολογισμό της δυναμικότητας και τη βελτιστοποίηση του καταμερισμού, έως την ασφαλή λειτουργία του δικτύου, με σαφή απόδοση ευθυνών. Ο συντονισμός περιλαμβάνει, συγκεκριμένα:

α)

τη χρήση κοινού μοντέλου μεταφοράς το οποίο πραγματεύεται αποδοτικά αλληλοεξαρτώμενες φυσικές ροές σε βρόχο και λαμβάνοντας υπόψη τις υφιστάμενες ασυμφωνίες μεταξύ φυσικών και εμπορικών ροών·

β)

τον καταμερισμό και την ανάδειξη δικαιούχου δυναμικότητας ώστε να αντιμετωπίζονται αποδοτικά αλληλοεξαρτώμενες φυσικές ροές σε βρόχο·

γ)

τις πανομοιότυπες υποχρεώσεις σε κατόχους δυναμικότητας για την παροχή πληροφοριών σχετικά με τη, σκοπούμενη χρήση της δυναμικότητας, δηλαδή ανάδειξη δικαιούχου δυναμικότητας (για εμφανείς δημοπρασίες)·

δ)

πανομοιότυπα χρονικά πλαίσια και προθεσμίες υποβολής των προσφορών·

ε)

πανομοιότυπες δομές για τον καταμερισμό δυναμικότητας μεταξύ διαφορετικών χρονικών πλαισίων (π.χ. 1 ημέρας, 3 ωρών, 1 εβδομάδας κ.λπ.) και από πλευράς παρτίδων πωλούμενης δυναμικότητας (ποσότητες ισχύος σε MW, MWh κ.λπ.)·

στ)

συνεπές συμβατικό πλαίσιο με τους παράγοντες της αγοράς·

ζ)

επαλήθευση των ροών για συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις ασφάλειας του δικτύου για επιχειρησιακό προγραμματισμό και για λειτουργία σε κλίμακα πραγματικού χρόνου·

η)

λογιστική παρακολούθηση και τακτοποίηση πράξεων διαχείρισης της συμφόρησης.

3.6.   Ο συντονισμός περιλαμβάνει επίσης την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των ΔΣΜ. Η φύση, ο χρόνος και η συχνότητα ανταλλαγής πληροφοριών είναι συμβατή προς τις δραστηριότητες του σημείου 3,5 και τη λειτουργία των αγορών ηλεκτρικής ενεργείας. Η ανταλλαγή αυτή πληροφοριών θα επιτρέπει ειδικότερα στους ΔΣΜ να προβλέπουν όσο γίνεται καλύτερα τη συνολική κατάσταση στο διασυνδεδεμένο δίκτυο, ώστε να εκτιμούν τις ροές στο δίκτυό τους και τις διαθέσιμες δυναμικότητες διασύνδεσης. Όποιος ΔΣΜ συγκεντρώνει πληροφορίες για λογαριασμό άλλων ΔΣΜ υποχρεούται να δίνει στο συμμετέχοντα ΔΣΜ τα αποτελέσματα της συγκέντρωσης στοιχείων.

4.   Χρονοδιάγραμμα για εργασίες επέμβασης στην αγορά

4.1.   Ο καταμερισμός της διαθέσιμης δυναμικότητας μεταφοράς πραγματοποιείται επαρκώς εκ των προτέρων. Πριν από κάθε καταμερισμό, οι εμπλεκόμενοι ΔΣΜ δημοσιεύουν από κοινού την προς καταμερισμό δυναμικότητα, λαμβάνοντας υπόψη, όταν κρίνεται αναγκαίο, την ελευθερούμενη δυναμικότητα από τυχόν αμετάκλητα δικαιώματα μεταφοράς και, οσάκις έχει σημασία, τις συναφείς εκκαθαρισμένες αναδείξεις δικαιούχων, παράλληλα με τυχόν χρονικές περιόδους στη διάρκεια των οποίων θα μειωθεί ή δεν θα είναι διαθέσιμη η δυναμικότητα (λόγω συντήρησης, για παράδειγμα).

4.2.   Συνεκτιμώντας πλήρως την ασφάλεια δικτύου, η ανάδειξη δικαιούχων δυναμικότητας μεταφοράς πραγματοποιείται επαρκώς εκ των προτέρων, πριν από τις για την επαύριον συνόδους όλων των σχετικών οργανωμένων αγορών και πριν από τη δημοσίευση της προς καταμερισμό δυναμικότητας βάσει του για την επαύριον ή ολιγόωρου μηχανισμού κατανομής. Οι αναδείξεις δικαιούχων δυναμικότητας μεταφοράς κατά την αντίθετη κατεύθυνση εκκαθαρίζονται ώστε να γίνεται αποδοτική χρήση της διασύνδεσης.

4.3.   Διαδοχικοί ολιγόωροι καταμερισμοί διαθέσιμης δυναμικότητας μεταφοράς για την ημέρα D πραγματοποιούνται τις ημέρες D1 και D, μετά την έκδοση των ενδεικτικών ή πραγματικών χρονοδιαγραμμάτων παραγωγής της επαύριον.

4.4.   Όταν καταστρώνεται παρέμβαση στο διασυνδεδεμένο δίκτυο για την επαύριον, οι ΔΣΜ ανταλλάσσουν πληροφορίες με γειτονικούς ΔΣΜ, συμπεριλαμβανομένων της προβλεπόμενης τοπολογίας διασυνδεδεμένου δικτύου, του βαθμού διαθεσιμότητας και της προβλεπόμενης παραγωγής μονάδων ηλεκτροπαραγωγής και των ροών φορτίου, ώστε να βελτιστοποιείται η χρήση του συνολικού δικτύου μέσω επιχειρησιακών μέτρων σε συμμόρφωση προς τους κανόνες για ασφαλή λειτουργία του διασυνδεδεμένου δικτύου.

5.   Διαφάνεια

5.1.   Οι ΔΣΜ δημοσιεύουν τα πάσης φύσεως στοιχεία που συνδέονται με το βαθμό διαθεσιμότητας του δικτύου, την πρόσβαση σε αυτό και τη χρήση του, συμπεριλαμβανομένης εκθέσεως για το πού και γιατί υφίσταται συμφόρηση, τις εφαρμοζόμενες μεθόδους για τη διαχείριση της συμφόρησης και τα σχέδια για τη μελλοντική διαχείρισή της.

5.2.   Οι ΔΣΜ δημοσιεύουν γενική περιγραφή της εφαρμοζόμενης μεθόδου διαχείρισης της συμφόρησης υπό διαφορετικές περιστάσεις, για τη μεγιστοποίηση της διαθέσιμης δυναμικότητας στην αγορά, και γενικό μηχανισμό για τον υπολογισμό της δυναμικότητας διασύνδεσης για τα διάφορα χρονικά πλαίσια, με βάση τις πραγματικά επικρατούσες στο δίκτυο ηλεκτρικές και φυσικές συνθήκες. Ένας τέτοιος μηχανισμός υπόκειται σε επανεξέταση των ρυθμιστικών αρχών των οικείων κρατών μελών.

5.3.   Η διαχείριση της συμφόρησης και οι διαδικασίες καταμερισμού δυναμικότητας που χρησιμοποιούνται, μαζί με τους χρόνους και τις διαδικασίες για υποβολή αίτησης για δυναμικότητα, περιγραφή των προσφερόμενων προϊόντων και των υποχρεώσεων και δικαιωμάτων αμφοτέρων των ΔΣΜ και του φορέα που αποκτά τη δυναμικότητα, συμπεριλαμβανομένων των οικονομικών ευθυνών που συνεπάγεται η αδυναμία τήρησης των υποχρεώσεων, περιγράφονται αναλυτικά και γίνονται διαθέσιμα κατά διαφανή τρόπο από τους ΔΣΜ σε όλους τους δυνητικούς χρήστες του δικτύου.

5.4.   Τα επιχειρησιακά και προγραμματικά πρότυπα ασφάλειας αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα των πληροφοριών που δημοσιεύουν οι ΔΣΜ σε ανοικτό και ανακοινώσιμο στο κοινό έγγραφο. Το έγγραφο αυτό υπόκειται επίσης σε επανεξέταση από τις εθνικές ρυθμιστικές αρχές.

5.5.   Οι ΔΣΜ δημοσιεύουν τα πάσης φύσεως σχετικά στοιχεία που αφορούν το διασυνοριακό εμπόριο, με βάση τις καλύτερες δυνατές προβλέψεις. Προκειμένου να εκπληρώσουν την υποχρέωση αυτή, οι οικείοι παράγοντες της αγοράς διαβιβάζουν στους ΔΣΜ τα σχετικά στοιχεία. Ο τρόπος κατά τον οποίο δημοσιεύονται οι πληροφορίες αυτές υπόκειται σε επανεξέταση από τις ρυθμιστικές αρχές. Οι ΔΣΜ δημοσιεύουν τουλάχιστον τα εξής:

α)

ετησίως: πληροφορίες σχετικά με τη μακροπρόθεσμη εξέλιξη της υποδομής μεταφοράς και τον αντίκτυπό της στη δυναμικότητα διασυνοριακής μεταφοράς·

β)

μηνιαίως: προβλέψεις, για τον επόμενο μήνα και το επόμενο έτος, της δυναμικότητας μεταφοράς προς διάθεση στην αγορά, λαμβάνοντας υπόψη τις πάσης φύσεως πληροφορίες που διαθέτουν οι ΔΣΜ τη στιγμή υπολογισμού των προβλέψεων (π.χ. αντίκτυπος της θερινής και χειμερινής εποχής στη δυναμικότητα των γραμμών, συντήρηση στο διασυνδεδεμένο δίκτυο, βαθμός διαθεσιμότητας των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής κ.λπ.)·

γ)

εβδομαδιαίως: προβλέψεις, για την επόμενη εβδομάδα, της δυναμικότητας μεταφοράς προς διάθεση στην αγορά, λαμβάνοντας υπόψη τις πάσης φύσεως σχετικές πληροφορίες που διαθέτουν οι ΔΣΜ κατά τη στιγμή υπολογισμού των προβλέψεων, όπως η πρόβλεψη του καιρού, οι προγραμματισμένες εργασίες συντήρησης του διασυνδεδεμένου δικτύου, ο βαθμός διαθεσιμότητας των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής κ.λπ.·

δ)

ημερησίως: πρόβλεψη, για την επαύριον και σε ολιγόωρη βάση, της δυναμικότητας μεταφοράς προς διάθεση στην αγορά για κάθε αγοραία χρονική μονάδα, λαμβάνοντας υπόψη όλες τις εκκαθαρισμένες αναδείξεις δικαιούχου για την επαύριον, τα χρονοδιαγράμματα παραγωγής της επαύριον, τις προβλέψεις ζήτησης ισχύος και τις προγραμματισμένες εργασίες συντήρησης του διασυνδεδεμένου δικτύου·

ε)

την ήδη καταμερισμένη συνολική δυναμικότητα, ανά αγοραία χρονική μονάδα, και όλες τις σχετικές συνθήκες υπό τις οποίες μπορεί να χρησιμοποιείται η δυναμικότητα αυτή (π.χ. συμψηφιστική τιμή δημοπράτησης, υποχρεώσεις για τον τρόπο κατά τον οποίο θα χρησιμοποιηθεί η δυναμικότητα κ.λπ.), ώστε να προσδιορίζεται τυχόν εναπομένουσα δυναμικότητα·

στ)

την καταμερισμένη δυναμικότητα όσο συντομότερα γίνεται μετά από κάθε κατανομή, καθώς και την ένδειξη των καταβληθεισών τιμών·

ζ)

τη συνολική χρησιμοποιούμενη δυναμικότητα, ανά αγοραία χρονική μονάδα, αμέσως μετά την ανάδειξη δικαιούχου·

η)

όσο γίνεται πλησιέστερα στον πραγματικό χρόνο: συγκεντρωτικές πραγματοποιηθείσες εμπορικές και φυσικές ροές, ανά αγοραία χρονική μονάδα, συμπεριλαμβανομένης περιγραφής των συνεπειών τυχόν διορθωτικών επεμβάσεων των ΔΣΜ (όπως περικοπών) για την επίλυση προβλημάτων του δικτύου ή του συστήματος·

θ)

εκ των προτέρων ενημέρωση σχετικά με προγραμματισμένες διακοπές λειτουργίας και εκ των υστέρων ενημέρωση για την προηγούμενη ημέρα σχετικά με προγραμματισμένες και έκτακτες διακοπές λειτουργίας μονάδων ηλεκτροπαραγωγής ισχύος μεγαλύτερης από 100 MW.

5.6.   Οι πάσης φύσεως σχετικές πληροφορίες πρέπει να είναι διαθέσιμες στην αγορά εγκαίρως για τη διαπραγμάτευση των πάσης φύσεως πράξεων (όπως ο χρόνος διαπραγμάτευσης ετήσιων συμβάσεων παροχής ηλεκτρισμού σε βιομηχανικούς πελάτες ή ο χρόνος κατά τον οποίο οι προσφορές πρέπει να σταλούν σε οργανωμένες αγορές).

5.7.   Οι ΔΣΜ δημοσιεύουν τις σχετικές πληροφορίες όσον αφορά την προβλεπόμενη ζήτηση και ηλεκτροπαραγωγή, σύμφωνα με τα χρονικά πλαίσια που αναφέρονται στα σημεία 5,5 και 5.6. Οι ΔΣΜ δημοσιεύουν επίσης τις σχετικές πληροφορίες που είναι αναγκαίες για τη διασυνοριακή αγορά εξισορρόπησης.

5.8.   Όταν δημοσιεύονται προβλέψεις, θα δημοσιεύονται επίσης και οι εκ των υστέρων πραγματοποιηθείσες τιμές για τις προβλεπόμενες πληροφορίες, κατά τη χρονική περίοδο που ακολουθεί εκείνη για την οποία εφαρμόζεται η πρόβλεψη ή το αργότερο κατά την επόμενη ημέρα (D + 1).

5.9.   Οι πάσης φύσεως πληροφορίες που δημοσιεύονται από τους ΔΣΜ είναι ελεύθερα διαθέσιμες σε εύκολα προσπελάσιμη μορφή. Τα πάσης φύσεως στοιχεία είναι επίσης προσπελάσιμα μέσω κατάλληλων και τυποποιημένων μέσων ανταλλαγής πληροφοριών, προς καθορισμό σε στενή συνεργασία με τους παράγοντες της αγοράς. Τα στοιχεία θα περιλαμβάνουν πληροφορίες για τις παρελθούσες χρονικές περιόδους, κατ’ ελάχιστο δυο ετών, ώστε οι νεοεισερχόμενοι στην αγορά να μπορούν επίσης να έχουν πρόσβαση στα εν λόγω στοιχεία.

5.10.   Σε τακτά διαστήματα, οι ΔΣΜ ανταλλάσσουν επαρκούς ακρίβειας σειρά στοιχείων για το δίκτυο και τη ροή φορτίου, ώστε να υπάρχει δυνατότητα υπολογισμών ροής φορτίου για έκαστο ΔΣΜ στην αντίστοιχη περιοχή του. Η ίδια σειρά στοιχείων γίνεται διαθέσιμη στις ρυθμιστικές αρχές και στην Επιτροπή, αν το ζητήσουν. Οι ρυθμιστικές αρχές και η Επιτροπή διασφαλίζουν εχεμύθεια στο χειρισμό της σειράς αυτής στοιχείων, στο εσωτερικό των υπηρεσιών και από τυχόν σύμβουλο που διενεργεί αναλυτική εργασία για λογαριασμό τους, με βάση τα εν λόγω στοιχεία. Χρήση εισοδήματος συμφόρησης.

6.   Χρήση του εισοδήματος διασύνδεσης

6.1.   Οι συνδεόμενες με προκαθορισμένο χρονικό πλαίσιο διαδικασίες διαχείρισης της συμφόρησης μπορεί να παράγουν εισόδημα μόνον εφόσον συμβεί συμφόρηση η οποία δημιουργείται για το εν λόγω χρονικό πλαίσιο, με εξαίρεση την περίπτωση νέων διασυνδετικών γραμμών οι οποίες απολαύουν της εξαίρεσης βάσει του άρθρου 7 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1228/2003 ή του άρθρου 17 του παρόντος κανονισμού. Η διαδικασία για τη διανομή του ανωτέρου εισοδήματος υπόκειται σε επανεξέταση από τις ρυθμιστικές αρχές και ούτε αλλοιώνει τη διαδικασία καταμερισμού υπέρ κάποιου μέρους που ζητεί δυναμικότητα ή ενέργεια ούτε αποτελεί αντικίνητρο για τη μείωση της συμφόρησης.

6.2.   Οι εθνικές ρυθμιστικές αρχές χειρίζονται κατά διαφανή τρόπο την προτεραιότητα για τη χρήση εισοδήματος που προκύπτει από τον καταμερισμό δυναμικότητας διασύνδεσης.

6.3.   Το εισόδημα διασύνδεσης επιμερίζεται μεταξύ των εμπλεκόμενων ΔΣΜ σύμφωνα με κριτήρια που συμφωνούνται μεταξύ των εμπλεκόμενων ΔΣΜ και επανεξετάζονται από τις αντίστοιχες ρυθμιστικές αρχές.

6.4.   Οι ΔΣΜ καθορίζουν σαφώς και εκ των προτέρων τη χρήση που θα κάνουν για τυχόν εισόδημα συμφόρησης που αποκτούν, υποβάλλουν δε αναφορά για το πώς πραγματικά χρησιμοποιήθηκε το εισόδημα αυτό. Οι ρυθμιστικές αρχές επαληθεύουν ότι η εν λόγω χρήση συμμορφώνεται προς τον παρόντα κανονισμό και τις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές και ότι το συνολικό ποσό του εισοδήματος συμφόρησης που προέκυψε από τον καταμερισμό δυναμικότητας διασύνδεσης αφιερώνεται σε έναν ή περισσότερους από τους τρεις σκοπούς που περιγράφονται στο άρθρο 16 παράγραφος 6 του παρόντος κανονισμού.

6.5.   Σε ετήσια βάση και έως τις 31 Ιουλίου εκάστου έτους, οι ρυθμιστικές αρχές δημοσιεύουν έκθεση στην οποία εμφαίνεται το ποσό εισοδήματος που συγκεντρώθηκε στο δωδεκάμηνο διάστημα έως τις 30 Ιουνίου του ιδίου έτους και η χρήση που έγινε για τα υπόψη εισοδήματα, μαζί με επαλήθευση ότι η εν λόγω χρήση συμμορφώνεται προς τον παρόντα κανονισμό και τις παρούσες κατευθυντήριες γραμμές και το συνολικό ποσό του εισοδήματος συμφόρησης αφιερώθηκε σε ένα ή περισσότερους από τους τρεις προδιαγεγραμμένους σκοπούς.

6.6.   Η χρήση του εισοδήματος συμφόρησης για επενδύσεις προς διατήρηση ή αύξηση δυναμικότητας διασύνδεσης αποδίδεται κατά προτίμηση σε συγκεκριμένα προκαθορισμένα έργα τα οποία συμβάλλουν στην ανακούφιση της υφισταμένης συναφούς συμφόρησης και τα οποία μπορεί επίσης να υλοποιηθούν εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, ιδιαίτερα όσον αφορά τη διαδικασία έγκρισης.


(1)  Επιχειρησιακή ασφάλεια σημαίνει «η διατήρηση του συστήματος μεταφορών εντός συμφωνημένων ορίων ασφαλείας».


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1228/2003

Παρών κανονισμός

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 2

Άρθρο 2

Άρθρο 3

Άρθρο 4

Άρθρο 5

Άρθρο 6

Άρθρο 7

Άρθρο 8

Άρθρο 9

Άρθρο 10

Άρθρο 11

Άρθρο 12

Άρθρο 3

Άρθρο 13

Article 4

Άρθρο 14

Άρθρο 5

Άρθρο 15

Άρθρο 6

Άρθρο 16

Άρθρο 7

Άρθρο 17

Άρθρο 8

Άρθρο 18

Άρθρο 9

Άρθρο 19

Άρθρο 10

Άρθρο 20

Άρθρο 11

Άρθρο 21

Άρθρο 12

Άρθρο 22

Άρθρο 13

Άρθρο 23

Άρθρο 14

Άρθρο 24

Άρθρο 25

Άρθρο 15

Άρθρο 26

Παράρτημα

Παράρτημα I