3.12.2008   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 323/33


ΟΔΗΓΊΑ 2008/106/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 19ης Νοεμβρίου 2008

για το ελάχιστο επίπεδο εκπαίδευσης των ναυτικών (αναδιατύπωση)

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 80 παράγραφος 2,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αφού ζήτησαν τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών,

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 251 της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η οδηγία 2001/25/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Απριλίου 2001, για το ελάχιστο επίπεδο εκπαίδευσης των ναυτικών (3), έχει τροποποιηθεί κατ’ επανάληψη και με ουσιαστικό τρόπο (4). Δεδομένου ότι πρόκειται εκ νέου να τροποποιηθεί, είναι σκόπιμη, για λόγους σαφήνειας, η αναδιατύπωσή της.

(2)

Οι δράσεις που αναλαμβάνονται σε κοινοτικό επίπεδο στον τομέα της θαλάσσιας ασφάλειας και της πρόληψης της θαλάσσιας ρύπανσης θα πρέπει να ευθυγραμμίζονται με τους κανόνες και τα πρότυπα που έχουν συμφωνηθεί διεθνώς.

(3)

Προκειμένου να διατηρηθεί και να βελτιωθεί το επίπεδο των ναυτικών γνώσεων και δεξιοτήτων στην Κοινότητα, θα πρέπει να αποδίδεται η δέουσα προσοχή στη ναυτική εκπαίδευση και στο επίπεδο των ναυτικών εντός της Κοινότητας.

(4)

Ένα εξελισσόμενο με τον ίδιο τρόπο επίπεδο εκπαίδευσης για τη χορήγηση πιστοποιητικών επαγγελματικής ικανότητας των ναυτικών θα πρέπει να εξασφαλίζεται χάριν της ασφάλειας της ναυσιπλοΐας.

(5)

Η οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων (5), εφαρμόζεται στα ναυτικά επαγγέλματα που καλύπτει η παρούσα οδηγία. Θα συμβάλει στην προώθηση της τήρησης των υποχρεώσεων που καθορίζονται στη συνθήκη σχετικά με την κατάργηση, μεταξύ των κρατών μελών, των εμποδίων στην ελεύθερη κυκλοφορία προσώπων και υπηρεσιών.

(6)

Η αμοιβαία αναγνώριση διπλωμάτων και πιστοποιητικών, η οποία προβλέπεται από την οδηγία 2005/36/ΕΚ, δεν εξασφαλίζει πάντα τυποποιημένο επίπεδο εκπαίδευσης όλων των ναυτικών που εργάζονται στα διάφορα σκάφη τα οποία φέρουν σημαία κράτους μέλους. Τούτο είναι, ωστόσο, αναγκαίο από την άποψη της ασφάλειας της ναυσιπλοΐας.

(7)

Κατά συνέπεια, είναι βασικό να καθιερωθεί ένα ελάχιστο επίπεδο εκπαίδευσης των ναυτικών στην Κοινότητα. Το εν λόγω επίπεδο θα πρέπει να βασίζεται στα πρότυπα εκπαίδευσης που έχουν ήδη συμφωνηθεί σε διεθνές επίπεδο, και κυρίως στη σύμβαση για πρότυπα εκπαίδευσης, έκδοσης πιστοποιητικών και τήρησης φυλακών των ναυτικών του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΔΝΟ) του 1978, (σύμβαση STCW) όπως αναθεωρήθηκε το 1995. Όλα τα κράτη μέλη είναι μέρη της σύμβασης αυτής.

(8)

Τα κράτη μέλη μπορούν να θεσπίζουν αυστηρότερα πρότυπα από τα ελάχιστα πρότυπα που ορίζονται στη σύμβαση STCW και στην παρούσα οδηγία.

(9)

Οι κανονισμοί της σύμβασης STCW που προσαρτώνται στην παρούσα οδηγία θα πρέπει να συμπληρωθούν με τις υποχρεωτικές διατάξεις που περιέχονται στο μέρος Α του κώδικα για πρότυπα εκπαίδευσης, έκδοσης πιστοποιητικών και τήρησης φυλακών των ναυτικών (κώδικας STCW). Το μέρος Β του κώδικα STCW περιέχει κατευθυντήριες οδηγίες προοριζόμενες να βοηθούν τα μέρη της σύμβασης STCW και όσους εμπλέκονται στην υλοποίηση, εφαρμογή ή εξασφάλιση της επιβολής της εφαρμογής των μέτρων της, ώστε να ενεργοποιήσουν τη σύμβαση πλήρως, ενιαία και ομοιόμορφα.

(10)

Για την ενίσχυση της ασφάλειας και της πρόληψης της ρύπανσης στη θάλασσα, θα πρέπει να εισαχθούν στην παρούσα οδηγία διατάξεις για τις ελάχιστες περιόδους ανάπαυσης του προσωπικού τήρησης φυλακών σύμφωνα με τη σύμβαση STCW. Οι διατάξεις αυτές θα πρέπει να εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των διατάξεων της οδηγίας 1999/63/ΕΚ του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 1999, σχετικά με τη συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των ναυτικών, που έχουν συνάψει η ένωση εφοπλιστών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ECSA) και η ομοσπονδία των ενώσεων εργαζομένων στις μεταφορές στην Ευρωπαϊκή Ένωση (FST) (6).

(11)

Τα κράτη μέλη θα πρέπει να λαμβάνουν και να εφαρμόζουν συγκεκριμένα μέτρα για την πρόληψη και τον κολασμό δόλιων πρακτικών που σχετίζονται με πιστοποιητικά επαγγελματικής ικανότητας καθώς και να συνεχίσουν τις προσπάθειές τους, στο πλαίσιο του ΔΝΟ, για τη σύναψη αυστηρών και εφαρμόσιμων συμφωνιών για την καταπολέμηση αυτών των πρακτικών σε παγκόσμιο επίπεδο.

(12)

Για να προωθηθεί η ασφάλεια της ναυσιπλοΐας και να αποφευχθεί η απώλεια ανθρώπινων ζωών και η ρύπανση της θάλασσας, θα πρέπει να βελτιωθεί η επικοινωνία μεταξύ των μελών του πληρώματος επί των πλοίων που πλέουν σε κοινοτικά ύδατα.

(13)

Το προσωπικό επιβατηγών πλοίων, το οποίο έχει ορισθεί να παρέχει συνδρομή σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης στους επιβάτες, θα πρέπει να είναι σε θέση να επικοινωνεί με τους επιβάτες.

(14)

Τα πληρώματα των δεξαμενοπλοίων που μεταφέρουν επιβλαβή ή ρυπογόνα φορτία θα πρέπει να είναι σε θέση να αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά την πρόληψη ατυχημάτων και καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Είναι πρωταρχικής σημασίας η δημιουργία κατάλληλου συνδέσμου επικοινωνίας μεταξύ του πλοιάρχου, των αξιωματικών και των κατώτερων ναυτικών, η οποία θα καλύπτει τις απαιτήσεις που προβλέπονται στην παρούσα οδηγία.

(15)

Είναι ουσιώδους σημασίας να εξασφαλισθεί ότι ναυτικοί, κάτοχοι πιστοποιητικών εκδιδόμενων από τρίτες χώρες οι οποίοι υπηρετούν σε πλοία της Κοινότητας, έχουν επίπεδο ικανοτήτων ισοδύναμο προς αυτό που απαιτείται από τη σύμβαση STCW. Η παρούσα οδηγία θα πρέπει να ορίσει διαδικασίες και ενιαία κριτήρια για την αναγνώριση από τα κράτη μέλη πιστοποιητικών που έχουν εκδοθεί από τρίτες χώρες, βασιζόμενα στις απαιτήσεις εκπαίδευσης και πιστοποίησης, όπως έχει συμφωνηθεί στο πλαίσιο της σύμβασης STCW.

(16)

Προς το συμφέρον της ασφάλειας της ναυσιπλοΐας, τα κράτη μέλη θα πρέπει να αναγνωρίζουν τίτλους που να αποδεικνύουν το απαιτούμενο επίπεδο εκπαίδευσης μόνον εφόσον αυτοί έχουν εκδοθεί από μέρη, ή εξ ονόματος μερών, της σύμβασης STCW, που έχουν ρητώς προσδιορισθεί από την επιτροπή ναυτιλιακής ασφάλειας MSC του ΔΝΟ ως έχοντα αποδείξει ότι έχουν πλήρως εφαρμόσει και εξακολουθούν να εφαρμόζουν πλήρως τις απαιτήσεις αυτής της σύμβασης. Για να γεφυρωθεί το χρονικό χάσμα μέχρις ότου η επιτροπή MSC του ΔΝΟ κατορθώσει να προβεί σ’ αυτόν τον προσδιορισμό, χρειάζεται διαδικασία προκαταρκτικής αναγνώρισης των πιστοποιητικών.

(17)

Οσάκις ενδείκνυται, θα πρέπει να γίνεται επιθεώρηση των ναυτικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και των προγραμμάτων και μαθημάτων κατάρτισης. Θα πρέπει, συνεπώς, να καθορισθούν κριτήρια γι’ αυτή την επιθεώρηση.

(18)

Η Επιτροπή θα πρέπει να επικουρείται από επιτροπή στην εκτέλεση των καθηκόντων που έχουν σχέση με το έργο της αναγνώρισης των πιστοποιητικών, τα οποία εκδίδονται από τα εκπαιδευτικά ιδρύματα ή από τις διοικητικές αρχές των τρίτων χωρών.

(19)

Ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια στη Θάλασσα, ο οποίος έχει ιδρυθεί από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1406/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (7), θα πρέπει να επικουρεί την Επιτροπή κατά την επαλήθευση της τήρησης από τα κράτη μέλη των απαιτήσεων που θεσπίζει η παρούσα οδηγία.

(20)

Τα κράτη μέλη, ως λιμενικές αρχές, απαιτείται να προάγουν την ασφάλεια και την πρόληψη της ρύπανσης στα κοινοτικά ύδατα με την κατά προτεραιότητα επιθεώρηση σκαφών, που φέρουν τη σημαία τρίτης χώρας που δεν έχει κυρώσει τη σύμβαση STCW, εξασφαλίζοντας έτσι ότι δεν θα είναι ευνοϊκότερη η μεταχείριση των σκαφών που φέρουν τη σημαία τρίτης χώρας.

(21)

Είναι σκόπιμο να συμπεριληφθούν στην παρούσα οδηγία διατάξεις σχετικά με τον έλεγχο από το κράτος του λιμένα, μέχρις ότου τροποποιηθεί η οδηγία 95/21/ΕΚ του Συμβουλίου (8), για τον έλεγχο της ναυσιπλοΐας από το κράτος του λιμένα, προκειμένου να μεταφερθούν σε αυτήν την οδηγία οι διατάξεις για το κράτος του λιμένα, οι οποίες περιέχονται στην παρούσα οδηγία.

(22)

Είναι αναγκαίο να προβλεφθούν διαδικασίες για την προσαρμογή της παρούσας οδηγίας στις μεταβολές των διεθνών συμβάσεων και κωδίκων.

(23)

Τα απαιτούμενα μέτρα για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας θα πρέπει να θεσπισθούν σύμφωνα με την απόφαση 1999/468/ΕΚ του Συμβουλίου, της 28ης Ιουνίου 1999, για τον καθορισμό των όρων άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων που ανατίθενται στην Επιτροπή (9).

(24)

Θα πρέπει ιδίως να εξουσιοδοτηθεί η Επιτροπή να τροποποιεί την παρούσα οδηγία προκειμένης της εφαρμογής, για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, μεταγενέστερων τροποποιήσεων ορισμένων διεθνών κωδίκων όπως και κάθε σχετικής τροποποίησης της κοινοτικής νομοθεσίας. Δεδομένου ότι τα μέτρα αυτά είναι γενικής εμβελείας και έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο, του άρθρου 5α της απόφασης 1999/468/ΕΚ.

(25)

Τα εισαγόμενα στην παρούσα οδηγία νέα στοιχεία αφορούν αποκλειστικά τις διαδικασίες επιτροπής. Συνεπώς, δεν χρειάζεται να μεταφερθούν στο εθνικό δίκαιο από τα κράτη μέλη.

(26)

Η παρούσα οδηγία δεν θα πρέπει να θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο των οδηγιών που παρατίθενται στο παράρτημα III μέρος Β,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

1.

«πλοίαρχος»: το πρόσωπο που έχει τη διακυβέρνηση του πλοίου·

2.

«αξιωματικός»: το μέλος του πληρώματος, εκτός του πλοιάρχου, το οποίο χαρακτηρίζεται αξιωματικός από τους εθνικούς νόμους ή κανονισμούς ή, οσάκις δεν προβλέπεται σχετικός χαρακτηρισμός, από συλλογική σύμβαση ή κατ’ έθιμο·

3.

«αξιωματικός καταστρώματος»: ο αξιωματικός που διαθέτει τα προσόντα σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου ΙΙ του παραρτήματος Ι·

4.

«υποπλοίαρχος»: ο επόμενος ιεραρχικά αξιωματικός από τον πλοίαρχο, στον οποίο θα περιέλθει η διακυβέρνηση του πλοίου σε περίπτωση αδυναμίας του πλοιάρχου·

5.

«αξιωματικός μηχανής»: ο αξιωματικός που διαθέτει τα προσόντα σύμφωνα με τις διατάξεις του κεφαλαίου ΙΙΙ του παραρτήματος Ι·

6.

«πρώτος μηχανικός»: ο ανώτερος αξιωματικός μηχανής, ο οποίος είναι υπεύθυνος για τη μηχανική πρόωση και για τη λειτουργία και συντήρηση των μηχανολογικών και ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων του πλοίου.

7.

«δεύτερος μηχανικός»: ο επόμενος ιεραρχικά αξιωματικός μηχανής από τον πρώτο μηχανικό, στον οποίο θα περιέλθει η ευθύνη για τη μηχανική πρόωση του πλοίου και τη λειτουργία και συντήρηση των μηχανολογικών και ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων του πλοίου, σε περίπτωση ανικανότητας του πρώτου μηχανικού·

8.

«βοηθός αξιωματικός μηχανής»: πρόσωπο εκπαιδευόμενο για να γίνει αξιωματικός μηχανής και χαρακτηρισμένο έτσι από εθνικούς νόμους ή κανονισμούς·

9.

«χειριστής ασυρμάτου»: το πρόσωπο το οποίο είναι κάτοχος κατάλληλου πιστοποιητικού που εκδίδεται ή αναγνωρίζεται από τις αρμόδιες αρχές σύμφωνα με τις διατάξεις των κανονισμών ραδιοεπικοινωνιών·

10.

«κατώτερος ναυτικός»: κάθε μέλος του πληρώματος του πλοίου, εκτός από τον πλοίαρχο και τους αξιωματικούς·

11.

«πλοίο θαλάσσιας ναυσιπλοΐας»: πλοίο, πλην εκείνων που απασχολούνται αποκλειστικά σε εσωτερικά ύδατα ή μέσα ή πλησίον προασπισμένων υδάτων ή περιοχών όπου εφαρμόζονται κανονισμοί λιμένα·

12.

«πλοίο που φέρει τη σημαία κράτους μέλους»: πλοίο νηολογημένο σε κράτος μέλος του οποίου φέρει τη σημαία σύμφωνα με τη νομοθεσία του. Πλοίο που δεν ανταποκρίνεται στον ορισμό αυτό, εξομοιώνεται με πλοίο που φέρει τη σημαία τρίτης χώρας·

13.

«παράκτιοι πλόες»: οι πλόες σε περιοχή που γειτνιάζει με ένα κράτος μέλος, όπως ορίζεται από το εν λόγω κράτος μέλος·

14.

«ισχύς πρόωσης»: η ανώτατη συνολική συνεχής ισχύς σε κιλοβάτ όλων των κύριων προωστήριων μηχανημάτων του πλοίου η οποία αναγράφεται στο πιστοποιητικό νηολόγησης του πλοίου ή σε άλλο επίσημο έγγραφο·

15.

«δεξαμενόπλοιο πετρελαιοφόρο»: το πλοίο που έχει ναυπηγηθεί και χρησιμοποιείται για τη μεταφορά χύδην πετρελαίου και προϊόντων πετρελαίου·

16.

«δεξαμενόπλοιο χημικών»: το πλοίο που έχει κατασκευασθεί ή μετασκευασθεί και χρησιμοποιείται για τη χύδην μεταφορά οποιουδήποτε υγρού προϊόντος αναφερόμενου στο κεφάλαιο 17 του διεθνούς κώδικα πλοίων χύδην μεταφοράς χημικών ουσιών, στην ενημερωμένη έκδοσή του·

17.

«δεξαμενόπλοιο υγραεριοφόρο»: το πλοίο που έχει κατασκευασθεί ή μετασκευασθεί και χρησιμοποιείται για τη χύδην μεταφορά οποιουδήποτε υγροποιημένου αερίου ή άλλου προϊόντος αναφερομένου στο κεφάλαιο 19 του διεθνούς κώδικα αεριοφόρων πλοίων, στην ενημερωμένη έκδοσή του·

18.

«κανονισμοί ραδιοεπικοινωνιών»: οι αναθεωρημένοι κανονισμοί ραδιοεπικοινωνιών που έχουν εκδοθεί από την παγκόσμια διοικητική διάσκεψη ραδιοεπικοινωνιών για τις κινητές υπηρεσίες, στην ενημερωμένη έκδοσή του·

19.

«επιβατηγό πλοίο»: το πλοίο θαλάσσιας ναυσιπλοΐας το οποίο μεταφέρει άνω των δώδεκα επιβατών·

20.

«αλιευτικό σκάφος»: το σκάφος το χρησιμοποιούμενο για την αλιεία ιχθύων ή άλλων ζώντων οργανισμών της θάλασσας·

21.

«σύμβαση STCW»: η σύμβαση του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού (ΔΝΟ) για τα πρότυπα εκπαίδευσης, έκδοσης πιστοποιητικών και τήρησης φυλακών των ναυτικών, του 1978, όπως εφαρμόζεται για τα εν λόγω θέματα, λαμβανομένων υπόψη των μεταβατικών διατάξεων του άρθρου VII και του κανονισμού I/15 της σύμβασης και συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, των εφαρμοστέων διατάξεων του κώδικα STCW, στην ενημερωμένη έκδοσή του·

22.

«καθήκοντα ασυρμάτου»: περιλαμβάνουν, κατά περίπτωση, την τήρηση φυλακών και την τεχνική συντήρηση και επισκευές που διενεργούνται σύμφωνα με τους κανονισμούς ραδιοεπικοινωνιών, τη Διεθνή σύμβαση περί ασφαλείας της ανθρώπινης ζωής στη θάλασσα του 1974, (SOLAS 74), και κατά τη διακριτική ευχέρεια, κάθε κράτους μέλους, τις σχετικές συστάσεις, του ΔΝΟ, στις ενημερωμένες εκδόσεις τους·

23.

«επιβατηγό πλοίο ro-ro»: το επιβατηγό πλοίο που διαθέτει ro-ro χώρους φορτίου ή χώρους ειδικής κατηγορίας, όπως αυτοί ορίζονται στη σύμβαση SOLAS 74, στην ενημερωμένη έκδοσή της·

24.

«κώδικας STCW»: κώδικας εκπαίδευσης, έκδοσης πιστοποιητικών και τήρησης φυλακών των ναυτικών, όπως εγκρίθηκε με το ψήφισμα 2 της διάσκεψης των μερών STCW του 1995, στην ενημερωμένη έκδοσή του·

25.

«λειτουργία»: ομάδα εργασιών, καθηκόντων και ευθυνών, όπως καθορίζονται στον κώδικα STCW, αναγκαίων για τη λειτουργία του πλοίου, την ασφάλεια της ζωής στη θάλασσα ή την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος·

26.

«εταιρεία»: ο πλοιοκτήτης ή οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός ή πρόσωπο, όπως ο διαχειριστής ή ο ναυλωτής γυμνού σκάφους ο οποίος έχει αναλάβει την ευθύνη λειτουργίας του πλοίου από τον πλοιοκτήτη και, δι’ αυτού, συμφώνησε να αναλάβει όλα τα καθήκοντα και ευθύνες που επιβάλλονται στην εταιρεία από την παρούσα οδηγία·

27.

«κατάλληλο πιστοποιητικό»: πιστοποιητικό το οποίο εκδόθηκε και θεωρήθηκε σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και επιτρέπει στον νόμιμο κάτοχό του να υπηρετεί υπό τη σχετική ιδιότητα και να εκτελεί τις σχετικές λειτουργίες, στο επίπεδο ευθύνης που προσδιορίζεται στο πιστοποιητικό, σε πλοίο του εν λόγω τύπου, χωρητικότητας, ισχύος και προωστήριων μέσων, ενόσω εκτελεί τον συγκεκριμένο πλου·

28.

«θαλάσσια υπηρεσία»: η επί του πλοίου υπηρεσία που σχετίζεται με την έκδοση πιστοποιητικού ή άλλου τίτλου·

29.

«εγκεκριμένο»: εγκεκριμένο από κράτος μέλος σύμφωνα με την παρούσα οδηγία·

30.

«τρίτη χώρα»: χώρα η οποία δεν είναι κράτος μέλος·

31.

«μήνας»: ο ημερολογιακός μήνας ή 30 ημέρες που προκύπτουν από την άθροιση περιόδων μικρότερων του ενός μηνός.

Άρθρο 2

Πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στους ναυτικούς που αναφέρονται στην παρούσα οδηγία, οι οποίοι εργάζονται σε πλοία θαλάσσιας ναυσιπλοΐας που φέρουν τη σημαία κράτους μέλους, με εξαίρεση:

α)

τα πολεμικά πλοία, τα βοηθητικά του πολεμικού ναυτικού ή άλλα πλοία των οποίων την κυριότητα ή διαχείριση έχει κράτος μέλος και τα οποία απασχολούνται μόνο σε κυβερνητική μη εμπορική υπηρεσία·

β)

τα αλιευτικά σκάφη·

γ)

τις θαλαμηγούς αναψυχής που δεν χρησιμοποιούνται για εμπορικούς σκοπούς·

δ)

τα ξύλινα πλοία πρωτόγονης ναυπήγησης.

Άρθρο 3

Εκπαίδευση και πιστοποίηση

1.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίζουν ότι οι ναυτικοί οι οποίοι εργάζονται σε πλοία που αναφέρονται στο άρθρο 2 είναι εκπαιδευμένοι τουλάχιστον σύμφωνα με τις απαιτήσεις της σύμβασης STCW, όπως καθορίζεται στο παράρτημα Ι της παρούσας οδηγίας, και διαθέτουν πιστοποιητικά κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4, ή κατάλληλα πιστοποιητικά κατά τα οριζόμενα στο σημείο 27 του άρθρου 1.

2.   Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να εξασφαλίζουν ότι όσα μέλη του πληρώματος πρέπει να διαθέτουν πιστοποιητικό σύμφωνα με τον κανονισμό ΙΙΙ/10.4 της σύμβασης SOLAS 74 είναι εκπαιδευμένα και έχουν πιστοποιηθεί σύμφωνα με την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 4

Πιστοποιητικό

Πιστοποιητικό αποτελεί κάθε έγκυρο έγγραφο, ανεξαρτήτως της ονομασίας με την οποία είναι γνωστό, το οποίο εκδίδεται από την αρμόδια αρχή κράτους μέλους ή με την άδειά της, σύμφωνα με το άρθρο 5 και τις απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα I.

Άρθρο 5

Πιστοποιητικά και θεωρήσεις

1.   Τα πιστοποιητικά εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 11.

2.   Τα πιστοποιητικά για τους πλοιάρχους, αξιωματικούς και χειριστές ασυρμάτου θεωρούνται από το κράτος μέλος, όπως ορίζεται στο παρόν άρθρο.

3.   Τα πιστοποιητικά εκδίδονται σύμφωνα με τον κανονισμό I/2 παράγραφος 1 της σύμβασης STCW.

4.   Όσον αφορά τους χειριστές ασυρμάτου, τα κράτη μέλη μπορούν:

α)

να συμπεριλαμβάνουν τις πρόσθετες γνώσεις που απαιτούνται από τους σχετικούς κανονισμούς στην εξέταση για την έκδοση πιστοποιητικού σύμφωνου με τους κανονισμούς ραδιοεπικοινωνιών· ή

β)

να εκδίδουν χωριστό πιστοποιητικό στο οποίο θα εμφαίνεται ότι ο κάτοχός του έχει τις πρόσθετες γνώσεις που απαιτούνται από τους σχετικούς κανονισμούς.

5.   Κατά τη διακριτική ευχέρεια του κράτους μέλους, οι θεωρήσεις μπορούν να ενσωματώνονται στον τύπο των πιστοποιητικών που εκδίδονται, όπως προβλέπεται στο τμήμα Α-Ι/2 του κώδικα STCW. Εάν οι θεωρήσεις ενσωματωθούν, χρησιμοποιείται ο τύπος θεώρησης που ορίζεται στο τμήμα Α-Ι/2 παράγραφος 1. Εάν εκδοθούν με άλλο τρόπο, τότε ο χρησιμοποιούμενος τύπος θεώρησης είναι εκείνος που ορίζεται στην παράγραφο 2 του ίδιου τμήματος.1 Οι θεωρήσεις εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο VI παράγραφος 2 της σύμβασης STCW.

6.   Κράτος μέλος που αναγνωρίζει πιστοποιητικό σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 19 παράγραφος 2, επιθέτει θεώρηση επί του πιστοποιητικού για να βεβαιώσει την αναγνώρισή του. Ο χρησιμοποιούμενος τύπος θεώρησης ορίζεται στην παράγραφο 3 του τμήματος Α-Ι/2 του κώδικα STCW.

7.   Η θεώρηση που αναφέρεται στις παραγράφους 5 και 6:

α)

είναι δυνατόν να εκδίδεται ως ξεχωριστό έγγραφο·

β)

φέρει η καθεμία ένα μοναδικό αριθμό, εκτός από τις θεωρήσεις που βεβαιώνουν την έκδοση πιστοποιητικού και οι οποίες είναι δυνατόν να φέρουν τον ίδιο αριθμό με το εν λόγω πιστοποιητικό, υπό την προϋπόθεση ότι ο αριθμός αυτός είναι μοναδικός, και

γ)

λήγει μόλις λήξει η ισχύς του θεωρημένου πιστοποιητικού ή μόλις αυτό ανακληθεί, ανασταλεί ή ακυρωθεί από το κράτος μέλος ή την τρίτη χώρα που το εξέδωσε και, εν πάση περιπτώσει, δεν ισχύει πέραν των πέντε ετών από την ημερομηνία έκδοσής του.

8.   Η ιδιότητα υπό την οποία επιτρέπεται να υπηρετεί ο κάτοχος του πιστοποιητικού προσδιορίζεται στον τύπο της θεώρησης με την ίδια ακριβώς ορολογία που χρησιμοποιείται στις απαιτήσεις ασφαλούς επάνδρωσης τις οποίες εφαρμόζει το σχετικό κράτος μέλος.

9.   Κράτος μέλος μπορεί να χρησιμοποιεί διαφορετικό τύπο από το αναφερόμενο στο τμήμα Α-Ι/2 του κώδικα STCW, υπό την προϋπόθεση ότι, τουλάχιστον, οι απαιτούμενες πληροφορίες αναγράφονται με λατινικούς χαρακτήρες και αραβικούς αριθμούς, λαμβανομένων υπόψη των παραλλαγών που επιτρέπονται σύμφωνα με το τμήμα Α-Ι/2.

10.   Με την επιφύλαξη του άρθρου 19 παράγραφος 7, κάθε πιστοποιητικό που απαιτείται από την παρούσα οδηγία, φυλάσσεται στην πρωτότυπη μορφή του επί του πλοίου στο οποίο υπηρετεί ο κάτοχός του.

Άρθρο 6

Απαιτήσεις εκπαίδευσης

Η κατά το άρθρο 3 απαιτούμενη εκπαίδευση είναι τύπου κατάλληλου για τις θεωρητικές γνώσεις και τις πρακτικές ικανότητες που απαιτούνται από το παράρτημα Ι, ιδίως για τη χρήση σωστικών και πυροσβεστικών μέσων, και είναι εγκεκριμένη από την αρμόδια αρχή ή όργανο που έχει ορίσει κάθε κράτος μέλος.

Άρθρο 7

Αρχές που διέπουν τους παράκτιους πλόες

1.   Κάθε κράτος μέλος, όταν ορίζει τους παράκτιους πλόες, δεν επιβάλλει, σε ναυτικούς που υπηρετούν σε πλοία τα οποία δικαιούνται να φέρουν τη σημαία άλλου κράτους μέλους ή άλλου μέρους της σύμβασης STCW και εκτελούν τέτοιους πλόες, απαιτήσεις εκπαίδευσης, εμπειρίας ή πιστοποίησης, έτσι ώστε να καθιστά τις απαιτήσεις για τους ναυτικούς αυτούς αυστηρότερες των προβλεπομένων για τους ναυτικούς που υπηρετούν σε πλοία δικαιούμενα να φέρουν τη σημαία του. Σε καμία περίπτωση κράτος μέλος δεν επιβάλλει σε ναυτικούς που υπηρετούν σε πλοία που φέρουν τη σημαία άλλου κράτους μέλους ή άλλου μέρους της σύμβασης STCW απαιτήσεις καθ’ υπέρβαση των προβλεπόμενων από την παρούσα οδηγία όσον αφορά τα πλοία τα οποία δεν εκτελούν παράκτιους πλόες.

2.   Όσον αφορά τα πλοία τα οποία δικαιούνται να φέρουν τη σημαία κράτους μέλους και εκτελούν τακτικούς παράκτιους πλόες πλησίον των ακτών άλλου κράτους μέλους ή άλλου μέρους της σύμβασης STCW, το κράτος μέλος τη σημαία του οποίου τα πλοία δικαιούνται να φέρουν, ορίζει, για τους ναυτικούς που υπηρετούν σε τέτοια πλοία, απαιτήσεις εκπαίδευσης, εμπειρίας και πιστοποίησης, τουλάχιστον ισοδύναμες προς τις απαιτήσεις του κράτους μέλους ή του μέρους της σύμβασης STCW πλησίον των ακτών του οποίου κινείται το πλοίο, εφόσον οι απαιτήσεις αυτές δεν υπερβαίνουν τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας όσον αφορά πλοία που δεν εκτελούν παράκτιους πλόες. Οι ναυτικοί που υπηρετούν σε πλοίο οι πλόες του οποίου εκτείνονται πέρα από αυτούς οι οποίοι έχουν ορισθεί ως παράκτιοι πλόες από ένα κράτος μέλος και το οποίο εισέρχεται σε ύδατα που δεν καλύπτονται από τον ορισμό αυτό, πρέπει να πληρούν τις κατάλληλες απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας.

3.   Κράτος μέλος μπορεί να παρέχει στο πλοίο το οποίο δικαιούται να φέρει τη σημαία του τα ευεργετήματα των διατάξεων της οδηγίας που αφορούν παράκτιους πλόες, εφόσον το πλοίο αυτό εκτελεί τακτικούς παράκτιους πλόες πλησίον των ακτών μη μέρους της σύμβασης STCW, όπως έχουν ορισθεί από το κράτος μέλος.

4.   Τα κράτη μέλη, πριν να αποφασίσουν για τον καθορισμό των παράκτιων πλόων και των όρων εκπαίδευσης και κατάρτισης που απαιτούνται σύμφωνα με τις απαιτήσεις των παραγράφων 1, 2 και 3, ανακοινώνουν στην Επιτροπή τις λεπτομέρειες των διατάξεων που θεσπίζουν.

Άρθρο 8

Πρόληψη της απάτης και άλλων παράνομων πρακτικών

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν και επιβάλλουν την εφαρμογή των ενδεδειγμένων μέτρων για την πρόληψη της απάτης και άλλων παράνομων πρακτικών σχετικών με τη διαδικασία πιστοποίησης ή πιστοποιητικών εκδιδόμενων και θεωρούμενων από τις αρμόδιες αρχές τους και προβλέπουν κυρώσεις οι οποίες είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

2.   Τα κράτη μέλη ορίζουν τις εθνικές αρχές που είναι αρμόδιες για τον εντοπισμό και την καταπολέμηση της απάτης και άλλων παράνομων πρακτικών και για την ανταλλαγή πληροφοριών με τις αρμόδιες αρχές άλλων κρατών μελών και άλλων χωρών όσον αφορά την πιστοποίηση ναυτικών.

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν αμέσως τα λοιπά κράτη μέλη και την Επιτροπή σχετικά με τα στοιχεία αυτών των αρμόδιων εθνικών αρχών.

Τα κράτη μέλη ενημερώνουν επίσης αμέσως κάθε τρίτη χώρα με την οποία έχουν συνάψει συμφωνία σύμφωνα με τον κανονισμό I/10 παράγραφος 1.2 της σύμβασης STCW, σχετικά με τα στοιχεία αυτών των αρμόδιων εθνικών αρχών.

3.   Κατόπιν αιτήσεως του κράτους μέλους υποδοχής, οι αρμόδιες αρχές άλλου κράτους μέλους παρέχουν έγγραφη επιβεβαίωση ή διάψευση της γνησιότητας των πιστοποιητικών των ναυτικών, των αντίστοιχων θεωρήσεων ή οποιουδήποτε άλλου εγγράφου που αποδεικνύει εκπαίδευση και έχει εκδοθεί σε αυτό το άλλο κράτος μέλος.

Άρθρο 9

Κυρώσεις ή πειθαρχικά μέτρα

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν μεθόδους και διαδικασίες για την αμερόληπτη διερεύνηση οποιασδήποτε ανεπάρκειας, πράξης ή παράλειψης περιέχεται εις γνώσιν τους και μπορεί να αποτελέσει άμεση απειλή για την ασφάλεια της ζωής, ή της περιουσίας στη θάλασσα ή το θαλάσσιο περιβάλλον από τους κατόχους των πιστοποιητικών ή των θεωρήσεων που έχει εκδώσει το εν λόγω κράτος μέλος, και τα οποία αφορούν την εκτέλεση καθηκόντων σχετιζόμενων με τα πιστοποιητικά τους, καθώς και για την ανάκληση, αναστολή ισχύος και ακύρωση αυτών των πιστοποιητικών για τέτοιους λόγους όπως και για την πρόληψη απάτης.

2.   Κάθε κράτος μέλος καθορίζει κυρώσεις ή πειθαρχικά μέτρα για περιπτώσεις κατά τις οποίες οι διατάξεις της εθνικής του νομοθεσίας που θέτουν σε ισχύ την παρούσα οδηγία δεν τηρούνται όσον αφορά τα δικαιούμενα να φέρουν τη σημαία του πλοία ή τους ναυτικούς που έχουν δεόντως πιστοποιηθεί από αυτό.

3.   Συγκεκριμένα, αυτές οι κυρώσεις ή τα πειθαρχικά μέτρα καθορίζονται και η εφαρμογή τους επιβάλλεται σε περιπτώσεις κατά τις οποίες:

α)

εταιρεία ή πλοίαρχος έχει προσλάβει πρόσωπο που δεν είναι κάτοχος πιστοποιητικού, όπως απαιτείται από την παρούσα οδηγία·

β)

πλοίαρχος επέτρεψε σε πρόσωπο το οποίο δεν είναι κάτοχος του απαιτούμενου πιστοποιητικού ή στο οποίο δεν έχει χορηγηθεί έγκυρη κατ’ εξαίρεση άδεια ή το οποίο δεν διαθέτει τα αποδεικτικά στοιχεία που απαιτούνται από το άρθρο 19 παράγραφος 7, να εκτελεί μια οποιαδήποτε λειτουργία ή υπηρεσία υπό οποιαδήποτε ιδιότητα, η οποία, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, απαιτείται να εκτελείται από πρόσωπο το οποίο είναι κάτοχος κατάλληλου πιστοποιητικού· ή

γ)

πρόσωπο επέτυχε μέσω απάτης ή πλαστογραφίας να προσληφθεί για την εκτέλεση οιουδήποτε καθήκοντος ή υπηρεσίας, υπό οποιαδήποτε ιδιότητα, η οποία σύμφωνα με την παρούσα οδηγία απαιτείται να εκτελείται από πρόσωπο το οποίο είναι κάτοχος σχετικού πιστοποιητικού ή στο οποίο έχει κατ’ εξαίρεση χορηγηθεί άδεια.

4.   Κάθε κράτος μέλος εντός της δικαιοδοσίας του οποίου εμπίπτει οποιαδήποτε εταιρεία ή πρόσωπο που θεωρείται, για βάσιμους λόγους, ως δράστης ή γνώστης οποιασδήποτε προφανούς μη συμμόρφωσης προς την παρούσα οδηγία, όπως ορίζεται στην παράγραφο 3, συνεργάζεται με οποιοδήποτε κράτος μέλος ή άλλο μέρος της σύμβασης STCW, το οποίο του γνωστοποιεί την πρόθεσή του να κινήσει διαδικασία στο πλαίσιο της αρμοδιότητάς του.

Άρθρο 10

Πρότυπα ποιότητας

1.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι:

α)

όλες οι δραστηριότητες εκπαίδευσης, αξιολόγησης ικανότητας, πιστοποίησης, θεωρήσεων και επανεπικυρώσεων που εκτελούνται από μη κυβερνητικούς οργανισμούς, ή φορείς υπό την αιγίδα τους, παρακολουθούνται συνεχώς μέσω ενός συστήματος προτύπων ποιότητας για να διασφαλίζεται η επίτευξη των καθορισμένων στόχων, περιλαμβανομένων και όσων αφορούν τους τίτλους και την πείρα των εκπαιδευτών και των υπευθύνων αξιολόγησης·

β)

οσάκις οι δραστηριότητες αυτές εκτελούνται από κυβερνητικούς οργανισμούς ή φορείς, υπάρχει ένα σύστημα προτύπων ποιότητας·

γ)

οι στόχοι εκπαίδευσης και κατάρτισης και τα σχετικά πρότυπα ικανότητας τα οποία πρέπει να επιτυγχάνονται, καθορίζονται σαφώς και προσδιορίζουν τα επίπεδα γνώσεων, κατανόησης και ικανοτήτων που αναλογούν στις εξετάσεις και τις αξιολογήσεις οι οποίες απαιτούνται από τη σύμβαση STCW·

δ)

το πεδίο εφαρμογής των προτύπων ποιότητας καλύπτει τη διαχείριση του συστήματος πιστοποίησης, όλους τους κύκλους μαθημάτων και τα εκπαιδευτικά προγράμματα, τις εξετάσεις και τις αξιολογήσεις που διενεργούνται από το κράτος μέλος, ή υπό την αιγίδα του κράτους μέλους, καθώς και τα απαιτούμενα προσόντα και την πείρα των εκπαιδευτών και των υπευθύνων αξιολόγησης, λαμβανομένων υπόψη των πολιτικών, των συστημάτων, των ελέγχων και των εσωτερικών επανεξετάσεων της διασφάλισης ποιότητας που έχουν θεσπισθεί για να διασφαλισθεί η επίτευξη των καθορισμένων στόχων.

Οι στόχοι και τα σχετικά πρότυπα ποιότητας που αναφέρονται στο στοιχείο γ) του πρώτου εδαφίου, μπορούν να προσδιορίζονται χωριστά για διαφορετικούς κύκλους μαθημάτων και εκπαιδευτικά προγράμματα και καλύπτουν τη διαχείριση του συστήματος πιστοποίησης.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν επίσης τη διενέργεια ανεξάρτητης αξιολόγησης των γνώσεων, της κατανόησης, των ικανοτήτων, της απόκτησης ικανοτήτων και των δραστηριοτήτων αξιολόγησης, καθώς και της διαχείρισης του συστήματος πιστοποίησης, κατά διαστήματα όχι μεγαλύτερα των πέντε ετών, από πρόσωπα που έχουν τα κατάλληλα προσόντα και δεν εμπλέκονται στις εν λόγω δραστηριότητες, για να διαπιστωθεί κατά πόσον:

α)

όλα τα μέτρα εσωτερικού ελέγχου και διαχείρισης και τα μέτρα παρακολούθησης είναι σύμφωνα με τις προγραμματισμένες ρυθμίσεις και τις τεκμηριωμένες διαδικασίες και είναι αποτελεσματικά ως προς τη διασφάλιση της επίτευξης των καθορισμένων στόχων·

β)

τα αποτελέσματα κάθε ανεξάρτητης αξιολόγησης τεκμηριώνονται και τίθενται υπόψη των υπευθύνων για τον τομέα που αξιολογείται·

γ)

λαμβάνονται εγκαίρως μέτρα για την επανόρθωση τυχόν ατελειών.

3.   Το οικείο κράτος μέλος γνωστοποιεί στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με κάθε διεξαγόμενη αξιολόγηση κατ’ εφαρμογή της παραγράφου 2 εντός έξι μηνών από τη διεξαγωγή της.

Άρθρο 11

Ιατρικά πρότυπα — Έκδοση και καταχώριση των πιστοποιητικών

1.   Τα κράτη μέλη θεσπίζουν πρότυπα όσον αφορά την καταλληλότητα των ναυτικών, από ιατρική άποψη, ιδιαιτέρως όσον αφορά την όραση και την ακοή.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι τα πιστοποιητικά χορηγούνται μόνο σε υποψήφιους που πληρούν τις απαιτήσεις του παρόντος άρθρου.

3.   Οι υποψήφιοι για την πιστοποίηση αποδεικνύουν δεόντως:

α)

την ταυτότητά τους·

β)

το ότι η ηλικία τους δεν είναι μικρότερη από αυτή που καθορίζεται στους κανονισμούς του παραρτήματος Ι για το πιστοποιητικό για το οποίο έχουν υποβάλει αίτηση·

γ)

το ότι πληρούν τα πρότυπα καταλληλότητας από ιατρική άποψη, ιδιαιτέρως όσον αφορά την όραση και την ακοή, τα οποία έχουν θεσπισθεί από το κράτος μέλος και ότι διαθέτουν ένα έγκυρο έγγραφο που βεβαιώνει την ικανότητα αυτή, το οποίο έχει εκδοθεί από ιατρό που διαθέτει τα δέοντα προσόντα αναγνωρισμένο από την αρμόδια αρχή του κράτους μέλους·

δ)

το ότι έχουν συμπληρώσει τη θαλάσσια υπηρεσία τους και οποιαδήποτε σχετική υποχρεωτική εκπαίδευση απαιτείται από τους κανονισμούς του παραρτήματος Ι για το πιστοποιητικό για το οποίο έχουν υποβάλει αίτηση·

ε)

το ότι πληρούν τα πρότυπα ικανότητας, τα οποία καθορίζονται από τους κανονισμούς του παραρτήματος Ι για τις ιδιότητες, τις λειτουργίες και τα επίπεδα που πρέπει να προσδιορίζονται στη θεώρηση του πιστοποιητικού.

4.   Τα κράτη μέλη αναλαμβάνουν:

α)

να τηρούν αρχείο ή αρχεία όλων των πιστοποιητικών και θεωρήσεων για πλοιάρχους και αξιωματικούς και, κατά περίπτωση, κατώτερους ναυτικούς, τα οποία έχουν εκδοθεί, έχουν λήξει ή έχουν επανεπικυρωθεί, ανασταλεί, ακυρωθεί ή των οποίων έχει δηλωθεί η απώλεια ή καταστροφή, καθώς και των κατ’ εξαίρεση αδειών που έχουν χορηγηθεί·

β)

να παρέχουν, όσον αφορά τη νομική υπόσταση αυτών των πιστοποιητικών, θεωρήσεων και κατ’ εξαίρεση αδειών, πληροφορίες σε άλλα κράτη μέλη ή άλλα μέρη της σύμβασης STCW και σε εταιρείες που ζητούν εξακρίβωση της γνησιότητας και της εγκυρότητας των πιστοποιητικών τα οποία τους προσκομίζονται από ναυτικούς που επιθυμούν την αναγνώριση των πιστοποιητικών τους ή απασχόληση σε πλοίο.

Άρθρο 12

Επανεπικύρωση των πιστοποιητικών

1.   Κάθε πλοίαρχος, αξιωματικός και χειριστής ασυρμάτου, κάτοχος πιστοποιητικού που έχει εκδοθεί ή αναγνωρισθεί σύμφωνα με οποιοδήποτε κεφάλαιο του παραρτήματος Ι εκτός του κεφαλαίου VI, ο οποίος υπηρετεί σε πλοίο στη θάλασσα ή σκοπεύει να επιστρέψει σε θαλάσσια υπηρεσία ύστερα από κάποιο χρονικό διάστημα που διήνυσε στην ξηρά, απαιτείται, για να συνεχίσει να θεωρείται ότι έχει τα προσόντα για θαλάσσια υπηρεσία, ανά χρονικά διαστήματα που δεν υπερβαίνουν τα πέντε έτη:

α)

να πληροί τα πρότυπα καταλληλότητας από ιατρική άποψη τα οποία καθορίζει το άρθρο 11 και

β)

να αποδεικνύει ότι εξακολουθεί να διαθέτει επαγγελματική ικανότητα σύμφωνα με το τμήμα Α-Ι/11 του κώδικα STCW.

2.   Κάθε πλοίαρχος, αξιωματικός και χειριστής ασυρμάτου, για να συνεχίσει τη θαλάσσια υπηρεσία σε πλοία για τα οποία έχουν συμφωνηθεί διεθνώς ειδικές απαιτήσεις εκπαίδευσης, ολοκληρώνει επιτυχώς την εγκεκριμένη σχετική εκπαίδευση.

3.   Κάθε κράτος μέλος συγκρίνει τα πρότυπα ικανότητας που απαιτούσε από τους υποψηφίους πιστοποιητικών εκδοθέντων πριν από την 1η Φεβρουαρίου 2002 με αυτά που καθορίζονται για το κατάλληλο πιστοποιητικό στο μέρος Α του κώδικα STCW και προσδιορίζει κατά πόσον είναι ανάγκη να απαιτείται οι κάτοχοι τέτοιων πιστοποιητικών να υφίστανται εκπαίδευση ανανέωσης και εκσυγχρονισμού των γνώσεών τους ή αξιολόγηση.

Οι κύκλοι μαθημάτων ανανέωσης και εκσυγχρονισμού των γνώσεων εγκρίνονται και περιλαμβάνουν τις αλλαγές στους συναφείς εθνικούς και διεθνείς κανονισμούς που αφορούν την ασφάλεια της ζωής στη θάλασσα και την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος, και λαμβάνουν υπόψη κάθε τυχόν εκσυγχρονισμό των εν λόγω προτύπων ικανότητας.

4.   Κάθε κράτος μέλος, σε συνεννόηση με τους ενδιαφερομένους, εκπονεί ή προωθεί την εκπόνηση διαρθρωμένων κύκλων μαθημάτων ανανέωσης και εκσυγχρονισμού των γνώσεων, όπως προβλέπεται στο τμήμα Α-Ι/11 του κώδικα STCW.

5.   Για τον εκσυγχρονισμό των γνώσεων των πλοιάρχων, των αξιωματικών και των χειριστών ασυρμάτου, κάθε κράτος μέλος διασφαλίζει ότι τα κείμενα πρόσφατων αλλαγών στους εθνικούς και διεθνείς κανονισμούς που αφορούν την ασφάλεια της ζωής στη θάλασσα και την προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος, είναι στη διάθεση των δικαιούμενων να φέρουν τη σημαία του πλοίων.

Άρθρο 13

Χρήση προσομοιωτών

1.   Τα πρότυπα επιδόσεων και άλλες διατάξεις που καθορίζονται στο τμήμα Α-Ι/12 του κώδικα STCW, καθώς και όσες άλλες παρόμοιες απαιτήσεις προβλέπονται στο μέρος Α του κώδικα STCW, για οποιοδήποτε σχετικό πιστοποιητικό, τηρούνται καθόσον αφορά:

α)

ολόκληρη τη βασιζόμενη στους προσομοιωτές υποχρεωτική εκπαίδευση·

β)

οποιαδήποτε αξιολόγηση ικανότητας απαιτείται από το μέρος Α του κώδικα STCW και πραγματοποιείται μέσω προσομοιωτή·

γ)

οποιαδήποτε, μέσω προσομοιωτή επίδειξη, συνεχούς δεξιότητας, απαιτείται από το μέρος Α του κώδικα STCW.

2.   Οι προσομοιωτές που έχουν εγκατασταθεί ή λειτουργούν πριν από την 1η Φεβρουαρίου 2002 μπορούν να εξαιρεθούν από την πλήρη τήρηση των προτύπων επιδόσεων που αναφέρονται στην παράγραφο 1, κατά τη διακριτική ευχέρεια κάθε κράτους μέλους.

Άρθρο 14

Ευθύνες των εταιρειών

1.   Τα κράτη μέλη, σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3, καθιστούν τις εταιρείες υπεύθυνες για την επάνδρωση των πλοίων τους, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και απαιτούν από κάθε τέτοια εταιρεία να διασφαλίζει ότι:

α)

κάθε ναυτικός που έχει τοποθετηθεί σε οποιοδήποτε πλοίο της, είναι κάτοχος του κατάλληλου πιστοποιητικού σύμφωνα με την παρούσα οδηγία και τα οριζόμενα από το κράτος μέλος·

β)

τα πλοία της επανδρώνονται σύμφωνα με τις οικείες απαιτήσεις ασφαλούς επάνδρωσης των κρατών μελών·

γ)

τηρεί διαθέσιμα σε πρώτη ζήτηση έγγραφα και στοιχεία σχετικά με όλους τους ναυτικούς που απασχολούνται στα πλοία της και τα οποία περιλαμβάνουν, χωρίς αυτό να είναι περιοριστικό, αποδείξεις και στοιχεία σχετικά με την πείρα, την εκπαίδευση, την καταλληλότητα από ιατρική άποψη και την ικανότητά τους να ανταποκρίνονται στα καθήκοντά τους·

δ)

οι ναυτικοί που τοποθετούνται σε οποιοδήποτε από τα πλοία της είναι εξοικειωμένοι με τα συγκεκριμένα τους καθήκοντα και με όλες τις ρυθμίσεις, τις εγκαταστάσεις, τον εξοπλισμό, τις διαδικασίες και τα χαρακτηριστικά του πλοίου που σχετίζονται με την εκτέλεση των συνήθων καθηκόντων τους, καθώς και των καθηκόντων τους σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης·

ε)

το πλήρωμα του πλοίου μπορεί να συντονίζει αποτελεσματικά τις δραστηριότητές του σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης και κατά την εκτέλεση λειτουργιών ζωτικής σημασίας για την ασφάλεια ή την πρόληψη ή τον περιορισμό της ρύπανσης.

2.   Οι εταιρείες, οι πλοίαρχοι και τα μέλη του πληρώματος έχουν, έκαστος, την ευθύνη να διασφαλίζουν ότι οι υποχρεώσεις που καθορίζονται στο παρόν άρθρο τηρούνται πλήρως και ότι λαμβάνονται άλλα παρόμοια μέτρα, ανάλογα με τις ανάγκες, για να διασφαλίζεται ότι κάθε μέλος του πληρώματος μπορεί να συμβάλει, με την εμπειρία και την ενημέρωση που διαθέτει, στην ασφαλή λειτουργία του πλοίου.

3.   Η εταιρεία παρέχει έγγραφες οδηγίες στον πλοίαρχο κάθε πλοίου για το οποίο εφαρμόζεται η παρούσα οδηγία και καθορίζει την πολιτική και τις διαδικασίες που ακολουθούνται για να διασφαλίζεται ότι, σε όλους τους νεοπροσλαμβανόμενους στο πλοίο ναυτικούς, παρέχεται ευλόγως η ευκαιρία να εξοικειωθούν με τον εξοπλισμό του πλοίου, τις διαδικασίες λειτουργίας και τις λοιπές ρυθμίσεις του πλοίου που χρειάζονται για τη σωστή εκτέλεση των καθηκόντων τους, πριν από την ανάληψη των καθηκόντων τους. Αυτές οι πολιτικές και διαδικασίες περιλαμβάνουν:

α)

την παροχή εύλογου χρόνου ώστε ο νεοπροσλαμβανόμενος ναυτικός να έχει την ευκαιρία να εξοικειωθεί με:

i)

το συγκεκριμένο εξοπλισμό τον οποίο θα χρησιμοποιεί ή θα χειρίζεται, και

ii)

τις συγκεκριμένες διαδικασίες και ρυθμίσεις τήρησης φυλακών, ασφάλειας, περιβαλλοντικής προστασίας και περιστάσεων έκτακτης ανάγκης, τις οποίες χρειάζεται να γνωρίζει προκειμένου να εκτελεί σωστά τα καθήκοντά του·

β)

τον καθορισμό ενός πεπειραμένου μέλους του πληρώματος, το οποίο θα είναι υπεύθυνο να διασφαλίζει ότι θα παρέχεται η ευκαιρία σε κάθε νεοπροσλαμβανόμενο ναυτικό να λαμβάνει βασική πληροφόρηση σε γλώσσα που να κατανοεί.

Άρθρο 15

Καταλληλότητα προς εκτέλεση υπηρεσίας

1.   Τα κράτη μέλη, για το σκοπό πρόληψης της κόπωσης, θεσπίζουν και εφαρμόζουν περιόδους ανάπαυσης για το προσωπικό τήρησης φυλακών και απαιτούν να ρυθμίζονται τα συστήματα τήρησης φυλακών κατά τρόπο ώστε η αποτελεσματικότητα όλου του προσωπικού τήρησης φυλακών να μην μειώνεται λόγω κοπώσεως και οι υπηρεσίες να ρυθμίζονται κατά τρόπο ώστε ο εκτελών την πρώτη φυλακή κατά την έναρξη του πλου και εκείνοι των επόμενων φυλακών να έχουν επαρκώς αναπαυθεί και να είναι από κάθε άποψη κατάλληλοι για την εκτέλεση της υπηρεσίας.

2.   Σε όλα τα πρόσωπα στα οποία ανατίθεται το καθήκον του υπεύθυνου αξιωματικού φυλακής ή του κατώτερου ναυτικού που συμμετέχει σε τήρηση φυλακής, πρέπει να παρέχεται περίοδος ανάπαυσης τουλάχιστον δέκα ωρών σε οποιοδήποτε διάστημα 24 ωρών.

3.   Οι ώρες ανάπαυσης είναι δυνατόν να χωρίζονται σε δύο το πολύ περιόδους, η διάρκεια της μιας εκ των οποίων πρέπει να είναι τουλάχιστον έξι ώρες.

4.   Οι απαιτήσεις για τις περιόδους ανάπαυσης των παραγράφων 1 και 2 δεν χρειάζεται να τηρούνται σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης ή ασκήσεων ή άλλων λειτουργικών συνθηκών κατά τις οποίες υπερισχύουν διαφορετικές λειτουργικές προτεραιότητες.

5.   Παρά τις παραγράφους 2 και 3, η ελάχιστη περίοδος των δέκα ωρών μπορεί να μειώνεται σε τουλάχιστον έξι συνεχείς ώρες, εφόσον αυτή η μείωση δεν επεκτείνεται πέραν των δύο ημερών και προβλέπονται τουλάχιστον 70 ώρες ανάπαυσης ανά διάστημα επτά ημερών.

6.   Τα κράτη μέλη απαιτούν το πρόγραμμα τήρησης φυλακών να αναρτάται σε εύκολα προσπελάσιμο σημείο.

Άρθρο 16

Κατ’ εξαίρεση άδεια

1.   Σε περιστάσεις εξαιρετικής ανάγκης, οι αρμόδιες αρχές δύνανται, εφόσον, κατά την κρίση τους, τούτο δεν προξενεί κίνδυνο σε πρόσωπα, περιουσία ή στο περιβάλλον, να χορηγούν κατ’ εξαίρεση άδεια η οποία επιτρέπει σε κατονομαζόμενο ναυτικό να εργάζεται σε συγκεκριμένο πλοίο, για ορισμένη χρονική περίοδο, η οποία δεν θα υπερβαίνει τους έξι μήνες με ειδικότητα άλλη από εκείνη του χειριστή ασυρμάτου, εκτός αν αυτό προβλέπεται από τους οικείους κανονισμούς ραδιοεπικοινωνιών, για την οποία δεν κατέχει το κατάλληλο πιστοποιητικό, υπό την προϋπόθεση ότι το πρόσωπο στο οποίο χορηγείται η κατ’ εξαίρεση άδεια έχει επαρκώς κατάλληλα προσόντα προς κάλυψη της κενής θέσης κατά τρόπο ασφαλή, κατά την κρίση των αρμόδιων αρχών. Πάντως, κατ’ εξαίρεση άδειες ναυτολόγησης δεν χορηγούνται σε πλοίαρχο ή πρώτο μηχανικό, εκτός περιστάσεων ανωτέρας βίας και τότε μόνον για την ελάχιστη δυνατή χρονική περίοδο.

2.   Κάθε κατ’ εξαίρεση άδεια ναυτολόγησης παρεχόμενη για κάποια θέση, χορηγείται μόνο σε πρόσωπο το οποίο κατέχει το απαιτούμενο πιστοποιητικό προς πλήρωση της αμέσως κατώτερης θέσης. Αν, για την πλήρωση της κατώτερης θέσης, δεν απαιτείται από τη σύμβαση πιστοποιητικό, η κατ’ εξαίρεση άδεια μπορεί να χορηγείται σε πρόσωπο τα προσόντα και η πείρα του οποίου είναι, κατά την κρίση των αρμόδιων αρχών, σαφώς ισοδύναμα με τις απαιτήσεις για την κάλυψη της θέσης, υπό την προϋπόθεση ότι, αν το πρόσωπο αυτό δεν κατέχει κατάλληλο πιστοποιητικό, υποχρεούται να υποβληθεί σε εξέταση θεωρούμενη από τις αρμόδιες αρχές για να αποδεικνύει ότι τέτοια κατ’ εξαίρεση άδεια μπορεί να χορηγηθεί χωρίς κίνδυνο. Επιπλέον, οι αρμόδιες αρχές εξασφαλίζουν ότι η θέση για την οποία πρόκειται, πληρούται από κάτοχο κατάλληλου πιστοποιητικού, το ταχύτερο δυνατό.

Άρθρο 17

Ευθύνες των κρατών μελών για εκπαίδευση και αξιολόγηση

1.   Τα κράτη μέλη ορίζουν τις αρχές ή τα όργανα που:

α)

προσφέρουν την εκπαίδευση η οποία αναφέρεται στο άρθρο 3·

β)

οργανώνουν ή/και εποπτεύουν τις εξετάσεις όταν απαιτούνται·

γ)

απονέμουν τα πιστοποιητικά ικανότητας που αναφέρονται στο άρθρο 11·

δ)

χορηγούν την κατ’ εξαίρεση άδεια που προβλέπεται στο άρθρο 16.

2.   Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν ότι:

α)

η όλη εκπαίδευση και αξιολόγηση των ναυτικών:

i)

είναι διαρθρωμένη σύμφωνα με τα γραπτά προγράμματα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων των μεθόδων και μέσων παράδοσης, των διαδικασιών και του υλικού των κύκλων μαθημάτων που είναι αναγκαία για την επίτευξη των καθορισμένων προτύπων ικανότητας, και

ii)

παρέχεται, παρακολουθείται, αξιολογείται και υποστηρίζεται από πρόσωπα με τα κατάλληλα προσόντα, σύμφωνα με τα στοιχεία δ), ε) και στ)·

β)

τα πρόσωπα που εκτελούν εν υπηρεσία εκπαίδευση ή αξιολόγηση επί του πλοίου, το πράττουν μόνον εφόσον αυτή η εκπαίδευση ή αξιολόγηση δεν επηρεάζει αρνητικά την κανονική λειτουργία του πλοίου και εφόσον μπορούν να αφιερώνουν το χρόνο και την προσοχή τους στην εκπαίδευση ή την αξιολόγηση·

γ)

οι εκπαιδευτές, επόπτες και υπεύθυνοι αξιολόγησης διαθέτουν τα κατάλληλα προσόντα για τους συγκεκριμένους τύπους και επίπεδα εκπαίδευσης ή αξιολόγησης της ικανότητας των ναυτικών είτε επί του πλοίου είτε στην ξηρά·

δ)

οποιοδήποτε πρόσωπο εκπαιδεύει εν υπηρεσία ναυτικό είτε επί του πλοίου είτε στην ξηρά, με σκοπό την απόκτηση των προσόντων που απαιτούνται για την πιστοποίηση σύμφωνα με την παρούσα οδηγία:

i)

έχει ιδίαν εκτίμηση του εκπαιδευτικού προγράμματος και κατανοεί τους συγκεκριμένους εκπαιδευτικούς στόχους για το συγκεκριμένο τύπο εκπαίδευσης που εκτελείται,

ii)

διαθέτει τα κατάλληλα προσόντα για το έργο για το οποίο εκτελείται η εκπαίδευση, και

iii)

εάν κατά την εκπαίδευση, χρησιμοποιείται προσομοιωτής:

έχει λάβει τις κατάλληλες οδηγίες για τις τεχνικές διαδικασίες που αφορούν τη χρήση προσομοιωτών, και

έχει εμπειρία χειρισμού στο συγκεκριμένο τύπο προσομοιωτή που χρησιμοποιείται·

ε)

οποιοδήποτε πρόσωπο είναι υπεύθυνο να εποπτεύει την εν υπηρεσία εκπαίδευση ναυτικού με σκοπό την απόκτηση των κατάλληλων προσόντων για πιστοποίηση, κατανοεί πλήρως το πρόγραμμα εκπαίδευσης και τους συγκεκριμένους στόχους κάθε τύπου εκπαίδευσης που εκτελείται·

στ)

οποιοδήποτε πρόσωπο διενεργεί αξιολόγηση ικανότητας εν υπηρεσία είτε επί του πλοίου είτε στην ξηρά, με σκοπό την απόκτηση των προσόντων που απαιτούνται για την πιστοποίηση βάσει της παρούσας οδηγίας:

i)

έχει το κατάλληλο επίπεδο γνώσεων και κατανόησης της αξιολογούμενης ικανότητας,

ii)

έχει τα κατάλληλα προσόντα για το υπό αξιολόγηση έργο,

iii)

έχει λάβει τις κατάλληλες οδηγίες σχετικά με τις μεθόδους για την πρακτική αξιολόγησης,

iv)

έχει εμπειρία αξιολόγησης, και

v)

αν διενεργεί αξιολόγηση που περιλαμβάνει τη χρήση προσομοιωτών, έχει αποκτήσει πρακτική εμπειρία αξιολόγησης στο συγκεκριμένο τύπο προσομοιωτή υπό την εποπτεία και προς ικανοποίηση των απαιτήσεων έμπειρου υπευθύνου αξιολόγησης·

ζ)

όταν κράτος μέλος αναγνωρίζει κύκλο εκπαίδευσης, εκπαιδευτικό ίδρυμα ή τα προσόντα που αποκτώνται σε ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα ως μέρος των απαιτήσεών του για την έκδοση πιστοποιητικού, τα προσόντα και η πείρα των εκπαιδευτών και των υπεύθυνων αξιολόγησης καλύπτονται από την εφαρμογή των διατάξεων περί προτύπων ποιότητας του άρθρου 10. Αυτού του είδους τα προσόντα, η πείρα και η εφαρμογή προτύπων ποιότητας περιλαμβάνουν την κατάλληλη εκπαίδευση σε τεχνικές διδασκαλίας, καθώς και τις μεθόδους και την πρακτική εκπαίδευσης και αξιολόγησης και πληρούν όλες τις ισχύουσες απαιτήσεις των στοιχείων δ), ε) και στ).

Άρθρο 18

Επικοινωνία επί του πλοίου

Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι:

α)

με την επιφύλαξη των στοιχείων β) και δ), σε όλα τα πλοία που φέρουν σημαία κράτους μέλους, υπάρχουν, ανά πάσα στιγμή, διαθέσιμα μέσα για την αποτελεσματική προφορική επικοινωνία σχετικά με την ασφάλεια, μεταξύ των μελών του πληρώματος του πλοίου, ιδίως όσον αφορά την ορθή και έγκαιρη λήψη και κατανόηση μηνυμάτων και οδηγιών·

β)

σε όλα τα επιβατηγά πλοία που φέρουν σημαία κράτους μέλους και σε όλα τα επιβατηγά πλοία τα οποία αρχίζουν ή/και τερματίζουν τον πλου τους σε λιμένα κράτους μέλους προκειμένου να εξασφαλισθεί αποτελεσματική επικοινωνία μεταξύ του πληρώματος για θέματα ασφαλείας, ορίζεται γλώσσα εργασίας, η οποία καταχωρίζεται στο ημερολόγιο του πλοίου·

η εταιρεία ή ο πλοίαρχος, κατά περίπτωση, ορίζουν την κατάλληλη γλώσσα εργασίας· κάθε ναυτικός πρέπει να κατανοεί και, όπου απαιτείται, να δίδει διαταγές και οδηγίες και να προβαίνει σε αναφορές στη γλώσσα αυτή·

εάν η γλώσσα εργασίας δεν είναι επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους, όλα τα σχέδια και οι κατάλογοι η ανάρτηση των οποίων απαιτείται, περιλαμβάνουν μετάφραση στη γλώσσα εργασίας·

γ)

στα επιβατηγά πλοία το προσωπικό το οποίο στους πίνακες κατανομής πληρώματος έχει ορισθεί για να βοηθάει τους επιβάτες σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, είναι ευχερώς αναγνωρίσιμο και έχει ικανότητες επικοινωνίας επαρκείς για το σκοπό αυτό, λαμβάνοντας υπόψη κατάλληλο και επαρκή συνδυασμό οποιωνδήποτε από τα ακόλουθα κριτήρια:

i)

την ή τις γλώσσες που αντιστοιχούν στις κύριες εθνικότητες μεταξύ των επιβατών οι οποίοι συνήθως ταξιδεύουν σε συγκεκριμένη διαδρομή,

ii)

την πιθανότητα ότι η ικανότητα χρησιμοποίησης στοιχειώδους αγγλικού λεξιλογίου για τις βασικές οδηγίες επιτρέπει την επικοινωνία με επιβάτη που χρειάζεται βοήθεια, ανεξάρτητα από το εάν ο επιβάτης και το συγκεκριμένο μέλος του πληρώματος ομιλούν κοινή γλώσσα,

iii)

την ενδεχόμενη ανάγκη επικοινωνίας σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, με άλλο τρόπο (π.χ. με επίδειξη ή χειρονομίες ή επισήμανση των θέσεων αναγραφής των οδηγιών, των σημείων συνάθροισης, των σωστικών συσκευών ή των διαδρομών εκκένωσης), εφόσον η λεκτική επικοινωνία είναι πρακτικά ανεφάρμοστη,

iv)

την έκταση της παροχής πλήρων οδηγιών ασφαλείας στους επιβάτες στη μητρική ή τις μητρικές τους γλώσσες,

v)

τις γλώσσες στις οποίες μπορούν να μεταδίδονται ανακοινώσεις σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης ή ασκήσεων ώστε να παρέχεται αποφασιστικής σημασίας καθοδήγηση στους επιβάτες και να διευκολύνονται τα μέλη του πληρώματος κατά την παροχή βοήθειας στους επιβάτες·

δ)

επί των πετρελαιοφόρων, των δεξαμενοπλοίων χημικών και των υγραεριοφόρων δεξαμενοπλοίων που φέρουν τη σημαία κράτους μέλους, ο πλοίαρχος, οι αξιωματικοί και οι κατώτεροι ναυτικοί είναι σε θέση να επικοινωνούν μεταξύ τους σε κοινή γλώσσα ή κοινές γλώσσες εργασίας·

ε)

υπάρχουν κατάλληλα μέσα επικοινωνίας μεταξύ του πλοίου και των κατά ξηράν αρχών. Οι επικοινωνίες πρέπει να εκτελούνται σύμφωνα με το κεφάλαιο V κανονισμός 14 παράγραφος 4 της σύμβασης SOLAS 74·

στ)

όταν διενεργούν έλεγχο του κράτους λιμένα σύμφωνα με την οδηγία 95/21/ΕΚ, τα κράτη μέλη ελέγχουν επίσης κατά πόσον τα πλοία που φέρουν σημαία κράτους που δεν είναι κράτος μέλος συμμορφούνται προς το παρόν άρθρο.

Άρθρο 19

Αναγνώριση πιστοποιητικών

1.   Σε ναυτικούς που δεν είναι κάτοχοι των πιστοποιητικών που αναφέρονται στο άρθρο 4 είναι δυνατόν να επιτρέπεται να υπηρετούν σε πλοία που φέρουν τη σημαία κράτους μέλους, υπό την προϋπόθεση ότι έχει εκδοθεί απόφαση για την αναγνώριση του κατάλληλου πιστοποιητικού τους μέσω της διαδικασίας που καθορίζεται στις παραγράφους 2 έως 6 του παρόντος άρθρου.

2.   Κράτος μέλος που προτίθεται να αναγνωρίσει, με θεώρηση, κατάλληλα πιστοποιητικά που έχουν χορηγηθεί από τρίτη χώρα, σε πλοίαρχο, αξιωματικό ή χειριστή ασυρμάτου, για να υπηρετήσουν επί πλοίων που φέρουν τη σημαία του, υποβάλλει στην Επιτροπή αιτιολογημένη αίτηση για αναγνώριση της εν λόγω τρίτης χώρας.

Η Επιτροπή, επικουρούμενη από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια στη Θάλασσα, και με τυχόν συμμετοχή κάθε ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, συγκεντρώνει τα στοιχεία που αναφέρονται στο παράρτημα ΙΙ και διενεργεί αξιολόγηση των συστημάτων εκπαίδευσης και πιστοποίησης της τρίτης χώρας για την οποία έχει υποβληθεί αίτηση αναγνώρισης, προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσον η εν λόγω χώρα ικανοποιεί όλες τις απαιτήσεις της σύμβασης STCW και κατά πόσον ελήφθησαν τα κατάλληλα μέτρα για την πρόληψη της απάτης όσον αφορά τα πιστοποιητικά.

3.   Η απόφαση σχετικά με την αναγνώριση τρίτης χώρας λαμβάνεται από την Επιτροπή σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 28 παράγραφος 2, εντός τριών μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για αναγνώριση.

Η αναγνώριση, εφόσον χορηγηθεί, ισχύει υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 20.

Αν δεν ληφθεί απόφαση σχετικά με την αναγνώριση της ενδιαφερόμενης τρίτης χώρας εντός της προθεσμίας που ορίζεται στο πρώτο εδάφιο, το κράτος μέλος που υποβάλλει την αίτηση μπορεί να αποφασίσει να αναγνωρίσει την τρίτη αυτή χώρα μονομερώς, μέχρις ότου ληφθεί απόφαση σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 28 παράγραφος 2.

4.   Κράτος μέλος δύναται να αποφασίζει, όσον αφορά τα πλοία που φέρουν τη σημαία του, να θεωρήσει πιστοποιητικά που έχουν εκδοθεί από τρίτες χώρες αναγνωρισμένες από την Επιτροπή, λαμβάνοντας υπόψη τις διατάξεις που περιέχονται στα σημεία 4 και 5 του παραρτήματος ΙΙ.

5.   Οι αναγνωρίσεις πιστοποιητικών που εξέδωσε αναγνωρισμένη τρίτη χώρα και έχουν δημοσιευτεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σειρά C, πριν από τη 14η Ιουνίου 2005, παραμένουν εν ισχύι.

Οι αναγνωρίσεις αυτές μπορούν να χρησιμοποιούνται από όλα τα κράτη μέλη, εκτός αν η Επιτροπή τις ανακαλέσει μεταγενέστερα, δυνάμει του άρθρου 20.

6.   Η Επιτροπή καταρτίζει και ενημερώνει κατάλογο των τρίτων χωρών που έχουν αναγνωρισθεί. Ο κατάλογος δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σειρά C.

7.   Παρά την παράγραφο 6 του άρθρου 5, κράτος μέλος μπορεί, εάν οι περιστάσεις το απαιτούν, να επιτρέψει σε ναυτικό να υπηρετήσει υπό ιδιότητα πλην της ιδιότητας του αξιωματικού ασυρμάτου ή του χειριστή ασυρμάτου, εκτός από τα προβλεπόμενα από τους κανονισμούς ραδιοεπικοινωνιών, μέχρι τρεις μήνες, σε πλοίο που φέρει τη σημαία του εν λόγω κράτους μέλους, ενώ κατέχει κατάλληλο και έγκυρο πιστοποιητικό το οποίο έχει εκδοθεί και θεωρηθεί δεόντως από τρίτη χώρα αλλά δεν έχει ακόμα αναγνωρισθεί διά θεωρήσεως από το συγκεκριμένο κράτος μέλος ώστε να θεωρείται κατάλληλο για υπηρεσία σε πλοίο που φέρει τη σημαία του εν λόγω κράτους μέλους.

Οι έγγραφες αποδείξεις περί υποβολής αίτησης για θεώρηση στις αρμόδιες αρχές, πρέπει να διατηρούνται ευχερώς διαθέσιμες.

Άρθρο 20

Έλλειψη συμμόρφωσης με τις απαιτήσεις της σύμβασης STCW

1.   Παρά τα κριτήρια που καθορίζονται στο παράρτημα ΙΙ, εάν κράτος μέλος θεωρήσει ότι αναγνωρισμένη τρίτη χώρα δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις της σύμβασης STCW, ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή σχετικά, παρέχοντας εμπεριστατωμένη αιτιολόγηση.

Η Επιτροπή παραπέμπει αμελλητί το ζήτημα στην επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 28 παράγραφος 1.

2.   Παρά τα κριτήρια που παρατίθενται στο παράρτημα ΙΙ, οσάκις η Επιτροπή θεωρεί ότι αναγνωρισμένη τρίτη χώρα δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις της σύμβασης STCW, ενημερώνει αμέσως τα κράτη μέλη σχετικά, παρέχοντας εμπεριστατωμένη αιτιολόγηση.

Η Επιτροπή παραπέμπει αμελλητί το ζήτημα στην επιτροπή που ορίζεται στο άρθρο 28 παράγραφος 1.

3.   Εάν κράτος μέλος σκοπεύει να ανακαλέσει θεωρήσεις όλων των πιστοποιητικών που εκδίδονται από τρίτη χώρα, ενημερώνει αμέσως την Επιτροπή και τα λοιπά κράτη μέλη σχετικά με την πρόθεσή του, παρέχοντας εμπεριστατωμένη αιτιολόγηση.

4.   Η Επιτροπή, επικουρούμενη από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια στη Θάλασσα, επανεξετάζει την αναγνώριση της αντίστοιχης τρίτης χώρας, προκειμένου να διαπιστώσει κατά πόσον η χώρα αυτή έχει παραλείψει να συμμορφωθεί προς τις απαιτήσεις της σύμβασης STCW.

5.   Αν υπάρχουν ενδείξεις ότι συγκεκριμένο ίδρυμα ναυτικής κατάρτισης δεν πληροί πλέον τις απαιτήσεις της σύμβασης STCW, η Επιτροπή κοινοποιεί στην οικεία χώρα ότι η αναγνώριση των πιστοποιητικών της εν λόγω χώρας ανακαλείται εντός διαστήματος δύο μηνών, εκτός αν ληφθούν μέτρα που διασφαλίζουν την τήρηση όλων των απαιτήσεων της σύμβασης STCW.

6.   Η απόφαση σχετικά με την ανάκληση της αναγνώρισης λαμβάνεται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 28 παράγραφος 2, εντός δύο μηνών από την ημερομηνία της γνωστοποίησης από το κράτος μέλος.

Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη λαμβάνουν τα κατάλληλα μέτρα για την εκτέλεση της απόφασης.

7.   Οι θεωρήσεις που βεβαιώνουν την αναγνώριση των πιστοποιητικών τα οποία εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 6, πριν από την ημερομηνία κατά την οποία λαμβάνεται η απόφαση ανάκλησης της αναγνώρισης της τρίτης χώρας, παραμένουν εν ισχύι. Ωστόσο, οι ναυτικοί που κατέχουν τέτοιες θεωρήσεις δεν μπορούν να ζητούν θεώρηση, η οποία τους αναγνωρίζει υψηλότερα προσόντα, εκτός αν αυτή η αναβάθμιση βασίζεται μόνο σε συμπληρωματική εμπειρία υπηρεσίας στη θάλασσα.

Άρθρο 21

Επαναξιολόγηση

1.   Τρίτες χώρες που έχουν αναγνωρισθεί σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο πρώτο εδάφιο του άρθρου 19 παράγραφος 3, συμπεριλαμβανομένων όσων αναφέρονται στο άρθρο 19 παράγραφος 6, επαναξιολογούνται από την Επιτροπή, την οποία επικουρεί ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια στη Θάλασσα, σε τακτική βάση και τουλάχιστον ανά πενταετία, ώστε να επαληθεύεται ότι πληρούν τα σχετικά κριτήρια που ορίζονται στο παράρτημα II καθώς και ότι έχουν ληφθεί τα κατάλληλα μέτρα πρόληψης της απάτης σε ό,τι αφορά τα πιστοποιητικά.

2.   Η Επιτροπή καθορίζει τα κριτήρια προτεραιότητας για την αξιολόγηση των τρίτων χωρών με βάση τα δεδομένα σχετικά με τις επιδόσεις που προκύπτουν κατά τον έλεγχο από το κράτος του λιμένα σύμφωνα με το άρθρο 23, καθώς και τις εκθέσεις σχετικά με τα αποτελέσματα των ανεξαρτήτων αξιολογήσεων που γνωστοποιούνται από τις τρίτες χώρες σύμφωνα με το τμήμα A-I/7 του κώδικα STCW.

3.   Η Επιτροπή υποβάλλει στα κράτη μέλη έκθεση σχετικά με τα αποτελέσματα της αξιολόγησης.

Άρθρο 22

Έλεγχος από το κράτος του λιμένα

1.   Ανεξαρτήτως της σημαίας, τα πλοία, πλην των τύπων πλοίων που εξαιρούνται με το άρθρο 2, ενόσω ευρίσκονται σε λιμένα κράτους μέλους, υπόκεινται σε έλεγχο από δεόντως εξουσιοδοτημένους προς τούτο αξιωματικούς του κράτους του λιμένα προκειμένου να εξακριβωθεί κατά πόσον όλοι οι ναυτικοί οι οποίοι υπηρετούν επί του πλοίου και οι οποίοι πρέπει να φέρουν πιστοποιητικά βάσει της σύμβασης STCW, διαθέτουν όντως τα πιστοποιητικά αυτά ή κατάλληλη κατ’ εξαίρεση άδεια.

2.   Τα κράτη μέλη, κατά τη διενέργεια του ελέγχου από το κράτος του λιμένα, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, εξασφαλίζουν ότι εφαρμόζονται όλες οι σχετικές διατάξεις και διαδικασίες τις οποίες ορίζει η οδηγία 95/21/ΕΚ.

Άρθρο 23

Διαδικασίες ελέγχου από το κράτος του λιμένα

1.   Με την επιφύλαξη της οδηγίας 95/21/ΕΚ, ο έλεγχος από το κράτος του λιμένα σύμφωνα με το άρθρο 22 περιορίζεται στα εξής:

α)

εξακρίβωση ότι όλοι οι ναυτικοί οι υπηρετούντες επί του σκάφους οι οποίοι απαιτείται να έχουν πιστοποίηση σύμφωνα με τη σύμβαση STCW, είναι κάτοχοι καταλλήλου πιστοποιητικού ή έγκυρης κατ’ εξαίρεση άδειας ή αποδεικνύουν ότι αίτηση για θεώρηση πιστοποιούσα την αναγνώριση έχει υποβληθεί στις αρμόδιες αρχές του κράτους της σημαίας·

β)

εξακρίβωση ότι οι αριθμοί και τα πιστοποιητικά για τους ναυτικούς που υπηρετούν στο σκάφος είναι σύμφωνα με τις περί ασφαλούς επάνδρωσης απαιτήσεις των αρχών του κράτους της σημαίας.

2.   Η σύμφωνα με το μέρος Α του κώδικα STCW, ικανότητα των ναυτικών του πλοίου να τηρούν πρότυπα τήρησης φυλακής, όπως απαιτείται από τη σύμβαση STCW, αξιολογείται εάν υπάρχουν σαφείς λόγοι να πιστεύεται ότι αυτά τα πρότυπα δεν τηρούνται, επειδή συντρέχει ένας από τους ακόλουθους λόγους:

α)

το πλοίο συγκρούστηκε, προσάραξε ή εξώκειλε·

β)

έγινε απόρριψη ουσιών από το πλοίο εν πλω, αγκυροβολημένο ή προσορμισμένο, η οποία είναι παράνομη σύμφωνα με τις διεθνείς συμβάσεις·

γ)

το πλοίο έκανε ελιγμούς κατά τρόπο αντικανονικό ή επισφαλή χωρίς να τηρούνται συνήθη μέτρα που έχουν θεσπισθεί από το ΔΝΟ ή πρακτικές και διαδικασίες ασφαλούς ναυσιπλοΐας·

δ)

το πλοίο διακυβερνάται κατά τρόπο που ενδεχομένως να προξενήσει κίνδυνο σε πρόσωπα, περιουσία ή το περιβάλλον·

ε)

το πιστοποιητικό αποκτήθηκε δολίως ή ο κάτοχός του δεν είναι το πρόσωπο για το οποίο το πιστοποιητικό είχε αρχικά εκδοθεί·

στ)

το πλοίο φέρει σημαία τρίτης χώρας η οποία δεν έχει επικυρώσει τη σύμβαση STCW ή ο πλοίαρχος, οι αξιωματικοί ή οι κατώτεροι ναυτικοί έχουν πιστοποιητικά εκδοθέντα από τρίτη χώρα η οποία δεν έχει επικυρώσει τη σύμβαση STCW.

3.   Παρά την εξακρίβωση του πιστοποιητικού, η δυνάμει της παραγράφου 2 αξιολόγηση μπορεί να απαιτεί από το ναυτικό να αποδεικνύει τα προσόντα του στον τόπο εκτέλεσης των καθηκόντων του. Αυτή η απόδειξη μπορεί να περιλαμβάνει εξακρίβωση του ότι πληρούνται οι επιχειρησιακές απαιτήσεις όσον αφορά τα πρότυπα τήρησης φυλακών και ότι το επίπεδο ικανοτήτων του ναυτικού επιτρέπει την άμεση αντιμετώπιση καταστάσεων έκτακτης ανάγκης.

Άρθρο 24

Κράτηση

Με την επιφύλαξη της οδηγίας 95/21/ΕΚ, οι ακόλουθες ελλείψεις, εφόσον διαπιστωθεί από τον αξιωματικό που διενήργησε τον έλεγχο του κράτους μέλους ότι θέτουν σε κίνδυνο πρόσωπα, περιουσία ή το περιβάλλον, αποτελούν, σύμφωνα με την παρούσα οδηγία, το μοναδικό λόγο για τον οποίο ένα κράτος μέλος κρατεί ένα πλοίο:

α)

οι ναυτικοί δεν έχουν πιστοποιητικό, κατάλληλο πιστοποιητικό, έγκυρη κατ’ εξαίρεση άδεια ή δεν προσκομίζουν αποδεικτικά στοιχεία ότι έχει υποβληθεί αίτηση για θεώρηση με την οποία βεβαιώνεται η αναγνώριση στις αρχές του κράτους της σημαίας·

β)

έλλειψη συμμόρφωσης προς τις ισχύουσες απαιτήσεις του κράτους της σημαίας για ασφαλή επάνδρωση·

γ)

έλλειψη συμφωνίας των ρυθμίσεων φυλακών γέφυρας και μηχανής προς τις απαιτήσεις που καθορίζονται για το πλοίο από το κράτος της σημαίας·

δ)

απουσία σε τηρούμενη φυλακή προσώπου με προσόντα κατάλληλα για να χειρίζεται εξοπλισμό βασικό για την ασφαλή ναυσιπλοΐα, τις ραδιοεπικοινωνίες ασφαλείας ή την πρόληψη της θαλάσσιας ρύπανσης·

ε)

έλλειψη αποδείξεων της επαγγελματικής επάρκειας όσον αφορά τα ανατεθειμένα σε ναυτικούς καθήκοντα σχετικά με την ασφάλεια του πλοίου και την πρόληψη της ρύπανσης·

στ)

αδυναμία πρόβλεψης, τόσο για την πρώτη φυλακή κατά την έναρξη του πλου όσο και για τις επακόλουθες, προσώπων που έχουν επαρκώς αναπαυθεί και είναι οπωσδήποτε κατάλληλα να αναλάβουν υπηρεσία.

Άρθρο 25

Συστηματική παρακολούθηση της συμμόρφωσης

Με την επιφύλαξη των εξουσιών της Επιτροπής στο πλαίσιο του άρθρου 226 της συνθήκης, η Επιτροπή, επικουρούμενη από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια στη Θάλασσα, επαληθεύει, σε τακτική βάση και τουλάχιστον ανά πενταετία, ότι τα κράτη μέλη πληρούν τις ελάχιστες απαιτήσεις που θεσπίζονται με την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 26

Εκθέσεις

1.   Η Επιτροπή, το αργότερο έως τις 14 Δεκεμβρίου 2008, υποβάλλει έκθεση αξιολόγησης, προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, με βάση ενδελεχή ανάλυση και αξιολόγηση των διατάξεων της σύμβασης STCW, την εφαρμογή των εν λόγω διατάξεων και τις νέες αποκτηθείσες γνώσεις όσον αφορά τη σχέση μεταξύ ασφάλειας και επιπέδου εκπαίδευσης των πληρωμάτων των πλοίων.

2.   Το αργότερο έως τις 20 Οκτωβρίου 2010, η Επιτροπή υποβάλλει, προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο, έκθεση αξιολόγησης που καταρτίζεται βάσει των πληροφοριών που ελήφθησαν σύμφωνα με το άρθρο 25.

Στην έκθεση, η Επιτροπή αναλύει τη συμμόρφωση των κρατών μελών προς την παρούσα οδηγία και, εφόσον απαιτείται, υποβάλλει προτάσεις για πρόσθετα μέτρα.

Άρθρο 27

Τροποποίηση

1.   Η Επιτροπή δύναται να τροποποιεί την παρούσα οδηγία ώστε να εφαρμόζονται, για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, μεταγενέστερες τροποποιήσεις των διεθνών κωδίκων που αναφέρονται στα σημεία 16, 17, 18, 23 και 24 του άρθρου 1, οι οποίες έχουν ήδη τεθεί σε ισχύ.

Η Επιτροπή δύναται επίσης να τροποποιεί την παρούσα οδηγία προκειμένου να εφαρμόζονται, για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, οι τυχόν σχετικές τροποποιήσεις της κοινοτικής νομοθεσίας.

Τα εν λόγω μέτρα που έχουν ως αντικείμενο την τροποποίηση μη ουσιωδών στοιχείων της παρούσας οδηγίας, θεσπίζονται σύμφωνα με την κανονιστική διαδικασία με έλεγχο η οποία ορίζεται στο άρθρο 28 παράγραφος 3.

2.   Μετά τη θέσπιση νέων πράξεων ή πρωτοκόλλων της σύμβασης STCW, το Συμβούλιο αποφασίζει, κατόπιν πρότασης της Επιτροπής και λαμβάνοντας υπόψη τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες των κρατών μελών καθώς και τις οικείες διαδικασίες στα πλαίσια του IMO, για τις λεπτομερείς ρυθμίσεις επικύρωσης αυτών των νέων πράξεων ή πρωτοκόλλων, εξασφαλίζοντας, εκ παραλλήλου, την ταυτόχρονη και ομοιόμορφη εφαρμογή τους στα κράτη μέλη.

3.   Οι τροποποιήσεις των πράξεων διεθνούς νομοθεσίας που αναφέρονται στο άρθρο 1 σημεία 16, 17, 18, 21, 22 και 24, μπορούν να αποκλείονται από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας κατ’ εφαρμογή του άρθρου 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2099/2002 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 5ης Νοεμβρίου 2002, για την επιτροπή ασφάλειας στη ναυτιλία και πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία (COSS) (10).

Άρθρο 28

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Επιτροπή επικουρείται από την επιτροπή ασφαλείας στη ναυτιλία και πρόληψης της ρύπανσης από τα πλοία (COSS), η οποία έχει συσταθεί με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2099/2002.

2.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζονται τα άρθρα 5 και 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του άρθρου 8 της απόφασης αυτής.

Η προθεσμία που προβλέπεται στο άρθρο 5 παράγραφος 6 της απόφασης 1999/468/ΕΚ καθορίζεται σε οκτώ εβδομάδες.

3.   Οσάκις γίνεται αναφορά στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5α παράγραφοι 1 έως 4, και το άρθρο 7 της απόφασης 1999/468/ΕΚ, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων του άρθρου 8 της απόφασης αυτής.

Άρθρο 29

Μεταβατικές διατάξεις

Οσάκις, κατά το άρθρο 12, κράτος μέλος επανεκδίδει ή επεκτείνει την ισχύ πιστοποιητικών που εκδόθηκαν αρχικά από αυτό σύμφωνα με τις διατάξεις που εφαρμόζονταν πριν από την 1η Φεβρουαρίου 1997, τότε το κράτος μέλος μπορεί, κατά την κρίση του, να αντικαθιστά τα όρια χωρητικότητας που εμφανίζονται στα αρχικά πιστοποιητικά ως εξής:

α)

«200 GT» μπορεί να αντικαθίσταται από «500 GT»·

β)

«1 600 GT» μπορεί να αντικαθίσταται από «3 000 GT».

Άρθρο 30

Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη καθορίζουν το σύστημα των κυρώσεων που επιβάλλονται στις παραβιάσεις των εθνικών διατάξεων που έχουν θεσπισθεί σύμφωνα με τα άρθρα 1, 3, 5, 7, 9 έως 15, 17, 18, 19, 22, 23, 24 και 29 και τα παραρτήματα Ι και ΙΙ, και λαμβάνουν κάθε αναγκαίο μέτρο για να εξασφαλισθεί η εφαρμογή τους. Οι εν λόγω κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές.

Άρθρο 31

Γνωστοποίηση

Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο όλων των διατάξεων που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά τα άλλα κράτη μέλη.

Άρθρο 32

Κατάργηση

Η οδηγία 2001/25/ΕΚ, όπως τροποποιήθηκε με τις οδηγίες που παρατίθενται στο παράρτημα ΙΙΙ μέρος Α, καταργείται, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά τις καταληκτικές ημερομηνίες ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο των οδηγιών που παρατίθενται στο παράρτημα ΙΙΙ μέρος Β.

Οι αναφορές στην καταργούμενη οδηγία νοούνται ως αναφορές στην παρούσα οδηγία και διαβάζονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος IV.

Άρθρο 33

Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Άρθρο 34

Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Στρασβούργο, 19 Νοεμβρίου 2008.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

H.-G. PÖTTERING

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J.-P. JOUYET


(1)  ΕΕ C 151 της 17.6.2008, σ. 35.

(2)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 17ης Ιουνίου 2008 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 20ής Οκτωβρίου 2008.

(3)  ΕΕ L 136 της 18.5.2001, σ. 17.

(4)  Βλέπε παράρτημα III μέρος A.

(5)  ΕΕ L 255 της 30.9.2005, σ. 22.

(6)  ΕΕ L 167 της 2.7.1999, σ. 33.

(7)  ΕΕ L 208 της 5.8.2002, σ. 1.

(8)  ΕΕ L 157 της 7.7.1995, σ. 1.

(9)  ΕΕ L 184 της 17.7.1999, σ. 23.

(10)  ΕΕ L 324 της 29.11.2002, σ. 1.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ STCW ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 3

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ι

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

1.

Οι κανονισμοί που αναφέρονται στο παρόν παράρτημα συμπληρώνονται από τις υποχρεωτικές διατάξεις που περιλαμβάνονται στο μέρος Α του κώδικα STCW, εξαιρουμένου του κανονισμού VIII/2 του κεφαλαίου VIII.

Οποιαδήποτε αναφορά σε απαίτηση που περιέχεται σε κανονισμό, αποτελεί επίσης αναφορά στο αντίστοιχο τμήμα του μέρους Α του κώδικα STCW.

2.

Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι ναυτικοί να έχουν την απαιτούμενη γλωσσική επάρκεια όπως καθορίζεται στα μέρη A-II/1, A-III/1, A-IV/2 και A-II/4 του κώδικα STCW ώστε να είναι ικανοί να εκτελούν τα συγκεκριμένα τους καθήκοντα σε πλοίο που φέρει τη σημαία του κράτους μέλους υποδοχής.

3.

Το μέρος Α του κώδικα STCW περιέχει τα πρότυπα ικανότητας τα οποία απαιτούνται από τους υποψήφιους για την έκδοση και την επανεπικύρωση των πιστοποιητικών ικανότητας σύμφωνα με τις διατάξεις της διεθνούς σύμβασης STCW. Για να διευκρινισθεί η σχέση μεταξύ των εναλλακτικών διατάξεων πιστοποίησης του κεφαλαίου VII και των διατάξεων πιστοποίησης των κεφαλαίων II, III και IV, οι ικανότητες οι οποίες καθορίζονται στα πρότυπα ικανότητας ομαδοποιούνται καταλλήλως στους ακόλουθους επτά λειτουργικούς τομείς:

1.

Ναυσιπλοΐα·

2.

Χειρισμός και στοιβασία φορτίου·

3.

Έλεγχος της λειτουργίας του πλοίου και μέριμνα για τα άτομα που βρίσκονται επ’ αυτού·

4.

Ναυτική μηχανολογία·

5.

Ηλεκτρολογία, ηλεκτρονική και μηχανολογία συστημάτων ελέγχου·

6.

Συντήρηση και επισκευή·

7.

Ραδιοεπικοινωνίες,

στα ακόλουθα επίπεδα ευθύνης:

1.

Επίπεδο διευθυντικών καθηκόντων·

2.

Λειτουργικό επίπεδο·

3.

Επίπεδο υποστήριξης.

Οι λειτουργικοί τομείς και τα επίπεδα της ευθύνης προσδιορίζονται από υποτίτλους στους πίνακες προτύπων ικανότητας των κεφαλαίων II, III και IV του μέρους Α του κώδικα STCW.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙ

ΠΛΟΙΑΡΧΟΣ ΚΑΙ ΚΛΑΔΟΣ ΚΑΤΑΣΤΡΩΜΑΤΟΣ

Κανονισμός II/1

Υποχρεωτικές ελάχιστες απαιτήσεις για πιστοποιητικά αξιωματικών φυλακής σε πλοία 500 GT και άνω

1.

Κάθε αξιωματικός φυλακής γέφυρας που υπηρετεί σε πλοίο θαλάσσιας ναυσιπλοΐας 500 GT και άνω πρέπει να είναι κάτοχος κατάλληλου πιστοποιητικού.

2.

Κάθε υποψήφιος προς απόκτηση πιστοποιητικού πρέπει:

2.1.

να έχει ηλικία όχι κάτω των 18 ετών,

2.2.

να έχει αναγνωρισμένη θαλάσσια υπηρεσία όχι κάτω του ενός έτους, η οποία αποτελεί μέρος ενός αναγνωρισμένου εκπαιδευτικού προγράμματος που περιλαμβάνει εκπαίδευση επί του πλοίου η οποία να ικανοποιεί τις απαιτήσεις του τμήματος Α-ΙΙ/1 του κώδικα STCW και να περιέχεται σε αναγνωρισμένο μητρώο εκπαίδευσης, ή να έχει αναγνωρισμένη θαλάσσια υπηρεσία όχι κάτω των τριών ετών,

2.3.

να έχει εκπληρώσει, κατά τη διάρκεια της απαιτούμενης θαλάσσιας υπηρεσίας, καθήκοντα φυλακής γέφυρας υπό την επίβλεψη του πλοιάρχου ή ενός διπλωματούχου αξιωματικού για περίοδο όχι κάτω των έξι μηνών,

2.4.

να ανταποκρίνεται στις εφαρμοστέες απαιτήσεις των κανονισμών του κεφαλαίου IV για την εκτέλεση καθηκόντων ραδιοεπικοινωνίας σύμφωνα με τους κανονισμούς ραδιοεπικοινωνίας,

2.5.

να έχει αποκτήσει αναγνωρισμένη κατάρτιση και εκπαίδευση και να ανταποκρίνεται στο πρότυπο ικανότητας που ορίζεται στο τμήμα Α-ΙΙ/1 του κώδικα STCW.

Κανονισμός ΙΙ/2

Υποχρεωτικές ελάχιστες απαιτήσεις για πιστοποιητικά πλοιάρχων και υποπλοιάρχων πλοίων 500 GT και άνω

Πλοίαρχος και υποπλοίαρχος σε πλοία 3 000 GT και άνω

1.

Κάθε πλοίαρχος και υποπλοίαρχος σε πλοίο θαλάσσιας ναυσιπλοΐας 3 000 GT και άνω πρέπει να είναι κάτοχος κατάλληλου πιστοποιητικού.

2.

Κάθε υποψήφιος προς απόκτηση πιστοποιητικού πρέπει:

2.1.

να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις για την απόκτηση πιστοποιητικού αξιωματικού φυλακής γέφυρας σε πλοία 500 GT και άνω και να έχει αναγνωρισμένη θαλάσσια υπηρεσία σε αυτήν την ειδικότητα:

2.1.1.

για απόκτηση πιστοποιητικού υποπλοιάρχου, όχι κάτω των 12 μηνών,

2.1.2.

για απόκτηση πιστοποιητικού πλοιάρχου, όχι κάτω των 36 μηνών, ωστόσο η περίοδος αυτή μπορεί να μειωθεί, αλλά όχι κάτω των 24 μηνών, αν τουλάχιστον δωδεκάμηνη θαλάσσια υπηρεσία έχει διανυθεί με ειδικότητα υποπλοιάρχου,

2.2.

να έχει αποκτήσει αναγνωρισμένη κατάρτιση και εκπαίδευση και να ανταποκρίνεται στο πρότυπο ικανότητας που ορίζεται από τμήμα Α-ΙΙ/2 του κώδικα STCW, το οποίο αφορά σε πλοιάρχους και υποπλοιάρχους σε πλοία 3 000 GT και άνω.

Πλοίαρχος και υποπλοίαρχος σε πλοία ολικής χωρητικότητας μεταξύ 500 και 3 000 GT

3.

Κάθε πλοίαρχος και υποπλοίαρχος σε πλοίο θαλάσσιας ναυσιπλοΐας μεταξύ 500 και 3 000 GT πρέπει να είναι κάτοχος κατάλληλου πιστοποιητικού.

4.

Κάθε υποψήφιος προς απόκτηση πιστοποιητικού πρέπει:

4.1.

για την απόκτηση πιστοποιητικού υποπλοιάρχου, να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις για την έκδοση πιστοποιητικού αξιωματικού φυλακής γέφυρας σε πλοία 500 GT και άνω,

4.2.

για την απόκτηση πιστοποιητικού πλοιάρχου, να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις για πιστοποιητικό αξιωματικού φυλακής γέφυρας σε πλοία 500 GT και άνω και να έχει θαλάσσια υπηρεσία όχι κάτω των 36 μηνών με αυτή την ειδικότητα· ωστόσο, η περίοδος αυτή μπορεί να μειωθεί, αλλά όχι κάτω από 24 μήνες, αν τουλάχιστον δωδεκάμηνη θαλάσσια υπηρεσία έχει διανυθεί με ειδικότητα υποπλοιάρχου και

4.3.

να έχει περατώσει αναγνωρισμένη εκπαίδευση και να ανταποκρίνεται στο πρότυπο ικανότητας που ορίζεται στο τμήμα Α-ΙΙ/2 του κώδικα STCW, το οποίο αφορά πλοιάρχους και υποπλοιάρχους σε πλοία ολικής χωρητικότητας μεταξύ 500 και 3 000 GT.

Κανονισμός ΙΙ/3

Υποχρεωτικές ελάχιστες απαιτήσεις για πιστοποιητικά αξιωματικών φυλακής γέφυρας και πλοιάρχων σε πλοία κάτω των 500 GT

Πλοία που δεν εκτελούν παράκτιους πλόες

1.

Κάθε αξιωματικός φυλακής γέφυρας που υπηρετεί σε πλοίο θαλάσσιας ναυσιπλοΐας κάτω των 500 GT, το οποίο δεν εκτελεί παράκτιους πλόες, πρέπει να κατέχει πιστοποιητικό κατάλληλο για πλοία 500 GT ή άνω.

2.

Κάθε πλοίαρχος που υπηρετεί σε πλοίο θαλάσσιας ναυσιπλοΐας κάτω των 500 GT, το οποίο δεν εκτελεί παράκτιους πλόες, πρέπει να είναι κάτοχος πιστοποιητικού κατάλληλου για υπηρεσία πλοιάρχου σε πλοία ολικής χωρητικότητας μεταξύ 500 και 3 000 GT.

Πλοία που απασχολούνται σε παράκτιους πλόες

Αξιωματικός φυλακής γέφυρας

3.

Κάθε αξιωματικός φυλακής γέφυρας σε πλοίο θαλάσσιας ναυσιπλοΐας κάτω των 500 GT, το οποίο εκτελεί παράκτιους πλόες, πρέπει να είναι κάτοχος κατάλληλου πιστοποιητικού.

4.

Κάθε υποψήφιος προς απόκτηση πιστοποιητικού αξιωματικού φυλακής γέφυρας σε πλοίο θαλάσσιας ναυσιπλοΐας κάτω των 500 GT, το οποίο εκτελεί παράκτιους πλόες πρέπει:

4.1.

να έχει ηλικία όχι κάτω των 18 ετών,

4.2.

να έχει συμπληρώσει:

4.2.1.

ειδική εκπαίδευση, συμπεριλαμβανομένης επαρκούς περιόδου κατάλληλης θαλάσσιας υπηρεσίας σύμφωνα με τις απαιτήσεις της αρμόδιας αρχής,

4.2.2.

αναγνωρισμένη θαλάσσια υπηρεσία όχι κάτω των τριών ετών στον κλάδο καταστρώματος,

4.3.

να ανταποκρίνεται στις σχετικές απαιτήσεις των κανονισμών του κεφαλαίου IV που αφορούν στην εκτέλεση καθηκόντων ραδιοεπικοινωνίας σύμφωνα με τους κανονισμούς ραδιοεπικοινωνίας,

4.4.

να έχει αποκτήσει αναγνωρισμένη κατάρτιση και εκπαίδευση και να ανταποκρίνεται στο πρότυπο ικανότητας που ορίζεται στο τμήμα Α-ΙΙ/3 του κώδικα STCW για αξιωματικούς φυλακής γέφυρας σε πλοία κάτω των 500 GT, τα οποία απασχολούνται σε παράκτιους πλόες.

Πλοίαρχος

5.

Κάθε πλοίαρχος που υπηρετεί σε πλοίο θαλάσσιας ναυσιπλοΐας κάτω των 500 GT, το οποίο απασχολείται σε παράκτιους πλόες πρέπει να είναι κάτοχος κατάλληλου πιστοποιητικού.

6.

Κάθε υποψήφιος προς απόκτηση πιστοποιητικού πλοιάρχου σε πλοίο θαλάσσιας ναυσιπλοΐας κάτω των 500 GT το οποίο απασχολείται σε παράκτιους πλόες πρέπει:

6.1.

να έχει ηλικία όχι κάτω των 20 ετών,

6.2.

να έχει αναγνωρισμένη θαλάσσια υπηρεσία όχι κάτω των 12 μηνών ως αξιωματικός φυλακής γέφυρας,

6.3.

να έχει αποκτήσει αναγνωρισμένη κατάρτιση κ. εκπαίδευση και να ανταποκρίνεται στο πρότυπο ικανότητας που ορίζεται στο τμήμα Α-ΙΙ/3 του κώδικα STCW, το οποίο αφορά σε πλοιάρχους σε πλοία κάτω των 500 GT τα οποία απασχολούνται σε παράκτιους πλόες.

7.

Εξαιρέσεις

Εάν η αρχή θεωρεί ότι το μέγεθος και οι συνθήκες πλου του πλοίου είναι τέτοιες ώστε να καθιστούν την εφαρμογή όλων των απαιτήσεων του παρόντος κανονισμού και του τμήματος Α-ΙΙ/3 του κώδικα STCW αδικαιολόγητη ή ανέφικτη, τότε μπορεί να εξαιρεί τον πλοίαρχο ή τον αξιωματικό φυλακής γέφυρας τέτοιου πλοίου, ή κατηγοριών πλοίων, αναλόγως, από μερικές απαιτήσεις, έχοντας υπόψη την ασφάλεια των λοιπών πλοίων που ενδέχεται να πλέουν στα ίδια ύδατα.

Κανονισμός ΙΙ/4

Υποχρεωτικές ελάχιστες απαιτήσεις για πιστοποιητικά κατώτερων ναυτικών που μετέχουν σε φυλακές γέφυρας

1.

Κάθε κατώτερος ναυτικός που μετέχει σε φυλακή γέφυρας σε πλοίο θαλάσσιας ναυσιπλοΐας 500 GT ή άνω, εκτός των εκπαιδευομένων και εκείνων που εκτελούν υπηρεσίες φυλακής ανειδίκευτου χαρακτήρα, πρέπει να είναι κάτοχος κατάλληλων πιστοποιητικών για την εκτέλεση τέτοιων καθηκόντων.

2.

Κάθε υποψήφιος προς απόκτηση πιστοποιητικού πρέπει:

2.1.

να έχει ηλικία όχι κάτω των 16 ετών,

2.2.

να έχει συμπληρώσει:

2.2.1.

αναγνωρισμένη θαλάσσια υπηρεσία που περιλαμβάνει 6μηνη τουλάχιστον εκπαίδευση και εμπειρία, ή

2.2.2.

ειδική εκπαίδευση, είτε πριν εισέλθει στη θάλασσα είτε επί του πλοίου, που περιλαμβάνει αναγνωρισμένη περίοδο θαλάσσιας υπηρεσίας όχι κάτω των δύο μηνών,

2.3.

να ανταποκρίνεται στο πρότυπο ικανότητας που ορίζεται στο τμήμα Α-ΙΙ/4 του κώδικα STCW.

3.

Η θαλάσσια υπηρεσία, η εκπαίδευση και η εμπειρία που απαιτούνται από τα σημεία 2.2.1 και 2.2.2 μπορούν να αποκτώνται με την εκτέλεση καθηκόντων γέφυρας, αλλά μόνον εφόσον τα καθήκοντα αυτά εκπληρώνονται υπό την άμεση επίβλεψη του πλοιάρχου, του αξιωματικού φυλακής γέφυρας ή ενός ειδικευμένου κατώτερου ναυτικού.

4.

Κάθε ναυτικός μπορεί να θεωρείται από κράτος μέλος ότι ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού αν έχει υπηρετήσει σε συναφή ειδικότητα του κλάδου καταστρώματος για χρονικό διάστημα όχι κάτω του ενός έτους κατά τα τελευταία πέντε έτη που προηγούνται της έναρξης ισχύος της σύμβασης STCW για το εν λόγω κράτος μέλος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΙΙΙ

ΚΛΑΔΟΣ ΜΗΧΑΝΗΣ

Κανονισμός ΙΙΙ/1

Υποχρεωτικές ελάχιστες απαιτήσεις για πιστοποιητικά αξιωματικών φυλακής μηχανής σε επανδρωμένα μηχανοστάσια ή αξιωματικών υπηρεσίας μηχανής σε περιοδικά ανεπάνδρωτα μηχανοστάσια

1.

Κάθε αξιωματικός φυλακής μηχανής σε επανδρωμένο μηχανοστάσιο ή αξιωματικός υπηρεσίας μηχανής σε περιοδικά ανεπάνδρωτο μηχανοστάσιο πλοίου θαλάσσιας ναυσιπλοΐας κινούμενο με κύρια προωστήρια μηχανή ισχύος 750 kW και άνω πρέπει να είναι κάτοχος κατάλληλου πιστοποιητικού.

2.

Κάθε υποψήφιος προς απόκτηση πιστοποιητικού πρέπει:

2.1.

να έχει ηλικία όχι κάτω των 18 ετών,

2.2.

να έχει συμπληρώσει θαλάσσια υπηρεσία όχι κάτω των έξι μηνών στον κλάδο μηχανής σύμφωνα με τις απαιτήσεις του τμήματος Α-ΙΙΙ/1 του κώδικα STCW,

2.3.

να έχει αποκτήσει αναγνωρισμένη κατάρτιση και εκπαίδευση τουλάχιστον 30 μηνών που περιλαμβάνει εκπαίδευση επί του πλοίου, η οποία αναγράφεται σε αναγνωρισμένο μητρώο εκπαίδευσης και ανταποκρίνεται στα πρότυπα επάρκειας που ορίζει το τμήμα Α-ΙΙΙ/Ι του κώδικα STCW.

Κανονισμός ΙΙΙ/2

Υποχρεωτικές ελάχιστες απαιτήσεις για πιστοποιητικά πρώτου και δεύτερου μηχανικού πλοίων κινούμενων με κύριες προωστήριες μηχανές ισχύος 3 000 kW και άνω

1.

Κάθε πρώτος και δεύτερος μηχανικός πλοίου θαλάσσιας ναυσιπλοΐας κινούμενου με κύρια προωστήρια μηχανή ισχύος 3 000 kW και άνω πρέπει να είναι κάτοχος κατάλληλου πιστοποιητικού.

2.

Κάθε υποψήφιος προς απόκτηση πιστοποιητικού πρέπει:

2.1.

να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις για πιστοποιητικό αξιωματικού φυλακής μηχανής, και:

2.1.1.

για πιστοποιητικό δεύτερου μηχανικού, να έχει όχι κάτω των 12 μηνών αναγνωρισμένη θαλάσσια υπηρεσία με ειδικότητα βοηθού αξιωματικού μηχανής ή αξιωματικού μηχανής, και

2.1.2.

για πιστοποιητικό πρώτου μηχανικού, να έχει όχι κάτω των 36 μηνών αναγνωρισμένη θαλάσσια υπηρεσία εκ των οποίων 12 μήνες θα πρέπει να έχουν διανυθεί με ειδικότητα αξιωματικού μηχανής σε υπεύθυνη θέση, μετά την απόκτηση πιστοποιητικού δεύτερου μηχανικού,

2.2.

να έχει αποκτήσει αναγνωρισμένη κατάρτιση και εκπαίδευση και να ανταποκρίνεται στο πρότυπο ικανότητας που ορίζει το τμήμα Α-ΙΙΙ/2 του κώδικα STCW.

Κανονισμός ΙΙΙ/3

Υποχρεωτικές ελάχιστες απαιτήσεις για πιστοποιητικά πρώτου και δεύτερου μηχανικού πλοίων κινούμενων με κύριες προωστήριες μηχανές ισχύος μεταξύ 750 και 3 000 kW

1.

Κάθε πρώτος και δεύτερος μηχανικός πλοίου θαλάσσιας ναυσιπλοΐας κινούμενου με κύρια προωστήρια μηχανή ισχύος μεταξύ 750 και 3 000 kW πρέπει να είναι κάτοχος κατάλληλου πιστοποιητικού.

2.

Κάθε υποψήφιος προς απόκτηση πιστοποιητικού πρέπει:

2.1.

να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις για πιστοποιητικό αξιωματικού φυλακής μηχανής, και:

2.1.1.

για πιστοποιητικό δεύτερου μηχανικού, να έχει όχι κάτω των 12 μηνών αναγνωρισμένη θαλάσσια υπηρεσία με ειδικότητα βοηθού αξιωματικού μηχανής ή μηχανικού ή αξιωματικού μηχανής, και

2.1.2.

για πιστοποιητικό πρώτου μηχανικού, να έχει όχι κάτω των 24 μηνών αναγνωρισμένη θαλάσσια υπηρεσία, εκ των οποίων 12 μήνες πρέπει να έχουν διανυθεί μετά την απόκτηση πιστοποιητικού δεύτερου μηχανικού, και

2.2.

να έχει αποκτήσει αναγνωρισμένη κατάρτιση και εκπαίδευση και να ανταποκρίνεται στο πρότυπο ικανότητας που ορίζει το τμήμα Α-ΙΙΙ/3 του κώδικα STCW.

3.

Κάθε αξιωματικός μηχανής με πιστοποιητικό δεύτερου μηχανικού σε πλοία κινούμενα με κύριες προωστήριες μηχανές ισχύος 3 000 kW και άνω, μπορεί να υπηρετεί ως πρώτος μηχανικός σε πλοίο κινούμενο με κύριες προωστήριες μηχανές ισχύος κάτω των 3 000 kW, υπό την προϋπόθεση ότι θα έχει συμπληρώσει τουλάχιστον δωδεκάμηνη αναγνωρισμένη θαλάσσια υπηρεσία σε υπεύθυνη θέση ως αξιωματικός μηχανής και ότι έχει την ανάλογη θεώρηση στο πιστοποιητικό του.

Κανονισμός ΙΙΙ/4

Υποχρεωτικές ελάχιστες απαιτήσεις για πιστοποιητικά κατώτερων ναυτικών που μετέχουν σε φυλακές μηχανής σε επανδρωμένα μηχανοστάσια ή υπηρετούν σε περιοδικά ανεπάνδρωτα μηχανοστάσια

1.

Κάθε κατώτερος ναυτικός που μετέχει σε φυλακή μηχανής σε επανδρωμένο μηχανοστάσιο ή υπηρετεί σε περιοδικά ανεπάνδρωτο μηχανοστάσιο σε πλοίο θαλάσσιας ναυσιπλοΐας κινούμενο με προωστήριες μηχανές ισχύος 750 kW και άνω, εκτός των εκπαιδευομένων και εκείνων που εκτελούν υπηρεσίες φυλακής ανειδίκευτου χαρακτήρα, πρέπει να κατέχει κατάλληλα πιστοποιητικά για την εκτέλεση τέτοιων καθηκόντων.

2.

Κάθε υποψήφιος προς απόκτηση πιστοποιητικού πρέπει:

2.1.

να έχει ηλικία όχι κάτω των 16 ετών,

2.2.

να έχει συμπληρώσει:

2.2.1.

αναγνωρισμένη θαλάσσια υπηρεσία που περιλαμβάνει εξάμηνη τουλάχιστον εκπαίδευση και εμπειρία, ή

2.2.2.

ειδική εκπαίδευση, είτε πριν εισέλθει στη θάλασσα είτε επί του πλοίου, που περιλαμβάνει αναγνωρισμένη περίοδο θαλάσσιας υπηρεσίας όχι κάτω των δύο μηνών,

2.3.

να ανταποκρίνεται στο πρότυπο ικανότητας που ορίζεται στο τμήμα Α-ΙΙΙ/4 του κώδικα STCW.

3.

Η θαλάσσια υπηρεσία, η εκπαίδευση και η εμπειρία που απαιτούνται από τα σημεία 2.2.1 και 2.2.2 μπορούν να αποκτώνται με την εκτέλεση καθηκόντων φυλακών μηχανής, αλλά μόνον εφόσον τα καθήκοντα αυτά εκπληρώνονται υπό την άμεση επίβλεψη ειδικευμένου αξιωματικού φυλακής μηχανής ή ειδικευμένου κατώτερου ναυτικού.

4.

Κάθε ναυτικός μπορεί να θεωρείται από κράτος μέλος ότι ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του παρόντος κανονισμού αν έχει υπηρετήσει σε συναφή ειδικότητα του κλάδου μηχανής για χρονικό διάστημα όχι κάτω του ενός έτους κατά τα τελευταία πέντε έτη που προηγούνται της θέσης σε ισχύ της σύμβασης STCW για το εν λόγω κράτος μέλος.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΡΑΔΙΟΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΡΑΔΙΟΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Επεξηγηματικό σημείωμα

Οι υποχρεωτικές διατάξεις για την εκτέλεση φυλακών ασυρμάτου περιλαμβάνονται στους κανονισμούς ραδιοεπικοινωνιών και στη σύμβαση SOLAS 74, όπως έχει τροποποιηθεί. Οι διατάξεις για τη συντήρηση του ασυρμάτου περιλαμβάνονται στη σύμβαση SOLAS 74, όπως έχει τροποποιηθεί, και στις κατευθυντήριες γραμμές του διεθνούς ναυτιλιακού οργανισμού (ΔΝΟ).

Κανονισμός IV/1

Εφαρμογή

1.

Εκτός από ό,τι ορίζεται στο σημείο 2, οι διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου αφορούν στο προσωπικό ραδιοεπικοινωνίας σε πλοία τα οποία λειτουργούν σύμφωνα με το παγκόσμιο ναυτιλιακό σύστημα κινδύνου και ασφαλείας (GMDSS) όπως ορίζεται στη σύμβαση SOLAS 74, όπως έχει τροποποιηθεί.

2.

Το προσωπικό ραδιοεπικοινωνίας πλοίων που δεν υποχρεούνται να συμμορφώνονται με τις διατάξεις του συστήματος GMDSS του κεφαλαίου IV της σύμβασης SOLAS 74, δεν υποχρεούται να ικανοποιεί τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου. Το προσωπικό ραδιοεπικοινωνίας των παραπάνω πλοίων υποχρεούται, ωστόσο, να συμμορφώνεται με τους κανονισμούς ραδιοεπικοινωνίας. Η αρχή πρέπει να εξασφαλίζει τη χορήγηση και αναγνώριση των κατάλληλων πιστοποιητικών, όπως ορίζεται από τους κανονισμούς ραδιοεπικοινωνίας, στο εν λόγω προσωπικό ραδιοεπικοινωνίας.

Κανονισμός IV/2

Υποχρεωτικές ελάχιστες απαιτήσεις για πιστοποιητικά προσωπικού σταθμών GMDSS

1.

Κάθε άτομο που προΐσταται ή εκτελεί καθήκοντα ασυρμάτου σε πλοίο το οποίο υποχρεούται να συμμετέχει στο σύστημα GMDSS πρέπει να κατέχει κατάλληλο πιστοποιητικό GMDSS, το οποίο να έχει εκδοθεί ή αναγνωρισθεί από την αρχή σύμφωνα με τις διατάξεις των κανονισμών ραδιοεπικοινωνίας.

2.

Επιπλέον, κάθε υποψήφιος προς απόκτηση πιστοποιητικού σύμφωνα με τον κανονισμό αυτό για υπηρεσία σε πλοίο το οποίο υποχρεούται, δυνάμει της σύμβασης SOLAS 74, όπως έχει τροποποιηθεί, να διαθέτει εγκατάσταση ασυρμάτου πρέπει:

2.1.

να έχει ηλικία όχι κάτω των 18 ετών, και

2.2.

να έχει αποκτήσει αναγνωρισμένη κατάρτιση και εκπαίδευση και να ανταποκρίνεται στο πρότυπο ικανότητας που ορίζεται στο τμήμα Α-IV/2 του κώδικα STCW.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΕΙΔΙΚΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΓΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΟΡΙΣΜΕΝΩΝ ΕΙΔΩΝ ΠΛΟΙΩΝ

Κανονισμός V/I

Υποχρεωτικές ελάχιστες απαιτήσεις για την εκπαίδευση και ειδίκευση πλοιάρχων, αξιωματικών και κατώτερων ναυτικών δεξαμενοπλοίων

1.

Αξιωματικοί και κατώτεροι ναυτικοί οι οποίοι έχουν αναλάβει ειδικά καθήκοντα και αρμοδιότητες σχετικά με το φορτίο ή τον εξαρτισμό φορτίου σε δεξαμενόπλοια πρέπει να έχουν περατώσει στη ξηρά κατάλληλο εκπαιδευτικό πρόγραμμα αντιμετώπισης πυρκαγιάς, επιπροσθέτως της εκπαίδευσης που απαιτεί ο κανονισμός VI/1 και πρέπει:

1.1.

να έχουν συμπληρώσει τουλάχιστον τρεις μήνες αναγνωρισμένης θαλάσσιας υπηρεσίας σε δεξαμενόπλοια, έτσι ώστε να έχουν αποκτήσει επαρκείς γνώσεις ασφαλούς επιχειρησιακής πρακτικής, ή

1.2.

να έχουν παρακολουθήσει εγκεκριμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα εξοικείωσης με τα δεξαμενόπλοια, το οποίο να περιλαμβάνει τουλάχιστον τις βασικές αρχές που ορίζει για την εκπαίδευση αυτή το τμήμα Α-V/1 του κώδικα STCW.

Ωστόσο, η αρχή μπορεί να δέχεται και μικρότερη περίοδο θαλάσσιας υπηρεσίας υπό επίβλεψη από αυτήν που ορίζεται στο σημείο 1.1, υπό την προϋπόθεση όμως ότι:

1.3.

η περίοδος αυτή δεν είναι κάτω του ενός μηνός,

1.4.

το δεξαμενόπλοιο είναι κάτω των 3 000 GT,

1.5.

η διάρκεια του κάθε πλου που εκτελεί το δεξαμενόπλοιο εντός αυτής της περιόδου δεν υπερβαίνει τις 72 ώρες,

1.6.

τα λειτουργικά χαρακτηριστικά του δεξαμενοπλοίου καθώς και ο αριθμός των πλόων και οι φορτοεκφορτώσεις που πραγματοποιούνται κατά την εν λόγω περίοδο, έχουν ως αποτέλεσμα την απόκτηση του ίδιου επιπέδου γνώσεων και εμπειρίας.

2.

Οι πλοίαρχοι, πρώτοι μηχανικοί, υποπλοίαρχοι, δεύτεροι μηχανικοί και κάθε άτομο άμεσα υπεύθυνο για φόρτωση, εκφόρτωση και διαμετακόμιση ή χειρισμού φορτίου πρέπει, επιπροσθέτως των απαιτήσεων των σημείων 1.1 ή 1.2, να έχουν:

2.1.

κατάλληλη εμπειρία στα καθήκοντά τους, στο είδος του δεξαμενοπλοίου στο οποίο υπηρετούν, και

2.2.

συμπληρώσει αναγνωρισμένο ειδικό εκπαιδευτικό πρόγραμμα που περιλαμβάνει τουλάχιστον τα αντικείμενα που περιγράφονται στο Α-V/1 του κώδικα STCW, τα οποία κρίνονται αναλόγως κατάλληλα για τα καθήκοντά τους στο δεξαμενόπλοιο πετρελαιοφόρο, στο δεξαμενόπλοιο χημικών, ή στο δεξαμενόπλοιο υγραεριοφόρο στο οποίο υπηρετούν.

3.

Εντός δύο ετών από την έναρξη ισχύος της σύμβασης STCW για κράτος μέλος, οι ναυτικοί είναι δυνατόν να θεωρούνται ότι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του σημείου 2.2, αν έχουν υπηρετήσει σε συναφή ειδικότητα στο ίδιο είδος δεξαμενόπλοιου για περίοδο όχι κάτω του ενός έτους, στα τελευταία πέντε χρόνια.

4.

Οι αρχές εξασφαλίζουν την έκδοση του κατάλληλου πιστοποιητικού για πλοιάρχους και αξιωματικούς οι οποίοι έχουν τα κατάλληλα προσόντα σύμφωνα με τα σημεία 1 ή 2, ή την πρέπουσα θεώρηση για ένα ήδη υπάρχον πιστοποιητικό. Κάθε κατώτερος ναυτικός, ο οποίος έχει ομοίως τα κατάλληλα προσόντα, λαμβάνει τη δέουσα πιστοποίηση.

Κανονισμός V/2

Υποχρεωτικές ελάχιστες απαιτήσεις εκπαίδευσης και προσόντων πλοιάρχων, αξιωματικών, κατώτερων ναυτικών και λοιπού προσωπικού επιβατηγών πλοίων ro-ro

1.

Ο παρών κανονισμός αφορά σε πλοιάρχους, αξιωματικούς, κατώτερους ναυτικούς και λοιπό προσωπικό που υπηρετούν σε επιβατηγά πλοία ro-ro, τα οποία απασχολούνται σε διεθνείς πλόες. Εναπόκειται στις αρχές να αποφασίζουν κατά πόσον οι απαιτήσεις αυτές πρέπει να εφαρμόζονται στο προσωπικό που υπηρετεί σε επιβατηγά πλοία ro-ro, τα οποία εκτελούν πλόες εσωτερικού.

2.

Πριν από την ανάληψη των καθηκόντων τους σε επιβατηγά πλοία ro-ro, οι ναυτικοί πρέπει να έχουν συμπληρώσει την εκπαίδευση που απαιτείται σύμφωνα με τα σημεία 4 έως 8, ανάλογα με τις ικανότητες, τα καθήκοντα και τις ευθύνες τους.

3.

Οι ναυτικοί που πρέπει να έχουν συμπληρώσει εκπαίδευση σύμφωνα με τα σημεία 4, 7 και 8, πρέπει, ανά τακτά διαστήματα, όχι πλέον των πέντε ετών, να ανανεώνουν κατάλληλα την εκπαίδευσή τους ή να απαιτούνται αποδεικτικά στοιχεία ότι έχουν επιτύχει το απαιτούμενο επίπεδο ικανότητας εντός των πέντε παρελθόντων ετών.

4.

Ο πλοίαρχος, οι αξιωματικοί και το λοιπό προσωπικό που σύμφωνα με τον πίνακα καταμερισμού έχουν καθήκον να βοηθούν τους επιβάτες σε κατάσταση ανάγκης στα επιβατηγά πλοία ro-ro πρέπει να έχουν εκπαιδευθεί για την αντιμετώπιση πλήθους επιβατών, όπως ορίζεται στο τμήμα Α-V/2 παράγραφος 1 του κώδικα STCW.

5.

Οι πλοίαρχοι, οι αξιωματικοί και το λοιπό προσωπικό που έχουν αναλάβει ειδικά καθήκοντα και αρμοδιότητες σε επιβατηγά πλοία ro-ro, πρέπει να έχουν συμπληρώσει την ανάλογη εκπαίδευση εξοικείωσης που ορίζεται στο τμήμα Α-V/2 παράγραφος 2 του κώδικα STCW.

6.

Το προσωπικό που παρέχει άμεσες υπηρεσίες στους επιβάτες στους χώρους επιβατών των επιβατηγών πλοίων ro-ro, πρέπει να έχει συμπληρώσει την εκπαίδευση ασφαλείας που ορίζεται στο τμήμα Α-V/2 παράγραφος 3 του κώδικα STCW.

7.

Οι πλοίαρχοι, υποπλοίαρχοι, πρώτοι και δεύτεροι μηχανικοί καθώς και κάθε πρόσωπο με άμεσες αρμοδιότητες επιβίβασης και αποβίβασης επιβατών, φορτοεκφόρτωσης, ασφάλειας φορτίου ή κλεισίματος των ανοιγμάτων του σκάφους σε επιβατηγά πλοία ro-ro, πρέπει να έχουν συμπληρώσει την αναγνωρισμένη εκπαίδευση στην ασφάλεια των επιβατών, την ασφάλεια του φορτίου και την ακεραιότητα του σκάφους, όπως ορίζεται στο τμήμα Α-V/2 παράγραφος 4 του κώδικα STCW.

8.

Οι πλοίαρχοι, υποπλοίαρχοι, πρώτοι και δεύτεροι μηχανικοί καθώς και κάθε πρόσωπο υπεύθυνο για την ασφάλεια των επιβατών σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης σε επιβατηγά πλοία ro-ro, πρέπει να έχουν συμπληρώσει την αναγνωρισμένη εκπαίδευση όσον αφορά στην αντιμετώπιση κρίσιμων καταστάσεων και στην ανθρώπινη συμπεριφορά, όπως ορίζεται στο τμήμα Α-V/2 παράγραφος 5 του κώδικα STCW.

9.

Οι αρχές πρέπει να εξασφαλίζουν τη χορήγηση αποδεικτικών εγγράφων εκπαίδευσης στα άτομα εκείνα τα οποία κρίνονται ικανά σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

Κανονισμός V/3

Υποχρεωτικές ελάχιστες απαιτήσεις για την εκπαίδευση και πιστοποιήσεις πλοιάρχων, αξιωματικών, κατωτέρων πληρωμάτων και λοιπού προσωπικού επιβατηγών πλοίων εκτός επιβατηγών πλοίων ro-ro

1.

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται σε πλοιάρχους, αξιωματικούς, κατώτερα πληρώματα και λοιπό προσωπικό που υπηρετεί σε επιβατηγά πλοία, εκτός από επιβατηγά πλοία ro-ro, τα οποία εκτελούν διεθνείς πλόες. Καθόσον αφορά την εφαρμοσιμότητα των απαιτήσεων αυτών σε προσωπικό που υπηρετεί σε επιβατηγά πλοία τα οποία εκτελούν εσωτερικούς πλόες, αποφασίζουν οι αρμόδιες διοικήσεις.

2.

Πριν από την ανάληψη καθηκόντων επί του πλοίου σε επιβατηγά πλοία, οι ναυτικοί πρέπει να έχουν συμπληρώσει την εκπαίδευση που απαιτείται κατά τα σημεία 4 έως 8 σύμφωνα με την ικανότητά τους, τα καθήκοντα και τις ευθύνες τους.

3.

Ναυτικοί για τους οποίους απαιτείται εκπαίδευση σύμφωνα με τα σημεία 4, 7 και 8, σε χρονικά διαστήματα που δεν υπερβαίνουν την πενταετία λαμβάνουν κατάλληλη επανεκπαίδευση ή απαιτείται να προσκομίζουν αποδεικτικά στοιχεία ότι έχουν επιτύχει το απαιτούμενο επίπεδο ικανότητας εντός της προηγούμενης πενταετίας.

4.

Προσωπικό που σύμφωνα με τον πίνακα καταμερισμού έχει καθήκον να βοηθά τους επιβάτες σε κατάσταση ανάγκης σε επιβατηγά πλοία έχει εκπαιδευθεί για την αντιμετώπιση πλήθους, όπως ορίζεται στο τμήμα A-V/3 παράγραφος 1 του κώδικα STCW.

5.

Πλοίαρχοι, αξιωματικοί και λοιπό προσωπικό στο οποίο έχουν ανατεθεί ειδικά καθήκοντα και αρμοδιότητες σε επιβατηγά πλοία έχουν ολοκληρώσει την εκπαίδευση εξοικείωσης που εξειδικεύεται στο τμήμα Α-V/3 παράγραφος 2 του κώδικα STCW.

6.

Προσωπικό που παρέχει άμεσες υπηρεσίες σε επιβάτες επί επιβατηγών πλοίων στους χώρους επιβατών έχει συμπληρώσει την εκπαίδευση ασφαλείας που εξειδικεύεται στο τμήμα A-V/3 παράγραφος 3 του κώδικα STCW.

7.

Πλοίαρχοι, υποπλοίαρχοι και κάθε πρόσωπο με άμεσες αρμοδιότητες για επιβίβαση και αποβίβαση επιβατών έχουν συμπληρώσει εγκεκριμένη εκπαίδευση στην ασφάλεια επιβατών όπως εξειδικεύεται στο τμήμα A-V/3 παράγραφος 4 του κώδικα STCW.

8.

Πλοίαρχοι, υποπλοίαρχοι, πρώτοι μηχανικοί, δεύτεροι μηχανικοί και κάθε πρόσωπο που έχει ευθύνες για την ασφάλεια επιβατών σε καταστάσεις ανάγκης επί επιβατηγών πλοίων έχουν συμπληρώσει εγκεκριμένη εκπαίδευση στη διαχείριση κρίσεων και στην ανθρώπινη συμπεριφορά όπως εξειδικεύεται στο τμήμα A-V/3 παράγραφος 5 του κώδικα STCW.

9.

Οι αρμόδιες αρχές εξασφαλίζουν τη χορήγηση αποδεικτικών της εκπαίδευσης που έχει ολοκληρωθεί για κάθε πρόσωπο το οποίο κρίνεται ικανό σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κανονισμού.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΕΚΤΑΚΤΗΣ ΑΝΑΓΚΗΣ, ΑΣΦΑΛΕΙΑ, ΙΑΤΡΙΚΗ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΔΙΑΣΩΣΗΣ

Κανονισμός VI/I

Υποχρεωτικές ελάχιστες απαιτήσεις για την εξοικείωση, τη βασική εκπαίδευση και οδηγίες ασφάλειας για όλους τους ναυτικούς

Κάθε ναυτικός πρέπει να αποκτά εξοικείωση, βασική εκπαίδευση και οδηγίες ασφάλειας σύμφωνα με το τμήμα Α-VI/1 του κώδικα STCW και να ανταποκρίνεται στο κατάλληλο πρότυπο ικανότητας που ορίζεται στο εν λόγω τμήμα.

Κανονισμός VI/2

Υποχρεωτικές ελάχιστες απαιτήσεις για την έκδοση πιστοποιητικών επάρκειας στη χρήση σωστικών μέσων, λέμβων διάσωσης και ταχύπλοων λέμβων διάσωσης

1.

Κάθε υποψήφιος προς απόκτηση πιστοποιητικού επάρκειας στη χρήση σωστικών μέσων και λέμβων διάσωσης, με εξαίρεση τις ταχύπλοες λέμβους διάσωσης, πρέπει:

1.1.

να έχει ηλικία όχι κάτω των 18 ετών,

1.2.

να έχει αναγνωρισμένη υπηρεσία όχι κάτω των 12 μηνών ή να έχει παρακολουθήσει κάποιο εγκεκριμένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα και να έχει αναγνωρισμένη υπηρεσία όχι κάτω των έξι μηνών,

1.3.

να ανταποκρίνεται στο πρότυπο ικανότητας για έκδοση πιστοποιητικών επάρκειας στη χρήση σωστικών μέσων και λέμβων διάσωσης που ορίζεται στο τμήμα Α-VI/2 παράγραφοι 1 έως 4 του κώδικα STCW.

2.

Κάθε υποψήφιος προς απόκτηση πιστοποιητικού επάρκειας στη χρήση ταχύπλοων λέμβων διάσωσης πρέπει:

2.1.

να είναι κάτοχος πιστοποιητικού επάρκειας στη χρήση σωστικών μέσων και λέμβων διάσωσης, με εξαίρεση τις ταχύπλοες λέμβους διάσωσης,

2.2.

να έχει παρακολουθήσει εγκεκριμένο πρόγραμμα εκπαίδευσης,

2.3.

να ανταποκρίνεται στο πρότυπο ικανότητας για έκδοση πιστοποιητικών επάρκειας στη χρήση ταχύπλοων λέμβων διάσωσης που ορίζεται στο τμήμα Α-VI/2 παράγραφοι 5 έως 8 του κώδικα STCW.

Κανονισμός VI/3

Υποχρεωτικές ελάχιστες απαιτήσεις για την ανώτερη εκπαίδευση καταπολέμησης πυρκαγιάς

1.

Οι ναυτικοί που έχουν αναλάβει καθήκοντα ελέγχου στην καταπολέμηση των πυρκαγιών πρέπει να έχουν περατώσει επιτυχώς ανώτερη εκπαίδευση σε τεχνικές καταπολέμησης πυρκαγιάς με ιδιαίτερη έμφαση στην οργάνωση, τακτική και διοίκηση σύμφωνα με τις διατάξεις του τμήματος Α-VI/3 του κώδικα STCW και να ανταποκρίνονται στο πρότυπο ικανότητας που ορίζεται στο εν λόγω τμήμα.

2.

Σε περίπτωση που η ανώτερη εκπαίδευση καταπολέμησης πυρκαγιάς δεν συμπεριλαμβάνεται στα προσόντα του ναυτικού για την έκδοση πιστοποιητικού, εκδίδεται ειδικό πιστοποιητικό ή αποδεικτικό έγγραφο, αναλόγως, στο οποίο επισημαίνεται ότι ο κάτοχός του έχει παρακολουθήσει ανώτερο εκπαιδευτικό πρόγραμμα καταπολέμησης πυρκαγιάς.

Κανονισμός VI/4

Υποχρεωτικές ελάχιστες απαιτήσεις σχετικά με τις πρώτες βοήθειες και την ιατρική επίβλεψη

1.

Οι ναυτικοί που έχουν αναλάβει καθήκοντα παροχής πρώτων βοηθειών επί του πλοίου πρέπει να ανταποκρίνονται στο πρότυπο ικανότητας για τις πρώτες βοήθειες που ορίζεται στο τμήμα Α-VI/4 παράγραφοι 1, 2 και 3 του κώδικα STCW.

2.

Οι ναυτικοί που έχουν αναλάβει την ευθύνη της ιατρικής περίθαλψης επί του πλοίου πρέπει να ανταποκρίνονται στο πρότυπο ικανότητας για την ιατρική περίθαλψη σε πλοία που ορίζεται στο τμήμα Α-VI/4 παράγραφοι 4, 5 και 6 του κώδικα STCW.

3.

Σε περίπτωση που η εκπαίδευση πρώτων βοηθειών ή ιατρικής περίθαλψης δεν συμπεριλαμβάνεται στα προσόντα του ναυτικού για την έκδοση πιστοποιητικού, εκδίδεται, κατά περίπτωση, ειδικό πιστοποιητικό ή αποδεικτικό έγγραφο, στο οποίο επισημαίνεται ότι ο κάτοχός του έχει παρακολουθήσει εκπαιδευτικό πρόγραμμα για τις πρώτες βοήθειες ή την ιατρική περίθαλψη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΈΚΔΟΣΗ ΕΝΑΛΛΑΚΤΙΚΩΝ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΩΝ

Κανονισμός VII/1

Έκδοση εναλλακτικών πιστοποιητικών

1.

Πέρα από τις απαιτήσεις για την έκδοση πιστοποιητικών που περιγράφονται στα κεφάλαια ΙΙ και ΙΙΙ του παρόντος παραρτήματος, τα κράτη μέλη μπορούν να επιλέγουν την έκδοση ή την εξουσιοδότηση της έκδοσης πιστοποιητικών διαφορετικών από εκείνα τα οποία αναφέρονται στους κανονισμούς των κεφαλαίων αυτών, υπό την προϋπόθεση ότι:

1.1.

τα καθήκοντα και τα επίπεδα αρμοδιότητας που αντιγράφονται στα πιστοποιητικά και στις θεωρήσεις έχουν επιλεγεί, από, και είναι πανομοιότυπα με εκείνα, που εμφανίζονται στα τμήματα A-II/1, A-II/2, A-II/3, A-II/4, A-III/1, A-III/2, A-III/3, A-III/4 και A-IV/2 του κώδικα STCW,

1.2.

οι υποψήφιοι έχουν αποκτήσει αναγνωρισμένη κατάρτιση και εκπαίδευση και ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις για τα πρότυπα ικανότητας που ορίζονται στα αντίστοιχα τμήματα του κώδικα STCW καθώς και, όπως ορίζεται στο τμήμα Α-VII/1 του κώδικα αυτού, για τα καθήκοντα και τα επίπεδα που αναγράφονται στα πιστοποιητικά και στις εγκρίσεις,

1.3.

οι υποψήφιοι έχουν συμπληρώσει αναγνωρισμένη θαλάσσια υπηρεσία ανάλογη με την εκτέλεση των καθηκόντων και τα επίπεδα που αναγράφονται στο πιστοποιητικό. Η ελάχιστη διάρκεια θαλάσσιας υπηρεσίας πρέπει να αντιστοιχεί στη διάρκεια θαλάσσιας υπηρεσίας που ορίζεται στα κεφάλαια ΙΙ και ΙΙΙ του παρόντος παραρτήματος. Ωστόσο, η ελάχιστη διάρκεια θαλάσσιας υπηρεσίας δεν πρέπει να είναι μικρότερη από εκείνη που ορίζεται στο τμήμα Α-VII/2 του κώδικα STCW,

1.4.

οι υποψήφιοι προς απόκτηση πιστοποιητικού που πρόκειται να εκτελέσουν καθήκοντα ναυσιπλοΐας σε λειτουργικό επίπεδο πρέπει να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις των κανονισμών του κεφαλαίου IV, ανάλογα με την περίπτωση, για την εκτέλεση καθηκόντων ασυρμάτου σύμφωνα με τους κανονισμούς ραδιοεπικοινωνίας,

1.5.

τα πιστοποιητικά εκδίδονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις του άρθρου 11 και τις διατάξεις που περιέχονται στο κεφάλαιο VII του κώδικα STCW.

2.

Κανένα πιστοποιητικό δεν εκδίδεται βάσει του παρόντος κεφαλαίου αν το κράτος μέλος δεν κοινοποιήσει προηγουμένως τις απαραίτητες πληροφορίες σύμφωνα με τη σύμβαση STCW στην Επιτροπή.

Κανονισμός VII/2

Έκδοση πιστοποιητικών ναυτικών

Κάθε ναυτικός που εκτελεί οποιαδήποτε καθήκοντα ή ομάδα καθηκόντων τα οποία ορίζονται στους πίνακες A-II/1, A-II/2, A-II/3, ή A-II/4 του κεφαλαίου ΙΙ ή στους πίνακες A-ΙΙΙ/1, A-ΙΙΙ/2, A-ΙΙΙ/4 του κεφαλαίου ΙΙΙ ή Α-IV/2 του κεφαλαίου IV του κώδικα STCW, πρέπει να είναι κάτοχος κατάλληλου πιστοποιητικού.

Κανονισμός VII/3

Αρχές που διέπουν την έκδοση εναλλακτικών πιστοποιητικών

1.

Ένα κράτος μέλος που επιλέγει να εκδώσει ή να εγκρίνει την έκδοση εναλλακτικών πιστοποιητικών εξασφαλίζει ότι τηρούνται οι ακόλουθες αρχές:

1.1.

κανένα εναλλακτικό σύστημα πιστοποίησης δεν εφαρμόζεται εάν δεν εξασφαλίζει ένα βαθμό ασφάλειας στη θάλασσα και δεν δρα προληπτικά όσον αφορά τη ρύπανση σε βαθμό τουλάχιστον ισοδύναμο με αυτόν που προβλέπεται στα λοιπά κεφάλαια,

1.2.

οποιαδήποτε ρύθμιση για εναλλακτική πιστοποίηση που εκδίδεται δυνάμει του παρόντος κεφαλαίου προβλέπει την ανταλλαξιμότητα των πιστοποιητικών με τα εκδιδόμενα δυνάμει των λοιπών κεφαλαίων.

2.

Η αρχή της εναλλαξιμότητας που προβλέπεται στο σημείο 1 πρέπει να εξασφαλίζει ότι:

2.1.

οι ναυτικοί κάτοχοι πιστοποιητικού σύμφωνα με τις ρυθμίσεις των κεφαλαίων ΙΙ ή/και ΙΙΙ και κάτοχοι πιστοποιητικού σύμφωνα με το κεφάλαιο VII είναι σε θέση να υπηρετήσουν σε πλοία που έχουν είτε παραδοσιακές είτε άλλες μορφές οργάνωσης επί του πλοίου,

2.2.

οι ναυτικοί δεν εκπαιδεύονται για συγκεκριμένη διαρρύθμιση πλοίου με τρόπο που να μειώνει τη δυνατότητά τους να χρησιμοποιήσουν τις γνώσεις τους αλλού.

3.

Κατά την έκδοση οποιουδήποτε πιστοποιητικού σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος κεφαλαίου, πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι ακόλουθες αρχές:

3.1.

η έκδοση εναλλακτικών πιστοποιητικών δεν θα χρησιμοποιηθεί από μόνη της:

3.1.1.

για μείωση του πληρώματος επί του πλοίου,

3.1.2.

για μείωση της ακεραιότητας του επαγγέλματος ή των επιδεξιοτήτων των ναυτικών, ή

3.1.3.

για να δικαιολογηθεί η ανάθεση των συνδυασμένων καθηκόντων των αξιωματικών φυλακής των μηχανών και του καταστρώματος σε έναν κάτοχο ενιαίου πιστοποιητικού κατά τη διάρκεια οποιασδήποτε συγκεκριμένης φυλακής,

3.2.

το πρόσωπο που έχει τη διακυβέρνηση του πλοίου πρέπει να χαρακτηρίζεται ως πλοίαρχος· η νομική θέση και η εξουσία του πλοιάρχου και των υπολοίπων δεν πρέπει να επηρεάζεται αρνητικά από την εφαρμογή οποιασδήποτε ρύθμισης που αφορά την έκδοση εναλλακτικών πιστοποιητικών.

4.

Οι αρχές που περιλαμβάνονται στα σημεία 1 και 2 πρέπει να εξασφαλίζουν ότι δεν μειώνεται η ικανότητα των αξιωματικών καταστρώματος και μηχανής.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΕΚΔΩΣΕΙ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ Η ΚΑΤ’ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ ΕΧΕΙ ΕΚΔΟΘΕΙ ΠΙΣΤΟΠΟΙΗΤΙΚΟ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 19 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 2

1.

Η τρίτη χώρα πρέπει να είναι μέρος της σύμβασης STCW.

2.

Η τρίτη χώρα πρέπει να έχει λάβει από την επιτροπή ναυτιλιακής ασφάλειας χαρακτηρισμό, σύμφωνα με τον οποίο θα έχει αποδείξει ότι εφαρμόζει, πλήρως και εξ ολοκλήρου, τις διατάξεις της σύμβασης STCW.

3.

Η Επιτροπή, επικουρούμενη από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια στη Θάλασσα και με την ενδεχόμενη συμμετοχή κάθε ενδιαφερόμενου κράτους μέλους, πρέπει να έχει επιβεβαιώσει, με όλα τα αναγκαία μέτρα, στα οποία είναι δυνατόν να περιλαμβάνεται η επιθεώρηση των εγκαταστάσεων και των διαδικασιών, ότι τηρούνται πλήρως οι απαιτήσεις σχετικά με τα πρότυπα ικανότητας, την έκδοση και θεώρηση πιστοποιητικών και την τήρηση μητρώων, καθώς και ότι έχει θεσπισθεί σύστημα προτύπων ποιότητας σύμφωνα με τον κανονισμό I/8 της σύμβασης STCW.

4.

Το κράτος μέλος πρόκειται να συμφωνήσει την ανάληψη δέσμευσης από την ενδιαφερόμενη τρίτη χώρα για την άμεση κοινοποίηση κάθε σημαντικής μεταβολής των ρυθμίσεων για την εκπαίδευση και την πιστοποίηση που παρέχεται σύμφωνα με τη σύμβαση STCW.

5.

Το κράτος μέλος έχει θεσπίσει μέτρα για να εξασφαλισθεί ότι ναυτικοί οι οποίοι υποβάλλουν προς αναγνώριση πιστοποιητικά για καθήκοντα σε διευθυντικό επίπεδο έχουν κατάλληλη γνώση της ναυτικής νομοθεσίας του κράτους μέλους ως προς τα καθήκοντα τα οποία τους επιτρέπεται να εκτελούν.

6.

Σε περίπτωση που κράτος μέλος επιθυμεί να συμπληρώσει την αξιολόγηση της συμμόρφωσης τρίτης χώρας με την αξιολόγηση ορισμένων εκπαιδευτικών ναυτικών ιδρυμάτων, πρέπει να ενεργεί σύμφωνα με τις διατάξεις του τμήματος A-I/6 του κώδικα STCW.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΜΕΡΟΣ Α

Καταργούμενη οδηγία με κατάλογο των διαδοχικών τροποποιήσεών της

(που αναφέρονται στο άρθρο 32)

Οδηγία 2001/25/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 136 της 18.5.2001, σ. 17)

 

Οδηγία 2002/84/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 324 της 29.11.2002, σ. 53)

Μόνον το άρθρο 11

Οδηγία 2003/103/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 326 της 13.12.2003, σ. 28)

 

Οδηγία 2005/23/ΕΚ της Επιτροπής

(ΕΕ L 62 της 9.3.2005, σ. 14)

 

Οδηγία 2005/45/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

(ΕΕ L 255 της 30.9.2005, σ. 160)

Μόνον το άρθρο 4

ΜΕΡΟΣ B

Κατάλογος καταληκτικών ημερομηνιών ενσωμάτωσης στο εθνικό δίκαιο

(που αναφέρονται στο άρθρο 32)

Οδηγία

Προθεσμία ενσωμάτωσης

2002/84/ΕΚ

23 Νοεμβρίου 2003

2003/103/ΕΚ

14 Μαΐου 2005

2005/23/ΕΚ

29 Σεπτεμβρίου 2005

2005/45/ΕΚ

20 Οκτωβρίου 2007


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΙΑΣ

Οδηγία 2001/25/ΕΚ

Παρούσα οδηγία

Άρθρο 1

Άρθρο 1

Άρθρο 2, εισαγωγική φράση

Άρθρο 2, εισαγωγική φράση

Άρθρο 2, πρώτη έως τέταρτη περίπτωση

Άρθρο 2 στοιχεία α) έως δ)

Άρθρα 3 έως 7

Άρθρα 3 έως 7

Άρθρο 7α

Άρθρο 8

Άρθρο 8

Άρθρο 9

Άρθρο 9 παράγραφος 1 εισαγωγική φράση

Άρθρο 10 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο εισαγωγική φράση

Άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β)

Άρθρο 10 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχεία α) και β)

Άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο γ) πρώτη πρόταση

Άρθρο 10 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο γ)

Άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο γ) δεύτερη πρόταση

Άρθρο 10 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 9 παράγραφος 1 στοιχείο δ)

Άρθρο 10 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο στοιχείο δ)

Άρθρο 9 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 10 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 10

Άρθρο 11

Άρθρο 11

Άρθρο 12

Άρθρο 12

Άρθρο 13

Άρθρο 13

Άρθρο 14

Άρθρο 14

Άρθρο 15

Άρθρο 15

Άρθρο 16

Άρθρο 16 παράγραφος 1, εισαγωγική φράση

Άρθρο 17 παράγραφος 1, εισαγωγική φράση

Άρθρο 16 παράγραφος 1, πρώτη έως τέταρτη περίπτωση

Άρθρο 17 παράγραφος 1 στοιχεία α) έως δ)

Άρθρο 16 παράγραφος 2 εισαγωγική φράση

Άρθρο 17 παράγραφος 2 εισαγωγική φράση

Άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχείο α) σημεία 1 και 2

Άρθρο 17 παράγραφος 2 στοιχείο α) σημεία i) και ii)

Άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχεία β και γ)

Άρθρο 17 παράγραφος 2 στοιχεία β) και γ)

Άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχείο δ) σημεία 1 και 2

Άρθρο 17 παράγραφος 2 στοιχείο δ) σημεία i) και ii)

Άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχείο δ) σημεία 3 i) και ii)

Άρθρο 17 παράγραφος 2 στοιχείο δ) σημείο iii), πρώτη και δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχείο ε)

Άρθρο 17 παράγραφος 2 στοιχείο ε)

Άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχείο στ) σημεία 1 έως 5

Άρθρο 17 παράγραφος 2 στοιχείο στ) σημεία i) έως v)

Άρθρο 16 παράγραφος 2 στοιχείο ζ)

Άρθρο 17 παράγραφος 2 στοιχείο ζ)

Άρθρο 17

Άρθρο 18

Άρθρο 18 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 18 παράγραφος 3 εισαγωγική φράση

Άρθρο 19 παράγραφος 1

Άρθρο 18 παράγραφος 3 στοιχείο α)

Άρθρο 19 παράγραφος 2

Άρθρο 18 παράγραφος 3 στοιχείο β)

Άρθρο 19 παράγραφος 3 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 3 στοιχείο γ)

Άρθρο 19 παράγραφος 3 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 18 παράγραφος 3 στοιχείο δ)

Άρθρο 19 παράγραφος 4

Άρθρο 18 παράγραφος 3 στοιχείο ε)

Άρθρο 19 παράγραφος 5

Άρθρο 18 παράγραφος 3 στοιχείο στ)

Άρθρο 19 παράγραφος 6

Άρθρο 18 παράγραφος 4

Άρθρο 19 παράγραφος 7

Άρθρο 18α παράγραφος 1 πρώτη και δεύτερη πρόταση

Άρθρο 20 παράγραφος 1 πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 18α παράγραφος 2 πρώτη και δεύτερη πρόταση

Άρθρο 20 παράγραφος 2 πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 18α παράγραφοι 3 έως 5

Άρθρο 20 παράγραφοι 3 έως 5

Άρθρο 18α παράγραφος 6 πρώτη και δεύτερη πρόταση

Άρθρο 20 παράγραφος 6 πρώτο και δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 18α παράγραφος 7

Άρθρο 20 παράγραφος 7

Άρθρο 18β

Άρθρο 21

Άρθρο 19

Άρθρο 22

Άρθρο 20 παράγραφος 1, εισαγωγική φράση

Άρθρο 23 παράγραφος 1, εισαγωγική φράση

Άρθρο 20 παράγραφος 1, πρώτη και δεύτερη περίπτωση

Άρθρο 23 παράγραφος 1 στοιχεία α) και β)

Άρθρο 20 παράγραφος 2, εισαγωγική φράση

Άρθρο 23 παράγραφος 2, εισαγωγική φράση

Άρθρο 20 παράγραφος 2, πρώτη έως έκτη περίπτωση

Άρθρο 23 παράγραφος 2 στοιχεία α) έως στ)

Άρθρο 20 παράγραφος 3

Άρθρο 23 παράγραφος 3

Άρθρο 21

Άρθρο 24

Άρθρο 21α

Άρθρο 25

Άρθρο 26 παράγραφος 1

Άρθρο 21β πρώτη πρόταση

Άρθρο 26 παράγραφος 2 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 21β δεύτερη πρόταση

Άρθρο 26 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 22 παράγραφος 1 πρώτη πρόταση

Άρθρο 27 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο

Άρθρο 22 παράγραφος 1 δεύτερη πρόταση

Άρθρο 27 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο

Άρθρο 27 παράγραφος 1 τρίτο εδάφιο

Άρθρο 22 παράγραφοι 3 και 4

Άρθρο 27 παράγραφοι 2 και 3

Άρθρο 23 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 28 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 28 παράγραφος 3

Άρθρο 23 παράγραφος 3

Άρθρο 24 παράγραφοι 1 και 2

Άρθρο 24 παράγραφος 3 στοιχεία 1 και 2

Άρθρο 29 στοιχεία α) και β)

Άρθρο 25

Άρθρο 30

Άρθρο 26 πρώτη πρόταση

Άρθρο 31 πρώτη παράγραφος

Άρθρο 26 δεύτερη πρόταση

Άρθρο 31 δεύτερη παράγραφος

Άρθρο 27

Άρθρο 32

Άρθρο 28

Άρθρο 33

Άρθρο 29

Άρθρο 34

Παραρτήματα Ι και ΙΙ

Παραρτήματα Ι και ΙΙ

Παράρτημα ΙΙΙ

Παράρτημα ΙV

Παράρτημα ΙΙΙ

Παράρτημα ΙV