28.3.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 90/36


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 27 Φεβρουαρίου 2006

για τη σύναψη, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, της συμφωνίας μεταξύ Ευρωπαϊκής Κοινότητας και Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη συμμετοχή της τελευταίας στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος και στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Πληροφοριών και Παρατηρήσεων για το Περιβάλλον

(2006/235/EK)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 175 παράγραφος 1 σε συνδυασμό με την πρώτη πρόταση του πρώτου εδαφίου του άρθρου 300 παράγραφος 2, την πρώτη πρόταση του πρώτου εδαφίου του άρθρου 300 παράγραφος 3 και το άρθρο 300 παράγραφος 4,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Εκτιμώντας τα εξής:

(1)

Οι δραστηριότητες του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος και του Ευρωπαϊκού Δικτύου Πληροφοριών και Παρατηρήσεων για το Περιβάλλον, όπως καθορίζονται με συμβουλιο τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1210/90 του Συμβουλίου (2), έχουν ήδη επεκταθεί σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες με διμερείς συμφωνίες μεταξύ αυτών και της Κοινότητας, λαμβανομένου υπόψη του διασυνοριακού χαρακτήρα των περιβαλλοντικών προβλημάτων και της σημασίας για ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας στο πεδίο του περιβάλλοντος.

(2)

Στις 20 Ιουλίου 2000, το Συμβούλιο εξουσιοδότησε την Επιτροπή να διαπραγματευθεί, εκ μέρους της Κοινότητας, με την Ελβετική Συνομοσπονδία μια συμφωνία σχετικά με τη συμμετοχή της τελευταίας στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος και στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Πληροφοριών και Παρατηρήσεων για το Περιβάλλον.

(3)

Με την επιφύλαξη ότι θα συναφθεί σε μεταγενέστερη ημερομηνία, η συμφωνία υπεγράφη εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στις 26 Οκτωβρίου 2004.

(4)

Η συμφωνία θα πρέπει να εγκριθεί από την Κοινότητα.

ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ :

Άρθρο 1

Με την παρούσα εγκρίνεται εξ ονόματος της Κοινότητας η συμφωνία μεταξύ Ευρωπαϊκής Κοινότητας και Ελβετικής Συνομοσπονδίας για τη συμμετοχή της τελευταίας στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος και στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Πληροφοριών και Παρατηρήσεων για το Περιβάλλον.

Το κείμενο της συμφωνίας επισυνάπτεται στην παρούσα απόφαση.

Άρθρο 2

Εξ ονόματος της Κοινότητας (3), ο Πρόεδρος του Συμβουλίου προβαίνει στη γνωστοποίηση που προβλέπεται στο άρθρο 20 της συμφωνίας.

Άρθρο 3

Η Κοινότητα εκπροσωπείται στη μεικτή επιτροπή του άρθρου 16 της συμφωνίας από την Επιτροπή.

Η θέση της Κοινότητας απέναντι στις αποφάσεις της μεικτής επιτροπής εγκρίνεται από το Συμβούλιο, με ειδική πλειοψηφία προτάσει της Επιτροπής, για θέματα που αφορούν τη χρηματοδοτική συμμετοχή της Ελβετίας και για τυχόν ουσιαστικές παρεκκλίσεις αναφορικά με την ενσωμάτωση κοινοτικών νομοθετημάτων στο παράρτημα Ι καθώς και για τυχόν τροποποίηση του παραρτήματος ΙΙΙ.

Για όλες τις άλλες αποφάσεις τις μεικτής επιτροπής, συμπεριλαμβανομένης της τακτικής ενσωμάτωσης κοινοτικών νομοθετημάτων στο παράρτημα Ι, με την επιφύλαξη τυχόν τεχνικών προσαρμογών, καθώς και για θέματα που άπτονται της εσωτερικής λειτουργίας της μεικτής επιτροπής, η θέση της Κοινότητας εγκρίνεται από την Επιτροπή.

Άρθρο 4

Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 27 Φεβρουαρίου 2006

Για το Συμβούλιο

Η Πρόεδρος

U. PLASSNIK


(1)  Δεν δημοσιεύθηκε ακόμη στην Επίσημη Εφημερίδα.

(2)  EE L 120, 11.5.1990, σ. 1. κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1641/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 245 της 29.9.2003, σ. 1).

(3)  Η ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας θα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τη Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου.



28.3.2006   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 90/37


ΣΥΜΦΩΝΊΑ

μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και της Ελβετικής Συνομοσπονδίας σχετικά με τη συμμετοχή της Ελβετίας στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος και στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Πληροφοριών και Παρατηρήσεων σχετικά με το Περιβάλλον

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑ, η οποία στο εξής αναφέρεται ως «Κοινότητα»,

και

Η ΕΛΒΕΤΙΚΗ ΣΥΝΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ, η οποία στο εξής αναφέρεται ως «Ελβετία»,

στο εξής καλούμενες «συμβαλλόμενα μέρη»,

ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΝΤΑΣ τον διασυνοριακό χαρακτήρα των περιβαλλοντικών ζητημάτων και τη σημασία της ενίσχυσης της διεθνούς συνεργασίας στο πεδίο του περιβάλλοντος,

ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1210/90 του Συμβουλίου, της 7ης Μαΐου 1990, για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος και του Ευρωπαϊκού Δικτύου Πληροφοριών και Παρατηρήσεων σχετικά με το Περιβάλλον, όπως τροποποιήθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 933/1999 του Συμβουλίου και με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1641/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου,

ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΣ ΥΠΟΨΗ ότι οι δραστηριότητες του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος και του Ευρωπαϊκού Δικτύου Πληροφοριών και Παρατηρήσεων σχετικά με το Περιβάλλον έχουν ήδη επεκταθεί σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες με διμερείς συμφωνίες τις οποίες έχει συνάψει η Ευρωπαϊκή Κοινότητα,

ΣΥΜΦΩΝΟΥΝ ΣΤΙΣ ΑΚΟΛΟΥΘΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ:

Άρθρο 1

Η Ελβετία συμμετέχει ως πλήρες μέλος στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος, στο εξής «Οργανισμός», και στο Ευρωπαϊκό Δίκτυο Πληροφοριών και Παρατηρήσεων σχετικά με το Περιβάλλον (EIONET) και εφαρμόζει τα νομοθετήματα που απαριθμούνται στο Παράρτημα Ι.

Άρθρο 2

Η Ελβετία συμβάλλει χρηματοδοτικά στις δραστηριότητες που αναφέρονται στο άρθρο 1 (Οργανισμός και EIONET) σύμφωνα με τα ακόλουθα:

α)

Η ετήσια συνεισφορά για ορισμένο έτος υπολογίζεται με βάση την κοινοτική επιχορήγηση στον προϋπολογισμό του Οργανισμού για το συγκεκριμένο έτος, διηρημένη δια του αριθμού των κρατών μελών της Κοινότητας·

β)

Οι περαιτέρω όροι και συνθήκες της χρηματοδοτικής συνεισφοράς της Ελβετίας περιγράφονται στο Παράρτημα ΙΙ.

Άρθρο 3

Η Ελβετία συμμετέχει πλήρως, χωρίς δικαίωμα ψήφου, στο Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού και συνδέεται με τις εργασίες της Επιστημονικής Επιτροπής του Οργανισμού.

Άρθρο 4

Η Ελβετία, εντός έξι μηνών από την έναρξη ισχύος της παρούσας συμφωνίας, ενημερώνει τον Οργανισμό για τα κύρια συστατικά στοιχεία των εθνικών της ενημερωτικών δικτύων κατά τα οριζόμενα στα νομοθετήματα που απαριθμούνται στο Παράρτημα Ι.

Άρθρο 5

Η Ελβετία υποδεικνύει ιδίως μεταξύ των οργάνων στους οποίους αναφέρεται το άρθρο 4 ή μεταξύ άλλων οργανισμών εγκατεστημένων στην επικράτειά της, μια «εθνική εστία» συντονισμού ή/και διαβίβασης δεδομένων που θα πρέπει να παρέχονται σε εθνικό επίπεδο στον Οργανισμό και στα όργανα ή φορείς που υπάγονται στο EIONET, συμπεριλαμβανομένων των τοπικών κέντρων που αναφέρονται στο άρθρο 6.

Άρθρο 6

Η Ελβετία μπορεί επίσης, εντός της προθεσμίας που ορίζεται στο άρθρο 4, να προσδιορίζει τα όργανα ή άλλους οργανισμούς εγκατεστημένους στην επικράτειά της στους οποίους μπορεί να ανατίθεται το καθήκον της συνεργασίας με τον Οργανισμό ως προς ορισμένα ζητήματα ιδιαίτερου ενδιαφέροντος. Όργανο προσδιοριζόμενο με τον τρόπο αυτό θα πρέπει να είναι σε θέση να συνάπτει συμφωνία με τον Οργανισμό προκειμένου να ενεργεί ως τοπικό κέντρο του δικτύου για συγκεκριμένα καθήκοντα. Τα κέντρα αυτά συνεργάζονται με άλλα όργανα υπαγόμενα στο δίκτυο.

Άρθρο 7

Μέσα σε έξι μήνες από τη λήψη των πληροφοριών στις οποίες αναφέρονται τα άρθρα 4, 5 και 6, το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού επανεξετάζει τα κύρια στοιχεία του δικτύου έτσι ώστε να ληφθεί υπόψη η συμμετοχή της Ελβετίας.

Άρθρο 8

Υπό τον όρο προστασίας της εμπιστευτικότητας, η Ελβετία θα πρέπει να παρέχει δεδομένα με βάση τις υποχρεώσεις και την πρακτική που ορίζονται στο πρόγραμμα εργασίας του Οργανισμού.

Άρθρο 9

Ο Οργανισμός μπορεί να συμφωνεί με τα όργανα ή φορείς που ορίζει η Ελβετία και τα οποία υπάγονται στο δίκτυο, κατά τα αναφερόμενα στα άρθρα 4, 5 και 6, σχετικά με τις αναγκαίες ρυθμίσεις, ιδίως συμβάσεις, προκειμένου να διεκπεραιώνονται επιτυχώς τα καθήκοντα τα οποία ενδεχομένως τους αναθέτει.

Άρθρο 10

Οι πληροφορίες για το περιβάλλον που παρέχονται στον Οργανισμό ή απορρέουν από αυτόν μπορούν να δημοσιεύονται και να δημοσιοποιούνται, υπό τον όρο ότι οι εμπιστευτικές πληροφορίες απολαύουν του αυτού βαθμού προστασίας στην Ελβετία όπως και στην Κοινότητα.

Άρθρο 11

Ο Οργανισμός διαθέτει νομική προσωπικότητα στην Ελβετία και απολαύει εντός αυτής της ευρύτερης δυνατής νομικής ικανότητας που αναγνωρίζεται σε νομικά πρόσωπα στα πλαίσια της νομοθεσίας της.

Άρθρο 12

Η Ελβετία εφαρμόζει για τον Οργανισμό το Πρωτόκολλο περί προνομίων και ασυλιών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, το οποίο παρατίθεται ως Παράρτημα ΙΙΙ.

Άρθρο 13

Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 12, παράγραφος 2, στοιχείο α) του κανονισμού (ΕΟΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 259/68 του Συμβουλίου, της 29ης Φεβρουαρίου 1968, περί του κανονισμού υπηρεσιακής κατάστασης των υπαλλήλων και των όρων απασχόλησης του λοιπού προσωπικού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Ελβετοί υπήκοοι με πλήρη πολιτικά δικαιώματα μπορούν να προσλαμβάνονται με σύμβαση από τον Εκτελεστικό Διευθυντή του Οργανισμού.

Άρθρο 14

Οι διατάξεις σχετικά με δημοσιονομικούς ελέγχους που διενεργεί η Κοινότητα στην Ελβετία και οι οποίοι αφορούν όσους συμμετέχουν στις δραστηριότητες του Οργανισμού ή του EIONET, περιγράφονται στο Παράρτημα IV.

Άρθρο 15

Τα συμβαλλόμενα μέρη λαμβάνουν όλα τα γενικά ή ειδικά μέτρα που απαιτούνται για την εκπλήρωση των υποχρεώσεών τους δυνάμει της παρούσας συμφωνίας. Τα συμβαλλόμενα μέρη μεριμνούν για την επίτευξη των στόχων της παρούσας συμφωνίας.

Άρθρο 16

1.   Μεικτή Επιτροπή, αποτελούμενη από εκπροσώπους των συμβαλλόμενων μερών, μεριμνά για την ορθή εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας. Η Μεικτή Επιτροπή συνέρχεται κατόπιν αιτήματος συμβαλλόμενου μέρους.

2.   Η Μεικτή Επιτροπή προβαίνει σε ανταλλαγή απόψεων σχετικά με τις προεκτάσεις της νέας κοινοτικής νομοθεσίας με την οποία τροποποιείται ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1210/90, ή κάθε άλλου νομοθετήματος στο οποίο αναφέρεται η παρούσα συμφωνία, συμπεριλαμβανομένων, κατά περίπτωση, τυχόν αναμενόμενων προεκτάσεων σχετικών με τη χρηματοδοτική συμμετοχή που προβλέπεται στο άρθρο 2 της παρούσας συμφωνίας και στο Παράρτημα ΙΙ αυτής.

3.   Σύμφωνα με τις αντίστοιχες εσωτερικές διαδικασίες των συμβαλλόμενων μερών, η Μεικτή Επιτροπή μπορεί να εκδίδει απόφαση για την τροποποίηση των Παραρτημάτων της παρούσας συμφωνίας ή να αποφασίζει κάθε άλλο μέτρο διασφάλισης της ορθής εκτέλεσης της παρούσας συμφωνίας.

4.   Η Μεικτή Επιτροπή ενεργεί με αμοιβαία συμφωνία.

Άρθρο 17

Τα Παραρτήματα της παρούσας συμφωνίας, συμπεριλαμβανομένου του προσαρτήματος, αποτελούν αναπόσπαστο μέρος αυτής.

Άρθρο 18

Η παρούσα συμφωνία εφαρμόζεται, αφενός, στα εδάφη στα οποία εφαρμόζεται η Συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, υπό τους όρους που προβλέπει η Συνθήκη αυτή και, αφετέρου, στο έδαφος της Ελβετίας.

Άρθρο 19

Η παρούσα συμφωνία συνάπτεται για αόριστο χρόνο. Κάθε συμβαλλόμενο μέρος μπορεί να καταγγείλει τη συμφωνία με κοινοποίηση προς το άλλο συμβαλλόμενο μέρος. Η παρούσα συμφωνία παύει να ισχύει έξι μήνες μετά την ημερομηνία της κοινοποίησης αυτής.

Άρθρο 20

Η παρούσα συμφωνία εγκρίνεται από τα συμβαλλόμενα μέρη σύμφωνα με τις κατ' ιδίαν διαδικασίες τους. Η παρούσα συμφωνία τίθεται σε ισχύ την πρώτη ημέρα του δεύτερου μήνα που έπεται της ημέρας κατά την οποία τα συμβαλλόμενα μέρη κοινοποιούν το ένα στο άλλο ότι ολοκληρώθηκαν οι προς τούτο απαραίτητες διαδικασίες.

Άρθρο 21

1.   Η παρούσα συμφωνία συντάσσεται εις διπλούν στην αγγλική, γαλλική, γερμανική, δανική, ελληνική, εσθονική, ισπανική, ιταλική, λετονική, λιθουανική, ολλανδική, ουγγρική, πολωνική, πορτογαλική, σλοβακική, σλοβενική, σουηδική, τσεχική και φινλανδική γλώσσα, και όλα τα κείμενα είναι εξίσου αυθεντικά.

2.   Η γνησιότητα του κειμένου στη μαλτέζικη γλώσσα βεβαιώνεται από τα συμβαλλόμενα μέρη βάσει ανταλλαγής επιστολών. Το κείμενο είναι εξίσου αυθεντικό με τα κείμενα των γλωσσών που αναφέρονται στην παράγραφο 1.

ΕΙΣ ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ, οι υπογεγραμμένοι πληρεξούσιοι έθεσαν την υπογραφή τους.

Hecho en Luxemburgo, el veintiséis de octubre de dos mil cuatro.

V Lucemburku dne dvacátého šestého října dva tisíce čtyři.

Udfærdiget i Luxembourg den seksogtyvende oktober to tusind og fire.

Geschehen zu Luxemburg am sechsundzwanzigsten Oktober zweitausendundvier.

Kahe tuhande neljanda aasta oktoobrikuu kahekümne kuuendal päeval Luxembourgis.

'Εγινε στo Λουξεμβούργο, στις είκοσι έξι Οκτωβρίου δύο χιλιάδες τέσσερα.

Done at Luxembourg on the twenty-sixth day of October in the year two thousand and four.

Fait à Luxembourg, le vingt-six octobre deux mille quatre.

Fatto a Lussemburgo, addì ventisei ottobre duemilaquattro.

Luksemburgā, divi tūkstoši ceturtā gada divdesmit sestajā oktobrī.

Priimta du tūkstančiai ketvirtų metų spalio dvidešimt šeštą dieną Liuksemburge.

Kelt Luxembourgban, a kettőezer-negyedik év október havának huszonhatodik napján.

Magħmula fil-Lussemburgu fis-sitta u għoxrin jum ta' Ottubru tas-sena elfejn u erbgħa.

Gedaan te Luxemburg, de zesentwintigste oktober tweeduizendvier.

Sporządzono w Luksemburgu, dnia dwudziestego szóstego października roku dwa tysiące czwartego.

Feito no Luxemburgo, em vinte e seis de Outubro de dois mil e quatro.

V Luxemburgu dvadsiateho šiesteho októbra dvetisícštyri.

V Luxembourgu, dne šestindvajsetega oktobra leta dva tisoč štiri

Tehty Luxemburgissa kahdentenakymmenentenäkuudentena päivänä lokakuuta vuonna kaksituhattaneljä.

Som skedde i Luxemburg den tjugosjätte oktober tjugohundrafyra.

Por la Comunidad Europea

Za Evropské společenství

For Det Europæiske Fællesskab

Für die Europäische Gemeinschaft

Euroopa Ühenduse nimel

Για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα

For the European Community

Pour la Communauté européenne

Per la Comunità europea

Eiropas Kopienas vārdā

Europos bendrijos vardu

az Európai Közösség részéről

Għall-Komunità Ewropea

Voor de Europese Gemeenschap

W imieniu Wspólnoty Europejskiej

Pela Comunidade Europeia

Za Európske spoločenstvo

za Evropsko skupnost

Euroopan yhteisön puolesta

På Europeiska gemenskapens vägnar

Image

Für die Schweizerische Eidgenossenschaft

Pour la Confédération suisse

Per la Confederazione svizzera

Image


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

Εφαρμοστέα νομοθετήματα

Νομοθετήματα που προσδιορίζονται στο παρόν Παράρτημα και παραπέμπουν σε κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή υποχρέωση για σύνδεση με την τελευταία, πρέπει να νοούνται, για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, ως ισχύοντα εξίσου για την Ελβετία ή ως υποχρέωση για σύνδεση με την Ελβετία.

Κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 1210/90 του Συμβουλίου, της 7ης Μαΐου 1990, για την ίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος και του Ευρωπαϊκού Δικτύου Πληροφοριών και Παρατηρήσεων σχετικά με το Περιβάλλον (ΕΕ L 120, 11.5.1990, σ. 1), όπως τροποποιήθηκε:

με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 933/1999 του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 1999 (ΕΕ L 117, 5.5.1999, σ. 1

με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1641/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 22ας Ιουλίου 2003 (ΕΕ L 245, 29.9.2003, σ. 1).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

Χρηματοδοτική συνεισφορά της Ελβετίας στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος

1.

Η χρηματοδοτική συνεισφορά της Ελβετίας στον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης για συμμετοχή στον Οργανισμό, υπολογίζεται διαιρώντας την ετήσια κοινοτική επιχορήγηση προς τον Οργανισμό, για δεδομένο έτος, δια του αριθμού των κρατών μελών της Κοινότητας.

2.

Η διαχείριση της συνεισφοράς της Ελβετίας γίνεται σύμφωνα με τον δημοσιονομικό κανονισμό που εφαρμόζεται στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

3.

Τα έξοδα ταξιδίου και διαμονής που βαρύνουν τους αντιπροσώπους και εμπειρογνώμονες της Ελβετίας για τους σκοπούς της συμμετοχής τους στις δραστηριότητες ή συνεδριάσεις του Οργανισμού σχετικά με την εκτέλεση του προγράμματος εργασιών του, επιστρέφονται από τον Οργανισμό επί της αυτής βάσεως και σύμφωνα με τις διαδικασίες που ισχύουν σήμερα για τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών της Κοινότητας.

4.

Από της ενάρξεως ισχύος της παρούσας συμφωνίας και στην αρχή κάθε επόμενου έτους, η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, στο εξής «Επιτροπή», απευθύνει στην Ελβετία πρόσκληση καταβολής συνεισφοράς αντίστοιχης προς τη συμμετοχή της στον Οργανισμό δυνάμει της παρούσας συμφωνίας. Για το πρώτο ημερολογιακό έτος της συμμετοχής της, η Ελβετία καταβάλει συνεισφορά, η οποία υπολογίζεται αναλογικά από την ημερομηνία έναρξης της συμμετοχής μέχρι τέλους του έτους. Για τα επόμενα έτη, η συνεισφορά θα υπολογίζεται σύμφωνα με την παρούσα συμφωνία.

Η συνεισφορά αυτή υπολογίζεται σε ευρώ και καταβάλλεται σε τραπεζικό λογαριασμό της Επιτροπής σε ευρώ.

5.

Η Ελβετία καταβάλλει τη συνεισφορά της με βάση την πρόσκληση καταβολής συνδρομής μέχρι την 1η Μαΐου, υπό τον όρο ότι η πρόσκληση αυτή θα έχει σταλεί από την Επιτροπή πριν από την 1η Απριλίου ή, το αργότερο, μέσα σε 30 ημέρες μετά την αποστολή της πρόσκλησης.

Τυχόν καθυστέρηση πληρωμής της συνεισφοράς συνεπάγεται την καταβολή τόκων από την Ελβετία, για το ποσό που οφείλεται κατά την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας πληρωμής. Το επιτόκιο αντιστοιχεί στο επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά την ημερομηνία λήξης της προθεσμίας πληρωμής για τις πράξεις της σε ευρώ, προσαυξημένο κατά 1,5 εκατοστιαία μονάδα.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

Πρωτόκολλο περι των προνομίων και ασύλιων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

ΤΑ ΥΨΗΛΑ ΣΥΜΒΑΛΛΟΜΕΝΑ ΜΕΡΗ,

ΕΚΤΙΜΩΝΤΑΣ ότι, σύμφωνα με το άρθρο 28 της Συνθήκης περί ιδρύσεως Ενιαίου Συμβουλίου και Ενιαίας Επιτροπής των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι εν λόγω Κοινότητες και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων απολαύουν στην επικράτεια των κρατών μελών προνομίων και ασυλιών που κρίνονται απαραίτητα για την εκπλήρωση της αποστολής τους,

ΣΥΜΦΩΝΗΣΑΝ επί των διατάξεων που ακολουθούν και οι οποίες προσαρτώνται στην Συνθήκη.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ I

ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ, ΚΕΦΑΛΑΙΑ, ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΥ ΚΑΙ ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ

Άρθρο 1

Οι χώροι και οι κτιριακές εγκαταστάσεις των Κοινοτήτων είναι απαραβίαστα και δεν υπόκεινται σε έρευνα, επίταξη, δήμευση ή απαλλοτρίωση.

Τα περιουσιακά στοιχεία και τα στοιχεία ενεργητικού των Κοινοτήτων δεν αποτελούν αντικείμενο κανενός αναγκαστικού μέτρου διαιτητικής ή δικαστικής αρχής χωρίς άδεια του Δικαστηρίου.

Άρθρο 2

Τα αρχεία των Κοινοτήτων είναι απαραβίαστα.

Άρθρο 3

Οι Κοινότητες, τα στοιχεία ενεργητικού τους, τα έσοδα και λοιπά περιουσιακά τους στοιχεία απαλλάσσονται όλων των άμεσων φόρων.

Οι κυβερνήσεις των κρατών μελών λαμβάνουν. κατά περίπτωση, τα κατάλληλα μέτρα για τη μείωση ή επιστροφή του ποσού των εμμέσων φόρων και των τελών επί των πωλήσεων που περιλαμβάνονται στην τιμή κινητής ή ακίνητης περιουσίας, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες οι Κοινότητες προβαίνουν, για υπηρεσιακή χρήση, σε σημαντικές αγορές των οποίων η τιμή περιλαμβάνει φόρους και τέλη τέτοιου είδους. Η εφαρμογή των διατάξεων αυτών, ωστόσο, δεν πρέπει να έχει ως αποτέλεσμα τη νόθευση του ανταγωνισμού εντός των Κοινοτήτων.

Καμία απαλλαγή δεν χορηγείται για φόρους, τέλη και δικαιώματα που επιβάλλονται ως ανταπόδοση για παροχές υπηρεσιών κοινής ωφελείας.

Άρθρο 4

Οι Κοινότητες απαλλάσσονται όλων των δασμών, απαγορεύσεων και περιορισμών επί των εισαγωγών και εξαγωγών ως προς τα είδη που προορίζονται για υπηρεσιακή χρήση. Τα εισαγόμενα κατ' αυτόν τον τρόπο είδη δεν διατίθενται, επαχθώς ή χαριστικώς, στο έδαφος της χώρας στην οποία έχουν εισαχθεί, εκτός αν αυτό γίνεται υπό όρους που εγκρίνει η κυβέρνηση της χώρας αυτής.

Οι Κοινότητες απαλλάσσονται επίσης από κάθε δασμό και κάθε απαγόρευση και περιορισμό επί των εισαγωγών και εξαγωγών, όσον αφορά τις δημοσιεύσεις τους.

Άρθρο 5

Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα δύναται να κατέχει συνάλλαγμα και να έχει λογαριασμούς σε οποιοδήποτε νόμισμα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ II

ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΕΣ ΚΑΙ ΤΑΥΤΟΤΗΤΕΣ

Άρθρο 6

Τα όργανα των Κοινοτήτων απολαύουν για την υπηρεσιακή τους επικοινωνία και τη διακίνηση των εγγράφων τους, εντός της επικρατείας κάθε κράτους μέλους, της μεταχείρισης που επιφυλάσσεται από το κράτος μέλος αυτό στις διπλωματικές αποστολές.

Η υπηρεσιακή αλληλογραφία και οι λοιπές υπηρεσιακές επικοινωνίες των οργάνων των Κοινοτήτων δεν υπόκεινται σε λογοκρισία.

Άρθρο 7

1.   Οι πρόεδροι των οργάνων των Κοινοτήτων δύνανται να εκδίδουν για τα μέλη και το λοιπό προσωπικό των οργάνων των Κοινοτήτων, ταυτότητες, ο τύπος των οποίων ορίζεται από το Συμβούλιο και οι οποίες αναγνωρίζονται ως έγκυρα πιστοποιητικά κυκλοφορίας από τις αρχές των κρατών μελών. Οι ταυτότητες εκδίδονται για τους υπαλλήλους των Κοινοτήτων και το λοιπό προσωπικό υπό προϋποθέσεις που καθορίζονται από τον κανονισμό περί της υπηρεσιακής καταστάσεως των υπαλλήλων και το καθεστώς που διέπει το λοιπό προσωπικό των Κοινοτήτων.

Η Επιτροπή δύναται να συνάπτει συμφωνίες για να αναγνωρισθούν οι ταυτότητες αυτές ως έγκυρα πιστοποιητικά κυκλοφορίας στην επικράτεια τρίτων κρατών.

2.   Εν τούτοις, το άρθρο 6 του Πρωτοκόλλου περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα εξακολουθεί να εφαρμόζεται για τα μέλη και το λοιπό προσωπικό των οργάνων που έχουν, κατά την έναρξη ισχύος της παρούσας Συνθήκης, στην κατοχή τους την ταυτότητα που προβλέπει το προαναφερθέν άρθρο, και αυτό μέχρις εφαρμογής των διατάξεων της ως άνω παραγράφου 1.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ III

ΜΕΛΗ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

Άρθρο 8

Περιορισμοί διοικητικής ή άλλης φύσεως δεν επιβάλλονται στην ελεύθερη μετακίνηση των μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όταν μεταβαίνουν στον τόπο συνεδριάσεως του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή όταν επιστρέφουν από αυτόν.

Στα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου παρέχονται, όσον αφορά τους τελωνειακούς και συναλλαγματικούς ελέγχους:

α)

Από τη δική τους κυβέρνηση, οι αυτές διευκολύνσεις που παρέχονται στους ανωτέρους υπαλλήλους οι οποίοι μεταβαίνουν στο εξωτερικό για επίσημη πρόσκαιρη αποστολή·

β)

από τις κυβερνήσεις των άλλων κρατών μελών, οι αυτές διευκολύνσεις που παρέχονται στους αντιπροσώπους αλλοδαπών κυβερνήσεων που ευρίσκονται σε επίσημη πρόσκαιρη αποστολή.

Άρθρο 9

Τα μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου δεν υπόκεινται σε έρευνα, κράτηση ή δίωξη για γνώμη ή ψήφο δοθείσα κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.

Άρθρο 10

Κατά τη διάρκεια των συνόδων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τα μέλη του απολαύουν:

α)

Εντός της επικρατείας των κρατών τους, των ασυλιών που αναγνωρίζονται στα μέλη του Κοινοβουλίου της χώρας τους·

β)

εντός της επικρατείας άλλων κρατών μελών, της εξαιρέσεως από κάθε μέτρο κρατήσεως και κάθε δικαστική δίωξη.

Η ασυλία τους καλύπτει επίσης όταν μεταβαίνουν στον τόπο συνεδριάσεως του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή όταν επιστρέφουν από αυτόν.

Επίκληση της ασυλίας δεν δύναται να γίνει στην περίπτωση αυτοφώρου εγκλήματος και ούτε δύναται να εμποδίσει την άσκηση του δικαιώματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου να άρει την ασυλία ενός από τα μέλη του.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ IV

ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΙ ΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΜΕΛΩΝ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΕΣ ΣΤΙΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Άρθρο 11

Οι αντιπρόσωποι των κρατών μελών που συμμετέχουν στις εργασίες των οργάνων των Κοινοτήτων, καθώς και οι σύμβουλοί τους και τεχνικοί εμπειρογνώμονες, απολαύουν, κατά τη διάρκεια της ασκήσεως των καθηκόντων τους και κατά τη διάρκεια ταξιδίων τους προς ή από τον τόπο συνεδριάσεως, των καθιερωμένων προνομίων, ασυλιών ή διευκολύνσεων.

Το παρόν άρθρο εφαρμόζεται επίσης στα μέλη των συμβουλευτικών οργάνων των Κοινοτήτων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ V

ΥΠΑΛΛΗΛΟΙ ΚΑΙ ΛΟΙΠΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ

Άρθρο 12

Στην επικράτεια κάθε κράτους μέλους και ανεξαρτήτως ιθαγενείας, οι υπάλληλοι και το λοιπό προσωπικό των Κοινοτήτων:

α)

Απολαύουν ετεροδικίας για πράξεις στις οποίες προέβησαν, συμπεριλαμβανομένου του προφορικού ή γραπτού λόγου, ενεργώντας υπό την επίσημη ιδιότητά τους, με την επιφύλαξη της εφαρμογής των διατάξεων των Συνθηκών που αφορούν, αφενός μεν, τους κανόνες περί ευθύνης των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού έναντι των Κοινοτήτων, αφετέρου δε, περί της αρμοδιότητος του Δικαστηρίου επί των διαφορών μεταξύ των Κοινοτήτων και των υπαλλήλων και λοιπού προσωπικού τους. Η ασυλία αυτή εξακολουθεί να ισχύει και μετά τη λήξη της θητείας τους·

β)

δεν υπόκεινται, όπως και οι σύζυγοί τους και τα συντηρούμενα από αυτούς μέλη της οικογενείας τους, στους περιορισμούς διακίνησης και στις διατυπώσεις εγγραφής στα μητρώα αλλοδαπών·

γ)

απολαύουν, όσον αφορά τις νομισματικές ρυθμίσεις ή τις ρυθμίσεις περί συναλλάγματος, των διευκολύνσεων που αναγνωρίζονται από την καθιερωμένη πρακτική στους υπαλλήλους των διεθνών οργανισμών·

δ)

απολαύουν του δικαιώματος να εισάγουν ατελώς την οικοσκευή και τα προσωπικά τους είδη κατά την πρώτη ανάληψη των καθηκόντων τους στην ενδιαφερομένη χώρα και του δικαιώματος να τα επανεξάγουν ατελώς, κατά τη λήξη της θητείας τους, με την επιφύλαξη και στις δύο περιπτώσεις των όρων που κρίνονται αναγκαίοι από την κυβέρνηση της χώρας στην οποία ασκείται το δικαίωμα·

ε)

απολαύουν του δικαιώματος να εισάγουν ατελώς το αυτοκίνητο που προορίζεται για προσωπική τους χρήση, το οποίο έχει αποκτηθεί στη χώρα της τελευταίας τους διαμονής ή στη χώρα της οποίας είναι υπήκοοι σύμφωνα με τους όρους του εσωτερικού εμπορίου αυτής και να το επανεξάγουν ατελώς, με την επιφύλαξη και στις δύο περιπτώσεις των όρων που κρίνονται αναγκαίοι από την κυβέρνηση της ενδιαφερομένης χώρας.

Άρθρο 13

Επί των αποδοχών, μισθών και λοιπών αμοιβών που καταβάλλουν οι Κοινότητες στους υπαλλήλους και το λοιπό προσωπικό τους, επιβάλλεται φόρος υπέρ των Κοινοτήτων σύμφωνα με τους όρους και τη διαδικασία που καθορίζονται από το Συμβούλιο προτάσει της Επιτροπής.

Οι υπάλληλοι και το λοιπό προσωπικό απαλλάσσονται από την επιβολή εσωτερικών φόρων επί των αποδοχών, μισθών και λοιπών αμοιβών, που καταβάλλονται από τις Κοινότητες.

Άρθρο 14

Για την εφαρμογή του φόρου επί του εισοδήματος και της περιουσίας, του φόρου κληρονομιών, καθώς και για την εφαρμογή των συμβάσεων περί αποφυγής της διπλής φορολογίας που έχουν συναφθεί μεταξύ των κρατών μελών των Κοινοτήτων, οι υπάλληλοι και το λοιπό προσωπικό, οι οποίοι έχουν εγκατασταθεί, απλώς και μόνο λόγω της ασκήσεως των καθηκόντων τους στην υπηρεσία των Κοινοτήτων, στην επικράτεια ενός κράτους μέλους, άλλου από το κράτος της φορολογικής κατοικίας την οποία έχουν κατά το χρόνο της εισόδου τους στην υπηρεσία των Κοινοτήτων, θεωρούνται και στις δύο αυτές χώρες ότι διατηρούν την προηγούμενη κατοικία τους εφόσον αυτή ευρίσκεται σε κράτος μέλος των Κοινοτήτων. Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται ομοίως και για τον ή τη σύζυγο στο μέτρο που αυτός ή αυτή δεν ασκεί ιδίαν επαγγελματική δραστηριότητα, καθώς και για τα τέκνα των οποίων έχουν την επιμέλεια και τα οποία συντηρούνται από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο παρόν άρθρο.

Τα κινητά πράγματα τα οποία ανήκουν στα πρόσωπα που προβλέπονται στην προηγούμενη παράγραφο και που ευρίσκονται στην επικράτεια του κράτους διαμονής απαλλάσσονται του φόρου κληρονομίας στο κράτος αυτό. Για την επιβολή του φόρου αυτού, θεωρούνται ευρισκόμενα εντός του κράτους της φορολογικής κατοικίας, με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων τρίτων κρατών και της ενδεχομένης εφαρμογής διατάξεων διεθνών συμβάσεων περί διπλής φορολογίας.

Κατοικία κτηθείσα απλώς και μόνο λόγω της ασκήσεως καθηκόντων στην υπηρεσία άλλων διεθνών οργανισμών δεν λαμβάνεται υπόψη για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Άρθρο 15

Το Συμβούλιο καθορίζει ομοφώνως, προτάσει της Επιτροπής, το καθεστώς των κοινωνικών παροχών, που εφαρμόζεται στους υπαλλήλους και το λοιπό προσωπικό των Κοινοτήτων.

Άρθρο 16

Το Συμβούλιο προσδιορίζει, προτάσει της Επιτροπής και κατόπιν διαβουλεύσεως με τα άλλα ενδιαφερόμενα όργανα, τις κατηγορίες υπαλλήλων και λοιπού προσωπικού των Κοινοτήτων, για τους οποίους εφαρμόζονται, εν όλω ή εν μέρει, οι διατάξεις των άρθρων 12, 13, δεύτερο εδάφιο, και 14.

Τα ονόματα, η υπηρεσιακή θέση και οι διευθύνσεις των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού που περιλαμβάνεται στις κατηγορίες αυτές ανακοινώνονται περιοδικώς στις κυβερνήσεις των κρατών μελών.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VI

ΠΡΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΑΣΥΛΙΕΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΚΡΑΤΩΝ ΔΙΑΠΙΣΤΕΥΜΕΝΩΝ ΣΤΙΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΕΣ

Άρθρο 17

Το κράτος μέλος στην επικράτεια του οποίου ευρίσκεται η έδρα των Κοινοτήτων παραχωρεί στις αποστολές τρίτων κρατών, που είναι διαπιστευμένες στις Κοινότητες, τις καθιερωμένες ασυλίες και διπλωματικά προνόμια.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ VII

ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Άρθρο 18

Τα προνόμια, οι ασυλίες και οι διευκολύνσεις παρέχονται στους υπαλλήλους και το λοιπό προσωπικό των Κοινοτήτων αποκλειστικώς προς το συμφέρον των Κοινοτήτων.

Τα όργανα των Κοινοτήτων υποχρεούνται να άρουν την ασυλία που εχορηγήθη σε έναν υπάλληλο ή σε οποιονδήποτε από το λοιπό προσωπικό, στις περιπτώσεις κατά τις οποίες κρίνουν ότι η άρση της ασυλίας δεν είναι αντίθετη προς τα συμφέροντα των Κοινοτήτων.

Άρθρο 19

Για την εφαρμογή του παρόντος Πρωτοκόλλου, τα όργανα των Κοινοτήτων ενεργούν σε συνεννόηση με τις αρμόδιες αρχές των ενδιαφερομένων κρατών μελών.

Άρθρο 20

Τα άρθρα 12 έως και 15 και 18 εφαρμόζονται για τα μέλη της Επιτροπής.

Άρθρο 21

Τα άρθρα 12 έως και 15 και το 18 εφαρμόζονται επί των δικαστών, των γενικών εισαγγελέων, των γραμματέων και των βοηθών εισηγητών του Δικαστηρίου, με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 3 των Πρωτοκόλλων περί του οργανισμού του Δικαστηρίου που αφορούν την ετεροδικία των δικαστών και των γενικών εισαγγελέων.

Άρθρο 22

Το παρόν Πρωτόκολλο εφαρμόζεται επίσης για την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, για τα μέλη των οργάνων της, για το προσωπικό της και για τους αντιπροσώπους των κρατών μελών, οι οποίοι συμμετέχουν στις εργασίες της, με την επιφύλαξη των διατάξεων του Πρωτοκόλλου περί του καταστατικού της.

Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων απαλλάσσεται επιπλέον παντός φόρου και τέλους λόγω αυξήσεως του κεφαλαίου της καθώς και διαφόρων διατυπώσεων που συνεπάγονται οι ενέργειες αυτές στο κράτος στο οποίο έχει την έδρα της. Επίσης, καμία επιβάρυνση δεν επιβάλλεται κατά τη διάλυση και εκκαθάρισή της. Τέλος, η δραστηριότητα της Τράπεζας και των οργάνων της, που ασκείται σύμφωνα με τους καταστατικούς όρους, δεν υπόκειται στους φόρους κύκλου εργασιών.

Άρθρο 23

Το παρόν Πρωτόκολλο εφαρμόζεται επίσης στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, στα μέλη των οργάνων της και στο προσωπικό της, με την επιφύλαξη των διατάξεων του Πρωτοκόλλου περί του καταστατικού του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα απαλλάσσεται επιπλέον από κάθε φόρο ή παρόμοια επιβάρυνση λόγω αυξήσεως του κεφαλαίου της καθώς και από τις διάφορες σχετικές διατυπώσεις που συνεπάγονται οι ενέργειες αυτές στο κράτος στο οποίο έχει την έδρα της. Οι δραστηριότητες της Τράπεζας και των οργάνων της, που ασκούνται σύμφωνα με το καταστατικό του Ευρωπαϊκού Συστήματος Κεντρικών Τραπεζών και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δεν υπόκεινται σε φόρο κύκλου εργασιών.

Οι ανωτέρω διατάξεις εφαρμόζονται επίσης και στο Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ινστιτούτο. Σε περίπτωση διάλυσης ή εκκαθάρισής του δεν επιβάλλεται καμία φορολογική επιβάρυνση.

ΕΙΣ ΠΙΣΤΩΣΗ ΤΩΝ ΑΝΩΤΕΡΩ, οι υπογεγραμμένοι πληρεξούσιοι υπέγραψαν το παρόν Πρωτόκολλο.

Έγινε στις Βρυξέλλες, στις οκτώ Απριλίου χίλια εννιακόσια εξήντα πέντε.


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

Δημοσιονομικός έλεγχος για ελβετούς που συμμετέχουν σε δραστηριότητες του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Περιβάλλοντος και του EIONET

Άρθρο 1

Απευθείας ανακοίνωση

Ο Οργανισμός και ο Επιτροπή επικοινωνούν απευθείας με κάθε πρόσωπο και φορέα εγκατεστημένο στην Ελβετία που συμμετέχει στις δραστηριότητες του Οργανισμού και του EIONET, ως συμβαλλόμενα μέρη ή ως συμμετέχοντες σε πρόγραμμα του Οργανισμού ή ως πρόσωπα αμειβόμενα από τον προϋπολογισμό του Οργανισμού ή της Κοινότητας, ή ως υπεργολάβοι. Τα πρόσωπα αυτά μπορούν να διαβιβάζουν απευθείας στην Επιτροπή και στον Οργανισμό κάθε πληροφορία και έγγραφο που υποχρεούνται να γνωστοποιούν με βάση τις πράξεις στις οποίες αναφέρεται η παρούσα συμφωνία και τα συναπτόμενα συμβόλαια ή συμβάσεις, καθώς και οι αποφάσεις που λαμβάνονται στο πλαίσιο αυτών.

Άρθρο 2

Έλεγχοι

1.   Σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου, της 25ης Ιουνίου 2002, και τον δημοσιονομικό κανονισμό που εγκρίθηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο του Οργανισμού, της 26ης Μαρτίου 2003, με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2343/2002 της Επιτροπής, της 23ης Δεκεμβρίου 2002, καθώς και σύμφωνα με τα άλλα μέσα στα οποία αναφέρεται η παρούσα συμφωνία, τα συμβόλαια ή οι συμβάσεις που συνάπτονται καθώς και οι αποφάσεις που λαμβάνονται όσον αφορά δικαιούχους εγκατεστημένους στην Ελβετία μπορούν να προβλέπουν τη δυνατότητα πραγματοποίησης, ανά πάσα στιγμή, ελέγχων επιστημονικών, δημοσιονομικών, τεχνολογικών ή άλλων σ' αυτούς και στους υπεργολάβους τους από υπαλλήλους του Οργανισμού και της Επιτροπής ή από άλλα πρόσωπα εξουσιοδοτημένα από τον Οργανισμό και την Επιτροπή.

2.   Οι υπάλληλοι του Οργανισμού και της Επιτροπής καθώς και άλλα πρόσωπα εξουσιοδοτημένα από τον Οργανισμό και την Επιτροπή έχουν κατάλληλη πρόσβαση σε χώρους, εργασίες και έγγραφα, καθώς και σε όλες τις πληροφορίες, ακόμα και σε ηλεκτρονική μορφή, που απαιτούνται για τη διενέργεια των ελέγχων. Το δικαίωμα πρόσβασης αναφέρεται ρητά στα συμβόλαια και τις συμβάσεις που συνάπτονται βάσει των πράξεων στις οποίες αναφέρεται η παρούσα συμφωνία.

3.   Το Ελεγκτικό Συνέδριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων έχει τα ίδια δικαιώματα με την Επιτροπή.

4.   Οι έλεγχοι μπορούν να διενεργούνται επί πέντε έτη μετά τη λήξη της παρούσας συμφωνίας ή σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στα συμβόλαια ή τις συμβάσεις καθώς και τις σχετικές αποφάσεις.

5.   Το Ελβετικό Ομοσπονδιακό Γραφείο Δημοσιονομικού Ελέγχου ενημερώνεται εκ των προτέρων για τους ελέγχους που διενεργούνται στην ελβετική επικράτεια. Η ενημέρωση αυτή δεν αποτελεί νομική προϋπόθεση για τη διενέργεια των ελέγχων.

Άρθρο 3

Επιτόπιοι έλεγχοι

1.   Στο πλαίσιο της παρούσας συμφωνίας, η Επιτροπή (OLAF) εξουσιοδοτείται να πραγματοποιεί επιτόπου ελέγχους και εξακριβώσεις στην ελβετική επικράτεια, σύμφωνα με τους όρους και τις λεπτομέρειες του κανονισμού (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου της 11ης Νοεμβρίου 1996.

2.   Η προετοιμασία και η διεξαγωγή των επιτόπου ελέγχων και εξακριβώσεων γίνονται από την Επιτροπή σε στενή συνεργασία με το Ελβετικό Ομοσπονδιακό Γραφείο Δημοσιονομικού Ελέγχου ή με άλλες αρμόδιες ελβετικές αρχές που ορίζει το Ελβετικό Ομοσπονδιακό Γραφείο Δημοσιονομικού Ελέγχου και στις οποίες απευθύνεται κοινοποίηση, σε εύθετο χρόνο, σχετικά με το αντικείμενο, τον σκοπό και τη νομική βάση των ελέγχων και εξακριβώσεων, έτσι ώστε να μπορούν να προσφέρουν την αναγκαία βοήθεια. Για τον σκοπό αυτόν, οι υπάλληλοι των αρμόδιων ελβετικών αρχών μπορούν να συμμετέχουν σε επιτόπου ελέγχους και εξακριβώσεις.

3.   Εάν οι ενδιαφερόμενες ελβετικές αρχές το επιθυμούν, οι επιτόπου έλεγχοι και εξακριβώσεις πραγματοποιούνται από κοινού από την Επιτροπή και από τις αρχές αυτές.

4.   Σε περίπτωση κατά την οποία οι συμμετέχοντες στο πρόγραμμα αντιτίθενται σε επιτόπου έλεγχο ή εξακρίβωση, οι ελβετικές αρχές, ενεργώντας σύμφωνα με εθνικούς κανόνες, παρέχουν στους ελεγκτές της Επιτροπής, τη βοήθεια που χρειάζονται για την εκτέλεση της αποστολής τους που συνίσταται σε επιτόπου έλεγχο ή εξακρίβωση.

5.   Η Επιτροπή γνωστοποιεί, το συντομότερο δυνατόν, στο Ελβετικό Ομοσπονδιακό Γραφείο Δημοσιονομικού Ελέγχου κάθε γεγονός ή υποψία σχετικά με διάπραξη παρατυπίας που υπέπεσε στην αντίληψή της κατά τη διενέργεια επιτόπου ελέγχου ή εξακρίβωσης. Σε κάθε περίπτωση, η Επιτροπή ενημερώνει την προαναφερθείσα ελβετική αρχή για το αποτέλεσμα των ελέγχων και εξακριβώσεων.

Άρθρο 4

Ενημέρωση και διαβούλευση

1.   Για τους σκοπούς της ορθής εφαρμογής του παρόντος Παραρτήματος, οι αρμόδιες ελβετικές και κοινοτικές αρχές ανταλλάσσουν πληροφορίες σε τακτική βάση και, κατόπιν αιτήματος ενός εκ των μερών, διενεργούν διαβουλεύσεις.

2.   Οι αρμόδιες ελβετικές αρχές ενημερώνουν αμελλητί τον Οργανισμό και την Επιτροπή για κάθε στοιχείο που περιέρχεται σε γνώση τους και από το οποίο προκύπτουν υπόνοιες για την ύπαρξη παρατυπίας σχετικής με τη σύναψη και την εκτέλεση των συμβολαίων ή συμβάσεων που συνάπτονται βάσει των πράξεων στις οποίες αναφέρεται η παρούσα συμφωνία.

Άρθρο 5

Εμπιστευτικός χαρακτήρας

Οι πληροφορίες που γνωστοποιούνται ή λαμβάνονται δυνάμει του παρόντος Παραρτήματος, υπό οιανδήποτε μορφή, καλύπτονται από το επαγγελματικό απόρρητο και προστατεύονται με τον ίδιο τρόπο όπως και οι ανάλογες πληροφορίες βάσει του ελβετικού δικαίου και αντίστοιχων διατάξεων που εφαρμόζονται για τα κοινοτικά όργανα. Οι πληροφορίες αυτές δεν γνωστοποιούνται σε πρόσωπα άλλα από εκείνα των κοινοτικών οργάνων, κρατών μελών ή της Ελβετίας, τα οποία πρέπει να τις γνωρίζουν ως εκ των καθηκόντων τους, ούτε χρησιμοποιούνται για σκοπούς άλλους από αυτούς της διασφάλισης της αποτελεσματικής προστασίας των οικονομικών συμφερόντων των συμβαλλόμενων μερών.

Άρθρο 6

Διοικητικά μέτρα και κυρώσεις

Με την επιφύλαξη της εφαρμογής του ελβετικού ποινικού δικαίου, ο Οργανισμός και η Επιτροπή μπορούν να επιβάλλουν διοικητικά μέτρα και κυρώσεις σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου της 25ης Ιουνίου 2002 και τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2342/2002 της Επιτροπής της 23ης Δεκεμβρίου 2002, καθώς και σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 2988/95 του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 1995, σχετικά με την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 7

Είσπραξη και εκτέλεση

Αποφάσεις λαμβανόμενες από τον Οργανισμό ή την Επιτροπή, στο πλαίσιο του πεδίου εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας, οι οποίες επιβάλλουν χρηματική υποχρέωση εις βάρος προσώπων άλλων πλην των κρατών, αποτελούν στην Ελβετία τίτλο εκτελεστό. Ο εκτελεστήριος τύπος περιάπτεται, χωρίς άλλον έλεγχο πλην της εξακρίβωσης της γνησιότητας του τίτλου, από την αρχή που ορίζει η ελβετική κυβέρνηση, η οποία ενημερώνει τον Οργανισμό ή την Επιτροπή σχετικά. Η αναγκαστική εκτέλεση γίνεται βάσει των ελβετικών δικονομικών κανόνων. Η νομιμότητα της απόφασης που αποτελεί εκτελεστό τίτλο υπόκειται στον έλεγχο του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Οι αποφάσεις του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων δυνάμει ρήτρας διαιτησίας είναι εκτελεστές υπό τους ίδιους όρους.