31999R0241

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 241/1999 του Συμβουλίου της 25ης Ιανουαρίου 1999 για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3295/94 περί μέτρων απαγόρευσης της ελεύθερης κυκλοφορίας, της εξαγωγής, της επανεξαγωγής και της υπαγωγής υπό καθεστώς αναστολής των εμπορευμάτων παραποίησης/απομίμησης και των αναπαραχθέντων χωρίς άδεια (πειρατικών)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 027 της 02/02/1999 σ. 0001 - 0005


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 241/1999 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 25ης Ιανουαρίου 1999 για τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3295/94 περί μέτρων απαγόρευσης της ελεύθερης κυκλοφορίας, της εξαγωγής, της επανεξαγωγής και της υπαγωγής υπό καθεστώς αναστολής των εμπορευμάτων παραποίησης/απομίμησης και των αναπαραχθέντων χωρίς άδεια (πειρατικών)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 113,

την πρόταση της Επιτροπής (1),

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (2),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (3),

Εκτιμώντας:

(1) ότι είναι σκόπιμο, σύμφωνα με το άρθρο 15 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3295/94 (4), να συναχθούν τα συμπεράσματα από την πείρα των πρώτων ετών εφαρμογής του εν λόγω κανονισμού, ώστε να βελτιωθεί η λειτουργία του συστήματος που θεσπίζει 7

(2) ότι διάθεση στο εμπόριο εμπορευμάτων που παραβιάζουν διπλώματα ευρεσιτεχνίας ή, συμπληρωματικά πιστοποιητικά προστασίας για τα φάρμακα όπως προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1768/92 του Συμβουλίου, της 18ης Ιουνίου 1992, σχετικά με την καθιέρωση συμπληρωματικού πιστοποιητικού προστασίας για τα φάρμακα (5), ή συμπληρωματικά πιστοποιητικά προστασίας για τα φυτοφαρμακευτικά προϊόντα όπως προβλέπονται από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1610/96 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Ιουλίου 1996, σχετικά με την καθιέρωση συμπληρωματικού πιστοποιητικού προστασίας για τα φυτοφαρμακευτικά προϊόντα (6), ζημιώνει σοβαρά τους δικαιούχους και αποτελεί αθέμιτη και παράνομη εμπορική δραστηριότητα 7 ότι είναι σκόπιμο να εμποδιστεί, με οποιοδήποτε δυνατό μέτρο, η διάθεση των εμπορευμάτων αυτών στην αγορά και να θεσπιστούν για το σκοπό αυτό μέτρα που θα επιτρέψουν την αποτελεσματική αντιμετώπιση αυτής της παράνομης δραστηριότητας χωρίς να περιοριστεί, ωστόσο, η ελευθερία του θεμιτού εμπορίου 7 ότι ο στόχος αυτός ενισχύει, εξάλλου, τις προσπάθειες που έχουν αναληφθεί σε διεθνές επίπεδο 7

(3) ότι είναι σκόπιμο, για να επιτευχθεί πλήρης προστασία των εξωτερικών συνόρων της Κοινότητας, να δοθεί στις τελωνειακές αρχές η δυνατότητα να εντοπίζουν όλες τις τελωνειακές καταστάσεις στις οποίες ενδέχεται να βρεθούν εμπορεύματα που παραβιάζουν ορισμένα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και άλλα εξομοιούμενα εμπορεύματα 7 ότι είναι, συνεπώς, σκόπιμο να απαγορευθεί η ελεύθερη κυκλοφορία τους στην Κοινότητα, ή η υπαγωγή τους σε καθεστώς αναστολής, η επανεξαγωγή καθώς και η τοποθέτησή τους σε ελεύθερη ζώνη ή ελεύθερη αποθήκη 7 ότι απαιτείται, εξάλλου, να καταστεί δυνατή η παρέμβαση των τελωνειακών αρχών ήδη από τη στιγμή εισόδου των εν λόγω εμπορευμάτων στην Κοινότητα 7

(4) ότι, όσον αφορά τα καθεστώτα αναστολής, τις ελεύθερες ζώνες και τις ελεύθερες αποθήκες, την επανεξαγωγή κατόπιν κοινοποιήσεως και την προσωρινή εναπόθεση, η παρέμβαση των τελωνειακών αρχών γίνεται μόνον όταν, κατά τη διεξαγωγή ελέγχου, εντοπιστούν εμπορεύματα για τα οποία υπάρχουν υπόνοιες ότι παραβιάζουν ορισμένα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας 7

(5) ότι, με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου, της 20ής Δεκεμβρίου 1993, για το κοινοτικό σήμα (7), θεσπίστηκε κοινοτικό καθεστώς σημάτων που προσφέρει στους δικαιούχους τους το δικαίωμα να αποκτούν, με ενιαία διαδικασία, κοινοτικά σήματα που χαίρουν ομοιόμορφης προστασίας και παράγουν αποτελέσματα σε ολόκληρη την Κοινότητα 7

(6) ότι, για να ενισχυθεί ο κοινοτικός χαρακτήρας του κοινοτικού σήματος, είναι σκόπιμο να διευκολυνθεί σε διοικητικό επίπεδο η τελωνειακή προστασία του εν λόγω σήματος 7

(7) ότι είναι σκόπιμο να τεθεί στη διάθεση των δικαιούχων τέτοιων σημάτων ένα σύστημα που να βασίζεται σε ενιαία απόφαση παρέμβασης που λαμβάνει η αρμόδια αρχή ενός από τα κράτη μέλη και η οποία ισχύει σε ένα ή περισσότερα άλλα κράτη μέλη 7 ότι είναι σκόπιμο να ληφθούν υπόψη οι εξελίξεις στον τομέα της ηλεκτρονικής ανταλλαγής δεδομένων στα πλαίσια διοικητικών διαδικασιών, ιδίως όσον αφορά την διαβίβαση αποφάσεων και πληροφοριών 7

(8) ότι, για να επιτραπεί η ομοιόμορφη εφαρμογή μιας τέτοιας απόφασης στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, είναι σκόπιμο να καθοριστεί ενιαία διάρκεια ισχύος της εν λόγω απόφασης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3295/94 τροποποιείται ως εξής:

1. Ο τίτλος αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3295/94 του Συμβουλίου, της 22ας Δεκεμβρίου 1994, περί του καθορισμού μέτρων για την εισαγωγή στην Κοινότητα καθώς και την εξαγωγή και επανεξαγωγή από την Κοινότητα εμπορευμάτων που παραβιάζουν ορισμένα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας.»

2. Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 1

1. Ο παρών κανονισμός ορίζει:

α) τις προϋποθέσεις παρέμβασης των τελωνειακών αρχών όταν εμπορεύματα για τα οποία υπάρχουν υπόνοιες ότι ανήκουν στην κατηγορία των εμπορευμάτων που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο α):

- δηλώνονται για την ελεύθερη κυκλοφορία, την εξαγωγή ή την επανεξαγωγή, σύμφωνα με το άρθρο 61 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 του Συμβουλίου, της 12ης Οκτωβρίου 1992, περί θεσπίσεως κοινοτικού τελωνειακού κώδικα (*),

- ανακαλύπτονται, κατά την άσκηση ελέγχου επί εμπορευμάτων υπό τελωνειακή επιτήρηση σύμφωνα με το άρθρο 37 του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92, υπαχθέντων σε καθεστώς αναστολής κατά την έννοια του άρθρου 84 παράγραφος 1 στοιχείο α) του ίδιου κανονισμού, επανεξαχθέντων κατόπιν κοινοποιήσεως ή τοποθετημένων σε ελεύθερη ζώνη ή ελεύθερη αποθήκη κατά την έννοια του άρθρου 166 του ίδιου κανονισμού,

και

β) τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνουν οι αρμόδιες αρχές έναντι των ιδίων αυτών εμπορευμάτων εφόσον αποδεικνύεται ότι είναι πράγματι εμπορεύματα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο α).

2. Κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού, νοούνται ως:

α) "εμπορεύματα που προσβάλλουν ένα δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας":

- τα "εμπορεύματα παραποίησης/απομίμησης", ήτοι:

- τα εμπορεύματα, συμπεριλαμβανομένης της συσκευασίας τους, που φέρουν χωρίς άδεια βιομηχανικό ή εμπορικό σήμα το οποίο είναι ίδιο με βιομηχανικό ή εμπορικό σήμα που έχει δεόντως καταχωρηθεί για τους ίδιους τύπους εμπορευμάτων, ή που δεν μπορεί να διαχωρισθεί ως προς τα βασικά του στοιχεία από το εν λόγω βιομηχανικό ή εμπορικό σήμα και το οποίο, ως εκ τούτου, παραβιάζει τα δικαιώματα του κατόχου του εν λόγω σήματος σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία ή τη νομοθεσία του κράτους μέλους στις τελωνειακές αρχές του οποίου απευθύνεται το αίτημα παρέμβασης,

- κάθε στοιχείο σήματος (λογότυπος, ετικέτα, αυτοκόλλητο, ενημερωτικό δελτίο, οδηγίες χρήσεως, έγγραφο εγγύησης), ακόμη και αν παρουσιάζεται χωριστά, υπό τους ιδίους όρους με εκείνους που ισχύουν για τα εμπορεύματα που αναφέρονται στο πρώτο σημείο,

- οι συσκευασίες οι οποίες περιέχουν σήματα εμπορευμάτων παραποίησης/απομίμησης, που παρουσιάζονται χωριστά, υπό τους ιδίους όρους με εκείνους που ισχύουν για τα εμπορεύματα που αναφέρονται στο πρώτο σημείο,

- τα "πειρατικά εμπορεύματα", ήτοι: τα εμπορεύματα που είναι, ή που περιέχουν, αντίγραφα τα οποία έχουν κατασκευαστεί χωρίς τη συναίνεση του κατόχου του δικαιώματος πνευματικής ιδιοκτησίας ή συγγενικών δικαιωμάτων ή του κατόχου δικαιώματος όσον αφορά το σχέδιο ή το πρότυπο που έχει καταχωρηθεί ή όχι στα πλαίσια του εθνικού δικαίου, ή προσώπου στο οποίο έχει δοθεί η δέουσα άδεια από τον κάτοχο στην χώρα παραγωγής στις περιπτώσεις που η υλοποίηση των εν λόγω αντιγράφων προσβάλλει το σχετικό δικαίωμα σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία ή τη νομοθεσία του κράτους μέλους στις τελωνειακές αρχές του οποίου απευθύνεται η αίτηση παρέμβασης,

- τα εμπορεύματα που παραβιάζουν, στο κράτος μέλος στο οποίο κατατίθεται η αίτηση παρέμβασης των τελωνειακών αρχών, δίπλωμα ευρεσιτεχνίας προϊόντος σύμφωνα με τη νομοθεσία αυτού του κράτους μέλους ή συμπληρωματικό πιστοποιητικό προστασίας, όπως προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1768/92 του Συμβουλίου (**) ή από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1610/96 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (***) 7

β) "κάτοχος του δικαιώματος": ο δικαιούχος σήματος κατασκευής ή εμπορικού σήματος ή διπλώματος ευρεσιτεχνίας ή πιστοποιητικού, ή/και κάτοχος ενός από τα δικαιώματα που αναφέρονται στο στοιχείο α), καθώς και οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο εξουσιοδοτημένο να χρησιμοποιεί το εν λόγω σήμα, δίπλωμα ευρεσιτεχνίας, πιστοποιητικό ή/και τα δικαιώματα αυτά, ή ο αντιπρόσωπός τους 7

γ) "κοινοτικό σήμα": το σήμα που ορίζεται στο άρθρο 1 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 40/94 του Συμβουλίου (****) 7

δ) "πιστοποιητικό": το συμπληρωματικό πιστοποιητικό προστασίας που προβλέπεται από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1768/92 ή από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 1610/96.

3. Εξομοιώνεται προς τα εμπορεύματα που αναφέρονται στην παράγραφο 2 στοιχείο α) κάθε καλούπι ή μήτρα που προορίζεται ή έχει προσαρμοστεί ειδικά για την κατασκευή παραποιημένου σήματος ή απομίμησης σήματος, ή εμπορεύματος που φέρει τέτοιο σήμα, για την κατασκευή εμπορεύματος που παραβιάζει δίπλωμα ευρεσιτεχνίας ή πιστοποιητικό ή για την κατασκευή πειρατικού εμπορεύματος, εφόσον η χρησιμοποίηση των εν λόγω καλουπιών ή μητρών παραβιάζει τα δικαιώματα του δικαιούχου σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία ή τη νομοθεσία του κράτους μέλους όπου έχει υποβληθεί αίτηση παρέμβασης των τελωνειακών αρχών.

4. Ο παρών κανονισμός δεν εφαρμόζεται στα εμπορεύματα που φέρουν σήμα κατασκευής ή εμπορικό σήμα με τη συναίνεση του δικαιούχου του σήματος ή που προστατεύονται από δίπλωμα ευρεσιτεχνίας ή πιστοποιητικό, από δικαίωμα δημιουργού ή συγγενικό δικαίωμα ή από δικαίωμα επί σχεδίου ή προτύπου και τα οποία έχουν μεν κατασκευαστεί με τη συναίνεση του κατόχου του δικαιώματος, αλλά βρίσκονται χωρίς τη συναίνεσή του σε μια από τις καταστάσεις που αναφέρει η παράγραφος 1 στοιχείο α).

Το ίδιο ισχύει για τα εμπορεύματα που αναφέρονται στο πρώτο εδάφιο τα οποία έχουν κατασκευαστεί ή φέρουν το σήμα, υπό όρους διαφορετικούς από αυτούς που έχουν συμφωνηθεί με τον κάτοχο των εν λόγω δικαιωμάτων.

(*) ΕΕ L 302 της 19. 10. 1992, σ. 1.

(**) ΕΕ L 182 της 2. 7. 1992, σ. 1.

(***) ΕΕ L 198 της 8. 8. 1996, σ. 30.

(****) ΕΕ L 11 της 4. 1. 1994, σ. 1.»

3. Ο τίτλος του κεφαλαίου ΙΙ αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Απαγόρευση της εισαγωγής, της ελεύθερης κυκλοφορίας, της εξαγωγής, της επανεξαγωγής και της υπαγωγής σε καθεστώς αναστολής, σε ελεύθερη ζώνη ή σε ελεύθερη αποθήκη εμπορευμάτων που παραβιάζουν ορισμένα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας.»

4. Το άρθρο 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 2

Απαγορεύεται η εισαγωγή στην Κοινότητα, η ελεύθερη κυκλοφορία, η εξαγωγή, η επανεξαγωγή ή η υπαγωγή σε καθεστώς αναστολής καθώς και η τοποθέτηση σε ελεύθερη ζώνη ή σε ελεύθερη αποθήκη εμπορευμάτων που αναγνωρίζονται, με τη διαδικασία του άρθρου 6, ως εμπορεύματα που αναφέρονται στο άρθρο 1, παράγραφος 2 στοιχείο α).»

5. Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α) στην παράγραφο 1, προστίθενται τα ακόλουθα δύο εδάφια:

«Όταν ο αιτών είναι δικαιούχος κοινοτικού σήματος, η αίτηση αυτή μπορεί να αποσκοπεί, εκτός από την παρέμβαση των τελωνειακών αρχών του κράτους μέλους στο οποίο αυτή υποβάλλεται, και στην παρέμβαση των τελωνειακών αρχών ενός ή περισσοτέρων από τα λοιπά κράτη μέλη.

Εφόσον υφίσταται σύστημα ηλεκτρονικής ανταλλαγής δεδομένων, τα κράτη μέλη μπορούν να προβλέπουν ότι η αίτηση τελωνειακής παρέμβασης γίνεται ηλεκτρονικώς» 7β) το τρίτο εδάφιο της παραγράφου 2, εισαγωγική φράση, αντικαθίσταται ως εξής:

«Ενδεικτικώς, όσον αφορά τα αναπαραχθέντα χωρίς άδεια (πειρατικά) εμπορεύματα ή εκείνα που θίγουν διπλώματα ευρεσιτεχνίας ή πιστοποιητικά, και στο μέτρο του δυνατού, οι πληροφορίες αυτές αφορούν ιδίως:» 7γ) οι παράγραφοι 3 και 4 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«3. Με εξαίρεση την περίπτωση αίτησης που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο, η αίτηση πρέπει να αναφέρει το χρονικό διάστημα για το οποίο ζητείται η παρέμβαση των τελωνειακών αρχών.

Η αίτηση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο πρέπει να αναφέρει το ή τα κράτη μέλη στα οποία ζητείται η παρέμβαση των τελωνειακών αρχών.

4. Ο αιτών μπορεί να κληθεί να καταβάλει τέλος για την κάλυψη των διοικητικών δαπανών που συνεπάγεται η διεκπεραίωση της αίτησης.

Εξάλλου, ο αιτών ή ο αντιπρόσωπός του μπορεί να κληθεί να καταβάλει, σε κάθε ένα από τα κράτη μέλη όπου εφαρμόζεται η απόφαση που αντιστοιχεί στην αίτηση, τέλος για την κάλυψη των διοικητικών δαπανών που συνεπάγεται η εφαρμογή της εν λόγω απόφασης.

Το ύψος των τελών αυτών δεν πρέπει να είναι δυσανάλογο προς την παρεχόμενη υπηρεσία.» 7δ) στην παράγραφο 5, παρεμβάλλεται το ακόλουθο τρίτο εδάφιο:

«Οταν υποβάλλεται αίτηση σύμφωνα με την παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο, το χρονικό αυτό διάστημα ορίζεται σε ένα έτος και μπορεί να παραταθεί κατά ένα έτος, μετά από αίτηση του κατόχου του δικαιώματος, από την υπηρεσία που εξέδωσε την αρχική απόφαση.» 7ε) στην παράγραφο 6 πρώτη περίπτωση, οι όροι «εμπορεύματα παραποίησης/απομίμησης ή πειρατικά εμπορεύματα» αντικαθίστανται από τους όρους «εμπορεύματα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α)» 7

στ) στην παράγραφο 6, προστίθεται το ακόλουθο τελευταίο εδάφιο:

«Όταν υποβάλλεται αίτηση σύμφωνα με την παράγραφο 1 δεύτερο εδάφιο, συνιστάται εγγύηση σε κάθε ένα από τα κράτη μέλη όπου απαιτείται και όπου εφαρμόζεται η απόφαση που αντιστοιχεί στην αίτηση.» 7ζ) η παράγραφος 7 έχει ως εξής:

«7. Ο κάτοχος του δικαιώματος οφείλει να ενημερώνει την υπηρεσία της παραγράφου 1 και, ενδεχομένως, την ή τις υπηρεσίες του άρθρου 5 παράγραφος 2 δεύτερο εδάφιο, στην περίπτωση που το δικαίωμά του δεν είναι δεόντως καταχωρημένο ή έχει λήξει η ισχύς του.» 7η) προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 9:

«9. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 έως 8 εφαρμόζονται κατ' αναλογία για την παράταση της απόφασης βάσει της αρχικής αίτησης».

6. Στο άρθρο 4, οι όροι «εμπόρευμα παραποίησης/απομίμησης ή πειρατικό εμπόρευμα» αντικαθίστανται από τους όρους «εμπόρευμα που αναφέρεται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α)».

7. Το άρθρο 5 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 5

1. Η απόφαση που εγκρίνει την αίτηση του κατόχου του δικαιώματος κοινοποιείται αμέσως στα τελωνεία του κράτους μέλους τα οποία ενδέχεται να αφορά το ζήτημα των εμπορευμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α) για τα οποία η εν λόγω αίτηση εκφράζει υποψίες.

2. Όταν υποβάλλεται αίτηση σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, εφαρμόζεται κατ' αναλογία το άρθρο 250 πρώτη περίπτωση του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92 στην απόφαση που εγκρίνει την εν λόγω αίτηση καθώς και στις αποφάσεις που την παρατείνουν ή την καταργούν.

Όταν η απόφαση που εγκρίνει την εν λόγω αίτηση χορηγείται, ο αιτών οφείλει να διαβιβάσει την εν λόγω απόφαση, συνοδευόμενη, ενδεχομένως, από οποιαδήποτε χρήσιμη πληροφορία καθώς και από τις μεταφράσεις της, στην υπηρεσία που υπάγεται στην τελωνειακή αρχή η οποία αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, του ή των κρατών μελών εντός των οποίων ο αιτών ζήτησε την παρέμβαση των τελωνειακών αρχών. Πάντως, με τη συμφωνία του αιτούντος, η διαβίβαση αυτή μπορεί να γίνει απ' ευθείας από την υπηρεσία η οποία υπάγεται στην τελωνειακή αρχή η οποία έλαβε την απόφαση. Κατόπιν, αιτήματος των τελωνειακών αρχών των ενδιαφερόμενων κρατών μελών, ο αιτών παρέχει πρόσθετες πληροφορίες οι οποίες καθίστανται αναγκαίες για την εκτέλεση της εν λόγω απόφασης.

Η περίοδος που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 5 τρίτο εδάφιο αρχίζει από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης που εγκρίνει την αίτηση. Η εν λόγω απόφαση τίθεται σε ισχύ στο ή στα κράτη μέλη στα οποία απευθύνεται μόνον από την ημερομηνία προσκόμισης που αναφέρεται στο δεύτερο εδάφιο και, ενδεχομένως, όταν καταβληθεί το τέλος που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 4 δεύτερο εδάφιο και συσταθεί η εγγύηση που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 6. Ωστόσο, η διάρκεια ισχύος της απόφασης αυτής δεν μπορεί, σε καμιά περίπτωση, να υπερβεί το ένα έτος από την ημερομηνία έκδοσης της απόφασης που εγκρίνει την αρχική αίτηση.

Η εν λόγω απόφαση κοινοποιείται εν συνεχεία αμέσως στα εθνικά τελωνεία τα οποία ενδέχεται να τα αφορούν τα εμπορεύματα για τα οποία εκφράζονται υπόνοιες ότι παραποιούν τα εμπορεύματα τα οποία αφορά.

Οι διατάξεις της παρούσας παραγράφου εφαρμόζονται κατ' αναλογία στην απόφαση παράτασης της αρχικής απόφασης».

8. Στο άρθρο 6 παράγραφος 1 πρώτο εδάφιο, οι όροι «εμπορεύματα παραποίησης/απομίμησης ή πειρατικά εμπορεύματα» αντικαθίστανται από τους όρους «εμπορεύματα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α)».

9. Στο άρθρο 7, η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2. Όταν πρόκειται περί εμπορευμάτων για τα οποία υπάρχουν υπόνοιες ότι παραβιάζουν διπλώματα ευρεσιτεχνίας, πιστοποιητικά ή δικαιώματα επί σχεδίων ή προτύπων, ο κάτοχος, ο εισαγωγέας ή ο παραλήπτης τους μπορεί να επιτύχει την παραλαβή των εμπορευμάτων αυτών ή την αποδέσμευσή τους, με την κατάθεση εγγύησης, εφόσον:

α) το τελωνείο ή η υπηρεσία που αναφέρει το άρθρο 6 παράγραφος 1 έχει ενημερωθεί, εντός της προθεσμίας της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου, για την παραπομπή του θέματος στην αρχή την αρμόδια να αποφαίνεται επί της ουσίας, όπως προβλέπεται από την παράγραφο 1 7

β) κατά τη λήξη της προθεσμίας αυτής, η εξουσιοδοτημένη προς τούτο αρχή δεν έχει επιβάλει συντηρητικά μέτρα 7

γ) έχουν ολοκληρωθεί όλες οι τελωνειακές διατυπώσεις.

Η εγγύηση πρέπει να είναι επαρκής ώστε να προστατεύονται τα συμφέροντα του κατόχου του δικαιώματος. Η σύσταση της εν λόγω εγγύησης δεν θίγει τα λοιπά έννομα μέσα προστασίας που διαθέτει ο κάτοχος του δικαιώματος. Αν στην αρχή που είναι αρμόδια να αποφαίνεται επί της ουσίας προσφύγει άλλος από τον κάτοχο του διπλώματος ευρεσιτεχνίας του πιστοποιητικού ή του δικαιώματος επί σχεδίου ή προτύπου, η εγγύηση αποδεσμεύεται, εάν ο δικαιούχος δεν ασκήσει το δικαίωμά του να προσφύγει στη δικαιοσύνη εντός είκοσι εργάσιμων ημερών από την ημέρα που του κοινοποιήθηκε η αναστολή της αδείας παραλαβής ή της δέσμευσης. Σε περίπτωση εφαρμογής του δεύτερου εδαφίου της παραγράφου 1, η προθεσμία αυτή μπορεί να ανέλθει σε τριάντα εργάσιμες ημέρες κατ' ανώτατο όριο».

10. Ο τίτλος του κεφαλαίου V αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Διατάξεις που εφαρμόζονται στα εμπορεύματα που αναγνωρίζονται ως εμπορεύματα που παραβιάζουν δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας».

11. Το άρθρο 8 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 8

1. Με την επιφύλαξη των άλλων εννόμων μέσων προστασίας που διαθέτει ο κάτοχος δικαιώματος, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα, προκειμένου οι αρμόδιες αρχές να είναι σε θέση:

α) κατά γενικό κανόνα, και σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της εθνικής νομοθεσίας, να καταστρέφουν τα εμπορεύματα που αναγνωρίζονται ως εμπορεύματα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α) ή να τα θέτουν εκτός εμπορικής κυκλοφορίας προκειμένου να αποφευχθεί η πρόκληση ζημίας στον κάτοχο του δικαιώματος, και αυτό χωρίς αποζημίωση κανενός είδους, και χωρίς καμία επιβάρυνση του Δημοσίου 7

β) να λαμβάνουν έναντι αυτών των εμπορευμάτων κάθε άλλο μέτρο που θα είχε ως αποτέλεσμα να στερήσει πράγματι τα εν λόγω πρόσωπα από το οικονομικό κέρδος του εγχειρήματος.

Πλην εξαιρετικών περιπτώσεων, δεν θεωρείται ότι παράγει τέτοιο αποτέλεσμα η απλή αφαίρεση των σημάτων τα οποία φέρουν αδικαιολογήτως τα εμπορεύματα παραποίησης/απομίμησης,

2. Τα εμπορεύματα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α) μπορούν να εγκαταλειφθούν υπέρ του Δημοσίου. Στην περίπτωση αυτή εφαρμόζεται η παράγραφος 1 στοιχείο α).

3. Εκτός από τις πληροφορίες που διαβιβάζονται δυνάμει του άρθρου 6 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο και υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπονται από το εν λόγω άρθρο, το τελωνείο ή η αρμόδια υπηρεσία ενημερώνει, κατόπιν αιτήσεώς του, τον κάτοχο του δικαιώματος όσον αφορά τα ονόματα και τις διευθύνσεις του αποστολέα, του εισαγωγέα ή του εξαγωγέα και του κατασκευαστή των εμπορευμάτων που αναγνωρίζονται ως εμπορεύματα που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α) καθώς και για την ποσότητα των εν λόγω εμπορευμάτων».

12. Στο άρθρο 9, οι παράγραφοι 1 και 2 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«1. Η αποδοχή αίτησης που συντάσσεται σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 δεν παρέχει στον κάτοχο του δικαιώματος αποζημίωση, όταν τα εμπορεύματα που αναφέρονται ατο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α) διαφύγουν τον έλεγχο του τελωνείου κατόπιν χορήγησης άδειας παραλαβής ή λόγω παραλείψεως επιβολής μέτρου δέσμευσης, όπως προβλέπεται από το άρθρο 6 παράγραφος 1, εκτός εάν συντρέχουν οι όροι της νομοθεσίας του κράτους μέλους όπου υποβλήθηκε η αίτηση ή, όταν η αίτηση αυτή υποβλήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπει η νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο τα εν λόγω εμπορεύματα διέφυγαν τον έλεγχο του τελωνείου.

2. Η άσκηση, από τελωνείο ή εξουσιοδοτημένη προς τούτο αρχή, των αρμοδιοτήτων που τους ανατίθενται για την καταπολέμηση της διακίνησης των εμπορευμάτων που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 2 στοιχείο α) δεν γεννά ευθύνη αυτών έναντι των προσώπων τα οποία αφορούν οι ενέργειες που αναφέρονται στο άρθρο 1 παράγραφος 1 στοιχείο α) και στο άρθρο 4, σε περίπτωση που τα πρόσωπα αυτά ζημιώνονται από την παρέμβασή τους, εκτός εάν συντρέχουν οι όροι της νομοθεσίας του κράτους μέλους όπου υποβλήθηκε η αίτηση ή, όταν η αίτηση αυτή υποβλήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 1 δεύτερο εδάφιο, υπό τις προϋποθέσεις που προβλέπει η νομοθεσία του κράτους μέλους στο οποίο σημειώθηκε η ζημία.»

13. Στο άρθρο 11, η δεύτερη φράση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Οι κυρώσεις αυτές δέον να έχουν αποτελεσματικό, ανάλογο και αποτρεπτικό χαρακτήρα».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός εφαρμόζεται από την 1η Ιουλίου 1999.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 25 Ιανουαρίου 1999.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. FISCHER

(1) ΕΕ C 108 της 7. 4. 1998, σ. 63.

(2) ΕΕ C 210 της 6. 7. 1998, σ. 125.

(3) ΕΕ C 284 της 14. 9. 1998, σ. 3.

(4) ΕΕ L 341 της 30. 12. 1994, σ. 8.

(5) ΕΕ L 182 της 2. 7. 1992, σ. 1 7 κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από την πράξη προσχώρησης του 1994.

(6) ΕΕ L 198 της 8. 8. 1996, σ. 30.

(7) ΕΕ L 11 της 14. 1. 1994, σ. 1 7 κανονισμός όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3288/94 (ΕΕ L 349 της 31. 12. 1994, σ. 83).