31999L0013

Οδηγία 1999/13/ΕΚ του Συμβουλίου της 11ης Μαρτίου 1999 για τον περιορισμό των εκπομπών πτητικών οργανικών ενώσεων που οφείλονται στη χρήση οργανικών διαλυτών σε ορισμένες δραστηριότητες και εγκαταστάσεις

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 085 της 29/03/1999 σ. 0001 - 0022


ΟΔΗΓΙΑ 1999/13/ΕΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 11ης Μαρτίου 1999 για τον περιορισμό των εκπομπών πτητικών οργανικών ενώσεων που οφείλονται στη χρήση οργανικών διαλυτών σε ορισμένες δραστηριότητες και εγκαταστάσεις

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 130 Σ παράγραφος 1,

την πρόταση της Επιτροπής (1)

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία που αναφέρεται στο άρθρο 189 Γ της συνθήκης (3),

Εκτιμώντας:

(1) ότι το πρόγραμμα δράσης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας στον τομέα του περιβάλλοντος το οποίο εγκρίθηκε από το Συμβούλιο και τους αντιπροσώπους των κυβερνήσεων των κρατών μελών, που συνήλθαν στο πλαίσιο του Συμβουλίου με τα ψηφίσματα της 22ας Νοεμβρίου 1973 (4), της 17ης Μαΐου 1977 (5), της 7ης Φεβρουαρίου 1983 (6), της 19ης Οκτωβρίου 1987 (7) και της 1ης Φεβρουαρίου 1993 (8), δίδουν έμφαση στη σημασία της πρόληψης και του περιορισμού της ατμοσφαιρικής ρύπανσης 7

(2) ότι, ειδικότερα, στο ψήφισμα της 19ης Οκτωβρίου 1987, υπογραμμίζεται η σημασία της επικέντρωσης της κοινοτικής δράσης, μεταξύ άλλων, στην εφαρμογή κατάλληλων προτύπων ώστε να διασφαλιστεί ένα υψηλό επίπεδο προστασίας της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος 7

(3) ότι η Ευρωπαϊκή Κοινότητα και τα κράτη μέλη της είναι συμβαλλόμενα μέρη του πρωτοκόλλου της σύμβασης του 1979 για τη διασυνοριακή ατμοσφαιρική ρύπανση μακράς αποστάσεως, το οποίο αφορά τον έλεγχο των εκπομπών πτητικών οργανικών ενώσεων για να περιοριστούν οι διασυνοριακές ροές τους, καθώς και οι ροές των συνακόλουθων δευτερογενών φωτοχημικών οξειδωτικών παραγόντων, με σκοπό την προστασία της υγείας του ανθρώπου και του περιβάλλοντος από δυσμενείς επιπτώσεις 7

(4) ότι η οφειλόμενη στις πτητικές οργανικές ενώσεις ρύπανση σε ένα κράτος μέλος συχνά έχει επίδραση στον ατμοσφαιρικό αέρα και στα ύδατα άλλων κρατών μελών 7 ότι, σύμφωνα με το άρθρο 130 Ρ της συνθήκης, απαιτείται δράση σε κοινοτικό επίπεδο 7

(5) ότι, λόγω των χαρακτηριστικών τους, η χρήση οργανικών διαλυτών σε ορισμένες δραστηριότητες και εγκαταστάσεις, προκαλεί έκλυση οργανικών ενώσεων στον ατμοσφαιρικό αέρα, οι οποίες μπορούν να βλάψουν τη δημόσια υγεία, ή/και συντελεί στον τοπικό και διασυνοριακό σχηματισμό φωτοχημικών οξειδωτικών παραγόντων στο οριακό στρώμα της τροπόσφαιρας, οι οποίοι προκαλούν ζημίες σε φυσικούς πόρους ζωτικής σημασίας για το περιβάλλον και την οικονομία και, σε ορισμένες συνθήκες έκθεσης, έχουν βλαβερή επίδραση στην υγεία του ανθρώπου 7

(6) ότι η μεγάλη συχνότητα εμφάνισης υψηλών συγκεντρώσεων τροποσφαιρικού όζοντος τα τελευταία έτη έχει προξενήσει διάχυτη ανησυχία για τις επιπτώσεις τους στη δημόσια υγεία και στο περιβάλλον 7

(7) ότι, επομένως, απαιτείται προληπτικά δράση για την προστασία της δημόσιας υγείας και του περιβάλλοντος από τις συνέπειες ιδιαίτερα βλαβερών εκπομπών, που οφείλονται στη χρήση οργανικών διαλυτών, και για τη διασφάλιση του δικαιώματος των πολιτών σε ένα καθαρό και υγιεινό περιβάλλον 7

(8) ότι οι εκπομπές οργανικών ενώσεων μπορούν να αποφευχθούν ή να περιοριστούν σε πολλές δραστηριότητες και εγκαταστάσεις, δεδομένου ότι στην αγορά διατίθενται ήδη ή πρόκειται να διατεθούν τα επόμενα έτη λιγότερο βλαβερά πιθανώς υποκατάστατα 7 ότι, στις περιπτώσεις όπου δεν υπάρχουν κατάλληλα υποκατάστατα, θα πρέπει να ληφθούν άλλα τεχνικά μέτρα για τον περιορισμό των εκπομπών στο περιβάλλον, στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό από οικονομική και τεχνική άποψη 7

(9) ότι η χρήση οργανικών διαλυτών και οι εκπομπές οργανικών ενώσεων που έχουν τις σοβαρότερες επιπτώσεις στη δημόσια υγεία θα πρέπει να περιοριστούν στο βαθμό που αυτό είναι εφικτό από τεχνική άποψη 7

(10) ότι οι εγκαταστάσεις και διεργασίες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας και δεν υπόκεινται σε άδεια βάσει της κοινοτικής ή εθνικής νομοθεσίας, θα πρέπει τουλάχιστον να καταχωρούνται σε μητρώα 7

(11) ότι απαιτείται προσαρμογή των υφισταμένων εγκαταστάσεων και δραστηριοτήτων όπου χρειάζεται, εντός κατάλληλου χρονικού διαστήματος, ώστε να είναι ικανές να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις που καθορίζονται για νέες εγκαταστάσεις και δραστηριότητες 7 ότι το χρονικό αυτό διάστημα θα πρέπει να συμβαδίζει με το χρονοδιάγραμμα συμμόρφωσης προς την οδηγία 96/61/ΕΚ του Συμβουλίου, της 24ης Σεπτεμβρίου 1996, σχετικά με την ολοκληρωμένη πρόληψη και έλεγχο της ρύπανσης (9) 7

(12) ότι, στα τμήματα υφισταμένων εγκαταστάσεων που υπόκεινται σε ουσιαστικές μετατροπές, πρέπει, καταρχήν, να εφαρμόζονται τα πρότυπα για τις νέες εγκαταστάσεις ως προς τον εξοπλισμό που έχει υποστεί την ουσιαστική μετατροπή 7

(13) ότι οργανικοί διαλύτες χρησιμοποιούνται σε πολλούς διαφορετικούς τύπους εγκαταστάσεων και δραστηριοτήτων, και, επομένως, θα πρέπει πέραν των γενικών απαιτήσεων, να καθοριστούν ειδικές απαιτήσεις καθώς και, συγχρόνως, όρια για το μέγεθος των εγκαταστάσεων ή των δραστηριοτήτων, τα οποία πρέπει να συμφωνούν με την παρούσα οδηγία 7

(14) ότι υψηλού επιπέδου προστασία του περιβάλλοντος απαιτεί τον καθορισμό και την επίτευξη περιορισμών στις εκπομπές οργανικών ενώσεων και κατάλληλων συνθηκών λειτουργίας - σύμφωνα με την αρχή της καλύτερης διαθέσιμης τεχνολογίας - για ορισμένες εγκαταστάσεις και δραστηριότητες στην Κοινότητα στις οποίες χρησιμοποιούνται οργανικοί διαλύτες 7

(15) ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, τα κράτη μέλη δύνανται να απαλλάσσουν το φορέα εκμετάλλευσης από την υποχρέωση να τηρεί τις οριακές τιμές εκπομπών, εφόσον υπάρχουν εναλλακτικά μέτρα, όπως η χρήση προϊόντων ή τεχνικών με χαμηλή περιεκτικότητα διαλυτών ή χωρίς καθόλου διαλύτες, που επιτρέπουν να επιτευχθεί ισοδύναμος περιορισμός των εκπομπών 7

(16) ότι θα πρέπει να ληφθούν καταλλήλως υπόψη τα μέτρα περιορισμού των εκπομπών που θα έχουν ληφθεί πριν από την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας 7

(17) ότι εναλλακτικές προσεγγίσεις του περιορισμού, ενδεχομένως επιτρέπουν να επιτευχθούν οι στόχοι της παρούσας οδηγίας με αποδοτικότερο τρόπο από την εφαρμογή ενιαίων οριακών τιμών εκπομπών 7 ότι, συνεπώς, τα κράτη μέλη μπορούν να απαλλάσσουν από την υποχρέωση τήρησης των ορίων των εκπομπών, τις υφιστάμενες εγκαταστάσεις, εφόσον θέσουν σε εφαρμογή εθνικό σχέδιο, ικανό να φέρει ως αποτέλεσμα, εντός του χρονοδιαγράμματος εφαρμογής της παρούσας οδηγίας, ίσο τουλάχιστον ποσοστό μείωσης των εκπομπών οργανικών ενώσεων από αυτές τις δραστηριότητες και εγκαταστάσεις 7

(18) ότι οι υφιστάμενες εγκαταστάσεις που εμπίπτουν στις διατάξεις της οδηγίας 96/61/ΕΚ και οι οποίες καλύπτονται από εθνικό σχέδιο, σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να εξαιρεθούν από τις διατάξεις της οδηγίας εκείνης, συμπεριλαμβανομένου του άρθρου 9 παράγραφος 4 αυτής 7

(19) ότι, σε πολλές περιπτώσεις, είναι δυνατόν να επιτρέπεται στις μικρές και μεσαίες εγκαταστάσεις, νέες και υφιστάμενες, να πληρούν λιγότερο αυστηρές απαιτήσεις για να διατηρήσουν την ανταγωνιστικότητά τους 7

(20) ότι, όσον αφορά το στεγνό καθάρισμα, είναι κατάλληλο ένα μηδενικό κατώτατο όριο, με συγκεκριμένες εξαιρέσεις 7

(21) ότι απαιτείται παρακολούθηση των εκπομπών, που περιλαμβάνει την εφαρμογή τεχνικών μέτρησης για να αξιολογούνται, οι συγκεντρώσεις κατά μάζα ή η ποσότητα των ρύπων που επιτρέπεται να εκλύονται στο περιβάλλον 7

(22) ότι οι φορείς εκμετάλλευσης θα πρέπει να μειώσουν τις εκπομπές οργανικών διαλυτών, συμπεριλαμβανομένων των ανεξέλεγκτων εκπομπών, και τις εκπομπές οργανικών ενώσεων 7 ότι το σχέδιο διαχείρισης διαλυτών αποτελεί σημαντικό εργαλείο για την εξακρίβωση της ανωτέρω μείωσης 7 ότι είναι μεν δυνατόν να δοθούν κατευθύνσεις αλλά το σχέδιο διαχείρισης διαλυτών δεν έχει φθάσει ακόμη στο στάδιο της ωριμότητας, ώστε να μπορεί να θεσπιστεί κοινοτική μεθοδολογία 7

(23) ότι τα κράτη μέλη οφείλουν να καθορίσουν τη διαδικασία που πρέπει να εφαρμόζεται και τα μέτρα που πρέπει να λαμβάνονται σε περίπτωση υπέρβασης των ορίων των εκπομπών 7

(24) ότι η Επιτροπή και τα κράτη μέλη θα πρέπει να συνεργαστούν για να εξασφαλιστεί η ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και την πρόοδο όσον αφορά τις δυνατότητες υποκατάστασης,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1 Στόχος και πεδίο εφαρμογής

Η παρούσα οδηγία αποσκοπεί στην πρόληψη ή τον περιορισμό των άμεσων και έμμεσων επιπτώσεων που έχουν οι εκπομπές πτητικών οργανικών ενώσεων στο περιβάλλον, κυρίως δε στον ατμοσφαιρικό αέρα, καθώς και των πιθανών κινδύνων που συνεπάγονται για την υγεία των ανθρώπων, με μέτρα και διαδικασίες που πρέπει να εφαρμόζονται στις δραστηριότητες οι οποίες ορίζονται στο παράρτημα I, κατά το μέτρο που αυτές ασκούνται πέρα από τα όρια κατανάλωσης διαλυτών που εκτίθενται στο παράρτημα IIA.

Άρθρο 2 Ορισμοί

Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

1. «εγκατάσταση»: μια μόνιμη τεχνική μονάδα στην οποία ασκούνται μία ή περισσότερες από τις δραστηριότητες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής το οριζόμενο στο άρθρο 1, καθώς και οποιεσδήποτε άλλες άμεσα συνδεδεμένες δραστηριότητες που έχουν τεχνική σχέση με τις εκεί ασκούμενες δραστηριότητες και που θα μπορούσαν να επηρεάζουν τις εκπομπές 7

2. «υφιστάμενη εγκατάσταση»: εγκατάσταση που ήδη λειτουργεί ή, βάσει νομοθετικών διατάξεων που ίσχυαν πριν από την ημερομηνία θέσης σε εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, εγκατάσταση που έχει λάβει άδεια ή εγκατάσταση που έχει καταχωρηθεί σε μητρώο ή για την οποία, κατά τη γνώμη της αρμόδιας αρχής, έχει υποβληθεί πλήρης αίτηση για άδεια, με την προϋπόθεση ότι η εν λόγω εγκατάσταση τίθεται σε λειτουργία το αργότερο ένα έτος μετά την ημερομηνία θέσης σε εφαρμογή της παρούσας οδηγίας 7

3. «μικρή εγκατάσταση»: η εγκατάσταση που εμπίπτει στην κατώτερη κλίμακα ορίων μεγέθους των σημείων 1, 3, 4, 5, 8, 10, 13, 16 ή 17 του παραρτήματος IIA, ή, για τις λοιπές δραστηριότητες του παραρτήματος IIA, με κατανάλωση διαλυτών μικρότερη των 10 τόνων ανά έτος 7

4. «ουσιαστική μετατροπή»:

- προκειμένου περί εγκατάστασης που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 96/61/ΕΚ, αυτό που ορίζεται στην εν λόγω οδηγία,

- προκειμένου περί μικρής εγκατάστασης, κάθε αλλαγή της ονομαστικής δυναμικότητας που συνεπάγεται αύξηση των εκπομπών πτητικών οργανικών ενώσεων κατά περισσότερο από 25 %. Κάθε αλλαγή που, κατά τη γνώμη της αρμόδιας αρχής, μπορεί να έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου ή στο περιβάλλον, αποτελεί επίσης ουσιαστική μετατροπή,

- προκειμένου περί όλων των άλλων εγκαταστάσεων, κάθε αλλαγή της ονομαστικής δυναμικότητας που συνεπάγεται αύξηση των εκπομπών πτητικών οργανικών ενώσεων κατά περισσότερο από 10 %. Κάθε αλλαγή που, κατά τη γνώμη της αρμόδιας αρχής, μπορεί να έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου ή στο περιβάλλον, αποτελεί επίσης ουσιαστική μετατροπή 7

5. «αρμόδια αρχή»: η αρχή (ή αρχές) ή οι οργανισμοί που, βάσει των νομοθετικών διατάξεων των κρατών μελών, είναι υπεύθυνοι για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από την παρούσα οδηγία 7

6. «φορέας εκμετάλλευσης»: κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που εκμεταλλεύεται ή ελέγχει την εγκατάσταση ή στο οποίο, όταν αυτό προβλέπεται στην εθνική νομοθεσία, έχει μεταβιβαστεί αποφασιστική για την τεχνική λειτουργία της εγκατάστασης οικονομική ισχύς 7

7. «άδεια»: η έγγραφη απόφαση με την οποία η αρμόδια αρχή επιτρέπει τη λειτουργία ολόκληρης της εγκατάστασης ή μέρους αυτής 7

8. «καταχώρηση σε μητρώο»: η καθορισμένη με νομοθετική πράξη διαδικασία, κατά την οποία ο φορέας εκμετάλλευσης, ως ελάχιστη προϋπόθεση, γνωστοποιεί στην αρμόδια αρχή την πρόθεσή του να θέσει σε λειτουργία μία εγκατάσταση ή δραστηριότητα που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας 7

9. «εκπομπές»: κάθε έκλυση πτητικών οργανικών ενώσεων από εγκατάσταση στο περιβάλλον 7

10. «διάχυτες εκπομπές»: όλες οι εκπομπές πτητικών οργανικών ενώσεων, πλην των περιεχόμενων στα απαέρια, στον ατμοσφαιρικό αέρα, στο έδαφος και στα ύδατα, καθώς και, εκτός αντίθετων διατάξεων στο παράρτημα IIA, οι εκπομπές διαλυτών που περιέχονται σε τυχόν προϊόντα. Συμπεριλαμβάνονται οι μη δεσμευόμενες εκπομπές που ελευθερώνονται στο εξωτερικό περιβάλλον μέσω παραθύρων, θυρών, αεραγωγών και ομοειδών ανοιγμάτων 7

11. «απαέρια»: τα τελικά αέρια απόβλητα που περιέχουν πτητικές οργανικές ενώσεις ή άλλους ρύπους και εκλύονται στον αέρα μέσω καπνοδόχου ή εξοπλισμού μείωσης. Η ογκομετρική παροχή των απαερίων εκφράζεται σε m³/ώρα υπό κανονικές συνθήκες 7

12. «συνολικές εκπομπές»: η τιμή των ανεξέλεγκτων εκπομπών και των εκπομπών απαερίων 7

13. «οριακή τιμή εκπομπών»: η μάζα πτητικών οργανικών ενώσεων, εκφρασμένη με τη βοήθεια ορισμένων συγκεκριμένων παραμέτρων, συγκέντρωσης, ποσοστού ή/και στάθμης εκπομπής, υπολογιζόμενη υπό κανονικές συνθήκες (Ν), της οποίας δεν πρέπει να γίνεται υπέρβαση κατά τη διάρκεια μίας ή περισσοτέρων χρονικών περιόδων 7

14. «ουσίες»: τα χημικά στοιχεία και οι ενώσεις τους, στη φυσική τους κατάσταση ή κατόπιν βιομηχανικής παραγωγής, σε στερεή, υγρή ή αέρια μορφή 7

15. «παρασκευάσματα»: τα μείγματα ή διαλύματα που αποτελούνται από δύο ή περισσότερες ουσίες 7

16. «οργανική ένωση»: κάθε ένωση που περιέχει τουλάχιστον άνθρακα και ένα ή περισσότερα από τα στοιχεία υδρογόνο, αλογόνα, οξυγόνο, θείο, φωσφόρο, πυρίτιο ή άζωτο, εκτός από τα οξείδια του άνθρακα και τα ανόργανα ανθρακικά και όξινα ανθρακικά άλατα 7

17. «πτητική οργανική ένωση (ΠΟΕ)»: κάθε οργανική ένωση που έχει τάση ατμών 0,01 kPa ή μεγαλύτερη, σε θερμοκρασία 293,15 Κ, ή ανάλογη πτητικότητα στις συγκεκριμένες συνθήκες χρήσης. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, το κλάσμα κρεωσότου που υπερβαίνει την τιμή αυτή τάσης ατμών στους 293,15 Κ, θεωρείται ως ΠΟΕ 7

18. «οργανικός διαλύτης»: κάθε ΠΟΕ που χρησιμοποιείται, μόνη ή σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες και χωρίς να υφίσταται χημική μετατροπή, για τη διάλυση πρώτων υλών, προϊόντων ή απορριμμάτων ή ως μέσο καθαρισμού για τη διάλυση ξένων προσμείξεων ή ως διαλυτοποιητής ή ως μέσο διασποράς ή ως ρυθμιστής του ιξώδους ή της επιφανειακής τάσης ή ως πλαστικοποιητής ή ως συντηρητικό 7

19. «αλογονωμένος οργανικός διαλύτης»: κάθε οργανικός διαλύτης που περιέχει τουλάχιστον ένα άτομο βρωμίου, χλωρίου, φθορίου ή ιωδίου ανά μόριο 7

20. «επίχρισμα»: κάθε παρασκεύασμα, συμπεριλαμβανομένων όλων των απαραίτητων για την ορθή εφαρμογή του οργανικών διαλυτών ή παρασκευασμάτων που περιέχουν οργανικούς διαλύτες, το οποίο χρησιμοποιείται για να επιφέρει διακοσμητικό, προστατευτικό ή άλλο λειτουργικό αποτέλεσμα σε μία επιφάνεια 7

21. «συγκολλητική ύλη»: κάθε παρασκεύασμα, συμπεριλαμβανομένων όλων των απαραίτητων για την ορθή εφαρμογή του οργανικών διαλυτών ή παρασκευασμάτων που περιέχουν οργανικούς διαλύτες, το οποίο χρησιμοποιείται για τη συγκόλληση χωριστών μερών ενός προϊόντος 7

22. «μελάνη»: το παρασκεύασμα, συμπεριλαμβανομένων όλων των απαραίτητων για την ορθή εφαρμογή του, οργανικών διαλυτών ή παρασκευασμάτων που περιέχουν οργανικούς διαλύτες, το οποίο χρησιμοποιείται σε διεργασίες εκτύπωσης για την αποτύπωση κειμένου ή εικόνων σε μία επιφάνεια 7

23. «βερνίκι»: ένα διαφανές επίχρισμα 7

24. «κατανάλωση»: οι συνολικές εισροές οργανικών διαλυτών σε μία εγκατάσταση ανά ημερολογιακό έτος ή οποιαδήποτε άλλη περίοδο δώδεκα μηνών, αφαιρουμένων των ΠΟΕ, που ενδεχομένως ανακτώνται για να επαναχρησιμοποιηθούν 7

25. «εισροή»: η ποσότητα οργανικών διαλυτών και η ποσότητα οργανικών διαλυτών που χρησιμοποιούνται σε παρασκευάσματα για την επιτέλεση δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένων των ανακυκλώμενων διαλυτών, εντός και εκτός της εγκατάστασης, οι οποίοι υπολογίζονται κάθε φορά που χρησιμοποιούνται για την επιτέλεση της δραστηριότητας 7

26. «επαναχρησιμοποίηση οργανικών διαλυτών»: η χρήση οργανικών διαλυτών που έχουν ανακτηθεί από μία εγκατάσταση για οποιονδήποτε τεχνικό ή εμπορικό σκοπό, όπου συμπεριλαμβάνεται η χρήση τους ως καυσίμων, αλλά αποκλείεται η τελική διάθεση αυτών των ανακτηθέντων οργανικών διαλυτών ως αποβλήτων 7

27. «μαζική ροή»: η ποσότητα εκλυόμενων ΠΟΕ, σε μονάδες μάζας ανά ώρα 7

28. «ονομαστική δυναμικότητα»: η μέγιστη μάζα εισροής οργανικών διαλυτών σε μία εγκατάσταση, υπολογιζόμενη ως ημερήσιος μέσος όρος, όταν η εγκατάσταση λειτουργεί υπό συνθήκες κανονικής λειτουργίας με την απόδοση για την οποία έχει σχεδιαστεί 7

29. «κανονική λειτουργία»: όλες οι περίοδοι λειτουργίας μίας εγκατάστασης ή δραστηριότητας, εκτός από τις φάσεις έναρξης και παύσης της λειτουργίας και τις περιόδους συντήρησης του εξοπλισμού 7

30. «συνθήκες κλειστού περιβάλλοντος»: συνθήκες υπό τις οποίες η εγκατάσταση λειτουργεί έτσι ώστε οι ΠΟΕ, που εκλύονται από τη δραστηριότητα αυτή, να συλλέγονται και να εκπέμπονται με ελεγχόμενο τρόπο, είτε μέσω καπνοδόχου είτε μέσω εξοπλισμού περιορισμού των εκπομπών, με αποτέλεσμα να μην είναι τελείως ανεξέλεγκτες 7

31. «κανονικές συνθήκες»: θερμοκρασία 273,15 Κ και πίεση 101,3 kPa 7

32. «μέση τιμή 24ώρου»: ο αριθμητικός μέσος όρος όλων των έγκυρων ενδείξεων που έχουν καταγραφεί κατά το 24ωρο κανονικής δραστηριότητας 7

33. «φάσεις έναρξης και παύσης της λειτουργίας»: οι εργασίες που εκτελούνται για να τεθεί μία δραστηριότητα, ένα στοιχείο εξοπλισμού ή μία δεξαμενή σε λειτουργία ή εκτός λειτουργίας ή σε άφορτη λειτουργία (ρελαντί) ή εκτός άφορτης λειτουργίας. Οι τακτικές διακυμάνσεις των δραστηριοτήτων δεν θεωρούνται ως φάσεις έναρξης και παύσης της λειτουργίας.

Άρθρο 3 Υποχρεώσεις για τις νέες εγκαταστάσεις

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίζεται ότι:

1. όλες οι νέες εγκαταστάσεις τηρούν τα άρθρα 5, 8 και 9 7

2. όλες οι νέες εγκαταστάσεις που δεν καλύπτονται από την οδηγία 96/61/ΕΚ υπόκεινται σε καταχώριση ή σε άδεια προτού αρχίσουν να λειτουργούν.

Άρθρο 4 Υποχρεώσεις που ισχύουν για τις υφιστάμενες εγκαταστάσεις

Με την επιφύλαξη της οδηγίας 96/61/ΕΚ, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι:

1. οι υφιστάμενες εγκαταστάσεις τηρούν τα άρθρα 5, 8 και 9 το αργότερο στις 31 Οκτωβρίου 2007 7

2. όλες οι υφιστάμενες εγκαταστάσεις πρέπει να έχουν καταχωρηθεί ή λάβει άδεια έως τις 31 Οκτωβρίου 2007 το αργότερο 7

3. οι εγκαταστάσεις που θα λάβουν άδεια ή θα καταχωρηθούν χρησιμοποιώντας το πρόγραμμα περιορισμού του παραρτήματος IIB, θα το γνωστοποιήσουν στις αρμόδιες αρχές έως τις 31 Οκτωβρίου 2005 το αργότερο 7

4. σε περίπτωση όπου μία εγκατάσταση:

- υφίσταται ουσιαστικές μετατροπές ή

- εμπίπτει για πρώτη φορά στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας κατόπιν ουσιαστικών μετατροπών,

το τμήμα της εγκατάστασης το οποίο υφίσταται τις ουσιαστικές μετατροπές αντιμετωπίζεται είτε ως νέα εγκατάσταση είτε ως υφιστάμενη εγκατάσταση, με την προϋπόθεση ότι οι συνολικές εκπομπές της όλης εγκατάστασης δεν υπερβαίνουν τις εκπομπές που θα προέκυπταν αν το τμήμα της εγκατάστασης που υφίσταται τις ουσιαστικές μετατροπές αντιμετωπιζόταν ως νέα εγκατάσταση.

Άρθρο 5 Απαιτήσεις

1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα, είτε με προδιαγραφές στους όρους της άδειας είτε με γενικούς δεσμευτικούς κανόνες, για να εξασφαλίσουν τη συμμόρφωση προς τις παραγράφους 2 έως 12.

2. Σε όλες τις εγκαταστάσεις πρέπει να τηρούνται:

α) είτε οι οριακές τιμές εκπομπών απαερίων και οι τιμές ανεξέλεγκτων εκπομπών, είτε οι οριακές τιμές συνολικών εκπομπών και οι υπόλοιπες απαιτήσεις που καθορίζονται στο παράρτημα IIA

β) είτε οι απαιτήσεις του προγράμματος περιορισμού που περιγράφεται στο παράρτημα IIB.

3. α) Για τις διάχυτες εκπομπές, τα κράτη μέλη εφαρμόζουν στις εγκαταστάσεις τις τιμές διάχυτων εκπομπών ως οριακές τιμές εκπομπών. Ωστόσο, όταν η αρμόδια αρχή κρίνει ότι, σε μία συγκεκριμένη εγκατάσταση, η συμμόρφωση προς την τιμή αυτή δεν είναι εφικτή από τεχνική και οικονομική άποψη, η αρμόδια αρχή μπορεί να προβλέπει εξαίρεση για την εν λόγω εγκατάσταση εφόσον δεν αναμένεται να προκύψει σημαντικός κίνδυνος για την υγεία του ανθρώπου ή το περιβάλλον. Σε κάθε παρέκκλιση, ο φορέας εκμετάλλευσης οφείλει να αποδεικνύει στην αρμόδια αρχή ότι χρησιμοποιείται η βέλτιστη διαθέσιμη τεχνική.

β) Οι δραστηριότητες που δεν μπορούν να επιτελεσθούν υπό συνθήκες κλειστού περιβάλλοντος μπορούν να εξαιρούνται από τους ελέγχους του παραρτήματος IIA, εφόσον η δυνατότητα αυτή αναφέρεται ρητώς στο παράρτημα αυτό. Στην περίπτωση αυτή, εφαρμόζεται το πρόγραμμα περιορισμού του παραρτήματος IIB, εκτός εάν η αρμόδια αρχή κρίνει ότι η επιλογή αυτή δεν είναι εφικτή από τεχνική και οικονομική άποψη. Στην περίπτωση αυτή, ο φορέας εκμετάλλευσης οφείλει να αποδεικνύει στην αρμόδια αρχή ότι χρησιμοποιείται η βέλτιστη διαθέσιμη τεχνική.

Τα κράτη μέλη υποβάλλουν εκθέσεις στην Επιτροπή σχετικά με την παρέκκλιση που αφορούν τα στοιχεία α) και β) σύμφωνα με το άρθρο 11.

4. Ο εξοπλισμός περιορισμού της ρύπανσης που τοποθετείται σε εγκαταστάσεις οι οποίες δεν εφαρμόζουν πρόγραμμα περιορισμού μετά την ημερομηνία θέσης σε εφαρμογή της παρούσας οδηγίας, πρέπει να πληροί όλες τις προϋποθέσεις του παραρτήματος IIA.

5. Οι εγκαταστάσεις στις οποίες ασκούνται δύο ή περισσότερες δραστηριότητες, η καθεμία από τις οποίες χωριστά υπερβαίνει τα όρια του παραρτήματος IIA, πρέπει:

α) όσον αφορά τις ουσίες που προσδιορίζονται στις παραγράφους 6, 7 και 8, να πληρούν τις απαιτήσεις αυτών των παραγράφων για κάθε επιμέρους δραστηριότητα 7

β) όσον αφορά οποιαδήποτε άλλη ουσία, είτε:

i) να πληρούν τις απαιτήσεις της παραγράφου 2 για κάθε επιμέρους δραστηριότητα, είτε

ii) οι συνολικές εκπομπές τους να μην υπερβαίνουν εκείνες που θα προέκυπταν αν εφαρμοζόταν το σημείο i).

6. Οι ουσίες ή τα παρασκευάσματα στα οποία αντιστοιχούν ή τα οποία οφείλουν να φέρουν τις φράσεις κινδύνου R45, R46, R49, R60, R61, λόγω της περιεκτικότητάς τους σε ΠΟΕ, οι οποίες, βάσει της οδηγίας 67/548/ΕΟΚ (10), ταξινομούνται ως καρκινογόνες, μεταλλαξιογόνες ή τοξικές για την αναπαραγωγή, αντικαθίστανται στο μέτρο του δυνατού, λαμβανομένων υπόψη των συστάσεων που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1, από λιγότερο επιβλαβή παρασκευάσματα ή ουσίες το ταχύτερο δυνατόν.

7. Σε περίπτωση έκλυσης των ΠΟΕ, που αναφέρονται στην παράγραφο 6, και εφόσον η ροή μάζας του αθροίσματος των ενώσεων στις οποίες οφείλεται η αναφερόμενη στην εν λόγω παράγραφο επισήμανση, είναι τουλάχιστον 10 g/ώρα, τηρείται οριακή τιμή εκπομπών 2 mg/Nm³. Η οριακή τιμή εκπομπών αναφέρεται στο άθροισμα των μαζών των επιμέρους ενώσεων.

8. Σε περίπτωση έκλυσης αλογονωμένων ΠΟΕ, στις οποίες αντιστοιχεί η φράση κινδύνου R40, και εφόσον η ροή μάζας του αθροίσματος των ενώσεων στις οποίες οφείλεται η επισήμανση με τη φράση κινδύνου R40, είναι τουλάχιστον 100 g/ώρα, τηρείται οριακή τιμή εκπομπών 20 mg/Nm³. Η οριακή τιμή εκπομπών αναφέρεται στο άθροισμα των μαζών των επιμέρους ενώσεων.

Η έκλυση ΠΟΕ που αναφέρονται στις παραγράφους 6 και 8 πρέπει να ελέγχεται ως εκπομπή εγκατάστασης υπό συνθήκες κλειστού περιβάλλοντος, στο μέτρο που αυτό είναι εφικτό από τεχνική και οικονομική άποψη, προκειμένου να διασφαλίζεται η δημόσια υγεία και το περιβάλλον.

9. Οι εκλύσεις των ΠΟΕ, στις οποίες αντιστοιχούν ή οι οποίες οφείλουν να φέρουν μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας, μια από τις αναφερόμενες στις παραγράφους 6 και 8 φράσεις κινδύνου, οφείλουν να τηρούν τις οριακές τιμές εκπομπών που αναφέρονται στις παραγράφους 7 και 8 αντιστοίχως.

10. Λαμβάνονται όλες οι ενδεικνυόμενες προφυλάξεις για την ελαχιστοποίηση των εκπομπών κατά τις φάσεις έναρξης και παύσης της λειτουργίας.

11. Οι υφιστάμενες εγκαταστάσεις που λειτουργούν με εξοπλισμό περιορισμού της ρύπανσης και τηρούν τις ακόλουθες οριακές τιμές εκπομπών:

- 50 mg C/Nm³, για την καύση,

- 150 mg C/Nm³, για τους λοιπούς εξοπλισμούς περιορισμού της ρύπανσης

εξαιρούνται για δώδεκα έτη μετά την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 15, από τις οριακές τιμές εκπομπής του πίνακα του παραρτήματος IIA, με την προϋπόθεση ότι οι συνολικές εκπομπές της όλης εγκατάστασης δεν υπερβαίνουν τις εκπομπές που θα προέκυπταν αν πληρούνταν όλες οι απαιτήσεις του πίνακα.

12. Ούτε το πρόγραμμα περιορισμού ούτε η εφαρμογή της παραγράφου 11 ούτε το άρθρο 6 απαλλάσσει τις εγκαταστάσεις από τις οποίες εκλύονται οι ουσίες που προσδιορίζονται στις παραγράφους 6, 7 και 8 από την υποχρέωση τήρησης των απαιτήσεων αυτών των παραγράφων.

13. Σε περίπτωση όπου οποιαδήποτε από τις ουσίες στις οποίες οφείλεται η επισήμανση με τις φράσεις κινδύνου R40, R60 ή R61 και οι οποίες ελέγχονται δυνάμει της παρούσας οδηγίας αποτελεί αντικείμενο εκτίμησης κινδύνων σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 793/93 του Συμβουλίου (11) και τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1488/94 της Επιτροπής (12) ή την οδηγία 93/67/ΕΟΚ της Επιτροπής (13), η Επιτροπή εξετάζει τα πορίσματα της εκτίμησης κινδύνων και λαμβάνει τα αναγκαία μέτρα, ανάλογα με την περίπτωση.

Άρθρο 6 Εθνικά σχέδια

1. Με την επιφύλαξη της οδηγίας 96/61/ΕΚ, τα κράτη μέλη δύνανται να καταρτίζουν και να εφαρμόζουν εθνικά σχέδια για τη μείωση των εκπομπών από τις δραστηριότητες και τις βιομηχανικές εγκαταστάσεις που καλύπτονται από το άρθρο 1, εξαιρουμένων των δραστηριοτήτων 4 και 11 του παραρτήματος IIA. Καμία από τις λοιπές δραστηριότητες δεν μπορεί να εξαιρεθεί από το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας μέσω ενός εθνικού σχεδίου. Τα σχέδια αυτά πρέπει να οδηγούν σε μείωση των ετήσιων εκπομπών ΠΟΕ από τις υφιστάμενες εγκαταστάσεις που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία κατά ποσό τουλάχιστον ίσο και εντός των αυτών χρονικών ορίων με εκείνα που θα επιτυγχανόταν με την εφαρμογή των οριακών τιμών εκπομπών που καθορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφοι 2 και 3 και στο παράρτημα II, κατά τη διάρκεια ισχύος του εθνικού σχεδίου. Το εθνικό σχέδιο, ενημερωμένο εφόσον χρειαστεί, υποβάλλεται εκ νέου στην Επιτροπή κάθε τρία έτη.

Το κράτος μέλος που εκπονεί και εκτελεί εθνικά σχέδια δύναται να απαλλάσσει τις υφιστάμενες εγκαταστάσεις από την εφαρμογή των οριακών τιμών εκπομπών που καθορίζονται στο άρθρο 5 παράγραφοι 2 και 3 και στο παράρτημα II. Τα εθνικά σχέδια δεν δύνανται επ' ουδενί να εξαιρούν μια υφισταμένη εγκατάσταση από τις διατάξεις της οδηγίας 96/61/ΕΚ.

2. Το εθνικό σχέδιο περιλαμβάνει κατάλογο των μέτρων που έχουν ληφθεί ή πρόκειται να ληφθούν για την επίτευξη του στόχου που καθορίζεται στην παράγραφο 1, καθώς και λεπτομέρειες για τον προβλεπόμενο μηχανισμό παρακολούθησης του σχεδίου. Το σχέδιο περιλαμβάνει επίσης δεσμευτικούς ενδιάμεσους στόχους μείωσης των εκπομπών, βάσει των οποίων να μπορεί να εκτιμηθεί η πρόοδος προς επίτευξη του τελικού στόχου. Το σχέδιο συμμορφούται προς τη σχετική υφιστάμενη κοινοτική νομοθεσία, καθώς και προς τις σχετικές διατάξεις της παρούσας οδηγίας και περιλαμβάνει:

- τον προσδιορισμό της/των δραστηριότητας(-ων) για την/τις οποία(-ες) ισχύει το σχέδιο,

- τη μείωση των εκπομπών που πρέπει να επιτύχουν οι δραστηριότητες αυτές η οποία αντιστοιχεί προς τη μείωση που θα είχε επιτευχθεί με την εφαρμογή των οριακών τιμών εκπομπών όπως ορίζεται στην παράγραφο 1,

- τον αριθμό εγκαταστάσεων που αφορά το σχέδιο, τις συνολικές τους εκπομπές και τις συνολικές εκπομπές κάθε δραστηριότητας.

Το σχέδιο περιλαμβάνει επίσης πλήρη περιγραφή του φάσματος μέσων διά των οποίων θα επιτευχθούν οι απαιτήσεις του σχεδίου, αποδεικτικά στοιχεία ότι τα μέσα αυτά είναι εκτελεστά και λεπτομέρειες για τον τρόπο με τον οποίο αποδεικνύεται η συμμόρφωση προς το σχέδιο.

3. Το κράτος μέλος υποβάλλει το σχέδιο στην Επιτροπή. Το σχέδιο συνοδεύεται από τεκμηρίωση υποστήριξης, επαρκή προς εξακρίβωση ότι θα επιτευχθεί ο στόχος της παραγράφου 1, συμπεριλαμβανομένης της τεκμηρίωσης που απαιτεί ειδικά η Επιτροπή. Οι υφιστάμενες εγκαταστάσεις που μεταβάλλονται σημαντικά παραμένουν εντός του πεδίου εφαρμογής του εθνικού σχεδίου, υπό τον όρο ότι είχαν περιληφθεί στο σχέδιο αυτό πριν επιχειρήσουν αυτή τη σημαντική μεταβολή.

4. Το κράτος μέλος ορίζει εθνική αρχή αρμόδια για τη συλλογή και την αξιολόγηση των πληροφοριών που απαιτούνται βάσει της παραγράφου 3, καθώς και για την εφαρμογή του εθνικού σχεδίου.

5. α) Η Επιτροπή ενημερώνει την επιτροπή του άρθρου 13 για τα κριτήρια αξιολόγησης των εθνικών σχεδίων, το αργότερο ένα έτος μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας οδηγίας.

β) Εάν κατά την εξέταση του σχεδίου, του εκ νέου υποβληθέντος σχεδίου, ή των εκθέσεων προόδου, που υποβάλλουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με το άρθρο 11, η Επιτροπή δεν πεισθεί ότι θα επιτευχθούν οι στόχοι του σχεδίου εντός της προκαθορισμένης περιόδου, ενημερώνει για τη γνώμη της το κράτος μέλος και την επιτροπή που αναφέρεται στο άρθρο 13, καθώς και για τους σχετικούς λόγους που την οδήγησαν να σχηματίσει τη γνώμη αυτή, εντός έξι μηνών από την παραλαβή του σχεδίου ή της έκθεσης. Το κράτος μέλος κοινοποιεί κατόπιν στην Επιτροπή, εντός τριών μηνών, τα διορθωτικά μέτρα που έλαβε για την επίτευξη των στόχων και ενημερώνει σχετικά την επιτροπή.

6. Εάν η Επιτροπή, εντός έξι μηνών από την κοινοποίηση των διορθωτικών μέτρων, αποφασίσει ότι τα μέτρα αυτά είναι ανεπαρκή για την επίτευξη του στόχου που θέτει το σχέδιο εντός της προκαθορισμένης περιόδου, το κράτος μέλος υποχρεούται να συμμορφωθεί προς τις απαιτήσεις του άρθρου 5 παράγραφοι 2 και 3 και του παραρτήματος II εντός της περιόδου που ορίζει η παρούσα οδηγία σε περίπτωση υφισταμένων εγκαταστάσεων. Η Επιτροπή ενημερώνει την επιτροπή του άρθρου 13 σχετικά με την απόφασή της.

Άρθρο 7 Υποκατάσταση

1. Η Επιτροπή εξασφαλίζει ότι διενεργείται η ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των κρατών μελών και των ενδιαφερομένων δραστηριοτήτων σχετικά με τη χρήση των οργανικών ουσιών και τις δυνατότητες υποκατάστασής τους. Εξετάζει:

- την καταλληλότητα προς χρήση,

- τις πιθανές επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων γενικώς και την επαγγελματική έκθεση, ειδικότερα,

- τις πιθανές επιπτώσεις στο περιβάλλον και

- τις οικονομικές συνέπειες, ιδίως δε το κόστος και τα οφέλη των διαθέσιμων εναλλακτικών λύσεων,

με σκοπό τη διατύπωση συστάσεων για τη χρήση ουσιών και τεχνικών με τις ελάχιστες πιθανές επιπτώσεις στον ατμοσφαιρικό αέρα, στα ύδατα, στο έδαφος, στα οικοσυστήματα και στην υγεία των ανθρώπων. Μετά την ανταλλαγή των πληροφοριών, η Επιτροπή δημοσιεύει τις συστάσεις για κάθε δραστηριότητα.

2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε οι συστάσεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 να λαμβάνονται υπόψη στη διαδικασία χορήγησης των αδειών και κατά τη διατύπωση γενικών δεσμευτικών κανόνων.

Άρθρο 8 Παρακολούθηση

1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν υποχρέωση του φορέα εκμετάλλευσης εγκατάστασης καλυπτόμενης από την παρούσα οδηγία να παρέχει στην αρμόδια αρχή μία φορά το χρόνο ή κατόπιν αιτήσεως στοιχεία που να της επιτρέπουν να εξακριβώνει τη συμμόρφωση προς την παρούσα οδηγία.

2. Τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν ότι οι απαγωγοί του εξοπλισμού μείωσης, οι οποίοι στο τελικό σημείο αποβολής εκπέμπουν περισσότερο από 10 kg/h ολικού οργανικού άνθρακα, παρακολουθούνται συνεχώς ως προς τη συμμόρφωσή τους.

3. Στις λοιπές περιπτώσεις, τα κράτη μέλη εξασφαλίζουν τη διεξαγωγή είτε συνεχών είτε περιοδικών μετρήσεων. Προκειμένου για περιοδικές μετρήσεις, λαμβάνονται τουλάχιστον τρεις τιμές κατά τη διάρκεια κάθε σειράς μετρήσεων.

4. Όταν δεν χρειάζεται εξοπλισμός μείωσης της ρύπανσης στο τέλος της παραγωγικής διαδικασίας προκειμένου να τηρηθεί η παρούσα οδηγία, δεν απαιτούνται μετρήσεις.

5. Η Επιτροπή οργανώνει ανταλλαγή πληροφοριών σχετικά με τη χρήση των σχεδίων διαχείρισης διαλυτών στα κράτη μέλη με βάση τα στοιχεία που θα συγκεντρωθούν για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας την πρώτη τριετία μετά την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 15.

Άρθρο 9 Συμμόρφωση προς τις οριακές τιμές εκπομπών

1. Η τήρηση των κατωτέρω πρέπει να αποδεικνύεται κατά τρόπο ικανοποιητικό για την αρμόδια αρχή:

- οριακές τιμές εκπομπής απαερίων, τιμές ανεξέλεγκτων εκπομπών και συνολικές οριακές τιμές,

- απαιτήσεις του προγράμματος περιορισμού που περιγράφεται στο παράρτημα IIB,

- διατάξεις του άρθρου 5 παράγραφος 3.

Το παράρτημα III παρέχει συστάσεις για τη χρήση σχεδίων διαχείρισης διαλυτών, τα οποία επιτρέπουν να αποδειχθεί η συμμόρφωση ως προς τις ανωτέρω παραμέτρους.

Οι όγκοι αερίου μπορούν να προστίθενται στα απαέρια για ψύξη ή αραίωση όταν δικαιολογείται τεχνικώς, αλλά δεν λαμβάνονται υπόψη κατά τον προσδιορισμό της μαζικής συγκέντρωσης του ρύπου στα απαέρια.

2. Έπειτα από ουσιαστικές μετατροπές, εξακριβώνεται εκ νέου η συμμόρφωση.

3. Προκειμένου για συνεχείς μετρήσεις, οι οριακές τιμές εκπομπών θεωρείται ότι τηρούνται εάν:

α) κανένας από τους μέσους όρους υπό κανονικές συνθήκες επί 24 ώρες κανονικής λειτουργίας δεν υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπών και

β) κανένας από τους ωριαίους μέσους όρους δεν υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπών κατά συντελεστή μεγαλύτερο του 1,5.

4. Προκειμένου για περιοδικές μετρήσεις, οι οριακές τιμές εκπομπών θεωρείται ότι τηρούνται εάν σε μια σειρά μετρήσεων παρακολούθησης:

α) ο μέσος όρος όλων των μετρήσεων δεν υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπών και

β) κανένας από τους ωριαίους μέσους όρους δεν υπερβαίνει τις οριακές τιμές εκπομπών κατά συντελεστή μεγαλύτερο του 1,5.

5. Η συμμόρφωση προς τις διατάξεις του άρθρου 5 παράγραφοι 7 και 8, εξακριβώνεται με βάση το άθροισμα των κατά μάζα συγκεντρώσεων των επιμέρους πτητικών οργανικών ενώσεων. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, η συμμόρφωση εξακριβώνεται με βάση τη συνολική μάζα των εκπομπών οργανικού άνθρακα, εκτός αν το παράρτημα IIA ορίζει διαφορετικά.

Άρθρο 10 Μη συμμόρφωση

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν ότι, σε περίπτωση όπου διαπιστώνεται παράβαση των απαιτήσεων της παρούσας οδηγίας:

α) ο φορέας εκμετάλλευσης ενημερώνει την αρμόδια αρχή και λαμβάνει μέτρα για την αποκατάσταση της συμμόρφωσης το συντομότερο δυνατόν 7

β) σε περιπτώσεις μη συμμόρφωσης που δημιουργούν άμεσο κίνδυνο για την υγεία των ανθρώπων, και για όσο διάστημα δεν μπορεί να αποκατασταθεί η συμμόρφωση υπό τις προϋποθέσεις του στοιχείου α), αναστέλλεται η λειτουργία της δραστηριότητας.

Άρθρο 11 Συστήματα πληροφόρησης και υποβολή εκθέσεων

1. Κάθε τρία χρόνια, τα κράτη μέλη διαβιβάζουν στην Επιτροπή πληροφορίες για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας υπό μορφή έκθεσης. Η έκθεση αυτή καταρτίζεται βάσει ερωτηματολογίου ή σχεδιαγράμματος το οποίο καταρτίζει η Επιτροπή σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 6 της οδηγίας 91/692/ΕΟΚ (14). Το ερωτηματολόγιο ή το σχεδιάγραμμα αυτό αποστέλλεται στα κράτη μέλη έξι μήνες πριν από την έναρξη της περιόδου που καλύπτει η έκθεση. Η έκθεση υποβάλλεται στην Επιτροπή εντός εννέα μηνών από τη λήξη της τριετίας την οποία καλύπτει. Τα κράτη μέλη δημοσιεύουν τις εκπονηθείσες εκθέσεις ταυτόχρονα με τη διαβίβασή τους στην Επιτροπή, υπό τους περιορισμούς που προβλέπονται στο άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 3 της οδηγίας 90/313/ΕΚ (15). Η πρώτη έκθεση καλύπτει τα πρώτα τρία έτη μετά την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 15.

2. Οι πληροφορίες που υποβάλλονται δυνάμει της παραγράφου 1, περιλαμβάνουν ειδικότερα αρκετά αντιπροσωπευτικά στοιχεία ώστε να καταδεικνύεται η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις του άρθρου 5, και, ενδεχομένως, με τις απαιτήσεις του άρθρου 6.

3. Η Επιτροπή συντάσσει έκθεση για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας βάσει των στοιχείων που της παρέχουν τα κράτη μέλη το αργότερο πέντε έτη μετά την υποβολή των πρώτων εκθέσεων από τα κράτη μέλη. Η Επιτροπή υποβάλλει την έκθεση αυτή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, συνοδευόμενη, εφόσον χρειάζεται, από προτάσεις.

Άρθρο 12 Πρόσβαση του κοινού στις πληροφορίες

1. Με την επιφύλαξη της οδηγίας 90/313/ΕΟΚ, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για να διασφαλίσουν ότι τουλάχιστον οι αιτήσεις χορήγησης αδείας για νέες εγκαταστάσεις ή για ουσιαστικές μετατροπές των εγκαταστάσεων για τις οποίες απαιτείται άδεια δυνάμει της οδηγίας 96/61/ΕΚ, καθίστανται επί κατάλληλο διάστημα προσιτές στο κοινό, ώστε να μπορεί το κοινό να διατυπώνει τις παρατηρήσεις του πριν ληφθεί απόφαση από την αρμόδια αρχή. Με την επιφύλαξη της οδηγίας 96/61/ΕΚ, δεν υφίσταται υποχρέωση αναδιατύπωσης των πληροφοριών για το κοινό.

Η απόφαση της αρμόδιας αρχής, συνοδευόμενη από ένα τουλάχιστον αντίγραφο της άδειας και των τυχόν μετέπειτα αναπροσαρμογών της, καθίσταται επίσης προσιτή στο κοινό.

Οι γενικοί δεσμευτικοί κανόνες που εφαρμόζονται στις εγκαταστάσεις και ο κατάλογος των καταχωρημένων και εγκεκριμένων δραστηριοτήτων καθίστανται προσιτοί στο κοινό.

2. Καθίστανται επίσης προσιτά στο κοινό τα αποτελέσματα της παρακολούθησης των εκπομπών που απαιτείται σύμφωνα με τους όρους της άδειας ή της καταχώρησης στο μητρώο, βάσει των άρθρων 8 και 9 και τα οποία βρίσκονται στην κατοχή της αρμόδιας αρχής.

3. Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται, υπό τους περιορισμούς του άρθρου 3 παράγραφοι 2 και 3 της οδηγίας 90/313/ΕΟΚ, όσον αφορά τους λόγους, συμπεριλαμβανομένου του εμπορικού και του βιομηχανικού απορρήτου, που μπορεί να επικαλεσθούν οι δημόσιες αρχές για να αρνηθούν να χορηγήσουν πληροφορίες.

Άρθρο 13 Επιτροπή

Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή συμβουλευτικού χαρακτήρα αποτελούμενη από αντιπρόσωπους των κρατών μελών της οποίας προεδρεύει ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής.

Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην εν λόγω επιτροπή σχέδιο των ληπτέων μέτρων. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της για το σχέδιο αυτό, μέσα σε προθεσμία που μπορεί να ορίσει ο πρόεδρος ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος, εφόσον δε χρειαστεί προβαίνοντας σε ψηφοφορία.

Η γνώμη καταχωρείται στα πρακτικά. Κάθε κράτος μέλος έχει επίσης το δικαίωμα να ζητήσει την καταχώριση της θέσης του στα πρακτικά.

Η Επιτροπή λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη της επιτροπής, και την ενημερώνει για τον τρόπο με τον οποίο έλαβε υπόψη τη γνώμη της.

Άρθρο 14 Κυρώσεις

Τα κράτη μέλη καθορίζουν τις κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση παράβασης των εθνικών διατάξεων που θεσπίζονται κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας και λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα για την επιβολή τους. Οι προβλεπόμενες κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν τις σχετικές διατάξεις στην Επιτροπή, το αργότερο την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 15, και της κοινοποιούν τις τυχόν μεταγενέστερες τροποποιήσεις τους το ταχύτερο δυνατόν.

Άρθρο 15 Μεταφορά στο εθνικό δίκαιο

1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία το αργότερο στις . . . Απριλίου 2001. Πληροφορούν αμέσως την Επιτροπή σχετικά.

Οι διατάξεις αυτές, όταν θεσπίζονται από τα κράτη μέλη, αναφέρονται στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από παρόμοια αναφορά κατά την επίσημη δημοσίευσή τους. Οι λεπτομερείς διατάξεις για την αναφορά αυτή καθορίζονται από τα κράτη μέλη.

2. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων εσωτερικού δικαίου, τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 16 Έναρξη ισχύος

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την ημέρα της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 17 Αποδέκτες

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 11 Μαρτίου 1999.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. TRITTIN

(1) ΕΕ C 99 της 26.3.1997, σ. 32.

(2) ΕΕ C 287 της 22.9.1997, σ. 55.

(3) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 14ης Ιανουαρίου 1998 (ΕΕ C 34 της 2.2.1998, σ. 75), κοινή θέση του Συμβουλίου της 16ης Ιουνίου 1998 (ΕΕ C 248 της 7.8.1998, σ. 1) και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 21ης Οκτωβρίου 1998 (ΕΕ C 341 της 9.11.1998, σ. 70).

(4) ΕΕ C 112 της 20.12.1973, σ. 1.

(5) ΕΕ C 139 της 13.6.1977, σ. 1.

(6) ΕΕ C 46 της 17.2.1983, σ. 1.

(7) ΕΕ C 328 της 7.12.1987, σ. 1.

(8) ΕΕ C 138 της 1.2.1993, σ. 1.

(9) ΕΕ L 257 της 10.10.1996, σ. 26.

(10) ΕΕ 196 της 16.8.1967, σ. 1 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 98/98/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 355 της 30.12.1998, σ. 1).

(11) ΕΕ L 84 της 5.4.1993, σ. 1.

(12) ΕΕ L 161 της 29.6.1994, σ. 3.

(13) ΕΕ L 227 της 8.9.1993, σ. 9.

(14) ΕΕ L 377 της 31.12.1991, σ. 48.

(15) ΕΕ L 158 της 23.6.1990, σ. 56.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι

ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

Το παρόν παράρτημα περιέχει τις κατηγορίες δραστηριοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 1. Όταν εκτελούνται άνω των κατωτάτων ορίων που ορίζεται το παράρτημα IIA, οι δραστηριότητες που αναφέρονται στο παρόν παράρτημα εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας. Σε κάθε περίπτωση, η δραστηριότητα περιλαμβάνει τον καθαρισμό του εξοπλισμού αλλά όχι τον καθαρισμό των προϊόντων, εκτός εάν αυτό ορίζεται ειδικά.

Κολλητική επίστρωση

- Κάθε δραστηριότητα κατά την οποία μια συγκολλητική ουσία επιτίθεται σε μία επιφάνεια, εξαιρέσει της συγκολλητικής επίστρωσης και της εξέλασης που συνδέονται με δραστηριότητες εκτύπωσης.

Δραστηριότητα επίστρωσης

- Κάθε δραστηριότητα κατά την οποία απλή ή πολλαπλή εφαρμογή συνεχούς μεμβράνης επίστρωσης εφαρμόζεται σε:

- οχήματα όπως απαριθμούνται παρακάτω:

- καινουργή αυτοκίνητα, τα οποία ορίζονται ως οχήματα της κατηγορίας Μ1 στην οδηγία 70/156/ΕΟΚ (1), και της κατηγορίας Ν1, εφόσον υφίστανται επίστρωση στις ίδιες εγκαταστάσεις όπως και τα οχήματα της κατηγορίας Μ1,

- θαλαμίσκοι φορτηγών οι οποίοι ορίζονται ως χώρος του οδηγού, και όλα τα ενσωματωμένα περικαλύμματα τεχνικού εξοπλισμού των οχημάτων της κατηγορίας Ν2 και Ν3 στην οδηγία 70/156/ΕΟΚ,

- κλειστά και ανοιχτά φορτηγά τα οποία ορίζονται ως οχήματα των κατηγοριών Ν1, Ν2 και Ν3 στην οδηγία 70/156/ΕΟΚ, μη περιλαμβανομένων των θαλαμίσκων των φορτηγών,

- λεωφορεία, τα οποία ορίζονται ως οχήματα των κατηγοριών Μ2 και Μ3 στην οδηγία 70/156/ΕΟΚ,

- ρυμουλκούμενα, που ορίζονται στις κατηγορίες Ο1, Ο2, Ο3 και Ο4 στην οδηγία 70/156/ΕΟΚ,

- μεταλλικές και πλαστικές επιφάνειες περιλαμβανομένων των επιφανειών αεροπλάνων, πλοίων, σιδηροδρομικών συρμών κ.λπ.,

- ξύλινες επιφάνειες,

- επιφάνειες υφαντουργικών προϊόντων και υφασμάτων, μεμβρανών και χαρτιού,

- δέρμα.

Δεν περιλαμβάνεται η επίστρωση υποστρωμάτων με μέταλλα μέσω τεχνικών ηλεκτροφόρησης και χημικού ψεκασμού. Αν η δραστηριότητα επίστρωσης περιλαμβάνει στάδιο κατά την οποία το ίδιο είδος υφίσταται εκτυπώσεις με οποιαδήποτε μέθοδο τότε το στάδιο της εκτύπωσης θεωρείται μέρος της δραστηριότητας επίστρωσης. Ωστόσο οι δραστηριότητες εκτύπωσης που λειτουργούν ως χωριστή δραστηριότητα δεν περιλαμβάνονται αλλά μπορούν να καλυφθούν από την οδηγία εφόσον η δραστηριότητα εκτύπωσης εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας.

Προεπίστρωση

- Κάθε δραστηριότητα κατά την οποία χάλυβας σε πηνία, ανοξείδωτος χάλυβας, επιστρωμένος χάλυβας, κράμματα χαλκού ή ταινίες αλουμινίου επιστρώνονται είτε με σχηματισμό μεμβράνης ή εξηλασμένη επίστρωση σε συνεχή διαδικασία.

Στεγνό καθάρισμα

- Κάθε βιομηχανική ή εμπορική δραστηριότητα που χρησιμοποιεί πτητικές οργανικές ενώσεις σε εγκατάσταση για τον καθαρισμό ενδυμάτων, επίπλων και ανάλογων καταναλωτικών αγαθών, εκτός από την αφαίρεση με το χέρι λεκέδων και κηλίδων στην κλωστοϋφαντουργία και στη βιομηχανία ενδυμάτων.

Κατασκευή υποδημάτων

- Κάθε δραστηριότητα παραγωγής πλήρων υποδημάτων ή μέρους αυτών.

Κατασκευή παρασκευασμάτων επίστρωσης, βερνικιών, μελανιών και κολλητικών ουσιών

- Η κατασκευή των προαναφερομένων τελικών προϊόντων και των ενδιαμέσων προϊόντων εφόσον γίνεται στον ίδιο βιομηχανικό χώρο, διά της ανάμειξης χρωστικών, ριτινών και συγκολλητικών υλικών, με οργανικούς διαλύτες ή άλλους φορείς, περιλαμβανομένων των δραστηριοτήτων διασποράς και προδιασποράς, προσαρμογών του ιξώδους και της αποχρώσεως και ενεργειών για την πλήρωση δοχείων με το τελικό προϊόν.

Κατασκευή φαρμακευτικών προϊόντων

- Η χημική σύνθεση, η ζύμωση, η εξαγωγή, η ανάμειξη και η τελική επεξεργασία φαρμακευτικών προϊόντων και όπου αυτό γίνεται στον ίδιο βιομηχανικό χώρο, η κατασκευή ενδιαμέσων προϊόντων.

Εκτύπωση

- Κάθε δραστηριότητα αναπαραγωγής κειμένου ή/και εικόνων κατά την οποία, με τη χρήση ενός φορέα εικόνας, η μελάνη μεταφέρεται σε οποιοδήποτε τύπο επιφανείας. Αυτό περιλαμβάνει τις συναφείς εργασίες τεχνικής βερνικώματος, επίστρωσης και εξέλασης. Ωστόσο, μόνο οι ακόλουθες επιμέρους διαδικασίες εμπίπτουν στο πεδίο της οδηγίας:

- φλεξογραφία: δραστηριότητα εκτύπωσης που χρησιμοποιεί ένα φορέα εικόνας που αποτελείται από ελαστικό ή ελαστικά φωτοπολυμερή, κατά την οποία οι εκτυπούμενες περιοχές είναι υψηλότερες από τις μη εκτυπούμενες περιοχές, χρησιμοποιώντας υγρές μελάνες οι οποίες στεγνώνουν διά της εξάτμισης,

- θερμή συνεχής εκτύπωση όφσετ: δραστηριότητα εκτύπωσης τροφοδοτούμενη από ρολό που χρησιμοποιεί έναν φορέα εικόνας στον οποίο η εκτυπούμενη και μη εκτυπούμενη περιοχή βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο και όπου «τροφοδοσία από ρολό» σημαίνει ότι το προς εκτύπωση υλικό τροφοδοτείται στη μηχανή από ένα ρολό, σε αντιδιαστολή προς την τροφοδοσία με χωριστά φύλλα. Η μη εκτυπούμενη περιοχή υφίσταται επεξεργασία για να έλκει το νερό και με τον τρόπο αυτό να διώχνει τη μελάνη. Η εκτυπούμενη περιοχή υφίσταται επεξεργασία για να δέχεται και να μεταδίδει τη μελάνη στην προς εκτύπωση επιφάνεια. Η εξάτμιση γίνεται σε φούρνο όπου χρησιμοποιείται ζεστός αέρας για τη θέρμανση του τυπωμένου υλικού,

- πολύστρωση συνδεόμενη με δραστηριότητα εκτύπωσης: η συγκόλληση δύο ή περισσοτέρων εύκαμπτων υλικών για την παραγωγή πολυστρωματικού υλικού,

- δημοσιογραφική βαθυτυπία: διαδικασία βαθυτυπίας που χρησιμοποιείται για την εκτύπωση χαρτιού για περιοδικά, φυλλάδια, καταλόγους και ανάλογα προϊόντα χρησιμοποιώντας μελάνες με βάση το τολουένιο,

- βαθυτυπία: εκτυπωτική δραστηριότητα που χρησιμοποιεί κυλινδρικό φορέα εικόνας στον οποίο η εκτυπούμενη περιοχή βρίσκεται χαμηλότερα από την μη εκτυπούμενη περιοχή, χρησιμοποιώντας υγρές μελάνες οι οποίες στεγνώνουν διά της εξάτμισης. Οι εσοχές γεμίζονται με μελάνη και το περίσσευμα καθαρίζεται από τη μη εκτυπούμενη επιφάνεια πριν η επιφάνεια που πρόκειται να εκτυπωθεί έρθει σε επαφή με τον κύλινδρο και αφαιρέσει τη μελάνη από τις εσοχές,

- περιστροφική μεταξοτυπία: συνεχής δραστηριότητα εκτύπωσης κατά την οποία η μελάνη μεταφέρεται στην επιφάνεια που πρόκειται να εκτυπωθεί πιέζοντάς την μέσω πορώδους φορέα εικόνας, στην οποία η εκτυπούμενη περιοχή είναι διαπερατή και η μη εκτυπούμενη είναι σφραγισμένη, χρησιμοποιώντας υγρές μελάνες οι οποίες στεγνώνουν μόνο διά της εξάτμισης. Συνεχής εκτύπωση σημαίνει ότι το υλικό που πρόκειται να εκτυπωθεί τροφοδοτείται στη μηχανή από ένα ρολό σε αντιδιαστολή προς την τροφοδοσία με χωριστά φύλλα,

- βερνίκωμα: δραστηριότητα κατά την οποία βερνίκι ή συγκολλητική επίστρωση για τη μεταγενέστερη σφράγιση του υλικού συσκευασίας εφαρμόζεται σε ένα εύκαμπτο υλικό.

Μετατροπή ελαστικού

- Κάθε δραστηριότητα ανάμειξης, άλεσης, μείξης, καλανδαρίσματος, εξέτασης και βουλκανισμού φυσικού ή συνθετικού ελαστικού και κάθε συναφής δραστηριότητα για τη μετατροπή φυσικού ή συνθετικού ελαστικού σε τελικό προϊόν.

Καθαρισμός επιφανείας

- Κάθε δραστηριότητα εκτός του στεγνού καθαρίσματος με τη χρήση οργανικών διαλυτών για την αφαίρεση ρύπων από την επιφάνεια του υλικού, περιλαμβανομένης της απολίπανσης. Η δραστηριότητα καθαρισμού η οποία συνίσταται σε περισσότερο από ένα στάδια πριν ή μετά κάθε άλλη δραστηριότητα θα πρέπει να θεωρείται σαν μία δραστηριότητα καθαρισμού επιφανείας. Η δραστηριότητα δεν αναφέρεται στον καθαρισμό του εξοπλισμού αλλά στον καθαρισμό της επιφάνειας των προϊόντων.

Εξαγωγή φυτικών ελαίων και ζωικού λίπους και δραστηριότητες εξευγενισμού φυτικού ελαίου

- Κάθε δραστηριότητα για την εξαγωγή φυτικού ελαίου από σπόρους και άλλες φυτικές ουσίες, η επεξεργασία ξηρών υπολειμμάτων για την παραγωγή ζωοτροφών, ο καθαρισμός λιπών και φυτικών ελαίων που προέχονται από σπόρους, φυτική ουσία ή/και ζωικές ουσίες.

Φινίρισμα οχημάτων

- Κάθε βιομηχανική ή εμπορική δραστηριότητα επίστρωσης και σχετικές δραστηριότητες απολίπανσης που αφορούν:

- την επίστρωση οδικών οχημάτων όπως ορίζονται στην οδηγία 70/156/ΕΟΚ ή μέρους αυτών, που πραγματοποιείται ως μέρος της επισκευής του οχήματος, της συντήρησής του ή της διακόσμησής του εκτός των εγκαταστάσεων παραγωγής ή

- την αρχική επίστρωση οδικών οχημάτων όπως ορίζονται στην οδηγία 70/156/ΕΟΚ, ή μέρους αυτών με υλικά φινιρίσματος, όταν αυτό πραγματοποιείται μακριά από την αρχική γραμμή παραγωγής ή

- την επίστρωση ρυμουλκουμένων (συμπεριλαμβανομένων ημιρυμουλκουμένων) (κατηγορία Ο).

Επίστρωση σύρματος περιελίξεως

- Κάθε διαδικασία επίστρωσης μεταλλικών αγωγών που χρησιμοποιούνται για την περιέλιξη πηνίων σε μετασχηματιστές και κινητήρες κ.λπ.

Εμποτισμός ξύλου

- Κάθε δραστηριότητα η οποία πληροί την ξυλεία με προφυλακτικές ουσίες.

Εξέλαση ξύλου και πλαστικού

- Κάθε δραστηριότητα για την συγκόλληση ξύλου ή/και πλαστικού για την παραγωγή εξηλασμένων προϊόντων.

(1) ΕΕ L 42 της 23.2.1970, σ. 1 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 97/27/ΕΚ (ΕΕ L 233 της 25.8.1997, σ. 1).

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΑ

Ι. ΟΡΙΑ ΚΑΙ ΕΛΕΓΧΟΙ ΕΚΠΟΜΠΩΝ

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

ΙΙ. ΕΠΙΧΡΙΣΗ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ

Οι οριακές τιμές συνολικών εκπομπών εκφράζονται σε γραμμάρια εκλυόμενου διαλύτη συναρτήσει του εμβαδού του προϊόντος σε τετραγωνικά μέτρα και σε χιλιόγραμμα εκλυόμενου διαλύτη συναρτήσει του αμαξώματος του αυτοκινήτου.

Το εμβαδόν των προϊόντων που απαριθμούνται στον επόμενο πίνακα ορίζεται ως εξής:

- το εμβαδόν που υπολογίζεται από τη συνολική επιφάνεια που υφίσταται επίχριση με ηλεκτροφόρηση και το εμβαδόν των τυχόν μερών που προστίθενται σε διαδοχικές φάσεις της διαδικασίας επίχρισης και επικαλύπτονται με τα ίδια επιχρίσματα όπως το εκάστοτε προϊόν, ή το συνολικό εμβαδόν του προϊόντος που επικαλύπτεται στην εγκατάσταση.

Το εμβαδόν της επιφάνειας που επιχρίεται με ηλεκτροφόρηση υπολογίζεται από τον τύπο:

>NUM>2 Χ συνολικό βάρος του αμαξώματος

>DEN>μέσο πάχος της λαμαρίνας Χ πυκνότητα της λαμαρίνας

Η μέθοδος αυτή ισχύει και για άλλα επιχρισμένα μέρη κατασκευασμένα από λαμαρίνα.

Για τον υπολογισμό του εμβαδού των άλλων επιχριόμενων μερών που προστίθενται, ή του συνολικού εμβαδού της επιφάνειας που επικαλύπτεται στην εγκατάσταση, χρησιμοποιείται CAD (Computer Aided Design/σχεδιασμός με υπολογιστή) ή άλλη ισοδύναμη μέθοδος.

Η οριακή τιμή συνολικών εκπομπών στον κατωτέρω πίνακα αναφέρεται σε όλα τα στάδια της διεργασίας που εκτελούνται στην ίδια εγκατάσταση, από την επίχριση με ηλεκτροφόρηση ή με οποιαδήποτε άλλη τεχνική, μέχρι την τελική επάλειψη με κηρό και στίλβωση του τελευταίου στρώματος του επιχρίσματος, καθώς και στους διαλύτες που χρησιμοποιούνται για τον καθαρισμό του εξοπλισμού διεργασιών, συμπεριλαμβανομένων των θαλάμων ψεκασμού και του λοιπού σταθερού εξοπλισμού, τόσο κατά τη διάρκεια όσο και εκτός χρόνου παραγωγής. Η οριακή τιμή συνολικών εκπομπών εκφράζεται ως άθροισμα των μαζών των οργανικών ενώσεων ανά m² του συνολικού εμβαδού του επιχριόμενου προϊόντος και ως το άθροισμα των μαζών των οργανικών ενώσεων ανά αμάξωμα.

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

Οι εγκαταστάσεις επίχρισης αυτοκινήτων, στις οποίες η κατανάλωση διαλυτών υπολείπεται των ορίων του ανωτέρω πίνακα, πρέπει να τηρούν τις απαιτήσεις του παραρτήματος ΙΙΑ για τον κλάδο της φανοποιίας αυτοκινήτων.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΒ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥ

1. Γενικές αρχές

Σκοπός του προγράμματος περιορισμού είναι να δώσει στο φορέα εκμετάλλευσης τη δυνατότητα να επιτύχει με άλλα μέσα μείωση των εκπομπών κατά ποσοστό ισοδύναμο με εκείνο που θα επιτυγχανόταν με την εφαρμογή των οριακών τιμών εκπομπής. Για το σκοπό αυτό, ο φορέας εκμετάλλευσης μπορεί να χρησιμοποιεί οποιοδήποτε σύστημα μείωσης, σχεδιασμένο ειδικά για την εγκατάστασή του, αρκεί να επιτυγχάνεται στο τέλος ισοδύναμη μείωση των εκπομπών. Τα κράτη μέλη υποβάλλουν εκθέσεις στην επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 11 της οδηγίας, σχετικά με την πρόοδο που σημειώνεται προς την επίτευξη ίσης μείωσης των εκπομπών, εκθέτοντας και την πείρα από την εφαρμογή του προγράμματος περιορισμού.

2. Πρακτική εφαρμογή

Προκειμένου για την εφαρμογή επιχρισμάτων, βερνικιών, συγκολλητικών ουσιών ή μελανών, μπορεί να χρησιμοποιείται το παρακάτω πρόγραμμα. Στις περιπτώσεις όπου η παρακάτω μέθοδος κρίνεται απρόσφορη, η αρμόδια αρχή μπορεί να επιτρέψει στο φορέα εκμετάλλευσης να εφαρμόσει οποιοδήποτε εναλλακτικό πρόγραμμα απαλλαγής, για το οποίο έχει πεισθεί ότι ακολουθεί τις αρχές που σκιαγραφούνται εδώ. Στην κατάστρωση του προγράμματος λαμβάνονται υπόψη τα ακόλουθα δεδομένα:

i) όταν τα προϊόντα υποκατάστασης με χαμηλή ή μηδενική περιεκτικότητα διαλυτών βρίσκονται ακόμη στο στάδιο της ανάπτυξης, πρέπει να δίδεται στον φορέα εκμετάλλευσης παράταση χρόνου για την εφαρμογή του προγράμματος περιορισμού των εκπομπών που έχει καταρτίσει,

ii) το σημείο αναφοράς για τη μείωση των εκπομπών θα πρέπει να αντιστοιχεί όσο το δυνατόν περισσότερο στις εκπομπές που θα προέκυπταν, αν δεν λαμβανόταν κανένα μέτρο περιορισμού.

Το πρόγραμμα περιορισμού που ακολουθεί έχει εφαρμογή στις εγκαταστάσεις για τις οποίες μπορεί να διατυπωθεί η υπόθεση ότι το προϊόν έχει σταθερή περιεκτικότητα στερεών, η οποία χρησιμοποιείται κατόπιν για τον καθορισμό του σημείου αναφοράς για τη μείωση των εκπομπών.

i) Ο φορέας εκμετάλλευσης υποβάλλει σχέδιο περιορισμού των εκπομπών, το οποίο περιλαμβάνει ειδικότερα μειώσεις της μέσης περιεκτικότητας των συνολικών εισροών σε διαλύτες, ή/και αύξηση της απόδοσης της χρήσης στερεών, ώστε οι συνολικές εκπομπές της εγκατάστασης να μειωθούν μέχρι ένα δεδομένο ποσοστό των ετήσιων εκπομπών αναφοράς, καλούμενο «εκπομπές-στόχοι». Η μείωση αυτή πρέπει να επιτευχθεί με το ακόλουθο χρονοδιάγραμμα:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

ii) Οι ετήσιες εκπομπές αναφοράς υπολογίζονται ως εξής:

α) προσδιορίζεται η συνολική μάζα στερεών στην ποσότητα επιχρίσματος ή/και μελάνης. βερνικιού ή συγκολλητικής ύλης που καταναλώνεται στη διάρκεια ενός έτους. Ως στερεά νοούνται όλα τα υλικά των επιχρισμάτων, μελανών, βερνικιών και συγκολλητικών υλών που στερεοποιούνται όταν εξατμιστούν το νερό ή οι πτητικές οργανικές ενώσεις 7

β) οι ετήσιες εκπομπές αναφοράς υπολογίζονται με πολλαπλασιασμό της μάζας που προσδιορίζεται σύμφωνα με το στοιχείο α) επί κατάλληλο συντελεστή, που λαμβάνεται από τον επόμενο πίνακα. Οι αρμόδιες αρχές δύνανται να αναπροσαρμόζουν τους συντελεστές του πίνακα αυτού προκειμένου να ληφθούν υπόψη τεκμηριωμένες αυξήσεις της απόδοσης της χρήσης στερεών 7

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

γ) οι εκπομπές στόχου ισούνται με τις ετήσιες εκπομπές αναφοράς, πολλαπλασιαζόμενες επί ένα ποσοστό ίσο με την:

- (τιμή ανεξέλεγκτων εκπομπών + 15) για τις εγκαταστάσεις που καλύπτονται από το στοιχείο 6 και από την κατώτερη κλίμακα ορίων μεγέθους των στοιχείων 8 και 10 του παραρτήματος ΙΙΑ,

- (τιμή ανεξέλεγκτων εκπομπών + 5) για όλες τις υπόλοιπες εγκαταστάσεις 7

δ) έχει επιτευχθεί συμμόρφωση, όταν η πραγματική εκπομπή διαλυτών, όπως προσδιορίζεται με τη βοήθεια των σχεδίων διαχείρισης διαλυτών, δεν υπερβαίνει τις εκπομπές-στόχους.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΙΙ

ΣΧΕΔΙΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΔΙΑΛΥΤΩΝ

1. Εισαγωγή

Στο παρόν παράρτημα παρέχονται οδηγίες για την κατάρτιση σχεδίου διαχείρισης διαλυτών. Διατυπώνονται οι αρχές που πρέπει να εφαρμόζονται (σημείο 2), παρέχεται ένα πλαίσιο για το ισοζύγιο μάζας (σημείο 3) και υποδεικνύεται ο τρόπος χρήσης του σχεδίου για την εξακρίβωση της συμμόρφωσης (σημείο 4).

2. Αρχές

Το σχέδιο διαχείρισης διαλυτών εξυπηρετεί τους ακόλουθους σκοπούς:

i) εξακρίβωση της συμμόρφωσης κατά το άρθρο 9 παράγραφος 1,

ii) προσδιορισμό μελλοντικών εναλλακτικών λύσεων όσον αφορά τον περιορισμό των εκπομπών,

iii) παροχή πληροφοριών στο κοινό σχετικά με την κατανάλωση και τις εκπομπές διαλυτών και τη συμμόρφωση προς την οδηγία.

3. Ορισμοί

Οι ορισμοί που ακολουθούν παρέχουν ένα πλαίσιο για την εκπόνηση ισοζυγίου μάζας.

Εισροές οργανικών διαλυτών (Ι):

Ι1. Η ποσότητα οργανικών διαλυτών σε καθαρή μορφή ή οργανικών διαλυτών που περιέχονται σε αγοραζόμενα παρασκευάσματα που χρησιμοποιείται ως εισροή στη διεργασία εντός της χρονικής περιόδου για την οποία υπολογίζεται το ισοζύγιο μάζας.

Ι2. Η ποσότητα οργανικών διαλυτών σε καθαρή μορφή ή οργανικών διαλυτών που περιέχονται σε αγοραζόμενα παρασκευάσματα που ανακτάται και επαναχρησιμοποιείται ως εισροή διαλυτών στη διεργασία. (Οι ανακυκλωμένοι διαλύτες συνυπολογίζονται κάθε φορά που χρησιμοποιούνται για τη διεκπεραίωση της δραστηριότητας.)

Εκροές οργανικών διαλυτών (Ο):

Ο1. Εκπομπές καμιναερίων.

Ο2. Οι απώλειες οργανικών διαλυτών στο νερό, λαμβανομένης υπόψη, κατά περίπτωση, της επεξεργασίας των λυμάτων κατά τον υπολογισμό της ποσότητας Ο5.

Ο3. Η ποσότητα οργανικών διαλυτών που παραμένει στα προϊόντα της διεργασίας υπό μορφή προσμίξεων ή υπολειμμάτων.

Ο4. Οι μη δεσμευόμενες εκπομπές οργανικών διαλυτών στον ατμοσφαιρικό αέρα. Συμπεριλαμβάνεται ο γενικός εξαερισμός των χώρων, κατά τον οποίο ελευθερώνεται αέρας στο εξωτερικό περιβάλλον μέσω παραθύρων, θυρών, αεραγωγών και ομοειδών ανοιγμάτων.

Ο5. Οι απώλειες οργανικών διαλυτών ή/και οργανικών ενώσεων που οφείλονται σε χημικές ή φυσικές αντιδράσεις (όπου συμπεριλαμβάνονται, λόγου χάριν, οι ποσότητες που καταστρέφονται, π.χ. με καύση ή άλλες τεχνικές επεξεργασίας αερίων ή υγρών αποβλήτων, ή δεσμεύονται, π.χ. με προσρόφηση, εφόσον δεν υπολογίζονται στις ποσότητες Ο6, Ο7 ή Ο8).

Ο6. Οι οργανικοί διαλύτες που περιέχονται στα συλλεγόμενα απόβλητα.

Ο7. Οι οργανικοί διαλύτες, ή οι περιεχόμενοι σε παρασκευάσματα οργανικοί διαλύτες, που πωλούνται ή προορίζονται να πωληθούν ως προϊόν εμπορικής αξίας.

Ο8. Οι οργανικοί διαλύτες που περιέχονται σε παρασκευάσματα και ανακτώνται για να επαναχρησιμοποιηθούν, όχι όμως ως εισροές στη διεργασία, εφόσον δεν υπολογίζονται στην ποσότητα Ο7.

Ο9. Οι οργανικοί διαλύτες που ελευθερώνονται με άλλους τρόπους.

4. Οδηγίες χρήσης του σχεδίου διαχείρισης διαλυτών για την εξακρίβωση της συμμόρφωσης

Η χρήση του σχεδίου διαχείρισης διαλυτών εξαρτάται από τη συγκεκριμένη απαίτηση, της οποίας η κάλυψη πρόκειται να εξακριβωθεί, ως εξής:

i) εξακρίβωση της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις του προγράμματος περιορισμού που περιγράφεται στο παράρτημα ΙΙΒ, η οριακή τιμή συνολικών εκπομπών εκφράζεται ως εκπομπές διαλυτών ανά μονάδα προϊόντος ή όπως άλλως αναφέρεται στο παράρτημα ΙΙΑ,

α) για όλες τις δραστηριότητες για τις οποίες γίνεται χρήση της εναλλακτικής δυνατότητας του παραρτήματος ΙΙΒ, θα πρέπει να καταρτίζεται κάθε χρόνο σχέδιο διαχείρισης διαλυτών για τον προσδιορισμό της κατανάλωσης (C). Η κατανάλωση μπορεί να υπολογιστεί από την εξίσωση:

C = Ι1 - Ο8

Παράλληλα, θα πρέπει επίσης να προσδιορίζεται η περιεκτικότητα των επιχρισμάτων σε στερεά συστατικά, ώστε να συνάγονται οι ετήσιες εκπομπές αναφοράς και οι εκπομπές-στόχους κάθε χρόνο 7

β) για την εκτίμηση της τήρησης οριακών τιμών συνολικών εκπομπών που εκφράζονται ως εκπομπές διαλυτών ανά μονάδα προϊόντος ή όπως άλλως αναφέρεται στο παράρτημα ΙΙΑ, θα πρέπει κάθε χρόνο να καταρτίζεται σχέδιο διαχείρισης διαλυτών για τον προσδιορισμό των εκπομπών (Ε). Οι εκπομπές μπορούν να υπολογιστούν από την εξίσωση:

E = F + Ο1

όπου F είναι οι ανεξέλεγκτες εκπομπές όπως ορίζονται στο σημείο ii) στοιχείο α) παρακάτω. Η τιμή που προκύπτει θα πρέπει κατόπιν να διαιρείται διά της κατάλληλης παραμέτρου για το εκάστοτε προϊόν 7

γ) για την εκτίμηση της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις του άρθρου 5 παράγραφος 5 σημείο ii) στοιχείο β), θα πρέπει να καταρτίζεται κάθε χρόνο σχέδιο διαχείρισης διαλυτών για τον προσδιορισμό των συνολικών εκπομπών από όλες τις εκάστοτε δραστηριότητες. Ο αριθμός αυτός θα πρέπει κατόπιν να συγκρίνεται με τις συνολικές εκπομπές που θα προέκυπταν, αν η εγκατάσταση πληρούσε τις απαιτήσεις του παραρτήματος ΙΙ για κάθε επιμέρους δραστηριότητα χωριστά,

ii) προσδιορισμός των ανεξέλεγκτων εκπομπών για παραβολή προς τις τιμές ανεξέλεγκτων εκπομπών του παραρτήματος ΙΙΑ:

α) Μεθοδολογία

Οι ανεξέλεγκτες εκπομπές μπορούν να υπολογιστούν από την εξίσωση:

F = I1 - O1 - O5 - O6 - O7 - O8

ή

F = Ο2 + Ο3 + Ο4 + Ο9

Η ποσότητα αυτή μπορεί να προσδιοριστεί με απευθείας μέτρηση των ποσοτήτων ή, εναλλακτικά, με άλλο τρόπο, για παράδειγμα με βάση την απόδοση της διεργασίας ως προς τη δέσμευση των εκπομπών.

Η τιμή ενεξέλεγκτων εκπομπών εκφράζεται ως εκατοστιαία αναλογία των εισροών, οι οποίες μπορούν να υπολογιστούν από την εξίσωση:

Ι = Ι1 + Ι2

β) Συχνότητα

Οι ανεξέλεγκτες εκπομπές μπορούν να υπολογιστούν με μια σύντομη αλλά πλήρη σειρά μετρήσεων. Ο προσδιορισμός αυτός δεν χρειάζεται να επαναληφθεί μέχρι να τροποποιηθεί ο εξοπλισμός.