31998L0013

Οδηγία 98/13/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Φεβρουαρίου 1998 σχετικά με τον τερματικό εξοπλισμό τηλεπικοινωνιών, τον εξοπλισμό δορυφορικών επίγειων σταθμών, καθώς και την αμοιβαία αναγνώριση της πιστότητας αυτών των εξοπλισμών

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 074 της 12/03/1998 σ. 0001 - 0026


ΟΔΗΓΙΑ 98/13/ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 12ης Φεβρουαρίου 1998 σχετικά με τον τερματικό εξοπλισμό τηλεπικοινωνιών, τον εξοπλισμό δορυφορικών επίγειων σταθμών, καθώς και την αμοιβαία αναγνώριση της πιστότητας αυτών των εξοπλισμών

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 100 Α,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 189 Β της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας:

(1) ότι, για λόγους σαφήνειας και ορθολογισμού είναι σκόπιμη η διά ενιαίου κειμένου κωδικοποίηση της οδηγίας 91/263/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 1991, σχετικά με την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών των σχετικών με τον τερματικό εξοπλισμό τηλεπικοινωνιών περιλαμβανομένης και της αμοιβαίας αναγνωρίσεως της πιστότητας (3), και της οδηγίας 93/97/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 29ης Οκτωβρίου 1993, για τη συμπλήρωση της οδηγίας 91/263/ΕΟΚ όσον αφορά τον εξοπλισμό δορυφορικών επίγειων σταθμών (4) 7

(2) ότι ο κλάδος του τερματικού εξοπλισμού των τηλεπικοινωνιών και των δορυφορικών επίγειων σταθμών είναι ένας από τους ζωτικούς τομείς της βιομηχανίας τηλεπικοινωνιών, η οποία αποτελεί με τη σειρά της έναν από τους πυρήνες της κοινοτικής οικονομίας 7

(3) ότι στην Πράσινη Βίβλο σχετικά με την ανάπτυξη της κοινής αγοράς των υπηρεσιών και του εξοπλισμού στον τομέα των τηλεπικοινωνιών, η Επιτροπή έχει προτείνει να επισπευσθεί η καθιέρωση της πλήρους και αμοιβαίας αναγνώρισης των εγκρίσεων τύπου ως ζωτικού μέτρου για την ανάπτυξη ανταγωνιστικής αγοράς κοινοτικής διάστασης στον τομέα των τερματικών σταθμών 7

(4) ότι στην Πράσινη Βίβλο σχετικά με μια κοινή προσέγγιση στον τομέα των δορυφορικών επικοινωνιών στην Κοινότητα, η Επιτροπή έχει προτείνει τη θέσπιση της αμοιβαίας αναγνώρισης των εγκρίσεων τύπου στον τομέα του εξοπλισμού δορυφορικών επίγειων σταθμών, ως μια από τις σημαντικότερες προϋποθέσεις για τη δημιουργία, μεταξύ άλλων, μιας αγοράς κοινοτικής κλίμακας στον τομέα του εξοπλισμού δορυφορικών επίγειων σταθμών 7

(5) ότι το Συμβούλιο, στο ψήφισμά του της 30ής Ιουνίου 1988 σχετικά με την ανάπτυξη της κοινής αγοράς των υπηρεσιών και του εξοπλισμού στον τομέα των τηλεπικοινωνιών (5), βεβαιώνει ότι η πλήρης και αμοιβαία αναγνώριση των εγκρίσεων τύπου του τερματικού εξοπλισμού, με βάση την ταχεία κατάρτιση κοινών ευρωπαϊκών προδιαγραφών συμμόρφωσης, αποτελεί έναν από τους πρωταρχικούς στόχους της πολιτικής τηλεπικοινωνιών 7

(6) ότι, στο ψήφισμα της 19ης Δεκεμβρίου 1991 για την ανάπτυξη της κοινής αγοράς υπηρεσιών και εξοπλισμού δορυφορικών τηλεπικοινωνιών (6), το Συμβούλιο έχει αναγνωρίσει ότι η εναρμόνιση και η απελευθέρωση του κατάλληλου εξοπλισμού δορυφορικών επίγειων σταθμών, τηρουμένων ειδικότερα των όρων που θεωρούνται αναγκαίοι για τη συμμόρφωση προς τις βασικές απαιτήσεις, θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους στόχους της πολιτικής των δορυφορικών τηλεπικοινωνιών 7

(7) ότι με την απόφαση 87/95/ΕΟΚ (7), το Συμβούλιο καθορίζει τα μέτρα για την προώθηση της τυποποίησης στην Ευρώπη και την κατάρτιση και εφαρμογή των προτύπων στον τομέα των τεχνολογιών των πληροφοριών και των τηλεπικοινωνιών 7

(8) ότι στο ψήφισμά του της 7ης Μαΐου 1985 (8), το Συμβούλιο προβλέπει νέα προσέγγιση στο θέμα της τεχνικής εναρμόνισης και τυποποίησης 7

(9) ότι το πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας πρέπει να βασίζεται σε γενικό ορισμό των εννοιών «τερματικός εξοπλισμός» και «εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών», ώστε να επιτρέπει την τεχνική εξέλιξη των προϊόντων 7 ότι, από το πεδίο εφαρμογής, εξαιρείται ο εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών ο οποίος έχει κατασκευαστεί ειδικά προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως τμήμα της υποδομής του δημόσιου τηλεπικοινωνιακού δικτύου 7 ότι η εξαίρεση αυτή καλύπτει, μεταξύ άλλων, τους δορυφορικούς επίγειους σταθμούς που χρησιμοποιούνται για την τηλεφωνία μεγάλων αποστάσεων στο πλαίσιο της παροχής υποδομής (όπως οι σταθμοί μεγάλης διαμέτρου) και τους επίγειους σταθμούς παρακολούθησης και ελέγχου των δορυφόρων 7

(10) ότι η παρούσα οδηγία δεν θίγει τα σημερινά ειδικά ή αποκλειστικά δικαιώματα για τις επικοινωνίες μέσω δορυφόρου, τα οποία μπορούν να διατηρούν τα κράτη μέλη σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο 7

(11) ότι η εναρμόνιση των όρων εμπορίας του τερματικού εξοπλισμού τηλεπικοινωνιών δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ανοιχτή και ενιαία αγορά 7 ότι, επίσης, η επίτευξη του στόχου μιας ανοικτής προηγμένης αγοράς κοινοτικής κλίμακας στον τομέα του εξοπλισμού δορυφορικών επίγειων σταθμών, προϋποθέτει την ύπαρξη αποτελεσματικών και εναρμονισμένων διαδικασιών πιστοποίησης, δοκιμών, σήμανσης, διασφάλισης της ποιότητας και επιτήρησης των προϊόντων 7 ότι η μόνη εναλλακτική λύση, αντί της κοινοτικής νομοθεσίας, είναι η θέσπιση αναλόγου συστήματος μέτρων, ύστερα από διαπραγματεύσεις μεταξύ των κρατών μελών, διαδικασία η οποία θα δημιουργούσε προφανείς δυσκολίες λόγω του αριθμού των οργανισμών των εμπλεκομένων στις πολλαπλές διμερείς διαπραγματεύσεις 7 ότι η λύση αυτή δεν είναι πρακτικά εφαρμόσιμη και δεν θα ήταν ούτε ταχεία ούτε αποτελεσματική 7 ότι, επομένως, οι στόχοι της προτεινόμενης δράσης δεν μπορούν να επιτευχθούν αποτελεσματικά σε επίπεδο κρατών μελών 7 ότι, αντιθέτως, έχει αποδειχθεί κατ' επανάληψη, και ιδίως στον τομέα των τηλεπικοινωνιών, ότι ο τύπος της κοινοτικής οδηγίας αποτελεί, εφαρμόσιμο, ταχύ και αποτελεσματικό μέσο 7 ότι, συνεπώς, ο στόχος της υπό μελέτη δράσης είναι δυνατόν να επιτευχθεί καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο 7

(12) ότι το κοινοτικό δίκαιο προβλέπει ότι, κατά παρέκκλιση θεμελιώδους κανόνα της Κοινότητας και συγκεκριμένα της ελεύθερης κυκλοφορίας των εμπορευμάτων, τα εμπόδια στην ενδοκοινοτική κυκλοφορία, που προκύπτουν από τις αποκλίσεις των εθνικών νομοθεσιών σχετικά με την εμπορία των προϊόντων, πρέπει να γίνονται αποδεκτά εφόσον οι απαιτήσεις αυτές μπορούν να θεωρηθούν απαραίτητες για την κάλυψη επιτακτικών αναγκών 7 ότι, επομένως, η εναρμόνιση των νομοθεσιών στην περίπτωση αυτή πρέπει να περιοριστεί μόνο στις απαιτήσεις που είναι απαραίτητες για την κάλυψη των βασικών απαιτήσεων που αφορούν τον τερματικό εξοπλισμό των τηλεπικοινωνιών και των δορυφορικών επίγειων σταθμών, και ότι οι απαιτήσεις αυτές πρέπει να αντικαταστήσουν τις σχετικές εθνικές απαιτήσεις επειδή είναι βασικές 7

(13) ότι η τήρηση των βασικών απαιτήσεων είναι απαραίτητη για να διασφαλιστεί το γενικό συμφέρον 7 ότι οι απαιτήσεις πρέπει να εφαρμόζονται με προσοχή ώστε να λαμβάνεται υπόψη το εκάστοτε επίπεδο της τεχνολογίας κατά την κατασκευή, καθώς και οι οικονομικές επιτακτικές ανάγκες 7

(14) ότι η οδηγία 73/23/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 19ης Φεβρουαρίου 1973, περί προσεγγίσεως των νομοθεσιών των κρατών μελών των αναφερομένων σε ηλεκτρολογικό υλικό που προορίζεται να χρησιμοποιηθεί εντός ορισμένων ορίων τάσεως (9) και η οδηγία 83/189/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Μαρτίου 1983, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών (10) εφαρμόζονται, μεταξύ άλλων, στους τομείς των τηλεπικοινωνιών και της τεχνολογίας των πληροφοριών 7

(15) ότι η οδηγία 73/23/ΕΟΚ καλύπτει επίσης, γενικά, την ασφάλεια των προσώπων 7

(16) ότι η οδηγία 89/336/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 3ης Μαΐου 1989, για την προσέγγιση των νομοθεσιών των κρατών μελών σχετικά με την ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα (11) προβλέπει εναρμονισμένες διαδικασίες για την προστασία των συσκευών από ηλεκτρομαγνητικές διαταραχές και ορίζει τις σχετικές απαιτήσεις προστασίας και διαδικασίες επιθεώρησης 7 ότι οι γενικές απαιτήσεις της εν λόγω οδηγίας ισχύουν, μεταξύ άλλων, στους τομείς των τηλεπικοινωνιών και της τεχνολογίας πληροφοριών καθώς και στον τομέα εξοπλισμού δορυφορικών επίγειων σταθμών 7 ότι οι απαιτήσεις ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας, εφόσον αφορούν ειδικά τον τερματικό εξοπλισμό των τηλεπικοινωνιών και τον εξοπλισμό δορυφορικών επίγειων σταθμών, καλύπτονται από την παρούσα οδηγία 7

(17) ότι, για να πληρούνται οι βασικές απαιτήσεις ασφαλείας και για να διευκολυνθεί η απόδειξη της συμμόρφωσης προς αυτές τις απαιτήσεις από τους κατασκευαστές, χρειάζονται εναρμονισμένα πρότυπα στο ευρωπαϊκό επίπεδο για την πρόληψη των κινδύνων από το σχεδιασμό και την κατασκευή του τερματικού εξοπλισμού, καθώς και για να επιτραπεί ο έλεγχος της συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις αυτές 7 ότι τα εναρμονισμένα αυτά πρότυπα στο ευρωπαϊκό επίπεδο καταρτίζονται από οργανισμούς ιδιωτικού δικαίου και πρέπει να διατηρούν το μη δεσμευτικό τους χαρακτήρα 7 ότι, για το σκοπό αυτό, η ευρωπαϊκή επιτροπή τυποποίησης (CEN), η ευρωπαϊκή επιτροπή ηλεκτροτεχνικής τυποποίησης (CENELEC) και το ευρωπαϊκό ινστιτούτο τηλεπικοινωνιακών προτύπων (ETSI) αναγνωρίζονται ως αρμόδιοι οργανισμοί για την έγκριση των εναρμονισμένων προτύπων 7 ότι, κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, ως εναρμονισμένο πρότυπο νοείται η τεχνική προδιαγραφή (ευρωπαϊκό πρότυπο ή έγγραφο εναρμόνισης) που έχει εγκριθεί από έναν εκ των οργανισμών αυτών, ύστερα από εντολή της Επιτροπής σύμφωνα με τις διατάξεις της οδηγίας 83/189/ΕΟΚ καθώς και με βάση τις προαναφερόμενες γενικές κατευθύνσεις 7

(18) ότι, στα πλαίσια της τήρησης των βασικών απαιτήσεων που αφορούν τη διαλειτουργικότητα με τα δημόσια τηλεπικοινωνιακά δίκτυα, και οσάκις δικαιολογείται, μέσω των δικτύων αυτών δεν είναι εν γένει δυνατή η συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις αυτές παρά μόνο με την εφαρμογή ενιαίων τεχνικών λύσεων και ότι οι λύσεις αυτές πρέπει να είναι, επομένως, υποχρεωτικές 7

(19) ότι οι προτάσεις για κοινούς τεχνικούς κανόνες καταρτίζονται με βάση εναρμονισμένα πρότυπα και, προκειμένου να επιτευχθεί ο απαιτούμενος τεχνικός συντονισμός σε πανευρωπαϊκή κλίμακα, κατόπιν συμπληρωματικών διαβουλεύσεων, ιδίως με την Telecommunications Regulations Application Committee (TRAC) 7

(20) ότι ο εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών κατασκευάζεται, όσον αφορά τη διεπαφή του με το διαστημικό σύστημα, είτε μόνο για εκπομπή είτε και για εκπομπή και για λήψη σημάτων ραδιοεπικοινωνιών είτε μόνο για λήψη σημάτων ραδιοεπικοινωνιών 7

(21) ότι ο εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών μπορεί, όσον αφορά τη χερσαία διεπαφή του, είτε να προορίζεται είτε να μην προορίζεται να συνδεθεί στο έδαφος με το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο 7

(22) ότι οι τροχιές (όπως οι γεωστατικές τροχιές, οι τροχιές χαμηλού ύψους και οι ελλειπτικές τροχιές) αποτελούν διαδρομές στο σύστημα οι οποίες διαγράφονται από δορυφόρους ή άλλα διαστημικά συστήματα και αποτελούν περιορισμένους φυσικούς πόρους 7

(23) ότι οι τροχιακοί πόροι χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με το φάσμα ραδιοσυχνοτήτων, το οποίο επίσης αποτελεί περιορισμένο φυσικό πόρο 7 ότι ο εξοπλισμός εκπομπής των δορυφορικών επίγειων σταθμών χρησιμοποιεί και τους δύο αυτούς φυσικούς πόρους 7

(24) ότι η αποτελεσματική χρήση των τροχιακών πόρων, σε συνδυασμό με το φάσμα ραδιοσυχνοτήτων, και η ανάγκη αποφυγής των επιβλαβών παρεμβολών μεταξύ διαστημικών και επίγειων συστημάτων επικοινωνιών και άλλων τεχνικών συστημάτων αποτελούν σημαντικούς παράγοντες για την ανάπτυξη των ευρωπαϊκών δορυφορικών επικοινωνιών 7 ότι πρέπει να ληφθούν υπόψη τα κριτήρια που ορίζει η Διεθνής Ένωση Τηλεπικοινωνιών (ITU) για την αποτελεσματική χρησιμοποίηση των τροχιακών πόρων και για το συντονισμό των ραδιοσυχνοτήτων, ούτως ώστε να μπορούν να συνυπάρχουν τα διαστημικά και τα επίγεια συστήματα χωρίς άσκοπες παρεμβολές 7

(25) ότι η εναρμόνιση των όρων εμπορίας του εξοπλισμού δορυφορικών επίγειων σταθμών θα διασφαλίσει την αποτελεσματική χρήση των τροχιακών πόρων και του φάσματος ραδιοσυχνοτήτων, ενώ διευκολύνει την αποφυγή των επιβλαβών παρεμβολών μεταξύ διαστημικών και επίγειων συστημάτων επικοινωνιών και άλλων τεχνικών συστημάτων 7

(26) ότι, από την άποψη των βασικών απαιτήσεων σχετικά με την αποτελεσματική χρήση των τροχιακών πόρων και του φάσματος ραδιοσυχνοτήτων και της αποφυγής των επιβλαβών παρεμβολών μεταξύ των διαστημικών και επίγειων συστημάτων επικοινωνιών και άλλων τεχνικών συστημάτων, η συμμόρφωση προς τις εν λόγω απαιτήσεις είναι εν γένει δυνατή μόνο μέσω της εφαρμογής ενιαίων τεχνικών λύσεων 7 ότι, συνεπώς, οι εν λόγω λύσεις πρέπει να είναι υποχρεωτικές 7

(27) ότι ο εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών, ο οποίος είναι σε θέση να εκπέμπει ή να εκπέμπει και να λαμβάνει σήματα ραδιοεπικοινωνιών, ενδέχεται να υπόκειται σε προϋποθέσεις χορήγησης αδειών, πέραν των διατάξεων της παρούσας οδηγίας.

(28) ότι ο εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών ο οποίος είναι δυνατόν να χρησιμοποιείται μόνο για λήψη σημάτων ραδιοεπικοινωνιών δεν μπορεί να υπόκειται σε προϋποθέσεις χορήγησης αδειών, αλλά μόνο στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας, εκτός εάν προορίζεται για επίγεια σύνδεση με το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο, όπως προτείνεται στην Πράσινη Βίβλο για τις δορυφορικές επικοινωνίες στην Κοινότητα 7 ότι η χρησιμοποίηση τέτοιου εξοπλισμού επίγειων δορυφορικών σταθμών πρέπει να γίνεται σύμφωνα με τις εθνικές ρυθμίσεις, τηρουμένου του κοινοτικού δικαίου 7

(29) ότι πρέπει οπωσδήποτε να εξασφαλιστεί ότι οι κοινοποιημένοι οργανισμοί είναι υψηλού επιπέδου σε όλη την Κοινότητα και ότι πληρούν τα ελάχιστα κριτήρια ικανοτήτων αμεροληψίας και οικονομικής και άλλης ανεξαρτησίας από τους πελάτες 7

(30) ότι για άσκηση των αρμοδιοτήτων εκτέλεσης που της έχουν ανατεθεί, η Επιτροπή θα πρέπει να επικουρείται από μια Επιτροπή Έγκρισης Τερματικού Εξοπλισμού (ACTE) που απαρτίζεται από αντιπροσώπους των κρατών μελών και προεδρεύεται από αντιπρόσωπο της Επιτροπής 7

(31) ότι οι εκπρόσωποι των οργανισμών τηλεπικοινωνιών, των χρηστών, των καταναλωτών, των κατασκευαστών και των παρεχόντων υπηρεσίες, καθώς και των εργατικών σωματείων, θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να διατυπώνουν, στο πλαίσιο διαβουλεύσεων, τη γνώμη τους 7

(32) ότι η ACTE θα πρέπει να ενεργεί σε στενή συνεργασία με τις αρμόδιες επιτροπές που ασχολούνται με τις διαδικασίες χορήγησης αδειών για τα δορυφορικά δίκτυα και τις δορυφορικές υπηρεσίες 7

(33) ότι η ευθύνη των κρατών μελών στον τομέα της ασφάλειας, της υγείας και των διαφόρων άλλων θεμάτων που καλύπτονται από τις βασικές απαιτήσεις στο έδαφός τους πρέπει να αναγνωρίζεται στο πλαίσιο ρήτρας διασφάλισης που προβλέπει κατάλληλες κοινοτικές διαδικασίες προστασίας 7

(34) ότι οι αποδέκτες κάθε απόφασης που λαμβάνεται στο πλαίσιο της παρούσας οδηγίας πρέπει να γνωρίζουν τους λόγους της απόφασης αυτής και τα μέσα αμύνης που διαθέτουν 7

(35) ότι χρειάζονται μεταβατικές ρυθμίσεις για να δοθεί στους κατασκευαστές ο αναγκαίος χρόνος προκειμένου να προσαρμόσουν το σχεδιασμό και την παραγωγή εξοπλισμού επίγειων δορυφορικών σταθμών σε κοινές τεχνικές προδιαγραφές 7 ότι, χάριν ευελιξίας, οι μεταβατικές ρυθμίσεις πρέπει να ετοιμάζονται για κάθε περίπτωση χωριστά 7 ότι οι κοινές τεχνικές προδιαγραφές πρέπει να ορίζουν τις αναγκαίες μεταβατικές ρυθμίσεις 7

(36) ότι η πραγματική και συγκρίσιμη πρόσβαση των ευρωπαίων κατασκευαστών στις αγορές τρίτων χωρών, ιδίως των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και της Ιαπωνίας είναι προτιμότερο να επιτευχθεί μέσω των πολυμερών διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ) καίτοι αναγνωρίζεται ότι οι διμερείς συνομιλίες μεταξύ της Κοινότητας και τρίτων χωρών ενδέχεται και αυτές να συμβάλλουν στη διαδικασία αυτή 7

(37) ότι η παρούσα οδηγία δεν πρέπει να θίγει τις υποχρεώσεις των κρατών μελών ως προς τις προθεσμίες μεταφοράς των οδηγιών, οι οποίες εμφαίνονται στο παράρτημα X, μέρος Β,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Σελίδα

Άρθρο 1 - Πεδίο εφαρμογής και ορισμοί . 5

Τίτλος Ι: Τερματικός εξοπλισμός τηλεπικοινωνιών . 5

Τίτλος ΙΙ: Εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών . 8

Τίτλος ΙΙΙ: Κοινές διατάξεις . 11

Παράρτημα Ι: Εξέταση τύπου ΕΚ . 13

Παράρτημα ΙΙ: Πιστότητα προς τον τύπο . 15

Παράρτημα ΙΙΙ: Εγγύηση της ποιότητας παραγωγής . 16

Παράρτημα IV: Πλήρης εγγύηση ποιότητας . 18

Παράρτημα V: Ελάχιστα κριτήρια που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από τα κράτη μέλη για τον ορισμό των κοινοποιημένων οργανισμών δυνάμει του άρθρου 11 παράγραφος 1 . 20

Παράρτημα VI: Σήμανση του εξοπλισμού ο οποίος αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 . 21

Παράρτημα VII: Σήμανση του εξοπλισμού ο οποίος αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 4 . 21

Παράρτημα VIII: Υπόδειγμα της δήλωσης που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 . 22

Παράρτημα IX: Διαδικασία ελέγχου ΕΚ εσωτερικής παραγωγής . 23

Παράρτημα X: Μέρος Α: Κατάλογος των οδηγιών και διατάξεων που καταργούνται . 24

Μέρος Β: Κατάλογος προθεσμιών μεταφοράς στο εσωτερικό δίκαιο . 24

Παράρτημα XI: Πίνακας αντιστοιχίας . 25

Άρθρο 1 Πεδίο εφαρμογής και ορισμοί

1. Η παρούσα οδηγία εφαρμόζεται στον τερματικό εξολισμό και στον εξοπλισμό δορυφορικών επίγειων σταθμών.

2. Κατά την έννοια της παρούσας οδηγίας, νοούνται ως:

- «δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο»: η δημόσια υποδομή τηλεπικοινωνιών η οποία επιτρέπει τη μεταβίβαση σημάτων μεταξύ ορισμένων σημείων τερματισμού του δικτύου μέσω καλωδίων, μέσω δέσμης μικροκυμάτων, με οπτικά μέσα ή άλλα ηλεκτρομαγνητικά μέσα,

- «τερματικός εξοπλισμός»: ο εξοπλισμός που προορίζεται να συνδεθεί με το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο, δηλαδή:

α) να συνδεθεί άμεσα με την απόληξη ενός δημόσιου τηλεπικοινωνιακού δικτύου

ή

β) να διασυνδεθεί με δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο μέσω άμεσης ή έμμεσης σύνδεσης με την απόληξη ενός δημόσιου τηλεπικοινωνιακού δικτύου,

με σκοπό την αποστολή, την επεξεργασία ή τη λήψη πληροφοριών.

Το σύστημα διασύνδεσης μπορεί να είναι ενσύρματο, ασύρματο, οπτικό ή κάθε άλλο ηλεκτρομαγνητικό,

- «τεχνική προδιαγραφή»: η προδιαγραφή που περιέχεται σε έγγραφο το οποίο καθορίζει τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά ενός προϊόντος, όπως η ποιότητα, η επίδοση, η ασφάλεια ή οι διαστάσεις, συμπεριλαμβανομένων και των απαιτήσεων που ισχύουν για το προϊόν όσον αφορά την ορολογία, τα σύμβολα, τις δοκιμές και τις μεθόδους δοκιμών, τη συσκευασία, τη σήμανση και την επισήμανση,

- «πρότυπο»: η τεχνική προδιαγραφή η οποία έχει θεσπισθεί από αναγνωρισμένο οργανισμό τυποποίησης, για επαναλαμβανόμενη ή συνεχή εφαρμογή, της οποίας η τήρηση δεν είναι υποχρεωτική,

- «εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών»: ο εξοπλισμός ο οποίος είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί είτε μόνο για εκπομπή («ενεργητικός») είτε και για εκπομπή και για λήψη («αμφίδρομος») είτε μόνο για λήψη («παθητικός») σημάτων ραδιοεπικοινωνιών μέσω δορυφόρων ή άλλων διαστημικών συστημάτων 7 εξαιρείται ο εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών ο οποίος έχει ειδικά κατασκευαστεί προκειμένου να χρησιμοποιείται ως μέρος του δημόσιου τηλεπικοινωνιακού δικτύου κράτους μέλους,

- «επίγεια σύνδεση με το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο»: κάθε σύνδεση με το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο η οποία δεν περιλαμβάνει δαστημικό σκέλος.

ΤΙΤΛΟΣ I ΤΕΡΜΑΤΙΚΟΣ ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ

Κεφάλαιο I Διάθεση στην αγορά και ελεύθερη κυκλοφορία

Άρθρο 2

Ο προορισμός του εξοπλισμού δηλώνεται από τον κατασκευαστή ή τον προμηθευτή του. Ωστόσο, ο τερματικός εξοπλισμός του άρθρου 1 παράγραφος 2 δεύτερη περίπτωση που χρησιμοποιεί σύστημα συνδέσεως που προσφεύγει στο φάσμα των ραδιοσυχνοτήτων τεκμαίρεται ότι προορίζεται να συνδεθεί με το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο.

Άρθρο 3

1. Παρά τις διατάξεις των άρθρων 1 και 2, ο εξοπλισμός που μπορεί μεν να συνδεθεί με το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο, αλλά δεν προορίζεται γι' αυτό, πρέπει να συνοδεύεται από δήλωση του κατασκευαστή ή του προμηθευτή του, σύμφωνα με το υπόδειγμα του παραρτήματος VIII, και από το τεύχος οδηγιών χρήσεως. Κατά την πρώτη διάθεση του εξοπλισμού στην αγορά, αντίγραφο της τεκμηρίωσης διαβιβάζεται στον αναφερόμενο στο άρθρο 11 παράγραφος 1 κοινοποιημένο οργανισμό του κράτους μέλους στο οποίο ο εξοπλισμός διατίθεται για πρώτη φορά στην αγορά. Επιπροσθέτως, ο εν λόγω εξοπλισμός υπόκειται στις διατάξεις του άρθρου 12 παράγραφος 4.

2. Ο κατασκευαστής ή ο προμηθευτής του εξοπλισμού θα πρέπει να είναι σε θέση να αιτιολογήσουν μία φορά, κατόπιν αιτήσεως οιουδήποτε κοινοποιημένου οργανισμού αναφερομένου στο άρθρο 11 παράγραφος 1, την προβλεπόμενη χρήση του εν λόγω εξοπλισμού επί τη βάσει των κρισίμων τεχνικών χαρακτηριστικών του, των λειτουργιών του και του τμήματος αγοράς για το οποίο προορίζεται.

Άρθρο 4

1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα ώστε ο τερματικός εξοπλισμός να μπορεί να διατεθεί στην αγορά και να τεθεί σε λειτουργία, μόνον εάν φέρει την αναφερόμενη στο άρθρο 12 σήμανση «CE» που υποδηλώνει την πιστότητά του προς τις προδιαγραφές της παρούσας οδηγίας, συμπεριλαμβανομένων και των διαδικασιών για την εκτίμηση της πιστότητας που προβλέπονται στο κεφάλαιο ΙΙ, εφόσον έχει εγκατασταθεί και συντηρείται σωστά και χρησιμοποιείται σύμφωνα με τον προορισμό του.

2. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν επίσης όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα ώστε ο εξοπλισμός που αναφέρεται στο άρθρο 3 να μπορεί να διατεθεί και να παραμείνει στην αγορά μόνον αν είναι σύμφωνος με τις ισχύουσες επ' αυτού απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, καθώς να μη μπορεί να συνδεθεί με το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο κατά την έννοια του άρθρου 1 παράγραφος 2 πρώτη περίπτωση.

3. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν επίσης όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα ώστε ο τερματικός εξοπλισμός ή ο εξοπλισμός που αναφέρεται στο άρθρο 3 να αποσυνδέεται από το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο αν δεν χρησιμοποιείται σύμφωνα με τον προορισμό του. Τα κράτη μέλη μπορούν εξάλλου να λάβουν όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα, σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, ώστε να εμποδίζουν τη σύνδεση με το τηλεπικοινωνιακό τους δίκτυο τερματικού εξοπλισμού που δεν χρησιμοποιείται σύμφωνα με τον προορισμό του.

4. α) Όταν ο τερματικός εξοπλισμός καλύπτεται από άλλες οδηγίες οι οποίες αφορούν άλλα θέματα και προβλέπουν σήμανση «CE», η σήμανση αυτή υποδηλώνει την πιστότητα των εν λόγω εξοπλισμών προς τις διατάξεις και των άλλων αυτών οδηγιών.

β) Εάν ωστόσο μία ή περισσότερες από τις οδηγίες αυτές επιτρέπουν στον κατασκευαστή να επιλέξει, κατά τη διάρκεια μεταβατικής περιόδου, το σύστημα που θα εφαρμόζει, η σήμανση «CE υποδηλώνει την πιστότητα μόνο προς τις διατάξεις των οδηγιών που εφαρμόζει ο κατασκευαστής. Στην περίπτωση αυτή, τα στοιχεία των εφαρμοζομένων οδηγιών, όπως έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, πρέπει να αναγράφονται στα έγγραφα, φύλλα ή οδηγίες που απαιτούνται από τις συγκεκριμένες οδηγίες και συνοδεύουν τον τερματικό εξοπλισμό.

Άρθρο 5

Ο τερματικός εξοπλισμός πρέπει να πληροί τις ακόλουθες βασικές απαιτήσεις:

α) την ασφάλεια των χρηστών, εφόσον η απαίτηση αυτή δεν προβλέπεται από την οδηγία 73/23/ΕΟΚ 7

β) την ασφάλεια του προσωπικού των οργανισμών που εκμεταλλεύονται τα δημόσια δίκτυα τηλεπικοινωνιών, εφόσον η απαίτηση αυτή δεν προβλέπεται από την οδηγία 73/23/ΕΟΚ 7

γ) τις απαιτήσεις ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας, εφόσον αφορούν ειδικά τους τερματικούς εξοπλισμούς 7

δ) την προστασία του δημόσιου δικτύου τηλεπικοινωνιών από βλάβες 7

ε) την αποτελεσματική χρησιμοποίηση του φάσματος των ραδιοσυχνοτήτων, όπου χρειάζεται 7

στ) τη διαλειτουργικότητα του τερματικού εξοπλισμού με τον εξοπλισμό του δημόσιου τηλεπικοινωνιακού δικτύου, με σκοπό την εγκατάσταση, την τροποποίηση, τη χρέωση, τη διατήρηση και την οριστική διακοπή πραγματικών ή πλασματικών συνδέσεων 7

ζ) τη διαλειτουργικότητα τερματικών εξοπλισμών μέσω του δημοσίου τηλεπικοινωνιακού δικτύου, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις.

Θεωρούνται αιτιολογημένες οι περιπτώσεις όπου η υπηρεσία που παρέχει ο τερματικός εξοπλισμός είναι:

i) υπηρεσία κατ' αποκλειστικότητα σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία

ή

ii) υπηρεσία για την οποία το Συμβούλιο έχει αποφασίσει ότι θα πρέπει να είναι διαθέσιμη σ' ολόκληρη την Κοινότητα,

και οι απαιτήσεις διαλειτουργικότητας καθορίζονται με τη διαδικασία του άρθρου 29. Εκτός τούτου, αφού συμβουλευτεί τους αντιπροσώπους των αναφερομένων στο άρθρο 28 παράγραφος 3 φορέων και λάβει δεόντως υπόψη το αποτέλεσμα των διαβουλεύσεων αυτών, η Επιτροπή μπορεί να προτείνει την αναγνώριση της βασικής αυτής απαίτησης ως δικαιολογημένης και για άλλα είδη τερματικού εξοπλισμού, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 29.

Άρθρο 6

Τα κράτη μέλη δεν παρεμποδίζουν τη διάθεση στην αγορά και την ελεύθερη κυκλοφορία και χρήση στο έδαφός τους του τερματικού εξοπλισμού που ανταποκρίνεται στις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 7

1. Τα κράτη μέλη θεωρούν κατ αρχήν ανταποκρινόμενο στις βασικές απαιτήσεις του άρθρου 5 στοιχεία α) και β) τον τερματικό εξοπλισμό που είναι σύμφωνος με τα εθνικά πρότυπα που υλοποιούν τα κατάλληλα εναρμονισμένα πρότυπα, των οποίων τα στοιχεία αναφοράς έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Τα κράτη μέλη δημοσιεύουν τα στοιχεία αναφοράς των εθνικών αυτών προτύπων.

2. Η Επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 29, εγκρίνει:

- σε πρώτη φάση, τα μέτρα για την αναγνώριση του τύπου των τερματικών εξοπλισμών για τον οποίο απαιτούνται κοινοί τεχνικοί κανόνες, καθώς και τη δήλωση σχετικά με το πεδίο εφαρμογής των κανόνων αυτών, προκειμένου να τη διαβιβάσει στους αρμόδους οργανισμούς τυποποίησης,

- σε δεύτερη φάση, και μόλις εκπονηθούν από τους αρμόδιους οργανισμούς τυποποίησης, τα αντίστοιχα εναρμονισμένα πρότυπα ή τμήμα αυτών, τα οποία υλοποιούν τις βασικές απαιτήσεις του άρθρου 5 στοιχεία γ) έως ζ), και τα οποία μετατρέπονται σε κοινούς υποχρεωτικούς τεχνικούς κανόνες των οποίων τα στοιχεία αναφοράς δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 8

Όταν ένα κράτος μέλος ή η Επιτροπή κρίνουν ότι τα εναρμονισμένα πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 7 υπερβαίνουν τις βασικές απαιτήσεις του άρθρου 5 ή δεν ανταποκρίνονται πλήρως σε αυτές, παραπέμπουν την υπόθεση στην επιτροπή του άρθρου 28, καλούμενη στο εξής «επιτροπή», εκθέτοντας τους σχετικούς λόγους. Η επιτροπή διατυπώνει γνώμη το συντομότερο δυνατόν.

Με βάση τη γνωμοδότηση της επιτροπής και κατόπιν διαβουλεύσεων με τη μόνιμη επιτροπή, τη συσταθείσα με την οδηγία 83/189/ΕΟΚ, η Επιτροπή γνωστοποιεί στα κράτη μέλη αν είναι απαραίτητο ή όχι να αποσύρουν τις αναφορές στα συγκεκριμένα πρότυπα και κάθε σχετικό με αυτά τεχνικό κανόνα από την Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για τη διόρθωση των ελλείψεων που παρατηρούνται στα πρότυπα.

Άρθρο 9

1. Όταν ένα κράτος μέλος διαπιστώνει ότι τερματικός εξοπλισμός που φέρει τις σημάνσεις που προβλέπουν οι διατάξεις του κεφαλαίου III, και χρησιμοποιείται κανονικά σύμφωνα με τον προορισμό του, δεν ανταποκρίνεται στις σχετικές βασικές απαιτήσεις, λαμβάνει κάθε αναγκαίο μέτρο για να αποσύρει τον εξοπλισμό αυτό από την αγορά ή να απαγορεύσει ή περιορίσει τη διάθεσή του στην αγορά.

Το οικείο κράτος μέλος γνωστοποιεί το μέτρο αμέσως στην Επιτροπή, αναφέροντας τους λόγους της απόφασής του, και ειδικότερα διευκρινίζοντας εάν η μη τήρηση των βασικών απαιτήσεων οφείλεται:

α) σε κακή εφαρμογή των εναρμονισμένων προτύπων ή των κοινών τεχνικών κανόνων του άρθρου 7 7

β) σε εγγενείς ελλείψεις των εναρμονισμένων προτύπων ή των κοινών τεχνικών κανόνων του άρθρου 7.

2. Η Επιτροπή αρχίζει διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη το ταχύτερο. Αν μετά τις διαβουλεύσεις αυτές, διαπιστώσει ότι το μέτρο που έχει ληφθεί σύμφωνα με την παράγραφο 1 είναι δικαιολογημένο, ενημερώνει αμέσως σχετικά το κράτος μέλος που έλαβε την πρωτοβουλία καθώς και τα υπόλοιπα κράτη μέλη. Όταν η απόφαση που αναφέρεται στην παράγραφο 1 οφείλεται σε ελλείψεις των εναρμονισμένων προτύπων ή των κοινών τεχνικών κανόνων, η Επιτροπή, κατόπιν διαβουλεύσεων με τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, παραπέμπει την υπόθεση στη επιτροπή του άρθρου 28 εντός δύο μηνών, αν το κράτος μέλος που έχει λάβει τα μέτρα σκοπεύει να τα διατηρήσει, και κινεί τη διαδικασία του άρθρου 8.

3. Όταν ο τερματικός εξοπλισμός που δεν ανταποκρίνεται στις σχετικές βασικές απαιτήσεις φέρει τη σήμανση «CE», το αρμόδιο κράτος μέλος λαμβάνει τα δέοντα μέτρα εναντίον αυτού που έθεσε τη σήμανση και ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή και τα υπόλοιπα κράτη μέλη.

4. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη για την πορεία και τα αποτελέσματα της διαδικασίας.

Κεφάλαιο II Αξιολόγηση της πιστότητας

Άρθρο 10

1. Κατ' επιλογή του κατασκευαστή ή του εντεταλμένου αντιπροσώπου που είναι εγκατεστημένος στην Κοινότητα, ο τερματικός εξοπλισμός υποβάλλεται είτε σε εξέταση τύπου ΕΚ, όπως περιγράφεται στο παράρτημα I, είτε σε δήλωση πιστότητας ΕΚ, όπως περιγράφεται στο παράρτημα IV.

2. Η εξέταση τύπου ΕΚ, όπως περιγράφεται στο παράρτημα I, συνοδεύεται από δήλωση που συντάσσεται σύμφωνα με τη διαδικασία δήλωσης πιστότητας τύπου ΕΚ, όπως περιγράφεται στο παράρτημα II ή στο παράρτημα III.

3. Τα διάφορα έγγραφα και αλληλογραφία που αφορούν τις διαδικασίες που αναφέρονται στο παρόν άρθρο συντάσσονται σε μια επίσημη γλώσσα του κράτους μέλους στο οποίο θα διεξαχθεί η εν λόγω διαδικασία ή σε γλώσσα που αποδέχεται ο κοινοποιημένος αρμόδιος οργανισμός.

Άρθρο 11

1. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν στην Επιτροπή και στα υπόλοιπα κράτη μέλη τους εγκατεστημένους στην Κοινότητα οργανισμούς που έχουν επιφορτίσει με την εκτέλεση της πιστοποίησης, των ελέγχων προϊόντων και των αντίστοιχων καθηκόντων παρακολούθησης που αφορούν τις διαδικασίες του άρθρου 10, καθώς και τους αριθμούς αναγνώρισης που τους έχουν εκ των προτέρων χορηγηθεί από την Επιτροπή.

Τα κράτη μέλη εφαρμόζουν τα ελάχιστα κριτήρια του παραρτήματος V για τον ορισμό των οργανισμών αυτών. Οι οργανισμοί που ανταποκρίνονται στα κριτήρια των οικείων εναρμονισμένων προτύπων θεωρείται ότι πληρούν τα κριτήρια του παραρτήματος V.

2. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή σχετικά με τα εγκατεστημένα στην Κοινότητα εργαστήρια δοκιμών τα οποία έχουν ορίσει για τη διεξαγωγή δοκιμών που αφορούν τις διαδικασίες του άρθρου 10. Για τον ορισμό των εν λόγω εργαστηρίων, οι αναγνωρισμένοι οργανισμοί εφαρμόζουν τα κριτήρια που προβλέπονται στα ανάλογα τμήματα των οικείων εναρμονισμένων προτύπων.

3. Η Επιτροπή δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων κατάλογο των κοινοποιημένων οργανισμών με τους αντίστοιχους αριθμούς αναγνώρισης και κατάλογο των εργαστηρίων δοκιμών με τα καθήκοντά τους και φροντίζει για την ενημέρωση του καταλόγου.

4. Ένα κράτος μέλος που έχει ορίσει έναν κοινοποιηθέντα οργανισμό ή ένα εργαστήριο δοκιμών, δυνάμει της παραγράφου 1 ή της παραγράφου 2, ακυρώνει τον ορισμό αυτό αν ο κοινοποιηθείς οργανισμός ή το εργαστήριο δοκιμών δεν πληρούν πλέον τα κριτήρια ορισμού. Το κράτος μέλος ενημερώνει αμέσως τα υπόλοιπα κράτη μέλη και την Επιτροπή και αποσύρει την κοινοποίηση.

Εάν ένα κράτος μέλος ή η Επιτροπή κρίνουν ότι ο κοινοποιηθείς οργανισμός ή το εργαστήριο δοκιμών που ορίστηκαν από κράτος μέλος δεν πληρούν τα σχετικά κριτήρια, το θέμα υποβάλλεται στην επιτροπή του άρθρου 28 η οποία γνωμοδοτεί εντός τριών μηνών. Υπό το φως της γνώμης της εν λόγω επιτροπής, η Επιτροπή ενημερώνει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος σχετικά με τις αλλαγές που πρέπει να επιφερθούν στον κοινοποιηθέντα οργανισμό ή το εργαστήριο δοκιμών προκειμένου να διατηρήσουν το αναγνωρισμένο τους καθεστώς.

5. Για να διευκολυνθεί η διαπίστωση της συμμόρφωσης του τερματικού προς τους τεχνικούς κανόνες και τα πρότυπα, οι κοινοποιημένοι οργανισμοί αναγνωρίζουν τα έγγραφα που καταρτίζουν οι αρμόδιοι οργανισμοί τρίτης χώρας, όταν έχουν συναφθεί συμφωνίες μεταξύ της Κοινότητας και της συγκεκριμένης τρίτης χώρας με βάση αμοιβαίο ικανοποιητικό διακανονισμό.

6. Οι κοινοποιημένοι οργανισμοί, όταν εκδίδουν πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΚ, όπως προβλέπεται στο παράρτημα I, μαζί με το κατάλληλο έγγραφο που αναφέρεται στο παράρτημα II ή στο παράρτημα III, ή λαμβάνουν απόφαση για την εγγύηση ποιότητας που αναφέρεται στο παράρτημα IV, εκδίδουν συγχρόνως διοικητική έγκριση για τη σύνδεση του οικείου τερματικού εξοπλισμού με το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο.

Κεφάλαιο III Σήμανση «CE» πιστότητας και επισήμανση

Άρθρο 12

1. Επί του τερματικού εξοπλισμού που είναι σύμφωνος με την παρούσα οδηγία τίθεται σήμανση «CE», αποτελούμενη απο το ακρωνύμιο «CE», ακολουθούμενο από τον αριθμό αναγνώρισης του κοινοποιημένου οργανισμού που παρεμβαίνει στη φάση του ελέγχου της παραγωγής καθώς και από ένα σύμβολο που υποδηλώνει ότι ο εξοπλισμός προορίζεται και προσφέρεται για σύνδεση με το δημόσιο δίκτυο τηλεπικοινωνιών. Το υπόδειγμα της σήμανσης «CE» που πρέπει να χρησιμοποιείται και οι συμπληρωματικές ενδείξεις παρατίθενται στο παράρτημα VI.

2. Απαγορεύεται η επίθεση σημάνσεων δυναμένων να παραπλανήσουν τους τρίτους ως προς τη σημασία και τη γραφική απεικόνιση των σημάνσεων πιστότητας «CE» όπως προσδιορίζονται στα παραρτήματα VI και VII. Οποιαδήποτε άλλη σήμανση μπορεί να επιτίθεται στον εξοπλισμό υπό τον όρο ότι δεν καθιστά λιγότερο ευδιάκριτη και ευανάγνωστη τη σήμανση «CE».

3. Ο κατασκευαστής παρέχει τα εξής στοιχεία αναγνώρισης για τους τερματικούς εξοπλισμούς: τύπο, αριθμοί παρτίδας ή/και σειράς καθώς και όνομα του κατασκευαστή ή/και του προμηθευτή που ευθύνεται για την κυκλοφορία του στην αγορά.

4. Οι κατασκευαστές ή προμηθευτές εξοπλισμού που θέτουν σε κυκλοφορία εξοπλισμό ο οποίος αναφέρεται στο άρθρο 3 επιθέτουν το σύμβολο που προσδιορίζεται στο παράρτημα VII κατά τρόπο ώστε να έπεται του ακρωνυμίου «CE» όπως απεικονίζεται στο παράρτημα VI και να αποτελεί οπτικά αναπόσπαστο τμήμα της όλης επισήμανσης.

Άρθρο 13

Με την επιφύλαξη του άρθρου 9:

α) κάθε αντικανονική επίθεση της σήμανσης «CE» η οποία διαπιστώνεται από κράτος μέλος συνεπάγεται την υποχρέωση για τον κατασκευαστή ή τον εγκατεστημένο στην Κοινότητα εντολοδόχο του να μεριμνήσει για την πιστότητα του σχετικού προϊόντος προς τις προδιαγραφές τις σχετικές με τη σήμανση «CE» καθώς και για την παύση της παράβασης υπό τους όρους που επιβάλλει το κράτος μέλος 7

β) αν το προϊόν συνεχίζει να μην είναι σύμφωνο προς τις σχετικές προδιαγραφές, το κράτος μέλος οφείλει να λάβει όλα τα ενδεδειγμένα μέτρα, ώστε να περιοριστεί ή να απαγορευθεί η διάθεση στην αγορά του συγκεκριμένου προϊόντος ή να εξασφαλιστεί η απόσυρσή του από την αγορά, σύμφωνα με τις διαδικασίες του άρθρου 9.

ΤΙΤΛΟΣ II ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ ΔΟΡΥΦΟΡΙΚΩΝ ΕΠΙΓΕΙΩΝ ΣΤΑΘΜΩΝ

Κεφάλαιο I Διάθεση στην αγορά και ελεύθερη κυκλοφορία

Άρθρο 14

Ο κατασκευαστής ή ο προμηθευτής του εξοπλισμού δορυφορικών επίγειων σταθμών δηλώνει κατά πόσον ο εξοπλισμός προορίζεται ή δεν προορίζεται για επίγεια σύνδεση με το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο.

Άρθρο 15

1. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα προσήκοντα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι ο παθητικός εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών, ο οποίος δεν προορίζεται για επίγεια σύνδεση με το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο, μπορεί να διατεθεί στην αγορά, να τεθεί σε λειτουργία και να χρησιμοποιηθεί στην επικράτειά τους, σύμφωνα με εθνική νομοθεσία συμβατή με το κοινοτικό δίκαιο, εφόσον πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, όταν έχει εγκατασταθεί και συντηρείται σωστά και χρησιμοποιείται σύμφωνα με τον προορισμό του.

Η χρησιμοποίηση αυτή πρέπει να γίνεται σύμφωνα με οποιαδήποτε εθνική νομοθεσία συμβατή με το κοινοτικό δίκαιο, η οποία περιορίζει τη χρησιμοποίηση στη λήψη σημάτων προοριζόμενων γι' αυτό το χρήστη.

2. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν όλα τα προσήκοντα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι κάθε άλλο είδος εξοπλισμού δορυφορικών επίγειων σταθμών μπορεί να διατεθεί στην αγορά μόνον εφόσον πληροί τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, όταν έχει εγκατασταθεί και συντηρείται σωστά και χρησιμοποιείται σύμφωνα με τον προορισμό του. Η χρησιμοποίηση τέτοιου εξοπλισμού μπορεί να υπαχθεί σε καθεστώς αδείας σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο.

3. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν επίσης όλα τα προσήκοντα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι ο εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών που δεν προορίζεται να συνδεθεί επιγείως με το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο δεν επιτρέπεται να συνδέεται με το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο.

4. Τα κράτη μέλη λαμβάνουν επίσης όλα τα προσήκοντα μέτρα για να εξασφαλίσουν ότι ο εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών που δεν προορίζεται να συνδεθεί επιγείως με το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο αποσυνδέεται από το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο.

Τα κράτη μέλη λαμβάνουν, εξάλλου, όλα τα προσήκοντα μέτρα, σύμφωνα με την εθνική τους νομοθεσία, προκειμένου να εμποδίσουν την επίγεια σύνδεση τέτοιου εξοπλισμού με το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο.

Άρθρο 16

Τα κράτη μέλη δεν παρεμποδίζουν την ελεύθερη κυκλοφορία και διάθεση στην αγορά εξοπλισμού δορυφορικών επίγειων σταθμών σύμφωνου με τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 17

1. Ο εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών πρέπει να πληροί τις ίδιες βασικές απαιτήσεις με εκείνες που ορίζονται στο άρθρο 5.

2. Για τους σκοπούς της παρούσας οδηγίας, οι βασικές απαιτήσεις του άρθρου 5 στοιχείο α) περιλαμβάνουν την ασφάλεια των προσώπων κατά τον ίδιο τρόπο όπως στην οδηγία 73/23/ΕΟΚ.

3. Στο πλαίσιο του ενεργητικού ή αμφίδρομου εξοπλισμού δορυφορικών επίγειων σταθμών, η βασική απαίτηση που ορίζεται στο άρθρο 5 στοιχείο ε) σχετικά με την αποτελεσματική χρήση του φάσματος ραδιοσυχνοτήτων περιλαμβάνει την αποτελεσματική χρήση των τροχιακών πόρων και την αποφυγή των επιβλαβών παρεμβολών μεταξύ διαστημικών και επίγειων συστημάτων επικοινωνιών και άλλων τεχνικών συστημάτων.

4. Στο πλαίσιο του εξοπλισμού δορυφορικών επίγειων σταθμών, οι απαιτήσεις ηλεκτρομαγνητικής συμβατότητας υπόκεινται στη βασική απαίτηση που ορίζεται στο άρθρο 5 στοιχείο γ), στο μέτρο που αφορούν ειδικά τον εξοπλισμό δυρυφορικών επίγειων σταθμών.

5. Ο εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών πρέπει να πληροί τη βασική απαίτηση που ορίζεται στο άρθρο 5 στοιχείο στ) σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του εξοπλισμού δορυφορικών επίγειων σταθμών με το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο.

6. Ο εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών πρέπει να πληροί τη βασική απαίτηση που ορίζεται στο άρθρο 5 στοιχείο ζ) σχετικά με τη διαλειτουργικότητα του εξοπλισμού δορυφορικών επίγειων σταθμών μέσω του δημόσιου τηλεπικοινωνιακού δικτύου, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις.

Θεωρούνται αιτιολογημένες οι περιπτώσεις που ο εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών είναι κατάλληλος και προορίζεται για την υποστήριξη υπηρεσιών για τις οποίες το Συμβούλιο έχει αποφασίσει ότι πρέπει να διατίθενται σε κοινοτική κλίμακα και οι απαιτήσεις σχετικά με την εν λόγω διαλειτουργικότητα ορίζονται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 29.

7. Παρά τις διατάξεις των παραγράφων 1, 5 και 6, ο εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών ο οποίος δεν προορίζεται να συνδεθεί με το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο, δεν επιβάλλεται να πληροί τις βασικές απαιτήσεις που ορίζονται στο άρθρο 5 στοιχεία β), δ), στ) και ζ).

Άρθρο 18

1. Τα κράτη μέλη θεωρούν ότι ανταποκρίνεται, καταρχήν, στις βασικές απαιτήσεις του άρθρου 5 στοιχεία α) και β) ο εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών που είναι σύμφωνος προς τα εθνικά πρότυπα τα οποία υλοποιούν τα κατάλληλα εναρμονισμένα πρότυπα, τα στοιχεία αναφοράς των οποίων έχουν δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Τα κράτη μέλη δημοσιεύουν τα στοιχεία αναφοράς των εθνικών αυτών προτύπων.

2. Η Επιτροπή, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 29, εγκρίνει:

- σε πρώτη φάση, τα μέτρα για την αναγνώριση του τύπου του εξοπλισμού επίγειων δορυφορικών σταθμών για τον οποίο απαιτούνται κοινοί τεχνικοί κανόνες καθώς και τη δήλωση σχετικά με το πεδίο εφαρμογής των κανόνων αυτών, προκειμένου να τη διαβιβάσει στους αρμόδιους οργανισμούς τυποποίησης,

- σε δεύτερη φάση, και μόλις εκπονηθούν από τους αρμόδιους οργανισμούς τυποποίησης, τα αντίστοιχα εναρμονισμένα πρότυπα ή τμήματα αυτών των προτύπων, τα οποία υλοποιούν τις βασικές απαιτήσεις του άρθρου 17 παράγραφοι 3 έως 6 και μετατρέπονται σε κοινούς υποχρεωτικούς, τεχνικούς κανόνες, τα στοιχεία αναφοράς των οποίων θα δημοσιευθούν στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 19

Όταν ένα κράτος μέλος ή η Επιτροπή κρίνουν ότι τα εναρμονισμένα πρότυπα που αναφέρονται στο άρθρο 18 υπερβαίνουν τις σχετικές βασικές απαιτήσεις του άρθρου 17, ή δεν ανταποκρίνονται πλήρως σ' αυτές, ακολουθούνται οι διαδικασίες έρευνας και γνωστοποίησης που ορίζονται στο άρθρο 8.

Άρθρο 20

1. Όταν ένα κράτος μέλος διαπιστώνει ότι ο εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών, ο οποίος φέρει τη σήμανση που προβλέπεται στο κεφάλαιο III του παρόντος τίτλου και χρησιμοποιείται κανονικά σύμφωνα με τον προορισμό τον οποίο έχει προβλέψει ο κατασκευαστής του, δεν ανταποκρίνεται στις σχετικές βασικές απαιτήσεις, εφαρμόζονται τα ίδια μέτρα και ακολουθούνται οι ίδιες διαδικασίες γνωστοποίησης και διαβούλευσης που ορίζονται στο άρθρο 9 παράγραφοι 1, 2 και 4.

2. Όταν ο εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών που δεν ανταποκρίνεται στις σχετικές βασικές απαιτήσεις φέρει τη σήμανση «CE», το αρμόδιο κράτος μέλος λαμβάνει τα δέοντα μέτρα έναντι του επιθέσαντος. Ακολουθούνται οι διαδικασίες γνωστοποίησης που ορίζονται στο άρθρο 9 παράγραφοι 3 και 4.

Κεφάλαιο II Αξιολόγηση της πιστότητας

Άρθρο 21

1. Κατ' επιλογή του κατασκευαστή ή του εντολοδόχου του που είναι εγκατεστημένος στην Κοινότητα, κάθε ενεργητικός ή αμφίδρομος εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών υπόκειται σε όλες τις διατάξεις του άρθρου 10 παράγραφοι 1 και 2 που αφορούν την αξιολόγηση της πιστότητας.

2. Οι διαδικασίες που εφαρμόζονται όσον αφορά τις γλωσσικές απαιτήσεις, είναι ίδιες με εκείνες που προβλέπονται στο άρθρο 10 παράγραφος 3.

Άρθρο 22

Ο παθητικός εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών που προορίζεται να συνδεθεί επιγείως με το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο υπόκειται, όσον αφορά την επίγεια διεπαφή του, στις διατάξεις του άρθρου 21 παράγραφος 1 όσον αφορά την εκτίμηση της πιστότητας, ως προς δε τα υπόλοιπα στοιχεία, είτε στις διατάξεις του άρθρου 21 παράγραφος 1 είτε στη διαδικασία ελέγχου ΕΚ εσωτερικής παραγωγής που καθορίζεται στο παράρτημα IX.

Άρθρο 23

Ο παθητικός εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών που δεν προορίζεται να συνδεθεί επιγείως με το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο υπόκειται είτε στις διατάξεις του άρθρου 21 παράγραφος 1 είτε στη διαδικασία ελέγχου ΕΚ εσωτερικής παραγωγής που καθορίζεται στο παράρτημα IX.

Άρθρο 24

Εκτός από τις διατάξεις των άρθρων 21, 22 και 23 της παρούσας οδηγίας, ο εξοπλισμός δορυφορικών επίγειων σταθμών που δεν προορίζεται να συνδεθεί επιγείως με το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο συνοδεύεται από δήλωση του κατασκευαστή ή του προμηθευτή, η οποία συντάσσεται και διαβιβάζεται σύμφωνα με τις διαδικασίες που ορίζονται στο άρθρο 3 και στο παράρτημα VIII.

Άρθρο 25

Όσον αφορά τον εξοπλισμό δορυφορικών επίγειων σταθμών, έναντι των κοινοποιημένων οργανισμών και των εργαστηρίων δοκιμών, εφαρμόζονται οι διαδικασίες του άρθρου 11 και του παραρτήματος V.

Κεφάλαιο III Σήμανση πιστότητας «CE» και επισήμανση

Άρθρο 26

1. Η σήμανση του εξοπλισμού δορυφορικών επίγειων σταθμών που τηρούν τις διατάξεις της παρούσας οδηγίας συνίσταται στη σήμανση η οποία αποτελείται από το σύμβολο «CE» ακολουθούμενο από τον αριθμό αναγνώρισης του υπεύθυνου κοινοποιημένου οργανισμού και, όπου χρειάζεται, από ένα σύμβολο που δηλώνει ότι ο εξοπλισμός προορίζεται και είναι κατάλληλος για επίγεια σύνδεση με το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο. Το σύμβολο «CE», ο αριθμός αναγνώρισης καθώς και το σύμβολο είναι τα ίδια με εκείνα που εμφαίνονται στο παράρτημα VI.

2. Απαγορεύεται η επίθεση σημάτων που προσομοιάζουν στη σήμανση «CE» η οποία αναφέρεται στην παράγραφο 1 και ενδέχεται να προκαλέσουν σύγχυση.

3. Ο κατασκευαστής παρέχει τα ακόλουθα στοιχεία αναγνώρισης για τον εξοπλισμό δορυφορικών επίγειων σταθμών: τύπο, αριθμό παρτίδας ή/και σειράς και όνομα του κατασκευαστή ή/και του προμηθευτή που ευθύνεται για τη διάθεσή του στην αγορά.

4. Παρά την παράγραφο 1, η σήμανση του παθητικού εξοπλισμού δορυφορικών επίγειων σταθμών, ο οποίος δεν προορίζεται να συνδεθεί επιγείως με το δημόσιο τηλεπικοινωνιακό δίκτυο και ο οποίος υπόκειται στη διαδικασία ελέγχου ΕΚ εσωτερικής παραγωγής που καθορίζεται στο παράρτημα IX, συνίσταται στη σήμανση CE, η οποία αποτελείται από το ακρωνύμιο «CE».

Άρθρο 27

Όταν διαπιστώνεται ότι η σήμανση που αναφέρεται στο άρθρο 26 παράγραφος 1 της παρούσας οδηγίας έχει τοποθετηθεί σε εξοπλισμό δορυφορικών επίγειων σταθμών που:

- δεν είναι σύμφωνος προς έναν εγκεκριμένο τύπο,

ή

- είναι σύμφωνος προς έναν εγκεκριμένο τύπο ο οποίος δεν ανταποκρίνεται στις βασικές απαιτήσεις που διέπουν τον εξοπλισμό, ή

όταν ο κατασκευαστής δεν έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του στο πλαίσιο της σχετικής δήλωσης πιστότητας ΕΚ εφαρμόζονται οι διαδικασίες του άρθρου 13.

ΤΙΤΛΟΣ III ΚΟΙΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Κεφάλαιο I Επιτροπή

Άρθρο 28

1. Η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή συμβουλευτικού χαρακτήρα την οποία αποτελούν αντιπρόσωποι των κρατών μελών, υπό την προεδρία του αντιπροσώπου της Επιτροπής. Η συμβουλευτική αυτή επιτροπή καλείται επιτροπή έγκρισης τερματικού εξοπλισμού (ACTE, Approvals Committee for Terminal Equipment).

2. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην εν λόγω επιτροπή σχέδιο των μέτρων που πρόκειται να ληφθούν. Η συμβουλευτική επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της για το σχέδιο αυτό μέσα σε προθεσμία την οποία μπορεί να ορίσει ο πρόεδρος ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος και, αν χρειασθεί, προβαίνει σε ψηφοφορία.

Η γνώμη καταχωρείται στα πρακτικά. Επιπλέον, κάθε κράτος μέλος έχει το δικαίωμα να ζητήσει να καταχωρηθεί η θέση του στα πρακτικά.

Η Επιτροπή λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη της συμβουλευτικής επιτροπής και την ενημερώνει για τον τρόπο με τον οποίο έλαβε υπόψη τη γνώμη αυτή.

3. Η συμβουλευτική επιτροπή προβαίνει τακτικά σε διαβουλεύσεις με τους εκπροσώπους των τηλεπικοινωνιακών οργανισμών, τους καταναλωτές, τους χρήστες, τους κατασκευαστές, τους παρέχοντες υπηρεσίες και τα εργατικά σωματεία και ενημερώνει την Επιτροπή ως προς τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων αυτών, ώστε να μπορούν να λαμβάνονται δεόντως υπόψη.

Άρθρο 29

1. Παρά το άρθρο 28 παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζεται η ακόλουθη διαδικασία για θέματα που καλύπτονται από το άρθρο 5 στοιχείο ζ), το άρθρο 7 παράγραφος 2, το άρθρο 17 παράγραφος 6 και το άρθρο 18 παράγραφος 2.

2. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει προς την επιτροπή του άρθρου 28 σχέδιο των μέτρων που πρέπει να ληφθούν, σύμφωνα με το άρθρο 5 στοιχείο ζ), το άρθρο 7 παράγραφος 2, το άρθρο 17 παράγραφος 6 και το άρθρο 18 παράγραφος 2. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της για το σχέδιο αυτό μέσα σε προθεσμία που μπορεί να ορίσει ο πρόεδρος ανάλογα με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος. Αποφασίζει με την ειδική πλειοψηφία που προβλέπεται στο άρθρο 148 παράγραφος 2 της συνθήκης για την έκδοση των αποφάσεων που καλείται να λάβει το Συμβούλιο βάσει προτάσεως της Επιτροπής. Κατά την ψηφοφορία στην επιτροπή, οι ψήφοι των αντιπροσώπων των κρατών μελών σταθμίζονται σύμφωνα με το προαναφερόμενο άρθρο. Ο πρόεδρος δεν λαμβάνει μέρος στην ψηφοφορία.

3. α) Η Επιτροπή θεσπίζει τα σχεδιαζόμενα μέτρα όταν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής.

β) Όταν τα σχεδιαζόμενα μέτρα δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής, ή ελλείψει γνώμης, η Επιτροπή υποβάλλει χωρίς καθυστέρηση στο Συμβούλιο πρόταση σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

Εάν το Συμβούλιο δεν αποφασίσει εντός των τριών μηνών από την ημερομηνία υποβολής της πρότασης, τα προτεινόμενα μέτρα θεσπίζονται από την Επιτροπή.

Κεφάλαιο II Τελικές και μεταβατικές διατάξεις

Άρθρο 30

1. Η Επιτροπή συντάσσει ανά διετία έκθεση για την εφαρμογή της παρούσας οδηγίας στην οποία αναφέρεται ιδίως η πρόοδος που έχει επιτελεσθεί στη διατύπωση των εναρμονισμένων προτύπων και στη μετατροπή τους σε τεχνικούς κανόνες, καθώς και οι δυσχέρειες που ανακύπτουν κατά την εφαρμογή. Η έκθεση αναφέρει επίσης συνοπτικά τις δραστηριότητες της επιτροπής και αξιολογεί την πρόοδο που έχει σημειωθεί ως προς την πραγμάτωση, σε κοινοτικό επίπεδο, ανοιχτής ανταγωνιστικής αγοράς τερματικού εξοπλισμού ανταποκρινομένου στις βασικές απαιτήσεις, που αναφέρονται στο άρθρο 5.

2. Όταν υποβάλλει τα σχέδια μέτρων που αναφέρονται στο άρθρο 18 παράγραφος 2 και αφορούν τους κοινούς τεχνικούς κανόνες, η Επιτροπή φροντίζει ώστε να περιλαμβάνουν, όπου χρειάζονται, και μεταβατικές ρυθμίσεις.

Άρθρο 31

Το άρθρο 10 παράγραφος 5 της οδηγίας 89/336/ΕΟΚ δεν εφαρμόζεται στους εξοπλισμούς που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της παρούσας οδηγίας.

Άρθρο 32

1. Κάθε έγκριση τύπου που χορηγούν τα κράτη μέλη σύμφωνα με την οδηγία 86/361/ΕΟΚ (12) μπορεί να εξακολουθήσει να ισχύει σύμφωνα με τη νομοθεσία των κρατών μελών στο πλαίσιο των κριτηρίων εγκυρότητας που ίσχυαν για την αρχική έγκριση.

2. Τα μέτρα που έχουν θεσπιστεί δυνάμει της οδηγίας 86/361/ΕΟΚ υποβάλλονται στην επιτροπή σύμφωνα με τις διαδικασίες του άρθρου 29 για ενδεχόμενη μετατροπή τους σε κοινούς τεχνικούς κανόνες.

Άρθρο 33

Τα κράτη μέλη ανακοινώνουν στην Επιτροπή τις κυριότερες διατάξεις εσωτερικού δικαίου που θεσπίζουν στον τομέα που διέπεται από την παρούσα οδηγία.

Άρθρο 34

1. Οι οδηγίες που παρατίθενται στο παράρτημα X μέρος Α καταργούνται, με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων των κρατών μελών όσον αφορά τις προθεσμίες μεταφοράς που εμφαίνονται στο παράρτημα X, μέρος Β.

2. Οι παραπομπές στις οδηγίες που καταργούνται θεωρούνται ως παραπομπές στην παρούσα οδηγία και πρέπει να αναγιγνώσκονται σύμφωνα με τον πίνακα αντιστοιχίας του παραρτήματος XI.

Άρθρο 35

Η παρούσα οδηγία αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Άρθρο 36

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 12 Φεβρουαρίου 1998.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. M. GIL-ROBLES

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. BATTLE

(1) ΕΕ C 204 της 15.7.1996, σ. 3.

(2) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 22ας Μαΐου 1996 (ΕΕ C 166 της 10.6.1996, σ. 60), κοινή θέση του Συμβουλίου της 16ης Οκτωβρίου 1997 (ΕΕ C 375 της 10.12.1997, σ. 48) και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 19ης Νοεμβρίου 1997. Απόφαση του Συμβουλίου της 18ης Δεκεμβρίου 1997.

(3) ΕΕ L 128 της 23.5.1991, σ. 1 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 93/68/ΕΟΚ (ΕΕ L 220 της 30.8.1993, σ. 1).

(4) ΕΕ L 290 της 24.11.1993, σ. 1.

(5) ΕΕ C 257 της 4.10.1988, σ. 1.

(6) ΕΕ C 8 της 14.1.1992, σ. 1.

(7) ΕΕ C 36 της 7.2.1987, σ. 31.

(8) ΕΕ C 136 της 4.6.1985, σ. 1.

(9) ΕΕ L 77 της 26.3.1973, σ. 29 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 93/68/ΕΟΚ (ΕΕ L 220 της 30.8.1993, σ. 1).

(10) ΕΕ L 109 της 26.4.1983, σ. 8 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 94/10/ΕΟΚ (ΕΕ L 100 της 19.4.1994, σ. 30).

(11) ΕΕ L 139 της 23.5.1989, σ. 19 7 οδηγία όπως τροποποιήθηκε τελευταία από την οδηγία 93/68/ΕΟΚ (ΕΕ L 220 της 30.8.1993, σ. 1).

(12) ΕΕ L 217 της 5.8.1986, σ. 1 7 οδηγία που καταργήθηκε από την οδηγία 91/263/ΕΟΚ.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ I

ΕΞΕΤΑΣΗ ΤΥΠΟΥ ΕΚ

1. Η εξέταση τύπου ΕΚ αποτελεί το τμήμα εκείνο της διαδικασίας κατά το οποίο ένας κοινοποιημένος οργανισμός διαπιστώνει και πιστοποιεί ότι ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα του τερματικού εξοπλισμού, του οποίου προβλέπεται η παραγωγή, ανταποκρίνεται στις εφαρμοστέες επ' αυτού διατάξεις της οδηγίας.

2. Η αίτηση για την εξέταση τύπου ΕΚ, υποβάλλεται από τον κατασκευαστή ή τον εντεταλμένο αντιπρόσωπό του ο οποίος είναι εγκατεστημένος στην Κοινότητα προς κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

- το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή και, αν η αίτηση υποβάλλεται από τον εντεταλμένο αντιπρόσωπο, το όνομα και τη διεύθυνση του εντεταλμένου αντιπροσώπου,

- γραπτή δήλωση ότι η αίτηση δεν έχει υποβληθεί σε άλλον κοινοποιημένο οργανισμό,

- τα τεχνικά έγγραφα που περιγράφονται στην παράγραφο 3.

Ο αιτών παρέχει στον κοινοποιημένο οργανισμό αντιπροσωπευτικό δείγμα του υπό κρίση προϊόντος, που εφεξής καλείται «τύπος» (1). Ο οργανισμός ζητά επιπλέον δείγματα, αν το απαιτούν οι ανάγκες του προγράμματος δοκιμών.

3. Τα τεχνικά έγγραφα επιτρέπουν να αξιολογηθεί η συμμόρφωση του προϊόντος αυτού προς τις βασικές απαιτήσεις της οδηγίας. Προς το σκοπό αυτό πρέπει να περιέχουν πληροφορίες για το σχεδιασμό, την κατασκευή και τη λειτουργία του προϊόντος.

Για παράδειγμα, τα έγγραφα περιλαμβάνουν, όσον αφορά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης, τα ακόλουθα:

- τη γενική περιγραφή του τύπου στο βαθμό που χρειάζεται για την αναγνώριση του προϊόντος, κατά προτίμηση με φωτογραφίες,

- τα σχέδια της μελέτης και τα κατασκευαστικά σχέδια καθώς και καταλόγους των εξαρτημάτων, των κατασκευαστικών υποενοτήτων, των κυκλωμάτων, κ.λπ.,

- τις περιγραφές και επεξηγήσεις που είναι απαραίτητες για την κατανόηση των εν λόγω σχεδίων και καταλόγων και της λειτουργίας του προϊόντος,

- τον κατάλογο των προτύπων που αναφέρονται στο άρθρο 7, και τα οποία εφαρμόζονται εξ ολοκλήρου ή εν μέρει, και περιγραφές των λύσεων που εφαρμόζονται για την τήρηση των βασικών απαιτήσεων της οδηγίας στις περιπτώσεις όπου τα πρότυπα του άρθρου 6 δεν έχουν εφαρμοστεί,

- τα αποτελέσματα των εξετάσεων που έχουν διενεργηθεί κ.λπ.,

- τις εκθέσεις των δοκιμών,

- τις προβλεπόμενες πληροφορίες ή εγχειρίδο για τους χρήστες.

4. Ο κοινοποιημένος οργανισμός:

4.1. εξετάζει τα τεχνικά έγγραφα, επιβεβαιώνει ότι ο τύπος έχει κατασκευαστεί σύμφωνα με αυτά και προσδιορίζει τα στοιχεία που έχουν σχεδιαστεί σύμφωνα με τις οικείες διατάξεις των προτύπων που αναφέρονται στο άρθρο 7 παράγραφος 1, καθώς και τα στοιχεία που έχουν σχεδιαστεί χωρίς την εφαρμογή των κατάλληλων διατάξεων των προτύπων αυτών 7

4.2. εκτελεί ή αναθέτει τις απαιτούμενες εξετάσεις και δοκιμές για να ελεγχθεί αν, οι λύσεις που έχουν υιοθετηθεί από τον κατασκευαστή ανταποκρίνονται στις βασικές απαιτήσεις της οδηγίας που ορίζει το άρθρο 5 στοιχεία α) και β) 7

4.3. εκτελεί ή αναθέτει τις κατάλληλες εξετάσεις και δοκιμές, για να εξακριβωθεί αν ο τύπος ανταποκρίνεται στους οικείους τεχνικούς κανόνες που ορίζει το άρθρο 7 παράγραφος 2 7

4.4. ορίζει, κατόπιν συμφωνίας με τον αιτούντα, τον τόπο διενέργειας των απαιτουμένων εξετάσεων και δοκιμών.

5. Αν ο τύπος ανταποκρίνεται στις διατάξεις της οδηγίας, ο κοινοποιημένος οργανισμός χορηγεί πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΚ στον αιτούντα. Το πιστοποιητικό περιλαμβάνει το όνομα και τη διεύθυνση του κατασκευαστή, τα συμπεράσματα της εξέτασης, τις προϋποθέσεις ισχύος του και τα απαραίτητα στοιχεία για την αναγνώριση του εγκριθέντος τύπου.

Τα σημαντικότερα μέρη των τεχνικών εγγράφων προσαρτώνται στο πιστοποιητικό ενώ ένα αντίγραφο φυλάσσεται από τον κοινοποιημένο οργανισμό.

6. Ο αιτών ενημερώνει τον κοινοποιημένο οργανισμό ο οποίος έχει στην κατοχή του τα τεχνικά έγγραφα που αφορούν το πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΚ για οποιαδήποτε τροποποίηση του εγκεκριμένου προϊόντος η οποία συνεπάγεται συμπληρωματική έγκριση, στις περιπτώσεις που οι μεταβολές αυτές μπορούν να επηρεάσουν τη συμμόρφωση προς τις βασικές απαιτήσεις ή τις προϋποθέσεις χρήσης του προϊόντος. Η συμπληρωματική αυτή έγκριση παρέχεται υπό μορφή προσθήκης, στο αρχικό πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΚ.

7. Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός κοινοποιεί στους υπόλοιπους κάθε χρήσιμη πληροφορία σχετική με τα πιστοποιητικά τύπου ΕΚ και τα εκδιδόμενα ή ανακαλούμενα συμπληρώματά τους.

8. Οι λοιποί κοινοποιημένοι οργανισμοί μπορούν να ζητούν αντίγραφα των πιστοποιητικών εξέτασης τύπου ΕΚ ή/και συμπληρωμάτων. Τα παραρτήματα των πιστοποιητικών είναι στη διάθεση των λοιπών οργανισμών.

9. Ο κατασκευαστής ή ο εντεταλμένος αντιπρόσωπός του τηρεί, μαζί με τα τεχνικά έγγραφα, αντίγραφο των πιστοποιητικών εξέτασης τύπου ΕΚ και των συμπληρωμάτων τους, επί μία δεκαετία τουλάχιστον από την ημερομηνία της τελευταίας κατασκευής του προϊόντος.

Εάν ούτε ο κατασκευαστής ούτε ο αντιπρόσωπός του είναι εγκατεστημένοι στην Κοινότητα, την υποχρέωση τήρησης των τεχνικών εγγράφων, ώστε να είναι στη διάθεση των παραπάνω οργανισμών, υπέχει ο υπεύθυνος για την κυκλοφορία του προϊόντος στην κοινοτική αγορά.

(1) Ένας τύπος είναι δυνατόν να καλύπτει πολλές παραλλαγές του αυτού προϊόντος, εφόσον οι μεταξύ τους διαφορές δεν επηρεάζουν το επίπεδο ασφαλείας και τις λοιπές απαιτούμενες επιδόσεις του προϊόντος.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ II

ΠΙΣΤΟΤΗΤΑ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΤΥΠΟ

1. Η πιστότητα προς τον τύπο αποτελεί το τμήμα εκείνο της διαδικασίας, κατά το οποίο ο κατασκευαστής ή ο εντεταλμένος αντιπρόσωπός του διαβεβαιώνει και δηλώνει ότι τα συγκεκριμένα προϊόντα είναι σύμφωνα με τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΚ και ότι ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της οδηγίας που τα αφορά. Ο κατασκευαστής ή ο εγκατεστημένος στην Κοινότητα εντολοδόχος του, θέτει τις σημάνσεις που προβλέπονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 σε κάθε προϊόν και συντάσσει έγγραφη δήλωση πιστότητας προς τον τύπο.

2. Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε η μέθοδος κατασκευής να διασφαλίσει τη συμφωνία των κατασκευασθέντων προϊόντων προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΚ, καθώς και προς τις απαιτήσεις της οδηγίας που τα αφορούν.

3. Ο κατασκευαστής ή ο εντεταλμένος αντιπρόσωπός του τηρεί αντίγραφο της δήλωσης πιστότητας επί μια δεκαετία τουλάχιστον από την ημερομηνία της τελευταίας κατασκευής του προϊόντος.

Όταν ούτε ο κατασκευαστής ούτε ο αντιπρόσωπός του είναι εγκατεστημένοι στην Κοινότητα, την υποχρέωση τήρησης της δήλωσης πιστότητας, ώστε να είναι στη διάθεση των οικείων οργανισμών, υπέχει ο υπεύθυνος για την κυκλοφορία του προϊόντος στην κοινοτική αγορά.

4. Ο έλεγχος των προϊόντων διεξάγεται απ' ευθείας ή μέσω τρίτων από κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του κατασκευαστή κατά άτακτα διαστήματα. Εξετάζεται κατάλληλο δείγμα των τελικών προϊόντων το οποίο μπορεί να ληφθεί στον τόπο κατασκευής από τον κοινοποιημένο οργανισμό ή για λογαριασμό του, και διενεργούνται οι κατάλληλες δοκιμές για να διαπιστωθεί αν τα προϊόντα είναι σύμφωνα με τις οικείες απαιτήσεις της οδηγίας. Στις περιπτώσεις όπου ένα ή περισσότερα από τα ελεγχθέντα προϊόντα δεν είναι σύμφωνα προς τις απαιτήσεις, ο κοινοποιημένος οργανισμός λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ III

ΕΓΓΥΗΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

1. Η εγγύηση ποιότητας της παραγωγής αποτελεί τη διαδικασία με την οποία ο κατασκευαστής που εκπληρώνει τις κατά την παράγραφο 2 υποχρεώσεις, εγγυάται και δηλώνει ότι τα συγκεκριμένα προϊόντα είναι σύμφωνα με τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΚ και ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της οδηγίας που τα αφορούν. Ο κατασκευαστής ή ο εγκατεστημένος στην Κοινότητα εντολοδόχος του, θέτει τις σημάνσεις που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 σε κάθε προϊόν και συντάσσει έγγραφη δήλωση πιστότητας προς τον τύπο.

2. Ο κατασκευαστής εφαρμόζει εγκεκριμένο σύστημα ποιοτικού ελέγχου για την παραγωγή, την επιθεώρηση και δοκιμή των τελικών προϊόντων, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 3, και υπόκειται στην επίβλεψη που προβλέπεται στην παράγραφο 4.

3. Σύστημα ποιοτικού ελέγχου

3.1. Ο κατασκευαστής υποβάλλει αίτηση για την αξιολόγηση του συστήματος ποιοτικού ελέγχου που εφαρμόζει σε κοινοποιημένο οργανισμό της επιλογής του, όσον αφορά τα συγκεκριμένα προϊόντα.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

- όλες τις κατάλληλες πληροφορίες για την προτεινόμενη κατηγορία του προϊόντος,

- τα έγγραφα που αφορούν το σύστημα ποιοτικού ελέγχου,

- ενδεχομένως, τα τεχνικά έγγραφα του εγκεκριμένου τύπου και αντίγραφο του πιστοποιητικού εξέτασης τύπου ΕΚ.

3.2. Το σύστημα ποιοτικού ελέγχου πρέπει να εξασφαλίζει τη συμμόρφωση των προϊόντων προς τον τύπο που περιγράφεται στο πιστοποιητικό εξέτασης τύπου ΕΚ και προς τις απαιτήσεις της οδηγίας που τα αφορούν.

Όλα τα στοιχεία, οι απαιτήσεις και τα μέτρα που λαμβάνονται από τον κατασκευαστή τεκμηριώνονται με συστηματικό και μεθοδικό τρόπο υπό μορφή γραπτών κανόνων, διαδικασιών και οδηγιών. Η τεκμηρίωση του συστήματος ποιοτικού ελέγχου πρέπει να επιτρέπει την ενιαία ερμηνεία των προγραμμάτων ελέγχου της ποιότητας, των σχεδίων, των εγχειριδίων και αρχείων.

Ειδικότερα, τα έγγραφα αυτά περιλαμβάνουν κατάλληλη περιγραφή:

- των ποιοτικών στόχων, της οργανωτικής δομής, των ευθυνών και των εξουσιών των διοικητικών στελεχών στον τομέα της ποιότητας των προϊόντων,

- των διαδικασιών κατασκευής, των τεχνικών ελέγχου και εξασφάλισης της ποιότητας καθώς και των διεργασιών και των συστηματικών ενεργειών που θα εφαρμοστούν,

- των εξετάσεων και των δοκιμών που θα διενεργούνται πριν, κατά και μετά την κατασκευή, με ένδειξη της συχνότητας με την οποία θα διενεργούνται,

- των αρχείων που αφορούν τον ποιοτικό έλεγχο όπως οι εκθέσεις επιθεώρησης, τα στοιχεία των δοκιμών και της βαθμονόμησης, οι εκθέσεις αξιολόγησης του αντίστοιχου προσωπικού κ.λπ.,

- των μέσων επίβλεψης που επιτρέπουν να ελεγχθεί η επίτευξη της απαιτούμενης ποιότητας των προϊόντων και η αποτελεσματική λειτουργία του συστήματος ποιοτικού ελέγχου.

3.3. Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιοτικού ελέγχου για να διαπιστώσει αν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις που αναφέρονται στο σημείο 3.2. Τεκμαίρει ότι τα ποιοτικά συστήματα που εφαρμόζουν το αντίστοιχο εναρμονισμένο πρότυπο είναι σύμφωνα προς τις απαιτήσεις αυτές (1).

Η ομάδα αξιολόγησης διαθέτει τουλάχιστον ένα μέλος με εμπειρία στην αξιολόγηση της τεχνολογίας του συγκεκριμένου προϊόντος. Η διαδικασία αξιολόγησης περιλαμβάνει επίσκεψη για την επιθεώρηση των εγκαταστάσεων του κατασκευαστή.

Η απόφαση κοινοποιείται στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιλαμβάνει τα συμπεράσματα της εξέτασης και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

3.4. Ο κατασκευαστής αναλαμβάνει να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το εγκεκριμένο σύστημα ποιοτικού ελέγχου και να μεριμνά ώστε να διατηρείται αμείωτη η καταλληλότητα και η αποτελεσματικότητά του.

Ο κατασκευαστής ή ο εντεταλμένος αντιπρόσωπός του ενημερώνουν τον κοινοποιημένο οργανισμό που έχει εγκρίνει το ποιοτικό σύστημα για οποιοδήποτε σκοπούμενο εκσυγχρονισμό του συστήματος αυτού.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί τις προτεινόμενες τροποποιήσεις και αποφασίζει αν το τροποποιημένο ποιοτικό σύστημα συνεχίζει να ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο σημείο 3.2 ή αν πρέπει να διενεργηθεί νέα αξιολόγηση.

Ο οργανισμός κοινοποιεί την απόφασή του στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιλαμβάνει τα συμπεράσματα της εξέτασης και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

4. Επίβλεψη υπ' ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού

4.1. Ο στόχος της επίβλεψης είναι να εξασφαλιστεί ότι ο κατασκευαστής εκπληρώνει δεόντως τις υποχρεώσεις που προκύπτουν από το εγκεκριμένο ποιοτικό σύστημα.

4.2. Ο κατασκευαστής επιτρέπει στον κοινοποιημένο οργανισμό την πρόσβαση, με σκοπό την επιθεώρηση, στις εγκαταστάσεις παραγωγής, επιθεώρησης, δοκιμών και αποθήκευσης και παρέχει κάθε απαραίτητη πληροφορία στον οργανισμό αυτό όσον αφορά κυρίως:

- την τεκμηρίωση του συστήματος ποιοτικού ελέγχου,

- τα αρχεία που αφορούν τον ποιοτικό έλεγχο, όπως οι εκθέσεις επιθεώρησης, τα στοιχεία των δοκιμών και της βαθμονόμησης, οι εκθέσεις αξιολόγησης του προσωπικού, κ.λπ.

4.3. Ο κοινοποιημένος οργανισμός διεξάγει κατά εύλογα διαστήματα ελέγχους για να βεβαιωθεί αν ο κατασκευαστής διατηρεί και εφαρμόζει το σύστημα ποιοτικού ελέγχου και χορηγεί έκθεση ελέγχου στον κατασκευαστή.

4.4. Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να πραγματοποιεί έκτακτες επισκέψεις στον κατασκευαστή. Κατά τις επισκέψεις αυτές, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να διενεργεί δοκιμές ή να ζητά τη διεξαγωγή τους για να διαπιστωθεί αν χρειάζεται η ικανοποιητική λειτουργία του συστήματος ποιοτικού ελέγχου. Ο κοινοποιημένος οργανισμός παρέχει έκθεση σχετικά με την επίσκεψη και, αν έχει διενεργηθεί δοκιμή, έκθεση δοκιμής στον κατασκευαστή.

5. Ο κατασκευαστής τηρεί, προς ενημέρωση των αρχών της χώρας, επί δέκα τουλάχιστον έτη από την ημερομηνία τελευταίας κατασκευής του προϊόντος:

- τα έγγραφα που αναφέρονται στο σημείο 3.1 δεύτερο εδάφιο,

- τα στοιχεία σχετικά με τον εκσυγχρονισμό που αναφέρονται στο σημείο 3.4 δεύτερο εδάφιο,

- τις αποφάσεις και εκθέσεις του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρονται στο σημείο 3.4 τελευταίο εδάφιο, καθώς και στα σημεία 4.3 και 4.4.

6. Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 1 ανακοινώνει στους υπολοίπους οργανισμούς που αναφέρονται στο άρθρο αυτό τις ενδεδειγμένες πληροφορίες σχετικά με τις εγκρίσεις συστημάτων ποιοτικού ελέγχου που έχουν χορηγηθεί και ανακληθεί.

(1) Το εν λόγω εναρμονισμένο πρότυπο είναι το EN ISO 9002, συμπληρωμένο, αν χρειάζεται, έτσι ώστε να προσαρμόζεται στην ιδιαιτερότητα των προϊόντων στα οποία εφαρμόζεται.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ IV

ΠΛΗΡΗΣ ΕΓΓΥΗΣΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ

1. Η πλήρης εγγύηση ποιότητας είναι η διαδικασία με την οποία ο κατασκευαστής, που έχει εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του σημείου 2, βεβαιώνει και δηλώνει ότι τα συγκεκριμένα προϊόντα ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της οδηγίας που τα αφορά. Ο κατασκευαστής ή ο εγκατεστημένος στην Κοινότητα εντολοδόχος του, θέτει τις σημάνσεις που προβλέπονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1 σε κάθε προϊόν και συντάσσει έγγραφη δήλωση πιστότητας προς τον τύπο.

2. Ο κατασκευαστής εφαρμόζει εγκεκριμένο σύστημα ποιοτικού ελέγχου για το σχεδιασμό, την κατασκευή, την τελική επιθεώρηση των προϊόντων, και τις δοκιμές, όπως προβλέπεται στο σημείο 3, και υπόκειται στην επίβλεψη που προβλέπεται στο σημείο 4.

3. Σύστημα ποιοτικού ελέγχου

3.1. Ο κατασκευαστής υποβάλλει σ' έναν από τους κοινοποιημένους οργανισμούς αίτηση αξιολόγησης του ποιοτικού συστήματος που ακολουθεί.

Η αίτηση περιλαμβάνει:

- όλες τις κατάλληλες πληροφορίες για τα προβλεπόμενα προϊόντα,

- τα έγγραφα που αφορούν το σύστημα ποιοτικού ελέγχου.

3.2. Το σύστημα ποιοτικού ελέγχου εξασφαλίζει τη συμφωνία των προϊόντων προς τις απαιτήσεις της οδηγίας που τα αφορά.

Όλα τα στοιχεία, οι απαιτήσεις και τα μέτρα που προτίμησε ο κατασκευαστής, συγκεντρώνονται με συστηματικό και μεθοδικό τρόπο υπό μορφή γραπτών κανόνων, διαδικασιών και οδηγιών. Τα έγγραφα αυτά σχετικά με το σύστημα ποιοτικού ελέγχου πρέπει να επιτρέπουν την ενιαία ερμηνεία των κανόνων και διαδικασιών ποιότητας όπως προγράμματα ποιότητας, σχέδια, εγχειρίδια και αρχεία.

Τα έγγραφα αυτά περιέχουν, ειδικότερα, προσήκουσα περιγραφή:

- των ποιοτικών στόχων, της οργανωτικής δομής, των αρμοδιοτήτων και εξουσιών των διοικητικών στελεχών, σ' ό,τι αφορά το σχεδιασμό και την ποιότητα των προϊόντων,

- των τεχνικών προδιαγραφών στις οποίες συγκαταλέγονται τα εναρμονισμένα πρότυπα και οι τεχνικοί κανόνες καθώς και οι οικείες προδιαγραφές δοκιμών που θα χρησιμοποιηθούν, και σε περίπτωση που τα πρότυπα του άρθρου 7 παράγραφος 1 δεν εφαρμόζονται πλήρως, περιγραφή των μέσων που θα χρησιμοποιηθούν, ώστε τα προϊόντα να ανταποκρίνονται στις βασικές απαιτήσεις της οδηγίας,

- των τεχνικών ελέγχου και επαλήθευσης του σχεδιασμού των μεθόδων και συστηματικών πράξεων που θα χρησιμοποιηθούν κατά το σχεδιασμό των προϊόντων, που αφορούν την οικεία κατηγορία προϊόντων,

- των αντίστοιχων τεχνικών παραγωγής, ελέγχου και εγγύησης της ποιότητας καθώς και των μεθόδων και των συστηματικών ενεργειών που θα εφαρμοστούν,

- των εξετάσεων και των δοκιμών που θα διενεργηθούν πριν, κατά και μετά την κατασκευή, με ένδειξη της συχνότητας με την οποία θα διενεργηθούν, καθώς και των αποτελεσμάτων των δοκιμών, πριν την κατασκευή, εφόσον τούτο ενδείκνυται,

- των μέσων με τα οποία εξασφαλίζεται ότι οι εγκαταστάσεις δοκιμών και εξέτασης πληρούν τις ανάλογες απαιτήσεις για την εκτέλεση της απαραίτητης δοκιμής,

- των φακέλων με τα έγγραφα ποιότητας, όπως οι εκθέσεις επιθεώρησης, τα στοιχεία των δοκιμών και της βαθμονόμησης, οι εκθέσεις αξιολόγησης του προσωπικού κ.λπ.,

- των μέσων εξακρίβωσης της επίτευξης του απαιτούμενου επιπέδου ποιότητας σχεδιασμού και προϊόντος καθώς και της αποτελεσματικής λειτουργίας του συστήματος ποιότητας.

3.3. Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί το σύστημα ποιοτικού ελέγχου για να διαπιστώσει αν πληροί τις απαιτήσεις που αναφέρονται στο σημείο 3.2. Τεκμαίρεται ότι το σύστημα αυτό είναι σύμφωνο προς τις απαιτήσεις των συστημάτων ποιοτικού ελέγχου που εφαρμόζουν το αντίστοιχο εναρμονισμένο πρότυπο (1).

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί ιδίως εάν το σύστημα ποιοτικού ελέγχου εξασφαλίζει την πιστότητα των προϊόντων προς τις απαιτήσεις της οδηγίας υπό το φως της σχετικής τεκμηρίωσης που παρέχεται εν όψει των σημείων 3.1 και 3.2 συμπεριλαμβανομένων, όπου απαιτείται, των αποτελεσμάτων δοκιμών τα οποία παρέχει ο κατασκευαστής.

Η ομάδα ελεγκτών διαθέτει τουλάχιστον ένα μέλος με εμπειρία στην αξιολόγηση της τεχνολογίας του συγκεκριμένου προϊόντος. Η διαδικασία αξιολόγησης περιλαμβάνει επίσκεψη για την επιθεώρηση των εγκαταστάσεων του κατασκευαστή.

Η απόφαση κοινοποιείται στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιλαμβάνει τα συμπεράσματα της εξέτασης και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

3.4. Ο κατασκευαστής αναλαμβάνει να τηρεί τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύστημα ποιοτικού ελέγχου, με τη μορφή υπό την οποία έχει εγκριθεί, και το διατηρεί ώστε να παραμένει πρόσφορο και αποτελεσματικό.

Ο κατασκευαστής ή ο εντεταλμένος αντιπρόσωπός του, ενημερώνουν τον κοινοποιημένο οργανισμό που έχει εγκρίνει το σύστημα ποιοτικού ελέγχου για οποιοδήποτε σχέδιο εκσυγχρονισμού του συστήματος αυτού.

Ο κοινοποιημένος οργανισμός αξιολογεί τις προτεινόμενες τροποποιήσεις και αποφασίζει αν το τροποποιημένο ποιοτικό σύστημα συνεχίζει να ανταποκρίνεται στις προϋποθέσεις που αναφέρονται στο σημείο 3.2 ή αν πρέπει να διενεργηθεί νέα αξιολόγηση.

Ο οργανισμός κοινοποιεί την απόφασή του στον κατασκευαστή. Η κοινοποίηση περιλαμβάνει τα συμπεράσματα της αξιολόγησης και την αιτιολογημένη απόφαση αξιολόγησης.

4. Επίβλεψη ΕΚ υπ' ευθύνη του κοινοποιημένου οργανισμού

4.1. Ο στόχος της επίβλεψης είναι να εξασφαλιστεί ότι ο κατασκευαστής πληρώνει δεόντως τις υποχρεώσεις που απορρέουν από το σύστημα ποιοτικού ελέγχου.

4.2. Ο κατασκευαστής επιτρέπει στον κοινοποιημένο οργανισμό την πρόσβαση, με σκοπό την επιθεώρηση, στις εγκαταστάσεις σχεδιασμού, παραγωγής, επιθεώρησης, δοκιμών και αποθήκευσης και παρέχει κάθε απαραίτητη πληροφορία στον οργανισμό αυτόν όσον αφορά κυρίως:

- τα έγγραφα που αφορούν το σύστημα ποιοτικού ελέγχου,

- το φάκελλο των εγγράφων σχετικά με την ποιότητα, τα οποία προβλέπονται στο τμήμα του συστήματος ποιοτικού ελέγχου, που αφορά το σχεδιασμό, όπως τα αποτελέσματα των αναλύσεων, υπολογισμών, δοκιμών κ.λπ.

- το φάκελλο των εγγράφων σχετικά με την ποιότητα, τα οποία προβλέπονται στο τμήμα του συστήματος ποιοτικού ελέγχου που αφορά την παραγωγή, όπως εκθέσεις επιθεώρησης και στοιχεία δοκιμών και βαθμονόμησης, εκθέσεις αξιολόγησης του προσωπικού κ.λπ.

4.3. Ο κοινοποιημένος οργανισμός διεξάγει, κατά εύλογα διαστήματα, ελέγχους για να βεβαιωθεί αν ο κατασκευαστής διατηρεί και εφαρμόζει το σύστημα ποιοτικού ελέγχου και διαβιβάζει έκθεση ελέγχου στον κατασκευαστή.

4.4. Επιπλέον, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να πραγματοποιεί απροειδοποίητα επισκέψεις στον κατασκευαστή. Κατά τις επισκέψεις αυτές, ο κοινοποιημένος οργανισμός μπορεί να διενεργεί δοκιμές ή να αναθέτει σε άλλους τη διεξαγωγή τους για να διαπιστωθεί η ικανοποιητική λειτουργία του συστήματος ποιοτικού ελέγχου, όπου χρειάζεται. Ο οργανισμός διαβιβάζει έκθεση σχετικά με την επίσκεψη και, αν έχει διενεργηθεί δοκιμή, σχετική έκθεση στον κατασκευαστή.

5. Ο κατασκευαστής, επί μια δεκαετία, τουλάχιστον, από την τελευταία ημερομηνία κατασκευής του προϊόντος, τηρεί στη διάθεση των αρμόδιων κρατικών αρχών:

- τα έγγραφα που αναφέρονται στο σημείο 3.1 δεύτερο εδάφιο,

- τα στοιχεία σχετικά με τον εκσυγχρονισμό που αναφέρεται στο σημείο 3.4 δεύτερο εδάφιο,

- τις αποφάσεις και εκθέσεις του κοινοποιημένου οργανισμού που αναφέρονται στο σημείο 3.4 τελευταίο εδάφιο καθώς και στα σημεία 4.3 και 4.4.

6. Κάθε κοινοποιημένος οργανισμός που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 1 παρέχει στους άλλους αναφερόμενους στο ίδιο άρθρο κοινοποιημένους οργανισμούς τις πληροφορίες σχετικά με τις χορηγούμενες ή ανακαλούμενες εγκρίσεις των συστημάτων ποιοτικού ελέγχου καθώς και τις αναφορές στα σχετικά προϊόντα.

(1) Το εν λόγω εναρμονισμένο πρότυπο είναι το EN ISO 9001, συμπληρωμένο, αν χρειάζεται, έτσι ώστε να προσαρμόζεται στην ιδιαιτερότητα των προϊόντων στα οποία εφαρμόζεται.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ V

ΕΛΑΧΙΣΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΛΑΜΒΑΝΟΝΤΑΙ ΥΠΟΨΗ ΑΠΟ ΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΟΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΜΕΝΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 11 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

1. Ο κοινοποιημένος οργανισμός, ο διευθυντής του και το προσωπικό που έχει αναλάβει να διεξάγει τις εργασίες για τις οποίες έχει οριστεί ο οργανισμός, δεν επιτρέπεται να είναι ο σχεδιαστής, ο κατασκευαστής, ο προμηθευτής, ο εγκαταστάτης του τερματικού εξοπλισμού, ο χειριστής του δικτύου, ο παρέχων υπηρεσίες, ή ο εντεταλμένος αντιπρόσωπος ενός από τους ανωτέρω. Οι ανωτέρω δεν μπορούν να παρεμβαίνουν άμεσα στο σχεδιασμό, την κατασκευή, τη διάθεση στο εμπόριο ή τη συντήρηση του τερματικού εξοπλισμού, ούτε να αντιπροσωπεύουν πρόσωπα ή οργανισμούς που ασκούν παρόμοιες δραστηριότητες. Το γεγονός αυτό δεν αποκλείει τη δυνατότητα ανταλλαγής τεχνικών πληροφοριών μεταξύ του κατασκευαστή και του κοινοποιημένου οργανισμού.

2. Ο κοινοποιημένος οργανισμός και το προσωπικό του πρέπει να εκτελούν τις εργασίες για τις οποίες έχει οριστεί ο κοινοποιημένος οργανισμός με τη μεγαλύτερη δυνατή επαγγελματική ακεραιότητα και τεχνική εξειδίκευση και να μην υποκύπτουν σε πιέσεις και παραινέσεις κυρίως οικονομικής φύσεως, που θα μπορούσαν να επηρεάσουν την κρίση τους ή τα αποτελέσματα της επιθεώρησης, ειδικότερα δε αυτές που προέρχονται από πρόσωπα ή ομάδες προσώπων που ενδιαφέρονται για τα αποτελέσματα αυτά.

3. Ο κοινοποιημένος οργανισμός πρέπει να διαθέτει προσωπικό και εγκαταστάσεις που να επιτρέπουν την ικανοποιητική εκτέλεση των τεχνικών και διοικητικών εργασιών που αφορούν τα καθήκοντα που έχει αναλάβει.

4. Το προσωπικό που είναι αρμόδιο για τις επιθεωρήσεις πρέπει να διαθέτει:

- κατάλληλη τεχνική και επαγγελματική κατάρτιση,

- ικανοποιητική γνώση των απαιτήσεων που αφορούν τις δοκιμές ή επιθεωρήσεις που διενεργούνται καθώς και ικανοποιητική εμπειρία σχετικά με τη διεξαγωγή των εν λόγω επιθεωρήσεων ή δοκιμών,

- τις απαιτούμενες ικανότητες για τη σύνταξη των πιστοποιητικών, εγγράφων και εκθέσεων που βεβαιώνουν την εκτέλεση των επιθεωρήσεων.

5. Το προσωπικό που εκτελεί επιθεώρηση πρέπει να παρέχει εχέγγυα αμεροληψίας. Η αμοιβή κάθε υπαλλήλου δεν πρέπει να είναι συνάρτηση του αριθμού των δοκιμών ή επιθεωρήσεων που πραγματοποιεί, ούτε των αποτελεσμάτων των εν λόγω επιθεωρήσεων.

6. Ο κοινοποιημένος οργανισμός πρέπει να συνάπτει ασφάλιση αστικής ευθύνης εκτός αν η ευθύνη αυτή καλύπτεται από το κράτος δυνάμει του εσωτερικού δικαίου ή αν το ίδιο το κράτος ευθύνεται απ' ευθείας.

7. Το προσωπικό του κοινοποιημένου οργανισμού δεσμεύεται από το επαγγελματικό απόρρητο για κάθε πληροφορία που αφορά την άσκηση των καθηκόντων του (με εξαίρεση τις αρμόδιες διοικητικές αρχές του κράτους στο οποίο ασκεί τις δραστηριότητές του) δυνάμει της παρούσας οδηγίας ή οποιασδήποτε διάταξης εσωτερικού δικαίου με βάση την οποία τίθεται σε εφαρμογή.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VI

ΣΗΜΑΝΣΗ ΤΩΝ ΕΞΟΠΛΙΣΜΩΝ ΟΠΩΣ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 12 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 1

- Η σήμανση πιστότητας «CE» αποτελείται από το ακρωνύμιο «CE» σύμφωνα με την παρακάτω γραφική απεικόνιση και ακολουθείται από τις συμπληρωματικές ενδείξεις που αναφέρονται στο άρθρο 12 παράγραφος 1:

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

(Για τον τύπο των χαρακτήρων, βλέπε Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων)

- Σε περίπτωση σμίκρυνσης ή μεγέθυνσης της σήμανσης, πρέπει να διατηρούνται οι αναλογίες που προκύπτουν από την παραπάνω βαθμολογημένη γραφική απεικόνιση.

- Τα διάφορα στοιχεία της σήμανσης «CE» πρέπει να έχουν την ίδια ή σχεδόν την ίδια κατακόρυφη διάσταση, που δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 5 mm.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VII

ΣΗΜΑΝΣΗ ΤΩΝ ΕΞΟΠΛΙΣΜΩΝ ΟΠΩΣ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 12 ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ 4

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

- Σε περίπτωση σμίκρυνσης ή μεγέθυνσης της σήμανσης, πρέπει να διατηρούνται οι αναλογίες που προκύπτουν από την παραπάνω βαθμολογημένη γραφική απεικόνιση.

- Τα διάφορα στοιχεία της σήμανσης «CE» πρέπει να έχουν την ίδια ή σχεδόν την ίδια κατακόρυφη διάσταση, που δεν μπορεί να είναι μικρότερη από 5 mm.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ VIII

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΤΗΣ ΔΗΛΩΣΗΣ που αναφέρεται στο άρθρο 3 παράγραφος 1 της οδηγίας 98/13/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Φεβρουαρίου 1998 σχετικά με τον τερματικό εξοπλισμό τηλεπικοινωνιών, τον εξοπλισμό των δορυφορικών επίγειων σταθμών, καθώς και την αμοιβαία αναγνώριση της πιστότητας αυτών των εξοπλισμών (Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων L 74 της 12ης Μαρτίου 1998)

>ΑΡΧΗ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

Ο υ>ΤΕΛΟΣ ΓΡΑΦΗΚΟΥ>

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΧ

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΚ, ΕΣΩΤΕΡΙΚΗΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ

1. Το παρόν παράρτημα περιγράφει τη διαδικασία σύμφωνα με την οποία ο κατασκευαστής ή ο εντεταλμένος αντιπρόσωπός του, που είναι εγκατεστημένος στην Κοινότητα και ο οποίος αναλαμβάνει τις υποχρεώσεις που περιγράφονται στο σημείο 2, διασφαλίζει και δηλώνει ότι τα σχετικά προϊόντα ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σε αυτά.

Ο κατασκευαστής επιθέτει τη σήμανση CE σε κάθε προϊόν και συντάσσει γραπτή δήλωση πιστότητας.

2. Ο κατασκευαστής συντάσσει τα τεχνικά έγγραφα που περιγράφονται στο σημείο 3 και, είτε ο ίδιος είτε ο εντεταλμένος αντιπρόσωπός του που είναι εγκατεστημένος στην Κοινότητα, εξακολουθεί να τα έχει, για μια περίοδο τουλάχιστον δέκα ετών μετά την κατασκευή του τελευταίου προϊόντος, στη διάθεση των αρμοδίων εθνικών αρχών, για τις ανάγκες των επιθεωρήσεων.

Όταν ούτε ο κατασκευαστής ούτε ο εντεταλμένος αντιπρόσωπος είναι εγκατεστημένοι στην Κοινότητα, την υποχρέωση της τήρησης των διαθέσιμων τεχνικών εγγράφων αναλαμβάνει το πρόσωπο που διαθέτει το προϊόν στην κοινοτική αγορά.

3. Τα τεχνικά έγγραφα πρέπει να επιτρέπουν να αξιολογηθεί η πιστότητα του προϊόντος προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που εφαρμόζονται σε αυτά. Περιλαμβάνουν τα ακόλουθα στοιχεία, εφόσον κρίνονται χρήσιμα για την αξιολόγηση:

- γενική περιγραφή του προϊόντος,

- γενικά σχέδια, κατασκευαστικά σχέδια, σχεδιαγράμματα των δομικών μερών, των κατασκευαστικών υποενοτήτων, κυκλωμάτων κ.λπ.,

- περιγραφές και επεξηγήσεις που είναι αναγκαίες για την κατανόηση των εν λόγω σχεδίων και σχεδιαγραμμάτων και της λειτουργίας του προϊόντος,

- κατάλογο των αναφερόμενων στο άρθρο 18 της παρούσας οδηγίας προτύπων που εφαρμόζονται εξ ολοκλήρου ή στο μέτρο που ενδείκνυται, ή, αν δεν υπάρχουν τέτοια πρότυπα, τον τεχνικό φάκελο κατασκευής και περιγραφές των λύσεων που υιοθετούνται για την τήρηση των βασικών απαιτήσεων της παρούσας οδηγίας οι οποίες εφαρμόζονται στα εν λόγω προϊόντα,

- αποτελέσματα των υπολογισμών της μελέτης, των εξετάσεων που έχουν διενεργηθεί κ.λπ.,

- εκθέσεις δοκιμών.

4. Ο κατασκευαστής ή ο εντεταλμένος αντιπρόσωπός του διατηρεί, μαζί με τα τεχνικά έγγραφα, αντίγραφο των δηλώσεων πιστότητας.

5. Ο κατασκευαστής λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα, ούτως ώστε η διαδικασία κατασκευής να διασφαλίζει την πιστότητα των κατασκευασμένων προϊόντων προς τα τεχνικά έγγραφα που αναφέρονται στο σημείο 2 και προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας που ισχύουν γι' αυτά.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Χ

ΜΕΡΟΣ Α Κατάλογος των οδηγιών και διατάξεων που καταργούνται (και περιλαμβάνονται στο άρθρο 34)

Οδηγία 91/263/ΕΟΚ

Άρθρο 11 της οδηγίας 93/68/ΕΟΚ

Οδηγία 93/97/ΕΟΚ

ΜΕΡΟΣ Β Κατάλογος προθεσμιών μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο (άρθρο 34)

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΧΙ

>ΘΕΣΗ ΠΗΝΑΚΑ>