31997R1484

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1484/97 του Συμβουλίου της 22ας Ιουλίου 1997 για την ενίσχυση των δημογραφικών πολιτικών και προγραμμάτων στις αναπτυσσόμενες χώρες

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 202 της 30/07/1997 σ. 0001 - 0005


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 1484/97 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 22ας Ιουλίου 1997 για την ενίσχυση των δημογραφικών πολιτικών και προγραμμάτων στις αναπτυσσόμενες χώρες

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 130 Χ,

την πρόταση της Επιτροπής (1),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 189 Γ της συνθήκης (2),

Εκτιμώντας:

(1) ότι οι δυνατότητες που έχουν οι περισσότερες χώρες για μια μακρόπνοη ανάπτυξη του ανθρώπινου στοιχείου προσκρούουν σε διάφορα εμπόδια, μεταξύ των οποίων ο υψηλός δείκτης δημογραφικής ανάπτυξης 7 ότι στις χώρες αυτές έχουν εγκριθεί εθνικά δημογραφικά προγράμματα 7

(2) ότι η διεθνής διάσκεψη για τον πληθυσμό και την ανάπτυξη που έγινε στο Κάιρο το 1994 ενέκρινε ένα πρόγραμμα δράσης 7

(3) ότι με τα ψηφίσματά του της 11ης Νοεμβρίου 1986, «Πληθυσμός και ανάπτυξη» και της 18ης Νοεμβρίου 1992, «Οικογενειακός προγραμματισμός και συνεργασία με τις αναπτυσσόμενες χώρες», το Συμβούλιο αναγνώρισε την επείγουσα ανάγκη ανταπόκρισης στο ανεκπλήρωτο αίτημα υπηρεσιών οικογενειακού προγραμματισμού, υπογραμμίζοντας συγχρόνως την ανάγκη να βοηθηθούν οι αναπτυσσόμενες χώρες στην εφαρμογή ευρέων δημογραφικών προγραμμάτων στα οποία θα λαμβάνονται υπόψη οι διάφοροι παράγοντες που επηρεάζουν τον έλεγχο της γονιμότητας 7

(4) ότι κατά την ακροαματική διαδικασία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο της 25ης Νοεμβρίου 1993 τονίστηκαν οι πολύπλοκες σχέσεις μεταξύ δημογραφίας και ανάπτυξης και ότι, μέχρι ενός σημείου, η αύξηση του πληθυσμού μπορεί να ευνοήσει την οικονομική ανάπτυξη αλλά ότι οι έντονοι δείκτες αύξησης σε ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες δεν επιτρέπουν την αντιμετώπιση των αναγκών ούτε την ύπαρξη προοπτικών μακρύπνοης ανάπτυξης, ειδικότερα σε θέματα περιβάλλοντος 7

(5) ότι μια πιο συγκρατημένη δημογραφική αύξηση θα μπορούσε να προωθηθεί μέσω:

- μιας δικαιότερης κατανομής του εισοδήματος μεταξύ των διάφορων κοινωνικών ομάδων,

- μιας οικονομικής πολιτικής που να επιτρέπει στις φτωχές γυναίκες και άνδρες να αναπύξουν διαφοροποιημένους πόρους ζωής,

- επενδύσεων όσον αφορά την υποδομή που επηρεάζει την υγεία του πληθυσμού, όπως είναι το καθαρό νερό, οι βελτιωμένες αποχετεύσεις και η κατοικία αποδεκτού επιπέδου,

- μιας πολιτικής υγείας που να βελτιώνει την πρόσβαση των φτωχών στις ιατρικές υπηρεσίες και

- μιας βελτιωμένης πρόσβασης και ποιότητας στη γενική εκπαίδευση και κατάρτιση για γυναίκες και κορίτσια 7

(6) ότι ορισμένες αναπτυσσόμενες χώρες έχουν εισέλθει σε φάση δημογραφικής μετάβασης που χαρακτηρίζεται από σημαντική μείωση του δείκτη γονιμότητας, πράγμα που δείχνει μια αλλαγή συμπεριφοράς η οποία ευνοεί τη μείωση του μεγέθους της οικογένειας 7 ότι άλλες αναπτυσσόμενες χώρες δεν έχουν εισέλθει στη φάση αυτή και θα πρέπει συνεπώς να τύχουν ειδικής αρωγής 7

(7) ότι η ατομική ελευθερία επιλογής για γυναίκες, άνδρες και ιδίως εφήβους μέσω μιας επαρκούς πρόσβασης σε πληροφορίες και υπηρεσίεςς σχετικά με τα δικαιώματα αναπαραγωγής είναι σημαντικό στοιχείο προόδου και ανάπτυξης 7

(8) ότι η Κοινότητα βοηθούσε, από το 1990, τη χρηματοδότηση ειδικών μέτρων και πρότυπων πειραματικών δράσεων για την επιδίωξη αυτών των στόχων και ότι, σύμφωνα με το πρόγραμμα δράσης της διεθνούς διάσκεψης του Καΐρου για τον πληθυσμό και την ανάπτυξη, είναι καιρός η Κοινότητα να εντείνει τις προσπάθειές της για συνεργασία στον τομέα 7

(9) ότι η Κοινότητα σέβεται το δικαίωμα του ατόμου να επιλέγει τον αριθμό των παιδιών του και τη χρονική στιγμή γέννησής τους και ότι καταδικάζει κάθε παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων υπό μορφή υποχρεωτικής άμβλωσης, επιβεβλημένης στείρωσης, παιδοκτονίας, απόρριψης, εγκατάλειψης και κακής μεταχείρισης ανεπιθυμήτων παιδιών ως μέσο ελέγχου του πληθυσμού 7

(10) ότι, με τον παρόντα κανονισμό, δεν δίδονται κίνητρα στείρωσης ή άμβλωσης και δεν υποστηρίζονται ακατάλληλες δοκιμές αντισυλληπτικών μεθόδων στις αναπτυσσόμενες χώρες 7

(11) ότι η Κοινότητα έχει δεσμευτεί να δώσει συνέχεια στη διάσκεψη του Καΐρου για τον πληθυσμό και την ανάπτυξη, κυρίως δια της αυξημένης χρηματοδοτικής στήριξης στα δημογραφικά προγράμματα των αναπτυσσόμενων χωρών 7

(12) ότι, κατά την εφαρμογή μέτρων συνεργασίας, πρέπει να τηρείται αυστηρά η απόφαση της διεθνούς διάσκεψης του Καΐρου σύμφωνα με την οποία η άμβλωση δεν ενθαρρύνεται ποτέ ως μέθοδος οικογενειακού προγραμματισμού 7

(13) ότι πρέπει να βοηθούνται οι δικαιούχοι χώρες στην υιοθέτηση δημογραφικών προγραμμάτων συμβατών με τη μακρόπνοη ανάπτυξη και στην ανάπτυξη στρατηγικών με στόχο, αφενός, να δώσουν στις γυναίκες την εξουσία να αποφασίζουν και, αφετέρου, να επιτύχουν την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών, ζητήματα που αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες προκειμένου οι γυναίκες να είναι σε θέση να επιλέγουν σε θέματα τεκνοποιίας, οικογενειακού προγραμματισμού και ελέγχου της αναπαραγωγικής υγείας τους, με τη λήψη μέτρων σε διάφορους κοινωνικούς, οικονομικούς και πολιτιστικούς τομείς, και ιδίως στους νευραλγικούς τομείς της εκπαίδευσης και της υγείας 7

(14) ότι, για να είναι πραγματικώς αποτελεσματικά, τα δημογραφικά αυτά προγράμματα πρέπει να εντάσσονται σε μια ευρύτερη πολιτική καταπολέμησης της φτώχειας και της απειλής κατά του περιβάλλοντος 7

(15) ότι οι νέες δράσεις προς την κατεύθυνση αυτή θα είναι αποτελεσματικές μόνον εφόσον συνδυάζονται με μακρόπνοη ανάπτυξη που να επιτρέπει την αρμονική και προοδευτική ενσωμάτωση των αναπτυσσόμενων χωρών στην παγκόσμια οικονομία 7

(16) ότι οι μη κυβερνητικές οργανώσεις και οι ιδιωτικοί φορείς μπορούν να διαδραματίσουν ουσιαστικό ρόλο στην εξασφάλιση επιτυχών πολιτικών υγείας, εκπαίδευσης και οικογενειακού προγραμματισμού, ιδίως μεταξύ των γυναικών, οι οποίες αποτελούν κεντρικής σημασίας παράγοντα για τη μακρόπνοη πληθυσμιακή ανάπτυξη, καθώς και μεταξύ των εφήβων 7

(17) ότι τα μέτρα που θα ληφθούν δυνάμει του παρόντος κανονισμού θα χρηματοδοτηθούν, υπό μορφή μη επιστρεπτέων ενισχύσεων, από το γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 7

(18) ότι ένα ποσό δημοσιονομικής αναφοράς, κατά την έννοια του σημείου 2 της δήλωσης του Ευρωπαΐκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, της 6ης Μαρτίου 1995, εγγράφεται στον παρόντα κανονισμό για όλη τη διάρκεια του προγράμματος, χωρίς να θίγονται οι εξουσίες της αρμόδιας για τον προϋπολογισμό αρχής όπως καθορίζονται στη συνθήκη 7

(19) ότι πρέπει να καθοριστούν οι διοικητικοί κανόνες και διαδικασίες για τη συνεργασία στο πεδίο αυτό,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Η Κοινότητα εφαρμόζει συνεργασία για τη στήριξη δημογραφικών προγραμμάτων και πολιτικών στις αναπτυσσόμενες χώρες.

Άρθρο 2

Τα λαμβανόμενα δυνάμει του παρόντος κανονισμού μέτρα απευθύνονται, κυρίως, προς τις χώρες που απέχουν περισσότερο από τα κριτήρια τα οποία καθορίζονται από τη διεθνή διάσκεψη για τον πληθυσμό και την ανάπτυξη, προς τις πτωχότερες και λιγότερο αναπτυγμένες χώρες και προς τα περισσότερο μειονεκτικά τμήματα του πληθυσμού τους.

Άρθρο 3

Η δυνάμει του παρόντος κανονισμού βοήθεια συμπληρώνει και ενισχύει την παρεχομένη δυνάμει άλλων μέσων αναπτυξιακής συνεργασίας, στον τομέα της παιδείας και της υγείας, προκειμένου οι δημογραφικοί παράγοντες να συνεκτιμώνται πλήρως και να εντάσσονται στα κοινοτικά προγράμματα.

Άρθρο 4

1. Στις δράσεις που θα χρηματοδοτηθούν στο πλαίσιο της κατ' άρθρο 1 συνεργασίας λαμβάνονται υπόψη οι ακόλουθοι στόχοι προτεραιότητας:

- η δυνατότητα των γυναικών, των ανδρών και των εφήβων να επιλέγουν ελεύθερα και έχοντας προηγουμένως ενημερωθεί τον αριθμό των παιδιών που επιθυμούν, καθώς και τη στιγμή των γεννήσεων,

- η συμβολή στη δημιουργία ενός κοινωνικοπολιτιστικού, οικονομικού και εκπαιδευτικού περιβάλλοντος κατάλληλου για την πλήρη άσκηση της επιλογής αυτής, ιδιαίτερα για τις γυναίκες και τους εφήβους, ιδίως με την καταδίκη και την εξάλειψη κάθε μορφής βίας, ακρωτηριασμού και σεξουαλικής κακοποίησης που πλήττουν την αξιοπρέπεια και την υγεία τους,

- η συμβολή στην ανάπτυξη ή τη μεταρρύθμιση των συστημάτων υγείας ώστε να βελτιωθεί η δυνατότητα πρόσβασης και η ποιότητα των παρεχόμενων στις γυναίκες, άνδρες και εφήβους υπηρεσιών στο πεδίο της αναπαραγωγικής υγειονομικής μέριμνας και να μειωθούν αισθητά οι κίνδυνοι για την υγεία γυναικών και παιδιών.

2. Η κοινοτική βοήθεια μπορεί να χορηγείται για σχέδια εμπεριέχοντα δραστηριότητες στους ακόλουθους τομείς:

- τη στήριξη της δημιουργίας, ανάπτυξης και διάδοσης υπηρεσιών αναπαραγωγικής υγειονομικής μέριμνας, στο πλαίσιο των πολιτικών και προγραμμάτων που εφαρμόζουν οι κυβερνήσεις, οι διεθνείς οργανισμοί, οι ΜΚΟ και ιδιωτικοί φορείς, στοχεύοντας κυρίως τις ομάδες που βιώνουν τα προβλήματα αυτά με εντονότερο τρόπο, για παράδειγμα τους εφήβους, τις εγκύους και άλλες ομάδες, όπως θα προσδιορίζονται σε τοπικό επίπεδο,

- τη βοήθεια για το σχεδιασμό, εφαρμογή ή χρηματοδότηση πολιτικών που θα συμβάλουν στην καλύτερη αναπαραγωγική υγεία γυναικών και κοριτσιών,

- τη βελτίωση των υπηρεσιών αναπαραγωγικής υγείας, όσον αφορά την ασφαλέστερη εγκυμοσύνη, την περιγεννητική περίθαλψη, τον οικογενειακό προγραμματισμό, την πρόληψη και τη θεραπεία των σεξουαλικά μεταδιδόμενων ασθενειών, περιλαμβανομένου και του AIDS, από άποψη υποδομής, εξοπλισμού, προμηθειών, κατάρτισης ή έρευνας,

- τη στήριξη των εκστρατειών πληροφόρησης, εκπαίδευσης και ευαισθητοποίησης, με σκοπό ιδίως να ευνοηθεί η βελτίωση της αναπαραγωγής και η κατανόηση των δημογραφικών ζητημάτων, συμπεριλαμβανομένων των ευρύτερων κοινωνικών πλεονεκτημάτων που θα έχει η επιτάχυνση της δημογραφικής μετάβασης,

- την πολιτική οικογενειακού προγραμματισμού και τις υπηρεσίες, περιλαμβανομένης και της ενημέρωσης για τις ασφαλείς και αποτελεσματικές μεθόδους οικογενειακού προγραμματισμού,

- την ανάπτυξη βασικής υποδομής, του τομέα της παροχής εθελοντικών υπηρεσιών, των τοπικών μη κυβερνητικών οργανώσεων και της συνεργασίας Νότου-Νότου με στόχο την εφαρμογή προγραμμάτων, την ανταλλαγή εμπειριών και τη στήριξη των δικτύων συνεργασίας μεταξύ εταίρων.

Άρθρο 5

Οι εταίροι της συνεργασίας που δύνανται να επιλεγούν προς χρηματοδοτική στήριξη δυνάμει του παρόντος κανονισμού είναι περιφερειακοί και διεθνείς οργανισμοί, τοπικές ΜΚΟ και ΜΚΟ με έδρα κράτη μέλη, εθνικές και επαρχιακές υπηρεσίες και οργανισμοί και υπηρεσίες και οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης, οργανισμοί βασισμένοι στις τοπικές κοινότητες, συμπεριλαμβανομένων γυναικείων οργανώσεων, ινστιτούτων και δημόσιων και ιδιωτικών επιχειρήσεων.

Άρθρο 6

Οι πρωτοβουλίες συνεργασίας εφαρμόζονται βάσει διαλόγου με τις ενδιαφερόμενες εθνικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές έτσι ώστε να αποφεύγονται προγράμματα άνωθεν επιβαλλόμενα, που εισάγουν διακρίσεις ή θίγουν θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Θα λαμβάνεται υπόψη το οικονομικό, κοινωνικό και πολιτιστικό υπόβαθρο των συγκεκριμένων τμημάτων του πληθυσμού, με σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων οικουμενικής αποδοχής.

Οι γυναίκες, ιδιαίτερα, καλούνται να συμμετέχουν στο σχεδιασμό, τον προγραμματισμό, την εφαρμογή και την αξιολόγηση όλων των δημογραφικών σχεδίων και προγραμμάτων.

Άρθρο 7

1. Στα μέσα που πρέπει να εφαρμοστούν στο πλαίσιο των δράσεων κατ' άρθρο 2 περιλαμβάνονται οι μελέτες, η παροχή τεχνικής βοήθειας, η κατάρτιση ή ανάλογες υπηρεσίες, οι προμήθειες και τα έργα, οι διαχειριστικοί έλεγχοι και οι αποστολές αξιολόγησης και παρακολούθησης.

2. Ανάλογα με τις ανάγκες των συγκεκριμένων δράσεων, η κοινοτική χρηματοδότηση μπορεί να καλύπτει τόσο επενδυτικές δαπάνες, με εξαίρεση την αγορά ακινήτων, όσο και δαπάνες λειτουργίας, σε συνάλλαγμα ή σε τοπικό νόμισμα. Ωστόσο, με εξαίρεση τα προγράμματα κατάρτισης, οι δαπάνες λειτουργίας μπορούν γενικά να καλύπτονται μόνο στην αρχική τους φάση και με φθίνοντα τρόπο.

3. Για κάθε δράση συνεργασίας επιδιώκεται μια χρηματοδοτική συνεισφορά των εταίρων που ορίζονται στο άρθρο 5, εντός των δυνατοτήτων των ενδιαφερομένων μερών και ανάλογα με το χαρακτήρα κάθε δράσης.

4. Μια χρηματοδοτική συνεισφορά εκ μέρους των τοπικών εταίρων, ειδικότερα στις δαπάνες λειτουργίας, επιδιώκεται κατά προτεραιότητα στην περίπτωση των σχεδίων που στοχεύουν στην έναρξη μακροχρόνιων δραστηριοτήτων, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η βιωσιμότητα των σχεδίων και μετά τη λήξη της κοινοτικής χρηματοδότησης.

5. Μπορεί να εξετάζεται και η δυνατότητα συγχρηματοδότησης εξ άλλων πηγών, ιδιαιτέρως με τα κράτη μέλη.

6. Η Κοινότητα διασφαλίζει ότι θα τονίζεται ο κοινοτικός χαρακτήρας της δυνάμει του παρόντος κανονισμού βοήθειας.

7. Για να επιτευχθούν οι στόχοι της συνοχής και της συμπληρωματικότητας που προβλέπονται από τη συνθήκη και η μεταλύτερη δυνατή αποτελεσματικότητα για το σύνολο των δράσεων, η Επιτροπή μπορεί να λαμβάνει όλα τα αναγκαία συντονιστικά μέτρα, και συγκεκριμένα:

α) καθιέρωση ενός συστήματος ανταλλαγής και συστηματικής ανάλυσης πληροφοριών σχετικά με τις δράσεις που χρηματοδοτούνται ή προτείνεται να χρηματοδοτηθούν από την Κοινότητα και τα κράτη μέλη 7

β) τον επιτόπου συντονισμό της εφαρμογής των δράσεων, στο πλαίσιο τακτικών συνεδριάσεων και ανταλλαγής πληροφοριών μεταξύ των αντιπροσώπων της Επιτροπής και των κρατών μελών στη δικαιούχο χώρα.

8. Προκειμένου να επιτευχθούν τα μεγαλύτερα δυνατά αποτελέσματα σε συνολικό και σε εθνικό επίπεδο, η Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, λαμβάνει οποιαδήποτε αναγκαία πρωτοβουλία για να εξασφαλιστεί ο ορθός συντονισμός και η στενή συνεργασία με τις δικαιούχους χώρες, καθώς και με τους χρηματοδότες και άλλους ενδιαφερόμενους διεθνείς οργανισμούς, ιδίως αυτούς του συστήματος των Ηνωμένων Εθνών, και ειδικότερα το ταμείο των Ηνωμένων Εθνών για τη δημογραφία (UNFPA).

Άρθρο 8

Η βάσει του παρόντος κανονισμού χρηματοδοτική στήριξη λαμβάνει τη μορφή μη επιστρεπτέων ενισχύσεων.

Άρθρο 9

Το ποσό δημοσιονομικής αναφοράς για την εφαρμογή του παρόντος προγράμματος, για την περίοδο 1998-2002 ανέρχεται σε 35 εκατομμύρια Ecu.

Οι ετήσιες πιστώσεις εγκρίνονται από την αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή εντός των ορίων των δημοσιονομικών προοπτικών.

Άρθρο 10

1. Η Επιτροπή αναλαμβάνει την αξιολόγηση, την έγκριση και τη διαχείριση των δράσεων που καλύπτοναι από τον παρόντα κανονισμό σύμφωνα με τις ισχύουσες δημοσιονομικές και άλλες διαδικασίες, και ιδίως τις προβλεπόμενες στο δημοσιονομικό κανονισμό της 21ης Δεκεμβρίου 1997 (3), ο οποίος εφαρμόζεται στο γενικό προϋπολογισμό των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

2. Η αξιολόγηση των σχεδίων και προγραμμάτων λαμβάνει υπόψη:

- την αποτελεσματικότητα και τη βιωσιμότητα των δράσεων,

- τις πολιτιστικές και κοινωνικές πτυχές, την ισότητα μεταξύ των δύο φύλων και το περιβάλλον,

- τη θεσμική ανάπτυξη που είναι αναγκαία για την επίτευξη των στόχων των σχεδίων,

- την πείρα από δράσεις του ιδίου τύπου.

3. Οι αποφάσεις σχετικά με μη επιστρεπτέες ενισχύσεις άνω των 2 εκατομμυρίων Ecu ανά δράση χρηματοδοτούμενη δυνάμει του παρόντος κανονισμού, καθώς και για κάθε μεταβολή που συνεπάγεται την υπέρβαση σε ποσοστό μεγαλύτερο από 20 % του ποσού που είχε συμφωνηθεί αρχικά για την εκάστοτε δράση λαμβάνονται με τη διαδικασία που καθορίζεται στο άρθρο 11.

Η Επιτροπή ενημερώνει συνοπτικά την επιτροπή του άρθρου 11 για τις αποφάσεις χρηματοδότησης τις οποίες προτίθεται να λάβει σχετικά με τα σχέδια και προγράμματα των οποίων το ύψος δεν υπερβαίνει τα 2 εκατομμύρια Ecu. Η ενημέρωση αυτή είναι διαθέσιμη το αργότερο μία εβδομάδα πριν από τη λήψη της απόφασης.

4. Η Επιτροπή εξουσιοδοτείται να εγκρίνει, χωρίς γνωμοδότηση της επιτροπής του άρθρου 11, τις συμπληρωματικές αναλήψεις υποχρεώσεων που είναι αναγκαίες για την κάλυψη των υπερβάσεων οι οποίες αναμένονται ή οι οποίες σημειώνονται στα πλαίσια των δράσεων αυτών, εφόσον η υπέρβαση είναι μικρότερη από ίση προς το 20 % της αρχικής ανάληψης υποχρέωσης που καθορίζεται στην απόφαση χρηματοδότησης.

5. Σε κάθε συμφωνία ή σύμβαση χρηματοδότησης η οποία συνάπτεται δυνάμει του παρόντος κανονισμού προβλέπεται ότι η Επιτροπή και το Ελεγκτικό Συνέδριο μπορούν να διενεργούν επιτόπου έλεγχο, σύμφωνα με τις συνήθεις διαδικασίες που έχει θεσπίσει η Επιτροπή στο πλαίσιο των εν ισχύι διατάξεων, ειδικότερα εκείνων του δημοσιονομικού κανονισμού της παραγράφου 1.

6. Όταν, στο πλαίσιο μιας δράσης, συνάπτεται συμφωνία χρηματοδότησης μεταξύ της Κοινότητας και της δικαιούχου χώρας, η συμφωνία προβλέπει ότι η πληρωμή των φόρων, δασμών και άλλων επιβαρύνσεων δεν καλύπτεται από την Κοινότητα.

7. Η συμμετοχή σε προσκλήσεις για υποβολή προσφορών και σε συμβάσεις είναι ανοικτή επί ίσοις όροις σε όλα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα των κρατών μελών και της δικαιούχου χώρας, δυναμένη να επεκταθεί και σε άλλες αναπτυσσόμενες χώρες.

8. Οι προμήθειες πρέπει να έχουν καταγωγή κράτη μέλη, τη δικαιούχο χώρα ή άλλη αναπτυσσόμενη χώρα. Σε εξαιρετικές και δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις είναι δυνατό να κατάγονται από άλλες χώρες.

9. Ιδιαίτερη προσοχή θα δίνεται:

- στην επιδίωξη, κατά την κατάρτιση των σχεδίων, καλής σχέσης κόστους/αποτελεσματικότητας και μακρόπνοου αντίκτυπου,

- στο σαφή ορισμό και στην παρακολούθηση της επίτευξης των στόχων και των δεικτών υλοποίησης για όλα τα σχέδια.

Άρθρο 11

1. Η Επιτροπή επικουρείται από την γεωγραφικώς καθοριζόμενη επιτροπή την αρμόδια για την ανάπτυξη.

2. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην επιτροπή σχέδιο των ληπτέων μέτρων. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της για το σχέδιο αυτό εντός προθεσμίας που μπορεί να ορίσει ο πρόεδρός της σε συνάρτηση με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος. Η γνώμη δίνεται με την πλειοψηφία η οποία προβλέπεται στο άρθρο 148 παράγραφος 2 της συνθήκης για την έκδοση των αποφάσεων που καλείται να λάβει το Συμβούλιο ύστερα από πρόταση της Επιτροπής. Κατά την ψηφοφορία στην επιτροπή οι ψήφοι των κρατών μελών σταθμίζονται σύμφωνα με το προαναφερόμενο άρθρο. Ο πρόεδρος δεν λαμβάνει μέρος στην ψηφοφορία.

Η Επιτροπή θεσπίζει τα σχεδιαζόμενα μέτρα όταν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής.

Όταν τα σχεδιαζόμενα μέτρα δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής, ή ελλείψει γνώμης, η Επιτροπή υποβάλλει, χωρίς καθυστέρηση, στο Συμβούλιο πρόταση σχετικά με τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

Αν, μετά τη λήξη της προθεσμίας 3 μηνών από την υποβολή της πρότασης στο Συμβούλιο, το Συμβούλιο δεν έχει αποφασίσει, τα προτεινόμενα μέτρα θεσπίζονται από την Επιτροπή.

3. Μία φορά κατ' έτος, στο πλαίσιο κοινής συνεδρίασης των επιτροπών της παραγράφου 1, ανταλλάσσονται απόψεις με βάση παρουσίαση, εκ μέρους του αντιπροσώπου της Επιτροπής, των γενικών κατευθύνσεων των δράσεων που θα εκτελεσθούν κατά το επόμενο έτος.

Άρθρο 12

1. Κατά τη λήξη κάθε οικονομικού έτους, η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο με συνοπτική παρουσίαση των δράσεων που χρηματοδοτήθηκαν κατά τη διάρκεια του έτους, καθώς και αξιολόγηση της εφαρμογής του παρόντος κανονισμού κατά τη διάρκεια του ίδιου έτους.

Η συνοπτική παρουσίαση περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, πληροφορίες για τους φορείς με τους οποίους έχουν συναφθεί συμβάσεις.

2. Η Επιτροπή πραγματοποιεί τακτικά αξιολόγηση των δράσεων που χρηματοδοτούνται από την Κοινότητα προκειμένου να διαπιστωθεί εάν έχουν επιτευχθεί οι στόχοι των δράσεων αυτών και να δοθούν κατευθυντήριες γραμμές για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των μελλοντικών δράσεων. Η Επιτροπή υποβάλλει στην επιτροπή που προβλέπεται στο άρθρο 11 συνοπτική παρουσίαση των αξιολογήσεων που έγιναν και οι οποίες δύνανται να εξεταστούν από την επιτροπή αυτή. Οι εκθέσεις αξιολόγησης είναι στη διάθεση των κρατών μελών.

3. Η Επιτροπή ενημερώνει τα κράτη μέλη το αργότερο εντός μηνός μετά την απόφασή της σχετικά με τις δράσεις και τα σχέδια που έχουν εγκριθεί, αναφέροντας το κόστος, τη φύση τους, τη δικαιούχο χώρα και τους εταίρους.

Άρθρο 13

1. Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την τρίτη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Εφαρμόζεται έως τις 31 Δεκεμβρίου 2002.

2. Τρία έτη μετά την έναρξη του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο συνολική αξιολόγηση των δράσεων που χρηματοδοτήθηκαν από την Κοινότητα δυνάμει του παρόντος κανονισμού, ενδεχομένως προτάσεις για το μέλλον του κανονισμού, και, εφόσον απαιτείται, προτάσεις για τροποποίηση ή παράταση της ισχύος του.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 22 Ιουλίου 1997.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. POOS

(1) ΕΕ αριθ. C 310 της 22. 11. 1995, σ. 13, και ΕΕ αριθ. C 323 της 29. 10. 1996, σ. 7.

(2) Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 24ης Μαΐου 1996 (ΕΕ αριθ. C 166 της 10. 6. 1996, σ. 252), κοινή θέση του Συμβουλίου της 22ας Νοεμβρίου 1996 (ΕΕ αριθ. C 6 της 9. 1. 1997, σ. 8) και απόφαση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 13ης Μαρτίου 1997 (ΕΕ αριθ. C 115 της 14. 4. 1997, σ. 133).

(3) ΕΕ αριθ. L 356 της 31. 12. 1977, σ. 1 7 κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία από τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ, ΕΚΑΧ) αριθ. 2335/95 (ΕΕ αριθ. L 240 της 7. 10. 1995, σ. 12).