31995R2236

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2236/95 του Συμβουλίου της 18ης Σεπτεμβρίου 1995 περί καθορισμού των γενικών κανόνων για τη χορήγηση κοινοτικής ενίσχυσης στον τομέα των διευρωπαϊκών δικτύων

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 228 της 23/09/1995 σ. 0001 - 0007


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΚ) αριθ. 2236/95 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 18ης Σεπτεμβρίου 1995 περί καθορισμού των γενικών κανόνων για τη χορήγηση κοινοτικής ενίσχυσης στον τομέα των διευρωπαϊκών δικτύων

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 129 Δ τρίτο εδάφιο,

την πρόταση της Επιτροπής (1),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

τη γνώμη της Επιτροπής των Περιφερειών (3),

Αποφασίζοντας με τη διαδικασία του άρθρου 189 Γ της συνθήκης (4),

Εκτιμώντας:

ότι, σύμφωνα με το άρθρο 3 σημείο v) της συνθήκης, η δράση της Κοινότητας περιλαμβάνει την ενθάρρυνση της δημιουργίας και της ανάπτυξης διευρωπαϊκών δικτύων 7 ότι το άρθρο 129 Β της συνθήκης διευκρινίζει ότι η Κοινότητα συμβάλλει στη δημιουργία και την ανάπτυξη διευρωπαϊκών δικτύων όσον αφορά τα έργα υποδομής στους τομείς των μεταφορών, των τηλεπικοινωνιών και της ενέργειας, προκειμένου να συντελέσει στην υλοποίηση των στόχων που αναφέρονται στα άρθρα 7 Α και 130 Α της συνθήκης 7 ότι, σύμφωνα με το άρθρο 129 Β παράγραφος 2 της συνθήκης, η δράση της Κοινότητας αποσκοπεί στην προώθηση της διασύνδεσης και της διαλειτουργικότητας των εθνικών δικτύων, καθώς και της πρόσβασης σε αυτά τα δίκτυα, και ότι πρέπει ειδικότερα να ληφθεί υπόψη η ανάγκη να συνδεθούν οι νησιωτικές, οι μεσόγειες και οι περιφερειακές περιοχές με τις κεντρικές περιοχές της Κοινότητας 7 ότι το άρθρο 129 Γ της συνθήκης προβλέπει ότι η Κοινότητα καθορίζει ένα σύνολο προσανατολισμών που καλύπτουν τους στόχους, τις προτεραιότητες και τις γενικές γραμμές των μελετώμενων δράσεων στον τομέα των διευρωπαϊκών δικτύων και ότι μπορεί να ενισχύει τις χρηματοδοτικές προσπάθειες των κρατών μελών για την υλοποίηση των διευρωπαϊκών δικτύων 7 ότι ενδείκνυται να θεσπιστούν οι γενικοί κανόνες για τη χορήγηση κοινοτικής χρηματοδοτικής ενίσχυσης στον τομέα των διευρωπαϊκών δικτύων και με τον τρόπο αυτό να καταστεί δυνατή η εφαρμογή του εν λόγω άρθρου 7 ότι, σύμφωνα με το άρθρο 129 Γ της συνθήκης, η κοινοτική ενίσχυση μπορεί να χορηγείται σε σχέδια κοινού ενδιαφέροντος τα οποία καθορίζονται στα πλαίσια των προσανατολισμών 7 ότι οι προσανατολισμοί που αναφέρονται στο άρθρο 129 Γ παράγραφος 1 της συνθήκης, που πρότεινε η Επιτροπή, εξετάζονται αυτή τη στιγμή από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο και ότι, σε περίπτωση που οι αποφάσεις με τις οποίες υιοθετούνται οι προσανατολισμοί αυτοί δεν έχουν τεθεί σε ισχύ κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, θα πρέπει να προβλεφθεί, μεταβατικά, η δυνατότητα κοινοτικής ενίσχυσης σε συγκεκριμένα σχέδια που έχουν προτεραιότητα, εντός των ορίων των διαθέσιμων πιστώσεων για το οικονομικό έτος 1995 και το αργότερο έως τις 31 Δεκεμβρίου 1995 7 ότι πρέπει να ενισχυθεί η συμμετοχή ιδιωτικών κεφαλαίων στη χρηματοδότηση των διευρωπαϊκών δικτύων και να αναπτυχθεί η συνεργασία δημοσίου και ιδιωτικού τομέα 7 ότι η κοινοτική ενίσχυση μπορεί να λάβει ιδιαίτερα τη μορφή μελετών σκοπιμότητας, εγγυήσεων δανείων ή επιδοτήσεων επιτοκίου 7 ότι οι επιδοτήσεις και εγγυήσεις αυτές αφορούν ιδίως τη χρηματοδοτική στήριξη της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, ή άλλων δημόσιων ή ιδιωτικών χρηματοπιστωτικών οργανισμών 7 ότι, σε ορισμένες δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, μπορεί να προβλεφθεί η άμεση επιδότηση επενδύσεων 7 ότι οι εγγυήσεις δανείων χορηγούνται, σε εμπορική βάση, από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων ή από άλλους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και ότι μια κοινοτική χρηματοδοτική ενίσχυση θα μπορούσε να καλύψει εν όλω ή εν μέρει τα ασφάλιστρα που καταβάλλουν οι οφειλέτες των εν λόγω εγγυήσεων 7 ότι η κοινοτική ενίσχυση προορίζεται κυρίως για την υπέρβαση των οικονομικών εμποδίων που ενδέχεται να παρουσιαστούν στη φάση εκκίνησης ενός σχεδίου 7 ότι ενδείκνυται να καθοριστεί ένα όριο στην κοινοτική ενίσχυση σε σχέση προς το γενικό κόστος της επένδυσης 7 ότι η κοινοτική ενίσχυση χορηγείται στα σχέδια σε συνάρτηση με το βαθμό συμβολής τους στους στόχους του άρθρου 129 Β της συνθήκης καθώς και στους λοιπούς στόχους και προτεραιότητες που καλύπτονται από τους προσανατολισμούς του άρθρου 129 Γ 7 ότι θα πρέπει επίσης να ληφθούν υπόψη άλλα ζητήματα όπως η επίδραση κινήτρου στη δημόσια και ιδιωτική χρηματοδότηση, τα άμεσα και έμμεσα κοινωνικοοικονομικά αποτελέσματα των σχεδίων, ιδίως στην απασχόληση, καθώς και οι επιπτώσεις επί του περιβάλλοντος 7 ότι η Επιτροπή πρέπει να εκτιμήσει με προσοχή την εν δυνάμει οικονομική βιωσιμότητα των σχεδίων βάσει αναλύσεων κόστους/οφέλους και άλλων καταλλήλων κριτηρίων, καθώς και την οικονομική τους αποδοτικότητα 7 ότι οι κοινοτικές χρηματοδοτικές παρεμβάσεις δυνάμει του άρθρου 129 Γ παράγραφος 1 της συνθήκης πρέπει να είναι συμβατές με τις κοινοτικές πολιτικές, ιδίως όσον αφορά τα δίκτυα και την προστασία του περιβάλλοντος, τον ανταγωνισμό και την ανάθεση των δημοσίων συμβάσεων και ότι η προστασία του περιβάλλοντος συμπεριλαμβάνει μια εκτίμηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον 7 ότι θα πρέπει να καθοριστούν οι αντίστοιχες εξουσίες και αρμοδιότητες των κρατών μελών και της Επιτροπής στο θέμα του οικονομικού ελέγχου 7 ότι η Επιτροπή πρέπει να διασφαλίσει τον αποτελεσματικό συντονισμό του συνόλου των κοινοτικών δράσεων που έχουν επιπτώσεις στα διευρωπαϊκά δίκτυα, ιδίως μεταξύ των χρηματοδοτήσεων για τα διευρωπαϊκά δίκτυα και των χρηματοδοτήσεων των διαρθρωτικών ταμείων, του Ταμείου Συνοχής, του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων 7 ότι θα πρέπει να προβλεφθεί η προσφυγή σε αποτελεσματικές μεθόδους αξιολόγησης, παρακολούθησης και ελέγχου όσον αφορά τις κοινοτικές παρεμβάσεις 7 ότι είναι σημαντικό να εξασφαλισθεί κατάλληλη πληροφόρηση, δημοσιότητα και διαφάνεια σχετικά με τις χρηματοδοτούμενες δραστηριότητες 7 ότι τίθεται στον παρόντα κανονισμό, για την εφαρμογή του, ένα ποσό δημοσιονομικής αναφοράς κατά την έννοια του σημείου 2 της δήλωσης των τριών οργάνων της 6ης Μαρτίου 1995, το οποίο δεν επηρεάζει τις αρμοδιότητες της αρμόδιας επί του προϋπολογισμού αρχής όπως ορίζονται από τη συνθήκη 7 ότι θα πρέπει να εξετασθεί, πριν από το τέλος της περιόδου των δημοσιονομικών προοπτικών 1994-1999, εάν και σε ποιό βαθμό οι δράσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό ανταποκρίνονται στις ανάγκες της Κοινότητας,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Καθορισμός και πεδίο εφαρμογής

Ο παρών κανονισμός καθορίζει τους όρους, τις λεπτομέρειες και τις διαδικασίες εφαρμογής της κοινοτικής ενίσχυσης υπέρ σχεδίων κοινού ενδιαφέροντος, στον τομέα των διευρωπαϊκών δικτύων υποδομής των μεταφορών, των τηλεπικοινωνιών και της ενέργειας, σύμφωνα με το άρθρο 129 Γ παράγραφος 1 της συνθήκης.

Άρθρο 2

Επιλεξιμότητα

1. Η κοινοτική ενίσχυση αφορά μόνο τα σχέδια κοινού ενδιαφέροντος, εφεξής καλούμενα «σχέδια», που καθορίζονται στα πλαίσια των προσανατολισμών που αναφέρονται στο άρθρο 129 Γ παράγραφος 1 της συνθήκης.

Επιλέξιμα είναι επίσης και τμήματα σχεδίων που εμπίπτουν στην έννοια του πρώτου εδαφίου, στο βαθμό που συνιστούν ενότητες τεχνικά και οικονομικά ανεξάρτητες.

2. Τα σχέδια είναι ελεύθερα εάν χρηματοδοτούνται από τα κράτη μέλη, από τις περιφερειακές ή τοπικές αρχές ή από οργανισμούς οι οποίοι δρουν εντός διοικητικού ή νομικού πλαισίου που τους εξομοιώνει προς δημόσιους οργανιμούς, ιδίως δε από δημόσιες ή ιδιωτικές επιχειρήσεις οι οποίες διαχειρίζονται δημόσιες υπηρεσίες ή υπηρεσίες κοινής οφελείας.

Ένα σχέδιο θεωρείται χρηματοδοτούμενο από το κράτος μέλος εφόσον εκτελείται και χρηματοδοτείται άμεσα από δημόσια αρχή ή εφόσον λαμβάνει κρατική ενίσχυση ή ενίσχυση προερχόμενη από δημόσιους πόρους, ανεξάρτητα από τη φύση της, και χορηγούμενη από εθνικό, περιφερειακό ή τοπικό οργανισμό.

Άρθρο 3

Μεταβατική ρήτρα

Σε περίπτωση που οι αποφάσεις με τις οποίες υιοθετούνται οι προσανατολισμοί του άρθρου 129 Γ παράγραφος 1 της συνθήκης δεν έχουν ακόμη τεθεί σε ισχύ κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος κανονισμού, θα μπορούν να θεωρούνται ως επιλέξιμα, κατά την έννοια του παρόντος κανονισμού, συγκεκριμένα σχέδια η χρηματοδότηση των οποίων έχει προτεραιότητα, ιδιαίτερα σε θέματα υποδομής των μεταφορών.

Η διάταξη αυτή εφαρμόζεται μέχρι την έναρξη ισχύος των αποφάσεων με τις οποίες υιοθετούνται οι προσανατολισμοί στον οικείο τομέα υποδομής, και το αργότερο μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 1995.

Άρθρο 4

Μορφές παρέμβασης

1. Η κοινοτική ενίσχυση μπορεί να λάβει μια ή περισσότερες από τις ακόλουθες μορφές:

α) συγχρηματοδότηση μελετών που αφορούν τα σχέδια, συμπεριλαμβανομένων προπαρασκευαστικών μελετών, μελετών σκοπιμότητας και αξιολόγησης, καθώς και άλλων μέτρων τεχνικής υποστήριξης των μελετών αυτών.

Η χρηματοδοτική συμμετοχή της Κοινότητας δεν μπορεί, κατά γενικό κανόνα, να υπερβεί το 50 % του ολικού κόστους μιας μελέτης.

Σε εξαιρετικές δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, με πρωτοβουλία της Επιτροπής και με τη συμφωνία των ενδιαφερομένων κρατών μελών, η χρηματοδοτική συμμετοχή της Κοινότητας μπορεί να υπερβεί το εν λόγω όριο του 50 % 7 β) επιδοτήσεις επιτοκίων επί των δανείων που χορηγούνται από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ή από άλλους δημόσιους ή ιδιωτικούς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς. Κατά γενικό κανόνα, η διάρκεια της επιδότησης δεν μπορεί να υπερβαίνει την πενταετία 7 γ) συμβολή στα ασφάλιστρα εγγυήσεων και δανείων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Επενδύσεων ή άλλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων 7 δ) άμεσες επιδοτήσεις των επενδύσεων σε περιπτώσεις δεόντως αιτιολογημένες 7 ε) ενδεχομένως, συνδυασμός των κοινοτικών ενισχύσεων που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως δ), με σκοπό την επίτευξη της μέγιστης αξιοποίησης του κινήτρου που παρέχεται από τους διατιθέμενους πόρους του προϋπολογισμού, οι οποίοι πρέπει να χρησιμοποιούνται κατά τον πλέον οικονομικό τρόπο.

2. Οι μορφές κοινοτικής παρέμβασης που αναφέρονται στα στοιχεία α) έως δ) χρησιμοποιούνται επιλεκτικά ώστε να λαμβάνονται υπόψη τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των διαφόρων τύπων των οικείων δικτύων και να μεριμνάται, σε περιπτώσεις δικτύων τηλεπικοινωνιών και ενέργειας, ότι οι παρεμβάσεις δεν συνεπάγονται στρεβλώσεις του ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων του τομέα.

Άρθρο 5

Προϋποθέσεις της κοινοτικής ενίσχυσης

1. Η κοινοτική ενίσχυση χορηγείται, κατ' αρχήν, μόνο εάν η υλοποίηση σχεδίου προσκρούσει σε οικονομικά εμπόδια.

2. Η κοινοτική ενίσχυση δεν μπορεί να υπερβεί το ελάχιστο ποσό που κρίνεται αναγκαίο για την έναρξη εφαρμογής σχεδίου.

3. Ανεξάρτητα από την επιλεγόμενη μορφή παρέμβασης, το συνολικό ποσό της κοινοτικής ενίσχυσης δυνάμει του παρόντος κανονισμού δεν μπορεί να υπερβεί το 10 % του συνολικού κόστους της επένδυσης.

4. Οι δημοσιονομικοί πόροι που προβλέπει ο παρών κανονισμός δεν προορίζονται, κατ' αρχήν, για σχέδια ή φάσεις σχεδίων που χρηματοδοτούνται από άλλες πηγές χρηματοδότησης του κοινοτικού προϋπολογισμού.

Άρθρο 6

Κριτήρια επιλογής των σχεδίων

1. Τα σχέδια λαμβάνουν ενίσχυση σε συνάρτηση με το βαθμό συμβολής τους στους στόχους που εξαγγέλλονται στο άρθρο 129 Β της συνθήκης και στους λοιπούς στόχους και προτεραιότητες που καθορίζονται στους προσανατολισμούς που αναφέρονται στο άρθρο 129 Γ παράγραφος 1.

2. Η κοινοτική ενίσχυση προορίζεται για σχέδια τα οποία θα μπορούσαν να είναι οικονομικά βιώσιμα και των οποίων η οικονομική αποδοτικότητα, κατά την υποβολή της αίτησης, κρίνεται ανεπαρκής.

3. Στην απόφαση χορήγησης κοινοτικής ενίσχυσης, θα πρέπει επίσης να λαμβάνονται υπόψη τα εξής:

- το στάδιο ωρίμανσης των σχεδίων,

- η επίδραση της κοινοτικής παρέμβασης ως κινήτρου επί των δημόσιων και ιδιωτικών χρηματοδοτήσεων,

- η σταθερότητα της οικονομικής συγκρότησης των σχεδίων,

- τα άμεσα ή έμμεσα κοινωνικοοικονομικά αποτελέσματα, ιδίως στην απασχόληση,

- οι επιπτώσεις επί του περιβάλλοντος.

4. Ιδιαίτερα στην περίπτωση διασυνοριακών σχεδίων, πρέπει να λαμβάνεται επίσης υπόψη ο χρονικός συντονισμός των διαφόρων τμημάτων των εν λόγω σχεδίων.

Άρθρο 7

Συμβατότητα

Τα σχέδια που χρηματοδοτούνται δυνάμει του παρόντος κανονισμού πρέπει να συμμορφούνται προς το κοινοτικό δίκαιο και τις κοινοτικές πολιτικές, ιδίως σε θέματα προστασίας του περιβάλλοντος, ανταγωνισμού και ανάθεσης δημοσίων συμβάσεων.

Άρθρο 8

Υποβολή των αιτήσεων για ενίσχυση

Οι αιτήσεις για ενίσχυση υποβάλλονται στην Επιτροπή από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ή από τον άμεσα ενδιαφερόμενο οργανισμό, με τη συμφωνία του κράτους μέλους.

Άρθρο 9

Στοιχεία αξιολόγησης και προσδιορισμού των αιτήσεων

1. Οι αιτήσεις για ενίσχυση πρέπει να συμπεριλαμβάνουν όλα τα στοιχεία που είναι αναγκαία για την εξέταση του σχεδίου σύμφωνα με τα άρθρα 5, 6 και 7, και ιδίως:

α) Εάν η αίτηση αφορά σχέδιο:

- το όνομα του οργανισμού που είναι υπεύθυνος για την εφαρμογή του σχεδίου,

- την περιγραφή του σχεδίου και την προβλεπόμενη μορφή κοινοτικής ενίσχυσης,

- τα αποτελέσματα των αναλύσεων κόστους/οφέλους, συμπεριλαμβανομένων των αποτελεσμάτων της ανάλυσης της εν δυνάμει οικονομικής βιωσιμότητας και της οικονομικής αποδοτικότητας,

- τη θέση του σχεδίου, σύμφωνα με τους προσανατολισμούς στον τομέα των μεταφορών, επί των αξόνων και των κόμβων,

- ένταξη στον περιφερειακό χωροταξικό σχεδιασμό,

- μια συνθετική περιγραφή των επιπτώσεων στο περιβάλλον, βάσει των αξιολογήσεων που πραγματοποιούνται σύμφωνα με την οδηγία 85/337/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 27ης Ιουνίου 1985, για την εκτίμηση των επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων δημοσίων και ιδιωτικών έργων στο περιβάλλον(1),

- δήλωση ότι έχουν διερευνηθεί άλλες δυνατότητες δημόσιας και ιδιωτικής χρηματοδότησης, συμπεριλαμβανομένων των δυνατοτήτων χρηματοδότησης από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων και από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων,

- ένα χρηματοοικονομικό σχέδιο, εκφρασμένο σε Ecu ή σε εθνικό νόμισμα, το οποίο να αναφέρει όλα τα στοιχεία της οικονομικής συγκρότησης, συμπεριλαμβανομένων των χρηματοδοτικών ενισχύσεων που έχουν ζητηθεί από την Κοινότητα και το κράτος μέλος και των χρηματοδοτικών ενισχύσεων που έχουν ήδη χορηγηθεί 7 β) εάν η αίτηση αφορά μελέτη, το αντικείμενο και το σκοπό της καθώς και τις προβλεπόμενες μεθοδολογίες και τεχνικές 7 γ) ένα χρονοδιάγραμμα των προβλεπόμενων εργασιών 7 δ) τον τρόπο με τον οποίο το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος θα ελέγχει τη χρησιμοποίηση των ζητούμενων κεφαλαίων.

2. Οι αιτούντες παρέχουν στην Επιτροπή οποιαδήποτε συναφή συμπληρωματική πληροφορία την οποία αυτή αιτείται.

3. Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει κάθε αναγκαία τεχνική γνώμη για την αξιολόγηση της αίτησης, συμπεριλαμβανομένης της γνώμης της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.

Άρθρο 10

Χορήγηση χρηματοδοτικής ενίσχυσης

Η Επιτροπή αποφασίζει τη χορήγηση της χρηματοδοτικής ενίσχυσης δυνάμει του παρόντος κανονισμού σε συνάρτηση με την αξιολόγηση των αιτήσεων ως προς τα κριτήρια επιλογής και σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 17. Ανακοινώνει την απόφασή της απευθείας στους δικαιούχους και τα κράτη μέλη.

Άρθρο 11

Δημοσιονομικές διατάξεις

1. Η κοινοτική ενίσχυση μπορεί να καλύπτει μόνο τις δαπάνες οι οποίες αφορούν το σχέδιο και τις οποίες πραγματοποιούν οι δικαιούχοι ή τρίτοι επιφορτισμένοι με την εκτέλεση του σχεδίου.

2. Δεν καλύπτονται οι δαπάνες που έχουν πραγματοποιηθεί πριν από την ημερομηνία παραλαβής της σχετικής αίτησης για ενίσχυση από την Επιτροπή.

3. Οι αποφάσεις για τη χορήγηση χρηματοδοτικής συνδρομής οι οποίες λαμβάνονται από την Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 10 ισχύουν ως ανάληψη υποχρεώσεως για δαπάνες που επιτρέπονται από τον προϋπολογισμό.

4. Κατά γενικό κανόνα, οι πληρωμές πραγματοποιούνται υπό μορφή προκαταβολών, ενδιάμεσων καταβολών και με μια τελική καταβολή. Η προκαταβολή, η οποία κατά κανόνα δεν πρέπει να υπερβαίνει το 50 % της πρώτης ετήσιας δόσης, καταβάλλεται μόλις εγκριθεί η αίτηση για ενίσχυση. Οι ενδιάμεσες καταβολές πραγματοποιούνται με βάση τις αιτήσεις πληρωμής και λαμβανομένης υπόψη της πορείας του σχεδίου ή της μελέτης, καθώς και λαμβάνοντας υπόψη, εφόσον χρειάζεται, αναθεωρημένα χρηματοοικονομικά σχέδια με αυστηρό και διαφανή τρόπο.

5. Για τις λεπτομέρειες πληρωμής πρέπει να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι τα σχέδια υποδομής εκτελούνται σε πολυετή κλίμακα και ότι επομένως απαιτείται πρόβλεψη για ανάλογη κλιμάκωση της χρηματοδότησης.

6. Η Επιτροπή διενεργεί την τελική πληρωμή μετά την έγκριση της τελικής έκθεσης σχετικά με το σχέδιο ή τη μελέτη, την οποία υποβάλλει ο δικαιούχος και στην οποία αναφέρει όλες τις δαπάνες που όντως πραγματοποιήθηκαν.

7. Η Επιτροπή καθορίζει, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 17, τις λεπτομέρειες, το χρονοδιάγραμμα και τα ποσά της καταβολής των επιδοτήσεων επιτοκίου καθώς και των επιδοτήσεων των ασφαλίστρων των εγγυήσεων.

Άρθρο 12

Δημοσιονομικός έλεγχος

1. Για να εξασφαλίζεται η επιτυχής ολοκλήρωση των σχεδίων που χρηματοδοτούνται δυνάμει του παρόντος κανονισμού, τα κράτη μέλη λαμβάνουν τα αναγκαία μέτρα για:

- την τακτική εξακρίβωση του ότι τα σχέδια και οι μελέτες που χρηματοδοτούνται από την Κοινότητα έχουν υλοποιηθεί σωστά,

- την πρόληψη και τη δίωξη των παρατυπιών,

- την ανάκτηση των ποσών τα οποία χάνονται λόγω παρατυπίας, συμπεριλαμβανομένων των τόκων λόγω καθυστερημένης εξόφλησης, σύμφωνα με τους κανόνες που έχει θεσπίσει η Επιτροπή. Εκτός εάν το κράτος μέλος ή/και η αρχή που έχει αναλάβει την εκτέλεση του έργου παράσχουν την απόδειξη ότι δεν είναι υπεύθυνα για την παρατυπία, το κράτος μέλος ευθύνεται επικουρικώς για την επιστροφή των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών.

2. Τα κράτη μέλη ενημερώνουν την Επιτροπή για τα μέτρα που λαμβάνουν προς το σκοπό αυτό και, ιδίως, της παρέχουν την περιγραφή των συστημάτων ελέγχου και διαχείρισης που θεσπίζουν για τη διασφάλιση της επιτυχούς διεκπεραίωσης των σχεδίων και μελετών.

3. Τα κράτη μέλη θέτουν στη διάθεση της Επιτροπής κάθε προσήκουσα εθνική έκθεση σχετικά με τον έλεγχο των εν λόγω σχεδίων.

4. Με την επιφύλαξη των κάθε είδους μέτρων ελέγχου που εφαρμόζουν τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις εθνικές, νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις, και με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 188 Α της συνθήκης και του ελέγχου που διενεργείται δυνάμει του άρθρου 209 σημείο γ) της συνθήκης, η Επιτροπή μπορεί, μέσω των μονίμων ή άλλων υπαλλήλων της, να ασκεί επιτόπιο έλεγχο, μεταξύ άλλων και δειγματοληπτικά, των σχεδίων που χρηματοδοτούνται δυνάμει του παρόντος κανονισμού και να εξετάζει τα συστήματα και τα μέτρα ελέγχου που έχουν θεσπισθεί από τις εθνικές αρχές, οι οποίες ενημερώνουν την Επιτροπή για τις διατάξεις που θεσπίζονται για το σκοπό αυτό.

5. Πριν από τη διενέργεια επιτόπιου ελέγχου, η Επιτροπή ενημερώνει σχετικά το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος ούτως ώστε να λάβει κάθε απαραίτητη βοήθεια. Η προσφυγή της Επιτροπής σε ενδεχόμενους επιτόπιους ελέγχους χωρίς προειδοποίηση διέπεται από συμφωνίες που συνάπτονται σύμφωνα με τις διατάξεις του δημοσιονομικού κανονισμού. Στους ελέγχους μπορούν να συμμετέχουν μόνιμοι ή άλλοι υπάλληλοι του κράτους μέλους.

Η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος να διενεργήσει επιτόπιο έλεγχο για να εξακριβώσει αν η αίτηση πληρωμής είναι σύμφωνη με τους κανόνες. Στους ελέγχους αυτούς μπορούν να συμμετέχουν μόνιμοι ή άλλοι υπάλληλοι της Επιτροπής και οφείλουν να το πράξουν εάν το ζητήσει το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος.

Η Επιτροπή μεριμνά ώστε οι έλεγχοι που πραγματοποιεί να διενεργούνται με συντονισμένο τρόπο για να αποφεύγεται η επανάληψη των ελέγχων για το ίδιο θέμα και κατά την ίδια χρονική περίοδο. Το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος και η Επιτροπή διαβιβάζουν αμοιβαία, αμέσως, όλες τις προσήκουσες πληροφορίες που αφορούν τα αποτελέσματα των διενεργηθέντων ελέγχων.

6. Όταν η κοινοτική ενίσχυση χορηγείται σε οργανισμούς οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 2, τα μέτρα ελέγχου εφαρμόζονται από την Επιτροπή σε συνεργασία με τα κράτη μέλη.

7. Κατά τη διάρκεια των τριών ετών μετά την τελευταία πληρωμή για ένα σχέδιο, ο οργανισμός και οι αρμόδιες αρχές κρατούν στη διάθεση της Επιτροπής όλα τα δικαιολογητικά έγγραφα που αφορούν τις δαπάνες τις σχετικές με το σχέδιο.

Άρθρο 13

Μείωση, αναστολή και ακύρωση της ενίσχυσης

1. Εάν η υλοποίηση μιας δράσης δεν φαίνεται να δικαιολογεί ούτε μέρος ούτε το σύνολο της χρηματοδοτικής ενίσχυσης που της έχει χορηγηθεί, η Επιτροπή εξετάζει καταλλήλως το φάκελλο, ζητώντας ιδίως από το κράτος μέλος ή τις αρχές ή οργανισμούς που έχουν οριστεί από αυτό για την εφαρμογή της δράσης να υποβάλουν τις παρατηρήσεις τους εντός καθορισμένης προθεσμίας.

2. Μετά την εξέταση που αναφέρεται στην παράγραφο 1, η Επιτροπή μπορεί να μειώσει, να αναστείλει ή να ακυρώσει την ενίσχυση για την εν λόγω δράση, εάν επιβεβαιωθεί από την εξέταση η ύπαρξη παρατυπίας ή η μη πληρωμή ενός από τους όρους οι οποίοι συνοδεύουν την απόφαση χορήγησης της ενίσχυσης, και ιδίως η ύπαρξη σημαντικής τροποποίησης η οποία επηρεάζει τη φύση ή τους όρους εκτέλεσης του σχεδίου και για την οποία δεν είχε ζητηθεί η έγκριση της Επιτροπής.

Σε περίπτωση αχρεωστήτου σωρευτικής ενίσχυσης, αναζητούνται τα αχρεωστήτως καταβληθέτα ποσά.

3. Κάθε ποσό το οποίο αποτελεί αντικείμενο απαίτησης ως αχρεωστήτως καταβληθέν πρέπει να επιστρέφεται στην Επιτροπή.

Άρθρο 14

Συντονισμός

Η Επιτροπή μεριμνά για το συντονισμό και τη συνοχή μεταξύ των σχεδίων που αναλαμβάνονται στα πλαίσια του παρόντος κανονισμού και των σχεδίων που αναλαμβάνονται με τη συμβολή του κοινοτικού προϋπολογισμού, παρεμβάσεων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και άλλων κοινοτικών χρηματοδοτικών μέσων.

Άρθρο 15

Εκτίμηση, παρακολούθηση και αξιολόγηση

1. Τα κράτη μέλη και η Επιτροπή διασφαλίζουν ότι η εκτέλεση των σχεδίων στα πλαίσια του παρόντος κανονισμού αποτελεί πραγματικά αντικείμενο παρακολούθησης και αξιολόγησης. Τα σχέδια μπορούν να προσαρμόζονται σε συνάρτηση με τα αποτελέσματα της παρακολούθησης και της αξιολόγησης.

2. Για να εξασφαλιστεί η αποτελεσματικότητα της κοινοτικής ενίσχυσης, η Επιτροπή και τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη προβαίνουν σε συστηματική αξιολόγηση της πορείας των σχεδίων, εφόσον χρειάζεται σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων.

3. Μόλις λάβει αίτηση για παροχή ενίσχυσης και προτού την εγκρίνει, η Επιτροπή προβαίνει σε εκτίμηση του σχεδίου, προκειμένου να κρίνει εάν είναι σύμφωνο με τα κριτήρια και τους όρους που διατυπώνονται στα άρθρα 5 και 6. Η Επιτροπή καλεί, εάν προκύψει ανάγκη, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων να συμβάλει στην εκτίμηση αυτή.

4. Κατά την εκτέλεση των σχεδίων και μετά την υλοποίησή τους, η Επιτροπή και τα κράτη μέλη προβαίνουν σε αξιολόγηση του τρόπου υλοποίησής τους, καθώς και των επιπτώσεων της εκτέλεσής τους, ώστε να εκτιμήσουν εάν έχουν επιτευχθεί ή είναι δυνατόν να επιτευχθούν οι στόχοι που είχαν αρχικά προβλεφθεί. Αυτή η εκτίμηση περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τις επιπτώσεις των σχεδίων στο περιβάλλον, λαμβανομένων υπόψη των ισχυόντων κοινοτικών κανόνων.

5. Η παρακολούθηση εξασφαλίζεται, ενδεχομένως, μέσω φυσικών και χρηματοδοτικών δεικτών. Οι δείκτες αυτοί αναφέρονται στο συγκεκριμένο χαρακτήρα του σχεδίου και στους στόχους του. Η διόρθωση των δεικτών αυτών είναι τέτοια ώστε να δηλώνουν:

- την πορεία του σχεδίου σε σχέση με το πρόγραμμα και τους στόχους που είχαν καθορισθεί αρχικά,

- την πρόοδο της διαχείρισης και τα τυχόν συναφή προβλήματα.

6. Κατά την εξέταση των επί μέρους αιτήσεων για ενίσχυση, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη τα αποτελέσματα των εκτιμήσεων και των αξιολογήσεων που έχουν πραγματοποιηθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου.

7. Οι λεπτομέρειες αξιολόγησης και παρακολούθησης, όπως προβλέπονται στις παραγράφους 4 και 5, καθορίζονται στις αποφάσεις περί έγκρισης των σχεδίων.

Άρθρο 16

Πληροφόρηση και δημοσιότητα

1. Η Επιτροπή υποβάλλει κατ' έτος στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο Συμβούλιο, στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών, έκθεση σχετικά με τις δραστηριότητες που πραγματοποιήθηκαν στα πλαίσια του παρόντος κανονισμού, επί της οποίας αποφαίνονται τα εν λόγω όργανα και οργανισμοί. Η έκθεση αυτή περιλαμβάνει αξιολόγηση των αποτελεσμάτων που έχουν επιτευχθεί, με την κοινοτική παρέμβαση, σε διάφορα πεδία εφαρμογής, σε σχέση με τους αρχικούς στόχους.

2. Οι δικαιούχοι μεριμνούν ώστε να δίνεται κατάλληλη δημοσιότητα στην ενίσχυση που χορηγείται δυνάμει του παρόντος κανονισμού, ώστε να ενημερώνεται η κοινή γνώμη σχετικά με το ρόλο που διαδραματίζει η Κοινότητα όσον αφορά την υλοποίηση των σχεδίων. Πραγματοποιούν διαβουλεύσεις με την Επιτροπή ώστε να εφαρμόζεται στην πράξη η αρχή αυτή.

Άρθρο 17

Επιτροπή

1. Η Επιτροπή είναι υπεύθυνη για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

2. Κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, η Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή η οποία συνεδριάζει με κατάλληλη σύνθεση σε συνάρτηση με τον αντιμετωπιζόμενο τομέα:

- διευρωπαϊκά δίκτυα στον τομέα των μεταφορών,

- διευρωπαϊκά δίκτυα στον τομέα των επικοινωνιών,

- διευρωπαϊκά δίκτυα στον τομέα της ενέργειας.

Η επιτροπή αυτή αποτελείται από αντιπροσώπους των κρατών μελών και προεδρεύεται από τον αντιπρόσωπο της Επιτροπής.

Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων ορίζει αντιπρόσωπο στην επιτροπή αυτή, ο οποίος δεν λαμβάνει μέρος στην ψηφοφορία.

3. Ο αντιπρόσωπος της Επιτροπής υποβάλλει στην επιτροπή σχέδιο των ληπτέων μέτρων. Η επιτροπή διατυπώνει τη γνώμη της για το σχέδιο αυτό μέσα σε προθεσμία που μπορεί να ορίσει ο πρόεδρος σε συνάρτηση με τον επείγοντα χαρακτήρα του θέματος. Η γνώμη διατυπώνεται με την πλειοψηφία που προβλέπεται στο άρθρο 148 παράγραφος 2 της συνθήκης για την έκδοση των αποφάσεων που καλείται να λάβει το Συμβούλιο ύστερα από πρόταση της Επιτροπής. Κατά την ψηφοφορία στην επιτροπή, οι ψήφοι των αντιπροσώπων των κρατών μελών σταθμίζονται σύμφωνα με το προαναφερόμενο άρθρο. Ο πρόεδρος δεν λαμβάνει μέρος στην ψηφοφορία.

4. α) Η Επιτροπή λαμβάνει τα προτεινόμενα μέτρα, εφόσον αυτά είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής.

β) Εφόσον τα προτεινόμενα μέτρα δεν είναι σύμφωνα με τη γνώμη της επιτροπής, ή ελλείψει γνώμης, η Επιτροπή υποβάλλει χωρίς καθυστέρηση στο Συμβούλιο πρόταση σχετικά με τα ληπτέα μέτρα. Το Συμβούλιο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία.

Εάν κατά τη λήξη της προθεσμίας τριών μηνών από τότε που του υποβλήθηκε η πρόταση το Συμβούλιο δεν έχει αποφανθεί, τα προτεινόμενα μέτρα λαμβάνονται από την Επιτροπή.

Άρθρο 18

Πόροι του προϋπολογισμού

Το ποσό της χρηματοδοτικής αναφοράς για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού για την περίοδο 1995-1999 ανέρχεται σε 2 345 εκατομμύρια Ecu.

Η αρμόδια επί του προϋπολογισμού αρχή εγκρίνει τις ετήσεις πιστώσεις εντός των ορίων των δημοσιονομικών προοπτικών.

Άρθρο 19

Ρήτρα αναθεώρησης

Πρίν από το τέλος του 1999, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 129 Δ τρίτο εδάφιο της συνθήκης, το Συμβούλιο αποφασίζει εάν και υπό ποίες συνθήκες οι δράσεις που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό θα μπορέσουν να συνεχίσουν μετά τη λήξη της περιόδου που αναφέρεται στο άρθρο 18.

Άρθρο 20

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα της δημοσιεύσεώς του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 18 Σεπτεμβρίου 1995.

Για το Συμβούλιο Ο Πρόεδρος P. SOLBES MIRA

(1) ΕΕ αριθ. L 175 της 5. 7. 1985, σ. 40.