31990D0141

90/141/ΕΟΚ: Απόφαση του Συμβουλίου της 12ης Μαρτίου 1990 για την επίτευξη προοδευτικής σύγκλισης των οικονομικών πολιτικών και αποτελεσμάτων κατά το πρώτο στάδιο της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 078 της 24/03/1990 σ. 0023 - 0024


*****

ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

της 12ης Μαρτίου 1990

για την επίτευξη προοδευτικής σύγκλισης των οικονομικών πολιτικών και αποτελεσμάτων κατά το πρώτο στάδιο της οικονομικής και νομισματικής ένωσης

(90/141/ΕΟΚ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας, και ιδίως τα άρθρα 103 και 145,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

τη γνώμη της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (2),

Εκτιμώντας:

ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, κατά τη σύνοδό του στη Μαδρίτη τον Ιούνιο του 1989, επανέλαβε την απόφασή του «να υλοποιήσει σταδιακά την οικονομική και νομισματική ένωση όπως προβλέπεται από την ενιαία πράξη»· ότι αποφάσισε ότι «το πρώτο στάδιο της υλοποίησης της οικονομικής και νομισματικής ένωσης θα αρχίσει την 1η Ιουλίου 1990»· ότι δήλωσε ότι «η οικονομική και νομισματική ένωση πρέπει να ενταχθεί στην υλοποίηση της εσωτερικής αγοράς και στα πλαίσια της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής» και ότι «κατά την υλοποίηση της ένωσης πρέπει να ληφθεί υπόψη ο παράλληλος χαρακτήρας της οικονομικής και νομισματικής πλευράς, να γίνει σεβαστή η αρχή της επικουρικότητας και να αντιμετωπισθούν οι διάφορες ιδιομορφίες »·

ότι η επίτευξη προόδου προς την οικονομική και νομισματική ένωση απαιτεί υψηλό βαθμό σύγκλισης των οικονομικών αποτελεσμάτων των κρατών μελών μέσω μεγαλύτερης συμβατότητας και στενότερου συντονισμού των οικονομικών πολιτικών· ότι η βελτίωση του συντονισμού των οικονομικών πολιτικών συμβάλλει επίσης στην υλοποίηση στόχων της Κοινότητας, ιδίως στην υψηλού βαθμού σύγκλιση των οικονομικών αποτελεσμάτων στο πλαίσιο της νομισματικής σταθερότητας·

ότι η πραγματοποίηση των στόχων της Ενιαίας Ευρωπαϊκής Πράξης, και ιδιαίτερα η ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς, θα απαιτήσει αποτελεσματικότερο συντονισμό των πολιτικών, στο μέτρο που θα αυξήσει το βαθμό οικονομικής και χρηματοπιστωτικής ολοκλήρωσης, θα ενισχύσει τον ανταγωνισμό και τις διαρθρωτικές μεταβολές, διευρύνοντας τα αποτελέσματα των οικονομικών πολιτικών πέραν των συνόρων·

ότι, σύμφωνα με το άρθρο 102Α της συνθήκης, τα κράτη μέλη λαμβάνουν υπόψη την πείρα που αποκτήθηκε χάρη στη συνεργασία στα πλαίσια του ευρωπαϊκού νομισματικού συστήματος και χάρη στην ανάπτυξη του Ecu, τηρώντας τις υπάρχουσες αρμοδιότητες· ότι το πρώτο στάδιο της οικονομικής και νομισματικής ένωσης πρέπει να αποτελέσει σταθερή βάση για την περαιτέρω επιτυχή ανάπτυξη και βιωσιμότητά του·

ότι η βέλτιωση του συντονισμού πρέπει να βασίζεται στην πολιτική βούληση εμβάθυνσης της ομοφωνίας για τη συνολική προσέγγιση της οικονομικής πολιτικής· ότι η επίτευξη προόδου σ' αυτήν τη διαδικασία συνεργασίας προϋποθέτει ελαστικότητα, επικουρικότητα και σαφείς και κατάλληλες δεσμεύσεις κατά τη λήψη αποφάσεων, καθώς και αξιοποίηση της αποκτώμενης πείρας·

ότι η απόφαση 74/120/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 18ης Φεβρουαρίου 1974 περί επιτεύξεως υψηλού βαθμού συγκλίσεως της οικονομικής πολιτικής των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (3), και η οδηγία 74/121/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 18ης Φεβρουαρίου 1974 περί της σταθερότητας της οικονομικής ανόδου και της πλήρους απασχολήσεως στην Κοινότητα (4) πρέπει να καταργηθούν,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Προκειμένου να επιτευχθεί σταθερή μη πληθωριστική ανάπτυξη στην Κοινότητα καθώς και υψηλό επίπεδο απασχόλησης καθώς και ο βαθμός οικονομικής σύγκλισης που απαιτείται για την επιτυχία του πρώτου σταδίου της οικονομικής και νομισματικής ένωσης, το Συμβούλιο, με την προοπτική της υλοποίησης της εσωτερικής αγοράς και στα πλαίσια της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής, αναλαμβάνει την άσκηση πολυμερούς εποπτείας. Στα πλαίσια αυτά, εφαρμόζονται οι αρχές της σταθερότητας των τιμών, των υγιών δημοσιονομικών και νομισματικών συνθηκών, του υγιούς συνολικού ισοζυγίου πληρωμών και των ανοικτών ανταγωνιστικών αγορών. Το Συμβούλιο θα εξετάζει τουλάχιστον δύο φορές το χρόνο:

- την οικονομική κατάσταση, τις προοπτικές και τις πολιτικές στην Κοινότητα και τα κράτη μέλη της,

- τη συμβατότητα των πολιτικών στα κράτη μέλη και στην Κοινότητα γενικότερα,

- το εξωτερικό οικονομικό περιβάλλον και την αλληλεπίδραση που ασκείται μεταξύ αυτού και της οικονομίας της Κοινότητας.

Η πολυμερής εποπτεία καλύπτει όλες τις πλευρές της οικονομικής πολιτικής τόσο βραχυπρόθεσμα όσο και μεσοπρόθεσμα.

Άρθρο 2

Για την άσκηση της πολυμερούς εποπτείας, το Συμβούλιο συνεδριάζει με περιορισμένη σύνθεση. Μπορεί να εξουσιοδοτεί τον Πρόεδρό του να δημοσιοποιεί τα πορίσματα των συζητήσεών του.

Με τη διαδικασία αξιοποίησης της αποκτώμενης πείρας, η πολυμερής εποπτεία πρέπει να καταλήξει, προοδευτικά, στην άσκηση συμβατών πολιτικών, με την ανάληψη σαφών και καταλλήλων δεσμεύσεων από τα κράτη μέλη. Στο πλαίσιο αυτό, το Συμβούλιο μπορεί να κάνει προτάσεις οικονομικής πολιτικής και, μετά από πρόταση της Επιτροπής, να εκδίδει σχετικές συστάσεις.

Άρθρο 3

Η πολυμερής εποπτεία επικεντρώνεται στα μακροοικονομική, μικροοικονομική και διαρθρωτική πολιτική, ασκείται δε από το Συμβούλιο βάσει εκθέσεων και αναλύσεων της Επιτροπής. Οι τελευταίες αυτές περιλαμβάνουν:

- δείκτες οικονομικών αποτελεσμάτων και οικονομικών πολιτικών, περιλαμβανομένης της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής, όπως οι τάσεις της προσφοράς και της ζήτησης, οι εξελίξεις τιμών και κόστους, η απασχόληση, η περιφερειακή ανάπτυξη, οι χρηματαγορές, οι δημόσιες χρηματοδοτήσεις, τα νομισματικά μεγέθη, τα επιτόκια, οι συναλλαγματικές ισοτιμίες και τα εξωτερικά υπόλοιπα,

- περιοδικές εκθέσεις για την οικονομική κατάσταση, τις προοπτικές και τις πολιτικές των κρατών μελών,

- περιοδικές εκτιμήσεις της οικονομικής κατάστασης της Κοινότητας και ετήσια έκθεση στην οποία θα εξετάζονται η γενικότερη οικονομική κατάσταση, οι βασικές μεσοπρόθεσμες κατευθύνσεις της οικονομικής πολιτικής και οι αλληλεπιδράσεις τους.

Οι δημοσιονομικές πολιτικές εξετάζονται, κατά το δυνατό, πριν από τη χάραξή τους σε εθνικό επίπεδο, με ιδιαίτερη έμφαση στον όγκο και τη χρηματοδότηση των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού, καθώς και στους μεσοπρόθεσμους προσανατολισμούς της δημοσιονομικής πολιτικής, και με στόχο τη μείωση των εξαιρετικά υψηλών ελλειμμάτων και την αποφυγή της χρηματοδότησης με νόμισμα.

Οι εργασίες του Συμβουλίου για την πολυμερή εποπτεία προπαρασκευάζονται από τη νομισματική επιτροπή, στην οποία συμμετέχει στην περίπτωση αυτή, ως εμπειρογνώμονας, ένας αντιπρόσωπος της επιτροπής οικονομικής πολιτικής κάθε κράτους μέλους και της Επιτροπής. Οι πρόεδροι της νομισματικής επιτροπής και της επιτροπής οικονομικής πολιτικής συμμετέχουν στις συνόδους του Συμβουλίου οι οποίες ασκούν την εποπτεία.

Άρθρο 4

Η ετήσια οικονομική έκθεση εγκρίνεται από το Συμβούλιο, μετά από πρόταση της Επιτροπής και μετά από διαβούλευση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής.

Άρθρο 5

Όταν οι ενδεχόμενες ή πραγματικές οικονομικές εξελίξεις σε ένα ή περισσότερα κράτη μέλη ενέχουν κινδύνους για την οικονομική σταθερότητα και συνοχή της Κοινότητας, το Συμβούλιο εξετάζει την οικονομική κατάσταση. Η εξέταση αυτή μπορεί να οδηγήσει στη διατύπωση συγκεκριμένων συστάσεων προς ένα ή περισσότερα κράτη μέλη ώστε να ενθαρρυνθούν τα αναγκαία διορθωτικά μέτρα οικονομικής πολιτικής.

Άρθρο 6

Όταν γεγονότα που συμβαίνουν εκτός Κοινότητας απειλούν την οικονομική σταθερότητα και συνοχή της Κοινότητας, διεξάγονται διαβουλεύσεις στους αρμόδιους κοινοτικούς οργανισμούς και εξετάζει το ενδεχόμενο λήψης μέτρων.

Άρθρο 7

Προκειμένου να εξασφαλισθεί μεγαλύτερη συνοχή μεταξύ των νομισματικών και των άλλων οικονομικών πολιτικών, ο πρόεδρος της επιτροπής διοικητών των κεντρικών τραπεζών των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας καλείται να συμμετέχει στις συνόδους του Συμβουλίου που αφορούν τον τομέα αυτόν.

Άρθρο 8

Ο Πρόεδρος του Συμβουλίου και η Επιτροπή πληροφορούν περιοδικά το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για τα αποτελέσματα της πολυμερούς εποπτείας. Επιπλέον, ο Πρόεδρος του Συμβουλίου μπορεί να κληθεί ενώπιον της αρμόδιας Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου όταν το Συμβούλιο έχει διατυπώσει πολιτικές συστάσεις.

Οι κυβερνήσεις θέτουν υπόψη των κοινοβουλίων της χώρας τους τα αποτελέσματα της πολυμερούς εποπτείας, ώστε να λαμβάνονται υπόψη κατά τη χάραξη της εθνικής οικονομικής πολιτικής.

Άρθρο 9

Με βάση εκθέσεις της Επιτροπής και αφού ζητήσει τη γνώμη της νομισματικής επιτροπής, το Συμβούλιο εξετάζει περιοδικά την πρόοδο που έχει σημειωθεί στην πολυμερή εποπτεία με την εφαρμογή της παρούσας απόφασης. Οι εκθέσεις αυτές διαβιβάζονται επίσης στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.

Άρθρο 10

Η απόφαση 74/120/ΕΟΚ και η οδηγία 74/121/ΕΟΚ καταργούνται.

Άρθρο 11

Η παρούσα απόφαση απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, 12 Μαρτίου 1990.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

A. REYNOLDS

(1) ΕΕ αριθ. C 68 της 19. 3. 1990.

(2) ΕΕ αριθ. C 56 της 7. 3. 1990, σ. 47.

(3) ΕΕ αριθ. L 63 της 5. 3. 1974, σ. 16.

(4) ΕΕ αριθ. L 63 της 5. 3. 1974, σ. 19.