31965R0019

Κανονισμός αριθ. 19/65/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 2ας Μαρτίου 1965 περί εφαρμογής του άρθρου 85 παράγραφος 3 της συνθήκης σε κατηγορίες συμφωνιών και εναρμονισμένων πρακτικών

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. 036 της 06/03/1965 σ. 0533 - 0535
Φινλανδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 8 τόμος 1 σ. 0036
Δανική ειδική έκδοση: Σειρά I Κεφάλαιο 1965-1966 σ. 0031
Σουηδική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 8 τόμος 1 σ. 0036
Αγγλική ειδική έκδοση: Σειρά I Κεφάλαιο 1965-1966 σ. 0035
Ελληνική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 08 τόμος 1 σ. 0059
Ισπανική ειδική έκδοση: Κεφάλαιο 08 τόμος 1 σ. 0085
Πορτογαλική ειδική έκδοση : Κεφάλαιο 08 τόμος 1 σ. 0085


ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΟΚ) αριθ. 19/65/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 2ας Μαρτίου 1965 περί εφαρμογής του άρθρου 85 παράγραφος 3 της συνθήκης σε κατηγορίες συμφωνιών και εναρμονισμένων πρακτικών

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚOΙΝΟΤΗΤΟΣ,

Έχοντας υπόψη:

την συνθήκη περί ιδρύσεως της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητος, και ιδίως το άρθρο 87,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη της Συνελεύσεως(1),

τη γνώμη της Οικονομικής, και Κοινωνικής Επιτροπής(2),

Εκτιμώντας:

ότι είναι δυνατόν να κηρυχθεί ανεφάρμοστο το άρθρο 85 παράγραφος 1 της συνθήκης σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 3 του ιδίου άρθρου ως προς ορισμένες κατηγορίες συμφωνιών και εναρμονισμένων πρακτικών, που πληρούν τις προϋποθέσεις οι οποίες απαιτούνται από τις διατάξεις αυτές-

ότι οι διατάξεις εφαρμογής του άρθρου 85 παράγραφος 3 πρέπει να θεσπισθούν με κανονισμό βάσει του άρθρου 87-

ότι εν όψει του μεγάλου αριθμού κοινοποιήσεων που κατατίθενται κατ' εφαρμογή του κανονισμού αριθ. 17(3) πρέπει, για να απλοποιηθεί το έργο της Επιτροπής, να δύναται να κηρύσσει με κανονισμό τις διατάξεις του άρθρου 85 παράγραφος 1 ανεφάρμοστες επί ορισμένων κατηγοριών συμφωνιών και εναρμονισμένων πρακτικών-

ότι είναι σκόπιμο να προσδιορισθούν οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες η Επιτροπή θα δύναται να ασκήσει αυτή την εξουσία σε στενή και διαρκή επαφή με τις αρμόδιες αρχές των Κρατών μελών, όταν θα έχει αποκτηθεί ικανοποιητική εμπειρία βάσει ατομικών αποφάσεων και θα είναι δυνατόν να ορισθούν οι κατηγορίες συμφωνιών και εναρμονισμένων πρακτικών για τις οποίες θα δύναται να θεωρηθεί ότι πληρούνται οι προϋποθέσεις του άρθρου 85 παράγραφος 3-

ότι η Επιτροπή επεσήμανε με τις ενέργειές της, ιδίως με τον κανονισμό αριθ. 153(4), ότι η μείωση των διαδικασιών οι οποίες προβλέπονται από τον κανονισμό αριθ. 17 δεν δύναται να αντιμετωπισθεί για ορισμένες κατηγορίες συμφωνιών ή εναρμονισμένων πρακτικών ιδιαιτέρως ικανών να νοθεύσουν τον ανταγωνισμό στην κοινή αγορά-

ότι δυνάμει του άρθρου 6 του κανονισμού αριθ. 17, η Επιτροπή δύναται να ορίσει ότι απόφαση η οποία έχει ληφθεί σύμφωνα με το άρθρο 85 παράγραφος 3 της συνθήκης, έχει αναδρομική ισχύ- ότι είναι σκόπιμο να έχει επίσης η Επιτροπή την δυνατότητα να θεσπίζει δια κανονισμού διατάξεις με ανάλογα αποτελέσματα-

ότι δυνάμει του άρθρου 7 του κανονισμού αριθ. 17, συμφωνίες, αποφάσεις και εναρμονισμένες πρακτικές δύνανται να εξαιρεθούν από την απαγόρευση με απόφαση της Επιτροπής, ιδίως αν τροποποιηθούν κατά τρόπο ώστε να πληρούν τις προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 84 παράγραφος 3- ότι είναι σκόπιμο να έχει η Επιτροπή την δυνατότητα να παραχωρήσει με κανονισμό το ίδιο προνόμιο στις συμφωνίες και τις εναρμονισμένες πρακτικές, αν τροποποιούνται κατά τρόπο ώστε να υπάγονται σε μία κατηγορία η οποία έχει ορισθεί από κανονισμό εξαιρέσεως-

ότι δεν είναι δυνατό να υπάρξει εξαίρεση αν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις που περιέχονται στο άρθρο 85 παράγραφος 3 ότι η Επιτροπή πρέπει να έχει την δυνατότητα να καθορίζει με απόφαση τους όρους που θα πρέπει να πληροί μία συμφωνία ή μία εναρμονισμένη πρακτική, η οποία κάτω από ειδικές συνθήκες, εμφανίζει ορισμένα αποτελέσματα ασυμβίβαστα προς το άρθρο 85 παράγραφος 3,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

1. Με την επιφύλαξη του κανονισμού αριθ. 17 του Συμβουλίου, η Επιτροπή δύναται να κηρύξει, δια κανονισμού και σύμφωνα με το άρθρο 85 παράγραφος 3 της συνθήκης, το άρθρο 85 παράγραφος 1 ανεφάρμοστο επί κατηγοριών συμφωνιών στις οποίες συμμετέχουν μόνο δύο επιχειρήσεις και:

α) - στις οποίες η μία αναλαμβάνει την υποχρέωση έναντι της άλλης να διαθέτει ορισμένα προϊόντα μόνο σ' αυτή με σκοπό την μεταπώληση εντός ορισμένου τμήματος της κοινής αγοράς, ή

- στις οποίες η μία αναλαμβάνει την υποχρέωση έναντι της άλλης να προμηθεύεται ορισμένα προϊόντα μόνο από αυτή, με σκοπό την μεταπώληση, ή

- στις οποίες οι δύο επιχειρήσεις έχουν αναλάβει εκατέρωθεν υποχρέωση αποκλειστικής διαθέσεως και προμηθείας υπό την έννοια των προηγουμένων περιπτώσεων, με σκοπό την μεταπώληση-

β) περιέχουν περιορισμούς που έχουν επιβληθεί σχετικά με την κτήση ή την άσκηση δικαιωμάτων βιομηχανικής ιδιοκτησίας - ιδίως διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, προτύπων χρήσεως, σχεδίων ή σημάτων - ή με δικαιώματα που απορρέουν από συμβάσεις με τις οποίες μεταβιβάζονται μέθοδοι κατασκευής, ή εκχωρείται δικαίωμα εφαρμογής τους ή γνώσεις σχετικές με την χρήση και την εφαρμογή βιομηχανικής τεχνικής.

2. Ο κανονισμός πρέπει να περιλαμβάνει ορισμό των κατηγοριών των συμφωνιών στις οποίες εφαρμόζεται και να προσδιορίζει ιδίως:

α) τους περιορισμούς ή τις διατάξεις που δεν επιτρέπεται να περιλαμβάνονται στις συμφωνίες-

β) τις διατάξεις που πρέπει να περιλαμβάνονται στις συμφωνίες ή τους άλλους όρους που οφείλουν να πληρούν.

3. Οι παράγραφοι 1 και 2 εφαρμόζονται κατ' αναλογία επί κατηγοριών εναρμονισμένων πρακτικών στις οποίες συμμετέχουν δύο μόνο επιχειρήσεις.

Άρθρο 2

1. Σύμφωνα με το άρθρο 1 εκδίδεται κανονισμός για περιορισμένη χρονική περίοδο.

2. Δύναται να καταργηθεί ή να τροποποιηθεί αν οι περιστάσεις μεταβληθούν ως προς ένα στοιχείο που υπήρξε ουσιώδες για την έκδοσή του. Στην περίπτωση αυτή προβλέπεται περίοδος προσαρμογής για τις συμφωνίες και τις εναρμονισμένες πρακτικές που διέπονται από τον προηγούμενο κανονισμό.

Άρθρο 3

Ο εκδιδόμενος δυνάμει του άρθρου 1 κανονισμός δύναται να ορίζει ότι εφαρμόζεται αναδρομικά επί των συμφωνιών και εναρμονισμένων πρακτικών οι οποίες, κατά την ημέρα ενάρξεως της ισχύος του, θα ήταν δυνατό να τύχουν αποφάσεως με αναδρομική ισχύ κατ' εφαρμογή του άρθρου 6 του κανονισμού αριθ. 17.

Άρθρο 4

1. Ο εκδιδόμενος δυνάμει του άρθρου 1 κανονισμός δύναται να ορίζει ότι η απαγόρευση του άρθρου 85 παράγραφος 1 της συνθήκης δεν εφαρμόζεται, για συγκεκριμένη χρονική περίοδο που καθορίζεται από τον κανονισμό, επί συμφωνιών και εναρμονισμένων πρακτικών που υπήρχαν την 13η Μαρτίου 1962 και οι οποίες δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 85 παράγραφος 3:

- αν τροποποιηθούν εντός τριών μηνών από την έναρξη της ισχύος του κανονισμού, κατά τέτοιο τρόπο ώστε να ανταποκρίνονται στις προϋποθέσεις αυτές σύμφωνα με τις διατάξεις του κανονισμού, και

- αν οι τροποποιήσεις κοινοποιηθούν στην Επιτροπή εντός της προθεσμίας που ορίζει ο κανονισμός.

2. Η παράγραφος 1 εφαρμόζεται στις συμφωνίες και εναρμονισμένες πρακτικές, κατά το άρθρο 5 του κανονισμού αριθ. 17, που έπρεπε να κοινοποιηθούν πριν από την 1η Φεβρουαρίου 1963, μόνον εφ' όσον έχουν κοινοποιηθεί πριν από αυτή την ημερομηνία.

3. Επίκληση των διατάξεων που θεσπίζονται δυνάμει της παραγράφου 1 δεν είναι δυνατή στις υποθέσεις που εκκρεμοδικούν κατά την ημερομηνία ενάρξεως της ισχύος κανονισμού εκδιδομένου κατά το άρθρο 1- ομοίως επίκλησή τους δεν είναι δυνατή ως βάση αξιώσεων αποζημιώσεως έναντι τρίτων.

Άρθρο 5

Προ της εκδόσεως του κανονισμού, η Επιτροπή δημοσιεύει το σχέδιό του και καλεί όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη να της γνωστοποιήσουν τις παρατηρήσεις τους εντός προθεσμίας που η ίδια τάσσει και που δεν δύναται να είναι μικροτέρα του ενός μηνός.

Άρθρο 6

1. Η Επιτροπή ζητεί τη γνώμη της Συμβουλευτικής Επιτροπής επί Συμπράξεων και Δεσποζουσών Θέσεων,

α) πριν να δημοσιεύσει σχέδιο κανονισμού-

β) πριν να εκδώσει κανονισμό.

2. Οι παράγραφοι 5 και 6 του άρθρου 10 του κανονισμού αριθ. 17 περί παροχής γνώμης της Συμβουλευτικής Επιτροπής εφαρμόζονται κατ' αναλογία υπό την έννοια ότι οι κοινές συνεδριάσεις με την Επιτροπή γίνονται το ενωρίτερο ένα μήνα μετά την αποστολή της σχετικής προσκλήσεως.

Άρθρο 7

Αν η Επιτροπή διαπιστώσει αυτεπαγγέλτως ή κατόπιν αιτήσεως Κράτους μέλους ή προσώπων ή ενώσεων προσώπων που επικαλούνται έννομο συμφέρον ότι, σε συγκεκριμένη περίπτωση, συμφωνίες ή εναρμονισμένες πρακτικές που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής κανονισμού εκδοθέντος δυνάμει του άρθρου 1, έχουν παραλλήλως συνέπειες ασυμβίβαστες με τις προϋποθέσεις του άρθρου 85 παράγραφος 3 της συνθήκης, δύναται να άρει το ευεργέτημα της εφαρμογής του κανονισμού αυτού εκδίδοντας απόφαση, κατά τα άρθρα 6 και 8 του κανονισμού αριθ. 17, χωρίς να είναι αναγκαία η κοινοποίηση η οποία αναφέρεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 του κανονισμού αριθ. 17.

Άρθρο 8

Η Επιτροπή διαβιβάζει το Συμβούλιο, προ της 1ης Φεβρουαρίου 1970, πρόταση κανονισμού, που αποβλέπει να επιφέρει στον παρόντα κανονισμό τις τροποποιήσεις, οι οποίες θα θεωρηθούν αναγκαίες από την μέχρι τότε εμπειρία.

Ο παρών κανονισμός είναι υποχρεωτικός ως προς όλα του τα μέρη και ισχύει άμεσα σε κάθε Κράτος μέλος.

Έγινε στις Βρυξέλλες, στις 2 Μαρτίου 1965.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. COUVE DE MURVILLE

(1) ΕΕ αριθ. 81 της 27.5.1964, σ. 1275/64.

(2) ΕΕ αριθ. 197 της 30.11.1964, σ. 3320/64.

(3) ΕΕ αριθ. 13 της 21.2.1962, σ. 204/62 (κανονισμός αριθ. 17 όπως ετροποποιήθη από τον κανονισμό αριθ. 59 - ΕΕ 58, της 10.7.1962, σ. 1655/62 - και από τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 118/63 - ΕΕ αριθ. 162, 7.11.1963, σ. 2696/63).

(4) EΕ αριθ. 139 της 24.12.1962, σ. 2918/62.