Βρυξέλλες, 20.5.2020

COM(2020) 557 final

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Ηνωμένο Βασίλειο

Έκθεση που συντάχθηκε σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης


ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ

Ηνωμένο Βασίλειο

Έκθεση που συντάχθηκε σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 3 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

1.    Εισαγωγή

Στις 20 Μαρτίου 2020 η Επιτροπή εξέδωσε ανακοίνωση για την ενεργοποίηση της γενικής ρήτρας διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Η ρήτρα, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1, στο άρθρο 6 παράγραφος 3, στο άρθρο 9 παράγραφος 1 και στο άρθρο 10 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97, καθώς και στο άρθρο 3 παράγραφος 5 και στο άρθρο 5 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97, διευκολύνει τον συντονισμό των δημοσιονομικών πολιτικών σε περιόδους σοβαρής επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας. Στην ανακοίνωσή της, η Επιτροπή κοινοποίησε στο Συμβούλιο την άποψή της σύμφωνα με την οποία, δεδομένης της αναμενόμενης σοβαρής επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας που προκύπτει από την έξαρση της νόσου COVID-19, οι τρέχουσες συνθήκες επιτρέπουν την ενεργοποίηση της ρήτρας. Στις 23 Μαρτίου 2020 οι υπουργοί Οικονομικών των κρατών μελών συμφώνησαν με την εκτίμηση της Επιτροπής. Η ενεργοποίηση της γενικής ρήτρας διαφυγής επιτρέπει την προσωρινή απόκλιση από την πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου, εφόσον δεν τίθεται σε κίνδυνο η δημοσιονομική βιωσιμότητα μεσοπρόθεσμα. Όσον αφορά το διορθωτικό σκέλος, το Συμβούλιο μπορεί επίσης να αποφασίσει, κατόπιν συστάσεως της Επιτροπής, να εγκρίνει αναθεωρημένη δημοσιονομική πορεία. Η γενική ρήτρα διαφυγής δεν αναστέλλει τις διαδικασίες του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Παρέχει στις χώρες τη δυνατότητα να αποκλίνουν από τις δημοσιονομικές απαιτήσεις που θα ίσχυαν κανονικά, ενώ δίνει παράλληλα στην Επιτροπή και στο Συμβούλιο τη δυνατότητα να λάβουν τα αναγκαία μέτρα για τον συντονισμό των πολιτικών στο πλαίσιο του Συμφώνου.

Σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις της Επιτροπής του 2020, το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης στο Ηνωμένο Βασίλειο 1 αναμένεται να έχει ανέλθει στο 2,5 % του ΑΕΠ το οικονομικό έτος 2019-20, ενώ το χρέος της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να έχει ανέλθει στο 85,2 %. Ωστόσο, τα τελικά απολογιστικά στοιχεία για το έλλειμμα και το χρέος της γενικής κυβέρνησης το 2019-20 θα είναι διαθέσιμα το φθινόπωρο του 2020. Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Επιτροπής, το έλλειμμα του Ηνωμένου Βασιλείου αναμένεται να ανέλθει στο 10,7 % του ΑΕΠ το 2020-21, ενώ το χρέος αναμένεται να ανέλθει στο 102,5 % του ΑΕΠ. Όλα τα διαθέσιμα δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων των δηλώσεων των εθνικών αρχών σχετικά με το εύρος της αντίδρασης δημοσιονομικής πολιτικής στη σοβαρή επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας που συνδέεται με την πανδημία COVID-19, υποδηλώνουν έλλειμμα που υπερβαίνει σημαντικά το όριο του 3 % του ΑΕΠ που ορίζει η Συνθήκη το 2020-21 και το 2021-22. Στην επιστολή της με ημερομηνία 7 Μαΐου 2020, η Επιτροπή ζήτησε από το Ηνωμένο Βασίλειο να παράσχει επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με το εκτιμώμενο μέγεθος του ελλείμματος για την περίοδο 2020-21. Ωστόσο, το Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ δεν υπέβαλε τις διευκρινίσεις που ζητήθηκαν, αναφέρθηκε στο σενάριο COVID-19 της Υπηρεσίας Δημοσιονομικής Ευθύνης, σύμφωνα με το οποίο αναμένεται έλλειμμα σημαντικά υψηλότερο του 3 % το 2020-21. Λαμβανομένων υπόψη των παραγόντων αυτών, η Επιτροπή θεωρεί τις τρέχουσες προβλέψεις της για έλλειμμα ύψους 10,7 % του ΑΕΠ το 2020-21, ως ικανοποιητική, εκ πρώτης όψεως, απόδειξη υπερβολικού ελλείμματος, όπως ορίζεται στο άρθρο 126 παράγραφος 2 στοιχείο α) της Συνθήκης.

Με βάση τα ανωτέρω, η Επιτροπή συνέταξε την παρούσα έκθεση, στην οποία αναλύεται η συμμόρφωση του Ηνωμένου Βασιλείου με τα κριτήρια του ελλείμματος και του χρέους που προβλέπονται στη Συνθήκη. Η έκθεση λαμβάνει υπόψη όλους τους σχετικούς παράγοντες και δίνει τη δέουσα προσοχή στον σοβαρό οικονομικό κλυδωνισμό που συνδέεται με την πανδημία COVID-19.

Πίνακας 1. Έλλειμμα και χρέος της γενικής κυβέρνησης (% του ΑΕΠ)

2016-17

2017-18

2018-19

2019-20

COM

2020-21

COM

2021-22

COM

Κριτήριο του ελλείμματος

Ισοζύγιο γενικής κυβέρνησης

-2,8

-2,7

-1,8

-2,5

-10,7

-6,2

Κριτήριο του χρέους

Ακαθάριστο χρέος της γενικής κυβέρνησης

85,2

84,6

84,2

85,2

102,5

100,2

Σημείωση: Πηγή: Eurostat, εαρινές προβλέψεις της Επιτροπής του 2020.

2.Κριτήριο του ελλείμματος

Με βάση τις εαρινές προβλέψεις της Επιτροπής του 2020, το έλλειμμα γενικής κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου το 2020-21 αναμένεται να ανέλθει σε 10,7 % του ΑΕΠ, ποσοστό υψηλότερο και όχι πλησίον της τιμής αναφοράς του 3 % του ΑΕΠ που ορίζει η Συνθήκη. Η προβλεπόμενη υπέρβαση της τιμής αναφοράς της Συνθήκης για το 2020-21 είναι έκτακτη, καθώς προκύπτει από σοβαρή επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας. Λαμβανομένων υπόψη των επιπτώσεων της πανδημίας COVID-19, στις εαρινές προβλέψεις της Επιτροπής του 2020 προβλέπεται συρρίκνωση του πραγματικού ΑΕΠ το 2020 κατά 8,3 %.

Η προβλεπόμενη υπέρβαση της τιμής αναφοράς της Συνθήκης δεν είναι προσωρινή βάσει των εαρινών προβλέψεων της Επιτροπής του 2020, σύμφωνα με τις οποίες το έλλειμμα θα παραμείνει πάνω από το 3 % του ΑΕΠ το 2021-22.

Εν κατακλείδι, το προβλεπόμενο για το 2020-21 έλλειμμα είναι υψηλότερο και όχι πλησίον της τιμής αναφοράς του 3 % του ΑΕΠ που ορίζει η Συνθήκη. Η προβλεπόμενη υπέρβαση θεωρείται έκτακτη αλλά όχι προσωρινή, όπως ορίζεται στη Συνθήκη και στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Όλα τα διαθέσιμα δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων των δηλώσεων των εθνικών αρχών σχετικά με το εύρος της αντίδρασης δημοσιονομικής πολιτικής στη σοβαρή επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας που συνδέεται με την πανδημία COVID-19, υποδηλώνουν έλλειμμα που υπερβαίνει σημαντικά το όριο του 3 % του ΑΕΠ που ορίζει η Συνθήκη το 2020-21 και το 2021-22. Στην επιστολή της με ημερομηνία 7 Μαΐου 2020, η Επιτροπή ζήτησε από το Ηνωμένο Βασίλειο να παράσχει επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με το εκτιμώμενο μέγεθος του ελλείμματος για την περίοδο 2020-21. Ωστόσο, το Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ δεν υπέβαλε τις διευκρινίσεις που ζητήθηκαν, αναφέρθηκε στο σενάριο COVID-19 της Υπηρεσίας Δημοσιονομικής Ευθύνης, σύμφωνα με το οποίο αναμένεται έλλειμμα σημαντικά υψηλότερο του 3 % το 2020-21. Λαμβανομένων υπόψη των παραγόντων αυτών, η Επιτροπή θεωρεί τις τρέχουσες προβλέψεις της για έλλειμμα ύψους 10,7 % του ΑΕΠ το 2020-21, ως ικανοποιητική, εκ πρώτης όψεως, απόδειξη υπερβολικού ελλείμματος, όπως ορίζεται στο άρθρο 126 παράγραφος 2 στοιχείο α) της Συνθήκης. Ως εκ τούτου, από την ανάλυση προκύπτει ότι, εκ πρώτης όψεως, δεν πληρούται το κριτήριο του ελλείμματος, όπως ορίζεται στη Συνθήκη και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97.

3.    Σχετικοί παράγοντες

Το άρθρο 126 παράγραφος 3 της Συνθήκης ορίζει ότι, εάν ένα κράτος μέλος δεν πληροί τους όρους ενός ή αμφοτέρων των κριτηρίων αυτών, η Επιτροπή οφείλει να συντάξει έκθεση. Η εν λόγω έκθεση πρέπει να «λαμβάνει επίσης υπόψη το κατά πόσον το δημόσιο έλλειμμα υπερβαίνει τις δαπάνες δημοσίων επενδύσεων, καθώς και όλους τους άλλους σχετικούς παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της μεσοπρόθεσμης οικονομικής και δημοσιονομικής κατάστασης του κράτους μέλους».

Οι παράγοντες αυτοί διευκρινίζονται περαιτέρω στο άρθρο 2 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97, το οποίο προβλέπει επίσης ότι η Επιτροπή πρέπει να λαμβάνει δεόντως υπόψη «οποιονδήποτε άλλο παράγοντα ο οποίος, κατά τη γνώμη του οικείου κράτους μέλους, συμβάλλει στην ολοκληρωμένη ποιοτική αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τα κριτήρια του ελλείμματος και του χρέους και τον οποίον το κράτος μέλος έχει προτείνει στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή». Όπως ορίζεται στο άρθρο 4 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97, όσον αφορά το κριτήριο του ελλείμματος, δεδομένου ότι ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ υπερβαίνει την τιμή αναφοράς του 60 % και δεν πληρούνται οι δύο προϋποθέσεις —δηλαδή να παραμένει το έλλειμμα πλησίον της τιμής αναφοράς και η υπέρβαση της τιμής αυτής να είναι προσωρινή— οι εν λόγω σχετικοί παράγοντες δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη κατά τα στάδια που οδηγούν στην απόφαση για την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος βάσει του κριτηρίου του ελλείμματος για το Ηνωμένο Βασίλειο.

Στην παρούσα κατάσταση, ένας σημαντικός πρόσθετος παράγοντας που πρέπει να ληφθεί υπόψη όσον αφορά το 2020 είναι ο οικονομικός αντίκτυπος της πανδημίας COVID-19, η οποία έχει πολύ σημαντικές επιπτώσεις στη δημοσιονομική κατάσταση και δημιουργεί ιδιαίτερα αβέβαιες προοπτικές. Η πανδημία οδήγησε επίσης στην ενεργοποίηση της γενικής ρήτρας διαφυγής.

3.1.        Πανδημία COVID-19

Η πανδημία COVID-19 οδήγησε σε σοβαρό οικονομικό κλυδωνισμό, ο οποίος έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι συνέπειες ως προς την αύξηση του ΑΕΠ θα εξαρτηθούν από τη διάρκεια τόσο της πανδημίας όσο και των μέτρων που λαμβάνονται από τις εθνικές αρχές και σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο για την επιβράδυνση της εξάπλωσής της, την προστασία των παραγωγικών ικανοτήτων και τη στήριξη της συνολικής ζήτησης. Οι χώρες έχουν ήδη θεσπίσει ή θεσπίζουν δημοσιονομικά μέτρα για να ενισχύσουν την ικανότητα των συστημάτων υγείας και να ανακουφίσουν τα άτομα και τους κλάδους που πλήττονται ιδιαίτερα. Έχουν επίσης εγκριθεί σημαντικά μέτρα στήριξης της ρευστότητας και άλλες εγγυήσεις. Με την επιφύλαξη λεπτομερέστερων πληροφοριών, οι αρμόδιες στατιστικές αρχές πρέπει να εξετάζουν κατά πόσον τα εν λόγω μέτρα συνεπάγονται ή όχι άμεσες επιπτώσεις στο ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης. Σε συνδυασμό με την κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας, τα μέτρα αυτά θα συμβάλουν στη σημαντική αύξηση του δημόσιου ελλείμματος και στην επιδείνωση της κατάστασης του χρέους.

3.2    Μεσοπρόθεσμη οικονομική θέση

Σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις της Επιτροπής του 2020, το πραγματικό ΑΕΠ του Ηνωμένου Βασιλείου αναμένεται να μειωθεί δραστικά το πρώτο εξάμηνο του 2020. Τα μέτρα περιορισμού της κυκλοφορίας, που εφαρμόστηκαν στα τέλη Μαρτίου για την ανάσχεση της εξάπλωσης της νόσου COVID-19, έχουν οδηγήσει σε δραστική κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας σε πολλούς τομείς της οικονομίας. Καθώς χαλαρώνουν τα μέτρα ανάσχεσης, αναμένεται ανάκαμψη της οικονομίας. Συνολικά, το πραγματικό ΑΕΠ του Ηνωμένου Βασιλείου αναμένεται να μειωθεί κατά 8,3 % το 2020. Το γεγονός αυτό αποτελεί ελαφρυντικό παράγοντα κατά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης του Ηνωμένου Βασιλείου με το κριτήριο του ελλείμματος το 2020.

Υπάρχει εξαιρετικά υψηλός βαθμός αβεβαιότητας όσον αφορά τις μακροοικονομικές προοπτικές. Αλλαγές στις παραδοχές όσον αφορά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 και των συνδεόμενων μέτρων περιορισμού της κυκλοφορίας αναμένεται να μεταβάλουν σημαντικά τις προοπτικές των προβλέψεων.

3.3        Μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική θέση

Στις 13 Ιουλίου 2018, διατυπώθηκε σύσταση προς το Ηνωμένο Βασίλειο να διασφαλίσει ότι ο ονομαστικός ρυθμός αύξησης των πρωτογενών δημόσιων δαπανών, εκτός των μέτρων διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος των εσόδων και των έκτακτων μέτρων (στο εξής: τιμή αναφοράς για τις δαπάνες), δεν θα υπερέβαινε το 1,6 % το 2019-20, ποσοστό που αντιστοιχεί σε διαρθρωτική προσαρμογή ύψους 0,6 % του ΑΕΠ 2 . Η συνολική αξιολόγηση υποδηλώνει ότι υπάρχει κίνδυνος σημαντικής απόκλισης από τη συνιστώμενη πορεία προσαρμογής για την επίτευξη του μεσοπρόθεσμου δημοσιονομικού στόχου το 2019-20, καθώς και το 2018-19 και το 2019-20 συνολικά. Ωστόσο, τελική αξιολόγηση δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά μόνο το φθινόπωρο του 2020, όταν θα είναι πλέον διαθέσιμα τα απολογιστικά στοιχεία για το 2019-20.

Μεσοπρόθεσμα, σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις της Επιτροπής του 2020, το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά. Αυτό οφείλεται στην αναμενόμενη επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας σε συνδυασμό με διάφορα δημοσιονομικά μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου για την αντιμετώπιση των συνεπειών της COVID-19, όπως η στήριξη των εργαζομένων και των αυτοαπασχολούμενων, η στήριξη των επιχειρήσεων και η αύξηση των κοινωνικών δαπανών. Το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να αυξηθεί στο 10,7 % το 2020-21, προτού υποχωρήσει στο 6,2 % το 2021-22. Το χρέος της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να αυξηθεί από 85,2 % το 2019-20 σε 102,5 % το 2020-21, προτού υποχωρήσει ελαφρώς στο 100,2 % του ΑΕΠ το 2021-22.

Οι εν λόγω προβλέψεις χαρακτηρίζονται από υψηλό βαθμό αβεβαιότητας. Για παράδειγμα, το κόστος των δημοσιονομικών μέτρων εξαρτάται από τον βαθμό υιοθέτησής τους και από τη διάρκεια των μέτρων περιορισμού της κυκλοφορίας. Αλλαγές στις μακροοικονομικές προοπτικές θα επηρεάσουν επίσης σημαντικά τις δημοσιονομικές προοπτικές.

3.4.    Μεσοπρόθεσμη θέση του δημόσιου χρέους

Σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις της Επιτροπής του 2020, το χρέος της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να αυξηθεί από 85,2 % του ΑΕΠ το 2019-20 σε 102,5 % έως το 2020-21.

Η ανάλυση της βιωσιμότητας του χρέους έχει επικαιροποιηθεί με τις εαρινές προβλέψεις της Επιτροπής του 2020. Συνολικά, η αξιολόγηση της βιωσιμότητας του χρέους υποδεικνύει ότι, παρά τους κινδύνους, η κατάσταση του χρέους παραμένει βιώσιμη μεσοπρόθεσμα, λαμβανομένων υπόψη σημαντικών ελαφρυντικών παραγόντων (μεταξύ των οποίων το προφίλ του χρέους). Ειδικότερα, ενώ η κατάσταση του δημόσιου χρέους επιδεινώνεται λόγω της κρίσης COVID-19, ο δείκτης χρέους προς το ΑΕΠ στο βασικό σενάριο αναμένεται να είναι σε βιώσιμη (ελαφρώς φθίνουσα) τροχιά μεσοπρόθεσμα.  3

Διάγραμμα 1: Δείκτης δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ, Ηνωμένο Βασίλειο, % του ΑΕΠ

Πηγή: Υπηρεσίες της Επιτροπής.

3.5    Άλλοι παράγοντες που προβάλλονται από το Ηνωμένο Βασίλειο

Στις 12 Μαΐου 2020 οι αρχές του Ηνωμένου Βασιλείου διαβίβασαν επιστολή με τους σχετικούς παράγοντες σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97. Η ανάλυση που παρουσιάζεται στις προηγούμενες ενότητες καλύπτει ήδη σε γενικές γραμμές τους βασικούς παράγοντες που προβάλλονται από τις αρχές.

4.    Συμπεράσματα

Σύμφωνα με τις εαρινές προβλέψεις της Επιτροπής του 2020, το έλλειμμα γενικής κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου το 2020-21 προβλέπεται να αυξηθεί στο 10,7 % του ΑΕΠ, ποσοστό υψηλότερο και όχι πλησίον της τιμής αναφοράς του 3 % του ΑΕΠ που ορίζει η Συνθήκη. Η προβλεπόμενη υπέρβαση της τιμής αναφοράς θεωρείται έκτακτη αλλά όχι προσωρινή.

Όλα τα διαθέσιμα δεδομένα, συμπεριλαμβανομένων των δηλώσεων των εθνικών αρχών σχετικά με το εύρος της αντίδρασης δημοσιονομικής πολιτικής στη σοβαρή επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας που συνδέεται με την πανδημία COVID-19, υποδηλώνουν έλλειμμα που υπερβαίνει σημαντικά το όριο του 3 % του ΑΕΠ που ορίζει η Συνθήκη το 2020-21 και το 2021-22. Στην επιστολή της με ημερομηνία 7 Μαΐου 2020, η Επιτροπή ζήτησε από το Ηνωμένο Βασίλειο να παράσχει επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με το εκτιμώμενο μέγεθος του ελλείμματος για την περίοδο 2020-21. Ωστόσο, το Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ δεν υπέβαλε τις διευκρινίσεις που ζητήθηκαν, αναφέρθηκε στο σενάριο COVID-19 της Υπηρεσίας Δημοσιονομικής Ευθύνης, σύμφωνα με το οποίο αναμένεται έλλειμμα σημαντικά υψηλότερο του 3 % το 2020-21. Λαμβανομένων υπόψη των παραγόντων αυτών, η Επιτροπή θεωρεί τις τρέχουσες προβλέψεις της για έλλειμμα ύψους 10,7 % του ΑΕΠ το 2020-21, ως ικανοποιητική, εκ πρώτης όψεως, απόδειξη υπερβολικού ελλείμματος, όπως ορίζεται στο άρθρο 126 παράγραφος 2 στοιχείο α) της Συνθήκης.

Το ακαθάριστο χρέος της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να έχει ανέλθει στο 85,2 % του ΑΕΠ στα τέλη του οικονομικού έτους 2019-20, υπερβαίνοντας την τιμή αναφοράς του 60 % του ΑΕΠ που ορίζεται στη Συνθήκη. Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν αναμένεται να έχει σημειώσει επαρκή πρόοδο ως προς την επίτευξη της τιμής αναφοράς για τη μείωση του χρέους το 2019-20. Ωστόσο, τα τελικά απολογιστικά στοιχεία θα είναι διαθέσιμα το φθινόπωρο του 2020.

Σύμφωνα με τη Συνθήκη και το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, η παρούσα έκθεση εξέτασε επίσης τους σχετικούς παράγοντες. Ωστόσο, όσον αφορά τη συμμόρφωση με το κριτήριο του ελλείμματος το 2020-21, δεδομένου ότι ο δείκτης του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ υπερβαίνει την τιμή αναφοράς 60 % και δεν πληρούνται οι δύο προϋποθέσεις —δηλαδή να παραμένει το έλλειμμα πλησίον της τιμής αναφοράς και η υπέρβαση της τιμής αυτής να είναι προσωρινή— οι εν λόγω σχετικοί παράγοντες δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη κατά τα στάδια που οδηγούν στην απόφαση για την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος βάσει του κριτηρίου του ελλείμματος για το Ηνωμένο Βασίλειο.

Συνολικά, από την ανάλυση προκύπτει ότι δεν πληρούται το κριτήριο του ελλείμματος, όπως ορίζεται στη Συνθήκη και στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/1997.

(1)

 Το Ηνωμένο Βασίλειο αποχώρησε από την Ευρωπαϊκή Ένωση την 1η Φεβρουαρίου 2020. Η συμφωνία για την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου της Μεγάλης Βρετανίας και της Βόρειας Ιρλανδίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας (ΕΕ L 29 της 31.1.2020, σ. 7) τέθηκε σε ισχύ την 1η Φεβρουαρίου 2020, όταν το Ηνωμένο Βασίλειο αποχώρησε από την ΕΕ. Προβλέπει μεταβατική περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας το δίκαιο της Ένωσης, με λίγες εξαιρέσεις, εφαρμόζεται για το Ηνωμένο Βασίλειο και εντός αυτού. Όπως ορίζεται στο δίκαιο της Ένωσης που εφαρμόζεται για το Ηνωμένο Βασίλειο κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, το Ηνωμένο Βασίλειο αντιμετωπίζεται ως κράτος μέλος της ΕΕ, αλλά δεν θα συμμετέχει στη διαδικασία λήψης αποφάσεων και στη διαδικασία διαμόρφωσης αποφάσεων της ΕΕ.

(2)

 Σύσταση του Συμβουλίου, της 13ης Ιουλίου 2018, σχετικά με το εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων του Ηνωμένου Βασιλείου για το 2018 και τη διατύπωση γνώμης του Συμβουλίου σχετικά με το πρόγραμμα σύγκλισης του Ηνωμένου Βασιλείου για το 2018· ΕΕ C 320 της 10.9.2018, σ. 119.

(3)

 Το βασικό σενάριο βασίζεται στις εαρινές προβλέψεις της Επιτροπής του 2020. Μετά το 2021 λαμβάνεται ως παραδοχή η σταδιακή προσαρμογή της δημοσιονομικής πολιτικής, σύμφωνα με τα πλαίσια της ΕΕ για τον συντονισμό και την εποπτεία της οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής. Η πρόβλεψη της αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ γίνεται σύμφωνα με τη λεγόμενη μεθοδολογία T+10 της ομάδας εργασίας «κενό παραγωγής» (OGWG) της επιτροπής οικονομικής πολιτικής (EPC). Ειδικότερα, η ουσιαστική (πραγματική) αύξηση του ΑΕΠ οφείλεται στη δυνητική αύξηση του ΑΕΠ και επηρεάζεται από τυχόν πρόσθετη δημοσιονομική προσαρμογή που λαμβάνεται υπόψη (μέσω του δημοσιονομικού πολλαπλασιαστή). Ο πληθωρισμός θεωρείται ότι συγκλίνει σταδιακά στο 2 %. Οι παραδοχές για τα επιτόκια καθορίζονται σύμφωνα με τις προσδοκίες των χρηματοπιστωτικών αγορών. Το δυσμενές σενάριο βασίζεται στην παραδοχή για υψηλότερα επιτόκια (κατά 500 μονάδες βάσης) και χαμηλότερη αύξηση του ΑΕΠ (κατά -0,5 εκατοστιαίες μονάδες), σε σχέση με το βασικό σενάριο (κατά τη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα των προβολών).