52008PC0422




[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 2.7.2008

COM(2008) 422 τελικό

ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την εφαρμογή της συμφωνίας που σύναψαν η Ένωση Εφοπλιστών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ECSA) και η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Μεταφορές (ETF) σχετικά με τη σύμβαση ναυτικής εργασίας του 2006 και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/63/EΚ

(υποβληθείσα από την Επιτροπή)

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

1) Πλαισιο της προτασησ |

Αιτιολόγηση και στόχοι της πρότασης Στόχος της παρούσας πρότασης είναι η εφαρμογή της συμφωνίας για τη σύμβαση ναυτικής εργασίας του 2006, την οποία σύναψαν στις 19 Μαΐου 2008 οι οργανώσεις που εκπροσωπούν τους εργοδότες και τους εργαζομένους στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών (Ένωση Εφοπλιστών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, εφεξής καλούμενη «ECSA» και Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Μεταφορές, εφεξής καλούμενη «ETF»). Η Επιτροπή εκτιμά ότι αν οι διατάξεις της σύμβασης ναυτικής εργασίας του 2006 ενσωματώνονταν στο κοινοτικό δίκαιο, το ενδιαφέρον των ευρωπαίων ναυτικών για εργασία στο ναυτιλιακό τομέα θα αυξανόταν, συμβάλλοντας έτσι στη δημιουργία περισσότερων και καλύτερων θέσεων εργασίας και ίσων όρων ανταγωνισμού διεθνώς, προς το συμφέρον όλων των ενδιαφερόμενων μερών. |

Γενικό πλαίσιο Ο τομέας των θαλάσσιων μεταφορών έχει δραστηριότητες σε παγκόσμιο επίπεδο. Επομένως είναι σημαντικό να καθοριστούν και να επιβληθούν παγκόσμια ελάχιστα πρότυπα για τις συνθήκες εργασίας, υγείας και ασφάλειας για τους ναυτικούς που απασχολούνται ή εργάζονται σε ποντοπόρα πλοία. Η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (ΔΟΕ) ενέκρινε στις 23 Φεβρουαρίου 2006 τη σύμβαση ναυτικής εργασίας του 2006, με σκοπό τη δημιουργία μιας ενιαίας συνεκτικής πράξης η οποία θα ενσωματώνει όλα τα ισχύοντα πρότυπα που αφορούν τη διεθνή ναυτική εργασία. Επομένως, η εν λόγω Σύμβαση ενσωματώνει τις συμβάσεις και τις συστάσεις για τη ναυτική εργασία που έχει εγκρίνει η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας από το 1919 σε ένα ενιαίο και συγχωνευμένο κείμενο, το οποίο θα αποτελέσει τη βάση για τον πρώτο παγκόσμιο κώδικα ναυτικής εργασίας. Η Επιτροπή συμμετείχε εξαρχής ενεργά στις εργασίες που αφορούσαν τη σύμβαση ναυτικής εργασίας. Στις 7 Ιουλίου 2007 το Συμβούλιο εξέδωσε απόφαση με την οποία εξουσιοδοτεί τα κράτη μέλη να επικυρώσουν, προς το συμφέρον της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, τη σύμβαση ναυτικής εργασίας του 2006 της ΔΟΕ, κατά προτίμηση πριν από την 31η Δεκεμβρίου 2010[1]. Στον τομέα της κοινωνικής πολιτικής, η Συνθήκη αναγνωρίζει ότι οι κοινωνικοί εταίροι διαδραματίζουν, σε κοινοτικό επίπεδο, ρόλο θεμελιώδη και ιδιαίτερο. Το άρθρο 138 προβλέπει ότι κάθε πρωτοβουλία στον τομέα αυτόν πρέπει να αποτελεί αντικείμενο προηγούμενων διαβουλεύσεων με τους κοινωνικούς εταίρους, σχετικά με τους ενδεχόμενους προσανατολισμούς της κοινοτικής δράσης και, στη συνέχεια, σχετικά με το περιεχόμενο της υπό μελέτη πρότασης. Σε αυτό το πλαίσιο, η Επιτροπή διεξήγαγε διαβουλεύσεις με τους εργοδότες και τους εργαζόμενους σχετικά με τη σκοπιμότητα ανάπτυξης του υπάρχοντος κοινοτικού κεκτημένου διά της προσαρμογής, ενοποίησης ή συμπλήρωσής του, υπό το πρίσμα της σύμβασης ναυτικής εργασίας του 2006.[2] Οι κοινωνικοί εταίροι αποφάσισαν να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις βάσει του άρθρου 139 παράγραφος 1 της Συνθήκης και, στις 19 Μαΐου 2008 (επ’ ευκαιρία και της πρώτης Ευρωπαϊκής Ημέρας Ναυτιλίας), υπέγραψαν κοινή συμφωνία για τη σύμβαση ναυτικής εργασίας του 2006. Οι κοινωνικοί εταίροι ζήτησαν από την Επιτροπή να προτείνει μια οδηγία του Συμβουλίου που θα θέτει σε εφαρμογή τη συμφωνία τους και το αντίστοιχο παράρτημα Α, σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία και το άρθρο 139 της Συνθήκης. Η παρούσα πρόταση ανταποκρίνεται σε αυτό το αίτημα. |

Ισχύουσες διατάξεις στον τομέα τον οποίο αφορά η πρόταση Η πρόταση τροποποιεί ρητά την οδηγία 1999/63/EΚ του Συμβουλίου, της 21ης Ιουνίου 1999, σχετικά με τη συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των ναυτικών, που σύναψαν η ένωση εφοπλιστών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ECSA) και η ομοσπονδία των ενώσεων εργαζομένων στις μεταφορές, στην Ευρωπαϊκή Ένωση (FST)[3]. Επιπλέον, προσθέτει έναν συμπληρωματικό κανονισμό όσον αφορά το θαλάσσιο τομέα στο πεδίο που καλύπτεται από την οδηγία 94/33/EΚ του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1994 για την προστασία των νέων κατά την εργασία. Οι κοινοτικές διατάξεις για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων κατά την εργασία που εγκρίθηκαν βάσει του άρθρου 137 ΕΚ εφαρμόζονται πλήρως, στη μεγάλη τους πλειονότητα, στον τομέα που αφορά η πρόταση, και ειδικότερα οι διατάξεις της οδηγίας 89/391/EΟΚ του Συμβουλίου της 12ης Ιουνίου 1989 σχετικά με την εφαρμογή μέτρων για την προώθηση της βελτίωσης της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία και των ειδικών οδηγιών της, κατά την έννοια του άρθρου 16 παράγραφος 1 της εν λόγω οδηγίας. Το ίδιο ισχύει και για τις διατάξεις της οδηγίας 92/29/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 31ης Μαρτίου 1992 σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας για την προώθηση βελτιωμένης ιατρικής περίθαλψης στα πλοία και της οδηγίας 83/477/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19ης Σεπτεμβρίου 1983 για την προστασία των εργαζομένων από τους κινδύνους που οφείλονται στην έκθεσή τους στον αμίαντο κατά τη διάρκεια της εργασίας, όπως τροποποιήθηκε από τις οδηγίες 91/382/EΟΚ και 2003/18/EΚ. Συγκεκριμένα, οι διατάξεις της πρότασης για την ιατρική περίθαλψη των ναυτικών και την προστασία της υγείας και της ασφάλειας και για την πρόληψη ατυχημάτων, καλύπτονται από τις οδηγίες 92/29/ΕΟΚ και 89/391/ΕΟΚ αντίστοιχα. |

Συνοχή με άλλες πολιτικές και στόχους της Ένωσης Η παρούσα πρόταση εντάσσεται στο πλαίσιο της ανανεωμένης στρατηγικής της Λισαβόνας, η οποία έχει ως στόχο την αύξηση της ανάπτυξης και της απασχόλησης, ειδικότερα με τη δημιουργία περισσότερων και καλύτερων θέσεων εργασίας για μια πιο δυναμική και ανταγωνιστική Ευρώπη. Στο πλαίσιο μιας ολοκληρωμένης θαλάσσιας πολιτικής για την ΕΕ[4], η Επιτροπή στηρίζει επίσης πλήρως «τον κοινωνικό διάλογο όσον αφορά την ενσωμάτωση της Σύμβασης της ΔΟΕ σχετικά με τα πρότυπα ναυτικής εργασίας στην κοινοτική νομοθεσία». Επίσης, η Επιτροπή τόνισε στο COM(2007)591 τελικό ότι θα «εξακολουθήσει να εργάζεται για την ενίσχυση του διεθνούς κανονιστικού καθεστώτος, ιδίως με την προώθηση της επικύρωσης και της εφαρμογής διεθνών προτύπων και μέσω διεθνών συμφωνιών με τρίτες χώρες, στις οποίες θα περιλαμβάνονται ρήτρες κοινωνικού χαρακτήρα και ίσης μεταχείρισης»[5]. |

2) Διαβουλευσεισ με τα ενδιαφερομενα μερη και εκτιμηση αντικτυπου |

Διαβουλεύσεις με τα ενδιαφερόμενα μέρη |

Το άρθρο 139 παράγραφος 1 της Συνθήκης προβλέπει ότι ο διάλογος μεταξύ κοινωνικών εταίρων σε επίπεδο της Ένωσης μπορεί να οδηγήσει, εφόσον οι κοινωνικοί εταίροι το επιθυμούν, στη σύναψη συμβατικών σχέσεων, συμπεριλαμβανομένων των συμφωνιών. Σε αυτήν την περίπτωση, η Συνθήκη δεν επιβάλλει προηγούμενη διαβούλευση. |

Συγκέντρωση και χρήση εμπειρογνωμοσύνης |

Δεν υπήρξε ανάγκη προσφυγής σε εξωτερική εμπειρογνωμοσύνη. |

Εκτίμηση αντικτύπου Δεν ισχύει. |

3) Νομικά στοιχεία της προτασης |

Σύνοψη της προτεινόμενης δράσης Στόχος της παρούσας πρότασης είναι η εφαρμογή της συμφωνίας για τη σύμβαση ναυτικής εργασίας του 2006, την οποία σύναψαν στις 19 Μαΐου 2008 η ECSA και η ETF, δηλαδή οι οργανώσεις που εκπροσωπούν τους εργοδότες και τους εργαζόμενους στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών. Η πρόταση επίσης τροποποιεί την οδηγία 1999/63/EΚ του Συμβουλίου της 21ης Ιουνίου 1999, ενώ το εύρος αυτών των τροποποιήσεων περιορίζεται αυστηρά σε ζητήματα που ρυθμίζονται από τη σύμβαση ναυτικής εργασίας του 2006. |

Νομική βάση Το άρθρο 139 παράγραφος 2 της Συνθήκης προβλέπει ότι «οι συμφωνίες που συνάπτονται σε κοινοτικό επίπεδο εφαρμόζονται…, σε τομείς που εμπίπτουν στο άρθρο 137, όταν το ζητούν από κοινού τα υπογράφοντα μέρη, με απόφαση του Συμβουλίου που λαμβάνεται μετά από πρόταση της Επιτροπής». Η συμφωνία που συνήφθη μεταξύ ECSA και ETF σχετικά με τη σύμβαση ναυτικής εργασίας του 2006, αναφέρεται στις συνθήκες εργασίας και περιλαμβάνει διατάξεις για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων, αφορά δηλαδή τομέα που εμπίπτει στο άρθρο 137 παράγραφος 1 της Συνθήκης. Πρόκειται για έναν τομέα στον οποίο το Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει με ειδική πλειοψηφία. Επομένως, το άρθρο 139 παράγραφος 2 αποτελεί τη σωστή νομική βάση για την πρόταση της Επιτροπής. Στην ανακοίνωσή της με τίτλο «Προσαρμογή και ανάπτυξη του κοινωνικού διαλόγου σε κοινοτικό επίπεδο»[6], η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τόνισε ότι «προτού υποβληθεί μια νομοθετική πρόταση για την εφαρμογή μιας συμφωνίας στο Συμβούλιο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβαίνει σε αξιολόγηση που συμπεριλαμβάνει την εξέταση του αντιπροσωπευτικού καθεστώτος των συμβαλλόμενων μερών, της εντολής τους και του νομικού χαρακτήρα κάθε ρήτρας της συλλογικής συμφωνίας σε σχέση με την κοινοτική νομοθεσία, καθώς και των διατάξεων που αφορούν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις». Αυτή η αξιολόγηση παρουσιάζεται παρακάτω. 1. Η αντιπροσωπευτικότητα των συμβαλλόμενων μερών και η εντολή τους. Η νομιμότητα της διαβούλευσης με τους κοινωνικούς εταίρους και του δικαιώματος που τους δίνεται να διαπραγματεύονται συμφωνίες οι οποίες ενδέχεται να εφαρμοστούν με απόφαση ή οδηγία του Συμβουλίου, βασίζεται στην αντιπροσωπευτικότητά τους. Σύμφωνα με τη μελέτη της Επιτροπής, του 2006, για την αντιπροσωπευτικότητα των κοινωνικών εταίρων των θαλάσσιων και παράκτιων υδάτων, οι ETF και ECSA πληρούν τα κριτήρια της ανακοίνωσης COM(1998)322 τελικό, της 20ής Μαΐου 1998, και επομένως εγκρίνονται ως ευρωπαίοι κοινωνικοί εταίροι για τον τομέα. α) ETF Η μελέτη αναφέρει ότι υπάρχει τουλάχιστον ένα μέλος αυτής της οργάνωσης σε κάθε υπό εξέταση χώρα. Σε πολλές χώρες υπάρχουν πολλά μέλη. Συνολικά, η ETF έχει 54 άμεσα μέλη στις υπό εξέταση χώρες. Το 70,7% των συνδικαλιστικών οργανώσεων που εξετάστηκαν συνδέονται άμεσα ή έμμεσα (μέσω οργανώσεων ανώτερης βαθμίδας) με την ETF. Στο βαθμό που τα στοιχεία για τη συμμετοχή των μελών του τομέα στα εθνικά συνδικάτα παρέχουν επαρκείς πληροφορίες για τη σχετική δύναμή τους, μπορεί να συναχθεί πως η ETF περιλαμβάνει τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους των εργαζομένων του κλάδου, με εξαίρεση την Κύπρο και τη Σουηδία, όπου υπάρχουν μεγάλα συνδικάτα που δεν εκπροσωπούνται στην ETF. Ωστόσο, ακόμα και σε αυτές τις περιπτώσεις, συμμετέχουν άλλα σημαντικά συνδικάτα. Όλα τα κλαδικά μέλη της ETF, για τα οποία υπάρχουν διαθέσιμες σχετικές πληροφορίες, συμμετέχουν σε συλλογικές διαπραγματεύσεις, εκτός από δύο (το LJS της Λιθουανίας και το OFICIAISMAR-FSM της Πορτογαλίας). Οι άλλες ευρωπαϊκές οργανώσεις, εκτός της ETF, εκπροσωπούν μικρό μόνο αριθμό συνδικάτων του κλάδου και χωρών. Σε αυτές περιλαμβάνονται η UNI Europa, με 6 μέλη και 3 καλυπτόμενες χώρες, η ομοσπονδία εργαζομένων στις μεταφορές των Σκανδιναβικών Χωρών (NTF), με 5 μέλη και 3 καλυπτόμενες χώρες, η ευρωπαϊκή ομοσπονδία συνδικάτων δημόσιων υπηρεσιών (EPSU), με 4 μέλη και 3 καλυπτόμενες χώρες, η ευρωπαϊκή ομοσπονδία συνδικαλιστικών οργανώσεων στους τομείς της διατροφής, της γεωργίας και του τουρισμού και των συναφών κλάδων (EFFAT) και η ευρωπαϊκή ομοσπονδία συνδικαλιστικών οργανώσεων στους τομείς των ορυχείων, της χημικής βιομηχανίας και της ενέργειας (EMCEF), η κάθε μία με 3 μέλη και 3 καλυπτόμενες χώρες, η ευρωπαϊκή ομοσπονδία μεταλλουργών (EMF), με 3 μέλη και 2 καλυπτόμενες χώρες, η Nordic Ship Officers’ Congress (NFBK), με 2 μέλη και 2 καλυπτόμενες χώρες, η ευρωπαϊκή ομοσπονδία οικοδόμων και εργατών ξύλου (EFBWW) και η ευρωπαϊκή ομοσπονδία συνταξιούχων και ηλικιωμένων ατόμων (FERPA), η κάθε μία με 2 μέλη και μία καλυπτόμενη χώρα, και η ευρωπαϊκή ομοσπονδία συνδικαλιστικών οργανώσεων εργαζομένων στον τομέα της κλωστοϋφαντουργίας, της ένδυσης και του δέρματος (ETUF:TCL), η EURO-WEA, η NordIng, η EMPA και η Fédération des Cadres de l'Energie et de la Recherche, η κάθε μία με ένα μέλος. Αυτή η έκθεση αναδεικνύει την αντιπροσωπευτικότητα της ETF στους εργαζόμενους του τομέα, δεδομένου, μάλιστα, ότι πολλές από τις παραπάνω συμμετοχές σε άλλες ευρωπαϊκές οργανώσεις συνιστά περισσότερο ένδειξη των αλληλοκαλυπτόμενων τομέων των μελών παρά μιας ουσιαστικής σύνδεσής τους με τον κλάδο των θαλάσσιων και παράκτιων μεταφορών. β) ECSA Κ ECSA εκπροσωπεί, μέσω οργανώσεων που συμμετέχουν σε αυτή, τις 21 από τις 24 χώρες που εξετάστηκαν. Η έλλειψη μελών από τρία κράτη μέλη – Τσεχική Δημοκρατία, Λετονία, Ρουμανία – μπορεί να γεννήσει αμφιβολίες ως προς το κατά πόσο πληρείται το κριτήριο της αντιπροσωπευτικότητας που θέτει παραπάνω η Επιτροπή όσον αφορά την κάλυψη ικανού αριθμού κρατών μελών. Οργανώσεις-μέλη και οργανώσεις-μη μέλη συνυπάρχουν στην Κύπρο, τη Δανία, τη Φινλανδία, την Ελλάδα, την Ιρλανδία, την Ιταλία και τη Σουηδία. Η έλλειψη συγκρίσιμων στοιχείων για τις συμμετοχές μελών στις οργανώσεις δυσχεραίνει την ανάδειξη της σχετικής σημασίας των οργανώσεων-μελών και των οργανώσεων-μη μελών σε αυτές τις χώρες. Λαμβάνοντας υπόψη επίσης το ρόλο μιας οργάνωσης στις συλλογικές διαπραγματεύσεις ως δείκτη της σημασίας της, είναι σαφές ότι οι πιο σημαντικές οργανώσεις της Κύπρου, της Δανίας, της Φινλανδίας και της Ιταλίας είναι μέλη. Στην Ελλάδα, την Ιρλανδία και τη Σουηδία κάποιες σημαντικές εργοδοτικές οργανώσεις (η ΕΕΑ και η Ένωση Πλοιοκτητών Πορθμείων Εσωτερικού, η IBEC και η SARF) που συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις δεν είναι μέλη. Υπάρχουν επίσης ορισμένες χώρες (δηλ. η Εσθονία, η Ιρλανδία, η Λιθουανία, η Μάλτα, η Πολωνία, η Πορτογαλία, η Σουηδία, η Σλοβενία και το ΗΒ) όπου τα μέλη της ECSA δεν συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις. Με εξαίρεση την Ιρλανδία και τη Σουηδία, στις προαναφερθείσες χώρες δεν υπάρχει καμία άλλη οργάνωση που να συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι σε αυτήν την ομάδα χωρών (με εξαίρεση τη Σουηδία) δεν υφίσταται κλαδική πολυεργοδοτική διαπραγμάτευση και, έτσι, οι εταιρίες συμμετέχουν οι ίδιες στη συλλογική διαπραγμάτευση. Στην Ιρλανδία (εκ μέρους μεμονωμένων εταιρειών) και τη Σουηδία (με τη μορφή πολυεργοδοτικής διαπραγμάτευσης), η συλλογική διαπραγμάτευση διεξάγεται από εργοδοτική οργάνωση που δεν είναι μέλος. Σε σύγκριση με την ETF, ο αριθμός των οργανώσεων-μελών υπό την αιγίδα της ECSA που δεν συμμετέχουν στις διαπραγματεύσεις είναι μεγαλύτερος. Επομένως οι εργασιακές σχέσεις δεν αποτελούν βασικό μέλημα αυτών των οργανώσεων. Ορισμένα μέλη της ECSA μπορεί να διαδραματίζουν κάποιο ρόλο στις εργασιακές σχέσεις μόνο μέσω διαδικασιών διαβούλευσης και συμμετοχής τους σε τριμερείς φορείς. Στην πραγματικότητα, θεωρούν ενδεχομένως ότι είναι περισσότερο επαγγελματικές ενώσεις παρά φορείς εργασιακών σχέσεων. Αντίθετα, μέλη της ECSA συμμετέχουν σε συλλογικές διαπραγματεύσεις σε 10 χώρες (Αυστρία, Βέλγιο, Κύπρος, Γερμανία, Δανία, Ισπανία, Φινλανδία, Γαλλία, Ιταλία και οι Κάτω Χώρες). Η επισκόπηση της συμμετοχής των εργοδοτικών οργανώσεων δείχνει ότι δεν υπάρχουν οργανωτικοί δεσμοί μεταξύ κλαδικών εργοδοτικών οργανώσεων και ευρωπαϊκών ομοσπονδιών πλην της ECSA. Καταγράφεται η συμμετοχή μόνο για ομοσπονδίες σε διεθνές επίπεδο, όπως είναι το Διεθνές Επιμελητήριο Εμπορικής Ναυτιλίας (ICS), η Διεθνής Ναυτιλιακή Ομοσπονδία (ISF) το Βαλτικό και Διεθνές Ναυτιλιακό Συμβούλιο (BIMCO), η INTERTANKO και η INTERCARGO. Αυτό το γεγονός ενισχύει την άποψη ότι η ECSA είναι ο αντιπροσωπευτικός ευρωπαίος κοινωνικός εταίρος για τους εργοδότες του τομέα. γ) Εντολή για διαπραγμάτευση Τόσο η ETF όσο και η ECSA διαθέτουν εντολή για διαπραγμάτευση ζητημάτων που αφορούν τον ευρωπαϊκό κοινωνικό διάλογο. Ωστόσο, η ETF δεν διαθέτει μόνιμη σχετική εντολή. Αντίθετα, λαμβάνει προσωρινή εντολή διαπραγμάτευσης εκ μέρους των μελών της για κάθε περίπτωση ξεχωριστά. 2. Νομιμότητα των ρητρών της συμφωνίας. Η Επιτροπή εξέτασε προσεκτικά κάθε μια από τις ρήτρες της συμφωνίας και κατάληξε στο συμπέρασμα ότι δεν περιλαμβάνουν διατάξεις αντίθετες προς το κοινοτικό δίκαιο. Οι υποχρεώσεις που επιβάλλονται στα κράτη μέλη δεν απορρέουν άμεσα από τη συμφωνία μεταξύ των κοινωνικών εταίρων αλλά από τους όρους υλοποίησης της συμφωνίας κατ’ εφαρμογή της οδηγίας. Το περιεχόμενο της συμφωνίας εμπίπτει στο άρθρο 137 της Συνθήκης. Εφόσον υπάρχουν τμήματα της συμφωνίας που συνεπάγονται τροποποιήσεις της ισχύουσας νομοθεσίας της ΕΕ, οι τροποποιήσεις αυτές περιλαμβάνονται στην πρόταση. Στο βαθμό που τμήματα της συμφωνίας αφορούν ζητήματα που ήδη διέπονται από υπάρχουσες διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας, η συμφωνία αναφέρει στις τελικές διατάξεις της ότι δεν θίγει τυχόν νόμους, έθιμα ή συμφωνίες που προβλέπουν ευνοϊκότερους όρους για τους ναυτικούς. Επιπλέον, στην πρόταση συμπεριλήφθηκαν οι απαραίτητες διασφαλίσεις του κεκτημένου και ειδικότερα μια ρήτρα ευνοϊκότερης μεταχείρισης. Επομένως, η Επιτροπή θεωρεί ότι πληρούνται όλοι οι όροι για την υποβολή πρότασης για την υλοποίηση της συμφωνίας αυτής με απόφαση του Συμβουλίου. 3. Διατάξεις που αφορούν τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Σύμφωνα με τους όρους του άρθρου 137 παράγραφος 2 της Συνθήκης, η νομοθεσία επί κοινωνικών ζητημάτων πρέπει να αποφεύγει την επιβολή διοικητικών, οικονομικών και νομικών εξαναγκασμών, που θα παρεμπόδιζαν τη δημιουργία και την ανάπτυξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων (ΜΜΕ). Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η συμφωνία δεν κάνει διάκριση μεταξύ εργαζόμενων σε ΜΜΕ και άλλων, ούτε εισάγει επιπρόσθετους διοικητικούς, οικονομικούς ή νομικούς εξαναγκασμούς εκτός αυτών της τρέχουσας κοινοτικής νομοθεσίας. Επομένως, η Επιτροπή συμπεραίνει ότι η συμφωνία συμμορφώνεται προς τις διατάξεις για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Το άρθρο 139 παράγραφος 2 δεν προβλέπει διαβούλευση με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για αιτήματα που θέτουν οι κοινωνικοί εταίροι προς την Επιτροπή. Ωστόσο, η Επιτροπή προώθησε την πρότασή της προκειμένου το Κοινοβούλιο να έχει τη δυνατότητα, εάν το επιθυμεί, να διαβιβάσει τη γνώμη του στην Επιτροπή και στο Συμβούλιο. Το ίδιο ισχύει και για την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και την Επιτροπή των Περιφερειών. |

απόφ320 | Αρχή της επικουρικότητας Η αρχή της επικουρικότητας ισχύει, δεδομένου ότι η πρόταση δεν εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα της Κοινότητας. |

Οι στόχοι της πρότασης δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη για τους εξής λόγους: |

Η ανάγκη για κοινοτική δράση δικαιολογείται από το γεγονός ότι οι κοινωνικοί εταίροι, σύμφωνα με το άρθρο 139 παράγραφος 1, είναι πεπεισμένοι για την αναγκαιότητα κοινοτικής δράσης σε αυτό το ζήτημα, έχουν συνάψει επιτυχώς συμφωνία σε κοινοτικό επίπεδο και έχουν ζητήσει την υλοποίηση αυτής της συμφωνίας με απόφαση του Συμβουλίου που λαμβάνεται μετά από πρόταση της Επιτροπής, δυνάμει του άρθρου 139 παράγραφος 2 της Συνθήκης, αλλά και από την ανάγκη να διαθέτει ο θαλάσσιος τομέας ένα σύνολο προτύπων, κατάλληλων για το διεθνές περιβάλλον λειτουργίας του. Η πρόταση οδηγίας επίσης συμπληρώνει τη νομοθεσία των κρατών μελών, καθιερώνοντας ένα ελάχιστο πρότυπο με στόχο τη βελτίωση των συνθηκών εργασίας των ναυτικών. Αυτό το πλαίσιο προσφέρει στις εταιρίες του τομέα σαφήνεια και διαφάνεια, και προάγει το δίκαιο ανταγωνισμό στην εσωτερική αγορά καθώς και την εξάλειψη φαινομένων όπως το κοινωνικό ντάμπινγκ. |

Η κοινοτική δράση θα επιτύχει καλύτερα τους στόχους της πρότασης για τους εξής λόγους: |

Η πρόταση εισάγει ρητές τροποποιήσεις στην υπάρχουσα ευρωπαϊκή νομοθεσία με στόχο την επικαιροποίησή της σύμφωνα με τη σύμβαση ναυτικής εργασίας του 2006. Αυτός ο στόχος δεν μπορεί να επιτευχθεί από τις εθνικές νομοθεσίες. |

Θα βοηθήσει επίσης στην ταυτόχρονη θέσπιση και ομοιόμορφη μεταφορά στην εσωτερική νομοθεσία όλων των κρατών μελών των προτύπων της σύμβασης ναυτικής εργασίας του 2006, στην οποία αναφέρεται. |

Τέλος, η πρόταση θα ενισχύσει τη συμφωνία με συγκεκριμένα μέτρα εφαρμογής σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία. |

Επομένως η πρόταση συμμορφώνεται με την αρχή της επικουρικότητας. |

Αρχή της αναλογικότητας |

331 | Η οδηγία του Συμβουλίου είναι σύμφωνη με την αρχή της αναλογικότητας δεδομένου ότι περιορίζεται στον καθορισμό των στόχων που πρόκειται να επιτευχθούν. |

Συνεπώς, η πρόταση αφήνει περιθώρια ευελιξίας όσον αφορά την επιλογή συγκεκριμένων μέτρων υλοποίησης. Επιπλέον, περιορίζεται αυστηρά στη μεταφορά των επικαιροποιημένων προτύπων που περιέχονται στη σύμβαση ναυτικής εργασίας του 2006 στην ευρωπαϊκή νομοθεσία. |

Επιλογή μέσων |

Προτεινόμενα μέσα: οδηγία. |

Η χρήση άλλων μέσων δεν θα ήταν σκόπιμη για τους ακόλουθους λόγους: Η πρόταση τροποποιεί την ισχύουσα ευρωπαϊκή νομοθεσία, γεγονός που απαιτεί νομοθετική πράξη. Επιπλέον, ο όρος «απόφαση» στο άρθρο 139 παράγραφος 2 της Συνθήκης έχει γενική έννοια έτσι ώστε να είναι δυνατή η επιλογή της νομοθετικής πράξης σύμφωνα με το άρθρο 249 της Συνθήκης. Εναπόκειται στην Επιτροπή να προτείνει στο Συμβούλιο την πλέον ενδεδειγμένη από τις τρεις αυτές δεσμευτικές πράξεις του προαναφερθέντος άρθρου (κανονισμός, οδηγία ή απόφαση). Στη συγκεκριμένη περίπτωση, δεδομένης της φύσης και του περιεχομένου της συμφωνίας των κοινωνικών εταίρων, καθίσταται σαφές ότι είναι προτιμότερο αυτή η συμφωνία να εφαρμοστεί έμμεσα μέσω διατάξεων που θα μεταφερθούν, από τα κράτη μέλη ή/και τους κοινωνικούς εταίρους, στο εσωτερικό δίκαιο των κρατών μελών. Ως εκ τούτου, στην περίπτωση αυτή, το πλέον ενδεδειγμένο νομικό μέσο για την εφαρμογή της συμφωνίας είναι μια οδηγία του Συμβουλίου. Εξάλλου, σύμφωνα με τις αναληφθείσες δεσμεύσεις, η Επιτροπή πιστεύει ότι το κείμενο της συμφωνίας δεν πρέπει να αποτελεί μέρος της πρότασης οδηγίας, αλλά να επισυνάπτεται σ' αυτήν. |

4) Δημοσιονομικες επιπτωσεις |

Η παρούσα πρόταση δεν έχει επιπτώσεις στον κοινοτικό προϋπολογισμό. |

5) Περαιτερω πληροφοριεσ |

Πίνακας αντιστοιχίας Τα κράτη μέλη υποχρεούνται να κοινοποιήσουν στην Επιτροπή τις εθνικές διατάξεις μεταφοράς της οδηγίας στο εσωτερικό τους δίκαιο, καθώς και πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ των εν λόγω διατάξεων και των διατάξεων της παρούσας οδηγίας. |

Ευρωπαϊκός Οικονομικός Χώρος Η προτεινόμενη πράξη αφορά θέμα του ΕΟΧ και πρέπει, επομένως, να επεκταθεί στον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο. |

Λεπτομερής επεξήγηση της πρότασης Η δομή της πρότασης είναι η εξής: Άρθρο 1 Ο στόχος του άρθρου αυτού είναι περιορισμένος και έγκειται στο να καταστήσει υποχρεωτική τη συμφωνία μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, πράγμα το οποίο είναι και σκοπός μιας απόφασης του Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 139 παράγραφος 2 της Συνθήκης. Άρθρο 2 Τροποποιείται η οδηγία 1999/63/EΚ του Συμβουλίου κατ’ εφαρμογή της συμφωνίας των κοινωνικών εταίρων. Άρθρο 3 Σύμφωνα με το άρθρο 3, οι διατάξεις της οδηγίας δεν προβλέπουν παρά τις ελάχιστες απαιτήσεις, αφήνοντας στα κράτη μέλη τη δυνατότητα λήψης ευνοϊκότερων μέτρων για τους εργαζομένους στον σχετικό τομέα. Στόχος του είναι να εγγυηθεί ρητά το ήδη υπάρχον επίπεδο προστασίας των εργαζομένων και να διασφαλίσει ότι θα ισχύουν μόνο τα ευνοϊκότερα πρότυπα για την προστασία των εργαζόμενων. Στο ίδιο πλαίσιο, στόχος του άρθρου 3 παράγραφος 4 της πρότασης είναι να διασφαλίσει ότι η γενική αρχή ευθύνης του εργοδότη, όπως προβλέπεται από το άρθρο 5 της οδηγίας-πλαισίου 89/391/EΟΚ, δεν θίγεται από το πρότυπο A4.2§5 β) της συμφωνίας, το οποίο προβλέπει τον περιορισμό της ευθύνης του εφοπλιστή σε ορισμένες περιπτώσεις. Άρθρα 4 έως 7 Τα άρθρα 4 έως 7 περιλαμβάνουν τις συνήθεις διατάξεις περί μεταφοράς της πρότασης στο εσωτερικό δίκαιο των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένης της υποχρέωσης να προβλέπονται αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές ποινές. Συγκεκριμένα, το άρθρο 6 αναφέρει την ημερομηνία έναρξης ισχύος της οδηγίας. Η συμφωνία των κοινωνικών εταίρων δεν τίθεται σε ισχύ πριν από την έναρξη ισχύος της σύμβασης ναυτικής εργασίας του 2006. Προκειμένου να εκπληρωθεί αυτή η επιθυμία των κοινωνικών εταίρων, η ημερομηνία έναρξης της οδηγίας στην οποία αναφέρεται η παρούσα πρόταση πρέπει να είναι ταυτόχρονη με την ημερομηνία έναρξης ισχύος της σύμβασης ναυτικής εργασίας του 2006. Καθώς αυτή η ημερομηνία δεν έχει ακόμα προσδιοριστεί, η πρόταση αφήνει ένα κενό για αυτό το σκοπό, το οποίο θα συνοδεύεται από σύντομη επεξήγηση. |

Πρόταση

ΟΔΗΓΙΑΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

για την εφαρμογή της συμφωνίας που σύναψαν η Ένωση Εφοπλιστών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ECSA) και η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Μεταφορές (ETF) σχετικά με τη σύμβαση ναυτικής εργασίας του 2006 και για την τροποποίηση της οδηγίας 1999/63/EΚ (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ειδικότερα το άρθρο 139 παράγραφος 2 της συνθήκης,

την πρόταση της Επιτροπής,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Οι εργοδότες και οι εργαζόμενοι («κοινωνικοί εταίροι») δύνανται, σύμφωνα με το άρθρο 139 παράγραφος 2 της Συνθήκης, να ζητήσουν από κοινού την εφαρμογή των συμφωνιών που συνάπτονται σε κοινοτικό επίπεδο, με απόφαση του Συμβουλίου που λαμβάνεται μετά από πρόταση της Επιτροπής.

(2) Στις 23 Φεβρουαρίου 2006 η Διεθνής Οργάνωση Εργασίας ενέκρινε τη σύμβαση ναυτικής εργασίας του 2006, επιθυμώντας να θεσπίσει μια ενιαία συνεκτική πράξη, η οποία θα ενσωμάτωνε κατά το δυνατόν όλα τα ισχύοντα πρότυπα των διεθνών συμβάσεων και συστάσεων ναυτικής εργασίας, καθώς και τις θεμελιώδεις αρχές άλλων διεθνών συμβάσεων εργασίας.

(3) Η Επιτροπή διεξήγαγε διαβουλεύσεις με τους κοινωνικούς εταίρους, σύμφωνα με το άρθρο 138 παράγραφος 2 της Συνθήκης, σχετικά με τη σκοπιμότητα ανάπτυξης του υπάρχοντος κοινοτικού κεκτημένου με την προσαρμογή, την ενοποίηση ή τη συμπλήρωσή του, υπό το πρίσμα της σύμβασης ναυτικής εργασίας του 2006[7].

(4) Η Ένωση Εφοπλιστών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ECSA) και η Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Μεταφορές (ETF) ανακοίνωσαν στην Επιτροπή την επιθυμία τους να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις σύμφωνα με το άρθρο 138 παράγραφος 4 της Συνθήκης, στις 29 Σεπτεμβρίου 2006.

(5) Στις 19 Μαΐου 2008 οι εν λόγω οργανώσεις, θέλοντας να συμβάλουν στη δημιουργία δίκαιης και υγιούς παγκόσμιας αγοράς σε όλο το ναυτιλιακό τομέα, σύναψαν συμφωνία σχετικά με τη σύμβαση ναυτικής εργασίας του 2006. Αυτή η συμφωνία και το παράρτημά της περιλαμβάνουν το κοινό τους αίτημα προς την Επιτροπή για εφαρμογή της συμφωνίας με απόφαση του Συμβουλίου που θα ληφθεί κατόπιν πρότασης της Επιτροπής, σύμφωνα με το άρθρο 139 παράγραφος 2 της Συνθήκης.

(6) Η συμφωνία εφαρμόζεται σε ναυτικούς που εργάζονται σε πλοία τα οποία είναι νηολογημένα σε κράτος μέλος και/ή φέρουν σημαία κράτους μέλους.

(7) Η συμφωνία τροποποιεί την ευρωπαϊκή συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των ναυτικών που συνήφθη στις Βρυξέλες, στις 30 Σεπτεμβρίου 1998, μεταξύ της Ένωσης Εφοπλιστών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ECSA) και της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Εργαζομένων στις Μεταφορές ((FST).

(8) Επομένως, η οδηγία 1999/63/EΚ του Συμβουλίου της 21ης Ιουνίου 1999 που περιέχει την ευρωπαϊκή συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των ναυτικών[8] στο παράρτημά της, πρέπει να τροποποιηθεί αναλόγως.

(9) Για το σκοπό του άρθρου 249 της Συνθήκης, το ενδεδειγμένο νομικό μέσο για την εφαρμογή της συμφωνίας είναι η οδηγία.

(10) Η συμφωνία θα τεθεί σε εφαρμογή ταυτόχρονα με τη σύμβαση ναυτικής εργασίας του 2006, ενώ οι κοινωνικοί εταίροι δεν επιθυμούν να τεθούν σε ισχύ τα εθνικά μέτρα εφαρμογής αυτής της οδηγίας πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της σύμβασης ναυτικής εργασίας του 2006.

(11) Όσον αφορά τους όρους που χρησιμοποιούνται στη συμφωνία και που δεν ορίζονται ειδικά από την ίδια, η οδηγία αφήνει στα κράτη μέλη το περιθώριο να τους καθορίσουν σύμφωνα με το εθνικό δίκαιο και την πρακτική, όπως συμβαίνει και με άλλες οδηγίες για την κοινωνική πολιτική που χρησιμοποιούν παρόμοιους όρους, υπό την προϋπόθεση ότι οι εν λόγω ορισμοί σέβονται το περιεχόμενο της συμφωνίας.

(12) Δεδομένου ότι οι στόχοι της δράσης που πρόκειται να αναληφθεί δεν μπορούν να επιτευχθούν επαρκώς από τα κράτη μέλη και μπορούν, επομένως, λόγω της κλίμακας ή των επιπτώσεων της δράσης, να επιτευχθούν καλύτερα σε κοινοτικό επίπεδο, η Κοινότητα δύναται να εγκρίνει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας όπως ορίζεται στο άρθρο 5 της Συνθήκης. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως ορίζεται στο ίδιο άρθρο, αυτή η οδηγία δεν υπερβαίνει τα απαραίτητα για την επίτευξη αυτών των στόχων.

(13) Η Επιτροπή συνέταξε πρόταση οδηγίας, σύμφωνα με την ανακοίνωσή της, της 20ής Μαΐου 1998, για την προσαρμογή και την προώθηση του κοινωνικού διαλόγου σε κοινοτικό επίπεδο, λαμβάνοντας υπόψη της την αντιπροσωπευτικότητα των υπογραφόντων μερών και τη νομιμότητα κάθε ρήτρας της συμφωνίας.

(14) Σύμφωνα με την παράγραφο 34 της διοργανικής συμφωνίας για τη βελτίωση της νομοθεσίας, τα κράτη μέλη ενθαρρύνονται να καταρτίσουν, για λογαριασμό τους και προς το συμφέρον της Κοινότητας, τους δικούς τους πίνακες, στους οποίους θα εμφαίνεται, στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, ο συσχετισμός μεταξύ της παρούσας οδηγίας και των μέτρων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο, και να τους δημοσιοποιήσουν.

(15) Τα κράτη μέλη μπορούν να αναθέσουν στους κοινωνικούς εταίρους, εφόσον το ζητήσουν από κοινού, την εφαρμογή αυτής της οδηγίας, εφόσον τα κράτη μέλη έχουν λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να είναι, ανά πάσα στιγμή, σε θέση να εξασφαλίζουν τα αποτελέσματα που επιβάλλονται από αυτήν την οδηγία.

(16) Οι διατάξεις αυτής της οδηγίας ισχύουν χωρίς να θίγουν τυχόν υπάρχουσες ειδικότερες κοινοτικές διατάξεις και/ή διατάξεις που παρέχουν υψηλότερο βαθμό προστασίας στους ναυτικούς, και ειδικότερα τις διατάξεις της κοινοτικής νομοθεσίας.

(17) Πρέπει να διασφαλίζεται η συμμόρφωση με τη γενική αρχή της ευθύνης του εργοδότη όπως προβλέπεται από το άρθρο 5 της οδηγίας-πλαίσιο 89/391/ΕΟΚ[9], και ειδικότερα από τις παραγράφους 1 και 3.

(18) Αυτή η οδηγία δεν αποτελεί επαρκή δικαιολογία για την υποβάθμιση του γενικού επιπέδου προστασίας των εργαζομένων στους τομείς που καλύπτονται από τη συμφωνία που προσαρτάται στην οδηγία.

(19) Η παρούσα οδηγία και η συμφωνία καθιερώνουν ελάχιστα πρότυπα. Τα κράτη μέλη και/ή οι κοινωνικοί εταίροι μπορούν να διατηρήσουν ή να θεσπίσουν ευνοϊκότερες διατάξεις.

(20) Η Επιτροπή ενημέρωσε το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και την Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή, σύμφωνα με την ανακοίνωσή της, της 14ης Δεκεμβρίου 1993, σχετικά με την εφαρμογή της συμφωνίας για την κοινωνική πολιτική, αποστέλλοντάς τους το κείμενο της πρότασης οδηγίας που περιέχει τη συμφωνία.

(21) Αυτή η πράξη είναι σύμφωνη προς τα θεμελιώδη δικαιώματα και τις αρχές που προβλέπονται στο Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ειδικότερα με το άρθρο 31 που προβλέπει ότι κάθε εργαζόμενος έχει δικαίωμα σε υγιεινές, ασφαλείς και αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας, σε ένα όριο μέγιστης διάρκειας εργασίας, σε ημερήσιες και εβδομαδιαίες περιόδους ανάπαυσης, καθώς και σε ετήσια περίοδο αμειβόμενων διακοπών.

(22) Η εφαρμογή της συμφωνίας συμβάλλει στην επίτευξη των στόχων που αναφέρει το άρθρο 136 της Συνθήκης.

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΟΔΗΓΙΑ:

Άρθρο 1

Η παρούσα οδηγία εφαρμόζει τη συμφωνία για τη σύμβαση ναυτικής εργασίας, που σύναψαν στις 19 Μαΐου 1998 οι οργανώσεις εργοδοτών και εργαζομένων στον τομέα των θαλάσσιων μεταφορών (ECSA και FST), όπως αυτή περιέχεται στο παράρτημα.

Άρθρο 2

Το παράρτημα της οδηγίας 1999/63/EΚ του Συμβουλίου τροποποιείται ως εξής:

1. Στη ρήτρα 1 προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«3. Σε περίπτωση αμφιβολίας σχετικά με το εάν κάποιες κατηγορίες εργαζομένων εντάσσονται στην κατηγορία των ναυτικών για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, το ζήτημα διευθετείται από την αρμόδια αρχή του εκάστοτε κράτους μέλους κατόπιν διαβούλευσης με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών. Στο πλαίσιο αυτό, λαμβάνεται επίσης δεόντως υπόψη το ψήφισμα της 94ης (ναυτιλιακής) συνόδου της Γενικής Διάσκεψης της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας σχετικά με την πληροφόρηση για τις κατηγορίες εργαζομένων.»

2. Στη ρήτρα 2 οι παράγραφοι γ) και δ) αντικαθίστανται από τις ακόλουθες παραγράφους:

«γ) ως «ναυτικός» νοείται κάθε πρόσωπο το οποίο απασχολείται ή προσλαμβάνεται ή εργάζεται με οποιαδήποτε ιδιότητα σε πλοίο για το οποίο ισχύει η παρούσα συμφωνία.»

«δ) ως «πλοιοκτήτης» νοείται ο ιδιοκτήτης του πλοίου ή οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός ή πρόσωπο, όπως ο διαχειριστής, ο πράκτορας ή ο ναυλωτής κενού σκάφους στον οποίο έχει ανατεθεί η ευθύνη λειτουργίας του πλοίου από τον ιδιοκτήτη και ο οποίος αναλαμβάνοντας την εν λόγω ευθύνη, συμφώνησε να αναλάβει όλα τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στον πλοιοκτήτη δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, ανεξαρτήτως του εάν κάποιος άλλος οργανισμός ή πρόσωπο έχει αναλάβει ορισμένα από τα καθήκοντα ή τις ευθύνες εξ ονόματος του πλοιοκτήτη.»

3. Η ρήτρα 6 αντικαθίσταται από τα εξής:

«1. Απαγορεύεται η νυχτερινή εργασία των ναυτικών που δεν έχουν συμπληρώσει την ηλικία των 18 ετών. Για τους σκοπούς του παρόντος προτύπου, η «νύχτα» καθορίζεται σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες και πρακτικές. Καλύπτει χρονικό διάστημα τουλάχιστον εννέα ωρών από τα μεσάνυχτα το αργότερο μέχρι τις 5 π.μ. το νωρίτερο.

2. Εξαίρεση από την αυστηρή τήρηση της απαγόρευσης περί νυχτερινής εργασίας μπορούν να προβλέπουν οι αρμόδιες αρχές όταν:

(α) επηρεάζεται η αποτελεσματικότητα της εκπαίδευσης των εν λόγω ναυτικών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα προγράμματα και χρονοδιαγράμματα• ή

(β) η ιδιαίτερη φύση του καθήκοντος ή ένα αναγνωρισμένο πρόγραμμα εκπαίδευσης απαιτεί από τους ναυτικούς για τους οποίους ισχύει η εξαίρεση να ασκούν καθήκοντα τη νύχτα και η αρχή κρίνει, κατόπιν διαβούλευσης με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών, ότι η εργασία δεν θα έχει επιπτώσεις στην υγεία ή την ευεξία τους.

3. Απαγορεύεται η απασχόληση, η πρόσληψη ή η εργασία ναυτικών που δεν έχουν συμπληρώσει την ηλικία των 18 ετών σε περίπτωση που το αντικείμενο της εργασίας εγκυμονεί κινδύνους για την υγεία ή την ασφάλειά τους. Οι εργασίες που εγκυμονούν κινδύνους για την υγεία ή την ασφάλεια των συγκεκριμένων ναυτικών καθορίζονται από τις εθνικές νομοθεσίες ή κανονισμούς ή από τις αρμόδιες αρχές, κατόπιν διαβούλευσης με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών, σε συμφωνία με τα σχετικά διεθνή πρότυπα.»

4. Η ρήτρα 13 αντικαθίσταται από τα εξής:

«1. Δεν είναι δυνατή η εργασία σε πλοία ναυτικών οι οποίοι δεν διαθέτουν ιατρικό πιστοποιητικό το οποίο βεβαιώνει ότι είναι ικανοί να επιτελέσουν τα καθήκοντά τους.

2. Εξαιρέσεις επιτρέπονται μόνο σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρούσα συμφωνία.

3. Οι αρμόδιες αρχές υποχρεώνουν τους ναυτικούς να έχουν στην κατοχή τους, πριν από την έναρξη της εργασίας τους σε πλοίο, ισχύον ιατρικό πιστοποιητικό το οποίο βεβαιώνει ότι είναι ικανοί να επιτελέσουν τα καθήκοντα που θα τους ανατεθούν εν πλω.

4. Προκειμένου να διασφαλίζεται ότι τα ιατρικά πιστοποιητικά είναι όντως αντιπροσωπευτικά της κατάστασης της υγείας των ναυτικών, δεδομένων των καθηκόντων που θα κληθούν να επιτελέσουν, οι αρμόδιες αρχές καθορίζουν τη φύση των ιατρικών εξετάσεων και του ιατρικού πιστοποιητικού, κατόπιν διαβούλευσης με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών, και αφότου λάβουν υπόψη τους τις ισχύουσες διεθνείς κατευθυντήριες γραμμές.

5. Η παρούσα συμφωνία δεν θίγει τη διεθνή σύμβαση σχετικά με πρότυπα εκπαίδευσης, έκδοσης πιστοποιητικών και τήρησης φυλακών των ναυτικών του 1978, όπως τροποποιήθηκε (σύμβαση STCW). Τα ιατρικά πιστοποιητικά που εκδίδονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις της σύμβασης STCW γίνονται δεκτά από τις αρμόδιες αρχές, για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 2 της παρούσας ρήτρας. Δεκτά γίνονται, στην περίπτωση των ναυτικών που δεν καλύπτονται από τη σύβαση STCW, και τα ιατρικά πιστοποιητικά που πληρούν κατ’ ουσίαν τις εν λόγω απαιτήσεις.

6. Το ιατρικό πιστοποιητικό εκδίδεται από δεόντως ειδικευμένο ιατρό ή, στην περίπτωση πιστοποιητικού που αφορά μόνο την όραση, από πρόσωπο αναγνωρισμένο από τις αρμόδιες αρχές ως κατάλληλο για την έκδοση του εν λόγω πιστοποιητικού. Οι ιατροί πρέπει να έχουν πλήρη επαγγελματική ανεξαρτησία κατά την άσκηση των καθηκόντων τους όσον αφορά τις ιατρικές εξετάσεις που κρίνουν ότι πρέπει να πραγματοποιηθούν.

7. Στους ναυτικούς στους οποίους δεν χορηγήθηκε πιστοποιητικό επειδή δεν κρίθηκαν ικανοί προς εργασία ή στους οποίους επιβλήθηκε περιορισμός όσον αφορά την ικανότητά τους προς εργασία, ιδίως ως προς τον χρόνο, το πεδίο εργασιών ή τον εμπορικό τομέα, δίδεται η δυνατότητα εκ νέου εξέτασης από άλλον ανεξάρτητο ιατρό ή από ανεξάρτητο ιατρό στο πλαίσιο διαδικασίας διαιτησίας.

8. Όλα ανεξαιρέτως τα ιατρικά πιστοποιητικά πρέπει να αναφέρουν ρητά ότι:

(α) κρίνονται ικανοποιητικές η ακοή και η όραση του συγκεκριμένου ναυτικού, όπως και η ικανότητά του να διακρίνει τα χρώματα στην περίπτωση ναυτικού του οποίου η καταλληλότητα προς εργασία ενδέχεται να επηρεαστεί από πιθανή δυσχρωματοψία• και

(β) ο συγκεκριμένος ναυτικός δεν πάσχει από καμία ιατρική πάθηση η οποία ενδέχεται να επιδεινωθεί κατά την εργασία του εν πλω ή ενδέχεται να καταστήσει τον ναυτικό μη ικανό προς εργασία ή να θέσει σε κίνδυνο την υγεία άλλων ατόμων επί του πλοίου.

9. Εκτός εάν απαιτείται συντομότερο χρονικό διάστημα λόγω της φύσης των καθηκόντων που θα κληθεί να επιτελέσει ο συγκεκριμένος ναυτικός ή εάν απαιτείται συντομότερο χρονικό δυνάμει της σύμβασης STCW:

(α) το ιατρικό πιστοποιητικό ισχύει για μέγιστο χρονικό διάστημα δύο ετών, εκτός εάν ο ναυτικός δεν έχει συμπληρώσει την ηλικία των 18 ετών, περίπτωση στην οποία το μέγιστο διάστημα ισχύος είναι ένα έτος•

(β) το πιστοποιητικό που βεβαιώνει την ικανότητα του ναυτικού να διακρίνει τα χρώματα ισχύει για μέγιστο διάστημα έξι ετών.

10. Σε επείγουσες περιπτώσεις, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να επιτρέψουν σε κάποιον ναυτικό να εργαστεί χωρίς ισχύον ιατρικό πιστοποιητικό μέχρι τον επόμενο λιμένα προσέγγισης όπου δύναται να λάβει ιατρικό πιστοποιητικό από ειδικευμένο ιατρό, υπό τον όρο ότι:

(α) το διάστημα της εν λόγω παρεχόμενης άδειας δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες• και

(β) ο συγκεκριμένος ναυτικός διαθέτει ιατρικό πιστοποιητικό το οποίο έληξε πρόσφατα.

11. Εάν η περίοδος ισχύος του πιστοποιητικού λήξει κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, το πιστοποιητικό εξακολουθεί να ισχύει μέχρι τον επόμενο λιμένα προσέγγισης όπου ο ναυτικός δύναται να λάβει ιατρικό πιστοποιητικό από ειδικευμένο ιατρό, υπό τον όρο ότι η περίοδος αυτή δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες.

12. Ως ελάχιστη προϋπόθεση για τα ιατρικά πιστοποιητικά των ναυτικών που εργάζονται σε πλοία τα οποία εκτελούν τακτικά διεθνή ταξίδια ορίζεται η έκδοσή τους στην αγγλική γλώσσα .

13. Η φύση της αξιολόγησης της υγείας που πρέπει να γίνεται και οι λεπτομέρειες που πρέπει να περιλαμβάνονται στο ιατρικό πιστοποιητικό καθορίζονται ύστερα από διαβούλευση με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις των εφοπλιστών και ναυτικών.

14. Όλοι οι ναυτικοί υπόκεινται σε τακτική εξέταση της υγείας τους. Οι φύλακες, οι οποίοι έχουν προβλήματα υγείας πιστοποιούμενα από ιατρό ως οφειλόμενα στο γεγονός ότι εκτελούν νυκτερινή εργασία, μεταφέρονται, εφόσον είναι δυνατό, σε ημερήσια εργασία για την οποία είναι κατάλληλοι.

15. Η υγειονομική εξέταση που αναφέρεται στις παραγράφους 13 και 14 παρέχεται δωρεάν και καλύπτεται από το ιατρικό απόρρητο. Τέτοιες υγειονομικές εξετάσεις μπορούν να διεξάγονται στα πλαίσια του εθνικού υγειονομικού συστήματος.»

5. Η ρήτρα 16 αντικαθίσταται από τα εξής:

«Όλοι ανεξαιρέτως οι ναυτικοί δικαιούνται ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών. Για τον υπολογισμό της ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών λαμβάνονται υπόψη 2,5 τουλάχιστον ημερολογιακές ημέρες ανά μήνα απασχόλησης ενώ για διαστήματα μικρότερα του μηνός ο υπολογισμός γίνεται κατ’ αναλογία.

Η ελάχιστη περίοδος ετήσιας άδειας μετ' αποδοχών δεν αντικαθίσταται από αντισταθμιστικό επίδομα, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες λήγει η σχέση εργασίας.»

Άρθρο 3

1. Τα κράτη μέλη μπορούν να διατηρήσουν ή να θεσπίσουν ευνοϊκότερες διατάξεις από εκείνες που προβλέπει η παρούσα οδηγία.

2. Η εφαρμογή της παρούσας οδηγίας δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επαρκή δικαιολογία για την υποβάθμιση του γενικού επιπέδου προστασίας των εργαζομένων στους τομείς που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία, και τούτο με την επιφύλαξη του δικαιώματος των κρατών μελών ή/και των κοινωνικών εταίρων να θεσπίζουν, λαμβάνοντας υπόψη τους την εξέλιξη της κατάστασης, διαφορετικές νομοθετικές, κανονιστικές ή συμβατικές ρυθμίσεις από εκείνες που υπάρχουν τη στιγμή της υιοθέτησης της παρούσας οδηγίας, εφόσον τηρούνται οι ελάχιστες απαιτήσεις που προβλέπονται από την παρούσα οδηγία.

3. Η εφαρμογή και/ή ερμηνεία της παρούσας οδηγίας γίνεται με την επιφύλαξη τυχόν κοινοτικών ή εθνικών διατάξεων, εθίμων ή πρακτικών που προβλέπουν ευνοϊκότερες συνθήκες για τους ενδιαφερόμενους ναυτικούς.

4. Η διάταξη του προτύπου A4.2 παράγραφος 5 β) δεν θίγει την αρχή της ευθύνης του εργοδότη, όπως προβλέπεται από το άρθρο 5 της οδηγίας 89/391/ΕΟΚ.

Άρθρο 4

Τα κράτη μέλη καθορίζουν το καθεστώς κυρώσεων που ισχύουν για παραβάσεις των εθνικών διατάξεων που θεσπίζουν κατ' εφαρμογή της παρούσας οδηγίας. Οι κυρώσεις πρέπει να είναι αποτελεσματικές, ανάλογες και αποτρεπτικές. Τα κράτη μέλη κοινοποιούν αυτές τις διατάξεις στην Επιτροπή έως την ημερομηνία που αναφέρεται στο άρθρο 5 παράγραφος 1, καθώς και κάθε μεταγενέστερη τροποποίηση το συντομότερο δυνατό.

Άρθρο 5

1. Τα κράτη μέλη θέτουν σε ισχύ τις αναγκαίες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις για να συμμορφωθούν με την παρούσα οδηγία ή εξασφαλίζουν ότι οι κοινωνικοί εταίροι έχουν λάβει τα απαραίτητα μέτρα μέσω συμφωνίας το αργότερο δώδεκα μήνες μετά την ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας οδηγίας.

2. Όταν τα κράτη μέλη θεσπίζουν διατάξεις, αυτές περιέχουν αναφορά στην παρούσα οδηγία ή συνοδεύονται από την αναφορά αυτή κατά την επίσημη έκδοσή τους. Ο τρόπος της αναφοράς αποφασίζεται από τα κράτη μέλη. Ανακοινώνουν αμέσως στην Επιτροπή το κείμενο των διατάξεων αυτών καθώς και πίνακα αντιστοιχίας μεταξύ των εν λόγω διατάξεων και των διατάξεων της παρούσας οδηγίας.

3. Τα κράτη μέλη γνωστοποιούν στην Επιτροπή το κείμενο των ουσιωδών διατάξεων εσωτερικού δικαίου τις οποίες θεσπίζουν στον τομέα που διέπει η παρούσα οδηγία.

Άρθρο 6

Η παρούσα οδηγία τίθεται σε ισχύ την [*]. [Ως "*" νοείται η ημερομηνία έναρξης ισχύος της σύμβασης ναυτικής εργασίας του 2006].

Άρθρο 7

Η παρούσα οδηγία απευθύνεται στα κράτη μέλη.

Βρυξέλλες, […]

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος […]

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: Συμφωνία που σύναψαν η ECSA και η ETF σχετικά με τη σύμβαση για τη ναυτική εργασία του 2006

ΠΡΟΟΙΜΙΟ

Τα συμβαλλόμενα μέρη:

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

ότι η σύμβαση της ΔΟΕ για τη ναυτική εργασία του 2006 (εφεξής «η σύμβαση») υποχρεώνει όλα ανεξαιρέτως τα συμβαλλόμενα μέρη να μεριμνούν ώστε οι διατάξεις των εθνικών τους νομοθεσιών να σέβονται, στο πλαίσιο της σύμβασης, το θεμελιώδες δικαίωμα της ελευθερίας του συνεταιρίζεσθαι και την ουσιαστική αναγνώριση του δικαιώματος συλλογικών διαπραγματεύσεων των εργαζομένων, την κατάργηση όλων των μορφών αναγκαστικής ή υποχρεωτικής εργασίας, την ουσιαστική κατάργηση της παιδικής εργασίας και την κατάργηση των διακρίσεων σε θέματα απασχόλησης και άσκησης του επαγγέλματος·

Ότι σύμφωνα τη σύμβαση όλοι ανεξαιρέτως οι ναυτικοί δικαιούνται ασφαλή χώρο εργασίας που συμμορφώνεται προς τα πρότυπα ασφαλείας, τους δίκαιους όρους απασχόλησης, τις αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και διαβίωσης και προς τα μέτρα προστασίας της υγείας, υγειονομικής περίθαλψης, πρόνοιας και άλλες μορφές κοινωνικής προστασίας·

Ότι η σύμβαση υποχρεώνει τα συμβαλλόμενα μέρη να μεριμνούν, στα όρια της δικαιοδοσίας τους, για την πλήρη εφαρμογή των εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων των ναυτικών, τα οποία αναφέρονται στην προηγούμενη παράγραφο του παρόντος προοιμίου, σύμφωνα με τις απαιτήσεις της σύμβασης. Εκτός και εάν προβλέπεται διαφορετικά στη σύμβαση, η εφαρμογή αυτή μπορεί να επιβληθεί μέσω των εθνικών νομοθεσιών και κανονισμών, των ισχυουσών συλλογικών συμβάσεων εργασίας ή άλλων μέτρων ή στην πράξη·

Ότι τα συμβαλλόμενα μέρη επιθυμούν να δώσουν ιδιαίτερη προσοχή στο «Επεξηγηματικό σημείωμα των κανονισμών και του κώδικα της σύμβασης για τη ναυτική εργασία», το οποίο καθορίζει τη μορφή και τη δομή της σύμβασης·

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (εφεξής «η Συνθήκη») και ιδίως τα άρθρα 137, 138 και 139·

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

Ότι το άρθρο 139 παράγραφος 2 της Συνθήκης ορίζει ότι οι συμφωνίες που συνάπτονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο μπορούν να εφαρμόζονται κατόπιν κοινού αιτήματος των συμβαλλόμενων μερών, με απόφαση του Συμβουλίου ύστερα από πρόταση της Επιτροπής·

Ότι τα συμβαλλόμενα μέρη διατυπώνουν αυτό το αίτημα με την παρούσα συμφωνία·

Ότι το καταλληλότερο μέσο για την εφαρμογή της συμφωνίας είναι η έκδοση οδηγίας, κατά την έννοια του άρθρου 249 της Συνθήκης, η οποία θα δεσμεύει τα κράτη μέλη ως προς το προς επίτευξη αποτέλεσμα, αφήνοντας στις εθνικές αρχές την επιλογή της μορφής και των μεθόδων· ότι το άρθρο VI της σύμβασης επιτρέπει στα μέλη της ΔΟΕ να εφαρμόζουν μέτρα της επιλογής τους τα οποία είναι ουσιαστικά ισοδύναμα με τα πρότυπα της σύμβασης και αποσκοπούν τόσο στην πλήρη επίτευξη του γενικού στόχου και σκοπού της σύμβασης όσο και στην εφαρμογή των συγκεκριμένων διατάξεων της σύμβασης· ότι η εφαρμογή της συμφωνίας μέσω οδηγίας και η αρχή της «ουσιαστικής ισοδυναμίας» της σύμβασης στοχεύουν, κατά συνέπεια, στο να προσδώσουν στα κράτη μέλη την ικανότητα υλοποίησης των δικαιωμάτων και των αρχών κατά τον τρόπο που προβλέπεται στις παραγράφους 3 και 4 του άρθρου VI της σύμβασης.

συμφώνησαν τα ακόλουθα:

ΟΡΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ

1. Εκτός εάν ορίζεται αλλιώς σε συγκεκριμένες διατάξεις, για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας:

α) ως αρμόδια αρχή νοείται ο υπουργός, η κυβερνητική υπηρεσία ή κάθε άλλη αρχή ορισθείσα από τα κράτη μέλη η οποία έχει την αρμοδιότητα να εκδίδει και να επιβάλλει κανονισμούς, εντολές ή άλλες οδηγίες με νομική ισχύ σε σχέση με το περιεχόμενο των συναφών διατάξεων·

β) ως ολική χωρητικότητα νοείται η ολική χωρητικότητα που υπολογίζεται σύμφωνα με τους κανονισμούς καταμέτρησης που περιλαμβάνονται στο παράρτημα Ι της διεθνούς σύμβασης για την καταμέτρηση της χωρητικότητας των πλοίων του 1969 ή βάσει οποιασδήποτε διάδοχης σύμβασης· για πλοία που καλύπτονται από το προσωρινό σύστημα μέτρησης χωρητικότητας που έχει θεσπίσει ο Διεθνής Ναυτιλιακός Οργανισμός, η ολική χωρητικότητα είναι αυτή που αναφέρεται στη στήλη ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ του διεθνούς πιστοποιητικού καταμέτρησης χωρητικότητας (1969)·

γ) ως ναυτικός νοείται κάθε πρόσωπο το οποίο απασχολείται ή προσλαμβάνεται ή εργάζεται με οποιαδήποτε ιδιότητα σε πλοίο για το οποίο ισχύει η παρούσα συμφωνία·

δ) η συμφωνία απασχόλησης του ναυτικού περιλαμβάνει τη σύμβαση εργασίας και λοιπές συναινετικές διατάξεις·

ε) ως πλοίο νοείται κάθε πλοίο εκτός εκείνων που κυκλοφορούν αποκλειστικά σε εσωτερικά ύδατα ή σε ύδατα εντός ή πλησίον προστατευομένων υδάτων ή περιοχών όπου εφαρμόζονται λιμενικοί κανονισμοί·

στ) ως πλοιοκτήτης νοείται ο ιδιοκτήτης του πλοίου ή οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός ή πρόσωπο, όπως ο διαχειριστής, ο πράκτορας ή ο ναυλωτής κενού σκάφους στον οποίο έχει ανατεθεί η ευθύνη λειτουργίας του πλοίου από τον ιδιοκτήτη και ο οποίος αναλαμβάνοντας την εν λόγω ευθύνη, συμφώνησε να αναλάβει όλα τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στον πλοιοκτήτη δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, ανεξαρτήτως του εάν κάποιος άλλος οργανισμός ή πρόσωπο έχει αναλάβει ορισμένα από τα καθήκοντα ή τις ευθύνες εξ ονόματος του πλοιοκτήτη.

2. Εκτός εάν ορίζεται ρητώς διαφορετικά, η παρούσα συμφωνία ισχύει για όλους τους ναυτικούς.

3. Σε περίπτωση αμφιβολίας σχετικά με το εάν κάποιες κατηγορίες εργαζομένων εντάσσονται στην κατηγορία των ναυτικών για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, το ζήτημα διευθετείται από την αρμόδια αρχή του εκάστοτε κράτους μέλους κατόπιν διαβούλευσης με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών. Στο πλαίσιο αυτό, λαμβάνεται επίσης δεόντως υπόψη το ψήφισμα της 94ης (ναυτιλιακής) συνόδου της Γενικής Διάσκεψης της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας σχετικά με την πληροφόρηση για τις κατηγορίες εργαζομένων.

4. Εκτός εάν ορίζεται ρητώς διαφορετικά, η παρούσα συμφωνία ισχύει για όλα τα πλοία, είτε ανήκουν στο δημόσιο είτε σε ιδιώτες, τα οποία αναπτύσσουν κανονικά δραστηριότητες εμπορικής ναυτιλίας, με εξαίρεση τα πλοία που αναπτύσσουν αλιευτικές ή συναφείς δραστηριότητες και τα παραδοσιακά κατασκευασμένα πλοία όπως παραδοσιακά καΐκια αραβικού τύπου και κινεζικά πολεμικά ιστιοφόρα (τζόγκες). Η παρούσα συμφωνία δεν ισχύει για πολεμικά πλοία ή για τα βοηθητικά πλοία του πολεμικού ναυτικού.

5. Σε περίπτωση αμφιβολίας σχετικά με το εάν η παρούσα συμφωνία ισχύει για κάποιο πλοίο ή για κάποια κατηγορία πλοίων, το ζήτημα διευθετείται από την αρμόδια αρχή του εκάστοτε κράτους μέλους κατόπιν διαβούλευσης με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών.

ΟΙ ΚΑΝΟΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΤΑ ΠΡΟΤΥΠΑ

ΤΙΤΛΟΣ 1. ΕΛΑΧΙΣΤΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΝΑΥΤΙΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Κανόνας 1.1 – Κατώτατο όριο ηλικίας

1. Απαγορεύεται η απασχόληση ή η πρόσληψη ή η εργασία σε πλοία ατόμων που δεν έχουν συμπληρώσει το κατώτατο όριο ηλικίας.

2. Για τις περιστάσεις που ορίζει η παρούσα συμφωνία απαιτείται υψηλότερο κατώτατο όριο ηλικίας .

Πρότυπο Α1.1 – Κατώτατο όριο ηλικίας

Το κατώτατο όριο ηλικίας ρυθμίζεται από την οδηγία 1999/63/ΕΚ του Συμβουλίου της 21ης Ιουνίου 1999 (αναμένεται να τροποποιηθεί) σχετικά με την ευρωπαϊκή συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των ναυτικών (αναμένεται να τροποποιηθεί σύμφωνα με το παράρτημα Α της παρούσας συμφωνίας).

Κανόνας 1.2 – Ιατρικό πιστοποιητικό

Τα ιατρικά πιστοποιητικά διέπονται από την οδηγία 1999/63/ΕΚ του Συμβουλίου της 21ης Ιουνίου 1999 (αναμένεται να τροποποιηθεί) σχετικά με την ευρωπαϊκή συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των ναυτικών (αναμένεται να τροποποιηθεί σύμφωνα με το παράρτημα Α της παρούσας συμφωνίας).

Κανόνας 1.3 – Εκπαίδευση και προσόντα

1. Δεν είναι δυνατή η εργασία σε πλοία ναυτικών οι οποίοι δεν έχουν λάβει την προσήκουσα εκπαίδευση ή πιστοποίηση καταλληλότητας ή δεν διαθέτουν τα προσόντα που απαιτούνται για την επιτέλεση των καθηκόντων τους.

2. Δεν επιτρέπεται η εργασία σε πλοία ναυτικών οι οποίοι δεν έχουν ολοκληρώσει επιτυχώς την εκπαίδευση προσωπικής ασφάλειας επί του πλοίου.

3. Η εκπαίδευση και πιστοποίηση σύμφωνα με τα υποχρεωτικά μέσα που έχει θεσπίσει ο Διεθνής Ναυτιλιακός Οργανισμός θεωρούνται ότι πληρούν τις απαιτήσεις των παραγράφων 1 και 2 του παρόντος κανόνα.

ΤΙΤΛΟΣ 2. ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Κανόνας 2.1 – Συμφωνίες απασχόλησης των ναυτικών

1. Οι όροι και οι προϋποθέσεις απασχόλησης των ναυτικών πρέπει να καθορίζονται ή αναφέρονται σε σαφή, γραπτή και νομικώς εκτελεστή συμφωνία και να είναι σύμφωνοι με τα πρότυπα που θεσπίζει η παρούσα συμφωνία.

2. Οι ναυτικοί συναινούν με τις συμφωνίες απασχόλησής τους υπό συνθήκες που τους διασφαλίζουν, προτού υπογράψουν, τη δυνατότητα να εξετάσουν τους όρους και τις προϋποθέσεις που περιέχονται στις συμφωνίες απασχόλησης, να ζητήσουν συναφείς συμβουλές και να τις αποδεχθούν ελεύθερα.

3. Στον βαθμό που συνάδει με τις εθνικές νομοθεσίες και πρακτικές των κρατών μελών, οι συμφωνίες απασχόλησης των ναυτικών θεωρούνται ότι ενσωματώνουν τις εκάστοτε ισχύουσες συλλογικές συμβάσεις εργασίας.

Πρότυπο A2.1 – Συμφωνίες απασχόλησης των ναυτικών

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη θέσπιση νόμων ή κανονισμών οι οποίοι επιβάλλουν στα πλοία που φέρουν τη σημαία τους τις ακόλουθες απαιτήσεις:

α) οι ναυτικοί που εργάζονται σε πλοία τα οποία φέρουν τη σημαία κράτους μέλους πρέπει να έχουν συνάψει συμφωνία απασχόλησης υπογεγραμμένη τόσο από τους ίδιους όσο και από τον πλοιοκτήτη ή τον εκπρόσωπό του (ή, σε περίπτωση που δεν είναι υπάλληλοι, αποδεικτικά στοιχεία συμβατικών ή συναφών ρυθμίσεων) η οποία τους διασφαλίζει αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και διαβίωσης επί του πλοίου σύμφωνα με τις απαιτήσεις της παρούσας συμφωνίας·

β) στους συμβαλλόμενους σε συμφωνία απασχόλησης ναυτικούς πρέπει να παρέχεται, προτού την υπογράψουν, η δυνατότητα να εξετάσουν τη συμφωνία και να ζητήσουν συμβουλές, όπως και κάθε άλλη αναγκαία διευκόλυνση ώστε να διασφαλίζεται ότι υπογράφουν τη συμφωνία εκουσίως έχοντας κατανοήσει επαρκώς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους·

γ) τόσο ο πλοιοκτήτης όσο και ο ναυτικός πρέπει να έχουν έκαστος από ένα υπογεγραμμένο πρωτότυπο της συμφωνίας απασχόλησης του ναυτικού·

δ) πρέπει να λαμβάνονται μέτρα για την απρόσκοπτη παροχή, επί του πλοίου, σαφούς πληροφόρησης προς τους ναυτικούς, περιλαμβανομένου του πλοιάρχου, όσον αφορά τις συνθήκες απασχόλησής τους καθώς και μέτρα για την πρόσβαση των υπευθύνων των αρμόδιων αρχών και, μεταξύ άλλων, των υπευθύνων των λιμένων από τους οποίους πρόκειται να διέλθει το πλοίο, στις εν λόγω πληροφορίες καθώς και σε αντίγραφα της συμφωνίας απασχόλησης των ναυτικών για σκοπούς ελέγχου· και

ε) πρέπει να χορηγείται στους ναυτικούς έγγραφο με λεπτομερή περιγραφή της απασχόλησής τους επί του πλοίου.

2. Σε περίπτωση που η ισχύουσα συλλογική σύμβαση εργασίας αποτελεί εν όλω ή εν μέρει τμήμα της συμφωνίας απασχόλησης του ναυτικού, τότε πρέπει να υπάρχει στο πλοίο αντίγραφό της. Σε περίπτωση που η συμφωνία απασχόλησης του ναυτικού και η ισχύουσα συλλογική σύμβαση εργασίας δεν έχουν συνταχθεί στην αγγλική γλώσσα, τότε πρέπει να υπάρχουν διαθέσιμα στο πλοίο στα αγγλικά (εξαιρούνται τα πλοία που εκτελούν αποκλειστικά εγχώρια δρομολόγια) τα ακόλουθα έγγραφα:

α) αντίγραφο του τυποποιημένου αντίτυπου της συμφωνίας· και

β) τα αποσπάσματα της συλλογικής σύμβασης εργασίας που υπόκεινται σε επιθεώρηση από τις εκάστοτε λιμενικές αρχές.

3. Το έγγραφο που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο ε) του παρόντος προτύπου δεν πρέπει να περιέχει καμία αναφορά στην ποιότητα της εργασίας των ναυτικών ή στις απολαβές τους. Η μορφή του εγγράφου, τα προς καταγραφή στοιχεία και ο τρόπος συμπλήρωσης των εν λόγω στοιχείων καθορίζονται από τις εθνικές νομοθεσίες.

4. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη θέσπιση των νόμων και των κανονισμών που καθορίζουν τα ζητήματα που πρέπει να περιλαμβάνονται σε όλες τις συμφωνίες απασχόλησης των ναυτικών που διέπονται από τις εθνικές τους νομοθεσίες. Οι συμφωνίες απασχόλησης των ναυτικών πρέπει σε κάθε περίπτωση να περιέχουν τα ακόλουθα στοιχεία:

α) το πλήρες όνομα, την ημερομηνία γέννησης ή την ηλικία, και τον τόπο γέννησης του ναυτικού·

β) το όνομα και τη διεύθυνση του πλοιοκτήτη·

γ) τον τόπο και την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας απασχόλησης του ναυτικού·

δ) την ιδιότητα με την οποία απασχολείται ο ναυτικός·

ε) το ύψος των αποδοχών του ναυτικού ή, εφόσον υπάρχει, τον τύπο που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό τους·

στ) το ύψος της ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών ή, εφόσον υπάρχει, τον τύπο που χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό της·

ζ) τη λήξη της σύμβασης και τους συναφείς όρους, και, μεταξύ άλλων, τα ακόλουθα:

i) εάν η συμφωνία είναι αορίστου χρόνου, τις προϋποθέσεις καταγγελίας της συμφωνίας εκ μέρους των συμβαλλομένων, καθώς και την προβλεπόμενη προθεσμία ειδοποίησης, η οποία δεν πρέπει να είναι μικρότερη για τον πλοιοκτήτη απ’ ό,τι για τον ναυτικό·

ii) εάν η συμφωνία είναι ορισμένου χρόνου, την προβλεπόμενη ημερομηνία λήξης της· και

iii) εάν η συμφωνία αφορά ένα μόνο ταξίδι, τον λιμένα προορισμού και τον χρόνο που απαιτείται για τη λήξη της μετά την άφιξη και πριν από την απαλλαγή του ναυτικού από τα καθήκοντά του·

η) τις παροχές υγείας και κοινωνικής ασφάλισης που οφείλει να εξασφαλίζει στον ναυτικό ο πλοιοκτήτης·

θ) το δικαίωμα επαναπατρισμού του ναυτικού·

ι) αναφορά στη συλλογική σύμβαση εργασίας, εφόσον υπάρχει· και

ια) οποιοδήποτε άλλο στοιχείο απαιτούν ενδεχομένως οι εθνικές νομοθεσίες.

5. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη θέσπιση των νόμων ή των κανονισμών που καθορίζουν τις ελάχιστες περιόδους ειδοποίησης τις οποίες οφείλουν να τηρούν οι ναυτικοί και οι πλοιοκτήτες σε περίπτωση πρόωρης λύσης των συμφωνιών απασχόλησης των ναυτικών. Η διάρκεια των εν λόγω ελάχιστων περιόδων καθορίζεται κατόπιν διαβούλευσης με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είναι μικρότερη των επτά ημερών.

6. Περίοδος ειδοποίησης μικρότερη από την ελάχιστη είναι δυνατό να οριστεί σε περιπτώσεις οι οποίες δικαιολογούν, σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες, τους εθνικούς κανονισμούς ή τις ισχύουσες συλλογικές συμβάσεις εργασίας, λύση της συμφωνίας απασχόλησης με συντομότερη προθεσμία ειδοποίησης ή άνευ ειδοποίησης. Στο πλαίσιο του καθορισμού των εν λόγω περιπτώσεων, τα κράτη μέλη φροντίζουν να λαμβάνεται υπόψη η ανάγκη του ναυτικού να καταγγείλει, χωρίς κυρώσεις, τη συμφωνία απασχόλησης με συντομότερη προθεσμία ειδοποίησης ή άνευ ειδοποίησης για σοβαρούς οικογενειακούς ή άλλους επείγοντες λόγους.

Κανόνας 2.3 – Ώρες εργασίας και ώρες ανάπαυσης

Οι ώρες εργασίας και ανάπαυσης των ναυτικών ρυθμίζονται από την οδηγία 1999/63/ΕΚ του Συμβουλίου της 21ης Ιουνίου 1999 (αναμένεται να τροποποιηθεί) σχετικά με την ευρωπαϊκή συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των ναυτικών (αναμένεται να τροποποιηθεί σύμφωνα με το παράρτημα Α της παρούσας συμφωνίας).

Κανόνας 2.4 – Δικαίωμα αδείας

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη χορήγηση στους ναυτικούς που απασχολούνται σε πλοία τα οποία φέρουν τη σημαία τους ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών υπό προσήκουσες συνθήκες δυνάμει της παρούσας συμφωνίας και της οδηγίας 1999/63/ΕΚ του Συμβουλίου της 21ης Ιουνίου 1999 (αναμένεται να τροποποιηθεί) σχετικά με την ευρωπαϊκή συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των ναυτικών (αναμένεται να τροποποιηθεί σύμφωνα με το παράρτημα Α της παρούσας συμφωνίας).

2. Οι ναυτικοί δικαιούνται άδεια εξόδου στην ξηρά για λόγους υγείας και ευεξίας και ανάλογα με τις επιχειρησιακές απαιτήσεις των θέσεών τους.

Κανόνας 2.5 – Επαναπατρισμός

1. Οι ναυτικοί δικαιούνται δωρεάν επαναπατρισμό.

2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα πλοία που φέρουν τη σημαία τους να παρέχουν οικονομική ασφάλεια για τη δέουσα ολοκλήρωση του επαναπατρισμού των ναυτικών.

Πρότυπο A2.5 – Επαναπατρισμός

1. Τα κράτη μέλη διασφαλίζουν την άσκηση του δικαιώματος επαναπατρισμού των ναυτικών που εργάζονται σε πλοία τα οποία φέρουν τη σημαία τους στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) εάν η συμφωνία απασχόλησης του ναυτικού λήξει ενώ το πλοίο βρίσκεται στο εξωτερικό·

β) σε περίπτωση καταγγελίας της συμφωνίας απασχόλησης του ναυτικού:

i) από τον πλοιοκτήτη· ή

ii) από τον ναυτικό για αιτιολογημένους λόγους· και επίσης

γ) σε περίπτωση που ο ναυτικός δεν είναι πλέον σε θέση να επιτελέσει τα καθήκοντά του όπως αυτά απορρέουν από τη συμφωνία απασχόλησής του ή δεν είναι εφικτό να τα επιτελέσει υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες.

2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη συμπερίληψη στις νομοθεσίες και στους κανονισμούς τους ή σε λοιπά μέτρα ή σε συλλογικές συμβάσεις εργασίας κατάλληλων διατάξεων οι οποίες ορίζουν:

α) τις περιπτώσεις στις οποίες δικαιούνται επαναπατρισμό οι ναυτικοί σύμφωνα με την παράγραφο 1 στοιχεία β) και γ) του παρόντος προτύπου·

β) τη μέγιστη διάρκεια των περιόδων υπηρεσίας επί του πλοίου μετά την οποία ο ναυτικός δικαιούται επαναπατρισμό -οι περίοδοι αυτές πρέπει να είναι μικρότερες των 12 μηνών· και

γ) τις ακριβείς παροχές που χορηγούν οι πλοιοκτήτες για τον επαναπατρισμό, περιλαμβανομένων εκείνων που σχετίζονται με τους προορισμούς του επαναπατρισμού, τον τρόπο μεταφοράς, τις προς κάλυψη δαπάνες και με άλλες ρυθμίσεις οι οποίες γίνονται από τους πλοιοκτήτες.

3. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε να μην επιτρέπεται στους πλοιοκτήτες να ζητούν από τους ναυτικούς να προκαταβάλλουν το κόστος επαναπατρισμού κατά την πρόσληψή τους, ούτε να παρακρατούν το κόστος επαναπατρισμού από τις αποδοχές των ναυτικών ή από άλλες χορηγούμενες προς αυτούς παροχές, με εξαίρεση την περίπτωση στην οποία αποδεικνύεται, σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες ή κανονισμούς ή με λοιπά μέτρα ή με τις ισχύουσες συλλογικές συμβάσεις εργασίας, ότι ο ναυτικός έχει προβεί σε σοβαρή αθέτηση των εργασιακών του υποχρεώσεων.

4. Οι εθνικές νομοθεσίες και οι κανονισμοί δεν θίγουν το δικαίωμα του πλοιοκτήτη να επιδιώκει την ανάκτηση του κόστους επαναπατρισμού στο πλαίσιο συμβάσεων με τρίτους.

5. Εάν κάποιος πλοιοκτήτης αδυνατεί να προβεί σε ρυθμίσεις για τον επαναπατρισμό των ναυτικών που δικαιούνται επαναπατρισμού ή αδυνατεί να καλύψει το κόστος του επαναπατρισμού:

α) για τον επαναπατρισμό των ενδιαφερόμενων ναυτικών μεριμνά η αρμόδια αρχή του κράτους μέλους του οποίου τη σημαία φέρει το πλοίο· σε περίπτωση αδυναμίας της εν λόγω αρμόδιας αρχής να προβεί στις σχετικές ρυθμίσεις, για τον επαναπατρισμό των ναυτικών δύναται να μεριμνήσει το κράτος από το οποίο πρόκειται να επαναπατριστούν οι ναυτικοί ή το κράτος του οποίου είναι υπήκοοι και στη συνέχεια να ζητήσει την επιστροφή του κόστους επαναπατρισμού από το κράτος μέλος του οποίου τη σημαία φέρει το πλοίο·

β) το κράτος μέλος του οποίου τη σημαία φέρει το πλοίο ζητεί την επιστροφή του κόστους επαναπατρισμού των ναυτικών από τον πλοιοκτήτη·

γ) οι ναυτικοί δεν επιβαρύνονται σε καμία περίπτωση με τα έξοδα επαναπατρισμού, εξαιρουμένης της περίπτωσης που προβλέπεται στην παράγραφο 3 του παρόντος προτύπου.

6. Λαμβανομένων υπόψη τα ισχυόντων διεθνών νομικών μέσων, και, μεταξύ άλλων, της διεθνούς σύμβασης περί συντηρητικής κατάσχεσης πλοίων του 1999, το κράτος μέλος που καταβάλλει το κόστος επαναπατρισμού δύναται να προβεί σε κράτηση, ή να ζητήσει την κράτηση, των πλοίων του συγκεκριμένου πλοιοκτήτη μέχρις ότου ο τελευταίος προβεί στην επιστροφή σύμφωνα με την παράγραφο 5 του παρόντος προτύπου.

7. Τα κράτη μέλη διευκολύνουν τον επαναπατρισμό των ναυτικών που απασχολούνται σε πλοία τα οποία καταπλέουν στους λιμένες τους ή διέρχονται από τα χωρικά ή εσωτερικά τους ύδατα, καθώς και για την αντικατάστασή τους επί του πλοίου.

8. Συγκεκριμένα, τα κράτη μέλη δεν αρνούνται σε καμία περίπτωση το δικαίωμα επαναπατρισμού σε ναυτικό λόγω της οικονομικής κατάστασης του πλοιοκτήτη ή λόγω της αδυναμίας ή της απροθυμίας του πλοιοκτήτη να αντικαταστήσει τον ναυτικό.

9. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε στα πλοία που φέρουν τη σημαία τους να υπάρχει και να τίθεται στη διάθεση των ναυτικών αντίγραφο των ισχυουσών εθνικών διατάξεων σχετικά με τον επαναπατρισμό γραμμένο σε κατάλληλη γλώσσα.

Κανόνας 2.6 – Αποζημίωση ναυτικών σε περίπτωση απώλειας ή βύθισης του πλοίου

Οι ναυτικοί δικαιούνται προσήκουσα αποζημίωση σε περίπτωση τραυματισμού, ζημίας ή ανεργίας λόγω ατυχήματος ή βύθισης του πλοίου.

Πρότυπο A2.6 – Αποζημίωση ναυτικών σε περίπτωση απώλειας ή βύθισης του πλοίου

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη θέσπιση κανόνων που προβλέπουν, σε κάθε περίπτωση απώλειας ή βύθισης πλοίου, την καταβολή αποζημίωσης εκ μέρους του πλοιοκτήτη σε όλους ανεξαιρέτως τους ναυτικούς που εργάζονται στο πλοίο για λόγους ανεργίας συνεπεία της απώλειας ή της βύθισης.

2. Τα ορισθέντα στην παράγραφο 1 του παρόντος προτύπου δεν θίγουν τυχόν άλλα δικαιώματα που προβλέπουν οι εθνικές νομοθεσίες των κρατών μελών για τους ναυτικούς σε περίπτωση ζημίας ή τραυματισμού λόγω ατυχήματος ή βύθισης του πλοίου.

Κανόνας 2.7 – Επίπεδα επάνδρωσης

Διατάξεις σχετικά με την επαρκή, ασφαλή και αποτελεσματική επάνδρωση των πλοίων περιέχονται στην οδηγία 1999/63/ΕΚ του Συμβουλίου της 21ης Ιουνίου 1999 (αναμένεται να τροποποιηθεί) σχετικά με την ευρωπαϊκή συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των ναυτικών (αναμένεται να τροποποιηθεί σύμφωνα με το παράρτημα Α της παρούσας συμφωνίας).

Κανόνας 2.8 – Προοπτικές σταδιοδρομίας, ανάπτυξη δεξιοτήτων και ευκαιρίες απασχόλησης για τους ναυτικούς

Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη θέσπιση εθνικών πολιτικών που προάγουν την απασχόληση στη ναυτιλία, ενθαρρύνουν την ανάπτυξη της σταδιοδρομίας και των δεξιοτήτων των ναυτικών που διαμένουν στο έδαφός τους και τους προσφέρουν περισσότερες ευκαιρίες απασχόλησης.

Πρότυπο A2.8 – Προοπτικές σταδιοδρομίας, ανάπτυξη δεξιοτήτων και περισσότερες ευκαιρίες απασχόλησης για τους ναυτικούς

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη θέσπιση εθνικών πολιτικών που ενθαρρύνουν την ανάπτυξη της σταδιοδρομίας και των δεξιοτήτων των ναυτικών, και τους προσφέρουν περισσότερες ευκαιρίες απασχόλησης, προκειμένου να τροφοδοτείται σταθερά η ναυτιλία με ικανό εργατικό δυναμικό.

2. Οι πολιτικές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος προτύπου αποσκοπούν στην ενίσχυση των ικανοτήτων και των δεξιοτήτων των ναυτικών και στην παροχή περισσότερων ευκαιριών απασχόλησης.

3. Τα κράτη μέλη, κατόπιν διαβούλευσης με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών, θέτουν σαφείς στόχους για τον επαγγελματικό προσανατολισμό, την εκπαίδευση και την κατάρτιση των ναυτικών των οποίων τα καθήκοντα επί του πλοίου σχετίζονται κατά κύριο λόγο με την ασφαλή λειτουργία και πλοήγηση του πλοίου, καθώς και, μεταξύ άλλων, για τη συνεχή τους κατάρτιση.

ΤΙΤΛΟΣ 3. ΕΝΔΙΑΙΤΗΣΗ, ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΨΥΧΑΓΩΓΙΑΣ, ΣΙΤΙΣΗ ΚΑΙ ΤΡΟΦΟΔΟΣΙΑ

Πρότυπο A3.1 – Ενδιαίτηση και δυνατότητες ψυχαγωγίας

1. Τα πλοία που καταπλέουν τακτικά για εμπορικούς σκοπούς λιμένες στους οποίους αφθονούν τα κουνούπια πρέπει να είναι εφοδιασμένα με κατάλληλες συσκευές, σύμφωνα με τις απαιτήσεις των αρμόδιων αρχών.

2. Επί του πλοίου πρέπει να παρέχονται σε όλους τους ναυτικούς κατάλληλες δυνατότητες, παροχές και υπηρεσίες ψυχαγωγίας, ειδικά προσαρμοσμένες για να καλύπτουν τις ιδιαίτερες ανάγκες των ναυτικών που είναι αναγκασμένοι να ζουν και να εργάζονται στα πλοία, λαμβανομένων υπόψη των διατάξεων περί προστασίας της υγείας και της ασφάλειας και περί πρόληψης ατυχημάτων.

3. Οι αρμόδιες αρχές μεριμνούν για την πραγματοποίηση συχνών επιθεωρήσεων στα πλοία, από τον πλοίαρχο ή υπό την ευθύνη του πλοιάρχου, προκειμένου να ελέγχεται η καθαριότητα, η καταλληλότητα, και η καλή κατάσταση και συντήρηση των ενδιαιτημάτων των ναυτικών. Τα αποτελέσματα όλων ανεξαιρέτως των επιθεωρήσεων καταγράφονται και φυλάσσονται για επανέλεγχο.

4. Στην περίπτωση πλοίων όπου επιβάλλεται να ληφθούν υπόψη, χωρίς διακρίσεις, οι διαφορετικές και ξεχωριστές θρησκευτικές και κοινωνικές πρακτικές των ναυτικών, οι αρμόδιες αρχές δύνανται, κατόπιν διαβούλευσης με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών, να επιτρέψουν εύλογες παρεκκλίσεις από το παρόν πρότυπο υπό τον όρο ότι οι παρεκκλίσεις αυτές δεν θα έχουν ως αποτέλεσμα την παροχή συνολικά λιγότερο ευνοϊκών δυνατοτήτων από εκείνες που θα προέκυπταν από την εφαρμογή του παρόντος προτύπου.

Κανόνας 3.2 – Σίτιση και τροφοδοσία

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα πλοία που φέρουν τη σημαία τους να μεταφέρουν και να σερβίρουν σε επαρκείς ποσότητες τρόφιμα και πόσιμο νερό προσήκουσας ποιότητας και θρεπτικής αξίας, ώστε να καλύπτονται πλήρως οι απαιτήσεις του πλοίου λαμβανομένων υπόψη των διαφορετικών πολιτιστικών και θρησκευτικών πρακτικών.

2. Οι ναυτικοί δικαιούνται δωρεάν σίτιση επί του πλοίου καθ’ όλο το διάστημα της απασχόλησής τους.

3. Οι ναυτικοί που απασχολούνται ως μάγειρες στα πλοία και είναι υπεύθυνοι για την παρασκευή των τροφίμων πρέπει να εκπαιδεύονται και να καταρτίζονται για τη θέση τους επί του πλοίου.

Πρότυπο A3.2 – Σίτιση και τροφοδοσία

1. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν νομοθεσίες και κανονισμούς ή λοιπά μέτρα για τον καθορισμό ελάχιστων προδιαγραφών όσον αφορά την ποσότητα και την ποιότητα των τροφίμων και του πόσιμου ύδατος, καθώς και για τον καθορισμό ελάχιστων προδιαγραφών τροφοδοσίας όσον αφορά τα γεύματα που παρέχονται στους ναυτικούς εντός των πλοίων που φέρουν τη σημαία τους, και υλοποιούν εκπαιδευτικές δραστηριότητες για την προαγωγή της ευαισθητοποίησης και της εφαρμογής των προδιαγραφών που αναφέρονται στην παρούσα παράγραφο.

2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα πλοία που φέρουν τη σημαία τους να πληρούν τις ακόλουθες ελάχιστες προδιαγραφές:

α) οι προμήθειες σε τρόφιμα και πόσιμο νερό, αναλόγως του αριθμού των ναυτικών στο πλοίο, των συναφών με το φαγητό θρησκευτικών τους απαιτήσεων και πολιτιστικών πρακτικών, και τη διάρκεια και φύση του ταξιδιού, πρέπει να είναι οι προσήκουσες ως προς την ποσότητα, τη θρεπτική αξία, την ποιότητα και την ποικιλία·

β) η οργάνωση και ο εξοπλισμός του τμήματος τροφοδοσίας πρέπει να εξασφαλίζουν την παροχή στους ναυτικούς επαρκών, ποικίλων και θρεπτικών γευμάτων, τα οποία ετοιμάζονται και σερβίρονται υπό καλές συνθήκες υγιεινής· και

γ) το προσωπικό του τμήματος τροφοδοσίας πρέπει να είναι κατάλληλα εκπαιδευμένο ή ενημερωμένο για τις θέσεις που κατέχει.

3. Οι πλοιοκτήτες μεριμνούν ώστε οι ναυτικοί που προσλαμβάνονται ως μάγειρες στα πλοία να είναι εκπαιδευμένοι και καταρτισμένοι και διαπιστωμένης ικανότητας όσον αφορά τη θέση τους, σύμφωνα με τις απαιτήσεις που περιέχονται στις νομοθεσίες και στους κανονισμούς των αντίστοιχων κρατών μελών.

4. Στις απαιτήσεις της παραγράφου 3 του παρόντος προτύπου περιλαμβάνεται η ολοκλήρωση εγκεκριμένου ή αναγνωρισμένου από τις αρμόδιες αρχές κύκλου κατάρτισης, ο οποίος καλύπτει θέματα όπως πρακτικές γνώσεις μαγειρικής, υγιεινή τροφίμων και προσωπική υγιεινή, αποθήκευση τροφίμων, έλεγχος αποθεμάτων, προστασία του περιβάλλοντος και υγιεινή και ασφάλεια της τροφοδοσίας.

5. Στα πλοία με προβλεπόμενο πλήρωμα μικρότερο των δέκα ατόμων στα οποία, λόγω του μεγέθους του πληρώματος ή των εμπορικών τους δραστηριοτήτων, ενδέχεται να μην απαιτείται από τις αρμόδιες αρχές η απασχόληση πλήρως καταρτισμένου μάγειρα, όσοι ασχολούνται με την επεξεργασία των τροφίμων στην κουζίνα του πλοίου πρέπει να είναι εκπαιδευμένοι ή καλά ενημερωμένοι σε θέματα όπως, μεταξύ άλλων, η υγιεινή τροφίμων και η προσωπική υγιεινή, καθώς και η διαχείριση και η αποθήκευση τροφίμων επί του πλοίου.

6. Σε περιστάσεις εξαιρετικής ανάγκης, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να εκδώσουν απαλλαγή με την οποία να επιτρέπεται η απασχόληση μερικώς καταρτισμένου μάγειρα σε συγκεκριμένο πλοίο για καθορισμένο μικρό χρονικό διάστημα, μέχρι τον επόμενο κατάλληλο λιμένα προσέγγισης ή για χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τον ένα μήνα, υπό τον όρο ότι το άτομο το οποίο αφορά η απαλλαγή είναι εκπαιδευμένο ή καλά ενημερωμένο σε θέματα όπως, μεταξύ άλλων, η υγιεινή τροφίμων και η προσωπική υγιεινή, καθώς και η διαχείριση και η αποθήκευση τροφίμων επί του πλοίου.

7. Οι αρμόδιες αρχές μεριμνούν για την πραγματοποίηση, από τον πλοίαρχο ή υπό την ευθύνη αυτού, συχνών τεκμηριωμένων επιθεωρήσεων στα πλοία όσον αφορά:

α) τις προμήθειες τροφίμων και πόσιμου ύδατος·

β) όλους τους χώρους και τον εξοπλισμό που χρησιμοποιούνται για την αποθήκευση και διαχείριση των τροφίμων και του πόσιμου ύδατος· και

γ) την κουζίνα του πλοίου και τον λοιπό εξοπλισμό για την προετοιμασία και το σερβίρισμα των γευμάτων.

8. Απαγορεύεται η απασχόληση ή η πρόσληψη ή η εργασία με την ιδιότητα του μάγειρα ναυτικού ο οποίος δεν έχει συμπληρώσει την ηλικία των 18 ετών.

ΤΙΤΛΟΣ 4. ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΥΓΕΙΑΣ, ΙΑΤΡΙΚΗ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ ΠΡΟΝΟΙΑΣ

Κανόνας 4.1 – Ιατρική περίθαλψη επί του πλοίου και στην ξηρά

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε όλοι οι ναυτικοί στα πλοία που φέρουν τη σημαία τους να καλύπτονται από κατάλληλα μέτρα για την προστασία της υγείας τους και να έχουν πρόσβαση σε άμεση και προσήκουσα ιατρική περίθαλψη κατά τη διάρκεια της εργασίας τους στο πλοίο.

2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την απρόσκοπτη πρόσβαση σε ιατρικές εγκαταστάσεις στην ξηρά των ναυτικών που εργάζονται σε πλοία που βρίσκονται στα χωρικά τους ύδατα και οι οποίοι χρήζουν άμεσης ιατρικής περίθαλψης .

3 . Στις απαιτήσεις περί προστασίας της υγείας και ιατρικής περίθαλψης επί του πλοίου περιλαμβάνονται πρότυπα για τη λήψη μέτρων που εξασφαλίζουν την παροχή στους ναυτικούς υπηρεσιών προστασίας της υγείας και ιατρικής περίθαλψης αντίστοιχου, κατά το δυνατόν, επιπέδου με τις γενικώς παρεχόμενες στην ξηρά συναφείς υπηρεσίες.

Πρότυπο A4.1 – Ιατρική περίθαλψη επί του πλοίου και στην ξηρά

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη θέσπιση μέτρων που προβλέπουν την προστασία της υγείας και την ιατρική περίθαλψη, περιλαμβανομένης της βασικής οδοντιατρικής περίθαλψης, των ναυτικών που εργάζονται σε πλοία τα οποία φέρουν τη σημαία τους. Τα μέτρα αυτά:

α) διασφαλίζουν για τους ναυτικούς την εφαρμογή όλων των γενικών διατάξεων για τη συναφή με τα καθήκοντά τους προστασία της επαγγελματικής τους υγείας και την ιατρική τους περίθαλψη στον χώρο εργασίας, καθώς και των ειδικών διατάξεων που αφορούν συγκεκριμένα την εργασία σε πλοία·

β) διασφαλίζουν την παροχή στους ναυτικούς υπηρεσιών προστασίας της υγείας και ιατρικής περίθαλψης αντίστοιχου, κατά το δυνατόν, επιπέδου με τις γενικώς παρεχόμενες στην ξηρά συναφείς υπηρεσίες, περιλαμβανομένης της άμεσης πρόσβασης στα απαραίτητα φάρμακα και στις απαραίτητες ιατρικές συσκευές και εγκαταστάσεις διάγνωσης και θεραπείας, καθώς και σε ιατρικές πληροφορίες και εξειδικευμένες γνώσεις·

γ) παρέχουν στους ναυτικούς το δικαίωμα να επισκέπτονται χωρίς καθυστέρηση εξειδικευμένο ιατρό ή οδοντίατρο στους λιμένες προσέγγισης, όπου αυτό είναι εφικτό·

δ) δεν περιορίζονται στη θεραπεία ασθενών ή τραυματιών ναυτικών αλλά περιλαμβάνουν και μέτρα προληπτικού χαρακτήρα, όπως προγράμματα για την προαγωγή της υγείας και την εκπαίδευση σε θέματα υγείας.

2. Οι αρμόδιες αρχές μεριμνούν για τη θέσπιση τυποποιημένου εντύπου καταγραφής ιατρικών περιστατικών το οποίο θα χρησιμοποιείται από τους πλοιάρχους των πλοίων και από το αρμόδιο ιατρικό προσωπικό εντός και εκτός των πλοίων. Το συμπληρωμένο αυτό έντυπο καθώς και τα περιεχόμενά του είναι εμπιστευτικά και χρησιμοποιούνται μόνο για τη διευκόλυνση της θεραπείας των ναυτικών.

3. Τα κράτη μέλη θεσπίζουν νομοθεσίες και κανονισμούς που προβλέπουν απαιτήσεις περί νοσοκομειακής και ιατρικής περίθαλψης καθώς και περί συναφούς εξοπλισμού και κατάρτισης εντός των πλοίων που φέρουν τη σημαία τους.

4. Οι εθνικές νομοθεσίες και κανονισμοί οφείλουν να προβλέπουν τις ελάχιστες ακόλουθες απαιτήσεις:

α) όλα τα πλοία οφείλουν να διαθέτουν κουτί φαρμακείου, ιατρικό εξοπλισμό και ιατρικό οδηγό με καθορισμένο περιεχόμενο το οποίο υπόκειται σε τακτικό έλεγχο από τις αρμόδιες αρχές· οι εθνικές απαιτήσεις πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τον τύπο του πλοίου, τον αριθμό των ατόμων σε αυτό και τη φύση, τον προορισμό και τη διάρκεια των ταξιδιών καθώς και τα συναφή εθνικά και διεθνή συνιστώμενα ιατρικά πρότυπα·

β) στα πλοία που μεταφέρουν 100 τουλάχιστον άτομα και πραγματοποιούν συνήθως διεθνή ταξίδια διάρκειας άνω των 72 ωρών πρέπει να υπάρχει ειδικευμένος ιατρός ο οποίος είναι υπεύθυνος για την παροχή ιατρικής περίθαλψης· οι εθνικές νομοθεσίες ή κανονισμοί ορίζουν τις λοιπές κατηγορίες πλοίων που πρέπει να διαθέτουν ιατρό, λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, παράγοντες όπως τη διάρκεια, τη φύση και τις συνθήκες του ταξιδιού, καθώς και τον αριθμό των ναυτικών επί του πλοίου·

γ) πλοία που δεν διαθέτουν ιατρό οφείλουν να διαθέτουν είτε έναν τουλάχιστον ναυτικό υπεύθυνο, μεταξύ των άλλων τακτικών του καθηκόντων, για την παροχή ιατρικής περίθαλψης και τη χορήγηση φαρμάκων, είτε έναν τουλάχιστον ναυτικό αρμόδιο για την παροχή πρώτων βοηθειών· τα άτομα που είναι υπεύθυνα για την παροχή ιατρικής περίθαλψης επί του πλοίου αλλά δεν είναι ιατροί πρέπει να έχουν ολοκληρώσει επιτυχώς κάποιον κύκλο εκπαίδευσης στην παροχή ιατρικής περίθαλψης ο οποίος να πληροί τις απαιτήσεις της διεθνούς σύμβασης του 1978 σχετικά με πρότυπα εκπαίδευσης, έκδοσης πιστοποιητικών και τήρησης φυλακών των ναυτικών, όπως τροποποιήθηκε (σύμβαση STCW)· οι ναυτικοί που είναι αρμόδιοι για την παροχή των πρώτων βοηθειών πρέπει να έχουν ολοκληρώσει επιτυχώς κάποιον κύκλο εκπαίδευσης στην παροχή πρώτων βοηθειών ο οποίος να πληροί τις απαιτήσεις της σύμβασης STCW· οι εθνικές νομοθεσίες ή κανονισμοί πρέπει να καθορίζουν το επίπεδο της απαιτούμενης εγκεκριμένης εκπαίδευσης λαμβάνοντας υπόψη, μεταξύ άλλων, παράγοντες όπως τη διάρκεια, τη φύση και τις συνθήκες του ταξιδιού, καθώς και τον αριθμό των ναυτικών επί του πλοίου· και

δ) οι αρμόδιες αρχές οφείλουν να μεριμνούν, μέσω προκαθορισμένου συστήματος, για την 24ωρη ασύρματη ή δορυφορική παροχή ιατρικών συμβουλών σε πλοία εν πλω, συμπεριλαμβανομένης της παροχής εξειδικευμένων συμβουλών· οι ιατρικές συμβουλές, συμπεριλαμβανομένης της περαιτέρω διαβίβασης ιατρικών μηνυμάτων μέσω ασύρματης ή δορυφορικής σύνδεσης μεταξύ ενός πλοίου και των ατόμων που δίδουν τις συμβουλές από την ξηρά, πρέπει να παρέχονται δωρεάν σε όλα τα πλοία ανεξαρτήτως της σημαίας την οποία φέρουν.

Κανόνας 4.2 – Ευθύνες πλοιοκτητών

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την εφαρμογή στα πλοία που φέρουν τη σημαία τους μέτρων που παρέχουν στους εργαζόμενους σε αυτά ναυτικούς δικαίωμα σε υλική συνδρομή και στήριξη εκ μέρους του πλοιοκτήτη για την αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών ενδεχόμενης ασθένειας, τραυματισμού ή θανάτου που λαμβάνει χώρα ενόσω εργάζονται στο πλαίσιο της συμφωνίας απασχόλησής τους ή που προκύπτει από την απασχόλησή τους στο πλαίσιο της συμφωνίας αυτής.

2. Ο κανόνας αυτός δεν θίγει τυχόν άλλα ένδικα μέσα στα οποία ενδέχεται να προσφύγει ο ναυτικός.

Πρότυπο A4.2 – Ευθύνες πλοιοκτητών

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την ψήφιση νομοθεσιών και κανονισμών οι οποίοι καθιστούν τους ιδιοκτήτες των πλοίων που φέρουν τη σημαία τους υπεύθυνους για την προστασία της υγείας και την ιατρική περίθαλψη όλων των ναυτικών που εργάζονται επί των εν λόγω πλοίων σύμφωνα με τις ακόλουθες ελάχιστες προδιαγραφές:

α) οι πλοιοκτήτες βαρύνονται με το κόστος της εργασίας των ναυτικών στα πλοία τους σε περίπτωση ασθένειας και τραυματισμού των ναυτικών που λαμβάνει χώρα κατά το χρονικό διάστημα από την ημερομηνία ανάληψης των καθηκόντων μέχρι την ημερομηνία κατά την οποία θεωρείται ότι έχει δεόντως ολοκληρωθεί ο επαναπατρισμός τους, ή που προκύπτει από την απασχόλησή τους κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ των δύο αυτών ημερομηνιών·

β) οι πλοιοκτήτες παρέχουν χρηματική εγγύηση για την αποζημίωση σε περίπτωση θανάτου ή μακροχρόνιας ανικανότητας των ναυτικών λόγω τραυματισμού, ασθένειας ή κινδύνου στον χώρο εργασίας, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην εθνική νομοθεσία, στη συμφωνία απασχόλησης του ναυτικού ή στη συλλογική σύμβαση εργασίας·

γ) οι πλοιοκτήτες βαρύνονται με την καταβολή των δαπανών ιατρικής περίθαλψης, περιλαμβανομένης της ιατρικής θεραπείας και της παροχής των αναγκαίων φαρμάκων και θεραπευτικών συσκευών, καθώς και των δαπανών σίτισης και στέγασης εκτός έδρας μέχρι ότου αναρρώσει ο ασθενής ή ο τραυματίας ναυτικός, ή μέχρι ότου διαπιστωθεί η μόνιμη φύση της ασθένειας ή της ανικανότητά του· και

δ) οι πλοιοκτήτες βαρύνονται με την καταβολή των δαπανών ταφής σε περίπτωση θανάτου ο οποίος λαμβάνει χώρα επί του πλοίου ή στην ξηρά κατά τη διάρκεια της περιόδου απασχόλησης.

2. Οι εθνικές νομοθεσίες ή κανονισμοί μπορούν να περιορίσουν την ευθύνη του πλοιοκτήτη όσον αφορά την καταβολή των δαπανών ιατρικής περίθαλψης, σίτισης και στέγασης σε χρονικό διάστημα όχι μικρότερο των 16 εβδομάδων από την ημέρα τραυματισμού ή εκδήλωσης της ασθένειας.

3. Σε περίπτωση που η ασθένεια ή ο τραυματισμός καταλήξει σε ανικανότητα προς εργασία, ο πλοιοκτήτης οφείλει:

α) να καταβάλει το σύνολο των μισθών για όσο διάστημα οι ασθενείς ή τραυματίες ναυτικοί παραμένουν στο πλοίο ή μέχρι τον επαναπατρισμό των ναυτικών σύμφωνα με την παρούσα συμφωνία· και

β) να καταβάλει το σύνολο ή μέρος των μισθών σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στις εθνικές νομοθεσίες ή κανονισμούς ή σύμφωνα με τα ορισθέντα στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας από τη στιγμή της ολοκλήρωσης του επαναπατρισμού ή της προσγείωσης των ναυτικών μέχρι την ανάρρωσή τους ή, εάν αυτή επέλθει νωρίτερα, μέχρι τη στιγμή που δικαιούνται παροχές σε χρήμα δυνάμει της νομοθεσίας του αρμόδιου κράτους μέλους.

4. Οι εθνικές νομοθεσίες ή κανονισμοί μπορούν να περιορίσουν την ευθύνη του πλοιοκτήτη όσον αφορά την καταβολή του συνόλου ή μέρους των μισθών σε ναυτικό ο οποίος δεν βρίσκεται πλέον στο πλοίο, σε χρονικό διάστημα όχι μικρότερο των 16 εβδομάδων από την ημέρα τραυματισμού ή εκδήλωσης της ασθένειας.

5. Οι εθνικές νομοθεσίες ή κανονισμοί μπορούν να απαλλάξουν τον πλοιοκτήτη από κάθε ευθύνη σε περίπτωση:

α) τραυματισμού ο οποίος δεν συνέβη εν ώρα υπηρεσίας του ναυτικού στο πλοίο·

β) τραυματισμού ή ασθένειας που οφείλεται σε εκούσια παράβαση καθήκοντος εκ μέρους του ασθενούς, τραυματία ή αποθανόντος ναυτικού· και

γ) ασθένειας ή αναπηρίας η οποία σκόπιμα αποσιωπήθηκε κατά τη στιγμή της πρόσληψης.

6. Οι εθνικές νομοθεσίες ή κανονισμοί μπορούν να απαλλάξουν τον πλοιοκτήτη από την ευθύνη καταβολής των δαπανών ιατρικής περίθαλψης, σίτισης και στέγασης, καθώς και των εξόδων ταφής στο βαθμό που την εν λόγω ευθύνη αναλαμβάνουν οι δημόσιες αρχές.

7. Οι πλοιοκτήτες ή οι εκπρόσωποί τους λαμβάνουν μέτρα για την προστασία των προσωπικών αντικειμένων που αφήνουν στο πλοίο οι ασθενείς, τραυματίες ή αποθανόντες ναυτικοί, καθώς και για την επιστροφή τους σε αυτούς ή στους συγγενείς τους.

Κανόνας 4.3 – Προστασία της υγείας και της ασφάλειας και πρόληψη ατυχημάτων

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την προστασία της υγείας των ναυτικών κατά την απασχόλησή τους σε πλοία τα οποία φέρουν τη σημαία τους, καθώς και για τη διαβίωση, την εργασία και την εκπαίδευσή τους σε ασφαλές και υγιεινό περιβάλλον.

2. Τα κράτη μέλη συντάσσουν και εκδίδουν εθνικές κατευθυντήριες γραμμές για τη διαχείριση της ασφάλειας και της υγείας κατά την εργασία στα πλοία που φέρουν τη σημαία τους, κατόπιν διαβούλευσης με οργανώσεις των εκπροσώπων πλοιοκτητών και ναυτικών και αφού λάβουν υπόψη τους κώδικες, τις κατευθυντήριες γραμμές και τα πρότυπα που ισχύουν και συνιστώνται από τις διεθνείς οργανώσεις, τις εθνικές διοικητικές αρχές και τους ναυτιλιακούς οργανισμούς.

3. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη θέσπιση νόμων, κανονισμών και άλλων μέτρων που ρυθμίζουν τα θέματα τα οποία περιέχονται στην παρούσα συμφωνία λαμβάνοντας υπόψη τα συναφή διεθνή μέσα, και καθορίζουν προδιαγραφές για την προστασία της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας και για την πρόληψη ατυχημάτων στα πλοία που φέρουν τη σημαία τους.

Πρότυπο A4.3 – Προστασία της υγείας και της ασφάλειας και πρόληψη ατυχημάτων

1. Οι νόμοι, κανονισμοί και τα που θεσπίζονται σύμφωνα με την παράγραφο 3 του κανόνα 4.3, πρέπει να περιλαμβάνουν τα ακόλουθα θέματα:

α) την υιοθέτηση και αποτελεσματική εφαρμογή και προώθηση πολιτικών και προγραμμάτων για την ασφάλεια και την υγεία κατά την εργασία στα πλοία που φέρουν τη σημαία των κρατών μελών, περιλαμβανομένης της εκτίμησης των κινδύνων καθώς και της εκπαίδευσης και ενημέρωσης των ναυτικών·

β) την εφαρμογή επί των πλοίων προγραμμάτων για την πρόληψη εργατικών ατυχημάτων, τραυματισμών και ασθενειών και για τη διαρκή βελτίωση της προστασίας της επαγγελματικής ασφάλειας και της υγείας, με τη συμμετοχή εκπροσώπων των ναυτικών αλλά και κάθε άλλου αρμόδιου για την εφαρμογή τους προσώπου, λαμβανομένων υπόψη των μέτρων πρόληψης, και, μεταξύ άλλων, του τεχνικού ελέγχου και του ελέγχου σχεδιασμού, της υποκατάστασης διεργασιών και διαδικασιών που αφορούν συλλογικά και ατομικά καθήκοντα, και της χρήση μέσων ατομικής προστασίας· και

γ) απαιτήσεις για την επιθεώρηση, αναφορά και αποκατάσταση μη ασφαλών συνθηκών εργασίας, καθώς και για τη διερεύνηση εργατικών ατυχημάτων επί του πλοίου και την υποβολή συναφών εκθέσεων.

2. Οι διατάξεις που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος προτύπου πρέπει:

α) να λαμβάνουν υπόψη τα συναφή διεθνή για την προστασία της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας τόσο σε γενικό επίπεδο όσο και αναφορικά με συγκεκριμένους κινδύνους, και να εξετάζουν όλα τα ζητήματα που άπτονται της πρόληψης εργατικών ατυχημάτων, τραυματισμών και ασθενειών τα οποία ενδέχεται να έχουν σχέση με την εργασία των ναυτικών και ιδίως εκείνα που αφορούν συγκεκριμένα τη ναυτιλία·

β) να καθορίζουν τα καθήκοντα του πλοιάρχου ή του ορισθέντος από τον πλοίαρχο ατόμου, ή και των δύο, όσον αφορά την ανάληψη της ευθύνης για την υλοποίηση και τη συμμόρφωση προς την πολιτική και το πρόγραμμα του πλοίου για την επαγγελματική ασφάλεια και την υγεία· και

γ) να καθορίζουν τις αρμοδιότητες των ναυτικών του πλοίου που ορίζονται ή εκλέγονται ως εκπρόσωποι ασφαλείας προκειμένου να συμμετέχουν στις συνεδριάσεις της επιτροπής ασφαλείας του πλοίου· οι επιτροπές αυτές συστήνονται σε πλοία με πέντε τουλάχιστον ναυτικούς.

3. Οι νόμοι, κανονισμοί και λοιπά μέτρα που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του κανόνα 4.3 πρέπει να επανεξετάζονται τακτικά σε συνεργασία με τους εκπροσώπους των οργανώσεων πλοιοκτητών και ναυτικών και, εν ανάγκη, να αναθεωρούνται προκειμένου να λαμβάνονται υπόψη οι εξελίξεις της τεχνολογίας και της έρευνας και, κατά συνέπεια, να διευκολύνεται η διαρκής βελτίωση των πολιτικών και των προγραμμάτων για την επαγγελματική ασφάλεια και την υγεία, και να εξασφαλίζεται ασφαλές εργασιακό περιβάλλον στους ναυτικούς που εργάζονται σε πλοία τα οποία φέρουν τη σημαία των κρατών μελών.

4. Συμμόρφωση προς τις απαιτήσεις των ισχυόντων διεθνών μέσων για τα αποδεκτά επίπεδα έκθεσης σε εργασιακούς κινδύνους επί των πλοίων και για την ανάπτυξη και υλοποίηση πολιτικών και προγραμμάτων για την επαγγελματική ασφάλεια και την υγεία θεωρείται ότι επιτυγχάνεται εφόσον πληρούνται οι απαιτήσεις της παρούσας συμφωνίας.

5. Οι αρμόδιες αρχές μεριμνούν για:

α) την προσήκουσα υποβολή εκθέσεων σχετικά με επαγγελματικά ατυχήματα, τραυματισμούς και ασθένειες·

β) την καταγραφή, ανάλυση και δημοσίευση λεπτομερών στατιστικών στοιχείων για τα εν λόγω ατυχήματα και τις ασθένειες, και, ανάλογα με την περίπτωση, για την παρακολούθησή τους μέσω έρευνας των γενικών τάσεων αλλά και των ήδη εντοπισθέντων κινδύνων· και

γ) τη διερεύνηση των επαγγελματικών ατυχημάτων.

6. Η υποβολή αναφορών και η διερεύνηση θεμάτων που άπτονται της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας σχεδιάζονται κατά τρόπο ώστε να διασφαλίζεται η προστασία των προσωπικών δεδομένων των ναυτικών.

7. Οι αρμόδιες αρχές συνεργάζονται με οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών για τη λήψη μέτρων σχετικά με την ενημέρωση όλων των ναυτικών σε σχέση με συγκεκριμένους κινδύνους επί των πλοίων, όπως για παράδειγμα, μέσω της ταχυδρόμησης επίσημων ανακοινώσεων που περιέχουν συναφείς οδηγίες.

8. Οι αρμόδιες αρχές μεριμνούν ώστε οι πλοιοκτήτες που διεξάγουν εκτιμήσεις κινδύνων όσον αφορά τη διαχείριση της επαγγελματικής ασφάλειας και υγείας να λαμβάνουν υπόψη τους κατάλληλα στατιστικά στοιχεία προερχόμενα από τα πλοία τους αλλά και γενικότερα στατιστικά στοιχεία παρεχόμενα από τις αρμόδιες αρχές.

Κανόνας 4.4 – Πρόσβαση σε εγκαταστάσεις πρόνοιας στην ξηρά

Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την εύκολη πρόσβαση σε εγκαταστάσεις πρόνοιας στην ξηρά, εφόσον υπάρχουν. Τα κράτη μέλη προωθούν επιπλέον τη δημιουργία εγκαταστάσεων πρόνοιας σε καθορισμένους λιμένες προκειμένου να παρέχουν στους ναυτικούς των πλοίων που ελλιμενίζονται στους λιμένες τους πρόσβαση σε προσήκουσες εγκαταστάσεις και υπηρεσίες πρόνοιας.

Πρότυπο A4.4 – Πρόσβαση σε εγκαταστάσεις πρόνοιας στην ξηρά

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για την απρόσκοπτη χρησιμοποίηση όλων των εγκαταστάσεων πρόνοιας στο έδαφός τους, εφόσον αυτές υπάρχουν, από όλους τους ναυτικούς ανεξαρτήτως εθνικότητας, φυλής, χρώματος, φύλου, θρησκευτικών πεποιθήσεων, πολιτικών απόψεων ή κοινωνικής προέλευσης, και ανεξαρτήτως της σημαίας του κράτους που φέρει το πλοίο στο οποίο απασχολούνται ή προσλαμβάνονται ή εργάζονται.

2. Όλα τα κράτη μέλη προωθούν την ανάπτυξη εγκαταστάσεων πρόνοιας σε κατάλληλους λιμένες της επικράτειάς τους και καθορίζουν, κατόπιν διαβούλευσης με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών, ποιοι λιμένες θεωρούνται κατάλληλοι.

3. Όλα τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν τη σύσταση επιτροπών πρόνοιας οι οποίες ελέγχουν τακτικά τις εγκαταστάσεις και υπηρεσίες πρόνοιας προκειμένου να διασφαλίζουν την καταλληλότητά τους με γνώμονα τις μεταβολές των αναγκών των ναυτικών οι οποίες οφείλονται στις τεχνικές, επιχειρησιακές και άλλες εξελίξεις στον τομέα της ναυτιλίας.

ΤΙΤΛΟΣ 5. ΣΥΜΜΟΡΦΩΣΗ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΓΗ

Κανόνας 5.1.5 – Διαδικασίες υποβολής καταγγελιών επί του πλοίου

1. Τα κράτη μέλη μεριμνούν ώστε τα πλοία που φέρουν τη σημαία τους να διαθέτουν διαδικασίες για τον δίκαιο, αποτελεσματικό και ταχύ χειρισμό των καταγγελιών των ναυτικών για παραβιάσεις των απαιτήσεων της σύμβασης (περιλαμβανομένων των δικαιωμάτων των ναυτικών).

2. Τα κράτη μέλη απαγορεύουν και τιμωρούν οποιουδήποτε είδους απόπειρα θυματοποίησης ναυτικών που έχουν υποβάλει καταγγελία.

3. Οι διατάξεις του παρόντος κανόνα δεν θίγουν το δικαίωμα προσφυγής του ναυτικού σε οποιοδήποτε έννομο μέσο θεωρεί προσήκον.

Πρότυπο A5.1.5 – Διαδικασίες υποβολής καταγγελιών επί του πλοίου

1. Με την επιφύλαξη τυχόν ευρύτερου πεδίου εφαρμογής που ενδεχομένως προβλέπουν οι εθνικές νομοθεσίες ή κανονισμοί ή οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας, οι διαδικασίες επί του πλοίου μπορούν να χρησιμοποιούνται από τους ναυτικούς για την υποβολή καταγγελιών σχετικά με οποιοδήποτε θέμα κρίνουν ότι συνιστά παραβίαση των απαιτήσεων της σύμβασης (περιλαμβανομένων των δικαιωμάτων των ναυτικών).

2. Τα κράτη μέλη μεριμνούν για τη θέσπιση στις νομοθεσίες ή στους κανονισμούς τους κατάλληλων διαδικασιών υποβολής καταγγελιών επί των πλοίων σύμφωνα με τις απαιτήσεις του κανόνα 5.1.5. Στόχος των διαδικασιών αυτών είναι η διευθέτηση των καταγγελιών στο κατώτερο δυνατό επίπεδο. Πάντως, σε κάθε περίπτωση, οι ναυτικοί έχουν το δικαίωμα να υποβάλουν καταγγελία απευθείας στον πλοίαρχο και, εάν το κρίνουν αναγκαίο, στις αρμόδιες εξωτερικές αρχές.

3. Στο πλαίσιο των διαδικασιών υποβολής καταγγελιών επί του πλοίου προβλέπονται το δικαίωμα του ναυτικού να συνοδεύεται ή να εκπροσωπείται κατά τη διάρκεια της διαδικασίας υποβολής καταγγελιών, καθώς και μέτρα προστασίας από τη θυματοποίησή του επειδή υπέβαλε την καταγγελία. Ο όρος «θυματοποίηση» καλύπτει οποιαδήποτε ενέργεια εις βάρος ναυτικού επειδή υπέβαλε καταγγελία, η οποία δεν είναι καταφανώς παρενοχλητική ή κακόβουλη.

4. Σε όλους τους ναυτικούς, πέραν του αντιγράφου της συμφωνίας απασχόλησής τους, πρέπει να χορηγείται και αντίγραφο των ισχυουσών διαδικασιών υποβολής καταγγελιών επί του πλοίου, το οποίο πρέπει να περιλαμβάνει τα στοιχεία επικοινωνίας με την αρμόδια αρχή του κράτους σημαίας και, σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή δεν βρίσκεται στο κράτος σημαίας, τα στοιχεία επικοινωνίας με την αρμόδια αρχή της χώρας διαμονής των ναυτικών, καθώς και το όνομα του ατόμου ή των ατόμων επί του πλοίου οι οποίοι μπορούν να παρέχουν εμπιστευτικά στους ναυτικούς αντικειμενικές συμβουλές σχετικά με την καταγγελία τους και γενικότερα να τους βοηθούν στο πλαίσιο των διαθέσιμων επί του πλοίου διαδικασιών υποβολής καταγγελιών.

ΤΕΛΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Σε περίπτωση τροποποίησης οποιασδήποτε διάταξης της σύμβασης για τη ναυτική εργασία του 2006, και κατόπιν αιτήματος ενός εκ των συμβαλλομένων της παρούσας συμφωνίας, η εφαρμογής της παρούσας συμφωνίας υποβάλλεται σε επανεξέταση.

Οι κοινωνικοί εταίροι συνάπτουν την παρούσα συμφωνία υπό τον όρο ότι δεν θα τεθεί σε ισχύ πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της σύμβασης της ΔΟΕ για τη ναυτική εργασία του 2006. Η εν λόγω ημερομηνία ορίζεται 12 μήνες μετά την ημερομηνία κατά την οποία θα έχουν καταχωριστεί στο Διεθνές Γραφείο Εργασίας επικυρώσεις 30 τουλάχιστον συμβαλλομένων μερών με συνολικό μερίδιο επί της παγκόσμιας ολικής χωρητικότητας πλοίων της τάξεως του 33%.

Τα κράτη μέλη ή/και οι κοινωνικοί εταίροι δύνανται να διατηρήσουν ή να θεσπίσουν για τους ναυτικούς ευνοϊκότερες διατάξεις από αυτές που περιέχονται στην παρούσα συμφωνία.

Η παρούσα συμφωνία δεν θίγει σε καμία περίπτωση τυχόν αυστηρότερη ή/και συγκεκριμένη ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία.

Η παρούσα συμφωνία δεν θίγει κανένα νόμο, έθιμο ή συμφωνία που προβλέπει ευνοϊκότερους όρους για τους ναυτικούς. Παραδείγματος χάριν, οι όροι της παρούσας συμφωνίας δεν θίγουν την οδηγία αριθ. 1989/391 του Συμβουλίου σχετικά με την εφαρμογή μέτρων για την προώθηση της βελτίωσης της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία, την οδηγία αριθ. 92/29 του Συμβουλίου σχετικά με τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας για την προώθηση βελτιωμένης ιατρικής περίθαλψης στα πλοία, και την οδηγία αριθ. 1999/63/ΕΚ του Συμβουλίου σχετικά με τη συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των ναυτικών (αναμένεται να τροποποιηθεί σύμφωνα με το παράρτημα Α της παρούσας συμφωνίας).

Η εφαρμογή της παρούσας συμφωνίας δεν συνιστά σε καμία περίπτωση βάσιμη δικαιολογία για την υποβάθμιση του γενικού επιπέδου προστασίας των ναυτικών στον τομέα που καλύπτεται από την παρούσα συμφωνία.

Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Εργαζομένων στισ Μεταφορές (ETF)

Ένωση Εφοπλιστών τησ Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ECSA)

Πρόεδρος επιτροπησ τομεακου διαλογου για τις θαλασσιεσ μεταφορεσ

Βρυξέλλες, 19 Μαΐου 2008

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ A

ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΤΗΣ 30ής ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1998

Στο πλαίσιο των συζητήσεών τους που κατέληξαν στη σύναψη της συμφωνίας τους σχετικά με τη σύμβαση για τη ναυτική εργασία του 2006, οι κοινωνικοί εταίροι επανεξέτασαν τη συμφωνία για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των ναυτικών της 30ής Σεπτεμβρίου 1998, προκειμένου να ελέγξουν τη συνεκτικότητά της με τις αντίστοιχες διατάξεις της σύμβασης και να προβούν κοινή συναινέσει σε τυχόν αναγκαίες τροποποιήσεις.

Ως εκ τούτου, οι κοινωνικοί εταίροι συμφώνησαν επί των ακόλουθων τροποποιήσεων της συμφωνίας για την οργάνωση του χρόνου εργασίας των ναυτικών:

1. Ρήτρα 1

Προστίθεται η νέα παράγραφος 3 ως εξής:

«3. Σε περίπτωση αμφιβολίας σχετικά με το εάν κάποιες κατηγορίες εργαζομένων εντάσσονται στην κατηγορία των ναυτικών για τους σκοπούς της παρούσας συμφωνίας, το ζήτημα διευθετείται από την αρμόδια αρχή του εκάστοτε κράτους μέλους κατόπιν διαβούλευσης με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών. Στο πλαίσιο αυτό, λαμβάνεται επίσης δεόντως υπόψη το ψήφισμα της 94ης (ναυτιλιακής) συνόδου της Γενικής Διάσκεψης της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας σχετικά με την πληροφόρηση για τις κατηγορίες εργαζομένων.»

2. Ρήτρα 2 (γ)

Η ρήτρα 2 (γ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(γ) ως ναυτικός νοείται κάθε πρόσωπο το οποίο απασχολείται ή προσλαμβάνεται ή εργάζεται με οποιαδήποτε ιδιότητα σε πλοίο για το οποίο ισχύει η παρούσα συμφωνία·»

3. Ρήτρα 2 (δ)

Η ρήτρα 2 (δ) αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«(δ) ως πλοιοκτήτης νοείται ο ιδιοκτήτης του πλοίου ή οποιοσδήποτε άλλος οργανισμός ή πρόσωπο, όπως ο διαχειριστής, ο πράκτορας ή ο ναυλωτής κενού σκάφους στον οποίο έχει ανατεθεί η ευθύνη λειτουργίας του πλοίου από τον ιδιοκτήτη και ο οποίος αναλαμβάνοντας την εν λόγω ευθύνη, συμφώνησε να αναλάβει όλα τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στον πλοιοκτήτη δυνάμει της παρούσας συμφωνίας, ανεξαρτήτως του εάν κάποιος άλλος οργανισμός ή πρόσωπο έχει αναλάβει ορισμένα από τα καθήκοντα ή τις ευθύνες εξ ονόματος του πλοιοκτήτη.»

4. Ρήτρα 6

Η ρήτρα 6 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο :

«1. Απαγορεύεται η νυχτερινή εργασία των ναυτικών που δεν έχουν συμπληρώσει την ηλικία των 18 ετών. Για τους σκοπούς του παρόντος προτύπου, η «νύχτα» καθορίζεται σύμφωνα με τις εθνικές νομοθεσίες και πρακτικές. Καλύπτει χρονικό διάστημα τουλάχιστον εννέα ωρών από τα μεσάνυχτα το αργότερο μέχρι τις 5 π.μ. το νωρίτερο.

2. Εξαίρεση από την αυστηρή τήρηση της απαγόρευσης περί νυχτερινής εργασίας μπορούν να προβλέπουν οι αρμόδιες αρχές όταν:

α) επηρεάζεται η αποτελεσματικότητα της εκπαίδευσης των εν λόγω ναυτικών, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα προγράμματα και χρονοδιαγράμματα· ή

β) η ιδιαίτερη φύση του καθήκοντος ή ένα αναγνωρισμένο πρόγραμμα εκπαίδευσης απαιτεί από τους ναυτικούς για τους οποίους ισχύει η εξαίρεση να ασκούν καθήκοντα τη νύχτα και η αρχή κρίνει, κατόπιν διαβούλευσης με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών, ότι η εργασία δεν θα έχει επιπτώσεις στην υγεία ή την ευεξία τους.

3. Απαγορεύεται η απασχόληση, η πρόσληψη ή η εργασία ναυτικών που δεν έχουν συμπληρώσει την ηλικία των 18 ετών σε περίπτωση που το αντικείμενο της εργασίας εγκυμονεί κινδύνους για την υγεία ή την ασφάλειά τους. Οι εργασίες που εγκυμονούν κινδύνους για την υγεία ή την ασφάλεια των συγκεκριμένων ναυτικών καθορίζονται από τις εθνικές νομοθεσίες ή κανονισμούς ή από τις αρμόδιες αρχές, κατόπιν διαβούλευσης με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών, σε συμφωνία με τα σχετικά διεθνή πρότυπα.»

5. Ρήτρα 13

Η πρώτη πρόταση της παραγράφου 1 της ρήτρας 13 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο :

«1. Δεν είναι δυνατή η εργασία σε πλοία ναυτικών οι οποίοι δεν διαθέτουν ιατρικό πιστοποιητικό το οποίο βεβαιώνει ότι είναι ικανοί να επιτελέσουν τα καθήκοντά τους.

2. Εξαιρέσεις επιτρέπονται μόνο σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην παρούσα συμφωνία.

3. Οι αρμόδιες αρχές υποχρεώνουν τους ναυτικούς να έχουν στην κατοχή τους, πριν από την έναρξη της εργασίας τους σε πλοίο, ισχύον ιατρικό πιστοποιητικό το οποίο βεβαιώνει ότι είναι ικανοί να επιτελέσουν τα καθήκοντα που θα τους ανατεθούν εν πλω.

4. Προκειμένου να διασφαλίζεται ότι τα ιατρικά πιστοποιητικά είναι όντως αντιπροσωπευτικά της κατάστασης της υγείας των ναυτικών, δεδομένων των καθηκόντων που θα κληθούν να επιτελέσουν, οι αρμόδιες αρχές καθορίζουν τη φύση των ιατρικών εξετάσεων και του ιατρικού πιστοποιητικού, κατόπιν διαβούλευσης με τις ενδιαφερόμενες οργανώσεις πλοιοκτητών και ναυτικών, και αφότου λάβουν υπόψη τους τις ισχύουσες διεθνείς κατευθυντήριες γραμμές.

5. Η παρούσα συμφωνία δεν θίγει τη διεθνή σύμβαση σχετικά με πρότυπα εκπαίδευσης, έκδοσης πιστοποιητικών και τήρησης φυλακών των ναυτικών του 1978, όπως τροποποιήθηκε (σύμβαση STCW). Τα ιατρικά πιστοποιητικά που εκδίδονται σύμφωνα με τις απαιτήσεις της σύμβασης STCW γίνονται δεκτά από τις αρμόδιες αρχές, για τους σκοπούς των παραγράφων 1 και 2 της παρούσας ρήτρας. Δεκτά γίνονται, στην περίπτωση των ναυτικών που δεν καλύπτονται από τη σύβαση STCW, και τα ιατρικά πιστοποιητικά που πληρούν κατ’ ουσίαν τις εν λόγω απαιτήσεις.

6. Το ιατρικό πιστοποιητικό εκδίδεται από δεόντως ειδικευμένο ιατρό ή, στην περίπτωση πιστοποιητικού που αφορά μόνο την όραση, από πρόσωπο αναγνωρισμένο από τις αρμόδιες αρχές ως κατάλληλο για την έκδοση του εν λόγω πιστοποιητικού. Οι ιατροί πρέπει να έχουν πλήρη επαγγελματική ανεξαρτησία κατά την άσκηση των καθηκόντων τους όσον αφορά τις ιατρικές εξετάσεις που κρίνουν ότι πρέπει να πραγματοποιηθούν.

7. Στους ναυτικούς στους οποίους δεν χορηγήθηκε πιστοποιητικό επειδή δεν κρίθηκαν ικανοί προς εργασία ή στους οποίους επιβλήθηκε περιορισμός όσον αφορά την ικανότητά τους προς εργασία, ιδίως ως προς τον χρόνο, το πεδίο εργασιών ή τον εμπορικό τομέα, δίδεται η δυνατότητα εκ νέου εξέτασης από άλλον ανεξάρτητο ιατρό ή από ανεξάρτητο ιατρό στο πλαίσιο διαδικασίας διαιτησίας.

8. Όλα ανεξαιρέτως τα ιατρικά πιστοποιητικά πρέπει να αναφέρουν ρητά ότι:

α) κρίνονται ικανοποιητικές η ακοή και η όραση του συγκεκριμένου ναυτικού, όπως και η ικανότητά του να διακρίνει τα χρώματα στην περίπτωση ναυτικού του οποίου η καταλληλότητα προς εργασία ενδέχεται να επηρεαστεί από πιθανή δυσχρωματοψία· και

β) ο συγκεκριμένος ναυτικός δεν πάσχει από καμία ιατρική πάθηση η οποία ενδέχεται να επιδεινωθεί κατά την εργασία του εν πλω ή ενδέχεται να καταστήσει τον ναυτικό μη ικανό προς εργασία ή να θέσει σε κίνδυνο την υγεία άλλων ατόμων επί του πλοίου.

9. Εκτός εάν απαιτείται συντομότερο χρονικό διάστημα λόγω της φύσης των καθηκόντων που θα κληθεί να επιτελέσει ο συγκεκριμένος ναυτικός ή εάν απαιτείται συντομότερο χρονικό δυνάμει της σύμβασης STCW:

α) το ιατρικό πιστοποιητικό ισχύει για μέγιστο χρονικό διάστημα δύο ετών, εκτός εάν ο ναυτικός δεν έχει συμπληρώσει την ηλικία των 18 ετών, περίπτωση στην οποία το μέγιστο διάστημα ισχύος είναι ένα έτος·

β) το πιστοποιητικό που βεβαιώνει την ικανότητα του ναυτικού να διακρίνει τα χρώματα ισχύει για μέγιστο διάστημα έξι ετών.

10. Σε επείγουσες περιπτώσεις, οι αρμόδιες αρχές δύνανται να επιτρέψουν σε κάποιον ναυτικό να εργαστεί χωρίς ισχύον ιατρικό πιστοποιητικό μέχρι τον επόμενο λιμένα προσέγγισης όπου δύναται να λάβει ιατρικό πιστοποιητικό από ειδικευμένο ιατρό, υπό τον όρο ότι:

α) το διάστημα της εν λόγω παρεχόμενης άδειας δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες· και

β) ο συγκεκριμένος ναυτικός διαθέτει ιατρικό πιστοποιητικό το οποίο έληξε πρόσφατα.

11. Εάν η περίοδος ισχύος του πιστοποιητικού λήξει κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, το πιστοποιητικό εξακολουθεί να ισχύει μέχρι τον επόμενο λιμένα προσέγγισης όπου ο ναυτικός δύναται να λάβει ιατρικό πιστοποιητικό από ειδικευμένο ιατρό, υπό τον όρο ότι η περίοδος αυτή δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες.

12. Ως ελάχιστη προϋπόθεση για τα ιατρικά πιστοποιητικά των ναυτικών που εργάζονται σε πλοία τα οποία εκτελούν τακτικά διεθνή ταξίδια ορίζεται η έκδοσή τους στην αγγλική γλώσσα.»

Οι επόμενες προτάσεις της παραγράφου 1 της ρήτρας 13 και η παράγραφος 2 της εν λόγω ρήτρας αριθμούνται ως παράγραφοι 13 μέχρι 15.

6. Ρήτρα 16:

Η πρώτη πρόταση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Όλοι ανεξαιρέτως οι ναυτικοί δικαιούνται ετήσια άδεια μετ’ αποδοχών. Για τον υπολογισμό της ετήσιας άδειας μετ’ αποδοχών λαμβάνονται υπόψη 2,5 τουλάχιστον ημερολογιακές ημέρες ανά μήνα απασχόλησης ενώ για διαστήματα μικρότερα του μηνός ο υπολογισμός γίνεται κατ’ αναλογία.»

[1] EE L 161 της 22.6.2007

[2] COM(2006) 287 τελικό

[3] ΕΕ L 167 της 2.7.1999

[4] Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών – Μια ολοκληρωμένη θαλάσσια πολιτική για την Ευρωπαϊκή Ένωση (COM/2007/0575 τελικό)

[5] Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή των Περιφερειών - Επανεξέταση του κανονιστικού κοινωνικού πλαισίου για περισσότερες και καλύτερες ναυτικές θέσεις εργασίας στην ΕΕ (πρώτη φάση διαβούλευσης με τους κοινωνικούς εταίρους σε κοινοτικό επίπεδο όπως προβλέπεται από το άρθρο 138 παράγραφος 2 της Συνθήκης )

[6] Ανακοίνωση της Επιτροπής — Προσαρμογή και ανάπτυξη του κοινωνικού διαλόγου σε κοινοτικό επίπεδο, έγγραφο COM(1998)322 τελικό της 20ής Μαΐου 1998. Βλ. επίσης την ανακοίνωση σχετικά με τη θέση σε εφαρμογή του Πρωτοκόλλου για την κοινωνική πολιτική που υποβάλλεται από την Επιτροπή στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, έγγραφο COM(93) 600 τελικό της 14.12.1993

[7] COM(2006) 287 τελικό

[8] ΕΕ L 167 της 2.7.1999.

[9] ΕΕ L 183 της 29.6.1989.