52000DC0812

Έκθεση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και Επιτροπή των - Περιφερειών Έκθεση αξιολόγησης σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 94/11/EΚ - Επισήμανση των υλικών που χρησιμοποιούνται στα κύρια μέρη των υποδημάτων /* COM/2000/0812 τελικό */


ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΕΠΙΤΡΟΠΉ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΏΝ Έκθεση αξιολόγησης σχετικά με την εφαρμογή της οδηγίας 94/11/EΚ - Επισήμανση των υλικών που χρησιμοποιούνται στα κύρια μέρη των υποδημάτων

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.1. Η κατάρτιση της έκθεσης

1.2. Ιστορικό

2. ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 94/11/ΕΚ

2.1. Πεδίο εφαρμογής

2.2. Ορισμός του υποδήματος

2.3. Απαιτήσεις επισήμανσης - υλικά και μέρη των υποδημάτων

2.4. Απαιτήσεις επισήμανσης - Άλλες πληροφορίες

2.5. Υποχρεώσεις των υπευθύνων

2.6. Έλεγχος της τήρησης των διατάξεων

2.6.1 Υπεύθυνες αρχές

2.6.2. Κυρώσεις

2.7. Εμπορία - Απαγόρευση ή εμπόδια

2.8. Συμπληρωματικές πληροφορίες

3. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.1. Η κατάρτιση της έκθεσης

Η οδηγία 94/11/ΕΚ της 23ης Μαρτίου 1994 θέσπισε τις υποχρεώσεις για τα κράτη μέλη όσον αφορά την εφαρμογή των διαδικασιών σχετικά με την επισήμανση των υλικών που χρησιμοποιούνται στα κύρια μέρη των υποδημάτων που προορίζονται να πωληθούν στον καταναλωτή.

Η παράγραφος 4 του άρθρου 6 της οδηγίας 94/11 προβλέπει ότι η Επιτροπή θα υποβάλει στο Συμβούλιο, τρία χρόνια από τη θέση σε εφαρμογή της οδηγίας, έκθεση αξιολόγησης λαμβάνοντας υπόψη τις ενδεχόμενες δυσκολίες που συνάντησαν οι επιχειρηματίες κατά την εφαρμογή των διατάξεων της οδηγίας, και θα παρουσιάσει, ενδεχομένως, κατάλληλες προτάσεις αναθεώρησης. Η προθεσμία για την εφαρμογή της εν λόγω οδηγίας έληγε στις 23 Μαρτίου 1996.

Στην παρούσα έκθεση εξετάζεται η εφαρμογή της οδηγίας στα κράτη μέλη και λαμβάνεται υπόψη το σύνολο των προβληματισμών και παρατηρήσεων που παρουσίασαν τα κράτη μέλη και οι διάφοροι φορείς (βιομηχανικές ενώσεις, καταναλωτές κτλ.) όσον αφορά την εφαρμογή της.

Η έκθεση αυτή βασίζεται σε δύο κύριες πηγές πληροφοριών: αφενός, τα στοιχεία που υπέβαλαν τα κράτη μέλη έπειτα από επιστολή που τους απηύθυνε η Επιτροπή και, αφετέρου, ένα ερωτηματολόγιο που απεστάλη στις ενώσεις της βιομηχανίας υποδημάτων και στις ενώσεις των καταναλωτών σχετικά με τις ποιοτικές πτυχές της εφαρμογής της οδηγίας σε εθνικό επίπεδο.

Η ευρωπαϊκή βιομηχανία συνεργάστηκε ενθέρμως στο πλαίσιο της πρωτοβουλίας αλλά, αντίθετα, το ποσοστό ανταπόκρισης των ενώσεων καταναλωτών ήταν χαμηλό, προφανώς λόγω έλλειψης σχετικών ερευνών για τη συμπεριφορά των καταναλωτών όσον αφορά την επισήμανση.

Η κατάρτιση της παρούσας έκθεσης στοχεύει στο να παράσχει μια συνολική άποψη της εφαρμογής της οδηγίας, λαμβάνοντας υπόψη τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι οικονομικοί φορείς όσον αφορά την εφαρμογή των διατάξεων της εν λόγω οδηγίας. Δεν αποτελεί έκθεση εξέτασης της καταλληλότητας των εθνικών μέτρων που θεσπίστηκαν με την οδηγία.

1.2. Ιστορικό

Η διαδικασία η οποία οδήγησε στην έκδοση μιας κοινοτικής νομοθετικής πράξης σχετικά με την επισήμανση των υλικών που χρησιμοποιούνται στα κύρια μέρη των υποδημάτων (οδηγία 94/11/ΕΚ της 23ης Μαρτίου 1994) αποτελεί αντικείμενο συζητήσεων σε κοινοτικό επίπεδο εδώ και οκτώ έτη. Στα κράτη μέλη υπήρχαν αρχικά διάφορα ιδιωτικά συστήματα επισήμανσης (επισήμανση σε εθελοντική βάση με σύμβολα που δημιουργούσαν οι επαγγελματικές οργανώσεις του τομέα), και, σε ορισμένες χώρες, οι δημόσιες αρχές θέσπισαν στη συνέχεια νομοθετικά μέτρα που είχαν ως κοινό στόχο να ρυθμίσουν νομοθετικά τον τομέα. Η νομοθετική ρύθμιση της χώρας καταγωγής ήταν καθοριστική για την απάντηση στο ερώτημα του εάν τα υποδήματα έπρεπε να ικανοποιούν απαιτήσεις επισήμανσης και, ενδεχομένως, ποιες απαιτήσεις έπρεπε να ικανοποιούν. Η κατάσταση αυτή θεωρήθηκε ότι μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση του κόστους και σε εμπόδια στις συναλλαγές εντός της Κοινότητας. Προκειμένου να επιλυθούν τα προβλήματα αυτά, πολλά κράτη μέλη, καθώς και ο ενδιαφερόμενος τομέας, τάχθηκαν υπέρ μιας οδηγίας εναρμόνισης. Η προσπάθεια αυτή κατέληξε στην έκδοση της οδηγίας 94/11/ΕΚ.

Η Επιτροπή εκτιμούσε ότι οι διαφορές μεταξύ των εθνικών νομοθεσιών στον τομέα αυτό μπορούσαν να οδηγήσουν σε εμπόδια στις εμπορικές συναλλαγές, τα οποία δεν θα μπορούσαν να υπερπηδηθούν με την εφαρμογή των άρθρων 30 (ή του άρθρου 28) και επόμενων της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ελεύθερη κυκλοφορία των εμπορευμάτων), ούτε με την αμοιβαία αναγνώριση, μεταξύ των κρατών μελών, της υφιστάμενης νομοθεσίας, ούτε με την εθελοντική εναρμόνιση από πλευράς της βιομηχανίας. Χρειάζονταν μέτρα ad hoc παράγωγου δικαίου τα οποία να έχουν ως σκοπό τη συμπλήρωση του δικαιώματος ελεύθερης κυκλοφορίας το οποίο θεσπίζει η συνθήκη.

2. ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 94/11/ΕΚ

Η οδηγία 94/11/ΕΚ της 23ης Μαρτίου 1994 θεσπίζει τις απαραίτητες απαιτήσεις για την ελεύθερη κυκλοφορία των υποδημάτων. Μολονότι θεσπίζει ένα σύνολο απαιτήσεων που πρέπει να υπάρχουν σε όλα τα εθνικά μέτρα μεταφοράς της οδηγίας, και ιδίως το άρθρο 1 και το άρθρο 4 (απαιτήσεις επισήμανσης), ωστόσο αφήνει τα κράτη μέλη να επιλέξουν να συνοδεύσουν τις ενδείξεις που απαιτούνται από την οδηγία αυτή με συμπληρωματικές πληροφορίες υπό μορφή κειμένου (άρθρο 5) και προβλέπει ότι, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς τις απαιτήσεις επισήμανσης (άρθρο 2), το οικείο κράτος μέλος λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα που προβλέπονται από την εθνική νομοθεσία του.

Μέχρι σήμερα, όλα τα κράτη μέλη γνωστοποίησαν τελικά τα μέτρα μεταφοράς της οδηγίας στο εθνικό τους δίκαιο. Ωστόσο, δεδομένου ότι η Επιτροπή σημείωσε σημαντικές καθυστερήσεις όσον αφορά την μεταφορά αυτή, κινήθηκαν διαδικασίες επί παραβάσει για τη μη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο εντός των προθεσμιών που είχαν οριστεί κατά του Βελγίου, της Γαλλίας, της Ιρλανδίας, της Ισπανίας και του Λουξεμβούργου, οι οποίες στη συνέχεια τέθηκαν στο αρχείο λόγω συμμόρφωσης με τις σχετικές διατάξεις.

2.1. Πεδίο εφαρμογής

Έχοντας υπόψη ότι ο κύριος στόχος της οδηγίας 94/11 είναι να εξασφαλίσει καλύτερη πληροφόρηση και μεγαλύτερη διαφάνεια για τους καταναλωτές, στο πλαίσιο μιας αρμονικής λειτουργίας της εσωτερικής αγοράς, το άρθρο 1, πρώτη παράγραφος, πρώτο εδάφιο, ορίζει ως πεδίο εφαρμογής τα "υποδήματα που προτείνονται για πώληση στον καταναλωτή".

Ωστόσο, εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας: τα μεταχειρισμένα υποδήματα, τα υποδήματα ασφαλείας που καλύπτονται από την οδηγία 89/686/ΕΟΚ σχετικά με μέσα ατομικής προστασίας, τα υποδήματα που καλύπτονται από την οδηγία 76/769/ΕΟΚ σχετικά με περιορισμούς κυκλοφορίας στην αγορά και χρήσης μερικών επικίνδυνων ουσιών και παρασκευασμάτων, καθώς και τα υποδήματα που έχουν χαρακτήρα παιχνιδιού.

Ένας μη εξαντλητικός κατάλογος των προϊόντων που καλύπτονται από την παρούσα οδηγία παρατίθεται στο παράρτημα ΙΙ. Το πρώτο εδάφιο του παραρτήματος αυτού προβλέπει ότι, γενικά, τα προϊόντα που καλύπτονται από το κεφάλαιο 64 της συνδυασμένης ονοματολογίας (ΣΟ) εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας.

Τα περισσότερα κράτη μέλη μετέφεραν στο εθνικό τους δίκαιο το άρθρο 1, παράγραφος 1, συμπεριλαμβανομένου και του παραρτήματος ΙΙ, περιλαμβάνοντας επί λέξει το περιεχόμενό του χωρίς καμία τροποποίηση. Άλλα κράτη μέλη περιέλαβαν νέες διατάξεις, τροποποιώντας ή συμπληρώνοντας τις νομοθεσίες τους.

Έτσι, στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία, το εδάφιο ix) του παραρτήματος ΙΙ "τα ορθοπεδικά υποδήματα" αντικαταστάθηκε από "τα ορθοπεδικά υποδήματα τα οποία δεν καλύπτονται από τον κανονισμό του 1994 σχετικά με τα ιατροτεχνολογικά βοηθήματα", η αποτελεσματικότητα του οποίου κρίνεται ορθότερη. Πράγματι, μολονότι ο μη εξαντλητικός κατάλογος αναφέρεται στα ορθοπεδικά υποδήματα, τα υποδήματα αυτά εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής της συνδυασμένης ονοματολογίας (κεφάλαιο 64, σημείωση 1, στοιχείο ε) και προβλέπονται στη θέση 9021 (κωδικός ΣΟ) -"υποδήματα και συσκευές ορθοπεδικής και τα μέρη τους" [1]. Ως εκ τούτου, φαίνεται ότι το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 94/11 περιλαμβάνει μόνο τα ορθοπεδικά υποδήματα που δεν αποτελούν αντικείμενο ιατρικής συνταγής.

[1] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2204/1999 της Επιτροπής, της 12ης Οκτωβρίου 1999, που τροποποιεί το παράρτημα Ι του κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο.

Εντούτοις, η Γαλλία αφαίρεσε από το παράρτημα ΙΙ κάθε αναφορά στο κεφάλαιο 64 της ΣΟ και η Γερμανία, η Ιταλία και το Λουξεμβούργο δεν μετέφεραν καθόλου το παράρτημα.

Στις Κάτω Χώρες, το παράρτημα ΙΙ εφαρμόστηκε κάνοντας αναφορά, στο άρθρο 1 του εθνικού μέτρου μεταφοράς, στον ορισμό των "υποδημάτων" της πρώτης παραγράφου του άρθρου 1 της οδηγίας.

Γενικά, το πεδίο εφαρμογής φαίνεται ότι εφαρμόστηκε ορθά από πολλά κράτη μέλη. Ωστόσο, στην περίπτωση κατά την οποία το παράρτημα δεν μεταφέρθηκε εξ ολοκλήρου, υπάρχουν αμφιβολίες όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής, κυρίως δε στην ειδική περίπτωση των ορθοπεδικών υποδημάτων.

2.2. Ορισμός του υποδήματος

Σύμφωνα με το άρθρο 1, πρώτη παράγραφος, δεύτερο εδάφιο της οδηγίας 94/11, "νοείται ως 'υπόδημα' κάθε προϊόν εφοδιασμένο με σόλα που έχει σκοπό να προστατεύει ή να καλύπτει το πόδι, συμπεριλαμβανομένων των μερών που διατίθενται στην αγορά χωριστά, τα οποία αναφέρονται στο παράρτημα I."

Ο ορισμός του υποδήματος αναγνωρίζεται σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, δεδομένου ότι τα κράτη μέλη θέσπισαν και δέχθηκαν έναν ίδιο ορισμό.

Το παράρτημα Ι, το οποίο προβλέπεται στο άρθρο 1, περιλαμβάνει τους ορισμούς των μερών των υποδημάτων που πρέπει να αναγνωρίζονται (επάνω μέρος, φόδρες και σόλα) και τα αντίστοιχα εικονογράμματα ή ενδείξεις υπό μορφή κειμένου. Περιλαμβάνει επίσης τους ορισμούς των υλικών (δέρμα, επενδεδυμένο δέρμα, φυσικά και συνθετικά υφάσματα, υφασμένα ή μη, άλλα υλικά) και τα αντίστοιχα σύμβολα.

Το παράρτημα αυτό μεταφέρθηκε από τα κράτη μέλη είτε επί λέξει είτε μεταφέροντας στα εθνικά μέτρα τους ορισμούς που περιλαμβάνει. Μόνο το Λουξεμβούργο, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιρλανδία δεν υιοθέτησαν την ένδειξη "δέρμα μη αποψιλωμένο", η οποία θα μπορούσε να εφαρμοστεί στο πλαίσιο των προαιρετικών συμπληρωματικών πληροφοριών υπό μορφή κειμένου, τις οποίες προβλέπει η οδηγία 94/11 (άρθρο 5).

Θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι ο ορισμός "Υφάσματα", που περιλαμβάνεται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 94/11, προκύπτει από την οδηγία 71/307/ΕΚ της 26ης Ιουλίου 1971 περί των ονομασιών των υφανσίμων, λαμβανομένων υπόψη όλων των τροποποιήσεών της [2]. Η χρήση του εικονογράμματος "ύφασμα", που προβλέπει η οδηγία 94/11, δεν φαίνεται να παρουσιάζει δυσκολίες.

[2] Η οδηγία 71/307/ΕΚ τροποποιήθηκε πολλές φορές κατά ουσιαστικό τρόπο. Αφόυ κωδικοποιήθηκε τελικά ως οδηγία 96/74/ΕΚ της 12ης Δεκεμβρίου, τροποποιήθηκε από την οδηγία 97/37/EΚ της 19ης Ιουνίου.

Ωστόσο, σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 2 της οδηγίας περί των ονομασιών των υφανσίμων (96/74/ΕΚ), "οι ζεστές φόδρες των ειδών υποδηματοποιίας" εξομοιώνονται προς τα υφάνσιμα προϊόντα και υπόκεινται στις ίδιες διατάξεις. Αυτό σημαίνει ότι η γενική σύνθεση των υποδημάτων που αποτελούν τις μονωτικές φόδρες των υποδημάτων πρέπει πάντοτε να αναφέρεται, επιπροσθέτως προς τις απαιτήσεις της οδηγίας 94/11.

Η ευρωπαϊκή βιομηχανία είναι της γνώμης ότι θα ήταν αρκετό να χρησιμοποιείται το εικονόγραμμα που αντιστοιχεί στο υλικό "ύφασμα", που προβλέπει η οδηγία 94/11, η οποία διέπει την επισήμανση των υποδημάτων και ενδεχομένως να προστεθούν συμπληρωματικές πληροφορίες, οι οποίες προβλέπονται από το άρθρο 5 της εν λόγω οδηγίας. Σ' αυτό το πλαίσιο, και προκειμένου να αποφευχθεί αύξηση των ετικετών, πρότεινε στην Επιτροπή να παρουσιάσει κατάλληλες προτάσεις αναθεώρησης στο πλαίσιο της οδηγίας 96/74/ΕΚ.

2.3. Απαιτήσεις επισήμανσης - υλικά και μέρη των υποδημάτων

Σύμφωνα με το άρθρο 1, 2 (i), η ετικέτα παρέχει πληροφορίες για τα τρία μέρη του υποδήματος, όπως ορίζονται στο παράρτημα Ι, ήτοι: το επάνω μέρος, τις φόδρες και τη σόλα.

Η σύνθεση του υποδήματος πρέπει να αναγράφεται (σύμφωνα με τις λεπτομέρειες που προβλέπονται στο άρθρο 4) είτε βάση εικονογραμμάτων είτε βάση ενδείξεων υπό μορφή κειμένου (άρθρο 1,2(ii)) που περιγράφουν συγκεκριμένα υλικά σύμφωνα με το παράρτημα Ι. Τα εξαρτήματα ή οι ενισχύσεις δεν υπολογίζονται στον ορισμό των υλικών για το επάνω μέρος (άρθρο 1,2(iii)) και, για τη σόλα, η ταξινόμηση βασίζεται στον όγκο των υλικών που την αποτελούν (άρθρο 1,2(iv)).

Πράγματι, σε όλα τα κράτη μέλη, το νομοθετικό κείμενο αντιστοιχεί σχεδόν επί λέξει σε εκείνο της οδηγίας. Ωστόσο, στην πράξη, εμφανίζονται διαφορές στον τρόπο με τον οποίο εφαρμόζεται η δεύτερη παράγραφος του άρθρου 1, και ιδίως όταν χρησιμοποιείται το εικονόγραμμα "φόδρες και σόλα". Σύμφωνα με τον ορισμό που περιλαμβάνεται στο παράρτημα Ι, "είναι η εσωτερική επένδυση του επάνω μέρους και της εσωτερικής σόλας η οποία αποτελεί το εσωτερικό μέρος του υποδήματος". Η χρήση ενός ενιαίου εικονογράμματος που να παρουσιάζει το σύνολο αποτελούμενο από τις φόδρες και την εσωτερική σόλα παρουσίασε δυσκολίες, λόγω του ότι ορισμένα υποδήματα δεν έχουν φόδρες.

-Η Ιταλία και η Ελλάδα ερμηνεύουν την παράγραφο 2 του άρθρου 1 υπό την πολύ ευρεία έννοια. Έχοντας υπόψη ότι το πνεύμα της οδηγίας είναι να πληροφορηθούν οι καταναλωτές σχετικά με τα υλικά στα κύρια μέρη των υποδημάτων, οι δύο αυτές χώρες ακολουθούν τη γενική αρχή ότι όταν δεν υπάρχει φόδρα θα πρέπει να αναφέρονται τα υλικά που έρχονται σε άμεση επαφή με το πόδι, δηλαδή η εσωτερική πλευρά του επάνω μέρους.

-Για τους κατασκευαστές, η ερμηνεία την οποία ακολουθούν η Ιταλία και η Ελλάδα διατηρεί την πραγματιστική εγκυρότητά της στο πλαίσιο μιας απλής, σαφούς επισήμανσης, η οποία έχει ως στόχο να πληροφορήσει εν συντομία τους καταναλωτές σχετικά με τη φύση του υλικού από το οποίο κυρίως αποτελείται το εσωτερικό του υποδήματος (είτε είναι φοδραρισμένο είτε όχι).

-Σύμφωνα με την άποψη του Ηνωμένου Βασιλείου, η αναφορά στο περιεχόμενο μιας φόδρας και εσωτερικής σόλας όπου δεν υπάρχει ξεχωριστή εσωτερική επένδυση μπορεί εν δυνάμει να παραπλανήσει τους καταναλωτές όσον αφορά τη "δομή" του υποδήματος. Προκειμένου να διευκολυνθεί η ερμηνεία σύμφωνα με την οποία το πνεύμα της οδηγίας είναι να πληροφορήσει σχετικά με τα υλικά στο εσωτερικό του υποδήματος (σε επαφή με το πόδι), το Ηνωμένο Βασίλειο πρότεινε στην Επιτροπή, στην επιστολή της 2.7.99, να αντικαταστήσει στο άρθρο 1, παράγραφος 2 (i) (β) τη φράση "τις φόδρες" από τη φράση "την εσωτερική επιφάνεια".

-Στη Γαλλία, οι εθνικές αρχές απαιτούν να επισημαίνεται ρητώς η απουσία φοδρών για τα υποδήματα (είτε είναι δερμάτινα είτε όχι). Σύμφωνα με το άρθρο 1 της οδηγίας, η παροχή πληροφοριών αφορά τη σύνθεση των τριών μερών που αποτελούν το υπόδημα και η οδηγία δεν προβλέπει ρητώς κάποιο εικονόγραμμα προκειμένου να πληροφορήσει τον καταναλωτή σχετικά με την απουσία φοδρών. Ως εκ τούτου, η Γαλλία απαιτεί ιδιαίτερη επισήμανση, η οποία είτε θα αναγράφει, δίπλα στο εικονόγραμμα, τον όρο "μη φοδραρισμένο", είτε θα αναγράφει, στη θέση του εικονογράμματος, τον όρο "εσωτερική σόλα" με πληροφορίες σχετικά με τη σύνθεσή της. Πρέπει να σημειωθεί ότι η απαίτηση αυτή δεν αποτελεί μέρος του κειμένου του διατάγματος που μεταφέρει την οδηγία στο εθνικό δίκαιο, αλλά αποτελεί κατευθυντήρια γραμμή της αρχής ελέγχου προς τους κατασκευαστές.

Οι γαλλικές αρχές έθεσαν επίσης ένα άλλο θέμα σε σχέση με τη χρήση ενός ενιαίου εικονογράμματος στην περίπτωση των υποδημάτων των οποίων η φόδρα και η εσωτερική σόλα δεν έχουν την ίδια σύνθεση. Δεδομένου ότι ο καταναλωτής δεν μπορεί να γνωρίζει με βεβαιότητα σε ποιο μέρος του συνόλου φόδρα - εσωτερική σόλα αναφέρεται κάθε εικονόγραμμα που συμβολίζει τη σύνθεση του χρησιμοποιούμενου υλικού, η Γαλλία θεωρεί ότι θα πρέπει να χρησιμοποιούνται δύο διαφορετικά εικονογράμματα προκειμένου να επισημαίνονται ξεχωριστά η φόδρα και η εσωτερική σόλα, αλλά δεν έλαβε εν προκειμένω σχετικά μέτρα.

Έπειτα από καταγγελία της ευρωπαϊκής βιομηχανίας, η οποία κατήγγειλε την εφαρμογή από τις γαλλικές αρχές των άρθρων 3 και 5 της οδηγίας όσον αφορά την απαίτηση για συμπληρωματικές πληροφορίες επισήμανσης των μη φοδραρισμένων υποδημάτων, η Επιτροπή όφειλε να εξετάσει τη συμμόρφωση των εθνικών μέτρων με τις διατάξεις τής οδηγίας 94/11, λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι υποτίθετο ότι παρεμβαίνει σε σχέση με τις εθνικές απαιτήσεις που έρχονται σε αντίθεση με τη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς. Ο φάκελος αυτός δεν τέθηκε ακόμη στο αρχείο.

Σύμφωνα με τις γαλλικές αρχές, το πρόβλημα που θέτει η εφαρμογή του άρθρου 1, παράγραφος 2, εδάφιο (i), μπορεί να θεωρηθεί ως έλλειψη σαφήνειας του κειμένου της οδηγίας. Η Επιτροπή εξετάζει τη δυνατότητα παροχής σχετικής διευκρίνισης έπειτα από διαβούλευση με τους εμπειρογνώμονες των κρατών μελών και τη βιομηχανία.

Προκειμένου να εξασφαλιστεί η καλή λειτουργία της ενιαίας αγοράς χωρίς εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των προϊόντων και δεδομένων των διαφορετικών πρακτικών που εφαρμόζονται στα κράτη μέλη και της καταγγελίας της βιομηχανίας κατά της Γαλλίας είναι απαραίτητο να αναπτυχθεί και να ακολουθηθεί μια εναρμονισμένη προσέγγιση.

2.4. Απαιτήσεις επισήμανσης - Άλλες πληροφορίες

Τα περισσότερα κράτη μέλη μετέφεραν το άρθρο 4, παραγράφους 1 έως 4 στο εθνικό τους δίκαιο χωρίς τροποποίηση. Έτσι, θεσπίστηκαν κοινοί κανόνες για την επισήμανση των υποδημάτων (υλικό που υπερβαίνει τουλάχιστον το 80% επισήμανση ορατή, στερεά συνδεδεμένη και σε εμφανές σημείο τουλάχιστον ενός υποδήματος κάθε ζεύγους διαστάσεις των εικονογραμμάτων αρκετά μεγάλες ώστε οι πληροφορίες να γίνονται εύκολα κατανοητές επισήμανση με εκτύπωση, επικόλληση, ανάγλυφη αποτύπωση ή με τη χρησιμοποίηση προσαρτημένης ετικέτας) στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Όλα τα κράτη μέλη μερίμνησαν, στα μέτρα μεταφοράς της οδηγίας στο εθνικό τους δίκαιο, ώστε οι καταναλωτές να πληροφορούνται σωστά σχετικά με τη σημασία των εικονογραμμάτων και ορισμένα κράτη επισημαίνουν ρητώς ότι πρέπει να τοποθετούνται μία (Ιταλία) ή πολλές αφίσες για τις μεγάλες επιφάνειες (Δανία) στους χώρους που είναι ορατοί και γειτνιάζουν με τα υποδήματα (Γαλλία, Βέλγιο). Η Ελλάδα προβλέπει διατάξεις σχετικά με τα σημεία λιανικής πώλησης υποδημάτων και ένα υπόδειγμα πινακίδας που αποτελεί μέρος του παραρτήματος ΙΙΙ του κανονισμού της.

Η Ιρλανδία θέτει το πρόβλημα της εύκολης αφαίρεσης των ετικετών που τίθενται με επικόλληση (άρθρο 4, παράγραφος 3), και ιδίως στην περίπτωση κατά την οποία οι υποψήφιοι αγοραστές δοκιμάζουν τα υποδήματα, πράγμα που δυσχεραίνει την υποχρέωση του λιανεμπόρου να μεριμνά για την παρουσία, στα είδη τα οποία πωλεί, της κατάλληλης επισήμανσης την οποία προβλέπει η οδηγία. Από ότι φαίνεται, τα υπόλοιπα κράτη μέλη δεν αντιμετωπίζουν τέτοιο πρόβλημα.

2.5. Υποχρεώσεις των υπευθύνων

Τα περισσότερα κράτη μέλη μετέφεραν στην εθνική τους νομοθεσία επί λέξει το άρθρο 4, παράγραφος 5 της οδηγίας 94/11.

Σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, ο κατασκευαστής ή ο εγκατεστημένος στην Κοινότητα εντολοδόχος του υποχρεούται να παρέχει την ετικέτα και είναι υπεύθυνος για την ακρίβεια των πληροφοριών που αναγράφονται σ' αυτήν. Αν ούτε ο κατασκευαστής ούτε ο εντολοδόχος του δεν είναι εγκατεστημένοι στην Κοινότητα, η υποχρέωση αυτή βαρύνει το πρόσωπο το υπεύθυνο για την πρώτη διάθεση του προϊόντος στην αγορά της Κοινότητας. Δυνάμει του ίδιου άρθρου της οδηγίας, ο έμπορος λιανικής πώλησης υποχρεούται να φροντίζει ώστε τα υποδήματα που πωλεί να φέρουν την κατάλληλη επισήμανση που προβλέπεται στην οδηγία.

Στις Κάτω Χώρες, η μεταφορά της παραγράφου 5 του άρθρου 4 στο εθνικό δίκαιο έχει απλώς τη μορφή αναφοράς στην παράγραφο 1 του άρθρου 1 του νόμου σχετικά με την ποιότητα των προϊόντων (Warenwet), που περιλαμβάνεται στην αιτιολογική έκθεση της πράξης μεταφοράς (Warenwebesluit etikettering schoeisel).

2.6. Έλεγχος της τήρησης των διατάξεων

Το άρθρο 2 της οδηγίας 94/11/ΕΚ υποχρεώνει τα κράτη μέλη να λαμβάνουν όλα τα αναγκαία μέτρα ώστε να διατίθενται στο εμπόριο μόνο τα υποδήματα που ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις επισήμανσης της οδηγίας. Επιπλέον, προβλέπει ότι εάν διατίθενται στην αγορά υποδήματα που δεν είναι σύμφωνα προς τις διατάξεις επισήμανσης, "το οικείο κράτος μέλος λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα που προβλέπονται από την εθνική νομοθεσία του".

Το άρθρο αυτό αφήνει μεγάλο περιθώριο στα κράτη μέλη να επιλέξουν τους αποτελεσματικότερους τρόπους προκειμένου να εξασφαλίσουν τον έλεγχο των υποδημάτων που διατίθενται στην αγορά. Η εξέταση του άρθρου αυτού αξίζει να είναι εμπεριστατωμένη, δεδομένου ότι υπάρχει μια σημαντική ποικιλία μεθόδων μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο ανάλογα με τις παραδόσεις των κρατών μελών, που αξίζει να μελετηθούν και να συζητηθούν.

Σ' αυτό το πλαίσιο, καθώς και στο πλαίσιο του ελέγχου μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο, θα πρέπει να εξεταστεί αν πληρούνται δύο στοιχεία: αφενός, η ονομασία των υπεύθυνων αρχών στις οποίες ανατέθηκε ο έλεγχος της υποχρέωσης μέριμνας ώστε να μην διατίθενται στην αγορά υποδήματα που δεν είναι σύμφωνα προς τις διατάξεις επισήμανσης και, αφετέρου, κατασταλτικά μέτρα, ήτοι κυρώσεις, όταν η υποχρέωση αυτή δεν τηρείται από τον κατασκευαστή.

2.6.1 Υπεύθυνες αρχές

Σε ορισμένα κράτη μέλη, ο έλεγχος της τήρησης των διατάξεων επισήμανσης των υποδημάτων είναι αρμοδιότητα των αρμόδιων εθνικών αρχών που ορίζονται ρητώς στο κείμενο μεταφοράς της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο αυτό ισχύει στην περίπτωση της Ιρλανδίας, του Ηνωμένου Βασιλείου, της Πορτογαλίας και της Ιταλίας.

Σε άλλες χώρες, η μεταφορά της υποχρέωσης ορισμού της αρμόδιας αρχής γίνεται με κάποιο νομοθετικό κείμενο γενικής εμβέλειας [3]. Στις περιπτώσεις αυτές, η αναφορά συχνά δεν είναι σαφής, δεδομένου ότι δεν αποτελεί μέρος του ίδιου του κειμένου της νομοθεσίας και παραπέμπει τον αναγνώστη σε διάφορα άλλα νομοθετικά κείμενα. Όσον αφορά την υπεύθυνη αρμόδια αρχή, υπάρχει κίνδυνος να ανακύψουν προβλήματα έλλειψης διαφάνειας.

[3] Γαλλία - Καταναλωτικός κώδικας, ιδίως το άρθρο L-214-1, το οποίο εγγυάται την εντιμότητα των εμπορικών συναλλαγών Βέλγιο - Νόμος της 14ης Ιουλίου 1991 σχετικά με τις πρακτικές του εμπορίου και την πληροφόρηση και την προστασία του καταναλωτή, κυρίως δε το άρθρο 14 Aυστρία - Ομοσπονδιακός νόμος σχετικά με τον αθέμιτο ανταγωνισμό του 1984, που τροποποιήθηκε από το νόμο του 1993 Δανία - Δανικός νόμος σχετικά με τις πρακτικές εμπορίας Φινλανδία - Νόμος σχετικά με την προστασία των καταναλωτών, της 20ής Ιανουαρίου 1978, κεφάλαιο 2, άρθρο 6 Λουξεμβούργο - Τροποποιηθείς νόμος της 9ης Αυγούστου 1971 σχετικά με την εκτέλεση και την επικύρωση των αποφάσεων και των οδηγιών καθώς και την επικύρωση των κανονισμών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στον οικονομικό, τεχνικό, γεωργικό, δασικό και κοινωνικό τομέα, καθώς και στον τομέα των μεταφορών. Κάτω Χώρες - Η οδηγία 94/11/ΕΚ τέθηκε σε εφαρμογή στο νόμο σχετικά με την ποιότητα των προϊόντων (Warenwet) από το διάταγμα σχετικά με την επισήμανση των υποδημάτων (Warenwetbesluit etikettering van shoeisel). Ο νόμος "Warenwet" συνδέεται με το νόμο περί οικονομικού εγκλήματος "Wet op de economische delicten" Γερμανία - Νόμος σχετικά με τα τρόφιμα και τα προϊόντα τρέχουσας κατανάλωσης (Lebensmittel und Bedarfsgegentδndegesetz). Ισπανία - Νόμος 26 της 19.7.1984; Διάταγμα 1945 της 22.6.1983 (κυρώσεις).

Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έχει στη διάθεσή της η Επιτροπή, ο έλεγχος της τήρησης των διατάξεων της οδηγίας 94/11 είναι αρμοδιότητα των ακόλουθων αρχών:

-Αυστρία - Τοπικές αρχές του υπουργείου Οικονομικών

-Βέλγιο - Υπηρεσία οικονομικής επιθεώρησης

-Δανία - Εθνικός οργανισμός κατανάλωσης

-Φινλανδία - Εθνικός οργανισμός κατανάλωσης. Διαμεσολαβητής καταναλωτών

-Γαλλία - Γενική διεύθυνση ανταγωνισμού, κατανάλωσης και καταστολής της απάτης

-Γερμανία - Υπουργεία Οικονομικών των ομόσπονδων κρατιδίων (Bundeslδnder)

-Ελλάδα - Διεύθυνση τεχνικού ελέγχου (υπουργείο Ανάπτυξης)

-Ιρλανδία - Υπηρεσία προστασίας των καταναλωτών

-Ιταλία - Υπουργείο Βιομηχανίας και Εμπορίου, μέσω των επαρχιακών γραφείων

-Λουξεμβούργο - Διεύθυνση ανταγωνισμού και προστασίας των καταναλωτών του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας

-Κάτω Χώρες - Επιθεώρηση και προστασία της υγείας (Εθνική Αρχή του νόμου σχετικά με την ποιότητα των προϊόντων)

-Πορτογαλία - Γενική επιθεώρηση οικονομικών δραστηριοτήτων και περιφερειακές υπηρεσίες του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας

-Ηνωμένο Βασίλειο - Τοπικές αρχές ("Μέτρα και σταθμά")

-Ισπανία - Υπηρεσίες κατανάλωσης των αυτόνομων κοινοτήτων, με το συντονισμό του Τομεακού Οργανισμού Κατανάλωσης

-Σουηδία - Οργανισμός καταναλωτών

2.6.2. Κυρώσεις

Στην Πορτογαλία, στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Ιρλανδία, τα μέτρα μεταφοράς ad hoc περιλαμβάνουν ιδιαίτερες διατάξεις όσον αφορά τα πρόστιμα που εφαρμόζονται σε περίπτωση μη τήρησης των απαιτήσεων επισήμανσης.

Στην Πορτογαλία, οι παραβάτες της νομοθεσίας τιμωρούνται με πρόστιμο από 25.000 έως 500.000 εσκούδος. Το πρόστιμο αυτό μπορεί να φθάσει τα 2 εκατ. εσκούδος όταν πρόκειται για νομικό πρόσωπο.

Στην Ιρλανδία, το ποσό του προστίμου σε περίπτωση μη συμμόρφωσης μπορεί να ανέλθει στις 1.500 λίρες Ιρλανδίας και στο Ηνωμένο Βασίλειο το όριο των κυρώσεων σε περίπτωση παράβασης των βρετανικών διατάξεων ανέρχεται σε 5.000 στερλίνες.

Σε όλα τα υπόλοιπα κράτη μέλη, η μεταφορά παραπέμπει σε ένα νομοθετικό κείμενο γενικής εμβέλειας. Στις περιπτώσεις αυτές, η αναφορά δεν είναι συχνά σαφής, δεδομένου ότι δεν αποτελεί μέρος του ίδιου του κειμένου της νομοθεσίας και παραπέμπει στον αναγνώστη σε διάφορα άλλα νομοθετικά κείμενα. Αυτό υπάρχει κίνδυνος να δημιουργήσει προβλήματα έλλειψης διαφάνειας.

Έτσι, οι κυρώσεις που προβλέπονται στη Γαλλία είναι κυρώσεις κοινού δικαίου για την επισήμανση των βιομηχανικών προϊόντων ή των ειδών διατροφής. Μπορούν να ανέλθουν, σε περίπτωση απάτης, μέχρι πρόστιμο ύψους 250.000 γαλλικών φράγκων και, επιπλέον, δύο έτη φυλάκισης. Οι ποινές αυτές διπλασιάζονται σε περίπτωση υποτροπής.

Στην Αυστρία, οι παραβάτες της εθνικής νομοθεσίας τιμωρούνται με πρόστιμα που προβλέπονται στο νόμο περί αθέμιτου ανταγωνισμού, μπορούν δεν να φθάσουν μέχρι 40.000 αυστριακά σελίνια για τις διοικητικές διαδικασίες.

Στο Βέλγιο, οι διάφορες κυρώσεις ορίζονται στο άρθρο 102 του νόμου σχετικά με τις πρακτικές του εμπορίου και τα πρόστιμα κυμαίνονται μεταξύ 250 έως 10.000 βελγικών φράγκων.

Στην Ισπανία, τα διάφορα πρόστιμα προβλέπονται στο νόμο 26/1984 της 19ης Ιουλίου, στο διάταγμα 1945/1983 της 22ας Ιουνίου, καθώς και στη νομοθεσία των αυτόνομων κοινοτήτων περί ζητημάτων καταναλωτή. Στους παραβάτες επιβάλλονται πρόστιμα τα οποία μπορεί να φθάσουν μέχρι 1.000.000 ισπανικές πεσέτες σε περίπτωση σοβαρών παραβάσεων.

Στη Γερμανία, μια παράβαση της υποχρέωσης ορθής επισήμανσης των υποδημάτων θεωρείται διοικητική παράβαση και μπορεί να τιμωρηθεί με διοικητικό πρόστιμο ύψους μέχρι 30.000 γερμανικών μάρκων.

Στο Λουξεμβούργο, η κύρωση είναι κοινού δικαίου για την εκτέλεση των αποφάσεων, των οδηγιών και των κανονισμών των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων. Μπορεί να κυμανθεί μεταξύ 501 και 1.000.000 βελγικών φράγκων.

Στις Κάτω Χώρες, αν η επιθεώρηση σημειώσει παράβαση του νόμου σχετικά με την ποιότητα των προϊόντων (Warenwet), αποστέλλεται γραπτώς σχετική προειδοποίηση στον ενδιαφερόμενο. Εάν, έπειτα από 3 μήνες, μια νέα επιθεώρηση αποδείξει ότι τα προϊόντα εξακολουθούν να παραβαίνουν τη νομοθεσία, υποβάλλεται σχετική έκθεση στον εισαγγελέα, ο οποίος, στις περισσότερες περιπτώσεις, προτείνει πρόστιμο προκειμένου να ρυθμιστεί η υπόθεση. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι κάθε παράβαση συνιστά οικονομική απάτη και ότι τα πρόστιμα μπορούν να ανέλθουν από 500 έως 1.000.000 ολλανδικά φιορίνια. Το ποσό του προστίμου μπορεί επίσης να ποικίλει ανάλογα με το πραγματοποιηθέν όφελος. Τα δικαστήρια εμπλέκονται μόνο στην περίπτωση κατά την οποία το πρόσωπο στο οποίο επιβλήθηκε το πρόστιμο αποφασίσει να το αμφισβητήσει.

Στην Σουηδία, τη Δανία και τη Φινλανδία, προβλέπεται ότι "η αρχή που είναι επιφορτισμένη με τον έλεγχο μπορεί να γνωστοποιήσει την εντολή ή την απαγόρευση που επιβάλλεται προκειμένου να εξασφαλιστεί η τήρηση των διατάξεων". Η εντολή ή η απαγόρευση συνοδεύεται από πρόστιμο, σε περίπτωση παράβασης.

Στην Ελλάδα, επιβάλλονται στους παραβάτες πρόστιμα, τα ποσά των οποίων αποφασίζονται από το δικαστήριο.

Στην Ιταλία, ο νόμος που θεσπίστηκε το 1994, στον οποίο γίνεται αναφορά στο προοίμιο του εθνικού διατάγματος, δεν είναι νόμος μεταφοράς αυτός καθαυτόν αλλά εξουσιοδοτικός νόμος, ο οποίος επιτρέπει την ταχεία υλοποίηση της μεταφοράς. Ως εκ τούτου, η κατάσταση που αφορά τις κυρώσεις δεν είναι πολύ σαφής.

Τα πρόστιμα που επιβάλλονται για παραβάσεις μη τήρησης των διατάξεων του άρθρου 2 παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλομορφία. Οι διαφορές είναι συνάρτηση των διαφορών στο ποινικό δίκαιο των κρατών μελών. Εντούτοις, μια εναρμόνιση των κυρώσεων υπερβαίνει το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας.

Η Επιτροπή δεν είναι αρμόδια να ορίσει τον τύπο κυρώσεων ή την αρχή η οποία οφείλει να μεριμνά την τήρηση των διατάξεων της οδηγίας. Πάντως, όλα τα κατάλληλα μέτρα πρέπει να συμβάλλουν στην επίτευξη του ίδιου στόχου, ήτοι στην αποτελεσματική προστασία των καταναλωτών, σεβόμενα, παράλληλα, τον ενιαίο χαρακτήρα της εσωτερικής αγοράς.

2.7. Εμπορία - Απαγόρευση ή εμπόδια

Το άρθρο 3 ορίζει ότι τα κράτη μέλη δεν μπορούν να απαγορεύουν ή να εμποδίζουν την εμπορία υποδημάτων που είναι σύμφωνα προς τις απαιτήσεις επισήμανσης της οδηγίας 94/11 με την εφαρμογή μη εναρμονισμένων εθνικών διατάξεων που διέπουν την επισήμανση ορισμένων υποδημάτων ή των υποδημάτων εν γένει.

Πρέπει, ωστόσο, να ληφθεί υπόψη το γεγονός ότι μπορούν να εισάγονται εμπόδια με έμμεσο τρόπο μέσω άλλων νομοθετικών κειμένων εκτός του πλαισίου μεταφοράς της οδηγίας στο εθνικό δίκαιο, καθώς και μέσω εθνικών διοικητικών πρακτικών.

Μέχρι την ημερομηνία παρουσίασης της παρούσας έκθεσης, η Επιτροπή δεν είχε πληροφορηθεί την ύπαρξη άμεσων εμποδίων στα εθνικά μέτρα μεταφοράς, ούτε έμμεσων εμποδίων στα νομοθετικά και συναφή κείμενα, εκτός από την καταγγελία που έλαβε σχετικά με την επισήμανση την οποία απαιτεί η Γαλλία για τα μη φοδραρισμένα υποδήματα.

2.8. Συμπληρωματικές πληροφορίες

Σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας 94/11, προβλέπεται ότι "οι ενδείξεις που απαιτούνται από την παρούσα οδηγία είναι δυνατόν να συνοδεύονται από συμπληρωματικές πληροφορίες υπό μορφή κειμένου οι οποίες τίθενται, ενδεχομένως, στην επισήμανση".

Στη Γαλλία, η επισήμανση κάθε υποδήματος οφείλει να περιλαμβάνει, για σκοπούς ελέγχου και αναγνώρισης, είτε "το όνομα, την επωνυμία ή το εμπορικό σήμα του κατασκευαστή" είτε "το όνομα ή την επωνυμία του πωλητή, συνοδευόμενη από μια συμβατική ένδειξη την οποία χορηγεί η διεύθυνση που είναι υπεύθυνη για την καταπολέμηση της απάτης και έχει ως σκοπό την αναγνώριση του κατασκευαστή ή του εισαγωγέα".

Στην Ιταλία, η ένδειξη "σόλα ιταλικής παραγωγής" μπορεί να τεθεί επί του υποδήματος προκειμένου να διευκρινιστεί η ιταλική καταγωγή του προϊόντος.

Ωστόσο, τα κράτη μέλη δεν μπορούν να απαγορεύουν ή να εμποδίζουν την εμπορία υποδημάτων που είναι σύμφωνα προς τις απαιτήσεις της παρούσας οδηγίας, σύμφωνα με τα όσα προβλέπει το άρθρο 3 της οδηγίας.

3. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Η οδηγία 94/11/ΕΚ της 23ης Μαρτίου, έξι έτη μετά την έκδοσή της , απέδειξε ότι ήταν ικανή να εξασφαλίσει ένα ικανοποιητικό επίπεδο πληροφόρησης και προστασίας των καταναλωτών και ότι επέτρεψε την εξασφάλιση της ελεύθερης εμπορίας των υποδημάτων σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Κατά τη διάρκεια των ετών αυτών, και εξαιρουμένων των αρχικών διαδικασιών επί παραβάσει για τη μη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο εντός των προθεσμιών που είχαν οριστεί, η Επιτροπή έλαβε μία μόνο καταγγελία για μη συμμόρφωση, η οποία αφορά την επισήμανση των μη φοδραρισμένων υποδημάτων.

Στα περισσότερα κράτη μέλη, τα εθνικά μέτρα μεταφοράς στο εθνικό δίκαιο ακολουθούν σχεδόν επί λέξει το νομοθετικό κείμενο της οδηγίας 94/11/ΕΚ και γενικά, τα κράτη μέλη θεωρούν την εθνική τους νομοθεσία επαρκή για την αποτελεσματική εφαρμογή όλων των πτυχών της οδηγίας. Κατά τους κατασκευαστές, η εναρμόνιση των εθνικών νομοθεσιών σχετικά με ένα κοινό ελάχιστο σύστημα επισήμανσης των υποδημάτων κατόρθωσε να εξασφαλίσει καλύτερη πληροφόρηση και μεγαλύτερη διαφάνεια για τους καταναλωτές.

Οι στόχοι που εκφράστηκαν με σαφήνεια το 1994 στο νομοθετικό κείμενο, δηλαδή η εναρμόνιση των νομοθεσιών σχετικά με τα υποδήματα και η εξασφάλιση της ελεύθερης κυκλοφορίας τους, μπορούν να θεωρηθούν επιτευχθέντες. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχει λόγος να προταθεί τροποποίηση της οδηγίας.