32002R0472

Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 472/2002 της Επιτροπής, της 12ης Μαρτίου 2002, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 466/2001 για τον καθορισμό μέγιστων τιμών ανοχής για ορισμένες προσμείξεις στα τρόφιμα (Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Επίσημη Εφημερίδα αριθ. L 075 της 16/03/2002 σ. 0018 - 0020


Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 472/2002 της Επιτροπής

της 12ης Μαρτίου 2002

για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 466/2001 για τον καθορισμό μέγιστων τιμών ανοχής για ορισμένες προσμείξεις στα τρόφιμα

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

Η ΕΠIΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟIΝΟΤΗΤΩΝ,

Έχοντας υπόψη:

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας,

τον κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 315/93 του Συμβουλίου, της 8ης Φεβρουαρίου 1993, για τη θέσπιση κοινοτικών διαδικασιών για τις προσμείξεις των τροφίμων(1), και ιδίως το άρθρο 2 παράγραφος 3,

Αφού ζητήθηκε η γνώμη της επιστημονικής επιτροπής τροφίμων,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1) Ο κανονισμός (ΕΟΚ) αριθ. 315/93 προβλέπει ότι πρέπει να οριστούν μέγιστες τιμές ανοχής για συγκεκριμένες προσμείξεις στα τρόφιμα για την προστασία της δημόσιας υγείας.

(2) Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 466/2001 της Επιτροπής(2), όπως τροποποιήθηκε από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 257/2002(3), καθορίζει μέγιστες τιμές ανοχής για ορισμένες προσμείξεις στα τρόφιμα, που θα ισχύουν από τις 5 Απριλίου 2002.

(3) Ορισμένα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει ή προτίθενται να θεσπίσουν μέγιστες τιμές για τις αφλατοξίνες και μέγιστες τιμές για την ωχρατοξίνη Α σε ορισμένα τρόφιμα. Δεδομένων των ανισοτήτων που υφίστανται μεταξύ των κρατών μελών και του κινδύνου που συνεπάγεται από τη στρέβλωση του ανταγωνισμού, επιβάλλεται να ληφθούν κοινοτικά μέτρα για τη διασφάλιση της ενότητας της αγοράς, τηρώντας συγχρόνως την αρχή της αναλογικότητας.

(4) Οι αφλατοξίνες, ειδικότερα η αφλατοξίνη Β1, είναι γονοτοξικές καρκινογόνες ουσίες. Για αυτόν τον τύπο ουσιών δεν υπάρχει κανένα κατώτατο όριο, κάτω από το οποίο δεν παρατηρούνται αρνητικές επιδράσεις, και δεν μπορεί επομένως να ορισθεί επιτρεπτή ημερήσια δόση. Όπως έχουν σήμερα οι τεχνικές και επιστημονικές γνώσεις, καθώς και οι βελτιώσεις των τεχνικών παραγωγής και αποθήκευσης, δεν είναι δυνατόν να απαλειφθεί πλήρως η ανάπτυξη αυτών των μυκήτων και, κατά συνέπεια, η παρουσία των αφλατοξινών στα μπαχαρικά. Συνεπώς πρέπει να οριστούν τα όρια στο χαμηλότερο λογικό επίπεδο.

(5) Τα αποτελέσματα ενός συντονισμένου προγράμματος ελέγχου, το οποίο εκτελέσθηκε από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τη σύσταση 97/77/ΕΚ της Επιτροπής, της 8ης Ιανουαρίου 1997, σχετικά με συντονισμένο πρόγραμμα για τον επίσημο έλεγχο των τροφίμων για το 1997(4), κοινοποιήθηκαν αφού καθορίστηκαν οι μέγιστες τιμές για τις αφλατοξίνες σε άλλα τρόφιμα. Αποδεικνύουν ότι ορισμένα είδη μπαχαρικών περιέχουν υψηλά επίπεδα αφλατοξινών. Είναι επομένως σκόπιμο να καθορισθούν ανώτατα όρια για τα είδη μπαχαρικών που χρησιμοποιούνται σε μεγάλες ποσότητες και που έχουν υψηλή συχνότητα μόλυνσης.

(6) Τα ανώτατα όρια πρέπει να επανεξετασθούν και, εάν χρειάζεται, να μειωθούν πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2003, λαμβάνοντας υπόψη τις δυνατότητες μείωσης της μόλυνσης των μπαχαρικών από αφλατοξίνες, με τη βελτίωση των μεθόδων παραγωγής, συγκομιδής και αποθήκευσης και με την πρόοδο των επιστημονικών και τεχνολογικών γνώσεων.

(7) Η ωχρατοξίνη Α είναι μια μυκοτοξίνη η οποία παράγεται από ορισμένα είδη μυκήτων (Penicillium και Aspergillus species). Εμφανίζεται σε μια ποικιλία φυτικών προϊόντων όπως τα δημητριακά, οι κόκκοι καφέ, το κακάο και οι ξηροί καρποί, σε ολόκληρο τον κόσμο. Η ωχρατοξίνη έχει επίσης ανιχνευθεί σε προϊόντα όπως τα προϊόντα σίτου, ο καφές, ο οίνος, η μπίρα και ο χυμός σταφυλιών αλλά και σε προϊόντα ζωικής προέλευσης όπως τα χοιρινά νεφρά. Από έρευνες όσον αφορά τη συχνότητα και τις τιμές ωχρατοξίνης Α σε δείγματα τροφίμων και ανθρώπινου αίματος προκύπτει ότι η παρουσία ωχρατοξίνης στα τρόφιμα είναι συχνή.

(8) Η ωχρατοξίνη Α είναι μυκοτοξίνη που έχει καρκινογόνες, νεφροτοξικές, τερατογόνες, ανοσοτοξικές και ενδεχόμενα νευροτοξικές ιδιότητες. Η τοξίνη αυτή έχει συνδεθεί με την εμφάνιση νεφροπάθειας στους ανθρώπους. Η ωχρατοξίνη Α μπορεί να έχει μεγάλο χρόνο ημιζωής στους ανθρώπους.

(9) Η επιστημονική επιτροπή τροφίμων, στη γνώμη της για την ωχρατοξίνη Α στις 17 Σεπτεμβρίου 1998, κρίνει ότι θα ήταν φρόνιμο να περιοριστεί όσο το δυνατόν περισσότερο η έκθεση στην ωχρατοξίνη Α, φροντίζοντας ώστε η έκθεση αυτή να μην υπερβαίνει το κατώτατο όριο των τιμών ανεκτής ημερήσιας πρόσληψης 1,2-14 ng/kg bw/ημέρα που έχουν υπολογιστεί από άλλους οργανισμούς, δηλαδή κάτω των 5 ng/kg bw/ημέρα.

(10) Με τις σημερινές επιστημονικές και τεχνικές γνώσεις και παρά τις βελτιώσεις στις τεχνικές παραγωγής και αποθήκευσης, δεν είναι δυνατό να προληφθεί πλήρως η ανάπτυξη αυτών των μυκήτων. Συνεπώς η ωχρατοξίνη Α δεν μπορεί να εξαλειφθεί πλήρως από τα τρόφιμα. Για το λόγο αυτό πρέπει να οριστούν τα όρια στο χαμηλότερο λογικό επίπεδο.

(11) Οι κυριότερες πηγές πρόσληψης ωχρατοξίνης Α στο πλαίσιο της διατροφής είναι τα δημητριακά και τα προϊόντα δημητριακών. Η πρόληψη έχει τεράστια σημασία για την αποφυγή της μόλυνσης στο μέτρο του δυνατού και την προστασία των καταναλωτών. Θα πρέπει να καθοριστούν λογικά ανώτατα όρια για τα δημητριακά και τα προϊόντα με βάση τα δημητριακά, με την προϋπόθεση ότι ισχύουν προληπτικά μέτρα για την αποφυγή της μόλυνσης σε όλα τα στάδια της αλυσίδας παραγωγής και εμπορίας.

(12) Στις σταφίδες (στην κορινθιακή, στην ξανθή σταφίδα και στη σουλτανίνα) έχει παρατηρηθεί υψηλός βαθμός περιεκτικότητας. Οι σταφίδες αποτελούν σημαντική διατροφική πηγή ωχρατοξίνης Α για τα άτομα που τις καταναλώνουν σε μεγάλο βαθμό και κυρίως για τα παιδιά. Θα πρέπει συνεπώς να καθιερωθεί προς το παρόν ένα οριακό επίπεδο, πράγμα το οποίο είναι τεχνολογικά εφικτό, αλλά είναι αναγκαίο και να βελτιωθούν περαιτέρω οι πρακτικές για τη μείωση της μόλυνσης.

(13) Η παρουσία ωχρατοξίνης Α έχει επίσης παρατηρηθεί στον καφέ, στον οίνο, στη μπίρα, στο χυμό σταφυλιών, στο κακάο και στα μπαχαρικά. Πρέπει να γίνουν έρευνες από τα κράτη μέλη και τα ενδιαφερόμενα μέρη (π.χ. επαγγελματικές οργανώσεις) για να καθοριστούν οι διάφοροι παράγοντες που συμβάλλουν στο σχηματισμό της ωχρατοξίνης Α καθώς και τα προληπτικά μέτρα που πρέπει να ληφθούν για να μειωθεί η παρουσία ωχρατοξίνης Α σε αυτά τα τρόφιμα. Είναι απόλυτα αναγκαίο για αυτά τα προϊόντα να καταβληθούν όλες οι δυνατές προσπάθειες όσον αφορά την έρευνα και τα προληπτικά μέτρα ώστε να μειωθεί η περιεκτικότητα ωχρατοξίνης Α στο ελάχιστο δυνατό έως ότου καθιερωθούν ανώτατα όρια βάσει της αρχής ALARA (As Low As Reasonably Achievable). Εάν δεν καταβληθούν προσπάθειες για τη μείωση της περιεκτικότητας ορισμένων τροφίμων σε ωχρατοξίνη Α, θα χρειαστεί να καθιερωθεί ανώτατο όριο για τα προϊόντα αυτά με στόχο την προστασία της δημόσιας υγείας, δίχως να είναι δυνατή η αξιολόγηση του εφικτού από τεχνολογικής άποψης.

(14) Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 466/2001 πρέπει συνεπώς να τροποποιηθεί ανάλογα.

(15) Τα μέτρα που προβλέπονται στον παρόντα κανονισμό είναι σύμφωνα με τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής για την τροφική αλυσίδα και την υγεία των ζώων,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 466/2001 τροποποιείται ως εξής:

1. Το άρθρο 4 παράγραφος 2 τροποποιείται ως εξής:

α) η πρώτη φράση αντικαθίσταται από την ακόλουθη: "Όσον αφορά τις αφλατοξίνες και την ωχρατοξίνη Α στα προϊόντα που αναφέρονται στα σημεία 2.1 και 2.2 του παραρτήματος I, απαγορεύεται:"·

β) στο σημείο β) "και 2.1.3" αντικαθίσταται από ", 2.1.3, 2.1.4, 2.2.1 και 2.2.2".

2. Στο άρθρο 5, προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος 2α: "2α. Η Επιτροπή θα αναθεωρήσει τα ανώτατα επίπεδα για τις αφλατοξίνες που ορίζονται στο σημείο 2.1.4 του τμήματος 2 στο παράρτημα Ι έως τις 31 Δεκεμβρίου 2003 το αργότερο και, αν χρειαστεί, θα τις μειώσει για να λάβει υπόψη την πρόοδο της επιστημονικής και τεχνολογικής γνώσης.

Η Επιτροπή θα αναθεωρήσει τις διατάξεις που ορίζονται στο σημείο 2.2.2 και 2.2.3 του τμήματος 2 στο παράρτημα Ι έως τις 31 Δεκεμβρίου 2003 το αργότερο, όσον αφορά τα ανώτατα όρια για την ωχρατοξίνη Α σε σταφίδες και με στόχο τη συμπερίληψη ανώτατου ορίου για την παρουσία ωχρατοξίνης Α στον ωμό και καβουρντισμένο καφέ, στα προϊόντα καφέ, στον οίνο, στη μπίρα, στο χυμό σταφυλιού, στο κακάο και στα προϊόντα με βάση το κακάο καθώς και στα μπαχαρικά, προκειμένου να προστατευθεί η δημόσια υγεία λαμβάνοντας υπόψη τις διεξαχθείσες έρευνες και τα εφαρμοζόμενα προληπτικά μέτρα για τη μείωση της παρουσίας ωχρατοξίνης Α στα εν λόγω προϊόντα.

Για το σκοπό αυτό, τα κράτη μέλη και τα ενδιαφερόμενα μέρη θα κοινοποιούν ετησίως στην Επιτροπή τα αποτελέσματα των ερευνών που διεξάγουν και την πρόοδο που επιτυγχάνεται όσον αφορά την εφαρμογή των προληπτικών μέτρων για την αποφυγή της μόλυνσης των προϊόντων από ωχρατοξίνη Α."

3. Το παράρτημα Ι τροποποιείται όπως ορίζεται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει τη δέκατη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.

Εφαρμόζεται από τις 5 Απριλίου 2002.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 12 Μαρτίου 2002.

Για την Επιτροπή

David Byrne

Μέλος της Επιτροπής

(1) ΕΕ L 37 της 13.2.1993, σ. 1.

(2) ΕΕ L 77 της 16.3.2001, σ. 1.

(3) ΕΕ L 41 της 13.2.2002, σ. 12.

(4) ΕΕ L 22 της 24.1.1997, σ. 27.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Στο τμήμα 2 (μυκοτοξίνες) του παραρτήματος I του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 466/2001 προστίθενται τα ακόλουθα: >ΘΕΣΗ ΠΙΝΑΚΑ>

""

(1) ΕΕ L 75 της 16.3.2002, σ. 44.