ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΊΟΥ (τρίτο τμήμα)

της 22ας Νοεμβρίου 2012 ( *1 )

«Αεροπορικές μεταφορές — Αποζημίωση των επιβατών και παροχή βοήθειας προς αυτούς — Άρνηση επιβιβάσεως, ματαίωση ή σημαντική καθυστέρηση πτήσεως — Προθεσμία ασκήσεως αγωγής»

Στην υπόθεση C-139/11,

με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, την οποία υπέβαλε το Audiencia Provincial de Barcelona (Ισπανία) με απόφαση της 14ης Φεβρουαρίου 2011, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 21 Μαρτίου 2011, στο πλαίσιο της δίκης

Joan Cuadrench Moré

κατά

Koninklijke Luchtvaart Maatschappij NV,

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ (τρίτο τμήμα),

συγκείμενο από τη R. Silva de Lapuerta, προεδρεύουσα του τρίτου τμήματος, και τους K. Lenaerts, E. Juhász, T. von Danwitz και D. Šváby (εισηγητή), δικαστές,

γενικός εισαγγελέας: Y. Bot

γραμματέας: A. Calot Escobar

έχοντας υπόψη την έγγραφη διαδικασία,

λαμβάνοντας υπόψη τις παρατηρήσεις που υπέβαλαν:

ο Cuadrench Moré, εκπροσωπούμενος από τον J.-P. Mascaray Martí, abogado,

η Koninklijke Luchtvaart Maatschappij NV, εκπροσωπούμενη από τη Μ. C. de Yzaguirre y Morer, Procuradora, και τον J. M. Echegaray Fraile, abogado,

η Γερμανική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον T. Henze και τη J. Kemper,

η Πολωνική Κυβέρνηση, εκπροσωπούμενη από τον M. Szpunar,

η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκπροσωπούμενη από τον K. Simonsson,

κατόπιν της αποφάσεως που έλαβε, αφού άκουσε τον γενικό εισαγγελέα, να εκδικάσει την υπόθεση χωρίς ανάπτυξη προτάσεων,

εκδίδει την ακόλουθη

Απόφαση

1

Η αίτηση προδικαστικής αποφάσεως αφορά την ερμηνεία του κανονισμού (ΕΚ) 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημιώσεως των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση αρνήσεως επιβιβάσεως και ματαιώσεως ή μεγάλης καθυστερήσεως της πτήσεως και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 295/91 (ΕΕ L 46, σ. 1).

2

Η αίτηση αυτή υποβλήθηκε στο πλαίσιο διαφοράς μεταξύ του Cuadrench Moré, αφενός, και της Koninklijke Luchtvaart Maatschappij NV (στο εξής: KLM), αφετέρου, επ’ αφορμή της αρνήσεως της δεύτερης να αποζημιώσει τον πρώτο κατόπιν ματαιώσεως πτήσεως.

Το νομικό πλαίσιο

Το διεθνές δίκαιο

Η Σύμβαση της Βαρσοβίας

3

Κατά το άρθρο 17, παράγραφος 1, της Συμβάσεως περί ενοποιήσεως διατάξεων σχετικών προς τας διεθνείς αερομεταφοράς, η οποία υπογράφηκε στη Βαρσοβία στις 12 Οκτωβρίου 1929, όπως αυτή αναθεωρήθηκε και συμπληρώθηκε με το Πρωτόκολλο της Χάγης της 28ης Σεπτεμβρίου 1955, τη Σύμβαση της Γουαδαλαχάρας της 18ης Σεπτεμβρίου 1961, το Πρωτόκολλο της Γουατεμάλας της 8ης Μαρτίου 1971, καθώς και με τα τέσσερα πρόσθετα Πρωτόκολλα του Μόντρεαλ της 25ης Σεπτεμβρίου 1975 (στο εξής: Σύμβαση της Βαρσοβίας), «[Ο] μεταφορέας ευθύνεται για τη ζημία που προκαλείται σε περίπτωση θανάτου ή σωματικού τραυματισμού επιβάτη, υπό τον όρο μόνον ότι το δυστύχημα που προκάλεσε τον θάνατο ή τον τραυματισμό σημειώθηκε όταν ο επιβάτης ευρίσκετο επί του αεροσκάφους ή κατά τη διάρκεια της επιβιβάσεως ή της αποβιβάσεως […]».

4

Το άρθρο 19 της Συμβάσεως της Βαρσοβίας ορίζει:

«Ο μεταφορεύς είναι υπεύθυνος διά την ζημίαν ήτις ήθελε προέλθει εκ καθυστερήσεως κατά την εναέριον μεταφοράν επιβατών, αποσκευών ή εμπορευμάτων.»

5

Το άρθρο 29 της Συμβάσεως της Βαρσοβίας ορίζει:

«1.   Η περί ευθύνης αγωγή δέον να εγερθή, επί ποινή παραγραφής [της αξιώσεως], εντός διετούς προθεσμίας, υπολογιζομένης από της αφίξεως εις τον προς ον τόπον ή από της ημέρας καθ’ ην ώφειλε το αερόπλοιον ν’ αφιχθή, ή από της διακοπής της μεταφοράς.

2.   Ο τρόπος του υπολογισμού της προθεσμίας καθορίζεται υπό του νόμου του επιληφθέντος της υποθέσεως δικαστηρίου.»

Η Σύμβαση του Μόντρεαλ

6

Η Σύμβαση για την ενοποίηση ορισμένων κανόνων στις διεθνείς αεροπορικές μεταφορές, η οποία συνήφθη στο Μόντρεαλ στις 28 Μαΐου 1999, υπογράφηκε από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα στις 9 Δεκεμβρίου 1999 και εγκρίθηκε εξ ονόματός της με την απόφαση 2001/539/ΕΚ του Συμβουλίου, της 5ης Απριλίου 2001 (ΕΕ L 194, σ. 38, στο εξής: Σύμβαση του Μόντρεαλ). Η ανωτέρω σύμβαση τέθηκε σε ισχύ, όσον αφορά την Ευρωπαϊκή Ένωση, στις 28 Ιουνίου 2004. Από την ανωτέρω ημερομηνία και όσον αφορά ειδικότερα τα κράτη μέλη μεταξύ τους, η Σύμβαση του Μόντρεαλ υπερισχύει της Συμβάσεως της Βαρσοβίας, κατ’ εφαρμογή του άρθρου 55 της πρώτης.

7

Το άρθρο 19 της Συμβάσεως του Μόντρεαλ ορίζει:

«Ο μεταφορέας ευθύνεται για τη ζημία που προκαλείται εξ αιτίας της καθυστερήσεως της αεροπορικής μεταφοράς επιβατών, αποσκευών ή φορτίου. […]»

8

Το άρθρο 35 της Συμβάσεως του Μόντρεαλ, τιτλοφορούμενο «Προθεσμία [ασκήσεως] αγωγής», επαναλαμβάνει πανομοιότυπα τη διάταξη του άρθρου 29 της Συμβάσεως της Βαρσοβίας.

Το δίκαιο της Ένωσης

Ο κανονισμός (ΕΚ) 2027/97

9

Βούληση του νομοθέτη της Ένωσης ήταν να βελτιώσει, με τον κανονισμό (ΕΚ) 2027/97 του Συμβουλίου, της 9ης Οκτωβρίου 1997, για την ευθύνη του αερομεταφορέα σε περίπτωση ατυχήματος (EE L 285, σ. 1), το επίπεδο της προστασίας των επιβατών, θυμάτων αεροπορικών ατυχημάτων, θεσπίζοντας διατάξεις προοριζόμενες να αντικαταστήσουν, όσον αφορά τις αερομεταφορές μεταξύ κρατών μελών, ορισμένες διατάξεις της Συμβάσεως της Βαρσοβίας, εν αναμονή της επανεξετάσεως και της σε βάθος αναθεωρήσεως της εν λόγω συμβάσεως.

10

Το άρθρο 1 του κανονισμού 2027/97 ορίζει:

«Ο παρών κανονισμός καθορίζει τις υποχρεώσεις των κοινοτικών αερομεταφορέων για την ευθύνη εξ ατυχήματος έναντι των επιβατών για ζημία που υπέστησαν λόγω θανάτου, τραυματισμού ή άλλης σωματικής βλάβης που έχει υποστεί επιβάτης, και εφόσον το ζημιογόνο ατύχημα συνέβη εντός του αεροσκάφους, κατά την επιβίβαση ή την αποβίβαση.

[…]»

Ο κανονισμός 261/2004

11

Το άρθρο 5, παράγραφος 1, του κανονισμού 261/2004 ορίζει:

«Σε περίπτωση ματαιώσεως πτήσεως, οι επιβάτες δικαιούνται:

[...]

γ)

αποζημίωση από τον πραγματικό αερομεταφορέα σύμφωνα με το άρθρο 7 [...]».

12

Το άρθρο 6 του εν λόγω κανονισμού προβλέπει τις υποχρεώσεις επί θεμάτων παροχής βοήθειας στους επιβάτες οι οποίες βαρύνουν τους αερομεταφορείς σε περίπτωση καθυστερήσεως πτήσεως.

13

Το άρθρο 7, παράγραφος 1, του ίδιου κανονισμού είναι διατυπωμένο ως εξής:

«Όταν γίνεται παραπομπή στο παρόν άρθρο, ο επιβάτης λαμβάνει αποζημίωση ύψους:

α)

250 ευρώ για όλες τις πτήσεις έως και 1 500 χιλιομέτρων·

β)

400 ευρώ για όλες τις ενδοκοινοτικές πτήσεις άνω των 1500 χιλιομέτρων και όλες τις άλλες πτήσεις μεταξύ 1500 και 3 500 χιλιομέτρων·

γ)

600 ευρώ για όλες τις πτήσεις που δεν εμπίπτουν στα στοιχεία αʹ ή βʹ.

[...]»

14

Καμία διάταξη του κανονισμού 261/2004 δεν προσδιορίζει την προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να ασκούνται οι αξιώσεις οι οποίες σκοπούν στον σεβασμό των διασφαλιζομένων με τον εν λόγω κανονισμό δικαιωμάτων.

Το ισπανικό δίκαιο

15

Η εφαρμοστέα εθνική κανονιστική ρύθμιση καθορίζει δεκαετή προθεσμία ασκήσεως αγωγής όσον αφορά τις αξιώσεις, η άσκηση των οποίων δεν υπόκειται σε καμία άλλη προθεσμία.

Η διαφορά της κύριας δίκης και το προδικαστικό ερώτημα

16

Ο Juan Cuadrench Moré προέβη σε κράτηση για πτήση της KLM της 20ής Δεκεμβρίου 2005 με αναχώρηση από τη Σαγκάη (Κίνα) και προορισμό τη Βαρκελώνη (Ισπανία). Η πτήση KL 0896, η οποία επρόκειτο να ακολουθήσει την ως άνω διαδρομή, ματαιώθηκε, γεγονός το οποίο υποχρέωσε τον J. Cuadrench Moré να ταξιδέψει την επομένη με άλλη εταιρία μέσω Μονάχου (Γερμανία).

17

Ο J. Cuadrench Moré άσκησε στις 27 Φεβρουαρίου 2009 ενώπιον του Juzgado Mercantil no 7 της Βαρκελώνης αγωγή κατά της KLM αιτούμενος, βάσει του κανονισμού 261/2004, αποζημίωση ύψους 2990 ευρώ, ποσού προσαυξημένου με τόκους και δικαστικά έξοδα, προς αποκατάσταση της ζημίας την οποία είχε υποστεί λόγω της ματαιώσεως της συγκεκριμένης πτήσεως.

18

Η KLM υποστήριξε συναφώς ότι η αξίωση είχε παραγραφεί λόγω του ότι είχε παρέλθει η προβλεπόμενη στο άρθρο 29 της Συμβάσεως της Βαρσοβίας διετής προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να ασκούνται οι περί ευθύνης αγωγές κατά των αερομεταφορέων.

19

Με απόφαση της 26ης Μαΐου 2009, το Juzgado Mercantil no 7 της Βαρκελώνης υποχρέωσε την KLM να καταβάλει ποσόν ύψους 600 ευρώ, νομιμοτόκως, βάσει του κανονισμού 261/2004. Με την απόφασή του, το εν λόγω δικαστήριο απέρριψε τον αμυντικό ισχυρισμό τον οποίον προέβαλε η KLM κρίνοντας ότι τόσο η προβλεπόμενη στο άρθρο 29 της Συμβάσεως της Βαρσοβίας όσο και η προβλεπόμενη στο άρθρο 35 της Συμβάσεως του Μόντρεαλ προθεσμία παραγραφής δεν εφαρμόζονταν στην προκειμένη περίπτωση, καθόσον εμπλεκόταν συναφώς ο κανονισμός 261/2004. Λόγω της ελλείψεως ρητής διατάξεως του ανωτέρω κανονισμού σχετικά με τον καθορισμό της προθεσμίας εντός της οποίας πρέπει να ασκούνται οι συναφείς αγωγές, το επιληφθέν δικαστήριο έκρινε ότι εφαρμοστέα ήταν η ισπανική κανονιστική ρύθμιση.

20

Επιληφθέν κατ’ έφεση, το Audiencia Provincial de Barcelona εκτιμά ότι, ελλείψει ρητής διατάξεως του κανονισμού 261/2004 επί του θέματος, οι αποφάσεις της 10ης Ιανουαρίου 2006 στην υπόθεση C-344/04, IATA και ELFAA (Συλλογή 2006, σ. I-403), και της 22ας Δεκεμβρίου 2008 στην υπόθεση C-549/07, Wallentin-Hermann (Συλλογή 2008, σ. I-11061), από κοινού με την απόφαση της 22ας Οκτωβρίου 2009 στην υπόθεση C-301/08, Bogiatzi (Συλλογή 2009, σ. I-10185), δεν επιτρέπουν τον προσδιορισμό, με επαρκή βαθμό βεβαιότητας, της εφαρμοστέας προθεσμίας για την άσκηση της αγωγής.

21

Υπό τις περιστάσεις αυτές, το Audiencia Provincial de Barcelona ανέστειλε τη διαδικασία και αποφάσισε να υποβάλει ενώπιον του Δικαστηρίου το ακόλουθο προδικαστικό ερώτημα:

«Πρέπει ο [κανονισμός 261/2004] να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι, όσον αφορά την προθεσμία ασκήσεως της αγωγής, εφαρμόζεται το άρθρο 35 της Συμβάσεως του Μόντρεαλ, το οποίο ορίζει την προθεσμία αυτή στα δύο έτη, ή πρέπει να θεωρηθεί ότι έχει εφαρμογή άλλος κανόνας [του δικαίου της Ένωσης] ή η εθνική νομοθεσία;»

Επί του προδικαστικού ερωτήματος

22

Με το ερώτημά του, το αιτούν δικαστήριο ερωτά κατά βάση αν ο κανονισμός 261/2004 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να ασκούνται οι αγωγές με αντικείμενο την καταβολή της προβλεπόμενης στα άρθρα 5 και 7 του επίδικου κανονισμού αποζημιώσεως καθορίζεται σύμφωνα με το άρθρο 35 της Συμβάσεως του Μόντρεαλ ή βάσει άλλων διατάξεων, ειδικότερα δε των κανόνων κάθε κράτους μέλους σε θέματα παραγραφής των αξιώσεων.

23

Προκαταρκτικώς, υπενθυμίζεται ότι, σε περίπτωση ματαιώσεως πτήσεως και υπό την επιφύλαξη ότι αυτή οφείλεται σε εξαιρετικές περιστάσεις οι οποίες θα ήταν αδύνατον να έχουν αποφευχθεί έστω και αν είχαν ληφθεί όλα τα εύλογα μέτρα, τα άρθρα 5 και 7 του κανονισμού 261/2004 αναγνωρίζουν υπέρ των επιβατών δικαίωμα προς αποζημίωση το οποίο ποικίλλει ανάλογα με την απόσταση και τον προορισμό της συγκεκριμένης πτήσεως, δικαίωμα το οποίο μπορούν να επικαλεστούν οι επιβάτες εν ανάγκη ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων.

24

Συναφώς, δεν αμφισβητείται ότι ο κανονισμός 261/2004 δεν εμπεριέχει καμία διάταξη αφορώσα την προθεσμία παραγραφής των προβαλλομένων ενώπιον των εθνικών δικαστηρίων αξιώσεων με αντικείμενο την καταβολή της προβλεπόμενης στα άρθρα 5 και 7 του επίδικου κανονισμού αποζημιώσεως.

25

Κατά πάγια νομολογία, ελλείψει κανονιστικής ρυθμίσεως της Ένωσης επί του θέματος, εναπόκειται στην έννομη τάξη κάθε κράτους μέλους να ρυθμίζει τις δικονομικές προϋποθέσεις περί τα μέσα ένδικης προστασίας προς διασφάλιση των δικαιωμάτων τα οποία αντλούν οι πολίτες από το δίκαιο της Ένωσης, εφόσον οι συναφείς δικονομικές προϋποθέσεις δεν παραβιάζουν τις αρχές της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας (βλ., συναφώς, απόφαση της 25ης Νοεμβρίου 2010, C-429/09, Fuß, Συλλογή 2010, σ. I-12167, σκέψη 72).

26

Εξ αυτού έπεται ότι η προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να ασκούνται οι αγωγές με αντικείμενο την προβλεπόμενη στα άρθρα 5 και 7 του κανονισμού 261/2004 αποζημίωση καθορίζεται από το εθνικό δίκαιο κάθε κράτους μέλους, και τούτο εφόσον οι εν λόγω προϋποθέσεις δεν παραβιάζουν τις αρχές της ισοδυναμίας και της αποτελεσματικότητας.

27

Την ανωτέρω διαπίστωση δεν αναιρεί, σε αντίθεση προς όσα υποστηρίζει η KLM, το γεγονός ότι το άρθρο 29 της Συμβάσεως της Βαρσοβίας και το άρθρο 35 της Συμβάσεως του Μόντρεαλ προβλέπουν ότι η βάσει αναγνωριζομένων από τις ανωτέρω συμβάσεις δικαιωμάτων αγωγή αποζημιώσεως πρέπει να ασκείται, επί ποινή παραγραφής της αξιώσεως, εντός προθεσμίας δύο ετών αρχομένης από την άφιξη στον προορισμό ή από την ημέρα κατά την οποία το αεροσκάφος θα έπρεπε να έχει αφιχθεί ή από τη διακοπή της μεταφοράς.

28

Στην πραγματικότητα, το προβλεπόμενο στα άρθρα 5 και 7 του κανονισμού 261/2004 μέτρο της αποζημιώσεως εκφεύγει του πεδίου εφαρμογής των Συμβάσεων της Βαρσοβίας και του Μόντρεαλ (βλ., υπό την έννοια αυτή, απόφαση της 23ης Οκτωβρίου 2012, C-581/10 και C-629/10, Nelson κ.λπ., σκέψη 55).

29

Ως εκ τούτου, η καθοριζόμενη στο άρθρο 29 της Συμβάσεως της Βαρσοβίας και στο άρθρο 35 της Συμβάσεως του Μόντρεαλ διετής παραγραφή δεν μπορεί να εκληφθεί ως εφαρμοζόμενη επί των αξιώσεων οι οποίες ασκούνται ειδικότερα δυνάμει των άρθρων 5 και 7 του κανονισμού 261/2004.

30

Την ανωτέρω διαπίστωση δεν αναιρεί περαιτέρω η προπαρατεθείσα απόφαση Bogiatzi, σύμφωνα με την οποία το Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι ο κανονισμός 2027/97 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι δεν αποκλείει την εφαρμογή του άρθρου 29 της Συμβάσεως της Βαρσοβίας επί καταστάσεως όπως εκείνη ενός επιβάτη ο οποίος ασκεί αγωγή αποζημιώσεως κατά του αερομεταφορέα λόγω της ζημίας την οποία υπέστη ο ενάγων στο πλαίσιο πτήσεως μεταξύ κρατών μελών.

31

Υπογραμμίζεται συναφώς ότι, όπως προκύπτει από το άρθρο 1 του κανονισμού 2027/97, όπως αυτός ίσχυε κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών τα οποία οδήγησαν στην έκδοση της προπαρατεθείσας αποφάσεως Bogiatzi, ο εν λόγω κανονισμός αφορά την ευθύνη των αερομεταφορέων σε περίπτωση ατυχήματος, περίπτωση στην οποία αναφέρεται και το άρθρο 17 της Συμβάσεως της Βαρσοβίας.

32

Αποκλειστικός σκοπός του κανονισμού 2027/97 ήταν η αντικατάσταση, όσον αφορά τις αερομεταφορές μεταξύ κρατών μελών, των προβλεπομένων με τη Σύμβαση της Βαρσοβίας διατάξεων από ορισμένες διατάξεις περισσότερο προστατευτικές των επιβατών, θυμάτων αεροπορικών ατυχημάτων, χωρίς, πάντως, να αποκλείεται η εφαρμογή των υπολοίπων διατάξεων, μεταξύ των οποίων καταλέγονται, ειδικότερα, οι προϋποθέσεις ασκήσεως της προβλεπόμενης στο άρθρο 29 της ανωτέρω συμβάσεως αγωγής αποζημιώσεως (βλ., συναφώς, προπαρατεθείσα απόφαση Bogiatzi, σκέψεις 41 έως 44). Αντιθέτως, ο κανονισμός 261/2004 θεσπίζει σύστημα τυποποιημένης και άμεσης αποκαταστάσεως των ζημιών οι οποίες οφείλονται στην ταλαιπωρία από τις σημειωθείσες κατά την αεροπορική μεταφορά των επιβατών καθυστερήσεις και ματαιώσεις πτήσεων, σύστημα εντασσόμενο σε προγενέστερο της Συμβάσεως του Μόντρεαλ στάδιο, οπότε και είναι αυτοτελές έναντι του αποτελούντος προϊόν της συμβάσεως αυτής συστήματος (βλ., συναφώς, προπαρατεθείσα απόφαση Nelson κ.λπ., σκέψεις 46, 55 και 57, και εκεί παρατιθέμενη νομολογία).

33

Υπό το φως των προηγηθεισών σκέψεων, στο υποβληθέν ερώτημα προσήκει η απάντηση ότι ο κανονισμός 261/2004 πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να ασκούνται οι αγωγές με αντικείμενο την προβλεπόμενη στα άρθρα 5 και 7 του ανωτέρω κανονισμού αξίωση περί καταβολής αποζημιώσεως καθορίζεται σύμφωνα με τους κανόνες κάθε κράτους μέλους επί θεμάτων παραγραφής των αξιώσεων.

Επί των δικαστικών εξόδων

34

Δεδομένου ότι η παρούσα διαδικασία έχει ως προς τους διαδίκους της κύριας δίκης τον χαρακτήρα παρεμπίπτοντος που ανέκυψε ενώπιον του εθνικού δικαστηρίου, σ’ αυτό εναπόκειται να αποφανθεί επί των δικαστικών εξόδων. Τα έξοδα στα οποία υποβλήθηκαν όσοι υπέβαλαν παρατηρήσεις στο Δικαστήριο, πλην των ως άνω διαδίκων, δεν αποδίδονται.

 

Για τους λόγους αυτούς, το Δικαστήριο (τρίτο τμήμα) αποφαίνεται:

 

Ο κανονισμός (ΕΚ) 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημιώσεως των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση αρνήσεως επιβιβάσεως και ματαιώσεως ή μεγάλης καθυστερήσεως της πτήσεως και για την κατάργηση του κανονισμού (ΕΟΚ) 295/91, πρέπει να ερμηνευθεί υπό την έννοια ότι η προθεσμία εντός της οποίας πρέπει να ασκούνται οι αγωγές με αντικείμενο την προβλεπόμενη στα άρθρα 5 και 7 του ανωτέρω κανονισμού αξίωση περί καταβολής αποζημιώσεως καθορίζεται σύμφωνα με τους κανόνες κάθε κράτους μέλους επί θεμάτων παραγραφής των αξιώσεων.

 

(υπογραφές)


( *1 ) Γλώσσα διαδικασίας: η ισπανική.