12.5.2012   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

C 137/1


Γνωμοδότηση του Ευρωπαίου Επόπτη Προστασίας Δεδομένων επί της πρότασης της Επιτροπής για την έκδοση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2005/36/ΕΚ σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων και του κανονισμού […] σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μέσω του συστήματος πληροφόρησης της εσωτερικής αγοράς

2012/C 137/01

Ο ΕΥΡΩΠΑΙΟΣ ΕΠΟΠΤΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 16,

Έχοντας υπόψη τον Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως τα άρθρα 7 και 8,

Έχοντας υπόψη την οδηγία 95/46/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 24ης Οκτωβρίου 1995, για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (1),

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 45/2001 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Δεκεμβρίου 2000, σχετικά με την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τα όργανα και τους οργανισμούς της Κοινότητας και σχετικά με την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών (2),

Έχοντας υπόψη την αίτηση γνωμοδότησης σύμφωνα με το άρθρο 28 παράγραφος 2 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗ:

1.   ΕΙΣΑΓΩΓΗ

1.1.   Διαβούλευση με τον ΕΕΠΔ

1.

Στις 19 Δεκεμβρίου 2011, η Επιτροπή εξέδωσε πρόταση οδηγίας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την τροποποίηση της οδηγίας 2005/36/ΕΚ σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων και του κανονισμού […] σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μέσω του συστήματος πληροφόρησης της εσωτερικής αγοράς (3). Η πρόταση διαβιβάστηκε αυθημερόν στον ΕΕΠΔ για διαβούλευση.

2.

Ο ΕΕΠΔ είχε την ευκαιρία να διατυπώσει άτυπα σχόλια επί της πρότασης πριν από την έγκρισή της, πολλά δε εξ αυτών ελήφθησαν υπόψη κατά την κατάρτιση του τελικού κειμένου της πρότασης. Ως εκ τούτου, ενισχύθηκε σημαντικά το εγγυητικό πλαίσιο των διατάξεων της πρότασης περί προστασίας δεδομένων.

3.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησε επισήμως τη γνώμη του, καθώς και για την πρόταση να περιληφθεί στο προοίμιο της πράξεως που τελεί υπό έγκριση αναφορά στην παρούσα γνωμοδότηση.

1.2.   Στόχοι και πεδίο εφαρμογής της πρότασης

4.

Στόχος της πρότασης είναι ο εκσυγχρονισμός και η τροποποίηση του ισχύοντος κειμένου της οδηγίας 2005/36/ΕΚ (στο εξής: «οδηγία περί επαγγελματικών προσόντων»). Για την επίτευξη του σκοπού αυτού, η Επιτροπή προτείνει επίσης όπως οι αναφορές σε διατάξεις της αναθεωρηθήσας οδηγίας περί επαγγελματικών προσόντων τροποποιηθούν στα αντίστοιχα σημεία του κανονισμού […] σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μέσω του συστήματος πληροφόρησης της εσωτερικής αγοράς (στο εξής: «κανονισμός ΙΜΙ») (4).

1.3.   Συνάφεια με την προστασία δεδομένων

5.

Υπό το πρίσμα της προστασίας δεδομένων, οι δύο κύριες πτυχές της πρότασης είναι i) η θέσπιση συστήματος προειδοποίησης (άρθρο 56α) και ii) η θέσπιση, σε εθελοντική βάση, ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας (άρθρα 4α, 4β, 4γ, 4δ και 4ε) (5). Σε αμφότερες τις περιπτώσεις η επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα προβλέπεται ότι θα πραγματοποιείται μέσω του συστήματος πληροφόρησης της εσωτερικής αγοράς («IMI»).

6.

Ειδοποιήσεις εκδίδονται, καταρχήν, μετά τη λήψη απόφασης από αρμόδια αρχή ή δικαστήριο κράτους μέλους με την οποία ορισμένο άτομο απαγορεύεται να ασκεί τις επαγγελματικές του/της δραστηριότητες εντός της επικράτειας του κράτους μέλους (6). Ειδοποιήσεις μπορούν να εκδίδονται για οποιονδήποτε επαγγελματία υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας περί επαγγελματικών προσόντων, περιλαμβανομένων των επαγγελματιών που δεν έχουν ακόμη υποβάλει αίτηση χορήγησης ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας. Μετά την έκδοσή τους, οι ειδοποιήσεις αποθηκεύονται στο IMI, ενώ όλα τα κράτη μέλη και η Επιτροπή έχουν πρόσβαση σε αυτές.

7.

Η θέσπιση της ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας συνεπάγεται τη δημιουργία και αποθήκευση ενός αρχείου πληροφοριών IMI το οποίο αφορά όσους επαγγελματίες αιτούνται την έκδοση ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας (στο εξής: «αρχείο ΙΜΙ»). Οι πληροφορίες που περιέχονται στο αρχείο ΙΜΙ είναι προσβάσιμες από τον επαγγελματία, καθώς και από το κράτος μέλος υποδοχής και το κράτος μέλος καταγωγής. Ο επαγγελματίας έχει το δικαίωμα να ζητήσει οποτεδήποτε τη διαγραφή, τον αποκλεισμό ή τη διόρθωση των πληροφοριών που τον αφορούν στο αρχείο ΙΜΙ.

8.

Τα δεδομένα της ειδοποίησης, καθώς και ορισμένα δεδομένα του αρχείου ΙΜΙ, περιλαμβάνουν πληροφορίες σχετικές με ποινικά αδικήματα ή διοικητικές κυρώσεις. Ως εκ της φύσεώς τους, τα δεδομένα αυτά υπάγονται στο καθεστώς αυξημένης προστασίας που προβλέπουν οι διατάξεις του άρθρου 8 παράγραφος 5 της οδηγίας 95/46/ΕΚ και του άρθρου 10 παράγραφος 5 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 45/2001. Το σύστημα προειδοποίησης ενδέχεται να επηρεάσει δυσμενώς το δικαίωμα προστασίας των δεδομένων μεγάλου αριθμού ατόμων από διάφορες επαγγελματικές ομάδες σε όλα τα κράτη μέλη, περιλαμβανομένων των ιατρών, είτε εξασκούν ή σκοπεύουν να εξασκήσουν τις δραστηριότητές τους εκτός των χωρών καταγωγής τους είτε όχι.

9.

Περαιτέρω, η πρόταση εγείρει επίσης σημαντικά ζητήματα σχετικά με τη μελλοντική εξέλιξη του συστήματος προειδοποίησης και τη λειτουργία του ΙΜΙ ως «αποθετηρίου πληροφοριών» στο μέλλον. Πρόκειται για οριζόντιο ζήτημα, το οποίο σχετίζεται με μορφές διοικητικής συνεργασίας σε άλλους τομείς πολιτικής.

2.   ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ

2.1.   Γενικές παρατηρήσεις

10.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για τις προσπάθειες που κατέβαλαν οι συντάκτες της πρότασης προκειμένου να αντιμετωπίσουν τα ζητήματα προστασίας δεδομένων. Ο ΕΕΠΔ εκφράζει επίσης την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι για την προώθηση της διοικητικής συνεργασίας προτείνεται η χρήση ενός ήδη υφιστάμενου συστήματος πληροφοριών, του ΙΜΙ, το οποίο ήδη παρέχει, σε πρακτικό επίπεδο, αρκετές εγγυήσεις όσον αφορά την προστασία δεδομένων. Εντούτοις, σημαντικές εστίες ανησυχίας παραμένουν ενεργές, ιδίως όσον αφορά το σύστημα προειδοποίησης.

11.

Για την αντιμετώπιση αυτών των ανησυχιών, ο ΕΕΠΔ προτείνει να καθορισθούν ρητά οι συγκεκριμένες περιπτώσεις για τις οποίες θα είναι δυνατή η αποστολή ειδοποιήσεων, να προσδιορισθεί με μεγαλύτερη σαφήνεια ο τύπος των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που μπορούν να περιληφθούν στις ειδοποιήσεις και να περιορισθεί η επεξεργασία δεδομένων στον ελάχιστο αναγκαίο βαθμό, λαμβάνοντας υπόψη τις αρχές τις αναλογικότητας και της στάθμισης δικαιωμάτων και συμφερόντων. Ειδικότερα, η πρόταση πρέπει:

να ορίζει ρητά ότι η αποστολή ειδοποιήσεων επιτρέπεται μόνον μετά την έκδοση απόφασης αρμόδιας αρχής ή δικαστηρίου κράτους μέλους που απαγορεύει σε ορισμένο άτομο να ασκεί τις επαγγελματικές του/της δραστηριότητες εντός της επικράτειάς του,

να ορίζει ότι η ειδοποίηση δεν πρέπει να διαλαμβάνει σχετικά με τις περιστάσεις και τους λόγους που προκάλεσαν την απαγόρευση,

να προσδιορίζει και να περιορίζει στο ελάχιστο αναγκαίο την περίοδο διατήρησης των ειδοποιήσεων,

να διασφαλίζει ότι οι ειδοποιήσεις αποστέλλονται μόνον στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών και ότι οι εν λόγω αρχές θα τηρούν την αρχή της εμπιστευτικότητας των πληροφοριών της εκάστοτε ληφθείσας ειδοποίησης και δεν θα τις διανέμουν ούτε θα τις δημοσιοποιούν περαιτέρω.

2.2.   Ειδοποιήσεις

Τα συστήματα προειδοποίησης που προτείνει η Επιτροπή

12.

Το άρθρο 56α καθιερώνει δύο συστήματα προειδοποίησης που διαφοροποιούνται σε κάποιο βαθμό μεταξύ τους και αφορούν δύο διαφορετικές κατηγορίες επαγγελματιών.

Το άρθρο 56α παράγραφος 1 καθιερώνει σύστημα προειδοποίησης που αφορά γενικούς και ειδικούς γιατρούς, νοσοκόμους, οδοντίατρους, κτηνίατρους, μαίες, φαρμακοποιούς και ορισμένα ακόμη επαγγέλματα. Οι ειδοποιήσεις αφορούν την «ταυτότητα ενός επαγγελματία» στον οποίο έχει «απαγορευτεί» από τις εθνικές αρχές ή τα δικαστήρια η άσκηση, ακόμα και προσωρινά, των επαγγελματικών του δραστηριοτήτων στην επικράτεια του εκδίδοντος την ειδοποίηση κράτους μέλους. Ειδοποιήσεις μπορούν να αποστέλλουν οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτους μέλους, ο δε χειρισμός τους επαφίεται στις αρμόδιες αρχές όλων των άλλων κρατών μελών, καθώς και στην Επιτροπή.

Το άρθρο 56α παράγραφος 2 καθιερώνει ένα συμπληρωματικό σύστημα προειδοποίησης για όσα επαγγέλματα δεν καλύπτονται από το σύστημα προειδοποίησης που θεσπίζει το άρθρο 56α παράγραφος 1 [ή από το ήδη ισχύον σύστημα προειδοποίησης που καθιέρωσε η οδηγία 2006/123/ΕΚ (7)]. Το συγκεκριμένο σύστημα προβλέπει την αποστολή ειδοποιήσεων «από τη στιγμή που περιέρχονται σε γνώση του (εκδίδοντος την ειδοποίηση κράτους) τυχόν συμπεριφορές, συγκεκριμένες πράξεις ή περιστάσεις που σχετίζονται με την εν λόγω δραστηριότητα και που θα μπορούσαν να προκαλέσουν σοβαρή ζημία στην υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων ή του περιβάλλοντος σε άλλο κράτος μέλος». Οι ειδοποιήσεις έχουν αποδέκτες «τα υπόλοιπα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη και την Επιτροπή». Η πρόταση ορίζει περαιτέρω ότι «Οι εν λόγω πληροφορίες δεν υπερβαίνουν τις πληροφορίες που είναι απολύτως απαραίτητες για τον προσδιορισμό του σχετικού επαγγελματία και περιλαμβάνουν μια παραπομπή στην απόφαση της αρμόδιας αρχής που του/της απαγορεύει να ασκεί τις επαγγελματικές δραστηριότητες».

Γενικές παρατηρήσεις

13.

Ο ΕΕΠΔ επισημαίνει ότι καθιερώνεται ένα περιορισμένο σύστημα προειδοποίησης σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τη διαβίβαση, μεταξύ των ενδιαφερόμενων αρμόδιων αρχών, πληροφοριών οι οποίες αφορούν επαγγελματίες που με απόφαση της αρμόδιας αρχής απαγορεύεται να εξακολουθήσουν να εξασκούν το επάγγελμά τους σε συγκεκριμένο κράτος μέλος για λόγους μείζονος δημοσίου συμφέροντος, όπως είναι οι περιπτώσεις επαγγελμάτων ζωτικής σημασίας για την ανθρώπινη ζωή, υγεία και ασφάλεια (καθώς και για την καλή μεταχείριση των ζώων), ή άλλων επαγγελμάτων που η απαγόρευση της άσκησής τους δικαιολογείται από την ανάγκη αποτροπής κινδύνου σοβαρής βλάβης για την υγεία, την ασφάλεια ή το περιβάλλον.

14.

Εξάλλου, ο ΕΕΠΔ φρονεί ότι τα συστήματα προειδοποίησης πρέπει να εξακολουθήσουν να συμμορφώνονται προς την αρχή της αναλογικότητας.

15.

Συναφώς, ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για τις βελτιώσεις που επήλθαν στο κείμενο της πρότασης επί τη βάσει των δικών του άτυπων σχολίων. Οι βελτιώσεις αυτές — παρότι χρήζουν περαιτέρω διευκρινίσεων — φαίνεται ότι στοχεύουν στον περιορισμό των ειδοποιήσεων σε επαγγελματίες στους οποίους η αρμόδια αρχή έχει με απόφασή της επιβάλει απαγόρευση άσκησης του επαγγέλματός τους. Παράλληλα, φαίνεται ότι αποκλείουν το ενδεχόμενο αποστολής ειδοποιήσεων που βασίζονται σε απλές υποψίες ή σε καταγγελίες εναντίον κάποιου επαγγελματία και οι οποίες δεν ερείδονται σε σαφή αποδεικτικά στοιχεία ούτε έχουν προκαλέσει την έκδοση επίσημης απόφασης της αρμόδιας διοικητικής ή δικαστικής αρχής που να απαγορεύει την άσκηση των επαγγελματικών δραστηριοτήτων του εκάστοτε εμπλεκόμενου ιδιώτη. Η σχετική πρόβλεψη ενδέχεται να συμβάλει στην ενίσχυση της ασφάλειας δικαίου και στον σεβασμό του τεκμηρίου της αθωότητας.

16.

Πέραν της σύστασης που ζητά να διασαφηνισθούν περαιτέρω οι όροι έκδοσης και το περιεχόμενο των ειδοποιήσεων, οι κύριες εναπομένουσες ανησυχίες του ΕΕΠΔ συνδέονται με τις περιόδους διατήρησης. Οι διατάξεις περί ακρίβειας και ενημέρωσης των ειδοποιήσεων χρήζουν επίσης περαιτέρω βελτιώσεων. Τέλος, η οδηγία πρέπει να ορίζει ρητά τις υποχρεώσεις που απορρέουν από την τήρηση της αρχής της εμπιστευτικότητας.

Περίοδοι διατήρησης

17.

Μία από τις κύριες παραμένουσες εστίες ανησυχίας του ΕΕΠΔ για το σύστημα προειδοποίησης σχετίζεται με την ίδια τη φύση του συστήματος. Παραμένει αδιευκρίνιστο το αν οι προβλεπόμενες από το πρωτόκολλο ειδοποιήσεις:

θα παραμείνουν στο ΙΜΙ για σύντομη μόνο χρονική περίοδο, εν είδει προειδοποιήσεως, σηματοδοτώντας μια κατάσταση ανάγκης που χρήζει άμεσης δράσης, ή

το σύστημα προειδοποίησης θα μετεξελιχθεί σε βάση δεδομένων στην οποία θα αποθηκεύονται τα στοιχεία των ειδοποιήσεων για μακρές χρονικές περιόδους, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί, παρά τις αντίθετες προθέσεις και τους διακηρυγμένους σκοπούς των εισηγητών του συστήματος, μια πανευρωπαϊκή μαύρη λίστα επαγγελματιών, περιλαμβανομένων γιατρών, με βάση την οποία οι εν λόγω επαγγελματίες θα υπόκεινται σε τακτικούς ελέγχους από τις αρμόδιες αρχές.

18.

Όπως επισημαίνεται στη γνωμοδότηση του ΕΕΠΔ επί της πρότασης IMI (8), «Η χρήση της επείγουσας ειδοποίησης ως εργαλείου επικοινωνίας για την ενημέρωση των αρμόδιων αρχών περί συγκεκριμένων παραβάσεων ή υποψιών διαφέρει αρκετά από την αποθήκευση της ειδοποίησης αυτής σε βάση δεδομένων για παρατεταμένο ή αόριστο χρονικό διάστημα».

19.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ανησυχία του για το γεγονός ότι το προτεινόμενο άρθρο 56α παράγραφος 5 επιτρέπει στην Επιτροπή να καθορίσει — μέσω της έκδοσης πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση — τον χρόνο διατήρησης των ειδοποιήσεων στο IMI. Ο ΕΕΠΔ συνιστά όπως οι εν λόγω ζωτικής σημασίας διατάξεις προσδιορίσουν τη φύση του προτεινόμενου συστήματος προειδοποίησης και, ως εκ τούτου, όπως καταστούν ουσιώδη στοιχεία αυτού που θα θεσπίζονται στο ίδιο το κείμενο της προτεινόμενης οδηγίας.

20.

Υπό το πρίσμα της προστασίας δεδομένων, θα ήταν προτιμότερη η διαγραφή όλων των ειδοποιήσεων που εισάγονται στο σύστημα μετά την πάροδο μιας προκαθορισμένης, εύλογης σύντομης περιόδου, η οποία θα αρχίζει κατά τον χρόνο αποστολής της ειδοποίησης. Η διάρκεια της εν λόγω περιόδου πρέπει να είναι επαρκής (π.χ., έξι μήνες) ώστε οι αρμόδιες αρχές που λαμβάνουν την ειδοποίηση να μπορούν να υποβάλουν διευκρινιστικές ερωτήσεις μέσω του ΙΜΙ και να αποφασίζουν αν θα λάβουν συγκεκριμένα μέτρα στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων τους επί τη βάσει των ληφθεισών πληροφοριών. Εντούτοις, η διάρκεια αυτής της περιόδου δεν πρέπει να υπερβαίνει την απολύτως αναγκαία για την επίτευξη του συγκεκριμένου σκοπού.

21.

Εναλλακτικώς, σε περίπτωση που η ανάγκη για μακροχρόνια διατήρηση της ειδοποίησης αιτιολογείται πλήρως, ο ΕΕΠΔ συνιστά όπως στην πρόταση περιληφθεί μια ελάχιστη ρητή απαίτηση που θα επιβάλλει στην εκδίδουσα αρχή να διαγράφει την ειδοποίηση αμέσως μετά τη λήξη της ισχύος της απαγόρευσης η οποία επέβαλε την έκδοσή της (για παράδειγμα, συνεπεία άσκησης έφεσης ή της παρόδου του χρονικού διαστήματος για το οποίο ίσχυε η απαγόρευση). Πρέπει να αποφεύγεται το ενδεχόμενο έκδοσης ειδοποιήσεων που, χωρίς να χρειάζεται, ισχύουν επ’ αόριστον, ενίοτε ακόμη και μετά τη συνταξιοδότηση ή τον θάνατο του εμπλεκόμενου επαγγελματία.

Περιεχόμενο των ειδοποιήσεων που εκδίδονται βάσει του άρθρου 56α παράγραφος 1

22.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για τις διευκρινίσεις που ήδη περιλήφθηκαν στο σχέδιο της πρότασης όσον αφορά το περιεχόμενο των ειδοποιήσεων. Εντούτοις, χρειάζονται περαιτέρω διευκρινίσεις προκειμένου να αρθεί κάθε ασάφεια ως προς το περιεχόμενο των ειδοποιήσεων που εκδίδονται βάσει του άρθρου 56α παράγραφος 1 και να καταστεί σαφές ότι αυτές περιορίζονται στην αναγραφή i) των στοιχείων ταυτότητας που απαιτούνται για την ταυτοποίηση του εμπλεκόμενου επαγγελματία, ii) της τυχόν απαγόρευσης άσκησης της επαγγελματικής του/της δραστηριότητας, iii) του προσωρινού (εφόσον εκκρεμεί η εκδίκαση σχετικής έφεσης) ή οριστικού χαρακτήρα της επιβληθείσας απαγόρευσης, iv) της χρονικής διάρκειας της απαγόρευσης και v) της επωνυμίας της αρμόδιας αρχής που εξέδωσε την απόφαση (καθώς και της χώρας στην οποία εκδόθηκε η εν λόγω απόφαση).

23.

Ο ΕΕΠΔ συνιστά επίσης όπως η πρόταση διευκρινίζει ρητά ότι οι ειδοποιήσεις δεν πρέπει να περιέχουν συγκεκριμένες πληροφορίες όσον αφορά τις περιστάσεις και τους λόγους της απαγόρευσης. Συναφώς, ο ΕΕΠΔ επισημαίνει ότι διευκρινιστικές ερωτήσεις μπορούν να υποβάλλονται μέσω της συνήθους διαδικασίας διμερούς ανταλλαγής πληροφοριών, εφόσον η διαβίβαση πρόσθετων πληροφοριών κριθεί απαραίτητη. Το IMI μπορεί ακόμη να χρησιμοποιηθεί για τη διαβίβαση, στους υπεύθυνους χειρισμού μιας υπόθεσης, πρόσθετων γενικών πληροφοριών που αφορούν εθνικές διαδικασίες, ούτως ώστε να μπορέσουν να κατανοήσουν πληροφορίες βασιζόμενες στις εθνικές διαδικασίες μιας άλλης χώρας.

Όροι αποστολής και περιεχόμενο των ειδοποιήσεων που εκδίδονται βάσει του άρθρου 56α παράγραφος 2

24.

Για να ενισχυθεί η ασφάλεια δικαίου, είναι ζωτικής σημασίας να αποσαφηνισθούν πλήρως οι όροι υπό τους οποίους είναι δυνατή η αποστολή ειδοποιήσεων βάσει του άρθρου 56α παράγραφος 2. Η υπάρχουσα διατύπωση περιέχει τη φράση «από τη στιγμή που περιέρχονται σε γνώση του τυχόν συμπεριφορές, συγκεκριμένες πράξεις ή περιστάσεις που σχετίζονται με την εν λόγω δραστηριότητα και που θα μπορούσαν να προκαλέσουν σοβαρή ζημία στην υγεία ή την ασφάλεια των προσώπων ή του περιβάλλοντος σε άλλο κράτος μέλος». Οι σχετικές διατάξεις, αφεαυτές, δεν είναι επαρκώς σαφείς και παρέχουν στους εκάστοτε υπεύθυνους χειρισμού μιας υπόθεσης ευρεία διακριτική ευχέρεια ως προς τη σκοπιμότητα της αποστολής ειδοποίησης.

25.

Δεν στερείται σημασίας το γεγονός ότι από τη λέξη «γνώση» δεν καθίσταται σαφές αν για την αποστολή μιας ειδοποίησης αρκεί να συντρέχει εύλογη υποψία τέλεσης κάποιου αδικήματος ή άλλου γεγονότος ή αν τα γεγονότα επί των οποίων πρόκειται να εκδοθεί η ειδοποίηση πρέπει να έχουν διερευνηθεί και τεκμηριωθεί πλήρως στο πλαίσιο ορισμένης διοικητικής διαδικασίας.

26.

Η αναθεωρημένη έκδοση της πρότασης αναφέρεται σε παραπομπή στην απόφαση αρμόδιας αρχής που απαγορεύει στον επαγγελματία να ασκεί τις επαγγελματικές του δραστηριότητες. Η πρόνοια αυτή συνιστά ουσιώδη βελτίωση σε σύγκριση με τα προηγούμενα σχέδια και — σύμφωνα με την ερμηνεία που της αποδίδει ο ΕΕΠΔ — φαίνεται να υποδηλώνει ότι αναγκαία προϋπόθεση για την αποστολή ειδοποίησης είναι να έχει ήδη τεθεί σε εφαρμογή η απαγόρευση της άσκησης της επαγγελματικής δραστηριότητας του εμπλεκόμενου επαγγελματία βάσει απόφασης της αρμόδιας αρχής.

27.

Εντούτοις, το κείμενο χρήζει περαιτέρω βελτίωσης, υπό την έννοια ότι πρέπει να διευκρινίζεται ρητά ότι η έκδοση ειδοποίησης πρέπει να ερείδεται σε προηγούμενη απόφαση της αρμόδιας δικαστικής ή διοικητικής αρχής που να απαγορεύει στον επαγγελματία να συνεχίζει να ασκεί την επαγγελματική του/της δραστηριότητα. Μια τέτοια πρόνοια θα συμβάλει καθοριστικά στην ασφάλεια δικαίου και θα αποτρέψει κάθε πιθανή παρερμηνεία.

28.

Πρέπει επίσης να διευκρινισθεί, όπως συμβαίνει στο άρθρο 56α παράγραφος 1, ότι το περιεχόμενο των ειδοποιήσεων πρέπει ρητώς να περιορίζεται στην αναγραφή i) των στοιχείων ταυτότητας που απαιτούνται για την ταυτοποίηση του εμπλεκόμενου επαγγελματία, ii) της τυχόν απαγόρευσης άσκησης της επαγγελματικής του/της δραστηριότητας, iii) του προσωρινού (εφόσον εκκρεμεί η εκδίκαση σχετικής έφεσης) ή οριστικού χαρακτήρα της επιβληθείσας απαγόρευσης, iv) της χρονικής διάρκειας της απαγόρευσης και v) της επωνυμίας της αρμόδιας αρχής που εξέδωσε την απόφαση (καθώς και της χώρας στην οποία εκδόθηκε η εν λόγω απόφαση).

Αποδέκτες των ειδοποιήσεων του άρθρου 56α παράγραφος 2

29.

Το άρθρο 56α παράγραφος 2 ορίζει ότι οι ειδοποιήσεις διαβιβάζονται στα «υπόλοιπα ενδιαφερόμενα κράτη και την Επιτροπή». Ο ΕΕΠΔ συνιστά όπως το κείμενο τροποποιηθεί εις τρόπον ώστε να ορίζει ότι οι ειδοποιήσεις διαβιβάζονται στις «αρμόδιες αρχές των υπόλοιπων ενδιαφερόμενων κρατών και στην Επιτροπή». Η φράση «αρμόδιες αρχές» ήδη χρησιμοποιείται στο άρθρο 56α παράγραφος 1 σε σχέση με τις ειδοποιήσεις που εκδίδονται βάσει της εν λόγω παραγράφου (9).

Ακρίβεια και ενημερώσεις

30.

Ο ΕΕΠΔ συνιστά επίσης όπως η πρόταση ρητώς απαιτεί την περιοδική ενημέρωση των ειδοποιήσεων από την αρμόδια για τη μεταφόρτωσή τους αρχή, καθώς και την έγκαιρη διόρθωση και απόσυρση ειδοποιήσεων των οποίων οι πληροφορίες δεν είναι πλέον ακριβείς ή χρήζουν ενημέρωσης. Κρίνεται επίσης σκόπιμο να αναγράφεται στις πληροφορίες της ειδοποίησης το γεγονός ότι ο επαγγελματίας έχει ασκήσει έφεση κατά της «ειδοποίησης» βάσει του άρθρου 56α παράγραφος 4, ή ότι έχει ζητήσει τη διόρθωση, τον αποκλεισμό ή τη διαγραφή της ειδοποίησης (για παράδειγμα, μέσω της αποστολής ενημερωμένης έκδοσης της ειδοποίησης) (10).

Εμπιστευτικότητα, περαιτέρω διάδοση και δημοσίευση των ειδοποιήσεων

31.

Ο ΕΕΠΔ γνωρίζει ότι οι νόμοι και οι πρακτικές των κρατών μελών ποικίλλουν ως προς το ζήτημα της διαβίβασης πληροφοριών που αφορούν πειθαρχικά μέτρα ή ποινικές κυρώσεις σε βάρος γιατρών ή άλλων επαγγελματιών μεταξύ αρμόδιων αρχών, άλλων ενδιαφερόμενων οργανισμών (όπως νοσοκομείων) και του ευρέος κοινού. Λίγες είναι οι χώρες στις οποίες δημοσιεύονται στο Διαδίκτυο μαύρες λίστες που αφορούν συγκεκριμένα επαγγέλματα ώστε ο καθένας να μπορεί να τις συμβουλεύεται. Άλλες χώρες υιοθετούν διαφορετική προσέγγιση και επιτρέπουν στο κοινό την πρόσβαση σε λευκές λίστες, δηλαδή σε καταλόγους επαγγελματιών που διαθέτουν άδεια άσκησης της επαγγελματικής τους δραστηριότητας.

32.

Στον βαθμό που τόσο αποκλίνουσες μεταξύ τους πρακτικές και εθνικές νομοθεσίες συνυπάρχουν, ο ΕΕΠΔ συνιστά όπως η οδηγία θεσπίσει υποχρέωση εμπιστευτικότητας όλων των αρμόδιων αρχών όσον αφορά τα δεδομένα των ειδοποιήσεων που λαμβάνουν από άλλα κράτη μέλη, εκτός εάν τα δεδομένα δημοσιοποιήθηκαν σύμφωνα με τη νομοθεσία του αποστέλλοντος κράτους μέλους.

2.3.   Ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα

33.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι η Επιτροπή έλαβε υπόψη τα άτυπα σχόλιά του και βελτίωσε το εγγυητικό πλαίσιο που θεσπίζει το άρθρο 4α της πρότασης σχετικά με τη σαφήνεια, την ασφάλεια δικαίου και την προστασία των δεδομένων.

34.

Οι εναπομένουσες ανησυχίες του ΕΕΠΔ σχετίζονται με το άρθρο 4ε παράγραφος 1 της πρότασης, το οποίο διαλαμβάνει ότι «Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους καταγωγής και του κράτους μέλους υποδοχής ενημερώνουν εγκαίρως το αντίστοιχο αρχείο ΙΜΙ με πληροφορίες που αφορούν πειθαρχικές ποινές ή ποινικές καταδίκες ή οποιεσδήποτε άλλες ειδικές περιστάσεις που ενδέχεται να έχουν συνέπειες στην άσκηση των δραστηριοτήτων του κατόχου της ευρωπαϊκής επαγγελματικής ταυτότητας δυνάμει της παρούσας οδηγίας».

35.

Το άρθρο 4ε παράγραφος 1 συμπληρώνει τις ισχύουσες διατάξεις του άρθρου 56 παράγραφος 2, το οποίο ήδη επιτρέπει τις διμερείς ανταλλαγές υπό τις ίδιες προϋποθέσεις. Συγκεκριμένα, το ισχύον άρθρο 56 παράγραφος 2 ορίζει ότι «Οι αρμόδιες αρχές των κρατών μελών υποδοχής και καταγωγής ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με τυχόν επιβληθείσες πειθαρχικές ποινές ή ποινικές κυρώσεις ή τυχόν άλλες σοβαρές, ειδικές περιστάσεις που ενδέχεται να έχουν επιπτώσεις στην άσκηση δραστηριοτήτων δυνάμει της παρούσας οδηγίας».

36.

Ο ΕΕΠΔ εκφράζει τρεις κυρίως προβληματισμούς σχετικά με τις εν λόγω διατάξεις:

Όροι που διέπουν τη διαδικασία ενημέρωσης του αρχείου ΙΜΙ βάσει του άρθρου 4ε παράγραφος 1 και περιεχόμενο των ενημερώσεων

37.

Πρώτον, οι διατάξεις αυτές παρέχουν στους εκάστοτε υπεύθυνους χειρισμού μιας υπόθεσης ευρεία διακριτική ευχέρεια κατά τη λήψη της απόφασης σχετικά με την ενημέρωση του αρχείου IMI. Οι ίδιοι λόγοι που εκτέθηκαν αναλυτικά κατά τον σχολιασμό της ασάφειας των όρων υπό τους οποίους είναι δυνατή η αποστολή ειδοποιήσεων βάσει του άρθρου 56α παράγραφος 2 καθιστούν και στην προκείμενη περίπτωση επιθυμητή την περαιτέρω διασαφήνιση του κειμένου της διάταξης. Ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ελπίδα ότι στο κείμενο της διάταξης θα προστεθεί τουλάχιστον η απαίτηση όπως οι εν λόγω ενημερώσεις επιχειρούνται «χωρίς να θίγεται το τεκμήριο της αθωότητας» (11). Μια πιο ικανοποιητική λύση θα ήταν η απαίτηση από την οδηγία (όπως συμβαίνει στην περίπτωση των ειδοποιήσεων του άρθρου 56α παράγραφος 2 που εξετάσθηκε ανωτέρω) όπως οι ενημερώσεις ερείδονται σε προηγούμενη απόφαση αρμόδιας δικαστικής ή διοικητικής αρχής που απαγορεύει στον εμπλεκόμενο επαγγελματία να εξακολουθήσει να εξασκεί την επαγγελματική του/της δραστηριότητα. Μια τέτοια πρόνοια θα συμβάλει καθοριστικά στην ασφάλεια δικαίου και θα αποτρέψει κάθε πιθανή παρερμηνεία.

38.

Πρέπει επίσης να διευκρινισθεί, όπως συμβαίνει στην περίπτωση των ειδοποιήσεων του άρθρου 56α, ότι το περιεχόμενο της ενημέρωσης πρέπει να περιορίζεται i) στην τυχόν απαγόρευση άσκησης της επαγγελματικής δραστηριότητας συγκεκριμένου/ης επαγγελματία, ii) στον προσωρινό (εφόσον εκκρεμεί διαδικασία εφέσεως) ή οριστικό χαρακτήρα της απαγόρευσης, iii) στη χρονική διάρκεια της απαγόρευσης και iv) στην επωνυμία της αρμόδιας αρχής που εξέδωσε την απόφαση (καθώς και της χώρας στην οποία εκδόθηκε η εν λόγω απόφαση). Πρέπει να αποφεύγεται η παροχή πρόσθετων στοιχείων, όπως της τυχόν ποινικής καταδίκης ή του πειθαρχικού μέτρου που προκάλεσε την απαγόρευση ή των τυχόν τελεσθέντων αδικημάτων. Εφόσον μια ενδιαφερόμενη αρχή επιθυμεί να λάβει γνώση τέτοιων στοιχείων στο πλαίσιο συγκεκριμένης υπόθεσης, μπορεί πάντοτε να ζητήσει πρόσθετες πληροφορίες στο πλαίσιο της διμερούς ανταλλαγής πληροφοριών (μέσω IMI αλλά εκτός του αρχείου IMI).

Περίοδοι διατήρησης

39.

Δεύτερον, αντίθετα με τις διμερείς ανταλλαγές πληροφοριών, οι οποίες πραγματοποιούνται βάσει του ισχύοντος άρθρου 56 παράγραφος 2 και διατηρούνται στο σύστημα ΙΜΙ επί έξι μόνο μήνες μετά την περάτωση μιας υπόθεσης, το αρχείο ΙΜΙ σχεδιάστηκε για να διατηρηθεί στο ΙΜΙ για δυνητικώς μεγαλύτερη χρονική περίοδο. Επομένως, πρέπει να θεσπισθούν κατάλληλες διατάξεις που θα διασφαλίζουν ότι οποιεσδήποτε αναφορές σε επιβληθέντα πειθαρχικά μέτρα ή ποινικές κυρώσεις ή άλλες σοβαρές περιστάσεις θα διαγράφονται έγκαιρα από το αρχείο ΙΜΙ, όταν πλέον η πρόσβαση στις πληροφορίες αυτές δεν θα είναι απαραίτητη.

40.

Η προτεινόμενη αναφορά περί διαγραφής των πληροφοριών «που δεν είναι πλέον απαραίτητες» είναι εποικοδομητική, πλην όμως — κατά την άποψη του ΕΕΠΔ — δεν αρκεί για τη διασφάλιση της αναγκαίας συνέπειας και ασφάλειας δικαίου. Ως εκ τούτου, ο ΕΕΠΔ προτείνει όπως η πρόταση ορίζει μια αρκούντως σύντομη περίοδο διατήρησης των πληροφοριών που διαβιβάζονται. Για τους λόγους που εκτέθηκαν αναλυτικά ανωτέρω, στο πλαίσιο εξέτασης των περιόδων διατήρησης των ειδοποιήσεων, είναι προτιμότερη η διατήρηση αυτών των πληροφοριών στο ΙΜΙ μόνο για το χρονικό διάστημα που απαιτείται προκειμένου η αρχή η οποία λαμβάνει τις πληροφορίες να λάβει τα κατάλληλα μέτρα (για παράδειγμα, περίοδος έξι μηνών προκειμένου να ληφθούν μέτρα έρευνας ή επιβολής).

41.

Εναλλακτικώς, σε περίπτωση που οι νομοθέτες επιλέξουν τη «μακροχρόνια» διατήρηση της απαγόρευσης στο αρχείο ΙΜΙ, ο ΕΕΠΔ συνιστά όπως η πρόταση περιλάβει την ελάχιστη ρητή απαίτηση προς την εκδίδουσα την ειδοποίηση αρχή να διαγράψει κάθε αναφορά στην απαγόρευση μόλις αυτή παύσει να ισχύει (για παράδειγμα, συνεπεία άσκησης έφεσης ή παρόδου του χρονικού διαστήματος για το οποίο ίσχυε η απαγόρευση).

2.4.   Μελλοντικές εξελίξεις

42.

Μακροπρόθεσμα, εφόσον στο μέλλον γενικευθεί η χρήση των επαγγελματικών ταυτοτήτων και του IMI (αυτό μπορεί να συμβεί για ορισμένα ή και για όλα τα ρυθμιζόμενα επαγγέλματα που υπάγονται στο σύστημα προειδοποίησης), ο ΕΕΠΔ συνιστά όπως η Επιτροπή επανεξετάσει την αναγκαιότητα των συστημάτων προειδοποίησης του άρθρου 56α και τη δυνατότητα αντικατάστασής τους από ένα πιο περιορισμένο και, ως εκ τούτου, λιγότερο επεμβατικό από τη σκοπιά της προστασίας δεδομένων σύστημα. Κατά τον χρόνο αυτόν, μπορεί να εξετασθεί, για παράδειγμα, το ενδεχόμενο να μη αποστέλλονται ειδοποιήσεις σε όλα τα κράτη μέλη αλλά η διαβίβαση των πληροφοριών να περιορισθεί μεταξύ των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών καταγωγής και υποδοχής που έχουν πρόσβαση στην επαγγελματική ταυτότητα και στο αρχείο ΙΜΙ του εμπλεκόμενου επαγγελματία.

2.5.   Διαβούλευση του ΕΕΠΔ και των εθνικών αρχών προστασίας δεδομένων σχετικά με τις πράξεις κατ’ εξουσιοδότηση

43.

Εν κατακλείδι, ο ΕΕΠΔ συνιστά όπως ληφθεί πρόνοια ώστε ο ίδιος και η Ομάδα Εργασίας του Άρθρου 29, στην οποία εκπροσωπούνται επίσης οι εθνικές αρχές προστασίας δεδομένων, να συμμετάσχουν στη διαβούλευση που θα προηγηθεί της θέσπισης των εκτελεστικών πράξεων περί των οποίων διαλαμβάνει το άρθρο 56α παράγραφος 5 καθώς και κάθε άλλης εκτελεστικής πράξης που θεσπίζεται βάσει του άρθρου 58 και δύναται να έχει αντίκτυπο στην προστασία δεδομένων. Οιασδήποτε τέτοιας διαβούλευσης πρέπει να προηγηθεί η εκπόνηση μελέτης αντικτύπου στην προστασία δεδομένων (12).

3.   ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

44.

Ο ΕΕΠΔ επισημαίνει ότι καθιερώνεται ένα περιορισμένο σύστημα προειδοποίησης σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τη διαβίβαση, μεταξύ των ενδιαφερόμενων αρμόδιων αρχών, πληροφοριών οι οποίες αφορούν επαγγελματίες που με απόφαση της αρμόδιας αρχής απαγορεύεται να εξακολουθήσουν να εξασκούν το επάγγελμά τους σε συγκεκριμένο κράτος μέλος για λόγους μείζονος δημοσίου συμφέροντος.

45.

Εξάλλου, ο ΕΕΠΔ φρονεί ότι τα συστήματα προειδοποίησης πρέπει να εξακολουθήσουν να συμμορφώνονται προς την αρχή της αναλογικότητας.

46.

Ο ΕΕΠΔ συνιστά ειδικότερα τα εξής:

να καθορισθούν ρητά οι συγκεκριμένες περιπτώσεις για τις οποίες θα είναι δυνατή η αποστολή ειδοποιήσεων, να προσδιορισθούν με μεγαλύτερη σαφήνεια τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που μπορούν να περιληφθούν στις ειδοποιήσεις και να περιορισθεί η επεξεργασία δεδομένων στον ελάχιστο αναγκαίο βαθμό, λαμβάνοντας υπόψη τις αρχές τις αναλογικότητας και της στάθμισης δικαιωμάτων και συμφερόντων,

υπό το πρίσμα αυτό, η πρόταση πρέπει να ορίζει ρητά ότι η αποστολή ειδοποιήσεων επιτρέπεται μόνον μετά την έκδοση απόφασης αρμόδιας αρχής ή δικαστηρίου κράτους μέλους που απαγορεύει σε ορισμένο άτομο να ασκεί τις επαγγελματικές του/της δραστηριότητες εντός της επικράτειάς του,

να ορίζει ότι η ειδοποίηση δεν πρέπει να διαλαμβάνει σχετικά με τις περιστάσεις και τους λόγους που προκάλεσαν την απαγόρευση,

να προσδιορίζει και να περιορίζει στο ελάχιστο αναγκαίο την περίοδο διατήρησης των ειδοποιήσεων,

να διασφαλίζει ότι οι ειδοποιήσεις αποστέλλονται μόνον στις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών και ότι οι εν λόγω αρχές θα τηρούν την αρχή της εμπιστευτικότητας των πληροφοριών της εκάστοτε ληφθείσας ειδοποίησης και δεν θα τις διανέμουν ούτε θα τις δημοσιοποιούν περαιτέρω, εκτός εάν τα δεδομένα δημοσιοποιήθηκαν σύμφωνα με τη νομοθεσία του αποστέλλοντος κράτους.

47.

Σε ό,τι αφορά στην ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα και στο σχετικό με αυτήν «αρχείο ΙΜΙ», ο ΕΕΠΔ συνιστά όπως διασαφηνισθούν περαιτέρω οι όροι υπό τους οποίους καθίσταται υποχρεωτική η καταχώριση πληροφοριών σχετικών με πειθαρχικά μέτρα ή ποινικές κυρώσεις ή άλλες σοβαρές ειδικές περιστάσεις στο αρχείο, καθώς και το περιεχόμενο των πληροφοριών που καταχωρίζονται. Συνιστά επίσης τον σαφή περιορισμό των περιόδων διατήρησης.

48.

Μακροπρόθεσμα, εφόσον στο μέλλον γενικευθεί η χρήση των επαγγελματικών καρτών και του ΙΜΙ, ο ΕΕΠΔ συνιστά όπως η Επιτροπή επανεξετάσει την αναγκαιότητα των συστημάτων προειδοποίησης του άρθρου 56α και τη δυνατότητα αντικατάστασής τους από ένα πιο περιορισμένο και, ως εκ τούτου, λιγότερο επεμβατικό από τη σκοπιά της προστασίας δεδομένων σύστημα.

49.

Εν κατακλείδι, ο ΕΕΠΔ συνιστά όπως ληφθεί πρόνοια ώστε ο ίδιος και η Ομάδα Εργασίας του Άρθρου 29, στην οποία εκπροσωπούνται επίσης οι εθνικές αρχές προστασίας δεδομένων, να συμμετάσχουν στη διαβούλευση που θα προηγηθεί της θέσπισης των εκτελεστικών πράξεων περί των οποίων διαλαμβάνει το άρθρο 56α παράγραφος 5 καθώς και κάθε άλλης εκτελεστικής πράξης που θεσπίζεται βάσει του άρθρου 58 και δύναται να έχει αντίκτυπο στην προστασία δεδομένων. Οιασδήποτε τέτοιας διαβούλευσης πρέπει να προηγείται εκπόνηση μελέτης αντικτύπου στην προστασία δεδομένων.

Βρυξέλλες, 8 Μαρτίου 2012.

Giovanni BUTTARELLI

Αναπληρωτής Ευρωπαίος Επόπτης Προστασίας Δεδομένων


(1)  ΕΕ L 281 της 23.11.1995, σ. 31.

(2)  ΕΕ L 8 της 12.1.2001, σ. 1.

(3)  COM(2011) 883 τελικό.

(4)  Ο κανονισμός ΙΜΙ δεν έχει ακόμη εγκριθεί. Τον Νοέμβριο 2011 ο ΕΕΠΔ εξέδωσε γνωμοδότηση επί της πρότασης της Επιτροπής. Βλ. http://www.edps.europa.eu/EDPSWEB/webdav/site/mySite/shared/Documents/Consultation/Opinions/2011/11-11-22_IMI_Opinion_EN.pdf

(5)  Εκτός εάν ορίζεται διαφορετικά, οι παραπομπές σε άρθρα της παρούσας πρότασης αναφέρονται σε διατάξεις της οδηγίας περί επαγγελματικών προσόντων, όπως αυτές προτάθηκαν από την Επιτροπή.

(6)  Πρέπει να διευκρινισθεί περαιτέρω ότι το άρθρο 56α παράγραφος 2 καταλαμβάνει πέραν πάσης αμφιβολίας τόσο τις ειδοποιήσεις του άρθρου 56α παράγραφος 1, το οποίο εφαρμόζεται στους επαγγελματίες του τομέα της υγείας, όσο και τις ειδοποιήσεις του άρθρου 56α παράγραφος 2, το οποίο δεν εφαρμόζεται στους επαγγελματίες της υγείας. Βλ. παραγράφους 24-27 της παρούσας γνωμοδότησης.

(7)  Οδηγία 2006/123/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 12ης Δεκεμβρίου 2006 σχετικά με τις υπηρεσίες στην εσωτερική αγορά (ΕΕ L 376 της 27.12.2006, σ. 36).

(8)  Βλ. παραγράφους 57-59.

(9)  Παρεμπιπτόντως, ο ΕΕΠΔ εκφράζει την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι –σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στην περίπτωση των ειδοποιήσεων του άρθρου 56α παράγραφος 1 — η συγκεκριμένη διάταξη αναφέρεται σε «ενδιαφερόμενα κράτη μέλη» και όχι σε «όλα τα κράτη μέλη».

(10)  Ο ΕΕΠΔ επισημαίνει ότι ο περιορισμός του περιεχομένου της ειδοποίησης στις ελάχιστες απαιτούμενες πληροφορίες και στα κατεξοχήν πραγματολογικά και αντικειμενικά στοιχεία — όπως αν έχει ληφθεί από την αρμόδια διοικητική ή δικαστική αρχή ορισμένου τύπου απόφαση (π.χ., προσωρινή απαγόρευση άσκησης δραστηριοτήτων) — θα μειώσει επίσης των αριθμό των αιτημάτων για διόρθωση, αποκλεισμό ή διαγραφή ειδοποιήσεων, καθόσον δεν είναι εύκολη η αμφισβήτηση της ακρίβειας τέτοιων δεδομένων.

(11)  Παρόμοιες αναφορές στο τεκμήριο της αθωότητας έχουν ήδη περιληφθεί στο άρθρο 10 παράγραφος 4 της οδηγίας 2011/24/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 9ης Μαρτίου 2011, περί εφαρμογής των δικαιωμάτων των ασθενών στο πλαίσιο της διασυνοριακής υγειονομικής περίθαλψης (ΕΕ L 88 της 4.4.2011, σ. 45).

(12)  Βλ. επίσης γνωμοδότηση του ΕΕΠΔ επί της πρότασης κανονισμού για το ΙΜΙ, παράγραφοι 29-32.