EUR-Lex Access to European Union law
This document is an excerpt from the EUR-Lex website
Document 52010PC0753
Proposal for a COUNCIL DECISION concerning the signing of the European Convention on the legal protection of services based on, or consisting of, conditional access
Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με την υπογραφή της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τη νομική προστασία των υπηρεσιών που βασίζονται ή συνίστανται στην παροχή πρόσβασης υπό όρους
Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με την υπογραφή της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τη νομική προστασία των υπηρεσιών που βασίζονται ή συνίστανται στην παροχή πρόσβασης υπό όρους
/* COM/2010/0753 τελικό - NLE 2010/0360 */
/* COM/2010/0753 τελικό - NLE 2010/0360 */ Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με την υπογραφή της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τη νομική προστασία των υπηρεσιών που βασίζονται ή συνίστανται στην παροχή πρόσβασης υπό όρους
[pic] | ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ | Βρυξέλλες, 15.12.2010 COM(2010) 753 τελικό 2010/0360 (NLE) Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με την υπογραφή της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τη νομική προστασία των υπηρεσιών που βασίζονται ή συνίστανται στην παροχή πρόσβασης υπό όρους SEC(2010) 1559 τελικό ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ 1. Στις 20 Νοεμβρίου 1998το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξέδωσαν την οδηγία 98/84/ΕΚ για τη νομική προστασία των υπηρεσιών που βασίζονται ή συνίστανται στην παροχή πρόσβασης υπό όρους[1]. 2. Με την οδηγία αυτή δημιουργήθηκε ένα νομικό πλαίσιο, κοινό σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, για την καταπολέμηση των παράνομων συσκευών με τις οποίες καθίσταται δυνατή η μη επιτρεπόμενη πρόσβαση σε ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες παρεχόμενες επ' αμοιβή, και για την αποτελεσματική προστασία των εν λόγω υπηρεσιών. Η προστασία αυτή καλύπτει τόσο τις κλασικές ραδιοφωνικές και ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές όσο και τη μετάδοση μέσω του διαδικτύου. 3. Πρωταρχικός στόχος της οδηγίας αυτής ήταν η παροχή νομικής προστασίας σε όλες τις υπηρεσίες η αμοιβή των οποίων εξαρτάται από πρόσβαση υπό όρους , οι οποίες δηλαδή εξαρτούν την πρόσβαση στην προστατευόμενη υπηρεσία από την παροχή προηγούμενης ατομικής άδειας[2]. Συγκεκριμένα, η προστασία αυτή συνίσταται στο να κηρύσσεται παράνομη κάθε εμπορική δραστηριότητα σχετική με εξοπλισμούς που επιτρέπουν ή διευκολύνουν την πρόσβαση στις υπηρεσίες, χωρίς την άδεια του φορέα παροχής των υπηρεσιών ή χωρίς πληρωμή σ' αυτόν, και στην πρόβλεψη επιβολής κυρώσεων. 4. Κατ' αυτόν τον τρόπο, οι υπηρεσίες τίθενται στη διάθεση των ενδιαφερομένων νόμιμα από πλευράς των φορέων παροχής, μέσω μιας συσκευής για την πρόσβαση υπό όρους , δηλαδή μέσω ενός οποιουδήποτε εξοπλισμού ή λογισμικού που έχει σχεδιαστεί ή προσαρμοστεί έτσι ώστε να καθιστά δυνατή την πρόσβαση σε προστατευόμενη υπηρεσία σε καταληπτή μορφή[3]. Εξ αντιστρόφου, ορίζεται ως παράνομη συσκευή οποιοσδήποτε εξοπλισμός ή λογισμικό που έχει σχεδιαστεί ή προσαρμοστεί έτσι ώστε να καθιστά δυνατή την πρόσβαση σε προστατευόμενη υπηρεσία σε καταληπτή μορφή χωρίς την άδεια του φορέα παροχής υπηρεσιών[4]. 5. Η οδηγία προσδιορίζει στο πλαίσιο αυτό τις παράνομες δραστηριότητες σε συνδυασμό με τις παράνομες συσκευές. Αυτό αφορά κατά πρώτον την κατασκευή, την εισαγωγή, τη διανομή, την πώληση, την εκμίσθωση και την εγκατάσταση, και, δεύτερον, την εγκατάσταση, τη συντήρηση και την αντικατάσταση των παράνομων συσκευών. Τέλος, η χρησιμοποίηση εμπορικών ανακοινώσεων για την προώθηση πειρατικών συσκευών χαρακτηρίζεται επίσης ως παράνομη δραστηριότητα. Πρέπει να σημειωθεί ότι από τις προαναφερόμενες δραστηριότητες χαρακτηρίζονται ως παράνομες μόνον όσες διεξάγονται σε εμπορικό πλαίσιο. 6. Τα κράτη μέλη είναι αποκλειστικά αρμόδια να ορίσουν τις κυρώσεις που επιβάλλονται για παράνομες δραστηριότητες και, ως προς τούτο, οφείλουν να τηρούν τις γενικές αρχές του κοινοτικού δικαίου. Στο πλαίσιο αυτό, οι κυρώσεις πρέπει να είναι «αποτελεσματικές, αποτρεπτικές και ανάλογες»[5] των διαπραττόμενων αδικημάτων. 7. Τα κράτη μέλη οφείλουν, επίσης, να επιτρέπουν σε κάθε φορέα παροχής υπηρεσιών που βασίζονται ή συνίστανται στην παροχή πρόσβασης υπό όρους, να διαθέτει τα κατάλληλα μέσα έννομης προστασίας προκειμένου να επιτυγχάνει την παύση παράνομης προσβολής της δραστηριότητάς του (παραδείγματος χάρη με την έκδοση προσωρινών δικαστικών διαταγών) καθώς και αποζημίωση για ενδεχόμενη ζημιά που υπέστη από κάποια παράνομη δραστηριότητα. 8. Το 1999 το Συμβούλιο της Ευρώπης ανέλαβε να συντάξει μια ευρωπαϊκή σύμβαση σχετικά με τη νομική προστασία των υπηρεσιών που βασίζονται ή συνίστανται στην παροχή πρόσβασης υπό όρους. 9. Είχε φανεί ιδιαιτέρως απαραίτητη μια εκτεταμένη και αποτελεσματική προστασία των υπηρεσιών που βασίζονται ή συνίστανται στην παροχή πρόσβασης υπό όρους. Πράγματι, πολλά ευρωπαϊκά κράτη, που δεν είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μπορούν να αποτελούν καταφύγια για την ανάπτυξη και διάδοση συσκευών πειρατείας των υπηρεσιών με παροχή πρόσβασης υπό όρους, από τη στιγμή που η έννομη τάξη τους δεν προβλέπει κυρώσεις όσον αφορά αυτήν την πολύ ειδική πειρατική δραστηριότητα. Ήταν λοιπόν σκόπιμη η επέκταση του πεδίου εφαρμογής των διατάξεων της οδηγίας 98/84/ΕΚ και η δημιουργία ενός κοινού και αποτελεσματικού πλαισίου, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, για την προστασία των εν λόγω υπηρεσιών. 10. Το Συμβούλιο εξουσιοδότησε συνεπώς την Επιτροπή, με απόφαση της 22ας Ιουνίου 1999[6], να συμμετάσχει, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, στις σχετικές με τη σύμβαση διαπραγματεύσεις. 11. Οι διαπραγματευτικές οδηγίες που δόθηκαν στην Επιτροπή είχαν ως σκοπό να μεθοδευτεί η ενσωμάτωση, στην ευρωπαϊκή σύμβαση, των ίδιων ορισμών και μέτρων με αυτά που περιέχονται στην οδηγία 98/84/ΕΚ, όπως και η μέγιστη συμβατότητα μεταξύ αυτών των δύο νομικών κειμένων. 12. Οι διαπραγματεύσεις ήταν επιτυχείς και η σύμβαση, που εκδόθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2001 είναι απόλυτα συμβατή με την οδηγία 98/84/ΕΚ. 13. Πράγματι, η σύμβαση επαναλαμβάνει κατ' ουσία τις διατάξεις της οδηγίας 98/84/ΕΚ. Έτσι, τα συστήματα που βασίζονται ή συνίστανται στην παροχή πρόσβασης υπό όρους προστατεύονται από παράνομες δραστηριότητες ίδιες με αυτές που απαριθμούνται στην οδηγία 98/84/ΕΚ. 14. Μεταξύ των δύο κειμένων υπάρχουν μερικές, ελάχιστης σημασίας, διαφορές διατύπωσης. Έτσι, με τη σύμβαση δεν διώκεται μόνον η κατασκευή παράνομων συσκευών αλλά και η παραγωγή τους. Ομοίως, οι κυρώσεις που προβλέπονται για τις δραστηριότητες που ορίζονται ως παράνομες καθορίζονται ευκρινέστερα στη σύμβαση, δεδομένου ότι η τελευταία προβλέπει ότι οι κυρώσεις αυτές είναι ποινικές, διοικητικές ή άλλες. Πάντως, όπως προβλέπει και η οδηγία 98/84/ΕΚ, οι κυρώσεις πρέπει να είναι ανάλογες, αποτελεσματικές και αποτρεπτικές. Συμπερασματικά, αυτές οι αποκλίσεις στο κείμενο της σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης δεν αλλοιώνουν διόλου το περιεχόμενο και την εμβέλεια της κοινοτικής οδηγίας. 15. Η σύμβαση είναι ανοικτή προς υπογραφή από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Επιπλέον προβλέπει ρητά, στο άρθρο 11 παράγραφος 4, ότι, στις αμοιβαίες σχέσεις τους, τα μέρη που είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας εφαρμόζουν τους κοινοτικούς κανόνες και, συνεπώς, εφαρμόζουν τους κανόνες που απορρέουν από την παρούσα σύμβαση μόνο στο βαθμό που δεν υφίσταται κανένας άλλος κοινοτικός κανόνας ο οποίος διέπει το αντιμετωπιζόμενο ιδιαίτερο θέμα. Αυτή η ρήτρα αποσύνδεσης, η οποία λειτουργεί προς όφελος των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διασφαλίζει την υπεροχή των κανόνων της ΕΕ. 16. Η Επιτροπή, στο πλαίσιο της δεύτερης έκθεσής της αξιολόγησης της οδηγίας 98/84/ΕΚ, που ενέκρινε στις 30 Σεπτεμβρίου 2008[7], ανέφερε ότι με την υπογραφή της σύμβασης από την Ευρωπαϊκή Ένωση, θα πρέπει να παρακινηθούν τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης σε μια ευρύτερη επικύρωσή της, πράγμα που θα επέτρεπε έτσι να επεκταθεί και πέρα από τα σύνορα της ΕΕ η νομική προστασία των υπηρεσιών με πρόσβαση υπό όρους. 17. Κατά συνέπεια, η Επιτροπή απευθύνει στο Συμβούλιο τη σύσταση να προβεί στην υπογραφή της εν λόγω σύμβασης, με την οποία θα μπορεί να επεκταθεί το πεδίο εφαρμογής του νομικού πλαισίου που έχει εγκαθιδρυθεί με την οδηγία 98/84/ΕΚ, πράγμα που θα επιτρέψει την αποτελεσματική καταπολέμηση των προσβολών κατά των προστατευόμενων υπηρεσιών. 2010/0360 (NLE) Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ σχετικά με την υπογραφή της ευρωπαϊκής σύμβασης για τη νομική προστασία των υπηρεσιών που βασίζονται ή συνίστανται στην παροχή πρόσβασης υπό όρους ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη τη συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 207 παράγραφος 4, σε συνδυασμό με το άρθρο 218 παράγραφος 5, Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής[8], Εκτιμώντας τα εξής: 18. Στις (…), το Συμβούλιο εξουσιοδότησε την Επιτροπή να διαπραγματευθεί στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, εξ ονόματος της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, σύμβαση σχετική με τη νομική προστασία των υπηρεσιών που βασίζονται ή συνίστανται στην παροχή πρόσβασης υπό όρους. 19. Η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τη νομική προστασία των υπηρεσιών που βασίζονται ή συνίστανται στην παροχή πρόσβασης υπό όρους εκδόθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2001. 20. Σύμβαση εγκαθιδρύει ένα κανονιστικό πλαίσιο σχεδόν πανομοιότυπο με αυτό της οδηγίας 98/84/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 1998, για τη νομική προστασία των υπηρεσιών που βασίζονται ή συνίστανται στην παροχή πρόσβασης υπό όρους[9]. 21. (3) Η σύναψη της σύμβασης θα είχε ενδεχομένως τη σημασία ενός ισχυρού θετικού μηνύματος υπέρ της εν λόγω σύμβασης, πράγμα που θα συνέβαλε έτσι στην επέκταση της εδαφικής ισχύος της οδηγίας 98/84/ΕΚ πέρα από τα σύνορα της ΕΕ, και στη θέσπιση ενός δικαίου υπηρεσιών που βασίζονται στην παροχή πρόσβασης υπό όρους, το οποίο θα ήταν κοινό σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο. 22. Η σύμβαση άρχισε να ισχύει την 1η Ιουλίου 2003 και προβλέπει ότι είναι ανοιχτή προς υπογραφή από την Κοινότητα. 23. Υπό την επιφύλαξη ενδεχόμενης σύναψής της σε μεταγενέστερη ημερομηνία, είναι σκόπιμη η υπογραφή της εν λόγω σύμβασης εξ ονόματος της ΕΕ. ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ: Άρθρο 1 Ο πρόεδρος του Συμβουλίου εξουσιοδοτείται να ορίσει το πρόσωπο ή τα πρόσωπα αρμόδια να υπογράψουν, εξ ονόματος της ΕΕ, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τη νομική προστασία των υπηρεσιών που βασίζονται ή συνίστανται στην παροχή πρόσβασης υπό όρους. Το κείμενο της σύμβασης προσαρτάται στην παρούσα απόφαση. Άρθρο 2 Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την ημέρα της έκδοσής της. Βρυξέλλες, Για το Συμβούλιο Ο Πρόεδρος ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 1 Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τη νομική προστασία των υπηρεσιών που βασίζονται ή συνίστανται στην παροχή πρόσβασης υπό όρους Προοίμιο Τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, τα λοιπά κράτη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, που υπογράφουν την παρούσα Σύμβαση, Έχοντας υπόψη ότι σκοπός του Συμβουλίου της Ευρώπης είναι η σύσφιγξη των σχέσεων μεταξύ των μελών του· Έχοντας υπόψη τη σύσταση αριθ. R (91) 14 της επιτροπής υπουργών σχετικά με την νομική προστασία των κρυπτογραφημένων τηλεοπτικών υπηρεσιών· Θεωρώντας ότι η πειρατεία αποκωδικοποιητών κρυπτογραφημένων τηλεοπτικών υπηρεσιών εξακολουθεί να αποτελεί πρόβλημα σε όλη την Ευρώπη· Σημειώνοντας ότι νέοι τύποι υπηρεσιών και εξοπλισμού πρόσβασης υπό όρους, όπως και νέες μορφές παράνομης πρόσβασης σε αυτές, έχουν εμφανιστεί μετά την έκδοση της προαναφερόμενης σύστασης· Σημειώνοντας τη μεγάλη διαφορά που υπάρχει στα ευρωπαϊκά κράτη σε θέματα νομοθεσίας που διέπει την προστασία των υπηρεσιών που βασίζονται ή συνίστανται στην παροχή πρόσβασης υπό όρους· Σημειώνοντας ότι η παράνομη πρόσβαση απειλεί την οικονομική βιωσιμότητα οργανισμών που παρέχουν ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες και υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας και, κατά συνέπεια, είναι δυνατόν να επηρεάζει την ποικιλία των προγραμμάτων και των υπηρεσιών που προσφέρονται στο κοινό· Πεπεισμένοι για την ανάγκη να ακολουθηθεί μια κοινή πολιτική που να στοχεύει στην προστασία των υπηρεσιών που βασίζονται ή συνίστανται στην παροχή πρόσβασης υπό όρους· Με την πεποίθηση ότι οι ποινικές, διοικητικές και άλλες κυρώσεις μπορούν να διαδραματίσουν αποτελεσματικό ρόλο στην πρόληψη παράνομων δραστηριοτήτων που στρέφονται κατά των υπηρεσιών πρόσβασης υπό όρους· Εκτιμώντας ότι θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στις παράνομες δραστηριότητες οι οποίες διεξάγονται για εμπορικούς σκοπούς· Λαμβάνοντας υπόψη τα υφιστάμενα διεθνή νομικά μέσα, τα οποία περιέχουν διατάξεις σχετικές με την προστασία των υπηρεσιών που βασίζονται ή συνίστανται στην παροχή πρόσβασης υπό όρους, Συμφώνησαν τα ακόλουθα: Τμήμα I – Γενικές διατάξεις Άρθρο 1 – Αντικείμενο και σκοπός Η παρούσα σύμβαση αναφέρεται στις υπηρεσίες της κοινωνίας της πληροφορίας και στις ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες που προσφέρονται έναντι αμοιβής και οι οποίες βασίζονται ή συνίστανται στην παροχή πρόσβασης υπό όρους. Σκοπός της παρούσας σύμβασης είναι να καταστήσει παράνομες στο έδαφος των μερών ορισμένες δραστηριότητες που κάνουν εφικτή την μη επιτρεπόμενη πρόσβαση σε προστατευόμενες υπηρεσίες και να εξασφαλίσει την προσέγγιση των νομοθεσιών των μερών στο πεδίο αυτό. Άρθρο 2 – Ορισμοί Για τους σκοπούς της παρούσας σύμβασης ως: α) «προστατευόμενη υπηρεσία» θεωρείται μία από τις ακόλουθες υπηρεσίες, όταν η παροχή της γίνεται έναντι αμοιβής και βάσει πρόσβασης υπό όρους: - οι υπηρεσίες τηλεοπτικών προγραμμάτων, όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 2 της ευρωπαϊκής σύμβασης για τη διασυνοριακή τηλεόραση, όπως τροποποιήθηκε· - οι υπηρεσίες ραδιοφωνικής μετάδοσης, δηλαδή η ενσύρματη ή ασύρματη μετάδοση, συμπεριλαμβανομένης της δορυφορικής, ραδιοφωνικών προγραμμάτων για το κοινό· - οι υπηρεσίες της κοινωνίας των πληροφοριών νοούμενες ως υπηρεσίες παρεχόμενες δια της ηλεκτρονικής οδού, εξ αποστάσεως και μετά από αίτηση του αποδέκτη των υπηρεσιών· ή η παροχή πρόσβασης υπό όρους στις προαναφερθείσες υπηρεσίες, θεωρούμενη ως ανεξάρτητη υπηρεσία· β) «πρόσβαση υπό όρους» θεωρείται οποιοδήποτε τεχνικό μέτρο ή/και διάταξη από την οποία εξαρτάται η πρόσβαση σε καταληπτή μορφή, και η οποία υπόκειται σε προηγούμενη ατομική έγκριση, σε μία από τις υπηρεσίες που αναφέρονται στο στοιχείο α) του παρόντος άρθρου· γ) «συσκευή για την πρόσβαση υπό όρους» θεωρείται οποιοσδήποτε εξοπλισμός, λογισμικό ή/και διάταξη που έχει σχεδιαστεί ή προσαρμοστεί έτσι ώστε να καθιστά δυνατή την πρόσβαση σε καταληπτή μορφή σε μία από τις υπηρεσίες που αναφέρονται στο στοιχείο α) του παρόντος άρθρου· δ) «παράνομη συσκευή» θεωρείται οποιοσδήποτε εξοπλισμός, λογισμικό ή/και διάταξη που έχει σχεδιαστεί ή προσαρμοστεί , ώστε να καθιστά δυνατή την πρόσβαση σε καταληπτή μορφή σε μία από τις υπηρεσίες που αναφέρονται στο στοιχείο α) του παρόντος άρθρου χωρίς την έγκριση του φορέα παροχής της υπηρεσίας. Άρθρο 3 – Δικαιούχοι Η παρούσα σύμβαση εφαρμόζεται σε κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο προσφέρει προστατευόμενη υπηρεσία, όπως αυτή ορίζεται ανωτέρω στο άρθρο 2 στοιχείο α), χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η εθνικότητά του, όπως και το ζήτημα του κατά πόσον υπόκειται ή όχι στη δικαιοδοσία ενός των μερών. Τμήμα II – Παράνομες δραστηριότητες Άρθρο 4 – Παραβάσεις Τα μέρη θεωρούν παράνομες στο έδαφός τους τις ακόλουθες δραστηριότητες: α) την κατασκευή ή παραγωγή παράνομων συσκευών για εμπορικούς σκοπούς· β) την εισαγωγή παράνομων συσκευών για εμπορικούς σκοπούς· γ) τη διανομή παράνομων συσκευών για εμπορικούς σκοπούς· δ) την πώληση ή εκμίσθωση παράνομων συσκευών για εμπορικούς σκοπούς· ε) την κατοχή παράνομων συσκευών για εμπορικούς σκοπούς· στ) την εγκατάσταση, συντήρηση ή αντικατάσταση παράνομων συσκευών για εμπορικούς σκοπούς· ζ) την εμπορική προώθηση, εμπορία ή διαφήμιση παράνομων συσκευών. Κάθε μέρος μπορεί, οποτεδήποτε, με δήλωση απευθυνόμενη στο γενικό γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης, να δηλώσει ότι θα κηρύξει παράνομες και άλλες δραστηριότητες από αυτές που αναφέρονται στην παράγραφο 1 του παρόντος άρθρου. Τμήμα III – Κυρώσεις και μέσα παροχής έννομης προστασίας Άρθρο 5 – Κυρώσεις καταστολής των παράνομων δραστηριοτήτων Τα μέρη θεσπίζουν μέτρα που καθιστούν τις παράνομες δραστηριότητες, οι οποίες αναφέρονται στο ανωτέρω άρθρο 4, τιμωρητέες με ποινικές, διοικητικές ή άλλες κυρώσεις. Τα μέτρα αυτά είναι αποτελεσματικά, αποτρεπτικά και ευθέως ανάλογα προς τις δυνητικές επιπτώσεις της παράνομης δραστηριότητας. Άρθρο 6 – Μέτρα κατάσχεσης Τα μέρη εκδίδουν τα κατάλληλα μέτρα τα οποία είναι ενδεχομένως αναγκαία ώστε να είναι δυνατή η κατάσχεση και η δήμευση των παράνομων συσκευών ή του υλικού προώθησης, εμπορίας ή διαφήμισης που χρησιμοποιήθηκε για την τέλεση ενός αδικήματος, όπως και για την κατάσχεση όλων των κερδών και οικονομικών οφελών που προκύπτουν από την παράνομη δραστηριότητα. Άρθρο 7 – Αστικές διαδικασίες Τα μέρη εκδίδουν τα μέτρα που είναι αναγκαία ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι φορείς παροχής προστατευόμενων υπηρεσιών, τα συμφέροντα των οποίων θίγονται από παράνομη δραστηριότητα που περιλαμβάνεται στο άρθρο 4, έχουν πρόσβαση στα κατάλληλα μέσα παροχής έννομης προστασίας, και, ιδίως, να μπορούν να ασκήσουν αγωγή αποζημίωσης και να επιτύχουν την έκδοση προσωρινής διαταγής ή τη λήψη άλλων ασφαλιστικών μέτρων, όπως και, κατά περίπτωση, να ζητήσουν την απόσυρση των παράνομων συσκευών από την αγορά. Τμήμα IV – Θέση σε εφαρμογή και τροποποιήσεις Άρθρο 8 – Διεθνής συνεργασία Τα μέρη δεσμεύονται να παρέχουν αμοιβαία συνδρομή για τη θέση σε εφαρμογή της παρούσας σύμβασης. Τα μέρη παρέχουν σε αμοιβαία βάση, σύμφωνα με τις διατάξεις των σχετικών μέσων διεθνούς δικαίου σε θέματα διεθνούς συνεργασίας στον ποινικό και διοικητικό τομέα και σύμφωνα με το εθνικό τους δίκαιο, τα ευρύτερα δυνατά μέτρα συνεργασίας στις έρευνες και στις δικονομικές διαδικασίες που σχετίζονται με ποινικά αδικήματα ή διοικητικές παραβάσεις που καθορίζονται στην παρούσα Σύμβαση. Άρθρο 9 – Πολυμερείς διαβουλεύσεις 1. Τα μέρη πραγματοποιούν πολυμερείς διαβουλεύσεις στο πλαίσιο του Συμβουλίου της Ευρώπης, εντός δύο ετών από την έναρξη της ισχύος της παρούσας σύμβασης και στη συνέχεια ανά διετία, οπωσδήποτε δε όποτε το ζητήσει ένα μέρος, με σκοπό να εξετάσουν την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης καθώς και τη σκοπιμότητα της αναθεώρησής της ή τη διεύρυνση του πεδίου ορισμένων από τις διατάξεις της, ειδικότερα όσον αφορά τους ορισμούς που περιέχονται στο άρθρο 2. Οι διαβουλεύσεις αυτές πραγματοποιούνται σε συναντήσεις τις οποίες συγκαλεί ο Γενικός Γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης. 2. Κάθε μέρος μπορεί να αντιπροσωπεύεται στις πολυμερείς διαβουλεύσεις από έναν ή περισσότερους εκπροσώπους. Κάθε μέρος διαθέτει δικαίωμα ψήφου. Κάθε κράτος το οποίο αποτελεί μέρος της παρούσας σύμβασης διαθέτει μία ψήφο. Επί θεμάτων που εμπίπτουν στο πεδίο αρμοδιότητάς της, η Ευρωπαϊκή Κοινότητα ασκεί το δικαίωμα ψήφου της και ψηφίζει με αριθμό δικαιωμάτων ίσο προς τον αριθμό των κρατών μελών που αποτελούν μέρη της παρούσας σύμβασης. Η Ευρωπαϊκή Κοινότητα δεν ψηφίζει όταν η ψηφοφορία αφορά θέμα το οποίο δεν εμπίπτει στο πεδίο των αρμοδιοτήτων της. 3. Κάθε κράτος που αναφέρεται στο άρθρο 12, παράγραφος 1, ή η Ευρωπαϊκή Κοινότητα, το οποίο δεν αποτελεί μέρος της παρούσας σύμβασης, μπορεί να εκπροσωπείται στις συναντήσεις διαβούλευσης από έναν παρατηρητή. 4. Μετά από κάθε διαβούλευση, τα μέρη υποβάλουν στην επιτροπή των υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης έκθεση για τη διαβούλευση και για τη λειτουργία της παρούσας σύμβασης, συμπεριλαμβάνοντας, εφόσον το κρίνουν αναγκαίο, προτάσεις τροποποίησης της σύμβασης. 5. Με την επιφύλαξη των διατάξεων της παρούσας σύμβασης, τα μέρη θεσπίζουν τον κανονισμό διεξαγωγής των συναντήσεων διαβούλευσης. Άρθρο 10 – Τροποποιήσεις 1. Κάθε Μέρος μπορεί να προτείνει τροποποιήσεις της παρούσας σύμβασης. 2. Κάθε πρόταση για τροποποίηση γνωστοποιείται στο γενικό γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης, ο οποίος την κοινοποιεί στα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, στα λοιπά κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Πολιτιστικής Σύμβασης, στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και σε κάθε κράτος μη-μέλος το οποίο έχει προσχωρήσει ή έχει προσκληθεί να προσχωρήσει στην παρούσα σύμβαση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 13. 3. Κάθε προτεινόμενη τροποποίηση, σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου, εξετάζεται εντός έξι μηνών από την ημερομηνία της διαβίβασής της από τον Γενικό Γραμματέα, στο πλαίσιο συνάντησης πολυμερούς διαβούλευσης, όπου η τροποποίηση αυτή μπορεί να εγκριθεί με την πλειοψηφία των δύο τρίτων των κρατών που έχουν επικυρώσει τη σύμβαση. 4. Το κείμενο που έχει εγκριθεί από την σύσκεψη πολυμερούς διαβούλευσης υποβάλλεται στην επιτροπή υπουργών για έγκριση. Μετά την έγκριση αυτή, το κείμενο της τροποποίησης διαβιβάζεται στα μέρη για αποδοχή. 5. Κάθε τροποποίηση αρχίζει να ισχύει την τριακοστή ημέρα αφότου όλα τα μέρη ειδοποιήσουν το γενικό γραμματέα ότι την έχουν αποδεχθεί. 6. Στη βάση σύστασης που διατυπώνει μία συνάντηση πολυμερούς διαβούλευσης, η επιτροπή υπουργών δύναται να αποφασίσει, με την πλειοψηφία που προβλέπεται στο άρθρο 20 στοιχείο δ) του καταστατικού του Συμβουλίου της Ευρώπης και με ομόφωνη ψήφο των αντιπροσώπων των μερών που δικαιούνται να μετέχουν στις συνεδριάσεις της επιτροπής υπουργών, ότι η συγκεκριμένη τροποποίηση θα αρχίσει να ισχύει με την εκπνοή περιόδου δύο ετών από την ημερομηνία κατά την οποία θα έχει διαβιβαστεί για αποδοχή, εκτός εάν ένα μέρος έχει καταθέσει στον γενικό γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης ένστασή του να τεθεί σε ισχύ. Σε περίπτωση που υποβληθεί τέτοια ένσταση, η τροποποίηση θα αρχίσει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μήνα που έπεται της ημερομηνίας κατά την οποία το μέρος της σύμβασης, το οποίο υπέβαλε την ένσταση, θα έχει καταθέσει το έγγραφο αποδοχής στον γενικό γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης. 7. Εάν μία τροποποίηση έχει εγκριθεί από την επιτροπή υπουργών, αλλά δεν έχει ακόμη τεθεί σε ισχύ σύμφωνα με τις διατάξεις των ανωτέρω παραγράφων 5 ή 6, ένα κράτος ή η Ευρωπαϊκή Κοινότητα δεν δύνανται να εκφράσουν τη συναίνεσή τους να δεσμευτούν από τη σύμβαση χωρίς να αποδεχθούν ταυτόχρονα την τροποποίηση αυτή. Άρθρο 11 –Σχέσεις με τις άλλες συμβάσεις ή συμφωνίες 1. Με την παρούσα σύμβαση δεν θίγονται τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις που απορρέουν από πολυμερείς διεθνείς συμβάσεις οι οποίες αφορούν ειδικά θέματα. 2. Τα Μέρη της σύμβασης δύνανται να συνάπτουν μεταξύ τους διμερείς και πολυμερείς συμφωνίες σε θέματα που ρυθμίζονται από την παρούσα σύμβαση, για τους σκοπούς συμπλήρωσης ή ενίσχυσης των διατάξεων της τελευταίας ή για τη διευκόλυνση της εφαρμογής των αρχών που καθιερώνονται με αυτήν. 3. Εάν δύο ή περισσότερα μέρη έχουν ήδη συνάψει συμφωνία ή συνθήκη επί θέματος καλυπτόμενου από την παρούσα σύμβαση, ή όταν τα εν λόγω μέρη έχουν ορίσει με άλλον τρόπο τις σχέσεις τους που αφορούν στο θέμα αυτό, έχουν τη δυνατότητα να εφαρμόζουν την εν λόγω συμφωνία, συνθήκη ή ρύθμιση, αντί της παρούσας σύμβασης, εάν αυτό διευκολύνει τη διεθνή συνεργασία. 4. Στις αμοιβαίες τους σχέσεις, τα μέρη που είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας εφαρμόζουν τους κανόνες της Κοινότητας και, συνεπώς, δεν εφαρμόζουν τους κανόνες που απορρέουν από την παρούσα σύμβαση παρά μόνο στο βαθμό που δεν υφίστανται κοινοτικοί κανόνες οι οποίοι να διέπουν το εν λόγω ιδιαίτερο θέμα. Τμήμα V – Τελικές διατάξεις Άρθρο 12 – Υπογραφή και έναρξη ισχύος 1. Η παρούσα σύμβαση ανοίγεται προς υπογραφή από τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης και τα λοιπά κράτη μέρη της Ευρωπαϊκής Πολιτιστικής Σύμβασης, καθώς και από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Τα εν λόγω κράτη και η Ευρωπαϊκή Κοινότητα δύνανται να εκφράσουν τη συναίνεσή τους να δεσμευτούν: (α) με την υπογραφή της σύμβασης χωρίς επιφύλαξη ως προς την επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση· ή (β) με την υπογραφή με επιφύλαξη ως προς την επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση, ακολουθούμενη από επικύρωση, αποδοχή ή έγκριση. 2. Τα έγγραφα επικύρωσης ή έγκρισης κατατίθενται στον γενικό γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης. 3. Η παρούσα σύμβαση θα αρχίσει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μηνός που έπεται της εκπνοής μιας περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία κατά την οποία τρία κράτη θα έχουν εκφράσει τη συναίνεσή τους να δεσμευτούν από τη σύμβαση, σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου. 4. Σε ό,τι αφορά κάθε υπογράφον κράτος ή την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, που θα έχει εκφράσει σε μεταγενέστερο χρόνο τη συναίνεσή του να δεσμευτεί από τη σύμβαση, αυτή θα αρχίσει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μηνός που έπεται της εκπνοής μιας περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία που θα έχει εκφραστεί η συναίνεση για δέσμευση από τη σύμβαση, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 1. Άρθρο 13 – Προσχώρηση κρατών μη μελών στη σύμβαση 1. Μετά την έναρξη ισχύος της παρούσας σύμβασης, η επιτροπή υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης, θα μπορεί, μετά από διαβούλευση των μερών της σύμβασης, να καλέσει οποιοδήποτε κράτος δεν αναφέρεται στο άρθρο 12 παράγραφος 1, να προσχωρήσει στην παρούσα σύμβαση, με απόφαση που λαμβάνεται από την πλειοψηφία την οποία προβλέπει το άρθρο 20 στοιχείο δ) του καταστατικού του Συμβουλίου της Ευρώπης και με την ομόφωνη ψήφο των αντιπροσώπων των συμβαλλόμενων κρατών τα οποία δικαιούνται να μετέχουν στις συνεδριάσεις της επιτροπής υπουργών. 2. Σε ό,τι αφορά κάθε κράτος το οποίο έχει προσχωρήσει, η σύμβαση θα αρχίσει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μηνός που έπεται της εκπνοής μιας περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία κατάθεσης του εγγράφου προσχώρησης στον γενικό γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης. Άρθρο 14 – Εδαφική εφαρμογή 1. Κάθε κράτος ή η Ευρωπαϊκή Κοινότητα δύναται, τη στιγμή της υπογραφής ή της κατάθεσης του εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης, να ορίσει το ή τα εδάφη στα οποία θα εφαρμόζεται η παρούσα σύμβαση. 2. Κάθε κράτος ή η Ευρωπαϊκή Κοινότητα δύναται, σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρόνο και με δήλωση απευθυνόμενη στον γενικό γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης, να επεκτείνει την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης σε οποιοδήποτε άλλο έδαφος οριζόμενο στην εν λόγω δήλωση. Η σύμβαση θα αρχίσει να ισχύει, ως προς το έδαφος αυτό, την πρώτη ημέρα του μηνός που έπεται της εκπνοής μιας περιόδου τριών μηνών από την ημερομηνία παραλαβής της δήλωσης από τον γενικό γραμματέα. 3. Κάθε δήλωση γενόμενη δυνάμει των δύο προηγουμένων παραγράφων θα μπορεί να αποσυρθεί, όσον αφορά οποιοδήποτε έδαφος έχει οριστεί στη δήλωση αυτή, με σχετική γνωστοποίηση στον γενικό γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης. Η απόσυρση θα παράγει αποτελέσματα την πρώτη ημέρα του μηνός που έπεται της εκπνοής μιας περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία παραλαβής της γνωστοποίησης από τον γενικό γραμματέα. Άρθρο 15 – Επιφυλάξεις Η παρούσα σύμβαση δεν επιδέχεται τη διατύπωση καμιάς επιφύλαξης. Άρθρο 16 – Διευθέτηση των διαφορών Σε περίπτωση διαφοράς μεταξύ των μερών ως προς την ερμηνεία ή την εφαρμογή της παρούσας σύμβασης, τα μέρη θα επιδιώκουν να επιτύχουν φιλική διευθέτηση της διαφοράς με διαπραγμάτευση ή με κάθε άλλο μη εχθρικό μέσο της επιλογής τους, περιλαμβανομένης της παραπομπής της διαφοράς σε διαιτητικό δικαστήριο, οι αποφάσεις του οποίου θα είναι δεσμευτικές για τα μέρη της διαφοράς. Άρθρο 17 – Καταγγελία 1. Κάθε μέρος δύναται, οποτεδήποτε, να καταγγείλει την παρούσα σύμβαση απευθύνοντας σχετική γνωστοποίηση στον γενικό γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης. 2. Η καταγγελία παράγει αποτελέσματα την πρώτη ημέρα του μηνός που έπεται της εκπνοής μιας περιόδου τριών μηνών μετά την ημερομηνία παραλαβής της γνωστοποίησης από τον γενικό γραμματέα. Άρθρο 18 – Γνωστοποιήσεις Ο γενικός γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης γνωστοποιεί στα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, στα λοιπά κράτη μέρη της Ευρωπαϊκής Πολιτιστικής Σύμβασης, στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και σε κάθε κράτος το οποίο έχει προσχωρήσει στην παρούσα σύμβαση: α) κάθε υπογραφή σύμφωνα με το άρθρο 12· β) την κατάθεση κάθε εγγράφου επικύρωσης, αποδοχής, έγκρισης ή προσχώρησης σύμφωνα με τα άρθρα 12 και 13· γ) κάθε ημερομηνία έναρξης ισχύος της παρούσας σύμβασης σύμφωνα με τα άρθρα 12 και 13· δ) κάθε δήλωση γενόμενη δυνάμει του άρθρου 4· ε) κάθε πρόταση τροποποίησης διατυπωθείσα δυνάμει του άρθρου 10· στ) οποιαδήποτε άλλη πράξη, ειδοποίηση ή κοινοποίηση που έχει σχέση με την παρούσα σύμβαση. Σε πίστωση των ανωτέρω, οι υπογράφοντες, δεόντως εξουσιοδοτημένοι για τον σκοπό αυτό, υπέγραψαν την παρούσα σύμβαση. Συνετάχθη στο Στρασβούργο, στις 24 Ιανουαρίου 2001, στην αγγλική και στη γαλλική γλώσσα, το κείμενο των οποίων είναι εξίσου αυθεντικό, σε ένα μόνο αντίτυπο το οποίο θα κατατεθεί στο αρχείο του Συμβουλίου της Ευρώπης. Ο γενικός γραμματέας του Συμβουλίου της Ευρώπης διαβιβάζει κυρωμένο αντίγραφο σε καθένα από τα κράτη μέλη του Συμβουλίου της Ευρώπης, στα λοιπά κράτη μέρη της Ευρωπαϊκής Πολιτιστικής Σύμβασης, στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα και σε κάθε κράτος το οποίο έχει προσχωρήσει στην παρούσα σύμβαση. [1] ΕΕ L 320 της 28.11.1998, σ. 54 [2] Άρθρο 2 στοιχείο β) της οδηγίας 98/84/ΕΚ [3] Άρθρο 2 στοιχείο γ) της οδηγίας 98/84/ΕΚ [4] Άρθρο 2 στοιχείο ε) της οδηγίας 98/84/ΕΚ [5] Άρθρο 5 της οδηγίας 98/84/ΕΚ [6] Μη δημοσιευθείσα στην Επίσημη Εφημερίδα. Στοιχ.: 9556/99. [7] COM(2008) 593 final non publié au JO [8] ΕΕ C … της , σ. . [9] ΕΕ L 320 της 28.11.1998, σ. 54