EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52006DC0857

Ανακοίνωση τησ Επιτροπήσπρος το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο - Απασχόληση στις αγροτικές περιοχές: κάλυψη του ελλείμματος θέσεων εργασίας {SEC(2006) 1772}

/* COM/2006/0857 τελικό */

52006DC0857

Ανακοίνωση τησ Επιτροπήσπρος το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο - Απασχόληση στις αγροτικές περιοχές: κάλυψη του ελλείμματος θέσεων εργασίας {SEC(2006) 1772} /* COM/2006/0857 τελικό */


[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 21.12.2006

COM(2006) 857 τελικό

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣΠΡΟΣ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Απασχόληση στις αγροτικές περιοχές: κάλυψη του ελλείμματος θέσεων εργασίας{SEC(2006) 1772}

1. Εισαγωγή

Στη σύνοδο της Λισαβόνας, το έτος 2000, στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση η οποία δρομολογήθηκε το 1997, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο έθεσε ως σκοπό την πλήρη απασχόληση και ως μεσοπρόθεσμο στόχο την επίτευξη ποσοστού απασχόλησης 70% έως το 2010. Κατά τη διαδικασία αυτή, το Συμβούλιο Γεωργίας του Ιουλίου 2003 κατέληξε σε συμπεράσματα σχετικά με την «Απασχόληση στις αγροτικές περιοχές στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση». Το Συμβούλιο Γεωργίας προσδιόρισε πολλές προκλήσεις για το μέλλον της απασχόλησης στις αγροτικές περιοχές όπως η γήρανση του γεωργικού πληθυσμού, η συμμετοχή των νέων και των γυναικών στην αγροτική οικονομία, η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η μετάβαση από τη στήριξη των προϊόντων στη στήριξη των παραγωγών, με βάση την αναθεωρημένη ΚΓΠ. Κάλεσε την Επιτροπή να εκτελέσει σε βάθος αξιολόγηση των προοπτικών απασχόλησης στις αγροτικές περιοχές και να δρομολογήσει τη συζήτηση για τη δημιουργία στατιστικών εργαλείων για τις αγροτικές περιοχές.

2. ΚΓΠ, αγροτική αναπτυξη και η προτεραιότητα της ΕΕ στην απασχόληση

Στις 2 Φεβρουαρίου 2005 η Επιτροπή πρότεινε μια νέα αρχή για τη στρατηγική της Λισαβόνας με εστίαση σε δύο κύρια καθήκοντα –επίτευξη εντονότερης και διαρκούς ανάπτυξης και δημιουργία περισσότερων και καλύτερων θέσεων εργασίας [1] . Στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση είναι αναγκαίο να βελτιωθεί η ικανότητα προσαρμογής των εργαζομένων και των επιχειρήσεων και να αυξηθούν οι επενδύσεις στο ανθρώπινο δυναμικό μέσω της βελτίωσης της εκπαίδευσης και των δεξιοτήτων. Οι κατευθυντήριες αρχές για τη συμβολή της ΚΓΠ στη στρατηγική της Λισαβόνας -αγορές και αγροτική ανάπτυξη- καθορίστηκαν στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Γκέτεμποργκ το 2001 και επιβεβαιώθηκαν στα συμπεράσματα για τη στρατηγική της Λισσαβόνας στη Θεσσαλονίκη τον Ιούνιο 2003 – εύρωστες οικονομικές επιδόσεις πρέπει να συμβαδίζουν με αειφόρο χρήση των φυσικών πόρων. Αυτό επιβεβαιώθηκε στην ανανεωμένη στρατηγική της ΕΕ για την αειφόρο ανάπτυξη η οποία εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 16 Ιουνίου 2006.

Η νέα ΚΓΠ βασίζεται σε πολιτική αγοράς όπου η παρέμβαση αποτελεί δίχτυ ασφαλείας, η σταθεροποίηση των εισοδημάτων επιτυγχάνεται μέσω αποσυνδεδεμένων ενισχύσεων που υπόκεινται σε κανόνες πολλαπλής συμμόρφωσης, καθώς και σε ενισχυμένη πολιτική αγροτικής ανάπτυξης εστιασμένη στην απασχόληση, την ανάπτυξη και την αειφορία. Οι κοινοτικές στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές για την αγροτική ανάπτυξη προσδιορίζουν τα πεδία που είναι καθοριστικά για την υλοποίηση των προτεραιοτήτων της ΕΕ για την περίοδο 2007-2013, σε σχέση με την ανανεωμένη στρατηγική της ΕΕ για την αειφόρο ανάπτυξη και τη στρατηγική της Λισαβόνας για την ανάπτυξη και την απασχόληση.

3. Το έλλειμα θέσεων εργασίας

Οι αγροτικές περιοχές της Ευρώπης διαφέρουν όσον αφορά τον πληθυσμό, τη δημογραφία, τις οικονομικές και κοινωνικές δομές και τις αγορές εργασίας. Η ποικιλότητα αυτή αποτελεί τμήμα του πλούτου τους. Εντούτοις, πολλές από τις αγροτικές περιοχές της Ευρώπης αντιμετωπίζουν μια κοινή πρόκληση – η ικανότητά τους για δημιουργία θέσεων εργασίας υψηλής ποιότητας και βιώσιμων υστερεί σε σχέση με αυτή των αστικών περιοχών.

3.1. Χαρακτηριστικά των αγροτικών περιοχών

Από άποψη πυκνότητας του πληθυσμού οι αγροτικές περιοχές αντιπροσωπεύουν 93% της επικράτειας της ΕΕ των 27. Ποσοστό 20% του πληθυσμού ζουν σε κατ’ εξοχήν αγροτικές περιοχές και ποσοστό 38% ζουν σε ιδιαιτέρως αγροτικές περιοχές[2]. Οι αγροτικές περιοχές παράγουν το 45% της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας στην ΕΕ των 27 και το 53% της απασχόλησης αλλά τείνουν να υπολείπονται σε σχέση με τις κατ’ εξοχήν αστικές περιοχές. Στην ΕΕ των 27 το κατά κεφαλή εισόδημα των κατ'έξοχήν αστικών περιοχών είναι σχεδόν διπλάσιο από το κατά κεφαλή εισόδημα των κατ’ εξοχήν αγροτικών περιοχών. Τα χαμηλά επίπεδα εισοδήματος δυσχεραίνουν την συγκράτηση και την προσέλκυση ατόμων με δεξιότητες. Το έλλειμμα αυτό αντανακλάται σε άλλους καθοριστικούς δείκτες (βλέπε παράρτημα).

Εξελισσόμενη δημογραφική κατάσταση

Κατά τις πρόσφατες δεκαετίες, η αναλογία του αγροτικού πληθυσμού στο συνολικό πληθυσμό της ΕΕ παρέμεινε αρκετά σταθερή. Ωστόσο, η συνολική αυτή σταθερότητα συγκαλύπτει σημαντικές διακυμάνσεις μεταξύ των κρατών μελών και στο εσωτερικό τους και αποκρύπτει τις σημαντικές εξελίξεις που σημειώθηκαν στον πληθυσμό τα τελευταία 15 έτη σε περιφερειακό επίπεδο.

Στην Ευρώπη παρατηρούνται δύο διαδικασίες δημογραφικής μεταβολής σε μεγάλη κλίμακα: η τάση «αστικοποίησης», που έχει εδραιωθεί από καιρό, η οποία ωθεί τον πληθυσμό και την οικονομική δραστηριότητα να εγκαταλείπουν τις απομακρυσμένες αγροτικές περιοχές και να μεταφέρονται σε αστικές και προσβάσιμες αγροτικές περιοχές και μια πιο πρόσφατη τάση «αντι-αστικοποίησης» (τάση την οποία κατέστησαν δυνατή οι νέες υποδομές μεταφορών και τεχνολογίες πληροφοριών και επικοινωνιών) που οδηγεί τον πληθυσμό εκτός αστικών περιοχών σε προσβάσιμες αγροτικές περιοχές οι οποίες υφίστανται αυξανόμενη πίεση αστικοποίησης του τρόπου ζωής. Το αποτέλεσμα είναι πως τα προσβάσιμα τμήματα των ιδιαιτέρως αγροτικών περιοχών αντιπροσωπεύουν ζώνη οικονομικής ανάπτυξης, με οικονομική δομή που προσομοιάζει ολοένα και περισσότερο εκείνη των αστικών περιοχών. Αντιστρόφως, οι κατ’ εξοχήν αγροτικές περιοχές, ιδίως στα πλέον απομακρυσμένα τμήματα της ΕΕ, εξακολουθούν να αιμορροούν όσον αφορά τον πληθυσμό και την οικονομική δραστηριότητα[3].

Από άποψη ηλικιακής διάρθρωσης, τα νότια κράτη μέλη εμφανίζουν τα εντονότερα σημεία δημογραφικής γήρανσης στις αγροτικές περιοχές τους. Όσον αφορά το φύλο, η σημαντικότερη τάση είναι η «αρρενοποίηση» των αραιοκατοικημένων Βόρειων αγροτικών περιοχών και των λιγότερο αναπτυγμένων αγροτικών περιοχών των νέων κρατών μελών, λόγω της μετανάστευσης των νεότερης ηλικίας γυναικών[4].

Χαμηλότερα ποσοστά απασχόλησης και υψηλότερα ποσοστά ανεργίας

Στην ΕΕ των 25, κατά την περίοδο 1996–2001 η απασχόληση αυξήθηκε ταχύτερα στις αστικές περιοχές. Το ποσοστό ανεργίας αυξήθηκε κατά 3,6% στις κατ’ εξοχήν αστικές περιοχές σε σύγκριση με 1,9% στις κατ’ εξοχήν αγροτικές περιοχές. Αυτό σημαίνει διεύρυνση του ελλείμματος του ποσοστού απασχόλησης μεταξύ αστικών και αγροτικών περιοχών[5]. Το 2004 τα ποσοστά απασχόλησης στην ΕΕ των 27 ήταν κατά σχεδόν 5% μεγαλύτερα στις κατ’ εξοχήν αστικές (64,7%) σε σχέση με τις κατ’ εξοχήν αγροτικές περιοχές (60,1%). Πρέπει ωστόσο να τονιστεί η ποικιλότητα των αγροτικών περιοχών. Ορισμένες αγροτικές περιοχές, ιδίως στις περιοχές που γειτνιάζουν με αστικά κέντρα, παρουσίασαν υψηλά ποσοστά αύξησης της απασχόλησης, σύμφωνα με τη γενική τάση που παρατηρήθηκε στις χώρες του ΟΟΣΑ[6]. Σε επίπεδο επιμέρους περιφερειών είναι δυνατόν να εμφανίζονται τάσεις πολύ διαφορετικές σε σύγκριση με αυτές σε περιφερειακό επίπεδο, ιδίως εκεί όπου το εργατικό δυναμικό που εγκατέλειψε τη γεωργία στην ύπαιθρο απορροφήθηκε σε εμπορικές κωμοπόλεις και σε μεγάλα χωριά.

Τα ποσοστά ανεργίας είναι γενικά σημαντικά υψηλότερα στις αγροτικές περιοχές σε σχέση με τις αστικές περιοχές. Οι διαφορές μεταξύ αστικών και αγροτικών περιοχών είναι ιδιαίτερα έντονες σε χώρες που χαρακτηρίζονται από υψηλά ποσοστά ανεργίας. Η μακροχρόνια ανεργία είναι σχετικά υψηλή μόνο σε ιδιαιτέρως αγροτικές περιοχές, γεγονός το οποίο ενδεχομένως υποδηλώνει αυξανόμενο αποκλεισμό των ομάδων χαμηλού εισοδήματος. Εκτιμάται ότι η «κρυφή ανεργία» (που αφορά υποαπασχολούμενους γεωργούς και εργαζόμενους σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις) αφορά ενδεχομένως περίπου 5 εκατομμύρια κατοίκους αγροτικών περιοχών.

Βραδύτερη ανάπτυξη του τριτογενούς τομέα

Ο τομέας των υπηρεσιών προσφέρει τις περισσότερες θέσεις εργασίας στις αγροτικές περιοχές της Ευρώπης αλλά λιγότερες σε σύγκριση με τις αστικές περιοχές και τείνει να κυριαρχείται από το δημόσιο τομέα. Το γεγονός αυτό οφείλεται κυρίως στην περιορισμένη ανάπτυξη της προσφοράς ιδιωτικών υπηρεσιών που παραμένουν σε μεγάλο βαθμό αστική δραστηριότητα. Το 2002, αντιπροσώπευε ποσοστό 57% και 65% της απασχόλησης στις κατ’ εξοχήν αγροτικές και στις ιδιαιτέρως αγροτικές περιοχές αντιστοίχως, σε σύγκριση με 75% στις κατ’ εξοχήν αστικές περιοχές. Το στοιχείο αυτό αντανακλάται στη βραδύτερη μετάβαση σε δραστηριότητες επικεντρωμένες στην οικονομία που βασίζεται στη γνώση.

Δεξιότητες και ανθρώπινο δυναμικό

Οι δεξιότητες και το ανθρώπινο δυναμικό υστερούν γενικά στις αγροτικές περιοχές σε σύγκριση με τις αστικές. Σε πολλά κράτη μέλη η εκπαίδευση πέραν της δημοτικής ή της γυμνασιακής είναι πιο γενικευμένη στις αστικές περιοχές. Στις αστικές περιοχές σχεδόν 20% του ενήλικου πληθυσμού έχουν φοιτήσει στην τριτοβάθμια εκπαίδευση ενώ στις αγροτικές περιοχές η αναλογία αυτή είναι περίπου 15%[7]. Η τριτοβάθμια εκπαίδευση συχνά αποτελεί λόγο για τον οποίο τα ικανά άτομα μετακινούνται από τις αγροτικές στις αστικές περιοχές, όπου παραμένουν μετά το τέλος των σπουδών τους λόγω καλύτερων ευκαιριών απασχόλησης.

Έλλειψη ευκαιριών για γυναίκες και νέους

Η κατάσταση των γυναικών και των νέων στις αγροτικές περιοχές παραμένει επισφαλής με συχνή κατάληξη τη μετακίνηση γυναικών και νέων που ανήκουν σε ηλικιακές ομάδες οικονομικά ενεργές. Σε ορισμένες αγροτικές περιοχές, η έλλειψη υποδομών κατάρτισης και κατάλληλων υποδομών φροντίδας των παιδιών αποτελεί κώλυμα για την είσοδο στην αγορά εργασίας ή την αναβάθμιση των επαγγελματικών δεξιοτήτων. Τα ποσοστά ανεργίας των γυναικών και των νέων τείνουν να είναι σχετικά υψηλά στις αγροτικές περιοχές. Για τις γυναίκες το ποσοστό ανεργίας στις αγροτικές περιοχές ήταν 10,6% ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τους άνδρες ήταν σχετικά χαμηλότερο, ανερχόμενο σε 7,9 %. Στις αστικές περιοχές τα αντίστοιχα ποσοστά για τις γυναίκες (6,8 %) και για τους άνδρες (6,2 %) ήταν περισσότερο παραπλήσια. Η ανεργία των νέων ήταν σημαντικά υψηλότερη τόσο στις κατ’ εξοχήν αγροτικές περιοχές όσο και στις ιδιαιτέρως αγροτικές περιοχές, ανερχόμενο σε 17,6% και 16% αντιστοίχως, σε σύγκριση με το ποσοστό 11% στις αστικές περιοχές [8].

3.2. Η θέση της γεωργίας

Στις περισσότερες αγροτικές περιοχές ο πρωτογενής τομέας καλύπτει λιγότερο από 10% των συνολικών θέσεων απασχόλησης. Στο ένα τρίτο των αστικών περιοχών το σχετικό ποσοστό είναι χαμηλότερο από 5% (προσεγγίζοντας τον μέσο όρο της ΕΕ των 25). Επιπλέον, σε ορισμένες αγροτικές περιοχές - ιδίως στα ανατολικά και νότια τμήματα της ΕΕ – το ποσοστό του πρωτογενούς τομέα υπερβαίνει το 25%. Επιπλέον, η γεωργική παραγωγικότητα είναι πολύ χαμηλότερη στις περισσότερες κατ’ εξοχήν αγροτικές περιοχές[9].

Η ενσωμάτωση του γεωργικού κλάδου των νέων κρατών μελών στην ΚΓΠ εξελίχθηκε σε γενικές γραμμές ομαλά και με θετικό μέτρο, ιδίως όσον αφορά τα εισοδήματα. Όμως, όπως σε άλλες περιοχές της ΕΕ, η επιτυχής προσαρμογή της γεωργίας θα αποτελέσει κλειδί για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και της περιβαλλοντικής αειφορίας του γεωργικού κλάδου και για την προώθηση της απασχόλησης και της ανάπτυξης στους σχετικούς τομείς της οικονομίας.

Επί του παρόντος, ποσοστό μικρότερο του 10% των κατόχων γεωργικών εκμεταλλεύσεων της ΕΕ των 25 είναι ηλικίας μικρότερης των 35 ετών ενώ ποσοστό μεγαλύτερο του 24% είναι άνω των 65 ετών. Κατά την περίοδο 2000–2005 η γεωργία της ΕΕ των 25 απώλεσε εργατικό δυναμικό κυρίως από τη βασική ηλικιακή ομάδα (25–54), κατόπιν από την ομάδα των νεότερων (15–24) και στο τέλος από εργαζόμενους μεγαλύτερης ηλικίας (55–64). Η ελάττωση του αριθμού των νέων στο γεωργικό κλάδο μπορεί να δημιουργήσει ιδιαίτερες δυσκολίες για την ανανέωση του πληθυσμού.

Τα επίπεδα εκπαίδευσης των αγροτών ποικίλλουν σημαντικά μεταξύ κρατών μελών. Πολλοί αγρότες δεν έχουν τις αναγκαίες δεξιότητες για να επωφεληθούν από τις δυνατότητες που προσφέρει το νέο περιβάλλον για καινοτομία, παροχή περιβαλλοντικών υπηρεσιών, διαφοροποίηση και ανάπτυξη τοπικών υπηρεσιών καθώς και την παραγωγή βιοενέργειας.

Το Συμβούλιο Γεωργίας υπογράμμισε την ανάγκη για προώθηση της έρευνας και ανάπτυξης, της επαγγελματικής κατάρτισης, των συμβουλευτικών υπηρεσιών και της καινοτομίας καθώς και του ανθρώπινου δυναμικού[10].

3.3. Ο αντίκτυπος της μεταρρύθμισης της ΚΓΠ και οι πολιτικές αγροτικής ανάπτυξης

Τα κύρια καθοριστικά στοιχεία για την αναπροσαρμογή όσον αφορά την εργασία στον κλάδο της γεωργίας είναι η τεχνολογική αλλαγή, η απόδοση του κεφαλαίου και η αμοιβή της γεωργικής εργασίας σε σύγκριση με την αμοιβή σε άλλους κλάδους. Με τις διαδοχικές μεταρρυθμίσεις της κοινής γεωργικής πολιτικής κατά την τελευταία εικοσαετία η διαρροή εργατικού δυναμικού από τον γεωργικό κλάδο υπήρξε σε γενικές γραμμές σταθερή, ανερχόμενη περίπου σε 2-3% ετησίως. Η θέσπιση των άμεσων ενισχύσεων ως αντιστάθμισης για τις μειώσεις της στήριξης των τιμών κατά την τρέχουσα περίοδο εξασφάλισε την εφαρμογή της διαδικασίας αναδιάρθρωσης με κοινωνικά αποδεκτό τρόπο. Χωρίς τις άμεσες ενισχύσεις πολλές αγροτικές περιοχές της Ευρώπης θα είχαν αντιμετωπίσει σημαντικά οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά προβλήματα. Η αγροτική ανάπτυξη έπαιξε σημαντικό ρόλο στην πρόληψη της πληθυσμιακής συρρίκνωσης και της εγκατάλειψης της γης σε πολλές αγροτικές περιοχές.

Η αποσύνδεση των ενισχύσεων την οποία εισήγαγε η μεταρρύθμιση της ΚΓΠ του 2003 αναμένεται να έχει ουδέτερη γενικά επίπτωση όσον αφορά την απασχόληση. Η προσαρμογή των δομών παραγωγής θα αντισταθμιστεί από αποτελεσματικότερη χρήση του κεφαλαίου και της γης και θα οδηγήσει σε περισσότερο βιώσιμες οικονομικά δραστηριότητες. Αναμένεται ότι ο καλύτερος προσανατολισμός προς την αγορά θα προσφέρει νέες ευκαιρίες αύξησης των εισοδημάτων μέσω της διαφοροποίησης τόσο της γεωργικής όσο και της μη γεωργικής δραστηριότητας των αγροτών.

Από στοιχεία προκύπτει ότι οι προσαρμογές που πραγματοποιήθηκαν στο γεωργικό κλάδο και η επίπτωσή τους στην απασχόληση απορροφήθηκαν εν μέρει με τη δημιουργία νέων ευκαιριών απασχόλησης στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις ή το συνδυασμό της μερικής απασχόλησης εντός της εκμετάλλευσης με μερική απασχόληση εκτός γεωργικής εκμετάλλευσης. Τα μέτρα αγροτικής ανάπτυξης αποτέλεσαν μέσο συνοδευτικό και υποστήριξης της διαδικασίας αυτής, οδηγώντας στη δημιουργία ή τη διατήρηση σημαντικού αριθμού θέσεων εργασίας.

Από τις αξιολογήσεις προκύπτει ότι οι επενδύσεις στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις, η κατάρτιση, τα μέτρα δασοπονίας και τα μέτρα προώθησης της προσαρμογής και της ανάπτυξης γεωργικών περιοχών κρίνονται γενικά αποτελεσματικές όσον αφορά τη δημιουργία απασχόλησης. Οι επενδύσεις στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις συνέβαλαν συνολικά στην διασφάλιση της υφιστάμενης απασχόλησης μέσω της βελτίωσης της παραγωγικότητας ενώ τα μέτρα οικονομικής διαφοροποίησης συνέβαλαν περισσότερο στη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης.

Παρόλο που είναι λίγες οι διαθέσιμες ποσοτικές εκτιμήσεις σε επίπεδο ΕΕ, εκτιμάται ότι κατά τη διάρκεια της πρωτοβουλίας LEADER II δημιουργήθηκαν ή διατηρήθηκαν έως 100.000 θέσεις εργασίας στις αγροτικές περιοχές της Ευρώπης (σε κοινωνικές υπηρεσίες και υπηρεσίες του υγειονομικού κλάδου, σε δραστηριότητες διατήρησης του τοπίου και της πολιτιστικής κληρονομιάς). Οι μισές θέσεις απασχόλησης αφορούσαν γυναίκες. Τα μέτρα αγροτικής διαφοροποίησης βοήθησαν στη διασφάλιση πολλών γεωργικών εργασιών και ταυτοχρόνως δημιουργήθηκαν προσωρινές θέσεις εργασίας σε δραστηριότητες σχετικές με το περιβάλλον και την αναζωογόνηση των χωριών.

Ωστόσο, τα μέτρα που αποσκοπούν στη δημιουργία θέσεων απασχόλησης και στη διαφοροποίηση προς μη γεωργικές δραστηριότητες εξακολουθούν να αποτελούν μικρό τμήμα των προγραμμάτων. Από τις εκτιμήσεις προκύπτει ότι κατά την τρέχουσα περίοδο 2000–2006 μόνο 10% περίπου του προϋπολογισμού των κύριων προγραμμάτων στην ΕΕ των 15 δαπανήθηκε για μέτρα τα οποία αμέσως ή εμμέσως δημιουργούν απασχόληση εκτός των κλάδων της γεωργίας και της πρώτης μεταποίησης. Από το στοιχείο αυτό συνάγεται ότι κατά τη νέα περίοδο υπάρχει ευρύ πεδίο βελτίωσης της συνεισφοράς των προγραμμάτων αγροτικής ανάπτυξης.

4. Οι προκλήσεις τις οποίες αντιμετωπίζουν οι αγροτικές περιοχές

Οι αγροτικές περιοχές της Ευρώπης παρουσιάζουν διαφορές και περιλαμβάνουν πολλές περιφέρειες με θέση ηγετική. Ορισμένες αγροτικές περιοχές ωστόσο, και ιδίως οι πλέον απομακρυσμένες, ερημωμένες ή εξαρτώμενες από τη γεωργία, αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες προκλήσεις όσον αφορά την ανάπτυξη, τις θέσεις εργασίας και την αειφορία κατά τα επόμενα έτη. Στις προκλήσεις περιλαμβάνονται:

- χαμηλότερα επίπεδα εισοδήματος·

- δυσμενής δημογραφική κατάσταση·

- χαμηλότερα ποσοστά απασχόλησης και υψηλότερα ποσοστά ανεργίας·

- βραδύτερη ανάπτυξη του τριτογενούς τομέα·

- αδυναμίες όσον αφορά τις δεξιότητες και το ανθρώπινο δυναμικό·

- έλλειψη ευκαιριών για γυναίκες και νέους·

- έλλειψη των αναγκαίων δεξιοτήτων σε τμήματα του γεωργικού κλάδου και της βιομηχανίας μεταποίησης τροφίμων.

Επιπλέον, η αναδιάρθρωση και ο εκσυγχρονισμός της γεωργίας που συνεχίζονται στην Ευρώπη θα επιβαρύνουν σημαντικά πολλές αγροτικές περιοχές. Με βάση τις σημερινές τάσεις αναμένεται ότι στην ΕΕ των 15 περίπου 2 εκατομμύρια εργαζόμενοι πλήρους απασχόλησης θα εγκαταλείψουν τον κλάδο έως το 2014. Επιπλέον, 1-2 εκατομμύρια εργαζόμενοι πλήρους απασχόλησης ενδέχεται να εγκαταλείψουν τον κλάδο στα δέκα νέα κράτη μέλη και 1-2 εκατομμύρια εργαζόμενοι στη Βουλγαρία και τη Ρουμανία[11]. Σε αυτούς πρέπει να προστεθούν περίπου 5 εκατομμύρια «κρυφοί» άνεργοι σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις. Οι αλλαγές αυτές θα έχουν επίπτωση στις περισσότερες αγροτικές περιοχές. Σε ιδιαιτέρως αγροτικές περιοχές η πρόκληση θα είναι να αποφευχθεί ο κίνδυνος αποκλεισμού που συνδέεται με την έλλειψη δεξιοτήτων και τα χαμηλά εισοδήματα. Στις πιο απομακρυσμένες περιοχές με υψηλότερα επίπεδα γεωργικής απασχόλησης, η διαχείριση της διαδικασίας αναδιάρθρωσης θα παίξει σημαντικό ρόλο στην ευρύτερη αγροτική οικονομία.

Πάντως οι αγροτικές περιοχές προσφέρουν πραγματικές ευκαιρίες με το δυναμικό τους για ανάπτυξη σε νέους τομείς, την αναψυχή και τον τουρισμό στην ύπαιθρο, την ελκυστικότητά τους ως τόπων διαβίωσης και εργασίας και το ρόλο τους ως αποθεμάτων φυσικών πόρων και τοπίων εξαιρετικής αξίας. Η γεωργία της Ευρώπης προσφέρει πολλά προϊόντα υψηλής ποιότητας. Οι κλάδοι της γεωργίας και των τροφίμων πρέπει να εκμεταλλευτούν τις ευκαιρίες που προσφέρουν οι νέες προσεγγίσεις, οι νέες τεχνολογίες και η καινοτομία για να ανταποκριθούν στην εξελισσόμενη ζήτηση της αγοράς στην Ευρώπη και παγκοσμίως. Γι'αυτό θα απαιτηθεί η ανάπτυξη νέων δεξιοτήτων, της επιχειρηματικής δραστηριότητας και της ικανότητας προσαρμογής στην παροχή νέων τύπων υπηρεσιών.

Συνοψίζοντας, οι αγροτικές περιοχές της Ευρώπης πρέπει να εκμεταλλευτούν το δυναμικό τους, ειδάλλως κινδυνεύουν να αυξηθεί ακόμη περισσότερο η υστέρησή τους σε σχέση με τις αστικές περιοχές όσον αφορά την επίτευξη των στόχων της Λισαβόνας, ιδίως οι πλέον απομακρυσμένες και οι πλέον γεωργικές περιοχές.

5. Συμπεράσματα: κάλυψη του έλλείμματοσ θέσεων εργασίας

Στις αγροτικές περιοχές στην Ευρώπη υπάρχουν σημαντικές προκλήσεις όσον αφορά την απασχόληση. Ταυτοχρόνως, σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο, υπάρχει ευρύ φάσμα μέσων τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να καλυφθεί η διαφορά στο επίπεδο απασχόλησης μεταξύ αγροτικών και αστικών περιοχών. Πρέπει να ενθαρρυνθούν οι προσεγγίσεις που καλύπτουν πολλούς τομείς, είναι τοπικού χαρακτήρα και βασίζονται σε εταιρικές σχέσεις και οι οποίες υπερβαίνουν τη γεωργία, τη βιομηχανία γεωργικών τροφίμων και τον αγροτικό τουρισμό. Πρέπει ιδίως να υπάρξει πλήρης αξιοποίηση των μέτρων αγροτικής ανάπτυξης για την απασχόληση και την οικονομική ανάπτυξη.

Παραδείγματα δημιουργίας θέσεων εργασίας στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης [12]: |

o τουρισμός, η χειροτεχνία και η αναψυχή στην ύπαιθρο αποτελούν τομείς ανάπτυξης σε πολλές περιοχές και παρέχουν ευκαιρίες, τόσο για τη διαφοροποίηση των δραστηριοτήτων στις γεωργικές εκμεταλλεύσεις εκτός της γεωργίας όσο και για την ανάπτυξη μικροεπιχειρήσεων στο πλαίσιο της ευρύτερης αγροτικής οικονομίας· |

oι τοπικές πρωτοβουλίες για τη δημιουργία παιδικών σταθμών σε αγροτικές περιοχές είναι δυνατόν να διευκολύνουν την πρόσβαση στην αγορά εργασίας. Αυτές μπορούν να περιλαμβάνουν την ανάπτυξη υποδομών για τη φροντίδα παιδιών, ενδεχομένως σε συνδυασμό με πρωτοβουλίες για την ενθάρρυνση της δημιουργίας μικρών επιχειρήσεων που σχετίζονται με αγροτικές δραστηριότητες και τοπικές υπηρεσίες· |

οι ολοκληρωμένες πρωτοβουλίες που συνδυάζουν τη διαφοροποίηση, τη δημιουργία επιχειρήσεων, την επένδυση στην πολιτιστική κληρονομιά, την υποδομή για τοπικές υπηρεσίες και ανανέωση μπορούν να συμβάλουν στη βελτίωση των οικονομικών προοπτικών και της ποιότητας ζωής· |

η ανάπτυξη μικροεπιχειρήσεων και της χειροτεχνίας, που μπορεί να στηρίζεται σε παραδοσιακές δεξιότητες ή να εισάγει νέες ικανότητες· |

η κατάρτιση νέων σε δεξιότητες απαραίτητες για τη διαφοροποίηση της τοπικής οικονομίας· |

η ενθάρρυνση της εισαγωγής και της διάδοσης των τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών (ΤΠΕ) και η ανάπτυξη της εξασφάλισης και της καινοτόμου χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας· |

η τοπική υποδομή μικρής κλίμακας, στηριζόμενη από τα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης, μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στη σύνδεση των σημαντικών επενδύσεων των διαρθρωτικών ταμείων με τις τοπικές στρατηγικές διαφοροποίησης και ανάπτυξης του δυναμικού του γεωργικού κλάδου και του κλάδου των τροφίμων. |

Ενόψει των μελλοντικών αυτών προκλήσεων, η ολοκληρωμένη προσέγγιση των κοινοτικών πολιτικών και των πολιτικών των κρατών μελών σε συνδυασμό με την έντονη εστίαση στο ανθρώπινο δυναμικό και τις δεξιότητες θα αποτελέσουν καθοριστικά στοιχεία για την αξιοποίηση των ευκαιριών ανάπτυξης και απασχόλησης που υπάρχουν στις αγροτικές περιοχές. Η Επιτροπή επομένως συστήνει:

- να διατηρηθεί και να παγιωθεί η διαδικασία μεταρρύθμισης της ΚΓΠ, με αυξημένο προσανατολισμό προς την αγορά και σταθεροποίηση των εισοδημάτων μέσω άμεσων ενισχύσεων·

- τα κράτη μέλη να χρησιμοποιήσουν τις υφιστάμενες δυνατότητες για την ενθάρρυνση και τη στήριξη των ενεργειακών καλλιεργειών και την ανάπτυξη επιχειρήσεων παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας, οι οποίες μπορούν να βοηθήσουν στη σταθεροποίηση της απασχόλησης στις αγροτικές περιοχές και να συμβάλουν σημαντικά στην προώθηση της αειφόρου ανάπτυξης·

- δεδομένων των ιδιαίτερων προκλήσεων που αντιμετωπίζουν πολλές από τις αγροτικές περιοχές των νέων κρατών μελών, η ενσωμάτωσή τους και η αναδιάρθρωση της γεωργίας τους θα εξακολουθήσουν να αποτελούν προτεραιότητα κατά τα επόμενα έτη·

- σύμφωνα με τις Κοινοτικές στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές για την αγροτική ανάπτυξη, τα κράτη μέλη πρέπει να χρησιμοποιούν τα προγράμματα αγροτικής ανάπτυξης που καταρτίζουν για την επίτευξη των στόχων προτεραιότητας που είναι η μεταφορά γνώσης, ο εκσυγχρονισμός, η καινοτομία και η ποιότητα της τροφικής αλυσίδας, η επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό και της ύψιστης προτεραιότητας που είναι η δημιουργία ευκαιριών απασχόλησης και συνθηκών για οικονομική ανάπτυξη·

- καθώς η αγροτική ανάπτυξη μπορεί να παίξει μερικό μόνο ρόλο στην κάλυψη του ελλείμματος σε θέσεις εργασίας, για την προώθηση της αύξησης της απασχόλησης στις αγροτικές περιοχές πρέπει να χρησιμοποιηθεί ολόκληρο το φάσμα κοινοτικών μέσων. Τα κράτη μέλη οφείλουν να εξασφαλίσουν τη μέγιστη δυνατή συνέργεια μεταξύ των διαρθρωτικών πολιτικών, των πολιτικών για την απασχόληση και των πολιτικών αγροτικής ανάπτυξης[13] ·

Παραδείγματα στήριξης από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και το Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο για τη διαφοροποίηση των αγροτικών περιοχών[14]: |

παροχή ελάχιστου επιπέδου πρόσβασης σε υπηρεσίες γενικού οικονομικού συμφέροντος· |

στήριξη της ολοκληρωμένης προσέγγισης του τουρισμού· |

ενθάρρυνση της καινοτομίας όσον αφορά τις διαδικασίες και τα προϊόντα στο πλαίσιο υφισταμένων οικονομικών δραστηριοτήτων |

επενδύσεις σε αναπτυξιακούς πόλους στις αγροτικές περιοχές και ανάπτυξη οικονομικών συσπειρώσεων που θα βασίζονται σε τοπικά πλεονεκτήματα. |

- οι δράσεις σε αυτά τα πεδία της ανάπτυξης του ανθρώπινου δυναμικού πρέπει να εφαρμόζονται σε πλήρη συμμόρφωση με τους στόχους της Ευρωπαϊκής στρατηγικής για την απασχόληση, όπως αυτή καθορίζεται στις Ολοκληρωμένες κατευθυντήριες γραμμές για την ανάπτυξη και την απασχόληση. Όλα τα κράτη μέλη πρέπει να προωθούν την προετοιμασία για τις επερχόμενες αλλαγές στον γεωργικό κλάδο στο πλαίσιο της αναδιάρθρωσης και να αναπτύσσουν προδραστική προσέγγιση της εκπαίδευσης και επανεκπαίδευσης των γεωργών, ιδίως όσον αφορά τις μεταβιβάσιμες δεξιότητες·

- Το Δίκτυο αγροτικής ανάπτυξης πρέπει να ορίσει τη δημιουργία θέσεων εργασίας στις αγροτικές περιοχές ως κεντρικό θέμα εργασίας του για το 2008.

Η Επιτροπή θα ενισχύσει τη χρήση των στατιστικών εργαλείων για την αξιολόγηση του αντίκτυπου που έχουν στην απασχόληση οι πολιτικές αγροτικής ανάπτυξης με βάση του «Κοινό πλαίσιο παρακολούθησης και αξιολόγησης της αγροτικής ανάπτυξης».

Παράρτημα: Βασικά χαρακτηριστικά των αγροτικών περιοχών στην ΕΕ των 27 κρατών μελών

Εδαφικά χαρακτηριστικά |

EU-27 | Κατ'εξοχήν αγροτικές | Ιδιαιτέρως αγροτικές | Κατ'εξοχήν αστικές | Ορισμός της περιφέρειας | Έτος |

% του εδάφους | 100,0 | 57,0 | 35,7 | 7,3 | NUTS 3 | 2003 |

% του πληθυσμού | 100,0 | 20,5 | 37,8 | 41,7 | NUTS 3 | 2003 |

% της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας (ΑΠΑ) | 100,0 | 13,2 | 31,7 | 55,0 | NUTS 3 | 2002 |

% της απασχόλησης | 100,0 | 18,7 | 34,6 | 46,7 | NUTS 3 | 2002 |

% της χρησιμοποιούμενης γεωργικής έκτασης (1) | 100,0 | 43,2 | 46,8 | 10,0 | FSS District | 2003 |

(1) πλην ES, SL |

Δημογραφικά χαρακτηριστικά |

EU-27 | Κατ'εξοχήν αγροτικές | Ιδιαιτέρως αγροτικές | Κατ'εξοχήν αστικές | Ορισμός της περιφέρειας | Έτος |

Πυκνότητα πληθυσμού (ανά km2) | 114,8 | 40,9 | 118,2 | 638,7 | NUTS 3 | 2003 |

% άτομα ηλικίας 15–64 ετών στο συνολικό πληθυσμό (1) | 67,2 | 65,9 | 67,1 | 68,0 | NUTS 3 | 2001 |

Ποσοστό καθαρής μετανάστευσης (2) | 3,9 | 1,8 | 4,0 | 4,8 | NUTS 2 | 2003 |

(1) πλην BE, DK, LV, MT, SI |

(2) πλην EE, CY, LU, MT |

Οικονομικά χαρακτηριστικά |

EU-27 | Κατ'εξοχήν αγροτικές | Ιδιαιτέρως αγροτικές | Κατ'εξοχήν αστικές | Ορισμός της περιφέρειας | Έτος |

Κατά κεφαλή ΑΕΠ (EU-25 = 100) | 95.5 | 64,5 | 82,3 | 122,8 | NUTS 3 | 2001 |

Πρωτογενής τομέας ως % της συνολικής ΑΠΑ (1) | 2,3 | 5,1 | 2,8 | 0,9 | NUTS 2 | 2002 |

Τριτογενής τομέας ως % της συνολικής ΑΠΑ | 71,1 | 62,4 | 67,9 | 74,5 | NUTS 3 | 2002 |

(1) πλην MT |

Χαρακτηριστικά απασχόλησης |

EU-27 | Κατ'εξοχήν αγροτικές | Ιδιαιτέρως αγροτικές | Κατ'εξοχήν αστικές | Ορισμός της περιφέρειας | Έτος |

Ποσοστό απασχόλησης % | 62,7 | 60,1 | 61,9 | 64,7 | NUTS 2 | 2004 |

Ποσοστό ανεργίας (% του ενεργού πληθυσμού) | 9,2 | 9,9 | 10,1 | 7,8 | NUTS 2 | 2004 |

Ποσοστό μακροχρόνιας ανεργίας (% του ενεργού πληθυσμού) | 4,1 | 4,5 | 4,7 | 3,3 | NUTS 2 | 2004 |

Αυτοαπασχόληση ως % της συνολικής απασχόλησης | 15,3 | 19,3 | 15,2 | 13,8 | NUTS 2 | 2004 |

Ενήλικες που συμμετέχουν στην εκπαίδευση και την κατάρτιση ως % του πληθυσμού (1) | 8,5 | 8,2 | 7,8 | 10,1 | NUTS 2 | 2004 |

Απασχόληση στον πρωτογενή τομέα % | 6,7 | 20,6 | 6,9 | 1,7 | NUTS 2 | 2002 |

Απασχόληση στον τριτογενή τομέα % (2) | 66,8 | 57,1 | 65,0 | 74,7 | NUTS 3 | 2002 |

(1) πλην EL |

(2) πλην NL, RO |

Πηγή: Rural Development in the European Union – Statistical and Economic Information – Report 2006, http://ec.europa.eu/agriculture/rurdev/index_fr.htm |

[1] COM(2005) 24.

[2] Ο ορισμός των αγροτικών περιοχών εγκρίθηκε στο πλαίσιο της απόφασης του Συμβουλίου της 20ής Φεβρουαρίου 2006 για τις κοινοτικές στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές για την αγροτική ανάπτυξη (περίοδος προγραμματισμού 2007 έως 2013) (2006/144/ΕΚ). Ο ΟΟΣΑ ορίζει τις περιοχές ως κατ'εξοχήν αγροτικές, ιδιαιτέρως αγροτικές ή κατ'εξοχήν αστικές αναλόγως της πυκνότητας του πληθυσμού και βασίζεται στο τμήμα του πληθυσμού που ζει σε αγροτικές κοινότητες (δηλ. με λιγότερους από 150 κατοίκους ανά km²) σε δεδομένη περιφέρεια NUTS II ή III. Βλέπε Εκτεταμένη αξιολόγηση αντικτύπου SEC(2004) 931 και SEC(2005) 914. Οι 1284 περιφέρειες NUTS 3 της ΕΕ των 27 είναι γενικώς ομοιόμορφα κατανεμημένες μεταξύ των τριών αγροτικών-αστικών κατηγοριών. Η Επιτροπή επεξεργάζεται επί του παρόντος εναλλακτικούς ορισμούς οι οποίοι θα αντανακλούν καλύτερα την ποικιλότητα των ιδιαιτέρως αγροτικών περιοχών, συμπεριλαμβανόμενων των περιαστικών περιοχών.

[3] Study on Employment in Rural Areas (SERA), σ. 214http://ec.europa.eu/agriculture/rurdev/index_fr.htm

[4] SERA, σ.34

[5] SERA, σ.44

[6] OECD 2006. Rural Policy Reviews. The New Rural Paradigm. POLICIES AND GOVERNANCE, σ. 27.

[7] SERA, σ. 133

[8] SERA, σ. 47-48.

[9] Πηγή: Rural Development in the European Union - Statistical and Economic Information - Report 2006, http://ec.europa.eu/agriculture/rurdev/index_fr.htm

[10] Άτυπο Συμβούλιο Γεωργίας, Krems 2006.

[11] SERA, σ. 84

[12] Βασικές δράσεις που προσδιορίστηκαν στο πλαίσιο της Απόφασης του Συμβουλίου αριθ. 2006/144/ΕΚ, της 20ής Φεβρουαρίου 2006, σχετικά με κοινοτικές στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές για την αγροτική ανάπτυξη (περίοδος προγραμματισμού 2007-2013) (ΕΕ L 55, της 25.2.2006, σ. 20).

[13] Ομοίως, τμήμα 3.6.

[14] Απόφαση αριθ. 2006/702/ΕΚ του Συμβουλίου, της 6ης Οκτωβρίου 2006, για τις στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές της Κοινότητας για τη συνοχή (ΕΕ L 291, της 21.10.2006, σ. 11) Παράρτημα, τμήμα 2.2.

Top