EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52006DC0071

Έκθεση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή Περιφερειών σχετικα με την ισοτητα μεταξυ γυναικων και ανδρων - 2006

/* COM/2006/0071 τελικό */

52006DC0071

Έκθεση της Επιτροπής στο Συμβούλιο, στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στην Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή και στην Επιτροπή Περιφερειών σχετικα με την ισοτητα μεταξυ γυναικων και ανδρων - 2006 /* COM/2006/0071 τελικό */


[pic] | ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ |

Βρυξέλλες, 22.2.2006

COM(2006)71 τελικό

ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ, ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΤΡΟΙΠΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΩΝ

σχετικά με την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών - 2006

.

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

1. εισαγωγη 3

2. βασικεσ εξελιξεισ 3

2.1. Εξελίξεις όσον αφορά την πολιτική και τη νομοθεσία και κατάσταση προόδου 3

2.2. Διαφορές μεταξύ των φύλων 5

3. προκλησεισ και κατευθυνσεισ της πολιτικησ 7

3.1. Πλήρης αξιοποίηση της συμβολής της πολιτικής για την ισότητα των φύλωνστην ευρωπαϊκή στρατηγική για την ανάπτυξη και την απασχόληση 7

3.2. Προώθηση και αποτελεσματικός συνδυασμός της επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής 8

3.3. Υποστήριξη της ισότητας των φύλων με αποτελεσματικούς θεσμικούςμηχανισμούς 9

3.4. Η εξωτερική διάσταση της ισότητας των φύλων 10

4. συμπερασματα 11

ANNEX 12

1. εισαγωγη

Σε αυτή την ετήσια έκθεση σκιαγραφούνται οι βασικές εξελίξεις που σημειώθηκαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέσα στο 2005 όσον αφορά την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών. Περιγράφονται επίσης οι μελλοντικές προκλήσεις και κατευθύνσεις της πολιτικής.

Η ΕΕ επαναδιατύπωσε την απόλυτη δέσμευσή της υπέρ της ισότητας των φύλων στην ατζέντα κοινωνικής πολιτικής [1] για την περίοδο 2005-2010, η οποία συμπληρώνει και υποστηρίζει την ανανεωμένη στρατηγική της Λισσαβώνας για την οικονομική μεγέθυνση και την απασχόληση[2]. Στη νέα δέσμη ολοκληρωμένων κατευθυντήριων γραμμών[3], η οποία υποστηρίζει τους στόχους που αφορούν την εξασφάλιση ισχυρής και βιώσιμης ανάπτυξης και τη δημιουργία περισσότερων και καλύτερων θέσεων εργασίας, η ισότητα των φύλων αναγνωρίζεται ως βασική προϋπόθεση για την αντιμετώπιση των προκλήσεων της αγοράς εργασίας, Οι εν λόγω κατευθυντήριες γραμμές συνδυάζουν ορισμένα ειδικά μέτρα για την απασχόληση των γυναικών με την ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου σε όλες τις αναλαμβανόμενες δράσεις.

Οι πολιτικές για την ισότητα των φύλων συμβάλλουν στην απασχόληση και την ανάπτυξη. Τα τρία τέταρτα των νέων θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν στην ΕΕ την τελευταία πενταετία αφορούσαν προσλήψεις γυναικών. Ωστόσο, το γεγονός ότι οι διαφορές μεταξύ των φύλων εξακολουθούν να υφίστανται δείχνει ότι πολλά πρέπει να γίνουν ακόμα για να αξιοποιηθεί το παραγωγικό δυναμικό των γυναικών. Ειδικότερα, ο μη ικανοποιητικός συνδυασμός της επαγγελματικής και της προσωπικής ζωής εξακολουθεί να ωθεί τους εργαζόμενους να εγκαταλείπουν την αγορά εργασίας και συνεπάγεται χαμηλότερα επίπεδα γεννητικότητας. Επιβάλλεται να ενισχυθούν οι προσπάθειες για τη στήριξη αποτελεσματικών και καινοτόμων μεθόδων που θα επιτρέψουν στους άνδρες και στις γυναίκες να συνδυάσουν την εργασία και τις προσωπικές τους ευθύνες σε όλα τα στάδια της ζωής τους.

Η ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών δεν πρέπει να περιορίζεται από σύνορα. Η ΕΕ υποστήριξε ένθερμα το πρόγραμμα δράσης του Πεκίνου και επαναδιατύπωσε τη δέσμευσή της για την πλήρη εφαρμογή του, ζητώντας την αποτελεσματική υλοποίησή του[4], που έχει ουσιαστική σημασία για την επίτευξη των διεθνώς συμφωνηθέντων αναπτυξιακών στόχων, συμπεριλαμβανομένων των στόχων της Διακήρυξης της Χιλιετίας. Την ίδια θέση υποστήριξε η ΕΕ και κατά τη σύνοδο ολομέλειας υψηλού επιπέδου της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών στις 14-16 Σεπτεμβρίου 2005, στην οποία εξετάστηκε η αναθεώρηση της Διακήρυξης της Χιλιετίας.

2. βασικεσ εξελιξεισ

2.1. Εξελίξεις όσον αφορά την πολιτική και τη νομοθεσία και κατάσταση προόδου

Η Επιτροπή εξήγγειλε την εκπόνηση ανακοίνωσης σχετικά με τις μελλοντικές εξελίξεις των πολιτικών για την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών στην Ευρωπαϊκή Ένωση μέσα στην επόμενη πενταετία, η οποία πρόκειται να εκδοθεί κατά το πρώτο τρίμηνο του 2006. Στην ανακοίνωση αυτή που θα αποτελεί ένα « χάρτη πορείας για την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών» θα επισημαίνονται οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ΕΕ καθώς και οι ενέργειες που εφαρμόζει για την επίτευξη της ισότητας στις εσωτερικές και τις εξωτερικές της πολιτικές, σε ευθυγράμμιση με τους στόχους της ανάπτυξης και της δημιουργίας θέσεων εργασίας. Στον εν λόγω χάρτη πορείας θα τονίζεται η δέσμευση και η ιδιαίτερη συμβολή της ΕΕ στη διαδικασία αυτή.

Η νομοθεσία διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην προώθηση της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών τις τελευταίες δεκαετίες. Το 2005 επιτεύχθηκε περαιτέρω πρόοδος με την έκδοση τροποποιημένης πρότασης οδηγίας[5], η οποία απλουστεύει και εκσυγχρονίζει την ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία για την ίση μεταχείριση ανδρών και γυναικών σε θέματα απασχόλησης. Συνεχίζονται οι προσπάθειες για την ταχεία έκδοση της οδηγίας στις αρχές του 2006, βάσει κοινής θέσης του Συμβουλίου και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.

Η προθεσμία για τη μεταφορά της οδηγίας του 2002 για την ίση μεταχείριση[6] ήταν η 5η Οκτωβρίου 2005. Η σύσταση των φορέων ισότητας που προβλέπονται στην εν λόγω οδηγία θα συμβάλει αναμφίβολα στην καλύτερη εφαρμογή της νομοθεσίας για την ισότητα των φύλων. Τα περισσότερα κράτη μέλη έχουν μεταφέρει την οδηγία στην εθνική τους νομοθεσία. Σε περίπτωση μη μεταφοράς ή μη ορθής μεταφοράς της οδηγίας θα κινηθεί η διαδικασία παράβασης.

Στις 8 Μαρτίου 2005 η Επιτροπή πρότεινε τη σύσταση Ευρωπαϊκού Ινστιτούτου για την Ισότητα των Φύλων [7], το οποίο προορίζεται να εξελιχθεί σε σημαντικό εργαλείο πληροφόρησης, ανταλλαγής ορθών πρακτικών και ανάπτυξης μεθοδολογικών εργαλείων για την προώθηση της ενσωμάτωσης της διάστασης του φύλου σε όλες τις πολιτικές. Θα ενισχύσει επίσης την προβολή των επιτευγμάτων και των προκλήσεων στον τομέα της ισότητας των φύλων. Η πρόταση εξετάζεται από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή εξέδωσε γνώμη υπέρ της πρότασης στις 28 Σεπτεμβρίου 2005[8].

Στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού κοινωνικού διαλόγου οι κοινωνικοί εταίροι ενέκριναν, το Μάρτιο του 2005, ένα πλαίσιο ενεργειών για την ισότητα των φύλων, το οποίο εστιάζεται σε τέσσερις προτεραιότητες: εξέταση των ρόλων των φύλων, προώθηση των γυναικών σε θέσεις λήψης αποφάσεων, υποστήριξη του συνδυασμού επαγγελματικής και προσωπικής ζωής και αντιμετώπιση των μισθολογικών διαφορών μεταξύ των φύλων. Η ετήσια έκθεση προόδου θα αποτελέσει σημαντικό εργαλείο. Επίσης, οι κοινωνικοί εταίροι σε ορισμένους κλάδους έχουν αναλάβει πρωτοβουλίες για τη συλλογή, ανταλλαγή και προώθηση ορθών πρακτικών στον τομέα της ισότητας των φύλων.

Τα συμπεράσματα του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας, της 18ης Απριλίου 2005, υπογραμμίζουν επίσης την αυξανόμενη σημασία που δίνεται στην ισότητα των φύλων στον τομέα της επιστήμης καθώς και στην πρόσβαση των γυναικών σε ηγετικές θέσεις. Τα κράτη μέλη καλούνται να αυξήσουν σημαντικά τον αριθμό των γυναικών που κατέχουν ηγετικές θέσεις στον τομέα της έρευνας, με στόχο να επιτευχθεί, σε πρώτο στάδιο, ο στόχος του 25% στο δημόσιο τομέα ως μέσος όρος στην ΕΕ.

Η ανάγκη να ληφθεί υπόψη η διάσταση της ισότητας των φύλων στις πολιτικές μετανάστευσης εξετάστηκε στο κοινό πρόγραμμα για την ένταξη των υπηκόων τρίτων χωρών [9] που εξέδωσε η Επιτροπή. Στο εν λόγω πρόγραμμα υπογραμμίζεται ιδιαίτερα η σημασία της πλήρους αξιοποίησης του δυναμικού των μεταναστριών στην αγορά εργασίας. Η Επιτροπή ασχολείται επίσης επισταμένα με το πρόβλημα της εμπορίας ανθρώπων, της οποίας τα κυριότερα θύματα εξακολουθούν να είναι οι γυναίκες. Παρουσίασε μια ολοκληρωμένη προσέγγιση και προτάσεις για σχέδιο δράσης[10] στις οποίες υπογραμμίζεται η σημασία της διάστασής του φύλου στις στρατηγικές πρόληψης και στην εξάλειψη κάθε μορφής εκμετάλλευσης, συμπεριλαμβανομένης της σεξουαλικής εκμετάλλευσης και της εκμετάλλευσης οικιακής εργασίας.

Το 2005 συμπληρώθηκαν 10 χρόνια από την υιοθέτηση του προγράμματος δράσης του Πεκίνου , το οποίο αποτέλεσε ορόσημο για την προώθηση της ενσωμάτωσης της ισότητας των φύλων στις δημόσιες πολιτικές. Με την ευκαιρία αυτή, οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο αναγνώρισαν την πρόοδο που έχει συντελεστεί έως σήμερα, αλλά επισήμαναν επίσης τα προβλήματα και τα εμπόδια που εξακολουθούν να υφίστανται. Ιδιαίτερη προσοχή δίνεται σε τομείς όπως η πρόσβαση των γυναικών στην παιδεία, στην ιδιοκτησία, στην εργασία, στην υγεία ή σε ιατρικές υπηρεσίες που αφορούν την αναπαραγωγή. Η θνησιμότητα των γυναικών κατά τον τοκετό εξακολουθεί να αποτελεί πρόβλημα και σε ορισμένες περιοχές, ιδιαίτερα σε περιοχές της Αφρικής, η κατάσταση των γυναικών έχει επιδεινωθεί. Η δέσμευση της ΕΕ συνέβαλε σημαντικά στην επιτυχή επαναδιακήρυξη του προγράμματος δράσης του Πεκίνου. Εκτός από την πρόταση της Επιτροπής, το Συμβούλιο, το Κοινοβούλιο και η Επιτροπή ενέκριναν, το Νοέμβριο του 2005, κοινή δήλωση με τίτλο « Ευρωπαϊκή Συναίνεση για την Ανάπτυξη »[11], στην οποία ορίζεται η ισότητα των φύλων ως μία από μία από τις πέντε βασικές αρχές της αναπτυξιακής πολιτικής. Στη νέα στρατηγική της ΕΕ για την Αφρική[12] προβλέπεται επίσης ρητά ότι η ισότητα των φύλων θα πρέπει να λαμβάνεται πλήρως υπόψη σε όλες τις εταιρικές σχέσεις και στις εθνικές αναπτυξιακές στρατηγικές. Η Επιτροπή σκοπεύει να εκδώσει, μέσα στο πρώτο εξάμηνο του 2006, ανακοίνωση με τίτλο «ευρωπαϊκό όραμα για την ισότητα των φύλων στην αναπτυξιακή συνεργασία».

2.2. Διαφορές μεταξύ των φύλων

Η ευνοϊκή πορεία της γυναικείας απασχόλησης έχει οδηγήσει στη μείωση των διαφορών μεταξύ των φύλων όσον αφορά την απασχόληση και την ανεργία. Ωστόσο, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές αποκλίσεις ενώ δεν διαφαίνεται σημαντική μείωση των μεγάλων μισθολογικών διαφορών.

Η πρόοδος που συντελέστηκε, τα τελευταία χρόνια, προς την επίτευξη του στόχου της Λισσαβώνας για ποσοστό απασχόλησης 70% έως το 2010 οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη συνεχή αύξηση του αριθμού των γυναικών που εισήλθαν στην αγορά εργασίας κατά την τελευταία δεκαετία, ενώ το ποσοστό απασχόλησης των ανδρών παρέμεινε σχετικά σταθερό κατά την ίδια περίοδο. Το 2004 το ποσοστό απασχόλησης των γυναικών αυξήθηκε κατά 55,7% στην ΕΕ των 25, υψηλότερο κατά 0,7 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2003, προσεγγίζοντας τον ενδιάμεσο στόχο του 57% έως το 2005. Ως αποτέλεσμα, η διαφορά του ποσοστού απασχόλησης μειώθηκε περαιτέρω στις 15,2 μονάδες το 2004, σε σχέση με 18,1 μονάδες το 1999. Η μείωση της ανεργίας των γυναικών σε συνδυασμό με ανάλογη αύξηση της ανεργίας των ανδρών μείωσε τη σχετική διαφορά σε 2,1 μονάδες, δηλαδή τη μείωσε σχεδόν κατά μία ολόκληρη μονάδα σε σχέση με το 1999. Μεταξύ των μεγαλύτερης ηλικίας εργαζομένων, η εξέλιξη του ποσοστού απασχόλησης ήταν επίσης σημαντικότερη για τις γυναίκες παρά για τους άνδρες. Το ποσοστό απασχόλησης των γυναικών ηλικίας άνω των 55 αυξήθηκε κατά μία ολόκληρη ποσοστιαία μονάδα μέσα στο 2004 και ανήλθε στο 31,7%, δηλαδή 5,4 μονάδες υψηλότερο σε σύγκριση με το 1999. Αυτό συνέβαλε στη μείωση της διαφοράς του ποσοστού απασχόλησης των μεγαλύτερης ηλικίας εργαζομένων, αν και η διαφορά παραμένει ιδιαίτερα υψηλή (19,0 μονάδες το 2004).

Σε αυτό το ευνοϊκό πλαίσιο, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι οι κύριοι τομείς ανάπτυξης της γυναικείας απασχόλησης εξακολουθούν να βρίσκονται σε κατ’ εξοχήν γυναικείες δραστηριότητες και επαγγέλματα. Ως εκ τούτου, ενισχύθηκε ο διαχωρισμός της αγοράς εργασίας. Πράγματι, εξακολούθησε να αυξάνεται στην ΕΕ τόσο ο τομεακός όσο και ο επαγγελματικός διαχωρισμός[13], σε ποσοστά 25,4% και 18,1% αντιστοίχως. Περισσότερες από τις τέσσερις στις δέκα γυναίκες εργάζονται στη δημόσια διοίκηση, την εκπαίδευση, την υγεία ή σε κοινωνικές δραστηριότητες, σε σύγκριση με λιγότερους από δύο στους δέκα άνδρες. Στον ιδιωτικό τομέα, ωστόσο, οι επιχειρηματικές υπηρεσίες παραμένουν σημαντική πηγή θέσεων εργασίας τόσο για τις γυναίκες όσο και για τους άνδρες, με αύξηση των απασχολούμενων ανώτερη του 5% μεταξύ 2000 και 2004.

Μια άλλη πηγή ανησυχίας είναι η διατήρηση των διαφορών μεταξύ των φύλων σε ό,τι αφορά τη μερική απασχόληση, η οποία αφορά σε ποσοστό 32,6% τις απασχολούμενες γυναίκες, ενώ στους άνδρες το αντίστοιχο ποσοστό είναι μόλις 7,4%. Αν και η χρήση της μερικής απασχόλησης μπορεί να αντικατοπτρίζει προσωπικές προτιμήσεις και μπορεί να διευκολύνει την (επα-)είσοδο και παραμονή των ατόμων στην αγορά εργασίας, η μεγάλη διαφορά μεταξύ των φύλων αποτελεί ένδειξη των διαφορών μεταξύ γυναικών και ανδρών ως προς τη χρήση του χρόνου και του γεγονότος ότι οι γυναίκες κατά κύριο λόγο αναλαμβάνουν τη φροντίδα της οικογένειας και ότι αντιμετωπίζουν όλο και μεγαλύτερη δυσκολία στην προσπάθεια να συνδυάσουν την εργασία και την ιδιωτική τους ζωή. Η συμμετοχή στην απασχόληση και το ποσοστό του χρόνο που αφιερώνουν οι γυναίκες στην εργασία συνδέονται άρρηκτα με τον αριθμό και την ηλικία των παιδιών· αυτό δεν ισχύει σε τέτοιο βαθμό για τους άνδρες. Για γυναίκες ηλικίας μεταξύ 20 και 49, το ποσοστό απασχόλησης μειώνεται κατά 14,3 μονάδες για κάθε παιδί που αποκτούν, ενώ στην περίπτωση των ανδρών το ποσοστό απασχόλησης αυξάνεται κατά 5,6 μονάδες. Παρομοίως, η χρήση της μερικής απασχόλησης από τις γυναίκες αυξάνεται ανάλογα με τον αριθμό των παιδιών, κάτι που δεν ισχύει για τους άνδρες. Το ένα τρίτο των γυναικών με ένα παιδί και οι μισές από τις γυναίκες με τρία ή περισσότερα παιδιά εργάζονται με μερική απασχόληση, ενώ ο αριθμός των παιδιών ελάχιστα επηρεάζει το ποσοστό των ανδρών που εργάζονται με μερική απασχόληση.

Οι εντάσεις στην προσπάθεια εξισορρόπησης της εργασίας και της ιδιωτικής ζωής σε συνδυασμό με τα στερεότυπα και τις διακρίσεις μεταξύ των φύλων σε ό,τι αφορά τις αποδοχές και τα συστήματα αξιολόγησης εξακολουθούν να επηρεάζουν τη σταδιοδρομία των γυναικών και διαιωνίζουν τον κάθετο διαχωρισμό της αγοράς εργασίας. Οι γυναίκες αντιστοιχούν μόλις στο 32% των διευθυντών επιχειρήσεων[14]. Μόνο το 10% των μελών των διοικητικών συμβουλίων και το 3% των διευθυνόντων συμβούλων των μεγαλύτερων επιχειρήσεων στην ΕΕ είναι γυναίκες[15]. Στην εκπαίδευση και την έρευνα οι γυναίκες απόφοιτοι υπερτερούν αριθμητικά των ανδρών (59%), όμως η παρουσία τους μειώνεται σταθερά όσο αυξάνονται οι επαγγελματικές βαθμίδες, από το 43% των κατόχων διδακτορικών διπλωμάτων στο 15% μόλις των τακτικών καθηγητών[16].

Η μισθολογική διαφορά μεταξύ γυναικών και ανδρών παραμένει σε απαράδεκτα υψηλά επίπεδα και δεν διαφαίνονται σημαντικές ενδείξεις μείωσης. Κατά μέσο όρο οι αποδοχές των γυναικών είναι κατά 15% χαμηλότερες από αυτές των ανδρών για κάθε ώρα εργασίας. Αυτό οφείλεται τόσο στη μη εφαρμογή της νομοθεσίας για ίσες αποδοχές όσο και σε ορισμένες διαρθρωτικές ανισότητες, όπως ο διαχωρισμός της αγοράς εργασίας, οι διαφορές των εργασιακών προτύπων, η πρόσβαση στην εκπαίδευση και την κατάρτιση, τα μη ισότιμα συστήματα αξιολόγησης και αμοιβής και τα στερεότυπα.

Ο κίνδυνος κοινωνικού αποκλεισμού φαίνεται να είναι κάπως μεγαλύτερος για τις γυναίκες σε σχέση με τους άνδρες σε όλα τα στάδια της ζωής, ως απόρροια της κατά μέσο όρο χαμηλότερης συμμετοχής τους στην αγορά εργασίας. Ο κίνδυνος φτώχιας, ειδικότερα, είναι υψηλότερος στις μεγαλύτερης ηλικίας γυναίκες και στους μόνους γονείς με συντηρούμενα τέκνα, που κατά κύριο λόγο είναι γυναίκες.

3. προκλησεισ και κατευθυνσεισ της πολιτικησ

Η ευρωπαϊκή στρατηγική για την ανάπτυξη και την απασχόληση αναγνωρίζει ότι η ισότητα των φύλων είναι καθοριστικό στοιχείο της προόδου, όμως από τα εθνικά μεταρρυθμιστικά προγράμματα που υπέβαλαν φέτος τα κράτη μέλη προκύπτει ότι έχει μειωθεί η προβολή και η δυναμική των θεμάτων που αφορούν την ισότητα των φύλων. Η Ευρώπη πρέπει να ανανεώσει τη δέσμευση της υπέρ της κοινοτικής προσέγγισης, συνδυάζονται την ενσωμάτωση της διάστασης της ισότητας των φύλων με ειδικά θετικά μέτρα, που υποστηρίζονται από αποτελεσματικούς θεσμικούς μηχανισμούς.

3.1. Πλήρης αξιοποίηση της συμβολής της πολιτικής για την ισότητα των φύλων στην ευρωπαϊκή στρατηγική για την ανάπτυξη και την απασχόληση

Οι πολιτικές για την ισότητα των φύλων είναι καθοριστικές για την οικονομική μεγέθυνση και την απασχόληση. Η άρση των διαρθρωτικών ανισοτήτων μεταξύ των γυναικών και των ανδρών θα επιτρέψουν να απελευθερωθεί το δυναμικό απασχόλησης των γυναικών, ενώ, παράλληλα, θα συμβάλουν στην κοινωνική συνοχή και στη βιωσιμότητα του συστήματος κοινωνικής προστασίας. Η διατήρηση των διαφορών μεταξύ των φύλων αποτελεί σύμπτωμα μιας δυσλειτουργικής αγοράς εργασίας στην οποία οι ατομικές προσδοκίες και τα ατομικά προσόντα δεν χαίρουν πλήρους υποστήριξης και εκτίμησης και, ακόμα, λειτουργούν ως αντικίνητρο για τη συμμετοχή στην αγορά εργασίας.

- Τα κράτη μέλη και οι κοινωνικοί εταίροι πρέπει να εφαρμόσουν μέτρα για τη μείωση των διαφορών ως προς την απασχόληση μεταξύ γυναικών και ανδρών, ιδιαίτερα στους μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενους.

- Η μείωση των μισθολογικών διαφορών και η αντιμετώπιση των βασικών αιτίων τους πρέπει να εξακολουθήσουν να αποτελούν προτεραιότητες. Η δράση πρέπει να συνδυάζει όλα τα διαθέσιμα μέσα, όπως η αποτελεσματική υλοποίηση της ισχύουσας νομοθεσίας, και πρέπει να προβλέπει την ενεργό συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων. Στους τομείς στους οποίους πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα συγκαταλέγονται κυρίως ο τομεακός και επαγγελματικός διαχωρισμός, η πρόσβαση στην εκπαίδευση και την κατάρτιση για όλους, τα διαφανή συστήματα αξιολόγησης και αμοιβής, η ευαισθητοποίηση και η καταπολέμηση των στερεοτύπων και η αναθεώρηση της κατηγοριοποίησης των επαγγελμάτων.

- Η ποιότητα των θέσεων εργασίας και ένα καλό εργασιακό περιβάλλον αποτελούν βασικά στοιχεία για την προσέλκυση και την παραμονή των εργαζομένων στην αγορά εργασίας. Τα κράτη μέλη και οι κοινωνικοί εταίροι πρέπει να λάβουν συγκεκριμένα μέτρα για να υποστηρίξουν το στόχο αυτό, κυρίως με την προώθηση και τη διάδοση εργασιακών προτύπων που εκτιμούν απόλυτα τα προσόντα των εργαζομένων και με τη διασφάλιση, της ασφάλειας της απασχόλησης και των κοινωνικών δικαιωμάτων και των παροχών.

- Τα κράτη μέλη πρέπει να προβούν, όπου απαιτείται, σε μεταρρυθμίσεις των φορολογικών συστημάτων και των συστημάτων παροχών για να δημιουργήσουν κίνητρα και να καταργήσουν τα αντικίνητρα για τους εργαζόμενους με χαμηλές αποδοχές στο πλαίσιο των νοικοκυριών ή για όσους έχουν την ευθύνη της φροντίδας της οικογένειας, που, και στις δύο περιπτώσεις, στη συντριπτική πλειονότητα τους είναι γυναίκες, ώστε να (επαν)εισέλθουν και να παραμείνουν στην αγορά εργασίας, καθιστώντας την εργασία ελκυστική από οικονομική άποψη και διασφαλίζοντας την οικονομική τους ανεξαρτησία, και σε ό,τι αφορά την κτήση συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων.

- Για την ευρωπαϊκή στρατηγική για την οικονομική μεγέθυνση και την απασχόληση χρειάζεται η πλήρης υποστήριξη των διαρθρωτικών ταμείων στον τομέα της ισότητας των φύλων, κυρίως με την αποτελεσματική ενσωμάτωση της διάστασης της ισότητας των φύλων στα εθνικά στρατηγικά πλαίσια αναφοράς και στα έγγραφα προγραμματισμού και η επαρκής χρηματοδότηση των ειδικών μέτρων υπέρ της ισότητας των φύλων.

3.2. Προώθηση και αποτελεσματικός συνδυασμός της επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής

Ο επιτυχημένος συνδυασμός της εργασίας με την ιδιωτική ζωή συμβάλλει στη μείωση των διαφορών μεταξύ των φύλων και στη βελτίωση της ποιότητας του εργασιακού περιβάλλοντος, διευκολύνοντας παράλληλα, την αντιμετώπιση της πρόκλησης των δημογραφικών αλλαγών. Για να είναι αποτελεσματικός, πρέπει να έχει σχεδιαστεί και προωθηθεί ως πολιτική απευθυνόμενη τόσο στις γυναίκες όσο και στους άνδρες σε όλα τα στάδια της ζωής τους, συμπεριλαμβανομένων και των νέων, όπως επισημαίνεται στο ευρωπαϊκό σύμφωνο για τη νεολαία[17]. Απαιτείται ανανεωμένη δέσμευση για την εξασφάλιση προσπελάσιμων, οικονομικά προσιτών και καλής ποιότητας εγκαταστάσεων φροντίδας για παιδιά και άλλα συντηρούμενα άτομα.

- Τα κράτη μέλη πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την επίτευξη των στόχων της Βαρκελώνης[18] όσον αφορά τη φροντίδα των παιδιών και την υποστήριξη της ανάπτυξης κέντρων φροντίδας για τους ηλικιωμένους και τα άτομα με αναπηρία. Ειδική προσοχή πρέπει να δοθεί στο γεγονός ότι τα ωράρια εργασίας των γυναικών και των ανδρών με πλήρη απασχόληση απαιτούν κατάλληλα ωράρια λειτουργίας και ευελιξία. Πρέπει να ενθαρρυνθούν οι πρωτοβουλίες των επιχειρήσεων ή των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων για την παροχή υπηρεσιών φροντίδας.

- Ο συνδυασμός της εργασίας με την ιδιωτική ζωή πρέπει να περιλαμβάνει την προαγωγή και τη διάδοση καινοτόμων και ευπροσάρμοστων εργασιακών ρυθμίσεων που διευκολύνουν το συνδυασμό αυτό και λαμβάνουν υπόψη τις διαφορετικές ανάγκες στα διάφορα στάδια της ζωής.

- Η πρόσβαση σε δημόσιες υπηρεσίες, όπως διοίκηση, υπηρεσίες μεταφορών και απασχόλησης, πρέπει να μπορεί να συνδυαστεί με τα ωράρια εργασίας και δεν πρέπει να εμποδίζει την (επαν-)είσοδο ή την παραμονή στην αγορά εργασίας των γυναικών και των ανδρών που έχουν την ευθύνη για τη φροντίδα παιδιών ή άλλων συντηρούμενων ατόμων.

- Πρέπει να ληφθεί αποφασιστική δράση για να καταπολεμηθούν σεξιστικά στερεότυπα και να ενθαρρυνθούν οι άνδρες να αναλάβουν τις ευθύνες τους στους στο σπίτι και την οικογένεια. Αυτό περιλαμβάνει την ανάπτυξη κινήτρων, κυρίως οικονομικών, που να επιτρέπουν τον καλύτερο συνδυασμό των ευθυνών και των καθηκόντων μεταξύ των γυναικών και των ανδρών και να ενισχύουν το ρόλο των ανδρών που αναλαμβάνουν τη φροντίδα των παιδιών και παίρνουν γονική άδεια.

3.3. Υποστήριξη της ισότητας των φύλων με αποτελεσματικούς θεσμικούς μηχανισμούς

Μια ισχυρή διακυβέρνηση με συμμετοχή όλων των ενδιαφερόμενων μερών είναι ζωτικής σημασίας για την επίτευξη της ισότητας των φύλων. Απαιτεί σθεναρή και σαφή δέσμευση στο υψηλότερο πολιτικό επίπεδο και πρέπει να υποστηριχθεί με κατάλληλους μηχανισμούς, θεσμικές συμφωνίες και ανταλλαγή εμπειριών μεταξύ των κρατών μελών.

- Η σύμπραξη και ο διάλογος αποτελούν βασικά στοιχεία της διακυβέρνησης. Είναι σημαντικό να συμμετέχουν όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη σε όλα τα στάδια της χάραξης, της υλοποίησης και της αξιολόγησης της πολιτικής, κυρίως τα υπουργεία ή οι υπηρεσίες ισότητας των φύλων, οι φορείς ισότητας των φύλων, οι κοινωνικοί εταίροι και η κοινωνία των πολιτών.

- Τα κράτη μέλη πρέπει να εντείνουν την εφαρμογή της αρχής της ενσωμάτωσης της διάστασης του φύλου σε όλες τις σχετικές πολιτικές και να λάβουν συγκεκριμένα μέτρα για την ανάπτυξη και τη διάδοση μεθόδων και εργαλείων που να υποστηρίζουν την ενσωμάτωση αυτή, όπως λογιστικός έλεγχος και αξιολόγηση αντικτύπου που λαμβάνουν υπόψη τη διάσταση του φύλου.

- Η ενσωμάτωση των κατευθυντήριων γραμμών για την οικονομική πολιτική και την απασχόληση στη νέα στρατηγική της Λισσαβώνας αναμένεται να ενθαρρύνει τα κράτη μέλη να ενισχύσουν την ενσωμάτωση του φύλου σε όλα τα κεφάλαια των εθνικών μεταρρυθμιστικών προγραμμάτων, ιδιαίτερα σε τομείς όπου καταγράφεται περιορισμένη πρόοδος, κυρίως στις οικονομικές πολιτικές, στις πολιτικές για τις επιχειρήσεις και τις δημοσιονομικές πολιτικές (συνεκτίμηση της διάστασης της ισότητας των φύλων κατά την κατάρτιση του προϋπολογισμού).

- Τα κράτη μέλη πρέπει να υποστηρίξουν την ορθή λειτουργία του εθνικού μηχανισμού υπέρ της ισότητας των φύλων, συμπεριλαμβανομένων των φορέων ισότητας που προβλέπονται στην οδηγία 2002/73/EK[19], εξασφαλίζοντας τους την ανεξαρτησία, τους πόρους και τα μέσα που χρειάζονται για να λειτουργήσουν αποτελεσματικά.

- Η παρακολούθηση της πολιτικής πρέπει να ενισχυθεί με τη συλλογή, την κατάρτιση και τη διάδοση επίκαιρων, αξιόπιστων και συγκρίσιμων στοιχείων ανά φύλο. Πρέπει επίσης να δοθεί προσοχή για να αποφευχθεί η μεροληψία βάσει του φύλου στη στατιστική μεθοδολογία και τις κατατάξεις.

3.4. Η εξωτερική διάσταση της ισότητας των φύλων

Η ΕΕ τάχθηκε από την αρχή στην πρώτη γραμμή της πολιτικής για την ισότητα των φύλων. Συνέβαλε στην προώθηση της ισότητας των φύλων πέρα από τα σύνορά της. Η Ευρώπη πρέπει να επαναδιακηρύξει τη δέσμευσή της στην προσέγγιση αυτή και να διασφαλίσει ότι τα θέματα φύλου λαμβάνονται υπόψη στις εξωτερικές της σχέσεις.

- Τα κράτη μέλη πρέπει να λαμβάνουν συγκεκριμένα μέτρα για να επιταχύνουν την πλήρη και αποτελεσματική εφαρμογή της διακήρυξης του Πεκίνου και του προγράμματος δράσης της τέταρτης παγκόσμιας διάσκεψης για τις γυναίκες. Πρέπει να παρακολουθούν την πρόοδο με την υποβολή τακτικών εκθέσεων και με την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων και να θέσουν στόχους που θα συνοδεύονται από χρονικές προθεσμίες για την επίτευξή τους.

- Πρέπει να υποστηριχθούν, με την κατάλληλη τεχνική και οικονομική αρωγή, οι προσπάθειες των αναπτυσσόμενων χωρών να ενσωματώσουν τη διάσταση του φύλου και την χειραφέτηση των γυναικών στις πολιτικές και τα προγράμματά τους.

- Τα κράτη μέλη πρέπει να λάβουν υπόψη τη διάσταση του φύλου στις εταιρικές σχέσεις με τρίτες χώρες και στις αναπτυξιακές στρατηγικές, συμπεριλαμβανομένων των στρατηγικών για τη μείωση της φτώχιας, σύμφωνα με την «ευρωπαϊκή συναίνεση» για την αναπτυξιακή πολιτική.

- Οι προσχωρούσες, οι υποψήφιες και οι δυνητικά υποψήφιες χώρες πρέπει να εξακολουθήσουν να λαμβάνουν υποστήριξη στις προσπάθειές τους για μεταφορά, υλοποίηση και αποτελεσματική επιβολή του κοινοτικού κεκτημένου σε θέματα ισότητας των φύλων καθώς και για τη δημιουργία των κατάλληλων θεσμών για την επιβολή του.

4. συμπερασματα

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο καλείται, αξιοποιώντας την παρούσα έκθεση για την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών και αναγνωρίζοντας τη συμβολή της ισότητας των φύλων στην ανανεωμένη ατζέντα για την οικονομική μεγέθυνση και την απασχόληση, να παροτρύνει τα κράτη μέλη να λάβουν υπόψη την πρόοδο που συντελέστηκε στον τομέα αυτό και να επαναδιατυπώσουν τη δέσμευσή τους για ενσωμάτωση της διάστασης του φύλου σε όλους τους τομείς της πολιτικής σε συνεργασία με τους κοινωνικούς εταίρους και την κοινωνία των πολιτών και για την αντιμετώπιση των προκλήσεων που εντοπίζονται παραπάνω. Για το σκοπό αυτό, πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στα εξής:

- στη μείωση, με μια σφαιρική προσέγγιση, της διαφοράς του ποσοστού απασχόλησης μεταξύ των γυναικών και των ανδρών, κυρίως στους μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενους·

- στην ανάλυση και την αντιμετώπιση των βασικών αιτίων των μισθολογικών διαφορών μεταξύ των φύλων

- στην ανάπτυξη μιας σφαιρικής προσέγγισης για την προώθηση του συνδυασμού της επαγγελματικής και της ιδιωτικής ζωής, που να καλύπτει τόσο τους άνδρες όσο και τις γυναίκες·

- στην πλήρη αξιοποίηση των Διαρθρωτικών Ταμείων για την υποστήριξη της ισότητας των φύλων, με τη διασφάλιση της χρηματοδότησης ειδικών ενεργειών καθώς και την ενσωμάτωση της διάστασης της ισότητας των φύλων σε όλα τα στάδια του σχεδιασμού, της υλοποίησης και της αξιολόγησης των εθνικών στρατηγικών πλαισίων και επιχειρησιακών προγραμμάτων·

- στη συνέχιση της υποστήριξης των κοινωνικών εταίρων για την ανάπτυξη, υλοποίηση και παρακολούθηση πρωτοβουλιών τους στον τομέα της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών, κυρίως σε ό,τι αφορά το πλαίσιο ενεργειών για την ισότητα των φύλων·

- στην πλήρη υλοποίηση της οδηγίας για την ίση μεταχείριση ανδρών και γυναικών στην αγορά εργασίας[20], και ιδίως στη σύσταση φορέων ισότητας·

- στην ταχεία έκδοση της πρότασης κανονισμού για τη σύσταση ευρωπαϊκού ινστιτούτου για την ισότητα των φύλων ώστε να εξασφαλιστεί η έγκαιρη σύσταση και λειτουργία του·

- στην έκδοση της πρότασης οδηγίας[21] για την εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα απασχόλησης και εργασίας (αναδιατυπωμένη έκδοση)·

- στην αξιοποίηση της δέσμευσης για πλήρη εκτέλεση του προγράμματος δράσης του Πεκίνου και για αποτελεσματική υλοποίηση και παρακολούθησή του.

ANNEX

The following figures provide a statistical overview of the relative position of women and men in some key domains: the labour market, education, presence in decision making positions and health. All indicators presented below are the same as those used in the 2004 and 2005 reports on equality between women and men in order to maintain continuity and to facilitate monitoring from one year to another. This year, additional data is provided in relation to the theme of work-life balance.

Employment rates

Over the last few years, the gap between women's and men's employment rates has decreased from 18.1 to 15.2 percentage points (p.p.), mainly due to a stagnation of men's employment rate together with a growth of women's employment rate in most countries. However, the gap between women and men remains significant, although it varies considerably across countries, from less than 10 p.p. in Sweden, Finland and Denmark and the Baltic countries to more than 20 p.p. in Cyprus, Luxembourg, Italy, Spain, Greece and Malta. Among older workers (55 to 64 years), the gap between female and male employment rates is higher, almost 20 p.p. in 2004. However, a comparison with 1999 figures shows a reduction of this gap due to a strong growth in the employment rate of women aged 55-64 (+ 5.4 p.p.).

Unemployment rates

In most countries, women are still more likely to be unemployed than men, but the gap has reduced from 3.0 p.p. in 1999 to 2.1 p.p. in 2004, due to the improvement of the situation of women in the labour market. This decrease in the gap has occurred in 15 countries out of 25, especially in the countries which had the most significant gap in 1999 (Greece, Spain and Italy but also Cyprus, Germany, Poland, France, the Czech republic and Belgium).

Part-time work

Despite the abovementioned convergence in the employment and unemployment rates, it must be recognised that women's participation in the labour market is still relatively low and part-time work features strongly. In 2004, 32.6% of women worked part-time, while this was the case for only 7.4% of men. However, this varied greatly between countries: less than one-tenth of women worked part-time in Slovakia, Hungary, the Czech republic, Lithuania and Greece whilst in Luxembourg, Belgium, the United Kingdom and Germany the share of part-time work among women reached 40% and was up to three quarters in the Netherlands.

Reconciliation of professional and private life

The lack of work-life balance is often cited as a factor explaining the persistence of gender gaps in the labour market. Indeed, women appear more affected by the tensions arising when trying to combine participation in the labour market with private responsibilities. Data show that participation in the labour market and the number of hours worked are linked to parenthood, but that the effect is negative for women whilst it is positive for men. In almost all European countries, women (aged 20-49) with children have lower employment rates than those without. For the EU-25, the employment rate falls from 75.4% in the case of women without children to 61.1% for women with children. Moreover, 23.3 % of women having children worked part-time while this is the case for only 15.9 % of women without children.

Conversely, employment rates of men with children are higher (91.2%) than among men without children (85.6%) and the share of part-time workers becomes even lower. The same conclusions can be drawn from the average number of hours worked, which decreases for women (aged 20-49) with children while it increases for men.

Pay gap

The gender pay gap is the reflection of a multitude of inequalities between women and men on the labour market and may show significant variation across countries, sectors and occupations. In 2004, the estimated pay gap between women and men in the EU was 15%, one point below its level in 1999. Taking into account methodological issues, 17 Member States reported a slight decrease of the pay gap over that period while it remained unchanged in three others. Five countries reported an increase of the gender pay gap since 1999: Belgium, Slovakia, Portugal, France and Germany. Note that country comparisons should be done with care due to the diversity of sources.

Presence in decision-making positions

Concerning the decision-making positions, the role of women remains weak and positive developments are very slow. This is the case in politics, where women occupied 23% of parliamentary seats in 2005 (with a full percentage point increase since 2003). The proportion exceeds one-third in Sweden, Denmark, the Netherlands, Finland, Spain and Belgium but is still below 15% in Greece, Ireland, Slovenia, Italy, Hungary and Malta. Nevertheless, during the period under review, women's share of parliamentary seats fell in only four countries and the long-term trend is well that of an improvement of women's representation in politics.

In the economic field, it appears that, in 2004, women represented 32% of managers in Europe. However, women's share of top management positions in firms (i.e. membership of the daily executive bodies of top companies) was 10%.

Education, training and research

In 2004, almost 8 women aged 20-24 out of 10 had completed at least upper secondary education, while less than three quarters of men had done so. With regard to a typical academic career, it appears that women are more numerous and more successful than men at first degree level (59% of ISCED5a graduates), but their share decreases in PhDs (43% of ISCED 6 graduates), and reaches a minimum among full professors (15% of Grade A full professors). Furthermore, study fields continue to be segmented with a low presence of women in engineering or science and technology and a high one in health, education or the humanities. Concerning life-long learning, more women than men participate in adult education and training in 21 Member States, with an average participation rate of 11.7% among women and 10% among men.

Health and age at first child

Healthy life expectancy at birth is the number of years that a person is expected to live without limitations in functioning/disability. In 2003, women were in a better position than men with respect to this indicator. The average age of women at the birth of their first child ranges from 24.5 years in Baltic countries to 29 years in Germany, the Netherlands, Spain and the United Kingdom. It has increased everywhere between 1999 and 2003, by between 0.1 years in Spain and up to 1.3 years in the Czech republic.

[pic]

[pic]

[pic]

[pic]

[pic]

[pic]

[pic]

[pic]

[pic]

[pic]

[pic]

[pic]

[pic]

[pic]

Average hours worked per week by women and men (aged 20-49) with or without children (aged 0-6) in EU Member States – 2004

[pic]

[pic]

Source: Eurostat, European Labour Force Survey, 2004

Data are not available for DK, IE and SE.

Employment rates and amount of time worked per week for women and men aged 20-49, depending on whether they have children under 12 - 2004

Left bar: without children under 12. Right bar: with children under 12.

[pic]

[pic]

Source: Eurostat, European Labour Force Survey, 2004

DK, IE, CY, LU, MT, SK, SE: some data are not shown for reasons of availability or reliability.

[pic]

[pic]

[pic]

[1] COM(2005) 33 τελικό της 9.2.2005.

[2] COM(2005) 24 τελικό της 2.2.2005.

[3] Απόφαση 2005/600/ΕΚ της 12ης Ιουλίου 2005 για τις κατευθυντήριες γραμμές των πολιτικών απασχόλησης των κρατών μελών.

[4] Έγγραφο 9242/05 του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 27.5.2005.

[5] COM(2005) 380 τελικό της 25.8.2005.

[6] Οδηγία 2002/73/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 23ης Σεπτεμβρίου 2002, για την τροποποίηση της οδηγίας 76/207/ΕΟΚ του Συμβουλίου περί της εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχειρίσεως ανδρών και γυναικών όσον αφορά την πρόσβαση στην απασχόληση, στην επαγγελματική εκπαίδευση και προώθηση και τις συνθήκες εργασίας (ΕΕ L 269 της 5.10.2002, σ. 15).

[7] COM(2005) 81 τελικό της 8.3.2005.

[8] ΕΟΚΕ 1066/2005 της 28.9.2005.

[9] COM(2005) 389 τελικό της 1.9.2005.

[10] COM(2005) 514 τελικό της 18.10.2005.

[11] «Κοινή δήλωση του Συμβουλίου και των αντιπροσώπων των κυβερνήσεων των κρατών μελών που συνεδριάζουν στο πλαίσιο του Συμβουλίου, του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και της Επιτροπής για την αναπτυξιακή πολιτική της ΕΕ: «η ευρωπαϊκή συναίνεση», έγγραφο 14820/05 του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 22.11.2005.

[12] COM(2005) 489 τελικό της 12.10.2005.

[13] Ο διαχωρισμός των φύλων ανά τομέα υπολογίζεται ως ο μέσος όρος του εθνικού ποσοστού απασχόλησης των γυναικών και των ανδρών που ισχύει για κάθε τομέα· οι διαφορές προστίθενται και το άρθροισμα δίνει το συνολικό βαθμό της διαφοράς μεταξύ των φύλων ως ποσοστό της συνολικής απασχόλησης (ταξινόμηση NACE). Ο διαχωρισμός των φύλων ανά επάγγελμα υπολογίζεται με παρόμοιο τρόπο ως το άθροισμα των διαφορών του μέσου όρου του εθνικού ποσοστού απασχόλησης των γυναικών και των ανδρών σε κάθε επάγγελμα (ταξινόμηση ISCO).

[14] Eurostat, έρευνα για το εργατικό δυναμικό, 2005.

[15] Βάση δεδομένων για τις γυναίκες και τους άνδρες σε θέσεις λήψης αποφάσεων, Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

[16] «Γυναίκες και επιστήμη: αριστεία και καινοτομία», SEC(2005) 370 της 11.3.2005.

[17] COM(2005) 206 τελικό της 30.5.2005.

[18] Παροχή κέντρων παιδικής φροντίδας για το 33% των παιδιών ηλικίας 0 έως 3 ετών και για 90% των παιδιών από 3 ετών έως την ηλικία της υποχρεωτικής φοίτησης στο σχολείο πριν από το 2010.

[19] Άρθρο 8α της οδηγίας 2002/73/ΕΚ.

[20] Οδηγία 2002/73/ΕΚ.

[21] COM(2005) 380 τελικό.

Top