EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 52004DC0366

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλι - Το μερίδιο της ανανεώσιμης ενέργειας της ΕΕ - έκθεση της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 3 της οδηγίας 2001/77/ΕΚ, αξιολόγηση του αντίκτυπου των νομοθετικών πράξεων και άλλων κοινοτικών πολιτικών στην εξέλιξη της συμβολής των ανανεώσιμων πηγών ενέργειες στην ΕΕ και προτάσεις για συγκεκριμένες δράσεις {SEC(2004) 547}

/* COM/2004/0366 Τελικό */

52004DC0366

Ανακοίνωση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλι - Το μερίδιο της ανανεώσιμης ενέργειας της ΕΕ - έκθεση της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 3 της οδηγίας 2001/77/ΕΚ, αξιολόγηση του αντίκτυπου των νομοθετικών πράξεων και άλλων κοινοτικών πολιτικών στην εξέλιξη της συμβολής των ανανεώσιμων πηγών ενέργειες στην ΕΕ και προτάσεις για συγκεκριμένες δράσεις {SEC(2004) 547} /* COM/2004/0366 Τελικό */


ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΣΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ - Το μερίδιο της ανανεώσιμης ενέργειας της ΕΕ - έκθεση της Επιτροπής σύμφωνα με το άρθρο 3 της οδηγίας 2001/77/ΕΚ, αξιολόγηση του αντίκτυπου των νομοθετικών πράξεων και άλλων κοινοτικών πολιτικών στην εξέλιξη της συμβολής των ανανεώσιμων πηγών ενέργειες στην ΕΕ και προτάσεις για συγκεκριμένες δράσεις {SEC(2004) 547}

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Σύνοψη

1. Εισαγωγή

1.1. Οι προκλήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο

1.2. Ο ρόλος της Ευρώπης

1.3. Αντικείμενο της παρούσας ανακοίνωσης

1.4. Νέα κράτη μέλη

2. Εκθεση της Επιτροπής σχετικά με την πρόοδο επίτευξης των εθνικών στόχων για την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές (ΗΕ-ΑΠΕ)

2.1. Χρησιμοποιούμενες πηγές πληροφοριών

2.2. Η συνολική εικόνα

2.3. Αξιολόγηση της προόδου σε εθνικό επίπεδο

2.4. Πρακτικές απαιτήσεις που ορίζονται στην οδηγία 2001/77/ΕΚ

2.5. Εγγυήσεις προέλευσης

2.6. Διευκρίνιση του ρόλου της εγγύησης προέλευσης κατά τον υπολογισμό της προόδου για την επίτευξη των εθνικών στόχων

2.7. Διαδικασίες επί παραβάσει

2.8. Η εξέλιξη της ηλεκτροπαραγωγής από αιολική ενέργεια, βιομάζα και ηλιακή ενέργεια

2.8.1. Αιολική ενέργεια

2.8.2. Ηλεκτρική ενέργεια από βιομάζα

2.8.3. Ηλεκτρική ενέργεια από ηλιακά φωτοβολταϊκά

2.9. Συμπεράσματα σχετικά με την εξέλιξη της ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές

3. Προσπάθειες και αποτελέσματα για το 2010

3.1. Η εξέλιξη του νομοθετικού πλαισίου από το 2000

3.2. Δράσεις των κρατών μελών

3.3. Κοινοτικά μέσα στήριξης

3.3.1. Κοινοτικά προγράμματα στήριξης

3.3.2. Διάδοση - Εκστρατείες ευαισθητοποίησης του κοινού

3.4. Επίτευξη του στόχου 12% - ο αντίκτυπος της κοινοτικής νομοθεσίας

3.4.1. Νομοθεσία για την ενεργειακή απόδοση

3.4.2. Νομοθεσία για την ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές

3.4.3. Βιοκαύσιμα

3.5. Ανανεώσιμη ενέργεια για παραγωγή θερμότητας

3.5.1. Οι εξελίξεις της γεωθερμίας

3.5.2. Ηλιακή θέρμανση

3.5.3. Βιοαέριο

3.5.4. Βιομάζα από ξύλο

3.5.5. Περίληψη

3.6. Συμπέρασμα: σενάριο για το μερίδιο ανανεώσιμης ενέργειας το 2010

4. Συγκεκριμένες δράσεις

4.1. Νέες πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της χρηματοδότησης της ανανεώσιμης ενέργειας - δράση από τα κράτη μέλη

4.2. Νέες πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της χρηματοδότησης της ανανεώσιμης ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης - δράση σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

4.3. Άλλα μέτρα

4.3.1. Κοινοτικό σχέδιο για τη βιομάζα

4.3.2. Ανάπτυξη της ανανεώσιμης ενέργειας για θέρμανση

4.3.3. Υπεράκτια αιολική ενέργεια

4.3.4. Ηλεκτρική ενέργεια από ηλιακή ακτινοβολία

4.3.5. Έρευνα και τεχνολογική ανάπτυξη

4.3.6. Η αξιοποίηση των κύριων χρηματοδοτικών μέσων της Κοινότητας

4.3.7. Διάθεση των βιοκαυσίμων στην αγορά

4.3.8. Επίκαιρα δεδομένα

5. Διεθνές πολιτικό πλαίσιο και προοπτικές της ΕΕ πέραν του 2010

5.1. Η διαδικασία της Λισσαβόνας και η περιβαλλοντική διάσταση

5.2. Η διάσκεψη του Γιοχάνεσμπουργκ και η συνέχειά της

5.3. Ο ρόλος των στόχων σε επίπεδο ΕΕ

6. Συμπεράσματα

Σύνοψη

1. Όπως ορίζεται στην Πράσινη Βίβλο για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού (2000), κύριες προτεραιότητες της ενεργειακής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι να αντιμετωπισθεί η αυξανόμενη εξάρτηση της Ένωσης από εισαγωγές ενέργειας προερχόμενες από λίγες περιοχές της υφηλίου, καθώς και η κλιματική αλλαγή. Με προοπτική τα επόμενα είκοσι μέχρι τριάντα έτη, η Πράσινη Βίβλος επέστησε την προσοχή στις διαρθρωτικές αδυναμίες και τα γεωπολιτικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά μειονεκτήματα του ενεργειακού εφοδιασμού της ΕΕ, ιδίως όσον αφορά τις δεσμεύσεις που ανέλαβε η Ευρώπη υπό το Πρωτόκολλο του Κυότο.

Η προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας πρέπει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο για την εκπλήρωση των δύο στόχων. Από το 1997, η Ένωση έχει καταβάλει προσπάθειες ώστε να επιτευχθεί έως το 2010 ο φιλόδοξος στόχος να είναι 12% το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών στην ακαθάριστη εσωτερική κατανάλωση ενέργειας. Το 1997, το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ήταν 5,4%. το 2001 είχε φθάσει σε 6%.

2. Στην παρούσα ανακοίνωση αξιολογείται η ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η παρούσα ανακοίνωση εξυπηρετεί τρεις σκοπούς:

- Αποτελεί την επίσημη έκθεση την οποία οφείλει να υποβάλει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 3 της οδηγίας 2001/77/ΕΚ, με την οποία αξιολογείται η πρόοδος που σημειώθηκε στην ΕΕ-15 για την επίτευξη των εθνικών στόχων μέχρι το 2010 για ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές.

- Περιλαμβάνει εκτίμηση των προοπτικών για την επίτευξη του στόχου να ανέλθει σε 12% το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών στη συνολική κατανάλωση ενέργειας της ΕΕ-15 έως το 2010 (ενέργεια για θέρμανση, ηλεκτρική ενέργεια και μεταφορές), λαμβάνοντας υπόψη τη νομοθεσία της ΕΕ που ισχύει από το 2000 και άλλα μέτρα για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την ενεργειακή απόδοση.

- Περιλαμβάνει προτάσεις για συγκεκριμένες δράσεις σε εθνικό και κοινοτικό επίπεδο που να εξασφαλίζουν την επίτευξη των στόχων της ΕΕ για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας έως το 2010, ενόψει της Παγκόσμιας Διάσκεψης της Βόννης για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (Ιούνιος 2004) και, σε αυτή τη βάση, τη χάραξη του σεναρίου για το 2020.

3. Σύμφωνα με την οδηγία 2001/77/ΕΚ, όλα τα κράτη μέλη έχουν θεσπίσει εθνικούς στόχους για το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην ηλεκτροπαραγωγή. Οι εθνικοί αυτοί στόχοι ανταποκρίνονται ως επί το πλείστον στις τιμές αναφοράς που δίδονται στο παράρτημα Ι της οδηγίας αυτής.

Εάν τα κράτη μέλη υιοθετήσουν τα απαραίτητα μέτρα για την επίτευξη των εθνικών τους στόχους, το μερίδιο της ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές στην ΕΕ-15 θα προσεγγίσει το 22%, που αποτελεί τον στόχο με βάση την οδηγία.

Ωστόσο, από την ανάλυση των εκθέσεων προόδου που υπέβαλαν τα κράτη μέλη στην Επιτροπή προκύπτει ότι με τις πολιτικές και τα μέτρα που εφαρμόζονται σήμερα έως το 2010 θα επιτευχθεί μερίδιο μόνο 18-19% έναντι 14% το 2000.

Ένας από τους λόγους για αυτήν τη διαφορά φαίνεται να είναι το γεγονός ότι αρκετά κράτη μέλη δεν έχουν ακόμη θεσπίσει ενεργητικές πολιτικές σύμφωνα με τους στόχους που υιοθέτησαν.

Η Επιτροπή θα παρακολουθεί στενά την κατάσταση σε αυτά τα κράτη μέλη καθώς και την πλήρη εφαρμογή όλων των απαιτήσεων της οδηγίας, ώστε να εκπονήσει δράσεις συνέχειας σε μεταγενέστερο στάδιο.

4. Από το 2000 η Επιτροπή έχει προτείνει πλήθος νέων νομοθετικών πράξεων για την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έχουν εγκρίνει τις περισσότερες από αυτές. Οι υπόλοιπες είναι σε προηγμένο στάδιο της διαθεσμικής διαδικασίας.

Οι προτάσεις που εγκρίθηκαν είναι οι εξής:

- Οδηγία 2001/77/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προαγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές στην εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (ΕΕ L283/33, 27.10.2001)

- Οδηγία 2003/30/ΕΚ σχετικά με την προώθηση της χρήσης βιοκαυσίμων ή άλλων ανανεώσιμων καυσίμων για τις μεταφορές (ΕΕ L123/42, 17.5.2003)

- Οδηγία 2002/91/ΕΚ για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων (ΕΕ L1/65, 4.1.2003)

- Οδηγία 2004/8/ΕΚ για την προώθηση της συμπαραγωγής ενέργειας (ΕΕ L52/50, 21.2.2004)

- Οδηγία 2003/96/ΕΚ σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (ΕΕ 283/51, 31.10.2003)

- Οδηγία 2000/55/ΕΚ σχετικά με τις απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης για τα στραγγαλιστικά πηνία που προορίζονται για τους λαμπτήρες φθορισμού (ΕΕ L279/33, 01.11.2000)

- Οδηγία 2002/40/ΕΚ της Επιτροπής για την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας των οικιακών ηλεκτρικών φούρνων (ΕΕ L128/45, 15.05.2002)

- Οδηγία 2002/31/ΕΚ της Επιτροπής για την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας των οικιακών κλιματιστικών (ΕΕ L86/26, 03.04.2003)

- Οδηγία 2003/66/ΕΚ της Επιτροπής όσον αφορά την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας για τα οικιακά ηλεκτρικά ψυγεία και τους καταψύκτες, καθώς και τους συνδυασμούς αυτών (ΕΕ L170/10, 09.07.2003)

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2422/2001 σχετικά με κοινοτικό πρόγραμμα επισήμανσης ενεργειακής απόδοσης για γραφειακό εξοπλισμό (ΕΕ L332/1, 15.12.2001)

Οι προτάσεις υπό εξέταση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο είναι οι εξής:

- COM (2003)453 της 01.08.2003 για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για τα προϊόντα που καταναλώνουν ενέργεια

- COM (2003)739 της 10.12.2003 περί της ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική χρήση και των ενεργειακών υπηρεσιών.

5. Η Επιτροπή υπέβαλε επίσης πρόταση για πολυετές πρόγραμμα δράσης με τίτλο "Ευφυής ενέργεια - Ευρώπη", που βασίστηκε στις επιτυχίες που σημείωσαν τα προηγούμενα κοινοτικά προγράμματα στήριξης (ALTENER, SAVE και ΕΤΑ). Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενέκριναν την πρόταση τον Ιούνιο του 2003, με προϋπολογισμό 250 εκατομ. EUR.

6. Η Επιτροπή εκτιμά ότι με τα μέτρα που εφαρμόζονται το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην ΕΕ-15 θα φθάσει το 10% μέχρι το 2010. Η καθυστέρηση έναντι του στόχου του 12% οφείλεται στην αργή ανάπτυξη των αγορών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για θέρμανση και ψύξη, γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι απαιτούνται σημαντικές πρόσθετες δράσεις στον τομέα αυτό ώστε να επιτευχθεί πλήρως ο στόχος του 12%.

Ωστόσο, η εκτίμηση αυτή προϋποθέτει την πλήρη εφαρμογή των απαιτήσεων της νομοθεσίας της ΕΕ από τις εθνικές και τοπικές αρχές. Η οδηγία 2001/77/ΕΚ αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα ότι τούτο δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δεδομένο. Εάν με βάση αυτή την οδηγία είναι δυνατό να επιτευχθεί μόνον 18-19% μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας έως το 2010, τότε το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών στη συνολική κατανάλωση ενέργειας δεν θα υπερβεί το 9%.

Στο πλαίσιο της ισχύουσας κοινοτικής νομοθεσίας, επαφίεται στο κάθε κράτος μέλος η ευθύνη για να εξασφαλίσει ότι οι συμφωνηθέντες στόχοι και μέτρα εφαρμόζονται στην πράξη. Προς τούτο απαιτείται ευρύ φάσμα δράσεων σε εθνικό επίπεδο, όπου περιλαμβάνονται προσπάθειες που να εξασφαλίζουν ότι εδραιωμένες επιχειρήσεις στον κλάδο του ενεργειακού εφοδιασμού αναλαμβάνουν μερίδιο του κόστους για την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

Στην ανακοίνωση αναγγέλλονται επίσης διάφορες πρόσθετες συγκεκριμένες δράσεις σε κοινοτικό επίπεδο για την υποστήριξη των προσπαθειών των κρατών μελών να επιτύχουν το μερίδιο του 12% στην ΕΕ-15.

7. Η Παγκόσμια Διάσκεψη για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας, που θα πραγματοποιηθεί στη Βόννη τον Ιούνιο του 2004, θα έχει ως αντικείμενο την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών σε όλη την υφήλιο, ως μέσο για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, την προώθηση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού και - κυρίως για τις υπό ανάπτυξη χώρες - την μείωση της φτώχειας.

Κατά την προπαρασκευαστική διάσκεψη σε ευρωπαϊκό επίπεδο, που πραγματοποιήθηκε στο Βερολίνο τον Ιανουάριο του 2004, εξετάστηκε η δυνατότητα παράτασης πέραν του 2010 των συνολικών, γενικών στόχων για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Κατά τη διάσκεψη αυτή επισημάνθηκαν διάφορες τεχνικές μελέτες οι οποίες προτείνουν στόχο τουλάχιστον 20% ανανεώσιμων πηγών στη συνολική κατανάλωση ενέργειας της ΕΕ-25 το 2020, με την αξιοποίηση των μέσων που έχουν καθιερωθεί με την ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία και πρόσθετες δράσεις για την επίτευξη αποτελεσμάτων.

Η Επιτροπή δεσμεύεται να συμβάλει στην επιτυχή κατάληξη αυτής της διάσκεψης και επισήμανε διάφορες δράσεις που θα προτείνει ως συμβολή για Διεθνές Πρόγραμμα Δράσης.

1. Εισαγωγή

1.1. Οι προκλήσεις σε παγκόσμιο επίπεδο

Όπως ορίζεται στην Πράσινη Βίβλο για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού (2000), κύριες προτεραιότητες της ενεργειακής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι να αντιμετωπισθεί η αυξανόμενη εξάρτηση της Ένωσης από εισαγωγές ενέργειας προερχόμενες από λίγες περιοχές της υφηλίου, καθώς και η κλιματική αλλαγή. Με προοπτική τα επόμενα είκοσι μέχρι τριάντα έτη η Πράσινη Βίβλος επέστησε την προσοχή στις διαρθρωτικές αδυναμίες και τα γεωπολιτικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά μειονεκτήματα του ενεργειακού εφοδιασμού της ΕΕ, ιδίως όσον αφορά τις δεσμεύσεις που ανέλαβε η Ευρώπη υπό το Πρωτόκολλο του Κυότο.

Η προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας πρέπει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο για την εκπλήρωση των στόχων. Από το 1997, η Ένωση έχει καταβάλει προσπάθειες ώστε να επιτευχθεί έως το 2010 ο φιλόδοξος στόχος να είναι 12% το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών στην ακαθάριστη εσωτερική κατανάλωση ενέργειας. Το 1997, το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ήταν 5,4%. το 2001 είχε φθάσει σε 6% (χάριν σύγκρισης, το μερίδιο του πετρελαίου ανέρχεται σε 40%, του φυσικού αερίου σε 23%, της πυρηνικής ενέργειας σε 16% και των στερεών καυσίμων σε 15%).

Επιπλέον, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας συμβάλλουν στη βελτίωση της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα και του δυναμικού καινοτομίας, στη δημιουργία νέων επιχειρήσεων και θέσεων απασχόλησης και στην ανάπτυξη της υπαίθρου, δηλαδή στην ενίσχυση των 3 πυλώνων της αειφόρου ανάπτυξης.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, η κατανάλωση ενέργειας αυξάνεται ταχύρυθμα - κατά 15% στη δεκαετία 1990-2000. Αναμένεται ακόμη ταχύτερη αύξηση μεταξύ 2000 και 2020.

Τα ορυκτά καύσιμα (άνθρακας, φυσικό αέριο και πετρέλαιο) καταλαμβάνουν περίπου το 80% της παγκόσμιας κατανάλωσης ενέργειας. Η παγκόσμια κατανάλωση ορυκτών καυσίμων αυξήθηκε ανάλογα με την συνολική κατανάλωση ενέργειας κατά τη διάρκεια της δεκαετίες του '90. Μέχρι το 2020 αναμένεται ότι η χρήση ορυκτών καυσίμων θα αυξηθεί με υψηλότερο ρυθμό από ό,τι η συνολική κατανάλωση.

Τα ορυκτά καύσιμα προσφέρουν πολλά πλεονεκτήματα. Είναι σχετικά φθηνή η εξόρυξή τους, εύκολη η χρήση τους και είναι ευρέως διαθέσιμα. Η υποδομή για την παροχή τους υπάρχει ήδη. Οι κλάδοι εφοδιασμού με ορυκτά καύσιμα είναι καλά οργανωμένοι και η προσφορά τους καλύπτει τα περισσότερα μέρη της υφηλίου.

Έχουν ωστόσο δύο κύρια μειονεκτήματα. Πρώτον, κατά την καύση τους εκπέμπονται ρύποι και θερμοκηπιακά αέρια που προξενούν κλιματική αλλαγή. Δεύτερον, χώρες που δεν διαθέτουν επαρκή αποθέματα ορυκτών καυσίμων - κυρίως πετρέλαιο - αντιμετωπίζουν αυξανόμενους κινδύνους ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού τους. Η εξάρτηση από τις αλλαγές και το αυξανόμενο ποσοστό εισαγωγών είναι δυνατό να οδηγήσουν σε ανησυχίες σχετικά με κίνδυνο να διακοπεί ή να καταστεί δύσκολος ο εφοδιασμός. Ωστόσο, η ασφάλεια του εφοδιασμού δεν πρέπει να θεωρηθεί απλώς και μόνον ως ζήτημα μείωσης της εξάρτησης από τις εισαγωγές ή ενίσχυσης της εγχώριας παραγωγής. Η ασφάλεια του εφοδιασμού απαιτεί ευρύ φάσμα πρωτοβουλιών άσκησης πολιτικής που να αποσκοπούν, μεταξύ άλλων, στην διαφοροποίηση των πηγών εφοδιασμού και των τεχνολογιών, χωρίς ωστόσο να παραγνωρίζεται το γεωπολιτικό πλαίσιο και οι συνέπειές του.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει διατυπώσει σε άλλα έγγραφα τις ιδέες της σχετικά με την αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων, συγκεκριμένα στην Πράσινη Βίβλο σχετικά με την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού (2000) [1] και στην ανακοίνωσή της σχετικά με την ενεργειακή συνεργασία με τις αναπτυσσόμενες χώρες (2002) [2].

[1] "Προς μία ευρωπαϊκή στρατηγική για την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού ", COM (2000) 769.

[2] "Η ενεργειακή συνεργασία με τις αναπτυσσόμενες χώρες ", COM (2002) 408.

Ως υποκατάστατο των ορυκτών καυσίμων, οι ανανεώσιμες πηγές μπορούν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Οι ανανεώσιμες πηγές παρέχουν επίσης τη δυνατότητα βελτίωσης της ασφάλειας του εφοδιασμού, επειδή ενισχύουν τη διαφοροποίηση της παραγωγής ενέργειας. Τα επιχειρήματα υπέρ των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας ενισχύονται λόγω των θετικών τους αποτελεσμάτων στην προστασία της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα και στην δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης και επιχειρήσεων - πολλές εκ των οποίων σε αγροτικές περιοχές.

Σήμερα, οι επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας δεν είναι εν γένει ο φθηνότερος τρόπος για τη μείωση των εκπομπών θερμοκηπιακών αερίων. Είναι φθηνότερη η αποτελεσματικότερη χρήση ενέργειας. Ωστόσο, οι επενδύσεις σε ανανεώσιμη ενέργεια είναι ζωτικές από μακροπρόθεσμη προοπτική. Η πείρα σε κλάδους όπως η αιολική ενέργεια έχει αποδείξει ότι οι διαρκείς επενδύσεις οδηγούν σε καινοτομίες που καθιστούν φθηνότερη τη χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Αντιθέτως, το κόστος των πρόσθετων μέτρων για την ενεργειακή απόδοση αυξάνεται, αφού έχουν τρυγηθεί "οι πιο προσιτοί καρποί". Χρειάζονται επενδύσεις και στις δύο περιπτώσεις.

1.2. Ο ρόλος της Ευρώπης

Η Ευρωπαϊκή Ένωση, ακόμη και μετά τη διεύρυνσή της σε 25 μέλη, αναμένεται ότι θα καταλαμβάνει μόνο το 7% της αύξησης της παγκόσμιας κατανάλωσης ενέργειας μεταξύ 2000 και 2020. Περισσότερο από ένα τρίτο της αύξησης αυτής αναμένεται στην Κίνα και την Ινδία. Οι αποφάσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλες εκβιομηχανισμένες χώρες θα έχουν αυξανόμενες συνέπειες παγκοσμίως στο μέγεθος και τον τρόπο χρήσης της ενέργειας.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλες χώρες του ΟΟΣΑ έχουν την ηθική και πρακτική ευθύνη να καταστήσουν δυνατή την υιοθέτηση πολιτικών από τις εκβιομηχανισμένες χώρες οι οποίες θα βοηθήσουν να εξασφαλιστεί ο ενεργειακός εφοδιασμός τους και να τεθεί υπό έλεγχο η κλιματική αλλαγή χωρίς να διακυβευθεί η οικονομική τους μεγέθυνση.

Ο μέσος πολίτης στην ΕΕ-25 καταναλώνει περίπου το πενταπλάσιο σε ορυκτή ενέργεια του μέσου πολίτη της Ασίας, της Αφρικής και της Μέσης Ανατολής (πράγμα που ισχύει άλλωστε για τους πολίτες της Ιαπωνίας-περιοχής του Ειρηνικού Ωκεανού. Οι πολίτες των ΗΠΑ καταναλώνουν σχεδόν το δωδεκαπλάσιο). Εάν οι πλουσιότερες χώρες δεν μετριάσουν την κατανάλωσή τους σε στερεά καύσιμα, έχουν ελάχιστες πιθανότητες να πείσουν τις λιγότερο εύπορες χώρες να το πράξουν - ιδίως όταν τόσοι πολλοί άνθρωποι στις αναπτυσσόμενες χώρες έχουν έλλειψη επαρκών ενεργειακών υπηρεσιών.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει συμβάλει συγκεκριμένα και πρακτικά στον τομέα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ιδίως με την ανάπτυξη καλύτερων και φθηνότερων τεχνικών και θεσμικών λύσεων. Η Ευρώπη πρωτοπορεί στην ανάπτυξη και την εφαρμογή σύγχρονων τεχνικών αξιοποίησης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Στη Δυτική Ευρώπη, όπου καταναλώνεται το 16% της ενέργειας παγκοσμίως, σημειώθηκε το 31% της αύξησης σε παγκόσμο επίπεδο της ηλεκτροπαραγωγής από βιομάζα μεταξύ 1990 και 2000, το 48% της αύξησης από μικρά υδροηλεκτρικά έργα και το 79% της αύξησης ηλεκτροπαραγωγής από αιολική ενέργεια. Η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κράτη μέλη της πρωτοπορούν στην άσκηση πολιτικής και στις ρυθμιστικές διατάξεις - όπως ο καθορισμός στόχων - και στα χρηματοδοτικά προγράμματα που απαιτούνται για την προώθηση της ανανεώσιμης ενέργειας. Οι ευρωπαϊκές εταιρείες είναι πρωτοπόρες παγκοσμίως στην τεχνολογία της ανανεώσιμης ενέργειας.

Προκειμένου να συνεχίσει η Ευρώπη να διαδραματίζει τον ρόλο που της αρμόζει δεν επιτρέπεται να εφησυχάσει. Όπως προκύπτει από τα διαγράμματα, το μερίδιο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην Ευρώπη εξακολουθεί να υστερεί σημαντικά έναντι του μεριδίου των ορυκτών καυσίμων, του πετρελαίου, του φυσικού αερίου και της πυρηνικής ενέργειας.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Η Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζεται ανανεώσιμη ενέργεια σε προσιτές τιμές ώστε να συμβάλει στην επίλυση των δικών της προβλημάτων ασφάλειας του εφοδιασμού και να εκπληρώσει τους στόχους που έχει θέσει για τη μείωση των εκπομπών θερμοκηπιακών αερίων. Αναγνωρίζοντας τα σημαντικά οφέλη που προσφέρει η ανανεώσιμη ενέργεια, η Ευρώπη προωθεί την ανάπτυξη τεχνολογικών και θεσμικών λύσεων οι οποίες θα είναι δυνατό να εφαρμοστούν επίσης σε παγκόσμια κλίμακα.

Παρότι η ανανεώσιμη ενέργεια πρέπει να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο, είναι σημαντικό να μην παραβλεφθούν ορισμένες δυσκολίες.

Πρώτον, η οικονομικώς αποδοτική διάθεση ανανεώσιμης ενέργειας είναι οριοθετημένη τεχνικώς και πρακτικώς. Η ηλεκτροπαραγωγή από αιολική και ηλιακή ενέργεια παρουσιάζει τεράστιες γεωγραφικές διακυμάνσεις.

Η παραγωγή βιομάζας πρέπει να ανταγωνιστεί άλλες χρήσεις γης, συγκεκριμένα τη γεωργία. Είναι περιορισμένο το πλήθος των κοιλάδων που είναι δυνατό να αξιοποιηθούν για υδροηλεκτρικά έργα. Το εσωτερικό έγγραφο εργασίας της Επιτροπής που δημοσιεύεται μαζί με την παρούσα ανακοίνωση περιλαμβάνει προσεκτική ανάλυση του δυναμικού της ανανεώσιμης ενέργειας ανά κράτος μέλος. Επίκειται εις βάθος ανάλυση, όπως προαναγγέλλεται στην παρούσα ανακοίνωση.

Δεύτερον, οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας χρειάζονται εφεδρικές συμβατικές πηγές ενέργειας. Η ηλεκτροπαραγωγή από αιολική και ηλιακή ενέργεια είναι διακοπτόμενη και απρόβλεπτη. Κλιματικοί παράγοντες είναι δυνατό να προξενήσουν μεγάλες αυξομειώσεις στη διαθεσιμότητα βιομάζας και υδροηλεκτρικής ενέργειας από το ένα έτος στο επόμενο. Για τους λόγους αυτούς, είναι περιορισμένο το μερίδιο της ανανεώσιμης ενέργειας που είναι σε θέση να απορροφήσουν τα επί του παρόντος υφιστάμενα συστήματα εφοδιασμού με ενέργεια. Το γεγονός αυτό ενδέχεται να οδηγήσει σε πλεονάζον εφεδρικό δυναμικό παραδοσιακών πηγών ενέργειας που να συνεπάγεται ορισμένες πρόσθετες δαπάνες. Η ανάπτυξη της ανανεώσιμης ενέργειας ενδεχομένως επίσης να απαιτήσει νέες επενδύσεις στα υπάρχοντα ενεργειακά συστήματα, όπως στα δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας. Η ενεργειακή πολιτική χρειάζεται την ανάπτυξη πληθώρας διαφορετικών ενεργειακών πηγών, δεδομένου ότι δεν θα πρέπει να παραμελείται η ανάγκη διαφοροποίησης των ενεργειακών πηγών.

Τέλος, η ανάπτυξη διαφοροποιημένου και ασφαλούς ενεργειακού συστήματος, όπου να περιλαμβάνεται υψηλότερο μερίδιο ανανεώσιμης ενέργειας, επί του παρόντος, εξακολουθεί να αποτελεί, εν γένει, πολιτική υψηλότερου κόστους. Είναι σωστό ότι η υδροηλεκτρική ενέργεια και οι παραδοσιακές χρήσεις του ξύλου είναι ανταγωνιστικές προς τις συμβατικές μορφές ενέργειας, καθώς και ότι η αιολική ενέργεια προσεγγίζει την ανταγωνιστικότητα σε ορισμένες παράκτιες τοποθεσίες με υψηλές μέσες ταχύτητες ανέμου. Ωστόσο, πολλές μορφές ανανεώσιμες ενέργειας - για παράδειγμα ηλεκτρική ενέργεια από βιομάζα και τα βιοκαύσιμα - κοστίζουν το διπλάσιο ή ακόμη και περισσότερο απ' ό,τι τα συμβατικά εναλλακτικά καύσιμα, εάν συγκριθούν μεμονωμένα χωρίς να ληφθεί υπόψη ο αντίκτυπος του συνολικού κόστους του ενεργειακού συστήματος. Άλλες μορφές ανανεώσιμης ενέργειας, όπως η φωτοβολταϊκή, είναι ακόμη δαπανηρότερες [3].

[3] Σύμφωνα με το έγγραφο "Αιολική ενέργεια - δεδομένα" (Ευρωπαϊκή Σύμπραξη για την Αιολική Ενέργεια, 2004) το κόστος για την πλέον βελτιωμένη ηλεκτροπαραγωγή από αιολική ενέργεια είναι της τάξεως των 4 μέχρι 5 λεπτών ευρώ ανά kWh. Σύμφωνα με το έγγραφο "Ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για ηλεκτροπαραγωγή" (Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας, 2003), το κόστος για τη φωτοβολταϊκή ενέργεια είναι τουλάχιστον 17 λεπτά ευρώ ανά kWh ενώ το κόστος ηλεκτρικής ενέργειας από βιομάζα ανέρχεται σε 7 λεπτά ευρώ ανά kWh ή και περισσότερο. Ωστόσο, το κόστος αυτό είναι δυνατό να μειωθεί όταν η βιομάζα χρησιμοποιείται για την συμπαραγωγή θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας (κατέρχεται σε 5 μέχρι 6 λεπτά ευρώ ανά kWh) ή για καύση μαζί με ορυκτά καύσιμα, επειδή αποφεύγεται το κόστος επένδυσης σε εγκαταστάσεις ηλεκτροπαραγωγής (μείωση κατά 2-4 λεπτά ευρώ ανά kWh). Χάριν σύγκρισης, το κόστος χονδρικής για την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής με συμβατικά καύσιμα είναι επί του παρόντος περίπου 3 λεπτά ευρώ ανά kWh. Στην ανακοίνωση της Επιτροπής με τίτλο "Εναλλακτικά καύσιμα για τις οδικές μεταφορές και δέσμη μέτρων για την προώθηση της χρήσης των βιοκαυσίμων" (COM (2001) 547) αναφέρεται κόστος της τάξεως των 500 ευρώ ανά 1000 λίτρα βιοκαυσίμων, έναντι 200-250 ευρώ ανά 1000 λίτρα καυσίμων πετρελαίου με τιμή 30 δολλάρια ΗΠΑ/βαρέλι.

Εξακολουθούν να υφίστανται ορισμένα εμπόδια για την ανάπτυξη της ανανεώσιμης ενέργειας. Παρότι υπό την σημερινή κατάσταση της τεχνολογικής εξέλιξης αποκλείεται η προοπτική της πλήρους αντικατάστασης των συμβατικών πηγών ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε όλη την υφήλιο, είναι σίγουρα δυνατό να προβλεφθεί μια σταδιακή προσέγγιση.

Εμφανίζονται ήδη βελτιωμένα εργαλεία ανάλυσης και διαχείρισης που θα καταστήσουν δυνατή την ανάπτυξη της κατάλληλης αντιμετώπισης αυτών των προκλήσεων και των σημαντικών εμποδίων. Στα εργαλεία αυτά περιλαμβάνονται: πλέον εξελιγμένα μοντέλα κοστολόγησης που λαμβάνουν υπόψη τον αντίκτυπο των υψηλότερων μεριδίων ανανεώσιμης ενέργειας στο συνολικό κόστος του ηλιακού συστήματος, εξελιγμένα εργαλεία μετεωρολογικών προβλέψεων που είναι δυνατό να ενσωματωθούν σε σύγχρονα συστήματα ενεργειακής διαχείρισης ώστε ο εφοδιασμός να ανταποκρίνεται καλύτερα στη ζήτηση. Πρόκειται λοιπόν να διενεργηθεί περαιτέρω ανάλυση εν ευθέτω χρόνω, όπως δηλώνεται παρακάτω στο παρόν έγγραφο.

1.3. Αντικείμενο της παρούσας ανακοίνωσης

Από το 1997, η Ένωση επιδιώκει να επιτύχει τον γενικό στόχο να αυξήσει σε 12% το μερίδιο της ανανεώσιμης ενέργειας στην ακαθάριστη εσωτερική κατανάλωση ενέργειας της ΕΕ-15 μέχρι το 2010, έναντι μεριδίου 5,2% το 1995. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την επίτευξη αυτού του στόχου είναι οι διαφορές στην στράτευση των χωρών για την ανάπτυξη της ανανεώσιμης ενέργειας.

Από το 2000 η Ευρωπαϊκή Ένωση καθόρισε νομοθετικώς δύο ενδεικτικούς στόχους για την ανανεώσιμη ενέργεια, ως σημείο σύγκλισης για ταχύτερη πρόοδο:

- αύξηση σε 22% του μεριδίου ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές το 2010 για την ΕΕ-15 (σε σύγκριση με 14% το 2000) [4].

[4] Οδηγία 2001/77/EC την προαγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές στην εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.

- αύξηση σε 7,5% του μεριδίου των βιοκαυσίμων στο πετρέλαιο και την βενζίνη που χρησιμοποιούνται για τις μεταφορές το 2010 (έναντι 0,6% το 2002) [5].

[5] Οδηγία 2003/30/EC σχετικά με την προώθηση της χρήσης βιοκαυσίμων ή άλλων ανανεώσιμων καυσίμων για τις μεταφορές. Τα αριθμητικά στοιχεία περιλαμβάνουν τη συμβολή των 10 νέων κρατών μελών. Το ποσοστό στην ΕΕ-15 το 2000 ήταν 0,7%.

Η Επιτροπή έχει επίσης προτείνει πλήθος νέων νομοθετικών μέτρων για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έχουν εγκρίνει τις περισσότερες από αυτές τις προτάσεις και οι υπόλοιπες βρίσκονται σε προηγμένο στάδιο της διαθεσμικής διαδικασίας.

Οι σκοποί της παρούσας ανακοίνωσης είναι οι εξής:

- Συνιστά την επίσημη έκθεση που οφείλει να υποβάλει η Επιτροπή σύμφωνα με το άρθρο 3 της οδηγίας 2001/77/ΕΚ, για την αξιολόγηση της προόδου στην ΕΕ-15 προς επίτευξη των εθνικών στόχων του 2010 για την ηλεκτροπαραγωγή από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

- Αξιολόγηση των προοπτικών για την επίτευξη του στόχου το 2010 να ανέλθει σε 12% το μερίδιο της ανανεώσιμης ενέργειας στην συνολική κατανάλωση ενέργειας στην ΕΕ-15 (όπου συμπεριλαμβάνεται η θέρμανση, η ηλεκτροπαραγωγή και οι μεταφορές), λαμβάνοντας υπόψη τη νομοθεσία της ΕΕ από το 2000 και άλλα μέτρα για την ανανεώσιμη ενέργεια και ενεργειακή απόδοση.

- Προτάσεις για συγκεκριμένες δράσεις σε εθνικό και κοινοτικό επίπεδο για να εξασφαλιστεί η επίτευξη των στόχων της ΕΕ για την ανανεώσιμη ενέργεια μέχρι το 2010, στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Διάσκεψης της Βόννης για την Ανανεώσιμη Ενέργεια (Ιούνιος 2004) και, σε αυτή τη βάση, την προσέγγιση που πρόκειται να εγκριθεί για το σενάριο του 2020.

1.4. Νέα κράτη μέλη

Τα δέκα νέα κράτη μέλη της ΕΕ υπόκεινται στις απαιτήσεις της οδηγίας 2001/77/ΕΚ σχετικά με την ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Εθνικοί ενδεικτικοί στόχοι για το μερίδιο της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές σε κάθε νέο κράτος μέλος έχουν καθοριστεί στην Συνθήκη Προσχώρησης. Από τον συγκερασμό αυτών των εθνικών στόχων προκύπτει ότι ο συλλογικός στόχος για την ΕΕ-25 είναι να ανέλθει σε 21% το μερίδιο της ανανεώσιμης ενέργειας το 2010.

Ως προς την ΕΕ-15 η οδηγία απαιτεί από την Επιτροπή να εγκρίνει την πρώτη έκθεση προόδου κατά τη διάρκεια του 2004. Αυτός είναι ο σκοπός που εξυπηρετεί το κεφάλαιο 2 της παρούσας ανακοίνωσης. Για τον λόγο αυτό, επικεντρώνεται στην ΕΕ-15. Όσον αφορά τα νέα κράτη μέλη, η πρώτη έκθεση προόδου, με βάση τις εθνικές εκθέσεις που θα υποβληθούν από τα εν λόγω κράτη μέλη, θα πρέπει να υποβληθεί μέχρι το 2006. Κατά συνέπεια, δεν αξιολογείται η κατάσταση σε αυτά τα κράτη μέλη στο κεφάλαιο 2. Ωστόσο, στο κεφάλαιο αυτό αναφέρονται, πληροφοριακώς, ορισμένα παραδείγματα θετικών εξελίξεων στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές στα νέα κράτη μέλη.

Τα νέα κράτη μέλη υπόκεινται στις απαιτήσεις της οδηγίας για τα βιοκαύσιμα (2003/30/ΕΚ). Η Επιτροπή θα εκπονήσει την πρώτη έκθεση προόδου σχετικά με την εν λόγω οδηγία το 2006. Η έκθεση αυτή θα καλύπτει το σύνολο των 25 κρατών μελών.

Ο στόχος για μερίδιο 12% της ανανεώσιμης ενέργειας στην συνολική κατανάλωση ενέργειας έχει τεθεί για την ΕΕ-15. Η πρόοδος που έχει σημειωθεί για την επίτευξη του στόχου αυτού αξιολογείται στο κεφάλαιο 3 της παρούσας ανακοίνωσης. Όπως και για το κεφάλαιο 2, το κεφάλαιο αυτό επικεντρώνεται στα κράτη μέλη για τα οποία ισχύει ο στόχος. Αλλά και στο κεφάλαιο 3 παρατίθενται ενδεικτικώς μεμονωμένα παραδείγματα από τα νέα κράτη μέλη.

Τα κεφάλαιο 4 και 5 πραγματεύονται τις μελλοντικές πολιτικές και δράσεις. Τα κεφάλαια αυτά αφορούν το σύνολο της ΕΕ.

Το εσωτερικό έγγραφο εργασίας της Επιτροπής που δημοσιεύεται μαζί με την παρούσα ανακοίνωση καλύπτει όλα τα κράτη μέλη.

2. Εκθεση της Επιτροπής σχετικά με την πρόοδο επίτευξης των εθνικών στόχων για την ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές (ΗΕ-ΑΠΕ)

2.1. Χρησιμοποιούμενες πηγές πληροφοριών

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4 της οδηγίας 2001/77/ΕΚ, η Επιτροπή οφείλει να αξιολογεί σε ποιον βαθμό:

"-τα κράτη μέλη έχουν προοδεύσει ως προς την επίτευξη των εθνικών ενδεικτικών τους στόχων,

- οι εθνικοί ενδεικτικοί στόχοι είναι συμβατοί με το συνολικό ενδεικτικό στόχο του 12% της ακαθάριστης εθνικής κατανάλωσης ενέργειας έως το 2010, και, ειδικότερα, με μια ενδεικτική μερίδα ηλεκτρικής ενέργειας, η οποία παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, που θα φθάνει το 22,1% της συνολικής κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας στην Κοινότητα έως το 2010."

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 2 και παράγραφος 3 της οδηγίας, τα κράτη μέλη οφείλουν να υιοθετούν και να δημοσιεύουν εκθέσεις όπου να καθορίζουν τους εθνικούς τους στόχους και να αναλύουν την επίτευξή τους.

Οι εκθέσεις σχετικά με τους εθνικούς στόχους έπρεπε να υποβληθούν το 2002. Όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ-15 υιοθέτησαν εθνικούς στόχους.

Οι εκθέσεις σχετικά με την πρόοδο για την επίτευξη των εθνικών στόχων έπρεπε να υποβληθούν μέχρι τον Οκτώβριο του 2003. Όλα τα κράτη μέλη, πλην της Φινλανδίας, του Λουξεμβούργου και της Ιταλίας, διαβίβασαν τις εκθέσεις αυτές στην Επιτροπή (βλ. έγγραφο των υπηρεσιών της Επιτροπής).

Η Επιτροπή ανέλυσε τις εκθέσεις αυτές και ανέθεσε σε εταιρείες παροχής συμβουλών την αξιολόγηση του αντικτύπου των μέτρων που περιγράφονται στις εκθέσεις (βλ. έγγραφο των υπηρεσιών της Επιτροπής).

2.2. Η συνολική εικόνα

Το πρώτο συμπέρασμα είναι ότι ο στόχος που υιοθέτησε κάθε κράτος μέλος ανταποκρίνεται στην εθνική ενδεικτική τιμή που προβλέπεται στο παράρτημα Ι της οδηγίας 2001/77/ΕΚ, παρότι η Σουηδία χρησιμοποίησε διαφορετική μέθοδο για να καθορίσει διαφορετική τιμή [6]. Εάν τα κράτη μέλη εκπληρώσουν τους εθνικούς τους στόχους, το συνολικό μερίδιο της ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ-15 θα φθάσει τον στόχο του 22% περίπου το 2010, όπως απαιτείται από την οδηγία.

[6] Η Σουηδία καθόρισε ως στόχο για το 2010 την ηλεκτροπαραγωγή επιπλέον 10 TWh από ανανεώσιμες πηγές, εξαιρουμένης της υδροηλεκτρικής, σε σύγκριση προς το 2002. Τα αριθμητικά στοιχεία για την υδροηλεκτρική ενέργεια της Σουηδίας βασίζονται σε μέσες τιμές που έχουν υπολογιστεί για 50 έτη. Η μέθοδος αυτή καθιστά δυσχερή την μετατροπή σε ποσοστά των αριθμητικών στοιχείων που διαβίβασε η Σουηδία.

Δυστυχώς, οι πολιτικές, τα μέτρα και τα επιτεύγματα που περιλαμβάνονται στις εθνικές εκθέσεις των κρατών μελών προδιαγράφουν μια λιγότερη ευοίωνη εικόνα.

Πρέπει να επισημανθεί ότι είναι δύσκολο να προβλεφθεί ακριβώς ο τρόπος με τον οποίο μέτρα τα οποία εγκρίνονται σήμερα θα επηρεάζουν την ηλεκτροπαραγωγή από ανανεώσιμες πηγές το 2010. Ωστόσο, τα προβολικά σενάρια που περιλαμβάνονται στο έγγραφο των υπηρεσιών της Επιτροπής οδήγησε στο δεύτερο συμπέρασμα ότι, παρότι έχει αρχίσει να σημειώνεται πρόοδος για την εκπλήρωση των στόχων, ο στόχος του 2010 δεν θα επιτευχθεί υπό τις τρέχουσες πολιτικές και μέτρα, ακόμη και υπό σενάριο που βασίζεται σε μειώσεις της συνολικής ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας ως αποτέλεσμα νέων μέτρων για την ενεργειακή απόδοση. Προβλέπεται ότι οι πολιτικές που εφαρμόζονται σήμερα θα οδηγήσουν μάλλον σε μερίδιο μεταξύ 18% και 19% το 2010 (βλ. διαγράμματα).

Το τρίτο συμπέρασμα είναι ότι ο κύριος λόγος για τον οποίο δεν επιτυγχάνεται ο στόχος είναι το ότι η ηλεκτροπαραγωγή από βιομάζα δεν έχει φθάσει στο επίπεδο που είχε αρχικώς προβλεφθεί. Η κύρια διαφορά μεταξύ του δεύτερου διαγράμματος (όπου παρουσιάζεται το αποτέλεσμα των εθνικών πολιτικών και μέτρων που εφαρμόζονται επί του παρόντος ή έχουν προγραμματιστεί προσφάτως) και του τρίτου (όπου παρουσιάζεται ένα υλοποίησιμο σενάριο για την επίτευξη του στόχου 22,1% που καθορίζεται στην οδηγία) είναι το μέγεθος της συμβολής της βιομάζας (πράσινο χρώμα).

2.3. Αξιολόγηση της προόδου σε εθνικό επίπεδο

Από τις ανά χώρα εκθέσεις προκύπτουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των κρατών μελών. Στο σχήμα 1, με βάση τις λεπτομερείς πληροφορίες του υπηρεσιακού εγγράφου της Επιτροπής, ταξινομούνται τα κράτη μέλη σε τρεις ομάδες, ανάλογα με την πιθανότητα να επιτύχουν τους εθνικούς τους στόχους με βάση τις ενεργειακές πολιτικές που έχουν υιοθετηθεί μέχρι τώρα. Οι χώρες της πρώτης ομάδας (Γερμανία, Δανία, Ισπανία, Φινλανδία) είναι σε σωστή πορεία. Οι χώρες της δεύτερης ομάδας (Αυστρία, Βέλγιο, Ιρλανδία, Κάτω Χώρες, Σουηδία, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία) έχουν αρχίσει να εφαρμόζουν κατάλληλες πολιτικές. Γι' αυτή την ομάδα υπάρχουν θετικές και αρνητικές ενδείξεις σχετικά με την επίτευξη των στόχων του 2010. Οι χώρες της τρίτης ομάδας (Ελλάδα, Πορτογαλία) δεν είναι στη σωστή πορεία για την επίτευξη των εθνικών τους στόχων.

Η Ιταλία και το Λουξεμβούργο θέσπισαν νέα νομοθεσία τον Μάρτιο του 2004. Δεν κατέστη ακόμη δυνατό να αξιολογηθούν τα πιθανά αποτελέσματα. Ωστόσο, περιορισμένη μόνον πρόοδος έχει διαπιστωθεί σε αυτά τα δύο κράτη μέλη την τελευταία τριετία. Βλ. έγγραφο των υπηρεσιών της Επιτροπής για περισσότερες πληροφορίες.

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Σχήμα 1: Η πρόοδος των κρατών μελών για την επίτευξη των εθνικών ενδεικτικών στόχων μέχρι το 2010

Στη σωστή πορεία. Η Δανία, εάν συνεχίσει τη δραστήρια στάση της, είναι πιθανό να επιτύχει τον στόχο του 2010 (29%) ήδη το 2005. Η Δανία έχει αυξήσει το μερίδιο της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές από 8,9% το 1997 σε 20% το 2002. Η Γερμανία αύξησε το μερίδιο από 4,5% το 1997 σε 8% το 2002 (εθνικός στόχος 12,5%), με αύξηση της ηλεκτροπαραγωγής από αιολική ενέργεια από 3 TWh το 1997 σε 17 TWh το 2002 (ίσο προς 3% της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας το 2002). Η Ισπανία είναι η δεύτερη ευρωπαϊκή χώρα με την υψηλότερη ηλεκτροπαραγωγή από αιολική ενέργεια, χρειάζεται όμως να δώσει υψηλότερη προτεραιότητα στην πολιτική της για τη βιομάζα.

Σύμφωνα με την εθνική έκθεση της Φινλανδίας, η ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές αυξήθηκε από 7 TWh το 1997 σε 10 TWh το 2002, εξαιρουμένης της υδροηλεκτρικής ενέργειας. Παρότι το 2002 ήταν μια κακή χρονιά για την υδροηλεκτρική ενέργεια στη Φινλανδία, η εξέλιξη όσον αφορά τη βιομάζα ήταν εντυπωσιακή στα τελευταία έτη.

Ένας από τους συντελεστές της επιτυχίας και στις τέσσερις χώρες ήταν το σύστημα στήριξης σε σταθερό και μακροπρόθεσμο πλαίσιο.

Περίπου στη σωστή πορεία. Για την ηλεκτροπαραγωγή από ανανεώσιμες πηγές το Ηνωμένο Βασίλειο και οι Κάτω Χώρες αποβλέπουν στην άσκηση νέας πολιτικής, της οποίας τα πλήρη αποτελέσματα δεν έχουν ακόμη υλοποιηθεί. Η Ιρλανδία έχει δημιουργήσει σύστημα στήριξης διαγωνισμών, αλλά υπάρχουν ακόμη μεγάλες δυσκολίες για τη διοχέτευση ηλεκτρικής ενέργειας από αιολικά συστήματα στα δίκτυα. Από το 2002, στο Βέλγιο ισχύει νέο σύστημα πράσινων (οικολογικών) πιστοποιητικών, το οποίο όμως δεν έχει μέχρι στιγμής επιφέρει αισθητά αποτελέσματα.

Στη Γαλλία εφαρμόστηκε προσφάτως νέο σύστημα για την παροχή κινήτρων μέσω των τιμολογίων. Η ελκυστικότητα των τιμών περιορίζεται, ωστόσο, λόγω του ανωτάτου ορίου 12 MW ανά έργο. Αυτό είναι αρνητικό ιδίως για την αιολική ενέργεια. Επιπλέον, μείζονα εμπόδια εξακολουθούν να δημιουργούν οι μακροχρόνιες διαδικασίες έγκρισης και τα προβλήματα σύνδεσης στο δίκτυο.

Στη Σουηδία άρχισε η εφαρμογή συστήματος πράσινων πιστοποιητικών τον Μάιο του 2003. Η ηλεκτροπαραγωγή από ανανεώσιμες πηγές αυξήθηκε ελάχιστα στη Σουηδία μεταξύ 1997 και 2002. Υπάρχουν όμως ενδείξεις ότι το 2003 η εξέλιξη ήταν πολύ ευνοϊκότερη.

Στην Αυστρία είναι καλές οι προοπτικές αύξησης του μεριδίου. Η εξέλιξη αυτή διευκολύνεται από το γεγονός ότι τον Ιανουάριο του 2003 υιοθετήθηκαν τιμολόγια για τις εγγυημένες τιμές τροφοδότησης του δικτύου με ανανεώσιμη ενέργεια, χωρίς ωστόσο να αποκλείεται η ευθυγράμμιση του συστήματος στήριξης με πρόσθετες απαιτήσεις απόδοσης.

Όχι στη σωστή πορεία. Στην Ελλάδα έχει καθυστερήσει μέχρι τώρα η ανάπτυξη της ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές. Διοικητικά εμπόδια εμποδίζουν την αξιοποίηση του υψηλού δυναμικού που υφίσταται για αιολική ενέργεια, από βιομάζα και ηλιακή. Η Πορτογαλία έχει αυξήσει την ηλεκτροπαραγωγή από ανανεώσιμες πηγές, εξαιρουμένης της υδροηλεκτρικής, μόνο κατά 1 TWh από το 1997. Για να επιτύχει τον εθνικό της στόχο απαιτούνται επιπλέον 14 TWh.

2.4. Πρακτικές απαιτήσεις που ορίζονται στην οδηγία 2001/77/ΕΚ

Στην οδηγία, εκτός από την απαίτηση για εθνικούς ενδεικτικούς στόχους, ορίζονται πρακτικές απαιτήσεις για τα κράτη μέλη σε τέσσερις τομείς. Οι απαιτήσεις αυτές έχουν προβλεφθεί για την εξασφάλιση σταθερών συνθηκών επενδύσεων στην ηλεκτροπαραγωγή από ανανεώσιμες πηγές:

1) εφαρμογή ελκυστικών συστημάτων στήριξης, τα οποία πρέπει να είναι όσο το δυνατόν αποδοτικότερα,

2) άρση των διοικητικών εμποδίων,

3) εξασφάλιση δίκαιης πρόσβασης στο δίκτυο,

4) έκδοση εγγύησης προέλευσης.

Τα περισσότερα κράτη μέλη έχουν εφαρμόσει σύστημα στήριξης για την ανανεώσιμη ενέργεια. Πρόκειται για συστήματα υπό μορφή εγγυημένων τιμών για την τροφοδότηση του δικτύου, υποχρεωτικών ποσοστώσεων ή/και πράσινων πιστοποιητικών.

Από τις εθνικές εκθέσεις προκύπτει ότι οι κατάλληλοι χρηματοδοτικοί μηχανισμοί δεν επαρκούν. Σε αρκετές περιπτώσεις η εκκίνηση παρακωλύεται από πολύπλοκες διαδικασίες αδειοδότησης, την ατελή ενσωμάτωση της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στον περιφερειακό και τοπικό σχεδιασμό και τις αδιαφανείς διαδικασίες για τη σύνδεση στο δίκτυο. Στον ακόλουθο πίνακα συνοψίζεται η κατάσταση στα κράτη μέλη.

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Πίνακας 1: Συνοπτική παρουσίαση των διοικητικών εμποδίων και των εμποδίων στο δίκτυο στα κράτη μέλη

Σύμφωνα με την οδηγία, η Επιτροπή θα υποβάλει έκθεση στο 2005 σχετικά με τα συστήματα στήριξης (άρθρο 4 παράγραφος 2) και τις βέλτιστες πρακτικές ως προς τις διοικητικές διαδικασίες (άρθρο 6 παράγραφος 3).

2.5. Εγγυήσεις προέλευσης

Σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας απαιτείται από τα κράτη μέλη να εφαρμόσουν σύστημα εγγύησης προέλευσης μέχρι τις 27 Οκτωβρίου 2003.

Για την εφαρμογή απαιτούνται διάφορα στάδια. Τα σημαντικότερα από αυτά είναι τα εξής: μεταφορά της νομοθεσίας στο εθνικό δίκαιο, διορισμός του φορέα έκδοσης των εγγυήσεων προέλευσης και καθιέρωση επακριβούς και αξιόπιστου συστήματος, όπου συμπεριλαμβάνεται η προετοιμασία των εγγράφων και των μητρώων.

Σύμφωνα με τις εθνικές εκθέσεις και συμπληρωματικές πληροφορίες, η κατάσταση τον Μάρτιο του 2004 είναι η εξής:

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Πλήρης εφαρμογή - 3 "ολοκληρωμένα" πεδία - σημαίνει ότι είναι δυνατή η έκδοση εγγύησης προέλευσης. Παρότι στον πίνακα εμφανίζονται περισσότερα πράσινα απ' ό,τι κόκκινα πεδία, η εφαρμογή δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί.

Η Επιτροπή θα εξετάσει την πρακτική εφαρμογή των εγγυήσεων προέλευσης στην έκθεσή της του 2005 για τα συστήματα στήριξης. Θα εξετάσει την εγκυρότητα των εγγυήσεων και την ανάγκη για επιστροφές, την αξιοπιστία του συστήματος, καθώς και την συμπερίληψη εγγυήσεων προέλευσης σε διαφορετικούς μηχανισμούς στήριξης, κατά περίπτωση.

Σύμφωνα με το άρθρο 5 της οδηγίας, η Επιτροπή θα εξετάσει κατά πόσον είναι σκόπιμο να προταθούν νέες διατάξεις για τις εγγυήσεις προέλευσης.

2.6. Διευκρίνιση του ρόλου της εγγύησης προέλευσης κατά τον υπολογισμό της προόδου για την επίτευξη των εθνικών στόχων

Στην οδηγία (άρθρο 3), οι εθνικοί στόχοι ορίζονται με βάση την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ως ποσοστό της συνολικής εθνικής κατανάλωσης ενέργειας. Στο παράρτημα Ι της οδηγίας, οι τιμές αναφοράς για τους εθνικούς στόχους καθορίζονται μόνον ως ποσοστό της εγχώριας ηλεκτροπαραγωγής.

Το ζήτημα που προκύπτει είναι υπό ποιες συνθήκες δύναται κράτος μέλος να θεωρήσει ότι οι εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές συμβάλλουν στην επίτευξη του στόχου του σύμφωνα με την οδηγία.

Τα κράτη μέλη δεν επιτρέπεται να εκπληρώνουν τους στόχους τους με εισαγωγές εκτός ΕΕ. Αυτό είναι σαφές σύμφωνα με την υποσημείωση του παραρτήματος Ι, όπου αναφέρεται ότι ".... στην περίπτωση εσωτερικού εμπορίου ΗΕ-ΑΠΕ (με αναγνωρισμένη πιστοποίηση ή καταχωρημένη προέλευση), ο υπολογισμός των ποσοστών αυτών θα επηρεάσει τα στοιχεία του 2010 ανά κράτος μέλος αλλά όχι και το σύνολο της Κοινότητας."

Ωστόσο, η κατάσταση δεν είναι τόσο σαφής όσον αφορά τις εισαγωγές από κράτος μέλος της ΕΕ.

Η Επιτροπή διαπιστώνει ότι είναι αναγκαίο να αποσαφηνιστεί ο τρόπος για τον υπολογισμό της προόδου προς επίτευξη των εθνικών στόχων. Συγκεκριμένα, είναι σημαντικό να διευκρινιστεί ο ρόλος των εγγυήσεων προέλευσης.

Η Επιτροπή αποφάσισε να εφαρμόσει την ακόλουθη αρχή για την αξιολόγηση του βαθμού στον οποίο έχουν εκπληρωθεί οι εθνικοί στόχοι:

Κράτος μέλος δύναται να περιλάβει την συμβολή των εισαγωγών από άλλο κράτος μέλος μόνον εάν το εξάγον κράτος μέλος έχει αποδεχθεί ρητώς, και έχει δηλώσει στην εγγύηση προέλευσης, ότι δεν θα χρησιμοποιήσει το συγκεκριμένο ποσό ανανεώσιμης ενέργειας για την εκπλήρωση του δικού του στόχου και, ως εκ τούτου, έχει επίσης αποδεχθεί ότι αυτό το ποσό ηλεκτρικής ενέργειας μπορεί να συνυπολογισθεί για την εκπλήρωση του στόχου του εισάγοντος κράτους μέλους.

Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι είναι ευκτέες οι συναλλαγές ανανεώσιμης ενέργειας. Οι προτιμήσεις των καταναλωτών είναι δυνατόν σε κάθε περίπτωση να ωθήσουν τις συναλλαγές. Ωστόσο, ελλείψει συναίνεσης της εξάγουσας χώρας, η ηλεκτροπαραγωγή θα καταλογίζεται για την εκπλήρωση του στόχου αυτής της εξάγουσας χώρας.

Τα κράτη μέλη που εξάγουν έχουν τη δυνατότητα να συμπεριλάβουν την εν λόγω συμφωνία τους απευθείας στις εγγυήσεις προέλευσης για ανανεώσιμη ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται στην επικράτειά τους. Εάν δεν το πράξουν, το εισάγον κράτος μέλος έχει τη δυνατότητα να ζητήσει συμπληρωματική έγκριση με αναφορά της αντίστοιχης εγγύησης προέλευσης.

2.7. Διαδικασίες επί παραβάσει

Η Επιτροπή θα εξετάσει την μεταφορά στην εθνική νομοθεσία του δεσμευτικού κειμένου της οδηγίας 2001/77/ΕΚ, ιδίως όσον αφορά τις πρακτικές απαιτήσεις που περιγράφονται ανωτέρω. Θα λάβει υπόψη τις εθνικές εκθέσεις και θα κινήσει τη διαδικασία επί παραβάσει, κατά περίπτωση.

2.8. Η εξέλιξη της ηλεκτροπαραγωγής από αιολική ενέργεια, βιομάζα και ηλιακή ενέργεια

Συνολικώς, η ανανεώσιμη ενέργεια ανήλθε το 2002 σε περίπου 15,2% της συνολικής ηλεκτροπαραγωγής. Η πυρηνική ενέργεια καταλαμβάνει 33%. Το υπόλοιπο καλύπτεται από ορυκτά καύσιμα.

Η ΕΕ-15 αξιοποιεί σχεδόν πλήρως το μεγάλο δυναμικό της σε υδροηλεκτρική ενέργεια. Η συμβολή αυτής της ανανεώσιμης πηγής ενέργειας είναι υψηλή, αλλά η συνολική δυναμικότητα θα παραμείνει αμετάβλητη. Οι δύο τεχνολογίες που αναμένεται ότι θα συμβάλλουν με τη μεγαλύτερη αύξηση στην ηλεκτροπαραγωγή από ανανεώσιμες πηγές στην ΕΕ-15 μέχρι το 2010 είναι η αιολική ενέργεια και η βιομάζα. Ωστόσο, στα νέα κράτη μέλη - ιδίως στη Σλοβενία, την Ουγγαρία και τη Λιθουανία - υπάρχουν ακόμη σημαντικές δυνατότητες αύξησης της ηλεκτροπαραγωγής από υδροηλεκτρικές μονάδες.

Οι προσδοκίες για παραγωγή από διαφορετικές χρήσεις βιομάζας πρέπει να επαναξιολογηθούν, λαμβάνοντας υπόψη την αποδοτικότητα και την διαθεσιμότητά της. Στο σημείο 2.2 καταδείχθηκαν οι σημαντικές διαφορές των ποσοστών αύξησης αυτών των δύο πηγών ενέργειας. Επιπλέον, για στρατηγικούς λόγους σε μεσοπρόθεσμη βάση (μέχρι το 2020 και αργότερα) πρέπει να παρακολουθείται το θέμα της ηλιακής ενέργειας.

2.8.1. Αιολική ενέργεια

Ο ευρωπαϊκός κλάδος της αιολικής ενέργειας κατέχει το 90% της παγκόσμιας αγοράς του σχετικού εξοπλισμού. Στην Ευρώπη εδρεύουν εννέα από τους δέκα μεγαλύτερους κατασκευαστές ανεμογεννητριών παγκοσμίως. Στον κλάδο απασχολούνται 72.000 εργαζόμενοι, αύξηση εντυπωσιακή έναντι των 25.000 το 1998. Το κόστος ανά kWh έχει μειωθεί κατά 50% την τελευταία δεκαπενταετία.

Η εγκατεστημένη ισχύς στην ΕΕ-15 αυξήθηκε κατά 23% το 2003, σε συνολικώς περισσότερο από 28 GW (σχήμα 2). Κατά μέσο αιολικό έτος αυτή η εγκατεστημένη ισχύς παρέχει τη δυνατότητα παραγωγής 60 TWh ηλεκτρική ενέργεια, περίπου 2,4% της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας της ΕΕ.

Η ευτυχής αυτή εξέλιξη δεν είναι αποτέλεσμα κοινής προσπάθειας σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Όπως προκύπτει από το διάγραμμα, η Γερμανία, η Ισπανία και η Δανία καταλαμβάνυν το 84% της συνολικής ισχύος αιολικής ενέργειας στην ΕΕ-15.

Σχήμα 2: Αύξηση του δυναμικού αιολικής ενέργειας στην ΕΕ-15 1997-2003 - τρεις πρωτοπόρες αγορές

Το 1997, και στο πλαίσιο της επίτευξης του στόχου του 12%, η Επιτροπή ήλπιζε ότι η εγκατεστημένη ισχύς αιολικής ενέργειας θα φθάσει 40 GW το 2010. Είναι σαφές ότι το μέγεθος αυτό θα ξεπεραστεί. Από εκτιμήσεις του κλάδου υπολογίζεται πλέον ότι το 2010 [7] η εγκατεστημένη ισχύς θα ανέλθει σε 75 GW (που αντιστοιχεί σε ετήσια παραγωγή 167 TWh ανά έτος).

[7] Πηγή: Wind energy -The Facts (αιολική ενέργεια - τα δεδομένα) - Μάρτιος 2003.

Ωστόσο, το τελικό αποτέλεσμα το 2010 θα εξαρτηθεί από τις προσπάθειες που θα καταβάλλουν εκείνα τα κράτη μέλη όπου η αιολική ενέργεια δεν έχει ακόμη σημειώσει ραγδαία άνοδο.

Τα θετικά μηνύματα από το ΗΒ, την Αυστρία, τις Κάτω Χώρες και την Ιταλία οφείλονται στο βελτιωμένο πλαίσιο άσκησης πολιτικής. Σε άλλες χώρες είναι αργή η ανάπτυξη της αιολικής ενέργειας. Στην Γαλλία η αύξηση το 2003 ήταν μόνο 91 MW (έναντι 2.645 MW στη Γερμανία το ίδιο έτος), με συνολική ισχύ 239 MW. Στην Ελλάδα δόθηκε τον Σεπτέμβριο του 2003 η πρωτοβάθμια έγκριση σύμφωνα με την εθνική διοικητική διαδικασία για 3.715 MW, αλλά η εγκατεστημένη ισχύς ήταν μόνο 375 MW.

Η πείρα στις τρεις πρωτοπόρες χώρες δείχνει ότι συντελεστές για την επιτυχή επέκταση της αιολικής ενέργειας είναι:

- το ελκυστικό μακροπρόθεσμο χρηματοδοτικό πλαίσιο,

- η άρση των διοικητικών εμποδίων με την εφαρμογή ενιαίων διαδικασιών προγραμματισμού και συστημάτων αδειοδότησης,

- η εγγύηση δίκαιης πρόσβασης στο δίκτυο και τιμολογίων χωρίς διακρίσεις,

- ο προγραμματισμός δικτύου ελαχίστου κόστους.

Στο εκτιμηθέν μέγεθος των 75 GW εγκατεστημένης ισχύος αιολικής ενέργειας το 2010 περιλαμβάνεται ισχύς 10 GW υπεράκτιων αιολικών εγκαταστάσεων. Η σημασία των υπεράκτιων αιολικών εγκαταστάσεων θα αναβαθμιστεί όλο και περισσότερο επειδή έχουν εξαντληθεί οι χώροι χερσαίας εγκατάστασης αιολικών εγκαταστάσεων που προσφέρουν καλές συνθήκες. Η υπεράκτια αιολική ενέργεια έχει αρκετά πλεονεκτήματα. Στη θάλασσα, ο άνεμος είναι ισχυρότερος και οι συνθήκες σταθερότερες (οι περισσότερες εγκαταστάσεις στα ύδατα της Βόρειας Ευρώπης αναμένεται ότι θα παράγουν μεταξύ 20% και 40% περισσότερη αιολική ενέργεια απ' ό,τι παράκτιες εγκαταστάσεις με καλές συνθήκες). Εξάλλου, είναι λιγότεροι οι γείτονες που φοβούνται τις οχλήσεις. Ωστόσο, το κόστος ηλεκτροπαραγωγής από υπεράκτιες αιολικές εγκαταστάσεις είναι σήμερα υψηλότερο απ' ό,τι των παράκτιων εγκαταστάσεων.

Η Δανία, χώρα με το υψηλότερο μερίδιο αιολικής ενέργειας από όλα τα κράτη μέλη, είναι πρωτοπόρος στην ηλεκτροπαραγωγή από υπεράκτιες αιολικές εγκαταστάσεις. Το ΗΒ ανήγγειλε τον Ιούλιο του 2003 ότι θα μπορούσε να επιχορηγήσει έργα παράκτιων εγκαταστάσεων. Πρόκειται για θετικές εξελίξεις που θα μπορούσαν να υιοθετήσουν άλλα κράτη μέλη.

2.8.2. Ηλεκτρική ενέργεια από βιομάζα

Δυστυχώς, οι επιτυχίες του κλάδου της αιολικής ενέργειας δεν ισοσκελίζουν την αργή ανάπτυξη της ηλεκτροπαραγωγής από βιομάζα.

Μεταξύ 1997 και 2001, η Φινλανδία, η Δανία και το ΗΒ (κυρίως με τη χρήση βιοαερίου) ήταν οι μόνες χώρες όπου σημειώθηκε σταθερή αύξηση της ηλεκτροπαραγωγής από βιομάζα. Σε ορισμένες χώρες το μερίδιο της ηλεκτροπαραγωγής από βιομάζα αυξήθηκε ανάλογα αλλά όχι σταθερά, και σε άλλες παρέμεινε χαμηλό. Εν γένει, απουσιάζουν οι συντονισμένες πολιτικές και η χρηματοοικονομική ενίσχυση είναι χαμηλή.

Το 1997, η Επιτροπή ανέμενε ότι το 68% της αύξησης της ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας θα προέλθει από τη βιομάζα, το 24% από την αιολική ενέργεια και 8% από την υδροηλεκτρική, τη γεωθερμική και τη φωτοβολταϊκή ενέργεια.

Σήμερα πλέον, η ισχυρή αύξηση της αιολικής ενέργειας σημαίνει ότι μπορεί να αναμένεται πως θα συμβάλει κατά 50% στην απαιτούμενη αύξηση που απαιτείται για την επίτευξη του στόχου που ορίζεται στην οδηγία. Η υδροηλεκτρική, η γεωθερμική και η φωτοβολταϊκή ενέργεια μπορεί να αναμένεται ότι θα συμβάλουν κατά 10%. Κατά συνέπεια, ο στόχος μπορεί να επιτευχθεί μόνον εάν το μερίδιο ηλεκτροπαραγωγής από τη βιομάζα καλύψει το υπόλοιπο 40%. Η ηλεκτροπαραγωγή από τη βιομάζα πρέπει λοιπόν να αυξηθεί από 43 TWh το 2002 [8] σε 162 TWh. Προς τούτο απαιτείται η ηλεκτροπαραγωγή από βιομάζα να αυξηθεί κατά 18% ανά έτος, έναντι ρυθμού αύξησης μόνον 7% ετησίως κατά την τελευταία επταετία (βλ. διάγραμμα) [9].

[8] Πηγή: Eurostat. μη επιβεβαιωμένα αριθμητικά στοιχεία.

[9] Για τον στόχο του 22% δεν είχε αναλυθεί η διείσδυση της κάθε πηγής ανανεώσιμης ενέργειας. Αποτελεί αρμοδιότητα του κάθε κράτους μέλους η κατανομή στις διάφορες πηγές ενέργειας. Κατά συνέπεια, η κατανομή στις διάφορες πηγές ενέργειας του στόχου που παρατίθεται ανωτέρω πρέπει να θεωρηθεί μόνον ως εκτίμηση.

Στα περισσότερα νέα κράτη μέλη υπάρχει σημαντικό δυναμικό για τη χρήση βιομάζας τόσο για τη ηλεκτροπαραγωγή όσο και για την παραγωγή θερμότητας. Αυτό ισχύει ιδίως για το μεγάλο ανεκμετάλλευτο δυναμικό ηλεκτροπαραγωγής στην Ουγγαρία, τη Δημοκρατία της Τσεχίας, τη Σλοβακία, τη Λετονία, τη Λιθουανία και την Εσθονία.

Η απαίτηση αυτή πρέπει να εξεταστεί στο πλαίσιο της ανάγκης για βελτίωση των ποσοτήτων βιομάζας, όχι μόνο για ηλεκτροπαραγωγή αλλά και για θέρμανση και τις μεταφορές (βλ. κεφάλαιο 3), καθώς και το δυναμικό που προσφέρει η βιομάζα για εφαρμογές συμπαραγωγής.

2.8.3. Ηλεκτρική ενέργεια από ηλιακά φωτοβολταϊκά

Το 2003, η φωτοβολταϊκή βιομηχανία παρήγαγε περίπου 740 MWp των φωτοβολταϊκών πλαισίων σε όλη την υφήλιο και ο κύκλος εργασιών της ανήλθε σε 4 δισεκατ. EUR. Την τελευταία πενταετία ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης του κλάδου ήταν 30% κατά μέσον όρο. Παρά την εκθετική αύξηση της παγκόσμιας αγοράς, η γρήγορη ανάπτυξη του δυναμικού παραγωγής της Ιαπωνίας είναι ιδιαίτερα ανησυχητική για την Ευρώπη.

Αφότου θεσπίστηκε στη Γερμανία ο νόμος σχετικά με τις εγγυημένες τιμές για την ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, το 1999, η ευρωπαϊκή παραγωγή φωτοβολταϊκών αυξήθηκε κατά μέσον όρο 50% ετησίως και έφθασε τα 190 MW το 2003. Το μερίδιο της Ευρώπης στην παγκόσμια αγορά αυξήθηκε, το ίδιο διάστημα, από 20% σε 26%, ενώ το μερίδιο των ΗΠΑ μειώθηκε λόγω της υποτονικής εγχώριας αγοράς και το μερίδιο της Ιαπωνίας αυξήθηκε σε 49%. Η ευρωπαϊκή βιομηχανία φωτοβολταϊκών πρέπει να συνεχίσει την ανάπτυξή της στα επόμενα έτη, ώστε να διατηρήσει το μερίδιό της. Αυτό θα είναι δυνατόν μόνον εάν δημιουργηθούν αξιόπιστες συνθήκες άσκησης πολιτικής, ώστε να καταστεί δυνατή η απόδοση των επενδύσεων για τη βιομηχανία φωτοβολταϊκών. Εκτός από αυτό το θέμα άσκησης πολιτικής, εξακολουθούν να απαιτούνται στοχοθετημένες βελτιώσεις των φωτοβολταϊκών στοιχείων κυττάρων και της τεχνολογίας φωτοβολταϊκών συστημάτων.

Παρότι η παραγωγή ενέργειας από φωτοβολταϊκά είναι ακόμη χαμηλή, η καμπύλη του ρυθμού αύξησής της στην ΕΕ είναι σχεδόν πανομοιότυπη με την καμπύλη του ρυθμού αύξησης της αιολικής ενέργειας, με καθυστέρηση περίπου 12 ετών. Από τον διπλασιασμό της εγκατεστημένης ισχύος φωτοβολταϊκών στην Ευρώπη μεταξύ 2001 και 2003, το μεγαλύτερο ποσοστό, 70%, καταλαμβάνει η Γερμανία. Ωστόσο, η φωτοβολταϊκή ενέργεια διπλασιάστηκε επίσης στην Ισπανία και στην Αυστρία, ενώ το Λουξεμβούργο επέτυχε την υψηλότερη φωτοβολταϊκή ισχύ ανά κάτοικο: 8W ανά κεφαλή. Εάν αυτά συνέβαιναν σε όλη την ΕΕ, η παραγωγή θα ανερχόταν σε 3,6 TWh/έτος ή 3,6 GWp εγκατεστημένης ισχύος φωτοβολταϊκών.

2.9. Συμπεράσματα σχετικά με την εξέλιξη της ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές

Η οδηγία 2001/77/ΕΚ ήταν το πρώτο νομοθετικό κείμενο που θεσπίστηκε από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με ρητό σκοπό την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

Τον Οκτώβριο του 2002, τα κράτη μέλη επιβεβαίωσαν τους εθνικούς τους στόχους. Η Ευρώπη στο σύνολό της επιβεβαίωσε την πρόθεση να επιτύχει μέχρι το 2010 μερίδιο 22% της ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές.

Τον Οκτώβριο του 2003 έληξε η προθεσμία για τη θέσπιση από τα κράτη μέλη της νομοθεσίας και των διοικητικών διατάξεων που απαιτούνται να συμμορφωθούν με την οδηγία. Όλα τα κράτη μέλη έχουν κοινοποιήσει τα μέτρα.

Κατά τη διάρκεια του 2002 και 2003, εννέα κράτη μέλη έθεσαν σε εφαρμογή νέα πολιτική για την προώθηση της ηλεκτροπαραγωγής από ανανεώσιμες πηγές (βλ. έγγραφο των υπηρεσιών της Επιτροπής). Δύο κράτη είχαν ήδη αρχίσει να εφαρμόζουν μέτρα. Η πρόοδος για την επίτευξη των στόχων που ορίζονται στην οδηγία έχει αρχίσει.

Ωστόσο, από την ανάλυση των εθνικών εκθέσεων προκύπτει ότι, με τις πολιτικές και τα μέτρα που εφαρμόζονται σήμερα, το μερίδιο που θα καταλαμβάνουν το 2010 στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας οι ανανεώσιμες πηγές θα ανέρχεται μόνον σε 18%-19%.

Διοικητικά εμπόδια, όπως π.χ. χρονοβόρες και πολύπλοκες διαδικασίες αδειοδότησης, εξακολουθούν να υφίστανται σε ορισμένα κράτη μέλη, λόγω του ανεπαρκούς συντονισμού μεταξύ των διαφόρων διοικητικών φορέων (άρθρο 6). Οι ισχύουσες ρυθμίσεις για την πρόσβαση στο δίκτυο δεν εξασφαλίζουν νομικό πλαίσιο με βάση αντικειμενικά, διαφανή και αμερόληπτα κριτήρια (άρθρο 7). Περαιτέρω πρόοδος για την βελτίωση της πρόσβασης στα δίκτυα της ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές είναι ουσιαστική για τη σταθερή αύξησή της.

Η ανάπτυξη στον κλάδο της βιομάζας οφείλεται σε ανεπαρκή συστήματα στήριξης και στην έλλειψη συντονισμένων πολιτικών. Τα συστήματα στήριξης και η ασκούμενη πολιτική πρέπει να βελτιωθούν για να προωθηθεί η χρήση ενέργειας από βιομάζα, λαμβάνοντας υπόψη το δυναμικό της βιομάζας σε περιφερειακό και εθνικό επίπεδο.

Η αιολική ενέργεια έχει αυξηθεί εντυπωσιακά σε τρία κράτη μέλη και η επιτυχία αυτή πρέπει να επεκταθεί σε άλλα κράτη μέλη, με την υιοθέτηση των συντελεστών αυτής της επιτυχίας που αναφέρονται στο κεφάλαιο 2.8.1. Η έκρηξη του κλάδου της αιολικής ενέργειας δεν θα επαρκέσει ωστόσο για να ισοσταθμίσει την αργή εξέλιξη στον κλάδο της βιομάζας.

Χρειάζονται επιπλέον προσπάθειες, ιδίως στις διάφορες χρήσεις της βιομάζας, της υπεράκτιας αιολικής ενέργειας, καθώς και χρηματοδοτική στήριξη εν γένει. Πρέπει επίσης να συνεχιστεί η στήριξη της ηλεκτροπαραγωγής από γεωθερμία, μικρά υδροηλεκτρικά έργα και φωτοβολταϊκά (κλάδος όπου η Ιαπωνία έχει υπερκεράσει την Ευρώπη).

Η Επιτροπή θα παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς την κατάσταση στα κράτη μέλη και την πλήρη εφαρμογή όλων των απαιτήσεων της οδηγίας, ώστε να προετοιμάσει δράσεις συνέχειας.

3. Προσπάθειες και αποτελέσματα για το 2010

3.1. Η εξέλιξη του νομοθετικού πλαισίου από το 2000

Από το 1997, η Ένωση προσπαθεί να επιτύχει τον γενικό στόχο να αυξήσει σε 12% το μερίδιο της ανανεώσιμης ενέργειας στην ακαθάριστη εσωτερική κατανάλωση ενέργειας της ΕΕ-15 μέχρι το 2010, έναντι μεριδίου 5,2% το 1995.

Η Επιτροπή έχει επίσης προτείνει, από το 2000, πλήθος νέων νομοθετικών μέτρων για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο έχουν εγκρίνει τις περισσότερες από αυτές τις προτάσεις και οι υπόλοιπες βρίσκονται σε προηγμένο στάδιο της διαθεσμικής διαδικασίας.

Οι νομοθετικές πράξεις που εγκρίθηκαν είναι οι εξής:

- Οδηγία 2001/77/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για την προαγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές στην εσωτερική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας (ΕΕ L283/33, 27.10.2001)

- Οδηγία 2003/30/ΕΚ σχετικά με την προώθηση της χρήσης βιοκαυσίμων ή άλλων ανανεώσιμων καυσίμων για τις μεταφορές (ΕΕ L123/42, 17.5.2003)

- Οδηγία 2002/91/ΕΚ για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων (ΕΕ L1/65, 4.1.2003)

- Οδηγία 2004/8/ΕΚ για την προώθηση της συμπαραγωγής ενέργειας (ΕΕ L52/50, 21.2.2004)

- Οδηγία 2003/96/ΕΚ σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας (ΕΕ 283/51, 31.10.2003)

- Οδηγία 2000/55/ΕΚ σχετικά με τις απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης για τα στραγγαλιστικά πηνία που προορίζονται για τους λαμπτήρες φθορισμού (ΕΕ L279/33, 01.11.2000)

- Οδηγία 2002/40/ΕΚ της Επιτροπής για την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας των οικιακών ηλεκτρικών φούρνων (ΕΕ L128/45, 15.05.2002)

- Οδηγία 2002/31/ΕΚ της Επιτροπής για την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας των οικιακών κλιματιστικών (ΕΕ L86/26, 03.04.2003)

- Οδηγία 2003/66/ΕΚ της Επιτροπής όσον αφορά την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας για τα οικιακά ηλεκτρικά ψυγεία και τους καταψύκτες, καθώς και τους συνδυασμούς αυτών (ΕΕ L170/10, 09.07.2003)

- Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 2422/2001 σχετικά με κοινοτικό πρόγραμμα επισήμανσης ενεργειακής απόδοσης για γραφειακό εξοπλισμό (ΕΕ L332/1, 15.12.2001)

Οι προτάσεις υπό εξέταση σπό το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο είναι:

- COM (2003)453 της 01.08.2003 για τον καθορισμό απαιτήσεων οικολογικού σχεδιασμού για τα προϊόντα που καταναλώνουν ενέργεια

- COM (2003)739 της 10.12.2003 περί της ενεργειακής απόδοσης κατά την τελική χρήση και των ενεργειακών υπηρεσιών.

Οι συνέπειες ενός μέτρου, της οδηγίας 2001/77/ΕΚ, αναλύθηκαν ανωτέρω. Το αντικείμενο του παρόντος κεφαλαίου είναι οι συνέπειες των άλλων νομοθετικών μέτρων. Είναι δυνατό να υπολογιστούν οι συνέπειές τους εάν υποτεθεί ότι θα τηρηθούν πλήρως και ότι θα εφαρμοστούν αυστηρά σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο. Ωστόσο, το παράδειγμα της οδηγίας 2001/77/ΕΚ καταδεικνύει ότι αυτό δεν πρέπει να θεωρείται ως δεδομένο.

Επικρατεί ευρεία συναίνεση ότι το Σύστημα Εμπορίας Εκπομπών (ΣΕΕ) της ΕΕ θα έχει θετικές συνέπειες για τη διείσδυση της ανανεώσιμης ενέργειας στην ΕΕ από το 2005. Επιπλέον, η πρόσφατα συμφωνηθείσα οδηγία για τη σύνδεση (linking) της κοινής εφαρμογής (JI) και του Μηχανισμού Καθαρής Ανάπτυξης (CDM) με το ΣΕΕ της ΕΕ θα έχει επίσης θετικές επιπτώσεις για τη διείσδυση των τεχνολογιών αυτών στις αναπτυσσόμενες χώρες και στις οικονομίες που βρίσκονται σε μεταβατική φάση. Αυτό καθαυτό το ΣΕΕ της ΕΕ δεν εγγυάται την επίτευξη του στόχου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας το 2010, δεδομένου ότι ο μηχανισμός αυτός καλύπτει μόνον τα οφέλη που παρέχουν οι ανανεώσιμες ενέργειες όσον αφορά τα θερμοκηπιακά αέρια. Οι θετικές επιδράσεις θα επηρεάσουν την προβολή των υπολογισμών για το 2010, παρότι αυτό ενδεχομένως να είναι πρόωρο δεδομένου ότι δεν έχει ακόμη περατωθεί η κατανομή των δικαιωμάτων εκπομπής.

Πρέπει επίσης να ληφθεί υπόψη ότι διάφορα μέτρα, κυρίως στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης, δεν θα έχουν καρποφορήσει βραχυπρόθεσμα ή ακόμη και μεσοπροπρόθεσμα (π.χ. βελτιώσεις στα κτίρια). Αυτό σημαίνει ότι για τα μέτρα αυτά η προβολή των σημερινών τάσεων δεν είναι δυνατή και οι προγνώσεις για το 2010 δεν μπορούν ακόμη να λάβουν υπόψη την πλήρη επίδραση αυτών των μέτρων.

3.2. Δράσεις των κρατών μελών

Την τελευταία διετία, τα κράτη μέλη έχουν εφαρμόσει νέες πολιτικές για την ανανεώσιμη ενέργεια. Τα νομοθετικά πλαίσια είναι πιο διαρθρωμένα και οι οικονομικές προϋποθέσεις σαφέστερες.

Αλλά η συνολική εικόνα δεν είναι τόσο θετική. Η στράτευση των κρατών μελών για την ανάπτυξη της ανανεώσιμης ενέργειας παρουσιάζει μεγάλες διαφορές.

Η κατάσταση αυτή θα ήταν πολύ διαφορετική εάν η αξιοποίηση της αιολικής ενέργειας σε όλη την Κοινότητα είχε φθάσει στο επίπεδο που έχει επιτευχθεί από τη Δανία, τη Γερμανία και την Ισπανία, εάν η θέρμανση από βιομάζα είχε εξελιχθεί εξίσου δυναμικά όπως στη Φινλανδία ή εάν η γεωθερμική ενέργεια είχε φθάσει στο επίπεδο εξέλιξης που έχουν επιτύχει η Σουηδία και η Ιταλία.

Σε επίπεδο Κοινότητας έχουν δημιουργηθεί το νομοθετικό πλαίσιο και το πλαίσιο άσκησης πολιτικής που είναι απαραίτητα, αλλά την ευθύνη για την πρόοδο φέρουν σαφώς τα κράτη μέλη. Έφθασε πλέον η ώρα να αναβαθμίσουν τα κράτη μέλη τις δράσεις τους σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο.

Καλούνται τα κράτη μέλη να μεγιστοποιήσουν την αξιοποίηση των πόρων που διατίθενται από τα Διαρθρωτικά Ταμεία για να προωθήσουν δράσεις ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

3.3. Κοινοτικά μέσα στήριξης

Η Κοινότητα διαθέτει περιορισμένα μέσα για τη χρηματοδότηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Η Κοινότητα μπορεί να παρέμβει μόνο ως καταλύτης και υποστηρικτικά. Έχουν αναληφθεί οι ακόλουθες δράσεις.

3.3.1. Κοινοτικά προγράμματα στήριξης

Πρόγραμμα "Ευφυής Ενέργεια - Ευρώπη" (2003-2006) [10]

[10] Απόφαση αριθ. 1230/2003/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 26ης Ιουνίου 2003, για θέσπιση πολυετούς προγράμματος δράσης στο πεδίο της ενέργειας, ΕΕ L 176 της 15.7.2003, σ. 29.

Το πολυετές πρόγραμμα "Ευφυής Ενέργεια - Ευρώπη", που εγκρίθηκε τον Ιούνιο του 2003, βασίζεται στην επιτυχία των προγραμμάτων Save και Altener, με τα οποία στηρίχθηκαν δράσεις στον τομέα της ενεργειακής απόδοσης και της ανανεώσιμης ενέργειας από τις αρχές της δεκαετίας του '90. Είναι σημαντικό να επισημανθεί η αύξηση των κονδυλίων από τον κοινοτικό προϋπολογισμό που διατίθενται για δράσεις στα κράτη μέλη. Ο προϋπολογισμός για τα δύο προηγούμενα προγράμματα κατά τη δεκαετία 1993-2002 ανήλθε σε 220 εκατομ. EUR, ενώ ο προϋπολογισμός που έχει προβλεφθεί για το νέο πρόγραμμα για την περίοδο 2003-2006 σε 250 εκατομ. EUR.

Το πρόγραμμα "Ευφυής Ενέργεια - Ευρώπη" αποσκοπεί στη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης (δράσεις Save), στην προώθηση νέων και ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (δράσεις Altener), στην υποστήριξη πρωτοβουλιών με αντικείμενο τις ενεργειακές πτυχές των μεταφορών (Steer) και την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης στις αναπτυσσόμενες χώρες (Coopener).

Το πρόγραμμα "Ευφυής Ενέργεια - Ευρώπη" υποστηρίζει την εφαρμογή της κοινοτικής νομοθεσίας επειδή θα αποτελέσει καταλύτη για να καταβληθούν προσπάθειες σε εθνικό, περιφερειακό και τοπικό επίπεδο σε όλη την ΕΕ. Επικεντρώνεται στην άρση των μη τεχνικών εμποδίων, στη δημιουργία ευκαιριών στην αγορά, στην εκπόνηση προτύπων και τη δημιουργία δομών κατάρτισης, καθώς και στην ανάπτυξη εργαλείων για τον προγραμματισμό και την παρακολούθηση. Το πρόγραμμα αυτό συμπληρώνει προγράμματα ΕΤΑ, συμβάλλοντας στην αντιμετώπιση των εμποδίων στην αγορά που συχνά διαπιστώνονται κατά την υλοποίηση έργων επίδειξης. Με το πρόγραμμα αυτό ενθαρρύνονται επίσης δράσεις από τις τοπικές κοινωνίες και από την τοπική αυτοδιοίκηση, δράσεις ζωτικής σημασίας για την δημιουργία βιώσιμων αγορών ανανεώσιμης ενέργειας.

Η αυξανόμενη σημασία και το μέγεθος της κοινοτικής στήριξης οδήγησε στη σύσταση του Εκτελεστικού Οργανισμού για την Ευφυή Ενέργεια που θα επικουρεί την Επιτροπή στην υλοποίηση του προγράμματος "Ευφυής Ενέργεια - Ευρώπη".

Έρευνα, τεχνολογική ανάπτυξη και επίδειξη

Το έκτο πρόγραμμα-πλαίσιο ΕΤΑ (2002-2006) [11] συμβάλλει στις προσπάθειες που καταβάλλει η Κοινότητα για την προώθηση της αειφόρου ανάπτυξης και της οικονομίας της γνώσης. Υπό την προτεραιότητα 6 του τρέχοντος προγράμματος περιλαμβάνονται τα βιώσιμα ενεργειακά συστήματα. Από τον συνολικό προϋπολογισμό ΕΤΑ ύψους 17,5 δισεκατομ. EUR, για τα βιώσιμα ενεργειακά συστήματα έχουν προβλεφθεί 810 εκατομ. EUR: 405 εκατομ. EUR για την μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη έρευνα και 405 εκατομ. EUR για μεσοπρόθεσμα και βραχυπρόθεσμα έργα επίδειξης.

[11] Απόφαση αριθ. 1513/2002/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2002, για το έκτο πρόγραμμα πλαίσιο δραστηριοτήτων έρευνας, τεχνολογικής ανάπτυξης και επίδειξης της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, με σκοπό τη συμβολή στη δημιουργία του ευρωπαϊκού χώρου έρευνας και στην καινοτομία (2002-2006), ΕΕ L232 , 29.08.2002.

Το βραχυπρόθεσμο μέχρι μεσοπρόθεσμο μέρος του προγράμματος επικεντρώνεται σε πέντε προτεραιότητες έρευνας:

- οικονομικά αποδοτικός εφοδιασμός με ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές,

- μεγάλης κλίμακας ενσωμάτωση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας,

- οικολογικά κτίρια,

- πολυπαραγωγή,

- εναλλακτικά καύσιμα κινητήρων.

Υπό αυτό το μέρος του προγράμματος η Επιτροπή δρομολόγησε μείζονα πρωτοβουλία -Concerto - υπό την οποία υποστηρίζονται έργα επίδειξης που επικεντρώνονται στη βελτιστοποίηση της ροής ενέργειας σε τοπικές κοινότητες με την καινοτόμο ενσωμάτωση των τεχνολογιών της ανανεώσιμης ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης. Η πρωτοβουλία αυτή έχει επίσης αντικείμενο τον σημαντικό στόχο της συμμετοχής των τοπικών κοινοτήτων σε δραστηριότητες αειφόρου ανάπτυξης. Η συναφής πρωτοβουλία -Civitas - αντλεί πόρους από τον προϋπολογισμό για τις μεταφορές και από τον προϋπολογισμό για την έρευνα με σκοπό την προώθηση των αειφόρων αστικών μεταφορών, όπου συμπεριλαμβάνονται τα εναλλακτικά καύσιμα κινητήρων. Η Επιτροπή έχει επίσης δρομολογήσει άλλες μείζονες πρωτοβουλίες, όπου περιλαμβάνονται οι "πλατφόρμες τεχνολογίας για το υδρογόνο και τα φωτοβολταϊκά", με σκοπό μακροπρόθεσμες προοπτικές και στρατηγικούς οδικούς χάρτες για αυτές τις δύο νευραλγικές τεχνολογίες.

Ως προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, στο μεσοπρόθεσμο μέχρι βραχυπρόθεσμο πρόγραμμα έρευνας περιλαμβάνονται οι ακόλουθες προτεραιότητες έρευνας:

- νέες και προηγμένες βασικές αρχές στις τεχνολογίες ανανεώσιμης ενέργειας,

- νέες τεχνολογίες για τη μεταφορά και αποθήκευση της ενέργειας, ιδίως τεχνολογία υδρογόνου,

- κυψέλες καυσίμου, συμπεριλαμβανόμενων των εφαρμογών τους,

- εκπόνηση κοινωνικοοικονομικών, ενεργειακών και περιβαλλοντικών μοντέλων.

Εξάλλου, η Επιτροπή έχει ξεκινήσει δύο μείζονες πρωτοβουλίες στον τομέα των χρήσεων γης και της γεωργίας, που επιδιώκουν να συμβάλλουν στην κατάστρωση της στρατηγικής της ΕΕ για την αειφόρο ανάπτυξη με την ανάπτυξη εργαλείων και μεθόδων για την αξιολόγηση του αντίκτυπου εναλλακτικών πολιτικών. Μεταξύ των γεωργικών και δασικών χρήσεων γης που θα εξεταστούν, ιδιαίτερη προσοχή θα δοθεί στην παραγωγή βιομάζας για χρήση ως ανανεώσιμη πηγή ενέργειας. Τέλος, υπό το σχέδιο δράσης για τις περιβαλλοντικές τεχνολογίες που έχει δρομολογήσει η Γενική Διεύθυνση Έρευνα θα αναλυθούν και θα προωθηθούν οι τεχνολογίες ανανεώσιμης ενέργειας.

3.3.2. Διάδοση - Εκστρατείες ευαισθητοποίησης του κοινού

Η εκστρατεία εκκίνησης (2000-2003)

Η Επιτροπή δρομολόγησε την εκστρατεία εκκίνησης για τις ανανεώσιμες ενέργειες [12] το 1999. Σκοπός ήταν να καθοριστούν ποσοτικοί στόχοι για οκτώ κλάδους ανανεώσιμης ενέργειας, οι οποίοι να αποτελέσουν τις κατευθυντήριες τιμές των ιθυνόντων λήψης αποφάσεων και, σχεδιασμού για τη διάδοση επιτυχών πρωτοβουλιών, να εξαπλωθούν οι βέλτιστες πρακτικές καθώς και να ευαισθητοποιηθούν οι ιθύνοντες λήψης αποφάσεων σε τοπικό, περιφερειακό, εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.

[12] Έγγραφο των υπηρεσιών της Επιτροπής - «Ενέργεια για το μέλλον: ανανεώσιμες πηγές ενέργειας» - ( (κοινοτική στρατηγική και σχέδιο δράσης) - Εκστρατεία εκκίνησης, SEC (1999) 504

Μεταξύ 2000 και 2003 στην εκστρατεία συμμετείχαν ως εταίροι για τις ανανεώσιμες ενέργειες περισσότερα από 125 προγράμματα και έργα για τις ανανεώσιμες ενέργειες, στα οποία συμμετείχαν άνω των 600 οργανισμών στην Ευρωπαϊκή Ένωση - τοπική αυτοδιοίκηση, κρατικές υπηρεσίες, τεχνολογικά ινστιτούτα, περιφερειακές αρχές, εθνικά ιδρύματα, πανεπιστήμια και επιχειρήσεις.

3.4. Επίτευξη του στόχου 12% - ο αντίκτυπος της κοινοτικής νομοθεσίας

3.4.1. Νομοθεσία για την ενεργειακή απόδοση

Για τη βελτίωση της ασφάλειας του ενεργειακού εφοδιασμού και την μείωση των εκπομπών θερμοκηπιακών αερίων η ενεργειακή απόδοση είναι εξίσου σημαντική με την ανανεώσιμη ενέργεια.

Η πολιτική της ΕΕ για την ενεργειακή απόδοση έχει εξελιχθεί κατά τρόπο διαφορετικό απ' ό,τι η πολιτική για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

Η πολιτική για την ανανεώσιμη ενέργεια ξεκίνησε με έναν γενικό στόχο (τον "στόχο 12%"). Ακολούθησαν οδηγίες για τον ηλεκτρισμό και τις μεταφορές.

Η νομοθεσία της ΕΕ για την ενεργειακή απόδοση πραγματεύθηκε κατ' αρχάς μεμονωμένα προϊόντα. Πριν από το 2000, κάλυπτε απαιτήσεις για την ελάχιστη ενεργειακή απόδοση και τη σήμανση πληθώρας προϊόντων - καθώς και εθελοντική συμφωνία με την αυτοκινητοβιομηχανία (την "συμφωνία ACEA") [13].

[13] Παρότι αυτή η συμφωνία αφορά τη μείωση των εκπομπών CO2, υλοποιείται κυρίως με βελτιώσεις της ενεργειακής απόδοσης των αυτοκινήτων.

Μετά το 2000 η Ένωση συνέχισε τη θέσπιση νομοθεσίας για την ενεργειακή απόδοση μεμονωμένων προϊόντων, καθόρισε απαιτήσεις απόδοσης για τα στραγγαλιστικά πηνία (στοιχείο των φθοριζόντων λαμπτήρων) [14] καθώς και νέες απαιτήσεις σήμανσης για τα ψυγεία, τους καταψύκτες, τα κλιματιστικά και τους οικειακούς ηλεκτρικούς φούρνους [15].

[14] Οδηγία 2000/55/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 18ης Σεπτεμβρίου 2000, σχετικά με τις απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης για τα στραγγαλιστικά πηνία που προορίζονται για τους λαμπτήρες φθορισμού (ΕΕ L279, 01.11.2000)

[15] Οδηγία 2003/66/ΕΚ της Επιτροπής, της 3ης Ιουλίου 2003, για την τροποποίηση της οδηγίας 94/2/ΕΚ της Επιτροπής της 21ης Ιανουαρίου 1994 περί εφαρμογής της οδηγίας 92/75/ΕΟΚ του Συμβουλίου όσον αφορά την ένδειξη της κατανάλωσης ενέργειας για τα οικιακά ηλεκτρικά ψυγεία και τους καταψύκτες, καθώς και τους συνδυασμούς αυτών, ΕΕΕΕ L170, 09.07.2003.

Παράλληλα, η Ένωση άρχισε να θεσπίζει νομοθεσία για την ενεργειακή απόδοση ολοκλήρων κλάδων, όπως η οδηγία που καλύπτει την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων και η οδηγία για τη συμπαραγωγή θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας [16].

[16] Οδηγία 2002/91/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Δεκεμβρίου 2002, για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων, ΕΕ L1, 04.01.2003. Οδηγία 2004/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για την προώθηση της συμπαραγωγής ενέργειας, ΕΕ L52, 21.02.2004.

Στα μέσα του 2003, η Επιτροπή πρότεινε οδηγία πλαίσιο για τον οικολογικό σχεδιασμό προϊόντων που καταναλώνουν ενέργεια, η οποία θα καταστήσει δυνατόν να καθοριστούν ελάχιστες απαιτήσεις για την απόδοση ή να προωθηθούν εθελοντικές συμφωνίες σε αυτόν τον τομέα.

Τέλος, και πλέον πρόσφατα, η Επιτροπή πρότεινε να θεσπιστεί νομοθετικώς στην Ένωση γενικός στόχος για την ενεργειακή απόδοση. Σύμφωνα με την οδηγία για τις ενεργειακές υπηρεσίες θα απαιτείται από τα κράτη μέλη να μειώσουν την ποσότητα της ενέργειας που διανέμεται στους τελικούς καταναλωτές κατά 1% ετησίως.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εξετάζουν επί του παρόντος τις προτάσεις οδηγιών της Επιτροπής σχετικά με τον οικολογικό σχεδιασμό και την ενεργειακή απόδοση και τις ενεργειακές υπηρεσίες.

Μέτρα για την ενεργειακή απόδοση είναι δυνατό να καταστήσουν ευκολότερη την επίτευξη του στόχου 12% για την ανανεώσιμη ενέργεια, επειδή θα μειώσουν τη συνολική κατανάλωση ενέργειας με βάση την οποία υπολογίζεται αυτό το μερίδιο.

Στον κατωτέρω πίνακα εμφαίνεται ο κατ' εκτίμηση αντίκτυπος της νομοθεσίας που θεσπίστηκε για την ενεργειακή απόδοση στο σύνολο της κατανάλωσης ενέργειας της ΕΕ-15 το 2010.

// Εξοικονομίσεις πρωτογενούς κατανάλωσης ενέργειας (εκατομ.ΤΙΠ)

Οδηγία για τα κτίρια // 9

Οδηγία για την συμπαραγωγή // 10

Οδηγία για τα στραγγαλιστικά πηνία // 1

Σήμανση φούρνων και κλιματιστικών // <0.5

Σήμανση ψυγείων // 1

Κανονισμός για τον ενεργειακό αστέρα [17] // estimate: 1

[17] Η Επιτροπή υποστήριξε εθελοντικά προγράμματα με τα οποία θα εξοικονομηθεί τουλάχιστον ένα ακόμη εκατομ. ΤΙΠ: GreenLight, Motor Challenge, συμφωνίες για την εξοικονόμηση ενέργειας από ψηφιακές τηλεοράσεις και ηλεκτρικό εξοπλισμό σε κατάσταση εφεδρείας, και συμφωνία CEMEP.

ΣΥΝΟΛΟ // 22

Η Επιτροπή προβλέπει ότι ως αποτέλεσμα αυτής της νέας νομοθεσίας, η συνολική κατανάλωση ενέργειας στην ΕΕ-15 το 2010 θα είναι 1.556 εκατομ. ΤΙΠ, αντί των 1.578 εκατομ. ΤΙΠ σύμφωνα με το βασικό σενάριο της Επιτροπής.

Πρέπει να υπογραμμιστεί ότι αυτή η εκτίμηση δεν αποδίδει πλήρως τον αντίκτυπο της νομοθεσίας της ΕΕ, επειδή πολλά μέτρα θα αποδώσουν κυρίως μόνον μετά το 2010.

Η οδηγία 2002/91/ΕΚ σχετικά με την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων αφορά τον οικιακό και τον πρωτογενή τομέα όπου καταναλώνεται περίπου το 40% της τελικής ζήτησης ενέργειας στην ΕΕ. Το μακροπρόθεσμο δυναμικό εξοικονόμησης ενέργειας εκτιμάται σε περίπου 22%. Με την οδηγία αυτή καθιερώνεται ενιαία μέθοδος για πρότυπα ολοκληρωμένης ενεργειακής απόδοσης των κτιρίων, όπου συμπεριλαμβάνεται ο εφοδιασμός με ανανεώσιμη ενέργεια και η συμπαραγωγή. Τα πρότυπα εφαρμόζονται όχι μόνο σε νέα κτίρια, αλλά και σε περίπτωση σημαντικής ανακαίνισης μεγάλων, υπαρχόντων κτιρίων. Τα κτίρια και οι κατοικίες πρέπει να είναι πιστοποιημένα όταν πωλούνται ή ενοικιάζονται και πρέπει να διαπιστώνονται τα μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας. Οι λέβητες, οι εγκαταστάσεις θέρμανσης και ψύξης πρέπει να επιθεωρούνται τακτικά και να διενεργείται εκτίμηση των δυνατών εξοικονομήσεων ενέργειας. Η οδηγία πρέπει να έχει μεταφερθεί στο δίκαιο των κρατών μελών το αργότερο το 2006.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, μέχρι το 2010 θα εξοικονομηθεί πρωτογενής ενέργεια 9 εκατομ. ΤΙΠ και θα μειωθούν οι εκπομπές CO2 κατά 20 εκατομ. τόνους. Η εκτίμηση αυτή βασίζεται σε μοντέλο ετήσιας σταθερής βελτίωσης επί μία εξαετία.

Σκοπός της οδηγίας 2004/8/ΕΚ για την προώθηση της συμπαραγωγής ενέργειας είναι να αυξηθεί το μερίδιο της ιδιαιτέρως αποδοτικής συμπαραγωγής από το σημερινό (2000) επίπεδο του 10% του συνόλου της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας στην ΕΕ. Στην οδηγία διευκρινίζεται ότι με την υψηλής ποιότητας συμπαραγωγή θερμότητας και ηλεκτρικής ενέργειας (ΣΘΗ) εξοικονομείται τουλάχιστον 10% της πρωτογενούς κατανάλωσης ενέργειας σε σύγκριση προς τη χωριστή παραγωγή. Η κατά μέσον όρο εξοικονόμηση πρωτογενούς ενέργειας θα πρέπει να είναι μάλλον περί το 20-25%. Το μερίδιο που θα ήταν δυνατό να καλυφθεί με υψηλής απόδοσης συμπαραγωγή είχε υπολογιστεί προηγουμένως σε 18% για το 2010, τούτο όμως πρέπει να αναθεωρηθεί με βάση τις εκθέσεις που πρόκειται να υποβάλουν τα κράτη μέλη το 2006 σχετικά με το εθνικό δυναμικό τους για υψηλής απόδοσης συμπαραγωγή. Η εγγυημένη πρόσβαση στο δίκτυο με δίκαιους όρους, η εξομάλυνση των διοικητικών διαδικασιών, καθώς και σύστημα που να προσφέρει εγγύηση προέλευσης για να βοηθηθούν οι διαχειριστές να προωθήσουν την υψηλής απόδοσης συμπαραγωγή είναι οι άλλοι μηχανισμοί της οδηγίας. Η οδηγία δεν είναι δεσμευτική ως προς το καύσιμο. Η οδηγία αυτή θα προωθήσει την συμπαραγωγή με ανανεώσιμες πηγές καθώς και με ορυκτά καύσιμα.

Εάν το μερίδιο της ηλεκτρικής ενέργειας από συμπαραγωγή φθάσει το 18% το 2010 οι εξοικονομήσεις πρωτογενούς ενέργειας θα φθάσουν σε 18 εκατομ. ΤΙΠ και οι εκπομπές CO2 θα μειωθούν κατά 42 εκατομ. τόνους, έναντι της βασικής υπόθεσης ότι το μερίδιο της ΣΘΗ θα ανέλθει σε 13%. Το ενδιάμεσο σενάριο (15,5% ΣΘΗ) που δίδεται στον παραπάνω πίνακα, οδηγεί σε εξοικονομήσεις πρωτογενούς ενέργειας 10 εκατομ. ΤΙΠ και μείωση των εκπομπών κατά 24 εκατομ. τόνους CO2.

Η ενεργειακή απόδοση πρέπει να αντιμετωπισθεί υπό την ευρεία έννοια, ως σφαιρική ολοκλήρωση των διαδικασιών τόσο από πλευράς παραγωγής όσο και κατανάλωσης. Οι πολεοδόμοι πρέπει, μεταξύ άλλων, να ενημερωθούν για τα σημαντικά οφέλη της ενεργειακής απόδοσης.

3.4.2. Νομοθεσία για την ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές

Για ηλεκτροπαραγωγή χρησιμοποιείται περίπου 45% της ενέργειας που καταναλώνεται στην ΕΕ-25 [18].

[18] Μέθοδος αντικατάστασης, πρόκειται για το μερίδιο της εκκαθάρισης κατανάλωσης που δεν προορίζεται για τελική κατανάλωση. εξαιρουμένων των μη ενεργειακών χρήσεων.

Η ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται από ανανεώσιμες πηγές ανήλθε σε 384 TWh στην ΕΕ-15 το 2001, που αντιστοιχεί σε μερίδιο 15,2% (επιβεβαιωμένα στοιχεία για το 2002 δεν είναι ακόμη διαθέσιμα).

Λεπτομερής ανάλυση σχετικά με την ηλεκτρική ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές έχει ήδη δοθεί στο κεφάλαιο 2.

3.4.3. Βιοκαύσιμα

Το 2002, το μερίδιο των βιοκαυσίμων στην αγορά έφθασε σε απόγειο στη Γαλλία (1,3%). Στο σύνολο της ΕΕ-15 το μερίδιο των βιοκαυσίμων ήταν 0,6% της αγοράς βενζίνης και ντήζελ. Στην Δημοκρατία της Τσεχίας τα βιοκαύσιμα έχουν ήδη φθάσει μερίδιο 1,3% όλων των καυσίμων κίνησης το 2001. Η Πολωνία έχει επίσης θεσπίσει νέα νομοθεσία για την προώθηση των βιοκαυσίμων, που τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2004.

Το συνηθέστερο βιοκαύσιμο προέρχεται από ελαιούχους σπόρους. Τη δεύτερη θέση [και μάλιστα ταχύρρυθμα ανερχόμενη] καταλαμβάνει η βιοαιθανόλη, από σακχαρότευτλα ή σιτάρι. Η βιοαιθανόλη αναμιγνύεται με βενζίνη, εν μέρει ως αλκοόλη, εν μέρει μετά από μετατροπή σε αιθυλ-τριτ.βουτυλ-αιθέρα (ETBE). Άλλα βιοκαύσιμα που είναι παράγωγα αποβλήτων και καταλοίπων, καταλαμβάνουν ελάχιστο μερίδιο.

Τα βιοκαύσιμα είναι σχετικά ακριβά, αλλά το πρόσθετο κόστος δικαιολογείται από τα οφέλη σε διάφορους άλλους τομείς άσκησης πολιτικής. Συγκεκριμένα, θα μπορούσαν να αποτελέσουν πρόσθετες και εναλλακτικές προμήθειες ως καύσιμο στον τομέα των μεταφορών, που εξαρτάται σχεδόν πλήρως από ένα καύσιμο, το πετρέλαιο, και καταλαμβάνει μερίδιο περισσότερο από 30% της τελικής κατανάλωσης ενέργειας στην Κοινότητα. Τα βιοκαύσιμα είναι επί του παρόντος ο μόνος τεχνικώς δυνατός τρόπος για την χρησιμοποίηση ανανεώσιμης ενέργειας που μπορεί να αντικαταστήσει το πετρέλαιο ως καύσιμο για τις μεταφορές. Αυτό σημαίνει ότι τα βιοκαύσιμα προσφέρουν ιδιαιτέρως σαφή πλεονεκτήματα όσον αφορά την ασφάλεια εφοδιασμού. Ορισμένα από αυτά τα πλεονεκτήματα θα μπορούσαν να προέλθουν από τις εισαγωγές βιοκαυσίμων, δεδομένο ότι το βιοκαύσιμο προέρχεται από διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές απ' ό,τι το πετρέλαιο.

Επιπλέον, τα βιοκαύσιμα προσφέρουν πλεονεκτήματα για την απασχόληση, δεδομένου ότι ανά 1000 ΤΙΠ αντιστοιχούν 16 θέσεις απασχόλησης, σχεδόν όλες σε γεωργικές περιοχές.

Λαμβάνοντας υπόψη τα πλεονεκτήματα των βιοκαυσίμων όσον αφορά την κλιματική αλλαγή, την ασφάλεια εφοδιασμού και την απασχόληση στην ύπαιθρο, η Επιτροπή πρότεινε το 2001 νέα στοιχεία για τον καθορισμό στόχων σχετικά με τη χρήση των βιοκαυσίμων στις μεταφορές. Μια δεύτερη πρόταση παρέχει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να εξαιρεί τα βιοκαύσιμα από τη φορολόγηση καυσίμων χωρίς να χρειάζονται προηγουμένως την έγκριση της Επιτροπής. Οι προτάσεις αυτές οδήγησαν, το 2003, στην έγκριση από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο της οδηγίας για τα βιοκαύσιμα [19] και της οδηγίας σχετικά με την φορολόγηση των ενεργειακών προϊόντων [20].

[19] Οδηγία 2003/30/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συβουλίου, της 8ης Μαΐου 2003, σχετικά ε την προώθηση της χρήσης βιοκαυσίμων ή άλλων ανανεώσιμων καυσίμων για τις μεταφορές. ΕΕ L123, 17.05.2003.

[20] Οδηγία 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου, της 27ης Οκτωβρίου 2003, σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας. ΕΕ L283, 31.10.2003

Στην οδηγία για τα βιοκαύσιμα ορίζεται ότι "τα κράτη μέλη θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι μια ελάχιστη αναλογία βιοκαυσίμων και άλλων ανανεώσιμων καυσίμων διατίθενται στις αγορές τους και καθορίζουν, προς τούτο, εθνικούς ενδεικτικούς στόχους". Ως τιμές αναφοράς για τους στόχους αυτούς ορίζονται: 2% μέχρι το 2005 και 5,75% μέχρι το τέλος του 2010. Τα κράτη μέλη οφείλουν να υποβάλουν ετησίως έκθεση στην Επιτροπή σχετικά με τα μέτρα που έλαβαν για την προώθηση των βιοκαυσίμων και το μερίδιο των βιοκαυσίμων που έχουν διατεθεί στην αγορά κατά το προηγούμενο έτος. Η πρώτη έκθεση, που πρέπει να υποβληθεί μέχρι το τέλος του Ιουνίου 2004, πρέπει να περιλαμβάνει εθνικό ενδεικτικό στόχο για το 2005. Στην έκθεση που πρέπει να υποβληθεί το 2007 πρέπει να περιλαμβάνεται εθνικός ενδεικτικός στόχος για το 2010.

Η Επιτροπή οφείλει, μέχρι το τέλος του 2006, να υποβάλει έκθεση σχετικά με την πρόοδο που σημειώθηκε, και εν συνεχεία ανά διετία. Εάν στην έκθεση συνάγεται το συμπέρασμα ότι οι ενδεικτικοί στόχοι δεν πρόκειται να επιτευχθούν για λόγους που δεν αιτιολογούνται η Επιτροπή πρέπει να κάνει προτάσεις οι οποίες "να αφορούν τους εθνικούς στόχους, συμπεριλαμβανομένων ελεγχόμενων υποχρεωτικών στόχων, υπό τη δέουσα μορφή".

Στην οδηγία για την φορολογία της ενέργειας ορίζεται ότι, εφόσον στην κοινοτική νομοθεσία δεν ορίζονται υποχρεωτικοί στόχοι, τα κράτη μέλη δύνανται να εξαιρούν τα βιοκαύσιμα από τον φόρο καυσίμων ή να εφαρμόζουν χαμηλότερο φορολογικό συντελεστή. Ωστόσο, εάν επιβληθούν υποχρεωτικοί στόχοι από την κοινοτική νομοθεσία, τα κράτη μέλη δύνανται να συνεχίζουν να χορηγούν φοροαπαλλαγές/εξαιρέσεις σύμφωνα με τη διαδικασία που ορίζεται στο άρθρο 19 της οδηγίας για την φορολογία της ενέργειας (πρόταση της Επιτροπής, απόφαση έγκρισης από το Συμβούλιο). Η κατάσταση επί του παρόντος (Μάρτιος 2004) είναι ότι επτά κράτη μέλη έχουν εν μέρει ή πλήρως απαλλάξει τα βιοκαύσιμα από την φορολόγηση (Αυστρία, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία, Σουηδία και το Ηνωμένο Βασίλειο).

Εάν επιτευχθούν οι στόχοι που έχουν καθοριστεί στην οδηγία για τα βιοκαύσιμα, η συμβολή των βιοκαυσίμων θα αυξηθεί από 1,4 εκατομ. ΤΙΠ το 2001 σε 19 εκατομ. ΤΙΠ το 2010 - δηλαδή θα αυξηθεί κατά 18 εκατομ. ΤΙΠ.

Η Επιτροπή θα παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς την αγορά βιοκαυσίμων και τη μεταφορά στο εθνικό δίκαιο της οδηγίας για τα βιοκαύσιμα, που πρέπει να έχει ολοκληρωθεί τον Δεκέμβριο του 2004.

Η πρόοδος που θα σημειωθεί στον κλάδο των βιοκαυσίμων μέχρι το 2010 και μετέπειτα θα επηρεαστεί ισχυρά και θα εξαρτηθεί από τις εξελίξεις των προτύπων ποιότητας των καυσίμων, δηλαδή την ανταγωνιστικότητα των βιοκαυσίμων, την εξέλιξη των νέων τεχνολογιών βιοκαυσίμων και την προσφορά βιομάζας για βιοκαύσιμα.

3.5. Ανανεώσιμη ενέργεια για παραγωγή θερμότητας

Η ανανεώσιμη ενέργεια για τη θέρμανση αυξήθηκε με βραδύ ρυθμό κατά την τελευταία επταετία. Η οδηγία για την προώθηση της συμπαραγωγής (οδηγία ΣΘΗ) και η οδηγία για τα κτίρια έχουν άμεσο αντίκτυπο στην αποδοτική χρήση της θερμότητας. Δεν υπάρχει όμως νομοθεσία που να αφορά την παραγωγή θερμότητας από ανανεώσιμες πηγές. Πρόκειται για κλάδο όπου κυριαρχεί η παραδοσιακή χρήση της βιομάζας και απαιτείται νέα δυναμική που θα συμβάλει στην επίτευξη του στόχου για μερίδιο 12% των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και την ανάπτυξη του μεγάλου δυναμικού που υπάρχει στα νέα κράτη μέλη.

Η θερμότητα από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας χρησιμοποιείται κατά πολλούς διαφορετικούς τρόπους. Η ζήτηση θέρμανσης για βιομηχανική χρήση συχνά απαιτεί υψηλές θερμοκρασίες ή ατμό υπό υψηλή πίεση. Γι' αυτές τις περιπτώσεις η ηλεκτρική ενέργεια από τις ανανεώσιμες πηγές θα παρέχεται κατά κανόνα από την καύση βιομάζας (ξύλο ή βιομηχανικά απόβλητα και κατάλοιπα), κατά προτίμηση μαζί με ορυκτά καύσιμα σε λέβητες ή ΣΘΗ. Όταν η θερμότητα χρειάζεται για τη θέρμανση κτιρίων και την παραγωγή ζεστού νερού, η ζήτηση είναι δυνατό να καλυφθεί από ευρύτερη κλίμακα τεχνολογιών και πηγών. Για μεγάλης κλίμακας ζήτηση, όπως η τηλεθέρμανση και τα μεγάλα κτίρια (εμπορικά/δημόσια/κατοικίες), είναι δυνατή η κεντρική παροχή, και οι οικονομίες κλίμακας είναι δυνατό να ενθαρρύνουν την επένδυση στην σχετική τεχνολογία (μεγάλοι καυστήρες, γεωθερμική ενέργεια, ΣΘΗ). Η οικιακή ζήτηση θέρμανσης και άλλη μικρής κλίμακας ζήτηση είναι δυνατό να καλυφθούν χρησιμοποιώντας άλλες τεχνολογίες, όπως τα ηλιακά πανέλα, οι θερμάστρες ξύλου, η γεωθερμία κ.λπ.

3.5.1. Οι εξελίξεις της γεωθερμίας

Η άμεση θέρμανση είναι η παλαιότερη και συνηθέστερη χρήση της γεωθερμικής ενέργειας. Γνωστά παραδείγματα αποτελούν η θέρμανση χώρων και η τηλεθέρμανση, οι γεωργικές εφαρμογές και χρήσεις στην υδατοκαλλιέργεια και τη βιομηχανία.

Τα τελευταία έτη έχει αυξηθεί σημαντικά η θέρμανση και η ψύξη χώρων με τη χρήση αντλιών θερμότητας εδάφους. Την πρώτη θέση καταλαμβάνει η Σουηδία όπου η ισχύς των 176.000 μονάδων ανερχόταν σε 1 GWth το 2002, και αντιπροσωπεύει το ένα τρίτο όλων των αντλιών θερμότητας που έχουν εγκατασταθεί στην Ευρώπη. Ακολουθούν η Γερμανία και η Γαλλία. Η Ιταλία είναι η πρωτοπόρος χώρα στην Ευρώπη στις χαμηλής ενέργειας εφαρμογές της γεωθερμίας, με δυναμικό 0,44 GWth, ακολουθούμενη από τη Γαλλία και τη Γερμανία.

Με 10% ετήσιο ρυθμό αύξησης των αντλιών θερμότητας (ο ρυθμός αύξησης το 2002 καθώς και το 2001 ήταν 14%) θα ξεπεραστεί κατά 60% ο στόχος των 5 GWth το 2010, ο οποίος είχε υπολογιστεί το 1997.

Η γεωθερμική ενέργεια είναι πολύ αναπτυγμένη στην Ουγγαρία όπου η εγκατεστημένη ισχύς είναι περίπου η ίδια με εκείνη της Γαλλίας. Στη Δημοκρατία της Τσεχίας, τη Σλοβακία, τη Σλοβενία και την Πολωνία χρησιμοποιείται αυτή η πηγή ανανεώσιμης ενέργειας κυρίως υπό μορφή άμεσης θέρμανσης.

3.5.2. Ηλιακή θέρμανση

Η ηλιακή ενέργεια για θέρμανση χρησιμοποιείται μόνο στη Γερμανία, την Ελλάδα, την Αυστρία και την Κύπρο. Στα τέλη του 2002, η εγκατεστημένη επιφάνεια ηλιακών συλλεκτών στην ΕΕ-15 ήταν περίπου 12,8 εκατομ. τετραγωνικά μέτρα, έναντι 11,8 εκατομ. m στα τέλη του 2001. Η μεγαλύτερη αύξηση σημειώθηκε στην γερμανική αγορά. Το 2002 το 80% του συνολικού δυναμικού ηλιακής θέρμανσης στην ΕΕ-15 ήταν εγκατεστημένο στις τρεις προπορευόμενες χώρες. Στην Αυστρία, για παράδειγμα, το πλήθος των ηλιακών συλλεκτών για θέρμανση είναι εννεαπλάσιο εκείνου της Ισπανίας. Από τα νέα κράτη μέλη ξεχωρίζει η Κύπρος, όπου είναι εγκατεστημένα 600.000 m .

Με ηλιακούς συλλέκτες καλύπτονται τα δύο τρίτα των αναγκών των ελληνικών νοικοκυριών σε ζεστό νερό, στην Κύπρο μέχρι το 90% και σχεδόν 10% στην Αυστρία. Στην Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ιταλία καλύπτεται μόνο το 0,5% των αναγκών σε ζεστό νερό.

Η παραγωγή ηλιακών συλλεκτών έχει σημειώσει αύξηση κατά τα τελευταία έτη με ρυθμό περίπου 9%. Ωστόσο, εάν δεν ληφθούν πολλοί σημαντικότερα μέτρα, δεν θα επιτευχθεί ο στόχος του 1997 να έχουν εγκατασταθεί μέχρι το 2010 100 εκατομ. m ηλιακοί συλλέκτες στην ΕΕ-15.

3.5.3. Βιοαέριο

Αφότου το "περιβάλλον" αποτελεί ώριμο οικονομικό κλάδο, ο κλάδος του βιοαερίου εξελίσσεται συνεχώς στις περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το βιοαέριο προσφέρει το διπλό πλεονέκτημα εξάλειψης της ρύπανσης ενώ παράλληλα παράγει ενέργεια. Μονάδες παραγωγής μεθανίου έχουν εμφανιστεί σε όλη την Ευρώπη. Στον κλάδο του βιοαερίου αξιοποιούνται διάφοροι τύποι αποβλήτων. Το αέριο αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας, θέρμανσης ή ως καύσιμο στις μεταφορές. Το 60% του βιοαερίου χρησιμοποιείται για την ηλεκτροπαραγωγή και το 40% για την παραγωγή θερμότητας.

Το 2002, η παραγωγή βιοαερίου στην ΕΕ-15 ανήλθε σε 2,8 εκατομ. ΤΙΠ, παραγωγή κατά 10% υψηλότερη από το 2001. Αυτός ο ρυθμός αύξησης είναι πολύ χαμηλός για να επιτευχθεί το μέγεθος των 15 εκατομ. ΤΙΠ που είχε προταθεί για το 2010.

Για να αναπτυχθεί ο τομέας του βιοαερίου απαιτείται συντονισμένη πολιτική στα πεδία της ενέργειας, του περιβάλλοντος και της γεωργίας (η κοπριά από τα βοοειδή είναι μια πηγή βιοαερίου).

3.5.4. Βιομάζα από ξύλο

Η περισσότερη βιομάζα που χρειάζεται για θέρμανση εξακολουθεί, όπως το παρελθόν, να είναι το ξύλο, ιδιαίτερα για οικιακή χρήση. Η αγορά βιομάζας για τη θέρμανση χώρων είναι στάσιμη. Σημαντικά κίνητρα χρειάζονται για ξεπεραστεί αυτό το πρόβλημα και να προωθηθούν θερμάστρες και καυστήρες ξύλου. Η συμπαραγωγή θερμότητας - ηλεκτρισμού αποτελεί πρόσφορη εναλλακτική λύση για τη χρήση του ξύλου σε βιομηχανική κλίμακα. Το μεσοπρόθεσμο δυναμικό για την ΕΕ-15 δείχνει πιο ισόρροπη κατανομή μεταξύ των τριών τεχνολογιών που εξετάζονται: θέρμανση από βιομάζα, θέρμανση από γεωθερμία και ηλιακή θέρμανση (στη θέρμανση από γεωθερμία συμπεριλαμβάνονται οι γεωθερμικές αντλίες θερμότητας).

Άλλες μορφές βιομάζας, όπως η καλλιέργεια φυτών ειδικώς για την παραγωγή ενέργειας, έχουν δοκιμαστεί με επιτυχία και έχει αναπτυχθεί η τεχνολογία και η εφοδιαστική για τη χρήση τους. Οι μορφές αυτές πρέπει να προωθηθούν και θα χρειαστεί αρχικώς η παροχή σημαντικών κινήτρων.

Παραδείγματα ορθής πρακτικής αποτελούν το αυστριακό πρόγραμμα για την εμπορική χρήση ξύλου και το γαλλικό πρόγραμμα "Plan du Bois" υπό το οποίο προωθείται η εγκατάσταση αποδοτικών οικιακών θερμαστρών και κοινόχρηστης θέρμανσης. Πρέπει να ενθαρρυνθούν όλα αυτά τα μέσα για τη διάδοση αποδοτικών πρακτικών χρήσης του ξύλου ως καύσιμο.

3.5.5. Περίληψη

Πρέπει να σημειωθούν ορισμένες επιτυχείς εξελίξεις σε εθνικό επίπεδο όσον αφορά τη βιομάζα από ξύλο και την ηλιακή θέρμανση. Η γεωθερμική θέρμανση αυξάνεται με ικανοποιητικό ρυθμό. Ωστόσο, η συνολική εξέλιξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για θέρμανση δεν αφήνει περιθώρια για αισιοδοξία. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δίδονται στον κατωτέρω πίνακα, ακόμη και αν επιτευχθούν οι στόχοι για την ηλεκτροπαραγωγή από ανανεώσιμες πηγές και τα βιοκαύσιμα, θα χρειαστούν επιπλέον 29 εκατομ. ΤΙΠ για την παραγωγή θερμότητας από ανανεώσιμες πηγές ώστε να επιτευχθεί ο στόχος του 12% το 2010.

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

3.6. Συμπέρασμα: σενάριο για το μερίδιο ανανεώσιμης ενέργειας το 2010

Οι τάσεις που αναφέρονται στο έγγραφο των υπηρεσιών της Επιτροπής οδηγούν στο συμπέρασμα ότι, παρά την πρόοδο προς επίτευξη των στόχων που έχει αρχίσει, ο στόχος του 2010 δεν θα επιτευχθεί με τις σημερινές πολιτικές και μέτρα.

Είναι επιτακτική η ανάγκη για περισσότερη πολιτική βούληση να επενδύσει η ΕΕ στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.

- Το μερίδιο της ανανεώσιμης ενέργειας αυξήθηκε από 5,4% το 1997 σε 6% το 2001.

- Εάν οι τρέχουσες τάσεις συνεχίσουν στον κλάδο της θέρμανσης, και αν τα κράτη μέλη εφαρμόσουν τα εθνικά προγράμματα που έχουν θεσπίσει στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας και εκπληρώσουν τις απαιτήσεις της οδηγίας για τα βιοκαύσιμα στις μεταφορές, το μερίδιο θα φθάσει σε 9% το 2010.

- Επιπλέον, εάν τα κράτη μέλη εκπληρώσουν εξ ολοκλήρου τις απαιτήσεις της οδηγίας σχετικά με την ηλεκτροπαραγωγή από ανανεώσιμες πηγές, το μερίδιο θα φθάσει σε 10%.

- Για την εκπλήρωση του στόχου 12% το 2010 θα απαιτηθεί ρηξικέλευθη αλλαγή των εθνικών πολιτικών υπέρ της χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας για θέρμανση.

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

4. Συγκεκριμένες δράσεις

4.1. Νέες πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της χρηματοδότησης της ανανεώσιμης ενέργειας - δράση από τα κράτη μέλη

Η αύξηση της χρήσης ανανεώσιμης ενέργειας είναι τόσο βραδεία ώστε δεν επιτρέπονται προσδοκίες ότι θα εκπληρωθούν οι στόχοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το 2010.

Όσον αφορά την ηλεκτρική ενέργεια, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο συμφώνησαν το 2001 στον στόχο να ανέλθει σε 22% το μερίδιο της ανανεώσιμης ενέργειας στην ΕΕ-15 το 2010. Οι εθνικοί στόχοι που υιοθετήθηκαν το 2002 ανταποκρινόταν στον στόχο αυτό. Ωστόσο, με τα πρακτικά μέτρα που έχουν εφαρμόσει τα κράτη μέλη μέχρι στιγμής εκτιμάται ότι το μερίδιο θα είναι μόνο 18-19%.

Όσον αφορά τη θέρμανση, τα περισσότερα κράτη μέλη έχουν πράξει ελάχιστα για να προωθήσουν νέες δράσεις.

Στον τομέα των μεταφορών μόνο σε έξι κράτη μέλη έχει ξεκινήσει η παραγωγή βιοκαυσίμων. Οι προοπτικές θα είναι σαφέστερες το 2005, όταν μεταφερθεί στο εθνικό δίκαιο η οδηγία για τα βιοκαύσιμα.

Για το σύνολο της ανανεώσιμης ενέργειας η Κοινότητα καταβάλλει προσπάθειες από το 1997 ώστε το μερίδιο της ανανεώσιμης ενέργειας το 2010 να είναι 12%. Στην καλύτερη περίπτωση, εάν με τις σημερινές τάσεις και μέτρα θα επιτευχθεί μερίδιο 10%. Στη χειρότερη περίπτωση δεν θα υπερβεί το 8%.

Η συμβολή της ανανεώσιμης ενέργειας παραμένει περιθωριακή στα περισσότερα κράτη μέλη, εκτός από δύο από παλαιά καθιερωμένες χρήσεις: υδροηλεκτρική ενέργεια και παραδοσιακές χρήσεις ξύλου για θέρμανση. Ωστόσο, η ανανεώσιμη ενέργεια μετακινείται πλέον από το περιθώριο στο επίκεντρο. Η εξέλιξη αυτή πρέπει να επιταχυνθεί προκειμένου η Ένωση να πετύχει τους στόχους της για την αειφόρο ανάπτυξη και την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού. Σε κοινοτικό επίπεδο δημιουργήθηκαν το αναγκαίο νομοθετικό πλαίσιο και το πλαίσιο άσκησης πολιτικής. Έχει φθάσει πλέον η στιγμή να επιταχύνουν τα κράτη μέλη τις δράσεις τους σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο.

Ένα σημαντικό ζήτημα είναι η χρηματοδότηση της ανανεώσιμης ενέργειας. Σύμφωνα με εκτίμηση το μεικτό επενδυτικό κόστος για την ΕΕ-15 ώστε να επιτύχει τον στόχο του 12% είναι 10-15 δισεκατομ. EUR ανά έτος [21]. Παρότι η χρηματοδότηση από την Κοινότητα διαδραματίζει καίριο καταλυτικό ρόλο (βλ. το επόμενο κεφάλαιο), είναι περιορισμένα τα μέσα που διαθέτει η Κοινότητα για την υποστήριξη της πραγματικής ανάπτυξης της ανανεώσιμης ενέργειας. Τα κράτη μέλη και ο ενεργειακός κλάδος διαθέτουν τους πόρους που απαιτούνται για την κάλυψη αυτού του όγκου επενδύσεων.

[21] Α. Ζερβός, "Updating the impact of the Community strategy and action plan for renewable energy sources" ("Επικαιροποίηση του αντίκτυπου της κοινοτικής στρατηγικής και σχεδίου δράσης για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας"), σχέδιο τελικής έκθεσης, 2003 (βασιζόμενη στις τιμές του 2001).

Για κάθε ενεργειακή πηγή έχει χορηγηθεί σε κάποια στιγμή σημαντική δημόσια χρηματοδότηση και υποστήριξη για την κάλυψη των κινδύνων προκειμένου να αναπτυχθεί. Οι εδραιωμένοι κλάδοι προμήθειας ενέργειας έχουν πλέον έσοδα άνω των 200 δισεκατομ. EUR ετησίως μόνον στην ΕΕ-15 και συχνά αποκομίζουν υψηλά ποσοστά κέρδους. Για τη στήριξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας τα κράτη μέλη θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν διάφορα μέσα, όπως εγγυημένες τιμές για την τροφοδότηση του δικτύου, πράσινα πιστοποιητικά, μηχανισμούς με βάση την αγορά, φοροαπαλλαγές, κ.λπ. Έφθασε πλέον η ώρα όλα τα κράτη μέλη να μετουσιώσουν σε πράξη αυτές τις ιδέες. Τα κράτη μέλη οφείλουν να δημιουργήσουν ισότιμες συνθήκες ανταγωνισμού στον ενεργειακό τομέα, συμπεριλαμβάνοντας τα εξωτερικά κοινωνικά οφέλη/δαπάνες στο πλαίσιο της ενεργειακής πολιτικής τους.

4.2. Νέες πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της χρηματοδότησης της ανανεώσιμης ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης - δράση σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Η πολιτικής της καθαρής ενέργειας έχει θεμελιώδεις στόχους που είναι κοινοί με ευρύ φάσμα άλλων κοινοτικών πολιτικών: βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και της συνοχής για οικονομική μεγέθυνση και απασχόληση, εξασφάλιση πρόσβασης στα βασικά αγαθά και υπηρεσίες, καθώς και προώθηση της συμμετοχής της ΕΕ στην αειφόρο ανάπτυξη [22]. Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και η ενεργειακή απόδοση είναι σε θέση να συμβάλουν σημαντικά για την αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων που αντιμετωπίζουν και άλλες πολιτικές. Χρειάζεται συντονισμένη προσέγγιση από ευρύ φάσμα πεδίων πολιτικής της Κοινότητας τα οποία έχουν αντίκτυπο στην ενέργεια.

[22] Ανακοίνωση της Επιτροπής στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο «Η οικοδόμηση του κοινού μας μέλλοντος - Προκλήσεις πολιτικής και δημοσιονομικά μέσα της διευρυμένης Ένωσης 2007-2013» , COM(2004) 101 τελικό της 10.2.2004.

Το μελλοντικό χρηματοδοτικό πλαίσιο της Ένωσης για το διάστημα 2007-2013 πρέπει να περιέχει ρητές διατάξεις έτσι ώστε οι θεμελιώδεις αρχές της καθαρής και αποδοτικής ενέργειας να αποτελέσουν εμφανές στοιχείο των προτεραιοτήτων, των στρατηγικών και των δεσμεύσεων της Ένωσης. Προσφέρεται η ευκαιρία στην διευρυμένη Ένωση να εκφράσει την αποφασιστικότητά της σε πολιτικό επίπεδο, να αλλάξει την πορεία και να κατευθύνει τις προσπάθειές της στην αειφόρο ενέργεια, με την κατανομή επαρκών πόρων για την υποστήριξη των στόχων της σε αυτό το πεδίο.

Πρέπει να κινητοποιηθούν τα κύρια χρηματοδοτικά μέσα της Κοινότητας - συγκεκριμένα τα μελλοντικά διαρθρωτικά ταμεία και το ταμείο συνοχής, η χρηματοδοτική στήριξη που διατίθεται μέσω των προγραμμάτων διεθνούς συνεργασίας της Κοινότητας, καθώς και η Κοινή Γεωργική Πολιτική -.

Εν προκειμένω είναι σημαντικό να επισημανθούν ότι τον Φεβρουάριο του 2004 η Επιτροπή ενέκρινε ανακοίνωση σχετικά με την αναθεώρηση των διαρθρωτικών ταμείων το χρονικό διάστημα 2007-2013. Στην έκθεση αυτή επισημαίνεται η ανάπτυξη και χρήση της ανανεώσιμης ενέργειας, τα μέτρα ενεργειακής απόδοσης, η ανάπτυξη των οικολογικών βιομηχανιών, καθαρότερες μέθοδοι μεταφορών και αειφόρες αστικές συγκοινωνίες ως θέματα προτεραιότητας για μελλοντική στήριξη.

Πρόσθετη δράση θα μπορούσε να εξεταστεί σε τέσσερις τομείς:

Πρώτον, γεφύρωση του χάσματος μεταξύ της επιτυχούς επίδειξης καινοτόμων τεχνολογιών και της ουσιαστικής διείσδυσής τους στην αγορά ώστε να επιτευχθεί η μαζική εξάπλωσή τους και να τονωθούν οι μεγάλης κλίμακας επενδύσεις στις νέες και βέλτιστων επιδόσεων τεχνολογίες στην ΕΕ.

Για να επιτευχθεί αυτό χρειάζεται νέο μέσο που θα εφαρμόζεται σε επίπεδο ΕΕ και θα είναι δυνατόν να προσαρμόζεται ώστε να ανταποκρίνεται στην πληθώρα διαφορετικών συνθηκών και τις ιδιαιτερότητες των κλάδων των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης. Με το μέσο αυτό θα πρέπει να στηρίζονται τεχνολογίες ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος που μόλις έχουν δοκιμαστεί. Με τον τρόπο αυτό η Ένωση θα συμμετέχει στον κίνδυνο που ενέχει η οικονομική αξιοποίηση των αποτελεσμάτων της ΕΤΑ.

Το νέο αυτό μέσο θα μπορούσε να είναι το κύριο συστατικό στοιχείο του προγράμματος που θα διαδεχθεί το τρέχον πρόγραμμα "Ευφυής Ενέργεια - Ευρώπη, 2003-2006". Θα μπορούσε να εξασφαλίσει την καλύτερη αξιοποίηση (μέσω μεγάλης κλίμακας εφαρμογές σε όλη την Ένωση και στις εξαγωγικές αγορές) των αποτελεσμάτων έργων και να προωθήσει σημαντικό πλήθος τεχνολογιών που επίκειται να καταστούν ανταγωνιστικές. Για να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά αυτό το καθήκον χρειάζεται δράση σε επίπεδο ΕΕ, σε συντονισμό με εθνικές πρωτοβουλίες και με τη συμμετοχή διεθνών χρηματοπιστωτικών οργανισμών.

Δεύτερον, το μελλοντικό πρόγραμμα της Κοινότητας "Ευφυής Ενέργεια - Ευρώπη" πρέπει να ενισχύσει επίσης τις δράσεις σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο. Ο κύριος στόχος είναι να προσφερθεί η δυνατότητα στους πολίτες να αποφασίζουν ενημερωμένοι σχετικά με την ενέργεια, καθώς και βοήθεια στην εξάλειψη των μη τεχνολογικών εμποδίων στην καθαρή ενέργεια, όπως αύξηση του θεσμικού δυναμικού, η ενημέρωση του κοινού, διαθέσιμη τεχνολογία σε προσιτές τιμές, καλά εκπαιδευμένοι ειδικοί και αποτελεσματικοί μηχανισμοί για την ανταλλαγή της τεχνογνωσίας και των βέλτιστων πρακτικών. Χρειάζεται επίσης μεγαλύτερη επικέντρωση στη διάδοση της πείρας και των τεχνολογιών που διαθέτει η Ευρώπη στις τρίτες χώρες. Το μελλοντικό αυτό πρόγραμμα θα πρέπει επίσης να συνεχίσει να στηρίζει την περαιτέρω εξέλιξη και υλοποίηση της πολιτικής της ΕΕ στα πεδία των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και ενεργειακής απόδοσης.

Τρίτον, χρειάζεται να ενισχυθεί η στήριξη και να επιταχυνθεί ο ρυθμός δημόσιας στήριξης της έρευνας, της τεχνολογικής ανάπτυξης και της επίδειξης σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την ενεργειακή απόδοση στην Ευρώπη.

Τέταρτον, χρειάζεται να αξιοποιηθεί ο σημαντικός ρόλος που διαδραματίζει η ενέργεια για την αειφόρο ανάπτυξη και ο επιμερισμός της ευθύνης με άλλες κοινοτικές πολιτικές.

Στο πλαίσιο της αναθεώρησης της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής θα καθιερωθεί νέα ενίσχυση ύψους 45 EUR ανά εκτάριο για τις εκτάσεις ενεργειακών καλλιεργειών. Επιπλέον, σε εκτάσεις υπό καθεστώς παύσης καλλιέργειας θα εξακολουθήσει να επιτρέπεται η καλλιέργεια για την παραγωγή προϊόντων πλην τροφίμων, όπως ενεργειακών φυτών.

Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων έχει ήδη θέσει ως στόχο να αυξήσει από 8% σε 16% το μερίδιο της ανανεώσιμης ενέργειας στα δάνεια που χορηγεί για ενέργεια. Θα μπορούσε έτσι να συμβάλει στη χρηματοδότηση των εθνικών, περιφερειακών ή ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων για ανανεώσιμη ενέργεια, μαζί με άλλους δημόσιους φορείς της Κοινότητας, εθνικού ή περιφερειακού επιπέδου.

4.3. Άλλα μέτρα

4.3.1. Κοινοτικό σχέδιο για τη βιομάζα

Το 2001 χρησιμοποιήθηκαν στην ΕΕ-15 για ενεργειακούς σκοπούς περίπου 56 εκατομ. ΤΙΠ βιομάζας. Για να επιτευχθούν οι στόχοι της Ένωσης για την ανανεώσιμη ενέργεια το 2010 θα χρειαστούν επιπλέον περίπου 74 εκατομ. ΤΙΠ - 32 εκατομ. ΤΙΠ για ηλεκτροπαραγωγή, περίπου 18 εκατομ. ΤΙΠ υπό μορφή βιοκαυσίμων και 24 εκατομ. ΤΙΠ για θέρμανση (συνολικώς: 130 εκατομ. ΤΙΠ).

Ενδεικτικώς, η βιομάζα που είναι διαθέσιμη για ενεργειακούς σκοπούς στην ΕΕ-15 ανέρχεται σε 150 εκατομ. ΤΙΠ (και επιπλέον 32 εκατομ. ΤΙΠ στα νέα κράτη μέλη και τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία) [23].

[23] Για την εκτίμηση αυτού του μεγέθους λαμβάνεται υπόψη 10% της αρόσιμης γης (κατά το ήμισυ για βιοκαύσιμα και κατά το ήμισυ για στερεά βιομάζα), τα δασικά υποπροϊόντα, η υγρή κοπριά και τα οργανικά απόβλητα. Πηγή BTG Interim Report.

Το δυναμικό βιομάζας πρέπει να αξιολογηθεί περαιτέρω, ιδίως όσον αφορά τη διαθέσιμη γη, τη χρήση της γης για διάφορες εφαρμογές βιομάζας (θερμότητα, ηλεκτρική ενέργεια, βιοκαύσιμα για τις μεταφορές και δασικά προϊόντα) και τα διαφορετικά πλεονεκτήματα που ενδεχομένως έχουν αυτές οι διαφορετικές εφαρμογές, π.χ. όσον αφορά τις εκπομπές θερμοκηπιακών αερίων υπό την προοπτική του κύκλου ζωής.

Ωστόσο, η αποτελεσματική χρήση της βιομάζας για ενεργειακούς σκοπούς εξαρτάται από τις εξελίξεις στην αγορά, καθώς και από τις αλληλεπιδράσεις της πολιτικής στα πεδία της ενέργειας, της γεωργίας, των αποβλήτων, της δασοκομίας, της βιομηχανίας, της ανάπτυξης της υπαίθρου, του περιβάλλοντος και της εμπορικής πολιτικής. Τα θεσμικά όργανα της Κοινότητας διαδραματίζουν καίριο ρόλο σε όλους αυτούς τους τομείς άσκησης πολιτικής. Στο τέλος του 2005, η Επιτροπή θα προτείνει συντονισμένο σχέδιο για τη βιομάζα με σαφή προσέγγιση για την εξασφάλιση επαρκούς εφοδιασμού με βιομάζα μέσω ευρωπαϊκών, εθνικών και περιφερειακών/τοπικών δράσεων σε όλους τους τομείς πολιτικής. Το σχέδιο αυτό θα εξασφαλίζει ότι η χρήση βιομάζας για ενεργειακούς σκοπούς δεν θα επιφέρει αδικαιολόγητη νόθευση του ανταγωνισμού. Το σχέδιο θα παρέχει κατευθύνσεις και βελτίωση των χρηματοδοτικών μηχανισμών της Κοινότητας, θα αναπροσανατολίσει τις προσπάθειες στους σχετικούς τομείς πολιτικής και θα πραγματεύεται τα εμπόδια στη χρήση της βιομάζας για ενεργειακούς σκοπούς. Ιδιαίτερη προσοχή θα δοθεί στα νέα κράτη μέλη, λαμβάνοντας υπόψη το υψηλό και ανεκμετάλλευτο δυναμικό βιομάζας που διαθέτουν πολλά από αυτά.

4.3.2. Ανάπτυξη της ανανεώσιμης ενέργειας για θέρμανση

Στόχοι για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας για θέρμανση θα ήταν δύσκολο να καθοριστούν επειδή δεν είναι δυνατό να απευθύνονται σε συγκεκριμένο "κλάδο παροχής θέρμανσης".

Αντ' αυτού, ως πρώτο βήμα θα προταθούν ορισμένες ειδικές πρωτοβουλίες που αφορούν τις εφαρμογές θέρμανσης και ψύξης.

Η Κοινότητα έχει ήδη θεσπίσει οδηγία σχετικά με την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων [24] και την συμπαραγωγή [25]. Οι οδηγίες αυτές θα προωθήσουν την ευρύτερη χρήση της ανανεώσιμης ενέργειας για θέρμανση. Είναι αναγκαία η εφαρμογή της οδηγίας για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων κατά τρόπο που να παρέχονται κίνητρα για την ενσωμάτωση αποδοτικών συστημάτων βιομάζας, γεωθερμικών αντλιών θερμότητας και ηλιακών θερμικών συστημάτων σε κτίρια κατοικιών και του τριτογενούς τομέα. Για τον αποκεντρωμένο ενεργειακό εφοδιασμό με βάση τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, που προβλεπόταν στην οδηγία για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων, πρέπει να ληφθεί υπόψη το δυναμικό της αξιοποίησης ανανεώσιμης ενέργειας για θέρμανση και ψύξη, συγκεκριμένα με την εγκατάσταση στα κτίρια ηλιακών συλλεκτών. Οι μικροστρόβιλοι που λειτουργούν με βιομάζα ως καύσιμο αποτελούν μια περαιτέρω δυνατότητα για την αξιοποίηση ανανεώσιμης ενέργειας στα κτίρια. Είναι επίσης απαραίτητο να προωθηθεί η αύξηση του μεριδίου της βιομάζας στη συμπαραγωγή και στα συστήματα τηλεθέρμανσης, ιδίως όταν είναι δυνατό να ανακαινισθούν με οικονομικό τρόπο συστήματα που ήδη υπάρχουν (όπως συμβαίνει σε πολλά νέα κράτη μέλη).

[24] Οδηγία 2002/91/ΕΚ για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων, ΕΕ L1, 04.01.2003.

[25] Οδηγία 2004/8/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για την προώθηση της συμπαραγωγής ενέργειας, ΕΕ L52, 21.02.2004.

Η Επιτροπή θα προτείνει περαιτέρω πρωτοβουλίες, ενδεχομένως νομοθετικές προτάσεις, για να αξιοποιηθεί το δυναμικό των τριών βασικών τεχνολογιών: σύγχρονων συστημάτων θέρμανσης με βιομάζα, ηλιακής θέρμανσης και γεωθερμίας. Οι πρωτοβουλίες αυτές θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν στόχους για συγκεκριμένες τεχνολογίες ή απαιτήσεις προς τους προμηθευτές πετρελαίου θέρμανσης και φυσικού αερίου να προσφέρουν, π.χ. συσσωματώματα ξύλου και βιοαέριο.

4.3.3. Υπεράκτια αιολική ενέργεια

Για να εξασφαλιστεί νομικώς η ανάπτυξη της υπεράκτιας αιολικής ενέργειας, οι κυβερνήσεις θα πρέπει να θεσπίσουν νομικά καθεστώτα που να τους παρέχουν τη δικαιοδοσία για τις περιοχές εκτός των χωρικών υδάτων τους (όριο 12 ναυτικών μιλίων) και να επιταχυνθούν οι διαδικασίες για τη χορήγηση άδειας για ανάπτυξη.

Η πολιτική στην ΕΕ για την υπεράκτια αιολική ενέργεια θα πρέπει να ενισχύσει την απαραίτητη υποδομή του δικτύου. Υπό το πρόγραμμα για τα Διευρωπαϊκά Δίκτυα Ενέργειας έχει αρχίσει να παρέχεται υποστήριξη στις επενδύσεις για την προσαρμογή του δικτύου και την βελτιστοποίηση της ενσωμάτωσης των έργων υπεράκτιας αιολικής ενέργειας.

Είναι σημαντικό να εξασφαλιστεί ότι η ανάπτυξη της υπεράκτιας αιολικής ενέργειας δεν θα καταπνιγεί από εσφαλμένες εκτιμήσεις των δυνητικών προβλημάτων όπως: η συνύπαρξη των εγκαταστάσεων σε περιοχές με πτηνά, μηχανότρατες και ναυσιπλοΐα. η ανάπτυξη και η εφαρμογή εθνικών διατάξεων σχεδιασμού. η πηγή των κονδυλίων για την επέκταση και την αναβάθμιση του δικτύου. η διαθεσιμότητα ασφαλιστικής κάλυψης και η παροχή της νομικής προστασίας κατά ζημιών εκτός των χωρικών υδάτων των χωρών. Η Επιτροπή θα επανεξετάσει συστηματικώς τα εμπόδια και τις αντιρρήσεις που ενδεχομένως να εμποδίσουν την ανάπτυξη της υπεράκτιας αιολικής ενέργειας, τις περιβαλλοντικές απαιτήσεις που θα πρέπει να πληρούνται και θα εκπονήσει κατευθυντήριες γραμμές για τα κράτη μέλη, εάν χρειαστεί, με την υποβολή νομοθετικών προτάσεων.

Η Επιτροπή θα υποστηρίξει επίσης την έρευνα και την ανάπτυξη για τη βελτίωση των τεχνολογιών των στροβίλων και των εγκαταστάσεων προς χρήση στη θάλασσα και θα βελτιώσει τη σταθερότητα του δικτύου για τη διείσδυση της αιολικής ενέργειας σε ποσοστό υψηλότερο του 20%. Θα προωθήσει επίσης τη χρηματοδοτούμενη από εθνικές αρχές έρευνα σχετικά με τις επιδράσεις των στροβίλων στη θαλάσσια ζωή και το θαλάσσιο περιβάλλον.

4.3.4. Ηλεκτρική ενέργεια από ηλιακή ακτινοβολία

Αντίθετα απ' ό,τι συμβαίνει στην Ιαπωνία, στην Ευρώπη δεν υπάρχει στρατηγική βιομηχανική πολιτική που να στοχεύει στη συστηματική ανάπτυξη ενός κλάδου με προοπτική πολλά δεκάκις δισεκατομμύρια EUR. Παρά τον ρυθμός αύξησης της ευρωπαϊκής παραγωγής κατά τα τελευταία έτη και παρά την ισχυρή βάση που διαθέτει η ευρωπαϊκή ΕΤΑ και καινοτομία, οι εισαγωγές φωτοβολταϊκών κυψελών στην Ευρώπη εξακολουθούν να υπερβαίνουν τις εξαγωγές.

Η συνεχής αλλά πλέον στοχοθετημένη χρηματοδότηση ΕΤΑ οδηγεί σε νέες εξελίξεις όσον αφορά τη χρήση των πρώτων υλών, φιλικότερες για το περιβάλλον τεχνολογίες παραγωγής, βελτιστοποιημένο σχεδιασμό διατάξεων που συχνά είναι ενσωματωμένοι στο κτίριο, αξιοπιστία και αποδοτικότητα των συστημάτων Φ/Β.

Άλλη εναλλακτική λύση είναι η ηλεκτροπαραγωγή από ηλιακή ενέργεια, με ορισμένα ελπιδοφόρα πιλοτικά έργα να έχουν μόλις ξεκινήσει στην νότια Ευρώπη. Η τεχνολογία αυτή έχει το πρόσθετο πλεονέκτημα ότι μπορεί να συνδυαστεί οικονομικώς αποδοτικά με σύγχρονους αεριοστρόβιλους, έτσι ώστε να αντιμετωπίζεται το πρόβλημα των διαλείψεων της ηλιακής ακτινοβολίας και να καθίσταται δυνατό μερίδιο βασικού φορτίου ηλιακής ενέργειας χωρίς να χρειάζεται τεχνολογία αποθήκευσης.

4.3.5. Έρευνα και τεχνολογική ανάπτυξη

Χρειάζεται περισσότερη έρευνα και ανάπτυξη διαφόρων τεχνολογιών ανανεώσιμης ενέργειας που θα καταστήσουν δυνατή τη σημαντική συμβολή μέχρι το 2020. Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αναλάβει πρωτοπόρο ρόλο στην έρευνα, επίδειξη και διάδοση της ανανεώσιμης ενέργειας επί περισσότερα από 20 έτη και θα συνεχίσει σε αυτή την πορεία.

Σύμφωνα με δεδομένα του ΟΟΣΑ μόνο 10% του προϋπολογισμού Ε&Α στον τομέα της ενέργειας που διατίθεται από τις κυβερνήσεις αφορούν τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, έναντι άνω του 50% που διατίθεται για τις συμβατικές (ορυκτά καύσιμα και πυρηνική) ενεργειακές τεχνολογίες. Όπως προαναφέρθηκε στην παράγραφο 4.2, για να στηριχθούν μακροπρόθεσμα οι προσδοκίες όσον αφορά τη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, είναι αναγκαία η ενίσχυση της στήριξης και η επιτάχυνση του ρυθμού της δημόσιας στήριξης για έρευνα, τεχνολογική ανάπτυξη και επίδειξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην Ευρώπη.

Υπό το 6ο Πρόγραμμα πλαίσιο η Ένωση επικεντρώνεται στην μείωση του κόστους και στην μεγάλης κλίμακας ολοκλήρωση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο σύστημα ενεργειακού εφοδιασμού. Βραχυπρόθεσμα έως μεσοπρόθεσμα το πρόγραμμα αφορά την ηλεκτροπαραγωγή από βιομάζα, αιολική ενέργεια, φωτοβολταϊκά, παλίρροια, κύματα και άλλες ανανεώσιμες πηγές, την τεχνολογία θέρμανσης και ψύξης, καθώς και την παραγωγή και την επεξεργασία υγρών και αέριων βιοκαυσίμων. Αντικείμενο της μακροπρόθεσμης έρευνας είναι ο τρόπος για την επίτευξη σημαντικών μειώσεων του κόστους της βιοενέργειας, των φωτοβολταϊκών και άλλων ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπου περιλαμβάνεται η αιολική ενέργεια, η ενέργεια των ωκεανών, η συγκεντρωμένη ηλιακή ακτινοβολία και η γεωθερμία, καθώς και η βελτίωση της αξιοπιστίας, της ασφάλειας, της διαθεσιμότητας και της ανθεκτικότητας των συστημάτων ανανεώσιμης ενέργειας. Το πρόγραμμα αφορά επίσης τα ζητήματα της κατανεμημένης ηλεκτροπαραγωγής, των κυψελών υδρογόνου και των κυψελών καυσίμων που έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην περαιτέρω εξέλιξη των συστημάτων ανανεώσιμης ενέργειας.

4.3.6. Η αξιοποίηση των κύριων χρηματοδοτικών μέσων της Κοινότητας

Η Επιτροπή προτίθεται να δώσει ιδιαίτερη έμφαση από το 2004 στην ανάπτυξη της ανανεώσιμης ενέργειας και της ενεργειακής απόδοσης, με την αξιοποίηση των διαρθρωτικών ταμείων και του ταμείου συνοχής καθώς και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης. Οι ανανεώσιμες ενέργειες μπορούν επίσης να διαδραματίσουν μελλοντικώς σημαντικό ρόλο για την περαιτέρω εξέλιξη των σχετικών μέτρων για την ανάπτυξη της υπαίθρου (δεύτερος πυλώνας της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής).

4.3.7. Διάθεση των βιοκαυσίμων στην αγορά

Στην οδηγία για την ποιότητα των καυσίμων [26] ορίζονται ελάχιστες προδιαγραφές για τη βενζίνη και το ντήζελ. Οι προδιαγραφές αυτές περιορίζουν την ανάμειξη βιοκαυσίμων. Υψηλότερα όρια ανάμειξης θα διευκόλυναν την εκπλήρωση και την υπέρβαση του μεριδίου 5,75% των βιοκαυσίμων. Σε ποιο βαθμό θα μπορούσαν να αυξηθούν τα όρια αυτά αποτελεί αντικείμενο συζήτησης τεχνικού χαρακτήρα. Η Επιτροπή αξιολογεί τα επιχειρήματα και, ενδεχομένως, θα υποβάλει νέες προτάσεις στο τέλος του 2005.

[26] Οδηγία 98/70/ΕΚ της 13ης Οκτωβρίου 1998 σχετικά με την ποιότητα των καυσίμων βενζίνης και ντίζελ (ΕΕ L350/58, 28.12.1998), που τροποποιήθηκε από την οδηγία 2003/17 της 03.03.2003 (ΕΕ L76/10, 22.03.2003).

Κάθε κράτος μέλος δύναται να απαιτεί από κάθε εταιρεία να διαθέτει στην επικράτειά του συγκεκριμένη ποσότητα βιοκαυσίμων, αλλά δεν δύναται να απαιτεί όλα τα πωλούμενα καύσιμα να είναι αναμεμειγμένα με βιοκαύσιμα. Η Επιτροπή θα εξετάσει κατά πόσον αυτό πρέπει να αλλάξει, στο πλαίσιο της επανεξέτασης των προδιαγραφών για την ποιότητα των καυσίμων.

4.3.8. Επίκαιρα δεδομένα

Τα επίσημα ευρωπαϊκά δεδομένα σχετικά με τη συμβολή των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας διατίθενται επί του παρόντος περίπου 18 μήνες μετά το τέλος κάθε ημερολογιακού έτους. Η Επιτροπή θα καταστήσει διαθέσιμα αυτά τα δεδομένα γρηγορότερα. Θα εξετάσει με ποιον τρόπο θα είναι δυνατό με τη στατιστική προβολή των δειγμάτων να είναι νωρίτερα γνωστή η ένδειξη προόδου, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο η συγκέντρωση δεδομένων θα μπορούσε να συνδεθεί με την πιστοποίηση της ανανεώσιμης ενέργειας, όπως επίσης και τις τεχνικές, επιστημονικές προσπάθειες για τη διαπίστωση και την επικύρωση των τάσεων.

5. Διεθνές πολιτικό πλαίσιο και προοπτικές της ΕΕ πέραν του 2010

5.1. Η διαδικασία της Λισσαβόνας και η περιβαλλοντική διάσταση

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Λισσαβόνας, τον Μάρτιο του 2002, συμφώνησε στα συμπεράσματά του (5) για "...έναν νέο στρατηγικό στόχο για την επόμενη δεκαετία : να γίνει η ανταγωνιστικότερη και δυναμικότερη οικονομία της γνώσης, ανά την υφήλιο ικανή για βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη με περισσότερες και καλύτερες θέσεις εργασίας και με μεγαλύτερη κοινωνική συνοχή".

Η αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο μείγμα των πηγών ενέργειας συμβάλλει στην επίτευξη του στόχου της διαδικασίας της Λισσαβόνας να καταστεί δυνατή η βιώσιμη οικονομική μεγέθυνση.

Στον κλάδο της αιολικής ενέργειας απασχολούνται σήμερα 75.000 άνθρωποι στην ΕΕ-15. Η γερμανική κυβέρνηση επιβεβαίωσε τη δημιουργία 135.000 θέσεων απασχόλησης με την εθνική πολιτική της για τις ανανεώσιμες πηγές μέχρι το 2003. Ευρωπαϊκή τεχνολογία χρησιμοποιείται για σχεδόν το 100% της παραγωγής ανανεώσιμης ενέργειας. Η αύξηση του μεριδίου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας δημιουργεί νέες θέσεις απασχόλησης - στην έρευνα, στη βιομηχανία και τον κατασκευαστικό κλάδο, στη γεωργία και τη δασοκομία, την επεξεργασία αποβλήτων και την παροχή συμβουλών - με την ανάπτυξη νέων τεχνολογιών και την ενθάρρυνση της έρευνας και της τεχνολογικής καινοτομίας. Υπολογίζεται κατ' εκτίμηση ότι εάν η ανανεώσιμη ενέργεια καταλαμβάνει μερίδιο 12% της ενεργειακής κατανάλωσης της ΕΕ-15 το 2010, οι θέσεις απασχόλησης στον κλάδο αυτό στην ΕΕ θα είναι μεταξύ 500.000 και 650.000. Τα κράτη μέλη είναι εκείνα που πρέπει να αποφασίσουν να ασκήσουν πολιτική η οποία μπορεί να αποφέρει σημαντικά οφέλη στην απασχόληση.

Η ευρωπαϊκή βιομηχανία προηγείται παγκοσμίως στη τεχνολογία αιολικής ενέργειας και είναι ισχυρή η θέση της στους κλάδους της υδροηλεκτρικής ενέργειας, των φωτοβολταϊκών και της γεωθερμικής ενέργειας. Οι αγορές για τις οποίες προορίζονται οι εξαγωγές προσφέρουν τεράστιο δυναμικό για την ευρωπαϊκή βιομηχανία ανανεώσιμης ενέργειας, η οποία θα ωφεληθεί από την εμπειρογνωμοσύνη που έχει αποκτήσει στην ευρωπαϊκή αγορά. Η εξαγωγή τεχνολογίας ανανεώσιμης ενέργειας θα δημιουργήσει σημαντικό πλήθος επιπλέον θέσεων απασχόλησης.

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Γκέτεμποργκ, τον Ιούνιο του 2001, συμφώνησε επί της στρατηγικής για την αειφόρο ανάπτυξη και προσέθεσε την περιβαλλοντική διάσταση στη διαδικασία της Λισσαβόνας. Στα Συμπεράσματά του (21) "καλεί τους βιομηχανικούς κύκλους να λάβουν μέρος στην ανάπτυξη και στην ευρύτερη χρήση των νέων φιλικών προς το περιβάλλον τεχνολογιών, σε τομείς όπως η ενέργεια και οι μεταφορές" και "τονίζει τη σημασία της αποσύζευξης της οικονομικής μεγέθυνσης από τη χρήση των πόρων."

5.2. Η διάσκεψη του Γιοχάνεσμπουργκ και η συνέχειά της

Η Παγκόσμια Διάσκεψη για την Αειφόρο Ανάπτυξη που πραγματοποιήθηκε στο Γιοχάνεσμπουργκ τον Σεπτέμβριο του 2002, πραγματεύθηκε σφαιρικές πτυχές της αειφόρου ανάπτυξης με επίκεντρο την ανάγκη να μετριαστεί η φτώχεια, ως θέμα επείγοντος χαρακτήρα. Ένα από τα κύρια αποτελέσματα της Παγκόσμιας Διάσκεψης για την Αειφόρο Ανάπτυξη ήταν η γενική αποδοχή ότι η ενέργεια, και συγκεκριμένα η ανανεώσιμη ενέργεια, αποτελεί μια από τις κύριες προτεραιότητες για την καταπολέμηση της φτώχειας και την επίτευξη μακροπρόθεσμης αειφόρου ανάπτυξης.

Στο Γιοχάνεσμπουργκ η ΕΕ ανέλαβε τη δέσμευση να πρωτοπορήσει με την πρωτοβουλία της ΕΕ "Ενέργεια για την εξάλειψη της φτώχειας και την αειφόρο ανάπτυξη" (ΠΕΕΕ) και με τον Συνασπισμό του Γιοχάνεσμπουργκ για την Ανανεώσιμη Ενέργεια (JREC). Μια από τις πρώτες συγκεκριμένες δράσεις που ανέλαβε η Επιτροπή για να υποστηρίξει την ΠΕΕΕ ήταν να δρομολογήσει το πρόγραμμα COOPENER στο πλαίσιο του προγράμματος "Ευφυής Ενέργεια - Ευρώπη", με σκοπό να προωθήσει την προσφορά υπηρεσιών αειφόρου ενέργειας για την καταπολέμηση της φτώχειας στις αναπτυσσόμενες χώρες.

Η υποστήριξη της παροχής πρόσβασης στο νερό και σε σύγχρονες ενεργειακές υπηρεσίες στο πλαίσιο της εξάλειψης της φτώχειας αποτελεί πλέον δέσμευση της Ευρωπαϊκής Αναπτυξιακής Βοήθειας που αναλήφθηκε στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Διάσκεψης για την Αειφόρο Ανάπτυξη. Η ανάπτυξη της ανανεώσιμης ενέργειας και η μεταφορά τεχνολογίας στις αναπτυσσόμενες χώρες συμβάλλει στην εξάλειψη της φτώχειας και στην αναβάθμιση του επιπέδου ζωής των πιο φτωχών χωρών.

Από την αρχή ο JREC ανέπτυξε τις δραστηριότητές του σε στενή συνεργασία και με την υποστήριξη ευρύτατου κύκλου ενδιαφερομένων, όπου περιλαμβάνονται επιχειρήσεις, ΜΚΟ και πανεπιστήμια. Ωστόσο, η ιδιότητα του μέλους του JREC είναι προνόμιο των εθνικών κυβερνήσεων. Τον Μάρτιο του 2004, 87 χώρες είχαν ήδη προσχωρήσει στον συνασπισμό αυτό και αναμένονται ακόμη περισσότερες.

Οι συνεδριάσεις του JREC έχουν ήδη αποτελέσει μοναδικό φόρουμ για εποικοδομητικό διάλογο μεταξύ πολλών κυβερνήσεων από το βόρειο και το νότιο ημισφαίριο. Στο πλαίσιο αυτό, και βάσει των συζητήσεων μεταξύ των μελών του JREC μετά τη Παγκόσμια Διάσκεψη για την Αειφόρο Ανάπτυξη, αναγνωρίζεται πλέον σαφώς ότι οι κυβερνήσεις-μέλη του Συνασπισμού είναι στην καλύτερη θέση για την ανάπτυξη και υιοθέτηση φιλόδοξων εθνικών και περιφερειακών στόχων με χρονοδιάγραμμα εκπλήρωσης.

Τα μέλη του JREC έχουν επίσης αναλάβει τη δέσμευση να εντοπίσουν και να εξαλείψουν κενά και εμπόδια στην χρηματοδότηση, περιλαμβανομένων των εμποδίων για την αποτελεσματική απελευθέρωση των διαθέσιμων, αλλά συχνά αναξιοποίητων, δημόσιων και ιδιωτικών πόρων που απαιτούνται για την ανάπτυξη και την ενίσχυση των αγορών ανανεώσιμης ενέργειας, με ιδιαίτερη επικέντρωση στις ανάγκες των αναπτυσσόμενων χωρών-μελών του JREC.

Οι προτεραιότητες και οι δράσεις του JREC καταστρώθηκαν στο πλαίσιο διασκέψεων και συνεδριάσεων υψηλού επιπέδου, οι οποίες απετέλεσαν επίσης φόρουμ υψηλού επιπέδου για την ευαισθητοποίηση σε περιφερειακό και διεθνές επίπεδο σχετικά με τις δράσεις που εκτελούνται από προορατικές κυβερνήσεις, τις οποίες βοήθησαν με τον τρόπο αυτό να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των χρηματοπιστωτικών και επιχειρηματικών κύκλων.

Η Διεθνής Διάσκεψη για την Ανανεώσιμη Ενέργεια, που θα πραγματοποιηθεί στη Βόννη τον Ιούνιο του 2004, θα αποτελέσει συνέχεια της Διάσκεψης του Γιοχάνεσμπουργκ. Σκοπός της είναι να καταλήξει σε σθεναρή πολιτική δήλωση καθώς και σε φιλόδοξο διεθνές σχέδιο δράσης, που θα συνοδεύεται από διάφορες αναλήψεις δεσμεύσεων και κατευθύνσεις για την άσκηση ορθής πολιτικής.

Υπό την ιδιότητα του φορέα υποδοχής της γραμματείας του JREC, η Επιτροπή έχει ξεκινήσει δύο καίριες πρωτοβουλίες, για να στηρίξει το JREC και ιδίως τις αναπτυσσόμενες χώρες που είναι μέλη του [27], συγκεκριμένα:

[27] Η Επιτροπή επέλεξε προσεκτικά και κατέστρωσε αυτές τις πρωτοβουλίες λαμβάνοντας υπόψη τις ανάγκες των αναπτυσσομένων χωρών και παράλληλα την ανάγκη να συμπληρωθούν τα ήδη διαθέσιμα και τα νέα μέσα που έχουν αναπτυχθεί υπό το COOPENER, την ΠΕΕΕ και άλλα σχετικά προγράμματα.

- Παγκόσμια βάση δεδομένων, σε ηλεκτρονική σύνδεση, για τις πολιτικές και τα μέτρα ανανεώσιμης ενέργειας, ώστε να αντιμετωπιστεί το σημαντικό έλλειμμα ενημέρωσης στον τομέα της χάραξης και της εφαρμογής πολιτικής, ιδίως στο επίπεδο των κρατών που δεν είναι μέλη του ΟΟΣΑ.

- Μελέτη σκοπιμότητας για τη δημιουργία μηχανισμού χρηματοδοτούμενου από δημόσια-ιδιωτικά κονδύλια για την σύσταση και τη λειτουργία "υπομονετικού" κεφαλαίου επιχειρηματικού κινδύνου που θα παρέχει σε επιχειρήσεις και φορείς ανάπτυξης έργων ανανεώσιμης ενέργειας--ιδίως σε αναπτυσσόμενες χώρες και οικονομίες υπό μετάβαση - αυξημένη πρόσβαση στα κεφάλαια επιχειρηματικού κινδύνου και θα προωθεί τη σημαντικότερη συμμετοχή διεθνών και τοπικών ενδιάμεσων χρηματοδότησης και στρατηγικών επενδυτών [28].

[28] Η μελέτη αυτή διενεργήθηκε από σύμπραξη ειδικών στη χρηματοπιστωτική τεχνική, νομικούς ειδικευμένους στα ιδιωτικά κεφάλαια και συμβούλους τεχνολογίας. Εφόσον καταστεί δυνατό να συσταθεί, το "υπομονετικό" κεφάλαιο κινδύνου θα είναι ένας τύπος χρηματοδότησης μετοχικού ή οιονεί μετοχικού κεφαλαίου από επενδυτικούς πόρους και απαιτήσεις του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Θα αποτελέσει μετοχικό κεφάλαιο με αναμονή απόδοσης, η οποία θα είναι όμως χαμηλότερη από την απόδοση ιδιωτικού μετοχικού κεφαλαίου στην αγορά.

Η Επιτροπή θα αναπτύξει περαιτέρω αυτές τις διατομεακές δράσεις με ενδιαφερόμενα μέλη του JREC και άλλους ενδιαφερόμενους.

Τον Ιανουάριο του 2004, η ευρωπαϊκή προπαρασκευαστική διάσκεψη που οργανώθηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και πραγματοποιήθηκε στο Βερολίνο κατέληξε στα εξής συμπεράσματα:

- Η υλοποίηση κοινοτικών οδηγιών στα κράτη μέλη θα πρέπει να προβλέπει μακροπρόθεσμη στήριξη από τα κράτη μέλη η οποία να εξασφαλίζει σταθερούς όρους επένδυσης. Πρέπει να ξεπεραστούν τα διοικητικά εμπόδια για τη διανομή της πράσινης ηλεκτρικής ενέργειας και απαιτείται πρόοδος στο πεδίο της ευφυούς διαχείρισης του δικτύου.

- Η πρόοδος που επιτεύχθηκε στην Ευρώπη όσον αφορά την κατανάλωση ανανεώσιμης ενέργειας καθιστά πασίδηλο ότι ενώ η ηλεκτροπαραγωγή, κυρίως από ηλεκτρική ενέργεια, αυξάνεται εντυπωσιακά, δεν είναι επαρκής η πρόοδος που σημειώνεται στην ηλεκτροπαραγωγή από βιομάζα και τις τεχνολογίες στην παραγωγή θέρμανσης και ψύξης. Επιπλέον, είναι μεγάλες οι διαφορές στράτευσης μεταξύ των κρατών μελών. Ο κλάδος της θέρμανσης και της ψύξης ζήτησε από την Επιτροπή να προτείνει κοινοτικές πρωτοβουλίες.

- Η στρέβλωση της αγοράς ενέργειας, ιδίως το γεγονός ότι οι ενεργειακές τιμές δεν ανταποκρίνονται πλήρως στο κοινωνικο-οικονομικό κόστος, επισημάνθηκε ως εμπόδιο για τη δημιουργία πεδίου ισότιμου ανταγωνισμού. Στον τομέα της ενέργειας πρέπει να εφαρμοστεί η αρχή "ο ρυπαίνων πληρώνει".

Όσον αφορά τους στόχους για την ανανεώσιμη ενέργεια, επικράτησε η άποψη ότι ο γενικός στόχος που έθεσε η ΕΕ για την ανανεώσιμη ενέργεια το 2010 απετέλεσε τον κινητήριο μοχλό της νομοθετικής διαδικασίας και της άσκησης πολιτικής σε επίπεδο κρατών μελών και ευρωπαϊκό. Αυτή η μακροπρόθεσμη προσέγγιση πρέπει να συνεχιστεί. Η διάσκεψη επεσήμανε ότι πλήθος τεχνικών μελετών συνιστούν στόχο τουλάχιστον 20% της ακαθάριστης εσωτερικής κατανάλωσης το 2010 για την διευρυμένη ΕΕ των 25 [29].

[29] Ο στόχος αυτός θα ισοδυναμούσε σε περίπου 23% σύμφωνα με την "προσέγγιση αντικατάστασης". Η κρίσης της προσέγγισης αντικατάστασης θα προσέφερε διάφορα πλεονεκτήματα. Θα έδινε μια πιο ισόρροπη εικόνα της συμμετοχής των διαφόρων μορφών ανανεώσιμης ενέργειας, θα ανταποκρινόταν στους στόχους της πολιτικής για την ανανεώσιμη ενέργεια όσον αφορά τα υποκατάστατα των ορυκτών καυσίμων, και κατά συνέπεια τη μείωση του CO2 και τη βελτίωση της ασφάλειας του εφοδιασμού, και θα καθιστούσε δυνατή σαφέστερη σύνδεση μεταξύ των αποτελεσμάτων της ανανεώσιμης ενέργειας και των μέτρων ενεργειακής απόδοσης.

5.3. Ο ρόλος των στόχων σε επίπεδο ΕΕ

Η πολιτική της ΕΕ από το 1997 χαράχθηκε με στόχο μερίδιο 12% της ανανεώσιμης ενέργειας. Αρκετά κράτη μέλη καθόρισαν εθνικούς στόχους για το μερίδιο των πηγών ανανεώσιμης ενέργειας στο μείγμα πηγών ενέργειας και αυτό πρέπει να ενθαρρυνθεί. Η Επιτροπή έχει προτείνει, και έχουν εγκριθεί από το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, επιχειρησιακούς στόχους για το 2010 σχετικά με την ηλεκτροπαραγωγή από ανανεώσιμες πηγές ενέργειες και βιοκαύσιμα. Επιπλέον, ευρύ φάσμα νομοθετικών μέτρων σχετικά με την απόδοση και τα μέτρα στήριξης έχουν εγκριθεί σε επίπεδο ΕΕ. Επειδή η εξέλιξη εξακολουθεί να είναι πολύ αργή για να επιτευχθεί ο στόχος του 12%, στην παρούσα ανακοίνωση προαναγγέλλονται επιπλέον μέτρα. Έφθασε πλέον η στιγμή για όλα τα κράτη μέλη να χρησιμοποιήσουν τα νομικά εργαλεία που έχουν αναπτυχθεί σε κοινοτικό επίπεδο για να επιτευχθούν αυτοί οι επιχειρησιακοί στόχοι και να αυξηθεί το μερίδιο των πηγών ανανεώσιμης ενέργειας στο μείγμα ενεργειακών πηγών κάθε κράτους μέλους σε βαθμό που να καταστεί δυνατή η επίτευξή του στόχου 12% για την ΕΕ.

Τον Απρίλιο του 2004, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξέτασε τις συστάσεις της Διάσκεψης του Βερολίνου. Ζήτησε από την Επιτροπή και το Συμβούλιο να ξεκινήσουν την πολιτική διαδικασία για τον καθορισμό φιλόδοξων, προκαθορισμένης προθεσμίας στόχων για την αύξηση του μεριδίου της ανανεώσιμης ενέργειας στην τελική κατανάλωση ενέργειας, λαμβάνοντας υπόψη το μεσοπρόθεσμο και βραχυπρόθεσμο χρονικό πλαίσιο, πριν από την Διεθνή Διάσκεψη της Βόννης, και ζήτησε από την Επιτροπή και το Συμβούλιο να καταβάλουν τις απαραίτητες προσπάθειες ώστε να επιτευχθεί ο στόχος του 20% για την συμβολή της ανανεώσιμης ενέργειας στην εγχώρια κατανάλωση ενέργειας της ΕΕ μέχρι το 2020 [30].

[30] P5_TA-PROV(2004)0276 Διεθνής Διάσκεψη για την Ανανεώσιμη Ενέργεια (Βόννη, Ιούνιος 2004)

Η Επιτροπή αναγνωρίζει τη σπουδαιότητα μακροπρόθεσμης προοπτικής, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη ότι ο κλάδος της ανανεώσιμης ενέργειας είναι νεοπαγής και ότι είναι ανάγκη να παρέχεται επαρκής ασφάλεια στους επενδυτές. Λαμβάνοντας υπόψη τα πορίσματα των σήμερα διαθέσιμων μελετών σκοπιμότητας, η Επιτροπή θεωρεί ωστόσο ότι είναι αναγκαία διεξοδικότερη εκτίμηση του αντίκτυπου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, ιδίως όσον αφορά τα οικονομικά αποτελέσματά τους παγκοσμίως, προτού αποφασίσει να εγκρίνει στόχους πέρα από το 2010 και πριν λάβει θέση σχετικά με τον προαναφερόμενο στόχο 20% για την ανανεώσιμη ενέργεια το 2020.

Η Επιτροπή θα διενεργεί τακτικές ανασκοπήσεις της προόδου ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, στοχεύοντας επίσης στην εξασφάλιση του συμβιβάσιμου με τη συνολική της στρατηγική για την αειφόρο ανάπτυξη. Προς τούτο θα απαιτηθεί ευρεία ανάλυση του αντίκτυπου της πολιτικής της. Όσον αφορά την οικονομική διάσταση, θα λάβει επίσης υπόψη της την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της ΕΕ, αφενός, και την ασφάλεια του εφοδιασμού, αφετέρου, καθώς και την τεχνική εφικτότητα. Όσον αφορά την περιβαλλοντική διάσταση, θα εξετάσει την απαιτούμενη συμβολή στους στόχους της ΕΕ για την κλιματική αλλαγή και άλλες περιβαλλοντικές προτεραιότητες. Τέλος, θα ληφθεί επίσης υπόψη το δυναμικό ανάπτυξης των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

Για πρώτη φορά θα διενεργηθεί η εν λόγω ανασκόπηση το αργότερο μέχρι το τέλος του Οκτωβρίου του 2005, με σκοπό να ξεκινήσει διάλογος για να καθοριστεί το 2007 στόχος για μετά το 2010.

Με την έναρξη της διαδικασίας καθορισμού μακροπρόθεσμης προοπτικής για την ανανεώσιμη ενέργεια, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιθυμεί να συμβάλει στη διατήρηση της ηγετικής στάσης που έχουν δείξει ορισμένα μέλη του JREC, εκ των οποίων μερικά κράτη μέλη της ΕΕ.

6. Συμπεράσματα

Υπάρχει αναξιοποίητο δυναμικό στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Το στοιχείο αυτό είναι σημαντικό για τον ενεργειακό εφοδιασμό της ΕΕ υπό συνθήκες διαρθρωτικής ύφεσης και γεωπολιτικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών δυσχερειών, ιδίως όσον αφορά τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η Ευρώπη υπό το Πρωτόκολλο του Κυότο. Η ανάπτυξη του δυναμικού αξιοποίησης ανανεώσιμης ενέργειας της Ευρώπης θα συμβάλλει στην ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού, θα μειώσει τις εισαγωγές καυσίμων και την εξάρτηση από αυτές, θα μειώσει τις εκπομπές θερμοκηπιακών αερίων, θα βελτιώσει την προστασία του περιβάλλοντος, θα αποσυνδέσει την οικονομική μεγέθυνση από τη χρήση των πόρων, θα δημιουργήσει θέσεις απασχόλησης και θα εδραιώσεις τις προσπάθειες προς την κοινωνία της γνώσης. Σε όλη την υφήλιο πρέπει να εξασφαλιστεί ότι αυτό το δυναμικό αξιοποιείται ώστε να μετριαστεί η φτώχεια και να βελτιωθεί η πρόσβαση για του φτωχότερου πληθυσμού στην ενέργεια. Ωστόσο, όσον αφορά την Ευρωπαϊκή Ένωση, απαιτείται να ληφθούν περαιτέρω μέτρα σε πολλά κράτη μέλη για να επιταχυνθεί η αύξηση της αξιοποίησης ανανεώσιμης ενέργειας και, έτσι, να εξασφαλιστεί η εκπλήρωση των στόχων της Ένωσης.

Για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η παρούσα ανακοίνωση συνιστά τη βάση για την παρουσίαση του επιπέδου εξέλιξης που ήδη επιτεύχθηκε και την εξαγωγή των εξής συμπερασμάτων:

i) Τα τελευταία τέσσερα έτη δημιουργήθηκε εκτεταμένο κανονιστικό πλαίσιο της ΕΕ.

ii) Οι στόχοι της ΕΕ για το 2010 θα επιτευχθούν μόνον με την πλήρη υλοποίηση αυτού του νομοθετικού πλαισίου από τα κράτη μέλη, σε συνδυασμό με συμπληρωματικά προορατικά μέτρα προσαρμοσμένα στις συνθήκες κάθε κράτους μέλους.

iii) Σε επίπεδο ΕΕ χρειάζονται επίσης επιπλέον μέτρα, ιδίως χρηματοδοτικά μέτρα όπως αναφέρεται στα κεφάλαια 2.9 και 4.

Ως συμβολή στην Διάσκεψη της Βόννης για την Ανανεώσιμη Ενέργεια που θα πραγματοποιηθεί τον Ιούνιο του 2004, στην παρούσα ανακοίνωση σκιαγραφείται η προσέγγιση της Επιτροπής για την άσκηση πολιτικής στον τομέα της ανανεώσιμης ενέργειας.

COMMISSION STAFF WORKING DOCUMENT - The share of renewable energy in the EU - Country Profiles - Overview of Renewable Energy Sources in the Enlarged European Union {COM(2004)366 final}

TABLE OF CONTENTS

FOREWORD

AUSTRIA

BELGIUM

CYPRUS

CZECH REPUBLIC

DENMARK

ESTONIA

FINLAND

FRANCE

GERMANY

GREECE

HUNGARIA

IRELAND

ITALY

LATVIA

LITHUANIA

LUXEMBOURG

MALTA

NETHERLANDS

POLAND

PORTUGAL

SLOVAKIA

SLOVENIA

SPAIN

SWEDEN 101

UNITED KINGDOM 106

FOREWORD

The promotion of renewable energy has an important role to play in addressing the growing dependence on energy imports in Europe and in tackling climate change. Since 1997, the Union has been working towards the ambitious target of a 12% share of renewable energy in gross inland consumption by 2010. In 1997, the share of renewable energy was 5.4%; by 2001 it had reached 6%.

This Staff Working Document gives an overview of the different situations of renewable energy sources in the European Union. It includes part of the formal report that the Commission is required to make under Article 3 of Directive 2001/77/EC on electricity from renewable energy sources, and it completes the overall picture with information at a country level on the heat produced from renewable energies and biofuels in the transport sector. This Staff Working Document complements the Communication on "The share of Renewable Energy sources in the EU".

Data is based on different sources. Firstly, on the reports from Member States on national progress in achieving the targets on electricity from renewable energy sources (Article 3 of Directive 2001/77/EC). These reports can be found in the web site of Directorate General for Energy and Transport [31]. Secondly, on a study launched by the Commission on the evolution of renewable energy sources [32]. And thirdly, on a variety of sources like the European Barometer of renewable energies [33], data from the industry, etc.

[31] http://europa.eu.int/comm/energy/res/ legislation/index_en.htm

[32] FORRES 2020 : Analysis of the Renewable Energy Sources, evolution up to 2020. Contract N° 4.1030/T/02-008.

[33] EurObserv'ER, the European Barometer of renewable energy sources. Pdf documents can be found at http://europa.eu.int/comm/energy/res/ publications/barometers_en.htm

With the enlargement of the European Union, the new Member States are required to adopt the RES-E Directive by 1 May 2004. In the accession treaty, national indicative targets are set and the overall renewable electricity target for the enlarged Union will therefore be 21% of gross electricity consumption by 2010.

The Commission has the legal obligation to report on the degree of achievement of new Member States' targets by 2006. Although it is too early to assess RES-policy in the new Member States due to very recently adopted regulations, this document also includes national information on the States now joining the European Union [34]. This Staff Working Document aims to give an overall picture of the situation and the potentials of renewable energy sources in the enlarged European Union.

[34] In the case of the EU15, the Directive requires the Commssion to adopt a first progress report during 2004. In the case of the new Member States, the Commission report on the assessment in achieving the targets is not due until 2006.

National indicative RES-E targets 2010 for Member States [35]

[35] The percentage contributions of RES-E are based on the national production of RES-E divided by the gross national electricity consumption. For the EU15, the reference year is 1997. For the EU10 (Czech Republic, Estonia, Cyprus, Latvia, Lithuania, Hungary, Malta, Poland, Slovenia and Slovakia), the reference year is based on 1999-2000 data.

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

AUSTRIA

1. Summary of RES markets and policy

Background

The feed-in tariffs introduced in January 2003 represent the major modification of the Austrian RES policy. These tariffs included in the Renewable Energy Act are expected to stimulate significant growth especially for wind, biomass electricity and small hydro power. However, the instrument is so far only effective for new installations getting all permissions by December 2004 and finished before June 2006. In December 2003 the contracting of RES-E plants was stopped and the processing of the Φkostromverordnung was set out. This decision was only lifted in March 2004 and caused great insecurity among investors.

RES targets

The RES-E target to be achieved by Austria in 2010 is 78% of gross electricity consumption.

Status renewable energy market

The production of renewable energies in Austria is dominated by large hydropower and biomass for heat generation. The fastest-growing renewable energy source over the last decade was solar thermal energy. There is wide variety of policy measures for the support of renewable energies in Austria not only at the federal level but also at the provincial level. Stimulated by the new feed-in tariffs steady growth is also expected in the sectors of wind energy, biomass electricity as well as small hydro installations.

Main supporting policies

The main promotion schemes for RES in Austria are the following.

Feed-in tariffs

Small hydro:

3.15-6.25 EUR cents /kWh

PV systems:

60 EUR cents /kWh for plants < 20 kWpeak ,47 EUR cents /kWh for plants > 20 kWpeak

Wind systems:

7.8 EUR cents /kWh for new plants

Geothermal energy:

7.0 EUR cents /kWh for electricity fed into the grid

Solid biomass and waste with large biogenic fraction:

10.2-16.0 EUR cents /kWh (10-2 MW), 6.5 EUR cents /kWh (hybrid plants)

Fuels including biogenic wastes:

6.6-12.8 EUR cents /kWh (10-2 MW) 4.0-5.0 EUR cents /kWh (hybrid plants)

Liquid biomass

< 200 kW 13.0 EUR cents /kWh; > 200 kW 10.0 EUR cents /kWh

Biogas

10.3 - 16.5 EUR cents /kWh

Sewage and landfill gas

3.0 - 6.0 EURcents /kWh

Investment subsidy

Subsidy of about 30% of the investment costs for solar thermal, biomass, geothermal, wind, hydropower on project basis

Tax reduction of biodiesel: approximately 95% tax reduction on biodiesel

Key factors

The relatively high feed-in tariffs combined with reasonable investment subsidies has generated large growth rates over the recent past. Continuity could be a problem due to the short operational period (until end of 2004) of the present feed-in tariffs. The possible refusal of the provincial governors to raise the cap on the electricity price caused by RES can create great uncertainty as was seen in early 2004. For PV an upper limit of 15 MW has been set, which will jeopardise further growth.

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

The production of electricity from RES showed moderate growth during the second half of the 1990s. The relatively limited growth has to be seen in correlation with the high overall production and share of RES-electricity dominated by large hydropower. The total RES electricity production (compare Fig. 1 and Fig. 2) grew from slightly below 35 TWh in 1990 to about 40 TWh in 2002 (only 30 TWh in 2003 due to an extremely bad hydraulic year!). The largest share of this growth is attributed to production from large hydro. The electricity produced from large hydropower grew from 29.0 TWh in 1990 to 35.3 TWh in 2002. The installed large hydro capacity grew by only 0.7 GW during this period, which corresponds to an additional power production of about 3TWh. A major part of the increase in RES-E generation is therefore due to the annual volatility of large hydropower. Especially when judging the figures for 2001 it has to be taken into account that the year 2001 was a very good hydraulic year allowing above-average hydroelectricity production. The growth of small hydro electricity generation (4.0 TWh in 1990 to 4.2 TWh in 2002) is more or less in line with the increase of capacity (816 MW in 1990 to 843 MW in 2002). In fact, the development of small hydro lagged far behind the potential that is seen for this source in Austria.

The installed capacity for electricity generation from solid biomass was almost doubled in the period from 1993 to 2002 (414 MW to 750 MW). The electricity generated grew approximately at the same rate (from 984 GWh to 1 750 GWh). A major share (1400 GWh) of the biomass electricity is attributed to industrial wastes, especially in the paper industry. The remaining 202 new biomass plants produce only a minor share of 350 GWh annually. The biomass plants based on industrial waste are not considered for the purposes of the quota in the Austrian Renewable Energy Act.

Only RES such as PV and wind energy where the use started basically from scratch could achieve significantly higher growth rates. In the case of wind energy a very strong growth occurred in 2003 as a result of the feed-in tariffs that were introduced. The installed capacity grew by almost 200% to about 415 MW in 2003 compared with a growth of only 40% in the year before. Even in absolute terms this growth is rather impressive. It is, however, highly questionable whether it will continue in 2004 owing to the decision by the Verbund APG AG to stop awarding feed-in contracts for new renewable plants, which was only revoked in March 2004 and caused great uncertainty. [36]

[36] The resulting additional costs due to the promotion of 'new' RES are partly paid by all consumers in form of an additional charge per kWh. Of importance in this context is the fact that the law explicitly contains a budget restriction - i.e. the charge is capped to initially 0.22 EURcent/kWh. Due to the prospering development of new RES-E in 2003 a need to increase the cap occurred. Hence, no approval to do so was given before March 2004. As a consequence high uncertaintyprevailed.

Table 1 shows the electricity generation from RES for the years 1997 and 2002 as well as the average annual growth during this period. It can be seen that very high growth rates are obtained only by the new RES-E biogas, wind and PV. However, since the Austrian RES-E sector is mainly dominated by large hydropower, which is hardly growing at all, the total growth of RES-E in Austria is also very limited. Based on total demand, the share of RES electricity in Austria amounted to 68% in 2002 compared with 70% in 1997.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure : RES electricity production in Austria up until 2002 [37]

[37] Based on EUROSTAT data, which are up-to-date only until 2001. For many RES, e.g. wind-onshore and PV more recent data from sector organisations and national statistics have been used

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure : RES electricity production in Austria up until 2002 excluding large hydro

Table : RES-electricity production in 1997 and 2002 in GWh

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

The RES heat sector shows a somewhat ambiguous picture. Whereas the penetration of biomass heat production was decreasing over recent years, heat production from solar thermal heat and from geothermal heat including heat pumps increased (compare ). But even though the use of biomass heat was falling slightly, it is still by far the most important source for RES-heat, making a contribution of 2.4 Mtoe in 2001. The strong position in absolute figures is due to the continued and widespread use of traditional biomass-based heating. The installed collector area for solar thermal heat generation in Austria grew from 433 thousand m2 in 1990 to 2.66 mill. m2 in 2002. Even higher growth was reached for geothermal energy.

Table : RES-heat production up until 2002

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

* Biomass heat only until 2001

The use of liquid biofuels increased by an average of 17 percent in the period from 1997 to 2002 (compare ), reaching a level of 26 ktoe. In the light of this very moderate absolute contribution to the fuel use, the growth rates could be judged as not very high. The biodiesel production capacities amount to 45 ktoe in 2003 and 90 ktoe in 2004.

Table : RES-biofuel production up until 2002

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2.2. Mid-term Potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure : Mid-term potentials of RES electricity, heat and transport in Austria

Table : Policy assessment for RES - Austria

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

// Sufficiency to promote RES

* // Hardly any or no support

** // Little support

*** // Moderate support

**** // High support

***** // Very high support

BELGIUM

1. Summary of RES markets and policy

Background

The three regions of Flanders, Brussels and the Walloon region implement the national energy policies. It is because of this distribution of implementation that the support differs per region. The Flanders market has been fully opened for competition. In the Walloon region households are only free to choose their supplier when they are supplied exclusively by green electricity suppliers (who have to sell a minimum of 50% of electricity from renewable sources).

RES targets

The RES-E target to be achieved by Belgium in 2010 is 6% of gross electricity consumption.

The target in the Walloon region equals 7% for 2007, for renewable electricity and CHP. In 2005, targets for the period Jan 2008 onwards will be decided. In Flanders the target is 6% for 2010. In Brussels proposed green electricity targets for electricity suppliers are 2% for 2004, 2.25% for 2005 and 2.5% for 2006.

Status renewable energy market

Three different green certificate markets have started, one in Flanders, the Walloon region and the Brussels region. Because of the possibility of banking of certificates and increasing penalty rates and a shortage on certificates not much of trading has taken place, it is more favourable of paying penalties the first year and use the certificates in later periods. The three regional different systems complicate the implementation of RES-E market.

Main supporting policies

The main promotion schemes for RES in Belgium are Green certificate system with mandatory demand or minimum feed-in tariff. Minimum prices are:

Wind offshore: 9 EUR ct/kWh

Wind onshore: 5 EUR ct/kWh

Solar: 15 EUR ct/kWh

Biomass and other RE: 2 EUR ct/kWh

Hydro: 5 EUR ct/kWh

A second main driver for RES investments is the set of investment support schemes available.

Major issues

Flanders and the Walloon Region introduced a green certificate system in 2002. The development of RES-E is up to now shy. The year 2004 is crucial for completing the analysis of this country.

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

Development of the renewable electricity production in Belgium over the last decade is shown in Figure 1. Hydropower electricity accounts for the largest contribution to total renewable electricity production, with a stable annual production of around 330 GWh over the last decade, corresponding to a share of 31% of the total RES-E production in the year 2002. The share of electricity from biomass (biogas, biowaste, and solid biomass) shows an increasing trend in the last years. Wind energy had a low installed capacity of 34 MW in 2002 and 68 MW in 2003. For achieving the 6% target by 2010, the average annual growth has to increase (acceleration of current RES-E measures) and efficiency instruments are needed for controlling the electricity demand.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: RES-electricity production up until 2002 [38] in Belgium

[38] Based on EUROSTAT data, which are up-to-date only until 2001. For many RES, e.g. wind-onshore and PV more recent data from sector organisations and national statistics have been used.

Table 1: RES-electricity production in 1997 and 2002 in GWh

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2 shows that also the RES-heat production has grown, although to a lesser extent than the RES-electricity production. Biomass heat is by far the major source of RES-heat, but it can be seen that the increase of solar thermal heat and geothermal heat has been more pronounced over recent years.

Table 2: RES-heat production up until 2002

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

* Biomass heat only until 2001

The biofuel sector in Belgium is virtually non-existent, as can be seen from 3.

Table 3: RES-biofuel production up until 2002

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2.2. Mid-term Potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 2: Mid-term potentials of RES electricity heat and transport in Belgium

Table 4: Policy assessment for RES - Belgium

Belgium is divided in three regions Flanders (F), Wallonie (W) & Brussels (B). Federal supports can be recognized by Fed

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

CYPRUS

1. Summary of RES markets and policy

Background

Cyprus is almost totally dependent on oil imports for its energy supply accounting for 91% of the primary energy supply. The burden of cost of energy imports on the economy of Cyprus is considerable.

RES targets

The RES-E target to be achieved in 2010 is 6% for Cyprus.

Status of the renewable energy market

Cyprus plans full liberalisation of the electricity market to achieve until 2005. There is no electricity import or export. Almost all energy is produced from imported oil and diesel. The Electricity Authority of Cyprus (EAC) plans to invest in a new fossil fuel power plant, which would lead to an excess capacity for the next few years, being a major barrier for renewable development. Solar thermal energy is the major available renewable energy in Cyprus, and it is traditionally used by hotels and households for thermal purposes. The Government has recently adopted the "New Grant Scheme For Energy Conservation and the Promotion of the Utilization of Renewable Energy Sources" effective from 2003 to 2007.

Main supporting policies

The "New Grant Scheme For Energy Conservation and the Promotion of the Utilization of Renewable Energy Sources" provides financial incentives in the form of governmental grants (30-40% of investments) for investments in wind energy systems, solar thermal, PV, biomass, landfill and sewage waste using RES. There is a fixed purchase price for RES by EAC which is 6,3 EUR cents/kWh (3,7 cyp. cent/kWh). In addition to that EAC pays a special premium depending on the technology used from a Special Fund, financed by a levy on electricity consumption. The feed-in tariffs are as follows:

Wind: first five years: 9,2 EUR cents/kWh (5,4 cyp. cent), for the next 10 years: 4,8 EUR cents/kWh to 9,2 EUR cents/kWh (2,8 to 5,4 cyp. cent/kWh) according to the mean annual wind speed.

Biomass, landfill and sewage: 6,3 EUR cents/kWh (3,7 cyp. cent/kWh)

PV up to 5 kW: 20,4 EUR cents/kWh (12 cyp. cent/kWh)

Key factors

Although the government intents to make Cyprus less dependent on imported energy, the energy infrastructure in Cyprus is set up for fossil fuel generation.

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

Virtually all electricity in Cyprus (around 99%) is produced with oil and diesel. There is very small amount of electricity from renewable energy, either solar, small-hydro or biomass. Wind is not used up to now for electricity generation.

However, the total energy consumption is slightly different. 3.6% energy is provided by solar thermal. At the moment 92% of all houses and 50% of the hotels have installed solar water heaters. Cyprus has more solar collectors per capita installed than any other country in the world.

Table1: RES-electricity production in 1997 and 2002 in GWh

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Table 2: RES-heat production up until 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

There is no biofuel production in Cyprus.

2.2. Mid-term potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: Mid-term potentials of RES electricity, heat and transport in Cyprus

CZECH REPUBLIC

1. Summary of RES markets and policy

Background

The Czech Republic as many other central European countries has a good supply of cheap coal and lignite based energy. However there have been serious efforts made to increase the share of renewable with own windmill design, numerous solar thermal installations, biomass and an extended system of small hydro.

RES targets

The RES-E target to be achieved in 2010 is 8% for the Czech Republic.

Status of the renewable energy market

The significant excess of generated electricity of around 27,000 GWh/year with the full commissioning of the Temelin Nuclear Power Plant is a major barrier for renewable electricity development for at least another decade. Poor reputation of wind energy caused by premature sales of prototypes to clients. Biomass and hydro are far the most utilised renewables. Geothermal is mainly utilised for balneological and swimming purposes.

Main supporting policies

The main supporting policies in the Czech Republic are:

Minimum feed-in-tariffs annually adjusted. Minimum prices for 2003:

Wind onshore: 9.6 EUR ct/kWh

Geothermal: 9.6 EUR ct/kWh

Biomass and biogas: 8 EUR ct/kWh

Small Hydro: 5 EUR ct/kWh

PV: 19.2 EUR ct/kWh

Tax incentives:

There is an exemption from property tax for five years for conversion of building heating systems from solid fuel to renewable energy. Also there is a tax relief up to five years (concerning income and property) for investment in renewable energy. The import duty on renewable-energy-equipment is reduced.

Low VAT rate (5% instead of 22%) for small facilities (hydropower: 0.1 MW, wind: 0.075 MW, all solar and biomass units).

Reduced VAT rate of 5% paid by final consumer of biomass fuel and heat. Exemption from excise duty for biodiesel fuel.

Key factors

Existing overcapacity on electricity production has historically hampered the development of renewables.

A new Renewable Energy Act is being prepared and should enter into force the first half of 2004.

The Energy Regulatory Office role for setting prices is unclear. This has resulted in large market uncertainty and investors and financiers have consequently held back on new RES-E investments.

Other issues

The present structure of the power production system is a result of the abundant and cheap supply of coal and especially of lignite.

Lack of capital

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

Hydropower and biomass are for the moment the only two renewables contributing to RES electricity. Wind energy potential is for the moment nearly unexploited (around 8 MW currently installed). The utilisation of photovoltaic systems is also very limited.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: RES electricity production up until 2002 [39] in the Czech Republic

[39] Based on EUROSTAT data, which are up-to-date only until 2001. For many RES, e.g. wind-onshore and PV more recent data from sector organisations and national statistics have been used.

In 1999 about 1.6 million tons of dry biomass were used for energy purposes. Other renewable resources of thermal energy were much less significant. The total production of heat from biomass grew from 358 Mtoe in 1997 to 432 Mtoe in 2001. Energy recovery of biogas exploitations has started in the recent years. Even though this shows a great shift in a five-year period, it is only 10% of the real potential of biomass. Geothermal heat is utilised for domestic and swimming pool heating as well as for some small industries. Moreover about 380 geothermal heat pumps have been installed until 2002. In 2002 there were 100,000 m2 of solar collectors in operation.

Table 1: RES-electricity production in 1997 and 2002 in GWh

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Table 2: RES-heat production up until 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

In 2001, biofuels already amounted to 1.3% of all automotive fuels.

Table 3: RES-biofuel production up until 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2.2. Mid-term potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 2: Mid-term potentials of RES electricity, heat and transport in the Czech Republic

DENMARK

1. Summary of RES markets and policy

Background

With the election of the new government at the end of 2001 fundamental changes were made to existing energy policies and targets. Most of the favourable promotion schemes for RES have been abolished. The introduction of a green certificate market has been announced but has not been implemented so far. Except for two offshore wind parks, which were already in an advanced planning phase, the strong RES development observed in the 90's has stopped.

RES targets

The RES-E target to be achieved by Denmark in 2010 is 29% of gross electricity consumption.

Status renewable energy market

The renewable energy market has dramatically declined over the last two years.

Main supporting policies

The main promotion schemes for RES in Denmark are the following.

Act on payment for green electricity - settlement price instead of formerly high feed-in tariff

Wind onshore:

New installations receive spot price plus (on a monthly basis) an environmental premium (maximum of 1.3 EUR cents/kWh) plus a compensation for offsetting costs (0,3 EUR cents/kWh), in total limited to 4.8 EUR cents/kWh. Turbine owners are responsible for selling and balancing the power. The tariff can be well below the 4.8 EUR cents/kWh in times of a low spot price. The tariff is insufficient to attract new investments.

Wind offshore:

New installations receive spot price plus (on a monthly basis) an environmental premium (maximum of 1.3 EUR cents/kWh) plus a compensation for offsetting costs (0,3 EUR cents/kWh), in total limited to 4.8 EUR cents/kWh. Turbine owners are responsible for selling and balancing the power. The tariff can be well below the 4.8 EUR cents/kWh in times of a low spot price.

Tendering procedure planed but conditions are currently under discussion.

Solid Biomass:

A settlement price of 4 EUR cents/kWh is guaranteed for a period of ten years. Additionally and as a guarantee these plants receive 1 EUR cent/kWh in compensation for an RE certificate.

Biogas:

A settlement price of 4 EUR cents/kWh is paid

Waste:

A settlement price of 1 EUR cent/kWh is paid

Key factors

Termination of the originally high feed-in tariffs. Delay of the implementation of a green certificate scheme. In the new Danish political climate change renewables are of less importance. The feed-in tariffs applied at present are insufficient to attract investments comparable to the development of the last decade.

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

Due to a focus on environmental issues during the 1980s and 1990s by the Danish governments and the energy administrations renewable energy is already widely used. More than 20 % of the electricity supplied in Denmark is currently based on renewable energy and RES cover approximately 9% of the country's primary energy consumption.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: RES electricity production up until 2002 [40] in Denmark

[40] Based on EUROSTAT data, which are up-to-date only until 2001. For many RES, e.g. wind-onshore and PV more recent data from sector organisations and national statistics have been used.

The current penetration in terms of the actual power generation is shown in Figure 1. The highest penetration rate as well as the highest growth during the last decade has been achieved by wind onshore. About 5000 GWh electricity was produced by wind onshore power plants in 2002. Up until 1999 economic conditions for wind energy were very stable. All wind generated power was delivered as prioritised dispatch and a feed-in system with a general tariff of approximately 8 EUR cents/kWh. However, over the last few years the situation has changed markedly due to a number of changes to the support schemes. In 2000 the annual installed wind power capacity peaked over 500 MW, but in 2001 only 115 MW was established. In 2002 the installed capacity increased again due to favourable re-powering conditions. Currently the figures for new wind on-shore capacities are very small (about 50 MW in 2003). There was major development with regard to off-shore wind energy in the years 2002 and 2003. In 2002 the off-shore wind park in Horns Rev (160 MW) was completed and in 2003 the large wind farm in Nysted (165.6 MW) as well as three smaller parks went on-line. Accordingly the total installed capacity of off-shore wind energy is about 425 MW. Biomass, especially biowaste, but also solid biomass and biogas, has the second largest RES-E share. The detailed figures can be seen in Table 1. Only very little growth occurred in the biomass sector during 2002 and 2003 because the earlier favourable promotion conditions for biomass were, like those for wind energy, no longer available.

Table 1: RES-electricity production in 1997 and 2002 in GWh and average annual growth since 1997

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

In the heat sector the dominant renewable energy carrier is biomass, but since 1997 the market has been declining (see 2). Geothermal heat, including heat pumps, has shown the highest growth rate over the last few years.

Table 2: RES-heat production in 1997 and 2002 in ktoe and average annual growth since 1997

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

*Biomass heat only up until 2001

Despite the rather low liquid biofuel production up until 2002 shown in 3, Denmark reached a biofuel production capacity of 36 ktoe in 2003. This figure is attributable to a number of experimental pilot plants currently being operated. It is not clear whether or not Denmark will launch commercial production of biofuels. If so, biodiesel seems to be the most likely option.

Table 3: RES-biofuel production up until 2002

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2.2. Mid-term Potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 2: Mid-term potentials (2020) of RES electricity heat and transport in Denmark

Table 4: Policy assessment for RES - Denmark

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

// Sufficiency to promote RES

* // Hardly any or no support

** // Little support

*** // Moderate support

**** // High support

***** // Very high support

ESTONIA

1. Summary of RES markets and policy

Background

Estonia has one of the lowest penetration of RES in the region with an extended oils-shale based energy production employing 10,000 people in this relatively small country.

RES targets

The RES-E target to be achieved in 2010 is 5.1% for Estonia.

Status of the renewable energy market

There are low opportunities for solar and geothermal. However there is considerable potential in wind and biomass as well as hydro power. The biomass installations need high investment and though there are several wind projects in the pipeline the feed in tariff is hardly more than half of the amount the developers would favour.

Main supporting policies

Electricity Market Act (EMA): electricity price for renewable energy 1.8 times the residential price, so the price for renewable energy is: 5,2 EUR cents /kWh. This price is paid for 7 years for biomass and hydro and for 12 years for wind. The EMA has come into force on July 2003.

Sales Tax Act: 0% VAT for renewable energies

Key factors

Extensive reserve of domestic fuel (10,000 people working in oil shale industry in the country with very high unemployment rate).

Changes in Energy Law open the possibilities for producing wind energy profitably and start manufacturing wind generators and their components in Estonia.

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

The share of renewables is 0.2%, because of the huge and cheap supply of electricity from oil shale. This source dominates the Estonian electricity production. Currently there is one wind-farm operational with a total capacity of 1.8 MW. Several projects with a total of 76 MW installed capacity were identified. In Estonia, at present only one 1.2 MW hydro plant exists. The utilization of solar energy in Estonia has no noticeable spreading both for electricity production and heat supply.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: RES electricity production in Estonia up until 2001

The current penetration of biomass is not exactly known but very small. The area occupied by forests constitutes 22 thousand km2 that exceeds a half of the country territory, thus forest residue presents the highest biomass potential.

Table 1: RES-electricity production in 1997 and 2001 in GWh

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Table 2: RES-heat production up until 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

There is no liquid biofuel production in Estonia.

2.2. Mid-term potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 2: Mid-term potentials of RES electricity, heat and transport in Estonia

FINLAND

1. Summary of RES markets and policy

Background

The main core of Finnish renewables policy is defined in the Action Plan for Renewable Energy. The most important objective is to increase the competitiveness of renewable sources for the future. The plan has a strong emphasis on R&D activities to achieve this result in the long term. Energy taxation of fossil fuels forms the main instrument for implementation of renewables in the short term.

RES targets

The RES-E target from the EU directive for Finland is 31.5% of gross electricity consumption in 2010. A national target for 2025 has been set which is aimed at increasing the use of renewable energy by 260 PJ.

Status renewable energy market

Renewables currently cover around 28% of the Finnish total electricity consumption supplied by two key sources: hydro power (70%) and biomass (30%). Over the past decade a significant increase has been achieved in the deployment of biomass, in particular in the form of CHP and district heating systems.

Main supporting policies

Exemption from energy tax for renewable electricity. Unlike electricity from fossil or nuclear sources renewable electricity is exempted from the Finnish energy tax paid by end-users. This brings the following benefits for renewables:

wind 69 EUR /MWh

biomass / mini-hydro 42 EUR /MWh

biomass heating fuels 1 EUR /GJ (compared to natural gas)

Investment subsidies are available for new investments which receive a subsidy of 30% (wind: 40%).

Key factors

Subsidies provide absolute certainty regarding lower investment costs. Tax exemptions help to bridge gap with fossil and nuclear competitors. Nevertheless in the case of wind energy, available support is not enough to plug the gap. The existing support systems have allowed a substantial increase to be achieved in the use of biomass for electricity production and district heating.

Political changes and some uncertainty about future energy support programmes have resulted in new renewable energy investments being withheld.

Other issues

The value of total available support does not completely plug the price gap with fossil or nuclear based competitors. This holds in particular for wind energy.

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

The development of the renewable electricity production over the past decade has resulted in a 30% increase since 1990. In absolute figures bio-energy showed the strongest growth due to a strong expansion of biomass-fueled CHP and district heating. By its efforts Finland is now the largest generator of electricity from biomass within the EU. Nearly 10% of the domestic electricity demand is now met by biomass. Hydro power, however, still remains the largest source of renewable energy in Finland. The use of wind power and photovoltaics is still in its early stages in the Finnish electricity market. In 2002 a total of 51 MW was installed.

The current penetration in terms of the actual power generation is shown in Figure 1 up to 2002 from Eurostat data. The fluctuations reflect the volatility in the supply of hydro power due to variations in weather conditions from year to year. Recent figures for 2002 indicate that electricity from biomass reached a level of 10 TWh. A similar amount was produced by hydro power in 2002. According to the total demand the share of RES electricity in Finland amounted to 25% in 2002 compared with 25% in 1997.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: RES electricity production up until 2002 [41] in Finland

[41] Based on EUROSTAT data, which are up-to-date only until 2001. For many RES, e.g. wind-onshore and PV more recent data from sector organisations and national statistics have been used.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 2: RES electricity production in Finland up until 2002 without large hydro

Table 1: RES-electricity production in 1997 and 2002 in GWh

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

In the heat sector the use of biomass, in particular in new CHP and district heating installations, has grown substantially over the past decade (by nearly 50% compared with 1990). This substantial growth rate has fallen somewhat of late. With the use of biomass for heating purposes, Finland has become one of the leading Member States within the EU when it comes to the share of heat from biomass in the total energy demand for heating purposes. Solar thermal collectors and heat pumps have been introduced in Finland, but their contribution still remains small.

Table 2: RES-heat production up until 2002

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

* Biomass heat only until 2001

Biofuel for transport has not reached any significant level so far in Finland.

Table 3: RES-biofuel production up until 2002

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2.2. Mid-term Potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 3: Mid-term potentials of RES electricity heat and transport in Finland

Table 4: Policy assessment for RES - Finland

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

FRANCE

1. Summary of RES markets and policy

Background

France has introduced legislation which provides a strong financial support scheme for renewable energy based on feed-in tariffs. These measures took effect in 2001 and 2002. Before this change, implementation was dependent on modest subsidy programmes.

RES targets

The RES-E target from the EU directive for France is 21% of gross electricity consumption in 2010.

Status of the renewable energy market

Renewables cover currently around 16% of the French total electricity consumption. This supply is met mainly by hydro power. Despite significant resources wind, biomass and geothermal energy currently play an insignificant role in the electricity sector. The current use of heat from RES amounts to approximately 6,0 Mtoe which covers 7% of the domestic energy consumption for heating purposes. The use of biomass forms the main source for renewable heat and is relatively stable in size.

Main supporting policies

Feed-in tariffs:

For renewable energy installations up to 12 MW, guaranteed for 15 or 20 years. Tariffs depend on source type and may include a premium for some sources. Rates are adjusted for inflation.

PV-Systems: 15 EUR cents/kWh

Hydro: Standard rate of 6 EUR cents/kWh, premium up to 7,5 EUR cents/kWh

Biomass: Standard rate of 4,9 EUR cents/kWh, premium up to 6 EUR cents/kWh

Sewage and landfill gas: Standard rate of 5,5 EUR cents/kWh, premium up to 6 EUR cents/kWh

MSW: Standard rate of 3,5 EUR cents/kWh, premium up to 4 EUR cents /kWh

Wind:

8,5 EUR cents/kWh for the first 5 years after installation, then 6,5 EUR cents up to 10 years after installation and 3EUR cents/kWh for a further 5 years.

A tendering system is in place for renewable energy installations > 12 MW. Tenders follow an open bidding procedure, where the winner is awarded a guaranteed-price contract. The tariff contracted depends on the bid. Calls for projects have published for biogas, wind onshore and wind offshore with a total power capacity of 250 MW.

Key factors

The level of the tariff is clearly high enough to only attract small and medium wind-energy projects. Tariffs for other renewables seem relatively low or moderate. Guaranteed periods under the new scheme are sufficiently long to secure investments.

Administrative and grid barriers persist.

Uncertainty in winning a bid for projects larger than 12 MW due to the tendering procedure.

Other issues

The new feed-in tariffs may provide a strong incentive if major obstacles like administrative and grid barriers can be removed.

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

The development of renewable electricity production over the past decade has resulted in a 14% increase since 1990. This increase is almost entirely due to more hydro power production. Existing installations in particular have increased their output as there was only a modest growth in new capacity. Biomass is the second-largest source of renewable electricity and its use has also risen over the past decade. However, its contribution to the total renewable electricity generation is small (5%). The use of wind power and photovoltaics is still in its early stages in France. France has a considerable geothermal potential.

Current penetration in terms of the power actually generated is shown in Figure 1 up to 2002 (Data from Eurostat). The fluctuations reflect the volatility in the supply of hydro power due to variations in weather conditions from year to year. In 2003 installed wind power increased by 91 MW to total 239 MW. Photovoltaic solar power rose by 3 MW to a total capacity of 17 MW.

On the basis of total demand the share of RES electricity in France amounted to 14.4% in 2002 compared with 15% in 1997.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: RES electricity production up until 2002 [42] in France

[42] Based on EUROSTAT data, which are up-to-date only until 2001. For many RES, e.g. wind-onshore and PV more recent data from sector organisations and national statistics have been used.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 2: RES electricity production in France up until 2002 without large hydro

Table 1: RES electricity production in 1997 and 2002 in GWh

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Unlike renewable electricity, the heat sector has remained more or less stable over the past decade. The current use of heat from RES amounts to approximately 10 Mtoe, which covers 7% of the domestic energy consumption for heating purposes. The use of biomass forms the main source of renewable heat and is relatively stable in size. The largest contribution comes from wood-firing in households, which covers 90% of the heat production from RES. Geothermal heat is the second-largest form of heat in France. Like biomass, its contribution has remained stable over past years. The figures for recent years demonstrate that solar thermal collectors and heat pumps have attracted sizeable investments especially from private households. A total collector area of about 0,7 Mio. m2 was installed by the end of 2002.

Table 2: RES-heat production up until 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

*Biomass heat only up until 2001

France is within Europe one of the leading Member States in the production and use of biofuels for transport. Production levels are similar to Germany's.

Table 3: RES-biofuel production up until 2002

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2.2. Mid-term Potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 3: Mid-term potentials of RES electricity heat and transport in France

Table 4: Policy assessment for RES - France

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

* Time implemented, duration of support and operational period are specified for the main instrument supporting the deployment of the selected renewable energy technology. The main instrument is indicated as the first instrument in the first and second row of the table.

Elaboration of support:

1) Degree and duration of support 2) Non-economic factors (e.g. grid constraints, social constraints and administrative barriers)

* // Insufficient support or very strong barriers

** // Little support or significant constraints

*** // Reasonably sufficient support or acceptable market conditions

**** // High support or good market conditions

***** // Very high support or very good conditions

GERMANY

1. Summary of RES markets and policy

Background

The stability of political support has stimulated continuous and high levels of growth especially in the case of wind energy, PV and solar thermal installations over the past decade. But the sectors of liquid biofuels, heat pumps and to a lesser extent biomass electricity, and biomass heat have also shown relevant growth rates. A new feed-in tariff system is proposed that will lower the tariffs for wind on-shore, increase tariffs for biomass electricity, geothermal electricity and introduce a feed-in tariff for the refurbishment of large hydro.

RES targets

The RES-E target to be achieved by Germany in 2010 is 12.5% of gross electricity consumption (in 2020 10% of total energy consumption and 20% of electricity consumption).

Status of the renewable energy market

The renewable energy market in Germany is mature and showing large growth rates even at high penetration rates. Biomass might be considered as the only source that is significantly lagging behind expectations.

Main supporting policies

The main promotion schemes for RES in Germany are the following.

Renewable Energy Act - feed-in tariff (present scheme) (proposed new law to be implemented in 2004)

Wind: 9 EUR cents/kWh for at least five years after installation. Reduction of tariff to 6 EUR cents/kWh depending on yield of system. Yearly reduction of tariff by 1.5%.

Biomass: up to 500 kW: 10 EUR cents/kWh, up to 5 MWp: 9 EUR cents/kWh, up to 20 MWp: 8,6 EUR cents/kWh,

Hydro, landfill gas, sewage gas: up to 500 kW: 7,7 EUR cents/kWh, form 501 kW to 5 MW: 6,6 EUR cents/kWh

PV: 48 EUR cents/kWh, yearly reduction of tariff by 5%. Starting in 01/2004 FIT of 59 EUR cents/kWh.

(Proposed new law to be implemented in 2004 will contain different tariffs)

Market Incentive Program: Investment subsidy for most sources except wind

Income tax regulations on wind energy investments

Environment and Energy Efficiency Programme: subsidised loans for major share of wind investments

Full exemption from mineral oil tax and environmental tax for all pure liquid and solid biofuels in heat and transport.

Key factors

Partially exploited potentials and limited grid capacity in the northern parts of Germany are currently hampering the growth of onshore wind energy for much of the market. Offshore wind energy is developing more slowly than expected due to high costs and unsolved technical problems (long distance from land and deep water). Biomass development is slower than expected due to fuel price uncertainty and high infrastructure costs. Most of the low-cost potentials (wood wastes) have already been exploited. The proposed new renewable energy act will have a major impact on wind, biomass and large hydropower. The current relatively high feed-in tariffs combined with reasonable investment subsidies and loans has generated a considerable RES market. The termination of the 100 000 roofs programme would have led to a significant slowdown of PV development, however this is now being compensated by higher feed-in tariffs as from in January 2004.

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

The developments in renewable electricity production have been very dynamic in Germany over the recent years. In absolute figures wind energy showed the strongest growth reaching the combined generation potential of large and small hydropower at the end of 2003 of about 25 TWh. The actual generation of wind energy in 2003 was lower at about 18.5 TWh due to a wind year that was 16% below average as well as due to the fact that most wind turbines are installed at the end of the year. About 50% of the European wind energy capacity is installed in Germany. Hydropower has the second-largest RES-E share, but it has not been showing any significant development over the last five years. Biomass electricity, including the biodegradable fraction of municipal waste, is the third most important RES-E source with about 6.2 TWh of electricity production in 2002. Strong growth rates have also been achieved in the area of photovoltaics, reaching an installed capacity of 258 MW and a generation potential of about 190 GWh in 2002 and about 260 GWh in 2003.

Penetration in 2001 in terms of actual power generation is shown in Figure 1. For wind and hydropower in particular this graph does not truly reflect the development of the installed capacities because of the volatility of power output over the year. In Table 1 electricity generation from RES is shown for the years 1997 and 2002 as well as the average annual growth during this period.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: RES electricity production up until 2002 [43] in Germany

[43] Based on EUROSTAT data, which are up-to-date only until 2001. For many RES, e.g. wind-onshore, hydro power and PV more recent data from sector organisations and national statistics have been used.

Table 1: RES-electricity production in 1997 and 2002 in GWh

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

In the heat sector the growth was less rapid than in the electricity sector although solar thermal collectors and heat pumps have attracted sizeable investment especially from private households. A total collector area of about 5 million m2 was installed by the end of 2002. Biomass heating is largely dominated by wood and wood-waste applications in households and a growing share of biogas, accounting for about 13% of the biomass heat consumption by the end of 2001. The production of heat from wood in households remained quite constant over recent years.

Table 2: RES-heat production up until 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

*Biomass heat only up until 2001

The biofuel sector bas been growing very rapidly over the last 10 years, showing a doubling of production every two years. The existing biofuel mix is based almost entirely on biodiesel produced from rapeseed.

Table 3: RES-biofuel production up until 2002

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2.2. Mid-term Potentials

The mid-term potentials [44] of RES in the sectors of electricity, heat and transport are shown in Figure 2.

[44] The exact definition of the "mid-term potential" can be found in Annex I - Methodologies of the final report. Compared with the technical potential the mid-term potential represents the so-called realisable potential, taking into account socio-economic restrictions, maximum annual growth restrictions, capacity of RES production industry, etc.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 2: Mid-term potentials of RES electricity heat and transport in Germany

Table 4: Policy assessment for RES - Germany

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

* Environment and Energy Efficiency Programme of "Deutsche Ausgleichsbank"

// Elaboration of support

* // Insufficient support

** // Little support

*** // Reasonably sufficient support

**** // High support

***** // Very high support

GREECE

1. Summary of RES markets and policy

Background

The current development of RES in Greece showed the first significant growth in the field of active solar thermal systems stimulated by a deduction of the taxable income for final users. However, this measure is temporarily on hold for budgetary reasons. Law 2244/94 on Electricity from Renewables has played a decisive role in starting the large-scale development of RES through private investments The combination of feed-in tariffs (introduced by 2244/94) and subsidies in the order of 40% of the investment cost (provided either through the development law or the 3rd Community Support Framework-CSF) created a large measure of interest among investors. Most of the activity has been concentrated on wind energy and active solar thermal systems. Administrative barriers represent the major constraint to further growth.

RES targets

The RES-E target to be achieved by Greece in 2010 is 20% of gross electricity consumption.

Status of the renewable energy market

Greece has a mature RES market especially for active solar thermal systems, hydro and geothermal installations in the heat sector. The general promotion schemes have been in place for a considerable time already and have undergone only slight change (degree of support) of late. A recent inter-ministerial decision is aimed at reducing the administrative burden affecting RES installations, as well as some geothermal projects.

Main supporting policies

The main promotion schemes for RES in Greece are the following.

Law 2244/94 (feed-in tariff) and Law 2773/1999 (liberalisation) (Feed-in tariff of a bout 7,8 EUR cents/kWh on the islands and 7 EUR cents/kWh on the mainland)

Development Law 2601/98. The Law supports investment activities (including energy investments) of private companies (investment subsidy of about 30%).

The Operational Programme 'Competitiveness' of the Hellenic Ministry of Development is part of the 3rd Community Support Framework (State aid for RES investments, ranging from 30 to 50%).

Law 2364/95 introduces a reduction of the taxable income of final users installating renewable energy systems in private buildings (75% of costs for purchase and installation is tax-deductible).

Key factors

The big danger is that the construction and upgrading of the grid lines will be delayed, postponing as a consequence the development of RES. This fact, in combination with the administrative difficulties and grid connection obstacles causing problems with obtaining construction permits for wind and biomass power plants constitutes the biggest barrier. However, according to the latest inter-ministerial decisions, the licensing procedure for RES power plants will be streamlined and made more efficient. It remains to be seen over the next months how effective this decision proves to be. With regard to the upgrading and extension of power transmission lines, which also contribute to the further deployment of RES, expropriation procedures are being shortened and simplified to speed up implementation for the 2004 Olympics.

The Greek Government has also established a set of rules for the rational use of geothermal energy in line with the Community's view. Any geothermal field is considered to be a single-entity deposit, and a-source that cannot be split up. A specific bidding procedure has been established for the whole range of products, by products and process residues obtained from a geothermal source.

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

The current status and development in the renewable electricity production in Greece is mostly dominated by traditional RES-E sources such as large-scale hydropower. A major part of the RES-E output is effected by annual fluctuations of precipitation. In 2002, the electricity generated by hydropower accounted for around 2.7 TWh (excluding pumped storage hydro energy). The utilisation of small-scale hydropower has increased moderately over the last 6 years.

Wind energy has been growing modestly since 1997, reaching about 375 MW or 0.5 TWh in 2002. As explained in the policy summary, particular non-technical barriers such as obtaining installation permits for electricity generated by wind turbines, have hindered its development to some extent. In accordance with approved Ministerial Decision 1726/2003. [45], the Greek Government decided to streamline and speed-up its licensing procedure for RES power plants. As a result of these actions, it can be expected that the wind sector will grow more dynamically over the coming years.

[45] 2nd National Report Regarding Penetration Level of Renewable Energy Sources in the Year 2010, Page 6, Athens, October 2003.

Table 1: RES-electricity production in 1997 and 2002 in GWh

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: RES electricity production up until 2002 [46] in Greece.

[46] Based on EUROSTAT data, which are up-to-date only until 2001. For many RES, e.g. wind-onshore and PV more recent data from sector organisations and national statistics have been used.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 2: RES electricity production in Greece up until 2002 without large hydro

With regard to the heat sector, Greece has increased considerably its national geothermal heat capacity (by about a factor of three) since 1997. This increase resulted from the installation of different projects accounting for approximately 80 MWth in 2002. The Greek Government has established a set of rules for the rational use of geothermal energy. A specific bidding procedure was established for the whole range of products, by-products and process residues obtained from geothermal sources.

With respect to other technologies, solar thermal panels show a moderate 7 percent growth rate from 1997. As a result of tax incentives in this sector, the total cumulative capacity for solar thermal systems increased up to 2.8 million m2 in 2002, with Greece now being the second country in Europe after Germany. However, these support mechanisms are temporarily on hold for budgetary reasons and a future prospects look gloomy.

Table 2: RES-heat production up until 2002

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

* Biomass heat only up until 2001

With regard to liquid biofuels production, Greece has been a dynamic country at the experimental stage with several pilot projects related to the different technologies for the production of biofuels. However, currently there is no commercial-scale production. The pilot projects tested so far, looked at the production both of biodiesel and bioethanol fuels for transportation purposes derived from various traditional crops such as wheat, corn, fried and waste oil, sunflower and rape seed. If these attempts prove to be cost-effective in the long run, major support mechanisms for the industry are expected to be implemented in the coming years.

Table 3: RES-biofuel production up until 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2.2. Mid-term Potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 3: Mid-term potentials of RES electricity, heat and transport in Greece

Table 4: Policy assessment for RES - Greece

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Sufficiency to promote RES

* // Hardly any or no support

** // Little support

*** // Moderate support

**** // High support

***** // Very high support

HUNGARIA

1. Summary of RES markets and policy

Background

Hungary is net importer of energy. 70% of the total energy demand of Hungary is covered by import. The energy policy does not include significant actions towards renewable energy sources.

RES targets

The RES-E target to be achieved in 2010 is 3.6% for Hungary.

Status of the renewable energy market

There would be good opportunities for biomass, solar, geothermal and some wind energy development, although the investment climate was not favourable until now and only very few investment has taken place with different multilateral funding.

Main supporting policies

Ministerial Decree 56/2002: Guaranteed feed in tariff (on indefinite term), beginning in January 2003, all energy generated from renewable energy resources must be purchased between 6 and 6,8 EUR cents/kWh, not technology specific.

Key factors

No coordinated national action for RES penetration. Insufficient investment climate, although various funds available.

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

The penetration of the renewable energy sources in the Hungarian primary energy production is relatively small, 3.6 per cent. The share of RES in electricity production is even lower, 0.6 per cent. However due to the building of large hydropower plants in the 1970s on the Tisza river and several small hydro power plants (built in 1930-60) the hydropower has a notable share among the renewable sources. The capacity of the three largest hydropower plants is 43.8 MWe. They provide about 200 GWh of electricity annually. The installed hydro power capacity has been not increased in the last 30 years and further penetration of the hydropower - excluding the refurbishment of the old plants - is unlikely as it faces opposition. Photovoltaic applications have been implemented on an experimental basis in the telecommunications and other sectors, but this technology has not yet reached wide scale of commercialization in Hungary. Wind energy has for the moment a symbolic representatition (2 MW).

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: RES electricity production up until 2002 [47] in Hungary

[47] Based on EUROSTAT data, which are up-to-date only until 2001. For many RES, e.g. wind-onshore, hydro power and PV more recent data from sector organisations and national statistics have been used.

Biomass accounts for the largest share of Hungary's renewable energy consumption. Currently fuel wood combustion is the primary use of biomass. Forestry wastes and sawmill by-products are currently burnt in furnaces to provide heat for the forestry industry or briquetted for retail sale. Nearly 40 percent of the round wood production is used for energy purposes. Consumption of biomass heat in 2001 amounted to 302 Mtoe mainly based in solid biomass uses. One of the largest exploited renewable energy resources in Hungary is geothermal energy with approximately 350 MW of installed capacity for heat generation. The geothermal energy and thermal water is used mainly for balneological purposes and for heating of the bath facilities. In the last 10 years there were several projects completed in the south-eastern part of Hungary for district heating and greenhouse heating. The penetration of heat pumps is proceeding only slowly - however there are several residential and office buildings heated with this technology - because of the high investment costs and that it is relatively unknown. Limited use of solar energy for water and space heating has been observed, based on flat plat collectors.

Table 1: RES-electricity production in 1997 and 2002 in GWh

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Table 2: RES-heat production up until 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

A National Biodiesel Programme has been launched some years ago with some pilot factories started but due to discontinuous support, the programme has not given any important results.

Table 3: RES-biofuel production up until 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2.2. Mid-term potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 2: Mid-term potentials of RES electricity heat and transport in Hungary

IRELAND

1. Summary of RES markets and policy

Background

Ireland is the last EU country that uses a tendering scheme as the main instrument in supporting renewable energy. The Alternative Energy Requirement (AER) is a competition for investors in which the lowest bidders are offered a Power Purchase Agreement of up to 15 years. The first four competitions were held between 1995 and 1998. Rounds 5 and 6 were held in 2003. The market for household and small industrial consumers is open only for 100% green consumers, resulting in new market entrants that offer competitive green power contracts and investments in commercial wind parks (i.e. not funded through AER).

RES targets

The RES-E target to be achieved by Ireland in 2010 is 13.2% of gross electricity consumption.

Status of the renewable energy market

AER round 6 closed in April 2003. In Ireland there is no real voluntary market for renewable electricity.

Main supporting policies

The Alternative Energy Requirement (tendering scheme) is the main support instrument. Targets and purchase prices specified for the technologies are shown below. No support is provided for renewable heat and biofuels except promotional projects for biofuels that may receive tax exemption.

Technology Support level (EURct/kWh) Specifics

Large-scale wind 5.216 up to 400 MW

Small-scale wind 5.742 up to 85 MW

Offshore Wind 8.4 up to 50 MW; indicative price cap only

Biomass 6.412 up to 8 MW

Biomass-CHP 7.0 up to 28 MW

Biomass-anaerobic digestion 7.0 up to 2 MW

Hydro 7.018 up to 5 MW

Key factors

- The tender is a stop-start programme where the future of target-setting is unknown (both levels and technology preferences).

- The AER tends to lead to relatively poor quality of equipment as the lower-price bids win the competition.

- No stimulation is provided above the targets set.

- Projects eligible may not exceed certain capacity levels which may lead to a certain inefficiency of the project design.

- A lack of co-operation exists in the Irish RE industry as a direct result of the tendering scheme.

- Long-term certainty of supply contract (up to 15 years, for biomass-CHP only 10). A market-based instrument that includes element of competition.

Other issues

An official consultation document on future renewable energy policies is currently being prepared.

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

Traditionally, hydropower is by far the most important renewable electricity source in Ireland, though in recent years production from other RES-E such as wind and biogas has been increasing. In 2002 the combined production of small-scale and large-scale hydropower stations was 912 GWh, which corresponds to 73% of the total RES-E production for that year.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: RES-electricity production up until 2002 [48]

[48] Based on EUROSTAT data, which are up-to-date only until 2001. For many RES, e.g. wind-onshore and PV more recent data from sector organisations and national statistics have been used.

Figure 1 shows that electricity generation from wind has increased from 0.2 GWh in 1990 to 330 GWh in 2002. The contribution of wind power to overall electricity generation from RES in 2002 was 27%. Installed wind power capacity at the end of 2002 was 137 MW. In 2003 installed wind power capacity increased by 49 MW up to 186 MW at the end of 2003. Electricity production from biogas in the year 2002 was 81 GWh, accounting for a contribution of about 7% to the overall electricity generation from RES. Finally, it can be noted that in Ireland there is virtually no RES-E production from solid biomass. The share of RES electricity in overall electricity consumption in Ireland increased from 3.6% in 1997 up to 5.1% in 2002, as shown in Table 1.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 2: RES-electricity production in Ireland up until 2002 without large hydro

Table 1: RES-electricity production in 1997 and 2002 in GWh

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Table 2 shows data regarding the penetration of RES-heat in Ireland. Biomass heat production over the last few years has been increasing at an average rate of 8% per year. Total biomass heat production in 2001 was 145 ktoe. It can be seen that solar thermal heat and geothermal heat production is still relatively small-scale compared with biomass heat.

As can be seen in Table 3, the biofuel market is virtually non-existent in Ireland.

Table 2: RES-heat production up until 2002

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

*Biomass heat only up until 2001

Table 3: RES-biofuel production up until 2002

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2.2. Mid-term Potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 3: Mid-term potentials 2020 of RES electricity, heat and transport in Ireland.

Table 4: Policy assessment for RES - Ireland

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Sufficiency to promote RES

* // Hardly any or no support

** // Little support

*** // Moderate support

**** // High support

***** // Very high support

ITALY

1. Summary of RES markets and policy

Background

The Italian RES policy is an integral part of CO2 reduction policies. In 2001 the main support program CIP6 was replaced by a green certificate system with binding targets. Certificates are issued for plants commissioned after April 1 1999 and only for the first 8 years of operation. The certificate system's overall target of 2% was not reached in the first full year of operation. Decree 387 of December 2003 that implements the EU Renewable Electricity Directive increased the target set for 2004-2006 by 0.35% per year.

RES targets

The RES-E target to be achieved by Italy in 2010 is 25% (76 TWh) of gross electricity consumption.

Status of the renewable energy market

Obligatory demand for producers and importers. The GRTN, Italy's Independent System Operator, may sell certificates produced at eligible RES-E plants under the former CIP6 support scheme at a fixed price and only if the market is short to prevent excessively high prices on the market. Voluntary demand for green electricity may be included in the certificate system. The implementation of the Guarantee of Origin will make the voluntary market more transparent and open.

Main supporting policies

- Certificate system with mandatory demand

- Carbon dioxide tax with exemption for RES (biofuels)

- Funds for specific technologies and/or municipalities

Key factors

- Relatively favourable certificate prices up to 8.4 EURct/kWh.

- Certificates are issued only for plants producing more than 50 MWh per year.

- The major problem with developing new production capacity seems to be problems in obtaining authorisation at local level and the high cost of grid connection.

- The carbon tax is relatively high, which offers competition benefits for renewables.

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

Development of the renewable electricity production in Italy is shown in Figure 1. Hydropower represents around 85 - 90% of Italy's RES-E production, with a total production of 41 TWh of both small-scale and large-scale hydropower stations in 2001. Electricity production from renewable energy sources other than large hydro is detailed in Figure 1. Geothermal electricity is the second most important RES-E source, representing 8% of the RES-E production. Worth mentioning is also the strong growth of the installed wind power capacity, with a factor of 270 in the period from 1990-2002, up to 785 MWe in 2002. In absolute terms the Italian wind market is however still small in size. Installed PV capacity grew by 600% in the same period, up to an installed capacity of 23 MWp in 2002. According to the total electricity demand the share of RES electricity in Italy increased slightly from 16% in 1997 to 16.8% in 2002.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: RES-electricity production in Italy up until 2002 [49] in Italy

[49] Based on EUROSTAT data, which are up-to-date only until 2001. For many RES, e.g. wind-onshore and PV more recent data from sector organisations and national statistics have been used.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 2: RES electricity production in Italy up until 2002 without large hydro

Table 1: RES electricity production in 1997 and 2002 in GWh

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Data showing the RES-heat production in Italy can be found in Table 2. Biomass heat and solar thermal heat show strong growth rates of 9% and 21%, respectively. As with RES-E, the contribution of geothermal to RES-heat is substantial, with 213 ktoe produced in 2002.

The production of biofuels in Italy also shows an upward trend, as shown in Table 3. Average growth rate for the production of liquid biofuels since 1997 is 32% per year.

Table 2: RES-heat production up until 2002

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

*Biomass heat only up until 2001

Table 3: RES-biofuel production up until 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2.2. Mid-term Potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 3: Mid-term potentials of RES electricity heat and transport in Italy

Table 4: Policy assessment for RES - Italy

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

LATVIA

1. Summary of RES markets and policy

Background

Imported energy resources account for 65-70 % of the total energy consumption in the primary energy resource balance of Latvia. Therefore the primary reason for supporting renewable resources in energy generation is security of supply and creation of new jobs. Wood and wind are the most prioritized from renewable energy resources for use in electricity generation.

RES targets

The RES-E target to be achieved in 2010 is 49.3% for Latvia.

Status of the renewable energy market

From 1996 to 2002, Latvia experienced significant growth in renewable energy projects as developers took advantage of the so-called double tariff, phased out the 1st January 2003. Latvia had a unique feed-in tariff, which was double the average electricity price for a period of eight years after grid connection for wind and small hydro power plants (less than 2 MW). Annual production at small hydropower plants increased from 2.5 to 30 GWh, while output from windpower plants built during the last three years increased to about 50 GWh.

The plan to build an undersea cable from Finland to import cheap energy may jeopardize RES development. The political support of RES has decreased in Latvia since January 2003. The cheap production of electricity from large-hydro and the low regional import electricity prices are obstacles for further RES development.

Main supporting policies

Law on Energy: With the amendment adopted in 2001 that phased out the so-called double tariff by 1st January 2003, regulations fixing the total capacity for installation and specific volumes for next year are annually published. The annual purchase tariff for small hydro power as well as for power plants using waste or biogas is set at the average electricity sales tariff, while tariffs for wind power plants are approved on a case-by-case basis by the regulator.

Other issues

Long-term loans on favourable conditions for projects in private and public sectors

Owners of buildings and other facilities have the right to choose the most cost-efficient type of energy supply.

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

The hydroelectric facilities provide about 75% of electric generation in Latvia, however, the supply reliability is complicated due to frozen rivers during very low winter temperatures. Total installed wind energy capacity in Latvia is currently very small (about 22.8 MW).

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: RES electricity production up until 2001 [50] in the Latvia

[50] Based on EUROSTAT data, which are up-to-date only until 2001. For many RES, e.g. wind-onshore and PV more recent data from sector organisations and national statistics have been used.

The biomass energy is mainly used as firewood in small and, as a rule, low-efficient boilers in the private household utilities. Solar energy is practically not used for heat production.

Table 1: RES-electricity production in 1997 and 2001 in GWh

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Table 2: RES-heat production up until 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Table 3: RES-biofuel production up until 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2.2. Mid-term potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 2: Mid-term potentials of RES electricity, heat and transport in the Latvia

LITHUANIA

1. Summary of RES markets and policy

Background

Lithuania has the highest dependence on nuclear power in its electricity supply of any country in the world, supplied by a single nuclear plant, Ignalina. However, the first of two reactors should be decommissioned in 2005 and the second in 2009. The decommissioning of the nuclear power plant Lithuania should prevent turning back towards fossil fuels as the main source for the electricity production. One of the strategic objectives in the Energy Strategy, 2002 is to strive for a share of renewable energy resources of up to 12% in the total primary energy balance by 2010.

RES targets

The RES-E target to be achieved in 2010 is 7% for Lithuania.

Status of the renewable energy market

Especially biomass supply is growing (wood and straw-firing boilers). There is still an important hydro potential. A big investment has been made in 2002 in geothermal energy. Although Lithuania has very good wind potential, there is no development of this energy up to now.

Main supporting policies

Resolution No. 1474 of 5 December 2001: Procedure for promotion of purchasing of electricity generated from renewable and waste energy sources. Average energy prices since February 2002: Hydro: 6.9 EURc/kWh, Wind: 7.5 EURc/kWh, Biomass 6.9 EURc/kWh

Key factors

There are feed in tariffs since February 2002 with no guaranteed time.

There exist delays in supporting secondary legislation (biofuel).

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

Large hydro installed capacity was to 112 MW; small hydro to 15 MW. Recently the pump-storage plant Kruonis with 800 MW has been put into service. No wind turbines operate in Lithuania, only a 4 MW demonstration wind project is on the drawing board for a site at Butinge on the Baltic Sea coast.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: RES electricity production up until 2001 [51] in Lithuania

[51] Based on EUROSTAT data, which are up-to-date only until 2001. For many RES, e.g. wind-onshore and PV more recent data from sector organisations and national statistics have been used.

Recently solar energy has been utilized for hot water supply, space heating of premises and drying of agricultural production. Among the biomass energy sources wood was used in Lithuania for space heating of individual houses by burning in stoves with small efficiency. In 1994 waste wood and specially prepared wood chips were started to be used burning them in district heating boilers with higher capacity (> 1 MW). Now the totally installed capacity of such combustion wood boilers achieves around 120 MW. In accordance with the statistic data of 1998 the consumption of wood fuel was equivalent to 571 ktoe. The using of straw fuel in Lithuania was started since 1996. The total installed capacity of straw-fired boilers makes up about 5 MW. Approximately 7500 t of straw is burned annually in these boilers. This amount is equivalent to 2.5 ktoe of primary energy. There are 6 individual geothermal plants with the total capacity of 114 kW. The construction of Vydmantai geothermal plant in Kretinga region has recently started. 41 MW geothermal plant is build in Klaipeda. In the year 2002 this power plant was not yet working in its full capacity, however produced 180 000 kWh thermal energy.

Table 1: RES-electricity production in 1997 and 2001 in GWh

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Table 2: RES-heat production up until 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

There is no biofuel production in Lithuania.

2.2. Mid-term potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 2: Mid-term potentials of RES electricity, heat and transport in Lithuania

LUXEMBOURG

1. Summary of RES markets and policy

Background

The 1993 Framework Law is the basis of two main regulations. The ongoing nature of the framework law creates a stable environment and investor confidence. Subsidies are granted to enterprises and companies for investments in eligible technologies, which include solar, wind, biomass, geothermal. Preferential tariffs are given for electricity produced from RES.

RES targets

The RES-E target to be achieved by Luxembourg in 2010 is 5.7 % of gross electricity consumption.

Status of the renewable energy market

The national energy supply company Cegedel just started this year with selling green electricity. The latest support program is limited to 5 years, and there is a limit on RES resources for creating new capacity. Development therefore seems to be restricted.

Main supporting policies

Feed-in tariff: tariff in EUR ct/kWh conditions

Wind, hydro, biomass, biogas: 2.5 up to 3 MW, 10 years

PV for municipalities 25 up to 50 kW, 20 years

PV for non-municipalities 45 - 55 up to 50 kW, 20 years

In addition investors can receive investment subsidies totalling up to 40% of investments.

Key factors

- RES has to compete with combined-cycle technology, a technology enabling the achievement of similar environmental objectives as RES, but more economically.

- Limitations on eligibility and budgets.

- Guaranteed market for electricity from RES provides certainty for investors.

- Broad range of support measures which may be used cumulatively.

Other issues

Some of the support measures seem to have had no or only limited effect. Support measures in general aimed at municipality-level or specific technologies have not resulted in the promotion of RES-E.

In February 2004, the national Parliament approved a modification to the Framework Law for transposing Directive 2001/77.

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

Development of the renewable electricity production in Luxembourg over the last decade is shown in Figure 1. Hydropower accounts for the largest contribution to the overall renewable electricity production, with a share of around 65-70% over the last few years. Wind makes a small contribution of 27 GWh in 2002. Production of electricity from biowaste shows more stability over time. In the period 1990-2002 electricity production from biowaste was around 23 GWh per year. In Table 2 the electricity generation from RES is given for the years 1997 and 2002, as well as the average annual growth during this period. It can be seen that the contribution of renewable energy sources to the overall electricity generation in Luxembourg was 2.1% in 1997 and 2.2% in 2002.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: RES-electricity production in Luxembourg upuntil 2002 [52]

[52] Based on EUROSTAT data, which are up-to-date only until 2001. For many RES, e.g. wind-onshore and PV more recent data from sector organisations and national statistics have been used.

Data covering RES-heat production in Luxembourg are shown in Table 2. Only biomass heat contributes to RES-heat production in Luxembourg with 25 ktoe in 2001. Production from solar thermal and geothermal sources in 2001 and the years before has been virtually zero. In Table 3 it can be seen that the same is true for the production of liquid biofuels.

Table 1: RES-electricity production in 1997 and 2002 in GWh

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Table 2: RES-heat production up until 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

* Biomass heat only until 2001

The biofuel sector in Luxembourg is virtually non-existent. No production data are available.

Table 3: RES-biofuel production up until 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2.2. Mid-term Potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 2: Mid-term potentials of RES electricity, heat and transport in Luxembourg

Table 4: Policy assessment for RES - Luxembourg

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

MALTA

1. Summary of RES markets and policy

Background

Energy utilisation in Malta is characterised by a total dependence on imported petroleum products and fossil fuels, low efficiency utilisation and no penetration of alternative sources.

Efforts are being directed towards the identification and utilisation of appropriate alternative sources of energy, including solar energy.

RES targets

The RES-E target to be achieved in 2010 is 5% for Malta.

Status of the renewable energy market

No commercial utilisation of renewable energy. The Institute of Energy Technology and others have undertaken pilot projects and studies to assess the potential and applicability of renewable sources, mainly wind and solar power.

Main supporting policies

5% VAT (instead of 15%) on solar applications.

At present Malta is formulating a strategy for renewable energy for the Maltese Islands.

Key factors

Energy infrastructure up to now has been oriented to subsidised oil products although the existing potential for renewable energy sources.

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

The penetration of the renewable energies in Malta is practically zero. Photovoltaic applications in Malta that were so far restricted to research and demonstration systems will soon be available for everyone to install, according to the regulations to be set by the Malta Resources Authority.

Table 1: RES-energy production in 1997 and 2002

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2.2. Mid-term potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: Mid-term potentials of RES electricity, heat and transport in Malta

NETHERLANDS

1. Summary of RES markets and policy

Background

Major support measures and market openness resulted in much higher green power consumption, a large surplus of certificates. However, there were no new RES installations. The policy support scheme was criticised and accordingly revised. The new support scheme has been in operation since July 2003 (see below).

RES targets

The RES-E target to be achieved by the Netherlands in 2010 is 9% of gross electricity consumption. A target of 10% total renewable energy by 2020 has been set with an interim indicative total RES target of 5% by 2010.

Status of the renewable energy market

Early in 2004 the total amount of green power supplied to consumers reached 2.4 million. Competition in green pricing and green power supplies has been fierce in the wake of the opening-up of the green power market in July 2001. Investments in renewable energy have been slowing down over the past few years because of political uncertainty about renewable energy support.

Main supporting policies

The new policy programme MEP to support renewable energy investments has been in operation since 1 July 2003. See underneath the subsidy in EURct/kWh. The 2005 subsidies are higher because of the phasing out of the ecotax).

Technology source Tariff 2004(*) Tariff 2005

Mixed biomass and waste: 2.9 2.9

Wind on-shore 6.3 7.7

Wind off-shore 8.2 9.7

Pure biomass large scale: 5.5

Small-scale biomass < 50 MWe 8.2 9.7

PV, tidal, wave and hydro 8.2. 9.7

(*) from 1 July 2004 onwards

Key factors

Budget constraints caused uncertainty about future energy support programmes with a consequent withholding of new renewable energy investment. A new system, the MEP scheme, has improved investment conditions, although the short duration of the tariffs scheme provided has been criticised.

The opening-up of the green power market for small consumers has resulted in strong competition among utilities for green power products. Combined with a relatively high degree of support for energy-tax exemptions and feed-in tariffs for green power, this has led to large increase in the amount of green power consumed.

Other issues

The system for Guarantee of Origin has been launched by renaming the former certificate system a GoO system. Imports are still allowed (foreign GoO), but are not eligible for the MEP subsidy.

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

Renewable electricity production in the period 1990-2002 in the Netherlands is shown in Figure 1. It can be seen that in this period annual RES-E production increased from 0.7 TWh in 1990 to around 3.6 TWh in 2002. Solid biomass is the most important RES-E source and accounted for around 35% of the annual RES-E production in the Netherlands in 2002. The second most important RES-E source is generation by on-shore wind. In 2002 installed wind capacity was increased by 40% to 677 MW, corresponding to a production level of 0.9 TWh in the same year.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: RES-electricity production up until 2002 [53]

[53] Based on EUROSTAT data, which are up-to-date only until 2001. For many RES, e.g. wind-onshore and PV more recent data from sector organisations and national statistics have been used.

1 shows the data for electricity generation from RES in the Netherlands for the years 1997 and 2002, as well as the average annual growth during the intervening period. Figures for RES-E penetration in 1997 have been adjusted from 3.5% (including non-biodegradable waste) to 1.8% (excluding biodegradable waste). The overall amount of renewable electricity production is clearly increasing, but faster development is still needed for achieving the 9% target.

Table 1: RES-electricity production in 1997 and 2002 in GWh

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2 and 3 show data indicating the penetration of RES-heat and RES-biofuel, respectively. Biomass heat production in 2001 was 324 ktoe. Solar thermal heat production is still relatively small compared with biomass heat, but an average annual growth rate of 17% since 1997 has been reported for this technology. Production of geothermal heat and biofuels is still a very small market in the Netherlands, with production figures of virtually zero.

Table 2: RES-heat production up until 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Table 3: RES-biofuel production up until 2002

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2.1. Mid-term Potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 2: Mid-term potentials of RES electricity heat and transport in the Netherlands

Table 4: Policy assessment for RES - Netherlands

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

The Netherlands

(a) Largest current incentive from MAP funds (Environmental Action Plan).

(b) Biofuels have been stimulated so far only by R&D funds. At the end 2003 policies are expected to be formulated for biofuel support in the Netherlands.

(c) Geothermal energy is not used in the Netherlands (note that this definition excludes heat pumps).

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

POLAND

1. Summary of RES markets and policy

Background

Coal-fired power and cogeneration plants dominate electricity generation in Poland. However, more than half of the capacity was built in the 1970's and significant investment in new generation and modernization of existing generation is required.

Poland requires that electric utilities maintain a renewable energy portfolio of at least 2.4 percent in 2001 (2.5% in 2002; 2.65% in 2003, etc., 7.5% in 2010 and in the following years) and has established a target of 7.5% of primary energy production from renewable sources by 2010 and 14% by 2020. However, these targets have not yet been enforced, discouraging large scale renewable development. The key resource for achieving the target is likely to be biomass, mainly forestry and agricultural residues and energy crops.

RES targets

The RES-E and primary energy target to be achieved in 2010 is 7.5% for Poland.

Status of the renewable energy market

Biomass covers more than 98% of renewable energy production. Biomass is considered to be the most promising renewable energy in Poland, for both electricity and thermal energy production. This is because of the abundant potential of straw and wood resources in Poland and maturity of this technology. At present there are 200 ha energy crops grown and estimations indicate that 1,5 million ha of arable land is available for energy crops. Polish hydro power has chances for development as neither the big hydro power plants are fully used (due to antiquated equipment) nor the small plants. There is also a considerable wind energy potential with developments in recent years.

Main supporting policies

Green Power Purchase Obligation.

Law on biofuels

Key factors

No clear enforcement mechanism.

Other issues

There are environmental funds on all levels of administration supporting development of RES with grants or soft loans as well as an organisation called ECOFUND that support environmental protection projects, including RES. In addition, low interest credits are available from banks when the money is used for environmental projects.

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

The total installed capacity of large hydro-electric power stations is around 630 MW, and of the small ones 160 MW. In 2000 33 MW of wind capacity were installed with another 40 MW project under construction (at the beginning of 2003, 57 MW wind capacity were installed). In Poland 30% of the land surface is economically suitable for wind turbine applications, 5% very favourable. Poland has a good technical potential for wind energy development and local manufacturing. Photovoltaic cells are virtually not used in Poland.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: RES electricity production up until 2002 [54] in Poland

[54] Based on EUROSTAT data, which are up-to-date only until 2001. For many RES, e.g. wind-onshore and PV more recent data from sector organisations and national statistics have been used.

In solar thermal applications, both liquid and air solar collectors are used in a few areas in Poland. The total number of air collectors is estimated at 50-60 units, and their surface area at 6,000 m2. Around 1,000 solar installations for the heating of usable water have been installed in Poland with the total surface area of the collectors exceeding 10,000 m2. Biomass covers over 98% of renewable energy production. Biomass is considered to be the most promising of renewable energy in Poland. Current installed capacity using geothermal energy is approximately 68.5 MWt, of which 26.2 MWt is from heat pumps, which collectively generate 0,02 Mtoe of energy on an annual basis.

Table 1: RES-electricity production in 1997 and 2002 in GWh

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Table 2: RES-heat production up until 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Table 3: RES-biofuel production up until 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2.2. Mid-term potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 2: Mid-term potentials of RES electricity, heat and transport in Poland

PORTUGAL

1. Summary of RES markets and policy

Background

Extreme dependence on external energy sources has pushed the Portuguese Government to launch several energy plans and financing measures in order to promote RES-E development. Incentives for renewable electricity mainly comprise investment subsidies and RES-E production incentives (through the establishment of a feed-in tariff scheme consisting of a fixed tariff per kWh for each RES technology).

RES targets

The RES-E target to be achieved by Portugal in 2010 is 39.0% of gross electricity consumption.

Status of the renewable energy market

In the recently approved energy policy, the Portuguese Government has set goals for the development of RES-E, giving special attention to wind power (with an expected capacity of 3.750 MW by 2010) and small hydro (400 MW). For the implementation of the guarantee of origin the grid operator REN is designated as the issuing body.

Main supporting policies

Feed-in Tariffs for 2003 in EUR cents /kWh

Photovoltaics < 5kW 41.0

> 5kW 22.4

Wave 22.5

Small hydro 7.2

Wind Beyond 2600 hours 4.3

From 2400 to 2600 hours 5.1

From 2200 to 2400 hours 6.0

From 2000 to 2200 hours 7.0

First 2000 hours 8.3

In addition, investment subsidies and tax deductions are used to support renewable energies.

Key factors

Feed-in structure delivers investment certainty. The tariffs differ for different technologies. The various support measures are all part of one national strategy and work well together. A monitoring system will guard the process of RES development

The tax measures may change with government structure or budget.

Other issues

The analysis of the Portuguese target must take into account the important variability of large hydro. Grid capacity problems hamper a larger uptake of renewable electricity in some Portuguese regions. Complex and slow licensing procedures have resulted in long lead times for new renewable installations.

2. Current status and potentials of RES

2.1 Current penetration

The production of renewable electricity in Portugal is dominated by hydro large-scale projects, as can be seen in Figure 1. In 2001 85% of Portugal's RES-E production was from this RES-E source, while in 2002 the share of large hydro of the overall Portuguese RES-E production decreased to 72%. In the period from 1990 to 2002 large-scale hydro power production varied between 4.9 TWh (1992) and 14.2 TWh (1996), with a production of 7.5 TWh in 2002. These variations complicate the monitoring of Portugal's efforts in meeting its renewable electricity target for 2010 (see further sections). Other important RES-E sources are small-scale hydro and solid biomass, with a production of 706 GWh and 1.2 TWh in 2002 respectively. Electricity production from biowaste and wind has started to grow over the last few years. In 2002 Portugal's installed wind power was increased by 43% up to 179 MW, accounting for 362 GWh generated electricity. Since 1997, the non-large-hydro RES-E passed from 1.76 TWh in 1997 to 2.9 TWh by 2002.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: RES-electricity production up until 2002 [55] in Portugal

[55] Based on EUROSTAT data, which are up-to-date only until 2001. For many RES, e.g. wind-onshore and PV more recent data from sector organisations and national statistics have been used.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 2: RES electricity production in Portugal up until 2002 without large hydro

Table 1 shows the electricity generation from renewable energy sources in 1997 and 2002, as well as the average annual growth during the intervening period. Due to the wide fluctuations in electricity generated from hydro, the share of RES electricity in 2002 was only around 22% compared with 39% in 1997.

Table 1: RES electricity production in 1997 and 2002 in GWh

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Table 2 and Table 3 show data indicating the penetration of RES-heat and RES-biofuel respectively. Biomass heat production over the past few years has been stable at around 1900 ktoe per year. Solar thermal heat and geothermal heat production is still relatively small compared with biomass heat, showing a contribution of 19 ktoe and 90 ktoe respectively. Geothermal heat production showed a very strong increase in 2001, due to a new large demo plant on the Azores. As shown in Table 3, production of biofuels is still a very small market in Portugal, with production figures of virtually zero.

Table 2: RES-heat production up until 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

*Biomass heat only up until 2001

Table 3: RES-biofuel production up until 2002

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2.1. Mid-term Potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 3: Mid-term potentials of RES electricity heat and transport in Portugal

Table 4: Policy assessment for RES - Portugal

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

SLOVAKIA

1. Summary of RES markets and policy

Background

The Slovak Republic is a net importer of relatively cheap energy from the Czech Republic and Poland. In 1999, energy imports provided approximately 85% of Slovakia's energy supply. An extensive development of small-hydro energy is going on.

RES targets

The RES-E target to be achieved in 2010 is 31% for Slovakia.

Status of the renewable energy market

There is no specific support for wind and solar energy. A very small portion of the biomass potential is used and the government's priority is to use this source only in remote, mountainous, rural areas, where natural gas is not available. For small hydro there is an extended development programme with 250 selected sites for building small-hydro. Geothermal is extendedly used for bathing purposes.

Main supporting policies

Energy Strategy and Policy of the Slovak Republic up to the year 2005 (1993)

Energy Act No.70/1998 (2001)

Key factors

Current low energy prices.

An extended development of the hydro potential is going on.

The government does not recognise opportunity in wind and solar.

The government support only biomass investments in remote, mountainous, rural areas.

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

With the exception of the hydro power the share of the renewable energy sources did not grow significantly in the last decade in Slovakia. Only the hydroelectric capacity has grown significantly in the first half of the 1990s, due to the building of the Gabcikovo hydro power plant with a capacity of 720 MWe on the Danube. As of 1999, Slovakia had approximately 2,500 MWe of installed hydroelectric capacity. It is expected that 300 MWe of small hydro capacity may be needed from a large number of smaller facilities. There are currently approx. 180 small hydropower plants with the total installed capacity of more than 60 MW in operation in Slovakia. There are no large scale wind turbines up to now. There are installed 40 pairs of photovoltaic panels to 400 kV transmission line poles between Slovakia and Poland since 1998.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: RES electricity production up until 2002 [56] in Slovakia

[56] Based on EUROSTAT data, which are up-to-date only until 2001. For many RES, e.g. wind-onshore and PV more recent data from sector organisations and national statistics have been used.

Geothermal waters in the Slovak Republic are being utilised on 35 locations offering an aggregate heating capacity of 75 MW and generation of 0,05 Mtoe to heat structures, swimming pools, greenhouses (at the town of Galanta it heats 1,240 flats and a hospital). In present, biomass provides only 0.2 % (0,1 Mtoe) of energy, although biomass represents the largest potential of renewable energy of Slovakia.

Table 1: RES-electricity production in 1997 and 2002 in GWh

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Table 2: RES-heat production up until 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Table 3: RES-biofuel production up until 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2.2. Mid-term potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 2: Mid-term potentials of RES electricity, heat and transport in Slovakia

SLOVENIA

Summary of RES markets and policy

Background

The new Energy Act substituting the Act on Energy Economy from 1986 was promulgated in September 1999. It gives priority to efficient use of energy and renewable energy sources over supplying from non-renewable sources. According to the law, a national energy programme shall be drawn up every five years. The programme shall promote investing into renewable energy sources and efficient use of energy. Hydropower supplies about one-third of Slovenia's electricity generating capacity. However, many of the smaller hydro plants are very old (pre-World War II) and will need to be refurbished to remain operational.

RES targets

The RES-E target to be achieved in 2010 is 33,6% for Slovenia.

Status of the renewable energy market

Renovation of hydropower plants will increase the efficiency of these units, and could add as much as 150 MWe in generating capacity. Refurbishment of existing small scale hydropower as well as increasing the capacity of the large-scale units is part of the Government's renewable energy strategy.

Main supporting policies

Feed-in tariff:

Hydro up to 1 MW: 6.11 EURc/kWh; Hydro 1 to 10 MW: 5.89 EURc/kWh

Biomass up to 1 MW: 6.98 EURc/kWh; Biomass above 1MW: 6.76 EURc/kWh

Wind up to 1 MW: 6.33 EURc/kWh; Wind above 1 MW: 6.11 EURc/kWh

Geothermal: 6.11 EURc/kWh

Solar up to 36 kW: 27.85 EURc/kWh; Solar above 36 kW: 6.11 EURc/kWh

CO2 tax introduced in 1996 amounts to 15 EUR/t CO2.

Key factors

The Regulation provides the framework for contractual relations between the network manager and the qualified energy producer including a contract for a period of 10 years.

Complicated procedures for acquiring the administrative permissions.

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

The share of renewable energies in Slovenia's energy sector is constant since the beginning of the '90ies. The mostly utilised renewable energy source in Slovenia is hydro-power. It supplies about one-third of Slovenia's electricity generation (3300 GWh/year). Besides the larger hydroelectric generating units, there are approximately 40 very small hydro units with less than 500 GWh/year electricity generated. There are no wind power plants installed in Slovenia. The photovoltaic peak power installed is very low - about 100 kWp. Photovoltaic applications have been implemented on an experimental basis in the telecommunications and other sectors. Biomass has a minimal penetration in electricity production.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: RES electricity production up until 2001 [57] in Slovenia

[57] Based on EUROSTAT data, which are up-to-date only until 2001. For many RES, e.g. wind-onshore and PV more recent data from sector organisations and national statistics have been used.

Table 1: RES-electricity production in 1997 and 2001 in GWh

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Biomass, solar and geothermal installations have just a minimal share in the heat production. Wood is an important fuel for space heating, particularly in the residential sector. Forest residues supply about 359 MWth. The existing capacity of geothermal resources in Slovenia amount to about 103 MW of heat plant providing heat to health spas, agriculture and institutions.

Table 2: RES-heat production up until 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

There is no biofuel production is Slovenia.

2.2. Mid-term potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 2: Mid-term potentials of RES electricity, heat and transport in Slovenia

SPAIN

1. Summary of RES markets and policy

Background

In 1997 Spain introduced a substantial programme to support RES, which has resulted in an enormous growth in new capacity, mainly wind power. Feed-in tariffs and premiums provided high transparency and certainty in the market and are therefore the main driver for this growth. After Germany Spain is the most favourable country for wind investments.

RES targets

The RES-E target to be achieved by Spain in 2010 is 29.4% of gross electricity consumption.

Status of the renewable energy market

Wind power has developed impressively. The biomass sector still needs an integrated policy which recognises the added value of environmental and rural development . Small hydro needs to overcome the administrative barriers.

Main supporting policies

RES producers may choose between a fixed preferential tariff or a (variable) premium price on top of the market price. Investment support is also provided. Tariffs are specified for plants < = 50MW.

Tariffs specified for 2003: premium (EURct/kWh) feed-in (EURct/kWh)

Solar PV (< 5kW): 36.0 39.6

Solar (other installations): 18.0 21.6

Solar thermal-electric: 12.0

Wind: 2.66 6.21

Small Hydro (? 10MW): 2.94 6.49

Primary Biomass: 3.32 6.85

Secondary Biomass: 2.51 6.05

Geothermal, wave and tidal: 2.94 6.49

Key factors

* Transparent support schemes and the high feed-in tariffs deliver high investment certainty.

* Feed-in tariffs are decreased and might become too low to induce new investments.

* Changes due to liberalisation of the sector cause uncertainty.

* Biomass feed-in tariffs were up-to-now too low to develop new capacity.

Other issues

The system for Guarantee of Origin has not been implemented yet. A draft has been formulated within the Ministry of Economy. Some electricity companies have started to sell green power.

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

The production of renewable electricity in Spain is shown in Figure 1. It can be seen that hydro generated electricity is by far the most important RES-E source, with a contribution of around 16 TWh in 2002, which corresponds to 41% of the total RES-E production for that year. Strong growth in the electricity production by on-shore wind parks can be observed. Spain achieved 4.100 MW at the end of 2002 (more than 6.000 MW at the end of 2003, similar to the total wind capacity installed in USA) producing 9.6 TWh in 2002. On the other hand it should be noted that the production of RES-E from solid biomass was 2.9 TWh in 2002. This accounted for 8% of the total RES-E production in that year.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: RES-electricity production up until 2002 [58]

[58] Based on EUROSTAT data, which are up-to-date only until 2001. For many RES, e.g. wind-onshore and PV more recent data from sector organisations and national statistics have been used.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 2: RES electricity production in Spain up until 2002 without large hydro

1 shows an overview of the electricity generation from renewable energy sources in Spain in 1997 and 2002, as well as the average annual growth during the intervening period. The electricity generation from RES expressed as share of the overall electricity consumption was 20% in 1997, while it was only 16.2% in 2002.

Table 1: RES electricity production in 1997 and 2002 in GWh

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

* Spain uses a definition for small and large-scale hydro power capacity that is different from the commonly adopted EU definition. In Spain all production capacity lower than 50 MW is considered to be small-scale production capacity.

2 shows data indicating the penetration of RES-heat in Spain. Biomass heat production over the past few years has been stable at around 3300 ktoe per year. Solar thermal heat production is still relatively small compared with biomass heat, but an average annual growth rate of about 10% since 1997 has been reported for this technology.

As can be seen in Table 3, the biofuel market has grown strongly over the past few years. In 1997 virtually no biofuels were produced, while for the year 2002 a production of 119 ktoe was reported.

Table 2: RES-heat production up until 2002

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Table 3: RES-biofuel production up until 2001

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2.1. Mid-term Potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 3: Mid-term potentials of RES electricity heat and transport in Spain

Table 4: RES-Policy assessment Spain

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

SWEDEN

1. Summary of RES markets and policy

Background

Sweden has followed the route of promoting new renewable sources by a combination of energy taxation and environmental bonus schemes up to early 2003. Since May 2003, however, a major policy change has been implemented by introducing a tradable certificate scheme in order to achieve the cost-effective and market-oriented promotion of renewables.

RES targets

The RES-E target from the EU directive for Sweden is 60% of gross electricity consumption in 2010. Sweden has set up the national target in absolute values (10 TWh additional RES by 2010) together with a 17% obligation of non large-hydro RES-E for end users by 2010.

Status of the renewable energy market

Renewables currently cover approximately 50% of Sweden's total electricity consumption. This supply is covered mainly by hydro power. The use of biomass has increased substantially over the past decade, but its share is still relatively small. Wind capacity installed in Sweden is relatively low although the wind resource in the south of the country is comparable to Denmark's. When the new certificate scheme was drawn up by the Government, market parties expressed fear and reluctance to invest.

Main supporting policies

Electricity certificates for wind, solar, biomass, geothermal and small hydro were introduced in May 2003. The system has created an obligation for end-users to buy a certain amount of renewable certificates as part of their total electricity consumption (increasing to 17% in 2010). Non-compliance leads to a penalty which is fixed at 150% of a year's average price. To secure a smooth transition, price guarantees are available for producers up to 2007. Within the system prices will be settled by supply and demand. Forecasts show expected prices in the range of 1,3 - 1,6 EUR cents/kWh for certificates traded.

For wind energy investment grants which offer 15% reduction of costs will remain available. As a transition measure, an environmental bonus for wind will also be available. This bonus has a value of 1,9 EUR cents/kWh this year and will gradually decline to 0 in 2007

Furthermore exemptions for renewables on environmental taxes are applicable, which provide a benefit of around 1,79 EUR /toe for renewables used for transport or heat supply.

Key factors

The certificate system will form an incentive to invest in the most cost-effective options. Guarantees have been built into the system to secure a smoother transition from the previous system into the new situation. The environmental tax benefits can make some biomass CHP systems competitive.

Under the certificate system, prices may fluctuate from year to year depending on production and new investments. This holds for certificates as well as the commodity price of electricity. Both elements form a source of uncertainty for investment decisions.

Other issues

Since the certificate system is in its start-up phase, the effects are as yet difficult to assess. It may result in a cost-effective development of renewables (thereby excluding some sources from the market). The Government has declared that in the (near) future the certificate system may be opened up for imports. This market opening may pose a threat to investments in new renewables in Sweden.

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

The development of the renewable electricity production over the past decade has resulted in a modest increase of 7% since 1990. The most important growth has occurred in the application of bio-energy which grew by a factor of 2.5 in volume from 1990. The current level is now around 4 TWh. Hydro power still remains the largest source of renewable energy in Sweden, but only a very limited growth in capacity occurred. In 2002 hydro generated 66 TWh. 2003 was a very bad hydraulic year with a total production of 53 TWh. Wind power started recently in Sweden (both on-shore and off-shore) and has a reached level of around 0,6 TWh in 2002. By the end of 2003 the installed wind power capacity was 399 MW.

The current RES-E penetration is shown in 1. The fluctuations reflect the volatility in the supply of hydro power due to variations in weather conditions from year to year. According to the total demand the share of RES electricity in Sweden amounted to 46% in 2002 compared to 49% in 1997.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: RES electricity production up until 2002 [59] in Sweden

[59] Based on EUROSTAT data, which are up-to-date only until 2001. For many RES, e.g. wind-onshore and PV more recent data from sector organisations and national statistics have been used.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 2: RES electricity production in Sweden up until 2002 [60] without large hydro

[60] Based on EUROSTAT data, which are up-to-date only until 2001. For many RES, e.g. wind-onshore and PV more recent data from sector organisations and national statistics have been used.

Table 1: RES-electricity production in 1997 and 2002 in GWh

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

In the heat sector the use of biomass, in particular in new CHP and district heating installations, has grown substantially over the past decade (by nearly 40% compared with 1990). The current use has reached a level of about 5 Mtoe. Solar thermal collectors have been introduced in Sweden, but their contribution still remains small. The market for solar thermal applications grew by 7% in 2002 to nearly 0,2 million m2 installed capacity. For geothermal heat pumps very strong growth has been observed over recent years.

Table 2: RES-heat production up until 2002

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

*Biomass heat only up until 2001

The biofuel sector has started to develop recently, but the absolute level still remains very small.

Table 3: RES-biofuel production up until 2002

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2.1. Mid-term Potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 3: Mid-term potentials of RES electricity heat and transport in Sweden

Table 4: Policy assessment for RES - Sweden

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

UNITED KINGDOM

1. Summary of RES markets and policy

Background

In the United Kingdom renewable energy is strongly supported by a system with mandatory demand and several grants programs. Renewables are an important part of the climate change strategy. Renewable energy is therefore exempted from the Climate Change Levy (CCL). After one year of the new established certificate market, the CCL and the grants programs in full operation, the development of RES seems to be increasing apace.

RES targets

The RES-E target to be achieved by the UK in 2010 is 10 % of gross electricity consumption. An indicative target for RES-E of 20% for 2020 has been set. No formal targets exist for RES-H and biofuels.

Status of the renewable energy market

The buy-out revenues for non-compliances are recycled to the suppliers in proportion to the certificates they have used for complying with the obligation. This mechanism increased the certificate price above the buy-out price because the market is short. High prices in the first year gave the ROC (Renewable Obligation scheme) market a kick-start. Targets specified for 2010 and scheme duration specified until 2027 provide long-term security for renewable energy investors.

Main supporting policies

* Obligatory targets with tradable green certificate system. The non-compliance 'buy-out' price for 2003-2004 is set at £30.51/MWh (approx4.5 EURct/kWh). This buy-out price will be annually adjusted in line with the retail price index.

* Climate Change Levy: renewable electricity is exempted from the climate change levy on electricity of 0.43 p/kWh (approx. 0.63 EUR ct/kWh)

* Grants schemes: funds are reserved from the New Opportunities Fund for new capital grants for investments in energy crops/biomass power generation (at least £33m (EUR53m) over three years), for small scale biomass/CHP heating (£3m or EUR5m), and. planting grants for energy crops (£29m or EUR46m for a period of seven years).

Major issues

- The targets for the obligatory demand are set up to 2027, ensuring long-term demand.

- High targets and the redistribution of buy-out revenues make RES-E investments economically viable.

- A great differentiation of grant programmes with large budgets aimed at technologies and/or municipalities give a wide range of support to initiatives.

- Grid connection issues and severe competition on the electricity market could disadvantage RES in of the support programs.

Other issues

Government has announced new plans on off-shore wind in 2003 and around 1.400 MW installed capacity has already been approved.

2. Current status and potentials of RES

2.1. Current penetration

The renewable electricity production in the period 1990-2002 in the UK is shown in Figure 1. It can be seen that in this period annual RES-E production increased from 5.8 TWh in 1990 to around 11 TWh in 2002. Hydro generated electricity is the most important RES-E source, although its relative share in the RES-E production is decreasing. In 1990 hydro power was responsible for more than 90% of the annual RES-E production, whereas in 2002 its contribution was 42%. At present the second most important RES-E source is generation with biogas. Over the last decade the contribution of biogas to the RES-E production has increased from 8% in 1990 to 28% in 2002. Responsible for this increase is the production of landfill gas, which accounted for 90% of total biogas electricity production in 2002. Other technologies with an increasing contribution to the overall RES-E production in the UK are on-shore wind (11% in 2002), solid biomass (8% in 2002) and biowaste (8% in 2002). Installed wind power in the UK increased by 19% in 2002 to a total installed capacity of 534 MW.

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 1: RES-electricity production up until 2002 [61]

[61] Based on EUROSTAT data, which are up-to-date only until 2001. For many RES, e.g. wind-onshore and PV more recent data from sector organisations and national statistics have been used.

Table 1: RES electricity production in 1997 and 2002 in GWh

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2 shows data indicating the penetration of RES-heat in the UK. Biomass heat production in 2002 reached 700 ktoe, which is significantly lower than the 917 ktoe reached in 1997. Solar thermal heat and geothermal heat production is still relatively small compared with biomass heat, but solar thermal heat has increased by average annual growth rates of 13% in the period 1997-2002.

As can be seen in 3, the production of biofuel corresponded to 3 ktoe in the year 2002, while in 1997 still virtually no biofuels were being produced.

Table 2: RES-heat production in 1997 and 2002 in ktoe

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

*Biomass heat only up until 2001

Table 3: RES-biofuel production up until 2002

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

2.1. Mid-term Potentials

>ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΕ ΓΡΑΦΗΚΟ>

Figure 2: Mid-term potentials of RES electricity heat and transport in the UK

Table 4: Policy assessment for RES - United Kingdom

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

>ΘΕΣΗ ΠIΝΑΚΑ>

Top