EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32013R1382

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1382/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013 , για τη θέσπιση του Προγράμματος «Δικαιοσύνη» , για την περίοδο 2014-2020 Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ

OJ L 354, 28.12.2013, p. 73–83 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, GA, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document No longer in force, Date of end of validity: 31/12/2020; καταργήθηκε από 32021R0693

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2013/1382/oj

28.12.2013   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 354/73


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 1382/2013 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΫ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΊΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 17ης Δεκεμβρίου 2013

για τη θέσπιση του Προγράμματος «Δικαιοσύνη», για την περίοδο 2014-2020

(Κείμενο που παρουσιάζει ενδιαφέρον για τον ΕΟΧ)

ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 81 παράγραφοι 1 και 2, το άρθρο 82 παράγραφος 1 και το άρθρο 84,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Μετά τη διαβίβαση του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Επιτρoπής των Περιφερειών (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) προβλέπει τη δημιουργία ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης εντός του οποίου τα άτομα μπορούν να κυκλοφορούν ελεύθερα. Προς τον σκοπό αυτό, η Ένωση δύναται να θεσπίζει μέτρα για την ανάπτυξη της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές και ποινικές υποθέσεις, καθώς επίσης και την προώθηση της δράσης των κρατών μελών στον τομέα της πρόληψης του εγκλήματος. Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων καθώς και κοινών αρχών όπως η απαγόρευση των διακρίσεων, η ισότητα των φύλων, η αποτελεσματική πρόσβαση όλων στη δικαιοσύνη, το κράτος δικαίου και ένα ανεξάρτητο δικαστικό σύστημα που λειτουργεί σωστά πρέπει να εξασφαλιστεί στο πλαίσιο της περαιτέρω ανάπτυξης ευρωπαϊκού χώρου δικαιοσύνης.

(2)

Στο Πρόγραμμα της Στοκχόλμης (4) το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο επιβεβαίωσε την προτεραιότητα της εγκαθίδρυσης ενός χώρου ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, και μνημόνευσε ως πολιτική του προτεραιότητα την επίτευξη μιας Ευρώπης του δικαίου και της δικαιοσύνης. Η χρηματοδότηση κατονομάσθηκε ως ένα από τα σημαντικά εργαλεία για την επιτυχή υλοποίηση των πολιτικών προτεραιοτήτων του Προγράμματος της Στοκχόλμης. Οι φιλόδοξοι στόχοι των Συνθηκών και του Προγράμματος της Στοκχόλμης πρέπει να επιτευχθούν, μεταξύ άλλων, με τη θέσπιση, για την περίοδο 2014 έως 2020, ευέλικτου και αποτελεσματικού προγράμματος «Δικαιοσύνη» («Πρόγραμμα») που θα διευκολύνει τον προγραμματισμό και την υλοποίηση. Οι γενικοί και οι ειδικοί στόχοι του Προγράμματος θα πρέπει να ερμηνεύονται σύμφωνα με τις σχετικές στρατηγικές κατευθυντήριες γραμμές που έχει ορίσει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.

(3)

Η ανακοίνωση της Επιτροπής της 3ης Μαρτίου 2010 με θέμα τη στρατηγική «Ευρώπη 2020» καθορίζει μια στρατηγική για έξυπνη, διατηρήσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη. Ένας χώρος δικαιοσύνης ο οποίος λειτουργεί εύρυθμα και στον οποίο έχουν εξαλειφθεί τα εμπόδια για τις διασυνοριακές δικαστικές διαδικασίες και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη σε υποθέσεις με διασυνοριακό χαρακτήρα είναι σκόπιμο να αναπτυχθεί ως πρωταρχικής σημασίας στοιχείο για τη στήριξη των ειδικών στόχων και των εμβληματικών πρωτοβουλιών της στρατηγικής «Ευρώπη 2020» και για τη διευκόλυνση των μηχανισμών που έχουν σχεδιαστεί για την προαγωγή της ανάπτυξης.

(4)

Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ο όρος «μέλη του δικαστικού σώματος και άλλους λειτουργούς και υπαλλήλους του τομέα απονομής δικαιοσύνης» περιλαμβάνει δικαστές, εισαγγελείς και δικαστικοί υπάλληλοι, καθώς και άλλοι ασκούντες νομικά επαγγέλματα σχετικά με τον δικαστικό τομέα, λ.χ. δικηγόροι, συμβολαιογράφοι, δικαστικοί επιμελητές, επιμελητές κοινωνικής αρωγής, διαμεσολαβητές και διερμηνείς δικαστηρίων.

(5)

Η κατάρτιση των δικαστικών έχει καίρια σημασία για την οικοδόμηση αμοιβαίας εμπιστοσύνης και βελτιώνει τη συνεργασία μεταξύ των δικαστικών αρχών και των ασκούντων τα σχετικά επαγγέλματα στα διάφορα κράτη μέλη. Η κατάρτιση των δικαστικών πρέπει να θεωρείται ουσιώδες στοιχείο στην προαγωγή ενός πραγματικά ευρωπαϊκού δικαστικού πνεύματος στο πλαίσιο της ανακοίνωσης της Επιτροπής της 13ης Σεπτεμβρίου 2011 με τίτλο «Εμπιστοσύνη στην πανευρωπαϊκή δικαιοσύνη. Μια νέα διάσταση στην ευρωπαϊκή δικαστική κατάρτιση», του ψηφίσματος του Συμβουλίου για την κατάρτιση των δικαστών, των εισαγγελέων και των δικαστικών υπαλλήλων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (5), των συμπερασμάτων του Συμβουλίου της 27ης και της 28ης Οκτωβρίου 2011 για την κατάρτιση των δικαστικών στην Ευρώπη και του ψηφίσματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, της 14ης Μαρτίου 2012, για την κατάρτιση των δικαστικών.

(6)

Στην κατάρτιση των δικαστικών μπορούν να συμμετάσχουν διάφοροι παράγοντες, όπως οι νομικές, δικαστικές και διοικητικές αρχές των κρατών μελών, ακαδημαϊκά ιδρύματα, εθνικοί φορείς υπεύθυνοι για την κατάρτιση των δικαστικών, εκπαιδευτικοί οργανισμοί ή δίκτυα ευρωπαϊκού επιπέδου ή δίκτυα δικαστικών συντονιστών ενωσιακής νομοθεσίας. Οργανισμοί και φορείς που επιδιώκουν στόχους γενικού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος στον τομέα της κατάρτισης των δικαστικών, όπως το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Κατάρτισης Δικαστικών (ΕΔΚΔ), η Ακαδημία Ευρωπαϊκού Δικαίου (ERA), το Ευρωπαϊκό Δίκτυο των Δικαστικών Συμβουλίων (ENCJ), η Ένωση των Συμβουλίων Επικρατείας και Ανώτατων Διοικητικών Δικαστηρίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ACA-Ευρώπη), το Δίκτυο των Προέδρων των Ανώτατων Δικαστηρίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (RPCSJUE) και το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Δημόσιας Διοίκησης (EIPA), πρέπει να συνεχίσουν να παίζουν ρόλο στην προώθηση προγραμμάτων κατάρτισης με πραγματική ευρωπαϊκή διάσταση για μέλη του δικαστικού σώματος και άλλους λειτουργούς και υπαλλήλους του τομέα απονομής δικαιοσύνης· συνεπώς θα μπορούσε να τους χορηγηθεί επαρκής οικονομική στήριξη σύμφωνα με τις διαδικασίες και τα κριτήρια που ορίζονται στα ετήσια προγράμματα εργασίας που εκδίδονται από την Επιτροπή σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό.

(7)

Η Ένωση θα πρέπει να διευκολύνει τις δραστηριότητες κατάρτισης σχετικά με την εφαρμογή του ενωσιακού δικαίου θεωρώντας τις αμοιβές των συμμετεχόντων μελών του δικαστικού σώματος και άλλων λειτουργών και υπαλλήλων του τομέα απονομής δικαιοσύνης που καταβάλλονται από τις αρχές των κρατών μελών ως επιλέξιμες δαπάνες ή ως συγχρηματοδότηση σε είδος σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (6) («δημοσιονομικός κανονισμός»).

(8)

Η πρόσβαση στη δικαιοσύνη πρέπει να περιλαμβάνει, ιδίως, πρόσβαση σε δικαστήρια, σε εναλλακτικές μεθόδους επίλυσης διαφορών καθώς και σε αξιωματούχους που υποχρεώνονται από τον νόμο να παράσχουν στα μέρη ανεξάρτητες και αμερόληπτες νομικές συμβουλές.

(9)

Τον Δεκέμβριο του 2012, το Συμβούλιο ενέκρινε τη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα ναρκωτικά (2013-20) (7), στόχος της οποίας είναι να υιοθετήσει μια ισορροπημένη προσέγγιση με βάση την ταυτόχρονη μείωση της ζήτησης και της προσφοράς ναρκωτικών, αναγνωρίζοντας ότι η μείωση της ζήτησης ναρκωτικών και η μείωση της προσφοράς ναρκωτικών συνιστούν αλληλενισχυόμενα στοιχεία της πολιτικής για τις παράνομες ναρκωτικές ουσίες. Η στρατηγική αυτή διατηρεί ως έναν από τους πρωταρχικούς στόχους της τη συμβολή σε μια μετρήσιμη μείωση της ζήτησης ναρκωτικών, της εξάρτησης από ναρκωτικές ουσίες και των κινδύνων για την υγεία και των κοινωνικών κινδύνων που συνδέονται με τα ναρκωτικά. Ενώ το πρόγραμμα «Πρόληψη των ναρκωτικών και σχετική ενημέρωση», που θεσπίστηκε με την απόφαση 1150/2007/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (8), είχε ως νομική βάση τη δημόσια υγεία και κάλυπτε σχετικές πτυχές, το Πρόγραμμα έχει διαφορετική νομική βάση και θα πρέπει να στοχεύει στην περαιτέρω ανάπτυξη ενός ευρωπαϊκού χώρου δικαιοσύνης βασισμένου στην αμοιβαία αναγνώριση και την αμοιβαία εμπιστοσύνη, ιδίως με την προώθηση της δικαστικής συνεργασίας. Συνεπώς, ανταποκρινόμενο στην ανάγκη για απλούστευση και σύμφωνα με τη νομική βάση κάθε προγράμματος, το Πρόγραμμα «Υγεία για την ανάπτυξη» μπορεί να στηρίξει μέτρα που θα συμπληρώσουν τη δράση των κρατών μελών για την επίτευξη του στόχου να μειωθούν οι βλάβες της υγείας που σχετίζονται με τα ναρκωτικά, συμπεριλαμβανομένης της πληροφόρησης και της πρόληψης.

(10)

Μια άλλη σημαντική πτυχή της στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα ναρκωτικά (2013-2020) είναι η μείωση της προσφοράς ναρκωτικών. Ενώ το Μέσο χρηματοδοτικής στήριξης για την αστυνομική συνεργασία, την πρόληψη και την καταπολέμηση της εγκληματικότητας και τη διαχείριση της κρίσεως, ως μέρος του Ταμείου για την Εσωτερική Ασφάλεια θα πρέπει να στηρίζει δράσεις που αποσκοπούν στην πρόληψη και την καταπολέμηση του λαθρεμπορίου ναρκωτικών και άλλων μορφών εγκλήματος, και ιδίως μέτρα που έχουν ως στόχο την παραγωγή, παρασκευή, εκχύλιση, πώληση, μεταφορά, εισαγωγή και εξαγωγή παράνομων ναρκωτικών ουσιών, συμπεριλαμβανομένης της κατοχής και αγοράς με σκοπό τη συμμετοχή σε δραστηριότητες λαθρεμπορίου ναρκωτικών, το Πρόγραμμα πρέπει να καλύψει τις πτυχές εκείνες της πολιτικής για τα ναρκωτικά που δεν καλύπτονται από το Μέσο χρηματοδοτικής στήριξης για την αστυνομική συνεργασία, την πρόληψη και την καταπολέμηση της εγκληματικότητας και τη διαχείριση της κρίσεως, ως μέρος του Ταμείου για την Εσωτερική Ασφάλεια ή από το Πρόγραμμα «Υγεία για την ανάπτυξη» και οι οποίες συνδέονται στενά με τον γενικό στόχο του Προγράμματος.

(11)

Εν πάση περιπτώσει πρέπει να εξασφαλιστεί η συνεχιζόμενη χρηματοδότηση των προτεραιοτήτων κατά την περίοδο προγραμματισμού 2007-2013 που έχουν διατηρηθεί ως στόχοι της νέας στρατηγικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τα ναρκωτικά (2013-20), και, συνεπώς, θα πρέπει να διατεθούν πόροι από το Πρόγραμμα «Υγεία για την ανάπτυξη», το Μέσο χρηματοδοτικής στήριξης για την αστυνομική συνεργασία, την πρόληψη και την καταπολέμηση της εγκληματικότητας και τη διαχείριση της κρίσεως, ως μέρος του Ταμείου για την Εσωτερική Ασφάλεια και το Πρόγραμμα σύμφωνα με τις αντίστοιχες προτεραιότητες και τις νομικές βάσεις τους, αποφεύγοντας παράλληλα κάθε διπλή χρηματοδότηση.

(12)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 3 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ), το άρθρο 24 του Χάρτη των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης («Χάρτης») και τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού του 1989, το Πρόγραμμα θα πρέπει να στηρίζει την προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος σε δίκαιη δίκη, του δικαιώματος κατανόησης της διαδικασίας, του δικαιώματος να γίνει σεβαστή η ιδιωτική και η οικογενειακή ζωή, καθώς και του δικαιώματος στην ακεραιότητα και την αξιοπρέπεια. Το Πρόγραμμα θα πρέπει να αποσκοπεί, ιδίως, στην αύξηση της προστασίας των παιδιών στο πλαίσιο των δικαστικών συστημάτων και της πρόσβασης των παιδιών στη δικαιοσύνη και πρέπει να ενσωματώνει την προαγωγή των δικαιωμάτων του παιδιού στην υλοποίηση όλων των δράσεών του.

(13)

Κατ’ εφαρμογή των άρθρων 8 και 10 ΣΛΕΕ, το Πρόγραμμα θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει τους στόχους της ισότητας μεταξύ γυναικών και ανδρών και της απαγόρευσης των διακρίσεων σε όλες του τις δραστηριότητες. Είναι σκόπιμη η τακτική διενέργεια παρακολούθησης και αξιολόγησης, προκειμένου να εκτιμάται ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζονται τα θέματα της ισότητας των φύλων και της απαγόρευσης των διακρίσεων στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του Προγράμματος.

(14)

Η πείρα από την ανάληψη δράσης σε ενωσιακό επίπεδο καταδεικνύει ότι η επίτευξη των στόχων του Προγράμματος στην πράξη απαιτεί έναν συνδυασμό μέσων, ο οποίος περιλαμβάνει τις νομικές πράξεις, τις πρωτοβουλίες πολιτικής και τη χρηματοδότηση. Η χρηματοδότηση αποτελεί σημαντικό εργαλείο, το οποίο συμπληρώνει τα νομοθετικά μέτρα.

(15)

Στα συμπεράσματά του της 22ας και 23ης Σεπτεμβρίου 2011 για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας των μελλοντικών χρηματοδοτικών προγραμμάτων της Ένωσης στον τομέα της δικαστικής συνεργασίας, το Συμβούλιο τόνισε τον σημαντικό ρόλο που διαδραματίζουν τα χρηματοδοτικά προγράμματα της Ένωσης στην αποτελεσματική εφαρμογή του ενωσιακού κεκτημένου και υπογράμμισε εκ νέου την ανάγκη πιο διαφανούς, ευέλικτης, συνεκτικής και ορθολογικής πρόσβασης στα προγράμματα αυτά.

(16)

Στην ανακοίνωση της Επιτροπής, της 29ης Ιουνίου 2011, με τίτλο «Προϋπολογισμός για την «Ευρώπη 2020» τονίζεται η ανάγκη εξορθολογισμού και απλούστευσης της ενωσιακής χρηματοδότησης. Ιδίως υπό το πρίσμα της τρέχουσας οικονομικής κρίσης, έχει μέγιστη σημασία η διάρθρωση και η διαχείριση των κονδυλίων της Ένωσης να πραγματοποιούνται με τη μεγαλύτερη δυνατή επιμέλεια. Η ουσιαστική απλούστευση και η αποτελεσματική διαχείριση της χρηματοδότησης είναι δυνατό να επιτευχθούν μέσω της μείωσης του αριθμού των προγραμμάτων, καθώς και μέσω του εξορθολογισμού, της απλούστευσης και της εναρμόνισης των κανόνων και των διαδικασιών χρηματοδότησης.

(17)

Με γνώμονα την ανάγκη απλούστευσης, αποτελεσματικής διαχείρισης της χρηματοδότησης και ευχερέστερης πρόσβασης σε αυτήν, το Πρόγραμμα θα πρέπει να συνεχίσει και να αναπτύξει τις δραστηριότητες που είχαν αναληφθεί προηγουμένως βάσει τριών προγραμμάτων, τα οποία θεσπίστηκαν με την απόφαση 2007/126/ΔΕΥ του Συμβουλίου (9), την απόφαση 1149/20077ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (10), και την απόφαση 1150/2007/ΕΚ. Οι μεσοπρόθεσμες αξιολογήσεις των εν λόγω προγραμμάτων περιλαμβάνουν συστάσεις που αποσκοπούν στη βελτίωση της εφαρμογής των εν λόγω προγραμμάτων. Τα συμπεράσματα των εν λόγω μεσοπρόθεσμων αξιολογήσεων, καθώς και τα συμπεράσματα των σχετικών εκ των υστέρων αξιολογήσεων χρειάζεται να λαμβάνονται υπόψη κατά την εφαρμογή του Προγράμματος.

(18)

Οι ανακοινώσεις της Επιτροπής της 19ης Οκτωβρίου 2010 με θέμα «Επανεξέταση του προϋπολογισμού της ΕΕ» και της 29ης Ιουνίου 2011 με τίτλο «Προϋπολογισμός για την «Ευρώπη 2020»« υπογραμμίζουν επίσης ότι είναι σημαντικό να επικεντρωθεί η χρηματοδότηση σε δραστηριότητες με αδιαμφισβήτητη ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία, δηλαδή σε τομείς όπου η παρέμβαση της Ένωσης είναι ικανή να προσπορίσει πρόσθετη αξία σε σύγκριση με την ανάληψη δράσης μόνο από τα κράτη μέλη. Οι δραστηριότητες που καλύπτονται από τον παρόντα κανονισμό πρέπει να συμβάλλουν στη δημιουργία ενός ευρωπαϊκού χώρου δικαιοσύνης, μέσω της προώθησης της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης, της ανάπτυξης αμοιβαίας εμπιστοσύνης μεταξύ των κρατών μελών, της ενίσχυσης της διασυνοριακής συνεργασίας και δικτύωσης και της επίτευξης ορθής, συνεκτικής και συνεπούς εφαρμογής του δικαίου της Ένωσης. Οι δραστηριότητες χρηματοδότησης θα πρέπει επίσης να συντελούν στην ουσιαστική και καλύτερη γνώση του δικαίου και των πολιτικών της Ένωσης από όλους τους ενδιαφερομένους και θα πρέπει να παρέχουν μια αξιόπιστη βάση ανάλυσης για τη στήριξη και την ανάπτυξη του δικαίου και των πολιτικών της Ένωσης, ώστε με τον τρόπο αυτό να συμβάλουν στην εκτέλεσή τους και την ορθή εφαρμογή τους. Η παρέμβαση της Ένωσης καθιστά δυνατή τη συνεπή εκτέλεση των εν λόγω δραστηριοτήτων σε όλη την Ένωση. Περαιτέρω, η Ένωση είναι σε καλύτερη θέση από τα κράτη μέλη προκειμένου να ανταπεξέρχεται σε διασυνοριακές περιπτώσεις και να παρέχει μία πλατφόρμα για αμοιβαία εκμάθηση.

(19)

Κατά την επιλογή δράσεων προς χρηματοδότηση βάσει του προγράμματος, η Επιτροπή θα πρέπει να αξιολογεί τις προτάσεις με βάση προκαθορισμένα κριτήρια. Στα κριτήρια αυτά πρέπει να περιλαμβάνεται η αξιολόγηση της ευρωπαϊκής προστιθέμενης αξίας των προτεινόμενων δράσεων. Μπορεί επίσης να αναδειχθεί η ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία των εθνικών σχεδίων και των σχεδίων μικρής κλίμακας.

(20)

Στους φορείς και τις οντότητες που έχουν πρόσβαση στο Πρόγραμμα θα πρέπει να περιλαμβάνονται οι εθνικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές.

(21)

Ο παρών κανονισμός καθορίζει ένα χρηματοδοτικό κονδύλι για όλη τη διάρκεια του Προγράμματος το οποίο θα αποτελεί το πρωταρχικό ποσό αναφοράς, κατά την έννοια του σημείου 17 της Διοργανικής Συμφωνίας, της 2ας Δεκεμβρίου 2013, μεταξύ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής για τη δημοσιονομική πειθαρχία, σχετικά με τη συνεργασία σε δημοσιονομικά θέματα και τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση (11), για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο κατά την ετήσια διαδικασία έγκρισης του προϋπολογισμού.

(22)

Προκειμένου να διασφαλισθεί ότι το πρόγραμμα είναι επαρκώς ευέλικτο για να ανταποκριθεί στις ανάγκες που αλλάζουν και στις αντίστοιχες προτεραιότητες των πολιτικών καθ’ όλη τη διάρκειά του, η εξουσία έκδοσης πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 290 ΣΛΕΕ θα πρέπει να ανατεθεί στην Επιτροπή όσον αφορά τις τροποποιήσεις των ποσοστών που καθορίζονται στο παράρτημα του παρόντος κανονισμού για κάθε ομάδα ειδικών στόχων που θα υπερέβαινε τα εν λόγω ποσοστά για παραπάνω από πέντε ποσοστιαίες μονάδες. Για να εκτιμηθεί η ανάγκη παρόμοιας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης, τα εν λόγω ποσοστά θα πρέπει να υπολογίζονται βάσει του χρηματοδοτικού κονδυλίου του προγράμματος καθ’ όλη τη διάρκειά του και όχι βάσει ετήσιων πιστώσεων. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό η Επιτροπή να διεξάγει κατάλληλες διαβουλεύσεις κατά τις προπαρασκευαστικές εργασίες της, μεταξύ άλλων σε επίπεδο εμπειρογνωμόνων. Η Επιτροπή, όταν προετοιμάζει και καταρτίζει κατ’ εξουσιοδότηση πράξεις, θα πρέπει να διασφαλίζει την ταυτόχρονη, έγκαιρη και κατάλληλη διαβίβαση των σχετικών εγγράφων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.

(23)

Ο παρών κανονισμός θα πρέπει να εφαρμοστεί σε πλήρη συμμόρφωση με τον δημοσιονομικό κανονισμό. Ιδίως όσον αφορά τις προϋποθέσεις επιλεξιμότητας του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) που καταβάλλουν οι δικαιούχοι επιχορηγήσεων, η επιλεξιμότητα του ΦΠΑ δεν θα πρέπει να εξαρτάται από το νομικό καθεστώς των δικαιούχων για δραστηριότητες οι οποίες μπορούν να πραγματοποιηθούν από ιδιωτικές και δημόσιες οντότητες και φορείς υπό τις ίδιες νομικές προϋποθέσεις. Λαμβάνοντας υπόψη τη συγκεκριμένη φύση των στόχων και των δραστηριοτήτων που καλύπτει ο παρών κανονισμός, θα πρέπει να καθίσταται σαφές στις προσκλήσεις υποβολής προτάσεων ότι για δραστηριότητες που μπορούν να πραγματοποιηθούν από ιδιωτικές και δημόσιες οντότητες και φορείς, ο ΦΠΑ που δεν εκπίπτει και βαρύνει τις δημόσιες οντότητες και φορείς θα είναι επιλέξιμος στον βαθμό που καταβάλλεται για την πραγματοποίηση δραστηριοτήτων όπως η κατάρτιση και η αύξηση της ευαισθητοποίησης, οι οποίες δεν μπορούν να θεωρηθούν άσκηση δημόσιας εξουσίας. Ο παρών κανονισμός θα πρέπει επίσης να κάνει χρήση των μηχανισμών απλούστευσης οι οποίοι θεσπίστηκαν με τον δημοσιονομικό κανονισμό. Πέραν αυτού, τα κριτήρια που ισχύουν για τον προσδιορισμό των προς στήριξη δράσεων πρέπει να στοχεύουν στη διοχέτευση των διαθέσιμων χρηματοδοτικών πόρων σε δράσεις με τον μεγαλύτερο αντίκτυπο σε συνάρτηση με τον επιδιωκόμενο στόχο πολιτικής.

(24)

Προκειμένου να διασφαλισθούν ομοιόμορφες συνθήκες για την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, είναι σκόπιμο να ανατεθούν στην Επιτροπή εκτελεστικές αρμοδιότητες σε σχέση με την έγκριση των ετήσιων προγραμμάτων εργασίας. Οι εν λόγω αρμοδιότητες θα πρέπει να ασκούνται σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (12).

(25)

Τα ετήσια προγράμματα εργασίας που εκδίδονται από την Επιτροπή βάσει του παρόντος κανονισμού θα πρέπει να εξασφαλίζουν την προσήκουσα κατανομή των πόρων μεταξύ επιδοτήσεων και δημόσιων συμβάσεων. Το πρόγραμμα θα πρέπει να προβλέπει τη διάθεση πόρων πρωτίστως για επιδοτήσεις, διατηρώντας ταυτόχρονα επαρκή επίπεδα χρηματοδότησης για δημόσιες συμβάσεις. Το ελάχιστο επίπεδο ετήσιων δαπανών που θα χορηγείται για επιδοτήσεις πρέπει να ορίζεται στα ετήσια προγράμματα εργασίας και δεν πρέπει να είναι κατώτερο του 65%. Για να διευκολυνθεί ο σχεδιασμός και η συγχρηματοδότηση των σχεδίων από τους φορείς, η Επιτροπή θα πρέπει να θεσπίσει σαφές χρονοδιάγραμμα για τις προσκλήσεις υποβολής προτάσεων, την επιλογή των σχεδίων και τις αποφάσεις ανάθεσης.

(26)

Προκειμένου να διασφαλισθεί η αποτελεσματική διάθεση κονδυλίων από τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης, πρέπει να επιδιωχθούν συνοχή, συμπληρωματικότητα και συνέργειες μεταξύ των χρηματοδοτικών προγραμμάτων τα οποία στηρίζουν τομείς πολιτικής που συνδέονται στενά μεταξύ τους, ιδίως δε μεταξύ του παρόντος Προγράμματος και του Προγράμματος «Δικαιώματα, Ισότητα και ιθαγένεια», το οποίο έχει θεσπιστεί με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1381/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (13), του Μέσου χρηματοδοτικής στήριξης για την αστυνομική συνεργασία, την πρόληψη και την καταπολέμηση της εγκληματικότητας και τη διαχείριση της κρίσεως, ως μέρος του Ταμείου για την Εσωτερική Ασφάλεια του Προγράμματος «Υγεία για την ανάπτυξη», του Προγράμματος «Erasmus +», το οποίο έχει θεσπιστεί με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1288/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (14), του προγράμματος-πλαισίου «Ορίζων 2020», το οποίο έχει θεσπιστεί με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1291/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (15) και του Μέσου προενταξιακής βοήθειας (ΜΠΒ ΙΙ).

(27)

Τα οικονομικά συμφέροντα της Ένωσης θα πρέπει να προστατευθούν μέσω αναλογικών μέτρων καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου δαπανών, μεταξύ των οποίων η πρόληψη, η ανίχνευση και η διερεύνηση παρατυπιών, η ανάκτηση απολεσθέντων, αχρεωστήτως καταβληθέντων ή μη ορθώς χρησιμοποιηθέντων χρημάτων και, εφόσον χρειάζεται, η επιβολή διοικητικών και οικονομικών κυρώσεων σύμφωνα με τον δημοσιονομικό κανονισμό.

(28)

Με στόχο την εφαρμογή της αρχής της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, ο παρών κανονισμός πρέπει να προβλέπει κατάλληλους μηχανισμούς για την εκτίμηση της αποδοτικότητάς του. Προς τον σκοπό αυτό, θα πρέπει να καθορίζει γενικούς και ειδικούς στόχους. Προκειμένου να μετριέται η επίτευξη των εν λόγω ειδικών στόχων, είναι σκόπιμο να θεσπιστεί μια σειρά συγκεκριμένων και ποσοτικών δεικτών, οι οποίοι θα πρέπει να παραμείνουν σε ισχύ για όλη τη διάρκεια εφαρμογής του Προγράμματος. Η Επιτροπή θα πρέπει να υποβάλλει ετησίως εκθέσεις ελέγχου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο που θα βασίζονται μεταξύ άλλων στους δείκτες που καθορίζονται στον παρόντα κανονισμό και που θα πρέπει να πληροφορούν για τη χρήση των διαθέσιμων πόρων.

(29)

Το Πρόγραμμα θα πρέπει να υλοποιηθεί με αποτελεσματικό τρόπο, με σεβασμό της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης, επιτρέποντας ταυτόχρονα την αποτελεσματική πρόσβαση των πιθανών υποψηφίων στο Πρόγραμμα. Προκειμένου να εξασφαλίσει την αποτελεσματική πρόσβαση στο Πρόγραμμα, η Επιτροπή θα πρέπει να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να απλουστεύσει και να εναρμονίσει τις διαδικασίες υποβολής αιτήσεων και τα σχετικά έγγραφα, τις διοικητικές διατυπώσεις και τις απαιτήσεις οικονομικής διαχείρισης, να άρει τις διοικητικές επιβαρύνσεις και να ενθαρρύνει την υποβολή αιτήσεων από οντότητες που βρίσκονται σε κράτη μέλη τα οποία δεν εκπροσωπούνται επαρκώς στο Πρόγραμμα. Η Επιτροπή θα πρέπει να δημοσιεύει σε ειδική ιστοσελίδα πληροφορίες σχετικά με το Πρόγραμμα, τους στόχους του, τις διάφορες προσκλήσεις υποβολής προτάσεων και τα χρονοδιαγράμματά τους. Τα βασικά έγγραφα και οι κατευθυντήριες γραμμές που αφορούν τις προσκλήσεις υποβολής προτάσεων θα πρέπει να διατίθενται σε όλες τις επίσημες γλώσσες των θεσμικών οργάνων της Ένωσης.

(30)

Σύμφωνα με το άρθρο 180 παράγραφος 1 στοιχείο ιβ) του κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1268/2012 της Επιτροπής (16) (οι «κανόνες εφαρμογής»), η συμφωνία επιχορήγησης θα πρέπει να ορίζει διατάξεις που να διέπουν την αναγνωρισιμότητα της χρηματοδοτικής στήριξης από την Ένωση, εκτός από δεόντως δικαιολογημένες περιπτώσεις εάν αυτό δεν είναι δυνατό ή σκόπιμο.

(31)

Σύμφωνα με το άρθρο 35 παράγραφοι 2 και 3 του δημοσιονομικού κανονισμού και το άρθρο 21 των κανόνων εφαρμογής, η Επιτροπή θα πρέπει να καθιστά διαθέσιμες, με τον κατάλληλο τρόπο και σε εύθετο χρόνο, πληροφορίες για τους αποδέκτες καθώς και τη φύση και τον σκοπό των μέτρων που χρηματοδοτούνται από τον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης. Οι πληροφορίες αυτές θα πρέπει να διατίθενται τηρουμένων δεόντως των απαιτήσεων εμπιστευτικότητας και ασφάλειας, ιδίως δε της προστασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.

(32)

Εφόσον ο στόχος του παρόντος κανονισμού, δηλαδή η συμβολή στην περαιτέρω ανάπτυξη ενός ευρωπαϊκού χώρου δικαιοσύνης, βασισμένου στην αμοιβαία αναγνώριση και στην αμοιβαία εμπιστοσύνη, ιδίως με την προώθηση της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές και ποινικές υποθέσεις,, δεν μπορεί να επιτευχθεί επαρκώς από τα κράτη μέλη αλλά μπορεί να επιτευχθεί καλύτερα, λόγω κλίμακας και των αποτελεσμάτων του, στο επίπεδο της Ένωσης, η Ένωση δύναται να θεσπίσει μέτρα, σύμφωνα με την αρχή της επικουρικότητας, όπως αυτή καθορίζεται στο άρθρο 5 της ΣΕΕ. Σύμφωνα με την αρχή της αναλογικότητας, όπως αυτή καθορίζεται στο ίδιο άρθρο, ο παρών κανονισμός δεν υπερβαίνει τα αναγκαία όρια για την επίτευξη του προαναφερθέντος στόχου.

(33)

Σύμφωνα με το άρθρο 3 του Πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ και τη ΣΛΕΕ, η Ιρλανδία δήλωσε ότι επιθυμεί να συμμετάσχει στην έκδοση και την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

(34)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του Πρωτοκόλλου αριθ. 21 για τη θέση του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας όσον αφορά τον χώρο ελευθερίας, ασφάλειας και δικαιοσύνης, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ και τη ΣΛΕΕ, και με την επιφύλαξη του άρθρου 4 του εν λόγω Πρωτοκόλλου, το Ηνωμένο Βασίλειο δεν συμμετέχει στην έκδοση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του.

(35)

Σύμφωνα με τα άρθρα 1 και 2 του Πρωτοκόλλου αριθ. 22 σχετικά με τη θέση της Δανίας, το οποίο προσαρτάται στη ΣΕΕ και τη ΣΛΕΕ, η Δανία δεν συμμετέχει στην έκδοση του παρόντος κανονισμού και δεν δεσμεύεται από αυτόν ούτε υπόκειται στην εφαρμογή του.

(36)

Προκειμένου να διασφαλισθεί η συνέχεια της χρηματοδότησης των δραστηριοτήτων που προηγουμένως πραγματοποιούνταν βάσει της απόφασης 2007/126/ΔΥΑ, της απόφασης αριθ. 1149/2007/ΕΚ και της απόφασης αριθ. 1150/2007/ΕΚ, ο παρών κανονισμός θα πρέπει να τεθεί σε ισχύ την επόμενη ημέρα της δημοσίευσής του,

ΕΞΕΔΩΣΑΝ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Θέσπιση και διάρκεια του Προγράμματος

1.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει το Πρόγραμμα «Δικαιοσύνη» («Πρόγραμμα»).

2.   Το Πρόγραμμα καλύπτει την περίοδο από την 1η Ιανουαρίου 2014 έως τις 31 Δεκεμβρίου 2020.

Άρθρο 2

Ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία

1.   Το Πρόγραμμα χρηματοδοτεί δράσεις με ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία οι οποίες συμβάλλουν στην περαιτέρω ανάπτυξη ευρωπαϊκού χώρου δικαιοσύνης. Προς τον σκοπό αυτό, η Επιτροπή διασφαλίζει ότι οι δράσεις οι οποίες επιλέγονται προς χρηματοδότηση αποσκοπούν στην επίτευξη αποτελεσμάτων με ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία.

2.   Η ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία των δράσεων, περιλαμβανομένης αυτής των δράσεων μικρής κλίμακας και των εθνικών δράσεων, αξιολογείται βάσει κριτηρίων όπως η συμβολή τους στη συνεκτική και συνεπή εφαρμογή της νομοθεσίας της Ένωσης και η ευρεία ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με τα δικαιώματα που απορρέουν από αυτήν, η δυνατότητά τους να συμβάλουν στην ανάπτυξη αμοιβαίας εμπιστοσύνης ανάμεσα στα κράτη μέλη και στη βελτίωση της διασυνοριακής συνεργασίας, ο διακρατικός τους αντίκτυπος, η συμβολή τους στην επεξεργασία και διάδοση βέλτιστων πρακτικών ή η δυνατότητά τους να δημιουργήσουν πρακτικά εργαλεία και λύσεις που αντιμετωπίζουν διασυνοριακές προκλήσεις ή ζητήματα που αφορούν όλα τα κράτη μέλη.

Άρθρο 3

Γενικός στόχος

Γενικός στόχος του Προγράμματος είναι η συμβολή στην περαιτέρω ανάπτυξη ενός ευρωπαϊκού χώρου δικαιοσύνης βασισμένου στην αμοιβαία αναγνώριση και την αμοιβαία εμπιστοσύνη, ιδίως μέσω της προώθησης της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές και ποινικές υποθέσεις.

Άρθρο 4

Ειδικοί στόχοι

1.   Προκειμένου να επιτευχθεί ο γενικός στόχος του άρθρου 3, το Πρόγραμμα κατατείνει στην επίτευξη των ακόλουθων ειδικών στόχων:

α)

διευκόλυνση και στήριξη της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές και ποινικές υποθέσεις·

β)

στήριξη και προώθηση της κατάρτισης των δικαστικών, συμπεριλαμβανομένης της γλωσσικής κατάρτισης σε νομική ορολογία, με σκοπό τη διαμόρφωση ενός κοινού νομικού και δικαστικού πνεύματος·

γ)

διευκόλυνση της αποτελεσματικής πρόσβασης για όλους στη δικαιοσύνη, συμπεριλαμβανομένης της προώθησης και της στήριξης των δικαιωμάτων των θυμάτων της εγκληματικότητας, με τον παράλληλο σεβασμό των δικαιωμάτων της υπεράσπισης·

δ)

στήριξη πρωτοβουλιών στον τομέα της πολιτικής για τα ναρκωτικά σε ό,τι αφορά πλευρές δικαστικής συνεργασίας και πρόληψης εγκλημάτων που συνδέονται στενά με τον γενικό στόχο του Προγράμματος, στον βαθμό που δεν καλύπτονται από το Μέσο χρηματοδοτικής στήριξης για την αστυνομική συνεργασία, την πρόληψη και την καταπολέμηση της εγκληματικότητας και τη διαχείριση της κρίσεως, ως μέρος του Ταμείου για την Εσωτερική Ασφάλεια ή το Πρόγραμμα «Υγεία για την ανάπτυξη».

2.   Οι ειδικοί στόχοι του Προγράμματος επιδιώκονται ιδίως με τα εξής:

α)

ενίσχυση της ενημέρωσης των πολιτών και της γνώσης του δικαίου και των πολιτικών της Ένωσης·

β)

με σκοπό τη διασφάλιση αποτελεσματικής δικαστικής συνεργασίας σε αστικές και ποινικές υποθέσεις, βελτίωση της γνώσης του δικαίου της Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων του ουσιαστικού και του δικονομικού δικαίου, των μέσων δικαστικής συνεργασίας και της σχετικής νομολογίας του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του συγκριτικού δικαίου·

γ)

στήριξη της αποτελεσματικής, συνολικής και συνεκτικής υλοποίησης και εφαρμογής των μέσων της Ένωσης στα κράτη μέλη, καθώς και παρακολούθηση και αξιολόγησή τους·

δ)

προώθηση της διασυνοριακής συνεργασίας, βελτίωση της αμοιβαίας γνώσης και κατανόησης του αστικού και ποινικού δικαίου και των νομικών και δικαστικών συστημάτων των κρατών μελών, καθώς και ενίσχυση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης·

ε)

βελτίωση της γνώσης και της κατανόησης ενδεχόμενων εμποδίων στην ομαλή λειτουργία ενός ευρωπαϊκού χώρου δικαιοσύνης·

στ)

βελτίωση της αποτελεσματικότητας των δικαστικών συστημάτων και της μεταξύ τους συνεργασίας μέσω της τεχνολογίας πληροφοριών και επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένης της διασυνοριακής διαλειτουργικότητας συστημάτων και εφαρμογών.

Άρθρο 5

Επικρατούσες τάσεις

Κατά την υλοποίηση όλων των δράσεών του, το Πρόγραμμα επιδιώκει να προωθήσει την ισότητα μεταξύ γυναικών και ανδρών και των δικαιωμάτων του παιδιού, μεταξύ άλλων με μια φιλική προς το παιδί δικαιοσύνη. Συμμορφώνεται επίσης με την απαγόρευση των διακρίσεων βάσει οποιουδήποτε από τους λόγους που απαριθμούνται στο άρθρο 21 του Χάρτη, σύμφωνα με το άρθρο 51 του Χάρτη και εντός των ορίων που θέτει το εν λόγω άρθρο.

Άρθρο 6

Τύποι δράσεων

1.   Το Πρόγραμμα χρηματοδοτεί, μεταξύ άλλων, τους ακόλουθους τύπους δράσεων:

α)

εργασίες ανάλυσης, όπως η συλλογή δεδομένων και στατιστικών· η ανάπτυξη κοινών μεθοδολογιών και, εφόσον απαιτείται, δεικτών ή σημείων αναφοράς για συγκριτική αξιολόγηση· μελέτες, έρευνες, αναλύσεις και επισκοπήσεις· αξιολογήσεις· η κατάρτιση και δημοσίευση οδηγών, εκθέσεων και εκπαιδευτικού υλικού· εργαστήρια, σεμινάρια, συναντήσεις εμπειρογνωμόνων και συνέδρια ·

β)

δραστηριότητες κατάρτισης, όπως ανταλλαγές προσωπικού, εργαστήρια, σεμινάρια, εκδηλώσεις για την εκπαίδευση εκπαιδευτών, συμπεριλαμβανομένης της γλωσσικής κατάρτισης σε νομική ορολογία, και ανάπτυξη εργαλείων ηλεκτρονικής μάθησης ή άλλου τύπου ενοτήτων κατάρτισης για μέλη του δικαστικού σώματος και άλλους λειτουργούς και υπαλλήλους του τομέα απονομής δικαιοσύνης·

γ)

αλληλοδιδασκαλία, συνεργασία, δραστηριότητες ευαισθητοποίησης και διάδοσης, όπως εντοπισμός και ανταλλαγή ορθών πρακτικών, καινοτόμων μεθόδων και εμπειριών · διοργάνωση αξιολογήσεων από ομολόγους και δράσεων αλληλοδιδασκαλίας· διοργάνωση συνεδρίων, σεμιναρίων, εκστρατειών ενημέρωσης συμπεριλαμβανομένης της θεσμικής επικοινωνίας σχετικά με τις πολιτικές προτεραιότητες της Ένωσης στον βαθμό που σχετίζονται με τους στόχους του Προγράμματος· συλλογή και δημοσίευση υλικού για τη διάδοση πληροφοριών σχετικά με το Πρόγραμμα και τα αποτελέσματά του· ανάπτυξη, λειτουργία και συντήρηση συστημάτων και εργαλείων με τη χρήση τεχνολογιών πληροφοριών και επικοινωνιών, συμπεριλαμβανομένης της περαιτέρω ανάπτυξης της ευρωπαϊκής διαδικτυακής πύλης της ηλεκτρονικής δικαιοσύνης ως εργαλείου βελτίωσης της πρόσβασης των πολιτών στη δικαιοσύνη·

δ)

στήριξη των κύριων παραγόντων των οποίων οι δράσεις συμβάλλουν στην εφαρμογή των στόχων του Προγράμματος, όπως στήριξη των κρατών μελών κατά την εφαρμογή του δικαίου και των πολιτικών της Ένωσης, στήριξη των βασικών ευρωπαϊκών παραγόντων και δικτύων ευρωπαϊκού επιπέδου, μεταξύ άλλων στον τομέα της κατάρτισης των δικαστικών· και στήριξη δραστηριοτήτων δικτύωσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο μεταξύ εξειδικευμένων φορέων και οργανισμών, καθώς και εθνικών, περιφερειακών και τοπικών αρχών και μη κυβερνητικών οργανώσεων.

2.   Το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Κατάρτισης Δικαστικών λαμβάνει επιδότηση λειτουργίας για τη συγχρηματοδότηση των δαπανών που συνδέονται με το μόνιμο πρόγραμμα εργασίας του.

Άρθρο 7

Συμμετοχή

1.   Πρόσβαση στο Πρόγραμμα έχουν όλοι οι φορείς και όλες οι οντότητες που είναι εγκατεστημένοι νομίμως:

α)

στα κράτη μέλη·

β)

σε χώρες της Ευρωπαϊκής Ζώνης Ελεύθερων συναλλαγών (ΕΖΕΣ) οι οποίες είναι μέρη της Συμφωνίας για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, σύμφωνα με τη Συμφωνία αυτής·

γ)

σε υποψήφιες χώρες, σε δυνάμει υποψήφιους και σε προσχωρούσες χώρες, σύμφωνα με τις γενικές αρχές και τους γενικούς όρους και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται για τη συμμετοχή των χωρών αυτών στα προγράμματα της Ένωσης που θεσπίζονται στις οικείες συμφωνίες-πλαίσιο και στις αποφάσεις σύνδεσης του Συμβουλίου, ή παρόμοιες συμφωνίες.·

2.   Οι κερδοσκοπικοί φορείς και οργανισμοί έχουν πρόσβαση στο Πρόγραμμα μόνο σε συνδυασμό με μη κερδοσκοπικούς ή κρατικούς οργανισμούς.

3.   Φορείς και οντότητες που είναι εγκατεστημένοι νομίμως σε τρίτες χώρες, εκτός όσων συμμετέχουν στο πρόγραμμα σύμφωνα με τα στοιχεία β) και γ) της παραγράφου 1, ιδίως χώρες όπου εφαρμόζεται η Ευρωπαϊκή Πολιτική Γειτονίας, μπορούν να μετέχουν σε δράσεις του Προγράμματος με δικές τους δαπάνες, αν αυτό εξυπηρετεί τον σκοπό των εν λόγω δράσεων.

4.   Η Επιτροπή μπορεί να συνεργάζεται με διεθνείς οργανισμούς σύμφωνα με τους όρους που καθορίζονται στο αντίστοιχο ετήσιο πρόγραμμα εργασίας. Η πρόσβαση στο Πρόγραμμα είναι ανοικτή σε διεθνείς οργανισμούς οι οποίοι δραστηριοποιούνται στους τομείς που καλύπτει το Πρόγραμμα σύμφωνα με τον δημοσιονομικό κανονισμό και τα σχετικά ετήσια προγράμματα εργασίας.

Άρθρο 8

Προϋπολογισμός

1.   Το χρηματοδοτικό κονδύλι για την υλοποίηση του Προγράμματος, για την περίοδο 2014 έως 2020, ανέρχεται σε 377 604 000EUR.

2.   Η χρηματοδότηση του Προγράμματος μπορεί επίσης να καλύπτει δαπάνες που αφορούν δραστηριότητες προετοιμασίας, παρακολούθησης, ελέγχου, λογιστικού ελέγχου και αξιολόγησης, οι οποίες είναι αναγκαίες για τη διαχείριση του Προγράμματος και την αξιολόγηση της επίτευξης των στόχων του. Η χρηματοδότηση μπορεί να καλύπτει δαπάνες που αφορούν τις απαραίτητες μελέτες, συνεδριάσεις εμπειρογνωμόνων, δράσεις πληροφόρησης και επικοινωνίας, συμπεριλαμβανομένης της θεσμικής επικοινωνίας σχετικά με τις πολιτικές προτεραιότητες της Ένωσης, στον βαθμό που σχετίζονται με τους γενικούς στόχους του παρόντος κανονισμού, καθώς και δαπάνες για δίκτυα τεχνολογίας πληροφορικής που επικεντρώνονται στην επεξεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών· και άλλη τεχνική και διοικητική βοήθεια που είναι απαραίτητη σε σχέση με τη διαχείριση του Προγράμματος από την Επιτροπή.

3.   Οι ετήσιες πιστώσεις εγκρίνονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο εντός των ορίων του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου που θεσπίζει ο κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 1311/2013 του Συμβουλίου (17).

4.   Εντός του χρηματοδοτικού κονδυλίου για το Πρόγραμμα, τα ποσά κατανέμονται σύμφωνα με τα ποσοστά που καθορίζονται στο Παράρτημα για κάθε ειδικό στόχο.

5.   Η Επιτροπή δεν παρεκκλίνει από τα κατανεμηθέντα ποσοστά του χρηματοδοτικού κονδυλίου, όπως καθορίζονται στο παράρτημα, κατά περισσότερο από 5 ποσοστιαίες μονάδες για κάθε ειδικό στόχο. Εάν αποδειχθεί αναγκαία η υπέρβαση του ορίου αυτού, ανατίθεται στην Επιτροπή η εξουσία έκδοσης πράξεων κατ’ εξουσιοδότηση, σύμφωνα με το άρθρο9, για την τροποποίηση κάθε αριθμού στο Παράρτημα για περισσότερες από 5 και έως 10 ποσοστιαίες μονάδες.

Άρθρο 9

Άσκηση της εξουσιοδότησης

1.   Ανατίθεται στην Επιτροπή η αρμοδιότητα έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων υπό τις προϋποθέσεις που ορίζονται στο παρόν άρθρο.

2.   Η εξουσία έκδοσης κατ’ εξουσιοδότηση πράξεων σύμφωνα με το άρθρο 8 παράγραφος 5 εκχωρείται στην Επιτροπή για τη διάρκεια του Προγράμματος.

3.   Η εξουσιοδότηση που προβλέπεται στο άρθρο 8 παράγραφος 5 μπορεί να ανακληθεί, ανά πάσα στιγμή, από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο. Η απόφαση ανάκλησης περατώνει την εξουσιοδότηση που καθορίζεται στην απόφαση αυτή. Ισχύει από την επομένη της δημοσίευσής της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε μεταγενέστερη ημερομηνία που διευκρινίζεται στην απόφαση. Δεν επηρεάζει την εγκυρότητα οποιασδήποτε ήδη ισχύουσας κατ’ εξουσιοδότηση πράξης.

4.   Μόλις εκδώσει μια κατ’ εξουσιοδότηση πράξη, η Επιτροπή την κοινοποιεί ταυτόχρονα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο.

5.   Η κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται δυνάμει του άρθρου 8 παράγραφος 5 τίθεται σε ισχύ μόνον εφόσον δεν έχει διατυπωθεί αντίρρηση από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ή το Συμβούλιο εντός δύο μηνών από την ημέρα που η πράξη κοινοποιείται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο ή αν, πριν λήξει αυτή η περίοδος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο ενημερώσουν αμφότερα την Επιτροπή ότι δεν θα προβάλουν αντιρρήσεις. Αυτή η περίοδος παρατείνεται κατά δύο μήνες με πρωτοβουλία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή του Συμβουλίου.

Άρθρο 10

Εκτελεστικά μέτρα

1.   Η Επιτροπή υλοποιεί το Πρόγραμμα σύμφωνα με τον δημοσιονομικό κανονισμό.

2.   Με στόχο την υλοποίηση του Προγράμματος, η Επιτροπή θεσπίζει ετήσια προγράμματα εργασίας υπό τη μορφή εκτελεστικών πράξεων. Οι εκτελεστικές αυτές πράξεις εκδίδονται σύμφωνα με τη διαδικασία εξέτασης που αναφέρεται στο άρθρο 11 παράγραφος 2.

3.   Κάθε ετήσιο πρόγραμμα εργασίας υλοποιεί τους στόχους του Προγράμματος καθορίζοντας τα ακόλουθα:

α)

τις δράσεις που πρέπει να αναληφθούν, σύμφωνα με τους γενικούς και τους ειδικούς στόχους που ορίζονται στο άρθρο 3 και στο άρθρο 4 παράγραφος 1, συμπεριλαμβανομένης της ενδεικτικής κατανομής των χρηματοδοτικών πόρων·

β)

τα ουσιαστικά κριτήρια επιλεξιμότητας, επιλογής και ανάθεσης που θα χρησιμοποιηθούν για την επιλογή των προτάσεων οι οποίες θα λάβουν χρηματοδοτική συνεισφορά σύμφωνα με το άρθρο 84 του δημοσιονομικού κανονισμού και το άρθρο 94 των κανόνων εφαρμογής του·

γ)

το ελάχιστο ποσοστό ετήσιων δαπανών που θα χορηγείται σε επιδοτήσεις.

4.   Εξασφαλίζεται κατάλληλη και δίκαιη κατανομή της χρηματοδοτικής στήριξης μεταξύ των διαφόρων τομέων που καλύπτει ο παρών κανονισμός. Όταν αποφασίζει σχετικά με τη διάθεση των πόρων στους τομείς αυτούς στα ετήσια προγράμματα εργασίας, η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη την ανάγκη να διατηρηθούν επαρκή επίπεδα χρηματοδότησης για τους τομείς τόσο της αστικής όσο και της ποινικής δικαιοσύνης, καθώς για την κατάρτιση των δικαστικών και για πρωτοβουλίες στον τομέα της πολιτικής για τα ναρκωτικά εντός του πεδίου εφαρμογής του Προγράμματος.

5.   Προσκλήσεις προς υποβολή προτάσεων δημοσιεύονται σε ετήσια βάση.

6.   Προκειμένου να διευκολυνθούν οι δραστηριότητες κατάρτισης των δικαστικών, οι δαπάνες της συμμετοχής μελών του δικαστικού σώματος και άλλων λειτουργών και υπαλλήλων του τομέα απονομής δικαιοσύνης στις δραστηριότητες αυτές, οι οποίες επιβαρύνουν τις αρχές των κρατών μελών, λαμβάνονται υπόψη σύμφωνα με τον δημοσιονομικό κανονισμό κατά την παροχή της αντίστοιχης χρηματοδότησης.

Άρθρο 11

Διαδικασία επιτροπής

1.   Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικουρείται από επιτροπή. Πρόκειται για επιτροπή κατά την έννοια του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

2.   Όταν γίνεται παραπομπή στην παρούσα παράγραφο, εφαρμόζεται το άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011.

Άρθρο 12

Συμπληρωματικότητα

1.   Η Επιτροπή, σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, εξασφαλίζει συνολική συνοχή, συμπληρωματικότητα και συνέργειες με άλλα μέσα της Ένωσης, στα οποία περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, το Πρόγραμμα «Δικαιώματα, ισότητα και ιθαγένεια», το Μέσο χρηματοδοτικής στήριξης για την αστυνομική συνεργασία, την πρόληψη και την καταπολέμηση της εγκληματικότηταςκαι τη διαχείριση της κρίσεως, ως μέρος του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας, το Πρόγραμμα «Υγεία για την ανάπτυξη», το Πρόγραμμα «Erasmus +», το Πρόγραμμα-πλαίσιο «Ορίζων 2020» και το Μέσο Προενταξιακής Βοήθειας(IPA II).

2.   Η Επιτροπή εξασφαλίζει επίσης συνολική συνοχή, συμπληρωματικότητα και συνέργειες με το έργο των οργανισμών, γραφείων και υπηρεσιών της Ένωσης που δραστηριοποιούνται στους τομείς οι οποίοι καλύπτονται από τους στόχους του Προγράμματος, όπως η Eurojust που θεσπίσθηκε με την απόφαση 2002/187/ΔΕΥ του Συμβουλίου (18) και το Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας που θεσπίσθηκε με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1920/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (19).

3.   Για το Πρόγραμμα είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν πόροι οι οποίοι προορίζονται για άλλα μέσα της Ένωσης, όπως ιδίως το Πρόγραμμα «Δικαιώματα, ισότητα και ιθαγένεια», με στόχο την υλοποίηση δράσεων οι οποίες εξυπηρετούν τους στόχους και των δύο προγραμμάτων. Μια δράση για την οποία έχει εγκριθεί χρηματοδότηση βάσει του Προγράμματος μπορεί επίσης να λάβει έγκριση χρηματοδότησης και βάσει του Προγράμματος «Δικαιώματα, ισότητα και ιθαγένεια», υπό την προϋπόθεση ότι η χρηματοδότηση δεν προορίζεται να καλύψει τα ίδια στοιχεία δαπάνης.

Άρθρο 13

Προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης

1.   Κατά την υλοποίηση δράσεων που χρηματοδοτούνται δυνάμει του παρόντος Προγράμματος, η Επιτροπή λαμβάνει τα κατάλληλα μέτρα για να εξασφαλίσει την προστασία των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, με την εφαρμογή προληπτικών μέτρων κατά της απάτης, της διαφθοράς και κάθε άλλης παράνομης ενέργειας, με τη διενέργεια αποτελεσματικών ελέγχων και, αν διαπιστωθούν παρατυπίες, με την ανάκτηση των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών και, εφόσον απαιτείται, με αποτελεσματικές, αναλογικές και αποτρεπτικές διοικητικές και οικονομικές κυρώσεις.

2.   Η Επιτροπή ή οι αντιπρόσωποί της και το Ελεγκτικό Συνέδριο έχουν την εξουσία να ελέγχουν, βάσει δικαιολογητικών καθώς και επιτόπιων ελέγχων, όλους τους δικαιούχους επιχορηγήσεων, τους εργολάβους και τους υπεργολάβους που έχουν λάβει πόρους της Ένωσης κατ’ εφαρμογή του Προγράμματος.

3.   Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) μπορεί να διενεργεί έρευνες, μεταξύ των οποίων και επιτόπιους ελέγχους και εξακριβώσεις, σύμφωνα με τις διατάξεις και τις διαδικασίες που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 883/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (20) και τον κανονισμό (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου (21) για τη διαπίστωση απάτης, διαφθοράς ή άλλης παράνομης δραστηριότητας κατά των οικονομικών συμφερόντων της Ένωσης, σε σχέση με συμφωνία ή απόφαση επιχορήγησης ή σύμβαση που χρηματοδοτείται δυνάμει του Προγράμματος.

4.   Με την επιφύλαξη των παραγράφων 1, 2 και 3, οι συμφωνίες συνεργασίας με τρίτες χώρες και με διεθνείς οργανισμούς, οι συμβάσεις, οι συμφωνίες επιχορήγησης και οι αποφάσεις επιχορήγησης και συμβάσεις που προκύπτουν από την εφαρμογή του παρόντος Προγράμματος περιέχουν διατάξεις οι οποίες εξουσιοδοτούν ρητά την Επιτροπή, το Ελεγκτικό Συνέδριο και την OLAF να διεξαγάγουν τους λογιστικούς ελέγχους και επιθεωρήσεις που αναφέρονται στις εν λόγω παραγράφους, σύμφωνα με τις αντίστοιχες αρμοδιότητές τους.

Άρθρο 14

Παρακολούθηση και αξιολόγηση

1.   Η Επιτροπή παρακολουθεί το Πρόγραμμα ετησίως προκειμένου να εποπτεύει την υλοποίηση των δράσεων που πραγματοποιούνται στο πλαίσιό του και την επίτευξη των ειδικών στόχων που αναφέρονται στο άρθρο 5. Η παρακολούθηση παρέχει επίσης μέσο εκτίμησης του τρόπου αντιμετώπισης των ζητημάτων της ισότητας των φύλων και της απαγόρευσης των διακρίσεων στο πλαίσιο των δράσεων του Προγράμματος.

2.   Η Επιτροπή υποβάλλει στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στο Συμβούλιο:

α)

ετήσια έκθεση παρακολούθησης βασισμένη στους δείκτες που αναφέρονται στο άρθρο 13α παράγραφος 1a και τη χρήση των διαθέσιμων πόρων·

β)

ενδιάμεση έκθεση αξιολόγησης, έως τις 30 Ιουνίου 2018·

γ)

εκ των υστέρων έκθεση αξιολόγησης έως τις 31 Δεκεμβρίου 2021.

3.   Η ενδιάμεση έκθεση αξιολόγησης εξετάζει την επίτευξη των στόχων του Προγράμματος, την αποδοτική χρήση των σχετικών πόρων και την ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία του Προγράμματος, προκειμένου να αποφασιστεί κατά πόσον επιβάλλεται ανανέωση, τροποποίηση ή αναστολή, μετά το 2020, της χρηματοδότησης σε τομείς οι οποίοι καλύπτονται από το Πρόγραμμα. Στο πλαίσιο της αξιολόγησης αυτής εξετάζονται επίσης οι δυνατότητες απλούστευσης του Προγράμματος, η εσωτερική και εξωτερική του συνοχή και κατά πόσον διατηρούν την επικαιρότητά τους όλοι οι στόχοι και δράσεις. Λαμβάνονται υπόψη τα πορίσματα των εκ των υστέρων αξιολογήσεων των προηγούμενων προγραμμάτων της περιόδου 2007-2013 που θεσπίζονται με τις αποφάσεις που αναφέρονται στο άρθρο 16.

4.   Η εκ των υστέρων έκθεση αξιολόγησης εξετάζει τον μακροπρόθεσμο αντίκτυπο και τη βιωσιμότητα των αποτελεσμάτων του Προγράμματος, βάσει των οποίων θα ληφθεί απόφαση σχετικά με επακόλουθο πρόγραμμα.

5.   Οι αξιολογήσεις εκτιμούν επίσης τον τρόπο αντιμετώπισης των ζητημάτων της ισότητας των φύλων και της απαγόρευσης των διακρίσεων στο πλαίσιο των δράσεων του Προγράμματος.

Άρθρο 15

Δείκτες

1.   Σύμφωνα με το άρθρο 14, οι δείκτες που καθορίζονται στην παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου αποτελούν μια βάση για την παρακολούθηση και την αξιολόγηση του βαθμού στον οποίο έχει επιτευχθεί καθένας από τους ειδικούς στόχους του Προγράμματος που καθορίζονται στο άρθρο 4 μέσω των δράσεων που προβλέπονται στο άρθρο 6. Οι μετρήσεις πραγματοποιούνται σε σχέση με προκαθορισμένες τιμές αναφοράς, οι οποίες αντικατοπτρίζουν την κατάσταση πριν από την υλοποίηση. Στις περιπτώσεις που κρίνεται σκόπιμο, οι σχετικοί δείκτες πρέπει να παρουσιάζονται αναλυτικά, μεταξύ άλλων, κατά φύλο, ηλικία και αναπηρία.

2.   Οι δείκτες που αναφέρονται στην παράγραφο 1 περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, τα εξής:

α)

αριθμό και ποσοστό των μελών της ομάδας-στόχου στα οποία απευθύνθηκαν οι δραστηριότητες ευαισθητοποίησης που χρηματοδοτήθηκαν από το Πρόγραμμα·

β)

αριθμό και ποσοστό των μελών του δικαστικού σώματος και άλλων λειτουργών και υπαλλήλων του τομέα απονομής δικαιοσύνης της ομάδας-στόχου που συμμετείχαν σε δραστηριότητες κατάρτισης, ανταλλαγές προσωπικού, επισκέψεις μελέτης, σεμινάρια και εργαστήρια που χρηματοδοτούνται από το Πρόγραμμα·

γ)

βελτίωση των γνώσεων όσον αφορά το δίκαιο και τις πολιτικές της Ένωσης στις ομάδες των συμμετεχόντων σε δράσεις που χρηματοδοτήθηκαν από το Πρόγραμμα σε σύγκριση με ολόκληρη την ομάδα-στόχο·

δ)

αριθμό των περιπτώσεων, δραστηριοτήτων και αποτελεσμάτων διασυνοριακής συνεργασίας, συμπεριλαμβανομένης της συνεργασίας μέσω εργαλείων τεχνολογίας και πληροφορικής και διαδικασιών που θεσπίζονται σε επίπεδο Ένωσης·

ε)

απόψεις των συμμετεχόντων όσον αφορά τις δραστηριότητες στις οποίες έλαβαν μέρος και την (αναμενόμενη) βιωσιμότητά τους·

στ)

γεωγραφική κάλυψη των δραστηριοτήτων που χρηματοδοτεί το Πρόγραμμα.

3.   Πέρα από τους καθοριζόμενους στην παράγραφο 2 δείκτες, η ενδιάμεση και η εκ των υστέρων έκθεση αξιολόγησης του Προγράμματος εξετάζουν, μεταξύ άλλων:

α)

τον αντίκτυπο που θεωρείται ότι έχει το Πρόγραμμα στην πρόσβαση στη δικαιοσύνη βάσει ποιοτικών και ποσοτικών δεδομένων που συλλέγονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο·

β)

τον αριθμό και την ποιότητα των μέσων και εργαλείων που διαμορφώθηκαν μέσω δράσεων οι οποίες χρηματοδοτήθηκαν από το Πρόγραμμα·

γ)

την ευρωπαϊκή προστιθέμενη αξία του Προγράμματος, περιλαμβανομένης της αξιολόγησης των δραστηριοτήτων του Προγράμματος βάσει ανάλογων πρωτοβουλιών που έχουν αναπτυχθεί σε εθνικό ή ευρωπαϊκό επίπεδο χωρίς στήριξη από την Ένωση, και των (αναμενόμενων) αποτελεσμάτων τους, και τα πλεονεκτήματα και/ή μειονεκτήματα της χρηματοδότησης από την Ένωση σε σύγκριση με την εθνική χρηματοδότηση αυτού του είδους δραστηριότητας·

δ)

το ύψος της χρηματοδότησης σε σχέση με τα επιτευχθέντα αποτελέσματα (αποδοτικότητα)·

ε)

τα ενδεχόμενα διοικητικά, οργανωτικά και/ ή διαρθρωτικά εμπόδια σε μια πιο ομαλή, αποτελεσματική και αποδοτική υλοποίηση του Προγράμματος (περιθώριο απλούστευσης).

Άρθρο 16

Μεταβατικά μέτρα

Οι δράσεις οι οποίες εγκαινιάζονται με βάση την απόφαση 2007/126/ΔΕΥ, την απόφαση 1149/2007/ΕΚ, ή την απόφαση 1150/2007/ΕΚ εξακολουθούν να διέπονται από τις διατάξεις των εν λόγω αποφάσεων έως την ολοκλήρωσή τους. Σε σχέση με τις εν λόγω δράσεις, κάθε αναφορά στις επιτροπές οι οποίες προβλέπονται στο άρθρο 9 της απόφασης 2007/126/ΔΕΥ, στα άρθρα 10 και 11 της απόφασης 1149/2007/ΕΚ, και στο άρθρο 10 της απόφασης 1150/2007/ΕΚ νοείται ως αναφορά στην επιτροπή που προβλέπεται στο άρθρο 10 του παρόντος κανονισμού.

Άρθρο 17

Έναρξη ισχύος

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την επόμενη ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός στο σύνολό του και εφαρμόζεται άμεσα στα κράτη μέλη σύμφωνα με τις Συνθήκες.

Βρυξέλλες, 17 Δεκεμβρίου 2013.

Για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. SCHULZ

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

L. LINKEVIČIUS


(1)  ΕΕ C 299, 4.10.2012, σ. 103.

(2)  ΕΕ C 277, 13.9.2012, σ. 43.

(3)  Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 11ης Δεκεμβρίου 2013 (δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα) και απόφαση του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2013.

(4)  ΕΕ C 115, 4.5.2010, σ. 1.

(5)  EE C 299, 22.11.2008, σ. 1.

(6)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1605/2002 του Συμβουλίου (ΕΕ L 298 της 26.10.2012, σ. 1).

(7)  ΕΕ C 402, 29.12.2012, σ. 1.

(8)  Απόφαση αριθ. 1150/2007/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Σεπτεμβρίου 2007, για τη θέσπιση, για την περίοδο 2007-2013, του ειδικού προγράμματος Πρόληψη των ναρκωτικών και σχετική ενημέρωση στο πλαίσιο του γενικού προγράμματος Θεμελιώδη δικαιώματα και δικαιοσύνη (ΕΕ L 257 της 3.10.2007, σ. 23).

(9)  Απόφαση 2007/126/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 12ης Φεβρουαρίου 2007, για τη θέσπιση, για την περίοδο 2007-2013, του ειδικού προγράμματος «Ποινική δικαιοσύνη», ως μέρους του γενικού προγράμματος «Θεμελιώδη δικαιώματα και Δικαιοσύνη» (ΕΕ L 58, 24.2.2007, σ. 13).

(10)  Απόφαση 1149/20077ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Σεπτεμβρίου 2007, για τη θέσπιση, για την περίοδο 2007-2013, του ειδικού προγράμματος «Αστική δικαιοσύνη» στο πλαίσιο του γενικού προγράμματος «Θεμελιώδη δικαιώματα και Δικαιοσύνη» (ΕΕ L 257, 3.10.2007, σ. 16).

(11)  ΕΕ C 373 της 20.12.2013, σ. 1.

(12)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 182/2011 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Φεβρουαρίου 2011, για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή (ΕΕ L 55, 28.2.2011, σ. 13).

(13)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1381/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 17ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση του προγράμματος (βλέπε σελίδα 62 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας).

(14)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1288/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση του προγράμματος «Erasmus+»: το πρόγραμμα της Ένωσης για την εκπαίδευση, την κατάρτιση, τη νεολαία και τον αθλητισμό και για την κατάργηση των αποφάσεων αριθ. 1719/2006/EK, αριθ. 1720/2006/ΕΚ και αριθ. 1298/2008/ΕΚ (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 50).

(15)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1291/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Δεκεμβρίου 2013, για τη θέσπιση του προγράμματος-πλαισίου «Ορίζων 2020» για την έρευνα και την καινοτομία (2014-2020) και την κατάργηση της απόφασης αριθ. 1982/2006/ΕΚ (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 104).

(16)  Κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1268/2012 της Επιτροπής, της 29ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με τους κανόνες εφαρμογής του κανονισμού (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 966/2012 για τους δημοσιονομικούς κανόνες που εφαρμόζονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ένωσης (ΕΕ L 362, 31.12.2012, σ. 1).

(17)  Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1311/2013 του Συμβουλίου, της 2α Δεκεμβρίου 2013, για τον καθορισμό του πολυετούς δημοσιονομικού πλαισίου για την περίοδο 2014-2020 (ΕΕ L 347 της 20.12.2013, σ. 884).

(18)  Απόφαση 2002/187/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 28ης Φεβρουαρίου 2002, σχετικά με τη σύσταση της Eurojust προκειμένου να ενισχυθεί η καταπολέμηση των σοβαρών μορφών εγκλήματος (ΕΕ L 63 της 6.3.2002, σ. 1).

(19)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1920/2006 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβούλιου, της 12ης Δεκεμβρίου 2006, σχετικά με το Ευρωπαϊκό Κέντρο Παρακολούθησης Ναρκωτικών και Τοξικομανίας (ΕΕ L 376 της 27.12.2006, σ. 1).

(20)  Κανονισμός (ΕΕ, Ευρατόμ) αριθ. 883/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Σεπτεμβρίου 2013, σχετικά με τις έρευνες που πραγματοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Καταπολέμησης της Απάτης (OLAF) και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1073/1999 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και του κανονισμού (Ευρατόμ) αριθ. 1074/1999 του Συμβουλίου (ΕΕ L 248, 18.9.2013, σ. 1).

(21)  Κανονισμός (Ευρατόμ, ΕΚ) αριθ. 2185/96 του Συμβουλίου, της 11ης Νοεμβρίου 1996, σχετικά με τους ελέγχους και εξακριβώσεις που διεξάγει επιτοπίως η Επιτροπή με σκοπό την προστασία των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων από απάτες και λοιπές παρατυπίες (ΕΕ L 292, 15.11.1996, σ. 2).


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΚΟΝΔΥΛΙΩΝ

Στο πλαίσιο του χρηματοδοτικού κονδυλίου για το Πρόγραμμα, οι πόροι κατανέμονται σε κάθε ειδικό στόχο που καθορίζεται στο άρθρο 4 παράγραφος 1 ως εξής:

 

Ειδικοί στόχοι

Κατανομή του χρηματοδοτικού κονδυλίου (σε %)

(α)

διευκόλυνση και στήριξη της δικαστικής συνεργασίας σε αστικές και ποινικές υποθέσεις

30 %

(β)

στήριξη και προώθηση της κατάρτισης των δικαστικών, συμπεριλαμβανομένης της γλωσσικής κατάρτισης σε νομική ορολογία, με σκοπό τη διαμόρφωση ενός κοινού νομικού και δικαστικού πνεύματος

35 %

(γ)

tδιευκόλυνση της αποτελεσματικής πρόσβασης για όλους στη δικαιοσύνη, συμπεριλαμβανομένης της προώθησης και της στήριξης των δικαιωμάτων των θυμάτων της εγκληματικότητας, με τον παράλληλο σεβασμό των δικαιωμάτων της υπεράσπισης

30 %

(δ)

στήριξη πρωτοβουλιών στον τομέα της πολιτικής για τα ναρκωτικά σε ό,τι αφορά πλευρές δικαστικής συνεργασίας και πρόληψης εγκλημάτων που συνδέονται στενά με τον γενικό στόχο του Προγράμματος, στον βαθμό που δεν καλύπτονται από το Μέσο χρηματοδοτικής στήριξης για την αστυνομική συνεργασία, την πρόληψη και την καταπολέμηση της εγκληματικότηταςκαι τη διαχείριση της κρίσεως, ως μέρος του Ταμείου Εσωτερικής Ασφάλειας ή το Πρόγραμμα «Υγεία για την ανάπτυξη»

5 %.


Top