EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32011R1177

Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1177/2011 του Συμβουλίου, της 8ης Νοεμβρίου 2011 , που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97 για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος

OJ L 306, 23.11.2011, p. 33–40 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
Special edition in Croatian: Chapter 01 Volume 009 P. 114 - 121

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/reg/2011/1177/oj

23.11.2011   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 306/33


ΚΑΝΟΝΙΣΜΌΣ (ΕΕ) αριθ. 1177/2011 ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 8ης Νοεμβρίου 2011

που τροποποιεί τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97 για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και ιδίως το άρθρο 126 παράγραφος 14 δεύτερο εδάφιο,

Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,

Μετά τη διαβίβαση του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια,

Έχοντας υπόψη τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) (2),

Αποφασίζοντας σύμφωνα με ειδική νομοθετική διαδικασία,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Ο συντονισμός των οικονομικών πολιτικών των κρατών μελών εντός της Ένωσης, όπως προβλέπεται από τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), θα πρέπει να ενέχει την τήρηση των κατευθυντήριων αρχών της σταθερότητας των τιμών, των υγιών δημοσίων οικονομικών, των υγιών νομισματικών συνθηκών και του διατηρήσιμου ισοζυγίου πληρωμών.

(2)

Το σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης αποτελείτο αρχικά από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1466/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών (3), τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97 του Συμβουλίου, της 7ης Ιουλίου 1997, για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (4), και το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 17ης Ιουνίου 1997 για το σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (5). Οι κανονισμοί (ΕΚ) αριθ. 1466/97 και (ΕΚ) αριθ. 1467/97 τροποποιήθηκαν το 2005 με τους κανονισμούς (ΕΚ) αριθ. 1055/2005 (6) και (ΕΚ) αριθ. 1056/2005 (7) αντίστοιχα. Επιπλέον, το Συμβούλιο εξέδωσε στις 20 Μαρτίου 2005 έκθεση για τη «βελτίωση της εφαρμογής του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης» (8).

(3)

Το σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης βασίζεται στον στόχο για υγιή και βιώσιμα δημόσια οικονομικά ως μέσο για τη δημιουργία ευνοϊκότερων συνθηκών σταθερότητας των τιμών και για ισχυρή και διατηρήσιμη ανάπτυξη που στηρίζεται σε χρηματοπιστωτική σταθερότητα, υποστηρίζοντας με τον τρόπο αυτόν την επίτευξη των ενωσιακών στόχων για βιώσιμη ανάπτυξη και απασχόληση.

(4)

Η πείρα που αποκτήθηκε και τα λάθη που έγιναν στην πρώτη δεκαετία της οικονομικής και νομισματικής ένωσης καταδεικνύουν την ανάγκη να βελτιωθεί η οικονομική διακυβέρνηση στην Ένωση, που πρέπει να βασίζεται σε έναν αποφασιστικότερο εθνικό ενστερνισμό των κανόνων και πολιτικών που έχουν συμφωνηθεί από κοινού και σε ένα στιβαρότερο πλαίσιο σε επίπεδο Ένωσης για την εποπτεία των εθνικών οικονομικών πολιτικών.

(5)

Το κοινό πλαίσιο της οικονομικής διακυβέρνησης χρειάζεται να αναβαθμισθεί, ιδίως να βελτιωθεί η δημοσιονομική εποπτεία, ώστε να αντιστοιχεί στον υψηλό βαθμό ενοποίησης μεταξύ των οικονομιών των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ιδιαίτερα στη ζώνη του ευρώ.

(6)

Το βελτιωμένο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης θα πρέπει να βασίζεται σε πολλές αλληλένδετες και συνεκτικές πολιτικές βιώσιμης ανάπτυξης και απασχόλησης, και οι οποίες βασίζονται ειδικότερα σε μια ενωσιακή στρατηγική ανάπτυξης και απασχόλησης, με ιδιαίτερη έμφαση στην ανάπτυξη και την ενίσχυση της ενιαίας αγοράς, την προώθηση των διεθνών εμπορικών σχέσεων και της ανταγωνιστικότητας, σε ένα Ευρωπαϊκό Εξάμηνο ενισχυμένης συνεργασίας των οικονομικών και δημοσιονομικών πολιτικών, σε ένα ουσιαστικό πλαίσιο για την πρόληψη και τη διόρθωση του υπερβολικού δημοσίου ελλείμματος (το σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης), σε ένα εύρωστο πλαίσιο για την πρόληψη και τη διόρθωση των μακροοικονομικών ανισορροπιών, στις ελάχιστες απαιτήσεις για τα εθνικά δημοσιονομικά πλαίσια και στην ενισχυμένη ρύθμιση και εποπτεία της χρηματοπιστωτικής αγοράς, συμπεριλαμβανομένης της προληπτικής εποπτείας σε μακροοικονομικό επίπεδο εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Συστημικών Κινδύνων.

(7)

Η επίτευξη και διατήρηση μιας δυναμικής εσωτερικής αγοράς θα πρέπει να θεωρείται στοιχείο κατάλληλης και εύρυθμης λειτουργίας της οικονομικής και νομισματικής ένωσης

(8)

Το σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης και το ολοκληρωμένο πλαίσιο οικονομικής διακυβέρνησης θα πρέπει να συμπληρώνουν και να στηρίζουν μια ενωσιακή στρατηγική ανάπτυξης και απασχόλησης. Οι διασυνδέσεις των διαφόρων πτυχών δεν θα πρέπει να προβλέπουν εξαιρέσεις στις διατάξεις του συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

(9)

Η ενίσχυση της οικονομικής διακυβέρνησης θα πρέπει να περιλαμβάνει στενότερη και πιο έγκαιρη συμμετοχή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των εθνικών κοινοβουλίων. Μολονότι αναγνωρίζεται ότι αντισυμβαλλόμενοι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο πλαίσιο του διαλόγου αυτού είναι τα οικεία ενωσιακά θεσμικά όργανα και οι εκπρόσωποί τους, η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να παράσχει τη δυνατότητα στο ενδιαφερόμενο κράτος μέλος προς το οποίο το Συμβούλιο έχει απευθύνει απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 6 της ΣΛΕΕ, σύσταση σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 7 της ΣΛΕΕ, προειδοποίηση σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 9 της ΣΛΕΕ, ή απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 11 της ΣΛΕΕ να συμμετάσχει σε ανταλλαγή απόψεων. Η συμμετοχή του κράτους μέλους στην ανταλλαγή απόψεων είναι σε εθελοντική βάση.

(10)

Η Επιτροπή θα πρέπει να διαδραματίζει ισχυρότερο ρόλο στο πλαίσιο της διαδικασίας ενισχυμένης εποπτείας, όσον αφορά τις αξιολογήσεις που αφορούν κάθε κράτος μέλος ξεχωριστά, την παρακολούθηση, τις επιτόπιες αποστολές, τις συστάσεις και τις προειδοποιήσεις.

(11)

Κατά την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού, το Συμβούλιο και η Επιτροπή θα πρέπει να λαμβάνουν δεόντως υπόψη όλους τους σχετικούς παράγοντες και την οικονομική και δημοσιονομική κατάσταση των ενδιαφερόμενων κρατών μελών.

(12)

Οι κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας θα πρέπει να ενισχυθούν, ιδιαίτερα προσδίδοντας μεγαλύτερη σημασία στο επίπεδο και την εξέλιξη του χρέους και στη συνολική διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών. Πρέπει επίσης να ενισχυθούν οι μηχανισμοί που αποβλέπουν στη διασφάλιση της συμμόρφωσης προς τους εν λόγω κανόνες και την επιβολή των κανόνων αυτών.

(13)

Η εφαρμογή της ισχύουσας διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος, που βασίζεται τόσο στο κριτήριο του ελλείμματος όσο και στο κριτήριο του χρέους, προϋποθέτει ένα ενδεικτικό ποσοστό που θα λαμβάνει υπόψη τον επιχειρηματικό κύκλο, με βάση το οποίο αξιολογείται κατά πόσον ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) μειώνεται επαρκώς και πλησιάζει την τιμή αναφοράς με ικανοποιητικό ρυθμό.

Θα πρέπει να καθιερωθεί μεταβατική περίοδος που θα επιτρέψει στα κράτη μέλη τα οποία υπόκεινται σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος κατά την ημερομηνία έγκρισης του παρόντος κανονισμού, να προσαρμόσουν τις πολιτικές τους στο ενδεικτικό ποσοστό για τη μείωση του χρέους. Τούτο θα πρέπει να εφαρμόζεται και στα κράτη μέλη που έχουν ενταχθεί σε πρόγραμμα προσαρμογής της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.

(14)

Η μη συμμόρφωση με το ενδεικτικό ποσοστό για τη μείωση του χρέους δεν θα πρέπει να αρκεί για τη διαπίστωση υπερβολικού ελλείμματος, κατά την οποία θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όλο το φάσμα των κρίσιμων παραγόντων που αναφέρει η Επιτροπή στην έκθεσή της βάσει του άρθρου 126 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ. Συγκεκριμένα η εκτίμηση του αποτελέσματος του κύκλου και της σύνθεσης της προσαρμογής αποθεμάτων-ροών στην εξέλιξη του χρέους ενδέχεται να αρκεί ώστε να αποφευχθεί η διαπίστωση υπερβολικού ελλείμματος με βάση το κριτήριο του χρέους.

(15)

Κατά τη διαπίστωση της ύπαρξης υπερβολικού ελλείμματος με βάση το κριτήριο του ελλείμματος και στα στάδια που οδηγούν σε αυτήν πρέπει να λαμβάνεται υπόψη όλο το φάσμα των κρίσιμων παραγόντων που αναφέρονται στην έκθεση της Επιτροπής βάσει του άρθρου 126 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ, εάν ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ δεν υπερβαίνει την τιμή αναφοράς.

(16)

Όταν λαμβάνονται υπόψη οι μεταρρυθμίσεις των συνταξιοδοτικών συστημάτων μεταξύ των κρίσιμων παραγόντων, θα πρέπει να εξετάζεται κυρίως κατά πόσον οι μεταρρυθμίσεις αυτές ενισχύουν τη μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα του συνταξιοδοτικού συστήματος στο σύνολό του, χωρίς να αυξάνουν τους κινδύνους για τη μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική κατάσταση.

(17)

Στην έκθεση της Επιτροπής βάσει του άρθρου 126 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ θα πρέπει να εξετάζεται δεόντως η ποιότητα του εθνικού δημοσιονομικού πλαισίου, δεδομένου ότι διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στη δημοσιονομική εξυγίανση και τη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών. Η εξέταση θα πρέπει να αφορά, μεταξύ άλλων, τις ελάχιστες απαιτήσεις που ορίζονται στην οδηγία 2011/85/ΕΕ του Συμβουλίου, της 8ης Νοεμβρίου 2011, σχετικά με τις απαιτήσεις για τα δημοσιονομικά πλαίσια των κρατών μελών (9), καθώς και άλλες επιθυμητές απαιτήσεις που έχουν συμφωνηθεί όσον αφορά τη δημοσιονομική πειθαρχία.

(18)

Προκειμένου να διευκολυνθεί ο έλεγχος της συμμόρφωσης με τις συστάσεις και τις ειδοποιήσεις του Συμβουλίου για διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος, αυτές θα πρέπει να θέτουν ετήσιους δημοσιονομικούς στόχους ανάλογους με την απαιτούμενη βελτίωση του κυκλικά προσαρμοσμένου δημοσιονομικού αποτελέσματος, χωρίς να υπολογίζονται τα έκτακτα και τα προσωρινά μέτρα. Εν προκειμένω, το ετήσιο ενδεικτικό ποσοστό που συνίσταται στο 0,5 % του ΑΕΠ θα πρέπει να νοείται ως μέση ετήσια βάση.

(19)

Για να αξιολογείται καλύτερα η αποτελεσματικότητα της δράσης θα είναι χρήσιμο να λαμβάνεται υπόψη ως σημείο αναφοράς η επίτευξη των γενικών στόχων δαπανών του ευρύτερου δημοσίου τομέα, σε συνδυασμό με την εφαρμογή των ειδικών μέτρων που προβλέπονται στο σκέλος των εσόδων.

(20)

Κατά την αξιολόγηση της σκοπιμότητας παράτασης της προθεσμίας για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος θα πρέπει να λαμβάνεται ειδικότερα υπόψη η ύπαρξη σοβαρής επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας στη ζώνη του ευρώ ή στην Ένωση συνολικώς, με την προϋπόθεση ότι κάτι τέτοιο δεν θέτει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών μεσοπρόθεσμα.

(21)

Είναι σκόπιμο να ενισχυθεί η εφαρμογή των οικονομικών κυρώσεων που προβλέπει το άρθρο 126 παράγραφος 11 της ΣΛΕΕ, ώστε να αποτελούν πραγματικό κίνητρο συμμόρφωσης με τις ειδοποιήσεις βάσει του άρθρου 126 παράγραφος 9 της ΣΛΕΕ.

(22)

Για να εξασφαλίζεται η συμμόρφωση των κρατών μελών με νόμισμα το ευρώ με το πλαίσιο δημοσιονομικής εποπτείας της Ένωσης, θα πρέπει να θεσπισθούν κυρώσεις βασιζόμενες σε κανόνες δυνάμει του άρθρου 136 της ΣΛΕΕ, που να εξασφαλίζουν δίκαιους, ταχείς και αποτελεσματικούς μηχανισμούς συμμόρφωσης με τους κανόνες του συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης.

(23)

Τα πρόστιμα που αναφέρονται στον παρόντα κανονισμό αποτελούν «άλλα έσοδα», όπως αναφέρονται στο άρθρο 311 της ΣΛΕΕ και θα πρέπει να καταλογίζονται σε μηχανισμούς σταθερότητας για την παροχή χρηματοοικονομικής βοήθειας, οι οποίοι δημιουργούνται από τα κράτη μέλη με νόμισμα το ευρώ, προκειμένου να διαφυλάξουν τη σταθερότητα της ζώνης του ευρώ συνολικώς.

(24)

Στις παραπομπές που περιλαμβάνει ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1467/97 θα πρέπει να ληφθούν υπόψη η νέα αρίθμηση των άρθρων της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η αντικατάσταση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3605/93 του Συμβουλίου (10) από τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 479/2009 του Συμβουλίου, της 25ης Μαΐου 2009, για την εφαρμογή του πρωτοκόλλου σχετικά με τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (11).

(25)

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1467/97 θα πρέπει επομένως να τροποποιηθεί αναλόγως,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ:

Άρθρο 1

Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1467/97 τροποποιείται ως εξής:

1)

Το άρθρο 1 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 1

1.   Ο παρών κανονισμός θεσπίζει διατάξεις για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της διαδικασίας υπερβολικού αιτήματος. Η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος έχει ως σκοπό την αποφυγή υπερβολικών δημοσίων ελλειμμάτων και, όταν προκύπτουν παρόμοια ελλείμματα, την ταχεία διόρθωσή τους, κατά την οποία η τήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας εξετάζεται με βάση τα κριτήρια του δημόσιου ελλείμματος και του δημόσιου χρέους.

2.   Για τους σκοπούς του παρόντος κανονισμού, ως “συμμετέχοντα κράτη μέλη” νοούνται εκείνα των οποίων το νόμισμα είναι το ευρώ.».

2)

Το άρθρο 2 τροποποιείται ως εξής:

α)

Στην παράγραφο 1, το πρώτο εδάφιο αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Η υπέρβαση της τιμής αναφοράς για το δημοσιονομικό έλλειμμα θεωρείται έκτακτη, κατά την έννοια του άρθρου 126 παράγραφος 2 στοιχείο α) της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ) εάν οφείλεται σε ασυνήθεις περιστάσεις που εκφεύγουν του ελέγχου του συγκεκριμένου κράτους μέλους και έχουν σημαντική επίπτωση στη δημοσιονομική του κατάσταση ή εάν οφείλεται σε σοβαρή οικονομική ύφεση.».

β)

Προστίθεται η ακόλουθη παράγραφος:

«1α.   Ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ), εφόσον υπερβαίνει την τιμή αναφοράς, θεωρείται ότι μειώνεται επαρκώς και πλησιάζει την τιμή αναφοράς με ικανοποιητικό ρυθμό κατά την έννοια του άρθρου 126 παράγραφος 2 στοιχείο β) της ΣΛΕΕ, εάν η διαφορά σε σχέση με την τιμή αναφοράς μειώθηκε κατά την προηγούμενη τριετία σε μέσο ποσοστό ενός εικοστού κατ’ έτος που αποτελεί ενδεικτικό ποσοστό με βάση τις μεταβολές της προηγούμενης τριετίας για την οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία.

Η απαίτηση βάσει του κριτηρίου του χρέους θεωρείται επίσης ότι πληρούται, εάν οι δημοσιονομικές προβλέψεις της Επιτροπής δείχνουν ότι η απαιτούμενη μείωση της διαφοράς θα σημειωθεί στη διάρκεια της τριετίας, η οποία περιλαμβάνει τη διετία που ακολουθεί μετά το τελευταίο έτος για το οποίο υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία. Για ένα κράτος μέλος το οποίο τελεί υπό διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος στις 8 Νοεμβρίου 2011 και για διάστημα τριών ετών από τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος, η απαίτηση βάσει του κριτηρίου του χρέους θεωρείται ότι πληρούται εάν το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος σημειώνει επαρκή πρόοδο όσον αφορά την επίτευξη συμμόρφωσης, όπως αξιολογείται στη γνωμοδότηση του Συμβουλίου σχετικά με το πρόγραμμα σταθερότητας ή σύγκλισής του.

Κατά την εφαρμογή του ενδεικτικού ποσοστού προσαρμογής του λόγου χρέους πρέπει να προσεχθεί η επιρροή του κύκλου στον ρυθμό μείωσης του χρέους.».

γ)

Οι παράγραφοι 3 έως 7 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«3.   Η Επιτροπή, όταν καταρτίζει την έκθεσή της σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 3 της ΣΛΕΕ, λαμβάνει υπόψη όλους τους κρίσιμους παράγοντες που αναφέρονται στο άρθρο αυτό, στο μέτρο που επηρεάζουν σημαντικά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης του ενδιαφερόμενου κράτους μέλους με τα κριτήρια του ελλείμματος και του χρέους. Η έκθεση απεικονίζει κατάλληλα:

α)

την εξέλιξη της μεσοπρόθεσμης οικονομικής κατάστασης, ιδίως τη δυνητική ανάπτυξη, όπου περιλαμβάνονται οι διάφορες εισφορές που προέρχονται από την εργασία, τη συσσώρευση κεφαλαίου και τον δείκτη παραγωγικότητας του συνόλου των συντελεστών παραγωγής, τις κυκλικές εξελίξεις, και την καθαρή αποταμιευτική θέση του ιδιωτικού τομέα·

β)

την εξέλιξη των μεσοπρόθεσμων οικονομιών καταστάσεων, ειδικότερα τις επιδόσεις όσον αφορά την προσαρμογή στον μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό στόχο, το επίπεδο του πρωτογενούς ισοζυγίου και των εξελίξεων στις πρωτογενείς δαπάνες, τόσο τις τρέχουσες όσο και κεφαλαιακές, την εφαρμογή πολιτικών στο πλαίσιο της πρόληψης και διόρθωσης των υπερβολικών μακροοικονομικών ανισορροπιών, την εφαρμογή πολιτικών στο πλαίσιο της κοινής αναπτυξιακής στρατηγικής για την Ένωση και τη συνολική ποιότητα των δημόσιων οικονομικών, ιδίως την αποτελεσματικότητα των εθνικών δημοσιονομικών πλαισίων·

γ)

την εξέλιξη της μεσοπρόθεσμης κατάστασης του δημόσιου χρέους, τη δυναμική και τη διατηρησιμότητά του και ειδικότερα τους παράγοντες κινδύνου, μεταξύ των οποίων η χρονολογική διάρθρωση λήξης του χρέους και το νόμισμα στο οποίο εκφράζεται αυτό, την προσαρμογή αποθεμάτων-ροών και τη σύνθεσή της, τα συσσωρευμένα αποθεματικά και άλλα χρηματοπιστωτικά περιουσιακά στοιχεία· τις εγγυήσεις, ιδίως τις συνδεόμενες με τον χρηματοπιστωτικό κλάδο· και τις τυχόν έμμεσες υποχρεώσεις που σχετίζονται με τη δημογραφική γήρανση· και το ιδιωτικό χρέος, στον βαθμό που δύναται να αντιπροσωπεύει έμμεσες ενδεχόμενες υποχρεώσεις για τον δημόσιο τομέα.

Η Επιτροπή λαμβάνει δεόντως και ρητώς υπόψη οποιονδήποτε άλλο παράγοντα ο οποίος, κατά τη γνώμη του οικείου κράτους μέλους, συμβάλλει στην ολοκληρωμένη ποιοτική αξιολόγηση της συμμόρφωσης με τα κριτήρια του ελλείμματος και του χρέους και τον οποίον το κράτος μέλος έχει προτείνει στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή. Εν προκειμένω, δίνεται ιδιαίτερη σημασία στις δημοσιονομικές προσπάθειες για την προαγωγή της διεθνούς αλληλεγγύης και την επίτευξη των στόχων της ενωσιακής πολιτικής, στο χρέος που απορρέει από διμερή και πολυμερή στήριξη μεταξύ κρατών μελών στο πλαίσιο της διασφάλισης της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, και στο χρέος που συνδέεται με ενέργειες χρηματοπιστωτικής σταθεροποίησης κατά τη διάρκεια σοβαρών χρηματοπιστωτικών αναστατώσεων.

4.   Το Συμβούλιο και η Επιτροπή προβαίνουν σε ισόρροπη συνολική αξιολόγηση όλων των κρίσιμων παραγόντων και, ειδικότερα, του βαθμού στον οποίον επηρεάζουν, ως επιβαρυντικές ή ελαφρυντικές περιστάσεις, την εκτίμηση της συμμόρφωσης με τα κριτήρια του ελλείμματος και/ή του χρέους. Κατά την αξιολόγηση της συμμόρφωσης με βάση το κριτήριο του ελλείμματος, εάν ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ υπερβαίνει την τιμή αναφοράς, οι παράγοντες αυτοί λαμβάνονται υπόψη κατά το στάδιο πριν από τη λήψη της απόφασης για την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος που προβλέπεται στο άρθρο 126 παράγραφοι 4, 5 και 6 της ΣΛΕΕ, μόνον εάν πληρούνται απολύτως και οι δύο προϋποθέσεις της θεμελιώδους αρχής —ότι, για να ληφθούν υπόψη οι κρίσιμοι παράγοντες, το έλλειμμα του ευρύτερου δημόσιου τομέα παραμένει πλησίον της τιμής αναφοράς και ότι η υπέρβαση της τιμής αυτής είναι προσωρινή.

Ωστόσο οι παράγοντες αυτοί λαμβάνονται υπόψη κατά το στάδιο πριν από τη λήψη της απόφασης για την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος προκειμένου να εκτιμηθεί η συμμόρφωση με βάση το κριτήριο του χρέους.

5.   Όταν το Συμβούλιο και η Επιτροπή αξιολογούν τη συμμόρφωση με το κριτήριο του ελλείμματος και του χρέους και κατά τα μετέπειτα στάδια της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος, λαμβάνουν δεόντως υπόψη την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων του συνταξιοδοτικού συστήματος που εισάγουν σύστημα πολλαπλών πυλώνων το οποίο περιλαμβάνει έναν υποχρεωτικό, πλήρως χρηματοδοτούμενο πυλώνα καθώς και το καθαρό κόστος του υπό δημόσια διαχείριση πυλώνα. Εξετάζονται ειδικότερα τα χαρακτηριστικά του συνολικού συνταξιοδοτικού συστήματος ως διαμορφώνεται από τη μεταρρύθμιση, δηλαδή το κατά πόσον προάγεται η μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα χωρίς να αυξάνονται οι κίνδυνοι για τη μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική κατάσταση.

6.   Αν το Συμβούλιο, ενεργώντας βάσει του άρθρου 126 παράγραφος 6 της ΣΛΕΕ, αποφασίζει ότι υπάρχει υπερβολικό έλλειμμα σε κράτος μέλος, το Συμβούλιο και η Επιτροπή λαμβάνουν υπόψη, στα επόμενα στάδια της διαδικασίας του άρθρου 126 της ΣΛΕΕ τους σχετικούς παράγοντες που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του παρόντος άρθρου, καθώς επηρεάζουν την κατάσταση του οικείου κράτους μέλους, μεταξύ άλλων όπως ορίζεται και στο άρθρο 3 παράγραφος 5 και στο άρθρο 5 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, ιδίως για τον καθορισμό προθεσμίας για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος και ενδεχομένως την παράτασή της. Ωστόσο, οι σχετικοί αυτοί παράγοντες δεν λαμβάνονται υπόψη για την απόφαση του Συμβουλίου δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 12 της ΣΛΕΕ σχετικά με την κατάργηση ορισμένων ή όλων των αποφάσεών του δυνάμει των παραγράφων 6 έως 9 και 11 του άρθρου 126 της ΣΛΕΕ.

7.   Όσον αφορά τα κράτη μέλη στα οποία η υπέρβαση της τιμής αναφοράς για το έλλειμμα αντικατοπτρίζει την εφαρμογή μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος που εισάγει σύστημα πολλαπλών πυλώνων το οποίο περιλαμβάνει έναν υποχρεωτικό, πλήρως χρηματοδοτούμενο πυλώνα, το Συμβούλιο και η Επιτροπή λαμβάνουν υπόψη και το κόστος της μεταρρύθμισης, όταν αξιολογούν τις εξελίξεις των στοιχείων του ελλείμματος κατά τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος, εφόσον το έλλειμμα δεν υπερβαίνει κατά πολύ ένα ορισμένο επίπεδο που μπορεί να θεωρηθεί πλησίον της τιμής αναφοράς, και ο λόγος του χρέους δεν υπερβαίνει την τιμή αναφοράς, υπό την προϋπόθεση ότι διατηρείται γενικά η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών. Το καθαρό κόστος λαμβάνεται υπόψη και για την απόφαση του Συμβουλίου δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 12 της ΣΛΕΕ σχετικά με την κατάργηση ορισμένων ή όλων των αποφάσεών του που αναφέρονται στις παραγράφους 6 έως 9 και 11 του άρθρου 126 της ΣΛΕΕ, εάν το έλλειμμα έχει μειωθεί ουσιαστικά και διαρκώς και έχει φθάσει σε ένα ορισμένο επίπεδο που προσεγγίζει την τιμή αναφοράς.».

3)

Προστίθεται το ακόλουθο τμήμα:

«ΤΜΗΜΑ 1Α

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ

Άρθρο 2α

1.   Προκειμένου να ενισχυθεί ο διάλογος μεταξύ των θεσμικών οργάνων της Ένωσης, ειδικότερα δε του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του Συμβουλίου και της Επιτροπής, και προκειμένου να διασφαλισθεί μεγαλύτερη διαφάνεια και λογοδοσία, η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να καλέσει τον πρόεδρο του Συμβουλίου, της Επιτροπής και, ανάλογα με την περίπτωση, τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ή τον πρόεδρο της Ευρωομάδας να εμφανιστούν ενώπιον της επιτροπής για να συζητήσουν τις αποφάσεις του Συμβουλίου δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 6 της ΣΛΕΕ, τις συστάσεις του Συμβουλίου δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 7 της ΣΛΕΕ, τις προειδοποιήσεις δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 9 της ΣΛΕΕ ή τις αποφάσεις που έχουν ληφθεί δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 11 της ΣΛΕΕ.

Το Συμβούλιο αναμένεται, κατά κανόνα, να ακολουθήσει τις συστάσεις και τις προτάσεις της Επιτροπής ή να εξηγήσει δημόσια τη γνώμη του.

Η αρμόδια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου μπορεί να παράσχει τη δυνατότητα στα ενδιαφερόμενα από τέτοιες αποφάσεις, συστάσεις ή προειδοποιήσεις κράτη μέλη να συμμετάσχουν σε ανταλλαγή απόψεων.

2.   Το Συμβούλιο και η Επιτροπή ενημερώνουν τακτικά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.».

4)

Το άρθρο 3 τροποποιείται ως εξής:

α)

Η παράγραφος 2 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«2.   Η Επιτροπή, λαμβάνοντας πλήρως υπόψη τη γνώμη που αναφέρεται στην παράγραφο 1, και εφόσον κρίνει ότι υφίσταται υπερβολικό έλλειμμα, απευθύνει στο Συμβούλιο γνώμη και πρόταση, σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφοι 5 και 6 της ΣΛΕΕ και ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.».

β)

Στην παράγραφο 3, η παραπομπή στο «άρθρο 4 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3605/93» αντικαθίσταται από παραπομπή στο «άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 479/2009».

γ)

Οι παράγραφοι 4 και 5 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«4.   Στις συστάσεις που απευθύνει δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 7 της ΣΛΕΕ, το Συμβούλιο θέτει μέγιστη προθεσμία έξι μηνών, προκειμένου το συγκεκριμένο κράτος μέλος να λάβει αποτελεσματικά μέτρα. Όταν αυτό δικαιολογείται από τη σοβαρότητα της κατάστασης, η προθεσμία για ανάληψη αποτελεσματικής δράσης μπορεί να φθάσει τους τρεις μήνες. Το Συμβούλιο, με τη σύστασή του, θέτει επίσης προθεσμία για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος, η οποία θα πρέπει να λήγει εντός του έτους που ακολουθεί εκείνο κατά το οποίο διαπιστώθηκε το υπερβολικό έλλειμμα, εκτός εάν συντρέχουν ειδικές περιστάσεις. Στη σύστασή του το Συμβούλιο καλεί το κράτος μέλος να επιτύχει ετήσιους δημοσιονομικούς στόχους οι οποίοι, με βάση τις προβλέψεις στις οποίες βασίζεται η σύσταση, συνεπάγονται ελάχιστη ετήσια βελτίωση του κυκλικά προσαρμοσμένου δημοσιονομικού αποτελέσματός του κατά τουλάχιστον 0,5 % του ΑΕΠ, ως ενδεικτικό ποσοστό, χωρίς να υπολογίζονται τα έκτακτα και προσωρινά μέτρα, ώστε να διασφαλισθεί η διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος εντός της προθεσμίας που ορίζεται στη σύσταση.

4α.   Εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στην παράγραφο 4, το συγκεκριμένο κράτος μέλος υποβάλλει στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με τα μέτρα που έλαβε ανταποκρινόμενο στη σύσταση του Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 7 της ΣΛΕΕ. Στην έκθεση αναφέρονται οι στόχοι για τις δημόσιες δαπάνες και τα έσοδα και τα μέτρα διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος τόσο των δαπανών όσο και των εσόδων, σύμφωνα με τη σύσταση του Συμβουλίου, και παρέχονται πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που έχουν ληφθεί και το είδος των μέτρων που σχεδιάζονται για την επίτευξη των στόχων. Η έκθεση αυτή δημοσιοποιείται από το κράτος μέλος.

5.   Εάν έχουν ληφθεί αποτελεσματικά μέτρα σύμφωνα με τη σύσταση δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 7 της ΣΛΕΕ και μετά την έκδοση της σύστασης αυτής προκύψουν απρόβλεπτα αντίξοα οικονομικά συμβάντα με μείζονες αρνητικές επιπτώσεις για τα δημόσια οικονομικά, το Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει, με σύσταση της Επιτροπής, να εκδώσει αναθεωρημένη σύσταση δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 7 της ΣΛΕΕ. Με την αναθεωρημένη σύσταση, λαμβανομένων υπόψη των κρίσιμων παραγόντων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, δύναται ιδίως να παραταθεί η προθεσμία για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος κατά ένα έτος κατά κανόνα. Το Συμβούλιο εκτιμά κατά πόσον έχουν προκύψει απρόβλεπτα αντίξοα οικονομικά συμβάντα με μείζονες αρνητικές επιπτώσεις για τα δημόσια οικονομικά σε σχέση με τις οικονομικές προβλέψεις που περιλαμβάνονται στη σύστασή του. Σε περίπτωση σοβαρής ύφεσης της οικονομικής δραστηριότητας στη ζώνη του ευρώ ή στην ΕΕ συνολικώς, το Συμβούλιο μπορεί επίσης να αποφασίσει, κατόπιν συστάσεως της Επιτροπής, να εκδώσει αναθεωρημένη σύσταση δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 7 της ΣΛΕΕ, με την προϋπόθεση ότι κάτι τέτοιο δεν θέτει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών μεσοπρόθεσμα.».

5)

Στο άρθρο 4 οι παράγραφοι 1 και 2 τροποποιούνται ως εξής:

«1.   Κάθε απόφαση του Συμβουλίου, σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 8 της ΣΛΕΕ, να δημοσιοποιήσει τις συστάσεις του, όταν διαπιστωθεί ότι δεν έχουν ληφθεί αποτελεσματικά μέτρα, λαμβάνεται αμέσως μετά την παρέλευση της προθεσμίας του άρθρου 3 παράγραφος 4 του παρόντος κανονισμού.

2.   Το Συμβούλιο, προκειμένου να εκτιμήσει εάν έχουν ληφθεί αποτελεσματικά μέτρα κατ’ εφαρμογή των συστάσεων δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 7 της ΣΛΕΕ, βασίζεται στην έκθεση που υποβάλλει το συγκεκριμένο κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφος 4α του παρόντος κανονισμού και την εφαρμογή της καθώς και στις αποφάσεις που έχει εξαγγείλει δημοσίως η κυβέρνηση του συγκεκριμένου κράτους μέλους.

Όταν το Συμβούλιο διαπιστώνει, σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 8 της ΣΛΕΕ, ότι το συγκεκριμένο κράτος μέλος δεν έχει λάβει αποτελεσματικά μέτρα, υποβάλλει σχετική έκθεση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.».

6)

Το άρθρο 5 παράγραφοι 1 και 2 τροποποιείται ως εξής:

«1.   Η απόφαση με την οποία το Συμβούλιο ειδοποιεί το συγκεκριμένο συμμετέχον κράτος μέλος να λάβει μέτρα για τη μείωση του ελλείμματος σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 9 της ΣΛΕΕ λαμβάνεται εντός δύο μηνών από την απόφαση με την οποία το Συμβούλιο διαπίστωσε ότι δεν έχουν ληφθεί αποτελεσματικά μέτρα σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 8 της ΣΛΕΕ. Στην ειδοποίηση, το Συμβούλιο καλεί το κράτος μέλος να επιτύχει ετήσιους δημοσιονομικούς στόχους οι οποίοι, με βάση τις προβλέψεις στις οποίες βασίζεται η ειδοποίηση, συνεπάγονται ελάχιστη ετήσια βελτίωση του κυκλικά προσαρμοσμένου δημοσιονομικού αποτελέσματός του κατά τουλάχιστον 0,5 % του ΑΕΠ, ως ενδεικτικό ποσοστό, χωρίς να υπολογίζονται τα έκτακτα και προσωρινά μέτρα, ώστε να διασφαλισθεί η διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος εντός της προθεσμίας που ορίζεται στην ειδοποίηση. Το Συμβούλιο υποδεικνύει επίσης τα μέτρα που θα συνέβαλλαν στην επίτευξη των στόχων αυτών.

1α.   Μετά την ειδοποίηση στην οποία προβαίνει το Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 9 της ΣΛΕΕ, το συγκεκριμένο κράτος μέλος υποβάλλει στο Συμβούλιο και στην Επιτροπή έκθεση σχετικά με τα μέτρα που έλαβε ανταποκρινόμενο στην ειδοποίηση του Συμβουλίου. Στην έκθεση αναφέρονται οι στόχοι για τις δημόσιες δαπάνες και τα έσοδα και για τα μέτρα διακριτικής ευχέρειας στο σκέλος τόσο των δαπανών όσο και των εσόδων, και παρέχονται πληροφορίες σχετικά με τα μέτρα που λαμβάνονται σύμφωνα με τις ειδικές συστάσεις του Συμβουλίου, ώστε να είναι το τελευταίο σε θέση να λάβει, εν ανάγκη, απόφαση σύμφωνα με το άρθρο 6 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού. Η έκθεση δημοσιοποιείται από το κράτος μέλος.

2.   Εάν έχουν ληφθεί αποτελεσματικά μέτρα σε συμμόρφωση με την ειδοποίηση δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 9 της ΣΛΕΕ και μετά την έκδοση της ειδοποίησης αυτής προκύψουν απρόβλεπτα αντίξοα οικονομικά συμβάντα με μείζονες αρνητικές επιπτώσεις για τα δημόσια οικονομικά, το Συμβούλιο δύναται να αποφασίσει, με σύσταση της Επιτροπής, να εκδώσει αναθεωρημένη ειδοποίηση δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 9 της ΣΛΕΕ. Με την αναθεωρημένη ειδοποίηση, λαμβανομένων υπόψη των σχετικών παραγόντων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 3 του παρόντος κανονισμού, δύναται ιδίως να παραταθεί η προθεσμία για τη διόρθωση του υπερβολικού ελλείμματος κατά ένα έτος κατά κανόνα. Το Συμβούλιο αξιολογεί την ύπαρξη απρόβλεπτων αντίξοων οικονομικών συμβάντων με μείζονες αρνητικές επιπτώσεις για τα δημόσια οικονομικά σε σχέση με τις οικονομικές προβλέψεις που περιλαμβάνονται στην ειδοποίησή του. Σε περίπτωση σοβαρής ύφεσης της οικονομικής δραστηριότητας στη ζώνη του ευρώ ή στην Ένωση συνολικώς, το Συμβούλιο μπορεί επίσης να αποφασίσει, με σύσταση της Επιτροπής, να εκδώσει αναθεωρημένη ειδοποίηση δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 9 της ΣΛΕΕ, με την προϋπόθεση ότι κάτι τέτοιο δεν θέτει σε κίνδυνο τη βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών μεσοπρόθεσμα.».

7)

Τα άρθρα 6 έως 8 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 6

1.   Το Συμβούλιο, προκειμένου να αξιολογήσει εάν έχουν ληφθεί αποτελεσματικά μέτρα κατ’ εφαρμογή της ειδοποίησής του βάσει του άρθρου 126 παράγραφος 9 της ΣΛΕΕ, βασίζεται στην έκθεση που υποβάλλει το εκάστοτε κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 1α του παρόντος κανονισμού και την εφαρμογή της καθώς και στις αποφάσεις που έχει εξαγγείλει δημοσίως η κυβέρνηση του συγκεκριμένου κράτους μέλους. Λαμβάνονται υπόψη τα συμπεράσματα της αποστολής εποπτείας στην οποία προβαίνει η Επιτροπή δυνάμει του άρθρου 10α του παρόντος κανονισμού.

2.   Εφόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις εφαρμογής του άρθρου 126 παράγραφος 11 της ΣΛΕΕ, το Συμβούλιο αποφασίζει την επιβολή κυρώσεων σύμφωνα με το ανωτέρω άρθρο. Κάθε τέτοια απόφαση λαμβάνεται το αργότερο εντός τεσσάρων μηνών από την απόφαση με την οποία το Συμβούλιο ειδοποιεί το συγκεκριμένο συμμετέχον κράτος μέλος να λάβει μέτρα, σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 9 της ΣΛΕΕ.

Άρθρο 7

Εάν ένα συμμετέχον κράτος μέλος δεν ενεργήσει σύμφωνα με τις διαδοχικές πράξεις του Συμβουλίου βάσει του άρθρου 126 παράγραφοι 7 και 9 της ΣΛΕΕ, η απόφαση του Συμβουλίου να επιβάλει κυρώσεις, σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 11 της ΣΛΕΕ, λαμβάνεται κατά κανόνα εντός προθεσμίας δεκαέξι μηνών από τις ημερομηνίες υποβολής εκθέσεων που ορίζονται στο άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 479/2009. Σε περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 3 παράγραφος 5 ή του άρθρου 5 παράγραφος 2 του παρόντος κανονισμού, η προθεσμία των δεκαέξι μηνών τροποποιείται αντίστοιχα. Σε περίπτωση εσκεμμένου ελλείμματος που κρίνεται υπερβολικό από το Συμβούλιο, εφαρμόζεται ταχεία διαδικασία.

Άρθρο 8

Η απόφαση με την οποία το Συμβούλιο επιτείνει τις κυρώσεις, σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 11 της ΣΛΕΕ, λαμβάνεται το αργότερο εντός διμήνου από τις ημερομηνίες γνωστοποίησης που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 479/2009. Η απόφαση με την οποία το Συμβούλιο καταργεί μερικές ή και όλες τις αποφάσεις του σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 12 της ΣΛΕΕ λαμβάνεται το συντομότερο και οπωσδήποτε εντός διμήνου από τις ημερομηνίες γνωστοποίησης που προβλέπονται στον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 479/2009.».

8)

Στην παράγραφο 3 του άρθρου 9, η παραπομπή στο «άρθρο 6» αντικαθίσταται από παραπομπή στο «άρθρο 6 παράγραφος 2».

9)

Το άρθρο 10 τροποποιείται ως εξής:

α)

στην παράγραφο 1, η εισαγωγική πρόταση αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«1.   Το Συμβούλιο και η Επιτροπή παρακολουθούν τακτικά την εκτέλεση των μέτρων τα οποία λαμβάνει:»·

β)

στην παράγραφο 3, η παραπομπή στον «κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3605/93» αντικαθίσταται από παραπομπή στον «κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 479/2009».

10)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 10α

1.   Η Επιτροπή εξασφαλίζει μόνιμο διάλογο με τις αρχές των κρατών μελών σύμφωνα με τους στόχους του παρόντος κανονισμού. Προς τον σκοπό αυτό ειδικότερα, η Επιτροπή διενεργεί αποστολές προκειμένου να αξιολογήσει την τρέχουσα οικονομική κατάσταση στο κράτος μέλος και να εντοπίσει οιουσδήποτε κινδύνους ή δυσκολίες σε σχέση με τη συμμόρφωση προς τους στόχους του παρόντος κανονισμού.

2.   Ενισχυμένη εποπτεία μπορεί να αναληφθεί για κράτη μέλη στα οποία έχουν αποσταλεί συστάσεις και προειδοποιήσεις που εκδόθηκαν βάσει απόφασης δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 8 και αποφάσεις δυνάμει του άρθρου 126 παράγραφος 11 της ΣΛΕΕ για τους σκοπούς της επιτόπου εποπτείας. Τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη παρέχουν όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για την προετοιμασία και την πραγματοποίηση της αποστολής.

3.   Σε περίπτωση που το ενδιαφερόμενο κράτος μέλος έχει νόμισμα το ευρώ ή συμμετέχει στη συμφωνία, της 16ης Μαρτίου 2006, μεταξύ της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των εθνικών κεντρικών τραπεζών των κρατών μελών εκτός ζώνης ευρώ για τη θέσπιση των λειτουργικών διαδικασιών του μηχανισμού συναλλαγματικών ισοτιμιών κατά το τρίτο στάδιο της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (12) (ΜΣΙ ΙΙ), η Επιτροπή μπορεί να καλέσει ενδεχομένως εκπροσώπους της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να συμμετάσχουν στις αποστολές εποπτείας στο κράτος μέλος αυτό.

4.   Η Επιτροπή υποβάλλει έκθεση στο Συμβούλιο σχετικά με το αποτέλεσμα της αποστολής που αναφέρεται στην παράγραφο 2 και, εφόσον ενδείκνυται, δημοσιοποιεί τα πορίσματά της.

5.   Κατά τη διοργάνωση των αποστολών εποπτείας που αναφέρονται στην παράγραφο 2, η Επιτροπή διαβιβάζει τα προσωρινά πορίσματά της στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη προκειμένου να διατυπώσουν τις παρατηρήσεις τους.

11)

Το άρθρο 11 και το άρθρο 12 αντικαθίστανται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 11

Εάν το Συμβούλιο αποφασίσει να επιβάλει κυρώσεις σε συμμετέχον κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 11 της ΣΛΕΕ, απαιτεί κατά κανόνα την καταβολή προστίμου. Το Συμβούλιο δύναται να αποφασίσει τη συμπλήρωση αυτού του προστίμου με άλλα μέτρα που προβλέπονται στο άρθρο 126 παράγραφος 11 της ΣΛΕΕ.

Άρθρο 12

1.   Το ύψος του προστίμου περιλαμβάνει μια σταθερή συνιστώσα ίση με το 0,2 % του ΑΕΠ και μια μεταβλητή συνιστώσα. Η μεταβλητή συνιστώσα ανέρχεται στο ένα δέκατο της απόλυτης τιμής της διαφοράς μεταξύ του εκφρασμένου σε ποσοστό του ΑΕΠ υπολοίπου του προηγούμενου έτους και είτε της τιμής αναφοράς για το δημόσιο υπόλοιπο είτε, εάν η μη τήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας περιλαμβάνει το κριτήριο του χρέους, του υπολοίπου του ευρύτερου δημόσιου τομέα ως ποσοστού επί του ΑΕΠ που θα έπρεπε να έχει επιτευχθεί κατά το ίδιο έτος σύμφωνα με την ειδοποίηση βάσει του άρθρου 126 παράγραφος 9 της ΣΛΕΕ.

2.   Κάθε χρόνο μετά από εκείνον κατά τον οποίο επεβλήθη το πρόστιμο, και μέχρις ότου καταργηθεί η απόφαση σχετικά με την ύπαρξη υπερβολικού ελλείμματος, το Συμβούλιο εκτιμά κατά πόσον το συγκεκριμένο συμμετέχον κράτος μέλος έχει λάβει αποτελεσματικά μέτρα ανταποκρινόμενο στην ειδοποίηση του Συμβουλίου σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 9 της ΣΛΕΕ. Κατά την ετήσια αυτή εκτίμηση, εάν το συγκεκριμένο συμμετέχον μέλος δεν έχει συμμορφωθεί προς την ειδοποίηση του Συμβουλίου, το Συμβούλιο αποφασίζει, σύμφωνα με το άρθρο 126 παράγραφος 11 της ΣΛΕΕ, να επιτείνει τις κυρώσεις. Εάν αποφασισθεί από το Συμβούλιο να επιβληθεί συμπληρωματικό πρόστιμο, αυτό υπολογίζεται κατά τον ίδιο τρόπο με τη μεταβλητή συνιστώσα του προστίμου της παραγράφου 1.

3.   Κανένα από τα πρόστιμα για τα οποία γίνεται λόγος στις παραγράφους 1 και 2 δεν υπερβαίνει το ανώτατο όριο του 0,5 % του ΑΕΠ.».

12)

Το άρθρο 13 καταργείται και η παραπομπή του άρθρου 15 σε αυτό αντικαθίσταται από παραπομπή στο «άρθρο 12».

13)

Το άρθρο 16 αντικαθίσταται από το ακόλουθο κείμενο:

«Άρθρο 16

Τα πρόστιμα που εισπράττονται σύμφωνα με το άρθρο 12 αποτελούν “άλλα έσοδα”, όπως αναφέρονται στο άρθρο 311 της ΣΛΕΕ, και διατίθενται στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας. Όταν δημιουργηθεί από τα συμμετέχοντα κράτη μέλη άλλος μηχανισμός σταθερότητας για την παροχή οικονομικής στήριξης προς διασφάλιση της σταθερότητας στο σύνολο της ζώνης του ευρώ, τα πρόστιμα διατίθενται σε αυτόν τον μηχανισμό.».

14)

Προστίθεται το ακόλουθο άρθρο:

«Άρθρο 17α

1.   Μέχρι τις 14 Δεκεμβρίου 2014 και στη συνέχεια ανά πενταετία, η Επιτροπή δημοσιεύει έκθεση σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος κανονισμού.

Η έκθεση αξιολογεί μεταξύ άλλων:

α)

την αποτελεσματικότητα του παρόντος κανονισμού·

β)

την πρόοδο όσον αφορά τον στενότερο συντονισμό των οικονομικών πολιτικών και τη βιώσιμη σύγκλιση των οικονομικών επιδόσεων των κρατών μελών σύμφωνα με τη ΣΛΕΕ.

2.   Ενδεχομένως, η έκθεση της παραγράφου 1 θα συνοδεύεται από πρόταση τροποποιήσεων στον κανονισμό.

3.   Η έκθεση διαβιβάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο.».

15)

Σε όλο τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1467/97, όλες οι παραπομπές στο «άρθρο 104 της συνθήκης» αντικαθίστανται από παραπομπές στο «άρθρο 126 της ΣΛΕΕ».

16)

Στο σημείο 2 του παραρτήματος, οι παραπομπές της στήλης I στο «άρθρο 4 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 3605/93 του Συμβουλίου» αντικαθίστανται από παραπομπές στο «άρθρο 3 παράγραφοι 2 και 3 του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 479/2009 του Συμβουλίου.».

Άρθρο 2

Ο παρών κανονισμός αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο παρών κανονισμός είναι δεσμευτικός ως προς όλα τα μέρη του και ισχύει άμεσα σε κάθε κράτος μέλος.

Βρυξέλλες, 8 Νοεμβρίου 2011.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

J. VINCENT-ROSTOWSKI


(1)  Γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 28ης Σεπτεμβρίου 2011 (δεν έχει ακόμα δημοσιευθεί στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  ΕΕ C 150 της 20.5.2011, σ. 1.

(3)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 1.

(4)  ΕΕ L 209 της 2.8.1997, σ. 6.

(5)  ΕΕ C 236 της 2.8.1997, σ. 1.

(6)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1055/2005 του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2005, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1466/97 για την ενίσχυση της εποπτείας της δημοσιονομικής κατάστασης και την εποπτεία και τον συντονισμό των οικονομικών πολιτικών (ΕΕ L 174 της 7.7.2005, σ. 1).

(7)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1056/2005 του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2005, για την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1467/97 για την επιτάχυνση και τη διασαφήνιση της εφαρμογής της διαδικασίας υπερβολικού ελλείμματος (ΕΕ L 174 της 7.7.2005, σ. 5).

(8)  Βλέπε έγγρ. 7423/05 στον δικτυακό τόπο http://www.consilium.europa.eu/documents.aspx?lang=el

(9)  Βλέπε σελίδα 41 της παρούσας Επίσημης Εφημερίδας.

(10)  Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3605/93 του Συμβουλίου, της 22ας Νοεμβρίου 1993, για την εφαρμογή του πρωτοκόλλου σχετικά με τη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (ΕΕ L 332 της 31.12.1993, σ. 7).

(11)  ΕΕ L 145 της 10.6.2009, σ. 1.

(12)  ΕΕ C 73 της 25.3.2006, σ. 21.».


Top