EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32007D0436

2007/436/ΕΚ,ΕυͿατόμ: Απόφαση του Συμβουλίου, της 7ης Ιουνίου 2007 , για το σύστημα των ιδίων πόρων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

OJ L 163, 23.6.2007, p. 17–21 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)
Special edition in Croatian: Chapter 01 Volume 015 P. 141 - 145

Legal status of the document In force: This act has been changed. Current consolidated version: 01/01/2014

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec/2007/436/oj

23.6.2007   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 163/17


ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΊΟΥ

της 7ης Ιουνίου 2007

για το σύστημα των ιδίων πόρων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων

(2007/436/ΕΚ, Ευρατόμ)

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ,

Έχοντας υπόψη,

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας, και ιδίως το άρθρο 269,

τη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας, και ιδίως το άρθρο 173,

την πρόταση της Επιτροπής,

τη γνώμη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1),

τη γνώμη του Ελεγκτικού Συνεδρίου (2),

τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (3),

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η σύνοδος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου των Βρυξελλών της 15ης και 16ης Δεκεμβρίου 2005 κατέληξε, μεταξύ άλλων, στο συμπέρασμα ότι οι διακανονισμοί των ιδίων πόρων θα πρέπει να επιδιώκουν το συνολικό στόχο της ισοτιμίας. Οι διακανονισμοί αυτοί, κατά συνέπεια, θα πρέπει να εξασφαλίζουν ότι, σύμφωνα με τα σχετικά συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του Φοντενεμπλό του 1984, κανένα κράτος μέλος δεν επιτρέπεται να υφίσταται δημοσιονομικό βάρος υπερβολικό σε σχέση με τη σχετική του ευημερία. Επομένως, πρέπει να θεσπιστούν διατάξεις οι οποίες θα καλύπτουν συγκεκριμένα κράτη μέλη.

(2)

Το σύστημα ιδίων πόρων των Κοινοτήτων πρέπει να εξασφαλίζει επαρκείς πόρους για την εύρυθμη ανάπτυξη των πολιτικών των Κοινοτήτων, με την επιφύλαξη της ανάγκης εφαρμογής αυστηρής δημοσιονομικής πειθαρχίας.

(3)

Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, ως ακαθάριστο εθνικό εισόδημα (ΑΕΕ) θα πρέπει να ορισθεί το ετήσιο ΑΕΕ σε τιμές της αγοράς όπως προβλέπεται από την Επιτροπή κατ’ εφαρμογή του ευρωπαϊκού συστήματος εθνικών και περιφερειακών λογαριασμών στην Κοινότητα (εφεξής «ΕΣΟΛ 95»), σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2223/96 του Συμβουλίου (4).

(4)

Ενόψει της μετάβασης από το ΕΣΟΛ 79 στο ΕΣΟΛ 95 για τους σκοπούς του προϋπολογισμού και των ιδίων πόρων και προκειμένου να διατηρηθεί σταθερό το ποσό των δημοσιονομικών πόρων που τίθεται στη διάθεση των Κοινοτήτων, η Επιτροπή υπολόγισε εκ νέου, σύμφωνα με το άρθρο 3 παράγραφοι 1 και 2 της απόφασης του Συμβουλίου 2000/597/ΕΚ, Ευρατόμ, της 29ης Σεπτεμβρίου 2000, για το σύστημα των ιδίων πόρων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (5), το ανώτατο όριο των ιδίων πόρων και το ανώτατο όριο των πιστώσεων για αναλήψεις υποχρεώσεων, το οποίο εκφράζεται με δύο δεκαδικά ψηφία, βάσει του μαθηματικού τύπου στο εν λόγω άρθρο. Η Επιτροπή ανακοίνωσε τα νέα ανώτατα όρια στο Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 28 Δεκεμβρίου 2001. Το ανώτατο όριο των ιδίων πόρων ορίστηκε στο 1,24 % του συνόλου των ΑΕΕ των κρατών μελών σε τιμές της αγοράς και το ανώτατο όριο για τις πιστώσεις για αναλήψεις υποχρεώσεων ορίστηκε στο 1,31 % του συνόλου των ΑΕΕ των κρατών μελών. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 15ης και της 16ης Δεκεμβρίου 2005 αποφάσισε ότι αυτά τα ανώτατα όρια πρέπει να διατηρηθούν στα σημερινά επίπεδά τους.

(5)

Προκειμένου να διατηρηθεί σταθερό το ποσό των δημοσιονομικών πόρων που τίθεται στη διάθεση των Κοινοτήτων, είναι σκόπιμο να προσαρμοστούν αυτά τα ανώτατα όρια, που εκφράζονται ως ποσοστό του ΑΕΕ, σε περίπτωση τροποποιήσεων του ΕΣΟΛ 95 που επιφέρουν σημαντικές μεταβολές στο επίπεδο του ΑΕΕ.

(6)

Μετά την εφαρμογή στο δίκαιο της ΕΕ των συμφωνιών που συνήφθησαν κατά τη διάρκεια των πολυμερών εμπορικών διαπραγματεύσεων του γύρου της Ουρουγουάης, δεν υπάρχει πλέον ουσιαστική διαφορά μεταξύ γεωργικών εισφορών και τελωνειακών δασμών. Επομένως, είναι σκόπιμη η απάλειψη της εν λόγω διάκρισης στον γενικό προϋπολογισμό της ΕΕ.

(7)

Για τους σκοπούς της διαφάνειας και της απλούστευσης, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 15ης και 16ης Δεκεμβρίου 2005 αποφάσισε ότι ο ενιαίος συντελεστής καταβολής του Φόρου προστιθεμένης αξίας (ΦΠΑ) ορίζεται στο 0,30 %.

(8)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 15ης και 16ης Δεκεμβρίου 2005 αποφάσισε ότι η Αυστρία, η Γερμανία, οι Κάτω Χώρες και η Σουηδία τυγχάνουν μειωμένων συντελεστών καταβολής ΦΠΑ για την περίοδο 2007–2013 και ότι οι Κάτω Χώρες και η Σουηδία τυγχάνουν ακαθάριστης μείωσης της ετήσιας συνεισφοράς τους που βασίζεται στο ΑΕΕ για την ίδια περίοδο.

(9)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 15ης και 16ης Δεκεμβρίου 2005 αποφάσισε ότι ο μηχανισμός διόρθωσης υπέρ του Ηνωμένου Βασιλείου θα πρέπει να διατηρηθεί, παράλληλα με τη μειωμένη χρηματοδότηση της διόρθωσης της οποίας τυγχάνουν η Γερμανία, η Αυστρία, η Σουηδία και οι Κάτω Χώρες. Ωστόσο, μετά από περίοδο σταδιακής εφαρμογής μεταξύ του 2009 και του 2011, το Ηνωμένο Βασίλειο συμμετέχει πλήρως στη χρηματοδότηση των δαπανών της διεύρυνσης, εκτός από τις γεωργικές άμεσες ενισχύσεις και τις δαπάνες που σχετίζονται με την αγορά καθώς και το μέρος των δαπανών αγροτικής ανάπτυξης που προέρχεται από το τμήμα Εγγυήσεων του Ευρωπαϊκού γεωργικού ταμείου προσανατολισμού και εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ). Επομένως, ο υπολογισμός της διόρθωσης υπέρ του Ηνωμένου Βασιλείου θα προσαρμοστεί αφαιρώντας σταδιακά τις δαπάνες που κατανέμονται στα κράτη μέλη τα οποία προσχώρησαν στην ΕΕ μετά την 30ή Απριλίου 2004, εκτός από τις ανωτέρω γεωργικές δαπάνες και τις δαπάνες αγροτικής ανάπτυξης. Η συμπληρωματική συνεισφορά του Ηνωμένου Βασιλείου ως αποτέλεσμα αυτής της μείωσης των κατανεμημένων δαπανών δεν υπερβαίνει τα 10,5 δισεκατομμύρια ευρώ σε τιμές 2004 για την περίοδο 2007-2013. Σε περίπτωση περαιτέρω διεύρυνσης πριν από το 2013, εκτός από την προσχώρηση της Ρουμανίας και της Βουλγαρίας, το ποσό θα προσαρμοστεί αναλόγως.

(10)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 15ης και 16ης Δεκεμβρίου 2005 αποφάσισε ότι το στοιχείο στ) της δεύτερης παραγράφου του άρθρου 4 της απόφασης 2000/597/ΕΚ, Ευρατόμ, σχετικά με τον αποκλεισμό των ετήσιων προενταξιακών δαπανών στις υπό προσχώρηση χώρες από τον υπολογισμό της διόρθωσης υπέρ του Ηνωμένου Βασιλείου, παύει να ισχύει στο τέλος του 2013.

(11)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 15ης και 16ης Δεκεμβρίου 2005 κάλεσε την Επιτροπή να προβεί σε πλήρη, ευρείας κλίμακας επανεξέταση, που θα καλύπτει όλες τις πτυχές των δαπανών της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της κοινής γεωργικής πολιτικής (ΚΓΠ), και των πόρων, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης υπέρ του Ηνωμένου Βασιλείου, προκειμένου να υποβάλει έκθεση το 2008/2009.

(12)

Θα πρέπει να θεσπιστούν διατάξεις που θα εξασφαλίσουν τη μετάβαση από το σύστημα που εισήγε η απόφαση 2000/597/ΕΚ, Ευρατόμ, στο σύστημα της παρούσας απόφασης.

(13)

Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της 15ης και 16ης Δεκεμβρίου 2005 αποφάσισε ότι η παρούσα απόφαση τίθεται σε εφαρμογή την 1η Ιανουαρίου 2007,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΙΣ ΠΑΡΟΥΣΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ, ΤΗΝ ΑΠΟΔΟΧΗ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ ΣΥΝΙΣΤΑ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ:

Άρθρο 1

Οι ίδιοι πόροι διατίθενται στις Κοινότητες σύμφωνα με τους κανόνες που τίθενται στα επόμενα άρθρα προκειμένου να εξασφαλιστεί η χρηματοδότηση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με το άρθρο 269 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας (εφεξής «συνθήκη ΕΚ») και το άρθρο 173 της συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Ατομικής Ενέργειας (εφεξής «συνθήκη Ευρατόμ»).

Ο γενικός προϋπολογισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης χρηματοδοτείται εξ ολοκλήρου από τους ιδίους πόρους των Κοινοτήτων, με την επιφύλαξη των άλλων εσόδων.

Άρθρο 2

1.   Συνιστούν ιδίους πόρους εγγραφόμενους στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα ακόλουθα έσοδα:

α)

τα έσοδα από εισφορές, πριμοδοτήσεις, συμπληρωματικά ή εξισωτικά ποσά, πρόσθετα ποσά ή συντελεστές, δασμούς του κοινού δασμολογίου και λοιπούς δασμούς που έχουν θεσπιστεί ή θα θεσπιστούν από τα θεσμικά όργανα των Κοινοτήτων επί των συναλλαγών με χώρες μη μέλη, δασμούς που επιβάλλονται στα προϊόντα τα οποία υπάγονται στη συνθήκη για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα που έληξε, όπως και από εισφορές και άλλα τέλη στο πλαίσιο της κοινής οργάνωσης των αγορών ζάχαρης·

β)

με την επιφύλαξη του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 4, τα έσοδα από την εφαρμογή ενιαίου συντελεστή για όλα τα κράτη μέλη στην εναρμονισμένη βάση ΦΠΑ, η οποία καθορίζεται σύμφωνα με τους κοινοτικούς κανόνες. Η βάση υπολογισμού η οποία λαμβάνεται υπόψη προς τούτο δεν υπερβαίνει το 50 % του ΑΕΕ κάθε κράτους μέλους, όπως αυτό ορίζεται στην παράγραφο 7·

γ)

με την επιφύλαξη του δευτέρου εδαφίου της παραγράφου 5, τα έσοδα από την εφαρμογή ενιαίου συντελεστή —που θα καθοριστεί στο πλαίσιο της διαδικασίας του προϋπολογισμού βάσει όλων των άλλων εσόδων— στο άθροισμα των ΑΕΕ όλων των κρατών μελών.

2.   Επίσης, συνιστούν ιδίους πόρους εγγραφόμενους στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα έσοδα από άλλες εισφορές οι οποίες θεσπίζονται ενδεχομένως στο πλαίσιο κοινής πολιτικής, σύμφωνα με τη συνθήκη ΕΚ ή τη συνθήκη Ευρατόμ, εφόσον έχει τηρηθεί η διαδικασία του άρθρου 269 της συνθήκης ΕΚ ή του άρθρου 173 της συνθήκης Ευρατόμ.

3.   Τα κράτη μέλη παρακρατούν, ως έξοδα είσπραξης, το 25 % των ποσών που πρέπει να καταβληθούν βάσει της παραγράφου 1 στοιχείο α).

4.   Ο ενιαίος συντελεστής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο β) ορίζεται στο 0,30 %.

Για την περίοδο 2007–2013, ο συντελεστής καταβολής του πόρου ΦΠΑ για την Αυστρία ορίζεται στο 0,225 %, για τη Γερμανία στο 0,15 % και για τις Κάτω Χώρες και τη Σουηδία στο 0,10 %.

5.   Ο ενιαίος συντελεστής που αναφέρεται στην παράγραφο 1 στοιχείο γ) εφαρμόζεται στο ΑΕΕ κάθε κράτους μέλους.

Για την περίοδο 2007–2013, οι Κάτω Χώρες τυγχάνουν ακαθάριστης μείωσης της ετήσιας συνεισφοράς βάσει του ΑΕΕ τους, ύψους 605 εκατ. ευρώ και η Σουηδία ακαθάριστης μείωσης της ετήσιας συνεισφοράς βάσει του ΑΕΕ της, ύψους 150 εκατ. ευρώ, σε τιμές του 2004. Αυτά τα ποσά προσαρμόζονται στις τρέχουσες τιμές με την εφαρμογή του πλέον πρόσφατου αποπληθωριστή ΑΕΠ, εκφρασμένου σε ευρώ, για την ΕΕ, όπως προβλέπεται από την Επιτροπή, που είναι διαθέσιμος κατά την κατάρτιση του προσχεδίου προϋπολογισμού. Αυτές οι ακαθάριστες μειώσεις χορηγούνται μετά τον υπολογισμό της διόρθωσης υπέρ του Ηνωμένου Βασιλείου και της χρηματοδότησής της, που αναφέρονται στα άρθρα 4 και 5 της παρούσας απόφασης, και δεν έχουν συνέπειες στον υπολογισμό αυτό.

6.   Αν ο προϋπολογισμός δεν εγκριθεί στην αρχή του οικονομικού έτους, εξακολουθούν να εφαρμόζονται, μέχρι την έναρξη ισχύος των νέων συντελεστών, οι υφιστάμενοι συντελεστές καταβολής ΦΠΑ και ΑΕΕ.

7.   Για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, ως ΑΕΕ θεωρείται το ετήσιο ΑΕΕ σε αγοραίες τιμές όπως καθορίζεται από την Επιτροπή κατ’ εφαρμογή του ΕΣΟΛ 95, σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 2223/96.

Στην περίπτωση τροποποιήσεων του ΕΣΟΛ 95 που συνεπάγονται σημαντικές μεταβολές του ΑΕΕ όπως προβλέπεται από την Επιτροπή, το Συμβούλιο, αποφαινόμενο ομόφωνα προτάσει της Επιτροπής και κατόπιν διαβουλεύσεων με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, αποφασίζει εάν οι τροποποιήσεις αυτές θα εφαρμοστούν για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης.

Άρθρο 3

1.   Το συνολικό ποσό των ιδίων πόρων που χορηγείται στις Κοινότητες για την κάλυψη των ετήσιων πιστώσεων για πληρωμές δεν υπερβαίνει το 1,24 % του συνολικού ΑΕΕ των κρατών μελών.

2.   Το συνολικό ετήσιο ποσό των πιστώσεων για αναλήψεις υποχρεώσεων που εγγράφονται στο γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν υπερβαίνει το 1,31 % του συνολικού ΑΕΕ των κρατών μελών.

Διατηρείται εύρυθμη σχέση μεταξύ των πιστώσεων για αναλήψεις υποχρεώσεων και των πιστώσεων για πληρωμές, προκειμένου να διασφαλιστεί η συμβατότητά τους και να τηρηθεί κατά τα επόμενα έτη το ανώτατο όριο που αναφέρεται στην παράγραφο 1.

3.   Σε περίπτωση τροποποιήσεων του ΕΣΟΛ 95 που συνεπάγονται σημαντικές μεταβολές στο επίπεδο του ΑΕΕ που εφαρμόζεται για τους σκοπούς της παρούσας απόφασης, τα ανώτατα όρια για αναλήψεις υποχρεώσεων και πληρωμές όπως καθορίζονται στις παραγράφους 1 και 2, θα υπολογιστούν εκ νέου από την Επιτροπή με βάση τον ακόλουθο μαθηματικό τύπο:

Formula

όπου t είναι το τελευταίο πλήρες έτος για το οποίο υπάρχουν στοιχεία σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΚ, Ευρατόμ) αριθ. 1287/2003 του Συμβουλίου της 15ης Ιουλίου 2003, για την εναρμόνιση του ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος σε τιμές αγοράς («κανονισμóς ΑΕΕ») (6).

Άρθρο 4

1.   Παραχωρείται στο Ηνωμένο Βασίλειο διόρθωση των δημοσιονομικών ανισορροπιών.

Η διόρθωση αυτή καθορίζεται ως ακολούθως:

α)

με τον υπολογισμό της διαφοράς, κατά το προηγούμενο οικονομικό έτος, μεταξύ:

του ποσοστιαίου μεριδίου του Ηνωμένου Βασιλείου στο άθροισμα των μη προσαρμοσμένων βάσεων υπολογισμού του ΦΠΑ και

του ποσοστιαίου μεριδίου του Ηνωμένου Βασιλείου στο σύνολο των κατανεμημένων δαπανών·

β)

με τον πολλαπλασιασμό της εν λόγω διαφοράς επί το σύνολο των κατανεμημένων δαπανών·

γ)

τον πολλαπλασιασμό του αποτελέσματος του στοιχείου β) επί 0,66·

δ)

με την αφαίρεση από το γινόμενο του στοιχείου γ) του αποτελέσματος που προκύπτει για το Ηνωμένο Βασίλειο λόγω προσαρμογής της βάσης ΦΠΑ και των καταβολών που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ), δηλαδή τη διαφορά μεταξύ:

του ποσού που έπρεπε να είχε καταβάλει το Ηνωμένο Βασίλειο για τα ποσά που χρηματοδοτήθηκαν από τους πόρους που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ), εάν είχε εφαρμοσθεί ενιαίος συντελεστής στις μη προσαρμοσμένες βάσεις ΦΠΑ και

των πληρωμών του Ηνωμένου Βασιλείου σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία β) και γ)·

ε)

με την αφαίρεση από το αποτέλεσμα του στοιχείου δ) των καθαρών κερδών του Ηνωμένου Βασιλείου που προκύπτουν από την αύξηση του ποσοστού των πόρων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) το οποίο παρακρατούν τα κράτη μέλη για την κάλυψη των εξόδων είσπραξης και άλλων σχετικών δαπανών·

στ)

με τον υπολογισμό, σε κάθε διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της αναπροσαρμογής του αποτελέσματος που προβλέπει το στοιχείο ε) με σκοπό τη μείωση της αντιστάθμισης διασφαλίζοντας ότι οι δαπάνες που δεν είχαν αντισταθμιστεί πριν από τη διεύρυνση δεν θα αντισταθμιστούν και στη συνέχεια. Η αναπροσαρμογή αυτή πραγματοποιείται με τη μείωση του συνολικού ποσού των κατανεμημένων δαπανών κατά ποσό ισοδύναμο με τις ετήσιες δαπάνες πριν από την προσχώρηση στις υπό προσχώρηση χώρες. Όλα τα ποσά που υπολογίζονται έτσι, μεταφέρονται στα επόμενα οικονομικά έτη και προσαρμόζονται κάθε έτος με βάση τον τελευταίο διαθέσιμο αποπληθωριστή, εκφρασμένο σε ευρώ, του ΑΕΠ για την ΕΕ, όπως προβλέπεται από την Επιτροπή. Το παρόν στοιχείο παύει να ισχύει από την εγγραφή της διόρθωσης στον προϋπολογισμό για πρώτη φορά το 2014·

ζ)

με την προσαρμογή του υπολογισμού, με τη μείωση του συνόλου των κατανεμημένων δαπανών κατά το σύνολο των κατανεμημένων δαπανών στα κράτη μέλη που προσχώρησαν στην ΕΕ μετά την 30ή Απριλίου 2004, εκτός από τις γεωργικές άμεσες ενισχύσεις και τις δαπάνες που σχετίζονται με την αγορά καθώς και από το μέρος των δαπανών αγροτικής ανάπτυξης που προέρχεται από το τμήμα Εγγυήσεων του ΕΓΤΠΕ.

Η μείωση αυτή εφαρμόζεται σταδιακά σύμφωνα με το ακόλουθο χρονοδιάγραμμα:

Διόρθωση του Ηνωμένου Βασιλείου που πρέπει να εγγραφεί για πρώτη φορά στον προϋπολογισμό το έτος:

Ποσοστό των σχετικών με τη διεύρυνση δαπανών (όπως καθορίζονται ανωτέρω) που πρέπει να εξαιρείται από τον υπολογισμό της διόρθωσης του Ηνωμένου Βασιλείου

2009

20

2010

70

2011

100

2.   Για την περίοδο 2007-2013 η συμπληρωματική συνεισφορά του Ηνωμένου Βασιλείου που απορρέει από τη μείωση των κατανεμημένων δαπανών που αναφέρονται στην παράγραφο 1 στοιχείο ζ) ανωτέρω δεν υπερβαίνει τα 10,5 δισεκατομμύρια ευρώ, σε τιμές του 2004. Κάθε έτος, οι υπηρεσίες της Επιτροπής επαληθεύουν εάν η σωρευμένη προσαρμογή της διόρθωσης υπερβαίνει αυτό το ποσό. Για το σκοπό αυτού του υπολογισμού, τα ποσά σε τρέχουσες τιμές μετατρέπονται σε τιμές του 2004 με την εφαρμογή του τελευταίου διαθέσιμου αποπληθωριστή ΑΕΠ, εκφρασμένου σε ευρώ, για την ΕΕ όπως προβλέπεται από την Επιτροπή. Εάν σημειωθεί υπέρβαση του ανώτατου ορίου των 10,5 δισεκατομμυρίων ευρώ, η συνεισφορά του Ηνωμένου Βασιλείου μειώνεται αναλόγως.

Στην περίπτωση περαιτέρω διεύρυνσης πριν από το 2013, το ανώτατο όριο των 10,5 δισεκατομμυρίων ευρώ αυξάνεται αναλόγως.

Άρθρο 5

1.   Τα άλλα κράτη μέλη φέρουν την οικονομική επιβάρυνση της διόρθωσης σύμφωνα με τον ακόλουθο τρόπο:

α)

η κατανομή της επιβάρυνσης υπολογίζεται, καταρχάς, σε συνάρτηση με το αντίστοιχο μερίδιο των κρατών μελών στις πληρωμές που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ), εξαιρουμένου του Ηνωμένου Βασιλείου και χωρίς να ληφθούν υπόψη οι ακαθάριστες μειώσεις των συνεισφορών που βασίζονται στο ΑΕΕ των Κάτω Χωρών και της Σουηδίας που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 5·

β)

στη συνέχεια η κατανομή αυτή προσαρμόζεται ώστε να περιοριστεί η χρηματοδοτική συμμετοχή της Αυστρίας, της Γερμανίας, των Κάτω Χωρών και της Σουηδίας στο ένα τέταρτο του κανονικού τους μεριδίου που προκύπτει από τον υπολογισμό αυτό.

2.   Παραχωρείται διόρθωση στο Ηνωμένο Βασίλειο που ισοδυναμεί με μείωση των καταβολών του που απορρέουν από την εφαρμογή του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ). Η οικονομική επιβάρυνση στην οποία υποβάλλονται τα άλλα κράτη μέλη προστίθεται στις πληρωμές που απορρέουν από την εφαρμογή του άρθρου 2 παράγραφος 1 στοιχείο γ) για κάθε κράτος μέλος.

3.   Η Επιτροπή προβαίνει στους αναγκαίους υπολογισμούς για την εφαρμογή του άρθρου 2 παράγραφος 5, του άρθρου 4 και του παρόντος άρθρου.

4.   Εάν ο προϋπολογισμός δεν έχει ακόμα εγκριθεί στην αρχή του οικονομικού έτους, η διόρθωση που χορηγήθηκε στο Ηνωμένο Βασίλειο και η οικονομική επιβάρυνση που φέρουν τα άλλα κράτη μέλη εξακολουθούν να ισχύουν, όπως είχαν εγγραφεί στον τελευταίο οριστικά εγκεκριμένο προϋπολογισμό.

Άρθρο 6

Τα έσοδα που αναφέρονται στο άρθρο 2 χρησιμοποιούνται αδιακρίτως για τη χρηματοδότηση όλων των δαπανών που εγγράφονται στον γενικό προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Άρθρο 7

Τυχόν πλεόνασμα των εσόδων των Κοινοτήτων επί του συνόλου των πραγματικών δαπανών κατά τη διάρκεια ενός οικονομικού έτους μεταφέρεται στο επόμενο οικονομικό έτος.

Άρθρο 8

1.   Οι ίδιοι πόροι των Κοινοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α) εισπράττονται από τα κράτη μέλη σύμφωνα με τις εθνικές νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις οι οποίες προσαρμόζονται, ενδεχομένως, στις απαιτήσεις των κοινοτικών κανόνων.

Η Επιτροπή προβαίνει, σε τακτά διαστήματα, σε εξέταση των εθνικών διατάξεων που της κοινοποιούν τα κράτη μέλη, ανακοινώνει στα κράτη μέλη τις προσαρμογές που κρίνει αναγκαίες για τη συμμόρφωσή τους προς τους κοινοτικούς κανόνες, και υποβάλλει έκθεση στην αρμόδια για τον προϋπολογισμό αρχή.

Τα κράτη μέλη θέτουν τους πόρους που προβλέπονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχεία α), β) και γ), στη διάθεση της Επιτροπής.

2.   Το Συμβούλιο, σύμφωνα με τη διαδικασία που θεσπίζεται στο άρθρο 279 παράγραφος 2 της συνθήκης ΕΚ και το άρθρο 183 της συνθήκης Ευρατόμ, θεσπίζει τις αναγκαίες διατάξεις εφαρμογής της παρούσας απόφασης, καθώς και τις διατάξεις για τον έλεγχο της είσπραξης, την απόδοση στην Επιτροπή και την καταβολή των εσόδων που αναφέρονται στα άρθρα 2 και 5.

Άρθρο 9

Στο πλαίσιο της πλήρους, σε ευρεία κλίμακα επανεξέτασης που καλύπτει όλες τις πτυχές των δαπανών, συμπεριλαμβανομένης της ΚΓΠ, και των πόρων της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης υπέρ του Ηνωμένου Βασιλείου, σχετικά με την οποία θα υποβάλει έκθεση το 2008/2009.

Άρθρο 10

1.   Με την επιφύλαξη της παραγράφου 2, η απόφαση 2000/597/ΕΚ, Ευρατόμ καταργείται από την 1η Ιανουαρίου 2007. Οποιαδήποτε παραπομπή στην απόφαση 70/243/ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου, της 21ης Απριλίου 1970, περί αντικαταστάσεως των χρηματικών συνεισφορών των κρατών μελών από ιδίους πόρους των Κοινοτήτων (7), στην απόφαση 85/257/ΕΟΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου, της 7ης Μαΐου 1985, για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων (8), στην απόφαση 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ, της 24ης Ιουνίου 1988, για το σύστημα των ιδίων πόρων των Κοινοτήτων (9), στην απόφαση 94/728/ΕΚ, Ευρατόμ του Συμβουλίου, της 31ης Οκτωβρίου 1994, για το σύστημα των ιδίων πόρων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (10) ή στην απόφαση 2000/597/ΕΚ, Ευρατόμ, νοείται ως παραπομπή στην παρούσα απόφαση.

2.   Τα άρθρα 2, 4 και 5 των αποφάσεων 88/376/ΕΟΚ, Ευρατόμ, 94/728/ΕΚ, Ευρατόμ και 2000/597/ΕΚ, Ευρατόμ εξακολουθούν να ισχύουν για τον υπολογισμό και τις προσαρμογές των εσόδων που προέρχονται από την εφαρμογή ενιαίου συντελεστή, ισχύοντος για όλα τα κράτη μέλη, στη βάση του ΦΠΑ, η οποία προσδιορίζεται με ενιαίο τρόπο και περιορίζεται από το 50 % έως το 55 % του ΑΕΠ ή του ΑΕΕ κάθε κράτους μέλους, ανάλογα με το σχετικό έτος, και για τον υπολογισμό της διόρθωσης των δημοσιονομικών ανισορροπιών η οποία χορηγείται στο Ηνωμένο Βασίλειο για τα έτη 1988 έως 2006.

3.   Επί των ποσών που αναφέρονται στο άρθρο 2 παράγραφος 1 στοιχείο α), και τα οποία έπρεπε να έχουν καταβληθεί από τα κράτη μέλη πριν από την 28η Φεβρουαρίου 2001 σύμφωνα με τους ισχύοντες κοινοτικούς κανόνες, τα κράτη μέλη θα εξακολουθήσουν να παρακρατούν το 10 % αυτών ως έξοδα είσπραξης.

Άρθρο 11

Η παρούσα απόφαση κοινοποιείται στα κράτη μέλη από τον Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου.

Τα κράτη μέλη κοινοποιούν αμελλητί στο Γενικό Γραμματέα του Συμβουλίου, σύμφωνα με τις οικείες συνταγματικές τους απαιτήσεις, την ολοκλήρωση των διαδικασιών για την έκδοση της παρούσας απόφασης.

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την πρώτη ημέρα του μήνα που έπεται της παραλαβής της τελευταίας από τις κοινοποιήσεις που αναφέρονται στο δεύτερο εδάφιο.

Η παρούσα απόφαση παράγει αποτελέσματα από την 1η Ιανουαρίου 2007.

Άρθρο 12

Η παρούσα απόφαση δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Λουξεμβούργο, 7 Ιουνίου 2007.

Για το Συμβούλιο

Ο Πρόεδρος

M. GLOS


(1)  Γνώμη που εκδόθηκε στις 4 Ιουλίου 2006 (δεν δημοσιεύθηκε ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα).

(2)  ΕΕ C 203 της 25.8.2006, σ. 50.

(3)  ΕΕ C 309 της 16.12.2006, σ. 103.

(4)  ΕΕ L 310 της 30.11.1996, σ. 1. Κανονισμός όπως τροποποιήθηκε τελευταία με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1267/2003 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ L 180 της 18.7.2003, σ. 1).

(5)  ΕΕ L 253 της 7.10.2000, σ. 42.

(6)  ΕΕ L 181 της 19.7.2003, σ. 1.

(7)  ΕΕ L 94 της 28.4.1970, σ. 19.

(8)  ΕΕ L 128 της 14.5.1985, σ. 15.

(9)  ΕΕ L 185 της 15.7.1988, σ. 24.

(10)  ΕΕ L 293 της 12.11.1994, σ. 9.


Top