EUR-Lex Access to European Union law

Back to EUR-Lex homepage

This document is an excerpt from the EUR-Lex website

Document 32016D2278

Εκτελεστική απόφαση 2016/2278 της Επιτροπής, της 15ης Δεκεμβρίου 2016, σχετικά με την ισοδυναμία του ρυθμιστικού πλαισίου για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

C/2016/8352

OJ L 342, 16.12.2016, p. 68–70 (BG, ES, CS, DA, DE, ET, EL, EN, FR, HR, IT, LV, LT, HU, MT, NL, PL, PT, RO, SK, SL, FI, SV)

Legal status of the document In force

ELI: http://data.europa.eu/eli/dec_impl/2016/2278/oj

16.12.2016   

EL

Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης

L 342/68


ΕΚΤΕΛΕΣΤΙΚΉ ΑΠΌΦΑΣΗ 2016/2278 ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΉΣ

της 15ης Δεκεμβρίου 2016

σχετικά με την ισοδυναμία του ρυθμιστικού πλαισίου για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα σύμφωνα με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ,

Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης,

Έχοντας υπόψη τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 4ης Ιουλίου 2012, για τα εξωχρηματιστηριακά παράγωγα, τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους και τα αρχεία καταγραφής συναλλαγών (1), και ιδίως το άρθρο 25 παράγραφος 6,

Εκτιμώντας τα ακόλουθα:

(1)

Η διαδικασία που ισχύει για την αναγνώριση κεντρικών αντισυμβαλλομένων (στο εξής «CCP») εγκατεστημένων σε τρίτες χώρες, που καθορίζεται στο άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, έχει ως στόχο να δοθεί η δυνατότητα στους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτες χώρες, των οποίων τα ρυθμιστικά πρότυπα είναι ισοδύναμα προς εκείνα που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό, να παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης σε εκκαθαριστικά μέλη ή τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα/-οι στην Ένωση. Η εν λόγω διαδικασία αναγνώρισης και οι αποφάσεις ισοδυναμίας που προβλέπονται σε αυτόν, ως εκ τούτου, συμβάλλουν στην επίτευξη του κύριου σκοπού του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, ήτοι να μειωθεί ο συστημικός κίνδυνος, με την επέκταση της χρήσης ασφαλών και εύρωστων κεντρικών αντισυμβαλλομένων για την εκκαθάριση εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, μεταξύ άλλων και όταν οι εν λόγω CCP είναι εγκατεστημένοι και έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα.

(2)

Προκειμένου το νομικό καθεστώς τρίτης χώρας να θεωρηθεί ισοδύναμο με το νομικό καθεστώς της Ένωσης όσον αφορά τους CCP, το ουσιαστικό αποτέλεσμα των εφαρμοστέων νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων θα πρέπει να είναι ισοδύναμο με τις απαιτήσεις της Ένωσης όσον αφορά τους κανονιστικούς στόχους που επιτυγχάνουν. Σκοπός αυτής της αξιολόγησης της ισοδυναμίας είναι, επομένως, να εξακριβωθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων (εφεξής «ΗΑΕ») διασφαλίζουν ότι οι CCP, που είναι εγκατεστημένοι και διαθέτουν άδεια λειτουργίας εκεί, δεν εκθέτουν τα εκκαθαριστικά μέλη και τους τόπους διαπραγμάτευσης, που είναι εγκατεστημένα/οι στην Ένωση, σε υψηλότερο επίπεδο κινδύνου από εκείνο στο οποίο θα μπορούσαν να εκτεθούν οι δεύτεροι, από CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ένωση και, συνεπώς, δεν δημιουργούν απαράδεκτα επίπεδα συστημικού κινδύνου στην Ένωση. Άρα, θα πρέπει, ιδίως, να ληφθούν υπόψη οι σημαντικά χαμηλότεροι εγγενείς κίνδυνοι στις δραστηριότητες εκκαθάρισης που πραγματοποιούνται σε χρηματοπιστωτικές αγορές που είναι μικρότερες από τη χρηματοπιστωτική αγορά της Ένωσης.

(3)

Σύμφωνα με το άρθρο 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, χρειάζεται να πληρούνται τρεις προϋποθέσεις, προκειμένου να κριθεί ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις τρίτης χώρας σχετικά με τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, είναι ισοδύναμες με εκείνες που καθορίζονται στον εν λόγω κανονισμό.

(4)

Σύμφωνα με την πρώτη προϋπόθεση, οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτη χώρα πρέπει να πληρούν νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(5)

Οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις των ΗΑΕ για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, αποτελούνται από τους κανονισμούς (στο εξής «οι κανονισμοί») που εκδίδονται από την αρχή κινητών αξιών και βασικών εμπορευμάτων των ΗΑΕ (στο εξής η «SCA»). Οι κανονισμοί καθορίζουν τις απαιτήσεις τις οποίες πρέπει να πληρούν οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι σε συνεχή βάση, προκειμένου να είναι σε θέση να παρέχουν υπηρεσίες εκκαθάρισης στα ΗΑΕ. Οι εν λόγω κανονισμοί αποτελούνται από την απόφαση αριθ. 157\R του 2005 η οποία καθορίζει έναν οργανισμό εκκαθάρισης και την απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της SCA αριθ. 11 του 2015 που ορίζουν απαιτήσεις για τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους. Οι κεντρικοί αντισυμβαλλόμενοι που είναι εγκατεστημένοι στα ΗΑΕ πρέπει να λαμβάνουν άδεια λειτουργίας από τη SCA.

(6)

Η SCA έχει εκδώσει έναν κανονισμό (απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της SCA αριθ. 11 του 2015), βάσει της οποίας οι CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στα ΗΑΕ υποχρεούνται να τηρούν τις αρχές για τις υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών («PFMI»), που εκδόθηκαν, τον Απρίλιο του 2012, από την επιτροπή συστημάτων πληρωμών και διακανονισμού (2) και τη διεθνή οργάνωση επιτροπών κεφαλαιαγοράς.

(7)

Σύμφωνα με τους κανονισμούς, οι CCP πρέπει να εγκρίνουν εσωτερικούς κανόνες και διαδικασίες, που να εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση με όλες τις σχετικές απαιτήσεις και να περιλαμβάνουν όλες τις σχετικές πτυχές που άπτονται της λειτουργίας τους, συμπεριλαμβανομένων των διασφαλίσεων για τη διαχείριση του πιστωτικού κινδύνου, του κινδύνου ρευστότητας και του λειτουργικού κινδύνου. Οι εν λόγω εσωτερικοί κανόνες και διαδικασίες πρέπει να εγκρίνονται από τη SCA. Εξάλλου, οι εν λόγω εσωτερικοί κανόνες και διαδικασίες δεν μπορούν να τροποποιηθούν, εάν η SCA διατυπώσει αντιρρήσεις σχετικά με τις σκοπούμενες τροποποιήσεις. Επιπλέον, οι μεθοδολογίες για τον υπολογισμό των χρηματοδοτικών πόρων και τα σενάρια προσομοίωσης που χρησιμοποιεί ο κεντρικός αντισυμβαλλόμενος υπόκεινται στην έγκριση της SCA.

(8)

Συνεπώς, οι νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις που ισχύουν για τους CCP που έχουν λάβει άδεια στα ΗΑΕ περιλαμβάνουν μια προσέγγιση δύο κατηγοριών. Οι βασικές αρχές, που προβλέπονται στους κανονισμούς, ιδίως στην απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της SCA αριθ. 11 του 2015, καθιερώνουν τα πρότυπα υψηλού επιπέδου με τα οποία πρέπει να συμμορφώνονται οι CCP, προκειμένου να λάβουν άδεια για την παροχή υπηρεσιών εκκαθάρισης στα ΗΑΕ. Οι εν λόγω κανονισμοί αποτελούν την πρώτη κατηγορία νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων στα ΗΑΕ. Οι εσωτερικοί κανόνες και διαδικασίες των CCP αποτελούν τη δεύτερη κατηγορία των νομικά δεσμευτικών απαιτήσεων στα ΗΑΕ. Η SCA αξιολογεί τη συμμόρφωση του κεντρικού αντισυμβαλλομένου με τους κανονισμούς και με τις PFMI. Αφού εγκριθούν από τη SCA, οι εσωτερικοί κανόνες και διαδικασίες καθίστανται νομικά δεσμευτικοί για τον CCP.

(9)

Η αξιολόγηση της ισοδυναμίας των νομικών και εποπτικών ρυθμίσεων που ισχύουν για τους CCP που είναι εγκατεστημένοι στα ΗΑΕ θα πρέπει επίσης να λαμβάνει υπόψη το αποτέλεσμα μετριασμού του κινδύνου που διασφαλίζουν όσον αφορά το επίπεδο κινδύνου στο οποίο εκτίθενται τα εκκαθαριστικά μέλη και οι τόποι διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα/-οι στην Ένωση, λόγω της συμμετοχής τους στις οντότητες αυτές. Το αποτέλεσμα μετριασμού του κινδύνου προσδιορίζεται, αφενός, από το επίπεδο του εγγενούς κινδύνου των δραστηριοτήτων εκκαθάρισης που πραγματοποιούνται από τον συγκεκριμένο κεντρικό αντισυμβαλλόμενο, το οποίο εξαρτάται από το μέγεθος της χρηματοπιστωτικής αγοράς στην οποία δραστηριοποιείται, και, αφετέρου, από την καταλληλότητα των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων που ισχύουν για τους CCP, για τη μείωση αυτού του επιπέδου του κινδύνου. Προκειμένου να επιτευχθεί ισοδύναμο αποτέλεσμα μετριασμού του κινδύνου, χρειάζονται αυστηρότερες απαιτήσεις μετριασμού του κινδύνου για τους CCP που ασκούν τις δραστηριότητές τους σε μεγαλύτερες χρηματοπιστωτικές αγορές, των οποίων το εγγενές επίπεδο κινδύνου είναι υψηλότερο από εκείνο για τους CCP που ασκούν τις δραστηριότητές τους σε μικρότερες χρηματοπιστωτικές αγορές, των οποίων το εγγενές επίπεδο κινδύνου είναι χαμηλότερο.

(10)

Η χρηματοπιστωτική αγορά στην οποία ασκούν τις δραστηριότητές τους εκκαθάρισης οι CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στα ΗΑΕ είναι σημαντικά μικρότερη από εκείνη στην οποία δραστηριοποιούνται οι CCP που είναι εγκατεστημένοι στην Ένωση. Κατά την τελευταία τριετία, η συνολική αξία των συναλλαγών παραγώγων που εκκαθαρίστηκαν στα ΗΑΕ αντιπροσώπευε λιγότερο από το 1 % της συνολικής αξίας των συναλλαγών παραγώγων που εκκαθαρίστηκαν στην Ένωση. Ως εκ τούτου, η συμμετοχή σε CCP που είναι εγκατεστημένοι στα ΗΑΕ εκθέτει τα εκκαθαριστικά μέλη και τους τόπους διαπραγμάτευσης που είναι εγκατεστημένα/οι στην Ένωση σε σημαντικά χαμηλότερους κινδύνους από ό,τι η συμμετοχή τους σε CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στην Ένωση.

(11)

Οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις που ισχύουν για CCP που είναι εγκατεστημένοι στα ΗΑΕ μπορεί, ως εκ τούτου, να θεωρηθούν ισοδύναμες, όταν είναι κατάλληλες για τον μετριασμό αυτού του χαμηλότερου επιπέδου κινδύνου. Οι κανονισμοί που ισχύουν για τους CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στα ΗΑΕ, οι οποίοι συμπληρώνονται από τους εσωτερικούς κανόνες και διαδικασίες, που θέτουν σε εφαρμογή τις PFMI, μετριάζουν το χαμηλότερο επίπεδο κινδύνου που υπάρχει στα ΗΑΕ και επιτυγχάνουν αποτέλεσμα μείωσης του κινδύνου ισοδύναμο με εκείνο που επιδιώκεται με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(12)

Ως εκ τούτου, πρέπει να συναχθεί το συμπέρασμα ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις των ΗΑΕ διασφαλίζουν ότι οι CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί πληρούν νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που προβλέπονται στον τίτλο IV του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

(13)

Σύμφωνα με τη δεύτερη προϋπόθεση, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις των ΗΑΕ όσον αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, πρέπει να προβλέπουν αποτελεσματική εποπτεία των εν λόγω κεντρικών αντισυμβαλλομένων και επιβολή του νόμου σε συνεχή βάση.

(14)

Η εποπτεία των CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στα ΗΑΕ πραγματοποιείται από τη SCA. Η SCA έχει την εξουσία να διενεργεί συνεχή παρακολούθηση της συμμόρφωσης των CCP προς τις νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις που ισχύουν γι' αυτούς. Για τον σκοπό αυτόν, η SCA δύναται να ζητεί πληροφορίες από τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους, να διενεργεί επιτόπιες επιθεωρήσεις, να εκδίδει οδηγίες για την επανόρθωση παραβάσεων ή δυνητικών παραβάσεων των απαιτήσεων προληπτικής εποπτείας ή πρακτικών οι οποίες αντίκεινται στην εύρυθμη λειτουργία των χρηματοπιστωτικών αγορών και να δίδουν εντολή στους CCP να λαμβάνουν μέτρα εσωτερικού ελέγχου και ελέγχου των κινδύνων. Η SCA μπορεί επίσης να απομακρύνει τη διοίκηση, ορισμένα μέλη ειδικών επιτροπών και λοιπό προσωπικό του κεντρικού αντισυμβαλλομένου. Περαιτέρω, η SCA έχει την εξουσία να ανακαλεί την άδεια του κεντρικού αντισυμβαλλομένου. Η SCA μπορεί επίσης να επιβάλλει πειθαρχικά μέτρα, καθώς και πρόστιμα στους CCP, λόγω μη συμμόρφωσης με τις νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις που ισχύουν για αυτούς.

(15)

Πρέπει, επομένως, να συναχθεί το συμπέρασμα ότι οι CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας στα ΗΑΕ υπόκεινται σε αποτελεσματική εποπτεία και επιβολή του νόμου σε συνεχή βάση.

(16)

Σύμφωνα με την τρίτη προϋπόθεση, βάσει του άρθρου 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις των ΗΑΕ πρέπει να περιλαμβάνουν ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση των κεντρικών αντισυμβαλλομένων που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας βάσει των νομικών καθεστώτων τρίτων χωρών («CCP τρίτων χωρών»).

(17)

Η SCA μπορεί να αναγνωρίζει CCP τρίτων χωρών που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας σε τρίτες χώρες όπου οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις διασφαλίζουν παρόμοια αποτελέσματα με εκείνα που διασφαλίζονται με τις νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις που ισχύουν στα ΗΑΕ. Επιπλέον, οι CCP τρίτων χωρών πρέπει να υπόκεινται σε αποτελεσματική εποπτεία, που να εξασφαλίζει τη συμμόρφωση με τις ισχύουσες νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις. Προκειμένου να χορηγηθεί αναγνώριση, απαιτείται επίσης η σύναψη μνημονίου συνεννόησης μεταξύ των ΗΑΕ και της αρμόδιας εποπτικής αρχής της τρίτης χώρας του αιτούντος κεντρικού αντισυμβαλλομένου.

(18)

Κατά συνέπεια, θα πρέπει να συναχθεί το συμπέρασμα ότι οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις των ΗΑΕ προβλέπουν ένα αποτελεσματικό ισοδύναμο σύστημα για την αναγνώριση των CCP τρίτων χωρών.

(19)

Η παρούσα απόφαση βασίζεται στις νομικά δεσμευτικές απαιτήσεις που αφορούν τους CCP και ισχύουν στα ΗΑΕ κατά τον χρόνο έκδοσης της παρούσας απόφασης. Η Επιτροπή, σε συνεργασία με την ευρωπαϊκή αρχή κινητών αξιών και αγορών (ESMA), θα πρέπει να συνεχίσει να παρακολουθεί, σε τακτική βάση, την εξέλιξη του νομοθετικού και εποπτικού πλαισίου για τους CCP στα ΗΑΕ και την εκπλήρωση των προϋποθέσεων βάσει των οποίων εκδόθηκε η παρούσα απόφαση.

(20)

Η τακτική επανεξέταση των νομοθετικών και εποπτικών ρυθμίσεων που ισχύουν στα ΗΑΕ για τους CCP που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί δεν θα πρέπει να θίγει τη δυνατότητα της Επιτροπής να διενεργεί ειδική επανεξέταση, ανά πάσα στιγμή, εκτός του πλαισίου της γενικής επανεξέτασης σε περίπτωση που, λόγω σχετικών εξελίξεων, καταστεί αναγκαίο η Επιτροπή να αξιολογήσει εκ νέου την ισοδυναμία που χορηγείται με την παρούσα απόφαση. Η εν λόγω επανεξέταση θα μπορούσε να οδηγήσει στην κατάργηση της παρούσας απόφασης.

(21)

Τα μέτρα που προβλέπονται στην παρούσα απόφαση είναι σύμφωνα με τη γνώμη της ευρωπαϊκής επιτροπής κινητών αξιών,

ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΑ ΑΠΟΦΑΣΗ:

Άρθρο 1

Για τους σκοπούς του άρθρου 25 παράγραφος 6 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 648/2012, οι νομοθετικές και εποπτικές ρυθμίσεις των ΗΑΕ, που αποτελούνται από τους κανονισμούς οι οποίοι εκδόθηκαν από την αρχή κινητών αξιών και βασικών εμπορευμάτων (SCA), όπως συμπληρώθηκαν από την εφαρμογή των αρχών για τις υποδομές των χρηματοπιστωτικών αγορών που τέθηκαν σε ισχύ με την απόφαση του διοικητικού συμβουλίου της SCA αριθ. 11 του 2015, και ισχύουν για τους CCP, που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας εκεί, θεωρούνται ισοδύναμες με τις απαιτήσεις που καθορίζονται στον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 648/2012.

Άρθρο 2

Η παρούσα απόφαση αρχίζει να ισχύει την εικοστή ημέρα από τη δημοσίευσή της στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Βρυξέλλες, 15 Δεκεμβρίου 2016.

Για την Επιτροπή

Ο Πρόεδρος

Jean-Claude JUNCKER


(1)  ΕΕ L 201 της 27.7.2012, σ. 1.

(2)  Από την 1η Σεπτεμβρίου 2014, η επιτροπή συστημάτων πληρωμών και διακανονισμού άλλαξε την επωνυμία της σε επιτροπή για τις υποδομές πληρωμών και αγορών.


Top